Δευτέρα 20 Μαρτίου 2023

Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας: 2α ΟΙ ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ

ΟΙ ΑΝΤΩΝΥΜΙΕΣ


§2.34. Οι αντωνυμίες, όπως δηλώνει και το όνομά τους, χρησιμοποιούνται στον λόγο αντί ονόματος. Είναι το βασικότερο εργαλείο που χρησιμοποιεί η γλώσσα, για να αναφερθεί σε μια προηγούμενη έννοια χωρίς να την επαναλάβει (αναφορά). 

Με τον τρόπο αυτό, οι αντωνυμίες συνεισφέρουν στον ειρμό του λόγου, δημιουργώντας συνδέσεις ανάμεσα σε προτάσεις και φράσεις. 

Η λειτουργία όμως των αντωνυμιών δεν περιορίζεται στην υποκατάσταση ενός ήδη γνωστού ονόματος. 

Οι ερωτηματικές και οι αόριστες αντωνυμίες, για παράδειγμα, δεν βρίσκονται στην θέση κάποιου τέτοιου ονόματος: οι πρώτες μας επιτρέπουν να ρωτάμε για κάτι που δεν γνωρίζουμε, ενώ οι δεύτερες δίνουν στη γλώσσα τη δυνατότητα να μιλήσει γενικά. Στην συνέχεια εξετάζονται οι επιμέρους λειτουργίες των αντωνυμιών και οι ιδιαιτερότητες στην χρήση τους.

Ο φόβος που νιώθουμε πριν η γνωριμία γίνει σχέση

Μια γνωριμία είναι σίγουρα μια ανανέωση στην καθημερινότητά μας. Μας ενθουσιάζει, μας βγάζει από τη ρουτίνα, μας ανεβάζει την αυτοπεποίθηση και μας κάνει ν’ αισθανόμαστε όμορφα. Όλοι στην αρχή είμαστε κάπως διστακτικοί, κάπως έχουμε τις επιφυλάξεις μας -ζούμε αυτό το κράτα και μικρό καλάθι όπως λέμε- κάπως είμαστε πιο συγκρατημένοι. Όσο όμως περνάει ο καιρός όλα αυτά κάπως ελαττώνονται κι αρχίζουμε να δενόμαστε κάπως με τ’ άλλο άτομο, είτε συναισθηματικά είτε και μόνο από συνήθεια. Την περίοδο που επιτυγχάνεται κι αυτό το δέσιμο, έρχονται όμως οι αμφιβολίες κι οι ιδέες. «Άραγε όλο αυτό θα συνεχιστεί ή είναι κάτι που θέλω μόνο εγώ;»

Αρχικά ν’ αναφέρουμε ότι ο καθένας έχει τον δικό του χρόνο για να δεθεί με τον άλλον. Αυτό έχει να κάνει με τις προσλαμβάνουσες που έχει από τους γύρω του, τα βιώματά του και τον χαρακτήρα του. Οπότε προφανώς δεν είναι για όλους το ίδιο. Ας επικεντρωθούμε λοιπόν, στο τι μπορεί να είναι αυτό που μας φοβίζει και μας βάζει στο τριπάκι του overthinking.

Σε πρώτο βαθμό, έχει να κάνει με τον χαρακτήρα μας και το πως εμείς αντιμετωπίζουμε μια νέα γνωριμία. Φυσικά και αυτό έχει μια αλυσιδωτή διαδικασία από πίσω, εννοώντας πως για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα μας παίζουν πολλοί παράγοντες ρόλο. Βασικό ρόλο παίζουν και οι προηγούμενες μας σχέσεις-εμπειρίες-συναναστροφές. Τι εννοώ; Εννοώ τα κατάλοιπα που μας έχουν αφήσει. Σίγουρα όταν μια προηγούμενή μας γνωριμία οδήγησε σε μια άσχημη εμπειρία, στην επόμενη γνωριμία θα είμαστε πολύ πιο επιφυλακτικοί και θα σκεφτόμαστε διπλά και τριπλά τ’ οτιδήποτε. Συν ότι γίνουμε και δύσπιστοι -αν δεν ήμασταν ήδη. Γενικά οι άνθρωποι έχουμε την τάση να ταυτίζουμε καταστάσεις. Σκεφτόμαστε δηλαδή, ότι αφού το προηγούμενο ταίρι στη ζωή μας έκανε ένα άσχημο λάθος, θα κάνει το ίδιο και το επόμενο. Φυσικά, δεν είναι έτσι.

Σε δεύτερο βαθμό, παίζει ρόλο η αυτοπεποίθηση, η αυτοεκτίμηση, το πόσο καλά είμαστε με τον εαυτό μας. Ένα άτομο που τα έχει καλά με τον εαυτό του, δύσκολα θα μπει στο τριπάκι να καθίσει και να υπεραναλύσει μια κατάσταση. Θ’ αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν ως έχουν κι αν αυτό οδηγήσει κάπου μεταγενέστερα έχει καλώς. Ένα άτομο μ’ ανασφάλειες από την άλλη, θα σκέφτεσαι πως δεν είναι αρκετό, πως μάλλον δεν αρέσει, πως δε θέλει πια ο άλλος άνθρωπος. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, όποιος νιώθει έτσι, καλό είναι ν’ αφεθεί κι οτιδήποτε έρθει να το διαχειριστεί με ψυχραιμία.

Άλλος λόγος που έχει κανείς έντονο το αίσθημα του φόβου, είναι γιατί τρομάζει με τη γνωριμία γενικότερα. Γιατί τώρα μαθαίνει τον άλλο, δεν τον ξέρει. Έχει μια πρώτη εικόνα αλλά αυτό δε λέει κάτι. Και γεμίζει το μυαλό του, σ’ εκείνη τη φάση, με «αν αυτό», «αν εκείνο», «αν το άλλο», σχετικά με τον χαρακτήρα του άλλου ατόμου. Όμως, τα αν δεν οδηγούν κάπου και φυσικά κάνουν κάθε άνθρωπο να περνά λιγότερο ωραία όταν βρίσκεται με το φλερτ και μοιράζεται στιγμές μαζί του.

Μπορεί όμως και να φοβάται κάποιος το συναισθηματικό δέσιμο που αρχίζει να δημιουργείται. Σ’ εκείνη τη φάση βέβαια θα πρέπει να κρίνει ο ίδιος αν το άτομο με το οποίο έχει να κάνεις αξίζει το κάτι παραπάνω. Εγώ πάντως, σαν άνθρωπός που λειτουργώ με το ένστικτο θα σου πω να το εμπιστευτείς, γιατί 90% πέφτει μέσα.

Όπως και να ‘χει, καταλήγουμε πως η εμπιστοσύνη που βάζουμε στο φλερτ, έχει να κάνει με ‘μας και το overthinking πριν τη σχέση, όχι με τον απέναντί μας. Έχει να κάνει με το ποιοι είμαστε, πώς διαχειριζόμαστε τις καταστάσεις, αν έχουμε πληγωθεί παλαιότερα κι αν έχουμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας.

Πάντως, την περίοδο της γνωριμίας, ανεξάρτητα από το πόσο overthinking κάνεις και πώς νιώθεις για το καινούριο σου love story, καλό θα ήταν να εστιάσεις στο να γνωρίσεις τον άλλον σ’ όλες του τις φάσεις. Να κατανοήσεις πώς δρα όταν είναι μόνος του μαζί σου, πώς συμπεριφέρεται με την παρέα του, τι κάνει στην καθημερινότητά του, ποια είναι τα χόμπι του, τι τον κάνει χαρούμενο, τι του αρέσει και τι όχι. Όλα αυτά είναι αρκετά σημαντικά για να διαμορφώσουν μια πρώτη εικόνα με το ποιον έχεις να κάνεις. Έπειτα, να μάθεις τους στόχους του, τα όνειρά του, το τι θέλει να κάνει στο μέλλον. Αυτά είναι ακόμα πιο σημαντικά στοιχεία για να τα προσθέσεις στην εικόνα που έχεις αρχικά δημιουργήσει. Και μετά απ’ αυτά έρχεται η ερώτηση των πεντακοσίων: «Πώς θα πάει;».

Γιατί, δυστυχώς αυτή είναι μια ερώτηση που δεν μπορεί ν’ απαντήσει κανείς στην αρχή. Αυτή η ερώτηση απαντάται πιο μετά όταν έχει μεσολαβήσει ένα εύλογο χρονικό διάστημα κι έχετε ζήσει κάποια πράγματα. Στην αρχή όλα είναι πιο χαλαρά, πιο ανέμελα, δεν έχουν μεσολαβήσει και γεγονότα όποτε δεν ξέρεις επακριβώς πώς μπορεί ν’ εξελιχθεί όλο αυτό. Για αυτό κι εγώ θα σου πω να εστιάσεις στο αν περνάς με τον άλλον καλά, αν σε κάνει να γελάς, αν σε κάνει να αισθάνεσαι ωραία. Αυτό είναι το βασικό. Έπειτα να κοιτάξεις εάν συγκλίνουν οι απόψεις σας σε σοβαρά ζητήματα, αν έχετε κοινούς στόχους, αν επικοινωνείτε ωραία, αν είστε σε κοινή πορεία πλεύσης που λέμε. Μετά όλα τ’ άλλα θα έρθουν από μόνα τους. Να περνάτε καλά όπως και να ‘χει, από εκεί και πέρα ό,τι προκύψει θα είστε σε θέση να το αντιμετωπίσετε.

Συνείδηση που όλο μας γεμίζεις τύψεις

Τι είναι η συνείδηση και πώς μας επηρεάζει; Η συνείδηση είναι μια συνθήκη του μυαλού που έχει να κάνει με τα αισθήματά μας, όπως πόσο γνωρίζουμε τον εαυτό μας, το περιβάλλον μας και τις συνέπειες των πράξεών μας. Κάποιες φορές τα πάμε πολύ καλά μαζί της κι άλλες, αφού επικοινωνήσουμε μαζί της, καταλήγουμε να νιώθουμε ένοχοι. Ποια είναι λοιπόν τα όρια που πρέπει να της θέτουμε; Πότε μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως έχουμε κάνει ό,τι μπορούσαμε για κάποιο θέμα και δε χρειάζεται να απολογούμαστε ή να νιώθουμε τύψεις;

Η συνείδηση είναι μια νοητική κατάσταση, ένα αίσθημα μόνιμο. Αλλάζει ανάλογα με τις συμπεριφορές μας, τα όρια που θέτουμε, πόσο υπερασπιζόμαστε τον χώρο μας και τα πιστεύω μας. Όλοι έχουμε δικαιώματα κι αξίες που προασπίζουμε. Και με βάση αυτά πρέπει να δρούμε σε διάφορες καταστάσεις που μας παρουσιάζονται στη ζωή. Πρέπει εν ολίγοις να σεβόμαστε τον εαυτό μας και τους άλλους. Να είμαστε ειλικρινείς, αλλά παράλληλα να μη βλάπτουμε κάποιον άλλον.

Για να το πετύχουμε αυτό, χρειάζεται ν’ έχουμε αντίληψη του περιβάλλοντός μας, και ν’ αντιλαμβανόμαστε σ’ ένα βαθμό και πώς σκέφτονται οι άλλοι.

Όταν έχουμε τη συνείδησή μας καθαρή, ξέρουμε πως κάθε μας πρόθεση και κάθε μας ενέργεια είχε καλό σκοπό. Φυσικά θα κάνουμε λάθη, αλλά δε θα έχουν ποτέ σκοπό να βλάψουμε κάποιον. Θ’ αναλαμβάνουμε την ευθύνη που μας αναλογεί κι αν μπορούμε να διορθώσουμε κάτι, θα κάνουμε ό,τι μπορούμε για να το πετύχουμε. Όταν όμως φτάσουμε στα όριά μας, πρέπει ν’ αναγνωρίσουμε πως ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να προσπαθούμε. Δεν κρατάμε εμείς τις λύσεις για όλα τα προβλήματα γύρω μας.

Ίσως ακούγεται δύσκολο και πολύπλοκο αλλά στην πράξη μπορεί να γίνει πιο απλό, ακολουθώντας ένα απλό κόλπο. Γνωρίζοντας τον εαυτό μας και τις ικανότητές μας, μπορούμε να θέσουμε εξ αρχής μια διαχωριστική γραμμή, που θα μας επιβάλλει να σταματήσουμε όταν φτάσουμε σ’ εκείνη. Μια γραμμή που θα μας θυμίζει πως κάναμε ό,τι μπορούσαμε, είπαμε τις αλήθειες μας, προσπαθήσαμε, αλλά δε βλάψαμε κανέναν. Μπορούμε λοιπόν και δικαιούμαστε να πάμε παρακάτω.

Πρέπει επίσης να καταλάβουμε πως δεν είμαστε υπεύθυνοι για τους άλλους. Όταν κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας, πρέπει να σεβόμαστε τα όριά μας και τις αντοχές μας. Και τότε θα τα πάμε καλά και με τη συνείδησή μας.

Καθημερινά στη ζωή μας χρειάζεται να παίρνουμε αποφάσεις. Συνειδητά ή ασυνείδητα. Κάποιες αποφάσεις καθορίζουν πολύ σημαντικά πράγματα κι άλλες λιγότερα σημαντικά. Μερικές αποδεικνύονται σωστές και μερικές λάθος. Δυστυχώς, ίσως να πληγωθούν κάποιοι άνθρωποι μερικές φορές. Αυτό δε σημαίνει όμως πως πρέπει να μην κοιμόμαστε τα βράδια έχοντας τύψεις για κάτι που ίσως προκαλέσαμε, ή πήραμε μέρος. Πρέπει να δούμε τι κάναμε, κι αν μπορούμε να κάνουμε κάτι να τ’ αλλάξουμε. Να συζητήσουμε με τους ανθρώπους που τους αφορά στο θέμα, να αναγνωρίσουμε το λάθος μας αν κάτι τέτοιο ισχύει. Να κάνουμε ό,τι μπορούμε πάντα σεβόμενοι τα θέλω μας και τα όριά μας.

Γιατί θα έρθει μια μέρα η στιγμή που θα νιώθουμε κουρασμένοι, που θα καταλάβουμε πως δεν αντέχουμε άλλο. Πως πρέπει να ηρεμήσουμε και να δούμε τα πράγματα λίγο πιο χαλαρά, ν’ αφήσουμε τη συνείδησή μας για λίγο να ξεκουραστεί.

Πάντα θ’ υπάρχουν καταστάσεις για τις οποίες δε θα είμαστε σίγουροι και θ’ αναρωτιόμαστε αν έχουμε κάνει το σωστό. Θα σκεφτόμαστε αν έχουμε πάρει τις σωστές αποφάσεις ή αν έχουμε πληγώσει κάποιον. Δεν μπορούμε όμως πάντα να ξέρουμε κι ούτε και χρειάζεται.

Καθαρή συνείδηση σημαίνει ν’ αναγνωρίζουμε το περιβάλλον γύρω μας, τις συνέπειες των πράξεών μας, τον ίδιο μας τον εαυτό και τους άλλους. Και όταν πούμε αρκετά πια, όταν νιώσουμε καλά με τον εαυτό μας, και μπορούμε να συνυπάρχουμε ήσυχοι με τη συνείδησή μας τότε η ψυχική μας υγεία θα γίνει πολύ καλύτερη. Και ταυτόχρονα θα καλυτερεύσουν κι οι σχέσεις μας με τους άλλους.

Ας μάθουμε ν’ ακούμε τον εαυτό μας και να σεβόμαστε τα δικά μας όρια πρώτα και μετά των άλλων. Πρώτα να είμαστε ειλικρινείς με ‘μας.

Γιατί τότε θα μπορούμε να κοιμόμαστε ήσυχοι.

Όταν τα τραυματικά γεγονότα περνούν από γενιά σε γενιά

Συχνά οι οικογενειακές πεποιθήσεις διαμορφώνονται από τις εκάστοτε συνθήκες και ανάγκες της οικογένειας να ανταποκριθεί σε έκτακτες απαιτήσεις, αλλά επίσης μπορεί να προέρχονται από οικογενειακές παραδόσεις ή οικογενειακά τραύματα που ανάγονται σε εκατοντάδες χρόνια πίσω. Υπάρχουν ιστορίες που προσφέρουν ένα απόθεμα εμπειριών που παρήχθησαν από μια παράδοση οικογενειακού πειραματισμού.

Θάνατοι, απώλειες, εγκατάλειψη, αναγκαστική μετανάστευση, αποτελούν τραυματικά γεγονότα στην ιστορία της ζωής μιας οικογένειας τα οποία καθορίζουν τις σχέσεις των μελών και τις πεποιθήσεις, όχι μόνο της ίδιας της οικογένειας αλλά και των επόμενων γενεών. Σε μια οικογένεια, όπως και σε όλα τα συστήματα, οι μεταδόσεις είναι πάντα διαγενεακές, επηρεάζονται από το ιστορικό και το προσωπικό πλαίσιο και μεταφέρονται στο μυαλό και στο σώμα.

Ο Φερέντσι αναφέρει ότι υπάρχουν τραυματικές καταστάσεις των γονέων που επιβάλλονται στα παιδιά, αφού το ψυχικό περιεχόμενο των τραυμάτων μεταδίδεται σε αυτά. Οι γονείς και τα παιδιά αποτελούν μια μονάδα προσκόλλησης που επιτρέπει τη βαθιά ασυνείδητη επικοινωνία του φόβου, του άγχους και της ασφάλειας, της εγγύτητας και της απόστασης, της αγάπης και του μίσους και πολλά άλλα. Ήδη από το 1975 οι Fraiberg, Adelson και Shapiro περιέγραψαν τη μετάδοση τραυμάτων στη σχέση προσκόλλησης μεταξύ των μητέρων και των παιδιών τους. Βρήκαν περιπτώσεις που περιελάμβαναν ιστορίες τραυματισμού πολλών γενεών με κακό συντονισμό και προβληματικές προσκολλήσεις μητέρας-βρέφους.

Ένα παράδειγμα που δείχνει την επίδραση των οικογενειακών τραυμάτων στην διαμόρφωση των πεποιθήσεων του οικογενειακού συστήματος αποτελεί το ότι στην Κρήτη το φαινόμενο της βεντέτας και της δολοφονίας στενών συγγενών οδήγησε στη συσπείρωση των οικογενειών και στη δημιουργία κλειστών οικογενειακών συστημάτων με συγχωνευτικές σχέσεις μεταξύ των μελών και αυξημένη επιφυλακτικότητα απέναντι σε όσους δεν ανήκουν στο οικογενειακό σύστημα. Συχνά δε ο φόβος της απώλειας της ζωής οδηγεί τα μέλη μιας οικογένειας στην απόκτηση “παρανοϊκών” στοιχείων και στην πεποίθηση ότι οι εκτός συστήματος είναι κακοί και επικίνδυνοι. Έχει παρατηρηθεί επίσης πώς όσο πιο τραυματικό είναι ένα γεγονός τόσο πιο ισχυρή και ακλόνητη είναι η πεποίθηση που γεννιέται.

Ο αντίκτυπος των τραυμάτων είναι ιδιαίτερα σημαντικός στη διαμόρφωση των οικογενειακών πεποιθήσεων και στον κύκλο ζωής των οικογενειών και των επόμενων γενεών καθώς οι οικογένειες όταν βιώνουν τραυματικά γεγονότα και κυρίως απώλειες δυσκολεύονται περισσότερο να αναπροσαρμοστούν και να ανασυνταχθούν σε σύγκριση με άλλες απλές οικογενειακές αλλαγές (Goldrick & Walsh,1986). Έχει παρατηρηθεί επίσης πως αν ένα τραυματικό γεγονός συμβεί σε μια σημαντική μετάβαση στον κύκλο ζωής μιας οικογένειας πχ σε ένα γάμο ή στη γέννηση η βάφτιση ενός παιδιού η επόμενη γενιά φοβάται μή συμβεί το ίδιο γεγονός στο ίδιο χρονικό σημείο με την περασμένη γενιά. Υπήρχε για παράδειγμα μια οικογένεια που μετά από κάθε γάμο ενός μέλους της πέθαινε ένα άλλο μέλος της.

Χαρακτηριστική περίπτωση που συνδέεται με οικογενειακά τραύματα είναι η δημιουργία των οικογενειακών μυστικών: εκείνα τα οποία είναι απαγορευτικό να μαθευτούν, αφορούν οδυνηρές εμπειρίες και συνήθως μένουν ανείπωτα.

ΕΝΑ ΜΥΣΤΙΚΟ ΕΧΕΙ ΠΑΝΤΑ ΤΗΝ ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΣΕ ΚΑΠΟΙΟ ΙΣΧΥΡΟ ΤΡΑΥΜΑΤΙΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ ΟΛΑ ΟΣΑ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΑΥΤΟ ΣΚΕΦΤΗΚΕ, ΦΑΝΤΑΣΤΗΚΕ ΚΑΙ ΦΑΝΤΑΣΙΩΘΗΚΕ.

Η πλειονότητα των μυστικών αφορά τη γέννηση και το θάνατο (γενεαλογία, υιοθεσία, κρυφά παιδιά, αυτοκτονίες μεταμφιεσμένες σε ατύχημα, εθισμοί σε ουσίες, κακοποιήσεις, ψυχικές ή σωματικές ασθένειες). Το άτομο που το βίωσε δεν μπόρεσε να το επεξεργαστεί ψυχικά και προσπάθησε να το ξεχάσει. Έτσι, συνεχίζει να υπάρχει αναλλοίωτο σε όλη τη ζωή του ατόμου, σε αντίθεση με άλλες αναμνήσεις που σβήνουν.

Το μυστικό όσο κι αν κρύβεται, περνά στα παιδιά -μεταπηδώντας- μεταδίδεται ψυχικά μέσω αλλόκοτων συμπεριφορών, βλεμμάτων, αποσιώπησης, αντιφατικών ή ελλειμματικών αφηγήσεων, δημιουργώντας τους τη σκέψη ότι οι γονείς τους κρύβουν κάτι σοβαρό, το οποίο ωθούνται να μαντέψουν, ενώ ταυτόχρονα τους απαγορεύεται σιωπηρά να το θίξουν.

Σε αρκετές οικογενειακές ιστορίες η ύπαρξη ενός μυστικού συνδέεται με την εκδήλωση συμπτωμάτων (φοβιών, κρίσεων άγχους, κατάθλιψης, ψυχοσωματικών διαταραχών, παραληρημάτων, εξαρτήσεων κλπ.) σε κάποιο μέλος, που καλούμε προδιαγεγραμμένο ασθενή. Οι ψυχικές πληγές που έχουν επουλωθεί άσχημα ή μερικώς κάνουν αισθητή την παρουσία τους, «εφυγραίνονται», εκδηλώνοντας φανερά συμπτώματα, όπως ακριβώς και οι σωματικές πληγές.

Ως συστημικά φαινόμενα, τα μυστικά συμβάλλουν στην αύξηση της εντροπίας της οικογένειας και στην ακαμψία της λειτουργίας της. Διαμορφώνουν δυαδικές συμμαχίες, διαχωρισμούς ή τρίγωνα, με στόχο να εξαλειφθεί η απειλή διάδοσης του μυστικού. Έτσι, υιοθετούνται συγκεκριμένοι κανόνες, οικογενειακοί μύθοι, ψευδοδεσμοί, αποξένωση, παθολογικές διεργασίες, απαγορεύσεις και ένα ευρύτερο δίκτυο εξουσιών ώστε κανείς να μην το αγγίξει. Κάθε επικίνδυνο και τοξικό μυστικό προέρχεται και συντηρείται από συναισθήματα φόβου, ενοχής ή ντροπής, από μια αποτυχία στη διαδικασία συμβολοποίησης και από μια διαστρεβλωμένη διάθεση προστασίας μέσω της αποσιώπησης. Με αυτόν τον τρόπο, ένα μυστικό του παρελθόντος επαναλαμβάνεται στο παρόν, σαν φάντασμα που διαπερνά τους τοίχους του σπιτιού.

Στη συστημική θεραπεία, τα μυστικά κρύβουν πολύτιμες πληροφορίες τόσο για το πώς το άτομο νοηματοδοτεί τις εμπειρίες του αλλά και το πώς μια οικογένεια, οι κώδικες και οι αξίες της, διαμεσολαβούν ή διαμορφώνουν αυτήν τη ψυχική λειτουργία. Όσο πιο τραυματικό το γεγονός τόσο πιο ισχυρή η επίδραση του μυστικού και οι πεποιθήσεις που συνοδεύουν την απόκρυψή του.. Σε κάθε παιδικό δωμάτιο υπάρχουν φαντάσματα. Είναι επισκέπτες από το λησμονημένο παρελθόν των γονιών, είναι οι απροσκάλεστοι επισκέπτες.

Ο τρόμος και ο πόθος μοναξιάς

"Όλες οι δυστυχίες του ανθρώπου απορρέουν απ' την ανικανότητά του να καθίσει σ' ένα δωμάτιο μόνος και σιωπηλός." -Πασκάλ. 

Στους καιρούς μας, η μοναξιά θεωρείται απειλή, ήττα. Στο όνομα τούτου του τρόμου, αποφασίζονται και οι βαρύτεροι συμβιβασμοί. Συμβιβασμοί στη συντροφιά, στη δουλειά, στους φίλους, στις ιδεολογίες, στο γάμο.

Υπάρχουν άνθρωποι που προτιμούν να κοιμούνται με τον εχθρό τους, να μοιράζονται την κάθε μέρα τους με κάποιον που περιφρονούν, που τους μειώνει, τους αποδιοργανώνει το χαρακτήρα, παρά να ζήσουν, έστω και για ένα διάστημα, μόνοι.

Λέγεται ότι «φόβος μοναξιάς είναι φόβος εαυτού» ίσως και γι' αυτό είναι τόσο ισχυρός, ολοκληρωτικός φόβος. Όταν ο ίδιος ο εαυτός μας, μας είναι άγνωστος, απωθημένος, παραποιημένος και ξένος, τον αποφεύγουμε.

Υπάρχουν άνθρωποι που μπορείς να ζεις μέσα τους χωρίς να ζεις μαζί τους. Όπως και άνθρωποι που ενώ ζεις μαζί τους είναι αδύνατον να ζεις μέσα τους, έγραφε ο Γκαίτε.

Με άλλα λόγια, μέσα σε πολυμελή οικογένεια, μέσα σε φασαριόζικη παρέα που γλεντοκοπά, μέσα σε μια ομάδα που εκδράμει, η εσωτερική μοναξιά, η αληθινή γνήσια μοναξιά ενός μέλους μπορεί να φτάνει στην απελπισία. Δεν είναι όλοι γεννημένοι για να παντρευτούν, δεν είναι όλοι γεννημένοι για να γεννούν παιδιά. Κοινωνικός δεν είναι ο κοσμικός. Κοινωνικός είναι ο άνθρωπος που μπορεί να συμπαθήσει τον άλλο. Να τον ακούσει με βαθιά προσοχή, να του ανοίξει την καρδιά του. Την κοινωνικότητα την ορίζει η ικανότητα της συμπάθειας και της αλληλοκατανόησης, ενώ την κοσμικότητα η σωματική συνύπαρξη για κάποιου είδους υλική συνεργασία: για να φωτογραφηθούμε, για παράδειγμα, σε κάποιο κοσμικό περιοδικό ή για να ανταλλάσσουμε επισκέψεις με σκοπό να παραμείνουμε σε ένα επίπεδο μελών καλής οικονομικής τάξεως κ.λπ.

«Αν και έχω χρόνια να σε δω, δεν έλειψες ποτέ από τη ζωή μου», έγραψε κάποιος σε παλιό του δάσκαλο.

Αυτές όμως είναι εμπειρίες που μόνο οι θαρραλέοι της μοναξιάς μπορούν να χαρούν. Γιατί η μοναξιά σου ασκεί το κουράγιο, σου εκλεπτύνει τη διαίσθηση, σου στερεώνει την αυτάρκεια και τη σεμνότητα που καταλήγει να επιλέγει κάθε σοβαρός άνθρωπος. Γιατί η μοναξιά είναι το σχολειό της αυτογνωσίας. Και όπως λέει ο Λάο-Τσε: «Αν όλο τον κόσμο γνωρίσεις, γνώρισες πολλά. Αν γνωρίσεις τον εαυτό σου, τα έμαθες όλα».

Προσέξτε ότι οι μοναχικοί άνθρωποι έχουν βλέμμα βαθύ, ικανό να περιπλανηθεί συγκεκριμένο μέσα στον βαθύ τους εαυτό και μέσα στον βαθύ άλλον που κοιτάζουν. Δείχνουν να γνωρίζουν κάτι παραπάνω απ' όλους όσοι ολημερίς τρέχουν κι ανακατώνονται σε ατελείωτες απασχολήσεις, φλυαρίες και παρέες.

Οι άνθρωποι που δεν αντέχουν τη μοναξιά, είναι εκείνοι που κάνουν τις χειρότερες σχέσεις. Με τους φίλους, με τα παιδιά τους, και κυρίως με τον ερωτικό τους σύντροφο. Αντιθέτως, εκείνοι που τα έχουν βρει με την ψυχή τους, καταφέρνουν τους πιο πλούσιους δεσμούς. Αγαπούν και είναι σε θέση να νοιάζονται.

Κάποιος ρώτησε ένα σοφό γέρο: «Μα γιατί δεν μπορώ τελικά να κρατήσω ένα φίλο κοντά μου, αφού το θέλω τόσο πολύ;» Και ο σοφός του απάντησε: «Ακριβώς επειδή το θες πάρα πολύ». Η λαχτάρα για σχέση φαρμακώνεται από τη λαχτάρα για ταύτιση, για εξάρτηση, για προβολές, για ρούφηγμα, για χρήση εντέλει. Με τέτοιες ανάγκες για στόχους, δε συνδέεσαι. Συνεργάζεσαι μόνο για να ανταλλάσσεις αρρώστιες, παθογόνους ερεθισμούς και προφάσεις. Για να αποφεύγεις την πραγματικότητά σου που τρέμεις. Τέτοιες διαθέσεις σύντομα γίνονται αντιληπτές και κάνουν τον άλλον να ασφυκτιά και να απομακρύνεται.

Άλλαξέ τα όλα μέχρι να αρχίσουν σ’ αρέσουν

Σου έρχεται να τον σπάσεις. Μετά αλλάζεις γνώμη γιατί τον ακριβοπλήρωσες. Είναι ο υπολογιστής σου και με αυτόν κάνεις εκατοντάδες πράγματα καθημερινά. Τελευταία όμως υπολειτουργεί. Κολλάει συνέχεια, σου κλείνει προγράμματα κι αργεί. Αργεί σε όλα. Σου δυσκολεύει την καθημερινότητα κι εσύ δυσανασχετείς συνέχεια. «Ως εδώ. Δεν πάει άλλο!» λες κι αποφασίζεις να κάνεις αυτό που ακόμη κι ο πιο άσχετος από τεχνολογία γνωρίζει. Reset!

Θα τον επαναφέρεις στη «ζωή» και στις αρχικές του ρυθμίσεις σώζοντας ότι μπόρεσες ν’ αποθηκεύσεις και χάνοντας όλα όσα δεν κατάφερες. Ξέρεις εξ’ αρχής πως το reset λειτουργεί, αλλά δυσκολεύεσαι να πάρεις την απόφαση. Εξαντλείς κάθε άλλο τρόπο και μόλις δεις πως κανένας δεν κατάφερε να λύσει το πρόβλημα, πατάς το κουμπί. Τώρα, όλα θα δουλέψουν ρολόι κι εσύ δε θα δυσφορείς καθημερινά. Τουλάχιστον, όχι για τον υπολογιστή σου.

Οτιδήποτε άλλο σε κάνει να αισθάνεσαι άσχημα, άβολα ή σου τρώει όλη την ενέργεια, κάνοντάς σε να πιστέψεις πως έχεις φθάσει σε αδιέξοδο κι υπολειτουργείς, πρέπει κι αυτό να πάρει δρόμο, μαζί με τους ιούς του υπολογιστή σου. Πώς;

Χρειάζεται κι ο άνθρωπος reset! Σαν τους υπολογιστές κι εσύ, πρέπει να μαζέψεις όση δύναμη κι ενέργεια σου απέμεινε και ν’ ανασυνταχθείς. Να καταφέρεις να επιβιώσεις στον κόσμο αυτό πολλά χρόνια ακόμη και με υψηλές επιδόσεις.

Όταν νιώθεις πως έχεις κουραστεί ψυχολογικά, όταν τίποτα δεν είναι όπως ήθελες, όταν οι άνθρωποι δίπλα σου δεν είναι εκείνοι που νόμιζες ή όταν εσύ ο ίδιος έπαψες να είσαι ο εαυτός σου πια, τότε είναι που πρέπει να πατήσεις το κουμπί και να βρεθείς μακριά από όλους κι απ’ όλα. Ν’ αρχίσεις να διαγράφεις σφάλματα δικά σου ή των άλλων απ’ τον «σκληρό δίσκο» και σιγά-σιγά ν’ ανασυγκροτηθείς για να συνεχίσεις.

Θέλεις την αλλαγή, αλλά η αλλαγή δε θα έρθει ποτέ αν δεν αλλάξεις κάτι ο ίδιος. Αν δεν πάψεις να φοβάσαι τις αλλαγές. Ξεκίνα το reset σε όποιο τομέα χρειάζεται ή κάνε ολικό σε όλους και ξαναγύρνα στις «εργοστασιακές» σου, καθαρός πια από errors. Άλλαξε πόλη, δουλειά, φίλους. Κράτα μόνο ό,τι σε κάνει καλύτερο.

Διέγραψε όσους βρίσκονται στη ζωή σου και δεν ξέρουν καν για ποιο λόγο βρίσκονται εκεί. Φύγε μακριά απ’ όσους σε κάνουν να νιώθεις χάλια, απλά και μόνο, για να μην παραδεχθούν πόσο χάλια χειρίστηκαν εκείνοι τις καταστάσεις. Παραδέξου σε τι φταις εσύ και σε τι όχι και κάνε χώρο για νέες περιπέτειες. Συνδέσου με νέους ανθρώπους, απέκτησε νέες συνήθειες, δες από άλλη οπτική τα πάντα.

Δέξου ότι η ζωή έχει αποχωρισμούς κι απώλειες. Ότι οι συμπεριφορές κάποιων δεν πρόκειται ν’ αλλάξουν κι ότι κάποιες καταστάσεις πρέπει πια να τις αφήσεις πίσω. Να χαθείς για λίγο, απ’ όσους δε θα σε ψάξουν ποτέ.

Κάνε την αυτοκριτική σου, αλλά μην τιμωρείς τον εαυτό σου με το να βαλτώνεις στα ίδια, ξανά και ξανά. Εκείνα που όσο κι αν προσπάθησες, ποτέ δεν άλλαξαν. Κι ούτε και τώρα θ’ αλλάξουν. Μπορείς όμως πάντα ν’ αλλάξεις εσύ. Και θα το κάνεις!

Θα φροντίσεις τον εαυτό σου και θα σεβαστείς τις επιθυμίες σου. Θα σεβαστείς τα θέλω των άλλων και θα δεχθείς πως μπορούν αυτά τα δύο, να μη συμβαδίζουν. Θα πάψεις να επηρεάζεσαι απ’ τις συμβουλές και τις γνώμες όλων των «καλοθελητών» και θ’ αξιολογείς τα πάντα με τη δική σου κρίση. Για τη δική σου ζωή μιλάμε!

Θα κάνεις το reset σου όπου γουστάρεις. Στο δωμάτιό σου ή στην άλλη άκρη του πλανήτη αν χρειαστεί. Μη βλέπεις την πόλη ή το σπίτι σου, σαν καταφύγιο. Το καταφύγιό σου μπορεί να χτιστεί παντού. Μπορεί να μη χτιστεί καν. Να ‘ναι μια νέα αγκαλιά. Μια αγκαλιά που θα βρίσκεται στο νέο ξεκίνημα που μετά το reset θα κάνεις. Ένα ξεκίνημα που κανείς δεν μπορεί να σου εγγυηθεί ότι θα σε φέρει πιο κοντά στην ευτυχία, αλλά θα σ’ έχει φέρει σίγουρα πιο κοντά στον εαυτό σου.

Ποτέ δεν είναι αργά για reset και νέα ξεκινήματα. Η πιο τρομακτική στιγμή είναι πριν πατήσεις το κουμπί. Μόλις το πατήσεις, ξεφυσάς ανακουφισμένος. Γιατί κι ο πιο άσχετος ξέρει, πως μπορείς πάντα να διαλέγεις το σημείο επαναφοράς

ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ: Αν το βάλεις αυτό καλά στο νου σου, θα ζεις πιο γαλήνια και θα αποτρέψεις όχι λίγα κακά στη ζωή σου

Γιατί την ψυχική γαλήνη τη φέρνει στους ανθρώπους η συγκρατημένη διασκέδαση και η σύμμετρη ζωή.

Η στέρηση και η υπεραφθονία τείνουν να μετατρέπονται στο αντίθετό τους και να προκαλούν στην ψυχή μεγάλες κινήσεις· και οι ψυχές που κινούνται σε μεγάλη έκταση δεν είναι ούτε ευσταθείς ούτε γαλήνιες.

Πρέπει λοιπόν να έχει κανείς το νου του σε πράγματα που ανταποκρίνονται στις δυνάμεις του και να είναι ευχαριστημένος με αυτά που έχει. Να μη δίνει μεγάλη σημασία στα όσα ζηλεύουν ή θαυμάζουν οι πολλοί και να μην τα σκέφτεται συνεχώς. Να κοιτάζει πώς ζουν οι ταλαίπωροι και να συναισθάνεται πόσο υποφέρουν. Με αυτό τον τρόπο, τα πράγματα που είναι κοντά του και τα έχει στη διάθεσή του μπορεί κάλλιστα να του φανούν μεγάλα και αξιοζήλευτα· η ψυχή του δεν θα υποφέρει πια επιθυμώντας περισσότερα.

Γιατί όποιος θαυμάζει τους ανθρώπους που έχουν πλούτη και μακαρίζονται από τους άλλους, όποιος εντρυφεί συνεχώς στις αναμνήσεις του, αναγκάζεται να σκαρφίζεται πάντοτε κάτι καινούριο και να σπρώχνεται από την επιθυμία του σε πράξεις ανεπανόρθωτες και παράνομες. Γι᾽ αυτό ακριβώς δεν πρέπει κανείς να ψάχνει για πράγματα που είναι μακριά του, παρά να ικανοποιείται με τα όσα είναι κοντά του, συγκρίνοντας τη ζωή του με τη ζωή εκείνων που βρίσκονται σε χειρότερη θέση. Έχοντας στο νου του πόσα υποφέρουν εκείνοι, πρέπει να μακαρίζει τον εαυτό του για το πόσο καλύτερα ζει ο ίδιος. Γιατί αν το βάλεις αυτό καλά στο νου σου, θα ζεις πιο γαλήνια και θα αποτρέψεις όχι λίγα κακά στη ζωή σου -το φθόνο, τη ζήλια και την κακεντρέχεια.

Αρχαίο Κείμενο:

ἀνθρώποισι γὰρ εὐθυμίη γίνεται μετριότητι τέρψιος καὶ βίου συμμετρίῃ· τὰ δ᾽ ἐλλείποντα καὶ ὑπερβάλλοντα μεταπίπτειν τε φιλεῖ καὶ μεγάλας κινήσιας ἐμποιεῖν τῇ ψυχῇ. αἱ δ᾽ ἐκ μεγάλων διαστημάτων κινούμεναι τῶν ψυχέων οὔτε εὐσταθέες εἰσὶν οὔτε εὔθυμοι. ἐπὶ τοῖς δυνατοῖς οὖν δεῖ ἔχειν τὴν γνώμην καὶ τοῖς παρεοῦσιν ἀρκέεσθαι τῶν μὲν ζηλουμένων καὶ θαυμαζομένων ὀλίγην μνήμην ἔχοντα καὶ τῇ διανοίᾳ μὴ προσεδρεύοντα, τῶν δὲ ταλαιπωρεόντων τοὺς βίους θεωρέειν, ἐννοούμενον ἃ πάσχουσι κάρτα, ὅκως ἂν τὰ παρεόντα σοι καὶ ὑπάρχοντα μεγάλα καὶ ζηλωτὰ φαίνηται, καὶ μηκέτι πλειόνων ἐπιθυμέοντι συμβαίνῃ κακοπαθεῖν τῇ ψυχῇ. ὁ γὰρ θαυμάζων τοὺς ἔχοντας καὶ μακαριζομένους ὑπὸ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων καὶ τῇ μνήμῃ πᾶσαν ὥραν προσεδρεύων ἀεὶ ἐπικαινουργεῖν ἀναγκάζεται καὶ ἐπιβάλλεσθαι δι᾽ ἐπιθυμίην τοῦ τι πρήσσειν ἀνήκεστον ὧν νόμοι κωλύουσιν. διόπερ τὰ μὲν μὴ δίζεσθαι χρεών, ἐπὶ δὲ τοῖς εὐθυμέεσθαι χρεών, παραβάλλοντα τὸν ἑωυτοῦ βίον πρὸς τὸν τῶν φαυλότερον πρησσόντων καὶ μακαρίζειν ἑωυτὸν ἐνθυμεύμενον ἃ πάσχουσιν, ὁκόσῳ αὐτέων βέλτιον πρήσσει τε καὶ διάγει. ταύτης γὰρ ἐχόμενος τῆς γνώμης εὐθυμότερόν τε διάξεις καὶ οὐκ ὀλίγας κῆρας ἐν τῷ βίῳ διώσεαι, φθόνον καὶ ζῆλον καὶ δυσμενίην.

Ποιος είναι ακώλυτος; Αυτός που δεν επιθυμεί τίποτε από τα ξένα

O ανεμπόδιστος άνθρωπος, αυτός, στον οποίο τα πράγματα έρχονται όπως θέλει, είναι ελεύθερος. Αυτός όμως, που μπορεί ή να τον ανακόψουν ή να τον εξαναγκάσουν ή να τον εμποδίσουν ή, παρά τη θέλησή του, να τον μπλέξουν σε κάτι, είναι δούλος.

Και ποιος είναι ακώλυτος; Αυτός που δεν επιθυμεί τίποτε από τα ξένα. Και ποια πράγματα είναι ξένα; Αυτά που δεν εξαρτάται από εμάς ούτε να τα έχουμε ούτε να μην τα έχουμε ούτε να τα έχουμε σε μια ορισμένη κατάσταση ή με έναν ορισμένο τρόπο. Επομένως, το σώμα είναι ξένο, τα μέρη του είναι ξένα, η περιουσία είναι ξένο πράγμα. 

Αν, λοιπόν, πάσχεις για κάτι από αυτά σαν να είναι δικό σου, θα τιμωρηθείς όπως αξίζει σε αυτόν που επιθυμεί ξένα πράγματα. Αυτός ο δρόμος οδηγεί στην ελευθερία, αυτή μόνο είναι η απαλλαγή από τη δουλεία, να μπορείς κάποτε με όλη σου την ψυχή να πεις το: οδήγησέ με Δία, και συ Πεπρωμένο, εκεί που από παλιά με έχετε ορίσει.

Επίκτητος, Δ’ Διατριβή α΄, «Περί ελευθέριας», §128-131

Γιατί οι άνδρες άρχισαν να ξυρίζουν τα γένια τους;

Έχεις φανταστεί πως ο άνθρωπος των σπηλαίων έβγαζε τις τρίχες από το πρόσωπο του γύρω από τη φωτιά; Κι όμως το ξύρισμα είναι πολύ πιο παλιό απ’ ότι φαντάζεσαι. Είναι τόσο παλιό όσο ο άνθρωπος των σπηλαίων. Μπορεί να ακούγεται τρελό αλλά ισχύει. Αυτό το λέει η αρχαιολογία και η επιστήμη.

Όλοι σχεδόν οι άντρες διαχρονικά ανέπτυξαν μια σχέση αγάπης και μίσους με τις τρίχες του σώματός τους.

Τα γένια ήταν από πάντα σύμβολα δύναμης και εξουσίας. Από πάντα όμως μπαινόβγαιναν μέσα στη μόδα, ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε εποχής.

Όσο παράξενο και αν ακούγεται μέσα από την ιστορία της γενειάδας μπορούμε να μάθουμε για σημαντικές κοινωνικές προκαταλήψεις και ιστορικά παράδοξα. Κατά τη διάρκεια των μεσαιωνικών χρόνων, οι άνδρες με μούσια κατείχαν σημαντική θέση στην κοινωνική πυραμίδα και η περιποίηση των τριχών του προσώπου συνδέθηκε με τη θρησκεία, την υγεία και την πολιτική.

Η κυριότερη ίσως σύνδεση της γενειάδας θεωρείται η άμεση σχέση της με τη θρησκεία. Σε όλες τις θρησκείες τα γένια αποτελούν ένα αναγνωρίσιμο πολιτιστικό στερεότυπο

Οι Χριστιανοί άγιοι και κατ’ επέκταση και οι ιερείς έχουν ταυτιστεί με τη μακριά γενειάδα. Οι Εβραίοι άνδρες δεν αποχωρίζονται τα γένια τους, ενώ για τους Ινδουιστές το μούσι είναι δώρο από τον ίδιο το Θεό και επιβάλλεται να λατρεύεται. Κεντρικό ρόλο επίσης, κατέχει και στους Μουσουλμάνους.

Κατά το 17ο αιώνα, το μούσι αποτελούσε σύμβολο εξουσίας και ανδρισμού. Σύμφωνα με το συγγραφέα Τζον Μπάλερ το 1653, η άσκηση εξουσίας ανήκε αποκλειστικά στον άνδρα και ότι με το να ξυρίζει κάποιος τα γένια του αποτελούσε «μια βλασφημία, μια πράξη δίχως εξιλέωση ενάντια στη Φύση και το Θεό, το μούσι του οποίου ήταν δικό Του έργο».

Μια από τις πιο αναγκαίες αλλά ταυτόχρονα και πιο βαρετές συνήθειες του ανδρικού καλλωπισμού υπήρξε το ξύρισμα. Αυτό είναι σίγουρο.

Η ιστορία έδειξε πως τα γένια έφευγαν ή έμεναν στο πρόσωπο του άντρα ανάλογα με τις συνθήκες, τη θρησκεία, τους πολέμους και φυσικά την οικονομική τάξη του καθενός.

Ευτυχώς για μας, η ανθρωπότητα έχει κάνει σημαντικά βήματα κατά τη διάρκεια της ιστορίας και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η τεχνολογία έχει κάνει τη ζωή μας πιο εύκολη (από ότι η φύση).

Είναι αδύνατο να γνωρίζουμε ποιοι ήταν οι πρώτοι άντρες που ξύρισαν τα γένια τους. Για τον προϊστορικό άνδρα η έντονη τριχοφυΐα υπήρξε τεράστιο βάρος, ιδιαίτερα μετά το τέλος της εποχής των παγετώνων.

Η ιστορία από τον πολιτισμό των Αιγυπτίων μέχρι και τα Γαλλικά Μοναστήρια του Μεσαίωνα μας δείχνει πως τα γένια ήταν πάντα κάτι που έφερνε αντιπαραθέσεις.

Στην αρχή δεν υπήρχαν τα ξυραφάκια, οπότε οι άντρες αναγκαζόντουσαν να τραβάνε τις τρίχες τους μία μία μέχρι να τις ξεριζώσουν όλες. Αυτό κι αν είναι δουλειά έτσι; Και παραπονιόμαστε τώρα που τα έχουμε όλα στα πόδια μας…

Από το 30.000 π.Χ. μπορεί κανείς να βρει εργαλεία για το ξύρισμα, όπως όστρακα και πέτρες.

Δείτε παρακάτω την αναλυτική ιστορία του ανδρικού ξυρίσματος:
  • Ο Μέγας Αλέξανδρος θεωρείται ότι εισήγαγε την πρακτική του ξυρίσματος στην αρχαία Ελλάδα περί το 300 π.Χ. Κάποιοι γλωσσολόγοι υποστηρίζουν, ότι η ετυμολογία της λέξης «βάρβαρος» (barbarian) προέρχεται από τη λέξη «barba» που σημαίνει γενειάδα. Επομένως, οι βάρβαροι ήταν όλοι όσοι ήταν… αξύριστοι.
  • Η υπόθεση γενειάδα δεν είναι μια απλή υπόθεση τριχών, αλλά μια μακρόχρονη ιστορία που χάνεται στο βάθος του χρόνου. Μέχρι και το 18ο αιώνα οι άνδρες συνήθιζαν να επισκέπτονται τον κουρέα τους για να τους περιποιηθεί τα γένια. Η εμπειρία του ξυρίσματος δεν ήταν πάντοτε ευχάριστη, καθώς αρκετές φορές οι κουρείς ήταν αδέξιοι και γέμιζαν τους πελάτες τους με σημάδια, δημιουργώντας ένα διόλου κολακευτικό αποτέλεσμα.
  • Το 1750, η εξέλιξη στα ξυράφια ξυρίσματος διευκόλυνε τους άνδρες να ξυρίζονται μόνοι τους. Τα ξυράφια από ατσάλι έκαναν το ξύρισμα πιο άνετο και ενθάρρυναν τους άνδρες να ξυρίσουν τον εαυτό τους. Το 1880, οι αδερφοί Κάμπφε διένειμαν στο εμπόριο τα πρώτα ξυραφάκια και το 1895 ο Αμερικανός πλανόδιος πωλητής Κινγκ Καμπ Ζιλέτ, επινόησε την πρώτη ξυριστική μηχανή με λεπίδες μιας χρήσης.
  • Μπορεί οι εφευρέσεις ασφαλέστερων ξυριστικών μηχανισμών να διευκόλυναν πολλούς γενειοφόρους άνδρες, ωστόσο ανέκαθεν και σε κάθε πολιτισμό υπήρχαν και αυτοί που υποστήριζαν πως τα μούσια αποτελούσαν σύμβολο αρρενωπότητας και δύναμης και δεν θα έπρεπε κανείς να τα αποχωρίζεται.

Δημάρατος προς Ξέρξη: Βασιλιά μου, να σου πω την αλήθεια ή λόγια που θα σου δώσουν χαρά να τ’ ακούσεις;

Ξέρξης προς Δημάρατο: Θα τολμήσουν οι Έλληνες να αντισταθούν;

VII101. Κι όταν πλέοντας έφτασε από το ένα στο άλλο άκρο του στόλου και βγήκε απ’ το καράβι, έστειλε να φωνάξουν τον Δημάρατο, το γιο του Αρίστωνος, που τον συνόδευε στην εκστρατεία εναντίον της Ελλάδος· τον κάλεσε και του έκανε την εξής ερώτηση: «Δημάρατε, τώρα θα μου έδινε χαρά να σε ρωτήσω κάτι που θέλω. Εσύ είσαι Έλληνας και μάλιστα, όπως ακούω κι από σένα κι από τους άλλους Έλληνες που ήρθαν και συζήτησαν με μένα, από την πιο μεγάλη και την πιο ισχυρή πόλη. Τώρα λοιπόν απάντησέ μου σ’ αυτό το ερώτημα: θα τολμήσουν οι Έλληνες να σηκώσουν χέρι εναντίον μου και να μου αντισταθούν; Γιατί, όπως εγώ πιστεύω, κι αν ακόμη όλοι οι Έλληνες και οι υπόλοιποι λαοί που κατοικούν δυτικότερα ένωναν τις δυνάμεις τους, δε θα ‘ναι σε θέση ν’ αντιμετωπίσουν την επίθεσή μου, μια και δεν είναι μονοιασμένοι. Θέλω όμως ν’ ακούσω ποια γνώμη έχεις κι εσύ γι’ αυτούς». Εκείνος αυτήν την ερώτηση έκανε κι ο άλλος παίρνοντας το λόγο είπε: «Βασιλιά μου, να σου πω την αλήθεια ή λόγια που θα σου δώσουν χαρά να τ’ ακούσεις;». Κι εκείνος τον ενθάρρυνε να πει την αλήθεια, και να είναι βέβαιος πως η εύνοια με την οποία τον περιβάλλει δε θα λιγοστέψει, θα μείνει όση ήταν πρωτύτερα.

Δημάρατος: η αρετή κατά της Πενίας και του δεσποτισμού

VII102. Όταν τ’ άκουσε αυτά ο Δημάρατος, είπε τα εξής: «Βασιλιά μου, επειδή η προσταγή σου είναι να σου πω οπωσδήποτε την αλήθεια, μιλώντας έτσι ώστε ο συνομιλητής σου να μην πιαστεί αργότερα ψεύτης, η Ελλάδα παλαιόθεν και ως τώρα ζει συντροφιά με την Πενία, αλλά εφοδιάστηκε με αρετή, που κερδήθηκε με τη σοφία και τον κυρίαρχο νόμο· οπλισμένη μ’ αυτήν η Ελλάδα αγωνίζεται εναντίον της Πενίας και του δεσποτισμού. Λοιπόν έχω να πω επαινετικά λόγια για όλους τους Έλληνες που ζουν σ’ εκείνα τα δωρικά μέρη, όμως τα λόγια που θα πω δεν αφορούν σε όλους, αλλά μονάχα στους Λακεδαιμονίους: πρώτα πρώτα πως δεν υπάρχει περίπτωση να δεχτούν ποτέ τις προτάσεις σου που αποσκοπούν στην υποδούλωση της Ελλάδας· κάτι παραπάνω, θα σηκώσουν χέρι εναντίον σου πολεμώντας, κι αν όλοι οι Έλληνες προσχωρήσουν σ’ εσένα. Τώρα, για το πλήθος τους, πόσοι άραγε να ‘ναι και μπορούν να ενεργούν έτσι, μη ρωτάς· γιατί κι αν τύχει να έχουν βγει σε εκστρατεία χίλιοι, αυτοί θα σε χτυπήσουν με πόλεμο – λιγότεροι ή περισσότεροι, δεν έχει σημασία».

Ανταπάντηση Ξέρξη: οι αριθμοί και το μαστίγιο υπερτερούν

VΙI103. Ο Ξέρξης ακούοντας αυτά γέλασε και είπε: «Δημάρατε, τι λόγια είν’ αυτά που είπες, χίλιοι άντρες να χτυπηθούν με τόσο μεγάλο στρατό! Έλα, πες μου, εσύ δηλώνεις πως οι χρημάτισες βασιλιάς αυτών των αντρών. Θα θελήσεις λοιπόν εδώ και τώρα να χτυπηθείς με δέκα άντρες; Και μάλιστα, αν όλοι οι πολίτες σας έχουν την αξιοσύνη που τους αποδίδεις, ε, εσύ σαν βασιλιάς τους πρέπει, σύμφωνα με τους νόμους σας, ν’ αντιμετωπίσεις διπλάσιους αντιπάλους. Γιατί, αν ο καθένας από κείνους είναι σε θέση ν’ αντιμετωπίσει δέκα άντρες απ’ το δικό μου στρατό, τότε μπορώ να έχω την απαίτηση από σένα, να ‘σαι σε θέση να τα βγάλεις πέρα με είκοσι· κι έτσι θα μπορούσε να έχει βάση ο ισχυρισμός σου. Αλλά αν, με τη δύναμη και το ανάστημα που έχετε εσύ κι εκείνοι από τους Έλληνες που σχετίζονται μαζί μου, καυχησιολογείτε σε τέτοιο βαθμό, πρόσεξε μήπως τα λόγια που έχεις πει είναι κούφια κομπορρημοσύνη. Γιατί εντάξει, ας δούμε τα πράγματα με τη λογική· πώς θα ‘ταν δυνατόν χίλιοι ή και δέκα χιλιάδες ή και πενήντα χιλιάδες, που όλοι τους θα ήταν στον ίδιο βαθμό ελεύθεροι και δεν τους εξουσίαζε ένας, να χτυπηθούν με τόσο μεγάλο στρατό; Γιατί αναλογούμε πάνω από χίλιοι στον καθένα τους, αν πούμε πως εκείνοι είναι πέντε χιλιάδες. Bέβαια αν, όπως συμβαίνει με μας, τους εξουσίαζε ένας, από το φόβο που θα τους έδινε θα μπορούσαν να δείξουν μεγαλύτερη παλικαριά απ’ αυτή που έχουν από φυσικού τους, και θα βάδιζαν, κι ας ήταν λιγότεροι, εναντίον περισσότερων – να ‘ναι καλά το μαστίγιο που θα τους ανάγκαζε· όμως, με το χαλάρωμα που τους δίνει η ελευθερία, ούτε το ένα ούτε τ’ άλλο απ’ αυτά θα μπορούσαν να κάνουν. Αλλά εγώ πιστεύω πως, κι αν ακόμη εξισωθούν αριθμητικά, δύσκολα οι Έλληνες θα έδιναν μάχη με τους Πέρσες, μονάχα μ’ αυτούς! Αντίθετα, εμείς το έχουμε αυτό που ισχυρίζεσαι, όχι βέβαια σε αφθονία, αλλά σπάνιο· δηλαδή, ανάμεσα στους δικούς μου Πέρσες δορυφόρους βρίσκονται ορισμένοι που πρόθυμα θα χτυπιόνταν με τρεις Έλληνες μαζί ο καθένας τους· εσύ αυτούς δεν τους ξέρεις, γι’ αυτό και η ακατάσχετη φλυαρία σου».

Ξέρξης προς Δημάρατο: Θα τολμήσουν οι Έλληνες να αντισταθούν;

VII104. Σ’ αυτά αποκρίθηκε ο Δημάρατος: «Bασιλιά μου, ήξερα απ’ την αρχή πως με τη γλώσσα της αλήθειας δε θα σ’ ευχαριστούσα. Επειδή όμως εσύ μ’ εξανάγκασες να σου πω όλη την αλήθεια, σου εξέθεσα τη σπαρτιατική πραγματικότητα. Ποια βέβαια τυχαίνει να είναι σήμερα τα αισθήματά μου απέναντί τους, εσύ ο ίδιος το ξέρεις καλύτερα απ’ τον καθένα, που μου στέρησαν τ’ αξιώματα και τα κληρονομικά προνόμιά μου και μ’ έκαναν χωρίς πατρίδα κι εξόριστο, ενώ ο πατέρας σου με δέχτηκε στην αυλή του και μου έδωσε περιουσία και στέγη. Λοιπόν είναι παράλογο ένας μυαλωμένος άνθρωπος ν’ αποδιώχνει μια ολοφάνερη εύνοια – αντίθετα, την αγκαλιάζει όσο γίνεται πιο σφιχτά. Tώρα, εγώ δεν ισχυρίζομαι ότι μπορώ να χτυπηθώ ούτε με δέκα άντρες ούτε με δυο, κι όσο είναι στο χέρι μου ούτε καν θα μονομαχούσα. Αν όμως το έφερνε η ανάγκη ή είχε κάπως μεγάλη σημασία το τι διακυβεύεται στον αγώνα, με την πιο μεγάλη ευχαρίστηση θα ερχόμουν στα χέρια μ’ έναν απ’ αυτούς τους άντρες που λένε πως ο καθένας τους αξίζει για τρεις Έλληνες. Tο ίδιο και οι Λακεδαιμόνιοι· πολεμώντας ένας προς ένα δεν είναι κατώτεροι από οποιονδήποτε πολεμιστή, πολεμώντας όμως όλοι τους μαζί είναι οι πιο αντρειωμένοι του κόσμου. Γιατί είναι βέβαια ελεύθεροι, όμως η ελευθερία τους δεν είναι απόλυτη· γιατί πάνω τους στέκεται δυνάστης ο νόμος, που τον τρέμουν πολύ περισσότερο απ’ ό,τι οι δικοί σου εσένα. Εκτελούν λοιπόν ό,τι τους προστάζει αυτός· και τους δίνει πάντοτε την ίδια προσταγή, απαγορεύοντάς τους να υποχωρούν στη μάχη μπροστά σε πλήθος ανθρώπων, όσο μεγάλο κι αν είναι αυτό, αλλά να μένουν στις γραμμές τους και να ζητούν ή τη νίκη ή τη θανή. Tώρα, αν μιλώντας έτσι σου δίνω την εντύπωση ότι φλυαρώ, ε λοιπόν, από δω και πέρα δε θέλω ν’ ανοίξω το στόμα μου· αλλά τώρα εξαναγκάστηκα να μιλήσω. Οπωσδήποτε, ας έρθουν τα πράγματα όπως τα θέλει η καρδιά σου, βασιλιά μου».

Το τέλος του διαλόγου

VΙ105. Λοιπόν εκείνος αυτά του αποκρίθηκε κι ο Ξέρξης έβαλε τα γέλια και δεν εξοργίστηκε καθόλου, αλλά με γλυκύ τρόπο τον έστειλε στη θέση του.

ΗΡΟΔΟΤΟΣ

Η μυθική σειρήνα Παρθενόπη

Η Παρθενόπη ήταν μια από τις μυθικές Σειρήνες της Ελληνικής Μυθολογίας. Απελπισμένη που δεν ανταποκρίνονταν ο Οδυσσέας στο θέλγητρο της φωνής της έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε.

Το πτώμα της εκβράστηκε σε μια παραλία της Ιταλίας όπου οι τότε, μόλις νεοφερμένοι εκεί κάτοικοι, άποικοι Χαλκιδείς από τη Κύμη τον 10ο π.Χ, το περισυνέλεξαν και το ενταφίασαν σε μνήμα.

Γύρω από το σημείο εκείνο ίδρυσαν στη συνέχεια τη νέα τους πόλη που ονόμασαν Παρθενόπη. Η πόλη επεκτάθηκε στο νότο και είναι η σημερινή Ν(ε)άπολη στην Ιταλία ενώ η παλιά αποικία είναι η Παλαίπολις. Οικισμοί Ελλήνων υπήρχαν ήδη από τα μέσα της 2ης χιλιετίας π.Χ.

Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως Ελληνικούς οικισμούς στην περιοχή, οι οποίοι χρονολογούνται στην – 3η και – 2η χιλιετία. Η στρατηγική θέση της Παρθενόπης, και η υπέροχη θέα του λόφου, ο οποίος δέσποζε επάνω από αυτήν, έκανε τους Κυμαίους να ιδρύσουν στον λόφο αυτόν, τον 6ον αιώνα, την νέα τους πόλη, την οποίαν ονόμασαν Νεάπολι, σε αντίθεση με την Παρθενόπην, η οποία χαρακτηρίστηκε ως παλαιά πόλις.

Ο λόφος, στον οποίο χτίσθηκε η Νεάπολις, ονομάσθηκε έτσι λόγω της ωραιότητας του Παυσίλυπον (σημερινόν Posilipo).

Το οικιστικό πλέγμα των δύο αυτών πόλεων, Παρθενόπης και Νεαπόλεως, απετέλεσε τον κορμό της σημερινής πόλεως της Νάπολης (Napoli), και ανεδείχθη σε ένα από τα κέντρα της Μεγάλης Ελλάδος. Η πόλις κατελήφθη από τους Ρωμαίους το 376 π.χ, αλλά δεν έχασε τον Ελληνικό της χαρακτήρα.

Σύμφωνα με μία εκδοχή του μύθου, ήταν τα δάκρυα της Παρθενόπης που γέμισαν τον κόλπο της σημερινής Νάπολης. Το πανεπιστήμιο της Νάπολης ονομάζεται Παρθενόπη, και οι κάτοικοι της συχνά αποκαλούν τους εαυτούς τους «Παρθενοπαίοι».

Συμβουλές αρχαίων σοφών για μια επιτυχημένη καριέρα

Θα μπορούσαν, άραγε, οι αρχαίοι στοχαστές να βοηθήσουν στην καριέρα σας; Προτρέπω τους… επίδοξους μεγιστάνες να μελετήσουν την κλασική φιλοσοφία και να αφήσουν κατά μέρος τα σύγχρονα βιβλία διαχείρισης προσωπικού.

«Η βάση για τα γερά θεμέλια μίας επιτυχημένης σταδιοδρομίας βρίσκεται στις αιώνιες αξίες του Αριστοτέλη και του Κικέρωνα. Οι αρχές αυτές μπορούν να προετοιμάσουν καλύτερα όποιον θέλει πραγματικά να επιτύχει στην εργασία του» λέει ο ίδιος. Για όσους δεν έχουν χρόνο να περιηγηθούν στα αρχαία κείμενα, αλλά θέλουν διακαώς να πετύχουν, εδώ βρίσκεται ένας οδηγός για αρχάριους βασισμένος στην ελληνική και τη λατινική σοφία. Άλλωστε, όπως είπε ο Σωκράτης, «εν οίδα, ότι ουδέν οίδα», δηλαδή «ένα ξέρω, ότι τίποτα δεν ξέρω».

1. Μέγα βιβλίον, μέγα κακόν

Η φράση αποδίδεται στον Καλλίμαχο, αλεξανδρινό ποιητή και επιγραμματοποιό που έζησε κατά την περίοδο 310-240 π.Χ. Σημαίνει ότι «ένα ογκώδες βιβλίο είναι μεγάλο κακό» και θεωρείται ως κριτική σε όσους συνέθεταν μεγάλα επικά ποιήματα προσπαθώντας ανεπιτυχώς να μιμηθούν τον Όμηρο. Σήμερα μπορεί να τη χρησιμοποιήσει κάποιος στο γραφείο όταν χρειάζεται να εξηγήσει, για παράδειγμα, γιατί χρειάστηκε τέσσερις εβδομάδες για να γράψει μια έκθεση τριών και μόνο σελίδων!

2. Accipe quam primum, brevis est occasio lucri

Ο Ρωμαίος ποιητής και επιγραμματοποιός Μάρκος Βαλέριος Μαρτιάλης είχε γράψει σε ένα από τα 12 βιβλία επιγραμμάτων του αυτή τη φράση, η οποία σημαίνει: «Άρπαξε την ευκαιρία για κέρδος, γιατί δεν πρόκειται να σε περιμένει για πολύ». Για τον Ρωμαίο ποιητή, καθώς στην ουσία, αν το σκεφτεί κανείς, με αυτή τη φράση είχε συνοψίσει από τότε τη σημερινή έννοια του αδηφάγου καπιταλισμού σε επτά λέξεις. «Στη βράση κολλάει το σίδερο», θα λέγαμε στις μέρες μας, με απλά λόγια.

3. Merses profundo, pulchrior evenit

Το απόφθεγμα του ποιητή Οράτιου θα μπορούσε να μεταφραστεί ελεύθερα ως «πρέπει να κάνεις βουτιά στα βαθιά για να δεις κάτι πιο όμορφο να αναδύεται». Η φράση θα μπορούσε να προσαρμοστεί στη σημερινή πραγματικότητα με την έννοια ότι κάποιος θα πρέπει να τολμήσει, αν θέλει να κερδίσει. Πάντως, κατά σύμπτωση, ο Οράτιος είναι ένας από τους αγαπημένους Ρωμαίους λυρικούς ποιητές.

4. Αιέν αριστεύειν

Σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «πάντα να αριστεύεις», να υπερέχεις, να είσαι καλύτερος από τους άλλους. Πρόκειται για ομηρική έκφραση που εκφράζει τη βαθιά ριζωμένη φυλετική επιθυμία των ανθρώπων της ομηρικής εποχής για απόλυτη προσωπική διάκριση και υπεροχή. Σημαίνει να είναι κανείς πάντα ο καλύτερος, ο πρώτος. Ο Μέγας Αλέξανδρος φέρεται να κοιμόταν με ένα αντίγραφο της «Ιλιάδας» του Ομήρου κάτω από το μαξιλάρι του, ώστε να μπορέσει να απορροφήσει τη σοφία του στις εκστρατείες του. Τη συγκεκριμένη συμβουλή φαίνεται να έδωσε ο Πηλέας στο γιο του, Αχιλλέα, όταν έφυγε για την Τροία. Την ίδια, επίσης, συμβουλή έδωσε ο Ιππόλοχος στον γιο του, Γλαύκο, αρχηγό των Λυκίων και αντίπαλο των Αχαιών. Στη συνέχεια, όταν ο Γλαύκος συνάντησε τον Ελληνα Διομήδη μπροστά στα τείχη της Τροίας, καυχήθηκε ότι οι πρόγονοί του τον προέτρεπαν πάντα να τα καταφέρνει καλύτερα από τους άλλους. Ο Διομήδης, ωστόσο, του απάντησε ότι οι παππούδες τους ήταν φίλοι και προσφέρθηκε να ανταλλάξουν πανοπλίες, ως χειρονομία ειρήνης. Τελικά, ο Γλαύκος σκοτώθηκε στο πεδίο της μάχης από τον Αίαντα τον Τελαμώνιο, αποδεικνύοντας ότι κάποιος που καυχιέται, μπορεί να διαφημίζει τις ικανότητές του, ωστόσο δεν τις προστατεύει. Το συγκεκριμένο απόφθεγμα έγινε το θεμελιώδες ηθικό ιδανικό σε ολόκληρο τον αρχαίο Ελληνικό κόσμο. Η χαρακτηριστικότερη εκδήλωσή του βρίσκεται στη θεσμοθέτηση των πολυάριθμων και ποικιλώνυμων αγώνων. Το ιδεώδες αυτό έγινε η αιτία για τη δημιουργία πάμπολλων υπέροχων μορφών, ατομικών αλλά και συλλογικών. Ωστόσο, το συγκεκριμένο απόφθεγμα υπήρξε ένα από τα απώτερα αίτια της αχαλίνωτης φιλοδοξίας, του ασίγαστου φθόνου και της διαίρεσης.

5. Αν

Οταν ο Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας εισέβαλε στην Πελοπόννησο τον 4ο αιώνα π.Χ., έστειλε μήνυμα στους Σπαρτιάτες ρωτώντας «αν θα τον δεχόταν ως φίλο ή ως εχθρό». Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, οι Πελοποννήσιοι απάντησαν ουδέτερα, «ότι δεν σκόπευαν να τον δεχθούν ως τίποτε από τα δύο». Η απάντησή τους εξαγρίωσε τον Φίλιππο, ο οποίος έστειλε ένα άλλου τύπου μήνυμα, διαμηνύοντάς τους ότι «αν κερδίσω τον πόλεμο, θα είστε σκλάβοι για πάντα». Η λακωνική απάντηση των Σπαρτιατών τού έκοψε τη φόρα: «Αν» απάντησαν εκείνοι, χωρίς να χάνουν τον χρόνο τους σε λόγια, κάτι που θα έπρεπε να κάνει οποιοσδήποτε θα ήθελε να πετύχει σε οποιονδήποτε επαγγελματικό χώρο.

6. Της παιδείας την μεν ρίζαν είναι πικράν τον δε καρπόν γλυκύν

Το γνωμικό σημαίνει ότι «οι ρίζες της εκπαίδευσης είναι πικρές, αλλά ο καρπός είναι γλυκός». Ο Αριστοτέλης, στον οποίο αποδίδεται η φράση, δεν διέθετε τη λακωνικότητα των Σπαρτιατών, αλλά σύμφωνα με τον βιογράφο του Διογένη Λαέρτιο γνώριζε τέλεια το ρητό που θα μπορούσε να έχει στο μυαλό του κάθε επιτυχημένος επαγγελματίας: ότι τα χρόνια του μόχθου αξίζουν, τελικά, πολλά. Παρόμοια φιλοσοφική θέση μπορεί να βρει κανείς και στον Αισχύλο: «πάθει μάθος» ή «η γνώση πηγάζει από τα βάσανα».

7. Omnia mea mecum porto

«Ο,τι είναι δικό μου το κουβαλάω μαζί μου» σημαίνει η φράση. Ο Κικέρων τη χρησιμοποίησε αρχικά για να περιγράψει την προκατάληψη της πίστης της Πριήνης, ότι τα μόνα αγαθά που χρειάζεται κάποιος είναι η σοφία και ο χαρακτήρας. Αυτές τις ημέρες, ωστόσο, ο Βίας ο Πριηνεύς –ένας από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας– ενδεχομένως να μιλούσε εξίσου εύκολα για το smartphone του!

8. Μικρόν από του ηλίου μετάστηθι

Κατά τον Πλούταρχο, όταν ο Αλέξανδρος βρέθηκε στην Κόρινθο ως επικεφαλής του πανελληνίου συνεδρίου, το 336 π.Χ., θέλησε να γνωρίσει τον Διογένη. Οταν τον ρώτησε αν χρειάζεται κάτι, ο φιλόσοφος του έδωσε την αδιανόητη απάντηση «μικρόν από του ηλίου μετάστηθι», δηλαδή «παραμέρισε λίγο, γιατί μου κρύβεις τον ήλιο». Φεύγοντας, ο Αλέξανδρος είπε στην ακολουθία του το περίφημο: «Εάν δεν ήμουν ο Αλέξανδρος, θα ήθελα να ήμουν ο Διογένης». Ωστόσο, πολλοί νεότεροι ιστορικοί αμφισβητούν την ιστορικότητα αυτού του γεγονότος, κατατάσσοντάς το στη μεταγενέστερη ανεκδοτολογία που πλάστηκε για τον μακεδόνα βασιλιά. Προσοχή: Η φράση αυτή μπορεί να μην αρέσει στον κάθε ανώτερό σας…

9. Non quia difficilia sunt non audemus, sed quia non audemus difficilia sunt

Ο ρωμαίος φιλόσοφος Λεύκιος Ανναίος Σενέκας είπε αυτή τη φράση, που σημαίνει «δεν είναι ότι δεν τολμάμε να πράξουμε τα δύσκολα. Είναι ότι είναι δύσκολα επειδή δεν τολμάμε να τα πράξουμε». Πιο συναφής μπορεί να ήταν η άλλη έκφραση που χρησιμοποιούσε ο φιλόσοφος: «qui peccare se nescit, corrigi non vult», που σημαίνει ότι «ο άνθρωπος που δεν γνωρίζει τα λάθη του είναι αυτός που δεν θα θελήσει να τα διορθώσει».

Αμφίονας: Ο γιος του Δία και της Αντιόπης που αυτοκτόνησε

Ο Αμφίονας, γιος του Δία και της Αντιόπης, γεννήθηκε μέσα σε σπηλιά κοντά στις Ελευθερές, κάτω από δραματικές και περιπετειώδεις συνθήκες.

Η Αντιόπη καταδιωκόταν από τον πατέρα της, τον Ασωπό ή τον Νυκτέα, επειδή είχε μείνει έγκυος από τον Δία. Την είχε συλλάβει ο θείος της ο Λύκος μετά από όρκο που είχε δώσει στον πατέρα της πριν τον θάνατο του τελευταίου και την πήγαινε στη Θήβα.

Στον δρόμο την έπιασαν οι πόνοι του τοκετού και οι συνοδοί της αναγκάσθηκαν να την αφήσουν να γεννήσει στη σπηλιά τους δίδυμους Αμφίονα και Ζήθο. Ο Λύκος εγκατέλειψε μόνα τα νεογέννητα σε φαράγγι του Κιθαιρώνα και έφυγε με τη μητέρα τους στη Θήβα.

Τα τέκνα ανατράφηκαν από κάποιο βοσκό και μεγάλωσαν χωρίς να μάθουν τις συνθήκες υπό τις οποίες γεννήθηκαν. Κάποτε η Αντιόπη κατάφερε να δραπετεύσει και να τα βρει, αλλά εκείνα δεν ήθελαν να την αναγνωρίσουν ως μητέρα τους και την κράτησαν μάλιστα αιχμάλωτη σε καλύβα.

Μόνο με τη βοήθεια του Δία μπόρεσαν να την αναγνωρίσουν, οπότε μετά τιμώρησαν σκληρά τους διώκτες της, τον Λύκο και τη σύζυγό του Δίρκη και εγκαταστάθηκαν με τη μητέρα τους στη Θήβα, όπου έγιναν θρυλικοί ήρωες της Βοιωτίας.

Σε αυτούς αποδίδει ο μύθος την ανέγερση των πρώτων τειχών της «επτάπυλης» Θήβας: Οι βράχοι που μετέφερε ο Ζήθος, με τις θείες μελωδίες της λύρας του Αμφίονα, ανέβαιναν μόνοι τους και οικοδομούσαν τα τείχη! Ο Αμφίονας είχε μάθει αριστοτεχνικά να παίζει την επτάχορδη λύρα από τον θεό Ερμή.

Οι δίδυμοι ήρωες ζούσαν ευτυχισμένοι στη Θήβα μέχρι που η πολύτεκνη σύζυγος του Αμφίονα, η Νιόβη, καυχήθηκε ότι είναι πολύ πιο ευτυχισμένη και εύτεκνη από τη Λητώ. Τότε τα παιδιά της Λητώς, οι θεοί Απόλλων και Άρτεμις, σκότωσαν τα παιδιά της Νιόβης. Ο Αμφίονας τοτε αυτοκτόνησε.

Ο Παυσανίας (Θ 17, 4) μας παραδίδει ότι οι Θηβαίοι φρουρούσαν προσεκτικά τον τάφο του Αμφίονα γιατί, σύμφωνα με κάποιο χρησμό, αν οι κάτοικοι της γειτονικής πόλης Τιθορέας έπαιρναν ποτέ χώμα από τον τάφο και το μετέφεραν στον τάφο της Αντιόπης στην Τιθορέα, η περιοχή τους θα γινόταν εύφορη και η περιοχή γύρω από τη Θήβα άγονη.

Ο Αριστοτέλης και οι προβληματισμοί για το ζήτημα της ευτυχίας

Ξεκινώντας το έργο του «Ηθικά Ευδήμια» ο Αριστοτέλης καθιστά σαφές ότι το κύριο θέμα που θα τον απασχολήσει είναι η αναζήτηση της ευτυχίας: «πρέπει να δούμε σε τι συνίσταται η ευτυχία και πώς μπορεί να την αποκτήσει κανείς» (1214a 18-19).

Η διερεύνηση του θέματος θα πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τα πρότυπα της φιλοσοφικής μεθοδολογίας που εφαρμόζει το Αριστοτέλης σε όλα του έργα: «(πρέπει) να δούμε αν στη φύση, πρώτον, οφείλουν την ευτυχία τους όσοι καλούνται ευτυχισμένοι, όπως ακριβώς στη φύση οφείλουν τη διαφορά τους οι μεγαλόσωμοι και οι μικρόσωμοι ή όσοι διαφέρουν στο χρώμα του δέρματος» (1214a 19-21).

Με άλλα λόγια, ο Αριστοτέλης θα εξαντλήσει το θέμα, όπως οφείλει μια τεκμηριωμένη φιλοσοφική διερεύνηση, παραθέτοντας το σύνολο των διαφορετικών απόψεων σχετικά με την πηγή της ευτυχίας. Η παράθεση των αξιολογικά επικρατέστερων (επί του θέματος) εκδοχών δεν αφορά μόνο τη συστηματοποίηση της σκέψης, που πρέπει να λάβει υπόψη της όλες τις προηγούμενες προσεγγίσεις, αλλά θεμελιώνει την ουσία της φιλοσοφικής έρευνας που έχοντας πλήρη επίγνωση όσων ήδη έχουν διατυπωθεί στέκεται κριτικά χαράσσοντας το νέο δρόμο της σκέψης.

Σε αντίθεση με την πρώτη εκδοχή που συνδέει την ευτυχία με τη φύση, η δεύτερη την αποθέτει στην παιδεία: «(πρέπει να δούμε) δεύτερον, αν γίνονται ευτυχισμένοι μέσω της παιδείας, σαν να είναι η ευτυχία μια μορφή επιστήμης» (1214a 22-23).

Και υπάρχει και τρίτη εκδοχή: «Ή, τρίτον, μέσω κάποιας άσκησης (σίγουρα υπάρχουν πολλά γνωρίσματα που δεν τα έχουν οι άνθρωποι ούτε από τη φύση ούτε από τη γνώση αλλά από τον εθισμό· γνωρίσματα κακά όσοι είχαν εθισμούς κακούς, και γνωρίσματα καλά όσοι είχαν εθισμούς καλούς)» (1214a 23-26).

Όμως, πέρα από αυτά τα ενδεχόμενα ο Αριστοτέλης θα προσθέσει κι άλλα δύο: «Υπάρχει και η περίπτωση να μην ισχύει κανένας από αυτούς τους τρεις τρόπους, αλλά ένας από τους εξής δύο: να γίνονται κάποιοι ευτυχισμένοι είτε όπως οι άνθρωποι οι νυμφόληπτοι και θεόληπτοι, όσοι δέχτηκαν τη θεία επίπνοια σαν εκείνους που μπήκε ο θεός μέσα τους· είτε από την τύχη (γιατί είναι πολλοί που ταυτίζουν την ευτυχία με την καλή τύχη)» (1214a 26-31).

Για τον Αριστοτέλη η αναζήτηση της ευτυχίας δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με αυτές τις απόψεις. Το ζήτημα είναι ο ακριβής καθορισμός: «Είναι προφανές, συνεπώς, ότι η παρουσία της ευτυχίας εξασφαλίζεται στους ανθρώπους είτε μέσω όλων αυτών, είτε μέσω ορισμένων, είτε μέσω ενός. Εξάλλου, όλα σχεδόν τα ανθρώπινα αποκτήματα στις συγκεκριμένες αρχές ανάγονται» (1214a 32-35).

Το βέβαιο είναι ότι η ευτυχία δεν μπορεί να ταυτιστεί με τρόπο απόλυτο με τις διανοητικές πράξεις, αφού για την κατάκτησή της δεν αρκεί μόνο η γνώση. Αν συνέβαινε αυτό θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι η ευτυχία αποτελεί αποκλειστικό προνόμιο των μορφωμένων ανθρώπων. Από την άλλη, όμως, δε θα μπορούσε να νοηθεί ως κάτι εντελώς ξεκομμένο από τη γνώση. Η γνώση δεν εξασφαλίζει με τρόπο αυτόματο την ευτυχία αλλά έχει σαφή ρόλο για την κατάκτησή της.

Η ανθρώπινη ευτυχία εξασφαλίζεται από την εκπλήρωση περισσότερων παραγόντων και είναι αδύνατο να ταυτιστεί με μία μονάχα εκδοχή: «Ειδικότερα η ευτυχία και η μακάρια και καλή ζωή συνίστανται και στα τρία, σε αυτά που θεωρούνται οι ανώτατες επιλογές. Διότι άλλοι ισχυρίζονται πως η φρόνηση είναι το μέγιστο αγαθό, άλλοι η αρετή, άλλοι η ηδονή» (1214a 37-41).

Ωστόσο, ακόμη κι αν συμφωνηθεί ότι αυτές οι τρεις «ανώτατες επιλογές» είναι που καθορίζουν την ευτυχία, το ζήτημα δεν έχει λυθεί, αφού γεννιούνται νέες διαφωνίες σε σχέση με το μέγεθος επιρροής της καθεμίας: «Μερικών, πάλι, οι διαφωνίες σχετίζονται με τη βαρύτητα που έχουν η φρόνηση και η αρετή και η ηδονή για την απόκτηση της ευτυχίας. Λένε ότι η μία συμβάλλει στην ευτυχία πιο πολύ από την άλλη. Και ορισμένοι θεωρούν τη φρόνηση μεγαλύτερο αγαθό από την αρετή, άλλοι την αρετή από τη φρόνηση, και κάποιοι τρίτοι βάζουν την ηδονή πάνω από τις άλλες δύο. Έτσι, η ευτυχισμένη ζωή για άλλους σχετίζεται και με τις τρεις, για άλλους με τις δύο, και για άλλους μόνο με τη μία» (1214b 1-7).

Για την πλήρη αποσαφήνιση των όρων σχετικά με την (εδώ) ερμηνεία της λέξης φρόνηση: «Ο όρος δεν έχει στα ΗΕ την εξειδικευμένη σημασία, με την οποία συναντάται συχνά σε άλλες αριστοτελικές πραγματείες. Δεν δηλώνει, δηλαδή, την πρακτική σοφία, την ικανότητα να αντιμετωπίζονται με λογικό τρόπο οι καθημερινές ανάγκες της ζωής (σε αντίθεση με την θεωρίαν ή τη σοφίαν, που σηματοδοτούν περισσότερο τις θεωρητικές ή επιστημονικές ικανότητες της ανθρώπινης διανόησης). Φρόνησις στα ΗΕ είναι η γενικότερη ικανότητα του ανθρώπου να διανοείται, να κρίνει λογικά πρόσωπα, γεγονότα και καταστάσεις».

Μπροστά σε όλες αυτές τις εκδοχές της ευτυχίας κάθε άνθρωπος πρέπει να σκεφτεί το ζήτημα σοβαρά, ώστε να μπορέσει να κάνει τις πρέπουσες επιλογές: «… πρέπει καταρχήν μέσα του, αποφεύγοντας τόσο τη βιασύνη όσο και τη ραθυμία, να ξεκαθαρίσει ποιο από τα ανθρώπινα αγαθά βρίσκεται στον πυρήνα της ευτυχίας, καθώς και ποιες είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για την απόκτησή του» (1214b 15-18).

Το βέβαιο είναι ότι δεν πρέπει να συγχέεται η ευτυχία με τις προϋποθέσεις της: «Πρόκειται, εξάλλου, για κάτι που συμβαίνει και με πολλά άλλα, οπότε και η ευτυχία δεν ταυτίζεται με τις απαραίτητες προϋποθέσεις της ευτυχίας (ορισμένες, όμως, προϋποθέσεις δεν αφορούν αποκλειστικά την υγεία ή την ευτυχία, αλλά είναι κοινές περίπου για όλες τις συνήθειες και τις πράξεις μας· π.χ., αν δεν αναπνέαμε ή δεν είμαστε ξύπνιοι ή δεν κινούμαστε, δε θα είχαμε τίποτε, ούτε καλό ούτε κακό)» (1214b 20-26).

Πράγματι, το δεδομένο ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να ευτυχήσει κανείς είναι η ίδια η ζωή –η ευτυχία δεν αφορά τους πεθαμένους– δε συνεπάγεται την ταύτιση της ευτυχίας με τις προϋποθέσεις της ζωής. Θα ήταν παράλογος ο ισχυρισμός ότι κάποιος είναι ευτυχισμένος επειδή απλώς ανασαίνει ή έχει τη δυνατότητα να ξυπνά μετά τον ύπνο του. Η εκπλήρωση των βιολογικών αναγκών και η καλή υγεία αποτελούν σαφέστατες προϋποθέσεις για την ευτυχία (συνήθως η αξία τους γίνεται κατανοητή σε περιόδους στέρησης), αλλά δεν αποτελούν ευτυχία από μόνα τους.

Το ζήτημα της ευτυχίας ξεκινά μετά την εκπλήρωση αυτών κι έχει να κάνει με τη συνολική διαχείριση του εαυτού απέναντι σε όλα τα ερεθίσματα. Από αυτή την άποψη, είναι σαφές ότι η ευτυχία δεν μπορεί να ταυτιστεί ούτε με το φαγητό ούτε με τον έρωτα ούτε με όλες τις σωματικές απολαύσεις, αφού αυτές σχετίζονται με τις προϋποθέσεις και όχι με την τελική της ουσία. Η σύγχυση που υπάρχει σχετικά με την εκτίμηση των σωματικών ηδονών πηγάζει από την αδυναμία διαχωρισμού του τελικού σκοπού με τα μέσα που απαιτούνται για την εκπλήρωσή του.

Η θεοποίηση των μέσων-προϋποθέσεων που εκλαμβάνονται σαν τελικός σκοπός καταδεικνύει τον αποπροσανατολισμό του ανθρώπου, που δείχνει αδύναμος να ιεραρχήσει τις ανάγκες του. Κι όσο σφάλλουν αυτοί που υπερτιμούν τις προϋποθέσεις καταφεύγοντας στην υπερβολή των σωματικών ηδονών, άλλο τόσο σφάλλουν κι αυτοί που τις περιφρονούν ή τις καταπιέζουν προβάλλοντας επιχειρήματα ηθικού χαρακτήρα. Οι πρώτοι σφάλλουν από την πλευρά της υπερβολής και οι δεύτεροι από την πλευρά της έλλειψης.

Οι σωματικές ανάγκες δεν πρέπει ούτε να θεοποιούνται ούτε να κατακρίνονται. Η χαρά της ζωής ασφαλώς και προϋποθέτει την εκπλήρωσή τους, η οποία, όμως, πρέπει να κινηθεί μέσα στα όρια του μέτρου: «Αυτές ακριβώς οι προϋποθέσεις προκαλούν τις διχογνωμίες σχετικά με την ευτυχία, τι είναι αυτή και πως αποκτιέται· διότι μερικοί πιστεύουν ότι οι απαραίτητες προϋποθέσεις της είναι και τμήματα ευτυχίας» (1214b 30-33).

Κι επειδή οι απόψεις περί ευτυχίας είναι πάρα πολλές, ο Αριστοτέλης θεωρεί ότι δεν πρέπει να ληφθούν όλες υπόψη, παρά μόνο αυτές που αξίζουν: «Το να εξετάσουμε, τώρα, όλες τις απόψεις που κυκλοφορούν περί ευτυχίας είναι απολύτως περιττό (απόψεις πολλές έχουν και τα παιδάρια και οι άρρωστοι και οι παράφρονες· κανείς νουνεχής δε θα προβληματιζόταν με αυτές)» (1214b 34-38).

Για να συμπληρωθεί: «Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τις απόψεις των πολλών περί ευτυχίας: δεν αξίζει να τις μελετήσουμε, μιας και αυτοί μιλούν όπως τους έρθει, τόσο περί παντός επιστητού όσο και περί ευτυχίας. Για την ευτυχία, μόνο τις απόψεις των σοφών έχει νόημα να εξετάσουμε, αφού δε στέκει να προσφέρεται λόγος σε εκείνους που δεν έχουν καθόλου ανάγκη από λόγο αλλά από πάθος» (1215a 1-6).

Με άλλα λόγια, ο άνθρωπος που δεν έχει τιθασεύσει τα πάθη του δεν μπορεί να έχει και άποψη για την ευτυχία, αφού από θέση αρχής στερείται του μέτρου. Αυτός που κατάφερε να τα χαλιναγωγήσει είναι ο σοφός και γι’ αυτό η γνώμη του μπορεί να έχει βαρύτητα. Κατόπιν αυτών η διερεύνηση οφείλει να προχωρήσει σε άλλα ζητήματα: «Επίσης, εκτός από αυτά επείγει να διερευνηθούν κατεξοχήν τα ζητούμενα της συνολικής έρευνας, με ποια μέσα δηλαδή ενδέχεται να μετάσχουμε στο ευ ζην και την καλή ζωή που συντηρούν στους καλούς ανθρώπους την ελπίδα μέσα στην καθημερινότητα» (1215a11-16).

Το πράγμα θα γίνει περισσότερο χειροπιαστό, αφού αποκλειστούν οι παράγοντες της φύσης και της τύχης: «Διότι, αν η καλή ζωή οφείλεται σε τυχαία ή φυσικά συμβάντα, θα είναι κάτι για το οποίο οι πολλοί δε θα έχουν ελπίδα, αφού η απόκτησή της δε θα οφείλεται ούτε στη φροντίδα τους ούτε στη μέριμνά τους» (1215a 17-20).

Η εναπόθεση της ευτυχίας στη φύση ή την τύχη ουσιαστικά αποκλείει την ανθρώπινη συμμετοχή καταδεικνύοντας την έσχατη μοιρολατρία. Μια τέτοια εκδοχή είναι αδύνατο να γίνει αποδεκτή (αν ίσχυε κάτι τέτοιο θα ήταν μάταιη κάθε φιλοσοφική έρευνα), καθώς στην ουσία ματαιώνει τον άνθρωπο. Η ευτυχία, ως αποκλειστικά ανθρώπινη συνθήκη σχετίζεται απόλυτα με την ανθρώπινη συμπεριφορά, δηλαδή τον ανθρώπινο χαρακτήρα που θα ενεργήσει. Το ζήτημα αφορά τη διαμόρφωση αυτού του χαρακτήρα προς την κατεύθυνση της λογικής και του μέτρου. Το γεγονός ότι ο άνθρωπος έχει την πλήρη ευθύνη των πράξεών του καθιστά σαφή και την ευθύνη της ευτυχίας του.

Ο Αριστοτέλης ξεκαθαρίζει: «Εάν, αντίθετα, το αγαθό ανάγεται στην ποιότητα του χαρακτήρα κάθε ανθρώπου και στις πράξεις που αντιστοιχούν στη συγκεκριμένη ποιότητα, θα είναι κάτι πιο κοινό και θείο. Πιο κοινό, καθώς θα έχουν τη δυνατότητα να μετάσχουν σε αυτό περισσότεροι· και πιο θείο, καθώς η ευτυχία θα έρχεται ως αμοιβή για τους ανθρώπους που πάσχισαν να δώσουν μια ποιότητα στο χαρακτήρα τους και τις πράξεις τους» (1215a 21-26).

Η σύνδεση της ευτυχίας με το θείο διατυπώνεται και στο πρώτο βιβλίο από τα «Ηθικά Νικομάχεια» όπου ο Αριστοτέλης αναφέρει: «Ότι έτσι έχει το πράγμα προκύπτει λογικά και από το ότι η ευδαιμονία είναι αρχή· για χάρη της πράγματι κάνουμε όλοι όλα τα άλλα. Αυτό όμως που είναι η αρχή και η αιτία των αγαθών λέμε ότι είναι κάτι το άξιο τιμής, κάτι το θεϊκό» (1102a 12, 2-5).

Και συμπληρώνει: «Αν ο έπαινος είναι για πράγματα σαν αυτά που περιγράψαμε, είναι φανερό ότι για τα άριστα πράγματα δεν ταιριάζει έπαινος, αλλά κάτι μεγαλύτερο και καλύτερο, όπως δείχνουν και τα ίδια τα πράγματα· τις λέξεις, πράγματι, “μακαρίζω” και “ευδαιμονίζω” τις λέμε για τους θεούς και, ύστερα, για τους πιο θεϊκούς μεταξύ των ανθρώπων» (1101b 12, 25-29).

Η αριστοτελική αντίληψη της θεϊκής υπόστασης της ευτυχίας καταδεικνύεται και στα «Ηθικά Ευδήμια», αφού η ευτυχία παρουσιάζεται ως θεϊκή ανταμοιβή στον επίγειο κόσμο γι’ αυτούς που προσπάθησαν και διέπλασαν το χαρακτήρα τους σύμφωνα με τις επιταγές της αρετής. Γι’ αυτό και τελικά η ευτυχία αποτελεί θεϊκό συναίσθημα. Θα έλεγε κανείς ότι ο θεός έδωσε στον άνθρωπο τη δυνατότητα να συμμετέχει στα συναισθήματά του, ώστε να νιώσει (πάντα μέσα στο πλαίσιο των ανθρώπινων ορίων) και εκείνος θεός. Το κατά πόσο θα το πετύχει είναι δική του ευθύνη.

Αυτό που μένει είναι να ξεκαθαριστεί ο τρόπος που πρέπει να ορίζεται η ευτυχία: «Θα ξεκαθαριστούν οι πιο πολλές αμφισβητήσεις και απορίες, αν ορισθεί καλά τι πρέπει να πιστεύουμε ότι είναι η ευτυχία. Άραγε έγκειται μόνο στο να έχει η ψυχή μια ποιότητα, όπως φαντάστηκαν κάποιοι από τους σοφούς και παλαιότερους; Ή μήπως είναι υποχρεωτικά και τα δύο: και ο άνθρωπος να έχει κάποια ποιότητα στο χαρακτήρα του και ακόμα πιο πολύ να την έχουνε οι πράξεις του;» (1215a 27-33).

Το δεδομένο ότι οι καθημερινές πράξεις-ασχολίες σηματοδοτούν και τον τρόπο ζωής κάθε ανθρώπου θα αναγκάσει τον Αριστοτέλη να προβεί σε έναν ακόμη διαχωρισμό: «Έστω ότι διακρίνουμε διάφορους τρόπους ζωής. Ορισμένοι άνθρωποι δεν αμφισβητούν τη σχετική με τα εξωτερικά αγαθά ευημερία, αλλά λένε ότι ασχολούνται με αυτά λόγω ανάγκης. Αναφέρομαι σε όσους ασκούν τις ενοχλητικές ή χρηματιστικές ή βάναυσες τέχνες (κι όταν λέω ενοχλητικές εννοώ όσες επιζητούν απλά και μόνο τη δόξα, βάναυσες όσες ασκούνται καθιστικά και αμείβονται με μισθό, και χρηματιστικές όσες έχουν να κάνουν με εμπορικές αγοροπωλησίες)» (1215a 34-42).

Τελικά, ο διαχωρισμός ανάμεσα σε αυτούς που ασκούν «ενοχλητικές ή χρηματιστικές ή βάναυσες τέχνες» δεν έχει να κάνει μόνο με τη διαμόρφωση της καθημερινότητας του καθενός, αλλά και με τη διαφορετικότητα των αντιλήψεων που αναγκαστικά θα επέλθει. Άλλες προτεραιότητες μπορεί να έχει αυτός που επιζητά τη δόξα, άλλες ο έμπορος κι άλλες ο βάναυσος (ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί το επίθετο για τις χειρωνακτικές τέχνες).

Άλλοι τρόποι ζωής που υπάρχουν και που πρέπει να συμπεριληφθούν στην έρευνα για την αναζήτηση της ευτυχίας είναι ο πολιτικός, ο φιλόσοφος και ο απολαυστικός: «Ορισμένοι άλλοι στην προοπτική της ευτυχίας θέτουν τα τρία προηγούμενα αγαθά ως τα μέγιστα για τους ανθρώπους, δηλαδή την αρετή, τη φρόνηση και την ηδονή· με καθεμιά τους αντιστοιχούν και τρεις τρόποι ζωής, αυτούς που επιλέγουν να ζήσουν οι αυτεξούσιοι άνθρωποι: ο πολιτικός, ο φιλόσοφος και ο απολαυστικός βίος. Ο φιλόσοφος βίος στοχεύει στη φρόνηση και στη θεωρία της αλήθειας, ο πολιτικός στις καλές πράξεις (όσες δηλαδή ανάγονται στην αρετή), ενώ ο απολαυστικός στις σωματικές ηδονές» (1215a 42-48 και 1215b 1-5).

Κάθε τρόπος ζωής επί της ουσίας αντικατοπτρίζει και μια αντίληψη για την ευτυχία: «Εδώ ακριβώς έγκειται και η αιτία που υπάρχουν τόσες διαφωνίες για το ποιος είναι ο ευτυχισμένος, όπως ήδη αναφέρθηκε. Ο Αναξαγόρας ο Κλαζομένιος, όταν ρωτήθηκε ποιος είναι ο πιο ευτυχισμένος, απάντησε “κανένας από όσους εσύ νομίζεις, αλλά κάποιος που λογικά θα σου φανεί ανύπαρκτος”» (1215b 5-9).

Οι τόσες πολλές οπτικές για την κατάκτηση της ευτυχίας καθιστούν το θέμα τόσο ελαστικό, ώστε ο καθένας θα μπορούσε να το ορίσει κατά το δοκούν. Και είναι αλήθεια ότι το ζήτημα της ευτυχίας είναι αδύνατο να τεθεί εκτός υποκειμενικότητας. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι στερείται αντικειμενικών σταθερών και η λογική είναι το εργαλείο που θα τις καταδείξει. Τα «Ηθικά Ευδήμια» μαζί με τα «Ηθικά Μεγάλα» και τα «Ηθικά Νικομάχεια» είναι το σύνολο της αριστοτελικής ηθικής φιλοσοφίας που αποσκοπεί να δώσει απαντήσεις.

Όσο για τον Αναξαγόρα, που απάντησε με αυτό τον τρόπο, είναι φανερό ότι πρεσβεύει τη δική του οπτική της ευτυχίας: «Αποκρίθηκε έτσι, επειδή έβλεπε ότι ο ερωτών αδυνατούσε να εκλάβει ως ευτυχισμένο κάποιον μη μέγα, μήτε ωραίο, μήτε πλούσιο. Ο ίδιος ο Αναξαγόρας ίσως φανταζόταν ευτυχισμένο έναν άνθρωπο που ζει χωρίς λύπη, καθαρό από άποψη δικαιοσύνης ή μέτοχο κάποιας θείας θεωρίας· αυτόν που θα έλεγε στα ανθρώπινα όρια μακάριο» (1215b 10-16).

Αριστοτέλης, Ηθικά Ευδήμια

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΛΥΣΙΑΣ, ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ

ΛΥΣ 33.1–9

Έπαινος του Ηρακλή, ιδρυτή των Ολυμπιακών αγώνων – Κατάκριση των συγχρόνων του ρήτορα για έλλειψη ομόνοιας

Στα Ολύμπια του 388 π.Χ. διαβάστηκε ο Ολυμπιακός, επιδεικτικός λόγος, το σωζόμενο απόσπασμα του οποίου ακολουθεί. Με αυτόν ο ρήτορας απευθύνει έκκληση για την ένωση όλων των Ελλήνων εναντίον του τυράννου των Συρακουσών Διονυσίου του Α´.


[1] Ἄλλων τε πολλῶν καὶ καλῶν ἔργων ἕνεκα, ὦ ἄνδρες,
ἄξιον Ἡρακλέους μεμνῆσθαι, καὶ ὅτι τόνδε τὸν ἀγῶνα
πρῶτος συνήγειρε δι’ εὔνοιαν τῆς Ἑλλάδος. ἐν μὲν γὰρ
τῷ τέως χρόνῳ ἀλλοτρίως αἱ πόλεις πρὸς ἀλλήλας διέ-
κειντο· [2] ἐπειδὴ δὲ ἐκεῖνος τοὺς τυράννους ἔπαυσε καὶ τοὺς
ὑβρίζοντας ἐκώλυσεν, ἀγῶνα μὲν σωμάτων ἐποίησε, φιλο-
τιμίαν <δὲ> πλούτου, γνώμης δ’ ἐπίδειξιν ἐν τῷ καλλί-
στῳ τῆς Ἑλλάδος, ἵνα τούτων ἁπάντων ἕνεκα εἰς τὸ αὐτὸ
συνέλθωμεν, τὰ μὲν ὀψόμενοι, τὰ δ’ ἀκουσόμενοι· ἡγήσατο
γὰρ τὸν ἐνθάδε σύλλογον ἀρχὴν γενήσεσθαι τοῖς Ἕλλησι
τῆς πρὸς ἀλλήλους φιλίας. [3] ἐκεῖνος μὲν οὖν ταῦθ’ ὑφηγή-
σατο, ἐγὼ δὲ ἥκω οὐ μικρολογησόμενος οὐδὲ περὶ τῶν
ὀνομάτων μαχούμενος. ἡγοῦμαι γὰρ ταῦτα ἔργα μὲν εἶναι
σοφιστῶν λίαν ἀχρήστων καὶ σφόδρα βίου δεομένων, ἀνδρὸς
δὲ ἀγαθοῦ καὶ πολίτου πολλοῦ ἀξίου περὶ τῶν μεγίστων
συμβουλεύειν, ὁρῶν οὕτως αἰσχρῶς διακειμένην τὴν Ἑλ-
λάδα, καὶ πολλὰ μὲν αὐτῆς ὄντα ὑπὸ τῷ βαρβάρῳ, πολλὰς
δὲ πόλεις ὑπὸ τυράννων ἀναστάτους γεγενημένας. [4] καὶ ταῦτα
εἰ μὲν δι’ ἀσθένειαν ἐπάσχομεν, στέργειν ἂν ἦν ἀνάγκη
τὴν τύχην· ἐπειδὴ δὲ διὰ στάσιν καὶ τὴν πρὸς ἀλλήλους
φιλονικίαν, πῶς οὐκ ἄξιον τῶν μὲν παύσασθαι τὰ δὲ κω-
λῦσαι, εἰδότας ὅτι φιλονικεῖν μέν ἐστιν εὖ πραττόντων,
γνῶναι δὲ τὰ βέλτιστα τῶν οἵων ἡμῶν; [5] ὁρῶμεν γὰρ τοὺς
κινδύνους καὶ μεγάλους καὶ πανταχόθεν περιεστηκότας·
ἐπίστασθε δὲ ὅτι ἡ μὲν ἀρχὴ τῶν κρατούντων τῆς θαλάτ-
της, τῶν δὲ χρημάτων βασιλεὺς ταμίας, τὰ δὲ τῶν Ἑλλή-
νων σώματα τῶν δαπανᾶσθαι δυναμένων, ναῦς δὲ πολλὰς
<μὲν> αὐτὸς κέκτηται, πολλὰς δ’ ὁ τύραννος τῆς Σικε-
λίας. [6] ὥστε ἄξιον τὸν μὲν πρὸς ἀλλήλους πόλεμον κατα-
θέσθαι, τῇ δ’ αὐτῇ γνώμῃ χρωμένους τῆς σωτηρίας ἀντέ-
χεσθαι, καὶ περὶ μὲν τῶν παρεληλυθότων αἰσχύνεσθαι,
περὶ δὲ τῶν μελλόντων ἔσεσθαι δεδιέναι, καὶ πρὸς τοὺς
προγόνους ἁμιλλᾶσθαι, οἳ τοὺς μὲν βαρβάρους ἐποίησαν
τῆς ἀλλοτρίας ἐπιθυμοῦντας τῆς σφετέρας αὐτῶν στερεῖ-
σθαι, τοὺς δὲ τυράννους ἐξελάσαντες κοινὴν ἅπασι τὴν ἐλευ-
θερίαν κατέστησαν. [7] θαυμάζω δὲ Λακεδαιμονίους πάντων
μάλιστα, τίνι ποτὲ γνώμῃ χρώμενοι καομένην τὴν Ἑλλάδα
περιορῶσιν, ἡγεμόνες ὄντες τῶν Ἑλλήνων οὐκ ἀδίκως,
καὶ διὰ τὴν ἔμφυτον ἀρετὴν καὶ διὰ τὴν πρὸς τὸν πόλεμον
ἐπιστήμην, μόνοι δὲ οἰκοῦντες ἀπόρθητοι καὶ ἀτείχιστοι
καὶ ἀστασίαστοι καὶ ἀήττητοι καὶ τρόποις ἀεὶ τοῖς αὐτοῖς
χρώμενοι· ὧν ἕνεκα ἐλπὶς ἀθάνατον τὴν ἐλευθερίαν αὐτοὺς
κεκτῆσθαι, καὶ ἐν τοῖς παρεληλυθόσι κινδύνοις σωτῆρας
γενομένους τῆς Ἑλλάδος περὶ τῶν μελλόντων προορᾶσθαι.
[8] οὐ τοίνυν ὁ ἐπιὼν καιρὸς τοῦ παρόντος βελτίων· οὐ γὰρ
ἀλλοτρίας δεῖ τὰς τῶν ἀπολωλότων συμφορὰς νομίζειν
ἀλλ’ οἰκείας, οὐδ’ ἀναμεῖναι, ἕως ἂν ἐπ’ αὐτοὺς ἡμᾶς αἱ
δυνάμεις ἀμφοτέρων ἔλθωσιν, ἀλλ’ ἕως ἔτι ἔξεστι, τὴν
τούτων ὕβριν κωλῦσαι. [9] τίς γὰρ οὐκ ἂν <ἀγανακτήσει>εν
ὁρῶν ἐν τῷ πρὸς ἀλλήλους πολέμῳ μεγάλους αὐτοὺς γε-
γενημένους; ὧν οὐ μόνον αἰσχρῶν ὄντων ἀλλὰ καὶ δεινῶν,
τοῖς μὲν μεγάλα ἡμαρτηκόσιν ἐξουσία γεγένηται τῶν πε-
πραγμένων, τοῖς δὲ Ἕλλησιν οὐδεμία αὐτῶν τιμωρία ...

***
Και δι' άλλα πολλά και σπουδαία έργα, πολίται, αξίζει να ενθυμούμεθα τον Ηρακλέα, και διότι τούτον τον αγώνα πρώτος συνέστησε από αγάπην προς τους Έλληνας.

Διότι πρωτύτερα μεν αι πόλεις διέκειντο εχθρικώς προς αλλήλας. Όταν δε εκείνος κατήργησε τους τυράννους και περιέστειλεν εκείνους που εφέροντο αλαζονικώς προς τους άλλους, συνέστησε αγώνας μεν επιδείξεως σωματικών προτερημάτων, πλούτου και σοφίας, εις τον ωραιότατον τούτον τόπον της Ελλάδος, ίνα χάριν όλων αυτών συνέλθωμεν, όπως άλλα μεν ίδωμεν, άλλα δε ακούωμεν. Διότι ενόμισεν ότι η ενταύθα συνάθροισις θα γίνη διά τους Έλληνας αρχή της μεταξύ των φιλίας.

Εκείνος μεν λοιπόν ταύτα υπέδειξεν, εγώ δε έχω έλθει ενταύθα ουχί διά να είπω μικρολογίας ουδέ να φιλονικήσω διά λέξεις. Διότι νομίζω ότι ταύτα είναι έργα πτωχών και αχρήστων σοφιστών, ανδρός δε χρηστού και αξίου πολίτου έργον νομίζω ότι είναι να συμβουλεύη περί των μεγίστων ζητημάτων, διότι βλέπω ότι η Ελλάς ευρίσκεται εις την κακίστην κατάστασιν, ότι πολλαί χώραι αυτής ευρίσκονται υπό την εξουσίαν των βαρβάρων και ότι πολλαί πόλεις έχουν καταστραφή υπό των τυράννων.

Και εάν μεν ταύτα επάσχομεν από αδυναμίαν, αναγκαίον θα ήτο να υπομένωμεν την τύχην μας· επειδή δε πάσχομεν ταύτα ένεκα των διαφωνιών μας και των μεταξύ μας φιλονικιών, πώς δεν αξίζει να παύσωμεν μεν τας διαφωνίας και φιλονικίας, όπου υπάρχουν, να εμποδίσωμεν δε να αναπτυχθούν τοιαύται όπου δεν υπάρχουν, γνωρίζοντες ότι οι ευτυχούντες μεν δύνανται να φιλονικούν μεταξύ των, οι δυστυχούντες δε πρέπει να καταλάβουν το συμφέρον των;

Διότι βλέπω μεν ότι οι κίνδυνοι και μεγάλοι είναι και πανταχόθεν μας περιβάλλουν, γνωρίζετε δε ότι η κυριαρχία μεν ανήκει σ' εκείνον που είναι κύριος της θαλάσσης, ότι δε τα χρήματα τα έχει ο βασιλεύς της Περσίας, ότι τα σώματα των Ελλήνων ανήκουν σ'αυτούς που δύνανται να εξοδεύουν, και ότι πολλά μεν πλοία έχει αυτός, πολλά δε ο τύραννος της Σικελίας.

Ώστε αξίζει να παύσωμεν τον μεταξύ μας πόλεμον και ομοθυμαδόν να φροντίσωμεν διά την σωτηρίαν μας, και διά τα παρελθόντα μεν να αισχυνώμεθα, διά τα μέλλοντα δε να φοβώμεθα, και να μιμούμεθα τους προγόνους μας, οι οποίοι έκαμαν τους μεν βαρβάρους, που επεθύμησαν την ξένην χώραν, να στερηθούν της ιδικής των, τους δε τυράννους εκδιώξαντες κατέστησαν την ελευθερίαν κοινόν κτήμα όλων των Ελλήνων.

Απορώ δε πάρα πολύ με τους Λακεδαιμονίους, τι τέλος πάντων σκεπτόμενοι παραβλέπουν να καίεται όλη η Ελλάς, ενώ έχουν δικαίως την ηγεμονίαν της Ελλαδος και διά την έμφυτον ανδρείαν των και διά την πολεμικήν των επιστήμην, και ενώ μόνοι εξ όλων των Ελλήνων κατοικούν την πόλιν των χωρίς ποτέ αύτη να κυριευθή, χωρίς ποτέ να γίνη στάσις, χωρίς ποτέ να νικηθούν, χωρίς να έχουν φρούρια, μεταχειριζόμενοι πάντοτε τον ίδιον τρόπον διοικήσεως· ένεκα των οποίων υπάρχει ελπίς ότι αιωνίως θα είναι ελεύθεροι, και επειδή έγιναν κατά το παρελθόν σωτήρες της Ελλάδος, υπάρχει ελπίς ότι θα φροντίσουν και εις το μέλλον.

Το μέλλον λοιπόν δεν θα είναι καλύτερον του παρόντος. Διότι δεν πρέπει να θεωρούμεν ξένας τας συμφοράς των καταστραφέντων αλλ' ιδικάς μας, ουδέ πρέπει να αναμείνωμεν έως ότου και των δύο αι δυνάμεις έλθουν εναντίον μας , αλλά πρέπει, έως ότου ακόμη είναι καιρός, να εμποδίσωμεν την αυθάδειαν τούτων.

Διότι ποιος μπορεί να μη εντρέπεται βλέπων ότι αυτοί έχουν γίνει ισχυροί ένεκα των εμφυλίων πολέμων μας; Επειδή αυτά είναι όχι μόνον άσχημα, αλλά και φοβερά, οι μεν μεγάλα εγκλήματα διαπράξαντες έχουν πράξει όσα ήθελον, οι δε Έλληνες δεν έχουν τιμωρήσει αυτούς.