286. ΙΠΠΟΣ ΚΑΙ ΟΝΟΣ [286.1] ἄνθρωπός τις εἶχεν ἵππον καὶ ὄνον. ὁδευόντων δὲ ἐν τῇ ὁδῷ εἶπεν ὁ ὄνος τῷ ἵππῳ· «ἆρον ἐκ τοῦ ἐμοῦ βάρους, εἰ θέλεις εἶναί με σῶν». ὁ δὲ οὐκ ἐπείσθη. ὁ δὲ ὄνος πεσὼν ἐκ τοῦ κόπου ἐτελεύτησεν. τοῦ δὲ δεσπότου πάντα ἐπιθέντος αὐτῷ καὶ αὐτὴν τὴν τοῦ ὄνου δορὰν θρηνῶν ὁ ἵππος ἐβόα· «οἴμοι τῷ παναθλίῳ. τί μοι συνέβη τῷ ταλαιπώρῳ; μὴ θελήσας γὰρ μικρὸν βάρος λαβεῖν ἰδοὺ ἅπαντα βαστάζω καὶ τὸ δέρμα».
ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι τοῖς μικροῖς οἱ μεγάλοι συγκοινωνοῦντες ἀμφότεροι σωθήσονται ἐν τῷ βίῳ.
287. ΣΚΩΛΗΞ ΚΑΙ ΑΛΩΠΗΞ
[287.1] ὁ τῷ πηλῷ κρυπτόμενος σκώληξ εἰς γῆν ἐξελθὼν ἔλεγε πᾶσι τοῖς ζῴοις· «ἰατρός εἰμι φαρμάκων ἐπιστήμων, οἷός ἐστι ὁ τῶν θεῶν ἰατρὸς Παιών». «καὶ πῶς», εἶπεν ἀλώπηξ, «ἄλλους ἰώμενος σαυτὸν χωλὸν ὄντα οὐκ ἰάσω;»
ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι, ἐὰν μὴ πρόχειρος ᾖ ἡ πεῖρα, πᾶς λόγος ἀργὸς ὑπάρχει.
288. ΚΟΡΑΞ ΝΟΣΩΝ
[288.1] κόραξ νοσῶν ἔφη τῇ μητρί· «μῆτερ, εὔχου τῷ θεῷ καὶ μὴ θρήνει». ἡ δ᾽ ὑπολαβοῦσα ἔφη· «τίς σε, ὦ τέκνον, τῶν θεῶν ἐλεήσει; τίνος γὰρ κρέας ὑπὸ σοῦ γε οὐκ ἐκλάπη;»
ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι οἱ πολλοὺς ἐχθροὺς ἐν βίῳ ἔχοντες οὐδένα φίλον ἐν ἀνάγκῃ εὑρήσουσιν.
289. ΣΑΛΠΙΓΚΤΗΣ
[289.1] σαλπιγκτὴς στρατὸν ἐπισυνάγων καὶ κρατηθεὶς ὑπὸ τῶν πολεμίων ἐβόα· «μὴ κτείνετέ με, ὦ ἄνδρες, εἰκῇ καὶ μάτην. οὐδένα γὰρ ὑμῶν ἀπέκτεινα· πλὴν γὰρ τοῦ χαλκοῦ τούτου οὐδὲν ἄλλο κτῶμαι». οἱ δὲ πρὸς αὐτὸν ἔφασαν· «διὰ τοῦτο γὰρ μᾶλλον τεθνήξῃ, ὅτι σὺ μὴ δυνάμενος πολεμεῖν τοὺς πάντας πρὸς μάχην ἐγείρεις».
ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι πλέον πταίουσιν οἱ τοὺς κακοὺς καὶ βαρεῖς δυνάστας ἐπεγείροντες εἰς τὸ κακοποιεῖν.
***
286. Το άλογο και ο γάιδαρος.
[286.1] Ήταν κάποιος άνθρωπος που είχε στην κατοχή του ένα άλογο και ένα γαϊδούρι. Καθώς λοιπόν πορεύονταν μια μέρα όλοι μαζί στο δρόμο, ο γάιδαρος παρακάλεσε τον σύντροφό του: «Αμάν αδελφέ, να χαρείς, σήκωσε πάνω σου λίγο από το δικό μου φορτίο, αλλιώς μά την αλήθεια δεν θα τα βγάλω πέρα». Όμως το άλογο δεν ήθελε ούτε να το ακούσει κάτι τέτοιο. Αποτέλεσμα: στο τέλος ο γάιδαρος σωριάστηκε κάτω και ψόφησε από την εξάντληση. Τότε το αφεντικό τα στοίβαξε όλα πάνω στο άλογο, ακόμη και το τομάρι του ψόφιου ζώου. Έτσι, που λέτε, απέμεινε το άλογο να θρηνεί και να κλαίγεται: «Αχ δυστυχία μου, συμφορά μου! Πώς την έπαθα έτσι ο άμοιρος εγώ! Γιατί δεν δέχτηκα τότε να επωμιστώ λιγουλάκι παραπανίσιο βάρος; Νά τώρα που αναγκάζομαι να τα βαστάξω όλα, φορτίο και τομάρι μαζί».
Το δίδαγμα του μύθου: Οι μεγαλουσιάνοι καλό είναι να συνεργάζονται με τους πιο παρακατιανούς. Έτσι θα προκόψουν και οι μεν και οι δε στη ζωή.
287. Το σκουλήκι και η αλεπού.
[287.1] Μια φορά ο σκούληκας, που μένει συνήθως χωμένος μέσα στη λάσπη, αναδύθηκε έξω στην επιφάνεια της γης και διαλαλούσε σε όλα τα ζώα: «Εδώ ο καλός γιατρός, εδώ ο ειδήμονας στα φαρμακευτικά — σας λέω, ούτε ο προσωπικός γιατρός των θεών, ο Παιώνας με το όνομα, δεν είναι τόσο ικανός». «Τί λες, βρε μπαρούφα», του πέταξε τότε η αλεπού. «Άμα μπορείς να κάνεις καλά τους άλλους, γιατί δεν κοίταξες να γιάνεις πρώτα-πρώτα τον εαυτό σου, έτσι σακατεμένος που είσαι;».
Το δίδαγμα του μύθου: Αν δεν υπάρχει διαθέσιμη δυνατότητα για δοκιμή στην πράξη, όσα και να πεις δεν είναι παρά ανούσιες φλυαρίες.
288. Το άρρωστο κοράκι.
[288.1] Κάποια μέρα ο κόρακας έπεσε άρρωστος. Παρακάλεσε λοιπόν τη μάνα του: «Μαμά, άντε πες καμιά προσευχή στον θεό και μην κλαψουρίζεις». Όμως εκείνη του αντιγύρισε με το δίκιο της: «Αχ παιδάκι μου, ποιός θεός θα βρεθεί να σε λυπηθεί εσένα; Αφού έχεις κλέψει κρέατα από ολωνών τους βωμούς, το ξέχασες;».
Το δίδαγμα του μύθου: Όποιος έχει πολλούς εχθρούς στη ζωή του δύσκολα θα βρει φίλο στην ανάγκη.
289. Ο σαλπιγκτής.
[289.1] Ήταν μια φορά ένας σαλπιγκτής στον στρατό, που έπαιζε το εγερτήριο για να μαζευτούν οι άντρες, όταν ξαφνικά αιχμαλωτίστηκε από τους εχθρούς. Άρχισε τότε τις φωνές και τα παρακάλια: «Αμάν, αδέλφια, μη με σκοτώσετε τζάμπα και αδίκως. Τί σας φταίω εγώ; Εγώ δεν σκότωσα ποτέ κανέναν σας. Το μόνο σιδερικό που έχω πάνω μου είναι τούτη εδώ η καραμούζα — άλλο όπλο δεν κουβαλάω». Όμως οι στρατιώτες τον έβαλαν στη θέση του: «Βρε, ακριβώς για αυτόν τον λόγο σού αξίζει να πεθάνεις χίλιες φορές. Να πολεμάς δεν σου βαστάει, ωστόσο ξέρεις να ξεσηκώνεις όλον τον κόσμο για μάχη».
Το δίδαγμα του μύθου: Όποιος παροτρύνει τους σκληρούς και αυταρχικούς τυράννους στις αδικοπραγίες τους είναι δυο φορές φταίχτης.
ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι τοῖς μικροῖς οἱ μεγάλοι συγκοινωνοῦντες ἀμφότεροι σωθήσονται ἐν τῷ βίῳ.
287. ΣΚΩΛΗΞ ΚΑΙ ΑΛΩΠΗΞ
[287.1] ὁ τῷ πηλῷ κρυπτόμενος σκώληξ εἰς γῆν ἐξελθὼν ἔλεγε πᾶσι τοῖς ζῴοις· «ἰατρός εἰμι φαρμάκων ἐπιστήμων, οἷός ἐστι ὁ τῶν θεῶν ἰατρὸς Παιών». «καὶ πῶς», εἶπεν ἀλώπηξ, «ἄλλους ἰώμενος σαυτὸν χωλὸν ὄντα οὐκ ἰάσω;»
ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι, ἐὰν μὴ πρόχειρος ᾖ ἡ πεῖρα, πᾶς λόγος ἀργὸς ὑπάρχει.
288. ΚΟΡΑΞ ΝΟΣΩΝ
[288.1] κόραξ νοσῶν ἔφη τῇ μητρί· «μῆτερ, εὔχου τῷ θεῷ καὶ μὴ θρήνει». ἡ δ᾽ ὑπολαβοῦσα ἔφη· «τίς σε, ὦ τέκνον, τῶν θεῶν ἐλεήσει; τίνος γὰρ κρέας ὑπὸ σοῦ γε οὐκ ἐκλάπη;»
ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι οἱ πολλοὺς ἐχθροὺς ἐν βίῳ ἔχοντες οὐδένα φίλον ἐν ἀνάγκῃ εὑρήσουσιν.
289. ΣΑΛΠΙΓΚΤΗΣ
[289.1] σαλπιγκτὴς στρατὸν ἐπισυνάγων καὶ κρατηθεὶς ὑπὸ τῶν πολεμίων ἐβόα· «μὴ κτείνετέ με, ὦ ἄνδρες, εἰκῇ καὶ μάτην. οὐδένα γὰρ ὑμῶν ἀπέκτεινα· πλὴν γὰρ τοῦ χαλκοῦ τούτου οὐδὲν ἄλλο κτῶμαι». οἱ δὲ πρὸς αὐτὸν ἔφασαν· «διὰ τοῦτο γὰρ μᾶλλον τεθνήξῃ, ὅτι σὺ μὴ δυνάμενος πολεμεῖν τοὺς πάντας πρὸς μάχην ἐγείρεις».
ὁ μῦθος δηλοῖ, ὅτι πλέον πταίουσιν οἱ τοὺς κακοὺς καὶ βαρεῖς δυνάστας ἐπεγείροντες εἰς τὸ κακοποιεῖν.
***
286. Το άλογο και ο γάιδαρος.
[286.1] Ήταν κάποιος άνθρωπος που είχε στην κατοχή του ένα άλογο και ένα γαϊδούρι. Καθώς λοιπόν πορεύονταν μια μέρα όλοι μαζί στο δρόμο, ο γάιδαρος παρακάλεσε τον σύντροφό του: «Αμάν αδελφέ, να χαρείς, σήκωσε πάνω σου λίγο από το δικό μου φορτίο, αλλιώς μά την αλήθεια δεν θα τα βγάλω πέρα». Όμως το άλογο δεν ήθελε ούτε να το ακούσει κάτι τέτοιο. Αποτέλεσμα: στο τέλος ο γάιδαρος σωριάστηκε κάτω και ψόφησε από την εξάντληση. Τότε το αφεντικό τα στοίβαξε όλα πάνω στο άλογο, ακόμη και το τομάρι του ψόφιου ζώου. Έτσι, που λέτε, απέμεινε το άλογο να θρηνεί και να κλαίγεται: «Αχ δυστυχία μου, συμφορά μου! Πώς την έπαθα έτσι ο άμοιρος εγώ! Γιατί δεν δέχτηκα τότε να επωμιστώ λιγουλάκι παραπανίσιο βάρος; Νά τώρα που αναγκάζομαι να τα βαστάξω όλα, φορτίο και τομάρι μαζί».
Το δίδαγμα του μύθου: Οι μεγαλουσιάνοι καλό είναι να συνεργάζονται με τους πιο παρακατιανούς. Έτσι θα προκόψουν και οι μεν και οι δε στη ζωή.
287. Το σκουλήκι και η αλεπού.
[287.1] Μια φορά ο σκούληκας, που μένει συνήθως χωμένος μέσα στη λάσπη, αναδύθηκε έξω στην επιφάνεια της γης και διαλαλούσε σε όλα τα ζώα: «Εδώ ο καλός γιατρός, εδώ ο ειδήμονας στα φαρμακευτικά — σας λέω, ούτε ο προσωπικός γιατρός των θεών, ο Παιώνας με το όνομα, δεν είναι τόσο ικανός». «Τί λες, βρε μπαρούφα», του πέταξε τότε η αλεπού. «Άμα μπορείς να κάνεις καλά τους άλλους, γιατί δεν κοίταξες να γιάνεις πρώτα-πρώτα τον εαυτό σου, έτσι σακατεμένος που είσαι;».
Το δίδαγμα του μύθου: Αν δεν υπάρχει διαθέσιμη δυνατότητα για δοκιμή στην πράξη, όσα και να πεις δεν είναι παρά ανούσιες φλυαρίες.
288. Το άρρωστο κοράκι.
[288.1] Κάποια μέρα ο κόρακας έπεσε άρρωστος. Παρακάλεσε λοιπόν τη μάνα του: «Μαμά, άντε πες καμιά προσευχή στον θεό και μην κλαψουρίζεις». Όμως εκείνη του αντιγύρισε με το δίκιο της: «Αχ παιδάκι μου, ποιός θεός θα βρεθεί να σε λυπηθεί εσένα; Αφού έχεις κλέψει κρέατα από ολωνών τους βωμούς, το ξέχασες;».
Το δίδαγμα του μύθου: Όποιος έχει πολλούς εχθρούς στη ζωή του δύσκολα θα βρει φίλο στην ανάγκη.
289. Ο σαλπιγκτής.
[289.1] Ήταν μια φορά ένας σαλπιγκτής στον στρατό, που έπαιζε το εγερτήριο για να μαζευτούν οι άντρες, όταν ξαφνικά αιχμαλωτίστηκε από τους εχθρούς. Άρχισε τότε τις φωνές και τα παρακάλια: «Αμάν, αδέλφια, μη με σκοτώσετε τζάμπα και αδίκως. Τί σας φταίω εγώ; Εγώ δεν σκότωσα ποτέ κανέναν σας. Το μόνο σιδερικό που έχω πάνω μου είναι τούτη εδώ η καραμούζα — άλλο όπλο δεν κουβαλάω». Όμως οι στρατιώτες τον έβαλαν στη θέση του: «Βρε, ακριβώς για αυτόν τον λόγο σού αξίζει να πεθάνεις χίλιες φορές. Να πολεμάς δεν σου βαστάει, ωστόσο ξέρεις να ξεσηκώνεις όλον τον κόσμο για μάχη».
Το δίδαγμα του μύθου: Όποιος παροτρύνει τους σκληρούς και αυταρχικούς τυράννους στις αδικοπραγίες τους είναι δυο φορές φταίχτης.