Στό «Μόν Ρεπό» τῆς Κέρκυρας ὑπάρχει ἓνα περίτεχνο ἀντίγραφο τοῦ Ἀχιλλέα νά πιάνει μέ ὀδύνη τό βέλος, πού ἒχει μπηχθῆ στήν δεξιά του φτέρνα, περιμένοντας καθιστός καί μέ ὀδύνη τόν θάνατο. Ἂραγε πεθαίνει κανείς ἂν δεχθῆ ἓνα βέλος στήν φτέρνα; Ἐντελῶς ἀπίθανο.
Πῶς πέθανε λοιπόν ὁ Ἀχιλλέας; Τό θέμα εἶναι λίγο πολύπλοκο, ἀλλά ὃσοι ἀγαποῦν καί ἐνδιαφέρονται γιά τόν Ὃμηρο, εἶμαι βέβαιος ὃτι θά ἱκανοποιηθοῦν ἀπό τίς ἐξηγήσεις πού ἀκολουθοῦν, καί πού βασίζονται, ὃπως πάντα, στό πληροφοριακό ὑλικό τῶν ἐπῶν, καί ὂχι στίς φαντασιώσεις τῶν γνωστῶν μας παλαιοτέρων φιλολόγων, πού δίδαξαν τά παιδιά μας καί τά ἐγγόνια μας, περνῶντας στρεβλές πληροφορίες γιά τόν Ὃμηρο, γιά λόγους πού τούς ἀφοροῦν.
Ὁ θάνατος τοῦ Ἀχιλλέα πολλαπλῶς προαγγέλεται στήν Ἰλιάδα, ἀλλά οὐδέποτε ἐπισυμβαίνει στό ἒπος.
Γνωρίζει ὁ ἲδιος πολύ καλά πώς θά πεθάνη, καί μάλιστα λέει ὃτι ἂν ἒμενε στήν Φθία, θά κληρονομοῦσε τό βασίλειο τοῦ Πηλέως. Ἀλλά προτίμησε νά πολεμήση στό τρωικό πεδίο καί ὂχι μόνο. Τό γνωρίζει ἡ μητέρα του ἡ Θέτις, ἡ ὁποία αὐτοαποκαλεῖται κακογεννήτρα, ἐπειδή γέννησε παιδί ὀλιγόζωο.
Τόν θάνατό του προαναγγέλει ὁ Ἓκτορας, ἐνῶ ὁ Ἀχιλλέας τόν ἒχει τρυπήσει μέ τό δόρυ του στόν λαιμό.
Τό ἲδιο καί ἓνας ἀπό τούς ἳππους του, ὁ Ξάνθος, μιλῶντας μέ ἀνθρώπινη φωνή.
Ὡστόσο ὁ θάνατός του δέν ἐπισυμβαίνει στήν Ἰλιάδα, πού καταλήγει μέ τόν στίχο:
«
ὡς οἳ γ᾽ ἀμφίεπον τάφον Ἓκτορος ἱπποδάμοιο»
(ἒτσι αὐτοί φρόντιζαν τόν τάφο τοῦ ἱπποδαμαστῆ Ἓκτορα).
Πότε λοιπόν σκοτώθηκε ὁ Ἀχιλλέας; Καί ποιός τόν σκότωσε; Κάτω ἀπό ποιές συνθήκες;
Ἐδῶ ὁ παντογνώστης Ὃμηρος ἀφιερώνει δεκάδες στίχους γιά τόν ἐπισυμβάντα θάνατο ὂχι μόνο τῶν μεγάλων, ἀλλά καί τῶν μικροτέρων ἡρώων. Καί περί τοῦ θανάτου τοῦ Ἀχιλλέως οὐδέ γρί;
Στόν τρωικό πόλεμο οἱ μεγάλοι ἣρωες δοξαζόντουσαν ὃταν σκότωναν μεγάλους ἣρωες τῶν ἀντιπάλων. Ὁ Ἓκτορας γιά παράδειγμα σκοτώνει τόν Πάτροκλο μέ τήν βοήθεια τοῦ Ἀπόλλωνα. Ὁ Διομήδης σκοτώνει τόν βασιλιᾶ τῶν Θρακῶν Ρῆσο καί τραυματίζει τήν ἲδια τήν Ἀφροδίτη, ἀλλά καί τόν Ἂρη. Ὁ Μενέλαος πάλι σκοτώνει τόν βασιλιᾶ τῶν Παφλαγόνων Πολυμαίνη καί μονομαχεῖ μέχρι θανάτου μέ τόν Ἀλέξανδρο (Πάρι).
Τόν Ἀχιλλέα, ποιός τόν σκότωσε;
Οἱ σχολαστικοί φιλόλογοι, πού δίδασκαν τά παιδιά μας καί τά ἐγγόνια μας τά ὁμηρικά ἒπη, ὑποστήριζαν στίς διδακτικές μεταφράσεις, ὃτι ὁ Ὃμηρος μᾶς περιγράφει τίς τελευταῖες 51 ἡμέρες τοῦ πολέμου. Κάθονται καί μετροῦν κατά τήν σειρά τῶν ραψωδιῶν: Ἐννέα ἡμέρες ὁ Ἀπόλλων τοξεύει τό στρατόπεδο τῶν Ἀχαιῶν. Τήν δεκάτη παίρνουν ἀπό τήν σκηνή τοῦ Ἀχιλλέα τήν ἀγαπημένη του Βρισηίδα. Τήν 21η ἡμέρα ἡ Θέτις παίρνει ὑπόσχεση ἀπό τόν Δία νά τιμήση τόν Ἀχιλλέα προκαλῶντας ἀπώλειες στούς Ἀχαιούς. Τήν 24η οἱ Ἀχαιοί χτίζουν ἀμυντικό τεῖχος. Τήν 26η πρός 27η ὁ Ἣφαιστος ἑτοιμάζει νέα πανοπλία στόν Ἀχιλλέα. Τήν 28η ἡμέρα γίνεται ἡ ταφή τοῦ Πατρόκλου. Ὓστερα ἀπό 12 ἡμέρες ὁ Πρίαμος ζητεῖ ἀπό τόν Ἀχιλλέα τό σῶμα τοῦ Ἓκτορος. Γίνεται ἀνακωχή 11 ἡμερῶν γιά νά μαζέψουν ξύλα οἱ Τρῶες, τήν δεκάτη γοοῦν καί καῖνε τόν Ἓκτορα καί τήν 11η ὑψώνουν τύμβο.
Σύνολο – καταλήγουν εὐηθῶς- 51 ἡμέρες. Καί μετά; Τί γίνεται; Συνεχίζεται ὁ πόλεμος;
Ἡ τελευταία κουβέντα πού ἒχει ὁ Ἀχιλλέας μέ τόν Πρίαμο εἶναι:
«Θά σοῦ κάνω αὐτό πού ζητᾶς, γέρο. Θά πάψω τόν πόλεμο γιά 12 ἡμέρες».
Ὁ Πρίαμος τοῦ εἶχε πεῖ προηγουμένως: «Τήν δωδεκάτη ξαναρχίζει ὁ πόλεμος, ἂν χρειασθῆ».
Δέν γνωρίζουμε λοιπόν στήν Ἰλιάδα ἂν ὁ πόλεμος συνεχίσθηκε, ἂν σκοτώθηκε ὁ Ἀχιλλέας καί ἀπό ποιόν.
Ξαναβρίσκουμε τόν Ἀχιλλέα νεκρό πλέον στόν Ἃδη, στήν «Νέκυια», τήν νεκρομαντεία, στήν ραψωδία λ. Ἐκεῖ συναντᾶται μέ τόν Ὀδυσσέα, πού κατέβηκε στόν Κάτω Κόσμο γιά νά πάρη χρησμό ἀπό τόν μάντι Τειρεσία, καί ἒχουν μιά συνομιλία. Ὁ Ἀχιλλέας φαίνεται νά μή γνωρίζη τό τέλος τοῦ πολέμου καί ρωτάει ἐναγωνίως τόν Ὀδυσσέα ἂν ἒχη μάθει κάτι γιά τόν πατέρα του τόν Πηλέα καί γιά τόν γιό του τόν Νεοπτόλεμο, πού δέν εἶχε δεῖ καθόλου κατά τήν διάρκεια τοῦ πολέμου, ἐπειδή μεγάλωνε στήν Σκύρο. Ὁ Ὀδυσσέας τοῦ λέει ὃτι δέν γνωρίζει τίποτε γιά τόν πατέρα του, ἂν ζῆ ἢ πέθανε, ἀλλά γνωρίζει πολλά γιά τόν γιό του. Λέει ὁτι ὁ ἲδιος πῆγε καί τόν ἒφερε ἀπό τήν Σκύρο. Πολεμοῦσε γενναῖα, ἦταν ἀτρόμητος, μυαλωμένος καί σκότωσε πολλούς Τρῶες, ἡγούμενος τῶν Μυρμιδόνων. Μάλιστα, εἶχε μπεῖ στήν κοιλιά τοῦ δουρείου ἳππου μαζί μέ ἂλλα παλικάρια καί ἀνυπομονοῦσε νά βγῆ καί νά σκοτώση μέ τό ξίφος του πολλούς Τρῶες. Τόν συγκράτησε ὁ Οδυσσέας.
Ἂρα, ὁ πόλεμος συνεχίσθηκε μετά τήν ταφή τοῦ Ἓκτορος. Σ᾽ αὐτές τίς μάχες κάπου σκοτώθηκε καί ὁ Ἀχιλλέας. Πότε ὃμως; Ἀπό ποιόν; Γιατί δέν ξέρουμε τί ἀκριβῶς συνέβη στόν μεγαλύτερο ἣρωα τοῦ πολέμου; Κι ἀκόμη συμπεραίνουμε ὃτι ὁ δούρειος ἳππος κατασκευάστηκε μετά τόν θάνατο τοῦ Ἀχιλλέα, ἀφοῦ μέ τό στρατήγημα αὐτό ἒπεσε ἡ Τροία, ἐνῶ ὁ Ἀχιλλέας δέν ζοῦσε, ἀφοῦ δέν γνωρίζει ὃτι ὁ γιός του ὁ Νεοπτόλεμος, εἶχε μπεῖ στήν κοιλιά τοῦ ξύλινου ἀλόγου.
Ἐπίσης ξαναβρίσκουμε νεκρό τόν Ἀχιλλέα στήν ραψωδία ω τῆς Ὀδύσσειας νά συνομιλῆ μέ τόν ἐπίσης νεκρό Ἀγαμέμνονα, πού ἐσφάγη ἀπό τόν Αἲγισθο καί τήν Κλυταιμνήστρα.
Οὒτε ἐδῶ μαθαίνουμε πῶς πέθανε ὁ Ἀχιλλέας καί ἀπό ποιόν σκοτώθηκε. Μαθαίνουμνε μόνο πῶς ἐτάφη διά στόματος Ἀγαμέμνονος, ὃτι τοῦ ἒγινε πολυτελεστάτη κηδεία, μέ ὃλες τίς Μοῦσες παροῦσες, μέ σπουδαῖο τύμβο καί πολλά κτερίσματα, ὃσα κανένας ἂλλος νεκρός βασιλιάς δέν εἶχε πάρει ποτέ. Τόν κλαίγανε 17 ἡμέρες καί 17 νύχτες, κι ἦσαν ἐκεῖ ὃλοι οἱ ἀθάνατοι θεοί καί ὃλοι οἱ θνητοί. Ἡ μητέρα του ἒφερε χρυσό ἀμφορέα ὃπου περισυνέλεξε τά ὀστά του, μετά τήν πυρά, καί τά ἒβαλε ἀνάκατα μέ τοῦ Πατρόκλου. Καθώς καιγόταν ἒτρεχαν γύρω ἀπό τήν πυρά πεζοί καί ἱππεῖς, ἒγιναν ἑκατόμβες καί ὁ τύμβος του ἦταν μεγάλος κι ἒβλεπε στόν πλατύ Ἑλλήσποντο, γιά νά φαίνεται μακριά ἀπό τούς ναυτιλλομένους. Τά ἒπαθλα στούς ἀγῶνες πού ἀκολούθησαν τά ἒφερε ἡ ἲδια ἡ Θέτις. Καί καταλήγει ὁ Αγαμέμνων:
Ἒτσι κι ἂν πέθανες κι ἐσύ, δέν ἒχασες τό ὂνομα, πάντα ἡ δόξα ἀθάνατη, Ἀχιλλέα, στούς ἀνθρώπους. Ἐνῶ γιά ἐμέ τί ὂφελος, πού πόλεμο ἑτοίμασα;
Φαίνεται λοιπόν ὃτι ὁ Ὃμηρος, δηλαδή ὁ Ὀδυσσέας ὃπως ὑποστηρίζω ἐδῶ καί τριάντα χρόνια μέ τά βιβλία μου, ἢ δέν ἒμαθε ποτέ ποιός σκότωσε τόν Ἀχιλλέα, ἢ δέν ἢθελε να πῆ. Δέν εἶναι δυνατόν ὁ Ὃμηρος, πού γνωρίζει τά πάντα γιά τούς πάντες, φίλους καί ἐχθρούς, πού εἶναι πηγή πληροφοριῶν γιά κάθε μεταγενέστερο ποιητή, συγγραφέα, ἀοιδό, φιλόσοφο, γεωγράφο, ἐπιστήμονα, τραγωδό, νά μή γνωρίζη τόν τρόπο θανάτου τοῦ πρωτοήρωα τῆς Ἰλιάδος καί τόν φονέα του.
Ἐκτός ἂν τόν σκότωσε κάποιος παρακατιανός, ἢ ὁ θάνατός του δέν ἦταν ἀντάξιος τῆς ἀνδρείας του καί δέν θέλησε νά τό ἀποκαλύψη, ἂν καί τό ἦθος τοῦ ποιητοῦ δέν θά τοῦ ἐπέτρεπε παρόμοια παρασιώπηση. Ὁ Ὃμηρος δέν θά ἀπέκρυπτε τόν θάνατο τοῦ Ἀχιλλέα καί τόν φονέα του. Ἁπλῶς δέν τό ἒμαθε ποτέ. Καί ἒτσι δέν θά τό μάθη ποτέ κανείς.
Η ΠΟΜΦΟΛΥΓΑ ΤΗΣ «ΑΧΙΛΛΕΙΑΣ ΠΤΕΡΝΑΣ»
Ὡστόσο ὃλος ὁ κόσμος ὁμιλεῖ γιά τήν «Ἀχίλλειον πτέρναν», ἀγγλικά Achilles heel, γαλλικά talon d’ Achille καί ἀνάλογα στήν γλῶσσα τους οἱ Πορτογάλοι, οἱ Ἰταλοί, οἱ Γερμανοί, οἱ Ὁλλανδοί, οἱ Σουηδοί, οἱ Τσέχοι, οἱ Πολωνοί, οἱ Ρουμάνοι, οἱ Τοῦρκοι, οἱ Κινέζοι, οἱ Ἰάπωνες, οἱ Κορεάτες, οἱ Ἂραβες κ.ἂ. ἐπιβεβαιώνοντας ἒτσι γιά μία ἀκόμη φορά ὃτι γνωρίζουμε πολύ καλά ὃσα δέν εἶπε ὁ Ὃμηρος καί ἀγνοοῦμε ὃσα εἶπε. Προφανῶς, κάποιος παραμυθάς τῆς ἀρχαιότητος, ὁρμούμενος ἀπό τόν στίχο τῆς Ἰλιάδος Χ, 358, ὃπου ὁ θνήσκων Πάτροκλος λέει στόν Ἀχιλλέα νά προσέξη μήπως θυμώσουν οἱ θεοί καί στείλουν τόν Πάρι μέ τόν Ἀπόλλωνα καί τόν σκοτώσουν, συμπεραίνει ὃτι ὁ Ἀχιλλέας σκοτώθηκα ἀπό τόν Πάρι πού τοῦ κάρφωσε τό «πάριον βέλος» στήν φτέρνα του, χωρίς αὐτό νά ἀναφέρεται πουθενά στήν Ἰλιάδα ἢ στήν Ὀδύσσεια.
Αὐτό τό παραμύθι περπάτησε στούς αἰῶνες, καθώς οἱ παραμυθάδες ἐπενόησαν καί τόν μύθο ὃτι ἡ Θέτις ἢθελε νά κάνη τόν γιό της ἂτρωτο καί ἀθάνατο, καί τόν κράτησε πάνω ἀπό τήν ἱερή φλόγα γι᾽ αὐτό τόν σκοπό, ἀφήνοντας τρωτό μόνο τό σημεῖο τῆς φτέρνας ἀπό ὃπου τό κρατοῦσε. Μά ἂν εἶχε συμβεῖ αὐτό, γιατί ἡ θεά δέν…ἂλλαζε χέρι ὣστε τό ἱερό πῦρ νά <ἀθανατοποιήσει> καί τήν φτέρνα; Γιά τόσο ἀνόητες περνοῦν τίς θεές; Πέραν τούτου,ὃπως εἲπαμε, κανείς θεός ἢ ἣρωας δέν ὑποστηρίζει στά ἒπη ὃτι ὁ Ἀχιλλέας ἦταν ἂτρωτος ἢ ἀθάνατος. Τό ἀντίθετο μάλιστα.
Η ΣΤΕΝΟΜΥΑΛΙΑ ΤΩΝ ΦΙΛΟΛΟΓΩΝ ΜΑΣ
Ἀπό τήν ἂλλη πλευρά ἀποκαλύπτεται ἡ στενομυαλιά τῶν νεωτέρων φιλολόγων, οἱ ὁποῖοι ἀφελῶς νομίζουν ὃτι ὁ Ὃμηρος μᾶς ἀφηγεῖται τά περιστατικά τῶν τελευταίων 51 ἡμερῶν τοῦ τρωικοῦ πολέμου. Λές καί οἱ ραψωδίες κατ᾽ ἀλφαβητική σειρά, ὃπως τίς κατέταξαν οἱ Ἀλεξανδρινοί, ἀπηχοῦν κατά σειρά τά πολεμικά γεγονότα πού ἀφηγεῖται ὁ ποιητής, ἐνῶ στήν πραγματικότητα συμπυκνώνει στό ἒπος τῆς Ἰλιάδος ἀφηγούμενος πραγματικά περιστατικά, ὂχι κατά σειρά, ἀλλά συνθετικά, ὃπως τά συγκράτησε καί τά συνέθεσε ὁ ποιητικός νοῦς.
Δέν εἶναι δυνατόν στό Ε 576 τῆς Ἰλιάδος νά σκοτώνεται ὁ βασιλιάς τῶν Παφλαγόνων Πολυμαίνης καί στό Ν 656 τῆς Ἰλιάδος νά…παρίσταται στήν ἐκφορά τοῦ παιδιοῦ του. Νομίζουν οἱ <ἀναλυτικοί>, δηλαδή οἱ χωρίζοντες, ὃτι αὐτό εἶναι ἀπόδειξη πώς ἂλλος ποιητής ἒγραψε τήν μία σκηνή καί ἂλλος τήν ἂλλη.
Καί ἒρχονται οἱ δικοί μας, οἱ πιό ἒξυπνοι φιλόλογοι, νά δώσουν ἀπάντηση σ᾽ αὐτό τό παράδοξο, διδάσκοντας τά παιδιά μας ὃτι ὁ Πολυμαίνης δέν εἶναι πρόσωπο πραγματικό, ἀλλά…ποιητικό! Ἒτσι, λένε, εἶναι ποιητικά δικαιολογημένη αὐτή ἡ ἀντίφαση καί ὃτι ἡ Ἰλιάδα εἶναι δημιούργημα καλλιτεχνικό καί τά ἀφηγούμενα περιστατικά τοῦ πολέμου…φαντασιώσεις.
Καί ὃλα αὐτά ξεκινοῦν ἀπό τήν ἀνοησία νά…μετροῦν τίς ἡμέρες τοῦ πολέμου. Ὑπάρχουν πολλά καί τρανταχτά παραδείγματα στό ἒπος τῆς Ἰλιάδος, πού ἀποδεικνύουν ὃτι ὁ Ὃμηρος ἐπισημαίνει καί συμπυκνώνει τά σημαντικότερα γεγονότα τοῦ τρωικοῦ πολέμου καί δέν ἀφηγεῖται τά περιστατικά (ποιητικά δημιουργήματα ὃπως λένε οἱ φιλόλογοι) τῶν 51 τελευταίων ἡμερῶν τοῦ πολέμου.
Γιά παράδειγμα, στό Γ τῆς Ἰλιάδος ὁ Πρίαμος καί οἱ δημογέροντες τῶν Τρώων βρίσκονται πάνω στά τείχη τῆς Τροίας μαζί μέ τήν Ἑλένη καί ζητοῦν ἀπό αὐτή νά τούς ἐξηγήση ποιός εἶναι ὁ τάδε καί ὁ δεῖνα ἣρωας, πού βλέπουν νά πηγαινοέρχονται στό πεδίο τῆς μάχης. Μά θά περίμενε 10 χρόνια πολέμου γιά νά μάθη ὁ Πρίαμος ποιός ἦταν ὁ Ἀγαμέμνων, ποιός ὁ Μενέλαος, ποιός ὁ Ὀδυσσέας κλπ; Καί νά τούς ὀνοματίση ἡ Ἑλένη; Αὐτό ἀσφαλῶς ἒγινε στήν ἀρχή τοῦ πολέμου.
Ἢ ὃταν περιγράφεται ἡ κατασκευή τοῦ τείχους τῶν Ἀχαιῶν, πού ἀποδεικνύει ὃτι πρόκειται γιά μεγάλο ἀμυντικό ἒργο, μέ τείχη, μέ τάφρο μεγάλη κατάσπαρτη μέ μυτερούς πασσάλους γιά νά ἐμποδίζεται ἡ εἲσοδος τῶν ἁρμάτων καί τῶν ἳππων, ἒργο πού γιά νά τό καταστρέψη ὁ Ποσειδῶν εἶδε κι ἒπαθε κι ἒστρεψε τά ρεύματα ὃλων τῶν ποταμῶν γιά νά γκρεμίση καί νά τό κάνη «θαλασσόπλοον», αὐτό τό ἒργο φτιάχθηκε μέσα σέ μία… ἡμέρα, τήν 24η, ἢ στίς πρῶτες δέκα ἢ εἲκοσι ἡμέρες τοῦ πολέμου, γιά νά καταστραφῆ λίγες ἡμέρες ἀργότερα;
Ὃλα αὐτά τά ὀνόματα τῶν ἡρώων, Ἀχαιῶν καί Τρώων, ἀνδρῶν καί γυναικῶν, ἡ οἰκογενειακή τους κατάσταση, ἂν ἦσαν πλούσιοι ἢ φτωχοί, ἂν πῆραν ἢ ἒφεραν προῖκα, ἂν ἦσαν νόθοι ἢ γνήσιοι γιοί, ὁ τρόπος θανάτου τοῦ καθενός κλπ. εἶναι ὃλα φαντασιώσεις;
Καί πῶς τά φαντάστηκε ὃλα αὐτά ὁ «τυφλός» κατά τά ἂλλα Ὃμηρος καί ἐμπνεύσθηκε ἀπό γεγονότα τοῦ τρωικοῦ πολέμου, πού συνέβησαν 500 χρόνια νωρίτερα ἀπό τότε πού αὐτός τά ἒγραψε;
Τι σήμαινε το όνομα του Αχιλλέα;
Ο ισχυρότερος ήρωας των Αχαιών στην επική παράδοση φέρει όνομα, το οποίο έχει γνήσια μυκηναϊκή καταγωγή, αφού απαντά στις μυκηναϊκές πινακίδες της Εποχής του Χαλκού
ως όνομα καθημερινών ανθρώπων και στην Κνωσό και στην Πύλο (Αχιλλεύς, Αχιλλήwει -ονομαστική και δοτική αντίστοιχα).
Παλιότερα υπήρχε μια τάση να συνδεθεί το όνομα με το πρώτο στοιχείο του ονόματος των ποταμών Αχελώος και Αχέρων, όπου η ρίζα αχ- θα συνδεόταν με την έννοια «ύδωρ, νερό» και ίσως να είχε και χθόνιες συνδηλώσεις.
Σήμερα η άποψη αυτή έχει γενικά εγκαταλειφθεί και οι περισσότεροι ειδικοί συνδέουν το όνομα με τη ρίζα της λέξης ἄχος (=πόνος, θλίψη, στενοχώρια, άγχος αγωνία, λύπη). Η σύνδεση αυτή είχε γίνει ήδη από την αρχαία εποχή και αναβίωσε χάρη σε τρεις σπουδαίους φιλολόγους της σύγχρονης εποχής, τους Kretschmer, Palmer και Nagy. Ο πρώτος θεωρεί ότι το όνομα σχηματίστηκε ως εξής (οι τύποι με αστερίσκο είναι υποθετικοί):
ἄχος > *ἀχίλος (όπως οργή > οργίλος) > Ἀχιλλεύς. Στην περίπτωση αυτή το όνομα θα σήμαινε «αυτός που έχει τάση για ἄχος» με το ἄχος να έχει μια από τις σημασίες που αναφέρονται παραπάνω. Ομοίως οργίλος = αυτός που έχει τάση για οργή.
Οι Palmer και Nagy θεωρούν ότι το όνομα είναι σύνθετο, ἄχος + λαwός (= στρατός), και σχηματίστηκε ως εξής:
ἀχι- (η μορφή που παίρνουν αντίστοιχα ουσιαστικά κατά τη σύνθεση. Πβ. κῦδος > κυδι-άνειρα / κάλλος > καλλι-άνασσα) > *Ἀχί-λαwος > Αχιλλεύς. Στην περίπτωση αυτή το όνομα θα ήταν υποκοριστικό. Πβ. Πατροκλέwης > Πάτροκλος, Εχέλαwος > Έχελος, Πενθίλαwος > Πένθιλος.
Ο διπλασιασμός του συμφώνου (εδώ -λλ-) είναι συχνός στα υποκοριστικά (π.χ. Χάριλλος < Χαρίλαος, Κλεόμμας < Κλεομένης), το ίδιο και η κατάληξη -εύς (Αλεξεύς < Αλέξανδρος).
Στην περίπτωση αυτή το όνομα θα σήμαινε «αυτός που προκαλεί ἄχος στον στρατό»