11.15. Θέμις και δίκη
Στον κόσμο που αναπαριστάνεται στα ομηρικά έπη δεν υπάρχουν γραπτοί κανόνες δικαίου. Η συμπεριφορά των θνητών ελέγχεται με βάση κυρίως εθιμικούς κανόνες. Είναι επομένως εύλογο η έννοια της δικαιοσύνης να μη χρησιμοποιείται ακριβώς με τη σημερινή σημασία που δίνουν τα λεξικά: ως ίση και ορθή εφαρμογή των γραπτών νόμων και ως σεβασμό των άγραφων. Το δίκαιο στα ομηρικά έπη είναι εμπειρικό κυρίως ζήτημα των θνητών· ακόμη και όταν εμφανίζεται σε πολεμικά συμφραζόμενα αποβλέπει στη συντήρηση του ειρηνικού και πολιτισμένου βίου των θνητών, και δηλώνεται με δύο χαρακτηριστικές λέξεις, που συχνά έχουν την ίδια σχεδόν σημασία. Η πρώτη είναι η θέμις (γενική, θέμιστος) και η δεύτερη η δίκη.
Η θέμις αναφέρεται κατ᾽ αρχάς στις πατροπαράδοτες συνήθειες, οι οποίες θεωρούνται απαραβίαστες μέσα στη διάρκεια του χρόνου. Για παράδειγμα, είναι δίκαιο (θέμις ἐστιν) οι γυναίκες να θρηνούν τον χαμό των αντρών τους, να υπάρχουν φιλικές σχέσεις ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας, να συνευρίσκονται ερωτικά ο άντρας με τη γυναίκα, να προσφέρεται στους επισκέπτες φιλοξενία, να κάνουν σπονδές ή να ορκίζονται στους θεούς οι θνητοί. Οι παραδειγματικές αυτές περιπτώσεις θεωρούνται δεσμευτικές, που δεν μπορούν να τροποποιηθούν, και είτε αποτελούν, όπως η ερωτική σχέση, ένα είδος φυσικού νόμου, είτε ανήκουν σε ηθικούς κώδικες, όπως η ξενία.
Η συμμόρφωση σ᾽ αυτούς τους άγραφους, όπως λέμε σήμερα, κανόνες δικαίου διακρίνει, έμμεσα έστω, τον άνθρωπο που αρκείται στα αγαθά της ειρήνης από τον ἀθέμιστον, τον εκτός νόμου, που ρίχνεται στη συμφορά του πολέμου. Στην Ιλιάδα ο γέροντας Νέστορας λέει ότι, όποιος επιθυμεί τον πόλεμο, είναι «άσογος, ανέστιος και άνομος» (ἀφρήτωρ ἀθέριστος ἀνέστιος, I 63).
Η παρουσία γενικότερα της θέμιστος διακρίνει την «πολιτισμένη» κοινότητα από την «απολίτιστη». Στη δεύτερη κατηγορία εντάσσει ο Οδυσσέας τη χώρα που κατοικούν οι Κύκλωπες (ι 105-108, 112-115):
Σε λίγο ξανοιχτήκαμε, πιο πέρα πλέοντας με την καρδιά βαριά,
ωσότου φτάσαμε στη γη των αλαζονικών δίχως θεσμούς [ἀθεμίστων] Κυκλώπων.
Που αφήνοντας την τύχη τους στους αθανάτους,
μήτε φυτεύουν με τα χέρια τους μήτε κι οργώνουν.
Αυτοί δεν ξέρουν και δεν έχουν αγορές, να παίρνουν αποφάσεις
και να βγάζουν νόμους [θέμιστες]· ζούνε σ᾽ απότομες κορφές,
επάνω σε ψηλά βουνά, μέσα σε θολωτές σπηλιές,
ορίζοντας καθένας μόνος του τα παιδιά, γυναίκες - καμιά δεν έχουν
φροντίδα για τους άλλους.
Στην περιγραφή αυτή του Οδυσσέα, η οποία εκφέρεται μετά την ανθρωποφαγική δοκιμασία που πέρασε ο ήρωας στη σπηλιά του Πολύφημου, είναι σαφής η πρόθεσή του να τοποθετήσει τους Κύκλωπες στο εντελώς αντίθετο άκρο από αυτό που βρίσκονται οι συγγενείς τους, οι υπερπολιτισμένοι και ειρηνικοί Φαίακες, για τους οποίους προορίζεται και η όλη διήγηση των «Απολόγων». Απομόνωση και πλήρης παράδοση στη φύση· αεργία, και αδιαφορία για τις τύχες των άλλων, σημαδεύουν τον τρόπο ζωής των Κυκλώπων, οι οποίοι υποβιβάζονται έτσι στο κατώτερο επίπεδο πολιτισμού, σχεδόν στο μη ανθρώπινο. Εύλογα λοιπόν χαρακτηρίζονται «αλαζονικοί» (ὑπερφίαλοι), επειδή προφανώς ως άγριοι είναι ικανοί για κάθε είδους πράξεις υπερβολής (λόγου χάρη την ανθρωποφαγία), αλλά και ἀθέμιστοι, καθώς δεν υπακούουν σε κανενός είδους ρυθμιστική αρχή, με βάση την οποία να ορίζουν τη συμπεριφορά τους. Ο Πολύφημος, που για τον Οδυσσέα είναι κατά κάποιον τρόπο ἀθέμιστος (που δεν ξέρει τι θα πει νόμος, ι 189), αγνοεί ολότελα τον κώδικα της φιλοξενίας.
Αν η συμπεριφορά του Πολύφημου απέναντι στον Οδυσσέα και στους συντρόφους του θα μπορούσε να δικαιολογηθεί -ο τερατόμορφος γίγαντας δεν ξέρει από αρχές δικαίου, άρα δεν μπορεί να θεωρηθεί και εγκληματίας- δεν ισχύει το ίδιο για τον όμιλο των «πολιτισμένων» μνηστήρων. Χαρακτηρίζονται εξάλλου και αυτοί ὑπερφίαλοι (δ 790, ψ 356) και ἀθέμιστοι (ρ 363, υ 287), επειδή λεηλατούν την περιουσία του Οδυσσέα και παραβιάζουν τον κώδικα της ξενίας. Η θεά Αθηνά σπρώχνει τον μεταμορφωμένο Οδυσσέα να ζητιανέψει από τους μνηστήρες μέσα στο παλάτι της Ιθάκης, προκειμένου ο ήρωας να ελέγξει ποιοι συμπεριφέρονται με άμετρο και ποιοι με δίκαιο τρόπο (ρ 361-363):
την ώρα που οι μνηστήρες θορυβούσαν, ήλθε και στάθηκε η Αθηνά
στον Οδυσσέα πλάι, γιο του Λαέρτη, και τον ξεσήκωσε
για να μαζέψει τ᾽ αποφάγια των μνηστήρων, να μάθει ποιοι
το μέτρο σέβονται [ἐναίσιμοι] και ποιοι το δίκιο καταργούν [ἀθέμιστοι].
Στην προτροπή της η θεά κατηγοριοποιεί τους μνηστήρες με δύο επίθετα. Το πρώτο, ο ἐναίσιμος -σε άλλες περιπτώσεις αἴσιμος-, προσδιορίζει εκείνον που πράττει όπως το επιβάλλουν οι περιστάσεις, με ταιριαστό και αρμόζοντα τρόπο, άρα έμμετρο και δίκαιο. Το δεύτερο, ο ἀθέμιστος, αναφέρεται στον υπερφίαλο, που ενεργεί δίχως μέτρο, τον άδικο και υβριστή.
Για τον πολιτισμένο Οδυσσέα οι Κύκλωπες είναι ἀθέμιστοι για τον επιπρόσθετο λόγο ότι στην άγρια χώρα τους δεν υπάρχει και ο κατάλληλος τόπος, η ἀγορά, όπου σε μια οργανωμένη κοινότητα τα μέλη της μαζεύονται, προκειμένου να αποφασίσουν για κρίσιμα θέματα, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που σχετίζονται με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους (θέμιστες). Ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζει η απονομή του δικαίου στις συναθροίσεις των θνητών τονίζεται τόσο στην Ιλιάδα όσο και στην Οδύσσεια. Εξάλλου, η παραδοσιακή θεά της δικαιοσύνης, η Θέμις, εμφανίζεται να συγκαλεί και να προστατεύει εξ ονόματος του Δία τις συνελεύσεις των θεών (Υ 4) και των θνητών (β 68).
Στην Ιλιάδα τον πρώτο λόγο στην απονομή της δικαιοσύνης κατέχει ο βασιλιάς Αγαμέμνονας. Όπως η ανώτερη εξουσία του, που συμβολοποιείται με το σκήπτρο του, έτσι και οι θέμιστες τού έχουν παραχωρηθεί από τον Δία. Η θέμις ωστόσο στην αγορά έχει και ευρύτερη, πολιτική κατά κάποιον τρόπο, σημασία. Ένα παράδειγμα: στην αρχή της ένατης ραψωδίας της Ιλιάδας ο Αγαμέμνονας, βλέποντας ότι οι Αχαιοί απειλούνται με όλεθρο από τους Τρώες και τον Έκτορα, προτείνει έντρομος στην αγορά των Αχαιών την επιστροφή του στρατεύματος στην Ελλάδα. Όμως, ο Διομήδης αντιδρά στην υποχωρητική πρόταση του βασιλιά, διεκδικώντας το δικαίωμα της έκφρασης της γνώμης του (I 32-33):
Γιε του Ατρέα, με σένα πρώτα θα διαφωνήσω, όπως έχω το δικαίωμα [θέμις ἐστίν], βασιλιά, μέσα στη συνέλευση, γιατί λες ανοησίες· και συ να μη θυμώσεις καθόλου.
Διεκδικώντας δημόσια το δικαίωμα έκφρασης μιας αντίθετης άποψης από αυτήν του Αγαμέμνονα, ο Διομήδης δείχνει με την αντίδρασή του ότι η θέμις δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο του βασιλιά, όταν μάλιστα οι αποφάσεις του δεν υπολογίζουν τη γνώμη των άλλων και το συνολικό όφελος της κοινότητας. Η ελευθερία του λόγου στην αγορά είναι επομένως μια μορφή δικαίου, που υπάγεται στην κατηγορία της θέμιστος. Ήδη στην πρώτη ραψωδία της Ιλιάδας ο Αχιλλέας θεωρεί ότι ο Αγαμέμνονας του στέρησε το τιμητικό του λάφυρο, που του είχαν δώσει οι Αχαιοί, επειδή τόλμησε να του φέρει αντίρρηση. Γι᾽ αυτό ο Αγαμέμνονας χαρακτηρίζεται από τον Αχιλλέα δημοβόρος βασιλεύς (που καταβροχθίζει την περιουσία των υπηκόων του, Α 231). Ένας δίκαιος βασιλιάς, θεματοφύλακας των θεϊκών νόμων, είναι επιφορτισμένος με το δημόσιο καθήκον να προστατεύει τα δικαιώματα των άλλων. Ο γέροντας Νέστορας υπενθυμίζει αυτό το πολιτικό καθήκον στον Αγαμέμνονα στο συμβούλιο των επίλεκτων αρχηγών (βουλή), που θα οδηγήσει με τη συγκατάθεση του βασιλιά των Αχαιών στην αποστολή της πρεσβείας στον Αχιλλέα (I 96-102):
Πολυδοξασμένε Ατρείδη, Αγαμέμνονα που κυβερνάς το στρατό, με σένα θα τελειώσω, κι από σένα θα αρχίσω, γιατί κυβερνάς πολλούς λαούς και ο Δίας σού έδωσε το σκήπτρο και τους άλλους νόμους [θέμιστας], για να φροντίζεις γι᾽ αυτούς. Γι᾽ αυτό εσύ πάνω απ᾽ όλους πρέπει και να λες γνώμη και να ακούς, και ακόμα να ακολουθείς κι αλλουνού τη συμβουλή, αν τυχόν κανένα τον σπρώξει η ψυχή του να μιλήσει για καλό. Από σένα θα εξαρτηθεί να γίνει ό,τι προτείνει εκείνος.
Οι ηγεμόνες στην Ιλιάδα χαρακτηρίζονται δικάσπολοι («δικαστές», I 238). Τηρούν τους θεόδοτους κανόνες δικαίου, τις θέμιστες, με τις φρόνιμες κρίσεις και αποφάσεις τους, που ονομάζονται δίκαι. Πρότυπο παράδειγμα ενός τέτοιου δίκαιου ηγεμόνα ήταν ο Σαρπηδόνας. Με την παλληκαριά του, το σθένος του, υπεράσπιζε την πατρίδα του από τις επιθέσεις των εχθρών, ενώ με τις δίκαιες κρίσεις του, που αναφέρονται ως δίκαι, απέτρεπε τις εμφύλιες διαμάχες (Π 542). Στον χώρο επομένως της πολιτικής εξουσίας η εφαρμογή των εθιμικών κανόνων δικαιοσύνης καλύπτεται με τον όρο δίκη.
Η ετυμολογία της λέξης δίκη συνδέεται με το ρήμα δείκνυμι, που σημαίνει «δείχνω» προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Γι᾽ αυτό, η σωστή και φρόνιμη κρίση σε ζητήματα που επιβάλλουν τη διαιτησία χαρακτηρίζεται «ίσια» (ἰθεῖα), ενώ η λανθασμένη και άδικη κρίση «λοξή» (σκολιή). Έμμεσα λοιπόν στις περιπτώσεις όπου παίρνονται δικαστικές κρίσεις στο πλαίσιο της αγοράς κυκλοφορεί η διάκριση ανάμεσα στο δίκαιο και στο άδικο. Χαρακτηριστική είναι η επόμενη σκηνή λαϊκού δικαστηρίου, που περιγράφει ο ποιητής στην περίφημη Ασπίδα του Αχιλλέα (Σ 497-508):
Οι άντρες όμως ήταν στην αγορά μαζεμένοι όλοι. Εκεί είχε σηκωθεί καβγάς· δυο άντρες μάλωναν για την ξαγορά κάποιου σκοτωμένου. Ο ένας υποστήριζε και βεβαίωνε τον κόσμο πως τα έχει ξεπληρώσει όλα, ο άλλος πάλι αρνιόταν κι έλεγε πως δεν επήρε τίποτε· και θέλαν και οι δυο να πάνε στο δικαστή να βγάλει απόφαση. Οι άνθρωποι φώναζαν επιδοκιμαστικά και για τους δυο, μισοί με το μέρος του ενός, μισοί με του άλλου. Οι κράχτες πάλι προσπαθούσαν να κρατήσουν τον κόσμο. Και οι γέροντες κάθονταν πάνω σε λαξεμένες πέτρες, μέσα στον ιερό κύκλο, και κρατούσαν στα χέρια τους τα ραβδιά των κηρύκων, που η φωνή τους έφτανε ως τον αιθέρα· σ᾽ αυτά ακουμπισμένοι ύστερα σηκώνονταν και δίκαζαν, καθένας με τη σειρά του. Στη μέση ήταν ακουμπισμένα δυο τάλαντα χρυσάφι, για να δοθούν σ᾽ αυτόν που ανάμεσά τους θα έβγαζε την πιο δίκαια κρίση [δίκην ἰθύντατα].
Όσο και να παραξενεύει η περιγραφή αυτή με τις αποστάσεις που τηρεί από τον ηρωικό κόσμο του έπους -εδώ δικάζουν δυο γέροντες και όχι βασιλιάδες- δεν μπορεί παρά να αναπαριστάνει σκηνές που ζωντανεύει στη μνήμη και στη φαντασία των ακροατών του ο ποιητής. Το κεντρικό περιεχόμενο της σκηνής αναφέρεται στην ειρηνική διευθέτηση μιας διαφωνίας σχετικά με τον φόνο ενός άντρα από τους δικαστικούς θεσμούς της πόλης στο πλαίσιο της αγοράς. Ενδιαφέρει κυρίως στην παραστατική αυτή περιγραφή η αμοιβή που περιμένει τον γέροντα κριτή που θα δικάσει την υπόθεση, τη δίκην, με «τον πιο ευθύ» ή «με τον πιο δίκαιο τρόπο» (ἰθύντατα).
Βέβαια στον ηρωικό κόσμο του έπους οι αποφάσεις που παίρνονται από τους άρχοντες σε αμφισβητούμενα ζητήματα εκφράζονται συχνά με τρόπο που δείχνει ότι δεν τους ενδιαφέρει τόσο η «ευθεία» δίκη όσο η διαφύλαξη, μέσω της απόφασης, της ενότητας και της ειρήνης στο εσωτερικό της κοινότητας· καταστάσεις που διατηρούνται, όταν δεν κλονίζονται τα αριστοκρατικά πρότυπα ζωής. Με τα μέτρα του σύγχρονου αναγνώστη μια τέτοια δίκη μπορεί να θεωρηθεί και «λοξή» και άδικη. Έτσι, σε σχέση με τις γενικές αρχές δικαίου, τις θέμιστες, που θεωρούνται απαραβίαστες, οι κρίσεις και αποφάσεις που εντάσσονται στην κατηγορία της δίκης είναι ευμετάβλητες.
Σ᾽ ένα χαρακτηριστικό επεισόδιο της Ιλιάδας, τους επικήδειους αγώνες προς τιμήν του νεκρού Πατρόκλου, το πρώτο αγώνισμα είναι η αρματοδρομία. Ο ἄριστος Εύμηλος, ο πιο ικανός Αχαιός στην τέχνη της ιπποσύνης, αν και τερματίζει τελευταίος από ατύχημα, δέχεται από τον αγωνοθέτη Αχιλλέα, που τον λυπήθηκε, το δεύτερο βραβείο. Η διορθωτική αυτή χειρονομία του Αχιλλέα αποκαθιστά την ανισορροπία που προέκυψε ανάμεσα στην απώλεια της κοινωνικής αναγνώρισης του Εύμηλου και στο προσωπικό του γόητρο. Ωστόσο, μόνος από όλους τους παριστάμενους Αχαιούς διαφωνεί με την απόφαση αυτή ο Αντίλοχος, ο οποίος υποστηρίζει «με το δίκιο του» (δίκῃ, Ψ 542) ότι έτσι ο ίδιος στερείται το δεύτερο βραβείο. Στη συνέχεια όμως ο δεύτερος νικητής στην αρματοδρομία από θύμα της άδικης κρίσης του Αχιλλέα αποδεικνύεται θύτης. Ο Μενέλαος καταγγέλλει στους παριστάμενους Αχαιούς τον δόλο που χρησιμοποίησε σε βάρος του ο Αντίλοχος στη διάρκεια του αγώνα, ανακοινώνοντας στο τέλος ότι «θα δικάσει» ο ίδιος την υπόθεση και ότι η κρίση του θα είναι «ευθεία» (ἰθεῖα, Ψ 580). Βάζει έτσι τον νεαρό ήρωα να παραδεχτεί με όρκο, όπως το επιβάλλει η θέμις (Ψ 581), ότι εμπόδισε με δόλο το άρμα του Μενελάου. Ο Αντίλοχος παραδέχεται τη νεανική του απερισκεψία, και ο γενναιόδωρος Μενέλαος όχι μόνο δεν προτείνει την τιμωρία του Αντιλόχου, κρίνοντας σύμφωνα με τη λογική μιας «ευθείας» δίκης, αλλά υποχωρεί, χωρίς μάλιστα να δεχτεί καμιά αποζημίωση, για να μη φανεί, όπως ο ίδιος λέει, σκληρός ή ὑπερφίαλος (Ψ 611). Πρόκειται, και στην περίπτωση αυτή, για πολιτική και όχι δικαστική διαχείριση της δίκης από την πλευρά του ήπιου Μενελάου, ο οποίος, παρακάμπτοντας την προσωπική τιμωρία, φαίνεται να υπολογίζει στο συνολικό όφελος της κοινότητας των Αχαιών.
Στις γενικότερες χρήσεις της η εφαρμοσμένη δικαιοσύνη με τη μορφή της δίκης δεν υποδεικνύει ακριβώς ένα ιδανικό πρότυπο συμπεριφοράς, το οποίο πρέπει να τηρούν οι θνητοί και οι θεοί, αλλά συνδέεται με την τυπική συμπεριφορά· τη συνήθεια θνητών και θεών να ενεργούν μ᾽ έναν συγκεκριμένο τρόπο, ο οποίος δεν σημαίνει ότι είναι και δίκαιος. Η Πηνελόπη, για παράδειγμα, αντιδιαστέλλει την άψογη συμπεριφορά του Οδυσσέα σε σχέση με ό,τι θεωρούσαν ως «δίκαιο», επομένως συνήθιζαν να πράττουν, οι άλλοι ισόθεοι άρχοντες (δ 690-692):
Κανένα στον λαό του δεν αδίκησε, λόγο κακό δεν είπε σε κανένα·
όπως το κάνουν [ἐστὶ δίκη] άλλοι ισόθεοι βασιλείς, στον ένα δείχνοντας
την έχθρα τους, στον άλλο αγάπη.
Η επαναληπτική εμφάνιση των καταστάσεων που εντάσσονται στην έννοια της δίκης, τις καθιστά αναπόφευκτες, με αποτέλεσμα η έκφραση «είναι δίκαιο» (δίκη ἐστίν) να σημαίνει «είναι μοιραίο» (μοῖρα ἐστίν). Ο Οδυσσέας ρωτά τη νεκρή μητέρα του Αντίκλεια να του εξηγήσει τον λόγο για τον οποίο δεν μπορεί να αγκαλιάσει την ψυχή της στον Άδη και δέχεται την εξής απάντηση (λ 218-222):
Αυτή είναι η μοίρα [δίκη ἐστίν] των βροτών, όταν κάποιος πεθαίνει:
δεν συγκρατούνε πια τα νεύρα του τις σάρκες και τα κόκαλά του·
όλα τους τα δαμάζει το μένος της πυράς
που λαμπαδιάζει, αφού η ζωή του φύγει κι αφήσει τα λευκά του οστά -
μόνο η ψυχή πάει πέταξε, σαν όνειρο, και φτερουγίζει.
Τα προηγούμενα παραδείγματα δεν σημαίνουν ότι παντού και πάντοτε στα ομηρικά έπη απουσιάζουν από την έννοια της δίκης οι ηθικές της αποχρώσεις και ότι ο ποιητής δεν ξεχωρίζει το δίκαιο από το άδικο. Όποιοι παραβιάζουν με τις πράξεις τους τις κοινωνικές συμβάσεις, όπως οι μνηστήρες τον κώδικα της φιλοξενίας (β 282), ή ασεβούν απέναντι στους θεούς, όπως οι Αχαιοί (γ 133), χαρακτηρίζονται ως μὴ δίκαιοι. Επίσης, θεωρούνται αγνώμονες, που βρίσκονται έξω από τα όρια του πολιτισμού, υβριστές και άγριοι. Παράδειγμα ο Πολύφημος, που για τον Οδυσσέα δεν ξέρει ούτε τι σημαίνει δίκη ούτε τι είναι οι θέμιστες (ι 215). Αντίθετα, δίκαιος ή ἐναίσιμος μπορεί να θεωρηθεί όποιος, χάρη στη θησαυρισμένη εμπειρία του και στη φρόνιμη σκέψη του, τηρεί τους κοινωνικούς κανόνες και ξέρει πώς πρέπει να αντιδρά κάθε φορά στις καταστάσεις. Παράδειγμα ο γέροντας Νέστορας στην Οδύσσεια (γ 244-245).
Ποια είναι η σχέση των θεών ή του Δία με τις δύο όψεις δικαιοσύνης (τη θεωρητική και την πρακτική) στα ομηρικά έπη; Σε μια πολυσυζητημένη παρομοίωση της Ιλιάδας η άτακτη φυγή των Τρώων και ο θόρυβος που ξεσηκώνουν τα άλογά τους, καθώς δέχονται την ορμητική επίθεση του Πατρόκλου, συγκρίνεται με την αναστάτωση της φύσης που προκαλεί με την καταιγίδα του ο Δίας, οργισμένος με τους θνητούς που παραβιάζουν τόσο τις γενικές αρχές δικαίου όσο και την εφαρμοσμένη δικαιοσύνη (Π 384-393):
Όπως η καταιγίδα πλακώνει ολόκληρη τη μαύρη γη μια μέρα φθινοπωριάτικη, όταν ο Δίας ρίχνει πάρα πολύ νερό, όταν θυμώσει και τα βάλει με τους ανθρώπους, που μαζεύονται και κρίνουν στραβά το δίκιο [θέμιστας] με το έτσι θέλω, και διώχνουν τη δικαιοσύνη [δίκην], γιατί δε λογαριάζουν τους θεούς που τους επιβλέπουν· όλοι τους οι ποταμοί τότε ξεχειλούν τρέχοντας, και τα ξεροπόταμα πλημμυρίζοντας κόβουν πολλές πλαγιές και μουγκρίζουν δυνατά, καθώς χύνονται ορμητικά από τα βουνά στη σκοτεινή θάλασσα και ρημάζοντας ό,τι έχουν φτιάσει οι άνθρωποι· έτσι και τα τρωαδίτικα άλογα, καθώς έτρεχαν, μούγκριζαν δυνατά.
Η ιλιαδική παρομοίωση κρίθηκε κατά καιρούς είτε ως μη γνήσια, που προστέθηκε αργότερα, επειδή συγγενεύει με φράσεις που απαντούν στον μεταγενέστερο ποιητή Ησίοδο, είτε ως περιφερειακής σημασίας, επειδή ο Δίας στην Ιλιάδα δεν διαδραματίζει με συνέπεια τον ρόλο του επιτηρητή της θέμιστος και της δίκης, με την ιδιότητα μάλιστα του τιμωρού. Τίποτε ωστόσο δεν αποκλείει το ενδεχόμενο ο ποιητής σ᾽ αυτό το σημείο της Ιλιάδας να εκφράζει στο έργο του παραδοσιακές αντιλήψεις που ήταν διαδεδομένες στην εποχή του. Η πίστη των θνητών, ειδικότερα των αδυνάτων, ότι οι ολύμπιοι υπερασπίζονται τους δίκαιους και τιμωρούν τους άδικους ήταν και είναι αναγκαία συνθήκη για να δώσουν νόημα στην πολυτάραχη ζωή τους. Ανεξάρτητα από το αν τα πιστεύω τους στο τέλος δικαιώνονται, όταν μάλιστα τους το επιτρέπει η πιο ηθικοδιδακτική Οδύσσεια. Παράδειγμα τα όσα λέει ο χοιροβοσκός Εύμαιος στον μεταμορφωμένο επισκέπτη κύριό του για τους υπερφίαλους μνηστήρες (ξ 83-84):
Κι όμως οι μάκαρες θεοί δεν συναινούν σ᾽ άδικα έργα·
τιμούν το δίκιο [δίκην], κι ανταμείβουν μόνο τις καλές μας πράξεις.
Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2023
Οι άνθρωποι που απολογούνται υπερβολικά στους άλλους υποφέρουν
Σίγουρα σου έχει τύχει να απολογηθείς στους γονείς σου για ποιο λόγο δεν πήγες να τους δεις, ή έχεις απολογηθεί στη φίλη σου για ποιο λόγο δεν της τηλεφώνησες, ή έχεις απολογηθεί στον/τη σύντροφό για κάτι που δεν έκανες.
Πολλοί άνθρωποι ζητάνε συγγνώμη επειδή μιλάνε πολύ, επειδή σκέφτονται πολύ, επειδή κρατάνε τον άλλον πολύ ώρα στο τηλέφωνο ή στέλνουν πολλά μηνύματα, ή επειδή προσπαθούν πολύ ή επειδή ενδιαφέρονται για τον άλλον πολύ.
Η λίστα είναι ατελείωτη!
Η απολογία είναι κάτι παραπάνω από εξήγηση. Όταν δίνουμε στον άλλον μία εξήγηση αυτό γίνεται με κυριολεκτικό τρόπο, δίνουμε δηλαδή μία αντικειμενική πληροφορία σε μία ισότιμη σχέση.
Όταν όμως βρισκόμαστε στη θέση να απολογηθούμε, τότε βρισκόμαστε κατευθείαν σε θέση ανισορροπίας, δηλαδή άνισης κατανομής δυνάμεων. Είναι σαν να παίρνει ο άλλος το πάνω χέρι στη σχέση και να μας στριμώχνει στη γωνία να απολογηθούμε, να δώσουμε εξηγήσεις και ταυτόχρονα συγγνώμη για την επιλογή μας. Και τότε ακριβώς ξεκινάει το πρόβλημα!
Όταν απολογείσαι στον άλλον για κάποια επιλογή σου είναι σαν να επιτρέπεις στον άλλον να σε κρίνει. Είναι σαν να παραδέχεσαι ότι έκανες κάποιο λάθος και οφείλεις εξηγήσεις.
Για ποιους λόγους απολογείται κανείς στους σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή του; Φυσικά υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί λόγοι! Εδώ θα παρουσιάσω τους πιο σημαντικούς λόγους.
Η επιθυμία να είσαι αρεστός και αποδεκτός
Πολλοί άνθρωποι αποκτούν τη συνήθεια να απολογούνται στους άλλους για να γίνουν αρεστοί. Έτσι, με καταναγκαστικό τρόπο μία γυναίκα απολογείται στη φίλη της γιατί δεν μπορεί να βγει για καφέ, ή στην πεθερά της για ποιο λόγο τη χρειάζεται να έρθει να μείνει με τα παιδιά, ή ο άντρας που απολογείται στους φίλους του επειδή «τον έχωσε» η σύζυγος να κάνει μία δουλειά, κοκ.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις κοινός παρονομαστής είναι στάση του ανθρώπου: αισθάνεται ότι βρίσκεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Και αυτή είναι η αλήθεια! Οι άνθρωποι αυτοί προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις επιλογές, τις επιθυμίες, τις πράξεις τους γιατί αισθάνονται ότι ο άλλος έχει πάρει τον ρόλο του δικαστή, τον ρόλο του κριτή και τους κρίνει.
Και, φυσικά, ο άνθρωπος που αισθάνεται ότι κάποιος τον κρίνει θέλει να γίνει αρεστός και αποδεκτός.
Το τίμημα είναι ότι αυτό το άτομο διαρκώς δίνει εξηγήσεις και προσπαθεί να πείσει τους γύρω του ότι οι επιλογές του είναι σωστές. Και εδώ θα πρέπει να τονίσω ότι το άτομο αυτό δεν έχει κάνει κάποιο λάθος ή κάτι κακό- απλώς επιλέγει διαφορετικά πράγματα από αυτά που θα ήθελαν τα πεθερικά, οι γονείς, ο/η σύζυγος, οι φίλοι του.
Είναι θέμα διαφοράς προτίμησης και όχι ζήτημα σωστού/λάθους.
Άγχος
Για άλλους πάλι, το γεγονός ότι διαρκώς βρίσκονται στη θέση του να δίνουν εξηγήσεις για τις επιλογές τους σχετίζεται με τον βαθμό άγχους τους.
Άνθρωποι που αγχώνονται εύκολα και αγωνιούν για το αν σκέφτηκαν σωστά, αν έπραξαν σωστά, αν θα τα καταφέρουν, αναζητούν την επιβεβαίωση από τρίτους. Έτσι, ενώ είναι φυσικό να πεις «συγγνώμη» αν άργησες σε ένα ραντεβού, δεν είναι φυσιολογικό να λες «συγγνώμη» και να απολογείσαι για τα ρούχα που φοράς, για το αν επέλεξες καφέ ή τσάι ή για το οποιοδήποτε μικροπράγμα.
Αν έχεις την ανάγκη να απολογείσαι για το κάθε τι τότε δε βοηθάς τον εαυτό σου. Είναι πολύ πιθανό ότι το «συγγνώμη» σου λειτουργεί σαν μία συμπεριφορά ασφαλείας, σαν μία υπερπροστατευτική συμπεριφορά ή μία στρατηγική για να μην εκτεθείς και να προλάβεις κάτι χειρότερο που φαντάζεσαι ότι μπορεί να ακολουθήσει.
Η συμπεριφορά αυτή είναι σχεδιασμένη για να σε προστατέψει από άλλα έντονα αρνητικά συναισθήματα ή καταστάσεις που σου φαίνονται απειλητικές για την ηρεμία σου. Αυτά όμως είναι ένδειξη άγχους- αγχώνεσαι για το πώς θα σε κρίνουν, για το πώς θα προστατέψεις τον εαυτό σου, για το τι θα γίνει στο μέλλον.
Αν διαρκώς αναρωτιέσαι αν είπες ή έκανες το σωστό και αν ζητάς συγγνώμη όλη την ώρα, αυτό έχει το αντίθετο αποτέλεσμα από το αναμενόμενο.
Δηλαδή αν περιμένεις ότι ζητώντας συνέχεια συγγνώμη, για το παραμικρό, οι άλλοι θα δείξουν μεγαλύτερη κατανόηση και αποδοχή, αυτό δε θα συμβεί! Ο λόγος είναι ότι όταν μπαίνεις στη θέση του να απολογείσαι, οι άλλοι θεωρούν ότι μάλλον έχεις κάνει κάτι λάθος, χωρίς καν να το καλοκοιτάξουν! Η συμπεριφορά σου τους κάνει να σκεφτούν αυτό που δε θέλεις! Σε βλέπουν ως «λιγότερο», ως ελλιπή.
Τα τρία πράγματα για τα οποία δεν πρέπει να απολογείσαι
1. Μην απολογείσαι για τον εαυτό σου.
Μη ζητάς συγγνώμη επειδή είσαι ευαίσθητος άνθρωπος, επειδή συγκινήθηκες ιδιαίτερα, επειδή έκλαψες, επειδή έχεις περισσότερα ή λιγότερα κιλά, κοκ. Δε χρειάζεται να ντρέπεσαι για το ποιος είσαι.
Αν λες «συγγνώμη» για το κάθε τι και απολογείσαι για το ποιος είσαι, καταστρέφεις την προσωπική σου ταυτότητα, την αίσθηση του εαυτού σου. Δέξου λοιπόν τον εαυτό σου όπως είσαι, με τα προτερήματα και τα ελαττώματά σου.
2. Μην απολογείσαι για τις επιλογές σου.
Δε χρειάζεται να απολογείσαι στους ανθρώπους γύρω σου επειδή διάλεξες το Α και όχι το Β, επειδή έκανες κάτι με το οποίο εκείνοι δε συμφωνούν ή δε θα επέλεγαν. Να θυμάσαι ότι καθένας έχει τον δικό του γνώμονα με βάση τον οποίο διαλέγει στη ζωή του σύντροφο, φίλους, επάγγελμα, τρόπο ζωής, κλπ.
Μην αφήνεις τους άλλους να σε κρίνουν.
Κυρίως όμως, μην απολογείσαι περιμένοντας να σε «συγχωρήσουν» οι άλλοι για τις επιλογές σου.
3. Μην απολογείσαι για τα όνειρα και τους στόχους σου.
Μία μεγάλη παγίδα για πολλούς ανθρώπους είναι το να αρχίσουν να απολογούνται για τα όνειρα και τους στόχους τους.
Αυτό μπορεί να συμβεί στον οποιονδήποτε, άντρα ή γυναίκα, μικρότερης ή μεγαλύτερης ηλικίας.
Γενικότερα ζούμε σε μία επικριτική κουλτούρα, όπου καθένας πιστεύει ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια, ότι η γνώμη του είναι καλύτερη και σωστότερη από αυτή του διπλανού του. το αποτέλεσμα είναι να προσπαθεί να «καπελώσει» τον άλλον, κρίνοντας και κατακρίνοντας τα όνειρα και τους στόχους του με βάση τα δικά του κριτήρια.
Έτσι, κρίνει ο γονιός το παιδί του για τις σπουδές ή το επάγγελμα που θέλει να διαλέξει, κρίνει ο κόσμος τον άνθρωπο που θέλει να παρατήσει τη μόνιμη θέση του στο δημόσιο για να κάνει τη δουλειά που αγαπάει και τον ευχαριστεί, κρίνει αυτό που έχει μεγάλη θέση στον ιδιωτικό τομέα και φεύγει προτιμώντας τη σιγουριά του δημόσιου, κλπ.
Και φυσικά ο κόσμος κρίνει τη γυναίκα που γίνεται μητέρα σε μεγάλη ηλικία ή τη γυναίκα που γίνεται μητέρα σε μικρή ηλικία, κρίνει το αν θα παντρευτεί ή όχι, κοκ.
Κάθε στόχος και όνειρο μπορεί να μπει κάτω από το μικροσκόπιο της αρνητικής κριτικής και να απορριφθεί ως «άπιαστο» ή «χαζό». Αυτό όμως δεν ισχύει! Δεν υπάρχουν «καλά και κακά» όνειρα και στόχοι, δεν υπάρχει το απόλυτο!
Κάθε όνειρο και στόχος εξαρτώνται από τον άνθρωπο, τον χαρακτήρα του, τις συνθήκες, την προσπάθειά του. Αν δεν υπήρχαν όνειρα «τρελά» και «άπιαστοι» στόχοι δεν θα είχαμε τις σημερινές εφευρέσεις, ολυμπιακά ρεκόρ και το κάθε επίτευγμα που κάποια στιγμή έμοιαζε ανέφικτο.
Τα όνειρα και οι στόχοι δεν είναι για να απολογείσαι, αλλά για να κινητοποιείσαι να τα κυνηγήσεις!
Πολλοί άνθρωποι ζητάνε συγγνώμη επειδή μιλάνε πολύ, επειδή σκέφτονται πολύ, επειδή κρατάνε τον άλλον πολύ ώρα στο τηλέφωνο ή στέλνουν πολλά μηνύματα, ή επειδή προσπαθούν πολύ ή επειδή ενδιαφέρονται για τον άλλον πολύ.
Η λίστα είναι ατελείωτη!
Η απολογία είναι κάτι παραπάνω από εξήγηση. Όταν δίνουμε στον άλλον μία εξήγηση αυτό γίνεται με κυριολεκτικό τρόπο, δίνουμε δηλαδή μία αντικειμενική πληροφορία σε μία ισότιμη σχέση.
Όταν όμως βρισκόμαστε στη θέση να απολογηθούμε, τότε βρισκόμαστε κατευθείαν σε θέση ανισορροπίας, δηλαδή άνισης κατανομής δυνάμεων. Είναι σαν να παίρνει ο άλλος το πάνω χέρι στη σχέση και να μας στριμώχνει στη γωνία να απολογηθούμε, να δώσουμε εξηγήσεις και ταυτόχρονα συγγνώμη για την επιλογή μας. Και τότε ακριβώς ξεκινάει το πρόβλημα!
Όταν απολογείσαι στον άλλον για κάποια επιλογή σου είναι σαν να επιτρέπεις στον άλλον να σε κρίνει. Είναι σαν να παραδέχεσαι ότι έκανες κάποιο λάθος και οφείλεις εξηγήσεις.
Για ποιους λόγους απολογείται κανείς στους σημαντικούς ανθρώπους στη ζωή του; Φυσικά υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί λόγοι! Εδώ θα παρουσιάσω τους πιο σημαντικούς λόγους.
Η επιθυμία να είσαι αρεστός και αποδεκτός
Πολλοί άνθρωποι αποκτούν τη συνήθεια να απολογούνται στους άλλους για να γίνουν αρεστοί. Έτσι, με καταναγκαστικό τρόπο μία γυναίκα απολογείται στη φίλη της γιατί δεν μπορεί να βγει για καφέ, ή στην πεθερά της για ποιο λόγο τη χρειάζεται να έρθει να μείνει με τα παιδιά, ή ο άντρας που απολογείται στους φίλους του επειδή «τον έχωσε» η σύζυγος να κάνει μία δουλειά, κοκ.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις κοινός παρονομαστής είναι στάση του ανθρώπου: αισθάνεται ότι βρίσκεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Και αυτή είναι η αλήθεια! Οι άνθρωποι αυτοί προσπαθούν να δικαιολογήσουν τις επιλογές, τις επιθυμίες, τις πράξεις τους γιατί αισθάνονται ότι ο άλλος έχει πάρει τον ρόλο του δικαστή, τον ρόλο του κριτή και τους κρίνει.
Και, φυσικά, ο άνθρωπος που αισθάνεται ότι κάποιος τον κρίνει θέλει να γίνει αρεστός και αποδεκτός.
Το τίμημα είναι ότι αυτό το άτομο διαρκώς δίνει εξηγήσεις και προσπαθεί να πείσει τους γύρω του ότι οι επιλογές του είναι σωστές. Και εδώ θα πρέπει να τονίσω ότι το άτομο αυτό δεν έχει κάνει κάποιο λάθος ή κάτι κακό- απλώς επιλέγει διαφορετικά πράγματα από αυτά που θα ήθελαν τα πεθερικά, οι γονείς, ο/η σύζυγος, οι φίλοι του.
Είναι θέμα διαφοράς προτίμησης και όχι ζήτημα σωστού/λάθους.
Άγχος
Για άλλους πάλι, το γεγονός ότι διαρκώς βρίσκονται στη θέση του να δίνουν εξηγήσεις για τις επιλογές τους σχετίζεται με τον βαθμό άγχους τους.
Άνθρωποι που αγχώνονται εύκολα και αγωνιούν για το αν σκέφτηκαν σωστά, αν έπραξαν σωστά, αν θα τα καταφέρουν, αναζητούν την επιβεβαίωση από τρίτους. Έτσι, ενώ είναι φυσικό να πεις «συγγνώμη» αν άργησες σε ένα ραντεβού, δεν είναι φυσιολογικό να λες «συγγνώμη» και να απολογείσαι για τα ρούχα που φοράς, για το αν επέλεξες καφέ ή τσάι ή για το οποιοδήποτε μικροπράγμα.
Αν έχεις την ανάγκη να απολογείσαι για το κάθε τι τότε δε βοηθάς τον εαυτό σου. Είναι πολύ πιθανό ότι το «συγγνώμη» σου λειτουργεί σαν μία συμπεριφορά ασφαλείας, σαν μία υπερπροστατευτική συμπεριφορά ή μία στρατηγική για να μην εκτεθείς και να προλάβεις κάτι χειρότερο που φαντάζεσαι ότι μπορεί να ακολουθήσει.
Η συμπεριφορά αυτή είναι σχεδιασμένη για να σε προστατέψει από άλλα έντονα αρνητικά συναισθήματα ή καταστάσεις που σου φαίνονται απειλητικές για την ηρεμία σου. Αυτά όμως είναι ένδειξη άγχους- αγχώνεσαι για το πώς θα σε κρίνουν, για το πώς θα προστατέψεις τον εαυτό σου, για το τι θα γίνει στο μέλλον.
Αν διαρκώς αναρωτιέσαι αν είπες ή έκανες το σωστό και αν ζητάς συγγνώμη όλη την ώρα, αυτό έχει το αντίθετο αποτέλεσμα από το αναμενόμενο.
Δηλαδή αν περιμένεις ότι ζητώντας συνέχεια συγγνώμη, για το παραμικρό, οι άλλοι θα δείξουν μεγαλύτερη κατανόηση και αποδοχή, αυτό δε θα συμβεί! Ο λόγος είναι ότι όταν μπαίνεις στη θέση του να απολογείσαι, οι άλλοι θεωρούν ότι μάλλον έχεις κάνει κάτι λάθος, χωρίς καν να το καλοκοιτάξουν! Η συμπεριφορά σου τους κάνει να σκεφτούν αυτό που δε θέλεις! Σε βλέπουν ως «λιγότερο», ως ελλιπή.
Τα τρία πράγματα για τα οποία δεν πρέπει να απολογείσαι
1. Μην απολογείσαι για τον εαυτό σου.
Μη ζητάς συγγνώμη επειδή είσαι ευαίσθητος άνθρωπος, επειδή συγκινήθηκες ιδιαίτερα, επειδή έκλαψες, επειδή έχεις περισσότερα ή λιγότερα κιλά, κοκ. Δε χρειάζεται να ντρέπεσαι για το ποιος είσαι.
Αν λες «συγγνώμη» για το κάθε τι και απολογείσαι για το ποιος είσαι, καταστρέφεις την προσωπική σου ταυτότητα, την αίσθηση του εαυτού σου. Δέξου λοιπόν τον εαυτό σου όπως είσαι, με τα προτερήματα και τα ελαττώματά σου.
2. Μην απολογείσαι για τις επιλογές σου.
Δε χρειάζεται να απολογείσαι στους ανθρώπους γύρω σου επειδή διάλεξες το Α και όχι το Β, επειδή έκανες κάτι με το οποίο εκείνοι δε συμφωνούν ή δε θα επέλεγαν. Να θυμάσαι ότι καθένας έχει τον δικό του γνώμονα με βάση τον οποίο διαλέγει στη ζωή του σύντροφο, φίλους, επάγγελμα, τρόπο ζωής, κλπ.
Μην αφήνεις τους άλλους να σε κρίνουν.
Κυρίως όμως, μην απολογείσαι περιμένοντας να σε «συγχωρήσουν» οι άλλοι για τις επιλογές σου.
3. Μην απολογείσαι για τα όνειρα και τους στόχους σου.
Μία μεγάλη παγίδα για πολλούς ανθρώπους είναι το να αρχίσουν να απολογούνται για τα όνειρα και τους στόχους τους.
Αυτό μπορεί να συμβεί στον οποιονδήποτε, άντρα ή γυναίκα, μικρότερης ή μεγαλύτερης ηλικίας.
Γενικότερα ζούμε σε μία επικριτική κουλτούρα, όπου καθένας πιστεύει ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια, ότι η γνώμη του είναι καλύτερη και σωστότερη από αυτή του διπλανού του. το αποτέλεσμα είναι να προσπαθεί να «καπελώσει» τον άλλον, κρίνοντας και κατακρίνοντας τα όνειρα και τους στόχους του με βάση τα δικά του κριτήρια.
Έτσι, κρίνει ο γονιός το παιδί του για τις σπουδές ή το επάγγελμα που θέλει να διαλέξει, κρίνει ο κόσμος τον άνθρωπο που θέλει να παρατήσει τη μόνιμη θέση του στο δημόσιο για να κάνει τη δουλειά που αγαπάει και τον ευχαριστεί, κρίνει αυτό που έχει μεγάλη θέση στον ιδιωτικό τομέα και φεύγει προτιμώντας τη σιγουριά του δημόσιου, κλπ.
Και φυσικά ο κόσμος κρίνει τη γυναίκα που γίνεται μητέρα σε μεγάλη ηλικία ή τη γυναίκα που γίνεται μητέρα σε μικρή ηλικία, κρίνει το αν θα παντρευτεί ή όχι, κοκ.
Κάθε στόχος και όνειρο μπορεί να μπει κάτω από το μικροσκόπιο της αρνητικής κριτικής και να απορριφθεί ως «άπιαστο» ή «χαζό». Αυτό όμως δεν ισχύει! Δεν υπάρχουν «καλά και κακά» όνειρα και στόχοι, δεν υπάρχει το απόλυτο!
Κάθε όνειρο και στόχος εξαρτώνται από τον άνθρωπο, τον χαρακτήρα του, τις συνθήκες, την προσπάθειά του. Αν δεν υπήρχαν όνειρα «τρελά» και «άπιαστοι» στόχοι δεν θα είχαμε τις σημερινές εφευρέσεις, ολυμπιακά ρεκόρ και το κάθε επίτευγμα που κάποια στιγμή έμοιαζε ανέφικτο.
Τα όνειρα και οι στόχοι δεν είναι για να απολογείσαι, αλλά για να κινητοποιείσαι να τα κυνηγήσεις!
Πώς μαθαίνουν τα παιδιά την ηθική;
Η ηθική των παιδιών περιλαμβάνει κάποιες αξίες όπως η ειλικρίνεια, ο σεβασμός και η ευθύνη ως προς τους άλλους. Πώς λοιπόν μπορεί κανείς να διδάξει στα παιδιά του τις παραπάνω αξίες;
Ηθική ταυτότητα
Δεν πρέπει μόνο να διδάσκουμε στα παιδιά μας συγκεκριμένες αξίες, αλλά πρέπει να τα δεσμεύουμε και ως προς αυτές. Πρέπει να ζητάμε από τα παιδιά να βοηθούν με τις δουλειές του σπιτιού, να είναι ευγενικά με εμάς και τους οικείους μας και να τους εξηγούμε γιατί είναι για εμάς σημαντικές αυτές οι αξίες.
Αντιμετώπιση των αρνητικών συναισθημάτων
Ένα παιδί μπορεί να μπει στην ομάδα της τάξης που θα κοροϊδέψει τον καινούργιο μαθητή, για να μη γίνει το ίδιο αντικείμενο χλεύης από την ίδια ομάδα παιδιών. Αυτό είναι ένα παράδειγμα για το πώς το παιδί εγκαταλείπει την ηθική του προκειμένου να αποφύγει ένα δυσάρεστο συναίσθημα.
Είναι λοιπόν σημαντικό να το προλάβουμε αυτό, διδάσκοντας στα παιδιά μας την ηθική και την αξία της. Με αυτόν τον τρόπο το παιδί δε θα νιώσει ντροπή ή θυμό προκειμένου να συμμετάσχει για παράδειγμα στον εκφοβισμό ενός άλλου παιδιού. Το βοηθάμε να προλάβει τα παραπάνω συναισθήματα, να τα αναγνωρίσει και να μην το παρασύρουν σε πράξεις που δε συμφωνούν με την ηθική του.
Ηθικά διλήμματα
Τα παιδιά θ’ αντιμετωπίζουν συχνά ηθικά διλήμματα. Πρέπει λοιπόν να τα προετοιμάσουμε γι’ αυτά. Ένα παιδί μπορεί να μην ξέρει, για παράδειγμα, τι να κάνει στην περίπτωση που κάποιος συμμαθητής του και καλός του φίλος αντιγράψει από το διαγώνισμά του και πάρει εξίσου κάλο βαθμό.
Πρέπει λοιπόν να τα βοηθήσουμε να σκέφτονται πολυδιάστατα και ν’ αναλογίζονται τι συνέπειες έχουν οι πράξεις και η στάση τους στα μικροσυστήματα που συμμετέχουν.
Ψυχολογική ανθεκτικότητα
Το να μάθει ένα παιδί να υπερασπίζεται τα πιστεύω του ή ν’ αναλαμβάνει τις ευθύνες του προς τους άλλους, μπορεί και να το δυσκολέψει σε κάποιες περιπτώσεις. Πρέπει λοιπόν να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να χτίσουν έναν ανθεκτικό και ώριμο εαυτό που θ’ ανταπεξέλθει στις δυσκολίες που θ’ αντιμετωπίσει.
Βέβαια ο αμεσότερος τρόπος για να διδάξει ο γονιός στο παιδί του την ηθική είναι ν’ αποτελεί ο ίδιος ένα ηθικό παράδειγμα γι’ αυτό. Έτσι περνάει στα παιδιά του ένα ηχηρό μήνυμα. Στην αντίθετη περίπτωση, τα παιδιά συγχίζονται καθώς βλέπουν τις παραινέσεις των σημαντικότερων γι’ αυτά προσώπων να μη συμφωνούν με τις πράξεις τους.
Ηθική ταυτότητα
Δεν πρέπει μόνο να διδάσκουμε στα παιδιά μας συγκεκριμένες αξίες, αλλά πρέπει να τα δεσμεύουμε και ως προς αυτές. Πρέπει να ζητάμε από τα παιδιά να βοηθούν με τις δουλειές του σπιτιού, να είναι ευγενικά με εμάς και τους οικείους μας και να τους εξηγούμε γιατί είναι για εμάς σημαντικές αυτές οι αξίες.
Αντιμετώπιση των αρνητικών συναισθημάτων
Ένα παιδί μπορεί να μπει στην ομάδα της τάξης που θα κοροϊδέψει τον καινούργιο μαθητή, για να μη γίνει το ίδιο αντικείμενο χλεύης από την ίδια ομάδα παιδιών. Αυτό είναι ένα παράδειγμα για το πώς το παιδί εγκαταλείπει την ηθική του προκειμένου να αποφύγει ένα δυσάρεστο συναίσθημα.
Είναι λοιπόν σημαντικό να το προλάβουμε αυτό, διδάσκοντας στα παιδιά μας την ηθική και την αξία της. Με αυτόν τον τρόπο το παιδί δε θα νιώσει ντροπή ή θυμό προκειμένου να συμμετάσχει για παράδειγμα στον εκφοβισμό ενός άλλου παιδιού. Το βοηθάμε να προλάβει τα παραπάνω συναισθήματα, να τα αναγνωρίσει και να μην το παρασύρουν σε πράξεις που δε συμφωνούν με την ηθική του.
Ηθικά διλήμματα
Τα παιδιά θ’ αντιμετωπίζουν συχνά ηθικά διλήμματα. Πρέπει λοιπόν να τα προετοιμάσουμε γι’ αυτά. Ένα παιδί μπορεί να μην ξέρει, για παράδειγμα, τι να κάνει στην περίπτωση που κάποιος συμμαθητής του και καλός του φίλος αντιγράψει από το διαγώνισμά του και πάρει εξίσου κάλο βαθμό.
Πρέπει λοιπόν να τα βοηθήσουμε να σκέφτονται πολυδιάστατα και ν’ αναλογίζονται τι συνέπειες έχουν οι πράξεις και η στάση τους στα μικροσυστήματα που συμμετέχουν.
Ψυχολογική ανθεκτικότητα
Το να μάθει ένα παιδί να υπερασπίζεται τα πιστεύω του ή ν’ αναλαμβάνει τις ευθύνες του προς τους άλλους, μπορεί και να το δυσκολέψει σε κάποιες περιπτώσεις. Πρέπει λοιπόν να βοηθήσουμε τα παιδιά μας να χτίσουν έναν ανθεκτικό και ώριμο εαυτό που θ’ ανταπεξέλθει στις δυσκολίες που θ’ αντιμετωπίσει.
Βέβαια ο αμεσότερος τρόπος για να διδάξει ο γονιός στο παιδί του την ηθική είναι ν’ αποτελεί ο ίδιος ένα ηθικό παράδειγμα γι’ αυτό. Έτσι περνάει στα παιδιά του ένα ηχηρό μήνυμα. Στην αντίθετη περίπτωση, τα παιδιά συγχίζονται καθώς βλέπουν τις παραινέσεις των σημαντικότερων γι’ αυτά προσώπων να μη συμφωνούν με τις πράξεις τους.
Ο θρήνος του πληγωμένου έρωτα
Η παγίδα του θυμού έρχεται όταν ο άνθρωπος
θεωρεί τον εαυτό του εύθραυστο
Τότε, όταν “σπάσει”,
αναπόφευκτα,
κόβει…
Υπάρχει μία αγάπη στον πόνο που κανείς δεν παραδέχεται. Είναι η βαθιά επιμονή να διατηρήσει κανείς αυτό που τον πονάει ζωντανό, μέσα του, κι ας έχει εγκαταλειφθεί προ πολλού από εκείνο.
Υπάρχει ένας ναρκισσισμός στον πόνο. Στην άρνηση να τον απελευθερώσουμε και να απελευθερωθούμε από εκείνον.
Βλέπετε, ο πόνος είναι μία κατάσταση διπλής ομηρίας… Κρατάει αιχμάλωτο τον εαυτό με το να κρατάμε αιχμάλωτο εκείνον.
Γιατί, όμως, οι άνθρωποι αρνούμαστε να αφήσουμε ελεύθερο αυτό που μας πονά;
Μα γιατί, εξαρχής, το γνωρίσαμε με τα δεσμά του. Εξαρχής, θεωρήσαμε ότι αυτό που έρχεται στη ζωή μας, έρχεται κουβαλώντας τις αλυσίδες του.
Αλυσίδες που του φόρεσαν οι πεποιθήσεις μας πως ό,τι αγαπιέται οφείλει να παραμένει με αυτούς που το αγαπούν.
Όμως, η πραγματική αγάπη, πολύ απέχει από αυτό. Η πραγματική αγάπη δεν βοηθάει κάποιον να παραμείνει παιδί ενδίδοντας στις απαιτήσεις του και τις παράλογες αξιώσεις του.
Η πραγματική αγάπη απελευθερώνει, μεγαλώνει και ωριμάζει όποιον τολμήσει να πιει απ’ το ποτήρι της και του δίνει το θάρρος να ακουμπήσει το ποτήρι κάτω, όταν αδειάσει το περιεχόμενό του, και όχι να το ρουφάει μέχρι να ματώσουν τα χείλη του…
Η θλίψη στην απώλεια μοιάζει πολύ με το κλάμα του μεθυσμένου. Κουβαλάει, μάλιστα, τα ίδια ερωτήματα με εκείνον.
Το γιατί μου συμβαίνει, δηλαδή, ενώ συνεχίζει να καταναλώνει το ίδιο υγρό που τον δηλητηριάζει κι έχει πάψει προ πολλού να τον κάνει χαρούμενο.
Όμως η παγίδα που οδηγεί κάποιον εκεί έχει στηθεί πολύ πριν ερωτευτεί.
Η παγίδα έρχεται όταν κάποιος θεωρήσει αδύναμο τον εαυτό του• μικρότερο από την έννοια του έρωτα κι ας τον χρειάζεται εκείνη για να ζωντανέψει.
Η παγίδα έρχεται όταν κάποιος πείσει τον εαυτό του ότι είναι εύθραυστος, σχεδόν ανάξιος, όταν νιώσει να αγαπά κάτι, τόσο δυνατά, που στα μάτια του φαντάζει θείο. Αναπόφευκτα τότε από ερωτευμένος γίνεται ικέτης που, ασυνείδητα, το παρακαλά να μείνει στη ζωή του κι ας μην το καταλαβαίνει.
Το αποτέλεσμα είναι νοσηρό καθώς η προσδοκία του να συμπεριφερθεί, ο έρωτας, σαν θεός που θα τον αξιώσει αποτυγχάνει, και από ικέτης γίνεται εκδικητής του.
Τον κρατά όμηρο μέσα του ενώ από καιρού έχει στρεβλώσει τη σημασία του και τον αναγκάζει να τον πονά. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη νίκη για τον πληγωμένο από το να καταστήσει κάποιον που τον αγαπούσε βασανιστή, μέσα του.
Εξασφαλίζει την αιώνια παρουσία του διαμέσου του μαρτυρίου αντί της αγάπης και όπως κάθε τι που υποφέρει καταλήγει να μεταδίδει το μαρτύριό του κάνοντας και τους γύρω του να υποφέρουν.
Ο εύθραυστος, γυάλινος, εαυτός σπάει και, αδήριτα, τραυματίζει τους γύρω του με τις αιχμές του.
Η θλίψη του, μετουσιώνεται σε θυμό κι ο θυμός αυτός προβάλλεται σε κάθε φιγούρα της ζωής του. Οι ουλές από τα χτυπήματα του βασανιστή του γίνονται, πλέον, ορατές – όχι στο σώμα του – αλλά στην συμπεριφορά του που ψιθυρίζει το πόσο υποφέρει. Μα τί μπορεί να κάνει, όμως, αυτός που νιώθει έτσι;
Μπορεί να καταλάβει ότι ο ίδιος επιτρέπει στον εαυτό του να υποφέρει με το να στρεβλώνει την πάλαι ποτέ γλυκιά θύμηση κάποιου σε πονερή εικόνα, μονάχα για να παρατείνει την παραμονή της μέσα του…
Μπορεί να καταλάβει ότι δεν ήτανε ποτέ του αδύναμος μπροστά στον έρωτα καθώς ο έρωτας δεν συμβαίνει τυχαία, μα προκύπτει όταν τα ασυνείδητα μέρη δύο αντικειμένων, με την παντοδυναμία της έλλειψης, επιλέξουν να επενδυθούν το ένα στο άλλο…
Μπορεί να πιστέψει με ασφάλεια ότι η αξία του δεν αντικατοπτρίστηκε στο βλέμμα του άλλου και τώρα που εκείνος έφυγε, έφυγε και εκείνη μαζί του.
Η αξία του αναδύεται όταν διαχειριστεί την απώλεια με τον ίδιο σεβασμό που διαχειρίστηκε και την απόκτηση. Όταν αποκαθέξει τη συναισθηματική του επένδυση και μετατρέψει το αντικείμενο έρωτος σε αντικείμενο ευγνωμοσύνης το οποίο θα του χαρίζει ένα χαμόγελο κάθε φορά που το αναπολεί.
Υπάρχει μια αγάπη για τον πόνο που, κάποια στιγμή, έρχεται η ώρα να παραδεχτούμε.
Είναι η αγάπη της τραγικής φιγούρας, που επιφέρει την προσοχή όσων είναι σημαντικοί στη ζωή μας, και τους κάνει να μας κοιτούν με όλη τους την προσήλωση• προσήλωση που στην πραγματικότητα ζητήσαμε από εκείνον που έφυγε. Υπάρχει μια αγάπη για τον πόνο που καταλήγει να μας πληγώνει περισσότερο από όσο μπορούμε να περιποιηθούμε την πληγή.
Υπάρχει μια αγάπη για τον πόνο που πολύ απέχει από την αγάπη την αληθινή μα είναι πιο κοντά στα ανθρώπινα μέτρα κι έτσι γίνεται ευκολότερα αντιληπτή.
Για το τέλος, υπάρχει, όμως, και πόνος στην αγάπη, ναι.
Ο πόνος, όμως, αυτός, είναι προς τον εαυτό που δεν γνώριζε πώς να αγαπήσει με σεβασμό τον ίδιο για να μπορέσει να σεβαστεί τα όρια της αγάπης στον άλλο…
θεωρεί τον εαυτό του εύθραυστο
Τότε, όταν “σπάσει”,
αναπόφευκτα,
κόβει…
Υπάρχει μία αγάπη στον πόνο που κανείς δεν παραδέχεται. Είναι η βαθιά επιμονή να διατηρήσει κανείς αυτό που τον πονάει ζωντανό, μέσα του, κι ας έχει εγκαταλειφθεί προ πολλού από εκείνο.
Υπάρχει ένας ναρκισσισμός στον πόνο. Στην άρνηση να τον απελευθερώσουμε και να απελευθερωθούμε από εκείνον.
Βλέπετε, ο πόνος είναι μία κατάσταση διπλής ομηρίας… Κρατάει αιχμάλωτο τον εαυτό με το να κρατάμε αιχμάλωτο εκείνον.
Γιατί, όμως, οι άνθρωποι αρνούμαστε να αφήσουμε ελεύθερο αυτό που μας πονά;
Μα γιατί, εξαρχής, το γνωρίσαμε με τα δεσμά του. Εξαρχής, θεωρήσαμε ότι αυτό που έρχεται στη ζωή μας, έρχεται κουβαλώντας τις αλυσίδες του.
Αλυσίδες που του φόρεσαν οι πεποιθήσεις μας πως ό,τι αγαπιέται οφείλει να παραμένει με αυτούς που το αγαπούν.
Όμως, η πραγματική αγάπη, πολύ απέχει από αυτό. Η πραγματική αγάπη δεν βοηθάει κάποιον να παραμείνει παιδί ενδίδοντας στις απαιτήσεις του και τις παράλογες αξιώσεις του.
Η πραγματική αγάπη απελευθερώνει, μεγαλώνει και ωριμάζει όποιον τολμήσει να πιει απ’ το ποτήρι της και του δίνει το θάρρος να ακουμπήσει το ποτήρι κάτω, όταν αδειάσει το περιεχόμενό του, και όχι να το ρουφάει μέχρι να ματώσουν τα χείλη του…
Η θλίψη στην απώλεια μοιάζει πολύ με το κλάμα του μεθυσμένου. Κουβαλάει, μάλιστα, τα ίδια ερωτήματα με εκείνον.
Το γιατί μου συμβαίνει, δηλαδή, ενώ συνεχίζει να καταναλώνει το ίδιο υγρό που τον δηλητηριάζει κι έχει πάψει προ πολλού να τον κάνει χαρούμενο.
Όμως η παγίδα που οδηγεί κάποιον εκεί έχει στηθεί πολύ πριν ερωτευτεί.
Η παγίδα έρχεται όταν κάποιος θεωρήσει αδύναμο τον εαυτό του• μικρότερο από την έννοια του έρωτα κι ας τον χρειάζεται εκείνη για να ζωντανέψει.
Η παγίδα έρχεται όταν κάποιος πείσει τον εαυτό του ότι είναι εύθραυστος, σχεδόν ανάξιος, όταν νιώσει να αγαπά κάτι, τόσο δυνατά, που στα μάτια του φαντάζει θείο. Αναπόφευκτα τότε από ερωτευμένος γίνεται ικέτης που, ασυνείδητα, το παρακαλά να μείνει στη ζωή του κι ας μην το καταλαβαίνει.
Το αποτέλεσμα είναι νοσηρό καθώς η προσδοκία του να συμπεριφερθεί, ο έρωτας, σαν θεός που θα τον αξιώσει αποτυγχάνει, και από ικέτης γίνεται εκδικητής του.
Τον κρατά όμηρο μέσα του ενώ από καιρού έχει στρεβλώσει τη σημασία του και τον αναγκάζει να τον πονά. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη νίκη για τον πληγωμένο από το να καταστήσει κάποιον που τον αγαπούσε βασανιστή, μέσα του.
Εξασφαλίζει την αιώνια παρουσία του διαμέσου του μαρτυρίου αντί της αγάπης και όπως κάθε τι που υποφέρει καταλήγει να μεταδίδει το μαρτύριό του κάνοντας και τους γύρω του να υποφέρουν.
Ο εύθραυστος, γυάλινος, εαυτός σπάει και, αδήριτα, τραυματίζει τους γύρω του με τις αιχμές του.
Η θλίψη του, μετουσιώνεται σε θυμό κι ο θυμός αυτός προβάλλεται σε κάθε φιγούρα της ζωής του. Οι ουλές από τα χτυπήματα του βασανιστή του γίνονται, πλέον, ορατές – όχι στο σώμα του – αλλά στην συμπεριφορά του που ψιθυρίζει το πόσο υποφέρει. Μα τί μπορεί να κάνει, όμως, αυτός που νιώθει έτσι;
Μπορεί να καταλάβει ότι ο ίδιος επιτρέπει στον εαυτό του να υποφέρει με το να στρεβλώνει την πάλαι ποτέ γλυκιά θύμηση κάποιου σε πονερή εικόνα, μονάχα για να παρατείνει την παραμονή της μέσα του…
Μπορεί να καταλάβει ότι δεν ήτανε ποτέ του αδύναμος μπροστά στον έρωτα καθώς ο έρωτας δεν συμβαίνει τυχαία, μα προκύπτει όταν τα ασυνείδητα μέρη δύο αντικειμένων, με την παντοδυναμία της έλλειψης, επιλέξουν να επενδυθούν το ένα στο άλλο…
Μπορεί να πιστέψει με ασφάλεια ότι η αξία του δεν αντικατοπτρίστηκε στο βλέμμα του άλλου και τώρα που εκείνος έφυγε, έφυγε και εκείνη μαζί του.
Η αξία του αναδύεται όταν διαχειριστεί την απώλεια με τον ίδιο σεβασμό που διαχειρίστηκε και την απόκτηση. Όταν αποκαθέξει τη συναισθηματική του επένδυση και μετατρέψει το αντικείμενο έρωτος σε αντικείμενο ευγνωμοσύνης το οποίο θα του χαρίζει ένα χαμόγελο κάθε φορά που το αναπολεί.
Υπάρχει μια αγάπη για τον πόνο που, κάποια στιγμή, έρχεται η ώρα να παραδεχτούμε.
Είναι η αγάπη της τραγικής φιγούρας, που επιφέρει την προσοχή όσων είναι σημαντικοί στη ζωή μας, και τους κάνει να μας κοιτούν με όλη τους την προσήλωση• προσήλωση που στην πραγματικότητα ζητήσαμε από εκείνον που έφυγε. Υπάρχει μια αγάπη για τον πόνο που καταλήγει να μας πληγώνει περισσότερο από όσο μπορούμε να περιποιηθούμε την πληγή.
Υπάρχει μια αγάπη για τον πόνο που πολύ απέχει από την αγάπη την αληθινή μα είναι πιο κοντά στα ανθρώπινα μέτρα κι έτσι γίνεται ευκολότερα αντιληπτή.
Για το τέλος, υπάρχει, όμως, και πόνος στην αγάπη, ναι.
Ο πόνος, όμως, αυτός, είναι προς τον εαυτό που δεν γνώριζε πώς να αγαπήσει με σεβασμό τον ίδιο για να μπορέσει να σεβαστεί τα όρια της αγάπης στον άλλο…
Όταν μια κρίση πυροδοτεί τη δημιουργικότητα
Κατά τη διάρκεια μιας κρίσης – είτε πρόκειται για προσωπική, οργανωτική είτε για κοινωνική κρίση – οι συνήθεις τρόποι σκέψης και δράσης μπορεί να μην είναι πλέον χρήσιμοι ή να μην εξυπηρετούν τους στόχους των ανθρώπων. Μπορεί ακόμη και να οδηγήσουν κάποιον σε λάθος δρόμο. Απαιτούνται νέοι τρόποι σκέψης, και όταν απαιτείται νέα σκέψη, δημιουργείται η ευκαιρία για δημιουργικότητα. Οι άνθρωποι μπορούν να συνειδητοποιήσουν αυτή την ευκαιρία και να δράσουν βάσει αυτής, εάν έχουν δημιουργική αυτοπεποίθηση, προθυμία να αναλάβουν κινδύνους και κοινωνική υποστήριξη.
Είδη κρίσεων που μπορούν να πυροδοτήσουν δημιουργικότητα
Βιώνουμε συλλογικά μια κοινωνική κρίση. Κοινωνικές κρίσεις μπορούν επίσης να προκύψουν από οικονομικές υφέσεις ή και πολέμους. Στο παρελθόν, αυτές οι κρίσεις έχουν μερικές φορές συμπέσει με εκρήξεις δημιουργικότητας – ο Sir Isaac Newton εφηύρε τον λογισμό ενώ βρισκόταν σε καραντίνα την εποχή της πανούκλας.
Οι οργανωτικές κρίσεις, όπως η αναδιάρθρωση που ακολουθεί μια συγχώνευση, θα αλλάξουν τη φύση των οργανισμών. Μια μελέτη σε εταιρείες σε διάφορους δείχνει ότι ο τρόπος με τον οποίο οι εργαζόμενοι σκέφτονται για μια συγχώνευση μπορεί να κάνει τη διαφορά στη δημιουργικότητά τους στην εργασία. Όταν οι εργαζόμενοι θεωρούσαν τη συγχώνευση ως ευκαιρία (την έβλεπαν ως ωφέλιμη), ήταν πιο πιθανό να ενεργήσουν δημιουργικά στο πόστο τους, αλλά όταν θεωρούσαν τη συγχώνευση ως απειλή, ήταν λιγότερο πιθανό να είναι δημιουργικοί μετά τη συγχώνευση.
Αλλά το πώς σκέφτονται οι εργαζόμενοι δεν είναι το μόνο πράγμα που έχει σημασία. Οι οργανισμοί μπορούν να βοηθήσουν ακόμη και εκείνους που σκέφτονται τη συγχώνευση ως απειλή. Η έρευνα δείχνει ότι οι εργαζόμενοι που θεωρούσαν τη συγχώνευση ως απειλή ήταν πιο δημιουργικοί, εάν οι οργανισμοί τους υποστήριζαν τη δημιουργική εργασία και παρείχαν τους απαραίτητους πόρους γι’ αυτή.
Τέλος, οι προσωπικές κρίσεις, όπως η διάγνωση μιας απειλητικής για τη ζωή ασθένειας, η απώλεια εργασίας ή η επιβίωση από ένα σοβαρό ατύχημα, μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτης για τη δημιουργικότητα. Έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι η αγωνία που προκαλείται από τραυματικά προσωπικά γεγονότα σχετίζεται με την αύξηση της δημιουργικότητας και του εύρους της δημιουργικότητας (όπως η δημιουργικότητα στην επίλυση προβλημάτων, η συγγραφή, η επιχειρηματικότητα κ.λπ.) Η αύξηση της δημιουργικότητας φάνηκε να τροφοδοτείται από τη βελτίωση των προσωπικών σχέσεων μετά τα τραυματικά γεγονότα, καθώς και από την απόκτηση μιας νέας προοπτικής και τη θεώρηση της ζωής με όρους ευκαιριών.
Το κοινό χαρακτηριστικό όλων των κρίσεων είναι η βαθιά αβεβαιότητα σε συνδυασμό με την αίσθηση του επείγοντος για την αντιμετώπιση της απειλής – για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων ή των αρνητικών αποτελεσμάτων. Επειδή οι συνήθεις τρόποι σκέψης και δράσης δεν είναι αποτελεσματικοί κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, μπορούν να αναδυθούν νέοι τρόποι σκέψης και δράσης – χαρακτηριστικό γνώρισμα της δημιουργικότητας. Με άλλα λόγια, η δημιουργικότητα είναι πιθανό να αναδυθεί μέσα από την ανάγκη. Ωστόσο, δεν θα είναι όλοι δημιουργικοί σε περιόδους κρίσης.
Το ερώτημα είναι ποιες δεξιότητες και νοοτροπίες καθιστούν πιο πιθανό οι άνθρωποι να επιδείξουν δημιουργικότητα, είτε στην εργασία, είτε στο σχολείο, είτε στην καθημερινή ζωή. Σε άρθρο σε ειδικό του περιοδικού Frontiers in Psychology, ο Ron Beghetto παρέχει ιδέες που βασίζονται στην επιστήμη της δημιουργικότητας. Αν και δεν υπάρχουν βήμα προς βήμα συνταγές για τη δημιουργικότητα, υπάρχουν συνθήκες που καθιστούν πιο πιθανό αυτή να ανθίσει. Ακολουθούν τρία βασικά συστατικά που εντόπισε ο Dr. Beghetto και τα οποία μπορούν να αυξήσουν την πιθανότητα δημιουργικής δράσης κατά τη διάρκεια μιας κρίσης.
Δόμηση εμπιστοσύνης
Η δημιουργικότητα χρειάζεται μια στάση «Ναι, μπορώ!». Γιατί να προσπαθήσουμε αν δεν πιστεύουμε ότι μπορούμε να πετύχουμε; Η αυτοπεποίθηση αποκτάται μέσα από την εμπειρία και τις προηγούμενες επιτυχίες, καθώς και από την ταύτιση με πρότυπα που μπορούμε να αντιληφθούμε ως παρόμοια με εμάς. Η δημιουργική αυτοπεποίθηση γίνεται κινητήριος μοχλός για δράση όταν κάποιος έχει ένα μέτρο αυτονομίας για να ακολουθήσει μια ιδέα ή ένα ενδιαφέρον.
Προθυμία να αναλάβουμε ρίσκα
Η δεύτερη προϋπόθεση για τη δημιουργική δράση είναι η προθυμία ανάληψης ρίσκων. Σε τι εκθέτουμε τους εαυτούς μας επιχειρώντας κάτι αντισυμβατικό και πρωτότυπο; Θα μπορούσαμε να θεωρηθούμε ανόητοι; Θα μπορούσαμε να γελοιοποιηθούμε;
Ο Ron Beghetto μελέτησε την ακραία αντίδραση στη σκληρή κριτική και την ονόμασε «δημιουργική ταπείνωση». Μια και μόνο εμπειρία αυστηρής κριτικής μπορεί να οδηγήσει σε απροθυμία να ασχοληθούμε ξανά με αυτή τη δραστηριότητα. Τα παιδιά φαίνεται να είναι πιο επιρρεπή σε αυτό, πιθανότατα επειδή δεν έχουν ακόμη αναπτύξει την ικανότητα να διαχειρίζονται ισχυρά συναισθήματα.
Αλλά ακόμη και λιγότερο σοβαρή κριτική μπορεί να είναι αρκετά δυσάρεστη ώστε να μη θέλουμε να εκθέσουμε τον εαυτό μας στον κίνδυνο της ντροπής μπροστά σε άλλους, όπως οι συνάδελφοι και οι εργοδότες ή οι συμμαθητές και οι δάσκαλοι. Μπορεί να είναι ευκολότερο και ασφαλέστερο να μην κάνουμε κάτι νέο και πρωτότυπο. Όμως σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που χρειάζεται να πάμε κόντρα και να χρησιμοποιήσουμε όλη μας την ψυχική ανθεκτικότητα.
Δεν μπορούμε να τα κάνουμε όλα μόνοι μας
Παρά τους δημοφιλείς μύθους για τους μοναχικούς ιδιοφυείς δημιουργούς, η δημιουργικότητα δεν συμβαίνει στο κενό ή αποκλειστικά μέσα στα όρια του γραφείου, του εργαστηρίου ή του στούντιο. Η δημιουργικότητα είναι εγγενώς κοινωνική. Η δημιουργικότητα δημιουργείται ως απάντηση στις κοινωνικές ανάγκες ή ως απάντηση (ή αντίθεση) στο έργο των άλλων.
Τα δημιουργικά προϊόντα ή οι επιδόσεις αξίζει να μοιράζονται με άλλους, οι οποίοι στη συνέχεια τα αξιολογούν, αντιδρούν σε αυτά ή τα χρησιμοποιούν. Ένας επιστήμονας βασίζεται στο έργο των προηγούμενων, παρουσιάζει την έρευνα σε συνέδρια σε άλλους επιστήμονες και γράφει άρθρα που αναθεωρούνται από τους συντάκτες και βελτιώνονται κατά τη διαδικασία. Ένας επιχειρηματίας συχνά συνεργάζεται με άλλους για την κατασκευή πρωτοτύπων, πρέπει να πείσει τους χρηματοδότες να επενδύσουν σε αυτά, πρέπει να βρει εκείνους που μπορούν να λύσουν τεχνικά προβλήματα και στη συνέχεια να αποκτήσει χρήστες.
Η δημιουργική δράση απαιτεί υποστήριξη από το κοινωνικό μας περιβάλλον – εκείνους που μπορούν να διδάξουν, να παράσχουν υλική βοήθεια και να δημιουργήσουν συνδέσεις με άλλους με ακόμα διαφορετικούς τρόπους για να υποστηρίξουν το δημιουργικό έργο.
Είδη κρίσεων που μπορούν να πυροδοτήσουν δημιουργικότητα
Βιώνουμε συλλογικά μια κοινωνική κρίση. Κοινωνικές κρίσεις μπορούν επίσης να προκύψουν από οικονομικές υφέσεις ή και πολέμους. Στο παρελθόν, αυτές οι κρίσεις έχουν μερικές φορές συμπέσει με εκρήξεις δημιουργικότητας – ο Sir Isaac Newton εφηύρε τον λογισμό ενώ βρισκόταν σε καραντίνα την εποχή της πανούκλας.
Οι οργανωτικές κρίσεις, όπως η αναδιάρθρωση που ακολουθεί μια συγχώνευση, θα αλλάξουν τη φύση των οργανισμών. Μια μελέτη σε εταιρείες σε διάφορους δείχνει ότι ο τρόπος με τον οποίο οι εργαζόμενοι σκέφτονται για μια συγχώνευση μπορεί να κάνει τη διαφορά στη δημιουργικότητά τους στην εργασία. Όταν οι εργαζόμενοι θεωρούσαν τη συγχώνευση ως ευκαιρία (την έβλεπαν ως ωφέλιμη), ήταν πιο πιθανό να ενεργήσουν δημιουργικά στο πόστο τους, αλλά όταν θεωρούσαν τη συγχώνευση ως απειλή, ήταν λιγότερο πιθανό να είναι δημιουργικοί μετά τη συγχώνευση.
Αλλά το πώς σκέφτονται οι εργαζόμενοι δεν είναι το μόνο πράγμα που έχει σημασία. Οι οργανισμοί μπορούν να βοηθήσουν ακόμη και εκείνους που σκέφτονται τη συγχώνευση ως απειλή. Η έρευνα δείχνει ότι οι εργαζόμενοι που θεωρούσαν τη συγχώνευση ως απειλή ήταν πιο δημιουργικοί, εάν οι οργανισμοί τους υποστήριζαν τη δημιουργική εργασία και παρείχαν τους απαραίτητους πόρους γι’ αυτή.
Τέλος, οι προσωπικές κρίσεις, όπως η διάγνωση μιας απειλητικής για τη ζωή ασθένειας, η απώλεια εργασίας ή η επιβίωση από ένα σοβαρό ατύχημα, μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτης για τη δημιουργικότητα. Έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι η αγωνία που προκαλείται από τραυματικά προσωπικά γεγονότα σχετίζεται με την αύξηση της δημιουργικότητας και του εύρους της δημιουργικότητας (όπως η δημιουργικότητα στην επίλυση προβλημάτων, η συγγραφή, η επιχειρηματικότητα κ.λπ.) Η αύξηση της δημιουργικότητας φάνηκε να τροφοδοτείται από τη βελτίωση των προσωπικών σχέσεων μετά τα τραυματικά γεγονότα, καθώς και από την απόκτηση μιας νέας προοπτικής και τη θεώρηση της ζωής με όρους ευκαιριών.
Το κοινό χαρακτηριστικό όλων των κρίσεων είναι η βαθιά αβεβαιότητα σε συνδυασμό με την αίσθηση του επείγοντος για την αντιμετώπιση της απειλής – για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων ή των αρνητικών αποτελεσμάτων. Επειδή οι συνήθεις τρόποι σκέψης και δράσης δεν είναι αποτελεσματικοί κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, μπορούν να αναδυθούν νέοι τρόποι σκέψης και δράσης – χαρακτηριστικό γνώρισμα της δημιουργικότητας. Με άλλα λόγια, η δημιουργικότητα είναι πιθανό να αναδυθεί μέσα από την ανάγκη. Ωστόσο, δεν θα είναι όλοι δημιουργικοί σε περιόδους κρίσης.
Το ερώτημα είναι ποιες δεξιότητες και νοοτροπίες καθιστούν πιο πιθανό οι άνθρωποι να επιδείξουν δημιουργικότητα, είτε στην εργασία, είτε στο σχολείο, είτε στην καθημερινή ζωή. Σε άρθρο σε ειδικό του περιοδικού Frontiers in Psychology, ο Ron Beghetto παρέχει ιδέες που βασίζονται στην επιστήμη της δημιουργικότητας. Αν και δεν υπάρχουν βήμα προς βήμα συνταγές για τη δημιουργικότητα, υπάρχουν συνθήκες που καθιστούν πιο πιθανό αυτή να ανθίσει. Ακολουθούν τρία βασικά συστατικά που εντόπισε ο Dr. Beghetto και τα οποία μπορούν να αυξήσουν την πιθανότητα δημιουργικής δράσης κατά τη διάρκεια μιας κρίσης.
Δόμηση εμπιστοσύνης
Η δημιουργικότητα χρειάζεται μια στάση «Ναι, μπορώ!». Γιατί να προσπαθήσουμε αν δεν πιστεύουμε ότι μπορούμε να πετύχουμε; Η αυτοπεποίθηση αποκτάται μέσα από την εμπειρία και τις προηγούμενες επιτυχίες, καθώς και από την ταύτιση με πρότυπα που μπορούμε να αντιληφθούμε ως παρόμοια με εμάς. Η δημιουργική αυτοπεποίθηση γίνεται κινητήριος μοχλός για δράση όταν κάποιος έχει ένα μέτρο αυτονομίας για να ακολουθήσει μια ιδέα ή ένα ενδιαφέρον.
Προθυμία να αναλάβουμε ρίσκα
Η δεύτερη προϋπόθεση για τη δημιουργική δράση είναι η προθυμία ανάληψης ρίσκων. Σε τι εκθέτουμε τους εαυτούς μας επιχειρώντας κάτι αντισυμβατικό και πρωτότυπο; Θα μπορούσαμε να θεωρηθούμε ανόητοι; Θα μπορούσαμε να γελοιοποιηθούμε;
Ο Ron Beghetto μελέτησε την ακραία αντίδραση στη σκληρή κριτική και την ονόμασε «δημιουργική ταπείνωση». Μια και μόνο εμπειρία αυστηρής κριτικής μπορεί να οδηγήσει σε απροθυμία να ασχοληθούμε ξανά με αυτή τη δραστηριότητα. Τα παιδιά φαίνεται να είναι πιο επιρρεπή σε αυτό, πιθανότατα επειδή δεν έχουν ακόμη αναπτύξει την ικανότητα να διαχειρίζονται ισχυρά συναισθήματα.
Αλλά ακόμη και λιγότερο σοβαρή κριτική μπορεί να είναι αρκετά δυσάρεστη ώστε να μη θέλουμε να εκθέσουμε τον εαυτό μας στον κίνδυνο της ντροπής μπροστά σε άλλους, όπως οι συνάδελφοι και οι εργοδότες ή οι συμμαθητές και οι δάσκαλοι. Μπορεί να είναι ευκολότερο και ασφαλέστερο να μην κάνουμε κάτι νέο και πρωτότυπο. Όμως σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που χρειάζεται να πάμε κόντρα και να χρησιμοποιήσουμε όλη μας την ψυχική ανθεκτικότητα.
Δεν μπορούμε να τα κάνουμε όλα μόνοι μας
Παρά τους δημοφιλείς μύθους για τους μοναχικούς ιδιοφυείς δημιουργούς, η δημιουργικότητα δεν συμβαίνει στο κενό ή αποκλειστικά μέσα στα όρια του γραφείου, του εργαστηρίου ή του στούντιο. Η δημιουργικότητα είναι εγγενώς κοινωνική. Η δημιουργικότητα δημιουργείται ως απάντηση στις κοινωνικές ανάγκες ή ως απάντηση (ή αντίθεση) στο έργο των άλλων.
Τα δημιουργικά προϊόντα ή οι επιδόσεις αξίζει να μοιράζονται με άλλους, οι οποίοι στη συνέχεια τα αξιολογούν, αντιδρούν σε αυτά ή τα χρησιμοποιούν. Ένας επιστήμονας βασίζεται στο έργο των προηγούμενων, παρουσιάζει την έρευνα σε συνέδρια σε άλλους επιστήμονες και γράφει άρθρα που αναθεωρούνται από τους συντάκτες και βελτιώνονται κατά τη διαδικασία. Ένας επιχειρηματίας συχνά συνεργάζεται με άλλους για την κατασκευή πρωτοτύπων, πρέπει να πείσει τους χρηματοδότες να επενδύσουν σε αυτά, πρέπει να βρει εκείνους που μπορούν να λύσουν τεχνικά προβλήματα και στη συνέχεια να αποκτήσει χρήστες.
Η δημιουργική δράση απαιτεί υποστήριξη από το κοινωνικό μας περιβάλλον – εκείνους που μπορούν να διδάξουν, να παράσχουν υλική βοήθεια και να δημιουργήσουν συνδέσεις με άλλους με ακόμα διαφορετικούς τρόπους για να υποστηρίξουν το δημιουργικό έργο.
Οι Τεχνοβάρβαροι του 21ου αιώνα
«Ο νεοβάρβαρος δεν θεωρεί τίποτε μόνιμο. Όμως, γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, βλέπει παντού έναν δρόμο. Εκεί όπου οι άλλοι συναντούν τείχη ή βουνά, ακόμη κι εκεί, αυτός βλέπει έναν δρόμο. Επειδή όμως βλέπει έναν δρόμο παντού, είναι αναγκασμένος πάντα να αφανίζει τα πράγματα στο πέρασμα τους. Επειδή βλέπει δρόμους παντού τοποθετείται πάντα στα σταυροδρόμια» -Walter Benjamin
Τα τελευταία χρόνια οι ψηφιακές τεχνολογίες καταλαμβάνουν σταδιακά όλο και πιο κεντρικό ρόλο στην καθημερινότητα μας: κοινωνικότητα, εργασία, ψυχαγωγία, εκπαίδευση. Όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητές που βασίζονται στην επικοινωνία – δηλαδή σχεδόν το σύνολο των κοινωνικών μας συναναστροφών –αποικίζεται σταδιακά από ψηφιακές συσκευές, υπηρεσίες και δίκτυα τα οποία γίνονται απαραίτητα αλλά και εξαρτησιογόνα βοηθήματα της προσωπικής και επαγγελματική μας ζωής καθώς και της δημόσιας έκφραση μας. Ταυτόχρονα το διαδίκτυο απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το ιδανικό ενός δημοκρατικού, συμμετοχικού και αποκεντρωμένου μέσου, όπως αυτό περιγράφηκε κατά το παρελθόν.
Αντίθετα, η εντατικοποίηση της χρήσης του λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης και απορυθμισμένης οικονομίας που ευνοεί την οικονομική συγκέντρωση και ωθεί τους φορείς της ψηφιακής τεχνολογίας σε όλο και πιο εντατική εκμετάλλευση χρηστών και εργαζομένων, με στόχο την μεγιστοποίηση της κερδοφορίας τους. Έτσι, τα τελευταία χρόνια, το διαδίκτυο έχει εξελιχθεί σε ένα πεδίο σκληρού ανταγωνισμού μεταξύ γιγαντιαίων πολυεθνικών για τον έλεγχο των ψηφιακών εργαλείων και των κερδών που αυτά αποφέρουν.
Πριν από έναν αιώνα ο Νίτσε αναρωτιόταν: «Πρόβλημα: που είναι οι βάρβαροι του εικοστού αιώνα; Προφανώς θα εμφανιστούν και θα εδραιωθούν μέσα από νέες κοινωνικές τάσεις». Και είχε δίκιο. Οι νέοι βάρβαροι, που θα μας απελευθερώσουν από την βελούδινη σκλαβιά του μοντέρνου κόσμου, είναι εδώ. Μια νέα νομαδική ορδή, μια μεταμοντέρνα φυλή βαρβάρων έχει ήδη εμφανιστεί για να κατακλύσει και να «εκκενώσει» την Αυτοκρατορία.
«Σε κάθε δρόμο υπάρχει ένας άγνωστος που ονειρεύεται να γίνει κάποιος. Είναι ένας άνθρωπος μόνος, εγκαταλειμμένος απ’ όλους, που προσπαθεί απεγνωσμένα να αποδείξει πως υπάρχει».
Οι νέοι βάρβαροι γεννιούνται μέσα στην μοναξιά και στην αποξένωση των μεγαλουπόλεων. Είναι όμως βάρβαροι του «γλυκού νερού». Κάποτε οι βάρβαροι προσπαθούσαν να ερημώσουν τα πάντα και να επεκτείνουν την «θάλασσά» τους, την στέπα, διασχίζοντάς την μέσα από αβέβαια σκονισμένα μονοπάτια. Σήμερα το «μονοπάτι» των νεοβάρβαρων είναι το διαδίκτυο.
Οι νεοβάρβαροι πολεμούν την Αυτοκρατορία λιποτακτώντας από αυτή, κηρύσσοντας την ανυποταξία. Ανυποταξία δεν σημαίνει κατεδάφιση, πρόκειται για στρατηγική αναχαίτισης και όχι ανατροπής. Οι νεοβάρβαροι αρνούνται την εργασία, το γάμο, την παράδοση, τις κοινωνικές συμβάσεις. Προτιμούν να …μην.
«Μόνον όταν όλοι μ’ αρνηθείτε, θα ‘ρθω πάλι κοντά σας» έλεγε ο Νίτσε.
Η πολιτική της άρνησης έχει μεγάλη ιστορία από τότε που ο Etiene de La Boetie κήρυττε:
«Αποφασίστε να μην είστε πια δούλοι κι αμέσως θα βρεθείτε ελεύθεροι. Δεν σας ζητάω να σηκώσετε χέρι στον τύραννο για να τον ανατρέψτε, αλλά απλώς να πάψετε να τον υποστηρίζετε και τότε θα τον δείτε, σαν έναν τεράστιο Κολοσσό που έχει χάσει το βάθρο του, να καταρρέει κάτω από το δικό του βάρος και να γίνεται κομμάτια».
Εφόσον ο λαός έχει πάψει προ πολλού να εξεγείρεται, μπορεί τουλάχιστον να λιποτακτήσει, να αρνηθεί την εθελούσια σκλαβιά του. Η κινητικότητα και ο μαζικός νομαδισμός των εργατών εκφράζουν πάντοτε μιαν άρνηση και μιαν αναζήτηση της απελευθέρωσης. Από την άλλη ο φόβος των σύγχρονων βαρβάρων είναι μήπως καταντήσουν μικροαστοί και δημόσιοι υπάλληλοι. Γι’ αυτούς χειρότερη σκλαβιά είναι τα χρέη στις τράπεζες, παρά η φυλακή!
Κάθε εποχή παράγει τους βαρβάρους της.
Έτσι και ο 21ος αιώνας έχει δημιουργήσει ένα νέο είδος βαρβάρου, τον τεχνοβάρβαρο. Οι τεχνοβάρβαροι του 21ου αιώνα είναι οπαδοί της αναδυόμενης τεχνοκουλτούρας του διαδικτύου. Χειρίζονται ανορθόδοξα την υψηλή τεχνολογία. Δεν έχουν συμβατικό τρόπο σκέψης. Είναι κυβερνο-μυστικιστές κι έχουν κάψει εκατομμύρια εγκεφαλικά κύτταρα στα ψυχεδελικά από την νεαρή τους ηλικία.
Είναι ανορθόδοξοι χειριστές χάι-τεκ συστημάτων, με αντισυμβατικό τρόπο ζωής κι ανατρεπτικό τρόπο σκέψης. Έχουν βαρεθεί να περιμένουν το μέλλον και γι’ αυτό το ανακαλύπτουν την κάθε στιγμή. Φιλοδοξούν να μεταμορφωθούν σε νομάδες της πληροφορικής εποχής. Θεωρούν τον εαυτό τους πολίτη του κόσμου, συνειδητοποιημένο κάτοικο του πλανητικού χωριού που λέγεται Γη. Ας τους ονομάσουμε Cybernomads (Κυβερ-νομάδες).
Η χωροταξική σταθερότητα έρχεται σε αντίθεση με τις νομαδικές αντιλήψεις των Cybernomads. Μια σειρά από εξατομικευμένα νομαδικά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας τους δίνουν ελευθερία κινήσεων και τους μετατρέπουν σε πραγματικούς Κυβερ-Νομάδες. Αποδεσμευμένοι πλέον από την στατικότητα μπορούν να αναπτύσσονται και να δημιουργούν σε όλες τις περιοχές της υφηλίου. Οι χωροταξικοί περιορισμοί δεν αποτελούν πλέον εμπόδιο στην προσπάθεια των συγχρόνων βαρβάρων για να κατακτήσουν τις νέες τεχνολογικές ηπείρους.
Για έναν Cybernomad η ακατάπαυστη κίνηση είναι κύριο συστατικό της ζωής του: αν σταματά να κινείται κινδυνεύει να βουλιάξει στο απόλυτο μηδέν, στον αποκρουστικό κόσμο της συμβατικότητας. Κάτι τέτοιο είναι όμως ανυπόφορο για κάποιον που θεωρεί τον εαυτό του προωθημένο. Για κάποιον που θέλει να βρίσκεται πάντα στην «κόψη του κύματος».
Το πρώτο κύμα κυβερνομετανάστευσης έχει ξεκινήσει ήδη από την δεκαετία του 1990. Οι νομάδες της πληροφορικής εποχής με τα υψηλής τεχνολογίας φορητά τους συστήματα, την ικανότητα άμεσης πρόσβασης και την προωθημένη, αντι-εξουσιαστική τους κοσμοθέαση, γίνονται πρωταγωνιστές μιας εκπληκτικής μεταστροφής της δύναμης.
Ο αιώνας της μεγάλης κυβερνομετανάστευσης έχει φθάσει. Χαρακτηρίζεται από υπερταχύτητα. Οι γρήγορες κοινωνίες εξελίσσονται κι επιβιώνουν. Οι αργές βυθίζονται στην παρακμή.
Οι Cybernomads βρίσκονται πάντα στην πρώτη γραμμή: διαμορφώνουν το αύριο-τώρα! Ένας κυβερνομαδικός τρόπος ζωής αρχίζει να σχηματοποιείται μέσα από τις στάχτες του παλιού κόσμου. Ο παραδοσιακός κόσμος, που κυριαρχείται από τα έθνη-κράτη, έχει κάνει τον κύκλο του. Το τέλος του είναι ήδη ορατό. Καθώς η παντοδυναμία της «καμινάδας», δηλαδή του βιομηχανικού πολιτισμού, συνεχώς φθίνει, οι Cybernomads καταλαμβάνουν θέσεις μάχης. Η ώρα τους πλησιάζει.
Η παγκοσμιοποίηση θα σημάνει αργά ή γρήγορα το τέλος όχι μόνον των εθνών-κρατών, αλλά και του τέλους της μόνιμης εγκατάστασης των ανθρώπων, δηλαδή της «πατρίδας»! Η πατρίδα, η «γενέθλια γη», που είναι απόρροια ενός «γεωργικού πατριωτισμού» –τον οποίο και σιχαίνονται οι βάρβαροι όλων των εποχών– θα αμφισβητηθεί έντονα από το κύμα κυβερνομαδισμού που θα ξεσπάσει τις επόμενες δεκαετίες ως αποτέλεσμα της τεχνολογικής επανάστασης και της νέας οικονομίας, που θα μετατρέψει τη Γη σ’ ένα πλανητικών διαστάσεων χωριό.
Σύμφωνα με τον Ζακ Αταλί σε λίγα χρόνια θα υπάρχουν στον πλανήτη μας υπερνομάδες, οι υπονομάδες και οι εικονικοί νομάδες. Οι πρώτοι θα έχουν χρήμα και τεχνολογίες για να ταξιδεύουν ασταμάτητα από την μια ήπειρο στην άλλη. Οι δεύτεροι θα σέρνονται σε ακτίνα μερικών χιλιομέτρων γύρω από τα εμπορικά κέντρα, επιβιώνοντας με τα απόβλητα της ανάπτυξης, ενώ οι τρίτοι θα ζουν στην εικονικότητα την οποία θα έχουν εκλάβει ως πραγματικότητα.
Οι υπερκινητικοί κυβερνομάδες θα είναι αποδεσμευμένοι από το «σόφισμα της εδαφικότητας», επειδή πατρίδα τους θα είναι όλος ο κόσμος. Θα έχουν ανοσία στον τοπικιστικό εθνικισμό, και θα διαθέτουν πολλαπλά είδη ταυτότητας. Γι’ αυτούς αξία θα έχουν όχι τα στατικά υλικά αγαθά, αλλά ότι μπορεί να μεταφερθεί. Στόχος τους θα είναι η αυτό-πραγμάτωση, η πνευματική ικανοποίηση και το «κυνήγι της ευτυχίας», ακολουθώντας πάντα την ρήση των αρχαίων Ελλήνων αποίκων: «Όπου γης και πατρίς».
Στον 21ο αιώνα, χάρη στην κυβερνομετανάστευση, ο άνθρωπος θα συνειδητοποιήσει ότι ο πλανήτης Γη δεν είναι πάρα μια τεράστια «στέπα» για την οποία θα πρέπει ξαναπολεμήσουν οι βάρβαροι με την Αυτοκρατορία.
«Μέσα στον υπόνομο βρισκόμαστε όλοι μας. Όμως αυτό δεν εμποδίζει κάποιους ν’ ατενίζουν τ’ αστέρια» -Όσκαρ Ουάιλντ
Τα τελευταία χρόνια οι ψηφιακές τεχνολογίες καταλαμβάνουν σταδιακά όλο και πιο κεντρικό ρόλο στην καθημερινότητα μας: κοινωνικότητα, εργασία, ψυχαγωγία, εκπαίδευση. Όλες οι ανθρώπινες δραστηριότητές που βασίζονται στην επικοινωνία – δηλαδή σχεδόν το σύνολο των κοινωνικών μας συναναστροφών –αποικίζεται σταδιακά από ψηφιακές συσκευές, υπηρεσίες και δίκτυα τα οποία γίνονται απαραίτητα αλλά και εξαρτησιογόνα βοηθήματα της προσωπικής και επαγγελματική μας ζωής καθώς και της δημόσιας έκφραση μας. Ταυτόχρονα το διαδίκτυο απομακρύνεται όλο και περισσότερο από το ιδανικό ενός δημοκρατικού, συμμετοχικού και αποκεντρωμένου μέσου, όπως αυτό περιγράφηκε κατά το παρελθόν.
Αντίθετα, η εντατικοποίηση της χρήσης του λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο μιας παγκοσμιοποιημένης και απορυθμισμένης οικονομίας που ευνοεί την οικονομική συγκέντρωση και ωθεί τους φορείς της ψηφιακής τεχνολογίας σε όλο και πιο εντατική εκμετάλλευση χρηστών και εργαζομένων, με στόχο την μεγιστοποίηση της κερδοφορίας τους. Έτσι, τα τελευταία χρόνια, το διαδίκτυο έχει εξελιχθεί σε ένα πεδίο σκληρού ανταγωνισμού μεταξύ γιγαντιαίων πολυεθνικών για τον έλεγχο των ψηφιακών εργαλείων και των κερδών που αυτά αποφέρουν.
Πριν από έναν αιώνα ο Νίτσε αναρωτιόταν: «Πρόβλημα: που είναι οι βάρβαροι του εικοστού αιώνα; Προφανώς θα εμφανιστούν και θα εδραιωθούν μέσα από νέες κοινωνικές τάσεις». Και είχε δίκιο. Οι νέοι βάρβαροι, που θα μας απελευθερώσουν από την βελούδινη σκλαβιά του μοντέρνου κόσμου, είναι εδώ. Μια νέα νομαδική ορδή, μια μεταμοντέρνα φυλή βαρβάρων έχει ήδη εμφανιστεί για να κατακλύσει και να «εκκενώσει» την Αυτοκρατορία.
«Σε κάθε δρόμο υπάρχει ένας άγνωστος που ονειρεύεται να γίνει κάποιος. Είναι ένας άνθρωπος μόνος, εγκαταλειμμένος απ’ όλους, που προσπαθεί απεγνωσμένα να αποδείξει πως υπάρχει».
Οι νέοι βάρβαροι γεννιούνται μέσα στην μοναξιά και στην αποξένωση των μεγαλουπόλεων. Είναι όμως βάρβαροι του «γλυκού νερού». Κάποτε οι βάρβαροι προσπαθούσαν να ερημώσουν τα πάντα και να επεκτείνουν την «θάλασσά» τους, την στέπα, διασχίζοντάς την μέσα από αβέβαια σκονισμένα μονοπάτια. Σήμερα το «μονοπάτι» των νεοβάρβαρων είναι το διαδίκτυο.
Οι νεοβάρβαροι πολεμούν την Αυτοκρατορία λιποτακτώντας από αυτή, κηρύσσοντας την ανυποταξία. Ανυποταξία δεν σημαίνει κατεδάφιση, πρόκειται για στρατηγική αναχαίτισης και όχι ανατροπής. Οι νεοβάρβαροι αρνούνται την εργασία, το γάμο, την παράδοση, τις κοινωνικές συμβάσεις. Προτιμούν να …μην.
«Μόνον όταν όλοι μ’ αρνηθείτε, θα ‘ρθω πάλι κοντά σας» έλεγε ο Νίτσε.
Η πολιτική της άρνησης έχει μεγάλη ιστορία από τότε που ο Etiene de La Boetie κήρυττε:
«Αποφασίστε να μην είστε πια δούλοι κι αμέσως θα βρεθείτε ελεύθεροι. Δεν σας ζητάω να σηκώσετε χέρι στον τύραννο για να τον ανατρέψτε, αλλά απλώς να πάψετε να τον υποστηρίζετε και τότε θα τον δείτε, σαν έναν τεράστιο Κολοσσό που έχει χάσει το βάθρο του, να καταρρέει κάτω από το δικό του βάρος και να γίνεται κομμάτια».
Εφόσον ο λαός έχει πάψει προ πολλού να εξεγείρεται, μπορεί τουλάχιστον να λιποτακτήσει, να αρνηθεί την εθελούσια σκλαβιά του. Η κινητικότητα και ο μαζικός νομαδισμός των εργατών εκφράζουν πάντοτε μιαν άρνηση και μιαν αναζήτηση της απελευθέρωσης. Από την άλλη ο φόβος των σύγχρονων βαρβάρων είναι μήπως καταντήσουν μικροαστοί και δημόσιοι υπάλληλοι. Γι’ αυτούς χειρότερη σκλαβιά είναι τα χρέη στις τράπεζες, παρά η φυλακή!
Κάθε εποχή παράγει τους βαρβάρους της.
Έτσι και ο 21ος αιώνας έχει δημιουργήσει ένα νέο είδος βαρβάρου, τον τεχνοβάρβαρο. Οι τεχνοβάρβαροι του 21ου αιώνα είναι οπαδοί της αναδυόμενης τεχνοκουλτούρας του διαδικτύου. Χειρίζονται ανορθόδοξα την υψηλή τεχνολογία. Δεν έχουν συμβατικό τρόπο σκέψης. Είναι κυβερνο-μυστικιστές κι έχουν κάψει εκατομμύρια εγκεφαλικά κύτταρα στα ψυχεδελικά από την νεαρή τους ηλικία.
Είναι ανορθόδοξοι χειριστές χάι-τεκ συστημάτων, με αντισυμβατικό τρόπο ζωής κι ανατρεπτικό τρόπο σκέψης. Έχουν βαρεθεί να περιμένουν το μέλλον και γι’ αυτό το ανακαλύπτουν την κάθε στιγμή. Φιλοδοξούν να μεταμορφωθούν σε νομάδες της πληροφορικής εποχής. Θεωρούν τον εαυτό τους πολίτη του κόσμου, συνειδητοποιημένο κάτοικο του πλανητικού χωριού που λέγεται Γη. Ας τους ονομάσουμε Cybernomads (Κυβερ-νομάδες).
Η χωροταξική σταθερότητα έρχεται σε αντίθεση με τις νομαδικές αντιλήψεις των Cybernomads. Μια σειρά από εξατομικευμένα νομαδικά προϊόντα υψηλής τεχνολογίας τους δίνουν ελευθερία κινήσεων και τους μετατρέπουν σε πραγματικούς Κυβερ-Νομάδες. Αποδεσμευμένοι πλέον από την στατικότητα μπορούν να αναπτύσσονται και να δημιουργούν σε όλες τις περιοχές της υφηλίου. Οι χωροταξικοί περιορισμοί δεν αποτελούν πλέον εμπόδιο στην προσπάθεια των συγχρόνων βαρβάρων για να κατακτήσουν τις νέες τεχνολογικές ηπείρους.
Για έναν Cybernomad η ακατάπαυστη κίνηση είναι κύριο συστατικό της ζωής του: αν σταματά να κινείται κινδυνεύει να βουλιάξει στο απόλυτο μηδέν, στον αποκρουστικό κόσμο της συμβατικότητας. Κάτι τέτοιο είναι όμως ανυπόφορο για κάποιον που θεωρεί τον εαυτό του προωθημένο. Για κάποιον που θέλει να βρίσκεται πάντα στην «κόψη του κύματος».
Το πρώτο κύμα κυβερνομετανάστευσης έχει ξεκινήσει ήδη από την δεκαετία του 1990. Οι νομάδες της πληροφορικής εποχής με τα υψηλής τεχνολογίας φορητά τους συστήματα, την ικανότητα άμεσης πρόσβασης και την προωθημένη, αντι-εξουσιαστική τους κοσμοθέαση, γίνονται πρωταγωνιστές μιας εκπληκτικής μεταστροφής της δύναμης.
Ο αιώνας της μεγάλης κυβερνομετανάστευσης έχει φθάσει. Χαρακτηρίζεται από υπερταχύτητα. Οι γρήγορες κοινωνίες εξελίσσονται κι επιβιώνουν. Οι αργές βυθίζονται στην παρακμή.
Οι Cybernomads βρίσκονται πάντα στην πρώτη γραμμή: διαμορφώνουν το αύριο-τώρα! Ένας κυβερνομαδικός τρόπος ζωής αρχίζει να σχηματοποιείται μέσα από τις στάχτες του παλιού κόσμου. Ο παραδοσιακός κόσμος, που κυριαρχείται από τα έθνη-κράτη, έχει κάνει τον κύκλο του. Το τέλος του είναι ήδη ορατό. Καθώς η παντοδυναμία της «καμινάδας», δηλαδή του βιομηχανικού πολιτισμού, συνεχώς φθίνει, οι Cybernomads καταλαμβάνουν θέσεις μάχης. Η ώρα τους πλησιάζει.
Η παγκοσμιοποίηση θα σημάνει αργά ή γρήγορα το τέλος όχι μόνον των εθνών-κρατών, αλλά και του τέλους της μόνιμης εγκατάστασης των ανθρώπων, δηλαδή της «πατρίδας»! Η πατρίδα, η «γενέθλια γη», που είναι απόρροια ενός «γεωργικού πατριωτισμού» –τον οποίο και σιχαίνονται οι βάρβαροι όλων των εποχών– θα αμφισβητηθεί έντονα από το κύμα κυβερνομαδισμού που θα ξεσπάσει τις επόμενες δεκαετίες ως αποτέλεσμα της τεχνολογικής επανάστασης και της νέας οικονομίας, που θα μετατρέψει τη Γη σ’ ένα πλανητικών διαστάσεων χωριό.
Σύμφωνα με τον Ζακ Αταλί σε λίγα χρόνια θα υπάρχουν στον πλανήτη μας υπερνομάδες, οι υπονομάδες και οι εικονικοί νομάδες. Οι πρώτοι θα έχουν χρήμα και τεχνολογίες για να ταξιδεύουν ασταμάτητα από την μια ήπειρο στην άλλη. Οι δεύτεροι θα σέρνονται σε ακτίνα μερικών χιλιομέτρων γύρω από τα εμπορικά κέντρα, επιβιώνοντας με τα απόβλητα της ανάπτυξης, ενώ οι τρίτοι θα ζουν στην εικονικότητα την οποία θα έχουν εκλάβει ως πραγματικότητα.
Οι υπερκινητικοί κυβερνομάδες θα είναι αποδεσμευμένοι από το «σόφισμα της εδαφικότητας», επειδή πατρίδα τους θα είναι όλος ο κόσμος. Θα έχουν ανοσία στον τοπικιστικό εθνικισμό, και θα διαθέτουν πολλαπλά είδη ταυτότητας. Γι’ αυτούς αξία θα έχουν όχι τα στατικά υλικά αγαθά, αλλά ότι μπορεί να μεταφερθεί. Στόχος τους θα είναι η αυτό-πραγμάτωση, η πνευματική ικανοποίηση και το «κυνήγι της ευτυχίας», ακολουθώντας πάντα την ρήση των αρχαίων Ελλήνων αποίκων: «Όπου γης και πατρίς».
Στον 21ο αιώνα, χάρη στην κυβερνομετανάστευση, ο άνθρωπος θα συνειδητοποιήσει ότι ο πλανήτης Γη δεν είναι πάρα μια τεράστια «στέπα» για την οποία θα πρέπει ξαναπολεμήσουν οι βάρβαροι με την Αυτοκρατορία.
«Μέσα στον υπόνομο βρισκόμαστε όλοι μας. Όμως αυτό δεν εμποδίζει κάποιους ν’ ατενίζουν τ’ αστέρια» -Όσκαρ Ουάιλντ
Ξυπνώντας από το Ζωντανό Όνειρο
Επιτρέψτε μου να επιστήσω την προσοχή σας σε ένα φαινομενικά περίεργο πράγμα. Αν σας έλεγα ότι τώρα, ενώ διαβάζετε αυτές τις γραμμές, στην πραγματικότητα κοιμάστε, ότι βρίσκεστε μέσα σε ένα ζωντανό όνειρο, σίγουρα θα πιστεύατε ότι έχω τρελαθεί.
Είστε ξυπνητοί, έχετε στρέψει την προσοχή σας στην ανάγνωση, και έχετε επίγνωση του περιβάλλοντός σας επίσης. Μπορείτε να δείτε τα έπιπλα του δωματίου σας, μπορείτε να ακούσετε το κελάηδισμα των πουλιών από το κοντινό δάσος. Επίσης έχετε επίγνωση των σκέψεων και των συναισθημάτων σας. Πώς μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι αυτή τη στιγμή κοιμάστε;
Φυσικά, εσείς – όπως ακριβώς και όλοι οι άλλοι – κοιμάστε τη νύχτα. Ναι, μερικές φορές βλέπετε όνειρα ενώ κοιμάστε, αλλά τώρα είναι η διάρκεια της ημέρας, είστε ξύπνιοι. Έτσι, πώς θα μπορούσατε να βλέπετε όνειρα;
Φαντάζεστε Έναν Ολόκληρο Κόσμο Γύρω από τον Εαυτό σας
Πιστεύω ότι δεν κοιμάστε μόνο το βράδυ, αλλά και κατά τη διάρκεια της ημέρας. Πιστεύω ότι στην παρούσα κατάσταση της συνείδησής σας, η μεγαλύτερη ψευδαίσθησή σας είναι ότι νομίζετε πως είστε ξύπνιοι. Πιστεύω ότι στην τωρινή κατάσταση της ύπαρξής σας, η μεγαλύτερη ψευδαίσθησή σας είναι όταν νομίζετε ότι είστε σε εγρήγορση. Αυτό που βλέπω είναι ότι στην τωρινή κατάσταση της συνείδησης σας είστε κοιμισμένοι, και επί του παρόντος ονειρεύεστε, και ό,τι βλέπετε και ακούτε είναι όλα τα μέρη του ονείρου σας.
Ο νυχτερινός ύπνος σας είναι διαφορετικός από τον ύπνο της ημέρας με τη διαφορά ότι τη νύχτα τα όνειρά σας είναι λιγότερο ενεργά. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, φαντάζεστε έναν ολόκληρο κόσμο γύρω σας, και παίζεται έναν ενεργό ρόλο σε αυτό το όνειρο. Η προσωπική σας ιστορία λαμβάνει χώρα σε αυτόν τον κόσμο, και η ταύτιση με αυτό τον κόσμο διαμορφώνει την προσωπική σας ταυτότητα.
Στο παρόν, ονειρεύεστε ότι ως ένα μέρος της προσωπικής σας ιστορίας διαβάζετε αυτές τις γραμμές, ενώ ταυτίζεστε με το ρόλο του πνευματικού αναζητητή, και είστε εξοργισμένοι από αυτό που διαβάζετε.
Η ερώτηση που πιθανώς προκύπτει είναι “ γιατί ισχυρίζεται ότι κοιμάμαι και ονειρεύομαι τώρα;”. Λοιπόν, από την κατάσταση της συνείδησης που αποκαλώ Εγρήγορση, μπορώ να δω ότι είστε κοιμισμένοι, πιστεύετε τον εαυτό σας να είναι ένας χωριστός εαυτός, είστε αιχμάλωτοι των λειτουργιών του μυαλού σας.
Δεν Είστε Παρόντες
Ποια είναι η απόδειξη μου ώστε να πω ότι είστε τώρα κοιμισμένοι και, ως πολίτης μιας ονειροχώρας, ονειρεύεστε ότι είστε ξύπνιοι;
Είναι επειδή δεν είστε παρόντες. Να είστε παρόντες σημαίνει ότι είστε σε πλήρη εγρήγορση, προσεκτικοί, και συνειδητοί στην παρούσα στιγμή. Ότι κι αν κάνετε, το κάνετε πλήρως συνειδητά, επικεντρώνετε όλη την προσοχή σας σε αυτή τη συγκεκριμένη δραστηριότητα.
Αισθάνεστε την ευχέρεια να δηλώσετε ότι είστε παρόντες σε κάθε στιγμή της ζωής σας;
Τι σημαίνει να είναι κανείς ξύπνιος; Έχει συμβεί σε όλους μας να βιώσουμε την γοητεία της στιγμής, σε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Ένα όμορφο τοπίο, ένα ηλιοβασίλεμα, ένα όμορφο έργο τέχνης, ο ρυθμός της μουσικής που μας μάγεψε. Μπορεί να συμβεί ακόμη και όταν είμαστε χαμένοι στη σιωπή μιας ειρηνικής στιγμής. Η ταύτιση με τις μορφές και τα σχήματα χαλαρώνει λίγο για ένα μικρό διάστημα, και σ’ αυτό το διάστημα, μπορούμε να βιώσουμε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση Συνείδησης.
Ζείτε σε Έναν Ξεχωριστό Κόσμο
Το πόσο βαθιά κοιμάστε μπορεί να εξαρτάται από το πόσο ρεαλιστικά θεωρείτε τα όνειρά σας, πόσο ταυτίζεστε με την ταυτότητά σας ενσωματωμένη στην προσωπική ιστορία σας. Όσο πιο λίγο σε εγρήγορση είσαστε, κι όσο βαθύτερα βυθίζεστε στα όνειρά σας, τόσο περισσότερο απομονωμένοι, μοναχικοί και ατομικιστικές θα γίνετε.
Κάθε κοιμώμενος -εσάς συμπεριλαμβανομένου- έχει ένα ξεχωριστό κόσμο, μόνο όσοι υπάρχουν στην κατάσταση της Συνειδητής Επίγνωσης (το πραγματικό Συνειδητό Όνειρο [Lucid Dreaming]) έχουν μία κοινή πραγματικότητα. Όλοι αυτοί οι διαφορετικοί και ξεχωριστοί κόσμοι δημιουργήθηκαν από το μυαλό, το οποίο δημιουργεί την κατάσταση της χωριστικότητας: το Εγώ, το οποίο εμφανίζεται ως το επίκεντρο της ταύτισής μας με τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Έτσι, ο καθένας έχει μια ξεχωριστή ταυτότητα, προσωπική ιστορία, ατομική κοσμοθεωρία και μεθόδους δράσης.
Μερικές φορές ο πόνος και η ταλαιπωρία σας ξυπνάει από τον ύπνο σας, αλλά τότε σπεύδετε να επιστρέψετε σε αυτήν, και να αρχίσετε ένα νέο όνειρο, ένα νέο στόχο στη ζωή, νέα ιδανικά, πάθος, φιλοδοξία που επιβεβαιώνει τη σχέση σας με την ταυτότητά σας, ριζωμένη στην προσωπική σας ιστορία.
Οι Λόγοι του Ύπνου σας
Ο λόγος που κοιμάστε είναι ότι δεν είστε σε εγρήγορση, μόνο ξύπνιοι. Μόνο μία διάσταση της Εγρήγορσης είναι παρούσα σε σας. Παρά το γεγονός ότι είστε σε θέση να εστιάσετε την προσοχή σας στα εσωτερικά συναισθήματά σας και το περιβάλλον σας, στην παρούσα κατάσταση της Συνείδησής σας είστε ακόμα δυναμικά ταυτισμένοι με το μυαλό σας και τις λειτουργίες του.
Ως εκ τούτου, παρασύρεστε στον θυελλώδη ωκεανό των σκέψεων και των συναισθημάτων σας μέρα με τη μέρα, και ο χώρος αναγκαίος για την ανάδυση μιας ενατενιστικής Μαρτυρίας λείπει από εσάς. Ακόμα ταυτίζεστε με τις σκέψεις και τα συναισθήματά σας. Αυτά δημιουργούν τα όνειρα του Νου, στον οποίο ζείτε ως χωριστός εαυτός, και προσπαθείτε να βρείτε τους τρόπους μιας ασφαλούς πλοήγησης της ζωής σας στην φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Λαχτάρα για Ελευθερία
Σε αυτή την ξεχωριστή κατάσταση της Συνείδησης, η έλλειψη Εγρήγορσης μπορεί να εμφανιστεί ως μια επιθυμία για ελευθερία. Αυτή η επιθυμία προκύπτει από τον πραγματικό σας εαυτό, καθώς ο νους σας θυμάται την προέλευσή του. Αυτή η αταβιστική μνήμη του αρχαίου παρελθόντος είναι η ήσυχη έλξη που τελικά θα σας μεταφέρει πίσω στην Σιωπή.
Αυτή η βαθιά επιθυμία θα σταματήσει μόνο αν έρθετε σε κατάσταση εγρήγορσης και πάλι, δηλαδή, δεν θα είστε μόνο ξύπνιοι, αλλά και σε εγρήγορση. Στη συνέχεια, η Συνείδηση αφυπνίζεται στην δική της ύπαρξη στην ανθρώπινη μορφή που στο παρόν αποκαλείται ο εαυτός σας.
Μόνο εγκαταλείποντας τον αγώνα με τις σκέψεις και τα συναισθήματα και με την αναγνώριση της ματαιότητας της επιμονής σε αυτά θα σας φέρει την πραγματική ελευθερία, την ελευθερία της ανεξαρτησίας από τις λειτουργίες του μυαλού.
Η Εγρήγορση, η Αφυπνισμένη Συνείδηση, ο κόσμος της εσωτερικής σιωπής, είναι όλα πέρα από τις λειτουργίες του μυαλού. Εάν επιθυμείτε να φτάσετε πέρα από την ταύτιση με τις σκέψεις και τα συναισθήματά σας, εάν αναγνωρίσετε τις λειτουργίες του νου και η ένταση της ταύτισής σας μαζί τους χαλαρώσει, μπορείτε να είστε σε Εγρήγορση και πάλι, στον ήσυχο, καθαρό χώρο της Συνείδησης.
Με τον τρόπο αυτό, η τρίτη διάσταση της Εγρήγορσης, δηλαδή, η ενατενιστική Συνείδηση, εμφανίζεται στη ζωή σας. Αυτή είναι η αρχική κατάσταση της ύπαρξής μας, η καθαρή Συνείδηση, η κατάσταση της μαρτυρίας της Παρουσίας.
Είστε ξυπνητοί, έχετε στρέψει την προσοχή σας στην ανάγνωση, και έχετε επίγνωση του περιβάλλοντός σας επίσης. Μπορείτε να δείτε τα έπιπλα του δωματίου σας, μπορείτε να ακούσετε το κελάηδισμα των πουλιών από το κοντινό δάσος. Επίσης έχετε επίγνωση των σκέψεων και των συναισθημάτων σας. Πώς μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι αυτή τη στιγμή κοιμάστε;
Φυσικά, εσείς – όπως ακριβώς και όλοι οι άλλοι – κοιμάστε τη νύχτα. Ναι, μερικές φορές βλέπετε όνειρα ενώ κοιμάστε, αλλά τώρα είναι η διάρκεια της ημέρας, είστε ξύπνιοι. Έτσι, πώς θα μπορούσατε να βλέπετε όνειρα;
Φαντάζεστε Έναν Ολόκληρο Κόσμο Γύρω από τον Εαυτό σας
Πιστεύω ότι δεν κοιμάστε μόνο το βράδυ, αλλά και κατά τη διάρκεια της ημέρας. Πιστεύω ότι στην παρούσα κατάσταση της συνείδησής σας, η μεγαλύτερη ψευδαίσθησή σας είναι ότι νομίζετε πως είστε ξύπνιοι. Πιστεύω ότι στην τωρινή κατάσταση της ύπαρξής σας, η μεγαλύτερη ψευδαίσθησή σας είναι όταν νομίζετε ότι είστε σε εγρήγορση. Αυτό που βλέπω είναι ότι στην τωρινή κατάσταση της συνείδησης σας είστε κοιμισμένοι, και επί του παρόντος ονειρεύεστε, και ό,τι βλέπετε και ακούτε είναι όλα τα μέρη του ονείρου σας.
Ο νυχτερινός ύπνος σας είναι διαφορετικός από τον ύπνο της ημέρας με τη διαφορά ότι τη νύχτα τα όνειρά σας είναι λιγότερο ενεργά. Κατά τη διάρκεια της ημέρας, φαντάζεστε έναν ολόκληρο κόσμο γύρω σας, και παίζεται έναν ενεργό ρόλο σε αυτό το όνειρο. Η προσωπική σας ιστορία λαμβάνει χώρα σε αυτόν τον κόσμο, και η ταύτιση με αυτό τον κόσμο διαμορφώνει την προσωπική σας ταυτότητα.
Στο παρόν, ονειρεύεστε ότι ως ένα μέρος της προσωπικής σας ιστορίας διαβάζετε αυτές τις γραμμές, ενώ ταυτίζεστε με το ρόλο του πνευματικού αναζητητή, και είστε εξοργισμένοι από αυτό που διαβάζετε.
Η ερώτηση που πιθανώς προκύπτει είναι “ γιατί ισχυρίζεται ότι κοιμάμαι και ονειρεύομαι τώρα;”. Λοιπόν, από την κατάσταση της συνείδησης που αποκαλώ Εγρήγορση, μπορώ να δω ότι είστε κοιμισμένοι, πιστεύετε τον εαυτό σας να είναι ένας χωριστός εαυτός, είστε αιχμάλωτοι των λειτουργιών του μυαλού σας.
Δεν Είστε Παρόντες
Ποια είναι η απόδειξη μου ώστε να πω ότι είστε τώρα κοιμισμένοι και, ως πολίτης μιας ονειροχώρας, ονειρεύεστε ότι είστε ξύπνιοι;
Είναι επειδή δεν είστε παρόντες. Να είστε παρόντες σημαίνει ότι είστε σε πλήρη εγρήγορση, προσεκτικοί, και συνειδητοί στην παρούσα στιγμή. Ότι κι αν κάνετε, το κάνετε πλήρως συνειδητά, επικεντρώνετε όλη την προσοχή σας σε αυτή τη συγκεκριμένη δραστηριότητα.
Αισθάνεστε την ευχέρεια να δηλώσετε ότι είστε παρόντες σε κάθε στιγμή της ζωής σας;
Τι σημαίνει να είναι κανείς ξύπνιος; Έχει συμβεί σε όλους μας να βιώσουμε την γοητεία της στιγμής, σε κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της ζωής μας. Ένα όμορφο τοπίο, ένα ηλιοβασίλεμα, ένα όμορφο έργο τέχνης, ο ρυθμός της μουσικής που μας μάγεψε. Μπορεί να συμβεί ακόμη και όταν είμαστε χαμένοι στη σιωπή μιας ειρηνικής στιγμής. Η ταύτιση με τις μορφές και τα σχήματα χαλαρώνει λίγο για ένα μικρό διάστημα, και σ’ αυτό το διάστημα, μπορούμε να βιώσουμε μια εντελώς διαφορετική κατάσταση Συνείδησης.
Ζείτε σε Έναν Ξεχωριστό Κόσμο
Το πόσο βαθιά κοιμάστε μπορεί να εξαρτάται από το πόσο ρεαλιστικά θεωρείτε τα όνειρά σας, πόσο ταυτίζεστε με την ταυτότητά σας ενσωματωμένη στην προσωπική ιστορία σας. Όσο πιο λίγο σε εγρήγορση είσαστε, κι όσο βαθύτερα βυθίζεστε στα όνειρά σας, τόσο περισσότερο απομονωμένοι, μοναχικοί και ατομικιστικές θα γίνετε.
Κάθε κοιμώμενος -εσάς συμπεριλαμβανομένου- έχει ένα ξεχωριστό κόσμο, μόνο όσοι υπάρχουν στην κατάσταση της Συνειδητής Επίγνωσης (το πραγματικό Συνειδητό Όνειρο [Lucid Dreaming]) έχουν μία κοινή πραγματικότητα. Όλοι αυτοί οι διαφορετικοί και ξεχωριστοί κόσμοι δημιουργήθηκαν από το μυαλό, το οποίο δημιουργεί την κατάσταση της χωριστικότητας: το Εγώ, το οποίο εμφανίζεται ως το επίκεντρο της ταύτισής μας με τις σκέψεις και τα συναισθήματά μας. Έτσι, ο καθένας έχει μια ξεχωριστή ταυτότητα, προσωπική ιστορία, ατομική κοσμοθεωρία και μεθόδους δράσης.
Μερικές φορές ο πόνος και η ταλαιπωρία σας ξυπνάει από τον ύπνο σας, αλλά τότε σπεύδετε να επιστρέψετε σε αυτήν, και να αρχίσετε ένα νέο όνειρο, ένα νέο στόχο στη ζωή, νέα ιδανικά, πάθος, φιλοδοξία που επιβεβαιώνει τη σχέση σας με την ταυτότητά σας, ριζωμένη στην προσωπική σας ιστορία.
Οι Λόγοι του Ύπνου σας
Ο λόγος που κοιμάστε είναι ότι δεν είστε σε εγρήγορση, μόνο ξύπνιοι. Μόνο μία διάσταση της Εγρήγορσης είναι παρούσα σε σας. Παρά το γεγονός ότι είστε σε θέση να εστιάσετε την προσοχή σας στα εσωτερικά συναισθήματά σας και το περιβάλλον σας, στην παρούσα κατάσταση της Συνείδησής σας είστε ακόμα δυναμικά ταυτισμένοι με το μυαλό σας και τις λειτουργίες του.
Ως εκ τούτου, παρασύρεστε στον θυελλώδη ωκεανό των σκέψεων και των συναισθημάτων σας μέρα με τη μέρα, και ο χώρος αναγκαίος για την ανάδυση μιας ενατενιστικής Μαρτυρίας λείπει από εσάς. Ακόμα ταυτίζεστε με τις σκέψεις και τα συναισθήματά σας. Αυτά δημιουργούν τα όνειρα του Νου, στον οποίο ζείτε ως χωριστός εαυτός, και προσπαθείτε να βρείτε τους τρόπους μιας ασφαλούς πλοήγησης της ζωής σας στην φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Λαχτάρα για Ελευθερία
Σε αυτή την ξεχωριστή κατάσταση της Συνείδησης, η έλλειψη Εγρήγορσης μπορεί να εμφανιστεί ως μια επιθυμία για ελευθερία. Αυτή η επιθυμία προκύπτει από τον πραγματικό σας εαυτό, καθώς ο νους σας θυμάται την προέλευσή του. Αυτή η αταβιστική μνήμη του αρχαίου παρελθόντος είναι η ήσυχη έλξη που τελικά θα σας μεταφέρει πίσω στην Σιωπή.
Αυτή η βαθιά επιθυμία θα σταματήσει μόνο αν έρθετε σε κατάσταση εγρήγορσης και πάλι, δηλαδή, δεν θα είστε μόνο ξύπνιοι, αλλά και σε εγρήγορση. Στη συνέχεια, η Συνείδηση αφυπνίζεται στην δική της ύπαρξη στην ανθρώπινη μορφή που στο παρόν αποκαλείται ο εαυτός σας.
Μόνο εγκαταλείποντας τον αγώνα με τις σκέψεις και τα συναισθήματα και με την αναγνώριση της ματαιότητας της επιμονής σε αυτά θα σας φέρει την πραγματική ελευθερία, την ελευθερία της ανεξαρτησίας από τις λειτουργίες του μυαλού.
Η Εγρήγορση, η Αφυπνισμένη Συνείδηση, ο κόσμος της εσωτερικής σιωπής, είναι όλα πέρα από τις λειτουργίες του μυαλού. Εάν επιθυμείτε να φτάσετε πέρα από την ταύτιση με τις σκέψεις και τα συναισθήματά σας, εάν αναγνωρίσετε τις λειτουργίες του νου και η ένταση της ταύτισής σας μαζί τους χαλαρώσει, μπορείτε να είστε σε Εγρήγορση και πάλι, στον ήσυχο, καθαρό χώρο της Συνείδησης.
Με τον τρόπο αυτό, η τρίτη διάσταση της Εγρήγορσης, δηλαδή, η ενατενιστική Συνείδηση, εμφανίζεται στη ζωή σας. Αυτή είναι η αρχική κατάσταση της ύπαρξής μας, η καθαρή Συνείδηση, η κατάσταση της μαρτυρίας της Παρουσίας.
Το μυστικό της καλής ζωής από τον Δημόκριτο
Ποιο είναι το σπουδαιότερο πράγμα στη ζωή; Τι αξίζει να επιδιώξουμε πάση θυσία; Μπορεί να είναι απλώς η ευθυμία;
Μήπως είναι η αγάπη, η επιτυχία, ο πλούτος, η οικογένεια, η δόξα; Ο καθένας μπορεί να δώσει μία διαφορετική απάντηση σε αυτή την ερώτηση, γιατί βέβαια, για τον καθένα ίσως το σπουδαιότερο πράγμα να είναι κάτι διαφορετικό. Μήπως όμως υπάρχει κάτι που θα ταίριαζε με βεβαιότητα σε κάθε άνθρωπο;
Έτσι ισχυριζόταν ο φιλόσοφος και επιστήμονας Δημόκριτος, ο οποίος έζησε από το 460 περ. έως το 370 Π.Κ.Χ.. Θα τον έχετε ίσως ακουστά για την ατομική του θεωρία, που ήταν πρωτοποριακή για την εποχή του. Τα σωματίδια της ύλης, όμως, δεν ήταν το μόνο που απασχολούσε τον Δημόκριτο. Στο ερώτημα που θέσαμε στην αρχή, ο Δημόκριτος απαντά «η ευθυμία», την οποία αξιολογεί ως το ύψιστο καλό.
Πρώτ’ απ’ όλα, όπως όλοι γνωρίζουμε, κανείς δεν μπορεί να εργαστεί, να διασκεδάσει, να επιτύχει οτιδήποτε στη ζωή του, αν έχει καταβληθεί από άγχος. Γνωρίζουμε επίσης ότι το άγχος προκαλείται από την ανησυχία. Αν είσαι υπερβολικά φτωχός, ανησυχείς και αγχώνεσαι προσπαθώντας να βρεις τρόπους να επιβιώσεις. Αλλά ακόμα και αν έχεις όλα τα αγαθά του κόσμου, μπορεί να πέσεις στην παγίδα της απληστίας και να ανησυχείς καθημερινά μήπως τα χάσεις. Οι πολύ διάσημοι άνθρωποι ανησυχούν καθημερινά για τη διατήρηση της δόξας τους και αγχώνονται όταν εμφανιστεί κάποιος ικανότερος από αυτούς, κάποιος που μπορεί να τους πάρει τον «θρόνο». Και στις δύο αυτές περιπτώσεις η ευθυμία απουσιάζει από την ανθρώπινη ψυχή. Τότε, αναρωτιέται κανείς, πώς επιτυγχάνεται αυτή η γαλήνια κατάσταση ισορροπίας;
Οτιδήποτε και αν κάνεις κάντο με μέτρο! Απόλαυσε το φαγητό, τον έρωτα, τον πλούτο, ό, τι μπορείς να αποκτήσεις, αλλά μην ξεχνάς πως η υπερβολή θα ταράξει την εσωτερική σου ισορροπία. Την άποψη αυτή υποστήριζαν και ο Πλάτων και αργότερα ο Αριστοτέλης, σε αντίθεση με κάποιους άλλους φιλοσόφους που προτίμησαν τα άκρα του άκρατου ηδονισμού ή της ασκητικής ζωής χωρίς καμία απόλαυση. Ο Δημόκριτος ισχυρίζεται πως εύθυμη, και άρα ευτυχισμένη, ψυχή είναι μόνο εκείνη που διατηρεί το μέτρο. Αλλά πώς γνωρίζει κανείς πότε έχει ξεπεράσει το μέτρο; «Όταν κάποιος νιώθει μεγάλη ένταση και ανησυχία, σημαίνει πως έχασε το μέτρο και έφτασε στην υπερβολή», λέει ο Δημόκριτος. Αν, λοιπόν, έχετε τόσες πολλές ανεκπλήρωτες επιθυμίες, ώστε να χάνετε τον ύπνο σας ή να βρίσκεστε σε συνεχή εκνευρισμό, περιορίστε τις και προσπαθήστε ν’ απολαμβάνετε περισσότερο εκείνα που ήδη έχετε.
Κάθε φορά που περιορίζετε τις περιττές συγκινήσεις σε καταστάσεις υπερβολικής χαράς ή υπερβολικού πόνου, εκπαιδεύετε τον εαυτό σας προσαρμόζεται στις πραγματικές συνθήκες. Ο πόνος θα έρθει κάποια στιγμή για όλους· αντί να αναρωτιόμαστε «γιατί να συμβεί σε μένα αυτό», καλύτερα να αξιοποιήσουμε όση βοήθεια έχουμε για να τον αντιμετωπίσουμε. Και όταν έρθει η μεγάλη χαρά, ας μην υπερβάλουμε, σαν να πρόκειται να κρατήσει για πάντα. Γιατί όταν οι περιστάσεις αλλάξουν πάλι, δύσκολα θα αντέξουμε την μετάπτωση. Είναι αδύνατον να προσαρμόσουμε την πραγματικότητα στις προσδοκίες μας, μπορούμε όμως να πάρουμε την τύχη στα χέρια μας, λέει ο Δημόκριτος:
«Οι άνθρωποι δημιούργησαν την εικόνα της Τύχης για να δικαιολογήσουν τη δική τους αβουλία. Διότι η τύχη ελάχιστα αντιμάχεται τον συνετό, αλλά η οξυδερκής προνοητικότητα εξομαλύνει τα περισσότερα προβλήματα της ζωής».
Φυσικά, τα προβλήματα που καλείται ο καθένας να αντιμετωπίσει διαφέρουν και οπωσδήποτε ο αγώνας προσαρμογής για κάποιους θα είναι πολύ δυσκολότερος απ’ όσο για άλλους. Το νόημα όμως είναι να επιτύχει ο καθένας, ανάλογα με τις περιστάσεις του, την καλύτερη δυνατή ισορροπία και να μην αφήνει την ευτυχία του έρμαιο στους εξωτερικούς παράγοντες. Γιατί αν το κάνει αυτό, τότε επάνω στα προβλήματα που ήδη έχει προσθέτει άλλο ένα: χάνει την ελευθερία του.
Η επιχειρηματολογία του Δημόκριτου είναι ισχυρή και πειστική. Αυτό που πρωτίστως πρέπει κάποιος να επιδιώκει στη ζωή του είναι η ευθυμία, μία ευχάριστη, σταθερή κατάσταση ψυχής, η οποία του επιτρέπει να εξετάζει με προσοχή τις συνθήκες, να ελέγχει τις αντιδράσεις του όταν αλλάζουν οι περιστάσεις, να χαίρεται και να λυπάται με μέτρο, να είναι ο κύριος του εαυτού του, και άρα, ελεύθερος άνθρωπος που ξέρει ανά πάσα στιγμή τι κάνει και γιατί το κάνει.
Ο ίδιος ο Δημόκριτος πάντως, φαίνεται πως ωφελήθηκε πολύ από αυτή τη μέθοδο. Ο «γελαστός φιλόσοφος», όπως τον αποκαλούσαν οι συμπολίτες του, εξέπληξε τον κόσμο με τις γνώσεις που απέκτησε στα μαθηματικά, στη γεωμετρία, στην αστρονομία, στην ιστορία κι ένα σωρό άλλα κράτησε το μυαλό τους ελεύθερο από τις αγκυλώσεις της θρησκείας και της πολιτικής. Ταξίδεψε σε όλες τις σπουδαίες πόλεις της Μ. Ασίας, επισκέφτηκε φυσικά την Αθήνα, ίδρυσε στην πατρίδα του, τα Άβδηρα της Θράκης, μία σπουδαία σχολή, έγραψε 70 έργα (δυστυχώς διασώθηκαν ελάχιστα μόνο αποσπάσματα) κι έζησε εκατό περίπου χρόνια
Μήπως είναι η αγάπη, η επιτυχία, ο πλούτος, η οικογένεια, η δόξα; Ο καθένας μπορεί να δώσει μία διαφορετική απάντηση σε αυτή την ερώτηση, γιατί βέβαια, για τον καθένα ίσως το σπουδαιότερο πράγμα να είναι κάτι διαφορετικό. Μήπως όμως υπάρχει κάτι που θα ταίριαζε με βεβαιότητα σε κάθε άνθρωπο;
Έτσι ισχυριζόταν ο φιλόσοφος και επιστήμονας Δημόκριτος, ο οποίος έζησε από το 460 περ. έως το 370 Π.Κ.Χ.. Θα τον έχετε ίσως ακουστά για την ατομική του θεωρία, που ήταν πρωτοποριακή για την εποχή του. Τα σωματίδια της ύλης, όμως, δεν ήταν το μόνο που απασχολούσε τον Δημόκριτο. Στο ερώτημα που θέσαμε στην αρχή, ο Δημόκριτος απαντά «η ευθυμία», την οποία αξιολογεί ως το ύψιστο καλό.
Πρώτ’ απ’ όλα, όπως όλοι γνωρίζουμε, κανείς δεν μπορεί να εργαστεί, να διασκεδάσει, να επιτύχει οτιδήποτε στη ζωή του, αν έχει καταβληθεί από άγχος. Γνωρίζουμε επίσης ότι το άγχος προκαλείται από την ανησυχία. Αν είσαι υπερβολικά φτωχός, ανησυχείς και αγχώνεσαι προσπαθώντας να βρεις τρόπους να επιβιώσεις. Αλλά ακόμα και αν έχεις όλα τα αγαθά του κόσμου, μπορεί να πέσεις στην παγίδα της απληστίας και να ανησυχείς καθημερινά μήπως τα χάσεις. Οι πολύ διάσημοι άνθρωποι ανησυχούν καθημερινά για τη διατήρηση της δόξας τους και αγχώνονται όταν εμφανιστεί κάποιος ικανότερος από αυτούς, κάποιος που μπορεί να τους πάρει τον «θρόνο». Και στις δύο αυτές περιπτώσεις η ευθυμία απουσιάζει από την ανθρώπινη ψυχή. Τότε, αναρωτιέται κανείς, πώς επιτυγχάνεται αυτή η γαλήνια κατάσταση ισορροπίας;
Οτιδήποτε και αν κάνεις κάντο με μέτρο! Απόλαυσε το φαγητό, τον έρωτα, τον πλούτο, ό, τι μπορείς να αποκτήσεις, αλλά μην ξεχνάς πως η υπερβολή θα ταράξει την εσωτερική σου ισορροπία. Την άποψη αυτή υποστήριζαν και ο Πλάτων και αργότερα ο Αριστοτέλης, σε αντίθεση με κάποιους άλλους φιλοσόφους που προτίμησαν τα άκρα του άκρατου ηδονισμού ή της ασκητικής ζωής χωρίς καμία απόλαυση. Ο Δημόκριτος ισχυρίζεται πως εύθυμη, και άρα ευτυχισμένη, ψυχή είναι μόνο εκείνη που διατηρεί το μέτρο. Αλλά πώς γνωρίζει κανείς πότε έχει ξεπεράσει το μέτρο; «Όταν κάποιος νιώθει μεγάλη ένταση και ανησυχία, σημαίνει πως έχασε το μέτρο και έφτασε στην υπερβολή», λέει ο Δημόκριτος. Αν, λοιπόν, έχετε τόσες πολλές ανεκπλήρωτες επιθυμίες, ώστε να χάνετε τον ύπνο σας ή να βρίσκεστε σε συνεχή εκνευρισμό, περιορίστε τις και προσπαθήστε ν’ απολαμβάνετε περισσότερο εκείνα που ήδη έχετε.
Κάθε φορά που περιορίζετε τις περιττές συγκινήσεις σε καταστάσεις υπερβολικής χαράς ή υπερβολικού πόνου, εκπαιδεύετε τον εαυτό σας προσαρμόζεται στις πραγματικές συνθήκες. Ο πόνος θα έρθει κάποια στιγμή για όλους· αντί να αναρωτιόμαστε «γιατί να συμβεί σε μένα αυτό», καλύτερα να αξιοποιήσουμε όση βοήθεια έχουμε για να τον αντιμετωπίσουμε. Και όταν έρθει η μεγάλη χαρά, ας μην υπερβάλουμε, σαν να πρόκειται να κρατήσει για πάντα. Γιατί όταν οι περιστάσεις αλλάξουν πάλι, δύσκολα θα αντέξουμε την μετάπτωση. Είναι αδύνατον να προσαρμόσουμε την πραγματικότητα στις προσδοκίες μας, μπορούμε όμως να πάρουμε την τύχη στα χέρια μας, λέει ο Δημόκριτος:
«Οι άνθρωποι δημιούργησαν την εικόνα της Τύχης για να δικαιολογήσουν τη δική τους αβουλία. Διότι η τύχη ελάχιστα αντιμάχεται τον συνετό, αλλά η οξυδερκής προνοητικότητα εξομαλύνει τα περισσότερα προβλήματα της ζωής».
Φυσικά, τα προβλήματα που καλείται ο καθένας να αντιμετωπίσει διαφέρουν και οπωσδήποτε ο αγώνας προσαρμογής για κάποιους θα είναι πολύ δυσκολότερος απ’ όσο για άλλους. Το νόημα όμως είναι να επιτύχει ο καθένας, ανάλογα με τις περιστάσεις του, την καλύτερη δυνατή ισορροπία και να μην αφήνει την ευτυχία του έρμαιο στους εξωτερικούς παράγοντες. Γιατί αν το κάνει αυτό, τότε επάνω στα προβλήματα που ήδη έχει προσθέτει άλλο ένα: χάνει την ελευθερία του.
Η επιχειρηματολογία του Δημόκριτου είναι ισχυρή και πειστική. Αυτό που πρωτίστως πρέπει κάποιος να επιδιώκει στη ζωή του είναι η ευθυμία, μία ευχάριστη, σταθερή κατάσταση ψυχής, η οποία του επιτρέπει να εξετάζει με προσοχή τις συνθήκες, να ελέγχει τις αντιδράσεις του όταν αλλάζουν οι περιστάσεις, να χαίρεται και να λυπάται με μέτρο, να είναι ο κύριος του εαυτού του, και άρα, ελεύθερος άνθρωπος που ξέρει ανά πάσα στιγμή τι κάνει και γιατί το κάνει.
Ο ίδιος ο Δημόκριτος πάντως, φαίνεται πως ωφελήθηκε πολύ από αυτή τη μέθοδο. Ο «γελαστός φιλόσοφος», όπως τον αποκαλούσαν οι συμπολίτες του, εξέπληξε τον κόσμο με τις γνώσεις που απέκτησε στα μαθηματικά, στη γεωμετρία, στην αστρονομία, στην ιστορία κι ένα σωρό άλλα κράτησε το μυαλό τους ελεύθερο από τις αγκυλώσεις της θρησκείας και της πολιτικής. Ταξίδεψε σε όλες τις σπουδαίες πόλεις της Μ. Ασίας, επισκέφτηκε φυσικά την Αθήνα, ίδρυσε στην πατρίδα του, τα Άβδηρα της Θράκης, μία σπουδαία σχολή, έγραψε 70 έργα (δυστυχώς διασώθηκαν ελάχιστα μόνο αποσπάσματα) κι έζησε εκατό περίπου χρόνια
Ο θυμός θεριεύει με το θυμό
Οι μελέτες του Ζίλμαν φαίνεται ότι εξηγούν τη δυναμική που υπεισέρχεται σε ένα γνώριμο οικογενειακό δράμα, του οποίου υπήρξα μάρτυρας μια μέρα, ενώ έκανα τα ψώνια μου. Στο διάδρομο του σουπερμάρκετ ακούστηκαν τρεις στομφώδεις λέξεις μιας νεαρής μητέρας προς το γιο της: «Ασ’… το … κάτω!». «Μα, το θέλω», κλαψούρισε ο μικρός, σφίγγοντας με ακόμα περισσότερη δύναμη το κουτί με τα γαριδάκια,
«Άσ’ τo κάτω», φώναξε η μητέρα ακόμα πιο δυνατά, καθώς την κυρίευε ο θυμός. Εκείνη τη στιγμή το παιδί, που βρισκόταν στο ειδικό καθισματάκι του καροτσιού, πέταξε το βαζάκι με το φρουτοχυμό που κρατούσε και έπινε. Καθώς το βαζάκι γινόταν θρύψαλα στο πάτωμα, η μητέρα ούρλιαξε: «Ως εδώ!» και χαστούκισε με μανία το πιτσιρίκι, του άρπαξε το κουτί με τα γαριδάκια και το εκσφενδόνισε στο κοντινότερο ράφι. Ύστερα τον βούτηξε από τη μέση και όρμησε στο διάδρομο, ενώ το καροτσάκι του σουπερμάρκετ έγερνε επικίνδυνα κατρακυλώντας μπροστά της και ο μικρός κλοτσούσε εγκλωβισμένος στη λαβή της μαμάς και διαμαρτυρόταν ουρλιάζοντας: «Άσε με κάτω! Άσε με κάτω!».
Ο Ζίλμαν διαπίστωσε ότι όταν το σώμα βρίσκεται ήδη σε μια οριακή κατάσταση (όπως της μητέρας) και κάτι προκαλεί μια συγκινησιακή έξαρση, το επακόλουθο συναίσθημα, είτε πρόκειται για θυμό είτε για άγχος, είναι ιδιαίτερα έντονο. Αυτή η δυναμική μπαίνει σε λειτουργία όταν κάποιος οργίζεται. Ο Ζίλμαν βλέπει τον «κλιμακούμενο θυμό» σαν μια «ακολουθία προκλήσεων, η καθεμιά από τις οποίες προξενεί μια διεγερτική αντίδραση που αποδυναμώνεται αργά». Σ’ αυτή την αλληλουχία κάθε επακόλουθη σκέψη ή αντίληψη που προκαλεί θυμό γίνεται μια μικρή πρόκληση για το ξέσπασμα των κατεχολαμινών που καθοδηγούνται από την αμυγδαλή, το οποίο προστίθεται και αυξάνει το ορμονικό κύμα όσων είχαν δημιουργηθεί προηγουμένως. Το δεύτερο έρχεται προτού το πρώτο προλάβει να κατασιγάσει, αμέσως μετά παρουσιάζεται ένα άλλο, και πάει λέγοντας. Κάθε κύμα ακολουθεί τα ίχνη των προηγούμενων, κι έτσι αυξάνεται το επίπεδο της φυσιολογικής διέγερσης του σώματος. Μια σκέψη που έρχεται να προστεθεί αργότερα σ’ αυτό το οικοδόμημα προκαλεί μια πολύ μεγαλύτερη διέγερση θυμού από εκείνη που εμφανίζεται στην αρχή. Ο θυμός θεριεύει με το θυμό. Ο συγκινησιακός εγκέφαλος υπερθερμαίνεται. Και τότε ο θυμός, απελευθερωμένος από κάθε λογική, ξεσπάει βίαια χωρίς δυσκολία.
Στο σημείο αυτό οι άνθρωποι δε συγχωρούν και σίγουρα δε σκέφτονται λογικά. Οι σκέψεις τους κλωθογυρίζουν στην εκδίκηση και στα αντίποινα, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Όπως λέει ο Ζίλμαν, αυτό το υψηλό επίπεδο διέγερσης «υποθάλπει μια ψευδαίσθηση ισχύος και παντοδυναμίας, που μπορεί να εμπνεύσει και να διευκολύνει την επιθετικότητα», καθώς το θυμωμένο άτομο χάνει τη γνωστική καθοδήγηση και υποκύπτει στις πιο πρωτόγονες αντιδράσεις. Η μεταιχμιακή παραίνεση είναι ανοδική. Οι χειρότερες εμπειρίες από τη βία της ζωής γίνονται οδηγοί δράσης.
Βάλσαμο στο θυμό
Με δεδομένη αυτή την ανάλυση της ανατομίας του θυμού, ο Ζίλμαν προσδιορίζει δύο βασικούς τρόπους παρέμβασης για την εξάλειψή του. Ένας τρόπος για να υποχωρήσει ο θυμός είναι η σύλληψη και η αμφισβήτηση των σκέψεων που πυροδοτούν τις αντιδράσεις θυμού, δεδομένου ότι η αρχική εκτίμηση μιας αλληλεπίδρασης εδραιώνει και ενθαρρύνει το πρώτο ξέσπασμα του θυμού, οι δε επακόλουθες επανεκτιμήσεις «ρίχνουν λάδι στη φωτιά». Είναι θέμα χρόνου. Όσο πιο έγκαιρη είναι η παρέμβασή μας στον κύκλο του θυμού, τόσο το καλύτερο. Πράγματι, ο θυμός μπορεί να «βραχυκυκλωθεί» αν καταπραϋντική πληροφορία φθάσει προτού αυτός αρχίσει να δρα.
Η ισχύς της κατανόησης και της αποσόβησης του θυμού γίνεται εμφανής σε ένα άλλο πείραμα του Ζίλμαν. Στο πείραμα αυτό ένας αγενής βοηθός (ένας συνένοχος του ερευνητή!) προσέβαλλε και προκαλούσε εθελοντές οι οποίοι έκαναν γυμναστική σε στατικά ποδήλατα. Όταν οι εθελοντές βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τον αγενέστατο πειραματιστή (δίνοντάς του και πάλι μια κακή βαθμολογία που πίστευαν ότι θα επηρέαζε την υποψηφιότητά του για μια θέση), το έκαναν σε κλίμα οργισμένης ικανοποίησης. Σε μια άλλη εκδοχή του πειράματος μπήκε στο παιχνίδι μια άλλη συνεργάτης ακριβώς τη στιγμή που οι εθελοντές είχαν ήδη δεχθεί τις προσβολές και βρίσκονταν στη φάση της αντεκδίκησης. Είπε στον προκλητικό συνεργάτη ότι τον ζητούσαν στο τηλέφωνο στο τέρμα του διαδρόμου. Καθώς εκείνος έφευγε, έκανε και σ’ εκείνη μια χυδαία παρατήρηση. Εκείνη όμως εξέλαβε το ζήτημα από την καλή πλευρά. Όταν αυτός απομακρύνθηκε, η κοπέλα εξήγησε στους εθελοντές ότι ήταν πολύ πιεσμένος και ανησυχούσε για τις επικείμενες προφορικές εξετάσεις του για το πτυχίο. Μετά από αυτό, οι οργισμένοι εθελοντές, παρότι είχαν την ευκαιρία να εκδικηθούν, δεν το έκαναν και προτίμησαν να εκφράσουν τη συμπάθειά τους για την αγωνία του.
Αυτή η καταπραϋντική πληροφορία επιτρέπει μια επανεκτίμηση των δεδομένων που προκαλούν το θυμό. Υπάρχει όμως ένα συγκεκριμένο «παραθυράκι ευκαιρίας» γι’ αυτή την αποκλιμάκωση. Ο Ζίλμαν θεωρεί ότι λειτουργεί καλά σε μέτρια επίπεδα θυμού. Σε υψηλά επίπεδα οργής δεν επηρεάζει, εξαιτίας αυτού που ο ίδιος αποκαλεί «γνωστική ανικανότητα». Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι δεν είναι πλέον σε θέση να σκεφτούν σωστά. Όταν οι εθελοντές στο πείραμα ήταν ήδη εξαιρετικά οργισμένοι, απέρριπταν την κατευναστική πληροφορία με σχόλια του τύπου «Δικό του πρόβλημα!» ή με «τις πιο έντονες χυδαιότητες που έχει να προσφέρει η γλώσσα μας», όπως το έθεσε με λεπτότητα ο Ζίλμαν.
«Άσ’ τo κάτω», φώναξε η μητέρα ακόμα πιο δυνατά, καθώς την κυρίευε ο θυμός. Εκείνη τη στιγμή το παιδί, που βρισκόταν στο ειδικό καθισματάκι του καροτσιού, πέταξε το βαζάκι με το φρουτοχυμό που κρατούσε και έπινε. Καθώς το βαζάκι γινόταν θρύψαλα στο πάτωμα, η μητέρα ούρλιαξε: «Ως εδώ!» και χαστούκισε με μανία το πιτσιρίκι, του άρπαξε το κουτί με τα γαριδάκια και το εκσφενδόνισε στο κοντινότερο ράφι. Ύστερα τον βούτηξε από τη μέση και όρμησε στο διάδρομο, ενώ το καροτσάκι του σουπερμάρκετ έγερνε επικίνδυνα κατρακυλώντας μπροστά της και ο μικρός κλοτσούσε εγκλωβισμένος στη λαβή της μαμάς και διαμαρτυρόταν ουρλιάζοντας: «Άσε με κάτω! Άσε με κάτω!».
Ο Ζίλμαν διαπίστωσε ότι όταν το σώμα βρίσκεται ήδη σε μια οριακή κατάσταση (όπως της μητέρας) και κάτι προκαλεί μια συγκινησιακή έξαρση, το επακόλουθο συναίσθημα, είτε πρόκειται για θυμό είτε για άγχος, είναι ιδιαίτερα έντονο. Αυτή η δυναμική μπαίνει σε λειτουργία όταν κάποιος οργίζεται. Ο Ζίλμαν βλέπει τον «κλιμακούμενο θυμό» σαν μια «ακολουθία προκλήσεων, η καθεμιά από τις οποίες προξενεί μια διεγερτική αντίδραση που αποδυναμώνεται αργά». Σ’ αυτή την αλληλουχία κάθε επακόλουθη σκέψη ή αντίληψη που προκαλεί θυμό γίνεται μια μικρή πρόκληση για το ξέσπασμα των κατεχολαμινών που καθοδηγούνται από την αμυγδαλή, το οποίο προστίθεται και αυξάνει το ορμονικό κύμα όσων είχαν δημιουργηθεί προηγουμένως. Το δεύτερο έρχεται προτού το πρώτο προλάβει να κατασιγάσει, αμέσως μετά παρουσιάζεται ένα άλλο, και πάει λέγοντας. Κάθε κύμα ακολουθεί τα ίχνη των προηγούμενων, κι έτσι αυξάνεται το επίπεδο της φυσιολογικής διέγερσης του σώματος. Μια σκέψη που έρχεται να προστεθεί αργότερα σ’ αυτό το οικοδόμημα προκαλεί μια πολύ μεγαλύτερη διέγερση θυμού από εκείνη που εμφανίζεται στην αρχή. Ο θυμός θεριεύει με το θυμό. Ο συγκινησιακός εγκέφαλος υπερθερμαίνεται. Και τότε ο θυμός, απελευθερωμένος από κάθε λογική, ξεσπάει βίαια χωρίς δυσκολία.
Στο σημείο αυτό οι άνθρωποι δε συγχωρούν και σίγουρα δε σκέφτονται λογικά. Οι σκέψεις τους κλωθογυρίζουν στην εκδίκηση και στα αντίποινα, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Όπως λέει ο Ζίλμαν, αυτό το υψηλό επίπεδο διέγερσης «υποθάλπει μια ψευδαίσθηση ισχύος και παντοδυναμίας, που μπορεί να εμπνεύσει και να διευκολύνει την επιθετικότητα», καθώς το θυμωμένο άτομο χάνει τη γνωστική καθοδήγηση και υποκύπτει στις πιο πρωτόγονες αντιδράσεις. Η μεταιχμιακή παραίνεση είναι ανοδική. Οι χειρότερες εμπειρίες από τη βία της ζωής γίνονται οδηγοί δράσης.
Βάλσαμο στο θυμό
Με δεδομένη αυτή την ανάλυση της ανατομίας του θυμού, ο Ζίλμαν προσδιορίζει δύο βασικούς τρόπους παρέμβασης για την εξάλειψή του. Ένας τρόπος για να υποχωρήσει ο θυμός είναι η σύλληψη και η αμφισβήτηση των σκέψεων που πυροδοτούν τις αντιδράσεις θυμού, δεδομένου ότι η αρχική εκτίμηση μιας αλληλεπίδρασης εδραιώνει και ενθαρρύνει το πρώτο ξέσπασμα του θυμού, οι δε επακόλουθες επανεκτιμήσεις «ρίχνουν λάδι στη φωτιά». Είναι θέμα χρόνου. Όσο πιο έγκαιρη είναι η παρέμβασή μας στον κύκλο του θυμού, τόσο το καλύτερο. Πράγματι, ο θυμός μπορεί να «βραχυκυκλωθεί» αν καταπραϋντική πληροφορία φθάσει προτού αυτός αρχίσει να δρα.
Η ισχύς της κατανόησης και της αποσόβησης του θυμού γίνεται εμφανής σε ένα άλλο πείραμα του Ζίλμαν. Στο πείραμα αυτό ένας αγενής βοηθός (ένας συνένοχος του ερευνητή!) προσέβαλλε και προκαλούσε εθελοντές οι οποίοι έκαναν γυμναστική σε στατικά ποδήλατα. Όταν οι εθελοντές βρήκαν την ευκαιρία να εκδικηθούν τον αγενέστατο πειραματιστή (δίνοντάς του και πάλι μια κακή βαθμολογία που πίστευαν ότι θα επηρέαζε την υποψηφιότητά του για μια θέση), το έκαναν σε κλίμα οργισμένης ικανοποίησης. Σε μια άλλη εκδοχή του πειράματος μπήκε στο παιχνίδι μια άλλη συνεργάτης ακριβώς τη στιγμή που οι εθελοντές είχαν ήδη δεχθεί τις προσβολές και βρίσκονταν στη φάση της αντεκδίκησης. Είπε στον προκλητικό συνεργάτη ότι τον ζητούσαν στο τηλέφωνο στο τέρμα του διαδρόμου. Καθώς εκείνος έφευγε, έκανε και σ’ εκείνη μια χυδαία παρατήρηση. Εκείνη όμως εξέλαβε το ζήτημα από την καλή πλευρά. Όταν αυτός απομακρύνθηκε, η κοπέλα εξήγησε στους εθελοντές ότι ήταν πολύ πιεσμένος και ανησυχούσε για τις επικείμενες προφορικές εξετάσεις του για το πτυχίο. Μετά από αυτό, οι οργισμένοι εθελοντές, παρότι είχαν την ευκαιρία να εκδικηθούν, δεν το έκαναν και προτίμησαν να εκφράσουν τη συμπάθειά τους για την αγωνία του.
Αυτή η καταπραϋντική πληροφορία επιτρέπει μια επανεκτίμηση των δεδομένων που προκαλούν το θυμό. Υπάρχει όμως ένα συγκεκριμένο «παραθυράκι ευκαιρίας» γι’ αυτή την αποκλιμάκωση. Ο Ζίλμαν θεωρεί ότι λειτουργεί καλά σε μέτρια επίπεδα θυμού. Σε υψηλά επίπεδα οργής δεν επηρεάζει, εξαιτίας αυτού που ο ίδιος αποκαλεί «γνωστική ανικανότητα». Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι δεν είναι πλέον σε θέση να σκεφτούν σωστά. Όταν οι εθελοντές στο πείραμα ήταν ήδη εξαιρετικά οργισμένοι, απέρριπταν την κατευναστική πληροφορία με σχόλια του τύπου «Δικό του πρόβλημα!» ή με «τις πιο έντονες χυδαιότητες που έχει να προσφέρει η γλώσσα μας», όπως το έθεσε με λεπτότητα ο Ζίλμαν.
Erich Fromm: Συμπεριφερόμαστε στους ανθρώπους σαν να είναι αριθμοί
Η προσέγγισή μας στη ζωή γίνεται σήμερα ολοένα και πιο μηχανική. Ο βασικός στόχος μας είναι να παράγουμε πράγματα και στη διαδικασία αυτής της ειδωλολατρίας των πραγμάτων μεταμορφώνουμε τους εαυτούς μας σε εμπορεύματα. Συμπεριφερόμαστε στους ανθρώπους σαν να ήταν αριθμοί. Το ερώτημα εδώ δεν είναι κατά πόσο τους συμπεριφερόμαστε καλά και αν είναι καλοταϊσμένοι (μπορεί κανείς να συμπεριφέρεται καλά και στα αντικείμενα)- το ερώτημα είναι κατά πόσο οι άνθρωποι είναι πράγματα ή έμβια όντα. Οι άνθρωποι αγαπούν τα μηχανικά μαραφέτια περισσότερο από τα έμβια όντα. Προσεγγίζουμε τους ανθρώπους νοητικά-αφαιρετικά. Ενδιαφερόμαστε για τους ανθρώπους σαν αντικείμενα, τα κοινά τους χαρακτηριστικά, τους στατιστικούς κανόνες της μαζικής συμπεριφοράς, και όχι για τα ζωντανά άτομα.
Όλα αυτά συμβαδίζουν με τον συνεχώς αυξανόμενο ρόλο των γραφειοκρατικών μεθόδων. Σε τεράστια κέντρα παραγωγής, τεράστιες πόλεις, τεράστιες χώρες, οι άνθρωποι διοικούνται σαν να ήταν πράγματα- οι άνθρωποι και οι διοικητές τους μετασχηματίζονται σε πράγματα και υπακούν στους νόμους των πραγμάτων. Όμως ο προορισμός του ανθρώπου δεν είναι ένα πράγμα. Καταστρέφεται αν γίνει πράγμα- και προτού συμβεί αυτό, φτάνει σε απόγνωση και επιθυμεί να σκοτώσει κάθε ζωή.
Σε ένα γραφειοκρατικά οργανωμένο και συγκεντρωτικό βιομηχανισμό, οι προτιμήσεις χειραγωγούνται, ώστε οι άνθρωποι να καταναλώνουν όσο το δυνατόν περισσότερο και σε προβλέψιμες και προσοδοφόρες κατευθύνσεις. Η ευφυΐα και ο χαρακτήρας τους κανονικοποιείται από τον συνεχώς αυξανόμενο ρόλο των τεστ που επιλέγουν τους μέτριους και δειλούς σε σύγκριση με τους ευρηματικούς και τολμηρούς. Μάλιστα, ο γραφειοκρατικός-βιομηχανικός πολιτισμός, που έχει επικρατήσει στην Ευρώπη και στη βόρεια Αμερική, έχει δημιουργήσει έναν νέο τύπο ανθρώπου- μπορούμε να τον περιγράψουμε ως τον οργανωτικό άνθρωπο, ως τον αυτόματο άνθρωπο και ως τον homo mechanicus (μηχανικός άνθρωπος). Με αυτό εννοώ έναν άνθρωπο των “συσκευών” (gadget), που έλκεται βαθιά από οτιδήποτε μηχανικό και έχει μια τάση κατά οτιδήποτε ζωντανού. Είναι αλήθεια ότι ο βιολογικός και φυσιολογικός εξοπλισμός του ανθρώπου τον εφοδιάζει με τόσο ισχυρές σεξουαλικές παρορμήσεις, που ακόμη και ο homo mechanicus συνεχίζει να έχει σεξουαλικές επιθυμίες και να αποζητά γυναίκες. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ενδιαφέρον του για τις γυναίκες μειώνεται.
Σκεφτείτε τον ρόλο που παίζει ο σκοτωμός στις διασκεδάσεις μας. Ο κινηματογράφος, τα κόμικς, οι εφημερίδες είναι τόσο συναρπαστικά, επειδή είναι γεμάτα με αναφορές καταστροφής, σαδισμό και βαρβαρότητα. Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν μια ανιαρή αλλά άνετη ζωή- και τίποτα δεν τους συναρπάζει περισσότερο από το να παρακολουθούν ή να διαβάζουν για σκοτωμούς, είτε πρόκειται για έναν φόνο είτε για ένα μοιραίο ατύχημα σε έναν αυτοκινητιστικό αγώνα. Αυτό δεν αποτελεί ένδειξη για το πόσο βαθύ έχει γίνει ήδη αυτό το πάθος για τον θάνατο; Ή σκεφτείτε εκφράσεις όπως “μέχρι θανάτου” ή “πεθαίνω να” κάνω αυτό ή εκείνο ή την έκφραση “με σκοτώνει”. Σκεφτείτε την αδιαφορία για τη ζωή που εκδηλώνεται στα ποσοστά των τροχαίων ατυχημάτων.
Εν συντομία, η διανοητικοποίηση, η ποσοτικοποίηση, η αφαιρετικοποίηση, η γραφειοκρατικοποίηση και η πραγματικοποίηση – οι οποίες αποτελούν χαρακτηριστικά της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας- όταν εφαρμόζονται στους ανθρώπους, αντί στα πράγματα, δεν αποτελούν τις αρχές της ζωής αλλά της μηχανικής. Οι άνθρωποι που ζουν σε ένα τέτοιο σύστημα αναπτύσσουν αδιαφορία προς τη ζωή ή ακόμη και έλξη προς τον θάνατο. Οι ίδιοι δεν το αντιλαμβάνονται. Περνούν τις εξάψεις των συγκινήσεων για τις χαρές της ζωής και ζουν με την ψευδαίσθηση ότι είναι ζωντανοί όταν έχουν πολλά πράγματα στην κυριότητά τους ή προς χρήση. Η έλλειψη διαμαρτυρίας κατά του πυρηνικού πολέμου, οι συζητήσεις των “ατομολόγων” μας για το ισοζύγιο της ολοκληρωτικής ή σχεδόν ολοκληρωτικής καταστροφής δείχνει πόσο βαθιά έχουμε προχωρήσει ήδη στην “κοιλάδα της σκιάς του θανάτου”.
Erich Fromm, Η Καρδιά του Ανθρώπου
Όλα αυτά συμβαδίζουν με τον συνεχώς αυξανόμενο ρόλο των γραφειοκρατικών μεθόδων. Σε τεράστια κέντρα παραγωγής, τεράστιες πόλεις, τεράστιες χώρες, οι άνθρωποι διοικούνται σαν να ήταν πράγματα- οι άνθρωποι και οι διοικητές τους μετασχηματίζονται σε πράγματα και υπακούν στους νόμους των πραγμάτων. Όμως ο προορισμός του ανθρώπου δεν είναι ένα πράγμα. Καταστρέφεται αν γίνει πράγμα- και προτού συμβεί αυτό, φτάνει σε απόγνωση και επιθυμεί να σκοτώσει κάθε ζωή.
Σε ένα γραφειοκρατικά οργανωμένο και συγκεντρωτικό βιομηχανισμό, οι προτιμήσεις χειραγωγούνται, ώστε οι άνθρωποι να καταναλώνουν όσο το δυνατόν περισσότερο και σε προβλέψιμες και προσοδοφόρες κατευθύνσεις. Η ευφυΐα και ο χαρακτήρας τους κανονικοποιείται από τον συνεχώς αυξανόμενο ρόλο των τεστ που επιλέγουν τους μέτριους και δειλούς σε σύγκριση με τους ευρηματικούς και τολμηρούς. Μάλιστα, ο γραφειοκρατικός-βιομηχανικός πολιτισμός, που έχει επικρατήσει στην Ευρώπη και στη βόρεια Αμερική, έχει δημιουργήσει έναν νέο τύπο ανθρώπου- μπορούμε να τον περιγράψουμε ως τον οργανωτικό άνθρωπο, ως τον αυτόματο άνθρωπο και ως τον homo mechanicus (μηχανικός άνθρωπος). Με αυτό εννοώ έναν άνθρωπο των “συσκευών” (gadget), που έλκεται βαθιά από οτιδήποτε μηχανικό και έχει μια τάση κατά οτιδήποτε ζωντανού. Είναι αλήθεια ότι ο βιολογικός και φυσιολογικός εξοπλισμός του ανθρώπου τον εφοδιάζει με τόσο ισχυρές σεξουαλικές παρορμήσεις, που ακόμη και ο homo mechanicus συνεχίζει να έχει σεξουαλικές επιθυμίες και να αποζητά γυναίκες. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το ενδιαφέρον του για τις γυναίκες μειώνεται.
Μια γελοιογραφία στην εφημερίδα New Yorker το υπέδειξε αυτό με πολύ κωμικό τρόπο. Μια πωλήτρια που προσπαθεί να πουλήσει μια συγκεκριμένη μάρκα αρώματος σε μια νεαρή πελάτισσα το προτείνει λέγοντας: “Μυρίζει σαν καινούριο σπορ αυτοκίνητο”. Πράγματι, κάθε παρατηρητής της ανθρώπινης συμπεριφοράς σήμερα θα επιβεβαιώσει ότι αυτό το σκίτσο είναι κάτι παραπάνω από ένα έξυπνο αστείο. Υπάρχει, όπως φαίνεται, μεγάλος αριθμός αντρών που ενδιαφέρονται περισσότερο για τα σπορ αυτοκίνητα, τις συσκευές τηλεόρασης και ραδιοφώνου, τα διαστημικά ταξίδια και ένα σωρό άλλα μαραφέτια, απ’ ό,τι για τις γυναίκες, την αγάπη, τη φύση, την τροφή- άντρες που διεγείρονται περισσότερο από τη μεταχείριση μη οργανικών, μηχανικών πραγμάτων παρά από τη ζωή. Δεν θα ήταν υπερβολικό ακόμη και να υποθέσουμε ότι ο homo mechanicus περισσότερο γοητεύεται και νιώθει υπερηφάνεια για συσκευές που μπορούν να σκοτώσουν εκατομμύρια ανθρώπους σε απόσταση αρκετών χιλιάδων χιλιομέτρων μέσα σε μερικά λεπτά, παρά αισθάνεται φόβο και θλίψη από την πιθανότητα μιας τέτοια μαζικής καταστροφής. Ο homo mechanicus συνεχίζει να απολαμβάνει το σεξ και το ποτό. Όμως όλες αυτές τις ηδονές τις αναζητά μέσα στο πλαίσιο αναφοράς του μηχανικού και του άβιου. Περιμένει ότι πρέπει να υπάρχει ένα κουμπί που, αν το πατήσει, θα φέρει ευτυχία, αγάπη, ικανοποίηση. (Πολλοί πηγαίνουν σε ψυχαναλυτή έχοντας την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να τους διδάξει πώς να βρουν αυτό το κουμπί.) Κοιτάζει τις γυναίκες όπως θα κοίταζε κανείς ένα αυτοκίνητο: ξέρει ποια είναι τα σωστά κουμπιά που πρέπει να πατήσει, απολαμβάνει τη δύναμη που έχει να την κάνει να “τρέξει” και παραμένει ένας ψυχρός παρατηρητής. Τον homo mechanicus τον ενδιαφέρει ολοένα και περισσότερο η μεταχείριση των μηχανών παρά η συμμετοχή και η αντίδραση στη ζωή. Έτσι, γίνεται αδιάφορος απέναντι στη ζωή.
Σκεφτείτε τον ρόλο που παίζει ο σκοτωμός στις διασκεδάσεις μας. Ο κινηματογράφος, τα κόμικς, οι εφημερίδες είναι τόσο συναρπαστικά, επειδή είναι γεμάτα με αναφορές καταστροφής, σαδισμό και βαρβαρότητα. Εκατομμύρια άνθρωποι ζουν μια ανιαρή αλλά άνετη ζωή- και τίποτα δεν τους συναρπάζει περισσότερο από το να παρακολουθούν ή να διαβάζουν για σκοτωμούς, είτε πρόκειται για έναν φόνο είτε για ένα μοιραίο ατύχημα σε έναν αυτοκινητιστικό αγώνα. Αυτό δεν αποτελεί ένδειξη για το πόσο βαθύ έχει γίνει ήδη αυτό το πάθος για τον θάνατο; Ή σκεφτείτε εκφράσεις όπως “μέχρι θανάτου” ή “πεθαίνω να” κάνω αυτό ή εκείνο ή την έκφραση “με σκοτώνει”. Σκεφτείτε την αδιαφορία για τη ζωή που εκδηλώνεται στα ποσοστά των τροχαίων ατυχημάτων.
Εν συντομία, η διανοητικοποίηση, η ποσοτικοποίηση, η αφαιρετικοποίηση, η γραφειοκρατικοποίηση και η πραγματικοποίηση – οι οποίες αποτελούν χαρακτηριστικά της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας- όταν εφαρμόζονται στους ανθρώπους, αντί στα πράγματα, δεν αποτελούν τις αρχές της ζωής αλλά της μηχανικής. Οι άνθρωποι που ζουν σε ένα τέτοιο σύστημα αναπτύσσουν αδιαφορία προς τη ζωή ή ακόμη και έλξη προς τον θάνατο. Οι ίδιοι δεν το αντιλαμβάνονται. Περνούν τις εξάψεις των συγκινήσεων για τις χαρές της ζωής και ζουν με την ψευδαίσθηση ότι είναι ζωντανοί όταν έχουν πολλά πράγματα στην κυριότητά τους ή προς χρήση. Η έλλειψη διαμαρτυρίας κατά του πυρηνικού πολέμου, οι συζητήσεις των “ατομολόγων” μας για το ισοζύγιο της ολοκληρωτικής ή σχεδόν ολοκληρωτικής καταστροφής δείχνει πόσο βαθιά έχουμε προχωρήσει ήδη στην “κοιλάδα της σκιάς του θανάτου”.
Erich Fromm, Η Καρδιά του Ανθρώπου
Όπως πάντα νίκησε, εκείνος που σκεφτόταν πιο πολύ… με την καρδιά
Ένας Ψύλλος, μια Ακρίδα και ένας Βάτραχος ήθελαν κάποτε να δουν ποιος πηδάει πιο ψηλά. Προσκάλεσαν λοιπόν πολύ κόσμο στον αγώνα τους, που μπορούσε να τον παρακολουθήσει και οποιοσδήποτε άλλος ήθελε. Οι τρεις διάσημοι άλτες, όπως τους έλεγαν όλοι, πήγαν σε μια αίθουσα μαζί με τους θεατές.
«Θα δώσω την κόρη μου σε εκείνον που θα πηδήσει ψηlλότερα», είπε ο Βασιλιάς, «γιατί δεν είναι διασκεδαστικό να μην υπάρχει κάποιο βραβείο για τον νικητή».
Πρώτος εμφανίστηκε ο Ψύλλος. Είχε εξαιρετικούς τρόπους και υποκλίθηκε σε όλους τους θεατές. Ήταν από ευγενική γενιά και, επιπλέον, έκανε παρέα με πολλούς σπουδαίους ανθρώπους, πράγμα πολύ σημαντικό.
Ύστερα ήταν η σειρά της Ακρίδας. Ήταν πολύ πιο βαριά, αλλά είχε κι αυτή καλούς τρόπους και φορούσε μια πράσινη φόρμα από γεννησιμιού της. Είπε επίσης ότι ανήκε σε μια πλούσια οικογένεια Αιγυπτίων και ότι την εκτιμούσαν πολύ στο σπίτι όπου ζούσε. Την είχαν φέρει προσφάτως από τους αγρούς και την είχαν βάλει σε ένα τριώροφο σπιτάκι από τραπουλόχαρτα με την όψη τους προς το εσωτερικό, όπου είχαν ανοίξει πόρτες και παράθυρα στο φύλλο με την Ντάμα Κούπα.
«Τραγουδάω τόσο ωραία», είπε, «ώστε δεκαέξι ντόπιες ακρίδες, που τραγουδούν από μικρές και δεν έχουν ακόμα κάποιο σπίτι από τραπουλόχαρτα, αδυνάτισαν σημαντικά από τη στενοχώρια τους μόλις με άκουσαν».
Αυτή την περιγραφή έδωσαν για τον εαυτό τους ο Ψύλλος και η Ακρίδα, πιστεύοντας ότι άξιζαν να παντρευτούν την Πριγκίπισσα.
Ο Βάτραχος δεν μίλησε, όλοι όμως φαντάστηκαν ότι σκεφτόταν τι έπρεπε να πει. Όταν τον σκούντησε με τη μύτη του ο σκύλος του σπιτιού, είπε ότι ήταν από καλή οικογένεια. Ο ηλικιωμένος σύμβουλος, που του είχε δώσει τρεις εντολές να κρατάει το στόμα του κλειστό, διαβεβαίωσε ότι ο Βάτραχος ήταν προφήτης. Όποιος κοίταζε τη ράχη του θα έβλεπε αν ο χειμώνας θα ήταν βαρύς ή ήπιος, κάτι δηλαδή που δεν φαινόταν στη ράχη του ανθρώπου που έγραφε το ημερολόγιο. «Μπορώ να πω ότι είναι αλήθεια», φώναξε ο Βασιλιάς, «αν και έχω δική μου άποψη».
Ύστερα άρχισε ο αγώνας. Ο Ψύλλος πήδησε τόσο ψηλά ώστε κανένας δεν μπόρεσε να δει πού έφτασε. Έτσι υποστήριξαν ότι δεν πήδησε καθόλου, αλλά αυτό δεν ήταν δίκαιο.
Η Ακρίδα πήδησε μόνο μέχρι τα μισά, αλλά έπεσε επάνω στο πρόσωπο του Βασιλιά, ο οποίος είπε ότι δεν είχε καλούς τρόπους.
«Θα δώσω την κόρη μου σε εκείνον που θα πηδήσει ψηlλότερα», είπε ο Βασιλιάς, «γιατί δεν είναι διασκεδαστικό να μην υπάρχει κάποιο βραβείο για τον νικητή».
Πρώτος εμφανίστηκε ο Ψύλλος. Είχε εξαιρετικούς τρόπους και υποκλίθηκε σε όλους τους θεατές. Ήταν από ευγενική γενιά και, επιπλέον, έκανε παρέα με πολλούς σπουδαίους ανθρώπους, πράγμα πολύ σημαντικό.
Ύστερα ήταν η σειρά της Ακρίδας. Ήταν πολύ πιο βαριά, αλλά είχε κι αυτή καλούς τρόπους και φορούσε μια πράσινη φόρμα από γεννησιμιού της. Είπε επίσης ότι ανήκε σε μια πλούσια οικογένεια Αιγυπτίων και ότι την εκτιμούσαν πολύ στο σπίτι όπου ζούσε. Την είχαν φέρει προσφάτως από τους αγρούς και την είχαν βάλει σε ένα τριώροφο σπιτάκι από τραπουλόχαρτα με την όψη τους προς το εσωτερικό, όπου είχαν ανοίξει πόρτες και παράθυρα στο φύλλο με την Ντάμα Κούπα.
«Τραγουδάω τόσο ωραία», είπε, «ώστε δεκαέξι ντόπιες ακρίδες, που τραγουδούν από μικρές και δεν έχουν ακόμα κάποιο σπίτι από τραπουλόχαρτα, αδυνάτισαν σημαντικά από τη στενοχώρια τους μόλις με άκουσαν».
Αυτή την περιγραφή έδωσαν για τον εαυτό τους ο Ψύλλος και η Ακρίδα, πιστεύοντας ότι άξιζαν να παντρευτούν την Πριγκίπισσα.
Ο Βάτραχος δεν μίλησε, όλοι όμως φαντάστηκαν ότι σκεφτόταν τι έπρεπε να πει. Όταν τον σκούντησε με τη μύτη του ο σκύλος του σπιτιού, είπε ότι ήταν από καλή οικογένεια. Ο ηλικιωμένος σύμβουλος, που του είχε δώσει τρεις εντολές να κρατάει το στόμα του κλειστό, διαβεβαίωσε ότι ο Βάτραχος ήταν προφήτης. Όποιος κοίταζε τη ράχη του θα έβλεπε αν ο χειμώνας θα ήταν βαρύς ή ήπιος, κάτι δηλαδή που δεν φαινόταν στη ράχη του ανθρώπου που έγραφε το ημερολόγιο. «Μπορώ να πω ότι είναι αλήθεια», φώναξε ο Βασιλιάς, «αν και έχω δική μου άποψη».
Ύστερα άρχισε ο αγώνας. Ο Ψύλλος πήδησε τόσο ψηλά ώστε κανένας δεν μπόρεσε να δει πού έφτασε. Έτσι υποστήριξαν ότι δεν πήδησε καθόλου, αλλά αυτό δεν ήταν δίκαιο.
Η Ακρίδα πήδησε μόνο μέχρι τα μισά, αλλά έπεσε επάνω στο πρόσωπο του Βασιλιά, ο οποίος είπε ότι δεν είχε καλούς τρόπους.
Ο Βάτραχος έμεινε ακίνητος πολλή ώρα, βυθισμένος σε σκέψεις και όλοι πίστεψαν ότι δεν θα μπορούσε να πηδήσει καθόλου.
«Ελπίζω μόνο να είναι καλά», είπε ο σκύλος. Ξαφνικά ο Βάτραχος έκανε ένα άλμα και βρέθηκε στην ποδιά της Πριγκίπισσας, που καθόταν σε ένα μικρό χρυσό σκαμνί λίγο πιο πέρα.
«Δεν υπάρχει τίποτα πιο πάνω από την κόρη μου», είπε ο Βασιλιάς. «Συνεπώς αυτό είναι το μεγαλύτερο άλμα που μπορεί να γίνει. Για να το κάνει όμως κάποιος πρέπει να έχει μυαλό και ο Βάτραχος το απέδειξε. Είναι γενναίος και έξυπνος».
Έτσι λοιπόν παντρεύτηκε την Πριγκίπισσα. «Δεν με νοιάζει καθόλου», είπε ο Ψύλλος. «Ας πάρει τον Βάτραχο. Εγώ πήδησα πιο ψηλά, αλλά στον κόσμο μας η αξία σπανίως ανταμείβεται. Αυτό που κοιτάζουν σήμερα οι άνθρωποι είναι η εξωτερική εμφάνιση».
Ύστερα πήγε να γίνει στρατιωτικός στο εξωτερικό, όπου λέγεται ότι σκοτώθηκε.
Η Ακρίδα κάθισε έξω σε μια πράσινη όχθη και άρχισε να σκέφτεται την κατάσταση του κόσμου. «Ναι», είπε, «το παν είναι μια ωραία εξωτερική εμφάνιση.Είναι αυτό για το οποίο ενδιαφέρεται όλος ο κόσμος».
Ύστερα άρχισε να τερετίζει το παράξενο μελαγχολικό τραγούδι της, για το οποίο γράφτηκε αυτή η ιστορία. Πολύ πιθανόν να μην είναι αληθινή, παρά το ότι τη βλέπετεσε αυτό το blog.
Παραμύθια του Άντερσεν
«Ελπίζω μόνο να είναι καλά», είπε ο σκύλος. Ξαφνικά ο Βάτραχος έκανε ένα άλμα και βρέθηκε στην ποδιά της Πριγκίπισσας, που καθόταν σε ένα μικρό χρυσό σκαμνί λίγο πιο πέρα.
«Δεν υπάρχει τίποτα πιο πάνω από την κόρη μου», είπε ο Βασιλιάς. «Συνεπώς αυτό είναι το μεγαλύτερο άλμα που μπορεί να γίνει. Για να το κάνει όμως κάποιος πρέπει να έχει μυαλό και ο Βάτραχος το απέδειξε. Είναι γενναίος και έξυπνος».
Έτσι λοιπόν παντρεύτηκε την Πριγκίπισσα. «Δεν με νοιάζει καθόλου», είπε ο Ψύλλος. «Ας πάρει τον Βάτραχο. Εγώ πήδησα πιο ψηλά, αλλά στον κόσμο μας η αξία σπανίως ανταμείβεται. Αυτό που κοιτάζουν σήμερα οι άνθρωποι είναι η εξωτερική εμφάνιση».
Ύστερα πήγε να γίνει στρατιωτικός στο εξωτερικό, όπου λέγεται ότι σκοτώθηκε.
Η Ακρίδα κάθισε έξω σε μια πράσινη όχθη και άρχισε να σκέφτεται την κατάσταση του κόσμου. «Ναι», είπε, «το παν είναι μια ωραία εξωτερική εμφάνιση.Είναι αυτό για το οποίο ενδιαφέρεται όλος ο κόσμος».
Ύστερα άρχισε να τερετίζει το παράξενο μελαγχολικό τραγούδι της, για το οποίο γράφτηκε αυτή η ιστορία. Πολύ πιθανόν να μην είναι αληθινή, παρά το ότι τη βλέπετεσε αυτό το blog.
Παραμύθια του Άντερσεν
Ο Αριστοτέλης και η βαθύτερη ουσία της φιλίας
Ο Αριστοτέλης, αφού καθόρισε την ισοτιμία ως θεμελιώδη προϋπόθεση της αληθινής (πρωταρχικής) φιλίας, προχωρά στη διαπίστωση ότι αυτό δε φαίνεται να το έχουν συνειδητοποιήσει οι περισσότεροι άνθρωποι. Διερευνώντας τους λόγους που συμβαίνει αυτό σημειώνει: «Διαπιστώνουμε, ακόμα, γιατί οι άνθρωποι επιζητούνε πιο πολύ τη φιλία της υπεροχής και όχι της ισοτιμίας· διότι έτσι, δίπλα στην υπεροχή τους, κερδίζουν αυτομάτως και την αγάπη του άλλου» (1239a 25-28).
Με δυο λόγια, πρόκειται για την εκδοχή της υπεροχής που λειτουργεί ως διαπιστευτήριο της αγάπης. Η αίσθηση της ανωτερότητας κάνει τη σχέση περισσότερο επιθυμητή δίνοντας την εντύπωση ότι ο θαυμασμός που εισπράττει κανείς ως εξέχουσα φυσιογνωμία αποτελεί αναντίρρητη εκδήλωση αγάπης προς το πρόσωπό του. Ασφαλώς πρόκειται για στρέβλωση: «… μερικοί δίνουν πιο μεγάλη αξία στον κόλακα παρά στο φίλο: τους κάνει να νομίζουν ότι έχουν και την υπεροχή και την αγάπη» (1239a 29-30).
Η σύγχυση ανάμεσα στο θαυμασμό και την αγάπη αποτελεί το πεδίο του κόλακα που ξέρει καλά να εκμεταλλεύεται τις καταστάσεις. Η αντικατάσταση του φίλου από τον κόλακα είναι η άρνηση της κριτικής που θα εξελίξει την προσωπικότητα. Οι άνθρωποι που υποκύπτουν σε τέτοιες επιλογές γίνονται θύματα της ανάγκης για διαρκή επιβεβαίωση. Κι αυτό είναι το πλαίσιο της υπέρμετρης φιλοδοξίας: «Ιδιαίτερα επιρρεπείς σε αυτό είναι οι φιλόδοξοι: μέσα από την υπεροχή επιζητούν και το θαυμασμό» (1239a 31-31).
Φυσικά, η φιλοδοξία αυτού του είδους εκλαμβάνεται περισσότερο ως ματαιοδοξία που προσπαθεί να γεμίσει τα κενά της ψυχής με επαίνους. Επί της ουσίας αυτοί οι άνθρωποι δεν εισέπραξαν ποτέ την αγάπη που θα επιθυμούσαν. Το υποκατάστατο του θαυμασμού επιχειρεί να συγκαλύψει την κενότητα της ύπαρξης που είναι αδύνατο να έρθει σε ισορροπία. Αυτό που μένει είναι η ισχυρογνωμοσύνη και ο ναρκισσισμός.
Ο Αριστοτέλης κάνει σαφή αναφορά στη φύση. Το δεδομένο όμως του εθισμού για την κατάκτηση της αρετής (ως ύψιστης ψυχικής ισορροπίας) καταδεικνύει και την κοινωνική επίδραση, δηλαδή τις ανθρώπινες σχέσεις που έχουν επιδράσει καταλυτικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας: «Η φύση, όμως, άλλους τους κάνει ανθρώπους της φιλίας και άλλους της φιλοδοξίας. Άνθρωπος της φιλίας είναι αυτός που πιο πολύ χαίρεται να αγαπά παρά να αγαπιέται· αλλά με τον φιλόδοξο συμβαίνει το αντίστροφο. Όποιος, λοιπόν, απολαμβάνει να τον θαυμάζουν και να τον αγαπούν είναι φίλος της υπεροχής, ενώ εκείνος που ευχαριστιέται να δείχνει αγάπη είναι απλά φίλος» (1239a 31-35).
Η αναγνώριση ότι ο άνθρωπος της φιλίας χαίρεται περισσότερο δείχνοντας αγάπη δεν ερμηνεύεται ως απαξίωση της ανάγκης για αποδοχή (ο άνθρωπος πρέπει και να αγαπά και να αγαπιέται), αλλά ως κατάδειξη των αισθημάτων της αληθινής φιλίας που εστιάζουν περισσότερο στην προσφορά. Ο κόλακας, ως κατεξοχήν ψεύτικος φίλος, δεν έχει καμία διάθεση να προσφέρει αληθινή αγάπη σε αυτόν που κολακεύει. Αυτός είναι και ο λόγος που οι κολακείες του διαρκούν μονάχα όσο διαρκεί και η δυνατότητα εξαργύρωσής τους. Όταν ο κόλακας κατανοήσει ότι δεν έχει να κερδίσει τίποτε, διακόπτει όλες τις σχέσεις, αφού η διατήρησή τους δεν έχει πλέον κανένα νόημα.
Το δεδομένο ότι η αληθινή φιλία έγκειται στην ισοτιμία της προσφοράς (αν αυτό δεν ισχύει, τότε μετατρέπεται σε σχέση ευεργέτη-ευεργετούμενου) δεν αναιρεί ότι η εκδήλωση της αγάπης αποτελεί το βασικότερο κριτήριο για την πραγμάτωσή της. Αν δεν υπάρχει αυτό, τότε δεν υπάρχει φιλία από θέση αρχής. Όμως, η φιλική σχέση ολοκληρώνεται όταν αυτή η διάθεση ισχύει και από τις δύο πλευρές έχοντας ισότιμες δυνατότητες να εκδηλωθεί.
Η επιμονή του Αριστοτέλη, ότι φίλος είναι πρωτίστως αυτός που δείχνει αγάπη, έχει να κάνει με τη συνείδηση των πράξεων που επιβεβαιώνεται από την ενέργεια της ψυχής. Η επιθυμία να δείξει κανείς αγάπη είναι ενεργητική, ενώ η αποδοχή της σχετίζεται περισσότερο με τις πράξεις του άλλου. Οι φίλοι, πριν από όλα, επιθυμούν να διοχετεύσουν την αγάπη τους. Κι αυτή τους η επιθυμία, όταν εκδηλώνεται με τρόπο αμοιβαίο και ισάξιο, είναι η επισφράγιση των σχέσεών τους.
Ο Αριστοτέλης σημειώνει: «Οπωσδήποτε, η αγάπη πρέπει να είναι προσωπικό του ενέργημα. Αντίθετα, το να δέχεται κανείς την αγάπη του άλλου είναι μόνο ένα τυχαίο συμβάν, και μπορεί και να μην το έχει πάρει καν είδηση αυτός που αγαπιέται, πράγμα αδύνατο γι’ αυτόν που δείχνει ο ίδιος αγάπη. Εξάλλου, γνώρισμα της φιλίας είναι πρωτίστως το να αγαπάς και δευτερευόντως να αγαπιέσαι· το να αγαπιέσαι είναι κυρίως ιδιότητα του άλλου, που σε αγαπάει. Ιδού και η απόδειξη: ένας φίλος, αν δεν μπορούσε να τα έχει και τα δύο, θα προτιμούσε μάλλον να γνωρίζει μόνος του την αγάπη του παρά να τη γνωρίζει μόνο ο άλλος» (1239a 37-43).
Η αναγνώριση ότι «το να δέχεται κανείς την αγάπη του άλλου είναι μόνο ένα τυχαίο συμβάν» δεν πρέπει να εκληφθεί ως ματαίωση της αρετής. Μια τέτοια εκδοχή θα καθιστούσε τυφλή (τυχαία) την αγάπη της φιλίας σαν να επρόκειτο για συναίσθημα ανεξέλεγκτο που μπορεί να εκδηλωθεί με τον οποιονδήποτε. Το δεδομένο ότι αγαπά κανείς με ανιδιοτέλεια κι έχει διάθεση να προσφέρει σ’ αυτόν που αγαπά ασφαλώς έχει να κάνει με την προσωπικότητά του (άλλου) που κρίνεται άξια να αγαπηθεί.
Υπό αυτή την έννοια, η πρόκληση της αγάπης είναι αλληλένδετη με την αρετή, καθώς μόνο αυτή μπορεί να την εμπνεύσει. Οι συμπάθειες που μπορεί να υπάρξουν στην αρχή μιας γνωριμίας και που ενδέχεται να ματαιωθούν, αν η σύσφιξη των σχέσεων αποδείξει ότι ο άλλος είναι κατώτερος των προσδοκιών, δεν έχουν καμία σχέση με το βάθος της αγάπης που σηματοδοτεί την αληθινή φιλία.
Με το δεδομένο αυτό η αριστοτελική εκδοχή που θέτει την αγάπη ως κάτι τυχαίο προφανώς αναφέρεται στην αρχή των σχέσεων, όπου, ως ένα βαθμό, η έλξη προς ένα πρόσωπο μπορεί να οφείλεται και σε λόγους τυχαίους. Μια τέτοια έλξη, όμως, δεν έχει τη σταθερότητα που απαιτεί η φιλία. Γι’ αυτό και γρήγορα μπορεί να εξανεμιστεί.
Το βέβαιο είναι ότι η προτεραιότητα που δίνεται στην εκδήλωση της αγάπης δε σηματοδοτεί και την απαξία της αποδοχής της. Ο φίλος που δυσκολεύεται να δεχτεί την αγάπη του φίλου του καθιστά τη σχέση προβληματική, αφού φαίνεται ακατάδεκτος προτάσσοντας τη συμπεριφορά της ψωροπερηφάνιας. Στην ουσία συμπεριφέρεται εγωιστικά, καθώς στερεί από τον άλλο την ύψιστη χαρά να εκδηλώσει την αγάπη του. Μια τέτοια συμπεριφορά δεν είναι φιλική, αφού ακυρώνει κάθε έννοια ισοτιμίας. Ο φίλος πρέπει να ξέρει να δέχεται με τον ίδιο τρόπο που επιθυμεί να προσφέρει.
Η επιμονή του Αριστοτέλη στην προτεραιότητα που πρέπει να έχει η εκδήλωση της αγάπης από την αποδοχή αφορά τη διερεύνηση των κριτηρίων που θα πιστοποιήσουν την αληθινή φιλία. Με άλλα λόγια, αν κάποιος διερωτάται πότε μια συναναστροφή εξελίσσεται σε φιλία, ο Αριστοτέλης θα του απαντούσε ότι η φιλία ξεκινά από τη στιγμή που διαπιστώνει ότι ενδιαφέρεται περισσότερο να προσφέρει στον άλλο παρά να δεχτεί. (Και βέβαια δεν υπάρχει υποψία ερωτικής έλξης).
Από κει και πέρα, αν οι επιλογές του διαψευστούν και τα πρόσωπα που έχει επιλέξει για φίλους σταθούν κατώτερα των περιστάσεων ή, πολύ περισσότερο, αν αισθάνεται ότι θέλει να προσφέρει σε όλους και αργότερα απογοητευθεί, αυτό είναι μια άλλη υπόθεση που καταδεικνύει ότι δεν είχε σωστά κριτήρια για τη φιλία κάνοντας (προφανώς) κακές επιλογές. Όμως, αν μια τέτοια συμπεριφορά κρίνεται λανθασμένη από τη μεριά της υπερβολής, δεν πρέπει να φτάσει κανείς στο άλλο άκρο της έλλειψης αντιμετωπίζοντας με καχυποψία όλους τους ανθρώπους που τον πλησιάζουν.
Ο Αριστοτέλης επιμένει στη διάθεση της προσφοράς: «το να γνωρίζεις εσύ την αγάπη σου γίνεται για να ενεργήσεις ο ίδιος και να κάνει φίλο σου τον άλλο. Αυτός είναι και λόγος που επαινούμε όσους επιμένουν να δείχνουν αγάπη στους νεκρούς τους: το γνωρίζουν οι ίδιοι, χωρίς να το γνωρίζουν οι νεκροί». (1239b 1-2).
Όμως, η εκδήλωση της αγάπης δεν είναι τίποτε άλλο από τη συναισθηματική συμμετοχή στις χαρές και τις λύπες του αγαπημένου προσώπου. Η διάθεση της προσφοράς σηματοδοτεί ακριβώς τη χαρά που θα εισπραχτεί από τη χαρά του άλλου. Τα δώρα, οι εκπλήξεις, οι προσκλήσεις σε ευχάριστα γεγονότα κλπ. καταδεικνύουν ακριβώς αυτή τη διάθεση, καθώς η χαρά του άλλου είναι και προσωπική.
Με τον ίδιο τρόπο αυτός που αγαπά θα κάνει τα πάντα προκειμένου να δώσει ανακούφιση στο πρόσωπο που αγαπάει (έστω και την ελάχιστη δυνατή) στην περίπτωση της δυστυχίας. Η προσπάθεια να μειωθεί ο πόνος καταδεικνύει την επιθυμία για τη γρήγορη αποκατάσταση της χαράς.
Στο ζήτημα της λύπης ο Αριστοτέλης θα δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα, αφού ως φίλο εκλαμβάνει αυτόν «που πονά μαζί με τον πονεμένο φίλο του, και αυτό χωρίς να έχει κάτι άλλο στο μυαλό του όπως πονάνε οι μητέρες με τον πόνο των παιδιών τους, ή όπως τα αρσενικά πουλιά που μοιράζονται τις οδύνες των θηλυκών» (1240a 41-45).
Οι αναφορές στη μάνα που πονά με τον πόνο των παιδιών της και στα αρσενικά πουλιά που συμπονούν τις οδύνες των θηλυκών δεν υπονοούν ότι πρόκειται για σχέσεις ιδανικής φιλίας. Ούτε οι μητρικές ούτε οι ερωτικές σχέσεις αποτελούν φιλίες. Με τις αναλογίες αυτές ο Αριστοτέλης θέλει να καταδείξει τον τρόπο που πρέπει να συλλυπείται κανείς το φίλο του στη δυστυχία.
Και βέβαια αυτό πρέπει να γίνεται με πλήρη ανιδιοτέλεια. Όταν κάποιος προσδοκά να κερδίσει κάτι από μια τέτοια συμπεριφορά δεν είναι φίλος αλλά καιροσκόπος που προσπαθεί να επωφεληθεί από τον πόνο του άλλου.
Για την περίπτωση της χαράς αναφέρεται: «Τα ίδια μπορούμε να πούμε και για τη χαρά. Είναι όντως γνώρισμα του φίλου να χαίρεται με τη χαρά του φίλου του, και αυτό όχι γιατί έχει κάτι άλλο στο μυαλό του, αλλά απλά και μόνο επειδή χαίρεται ο φίλος του» (1240a 48 και 1240b 1-2). Η συμμετοχή στη χαρά (και πάλι χωρίς υστεροβουλίες) είναι το επιστέγασμα της συναισθηματικής συμμετοχής που εκμηδενίζει όλες τις στρεβλώσεις.
Η ζήλια, ο ανταγωνισμός, η εγωιστική αντίληψη της σύγκρισης δεν έχουν θέση ανάμεσα στους φίλους. Κι αυτή ακριβώς η ύψιστη συναισθηματική μοιρασιά είναι η βαθύτερη ουσία της φιλίας, δηλαδή η υπέρτατη ψυχική ολοκλήρωση. Θα έλεγε κανείς ότι βρισκόμαστε στην καρδιά της ευτυχίας που προϋποθέτει την καταπολέμηση όλων των παθών και τη σωστή επιλογή ανθρώπων με τους οποίους θα συμπορευτεί κανείς σύμφωνα με τους κανόνες της αρετής.
Έχοντας γίνει κατανοητά αυτά γίνεται αντιληπτό ότι, εν τέλει, το δίλημμα του κατά πόσο η φιλία βασίζεται στην ομοιότητα ή στην αντίθεση είναι δίχως ιδιαίτερη σημασία. Και οι δύο εκδοχές εμπεριέχουν κάποια αλήθεια κι ως ένα βαθμό σχετίζονται και με την αρετή, αλλά δεν καταδεικνύουν την ουσία του θέματος. Οπωσδήποτε η ομοιότητα έχει προβάδισμα για τη σύναψη φιλίας, αλλά και πάλι πρέπει να διερευνηθεί το είδος της ομοιότητας. Γιατί, αν πρόκειται για ομοιότητα που τείνει στην ευτέλεια, το ζήτημα της φιλίας κρίνεται και πάλι επίφοβο.
Για τον Αριστοτέλη «η ομοιότητα ανάγεται και στην ηδονή και στο αγαθό» (1239b 12-13). Και θα δοθούν διευκρινήσεις: «Η ομοιότητα συνδέεται με τη φιλία, διότι χαρακτηρίζει το αγαθό, ενώ παράλληλα καλύπτει τρόπον τινά και το ηδύ· διότι άνθρωποι όμοιοι χαίρονται και με παρόμοια πράγματα. Και κάθε πράγμα που διατηρεί τη φυσική του ταυτότητα είναι ευχάριστο για τον ίδιο του τον εαυτό. Γι’ αυτό και οι φωνές και οι συνήθειες και η συμβίωση των ζώων τούς είναι ό,τι πιο ηδονικό, φαινόμενο που παρουσιάζεται τόσο μεταξύ ζώων του ίδιου είδους όσο και διαφορετικού. Μπορεί, μάλιστα, και οι άνθρωποι οι κακοί μέσω αυτής της ηδονικής ομοιότητας να γίνονται μεταξύ τους φίλοι» (1239b 20-26).
Το ότι η ομοιότητα μπορεί να συνδέσει ακόμη και τους κακούς καταδεικνύει το εύθραυστο των σχέσεων που συνάπτει, αφού η χαμηλή ποιότητα της φιλίας των κακών σηματοδοτεί και τη συνήθη μικρή διάρκειά τους. Αποτελεί περισσότερο ένδειξη φιλίας (ή έστω στοιχειώδη προϋπόθεση) αλλά όχι κριτήριο. Εξάλλου, ομοιότητες μπορούν να βρεθούν ακόμη και σε πράγματα που εκ φύσεως δεν είναι όμοια, όπως στην περίπτωση των ζώων. Θα έλεγε κανείς ότι ακόμη και στις πιο αντίθετες καταστάσεις (ή ανθρώπους) μπορούν να υπάρξουν ομοιότητες, χωρίς αυτό να σημαίνει απολύτως τίποτε.
Με τον ίδιο τρόπο τοποθετείται και το ζήτημα της αντίθεσης: «Η αντίθεση, πάλι, συνδέεται με τη φιλία στη βάση της χρησιμότητας. Γι’ αυτό και ο αφέντης χρειάζεται το δούλο, και ο δούλος τον αφέντη, και η γυναίκα με τον άνδρα ο ένας τον άλλο. Συγχρόνως, κάτι το αντίθετο είναι ηδύ και επιθυμητό λόγω του ότι είναι χρήσιμο· μπορεί να μην είναι χρήσιμο ως τελικός σκοπός, συμβάλλει όμως σε αυτόν. Και έτσι, όταν ο άνθρωπος βρει αυτό που επιθυμεί και πετύχει τον τελικό σκοπό του, παύει να ορέγεται το αντίθετό του, όπως ακριβώς συμβαίνει με το θερμό και το ψυχρό ή το ξερό με το υγρό» (1239b 28-36).
Η έννοια της χρησιμότητας από θέση αρχής υποβαθμίζει τις σχέσεις όχι μόνο γιατί τις καθιστά αναγκαστικές (η φιλία βασίζεται αποκλειστικά στην ελεύθερη βούληση), αλλά και γιατί εξ’ αρχής ορίζονται από τη διάρκεια της ανάγκης που τις επιβάλλει. Όταν η ανάγκη πάψει να υφίσταται αυτόματα διαλύονται και οι σχέσεις. Η διαπίστωση αυτή καθιστά σαφές ότι πρόκειται για σχέσεις άκρως επιφανειακές που με τίποτε δε μπορούν να συγκριθούν με το βάθος της αληθινής φιλίας.
Ο Αριστοτέλης, όμως, θα προσθέσει: «Ακόμη, η φιλία που βασίζεται στην αντίθεση συνδέεται κατά κάποιο τρόπο και με τη φιλία με το αγαθό. Διότι ο λόγος που τα αντίθετα άκρα ορέγονται το ένα το άλλο είναι ακριβώς το μέσον. Και αυτό, διότι έτσι αλληλοσυμπληρώνονται και προκύπτει από τα δύο αντίθετα ένα μέσον. Επίσης, ο πόθος για κάτι το αντίθετο δεν είναι παρά ένα επιφανειακό συμβάν, ενώ κατ’ ουσίαν είναι πόθος για τη μεσότητα. Όταν κάτι ψυχθεί υπερβολικά και δεχτεί θερμότητα, έρχεται κάπου στο μέσον, αλλά και το αντίστροφο» (1239b 36-44).
Η αναζήτηση του μέσου που θα επιτευχθεί με τη φιλία των αντίθετων άκρων δεν αποκλείεται και στην περίπτωση των ανθρώπινων σχέσεων: «Έτσι, συναντώνται και περιπτώσεις φίλων που χαίρονται με ανθρώπους ανόμοιούς τους: αυστηροί με αστείους, δραστήριοι με ράθυμους. Ο ένας φέρνει τον άλλο στο μέσον. Άρα, όπως το είπαμε, τα αντίθετα έχουν μια συμπτωματική φιλική σχέση, ενώ στην πραγματικότητα στρέφεται το καθένα προς το αγαθό» (1240a 2-6).
Η διαπίστωση ότι και το όμοιο και το αντίθετο μπορούν να λειτουργήσουν ενθαρρυντικά για τη σύναψη μιας φιλίας καθιστά το δίλημμα ανούσιο, αφού και στις δύο περιπτώσεις η φιλία μπορεί να γίνει εφικτή. Το ζήτημα δεν είναι αν φιλία ξεκινά από τη βάση της ομοιότητας ή της αντίθεσης. Το ζήτημα είναι οι προϋποθέσεις που θα υπάρξουν για τη διατήρηση και την ανύψωσή της στα επίπεδα της αληθινής (πρωταρχικής) φιλίας. Κι αυτό είναι θέμα της αρετής.
Αριστοτέλης, Ηθικά Ευδήμια
Με δυο λόγια, πρόκειται για την εκδοχή της υπεροχής που λειτουργεί ως διαπιστευτήριο της αγάπης. Η αίσθηση της ανωτερότητας κάνει τη σχέση περισσότερο επιθυμητή δίνοντας την εντύπωση ότι ο θαυμασμός που εισπράττει κανείς ως εξέχουσα φυσιογνωμία αποτελεί αναντίρρητη εκδήλωση αγάπης προς το πρόσωπό του. Ασφαλώς πρόκειται για στρέβλωση: «… μερικοί δίνουν πιο μεγάλη αξία στον κόλακα παρά στο φίλο: τους κάνει να νομίζουν ότι έχουν και την υπεροχή και την αγάπη» (1239a 29-30).
Η σύγχυση ανάμεσα στο θαυμασμό και την αγάπη αποτελεί το πεδίο του κόλακα που ξέρει καλά να εκμεταλλεύεται τις καταστάσεις. Η αντικατάσταση του φίλου από τον κόλακα είναι η άρνηση της κριτικής που θα εξελίξει την προσωπικότητα. Οι άνθρωποι που υποκύπτουν σε τέτοιες επιλογές γίνονται θύματα της ανάγκης για διαρκή επιβεβαίωση. Κι αυτό είναι το πλαίσιο της υπέρμετρης φιλοδοξίας: «Ιδιαίτερα επιρρεπείς σε αυτό είναι οι φιλόδοξοι: μέσα από την υπεροχή επιζητούν και το θαυμασμό» (1239a 31-31).
Φυσικά, η φιλοδοξία αυτού του είδους εκλαμβάνεται περισσότερο ως ματαιοδοξία που προσπαθεί να γεμίσει τα κενά της ψυχής με επαίνους. Επί της ουσίας αυτοί οι άνθρωποι δεν εισέπραξαν ποτέ την αγάπη που θα επιθυμούσαν. Το υποκατάστατο του θαυμασμού επιχειρεί να συγκαλύψει την κενότητα της ύπαρξης που είναι αδύνατο να έρθει σε ισορροπία. Αυτό που μένει είναι η ισχυρογνωμοσύνη και ο ναρκισσισμός.
Ο Αριστοτέλης κάνει σαφή αναφορά στη φύση. Το δεδομένο όμως του εθισμού για την κατάκτηση της αρετής (ως ύψιστης ψυχικής ισορροπίας) καταδεικνύει και την κοινωνική επίδραση, δηλαδή τις ανθρώπινες σχέσεις που έχουν επιδράσει καταλυτικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητας: «Η φύση, όμως, άλλους τους κάνει ανθρώπους της φιλίας και άλλους της φιλοδοξίας. Άνθρωπος της φιλίας είναι αυτός που πιο πολύ χαίρεται να αγαπά παρά να αγαπιέται· αλλά με τον φιλόδοξο συμβαίνει το αντίστροφο. Όποιος, λοιπόν, απολαμβάνει να τον θαυμάζουν και να τον αγαπούν είναι φίλος της υπεροχής, ενώ εκείνος που ευχαριστιέται να δείχνει αγάπη είναι απλά φίλος» (1239a 31-35).
Η αναγνώριση ότι ο άνθρωπος της φιλίας χαίρεται περισσότερο δείχνοντας αγάπη δεν ερμηνεύεται ως απαξίωση της ανάγκης για αποδοχή (ο άνθρωπος πρέπει και να αγαπά και να αγαπιέται), αλλά ως κατάδειξη των αισθημάτων της αληθινής φιλίας που εστιάζουν περισσότερο στην προσφορά. Ο κόλακας, ως κατεξοχήν ψεύτικος φίλος, δεν έχει καμία διάθεση να προσφέρει αληθινή αγάπη σε αυτόν που κολακεύει. Αυτός είναι και ο λόγος που οι κολακείες του διαρκούν μονάχα όσο διαρκεί και η δυνατότητα εξαργύρωσής τους. Όταν ο κόλακας κατανοήσει ότι δεν έχει να κερδίσει τίποτε, διακόπτει όλες τις σχέσεις, αφού η διατήρησή τους δεν έχει πλέον κανένα νόημα.
Το δεδομένο ότι η αληθινή φιλία έγκειται στην ισοτιμία της προσφοράς (αν αυτό δεν ισχύει, τότε μετατρέπεται σε σχέση ευεργέτη-ευεργετούμενου) δεν αναιρεί ότι η εκδήλωση της αγάπης αποτελεί το βασικότερο κριτήριο για την πραγμάτωσή της. Αν δεν υπάρχει αυτό, τότε δεν υπάρχει φιλία από θέση αρχής. Όμως, η φιλική σχέση ολοκληρώνεται όταν αυτή η διάθεση ισχύει και από τις δύο πλευρές έχοντας ισότιμες δυνατότητες να εκδηλωθεί.
Η επιμονή του Αριστοτέλη, ότι φίλος είναι πρωτίστως αυτός που δείχνει αγάπη, έχει να κάνει με τη συνείδηση των πράξεων που επιβεβαιώνεται από την ενέργεια της ψυχής. Η επιθυμία να δείξει κανείς αγάπη είναι ενεργητική, ενώ η αποδοχή της σχετίζεται περισσότερο με τις πράξεις του άλλου. Οι φίλοι, πριν από όλα, επιθυμούν να διοχετεύσουν την αγάπη τους. Κι αυτή τους η επιθυμία, όταν εκδηλώνεται με τρόπο αμοιβαίο και ισάξιο, είναι η επισφράγιση των σχέσεών τους.
Ο Αριστοτέλης σημειώνει: «Οπωσδήποτε, η αγάπη πρέπει να είναι προσωπικό του ενέργημα. Αντίθετα, το να δέχεται κανείς την αγάπη του άλλου είναι μόνο ένα τυχαίο συμβάν, και μπορεί και να μην το έχει πάρει καν είδηση αυτός που αγαπιέται, πράγμα αδύνατο γι’ αυτόν που δείχνει ο ίδιος αγάπη. Εξάλλου, γνώρισμα της φιλίας είναι πρωτίστως το να αγαπάς και δευτερευόντως να αγαπιέσαι· το να αγαπιέσαι είναι κυρίως ιδιότητα του άλλου, που σε αγαπάει. Ιδού και η απόδειξη: ένας φίλος, αν δεν μπορούσε να τα έχει και τα δύο, θα προτιμούσε μάλλον να γνωρίζει μόνος του την αγάπη του παρά να τη γνωρίζει μόνο ο άλλος» (1239a 37-43).
Η αναγνώριση ότι «το να δέχεται κανείς την αγάπη του άλλου είναι μόνο ένα τυχαίο συμβάν» δεν πρέπει να εκληφθεί ως ματαίωση της αρετής. Μια τέτοια εκδοχή θα καθιστούσε τυφλή (τυχαία) την αγάπη της φιλίας σαν να επρόκειτο για συναίσθημα ανεξέλεγκτο που μπορεί να εκδηλωθεί με τον οποιονδήποτε. Το δεδομένο ότι αγαπά κανείς με ανιδιοτέλεια κι έχει διάθεση να προσφέρει σ’ αυτόν που αγαπά ασφαλώς έχει να κάνει με την προσωπικότητά του (άλλου) που κρίνεται άξια να αγαπηθεί.
Υπό αυτή την έννοια, η πρόκληση της αγάπης είναι αλληλένδετη με την αρετή, καθώς μόνο αυτή μπορεί να την εμπνεύσει. Οι συμπάθειες που μπορεί να υπάρξουν στην αρχή μιας γνωριμίας και που ενδέχεται να ματαιωθούν, αν η σύσφιξη των σχέσεων αποδείξει ότι ο άλλος είναι κατώτερος των προσδοκιών, δεν έχουν καμία σχέση με το βάθος της αγάπης που σηματοδοτεί την αληθινή φιλία.
Με το δεδομένο αυτό η αριστοτελική εκδοχή που θέτει την αγάπη ως κάτι τυχαίο προφανώς αναφέρεται στην αρχή των σχέσεων, όπου, ως ένα βαθμό, η έλξη προς ένα πρόσωπο μπορεί να οφείλεται και σε λόγους τυχαίους. Μια τέτοια έλξη, όμως, δεν έχει τη σταθερότητα που απαιτεί η φιλία. Γι’ αυτό και γρήγορα μπορεί να εξανεμιστεί.
Το βέβαιο είναι ότι η προτεραιότητα που δίνεται στην εκδήλωση της αγάπης δε σηματοδοτεί και την απαξία της αποδοχής της. Ο φίλος που δυσκολεύεται να δεχτεί την αγάπη του φίλου του καθιστά τη σχέση προβληματική, αφού φαίνεται ακατάδεκτος προτάσσοντας τη συμπεριφορά της ψωροπερηφάνιας. Στην ουσία συμπεριφέρεται εγωιστικά, καθώς στερεί από τον άλλο την ύψιστη χαρά να εκδηλώσει την αγάπη του. Μια τέτοια συμπεριφορά δεν είναι φιλική, αφού ακυρώνει κάθε έννοια ισοτιμίας. Ο φίλος πρέπει να ξέρει να δέχεται με τον ίδιο τρόπο που επιθυμεί να προσφέρει.
Η επιμονή του Αριστοτέλη στην προτεραιότητα που πρέπει να έχει η εκδήλωση της αγάπης από την αποδοχή αφορά τη διερεύνηση των κριτηρίων που θα πιστοποιήσουν την αληθινή φιλία. Με άλλα λόγια, αν κάποιος διερωτάται πότε μια συναναστροφή εξελίσσεται σε φιλία, ο Αριστοτέλης θα του απαντούσε ότι η φιλία ξεκινά από τη στιγμή που διαπιστώνει ότι ενδιαφέρεται περισσότερο να προσφέρει στον άλλο παρά να δεχτεί. (Και βέβαια δεν υπάρχει υποψία ερωτικής έλξης).
Από κει και πέρα, αν οι επιλογές του διαψευστούν και τα πρόσωπα που έχει επιλέξει για φίλους σταθούν κατώτερα των περιστάσεων ή, πολύ περισσότερο, αν αισθάνεται ότι θέλει να προσφέρει σε όλους και αργότερα απογοητευθεί, αυτό είναι μια άλλη υπόθεση που καταδεικνύει ότι δεν είχε σωστά κριτήρια για τη φιλία κάνοντας (προφανώς) κακές επιλογές. Όμως, αν μια τέτοια συμπεριφορά κρίνεται λανθασμένη από τη μεριά της υπερβολής, δεν πρέπει να φτάσει κανείς στο άλλο άκρο της έλλειψης αντιμετωπίζοντας με καχυποψία όλους τους ανθρώπους που τον πλησιάζουν.
Ο Αριστοτέλης επιμένει στη διάθεση της προσφοράς: «το να γνωρίζεις εσύ την αγάπη σου γίνεται για να ενεργήσεις ο ίδιος και να κάνει φίλο σου τον άλλο. Αυτός είναι και λόγος που επαινούμε όσους επιμένουν να δείχνουν αγάπη στους νεκρούς τους: το γνωρίζουν οι ίδιοι, χωρίς να το γνωρίζουν οι νεκροί». (1239b 1-2).
Όμως, η εκδήλωση της αγάπης δεν είναι τίποτε άλλο από τη συναισθηματική συμμετοχή στις χαρές και τις λύπες του αγαπημένου προσώπου. Η διάθεση της προσφοράς σηματοδοτεί ακριβώς τη χαρά που θα εισπραχτεί από τη χαρά του άλλου. Τα δώρα, οι εκπλήξεις, οι προσκλήσεις σε ευχάριστα γεγονότα κλπ. καταδεικνύουν ακριβώς αυτή τη διάθεση, καθώς η χαρά του άλλου είναι και προσωπική.
Με τον ίδιο τρόπο αυτός που αγαπά θα κάνει τα πάντα προκειμένου να δώσει ανακούφιση στο πρόσωπο που αγαπάει (έστω και την ελάχιστη δυνατή) στην περίπτωση της δυστυχίας. Η προσπάθεια να μειωθεί ο πόνος καταδεικνύει την επιθυμία για τη γρήγορη αποκατάσταση της χαράς.
Στο ζήτημα της λύπης ο Αριστοτέλης θα δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα, αφού ως φίλο εκλαμβάνει αυτόν «που πονά μαζί με τον πονεμένο φίλο του, και αυτό χωρίς να έχει κάτι άλλο στο μυαλό του όπως πονάνε οι μητέρες με τον πόνο των παιδιών τους, ή όπως τα αρσενικά πουλιά που μοιράζονται τις οδύνες των θηλυκών» (1240a 41-45).
Οι αναφορές στη μάνα που πονά με τον πόνο των παιδιών της και στα αρσενικά πουλιά που συμπονούν τις οδύνες των θηλυκών δεν υπονοούν ότι πρόκειται για σχέσεις ιδανικής φιλίας. Ούτε οι μητρικές ούτε οι ερωτικές σχέσεις αποτελούν φιλίες. Με τις αναλογίες αυτές ο Αριστοτέλης θέλει να καταδείξει τον τρόπο που πρέπει να συλλυπείται κανείς το φίλο του στη δυστυχία.
Και βέβαια αυτό πρέπει να γίνεται με πλήρη ανιδιοτέλεια. Όταν κάποιος προσδοκά να κερδίσει κάτι από μια τέτοια συμπεριφορά δεν είναι φίλος αλλά καιροσκόπος που προσπαθεί να επωφεληθεί από τον πόνο του άλλου.
Για την περίπτωση της χαράς αναφέρεται: «Τα ίδια μπορούμε να πούμε και για τη χαρά. Είναι όντως γνώρισμα του φίλου να χαίρεται με τη χαρά του φίλου του, και αυτό όχι γιατί έχει κάτι άλλο στο μυαλό του, αλλά απλά και μόνο επειδή χαίρεται ο φίλος του» (1240a 48 και 1240b 1-2). Η συμμετοχή στη χαρά (και πάλι χωρίς υστεροβουλίες) είναι το επιστέγασμα της συναισθηματικής συμμετοχής που εκμηδενίζει όλες τις στρεβλώσεις.
Η ζήλια, ο ανταγωνισμός, η εγωιστική αντίληψη της σύγκρισης δεν έχουν θέση ανάμεσα στους φίλους. Κι αυτή ακριβώς η ύψιστη συναισθηματική μοιρασιά είναι η βαθύτερη ουσία της φιλίας, δηλαδή η υπέρτατη ψυχική ολοκλήρωση. Θα έλεγε κανείς ότι βρισκόμαστε στην καρδιά της ευτυχίας που προϋποθέτει την καταπολέμηση όλων των παθών και τη σωστή επιλογή ανθρώπων με τους οποίους θα συμπορευτεί κανείς σύμφωνα με τους κανόνες της αρετής.
Έχοντας γίνει κατανοητά αυτά γίνεται αντιληπτό ότι, εν τέλει, το δίλημμα του κατά πόσο η φιλία βασίζεται στην ομοιότητα ή στην αντίθεση είναι δίχως ιδιαίτερη σημασία. Και οι δύο εκδοχές εμπεριέχουν κάποια αλήθεια κι ως ένα βαθμό σχετίζονται και με την αρετή, αλλά δεν καταδεικνύουν την ουσία του θέματος. Οπωσδήποτε η ομοιότητα έχει προβάδισμα για τη σύναψη φιλίας, αλλά και πάλι πρέπει να διερευνηθεί το είδος της ομοιότητας. Γιατί, αν πρόκειται για ομοιότητα που τείνει στην ευτέλεια, το ζήτημα της φιλίας κρίνεται και πάλι επίφοβο.
Για τον Αριστοτέλη «η ομοιότητα ανάγεται και στην ηδονή και στο αγαθό» (1239b 12-13). Και θα δοθούν διευκρινήσεις: «Η ομοιότητα συνδέεται με τη φιλία, διότι χαρακτηρίζει το αγαθό, ενώ παράλληλα καλύπτει τρόπον τινά και το ηδύ· διότι άνθρωποι όμοιοι χαίρονται και με παρόμοια πράγματα. Και κάθε πράγμα που διατηρεί τη φυσική του ταυτότητα είναι ευχάριστο για τον ίδιο του τον εαυτό. Γι’ αυτό και οι φωνές και οι συνήθειες και η συμβίωση των ζώων τούς είναι ό,τι πιο ηδονικό, φαινόμενο που παρουσιάζεται τόσο μεταξύ ζώων του ίδιου είδους όσο και διαφορετικού. Μπορεί, μάλιστα, και οι άνθρωποι οι κακοί μέσω αυτής της ηδονικής ομοιότητας να γίνονται μεταξύ τους φίλοι» (1239b 20-26).
Το ότι η ομοιότητα μπορεί να συνδέσει ακόμη και τους κακούς καταδεικνύει το εύθραυστο των σχέσεων που συνάπτει, αφού η χαμηλή ποιότητα της φιλίας των κακών σηματοδοτεί και τη συνήθη μικρή διάρκειά τους. Αποτελεί περισσότερο ένδειξη φιλίας (ή έστω στοιχειώδη προϋπόθεση) αλλά όχι κριτήριο. Εξάλλου, ομοιότητες μπορούν να βρεθούν ακόμη και σε πράγματα που εκ φύσεως δεν είναι όμοια, όπως στην περίπτωση των ζώων. Θα έλεγε κανείς ότι ακόμη και στις πιο αντίθετες καταστάσεις (ή ανθρώπους) μπορούν να υπάρξουν ομοιότητες, χωρίς αυτό να σημαίνει απολύτως τίποτε.
Με τον ίδιο τρόπο τοποθετείται και το ζήτημα της αντίθεσης: «Η αντίθεση, πάλι, συνδέεται με τη φιλία στη βάση της χρησιμότητας. Γι’ αυτό και ο αφέντης χρειάζεται το δούλο, και ο δούλος τον αφέντη, και η γυναίκα με τον άνδρα ο ένας τον άλλο. Συγχρόνως, κάτι το αντίθετο είναι ηδύ και επιθυμητό λόγω του ότι είναι χρήσιμο· μπορεί να μην είναι χρήσιμο ως τελικός σκοπός, συμβάλλει όμως σε αυτόν. Και έτσι, όταν ο άνθρωπος βρει αυτό που επιθυμεί και πετύχει τον τελικό σκοπό του, παύει να ορέγεται το αντίθετό του, όπως ακριβώς συμβαίνει με το θερμό και το ψυχρό ή το ξερό με το υγρό» (1239b 28-36).
Η έννοια της χρησιμότητας από θέση αρχής υποβαθμίζει τις σχέσεις όχι μόνο γιατί τις καθιστά αναγκαστικές (η φιλία βασίζεται αποκλειστικά στην ελεύθερη βούληση), αλλά και γιατί εξ’ αρχής ορίζονται από τη διάρκεια της ανάγκης που τις επιβάλλει. Όταν η ανάγκη πάψει να υφίσταται αυτόματα διαλύονται και οι σχέσεις. Η διαπίστωση αυτή καθιστά σαφές ότι πρόκειται για σχέσεις άκρως επιφανειακές που με τίποτε δε μπορούν να συγκριθούν με το βάθος της αληθινής φιλίας.
Ο Αριστοτέλης, όμως, θα προσθέσει: «Ακόμη, η φιλία που βασίζεται στην αντίθεση συνδέεται κατά κάποιο τρόπο και με τη φιλία με το αγαθό. Διότι ο λόγος που τα αντίθετα άκρα ορέγονται το ένα το άλλο είναι ακριβώς το μέσον. Και αυτό, διότι έτσι αλληλοσυμπληρώνονται και προκύπτει από τα δύο αντίθετα ένα μέσον. Επίσης, ο πόθος για κάτι το αντίθετο δεν είναι παρά ένα επιφανειακό συμβάν, ενώ κατ’ ουσίαν είναι πόθος για τη μεσότητα. Όταν κάτι ψυχθεί υπερβολικά και δεχτεί θερμότητα, έρχεται κάπου στο μέσον, αλλά και το αντίστροφο» (1239b 36-44).
Η αναζήτηση του μέσου που θα επιτευχθεί με τη φιλία των αντίθετων άκρων δεν αποκλείεται και στην περίπτωση των ανθρώπινων σχέσεων: «Έτσι, συναντώνται και περιπτώσεις φίλων που χαίρονται με ανθρώπους ανόμοιούς τους: αυστηροί με αστείους, δραστήριοι με ράθυμους. Ο ένας φέρνει τον άλλο στο μέσον. Άρα, όπως το είπαμε, τα αντίθετα έχουν μια συμπτωματική φιλική σχέση, ενώ στην πραγματικότητα στρέφεται το καθένα προς το αγαθό» (1240a 2-6).
Η διαπίστωση ότι και το όμοιο και το αντίθετο μπορούν να λειτουργήσουν ενθαρρυντικά για τη σύναψη μιας φιλίας καθιστά το δίλημμα ανούσιο, αφού και στις δύο περιπτώσεις η φιλία μπορεί να γίνει εφικτή. Το ζήτημα δεν είναι αν φιλία ξεκινά από τη βάση της ομοιότητας ή της αντίθεσης. Το ζήτημα είναι οι προϋποθέσεις που θα υπάρξουν για τη διατήρηση και την ανύψωσή της στα επίπεδα της αληθινής (πρωταρχικής) φιλίας. Κι αυτό είναι θέμα της αρετής.
Αριστοτέλης, Ηθικά Ευδήμια
Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας
ΛΥΣΙΑΣ, ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΤΟΙΣ ΚΟΡΙΝΘΙΩΝ ΒΟΗΘΟΙΣ
ΛΥΣ 2.44–47
ΛΥΣ 2.44–47
(ΛΥΣ 2.20–47: Τα πολεμικά κατορθώματα των Αθηναίων κατά τους περσικούς πολέμους)
Μετά τη ναυμαχία στη Σαλαμίνα – Η μάχη στις Πλαταιές
[44] Ἐν μὲν οὖν τῇ ναυμαχίᾳ τοιούτους αὑτοὺς παρασχόν-
τες καὶ πολὺ πλεῖστον τῶν κινδύνων μετασχόντες τῇ ἰδίᾳ
ἀρετῇ κοινὴν τὴν ἐλευθερίαν καὶ τοῖς ἄλλοις ἐκτήσαντο·
ὕστερον δὲ Πελοποννησίων διατειχιζόντων τὸν Ἰσθμόν,
καὶ ἀγαπώντων μὲν τῇ σωτηρίᾳ, νομιζόντων δ’ ἀπηλλά-
χθαι τοῦ κατὰ θάλατταν κινδύνου, καὶ διανοουμένων τοὺς
ἄλλους Ἕλληνας περιιδεῖν ὑπὸ τοῖς βαρβάροις γενομένους,
ὀργισθέντες Ἀθηναῖοι συνεβούλευον αὐτοῖς, [45] εἰ ταύτην τὴν
γνώμην ἕξουσι, περὶ ἅπασαν τὴν Πελοπόννησον τεῖχος πε-
ριβαλεῖν· εἰ γὰρ αὐτοὶ ὑπὸ <τῶν> Ἑλλήνων προδιδόμενοι
μετὰ τῶν βαρβάρων ἔσονται, οὔτ’ ἐκείνοις δεήσειν χιλίων
νεῶν οὔτε τούτους ὠφελήσειν τὸ ἐν Ἰσθμῷ τεῖχος· ἀκιν-
δύνως γὰρ ἔσεσθαι τὴν τῆς θαλάττης ἀρχὴν βασιλέως.
[46] διδασκόμενοι δὲ καὶ νομίζοντες αὐτοὶ μὲν ἄδικά τε ποιεῖν
καὶ κακῶς βουλεύεσθαι, Ἀθηναίους δὲ δίκαιά τε λέγειν
καὶ τὰ βέλτιστα αὐτοῖς παραινεῖν, ἐβοήθησαν εἰς Πλαταιάς·
ἀποδράντων δὲ ὑπὸ νύκτα τῶν πλείστων συμμάχων ἐκ τῶν
τάξεων διὰ τὸ πλῆθος τῶν πολεμίων, Λακεδαιμόνιοι μὲν
καὶ Τεγεᾶται τοὺς βαρβάρους ἐτρέψαντο, Ἀθηναῖοι δὲ καὶ
Πλαταιεῖς πάντας τοὺς Ἕλληνας ἐνίκων μαχόμενοι τοὺς
ἀπογνόντας τῆς ἐλευθερίας καὶ ὑπομείναντας τὴν δουλείαν.
[47] ἐν ἐκείνῃ δὲ τῇ ἡμέρᾳ καλλίστην τελευτὴν τοῖς προτέροις
κινδύνοις ἐπιθέντες, βέβαιον μὲν τὴν ἐλευθερίαν τῇ Εὐρώπῃ
κατειργάσαντο, ἐν ἅπασι δὲ τοῖς κινδύνοις δόντες ἔλεγχον
τῆς ἑαυτῶν ἀρετῆς, καὶ μόνοι καὶ μεθ’ ἑτέρων, καὶ πεζο-
μαχοῦντες καὶ ναυμαχοῦντες, καὶ πρὸς <τοὺς> βαρβά-
ρους καὶ πρὸς τοὺς Ἕλληνας, ὑπὸ πάντων ἠξιώθησαν, καὶ
μεθ’ ὧν ἐκινδύνευον καὶ πρὸς οὓς ἐπολέμουν, ἡγεμόνες γε-
νέσθαι τῆς Ἑλλάδος.
[44] Ἐν μὲν οὖν τῇ ναυμαχίᾳ τοιούτους αὑτοὺς παρασχόν-
τες καὶ πολὺ πλεῖστον τῶν κινδύνων μετασχόντες τῇ ἰδίᾳ
ἀρετῇ κοινὴν τὴν ἐλευθερίαν καὶ τοῖς ἄλλοις ἐκτήσαντο·
ὕστερον δὲ Πελοποννησίων διατειχιζόντων τὸν Ἰσθμόν,
καὶ ἀγαπώντων μὲν τῇ σωτηρίᾳ, νομιζόντων δ’ ἀπηλλά-
χθαι τοῦ κατὰ θάλατταν κινδύνου, καὶ διανοουμένων τοὺς
ἄλλους Ἕλληνας περιιδεῖν ὑπὸ τοῖς βαρβάροις γενομένους,
ὀργισθέντες Ἀθηναῖοι συνεβούλευον αὐτοῖς, [45] εἰ ταύτην τὴν
γνώμην ἕξουσι, περὶ ἅπασαν τὴν Πελοπόννησον τεῖχος πε-
ριβαλεῖν· εἰ γὰρ αὐτοὶ ὑπὸ <τῶν> Ἑλλήνων προδιδόμενοι
μετὰ τῶν βαρβάρων ἔσονται, οὔτ’ ἐκείνοις δεήσειν χιλίων
νεῶν οὔτε τούτους ὠφελήσειν τὸ ἐν Ἰσθμῷ τεῖχος· ἀκιν-
δύνως γὰρ ἔσεσθαι τὴν τῆς θαλάττης ἀρχὴν βασιλέως.
[46] διδασκόμενοι δὲ καὶ νομίζοντες αὐτοὶ μὲν ἄδικά τε ποιεῖν
καὶ κακῶς βουλεύεσθαι, Ἀθηναίους δὲ δίκαιά τε λέγειν
καὶ τὰ βέλτιστα αὐτοῖς παραινεῖν, ἐβοήθησαν εἰς Πλαταιάς·
ἀποδράντων δὲ ὑπὸ νύκτα τῶν πλείστων συμμάχων ἐκ τῶν
τάξεων διὰ τὸ πλῆθος τῶν πολεμίων, Λακεδαιμόνιοι μὲν
καὶ Τεγεᾶται τοὺς βαρβάρους ἐτρέψαντο, Ἀθηναῖοι δὲ καὶ
Πλαταιεῖς πάντας τοὺς Ἕλληνας ἐνίκων μαχόμενοι τοὺς
ἀπογνόντας τῆς ἐλευθερίας καὶ ὑπομείναντας τὴν δουλείαν.
[47] ἐν ἐκείνῃ δὲ τῇ ἡμέρᾳ καλλίστην τελευτὴν τοῖς προτέροις
κινδύνοις ἐπιθέντες, βέβαιον μὲν τὴν ἐλευθερίαν τῇ Εὐρώπῃ
κατειργάσαντο, ἐν ἅπασι δὲ τοῖς κινδύνοις δόντες ἔλεγχον
τῆς ἑαυτῶν ἀρετῆς, καὶ μόνοι καὶ μεθ’ ἑτέρων, καὶ πεζο-
μαχοῦντες καὶ ναυμαχοῦντες, καὶ πρὸς <τοὺς> βαρβά-
ρους καὶ πρὸς τοὺς Ἕλληνας, ὑπὸ πάντων ἠξιώθησαν, καὶ
μεθ’ ὧν ἐκινδύνευον καὶ πρὸς οὓς ἐπολέμουν, ἡγεμόνες γε-
νέσθαι τῆς Ἑλλάδος.
***
Τοιούτοι λοιπόν δειχθέντες εις την ναυμαχίαν και λαβόντες μεγαλύτερον μέρος από όλους τους άλλους εις τον κίνδυνον διά της ιδικής των γενναιότητος απέκτησαν την ελευθερίαν (και κατέστησαν ταύτην) κοινήν και εις τους άλλους. Ύστερον δε, ότε οι Πελοποννήσιοι ανήγειραν τείχος εις τον ισθμόν της Κορίνθου και ήσαν ευχαριστημένοι μεν εις μόνην την σωτηρίαν των, ενόμιζον δε ότι απηλλάγησαν του από της θαλάσσης κινδύνου, και εσκέπτοντο να εγκαταλείψουν τους άλλους Έλληνας να υποδουλωθούν εις τους βαρβάρους, οργισθέντες οι Αθηναίοι συνεβούλευον αυτούς, εάν θα λάβουν αυτήν την απόφασιν, να κατασκευάσουν τείχος γύρω εις όλην την Πελοπόννησον· διότι εάν αυτοί (οι Αθηναίοι) προδιδόμενοι υπό Ελλήνων θα ταχθούν με το μέρος των βαρβάρων, (είπον οι Αθηναίοι) ότι ούτε εκείνοι (οι Πέρσαι) θα χρειασθούν χίλια πλοία, ούτε τούτους (τους Πελοποννησίους) θα ωφελήση το εις τον ισθμόν ανεγειρόμενον τείχος· διότι άνευ κινδύνου και αγώνος θα κυριαρχήση της θαλάσσης ο βασιλεύς (ο Ξέρξης). Διδασκόμενοι δε (οι Πελοποννήσιοι υπό των Αθηναίων) και αντιλαμβανόμενοι ότι αυτοί μεν πράττουν άδικα και ότι σκέπτονται κακώς, ότι δε οι Αθηναίοι λέγουν δίκαια και τους συμβουλεύουν το συμφέρον τους, έστειλαν τον στρατόν των εις τας Πλαταιάς. Αν και πλείστοι σύμμαχοι εγκατέλειψαν νύκτα τας θέσεις εις τας οποίας είχαν ταχθή ένεκα του πλήθους των εχθρών, οι Λακεδαιμόνιοι μεν και οι Τεγεάται έτρεψαν εις φυγήν τους βαρβάρους, οι Αθηναίοι δε και οι Πλαταιείς ενίκων εις την μάχην όλους τους (μετά των Περσών) Έλληνας, οι οποίοι απηλπίσθησαν διά την ελευθερίαν των και υπέμειναν την δουλείαν.
Κατ' εκείνην δε την ημέραν θέσαντες ωραιότατον επιστέγασμα εις τους προτέρους κινδύνους, ακλόνητον μεν την ελευθερίαν της Ευρώπης εστερέωσαν, δώσαντες δε απόδειξιν της ανδρείας των εις όλους τους κινδύνους, και μόνοι και μαζί με τους άλλους, και εις τας μάχας εις την ξηράν και εις την ναυμαχίαν, και εναντίον των βαρβάρων και εναντίον των Ελλήνων, υπό πάντων εθεωρήθησαν άξιοι να γίνουν ηγεμόνες των Ελλήνων, και υπό εκείνων μετά των οποίων συνηγωνίζοντο, και υπό εκείνων εναντίον των οποίων επολέμουν.
Τοιούτοι λοιπόν δειχθέντες εις την ναυμαχίαν και λαβόντες μεγαλύτερον μέρος από όλους τους άλλους εις τον κίνδυνον διά της ιδικής των γενναιότητος απέκτησαν την ελευθερίαν (και κατέστησαν ταύτην) κοινήν και εις τους άλλους. Ύστερον δε, ότε οι Πελοποννήσιοι ανήγειραν τείχος εις τον ισθμόν της Κορίνθου και ήσαν ευχαριστημένοι μεν εις μόνην την σωτηρίαν των, ενόμιζον δε ότι απηλλάγησαν του από της θαλάσσης κινδύνου, και εσκέπτοντο να εγκαταλείψουν τους άλλους Έλληνας να υποδουλωθούν εις τους βαρβάρους, οργισθέντες οι Αθηναίοι συνεβούλευον αυτούς, εάν θα λάβουν αυτήν την απόφασιν, να κατασκευάσουν τείχος γύρω εις όλην την Πελοπόννησον· διότι εάν αυτοί (οι Αθηναίοι) προδιδόμενοι υπό Ελλήνων θα ταχθούν με το μέρος των βαρβάρων, (είπον οι Αθηναίοι) ότι ούτε εκείνοι (οι Πέρσαι) θα χρειασθούν χίλια πλοία, ούτε τούτους (τους Πελοποννησίους) θα ωφελήση το εις τον ισθμόν ανεγειρόμενον τείχος· διότι άνευ κινδύνου και αγώνος θα κυριαρχήση της θαλάσσης ο βασιλεύς (ο Ξέρξης). Διδασκόμενοι δε (οι Πελοποννήσιοι υπό των Αθηναίων) και αντιλαμβανόμενοι ότι αυτοί μεν πράττουν άδικα και ότι σκέπτονται κακώς, ότι δε οι Αθηναίοι λέγουν δίκαια και τους συμβουλεύουν το συμφέρον τους, έστειλαν τον στρατόν των εις τας Πλαταιάς. Αν και πλείστοι σύμμαχοι εγκατέλειψαν νύκτα τας θέσεις εις τας οποίας είχαν ταχθή ένεκα του πλήθους των εχθρών, οι Λακεδαιμόνιοι μεν και οι Τεγεάται έτρεψαν εις φυγήν τους βαρβάρους, οι Αθηναίοι δε και οι Πλαταιείς ενίκων εις την μάχην όλους τους (μετά των Περσών) Έλληνας, οι οποίοι απηλπίσθησαν διά την ελευθερίαν των και υπέμειναν την δουλείαν.
Κατ' εκείνην δε την ημέραν θέσαντες ωραιότατον επιστέγασμα εις τους προτέρους κινδύνους, ακλόνητον μεν την ελευθερίαν της Ευρώπης εστερέωσαν, δώσαντες δε απόδειξιν της ανδρείας των εις όλους τους κινδύνους, και μόνοι και μαζί με τους άλλους, και εις τας μάχας εις την ξηράν και εις την ναυμαχίαν, και εναντίον των βαρβάρων και εναντίον των Ελλήνων, υπό πάντων εθεωρήθησαν άξιοι να γίνουν ηγεμόνες των Ελλήνων, και υπό εκείνων μετά των οποίων συνηγωνίζοντο, και υπό εκείνων εναντίον των οποίων επολέμουν.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)