Πέμπτη 10 Φεβρουαρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (14.300-14.377)

300 Τὸν δὲ δολοφρονέουσα προσηύδα πότνια Ἥρη·
«ἔρχομαι ὀψομένη πολυφόρβου πείρατα γαίης,
Ὠκεανόν τε, θεῶν γένεσιν, καὶ μητέρα Τηθύν,
οἵ με σφοῖσι δόμοισιν ἐῢ τρέφον ἠδ᾽ ἀτίταλλον·
τοὺς εἶμ᾽ ὀψομένη, καί σφ᾽ ἄκριτα νείκεα λύσω·
305 ἤδη γὰρ δηρὸν χρόνον ἀλλήλων ἀπέχονται
εὐνῆς καὶ φιλότητος, ἐπεὶ χόλος ἔμπεσε θυμῷ.
ἵπποι δ᾽ ἐν πρυμνωρείῃ πολυπίδακος Ἴδης
ἑστᾶσ᾽, οἵ μ᾽ οἴσουσιν ἐπὶ τραφερήν τε καὶ ὑγρήν.
νῦν δὲ σεῦ εἵνεκα δεῦρο κατ᾽ Οὐλύμπου τόδ᾽ ἱκάνω,
310 μή πώς μοι μετέπειτα χολώσεαι, αἴ κε σιωπῇ
οἴχωμαι πρὸς δῶμα βαθυρρόου Ὠκεανοῖο.»
Τὴν δ᾽ ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς·
«Ἥρη, κεῖσε μὲν ἔστι καὶ ὕστερον ὁρμηθῆναι,
νῶϊ δ᾽ ἄγ᾽ ἐν φιλότητι τραπείομεν εὐνηθέντε.
315 οὐ γάρ πώ ποτέ μ᾽ ὧδε θεᾶς ἔρος οὐδὲ γυναικὸς
θυμὸν ἐνὶ στήθεσσι περιπροχυθεὶς ἐδάμασσεν,
οὐδ᾽ ὁπότ᾽ ἠρασάμην Ἰξιονίης ἀλόχοιο,
ἣ τέκε Πειρίθοον, θεόφιν μήστωρ᾽ ἀτάλαντον·
οὐδ᾽ ὅτε περ Δανάης καλλισφύρου Ἀκρισιώνης,
320 ἣ τέκε Περσῆα, πάντων ἀριδείκετον ἀνδρῶν·
οὐδ᾽ ὅτε Φοίνικος κούρης τηλεκλειτοῖο,
ἣ τέκε μοι Μίνων τε καὶ ἀντίθεον ῾Ραδάμανθυν·
οὐδ᾽ ὅτε περ Σεμέλης οὐδ᾽ Ἀλκμήνης ἐνὶ Θήβῃ,
ἥ ῥ᾽ Ἡρακλῆα κρατερόφρονα γείνατο παῖδα·
325 ἡ δὲ Διώνυσον Σεμέλη τέκε, χάρμα βροτοῖσιν·
οὐδ᾽ ὅτε Δήμητρος καλλιπλοκάμοιο ἀνάσσης,
οὐδ᾽ ὁπότε Λητοῦς ἐρικυδέος, οὐδὲ σεῦ αὐτῆς,
ὡς σέο νῦν ἔραμαι καί με γλυκὺς ἵμερος αἱρεῖ.»
Τὸν δὲ δολοφρονέουσα προσηύδα πότνια Ἥρη·
330 «αἰνότατε Κρονίδη, ποῖον τὸν μῦθον ἔειπες.
εἰ νῦν ἐν φιλότητι λιλαίεαι εὐνηθῆναι
Ἴδης ἐν κορυφῇσι, τὰ δὲ προπέφανται ἅπαντα·
πῶς κ᾽ ἔοι, εἴ τις νῶϊ θεῶν αἰειγενετάων
εὕδοντ᾽ ἀθρήσειε, θεοῖσι δὲ πᾶσι μετελθὼν
335 πεφράδοι; οὐκ ἂν ἔγωγε τεὸν πρὸς δῶμα νεοίμην
ἐξ εὐνῆς ἀνστᾶσα, νεμεσσητὸν δέ κεν εἴη.
ἀλλ᾽ εἰ δή ῥ᾽ ἐθέλεις καί τοι φίλον ἔπλετο θυμῷ,
ἔστιν τοι θάλαμος, τόν τοι φίλος υἱὸς ἔτευξεν
Ἥφαιστος, πυκινὰς δὲ θύρας σταθμοῖσιν ἐπῆρσεν·
340 ἔνθ᾽ ἴομεν κείοντες, ἐπεί νύ τοι εὔαδεν εὐνή.»
Τὴν δ᾽ ἀπαμειβόμενος προσέφη νεφεληγερέτα Ζεύς·
«Ἥρη, μήτε θεῶν τό γε δείδιθι μήτε τιν᾽ ἀνδρῶν
ὄψεσθαι· τοῖόν τοι ἐγὼ νέφος ἀμφικαλύψω
χρύσεον· οὐδ᾽ ἂν νῶϊ διαδράκοι Ἠέλιός περ,
345 οὗ τε καὶ ὀξύτατον πέλεται φάος εἰσοράασθαι.»
Ἦ ῥα, καὶ ἀγκὰς ἔμαρπτε Κρόνου παῖς ἣν παράκοιτιν·
τοῖσι δ᾽ ὑπὸ χθὼν δῖα φύεν νεοθηλέα ποίην,
λωτόν θ᾽ ἑρσήεντα ἰδὲ κρόκον ἠδ᾽ ὑάκινθον
πυκνὸν καὶ μαλακόν, ὃς ἀπὸ χθονὸς ὑψόσ᾽ ἔεργε.
350 τῷ ἔνι λεξάσθην, ἐπὶ δὲ νεφέλην ἕσσαντο
καλὴν χρυσείην· στιλπναὶ δ᾽ ἀπέπιπτον ἔερσαι.
Ὣς ὁ μὲν ἀτρέμας εὗδε πατὴρ ἀνὰ Γαργάρῳ ἄκρῳ,
ὕπνῳ καὶ φιλότητι δαμείς, ἔχε δ᾽ ἀγκὰς ἄκοιτιν·
βῆ δὲ θέειν ἐπὶ νῆας Ἀχαιῶν νήδυμος Ὕπνος
355 ἀγγελίην ἐρέων γαιηόχῳ ἐννοσιγαίῳ·
ἀγχοῦ δ᾽ ἱστάμενος ἔπεα πτερόεντα προσηύδα·
«πρόφρων νῦν Δαναοῖσι, Ποσείδαον, ἐπάμυνε,
καί σφιν κῦδος ὄπαζε μίνυνθά περ, ὄφρ᾽ ἔτι εὕδει
Ζεύς, ἐπεὶ αὐτῷ ἐγὼ μαλακὸν περὶ κῶμα κάλυψα·
360 Ἥρη δ᾽ ἐν φιλότητι παρήπαφεν εὐνηθῆναι.»
Ὣς εἰπὼν ὁ μὲν ᾤχετ᾽ ἐπὶ κλυτὰ φῦλ᾽ ἀνθρώπων,
τὸν δ᾽ ἔτι μᾶλλον ἀνῆκεν ἀμυνέμεναι Δαναοῖσιν.
αὐτίκα δ᾽ ἐν πρώτοισι μέγα προθορὼν ἐκέλευσεν·
«Ἀργεῖοι, καὶ δὴ αὖτε μεθίεμεν Ἕκτορι νίκην
365 Πριαμίδῃ, ἵνα νῆας ἕλῃ καὶ κῦδος ἄρηται;
ἀλλ᾽ ὁ μὲν οὕτω φησὶ καὶ εὔχεται, οὕνεκ᾽ Ἀχιλλεὺς
νηυσὶν ἔπι γλαφυρῇσι μένει κεχολωμένος ἦτορ·
κείνου δ᾽ οὔ τι λίην ποθὴ ἔσσεται, εἴ κεν οἱ ἄλλοι
ἡμεῖς ὀτρυνώμεθ᾽ ἀμυνέμεν ἀλλήλοισιν.
370 ἀλλ᾽ ἄγεθ᾽, ὡς ἂν ἐγὼν εἴπω, πειθώμεθα πάντες·
ἀσπίδες ὅσσαι ἄρισται ἐνὶ στρατῷ ἠδὲ μέγισται
ἑσσάμενοι, κεφαλὰς δὲ παναίθῃσιν κορύθεσσι
κρύψαντες, χερσίν τε τὰ μακρότατ᾽ ἔγχε᾽ ἑλόντες,
ἴομεν· αὐτὰρ ἐγὼν ἡγήσομαι, οὐδ᾽ ἔτι φημὶ
375 Ἕκτορα Πριαμίδην μενέειν μάλα περ μεμαῶτα.
ὃς δέ κ᾽ ἀνὴρ μενέχαρμος, ἔχει δ᾽ ὀλίγον σάκος ὤμῳ,
χείρονι φωτὶ δότω, ὁ δ᾽ ἐν ἀσπίδι μείζονι δύτω.»

***
300 Του αντείπε η σεβαστή θεά με δόλον εις τον νουν της.
«Στης θρέπτρας γης τα πέρατα θα πάω να ιδώ την μάνα
Τηθύν, και τον Ωκεανόν, αρχήν των θεών όλων,
οπού με γλυκοανάστησαν στα σπίτια τους εκείνοι.
Πηγαίνω αυτού τες άλυτες να λύσω διαφορές τους·
305 ότι πολύν τώρα καιρόν, ως είναι χολωμένοι
δεν θέλουν να συγκοιμηθούν στην νυμφικήν τους κλίνην.
Κι είναι ζεμένα τ᾽ άλογα της Ίδης εις την ρίζαν,
που θα με φέρουν πετακτά της γης και του πελάγου.
Και χάριν σου απ᾽ τον Όλυμπον καθώς με βλέπεις, ήλθα,
310 μην έπειτα μου χολωθείς, αν μυστικά στο δώμα
θα πήγαινα του Ωκεανού που τρίσβαθος κυλάει».
Και ο Δίας της απάντησεν ο νεφελοσυνάκτης:
«Εκεί να πας έχεις καιρόν, ω Ήρα, και κατόπιν·
τώρ᾽ ας πλαγιάσομεν εμείς τον πόθον να χαρούμε.
315 Ότι θεάς μήτε θνητής ποτέ παρόμοιος έρως
στα στήθη δεν μου υπόταξε στα βάθη της ψυχής μου,
ούδ᾽ όταν του Ιξίονος μου άρεσε η γυναίκα,
που τον Πειρίθοον γέννησεν ισόθεον στην γνώσιν·
ούδ᾽ όταν η καλόφτερνη του Ακρισίου κόρη
320 Δανάη, που τον δοξαστόν εγέννησε Περσέα,
ουδέ του ενδόξου Φοίνικος η κόρη, που τον Μίνω
και τον θεϊκόν Ραδάμανθυν εγέννησε από εμένα,
ούδ᾽ η Σεμέλη ή στων Θηβών την πόλιν η Αλκμήνη,
οπού τον λεοντόκαρδον εγέννησε Ηρακλέα
325 κι η άλλη τον Διόνυσον, χαράν εις τους ανθρώπους·
ή της ωραίας Δήμητρος μου άρεσαν τα κάλλη
ή της περίλαμπρης Λητούς, ή πρώτα τα δικά σου,
καθώς για σε πόθος γλυκός με συνεπαίρνει τώρα».
Κι η δέσποιν᾽ Ήρ᾽ απάντησε με δόλον εις τον νουν της:
330 «Κρονίδη τρομερότατε, οποίον λόγον είπες!
Αν θέλεις τώρα ερωτικά μαζί να κοιμηθούμε
της Ίδης εις τες κορυφές, σκέψου ότι φαίνοντ᾽ όλα.
Και τι να γίνει αν μας ιδεί κανείς των αθανάτων
στον ύπνον μας και τρέξει ευθύς και το γνωρίσουν όλοι;
335 Από παρόμοιο πλάγιασμα στο δώμα σου να γύρω
δεν θα ημπορούσα εγώ ποτέ, θα ήταν εντροπή μου,
αλλ᾽ αν σου το ζητεί η καρδιά, τον θάλαμόν σου έχεις
που σου ᾽καμεν ο Ήφαιστος ο ποθητός υιός σου
με στερεά θυρόφυλλα και με τους παραστάτες·
340 κει πάμε να πλαγιάσομεν, αφού σου αρέσ᾽ η κλίνη».
Και ο Δίας της απάντησεν ο νεφελοσυνάκτης:
«Ήρα, ποσώς μη φοβηθείς μη των θεών κανένας
ή των ανθρώπων μας ιδεί· γύρω θ᾽ απλώσω νέφος
χρυσό που μήδ᾽ ο Ήλιος ανάμεσα θα βλέπει,
345 περαστικόν αν έχει φως, τα πάντα να ξανοίγει».
Είπε και την ομόκλινην αγκάλιασε ο Κρονίδης.
Και η θεία γη τούς έβγαλε χλωρό χορτάρι νέο,
κρόκον, τριφύλλι τρυφερό και φουντωμένα κρίνα,
που τους βαστούσαν μαλακά την γην να μην εγγίζουν.
350 Σ᾽ αυτά πλαγιάσαν με χρυσήν νεφέλην τυλιγμένοι
ωραίαν, οπού λαμπερές τους έραινε σταλούλες.
Έτσι στο Γάργαρον ψηλά, καθώς τον συνεπήραν
ύπνος και πόθος ήσυχα κοιμόνταν ο πατέρας
στο πλάγι της συντρόφου του· και ο Ύπνος προς τα πλοία
355 των Αχαιών εχύθη ευθύς την είδησιν να φέρει
του γεωφόρου, κι έφθασε και του ᾽πε: «Ω Κοσμοσείστη,
μ᾽ όλην σου τώρα την καρδιά βοήθα τους Αργείους
προσώρας καν να δοξασθούν, όσο κοιμάται ακόμη
ο Ζευς, που εγώ με κάρωμα γλυκό ζωσμένον έχω,
360 κι η Ήρα τον ξεγέλασε μαζί της να πλαγιάσει».
Κι έγυρ᾽ ο Ύπνος στων θνητών τα δοξασμένα γένη,
και να βοηθεί τους Δαναούς σφοδρότερ᾽ αναμμένος
ο Ποσειδών και με κραυγήν εχύθη στους προμάχους:
«Ω Δαναοί, του Έκτορος θ᾽ αφήσουμε και πάλιν
365 την νίκην, όπως δοξασθεί και κάψει τα καράβια;
Και το καυχάται τώρ᾽ αυτός, εξ αφορμής που μένει
ο Αχιλλεύς ανάμερα της μάχης χολωμένος·
αλλά δεν βλάπτει αν λείπει αυτός, εάν εμείς οι άλλοι
αντιπαρακινούμενοι βοηθηθούμεν όλοι.
370 Κι ελάτε τώρα, ό,τι θα ειπώ, να το δεχθούμεν όλοι.
Ζωσθείτε τες τρανότερες πόχει ο στρατός ασπίδες,
τες κεφαλές σκεπάσετε με σπιθοβόλα κράνη,
πάρετε και φουκτώσετε τ᾽ απέραντα κοντάρια,
και ας πάμε, εγώ θα ᾽μαι αρχηγός, και ο Πριαμίδης Έκτωρ
375 όσην και αν έχει ορμήν, θαρρώ δεν θα κρατήσει εμπρός μας.
Κι εάν ασπίδα έχει μικρήν ο ανδρείος ας την δώσει
του ανάνδρου, και τρανήν αυτός ασπίδ᾽ ας ζώσει άλλην».

Κοινωνικό άγχος: Η αίσθηση του προβολέα και η ψευδαίσθηση της διαφάνειας

Κοινωνικό άγχος – συχνά τρέφεται από τη βεβαιότητά μας ότι οι άλλοι άνθρωποι είτε παρατηρούν εξονυχιστικά τη συμπεριφορά, τις ικανότητες και την εμφάνισή μας, είτε διαβάζουν τη σκέψη και το συναίσθημά μας.

Σαν να μην έφτανε αυτό, τρέφεται και από τις προβλέψεις που κάνουμε, επίσης με βεβαιότητα, για το ό,τι θα μας αξιολογήσουν, και τότε φοβόμαστε το χειρότερο, ότι δηλαδή θα μας κρίνουν αρνητικά ή θα μας απορρίψουν. Καταστροφολογούμε.

Μην ακουστεί περίεργο, αλλά το κοινωνικό άγχος τρέφεται και από την προσμονή για τη θετική ανταπόκριση των άλλων σε μια επιτυχία μας, από την ανυπομονησία για την επιβράβευση και το «μπράβο» τους.

Αυτό συμβαίνει γιατί από τη μια μας καίει η ανάγκη να πιστέψουμε στον εαυτό μας, και από την άλλη κάποιες φορές δεν είμαστε ψυχολογικά έτοιμοι να δεχτούμε και να διαχειριστούμε ένα θετικό σχόλιο. Και κατανοητό και ακατανόητο.

Αλλά γιατί μας συμβαίνουν αυτά; Γιατί σε μεγάλο βαθμό ζούμε μέσα στο μυαλό μας.

Ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για μια αδέξια κίνηση ή για έναν προσωπικό θρίαμβο, για μια σκέψη ή για ένα συναίσθημα, εστιάζουμε τόσο πολύ στην εμπειρία μας και στη σημασία που έχει για εμάς, που νομίζουμε ότι όλοι την αντιλαμβάνονται ενώ ταυτόχρονα προσμένουμε – προβλέπουμε τις αντιδράσεις τους.

Ζούμε στο κέντρο ενός δικού μας μικρο-σύμπαντος, αλλά πιστεύουμε ότι είμαστε το κέντρο του κόσμου των άλλων.

Ερώτημα: Μήπως εστιάζουμε πολύ στον εαυτό μας – συμπεριφορά, εμφάνιση, ικανότητες, σκέψη, συναίσθημα – που υπερβάλλουμε και ανησυχούμε για το αν και πόσο μας παρατηρούν και μας κρίνουν ή μας επιβραβεύουν οι άλλοι; Και, ακόμα, μήπως δεν είναι οι προβλέψεις μας ακριβείς και ρεαλιστικές, αλλά υποκειμενικές και εγωκεντρικές;

Για να δώσουμε μια απάντηση σε αυτό το ερώτημα, θα συζητήσουμε την «αίσθηση του προβολέα» και την «ψευδαίσθηση της διαφάνειας», δύο ψυχολογικές διαδικασίες που γίνονται παγίδα και τροφή στο κοινωνικό άγχος γιατί πηγάζουν από τις προσωπικές μας βλέψεις και προβλέψεις, από τις «αλάνθαστες» ερμηνείες μας, αλλά και από μια εγωκεντρική εστίαση στον εαυτό μας.

Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε και από την ανάγκη μας για τελειότητα και αποδοχή – πάντα και για τα πάντα.

Η «αίσθηση του προβολέα»: Όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω μου

Δεν είναι λίγες οι φορές, για να μην πούμε πάντα, που υπερεκτιμάμε σε ποιο βαθμό μας παρατηρούν οι άλλοι, πόσο μας αποδέχονται ή πόσο αυστηρά κρίνουν τη συμπεριφορά, τις ικανότητες ή την εμφάνισή μας. Τότε, από θέση ανησυχίας, σκεφτόμαστε, «Ξέρει ο προϊστάμενός μου πόσο σκληρά δουλεύω;», «Θα του/της αρέσω;», «Θα θέλει να βγούμε ή θα πει ότι έχει δουλειά;».

Ανησυχούμε, ακόμα, μήπως και δουν κάποιες ιδιαίτερες ή αδέξιες στιγμές μας – πάμε μόνοι για φαγητό, ψάχνουμε ψιλά στην πόρτα του λεωφορείου, δε γνωρίζουμε κάποιον για να μιλήσουμε στη συγκέντρωση, λεκιάζουμε τα ρούχα μας στο γεύμα, παραπατάμε στον διάδρομο του θεάτρου, κοκκινίζουμε στο πρώτο ραντεβού, κάνουμε ένα λάθος στη δημόσια ομιλία.

Η λίστα ατελείωτη και εμείς να τρέμουμε μην και γίνουμε ρεζίλι, μην και βιώσουμε απόρριψη.

Άλλες φορές, υπερβάλλουμε σε ποιο βαθμό παρατηρούν αλλαγές στη συμπεριφορά, την απόδοση ή την εμφάνισή μας και έτσι μια μέρα που έχουμε άσχημη διάθεση ή δεν έχουμε περιποιηθεί το ντύσιμό μας, πιστεύουμε ότι όλοι το βλέπουν και μας σχολιάζουν.

Υπερβάλλουμε και για το αν και πόσο παρατηρούν αν συμμετέχουμε σε μια συζήτηση ή αν δεν παρευρισκόμαστε σε μια συνάντηση. Σίγουροι ότι λάμπουμε δια της σιωπής και δια της απουσίας μας.

Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τις επιτυχίες μας, και υπερβάλλουμε κατά πόσο οι άλλοι τις παρατηρούν και τις επιβραβεύουν – ένα θετικό σχόλιο από τον προϊστάμενο στη δουλειά, ένα έξυπνο σχόλιο στη συζήτηση, η σημαντική συνεισφορά στο πρότζεκτ, η τελική βολή της νίκης στον αγώνα. Και αγωνιούμε για την αντίδραση και το σχόλιό τους, γιατί κάποιες φορές ούτε το θετικό μπορούμε να διαχειριστούμε, ούτε αυτό ξέρουμε τι να το κάνουμε, γιατί αισθανόμαστε όλα τα βλέμματα στραμμένα πάνω μας και εμάς να ακροβατούμε.

Η «ψευδαίσθηση της διαφάνειας»: Να δεις που όλοι καταλαβαίνουν τι σκέφτομαι και τι αισθάνομαι

Τρέφουμε το κοινωνικό άγχος και όταν υπερβάλλουμε το κατά πόσο οι άλλοι μπορούν να δουν μέσα μας, να μαντέψουν σκέψη και συναίσθημα – αρνητικές πεποιθήσεις, άγχος, φόβος, αγωνία, αισιόδοξες προβλέψεις, χαρά, ενθουσιασμός – και να μας κρίνουν ή να μας απορρίψουν, και να μας πουν «μπράβο» ή να μας ρωτήσουν τι καλό μας έχει συμβεί.

Πιστεύουμε ότι, σαν αχτίνα λέιζερ, η αντίληψή τους μας διαπερνά, βλέπει μέσα μας, και τότε αισθανόμαστε ευάλωτοι.

Ζούμε στη σκιά της αδυναμίας. Και στο αρνητικό και στο θετικό.

Είμαστε, όμως, σίγουροι ότι και εμείς μπορούμε να διαβάσουμε τη σκέψη των άλλων και φορτίζουμε το μυαλό μας με εικασίες, ερμηνείες και προβλέψεις: «Να δεις που κατάλαβε ότι δε θέλω να πάω», «Έχει καταλάβει την αγωνία μου και δε θα πάει καλά η συνέντευξη», «Λες να παρατήρησε ότι φοβάμαι;», «Μήπως δείχνω πόσο πολύ θέλω να βγούμε;», «Σίγουρα κατάλαβε ότι έχω ενθουσιαστεί».

Και τότε, όπως και με την αίσθηση του προβολέα, ορμώμενοι από εγωκεντρική προκατάληψη, υπερβάλουμε σχετικά με το πόσα αντιλαμβάνονται οι άλλοι, ποια γνώμη σχηματίζουν για εμάς, πώς μας αξιολογούν και πώς πρόκειται να αντιδράσουν. Και στο δύσκολο και στο ωραίο.

Είμαι το επίκεντρο της προσοχής, είμαι το κέντρο του κόσμου

Όχι δεν είσαι, τόσο πολύ ή τόσο απόλυτα τουλάχιστον.

Η «αίσθηση του προβολέα» και η «ψευδαίσθηση της διαφάνειας» φαίνεται να πηγάζουν από την ίδια αιτία: εσύ βάζεις τον εαυτό σου στο επίκεντρο και στο κέντρο – εστιάζεις σε ό,τι κάνεις ή στο πώς φαίνεσαι και νομίζεις ότι και οι άλλοι κάνουν το ίδιο ή εστιάζεις σε ό,τι σκέφτεσαι και ό,τι αισθάνεσαι και πιστεύεις ότι οι άλλοι μαντεύουν την εσωτερική σου εμπειρία.

Και τότε, μην μπορώντας να διαχειριστείς τον φόβο σου, την προσμονή ή τις προβλέψεις σου, θετικές – αρνητικές, δίνεις τροφή στο κοινωνικό άγχος. Φαύλος ο κύκλος.

Η εικόνα που νομίζεις ότι προβάλλεις, όμως, έχει να κάνει με τον τρόπο που εσύ βλέπεις και αξιολογείς τον εαυτό σου, με το πόσο τον αποδέχεσαι και το πόσο άνετα αισθάνεσαι και στην αποτυχία – ένα λάθος στη δουλειά ή στη δημόσια ομιλία, και στην επιτυχία – ένα σωστό στη συνέντευξη ή στο ραντεβού.

Η αλήθεια είναι ότι οι άλλοι σε παρατηρούν λιγότερο από όσο εσύ πιστεύεις. Περιστατικά για τα οποία αισθάνεσαι άβολα και κατηγορείς τον εαυτό σου δε γίνονται τόσο άμεσα αντιληπτά από τους άλλους, ή ακόμα και αν γίνουν, οι αντιδράσεις τους δεν είναι όσο καταστροφικές ή υπερβολικές όσο προβλέπεις – είναι η κρίση σου πάντα αλάνθαστη;

Ακόμα, κανένας δεν μπορεί να διαβάσει τη σκέψη σου, κανείς δε βλέπει το συναίσθημά σου, εκτός βέβαια αν εσύ το προβάλλεις μέσα από τον τρόπο που επικοινωνείς: χαμηλωμένο το βλέμμα, σπασμένη η φωνή, αμυντική η στάση του σώματος – αναστροφή προς τον εαυτό και αρνητικός εσωτερικός διάλογος.

Ήρθε η στιγμή, λοιπόν, να συνειδητοποιήσεις – δεν ασχολούνται όλοι μαζί σου, δεν είσαι το επίκεντρο της προσοχής ούτε το κέντρο του κόσμου – με την καλή έννοια. Αυτό θα σε βοηθήσει να χαλαρώσεις και να απολαύσεις τις εμπειρίες σου, θα σε στηρίξει να είσαι ο αυθεντικός σου εαυτός.

Θα σου δείξει έναν τρόπο για να ξεπεράσεις την υποκειμενική σου εμπειρία και την αίσθηση ότι ο κοινωνικός προβολέας εστιάζει κατευθείαν πάνω σου και σε διαπερνά περισσότερο από ότι πραγματικά συμβαίνει σε οικογενειακές, επαγγελματικές ή φιλικές καταστάσεις. Θα μπορέσεις να διαχειριστείς τον φόβο της απόρριψης, αλλά και την αγωνία της αποδοχής.

Όλοι κάνουμε λάθη. Δε χρειάζεται να αρέσουμε σε όλους.

Και μην ξεχνάς ότι δεν είσαι ο μόνος ή η μόνη. Πολλοί άνθρωποι έχουν αισθανθεί άβολα και θα δείξουν ενσυναίσθηση και επιείκεια. Από την άλλη, δεν έχεις μόνο εσύ επιτυχίες, και οι άλλοι κάτι κατορθώνουν ανάλογα με τις δυνατότητές τους. Οπότε, τις περισσότερες φορές, δε βρίσκεσαι στο κοινωνικό μικροσκόπιο. Και να βρίσκεσαι, τι έγινε; Κανείς δεν είναι τέλειος.

Έρωτας και Αναμνήσεις

Θα σου πω μια ιστορία. Δεν θα σου διηγηθώ πώς έγιναν τα πράγματα. Θα σου διηγηθώ πώς θυμάμαι ότι έγιναν τα πράγματα». Έτσι θα έπρεπε να ξεκινάει κάθε διήγηση που θέλει να σέβεται τον εαυτό της.

Είναι δύο το βράδυ. Όπως πάντα, δεν μπορώ να κοιμηθώ. Είναι η ώρα των αναμνήσεων, βλέπεις. Η ώρα που θυμάσαι όλες αυτές τις επιλογές που έχεις αποφασίσει να τις στριμώξεις μέσα σε ένα συρτάρι και έχεις κολλήσει πάνω του ένα κίτρινο post-it, όπου έχεις γράψει με τεράστια γράμματα μια λέξη μόνο: ΛΑΘΗ. Το έχεις κλειδώσει και το ανοίγεις μόνο τα βράδια. «Αυτά είναι τα λάθη μου», λες με πόνο, αυτολύπηση και μια μικρή μαζοχιστική χαρά.

Δύο η ώρα, λοιπόν, που λες. Και σκέφτομαι «γιατί να κοιμηθώ, να ξεκουραστώ και να μπορώ να λειτουργήσω την επόμενη ημέρα σαν άνθρωπος; Δεν κάθομαι να θυμηθώ όλα τα «λάθη» μου και να βασανιστώ με τη θύμηση ενός ανθρώπου που ποτέ δεν έδωσε δεκάρα»; Πολύ λογικό.

Και κάπως έτσι αρχίζω να σκέφτομαι πόσο άσχημα μου φέρθηκε, πόσο αδικήθηκα, πόσο θύμα υπήρξα, πόσα πράγματα άντεξα με την γελοία πρόφαση πως η αγάπη απαιτεί υπομονή.

Πόσα λόγια προετοίμασα με τρομερή ευγλωττία στο μυαλό μου, πόσες πρόβες έκανα στη σωστή απάντηση. Και πως τίποτα από όσα είχα την πρόθεση να πω για να βάλω τον Άλλον στη θέση του δεν κατάφερα ποτέ να ξεστομίσω- ίσως γιατί δεν ήμουν ποτέ σίγουρη για το ποια ήταν η θέση του για να τον βάλω κιόλας, ίσως γιατί δεν ήμουν ποτέ σίγουρη για το ποια ήταν η δική μου.

Δεν βαριέσαι. Λίγη σημασία έχουν τα λόγια, εξ' άλλου. Ποτέ δεν με ένοιαξαν οι λέξεις, ποτέ δεν επιζήτησα όμορφες κουβέντες. Με ένοιαζαν μόνο οι πράξεις. Γιατί οι πράξεις δεν ψεύδονται ποτέ, έτσι δεν είναι;

Δυόμιση η ώρα. «Ξεκόλλα, επιτέλους», μου λέω. «Ό,τι ένιωσες, ένιωσες. Πέρασε τώρα. Έχεις πάρει πια το χρόνο σου και τις αποστάσεις σου και μπορείς να δεις τα πράγματα αντικειμενικά. Μπορείς να θυμηθείς τις πράξεις».

Και τις θυμάμαι. Και θυμώνω. Και μετά κάπως πετιέμαι γιατί θυμάμαι και κάτι άλλο. Θυμάμαι διηγήσεις δικών μου ανθρώπων για τις δικές τους σχέσεις και ήταν πάντα διαμετρικά αντίθετες. Πάντα.

Όταν μια ερωτική ιστορία τελειώνει, συμβαίνει κάτι το μαγικό: οι πρωταγωνιστές της δεν μπορούν να συμφωνήσουν ως προς τα γεγονότα. Και αναρωτιέσαι: «Αυτοί οι άνθρωποι ήταν στην ίδια σχέση; Έζησαν την ίδια ερωτική ιστορία»; Κάθε φορά το ίδιο μαγικό πράγμα. Συνήθιζα να πιστεύω πως πάντα τουλάχιστον ο ένας από τους δύο έλεγε ψέματα.

Στις δικές μου τελειωμένες ερωτικές ιστορίες, ήξερα πως εγώ δεν έλεγα ψέματα. Άρα σύμφωνα με την εις άτοπον απαγωγή, έλεγε ο άλλος.

Τώρα πια έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως τις αναμνήσεις μας δεν μπορούμε να τις εμπιστευόμαστε απόλυτα. Ναι, εκεί κατέληξα.

Και η ώρα πήγε τρεις.

Γιατί, αγάπη μου, κάθε φορά που ένας έρωτας τελειώνει είναι η μεγαλύτερη βία στον κόσμο. Και η βία προκαλεί συχνά σοκ.

Και επειδή δεν υπάρχει κανένας να σου δώσει αυτή την πορτοκαλί κουβερτούλα που δίνουν τα αστυνομικά και τα ασθενοφόρα μετά από κάποιο σοκαριστικό γεγονός, ο οργανισμός αποφασίζει να μπει σε μια διαδικασία αυτοπροστασίας.

Και είναι δύο τα τινά. Μόνο δύο οι περιπτώσεις και αποτελούν συστήματα αλληλοαποκλειόμενα:

Πρώτο σύστημα η περίπτωση η επονομαζόμενη «Επιτέλους ξεστραβώθηκα». Τώρα βλέπεις τα πράγματα πιο καθαρά γιατί έχεις πάρει την απόσταση που πρέπει. Πώς συμβαίνει στις εκθέσεις ζωγραφικής ή φωτογραφίας που βλέπεις το κάδρο από κοντά και όλα καλά και όλα ωραία αλλά για να το δεις πραγματικά και να το καταλάβεις, κάνεις αυθόρμητα ένα βήμα πίσω; Έτσι ακριβώς.

Τώρα θυμάσαι ατάκες, εκφράσεις και συμπεριφορές και μπορείς να συμπληρώσεις το παζλ. Δεν ήταν και κανένα παζλ δύσκολο, καρδιά μου. Από αυτά τα παιδικά ήταν με τα τεράστια είκοσι κομμάτια που σου έδειχναν σαφώς πως με αυτόν τον άνθρωπο δεν θέλατε ποτέ τα ίδια πράγματα, δεν κοιτούσατε ούτε προς την ίδια κατεύθυνση ούτε βλέπατε τον κόσμο με τα ίδια μάτια.

Εσύ φταις που απογοητεύτηκες, βλάκα μου. Εσύ που δεν διάβασες τα σημάδια ενώ τα είχες μπροστά σου. Δεν στα έκρυψε κανείς. Εσύ αποφάσισες να μην τους δώσεις σημασία. Το βλέπεις και το αποσιωπάς γιατί έτσι σε συμφέρει τη δεδομένη στιγμή. Ο άνθρωπος που αγάπησες και μετά «έπεσες από τα σύννεφα» ήταν αποκύημα της φαντασίας σου και το φταίξιμο είναι ολότελα δικό σου.

Το δεύτερο σύστημα είναι η επονομαζόμενη περίπτωση «Αλλάζουμε ή βουλιάζουμε».

Εδώ τα πράγματα γίνονται λίγο πιο περίπλοκα. Εδώ έρχεσαι εσύ και διαστρεβλώνεις τις αναμνήσεις σου για να μην τρελαθείς. Τα θυμάσαι όλα μαύρα για να παρηγορηθείς που δεν τα έχεις πια. Η σχέση δεν ήταν καλή, το σεξ ήταν βαρετό, ο Άλλος ήταν κακός, σε εκμεταλλεύτηκε, σε κορόιδεψε, πιάστηκες κορόιδο.

Πάλι καλά που έφυγες και βρήκες την υγειά σου. Καλά, δεν το συζητώ. Από του Χάρου τα δόντια γλίτωσες. Πώς μπορούσες να είσαι με ένα τέτοιο τέρας; Από την αρχή ως το τέλος αυτή ήταν μια σχέση σκέτο ναυάγιο. Και γιατί έμενες, λοιπόν;

Περίεργο πράγμα οι αναμνήσεις, καρδιά μου. Και, κυρίως, αναξιόπιστο. Εκεί που θεωρείς πως είναι το μόνο σταθερό πράγμα που έχεις, ξαφνικά χάνεις τη γη κάτω από τα πόδια σου.

Όταν ο Freud μιλούσε το 1899 για την «screen memory», αναφερόμενος στην παιδική μας ηλικία και στο πώς διαστρεβλώνουμε τις αναμνήσεις μας μετά από ένα παιδικό τραύμα, μάλλον ξέχασε να αναφέρει πως το ίδιο ισχύει και για το μεγαλύτερο τραύμα όλων: το ερωτικό.

Οι αναμνήσεις, βλέπεις, δεν είναι καθαρές φωτογραφικές εικόνες, όταν ανατρέχουμε στο χρόνο στο αρχικό συμβάν. Είναι εικόνες που σταδιακά παραμορφώνονται από τις προηγούμενες φορές που τις θυμηθήκαμε. Κάθε φορά που την θυμάσαι, δέχεται και από μια μικρή παραμόρφωση μέχρι να καταστεί η ανάμνηση αναξιόπιστη και, αν επιμένεις να τη θυμάσαι συνέχεια, μπορεί να καταστεί στο τέλος εντελώς ψευδής.

Όσο κυνηγάς τις αναμνήσεις, όσο τρέχεις από πίσω τους, εκείνες απομακρύνονται. Ίσως το κάνουν για να παίξουν μαζί σου. Ίσως, πάλι, το κάνουν για να μην είσαι στάσιμος και να προχωράς πάντα μπροστά. Αυτά που ένιωσες, όμως, τα κουβαλάς πάντα μαζί σου και κανείς δεν θα μπορέσει να στα πάρει ποτέ.

Γιατί, αν είμαστε κάτι, είμαστε τα συναισθήματά μας.

«Είμαι, όμως, όσα έζησα», παραμιλάω. «Και, αν δεν μπορώ να είμαι σίγουρη για αυτά που έζησα, τότε ποια είμαι»; Παύση. Σιωπή. Ας πιω λίγο τσάι. Μα πού έβαλα τα τσιγάρα μου; «Μην είσαι χαζή», με αγριεύω (μιας και είμαι φαν της "tough love"). Είσαι όσα ένιωσες».

Και, κάπως έτσι, ξαφνικά, βρίσκω τον εαυτό μου να θυμάται τα λόγια της Maya Angelou: «Έμαθα πως οι άνθρωποι θα ξεχάσουν τι είπες, οι άνθρωποι θα ξεχάσουν τι έκανες αλλά δεν θα ξεχάσουν ποτέ πώς τους έκανες να νιώσουν».

Δεν με νοιάζει πια η αντικειμενική αλήθεια – δεν ξέρω καν αν υπάρχει και ποσώς με ενδιαφέρει. Υπάρχει, όμως, σίγουρα, η βιωμένη αλήθεια και ίσως η μόνη αληθινή πραγματικότητα να είναι η υποκειμενική.

Δεν με νοιάζει τι συνέβη. Με νοιάζει πώς με έκανε να νιώσω αυτό που μου συνέβη. Γιατί το πώς ένιωσα και το πώς νιώθω το ξέρω πολύ καλά και ποτέ δεν είχα καμιά αμφιβολία για την εγκυρότητά του. Ούτε εσύ πρέπει να έχεις. Σταμάτα να αυτολογοκρίνεσαι.

Δεν με νοιάζει αν μου είπες πως με πρόδωσες και πληγώθηκα. Δεν με νοιάζει αν μου είπες πως μ' αγαπάς και πληγώθηκα. Δεν με νοιάζει καν αν είχα δίκιο που πληγώθηκα. Τώρα πια με νοιάζει μόνο πως πληγώθηκα. Δεν με νοιάζει αν μου είπες πως είμαι ό,τι καλύτερο σου έχει συμβεί και ένιωσα ευτυχισμένη. Δεν με νοιάζει αν μου είπες να φάμε σουφλέ σοκολάτας και ένιωσα ευτυχισμένη. Δεν με νοιάζει καν αν αυτό που με έκανε ευτυχισμένη ήταν η ιδανική σου εικόνα που έπλασα μόνη μου στο μυαλό μου. Τώρα πια με νοιάζει μόνο πως με έκανες να νιώσω ευτυχισμένη.

Για ένα πράγμα είμαι πια σίγουρη: Όσο κυνηγάς τις αναμνήσεις, όσο τρέχεις από πίσω τους, εκείνες απομακρύνονται.

Ίσως το κάνουν για να παίξουν μαζί σου. Ίσως, πάλι, το κάνουν για να μην είσαι στάσιμος και να προχωράς πάντα μπροστά.

Αυτά που ένιωσες, όμως, τα κουβαλάς πάντα μαζί σου και κανείς δεν θα μπορέσει να στα πάρει ποτέ.

Γιατί, αν είμαστε κάτι, είμαστε τα συναισθήματά μας.

Και η ώρα πήγε πέντε και κάθομαι στο γραφείο μου και πίνω τσάι μπροστά στο συρτάρι με τα «λάθη» μου.

Ας το κλειδώσω. Αύριο πάλι. Κι αύριο μέρα είναι.

Οι αναμνήσεις, βλέπεις, δεν είναι καθαρές φωτογραφικές εικόνες, όταν ανατρέχουμε στο χρόνο στο αρχικό συμβάν.

Είναι εικόνες που σταδιακά παραμορφώνονται από τις προηγούμενες φορές που τις θυμηθήκαμε. Κάθε φορά που την θυμάσαι, δέχεται και από μια μικρή παραμόρφωση μέχρι να καταστεί η ανάμνηση αναξιόπιστη και, αν επιμένεις να τη θυμάσαι συνέχεια, μπορεί να καταστεί στο τέλος εντελώς ψευδής.

Το αληθινό δράμα είναι να σταματήσουμε μια μέρα να αγαπάμε

Βραχύβιοι ή διαρκείας, οι έρωτές μας δεν μας διδάσκουν τίποτα: καμιά αισθηματική αγωγή δεν συνοδεύει τη συγκεχυμένη τους διαδοχή.

Το μόνο που θέλουμε είναι να ξαναζήσουμε – ακόμα μια φορά και για πάντα.

Δεν είμαστε σοβαροί όταν στα πενήντα μας ερωτευόμαστε παράφορα τον πρώτο τυχόντα: ίδια καρδιοχτύπια με τους εικοσάχρονους, ίδια αποβλάκωση…

Αν το να είσαι ενήλικας σημαίνει σταθερότητα, όρια, ψυχραιμία, πάσχουμε σίγουρα από χρόνια εφηβεία.

Έχουμε συνέπεια στις ερωτικές μας σχέσεις αλλά ασυνέπεια στη σχέση μας με τον χρόνο.

Το ουσιώδες είναι να μην ξαναβάλουμε, λαθραία, στη ζωή το πνεύμα του φανατισμού: ο κόσμος πρέπει να έχει χώρο και για τους φλογερούς και για τους συναισθηματικούς, και για τις πλατωνικές και για τις παθιασμένες σχέσεις – για όλα δηλαδή.

Όποιος θέλει να αποφύγει τις σεξουαλικές δοσοληψίες να μπορεί να το κάνει, όπως οι υπόλοιποι κάνουν ό,τι θεωρούν πως τους ταιριάζει. Αφήστε τους ανθρώπους να το ευχαριστηθούν: τους μοναχικούς, τους άστατους, τους ντροπαλούς, τους αχόρταγους.

Ας μη χάσουμε ποτέ την αίσθηση της θαυμαστής σάρκας: ο έρωτας είναι η δύναμη της ζωής που συνδέει ό,τι είναι χωριστό, η μοναδική οικουμενική γλώσσα που μιλάμε όλοι, το κεραυνοβόλο βραχυκύκλωμα που ρίχνει τα σώματα το ένα πάνω στο άλλο.

Το ότι μπορούμε να επιθυμούμε χωρίς να αγαπάμε και να αγαπάμε χωρίς να επιθυμούμε είναι προφανές: οι περισσότερες φιλικές και οικογενειακές μας σχέσεις δεν εμπλέκουν το σεξ.

Αλλά οι οπαδοί της σύζευξης σεξ-αισθημάτων θέλουν στην πραγματικότητα να καθυποτάξουν το σεξ στα αισθήματα ώστε να το δικαιολογήσουν και να το εξιδανικεύσουν.

Το αληθινό δράμα είναι να σταματήσουμε μια μέρα να αγαπάμε και να επιθυμούμε, απορρίπτοντας τη διπλή πηγή που μας ενώνει με την ύπαρξη.

Το αντίθετο της λίμπιντο δεν είναι η αποχή, είναι η κούραση του να ζει κανείς.

Γιατί δυσκολευόμαστε να «ζήσουμε την στιγμή» στο παρόν

Το σώμα μας βρίσκεται στο τώρα, αλλά το μυαλό μας υπερβαίνει το παρόν και προεκτείνεται τόσο στο μέλλον, όσο και στο παρελθόν. Γιατί άραγε μας είναι τόσο δύσκολο να βιώσουμε το παρόν;

Γιατί κάτι που ακούγεται εύκολο είναι τόσο δύσκολο να εφαρμοστεί; Το να ζούμε το τώρα, να βιώνουμε την στιγμή δεν υποτίθεται ότι συμβαίνει αυτόματα; Η αλήθεια είναι πως όχι.

Το να είμαστε παρόντες είναι κάτι που είναι περισσότερο εύκολο να ειπωθεί παρά να γίνει πράξη, ανεξάρτητα από το πρόγραμμα, τις υποχρεώσεις, τις συνθήκες ζωής ή το επίπεδο του άγχους μας.

Το να νιώθουμε παρόντες κατά την διάρκεια της καθημερινότητας είναι κάτι που πολλοί θα θεωρούσαν συνώνυμο με το να είμαστε «απλώς προσεκτικοί» – mindful |mindfulness|. Στα ελληνικά μεταφράζεται ως «ενσυνειδητότητα» και σημαίνει την επίγνωση που προκύπτει όταν επικεντρώνουμε την προσοχή μας σε κάτι στο τώρα.

Η ενσυνειδητότητα έχει να κάνει με το να δείχνουμε προσοχή με συγκεκριμένο τρόπο: εσκεμμένα, στην παρούσα στιγμή και χωρίς κριτική. Αυτός ο ορισμός της ενσυνειδητότητας χρησιμοποιείται ευρέως στην έρευνα και υπογραμμίζει ακριβώς τι κάνει το να είμαστε στην παρούσα στιγμή τόσο δύσκολο. Το να είμαστε παρόντες απαιτεί μία σκόπιμη, αλλά αναγκαστική, αναγνώριση της στιγμής για αυτό που είναι, όχι για αυτό που θα θέλαμε να ήταν ή πιστεύουμε ότι θα έπρεπε να είναι. Και πραγματικά, είναι δύσκολο να επιτευχθεί μία τέτοια ισορροπία.

Υπάρχουν αρκετοί λόγοι για τους οποίους είναι τόσο δύσκολο να βρεθεί αυτός ο συνδυασμός ενσυνειδητότητας, του να ζήσουμε την στιγμή στο παρόν, ορισμένοι από αυτούς είναι:

• Δεν έχουμε συνηθίσει να επιβραδύνουμε και να επιτρέπουμε στο μυαλό μας ένα διάλειμμα από την παραγωγικότητα ή τον μελλοντικό προγραμματισμό.

• Αφήνουμε τα μικρά πράγματα να μοιάζουν μεγαλύτερα από ότι είναι και τους επιτρέπουμε να καταναλώνουν περισσότερη ψυχική ενέργεια από όση τους αξίζει.

• Προβλέπουμε το τέλος μίας «καλής» στιγμής πριν τελειώσει και αφήνουμε την προσμονή του τέλους να παρεμβαίνει στην εκτίμησή μας για την παρούσα στιγμή.

• Αποκρύπτουμε ή προσποιούμαστε συναισθήματα.

• Φοβόμαστε για το άγνωστο, για το τι πρόκειται να έρθει μελλοντικά. (Συνήθως συμβαίνουν μόνο ελάχιστα πράγματα, από τα φοβερά πράγματα που θα αναμέναμε).

• Πιστεύουμε ότι το να ζήσουμε την στιγμή στο παρόν, μας καθιστά στάσιμους και δεν εμπεριέχει κινητοποίηση.

Ο έλεγχος των συναισθημάτων που οδηγούν σε οποιονδήποτε ή σε όλους τους προαναφερθέντες λόγους, είναι το σκόπιμο μέρος του να είμαστε ενσυνείδητοι. Σε αντίθεση με την δημοφιλή πεποίθηση, το να ζήσουμε την στιγμή δεν ισοδυναμεί με την χαλάρωση του προγράμματός μας ή με το να κάνουμε μόνο πράγματα που μας ευχαριστούν και μας αρέσουν. Σύμφωνα με έρευνες το δημιουργικό άγχος μπορεί πραγματικά να ενισχύσει την ενσυνειδητότητα και την παρουσία μας στο παρόν, λόγω του επιπέδου συνειδητοποίησης που απαιτούν τα γεγονότα.

Το να είμαστε σε επίγνωση σχετικά με την ενσυνειδητότητα δεν είναι θέμα αναζήτησης της τέλειας χρονικής στιγμής για να εκτιμήσουμε την τρέχουσα κατάσταση, όπως π.χ. κατά την διάρκεια εορταστικών περιόδων, αλλά αντίθετα αναζήτησης των ατελών στιγμών και της αναγνώρισής τους. Χρειάζεται εξάσκηση, όπως άλλωστε και κάθε άλλη καλή συνήθεια.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να βοηθήσουμε τον εαυτό μας να νιώσει περισσότερο παρόν μέσω πρακτικών που ενισχύουν την ενσυνειδητότητα. Η έρευνα δείχνει ότι δραστηριότητες όπως ο διαλογισμός, η διατήρηση ημερολογίου, η άσκηση και η ψυχοθεραπεία μπορούν να μας βοηθήσουν να αισθανθούμε περισσότερο «παρόντες» και να μάθουμε ζούμε την στιγμή, ανεξάρτητα από το αν είναι συναρπαστική ή συνηθισμένη.

Το δυσάρεστο που όλοι κατανοούμε καλύτερα καθώς μεγαλώνουμε, είναι ότι μεγάλο μέρος της ζωής μας – ίσως το μεγαλύτερο – καταλαμβάνεται από καθημερινές ρουτίνες και περιοριστικές ευθύνες. Καθημερινά, ερχόμαστε αντιμέτωποι με στιγμές που θα προτιμούσαμε να μην τις συναντήσουμε, με τις καλές να είναι λιγότερο συχνές, τόσο που θα θέλαμε να προσκολληθούμε σε αυτές, αντί να τις αφήσουμε να περάσουν.

Αντί λοιπόν να αφήσουμε την συνείδησή μας να σκουριάσει καθώς περιμένουμε μια σπάνια όαση χαράς, μπορούμε να προσπαθήσουμε, να επιλέξουμε, να βλέπουμε την κάθε στιγμή ως μία ευκαιρία για να είμαστε παρόντες στη ζωή που αποκαλούμε «δική μας».

Το να περιμένουμε να ζήσουμε την στιγμή μέχρι να προκύψει ο ιδανικός χρόνος και συνθήκες, μπορεί να είναι ο λόγος που αναγνωρίζουμε ως «τέλειες» μόνο στιγμές όπως π.χ. αυτές κατά την διάρκεια των διακοπών. Το να είμαστε παρόντες δεν είναι η ανταμοιβή που έρχεται στο τέλος μίας πολυάσχολης εβδομάδας ή όταν οι ευθύνες της ζωής τυχαίνει περιορίζονται για μία μέρα.

Το να είμαστε παρόντες στην στιγμή, είναι το αποτέλεσμα της επιλογής μίας συνειδητής κατάστασης του νου, ακόμα κι όταν θα προτιμούσαμε να συμβαίνει κάτι άλλο από αυτό που βιώνουμε. Είναι η καθημερινή επιλογή να κοιτάζουμε γύρω μας και να κάνουμε την ύπαρξη μας «σκόπιμη», με όποια μορφή κι αν αυτό συμβαίνει.

«Γιατί το παρόν είναι ο πιο μακρύς χρόνος»

Επιστήμονες θέλουν να δημιουργήσουν υβρίδιο ασιατικού ελέφαντα και μαμούθ για να κατοικήσει στην Αρκτική

Περίπου δέκα χιλιάδες χρόνια έχουν περάσει από τότε που τα μαμούθ αφανίστηκαν. Η στάθμη της θάλασσας είχε ανέβει και τα μαμούθ που είχαν απομείνει, είχαν εγκλωβιστεί στο νησί Wrangler του Αρκτικού Ωκεανού και εξαφανίστηκαν οριστικά, πριν από 4.000 χρόνια.

Ωστόσο, πολύ καλά διατηρημένα δείγματα από αυτά τα γιγαντιαία θηλαστικά που έχουν βρεθεί στον μόνιμο πάγο της Αρκτικής, έδωσαν τη δυνατότητα στους επιστήμονες να μελετήσουν το DNA τους και να βεβαιώνουν ότι θα επαναφέρουν τα γονίδια του εξαφανισμένου ζώου.

Συγκεκριμένα, επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ σχεδιάζουν να συνδυάσουν DNA από τα μαμούθ που βρήκαν, με δείγματα που πήραν από ασιατικούς ελέφαντες, που είναι οι πλησιέστεροι ζωντανοί συγγενείς των μαμούθ, με σκοπό να επαναφέρουν τα γονίδιά τους.

Ο γενετιστής Τζορτζ Τσερτς είπε ότι ο συνδυασμός των δύο αυτών ειδών δεν πρόκειται να ζωντανέψει τα μαμούθ, όμως τα γονίδια από τα πολύ ανθεκτικά στο ψύχος μαμούθ, μπορεί να βοηθήσουν ώστε η Αρκτική να κατοικηθεί από ελέφαντες και να περιοριστεί όσο γίνεται, η περιβαλλοντική καταστροφή που συντελείται εκεί.

«Προσπαθούμε να ξαναζωντανέψουμε αυτά τα γονίδια», δήλωσε ο Τζορτζ Τσερτς. «Ο τομέας το έχει ήδη κάνει αυτό πραγματικότητα, να συνδυάσει δηλαδή δύο γονίδια που προσδίδουν στους οργανισμούς ιδιότητες ανθεκτικότητας στο κρύο. Η ιδέα είναι να εισάγουμε με ασφάλεια αυτά μαζί με άλλα γονίδια στους σημερινούς ελέφαντες, ώστε οι ελέφαντες να μπορούν να ζουν άνετα σε περιβάλλοντα της Αρκτικής και να τα αποκαθιστούν», πρόσθεσε.

Με αυτό το σκοπό, ο Τσερτς μαζί με άλλους επιστήμονες, ίδρυσαν την εταιρεία Colossal έχοντας ως στόχο, την γονιδιακή επεξεργασία που θα ζωντανέψει το DNA των μαμούθ.

Μιλώντας στους Times, ο Τσερτς προτείνει το νέο ζώο να ονομάζεται «αρκτικός ελέφαντας» και όχι «μαλλιαρό μαμούθ», πιστεύει ότι τα υβρίδια μπορούν να βοηθήσουν τους ελέφαντες που ζουν σήμερα, καθότι «όλα τα είδη ελεφάντων απειλούνται με εξαφάνιση» και πρόσθεσε: «Προσπαθούμε να τους δώσουμε νέα γη στην Αρκτική ώστε να είναι μακριά από τον άνθρωπο, ο οποίος είναι ο κύριος ένοχος για την εξαφάνιση».

Η κλιματική αλλαγή άλλωστε, ήταν ένας από τους βασικότερους λόγους για τους οποίους οι επιστήμονες αποφάσισαν να δημιουργήσουν τα υβρίδια μαμούθ-ελέφαντα, τα οποία θα μπορούν να επιβιώσουν σε χαμηλότερες θερμοκρασίες.

Η Αρκτική θερμαίνεται ταχύτερα από κάθε άλλη περιοχή του πλανήτη λόγω της κλιματικής αλλαγής. Στις επόμενες δεκαετίες, οι συνέπειες θα είναι τεράστιες και καταστροφικές, όπως το λιώσιμο των πάγων κα η απελευθέρωση εξαιτίας αυτού, τεράστιων ποσοτήτων άνθρακα και μεθανίου, επιδεινώνοντας ακόμη περισσότερο την κλιματική αλλαγή και την υπερθέρμανση του πλανήτη.

Στην Αρκτική, επίσης, τα δέντρα αναπτύσσονται με πολύ γρήγορους ρυθμούς, κάτι που δυσκολεύει τους πάγους να διεισδύσουν στο έδαφος και να το παγώσουν. Αν μεταφερθούν εκεί, τα υβρίδια μαμούθ-ελέφαντα, οι επιστήμονες πιστεύουν ότι ίσως μπορεί να αποτραπεί αυτή η καταστροφή, τα ζώα ίσως μπορέσουν να περιορίσουν την ανάπτυξη των δέντρων και αν το καταφέρουν, τότε, θα μπορούσε να σωθεί και ο μόνιμος παγετώνας, ο δε άνθρακας που αποθηκεύει, θα μπορούσε να παραμείνει εγκλωβισμένος.

Ό,τι κι αν ζητάτε από τους άλλους, βρείτε το πρώτα μέσα σας

Μην ψάχνετε για φως. Αποκτήστε το δικό σας φως και οι άλλοι θα το δουν. Αν γνωρίζετε το μυστικό του μαγνήτη της καρδιάς, θα είστε σε θέση να αποκτήσετε αυτό που ψάχνετε πολύ πιο εύκολα. Δώστε το οι ίδιοι στον εαυτό σας και ταυτόχρονα ρυθμίστε το μαγνήτη της καρδιάς σας με τα συναισθήματα που μελλοντικά θα μαγνητίσετε στη ζωή σας.

• Αν επιθυμείτε να σας ανοίξει ο άλλος την καρδιά του… ανοίξτε του εσείς τη δική σας. Δεν μπορεί να κάνει κάτι που ούτε εσείς μπορείτε να κάνετε. Είναι ο καθρέφτης σας. Και ακόμα κι αν ο άλλος κάνει το πρώτο βήμα, δεν πρόκειται να το αντιληφθείτε αν δεν έχετε ανοίξει την καρδιά σας.

• Αν επιθυμείτε να βελτιώσετε τη σχέση που έχετε με έναν άνθρωπο, βελτιώστε τη σχέση που έχετε με τον ίδιο σας τον εαυτό.

• Αν επιθυμείτε να νιώσετε περισσότερη εμπιστοσύνη, εμπιστευθείτε περισσότερο τον ίδιο σας τον εαυτό.

• Αν επιθυμείτε να αισθανθείτε περισσότερη αγάπη, αγαπήστε πιο πολύ τον εαυτό σας.

• Αν ψάχνετε για ασφάλεια, προσφέρετε από μόνοι σας σιγουριά στον εαυτό σας.

• Αν επιθυμείτε να σας συμπεριφέρονται καλύτερα, να συμπεριφέρεστε καλύτερα στον ίδιο σας τον εαυτό.

• Αν επιθυμείτε να βιώσετε τον πλούτο, νιώστε πρώτα εσείς οι ίδιοι πλούσιοι και ολοκληρωμένοι. Δε χρειάζεστε χρήματα γι’ αυτό, αλλά τον ανάλογο προσανατολισμό της αντίληψης σας.

• Αν ποθείτε νέες παρορμήσεις, ελευθερία και περιπέτεια, κάντε το από μόνοι σας. Ξεκινήστε από τα μικρά και μετά θα ακολουθήσουν και τα μεγαλύτερα.

• Αν δε θέλετε να σας εξαπατούν, δείτε προσεχτικά μήπως κάπου εξαπατάτε εσείς οι ίδιοι τον εαυτό σας.

• Αν θέλετε να σας σέβονται, σεβαστείτε τον ίδιο σας τον εαυτό.

• Αν θέλετε να έχετε μεγαλύτερη ελευθερία αποφάσεων αλλά δεν τη λαμβάνετε, τότε αποφασίστε από μόνοι σας.

Ό,τι κι αν ψάχνετε: βρείτε το πρώτα μέσα σας. Και αν έχετε τη διάθεση, μετά το μεταδίδετε και στους άλλους. Στη συνέχεια θα γυρίσει πίσω σε σας γιατί δρα σαν το μαγνήτη σας.

Όταν χαιρόμαστε με το τίποτα, απολαμβάνουμε τα πάντα

Η πραότητα είναι μια εξόχως ελκυστική ιδιότητα.

Η απουσία του εγωκεντρισμού, είναι δηλαδή το αντίθετο της προσωπικότητας εκείνης που επιβάλλει την κυριαρχία της σε όλους και σε όλα.

Δεν θα κληρονομήσουν τη γη οι αλαζόνες, αλλά όσοι νοιάζονται για τα ενεργειακά της αποθέματα και για τα πλάσματά της.

Μη διεκδικώντας τίποτα για τον εαυτό τους έχουν τα πάντα, επειδή τα πάντα είναι στη διάθεσή τους να τα απολαύσουν εφόσον είναι μέρος του όλου.

Με όρους που θυμίζουν Ζεν, λένε:

Για ν’ απολαμβάνεις τα πάντα,
Πρέπει να χαίρεσαι με το τίποτα.
Για να φτάσεις να κατέχεις τα πάντα,
Πρέπει να μην κατέχεις τίποτα.
Για να είσαι τα πάντα, πρέπει να μην είσαι τίποτα.

«Για ν’ απολαμβάνεις τα πάντα, πρέπει να χαίρεσαι με το τίποτα».

Αν αυτό δεν ακούγεται και τόσο ελκυστικό, οφείλεται στο ότι δεν το κατανοούμε. Το κλειδί είναι οι επιθυμίες μας: επικεντρώνονται στο εγώ μας ή αφορούν όλους μας; Μη ζητάς από τη ζωή να σε ικανοποιεί, να αναρωτιέσαι πώς μπορείς να προσφέρεις.

Τότε είσαι ελεύθερος να χαίρεσαι σε καλούς και κακούς καιρούς, όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά κα όταν πηγαίνουν άσχημα, οτιδήποτε κι αν φέρνει η ζωή.

Μην επιθυμείς τίποτα για τον εαυτό σου· τότε όλος ο κόσμος θα είναι δικός σου.

Αυτό πολλαπλασιάζει ένα εκατομμύριο φορές τη χαρά και κανένας δεν έχει διατυπώσει αυτή τη χαρά καλύτερα από τον Άγγλο μυστικιστή Τόμας Τράχερν:

«Δεν απολαμβάνεις ποτέ τον κόσμο σωστά, αν δεν καταλαβαίνεις πως μια αμμουδιά εκδηλώνει τη δύναμη και τη σοφία της φύσης… αν δεν ξυπνάς κάθε πρωί στον Παράδεισο· δες τον εαυτό σου μέσα στο παλάτι σου· βλέπε τους ουρανούς, τη γη και τον αέρα σαν Ουράνιες Χαρές…

Δεν απολαμβάνεις ποτέ τον κόσμο σωστά, αν η θάλασσα δεν αρχίσει να ρέει μέσα στις φλέβες σου, αν δεν ενδυθείς τους Ουρανούς και δεν στεφανωθείς με τ’ άστρα: και δες τον εαυτό σου σαν τον μοναδικό κληρονόμο όλου του κόσμου, και κάτι περισσότερο, επειδή οι άνθρωποι πουν τον κατοικούν είναι ο καθένας τους ο μοναδικός κληρονόμος, όπως κι εσύ….

Αν δεν γεμίσει το πνεύμα σου όλο τον κόσμο και τ’ αστέρια δεν γίνουν τα δικά σου κοσμήματα…

Αν δεν αγαπήσεις τους ανθρώπους τόσο ώστε να επιθυμείς την ευτυχία τους, όπως την επιθυμείς για τον εαυτό σου·

Αν δεν βρίσκεις αγαλλίαση επειδή είσαι καλός προς όλους, δεν θ’ απολαύσεις ποτέ τον κόσμο».

Σε έναν ιδανικό κόσμο

Εμείς οι άνθρωποι σίγουρα έχουμε αφήσει το στίγμα μας σε αυτόν τον πλανήτη. Παρ’ όλα αυτά, αν μας ρωτούσαν τι έχουμε να επιδείξουμε στα τόσα χρόνια εξέλιξης της ανθρωπότητας, τι θα λέγαμε;

Μήπως θα λέγαμε ότι απαλλαχτήκαμε από τις έγνοιες και τις διαμάχες; Μήπως θα λέγαμε ότι τελικά καταλαβαίνουμε πώς να είμαστε οι καλύτεροι άνθρωποι που μπορούμε να είμαστε; Θα ήταν υπέροχο να λέγαμε ότι οι πεποιθήσεις μας δεν μας ωθούν πλέον να κάνουμε φρικτά πράγματα. Θα ήταν σπουδαίο να λέγαμε ότι ο νους μας δεν διεξάγει πια τους εσωτερικούς του πολέμους. Θα ήταν ωραίο να λέγαμε ότι οι άνθρωποι έχουν γίνει τόσο σοφοί, ώστε να μην στρέφονται πλέον ο ένας εναντίον του άλλου. Θα ήταν ωραίο να λέγαμε κάτι τέτοιο για το είδος μας ωστόσο δεν μπορούμε τουλάχιστον όχι ακόμα.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, οι άνθρωποι τα πηγαίνουν καλά μεταξύ τους προς δικό τους όφελος και προς όφελος της ανθρωπότητας. Σε μια ιδανική κοινότητα, οι άνθρωποι συνεργάζονται για να ευημερήσουν και αισθάνονται ευγνωμοσύνη για την καλή τους τύχη. Εκτιμούν τη ζωή και νοιάζονται για τη γη που τους τρέφει.

Ιδανικά, σέβονται τον εαυτό τους και όλους τους άλλους, Σε μια ιδανική οικογένεια, τα παιδιά γεννιούνται για να νιώθουν ασφαλή και να τα εκτιμούν. Οι γονείς είναι ικανοί δάσκαλοι και άγρυπνοι προστάτες, Οι ηλικιωμένοι εξακολουθούν να είναι παραγωγικοί. Ομάδες ανθρώπων σχηματίζουν κοινωνίες, φυσικά, όμως καμία κοινωνία δεν προσπαθεί να υπονομεύσει οποιαδήποτε άλλη. Μαζί χτίζουν μεγαλύτερες κοινότητες και μαζί εξασφαλίζουν την ευημερία του κάθε πολίτη.

Σε αυτόν τον κόσμο της φαντασίας μας μπορεί να υπάρχουν ακόμα κυβερνήσεις. Μια ιδανική κυβέρνηση διοικεί μια χώρα με σεβασμό. Οι ηγέτες της είναι συνετοί και διορατικοί. Το καλύτερο δυνατό κογκρέσο είναι εκείνο που νομοθετεί ευσυνείδητα και με συμπόνια. Οι νόμοι του είναι ξεκάθαροι και δίκαιοι και οι κανόνες ισχύουν για όλους.

Σε αυτόν τον ιδανικό κόσμο , οι άνθρωποι είναι επίσης ικανοί να κυβερνούν τον εαυτό τους δίκαια. Τι σημαίνει να κυβερνούμε τον εαυτό μας; Σημαίνει ότι έχουμε τον έλεγχο των δικών μας σκέψεων και είμαστε υπεύθυνοι για τις δικές μας πράξεις Αρνούμαστε να διασχίζουμε τη ζωή στα τυφλά. Βλέπουμε κάτι ακριβώς όπως είναι και όχι μάλλον όπως προτιμούμε να το βλέπουμε. Δεν επιτρέπουμε στο παρελθόν να ελέγχει το παρόν μας Βλέπουμε την προσωπική μας πραγματικότητα με τον τρόπο που θα την έβλεπε ένας σπουδαίος καλλιτέχνης αποβλέποντας στην ομορφιά και την ισορροπία.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, δεν τιμωρούμε επανειλημμένως τον εαυτό μας για ένα λάθος. Δεν υποκύπτουμε στην αυτολύπηση. Δεν χειραγωγούμε συναισθήματα. Δεν κουτσομπολεύουμε, ούτε επιδιώκουμε το μελόδραμα.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, δεν έχουμε καμία επιθυμία να κρίνου με ή να κατηγορήσουμε. Δεν μας νικούν οι ενοχές και η ντροπή, ούτε ντροπιάζουμε οποιονδήποτε άλλον. Με άλλα λόγια, κυβερνούμε τον εαυτό μας με τον ίδιο τρόπο που θέλουμε να μας κυβερνούν: με σεβασμό.

Υπάρχουν πολλά ακόμα που θα μπορούσαμε να πούμε για εκείνον τον ιδανικό κόσμο, όμως είναι σημαντικό να αναλογιστούμε γιατί αυτός ο κόσμος δεν υπάρχει στην πραγματικότητα για τους περισσότερους από εμάς.

NICCOLO MACHIAVELLI: Πόσο δυνατή μπορεί να είναι η τύχη στις πράξεις και με ποιον τρόπο μπορούμε να την αντιμετωπίσουμε

Δεν αγνοώ ότι πολλοί ήταν και είναι της άποψης πως τα πράγματα του κόσμου κυβερνώνται από την τύχη ή από τους Θεούς με τέτοιον τρόπο, ώστε οι άνθρωποι με τη σωφροσύνη τους δεν μπορούν να τ’ αλλάξουν, και μάλιστα ότι δεν υπάρχει καμία διέξοδος. Κι έτσι, μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν πρέπει κανείς να ασχολείται εις βάθος με την πραγματικότητα, αλλά ότι πρέπει να αφήνεται να κυβερνάται από την τύχη. Αυτή η άποψη επικρατεί περισσότερο στην εποχή μας, εξαιτίας των μεγάλων αλλαγών της πολιτικής κατάστασης που είδαμε και βλέπουμε κάθε μέρα, πέρα από κάθε ανθρώπινη δυνατότητα για πρόβλεψη. Όταν τα σκέφτομαι, κι εγώ μερικές φορές τείνω προς αυτή την άποψη.

Πάντως, προκειμένου να μην ακυρώσουμε την ελεύθερη βούλησή μας, θεωρώ ότι μπορεί να είναι αλήθεια η τύχη να κυβερνά κατά το ήμισυ τις πράξεις μας και να αφήνει να κυβερνάμε το άλλο ήμισυ ή περίπου. Και την παρομοιάζω μ’ ένα από κείνα τα ορμητικά ποτάμια που όταν φουσκώνουν, κατακλύζουν πεδιάδες, ξεριζώνουν δέντρα και γκρεμίζουν κτίρια, σηκώνουν χώματα από τη μια μεριά και τα ρίχνουν στην άλλη. Όλοι τρέχουν να ξεφύγουν, όλοι υποχωρούν μπροστά στην ορμή τους, χωρίς να μπορούν με κανέναν τρόπο να αντισταθούν. Και μολονότι είναι έτσι από τη φύση τους, όταν οι καιροί είναι ήρεμοι, τίποτα δεν εμποδίζει τους ανθρώπους να παίρνουν τα μέτρα τους με αναχώματα και φράγματα, έτσι ώστε, όταν φουσκώσουν πάλι, να διοχετεύσουν τη μανία των νερών τους σε ένα κανάλι ή να μην είναι η ορμή τους τόσο ανεξέλεγκτη και τόσο καταστροφική.

Με αντίστοιχο τρόπο συμπεριφέρεται και η τύχη, η οποία αποδεικνύει την ισχύ της εκεί όπου δεν υπάρχει καμία δύναμη οργανωμένη κατάλληλα για να της αντισταθεί: στρέφει την ορμή της ακριβώς εκεί όπου ξέρει πως δεν έχουν κατασκευαστεί φράγματα και αναχώματα για να τη συγκρατήσουν.

ΝΙΚΟΛΟ ΜΑΚΙΑΒΕΛΙ, Ο Ηγεμόνας

Ηθική παρενόχληση

Στην ταινία Tatie Daniele του Ετιέν Σατιλιέ (1990), διασκεδάζουμε με τα ψυχικά βασανιστήρια στα οποία υποβάλλει τους οικείους της μια ηλικιωμένη γυναίκα. Τυραννά την οικιακή βοηθό, ώσπου προκαλεί το θάνατό της «από ατύχημα», «Καλά να πάθει, ήταν υπερβολικά υποταγμένη» σκέφτεται ο θεατής. Κατόπιν, η γυναίκα στρέφει τη μοχθηρία της στην οικογένεια του ανιψιού της, που έχει αναλάβει να τη φροντίζει. Ο ανιψιός και η γυναίκα του κάνουν ό,τι μπορούν για να την ευχαριστήσουν. Όμως, όσο περισσότερα της δίνουν τόσο μεγαλύτερη είναι η εκδίκησή της.

Η ηλικιωμένη αυτή γυναίκα μάς διασκεδάζει και μας συγκινεί τόσο πολύ ακριβώς επειδή διαισθανόμαστε ότι η μεγάλη κακία πηγάζει από μεγάλο πόνο. Μας κάνει να τη συμπονούμε, όπως κάνει και την οικογένειά της να τη συμπονά, και με αυτό τον τρόπο χειρίζεται κι εμάς όπως χειρίζεται την οικογένειά της. Εμείς, ως θεατές, δεν αισθανόμαστε καθόλου οίκτο για τα καημένα τα θύματα, γιατί μας φαίνονται πολύ ανόητα. Όσο πιο κακιά γίνεται η θεία Ντανιέλ τόσο πιο καλοσυνάτοι γίνονται οι συγγενείς και συνεπώς, αφόρητοι για τη θεία Ντανιέλ, αλλά και για μας.

Ωστόσο, όλα αυτά δεν παύουν να είναι διαστροφικές ενέργειες, οι οποίες αποκαλύπτουν μια ασυνείδητη διαδικασία ψυχολογικής εξόντωσης, που συνίσταται σε εχθρικές ενέργειες. εμφανείς ή καλυμμένες, ενός ή περισσότερων ατόμων, προς ένα συγκεκριμένο άτομο που υφίσταται τα πάνδεινα. Με φαινομενικά ανώδυνες κουβέντες, υπαινιγμούς, υποδείξεις ή, ακόμη, και με όσα δε λέγονται, είναι εφικτή η απο σταθεροποίηση κάποιου, συχνά και η εξόντωσή του, χωρίς παρέμβαση του περιβάλλοντός του. Ο (οι) επιτιθέμενος (-οι) μπορεί (-ούν) έτσι να εξυψωθεί (-ούν) υποβιβάζοντας τους άλλους, αποφεύγοντας οποιαδήποτε εσωτερική σύγκρουση ή μετάπτωση και επιρρίπτοντας στον άλλο την ευθύνη οτιδήποτε δεν πάει καλά: «Δεν φταίω εγώ, ο άλλος είναι υπεύθυνος για το πρόβλημα!». Καμία ενοχή, καμία οδύνη. Πρόκειται για διαστροφικότητα με την έννοια της ηθικής διαστροφής.

Η διαστροφική διαδικασία μπορεί να χρησιμοποιηθεί κάποια στιγμή από όλους μας. Αυτό που την κάνει καταστροφική είναι η συχνότητα και η επανάληψη. Κάθε άτομο «με ομαλή νεύρωση» εμφανίζει, ορισμένες στιγμές, διαστροφική συμπεριφορά, πάνω στο θυμό του, για παράδειγμα, αλλά είναι σε θέση να περάσει σε άλλα πεδία συμπεριφοράς (υστερία, φοβίες, εμμονές…) και οι διαστροφικές του κινήσεις συνοδεύονται από προβληματισμό. Το διεστραμμένο άτομο είναι σταθερά διεστραμμένο· είναι καθηλωμένο σε αυτό το είδος σχέσης με τους άλλους και δεν αμφιβάλλει για τις ενέργειές του ποτέ. Ακόμη και αν η διαστροφή περάσει απαρατήρητη για ένα διάστημα, θα εκδηλωθεί σε κάθε περίσταση όπου θα αναγκαστεί να εμπλακεί το άτομο και να αναλάβει το μερίδιο της ευθύνης του, δεδομένου ότι του είναι αδύνατο να θέσει υπό αμφισβήτηση τις ενέργειές του. Τα άτομα αυτά υπάρχουν μόνο «διαλύοντας» τον άλλο: μειώνουν τους άλλους προκειμένου να αποκτήσουν ισχυρή αυτοεκτίμηση και κατ’ επέκταση, εξουσία, γιατί διψούν για θαυμασμό και επιδοκιμασία. Δεν αισθάνονται ούτε συμπόνια ούτε σεβασμό για τους άλλους, γιατί η σχέση με τους άλλους δεν τα ενδιαφέρει. Σέβομαι τον άλλο σημαίνει ότι τον θεωρώ ανθρώπινο ον και αναγνωρίζω τον πόνο που του προκαλώ.

Η διαστροφή γοητεύει, θέλγει και τρομάζει. Συχνά ζηλεύουμε τα διεστραμμένα άτομα, γιατί τα φανταζόμαστε προικισμένα με μεγάλη δύναμη, η οποία τους εξασφαλίζει πάντα νίκες. Πράγματι, γνωρίζουν από «διαχείριση», πράγμα που θεωρείται πλεονέκτημα στο χώρο των επιχειρήσεων και της πολιτικής. Τα φοβόμαστε όμως κιόλας, γιατί από ένστικτο ξέρουμε ότι είναι καλύτερα να είμαστε με το μέρος τους παρά εναντίον τους. Είναι ο νόμος του ισχυροτέρου. Όποιος απολαμβάνει περισσότερο και υποφέρει λιγότερο γίνεται αντικείμενο του θαυμασμού όλων. Ωστόσο, ασχολούμαστε ελάχιστα με τα θύματά τους, επειδή τα θεωρούμε αδύναμους ή αφελείς ανθρώπους με το πρόσχημα του σεβασμού της ελευθερίας του άλλου, εθελοτυφλούμε σε σοβαρές περιπτώσεις. Η κρατούσα διαλλακτικότητα αποτρέπει την παρέμβαση στις ενέργειες και τις απόψεις των άλλων, ακόμη κι όταν αυτές θεωρούνται δυσάρεστες ή και ηθικά επιλήψιμες. Επιδεικνύουμε επίσης ανήκουστη επιείκεια στα ψέματα και στους χειρισμούς των ανθρώπων της εξουσίας. Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. Ως ποιο σημείο, όμως, είναι ανεκτό αυτό; Μήπως έτσι δεν κινδυνεύουμε να γίνουμε συνένοχοι, από αδιαφορία, απεμπολώντας τα όρια ή τις αρχές μας; Η ανοχή προϋποθέτει απαραιτήτως σαφώς καθορισμένα όρια. Αυτός ο τύπος επίθεσης είναι ακριβώς η παραβίαση του ψυχικού εδάφους του άλλου. Το σύγχρονο κοινωνικοπολιτιστικό πλαίσιο επιτρέπει στη διαστροφή να αναπτυχθεί γιατί είναι ανεκτή. Η εποχή μας αρνείται τη θέσπιση κανόνων. Τα όρια και ο χαρακτηρισμός ενός χειρισμού ως «διαστροφικού» ισοδυναμούν με απόπειρα λογοκρισίας. Έχουμε χάσει τα ηθικά και θρησκευτικά όρια, ένα είδος κώδικα ευγενείας, βάσει του οποίου μπορούσαμε, άλλοτε, να αναφωνήσουμε: «Αυτό είναι ανεπίτρεπτο!». Ανακτούμε την ικανότητά μας να εξοργιζόμαστε μόνο όταν τα γεγονότα εμφανίζονται στη δημόσια σκηνή, από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, που τα μεταδίδουν διαμεσολαβημένα και διογκωμένα. Η εξουσία δε θέτει πλαίσιο, απεκδύεται τις ευθύνες της μεταθέτοντάς τες στα άτομα τα οποία υποτίθεται ότι κυβερνά ή βοηθά.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

4.5. Ανάγλυφα του «αυστηρού ρυθμού»: Νάξιοι και Πάριοι γλύπτες


Η παρουσία λατομείων μαρμάρου στη Νάξο και στην Πάρο συνετέλεσε, όπως είδαμε, στην ανάπτυξη της μαρμαρογλυπτικής στα δύο αυτά νησιά ήδη από την αρχαϊκή εποχή. Δεν προκαλεί λοιπόν έκπληξη η διαπίστωση ότι και στον 5ο αιώνα π.Χ. γλύπτες από τα δύο αυτά νησιά δούλευαν σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, όπως πιστοποιούν ορισμένα ενυπόγραφα γλυπτά, κυρίως επιτύμβια ανάγλυφα. Τέτοιο παράδειγμα είναι μια επιτύμβια στήλη από τον Ορχομενό της Βοιωτίας σήμερα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, φτιαγμένη από σκούρο τοπικό μάρμαρο, που χρονολογείται γύρω στο 480 π.Χ.. Ανάμεσα σε δύο παραστάδες, που ορίζουν το ανάγλυφο πεδίο, εικονίζεται ένας ώριμος άνδρας με κοντά μαλλιά και γένια, ντυμένος με μακρύ ιμάτιο, που στηρίζεται στο ραβδί του και παίζει με τον σκύλο του δείχνοντάς του μιαν ακρίδα· το ζώο σηκώνεται στα πισινά του πόδια για να την πιάσει. Είναι ένα μοτίβο παρμένο από την καθημερινή ζωή. Τη μορφή του γενειοφόρου άνδρα με το ραβδί και το σκυλί τη συναντούμε αρκετά συχνά σε επιτύμβια ανάγλυφα του τέλους του 6ου και των αρχών του 5ου αιώνα, και πρέπει να την ερμηνεύσουμε ως απεικόνιση π.χ. ενός ευκατάστατου πολίτη της ανώτερης τάξης, που έχει βγει περίπατο στην αγορά. 

Ένα δεύτερο παράδειγμα είναι μια στήλη από παριανό μάρμαρο, σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Νεάπολης στην Ιταλία, που ανήκε παλαιότερα στη συλλογή Borgia και προέρχεται πιθανότατα από κάποιο νησί του Αιγαίου· η στήλη αυτή είναι λίγο παλαιότερη και χρονολογείται γύρω στο 490 π.Χ. Η επίστεψη της στήλης από τον Ορχομενό ήταν δουλεμένη χωριστά και δεν σώζεται, ήταν όμως πιθανότατα ένα ανθέμιο, όπως στην περίπτωση της στήλης Borgia. Στο κάτω μέρος υπάρχει μια έμμετρη επιγραφή που λέει: «Ο Αλξήνωρ με έφτιαξε ο Νάξιος· αλλά για κοιτάξτε!» Είναι προφανές ότι ο γλύπτης ήταν περήφανος για το έργο του και αυτό εξηγείται από την τολμηρή σχεδιαστικά σύνθεση με τις προοπτικές βραχύνσεις και τη συστροφή του σώματος. Ο Αλξήνωρ ανήκε στους καλλιτέχνες που υιοθέτησαν νωρίς τη νέα τεχνοτροπία του «αυστηρού ρυθμού», για την οποία μιλήσαμε, όπως φαίνεται και από τις επίπεδες κυματοειδείς πτυχές του ιματίου, που τονίζουν το πάχος του υφάσματος και διαφέρουν πολύ από τις σχηματοποιημένες επάλληλες πτυχώσεις των αρχαϊκών έργων, που τις βλέπουμε ακόμη στη στήλη Borgia.

Γύρω στο 460 π.Χ., περίπου 20 χρόνια μετά το ανάγλυφο του Αλξήνορα, χρονολογείται μια μικρή σχετικά, αλλά δεξιοτεχνικά δουλεμένη στήλη από παριανό μάρμαρο, η οποία βρίσκεται σήμερα στο Βερολίνο και εικονίζει μια όρθια νεαρή κοπέλα, ντυμένη με άζωστο πέπλο, που κρατάει στο αριστερό της χέρι μιαν ανοιγμένη πυξίδα (το καπάκι βρίσκεται στο έδαφος μπροστά στα πόδια της), από όπου βγάζει με το δεξί ένα κόσμημα, πιθανόν περιδέραιο. Το θέμα είναι και πάλι παρμένο από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων της ανώτερης τάξης: βλέπουμε ένα κορίτσι που στολίζεται· την επιμελημένη εμφάνισή του την υπογραμμίζουν το πλούσιο ένδυμα και τα καλοχτενισμένα μαλλιά, που συγκρατούνται από μια φαρδιά ταινία. Η στήλη αυτή, πριν αγοραστεί από το Κρατικό Μουσείο του Βερολίνου, ανήκε στη βενετσιάνικη συλλογή Giustiniani και προέρχεται πιθανότατα από την περιοχή του Αιγαίου· μπορούμε να την αποδώσουμε με ασφάλεια σε Πάριο γλύπτη.

Αναθηματικό μάλλον και όχι επιτύμβιο είναι ένα περίπου σύγχρονο (460-450 π.Χ.) μαρμάρινο ανάγλυφο από τη Θάσο, που βρίσκεται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Κωνσταντινούπολης. Εδώ εικονίζεται μια σκηνή συμποσίου, στο οποίο, αντίθετα με ό,τι συνέβαινε στην πραγματικότητα, μετέχει ένας μόνο συμπότης. Ο άνδρας είναι ανακεκλιμένος σε κλίνη και προτείνει με το δεξί χέρι μια φιάλη για να κάνει σπονδή. Στην άκρη της παράστασης ένας γυμνός νεαρός οινοχόος αντλεί με μια οινοχόη κρασί από έναν στρογγυλό κρατήρα τοποθετημένο επάνω σε στήριγμα (ἐπίστατον ή ὑποκρητήριον). Μπροστά στην κλίνη υπάρχει τραπέζι, στο οποίο θα υπήρχαν εδέσματα δηλωμένα με χρώμα. Κάτω από το τραπέζι ένας σκύλος τρώει ό,τι περίσσεψε από το γεύμα του κυρίου του. Πίσω από την κλίνη κάθεται σε πολυτελή θρόνο μια γυναίκα, που κρατάει στα χέρια αλάβαστρο, αγγείο που περιέχει άρωμα. Κάτω από τον θρόνο διακρίνεται μια πέρδικα. Η σκηνή τοποθετείται σε ένα δωμάτιο, στους τοίχους του οποίου είναι κρεμασμένα όπλα: διακρίνουμε ένα κράνος και μιαν ασπίδα. Το ανάγλυφο πρέπει να ήταν αφιερωμένο σε έναν ήρωα, δηλαδή έναν θνητό που είχε ζήσει είτε στο μυθικό είτε στο πιο πρόσφατο παρελθόν, ο οποίος τιμήθηκε με λατρεία. Οι αρχαίοι ίδρυαν ιερά για τους ήρωες και τους τιμούσαν ιδιαίτερα, επειδή πίστευαν ότι είχαν τη δύναμη να τους βοηθήσουν ή ακόμη και να τους βλάψουν (ανάλογα με την περίσταση) από τον άλλο κόσμο. Ήταν δηλαδή οι ήρωες των αρχαίων περίπου σαν τους αγίους της χριστιανικής θρησκείας. Η απεικόνιση των ηρώων σε σκηνές συμποσίων θέλει να δείξει τη διαρκή ευδαιμονία που απολαμβάνουν στη μεταθανάτια ζωή. Δυστυχώς δεν γνωρίζουμε ποιος είναι ο εικονιζόμενος ήρωας, ούτε αν ήταν μυθικό ή ιστορικό πρόσωπο· η λατρεία του όμως πρέπει να ήταν σημαντική για τους Θασίους.

Αρχαίοι Έλληνες Φιλόσοφοι: ΙI. ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΩΚΡΑΤΙΚΟΥΣ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

13.3. Η ισχύς της φιλοσοφίας και η νομιμοποίηση της πραγματικότητας


Χωρίς να μπορούμε να πούμε με ευκολία ότι η φιλοσοφία της εποχής εξυπηρετούσε την κρατική ιδεολογία, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι η αυτοκρατορική εξουσία ευχαρίστως θα της ανέθετε έναν τέτοιο ρόλο και ότι ορισμένοι φιλόσοφοι ευχαρίστως και με ευγνωμοσύνη θα τον αναλάμβαναν (ή τον ανέλαβαν).

Την προπαγάνδα υπέρ της παγκοσμιοποίησης θα μπορούσαν να την αναλάμβαναν πολιτικοί, ρήτορες και άλλοι διαμορφωτές της κοινής γνώμης. Είτε επειδή ανέμεναν κάποιο κέρδος είτε επειδή πίστευαν, για θεωρητικούς λόγους, στην αναγκαιότητα ή στην υπεροχή της παγκοσμιοποίησης. Και, ασφαλώς, θα μπορούσαν να ήταν φιλόσοφοι και φιλοσοφούντες από εκείνους που με ωραία λόγια, συχνά με τόνο προφητικό ή αποκαλυπτικό, αναλαμβάνουν να πείσουν όσους πτωχοὺς τῷ πνεύματι δεν είναι σε θέση να καταλάβουν από μόνοι τους το πόσο λογική (και αναγκαία) είναι η πραγματικότητα. Ο Επίκτητος, εκείνος ο στωικός απελεύθερος, είχε πει πριν από αιώνες κάτι ανάλογο (Εγχειρίδιον 8):

Μὴ ζήτει τὰ γινόμενα γίνεσθαι ὡς θέλεις, ἀλλὰ θέλε τὰ γινόμενα ὡς γίνεται καὶ εὐροήσεις.
Μην προσπαθείς ό,τι συμβαίνει να συμβαίνει όπως θες εσύ, αλλά φρόντιζε να θέλεις αυτό που συμβαίνει να συμβαίνει όπως συμβαίνει, και θα είσαι ευτυχισμένος.

Όπως πολύ σωστά είπε κάποτε ένας πατρίκιος, ονόματι Τίτος, «καμιά φιλοσοφία σήμερα δεν κινητοποιεί τις μάζες, καμιά φιλοσοφία δεν ανατρέπει» καταστάσεις. Γι᾽ αυτό, ένας φιλόσοφος που ένιωθε ή έκρινε (ορθά ή λανθασμένα) ότι είναι δύσκολο έως αδύνατο να αλλάξει με τις θεωρίες του τους ανθρώπους και την πραγματικότητα, έκανε την ανάγκη (ή την αδυναμία) φιλοτιμία. Αναλάμβανε, συχνά αυτόκλητος, να αποδείξει με όλη την ευγλωττία του ότι αυτή η πραγματικότητα δεν μπορεί παρά να είναι λογική. Και ότι, επομένως, οι άνθρωποι όχι μόνο δεν έχει νόημα να αγωνιστούν για να την αλλάξουν, αλλά οφείλουν να την υπερασπιστούν. Όποιος δεν καταλαβαίνει και δεν συμμορφώνεται με τη (νέα) πραγματικότητα, θέτει μόνος του τον εαυτό του εκτός πραγματικότητας.

Στο πλαίσιο αυτό, αυτοκράτορες σαν τον Βεσπασιανό (1ος αι. μ.Χ.) και τον Μάρκο Αυρήλιο (2ος αι. μ.Χ.) αναγνώριζαν τις δυνατότητες της φιλοσοφίας και χρηματοδότησαν έδρες φιλοσοφίας στα «πανεπιστήμια» του καιρού τους. Στην Αθήνα το 176 μ.Χ. είχαν ιδρυθεί τέσσερις αυτοκρατορικές έδρες, στις οποίες διδάσκονταν οι τέσσερις μεγάλες φιλοσοφικές παραδόσεις: η πλατωνική, η αριστοτελική, η στωική και η επικούρεια. Η φιλοσοφία, μαζί με τη ρητορική, τη γραμματική, τη νομική, διδασκόταν «επίσημα» στις σχολές. Αποτελούσε σημαντικό μέρος του αναλυτικού εκπαιδευτικού προγράμματος (όπως δεν συμβαίνει στο σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα), ενός προγράμματος το οποίο βέβαια δεν ήταν ενιαίο (όπως συμβαίνει στο σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα) αλλά παρουσίαζε διαφορές ανάλογα με τον τόπο και τη σχολή.