Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Τρῳάδες (860-894)

ΜΕΝΕΛΑΟΣ
860 ὦ καλλιφεγγὲς ἡλίου σέλας τόδε,
ἐν ᾧ δάμαρτα τὴν ἐμὴν χειρώσομαι
Ἑλένην· ὁ γὰρ δὴ πολλὰ μοχθήσας ἐγὼ
Μενέλαός εἰμι καὶ στράτευμ᾽ Ἀχαιικόν.
ἦλθον δὲ Τροίαν οὐχ ὅσον δοκοῦσί με
865 γυναικὸς οὕνεκ᾽, ἀλλ᾽ ἐπ᾽ ἄνδρ᾽ ὃς ἐξ ἐμῶν
δόμων δάμαρτα ξεναπάτης ἐλῄσατο.
κεῖνος μὲν οὖν δέδωκε σὺν θεοῖς δίκην
αὐτός τε καὶ γῆ δορὶ πεσοῦσ᾽ Ἑλληνικῷ.
ἥκω δὲ τὴν Λάκαιναν —οὐ γὰρ ἡδέως
870 ὄνομα δάμαρτος ἥ ποτ᾽ ἦν ἐμὴ λέγω—
ἄξων· δόμοις γὰρ τοῖσδ᾽ ἐν αἰχμαλωτικοῖς
κατηρίθμηται Τρῳάδων ἄλλων μέτα.
οἵπερ γὰρ αὐτὴν ἐξεμόχθησαν δορί,
κτανεῖν ἐμοί νιν ἔδοσαν, εἴτε μὴ κτανὼν
875 θέλοιμ᾽ ἄγεσθαι πάλιν ἐς Ἀργείαν χθόνα.
ἐμοὶ δ᾽ ἔδοξε τὸν μὲν ἐν Τροίᾳ μόρον
Ἑλένης ἐᾶσαι, ναυπόρῳ δ᾽ ἄγειν πλάτῃ
Ἑλληνίδ᾽ ἐς γῆν κᾆτ᾽ ἐκεῖ δοῦναι κτανεῖν,
ποινὰς ὅσοις τεθνᾶσ᾽ ἐν Ἰλίῳ φίλοι.
880 ἀλλ᾽ εἶα χωρεῖτ᾽ ἐς δόμους, ὀπάονες,
κομίζετ᾽ αὐτὴν τῆς μιαιφονωτάτης
κόμης ἐπισπάσαντες· οὔριοι δ᾽ ὅταν
πνοαὶ μόλωσι, πέμψομέν νιν Ἑλλάδα.
ΕΚ. ὦ γῆς ὄχημα κἀπὶ γῆς ἔχων ἕδραν,
885 ὅστις ποτ᾽ εἶ σύ, δυστόπαστος εἰδέναι,
Ζεύς, εἴτ᾽ ἀνάγκη φύσεος εἴτε νοῦς βροτῶν,
προσηυξάμην σε· πάντα γὰρ δι᾽ ἀψόφου
βαίνων κελεύθου κατὰ δίκην τὰ θνήτ᾽ ἄγεις.
ΜΕ. τί δ᾽ ἔστιν; εὐχὰς ὡς ἐκαίνισας θεῶν.
890 ΕΚ. αἰνῶ σε, Μενέλα᾽, εἰ κτενεῖς δάμαρτα σήν.
ὁρῶν δὲ τήνδε φεῦγε, μή σ᾽ ἕλῃ πόθῳ.
αἱρεῖ γὰρ ἀνδρῶν ὄμματ᾽, ἐξαιρεῖ πόλεις,
πίμπρησι δ᾽ οἴκους· ὧδ᾽ ἔχει κηλήματα.
ἐγώ νιν οἷδα καὶ σὺ χοἰ πεπονθότες.

***
Έρχεται από το στρατόπεδο ο Μενέλαος· τον ακολουθούν δορυφόροι.
ΜΕΝΕΛΑΟΣ
860 Ω με τί λάμψη φέγγεις σήμερα, ήλιε,
που αφέντης της γυναίκας μου θα γίνω!
Είμαι ο Μενέλαος, που πολλά έχω πάθει,
κι όλος ο αχαϊκός στρατός μαζί μου.
Δεν ήρθα εδώ στην Τροία για μια γυναίκα,
σαν που νομίζουν· ήρθα να χτυπήσω
τον άντρα που ασεβώντας στην ξενία
μου άρπαξε τη γυναίκ᾽ από το σπίτι.
Αυτός μαζί κι η χώρα του έχουν λάβει
απ᾽ τους θεούς τη δίκια τιμωρία·
το ελληνικό τη ρήμαξε κοντάρι.
Τώρα τη Λάκαινα ήρθα δω να πάρω
—τ᾽ όνομα εκείνης που γυναίκα μου ήταν
870 κάποτε δε μ᾽ αρέσει να το λέω —·
μαζί με τις Τρωαδίτισσες την έχουν
μες στα καλύβια εδώ των αιχμαλώτων.
Αυτοί που πολεμήσαν να την πάρουν
μου τη δώσαν και μου ᾽παν: σκότωσέ την
ή πάλι, αν θέλεις, πάρ᾽ την πίσω στο Άργος.
Δε θα τη θανατώσω εδώ στην Τροία·
απόφαση έχω, με το πλοίο μου νά ᾽ρθει
η Ελένη στην Ελλάδα· εκεί τη δίνω
να τη σφάξουν αυτοί πὄχουν να παίρνουν
αίμα δικών τους, στο Ίλιο εδώ χυμένο.
880 Μπρος, δούλοι, στην καλύβα· αδράχτε τήνε
απ᾽ τα καταραμένα τα μαλλιά της,
σύρτε την έξω, και, όταν πάρει πρίμος
αέρας, θα την πάμε στην Ελλάδα.
ΕΚΑ., ενώ ανασηκώνεται αργά αργά.
Βάθρο της γης, που η ίδια και έδρα σου είναι,
δυσκολομάντευτο αίνιγμα εσύ Δία,
ό,τι και να ᾽σαι, αλύγιστος της φύσης
νόμος ή νους θνητών, σε προσκυνώ·
γιατί ένα δρόμο αθόρυβο ακλουθώντας
τ᾽ ανθρώπινα όλα δίκια εσύ ρυθμίζεις.
ΜΕΝ. Τί προσευχή πρωτότυπη! Τί τρέχει;
890 ΕΚΑ. Αξιέπαινη η βουλή σου να σκοτώσεις,
Μενέλαε, τη γυναίκα σου· μα φύγε
από μπροστά της, μήπως σε κυριέψει
ο πόθος της, γιατί έχει τέτοια μάγια,
ώστε τα μάτια των αντρών σκλαβώνει,
καίει τα σπίτια και ρημάζει πολιτείες.
Κι εγώ κι εσύ κι όσοι παθοί την ξέρουν.
Από μια καλύβα βγαίνει η Ελένη, καλοντυμένη και καλοσυγυρισμένη· τη συνοδεύουν οι στρατιώτες που είχαν πάει να τη φέρουν.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Οι διάλεκτοι της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας

8.9 Πώς ξεχωρίζουν οι ανατολικές και οι δυτικές διάλεκτοι;

Η διάκριση μεταξύ ανατολικής ομάδας διαλέκτων (ιωνική, αττική, αρκαδοκυπριακή) και δυτικής ομάδας (δωρικές διάλεκτοι, βορειοδυτικές διάλεκτοι) γίνεται με τρόπο ανάλογο με αυτόν που ξεχωρίζουμε σήμερα, όπως λέγαμε νωρίτερα, τις βόρειες νεοελληνικές διαλέκτους από τις νότιες. Αν το βασικό χαρακτηριστικό που ξεχωρίζει τις βόρειες από τις νότιες διαλέκτους είναι το «κόψιμο» των φωνηέντων που δεν τονίζονται (πλι στον βορρά, πουλί στον νότο), η βασική διαφορά μεταξύ ανατολικών και δυτικών διαλέκτων της αρχαίας ελληνικής ήταν ότι εκεί που οι πρώτες έχουν -σι οι δεύτερες έχουν -τι: δίδωσι (γ πρόσωπο ενικού του ρήματος δίδωμι 'δίνω') στις ανατολικές διαλέκτους, αλλά δίδωτι στις δυτικές διαλέκτους. Το ι [i] είναι, όπως λέγαμε σε ένα προηγούμενο κεφάλαιο, ένα μπροστινό φωνήεν, σχηματίζεται δηλαδή στο μπροστινό μέρος του στόματος. Αν συγκρίνετε το δύο σύμφωνα τ [t] και σ [s], θα προσέξετε ότι, πέρα από τις άλλες διαφορές τους (το τ είναι κλειστό, ενώ το σ δεν είναι), το σ σχηματίζεται πιο μπροστά στο στόμα από ό,τι το τ. Τί σημαίνουν όλα αυτά; Σημαίνουν απλά ότι στις ανατολικές διαλέκτους το τ, επηρεασμένο από τη «γειτονιά» του μπροστινού φωνήεντος ι, άλλαξε και έγινε σ, δηλαδή πιο μπροστινό σύμφωνο. Έτσι, η διαφορά -τι/-σι που ξεχωρίζει τις ανατολικές από τις δυτικές διαλέκτους είναι αποτέλεσμα μιας αλλαγής (το -τι άλλαξε σε -σι) που έγινε στις ανατολικές διαλέκτους αλλά όχι στις δυτικές. Οι δυτικές διάλεκτοι είναι λοιπόν πιο «συντηρητικές».

Αλλά αυτή δεν είναι η μόνη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανατολικές και τις δυτικές διαλέκτους. Παρατηρήστε τη λέξη μήτηρ 'μητέρα' των ανατολικών διαλέκτων και τη λέξη μάτηρ των δυτικών διαλέκτων. Εκεί που οι ανατολικές διάλεκτοι έχουν η, δηλαδή μακρό [e] ( = [ee]), οι δυτικές έχουν μακρό [a] (= [aa]· το γράφουμε ᾱ). Επίσης, στις ανατολικές διαλέκτους χάθηκε νωρίς το σύμφωνο [w], που γραφόταν ϝ, ονομαζόταν δίγαμμα (= δύο γάμα) λόγω του σχήματος του και προφερόταν όπως προφέρεται σήμερα το αρχικό γράμμα της αγγλικής λέξης was 'ήταν'· θυμηθείτε τη σχετική συζήτηση σε προηγούμενο κεφάλαιο. Έτσι, στην λέξη ἐργάζομαι των ανατολικών διαλέκτων αντιστοιχεί η λέξη ϝεργάζομαι, που προφέρεται [wergázdomai], των δυτικών διαλέκτων. Επίσης στις ανατολικές διαλέκτους και ιδιαίτερα σε μία από αυτές, την ιωνική, χάθηκε νωρίς, ενώ διατηρήθηκε στις δυτικές διαλέκτους, ο φθόγγος [h], που προφερόταν όπως προφέρεται σήμερα το πρώτο γράμμα στην αγγλική λέξη have 'έχω'. Έτσι, ενώ στις δυτικές διαλέκτους το οριστικό άρθρο ὁ, ἡ προφερόταν [ho], [hee] και γραφόταν ὁ, ἡ, στην ιωνική προφερόταν [ο], [ee] και γραφόταν ὀ, ἠ.

Άλλες λιγότερο σημαντικές διαφορές μεταξύ ανατολικών και δυτικών διαλέκτων είναι οι εξής: Το απαρέμφατο, το ρηματικό αυτό ουσιαστικό για το οποίο μιλήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο, στις ανατολικές διαλέκτους εμφανίζεται με τη μορφή -ναι (π.χ. δοῦναι 'το να δίνει κανείς', από το ρήμα δίδωμι 'δίνω'), ενώ στις δυτικές παίρνει την κατάληξη -μεν, -μειν (π.χ. δόμεν, δόμειν). Ο υποθετικός σύνδεσμος είναι εἰ 'εάν' στις ανατολικές διαλέκτους αλλά κα στις δυτικές διαλέκτους. Το άρθρο έχει τη μορφή οἱ/αἱ στον πληθυντικό αριθμό στις ανατολικές διαλέκτους αλλά τη μορφή τοι/ται στις περισσότερες δυτικές διαλέκτους. Το ρήμα βούλομαι 'θέλω' (θυμηθείτε τις λέξεις βούληση, βουλή) στις δυτικές διαλέκτους εμφανίζεται με τη μορφή δείλομαι. Η λέξη ἱερός των ανατολικών διαλέκτων εμφανίζεται με τη μορφή ἱαρόςστις δυτικές. Η λέξη πρῶτος των ανατολικών διαλέκτων εμφανίζεται με τη μορφή πρᾶτος στις δυτικές. Το ερωτηματικό τοπικό επίρρημα ποῦτων ανατολικών διαλέκτων έχει τη μορφή πεῖ στις δυτικές. Στα χρονικά επιρρήματα ὅτε'όταν' και πότε των ανατολικών διαλέκτων αντιστοιχούν τα ὅκακαι πόκα των δυτικών. Στην αντωνυμία ἐκεῖνος των ανατολικών διαλέκτων αντιστοιχεί η αντωνυμία τῆνος των δυτικών.

Μια μικρή παρατήρηση πριν συνεχίσουμε. Ίσως θα προσέξατε ότι οι ανατολικές διάλεκτοι της αρχαίας ελληνικής είναι «πιο κοντά» στα νέα ελληνικά που μιλάμε σήμερα απ' ό,τι οι δυτικές. Θυμηθείτε τις διαφορές ἐκεῖνος/τῆνος, πρῶτος/πρᾶτος, ὅτε/ὅκα, πότε/πόκα. Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό; Η απάντηση θα δοθεί σε λίγο.

Η αττική διάλεκτος, η διάλεκτος της Αθήνας, είχε ένα ακόμη ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που θα πρέπει να το σημειώσουμε. Εκεί που άλλες διάλεκτοι, ανατολικές και μη, έχουν -σσ-, η αττική έχει -ττ-: πράττω, θάλαττα.
--------------------------
*

Ταυτότητα του ζευγαριού: η επικοινωνία της συντροφικής σχέσης

Η επικοινωνία μεταξύ των συντρόφων αποτελεί δομικό στοιχείο για την ταυτότητα του ζευγαριού. Χτίζεται με την πάροδο του χρόνου και είναι το αποτέλεσμα συνάντησης των δύο προσώπων. Αποτελεί τη συνέχεια των «εαυτών» των συντρόφων. Η αυτοεκτίμηση, η εμπιστοσύνη, η ασφάλεια, η αυτογνωσία που έχει ο καθένας από τους δυο, θα γίνουν το «χωράφι», στο οποίο θα καλλιεργείται το «κοινό», το «μαζί», το ζευγάρι. Η καλλιέργεια δεν σταματά. Ούτε το θέρισμα. Όσο είμαστε άνθρωποι που συνεχώς εμπλουτίζουμε την ταυτότητα και την προσωπικότητα μας, τόσο εμπλουτίζουμε και την ταυτότητα του ζευγαριού.

Όταν όμως δεν υπάρχει η αυτοεκτίμηση, η εμπιστοσύνη, η ασφάλεια, η αυτογνωσία ως στοιχεία στον κάθε σύντροφο, είναι πολύ εύκολο το «χωράφι» να μετατραπεί σε αρένα. Και η επικοινωνία να έχει μόνο στόχο την επικράτηση του ενός. Παιχνίδια εξουσίας. Ποιος θα έχει τον τελευταίο λόγο; Ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο; Ποιος πλήγωσε ποιον; Ποιος είναι το θύμα και ποιος ο θύτης; Ποιος θα φωνάξει περισσότερο; Ποιος θέλει τον καβγά και θέλει ποιος να τον αποφύγει; Ποιος θα χρησιμοποιήσει τα πιο σωστά λόγια για να αποστομώσει τον άλλον; Φαύλος κύκλος. Ο στόχος είναι η επικράτηση με κάθε κόστος και ο εξευτελισμός του άλλου προσώπου.

Αντίθετα, η λειτουργική επικοινωνία στο ζευγάρι εμπεριέχει ως προϋπόθεση την ανάδειξη του πιο καλού εαυτού του άλλου. Εμπεριέχει την παραίτηση από την τελειότητα και την παραδοχή της ανθρώπινης φύσης. Μόνο αυτό επιτρέπει την ισότιμη σχέση, γιατί μόνο αυτό οδηγεί στην ανάληψη της προσωπικής ευθύνης για τους σπόρους που ρίχνω εγώ στο χωράφι. Η αυθεντική αγάπη με ελευθερώνει, γιατί δεν στηρίζεται ούτε στη θυσία του εαυτού, αλλά ούτε στην κατηγόρια του άλλου. Μόνο αυτό επιτρέπει να ξεπεράσω τους φόβους και να συναντήσω τον αυθεντικό εαυτό μου, αλλά και το αυθεντικό πρόσωπο του άλλου.

ΜΟΝΟ ΟΤΑΝ ΒΛΕΠΩ ΤΟΝ ΣΥΝΤΡΟΦΟ ΜΟΥ ΩΣ ΣΥΜΜΑΧΟ ΜΟΥ, ΚΑΙ ΟΧΙ ΩΣ ΑΝΤΙΠΑΛΟ, ΜΠΟΡΩ ΝΑ ΑΚΟΥΣΩ ΜΕ ΑΝΟΙΧΤΕΣ ΟΛΕΣ ΜΟΥ ΤΙΣ ΑΙΣΘΗΣΕΙΣ.

Διαφορετικά θα κλειστώ και θα τον κατηγορήσω. Υπάρχουν όμως πολλοί μύθοι που αφορούν τις σχέσεις των ανθρώπων και έχουν δημιουργηθεί πολλές γενιές πίσω και είναι ακόμη σε ισχύ. Μύθοι που δηλητηριάζουν τη συντροφική σχέση και δεν επιτρέπουν την καλή επαφή.

Η επικοινωνία του ζευγαριού δημιουργεί και το μικροκλίμα της σχέσης. Το μικροκλίμα της συντροφικής σχέσης είναι η ατμόσφαιρα που δημιουργείται στη σχέση από την αλληλεπίδραση των συντρόφων. Ποιο γίνεται το ζητούμενο στο ζευγάρι; Ο ανταγωνισμός; Οι παρεξηγήσεις; Η εξουσία; Η κάλυψη των αναγκών επιβίωσης; Η εκτόνωση; Σε αυτές τις περιπτώσεις οι σύντροφοι είναι αντίπαλοι και όχι σύμμαχοι. Το προχώρημα του ενός γίνεται πρόβλημα για τον άλλον. Η φροντίδα του ενός γίνεται η θυσία του άλλου. Η εγγύτητα γίνεται η αφορμή για την έκθεση των κακών στοιχείων του άλλου.

Αντίθετα, το καλό μικροκλίμα σε μια σχέση δεν καθορίζεται από τις εξωτερικές συνθήκες, αρνητικές ή θετικές. Είναι το κλίμα που επιτρέπει το καμάρι του ενός προς τον άλλον. Η έκθεση ενός αρνητικού στοιχείου του συντρόφου ακολουθείται από την πιο μεγάλη αγκαλιά, αφού όσο είμαστε άνθρωποι έχουμε τόσα αρνητικά όσα και θετικά. Μια δυσκολία γίνεται η αφορμή να καμαρώσω τις λύσεις που μπορεί να παράγει ο σύντροφός μου. Τα βλέμματα είναι γεμάτα εμπιστοσύνη, λαχτάρα, καμάρι. Το καλό μικροκλίμα παράγει σιγουριά, ελευθερία, ζεστασιά, εμπιστοσύνη. Έχει πείσμα, επιμονή, επιθυμίες και αποφάσεις ζωής που είναι για το καλό και των δύο συντρόφων. Έχει όρκους ζωής που προϋποθέτουν την ανάληψη της προσωπικής ευθύνης. Έχει έρωτα. Έχει αγάπη. Έχει καθαρότητα στα βλέμματα. Έχει λαχτάρα στην ψυχή.

Γιατί δραπετεύουμε από τις σχέσεις;

Για τους περισσότερους ανθρώπους, οι σχέσεις είναι ένα αρκετά εύκολο πράγμα. Έρχονται τόσο φυσικά στη ζωή όσο η αναπνοή ή το φαγητό. Για μερικούς, ωστόσο, οι σχέσεις δεν είναι τόσο εύκολες. Στην πραγματικότητα, παρουσιάζουν μια τέτοια πρόκληση για το άτομο, που ένα άτομο μπορεί να έχει άγχος, φόβο ή να υποφέρει από «φοβία δέσμευσης».

Τα ζητήματα δέσμευσης στις σχέσεις δεν είναι κάτι νέο. Αλλά η κατανόησή μας για το πώς ο φόβος της δέσμευσης σε μερικούς ανθρώπους μπορεί να τους παραλύσει έχει αυξηθεί. Και ενώ δεν θα βρείτε τη «φοβία δέσμευσης» σε κανένα εγχειρίδιο ψυχολογίας, είναι μια πολύ πραγματική εμπειρία άγχους και φόβου.

Τα άτομα με προβλήματα δέσμευσης συνήθως δεν δημιουργούν μακροχρόνιες σχέσεις πέραν κάποιων εβδομάδων η μηνών η ακόμα και αν είναι με κάποιο πρόσωπο για ικανό χρονικό διάστημα μόλις η σχέση εξελιχθεί σε κάτι βαθύτερο και ουσιαστικό επιλέγουν να αποδράσουν γιατί οι φόβοι τους αναβιώνουν.

Ποια είναι τα σημάδια φόβου δέσμευσης;

-Άρνηση στο να κάνουν σχέδια για το μέλλον. Τα άτομα αυτά επειδή γνωρίζουν ότι τα πρόσωπα με τα οποία σχετίζονται δεν θα είναι για πολύ καιρό στη ζωή τους αγχώνονται με την ιδέα ότι θα πρέπει να προγραμματίσουν το μέλλον τους με το άτομο με το οποίο είναι μαζί στη δεδομένη στιγμή.

-Επιλέγουν να έχουν περιστασιακές σχέσεις. Η ερωτική τους ζωή χαρακτηρίζεται από αρκετές σύντομες και όχι και μακροχρόνιες σχέσεις .Όταν περάσει η περίοδος του μέλιτος συνήθως φεύγουν γιατί φοβούνται να δεσμευτούν και να προσπαθήσουν με αμοιβαίους συμβιβασμούς για μια πιο ουσιαστική σχέση. Σπανίως αναλαμβάνουν την ευθύνη για τη διάλυση του δεσμού τους γιατί δεν θέλουν να χρεωθούν την ευθύνη του χωρισμού.

-Αποφεύγουν να χρησιμοποιούν λεξιλόγιο που υποδηλώνει δέσμευση. Για παράδειγμα δεν αποκαλούν το σύντροφο τους «το αγόρι μου» ή το «το κορίτσι μου» και επιδιώκουν να συναναστρέφονται με άτομα που έχουν ελεύθερη σχέση.

-Γοητεύονται από άτομα μη διαθέσιμα. Για παράδειγμα μπορεί να ενδιαφέρονται για ένα άτομο που έχει ήδη σοβαρή σχέση ή που σε αυτή τη περίοδο της ζωής του δεν είναι έτοιμο να δεσμευτεί για ποικίλους λόγους.

-Είναι υπερβολικά επιλεκτικοί στις επιλογές τους. Αναζητούν την «τέλεια σχέση». Οι υπερβολικές προσδοκίες τους λειτουργούν σαν ασπίδα στο φόβο δέσμευσης γιατί με αυτό το πρόσχημα εύκολα απομακρύνονται.

-Αισθάνονται παγιδευμένοι όταν ο σύντροφος τους δείχνει σημάδια συναισθηματικής δέσμευσης. Για παράδειγμα όταν για πρώτη φορά ομολογήσει την αγάπη του μπορεί να νιώσουν ευτυχισμένοι σε πρώτο επίπεδο αργότερα όμως νιώθουν ανήσυχοι και φοβούνται για το τι θα επακολουθήσει μετά.

-Διερωτώνται συνεχώς για το μέλλον της σχέσης. Μερικές συχνές ερωτήσεις που κάνουν στον εαυτό τους είναι οι εξής :«με αγαπάει ειλικρινά;», «τι θα συμβεί μετά από μερικούς μήνες;», «είμαι έτοιμη για αυτό το βήμα;», «θέλω να πετύχει η σχέση;». Είναι απόλυτα φυσιολογικό να έχει κάποιους προβληματισμούς για το μέλλον μιας γνωριμίας όταν όμως τα ερωτήματα αυτά επαναλαμβάνονται εμμονικά δημιουργώντας συναισθηματική αγωνία τότε πιθανόν να υποκρύπτεται φόβος δέσμευσης.

Ποια είναι τα αίτια φόβου δέσμευσης;

-Προβλήματα συναισθηματικού δεσμού στο οικογενειακό περιβάλλον. Απαραίτητη προϋπόθεση για να δημιουργήσουμε σαν ενήλικες μια υγιή σχέση όπου θα νιώθουμε ευτυχισμένοι και ασφαλείς είναι σαν παιδιά να έχουμε μεγαλώσει σε ένα αντίστοιχο οικογενειακό περιβάλλον. Είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει κατά τη παιδική και εφηβική μας ηλικία έστω και ένας ενήλικας τον οποίο να εμπιστευόμαστε γιατί νιώθουμε ότι θα μας αγαπάει και θα μας φροντίζει ότι και αν συμβεί.

-Χαμηλή η ασταθή αυτοεκτίμηση. Ένα άτομο που θεωρεί ότι δεν αξίζει ή ότι δεν είναι ικανό να καταφέρει οτιδήποτε είναι πιθανόν να φοβάται τη δέσμευση γιατί ήδη θεωρεί ότι η σχέση του θα αποτύχει.

-Παιδικό τραύμα. Τα παιδικά τραύματα δημιουργούν αισθήματα δυσπιστίας και καχυποψίας με αποτέλεσμα το άτομο να δυσκολεύεται να εμπιστευτεί όσους τον προσεγγίζουν. Παιδικό τραύμα θεωρείται ότι αντιλαμβάνεται ο εγκέφαλος ενός παιδιού σαν τραυματική εμπειρία και όχι ο εγκέφαλος ενός ενήλικα. Για παράδειγμα αν οι γονείς για κάποιο λόγο αφήσουν το παιδί στους παππούδες για αρκετό χρονικό διάστημα αυτό το γεγονός ένας ενήλικας μπορεί να το εκλογικεύσει όχι όμως και ένα μικρό παιδί που μπορεί να το έχει βιώσει ως εγκατάλειψη.

-Αρνητικές πυρηνικές πεποιθήσεις. Πυρηνικές πεποιθήσεις είναι τα πιστεύω που έχουμε για τον εαυτό μας, για τους άλλους αλλά και την κοινωνία στην οποία ζούμε. Ένα άτομο με δυσκολία δέσμευσης μπορεί να πιστεύει τα εξής: «δεν είμαι άξιος να αγαπηθώ», «η αγάπη είναι επικίνδυνη», «αν δεσμευτώ σε κάτι στο τέλος θα αποτύχει».

-Προηγούμενες σχέσεις. Αν οι προηγούμενες σχέσεις ήταν τραυματικές είναι πιθανόν να δημιουργηθεί φόβος δέσμευσης με αποτέλεσμα ένα άτομο να επιλέγει μόνο επιφανειακές ή σεξουαλικές σχέσεις.

Πως να διαχειριστείτε το φόβο δέσμευσης;

-Επιλέξτε σχέσεις που βασίζονται στην ελευθερία. Καμία σχέση δεν μπορεί να εξελιχθεί αν βασίζεται στον έλεγχο και στη καταπίεση. Είναι σημαντικό να έχετε τη δυνατότητα να ασχολείστε με οτι σας ικανοποιεί ακόμα και όταν είστε με το σύντροφο σας.

-Να είστε ειλικρινείς Είναι σημαντικό να εξηγήσετε στο σύντροφο σας τι χρειάζεστε για να είστε ευτυχισμένοι ακόμα και αν αυτό είναι η ανεξαρτησία σας.

-Ανακαλύψτε τις βαθύτερες αιτίες του φόβου σας. Υπάρχουν ποικίλα αίτια που οδηγούν στο φόβο δέσμευσης. Αν εστιάσετε στο να τα διερευνήσετε τότε μόνο θα μπορέσετε να αποφασίσετε αν φόβος σας είναι βάσιμος ή όχι.

-Αντιμετωπίστε το φόβο σας. Αν αφήσετε τους φόβους σας να ορίσουν το πως θα ζήσετε τότε δεν θα έχετε ελεύθερη βούληση γιατί οι ανασφάλειες σας θα ορίζουν τις αποφάσεις σας.

-Δεσμευτείτε με κάποιον που μοιράζεστε τις ίδιες αξίες και τις ίδιες αντιλήψεις για τη σχέση.

-Επιλέξτε να συναναστρέφεστε με άτομα που έχουν υγιείς σχέσεις. Αν έχετε στο περιβάλλον σας άτομα που είναι ευτυχισμένα με τους συντρόφους τους υπάρχει πιθανότητα να σας προβληματίσει η διαφορετική αυτή οπτική και αυτό μπορεί να σας κινητοποιήσει να διαχειριστείτε το φόβο σας.

-Σκεφτείτε τα πλεονεκτήματα μιας σχέσης. Μια ουσιαστική σχέση δίνει στη ζωή σας ένα σκοπό και ένα νόημα που σας ολοκληρώνει. Μην αφήνετε το φόβο σας να κυριαρχήσει και να καθορίζει το πως θα ζήσετε.

Ο φόβος δέσμευσης είναι ένας σημαντικός παράγοντας που μπορεί να παρεμποδίσει την ολοκλήρωση και την ευτυχία του ατόμου. Οι μακροχρόνιες σχέσεις μπορεί να μην ταιριάζουν σε όλους σίγουρα όμως ταιριάζουν στους περισσότερους. Διαχειριστείτε τους φόβους σας, αναγνωρίστε την πραγματική σας αξία και μη φοβάστε να εκτεθείτε χάνοντας ουσιαστικές εμπειρίες.

Νέες θεωρίες αναγνωρίζουν την κατάθλιψη ως μέρος μιας βιολογικής στρατηγικής επιβίωσης

Εδώ και αρκετές γενιές, θεωρούμε την κατάθλιψη μια διαταραχή, μια μη χρήσιμη απόκλιση από την «φυσιολογική» λειτουργία. Πρόκειται για μια αντίληψη που έχει λογική, αφού η κατάθλιψη προκαλεί πόνο, σε ακραίες περιπτώσεις ακόμη και θάνατο. Μήπως όμως το βλέπουμε εντελώς λάθος όλα αυτά τα χρόνια; Κι αν η κατάθλιψη δεν είναι μια απόκλιση, αλλά ένα σημαντικό μέρος του βιολογικού συστήματος άμυνας;

Όλο και περισσότεροι ερευνητές από όλα τα επιστημονικά πεδία αμφισβητούν τους τρέχοντες ορισμούς που χρησιμοποιούμε για την κατάθλιψη. Οι βιολόγοι- ανθρωπολόγοι ισχυρίζονται ότι η κατάθλιψη συνιστά μια προσαρμοστική απόκριση στις αντιξοότητες και όχι μια ψυχική διαταραχή. Τον περασμένο Οκτώβρη, η Βρετανική Ψυχολογική Εταιρεία δημοσίευσε μια νέα αναφορά, δηλώνοντας ότι «η κατάθλιψη είναι καλύτερo να γίνεται αντιληπτή ως μια εμπειρία, ή μια σειρά εμπειριών, παρά μια ασθένεια». Και οι νευροεπιστήμονες εστιάζουν στο ρόλο του αυτόνομου νευρικού συστήματος στην κατάθλιψη. Σύμφωνα με την πολυπνευμονογαστρική θεωρία, η κατάθλιψη είναι μέρος μιας βιολογικής αμυντικής στρατηγικής που στόχο έχει να μας βοηθήσει να επιβιώσουμε.

Είναι κοινή γνώση ότι η κατάθλιψη ξεκινά στο νου μέσω διαστρεβλωμένων μοτίβων σκέψης. Αυτό προκαλεί «ψυχοσωματικά» συμπτώματα, όπως πονοκεφάλους, στομαχόπονο ή κόπωση. Τώρα, μοντέλα όπως η πολυπνευμονογαστρική θεωρία ισχυρίζονται ότι το αντιλαμβανόμαστε ανάποδα. Είναι το σώμα που εντοπίζει τον κίνδυνο και εκκινεί μια αμυντική στρατηγική που στόχο έχει την επιβίωσή μας. Αυτή η βιολογική στρατηγική ονομάζεται ακινητοποίηση και ενεργοποιείται στο μυαλό και στο σώμα με μια σειρά συμπτωμάτων που εμείς καλούμε κατάθλιψη.

Όταν σκεφτόμαστε την κατάθλιψη ως ένα παράλογο και μη απαραίτητο είδος πόνου, στιγματίζουμε τους ανθρώπους και τους στερούμε την ελπίδα. Αλλά αν αρχίσουμε να κατανοούμε ότι η κατάθλιψη τουλάχιστον στα αρχικά της στάδια συμβαίνει για έναν καλό λόγο, αφαιρούμε κάθε είδος ντροπής. Τα άτομα με κατάθλιψη είναι γενναίοι επιζώντες, όχι αδύναμοι.

Η Laura πιστεύει ότι η κατάθλιψη της έσωσε τη ζωή. Τον περισσότερο καιρό, ο πατέρας της την πλήγωνε λεκτικά, αλλά όταν άρχισε να υπερασπίζεται τον εαυτό της, εκείνος έγινε πιο επικίνδυνος. Τότε ήταν που εμφανίστηκε ένα μοχθηρό βλέμμα στα μάτια του. Ήταν αρκετές οι φορές που η ζωή της κινδύνευσε εξαιτίας της σωματικής πλέον βίας που της ασκούσε.

Ο πατέρας της είχε τόσο καλή αντίληψη που μπορούσε να διακρίνει πότε εκείνη είχε επαναστατική διάθεση ακόμα κι αν συμπεριφορικά το έκρυβε. Και την τιμωρούσε γι’ αυτά της τα συναισθήματα.

Ήταν η κατάθλιψη που βοήθησε τη Laura να επιβιώσει. Η κατάθλιψη την έκανε να υποχωρεί, να μην αντιστέκεται. Η κατάθλιψη μούδιασε τα επαναστατικά της αισθήματα. Η Laura μεγάλωσε σε μια εποχή όπου δεν υπήρχε κανείς για να το εκμυστηρευτεί, πουθενά να στραφεί για βοήθεια. Η μόνη της στρατηγική ήταν να επιβιώσει εκείνο τον καιρό. Και το κατάφερε.

Κοιτώντας προς το παρελθόν, η Laura δεν μετανιώνει για την παιδική της κατάθλιψη. Της δίνει μια αξία. Κατά τη διάρκεια της ψυχοθεραπείας και της διαδικασίας επούλωσης κατάφερε να δει πώς η κατάθλιψη είχε εξυπηρετήσει εκείνα τα χρόνια έναν σκοπό.

Η ιστορία της είναι σκληρή και άσχημη. Και μας βοηθά να καταλάβουμε ότι αν και η κατάθλιψη μπορεί να εμφανίζεται για έναν καλό λόγο, αυτό δεν την κάνει καλή. Η Laura υπέφερε σιωπηλά για χρόνια και περιγράφει τον πόνο της αβοηθητότητάς της με έντονο τρόπο. Η κατάθλιψή της ήταν μια άσχημη εμπειρία που ξεκίνησε ως η τελευταία λύση ενός καλού βιολογικού συστήματος.

Έχει κάποια αξία η κατάθλιψη;

Είναι εύκολο να δούμε γιατί οι συνθήκες της παιδικής ηλικίας της Laura ενεργοποίησαν την απόκριση ακινητοποίησης, και πώς τη βοήθησε ίσως αυτό να επιβιώσει. Αλλά γιατί αυτό συμβαίνει σε ανθρώπους με λιγότερο εμφανείς αντιξοότητες; Η κουλτούρα μας τείνει να θεωρεί ότι αν ένα άτομο «απαντά» με κατάθλιψη σε ένα στρεσογόνο εργασιακό περιβάλλον, αυτό είναι σημάδι αδυναμίας.

Τα άρθρα αυτοβοήθειας υπονοούν ότι αυτό που χρειαζόμαστε είναι περισσότερη ψυχική αντοχή ώστε να σκύψουμε πάνω από το πρόβλημα και να το λύσουμε. Ακόμα και κάποιοι θεραπευτές μας λένε ότι η κατάθλιψη συνιστά μια διαστρεβλωμένη αντίληψη των περιστάσεων που δεν είναι τελικά τόσο άσχημες.

Αλλά το σώμα μας έτσι το βλέπει. Οι αμυντικές αποκρίσεις στο αυτόνομο νευρικό σύστημα, το fight/flight ή η ακινητοποίηση δεν ενεργοποιούνται με την πραγματική φύση του ερεθίσματος, αλλά όταν το σώμα αποφασίσει ότι αποτελεί απειλή. Και αυτό συμβαίνει σε ένα προ-συνειδητό επίπεδο. Η βιολογική απόκριση στην απειλή ξεκινά πριν σκεφτούμε γι’ αυτή, και τότε ο ανώτερης λειτουργίας εγκέφαλος δημιουργεί μια ιστορία γι’ αυτή. Δεν επιλέγουμε αυτή την απόκριση· συμβαίνει πριν καν το μάθουμε.

Η μελέτη του άγχους έχει αποκαλύψει ότι πολλές συνθήκες του σύγχρονου κόσμου μπορούν να ενεργοποιήσουν την απόκριση μάχης/φυγής. Για παράδειγμα, ο έντονος επίμονος θόρυβος μηχανημάτων οικοδομής γίνεται αντιληπτός από το νευρικό μας σύστημα σαν το γρύλισμα ενός μεγάλου θηρευτή. Είναι καλύτερο να διαφύγουμε. Η αίσθηση που έχει ένα παιδί ότι συνεχώς κρίνεται στο σχολείο του αφαιρεί την αίσθηση ασφάλειας και πυροδοτεί την απόκριση μάχης/φυγής. Καλύτερα να αντιδράσω επιθετικά στον καθηγητή ή να αποφύγω να κάνω τις εργασίες μου.

Και για τους περισσότερους από εμάς, η απόκριση μάχης/φυγής μας δημιουργεί άγχος. Στο τέλος, αν αυτά τα σύγχρονα ερεθίσματα διαρκέσουν πολύ, το σώμα αποφασίζει ότι δεν μπορεί να τους ξεφύγει. Ύστερα, εμφανίζεται η ακινητοποίηση, την οποία πυροδοτεί το σώμα για να αμυνθούμε. Σύμφωνα με τις νέες θεωρίες, αυτό που αποκαλούμε κατάθλιψη είναι μια σειρά συναισθηματικών και γνωστικών συμπτωμάτων που «κουμπώνουν» πάνω σε μια σωματική βάση κατά την απόκριση ακινητοποίησης.

Πρόκειται για μια στρατηγική που στόχο έχει να μας βοηθήσει να επιβιώσουμε, το σώμα μας προσπαθεί να μας σώσει. Η κατάθλιψη συμβαίνει για έναν θεμελιωδώς καλό λόγο. Και αυτό αλλάζει τα πάντα. Όταν οι καταθλιπτικοί άνθρωποι μαθαίνουν ότι δεν έχουν κάποιο πρόβλημα, αλλά ότι έχουν ένα καλό βιολογικό σύστημα που προσπαθεί να τους σώσει, αρχίζουν να βλέπουν τον εαυτό τους διαφορετικά.

Άλλωστε, η κατάθλιψη είναι γνωστή για τα συναισθήματα απελπισίας και αβοηθησίας. Αλλά αν η κατάθλιψη αποτελεί μια ενεργητική αμυντική στρατηγική, οι άνθρωποι μπορεί να αναγνωρίσουν ότι δεν είναι τόσο αβοήθητοι όσο πίστευαν.

Πηγαίνοντας κόντρα στην ακινητοποίηση

Αν η κατάθλιψη είναι η συναισθηματική έκφραση της απόκρισης ακινητοποίησης, τότε η λύση είναι να φύγουμε από την κατάσταση της άμυνας. Ορισμένοι ειδικοί πιστεύουν ότι δεν αρκεί απλώς να απομακρυνθούμε από την απειλή. Το νευρικό σύστημα πρέπει να εντοπίσει δυνατά σημάδια ασφάλειας για να ξανασυνδεθεί. Ο καλύτερος τρόπος γι’ αυτό; Η κοινωνική σύνδεση.

Ένα από τα συμπτώματα της κατάθλιψης είναι η ντροπή, η αίσθηση ότι έχουμε απογοητεύσει τους γύρω μας ή ότι είμαστε ανάξιοι. Όταν πούμε στους ανθρώπους ότι η κατάθλιψη είναι μια απόκλιση, τους λέμε ότι δεν είναι μέλη της φυλής. Δεν είναι σωστοί, δεν ανήκουν. Τους έχουμε αποκλείσει από το μονοπάτι που οδηγεί έξω από την κατάθλιψη.

Ήρθε η ώρα να αρχίσουμε να εκτιμάμε το κουράγιο και τη δύναμη των καταθλιπτικών ανθρώπων. Είναι ώρα να αρχίσουμε να εκτιμάμε την εκπληκτική ικανότητα της βιολογίας μας να βρίσκει πάντα έναν τρόπο εν μέσω σκληρών συνθηκών. Και ήρθε η στιγμή να σταματήσουμε να υποκρινόμαστε ότι οι καταθλιπτικοί άνθρωποι είναι διαφορετικοί από οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο σε οτιδήποτε.

Tο αρχέτυπο της Χρυσής Σκιάς: Ο καταπιεσμένος χρυσός που κρύβεται μέσα στο σκοτάδι μας

Οι περισσότεροι από εμάς είναι εξοικειωμένοι με το αρχέτυπο της Σκοτεινής Σκιάς: την καταπιεσμένη πλευρά που βρίσκεται μέσα μας. Αλλά πιθανότατα δεν είμαστε εξοικειωμένοι με το αρχέτυπο της Χρυσής Σκιάς: τον καταπιεσμένο χρυσό που κρύβεται μέσα στο σκοτάδι μας.

Η χρυσή σκιά συμβολίζει το κρατημένο θάρρος, τα κρυμμένα ταλέντα, το καταπιεσμένο πάθος και την πνιγμένη δημιουργικότητα. Είναι οι ανεκπλήρωτες δυνατότητες που οι άνθρωποι συχνά δεν μπορούν να δουν ή να αναπτύξουν εξαιτίας του φόβου ή επειδή δεν ρισκάρουν.

Στο πνεύμα του να γίνετε ένας ισορροπημένος και ολοκληρωμένος άνθρωπος και πιο αυθεντικοί στην δέσμευση σας με τον εαυτό σας και με τους άλλους, το να είστε περίεργοι για το σκοτάδι μέσα σας είναι ένας βαθύτερος τρόπος για να ανακαλύψετε τον κρυμμένο σας χρυσό.

Κάνοντας το σκοτάδι συνειδητό

«Η υπερβολική πτυχή των ζώων στρεβλώνει τον πολιτισμό, ο υπερβολικός πολιτισμός αρρωσταίνει τα ζώα» – Γιουνγκ

Η σκιά είναι μέρος της ύπαρξης του ανθρώπου. Όλοι έχουμε μια και όλοι έχουμε μια σκοτεινή πλευρά. Ήταν απαραίτητο να καταπιεστούν συγκεκριμένες πτυχές της ζωώδης φύσης μας όταν αναπτυσσόμασταν.

Προκειμένου να είμαστε πολιτισμένοι και ένα υγιές και λειτουργικό μέλος της κοινωνίας ήταν ένα σημαντικό και υγιές πράγμα να μετριάσουμε την άγρια φύση μας, την ασυγκράτητη φρενίτιδα, την βία, τον απερίσκεπτο αυθορμητισμό μας και να είμαστε πειθαρχημένοι.

Αυτά έγιναν το καταπιεσμένο σκοτάδι μας, η σκιά μας. Το να κάνουμε συνειδητό το σκοτάδι μας είναι μια τέχνη. Είναι μια επισφαλής προσπάθεια, ένα επικίνδυνο και λεπτό εγχείρημα. Αλλά καμία άλλη πρακτική δεν είναι πιο ζωτικής σημασίας για την ανθρωπότητα. Κανένα άλλο καθήκον δεν είναι τόσο κρίσιμο για την επίτευξη της ισορροπίας και της ολοκλήρωσης.

Όπως είχε πει και ο Γιούνγκ «Κάποιος δεν διαφωτίζεται με το να φαντάζεται μορφές φωτός αλλά κάνοντας το σκοτάδι συνειδητό».

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η σκιά είναι αρχέγονη. Είναι άγρια και διαισθητική. Όταν είμαστε νέοι είναι απαραίτητο να την καταπιέσουμε για να πειθαρχήσουμε. Όταν ωριμάζουμε, είναι σημαντικό να την ενσωματώσουμε για να πετύχουμε την διαφώτιση.

Πρέπει να συμφιλιωθούμε ώστε να μην εξαπλωθεί και να μας δηλητηριάσει. Αν απλώς αγνοήσουμε την σκιά, θα γίνει ισχυρότερη, πιο σκοτεινή και πιο θυμωμένη. Θα γίνει δαιμονική και αυταρχική, σε βαθμό που τελικά θα μας έχει ως μαριονέτες κάτω από ένα σκοτεινό και ανελέητο σύννεφο.

Χρειάζεται έντονο θάρρος για να αντιμετωπίσουμε το σκοτάδι μας και απαιτούνται σκληρές αμφισβητήσεις για να ξεπεράσουμε τις άνετες «απαντήσεις» με τις οποίες έχουμε συμβιβαστεί. Πρέπει να γίνουμε ευαίσθητοι για να ξεπεράσουμε την άκαμπτη αναισθησία με την οποία είμαστε «ασφαλείς».

Αλλά τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από το να κάνουμε το σκοτάδι μας συνειδητό, ειδικά όταν ο στόχος μας είναι η υγιής ολοκλήρωση, η ολότητα, η ισορροπία και η φώτιση.

Ανακαλύπτοντας τον χρυσό

«Οι ήρωες προορίζονται να σφυρηλατούνται χρυσοί από την φωτιά» –Νικίτα Γκιλλ

Μόλις κάνουμε το σκοτάδι συνειδητό, μπορούμε να αρχίσουμε το σημαντικό έργο της ανακάλυψης. Αλλά δεν θα είναι εύκολο. Το μόνο πιο δύσκολο από το να βρούμε το χρυσό στο σκοτάδι είναι να κάνουμε το σκοτάδι συνειδητό.

Και αυτό γιατί η σκιά μας είναι ταραγμένη και άγρια. Είναι ένα καμίνι με λιωμένη ενέργεια όπου όλος ο καταπιεσμένος μας θυμός, η θλίψη, η ντροπή, η ενοχή και η άγρια κατάσταση μας βράζουν σε μια μανιασμένη φρενίτιδα.

Το να ανακαλύψουμε τον χρυσό σε ένα τέτοιο περιβάλλον δεν είναι για την αδύναμη καρδιά. Μια καλή στρατηγική είναι να αξιοποιήσουμε την αρχέτυπη δύναμη του Φοίνικα ( την προσωποποιημένη διαδικασία ζωής-θανάτου-αναγέννησης). Φέρνοντας αντιμέτωπο ένα αρχέτυπο (Φοίνικας) με ένα άλλο (Σκιά) γινόμαστε πιο θαρραλέοι και πιο προσαρμόσιμοι όταν αντιμετωπίζουμε την φωτιά και είναι πιο πιθανό να κερδίσουμε την ανθεκτικότητα της αναγέννησης.

Εύκολο να το λες παρά να το κάνεις βέβαια, αλλά η ανακάλυψη του χρυσού αξίζει τον κόπο. Γι αυτόν τον τύπο χρυσού ενισχύεται η εμπιστοσύνη και το θάρρος μας. Αυτός ο τύπος χρυσού υποστηρίζει την αυτοεκτίμηση μας. Μας κάνει πιο ανθεκτικούς, πιο ευρηματικούς και πιο πνευματικά ισχυρούς. Αποκαλύπτει κρυμμένα ταλέντα, καταπιεσμένο πάθος και την πνιγμένη δημιουργικότητα.

Το ενδιαφέρον είναι ότι για να αποκτήσουμε το θάρρος που χρειάζεται για να ανακαλύψουμε τον χρυσό στο σκοτάδι, είναι ότι πρέπει να έχουμε ήδη το θάρρος να κάνουμε το σκοτάδι μας συνειδητό.

Είναι σαν το παράδοξο απόφθεγμα του Τζωρτζ Όργουελ: «Μέχρι να γίνουν συνειδητοί ποτέ δεν θα επαναστατήσουν και αφού επαναστατήσουν δεν μπορούν να γίνουν συνειδητοί».

Το καλό (και το κακό) πράγμα με το ασυνείδητο είναι ότι λειτουργεί πίσω από την συνείδηση. Αν είμαστε αρκετά τυχεροί ώστε να έχουμε μια εμπειρία ζωής που θα κάνει το ασυνείδητο μας να μας δώσει το απαραίτητο θάρρος για να κάνουμε το σκοτάδι μας συνειδητό θα μπορέσουμε να ενισχύσουμε το θάρρος μας ανακαλύπτοντας τον χρυσό στη σκιά μας.

Εν τέλει, έχοντας κάνει το σκοτάδι μας συνειδητό, έχοντας σφυρηλατηθεί από την φωτιά και έχοντας αναστηθεί σε έναν πανίσχυρο Φοίνικα, θα έχουμε ανακαλύψει έναν ιερό χρυσό από το σκοτάδι και θα αποκαλύψουμε τα βαθύτερα πάθη μας, τα κρυμμένα ταλέντα, την άγρια φύση και την έμφυτη δημιουργικότητα μας.

Έτσι, μπορούμε να συνεχίσουμε την συμφιλίωση με την σκιά μας και την καλλιέργεια της γνησιότητας μας.

Με την ισχυρή σκιά στο πλευρό μας, ως σύμμαχο όχι ως εχθρό, ως ενότητα όχι ως διάσπαση, το μονοπάτι της διαφώτισης ανοίγεται μπροστά μας.

Αγαπώντας τις επιθυμίες μας

Συνεχώς διαβάζουμε στις εφημερίδες, τα περιοδικά και ακούμε στην τηλεόραση, καθώς μας μεταφέρουν τις πιο πρόσφατες εξελίξεις στον χώρο των επιστημών ότι είμαστε «στο έλεος» της τάδε ή της δείνα παρόρμησης ή τάσης. Όμως οι επιθυμίες μας είναι μέρος της ιδιοσυστασίας μας και, αν αφαιρέσουμε αυτά και άλλα χαρακτηριστικά, δεν μένει τίποτα ώστε να είναι στο έλεος οποιουδήποτε πράγματος.

Δεν έχει νόημα να λέμε ότι είμαστε στο έλεος του εαυτού μας, γιατί πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι; Το παράξενο θα ήταν αν δεν συνέβαινε αυτό. Αν κάποιος μας πιάσει τα χέρια και μας αναγκάσει να ενεργήσουμε μ’ έναν συγκεκριμένο τρόπο, νιώθουμε τα άκρα μας να κινούνται παρά τη θέλησή μας. 

Αλλά, αν κάποιος έπιανε την ίδια μας τη θέληση, τις ίδιες μας τις επιθυμίες, και τις διαμόρφωνε με το ζόρι όπως ήθελε αυτός, τι θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε για ν’ αμυνθούμε; Έχουμε το σώμα μας, το μυαλό μας – και τί άλλο; Ίσως έχουμε μια αθάνατη ψυχή που θα μπορούσε να συνεχίσει τη μάχη μετά την ήττα του σώματος και του μυαλού μας, ωστόσο αυτές οι αμυντικές γραμμές κάπου πρέπει να σταματάνε. Όταν και η ψυχή νικηθεί με τη σειρά της –με όποιο τρόπο και αν συμβεί αυτό- δεν μένει χώρος για περαιτέρω μάχη. 

Ένας φυλακισμένος που δεν έχει ανάγκη από τοίχους για να τον περιορίζουν είναι σκλάβος. Ένας σκλάβος που δεν έχει ανάγκη από μαστίγιο για να καμφθεί η βούλησή του είναι μαριονέτα, και μια μαριονέτα δεν είναι αυτόνομο ον αλλά απλή προέκταση αυτού που την ελέγχει.

Μπορούμε να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας, ώστε να μην πέφτει θύμα του άγχους

Αν είμαστε επιρρεπείς στο άγχος, πρέπει να εξασκηθούμε επιμελώς ώστε να το αντιμετωπίζουμε ήρεμα και θετικά, ξεκινώντας από το σώμα.

“Σφυρίξτε, για να μη χάσετε το κουράγιο σας”: δεν είναι απλώς ένα σχήμα λόγου, λέει ο Γουίλιαμ Τζέιμς στο βαρυσήμαντο δοκίμιό του «Τι είναι το συναίσθημα;» .

Ο εγκέφαλος και οι νευρώνες του χαρακτηρίζονται από απίστευτη πλαστικότητα και κάθε εμπρόθετη πράξη με σκοπό την αλλαγή, όσο μικρή κι αν είναι, συνεισφέρει στην εδραίωση νέων συμπεριφορικών προτύπων -καθώς και νέων νευρωνικών κυκλωμάτων που βρίσκονται πίσω από αυτά- ώστε να παρακάμπτονται οι αγχωτικές αντιδράσεις μας.

Μπορούμε να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας να διορθώνει τη συμπεριφορά του και να μην πέφτει θύμα του άγχους. Σταδιακά, η στρατηγική αποφυγής του φόβου θα εδραιωθεί στον εγκέφαλό μας ως η προτιμητέα νευρωνική οδός, με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουμε καλύτερα εξοπλισμένοι το άγχος. Πριν μας ισοπεδώσει το άγχος, θα έχουμε τη δυνατότητα να «ενεργοποιήσουμε» την εναλλακτική διαδρομή. Η αξιοποίηση της πλαστικότητας του εγκεφάλου μοιάζει με την αξιοποίηση των διαφορετικών διαδρομών που μπορούμε ν’ ακολουθήσουμε για να φτάσουμε στον προορισμό μας. Φανταστείτε, λόγου χάρη, ότι για να φτάσετε σε μια λίμνη στο μέσον του δάσους ακολουθούσατε πάντα την ίδια διαδρομή. Μια μέρα παρατηρείτε ότι όχι και τόσο μακριά από τη συνηθισμένη διαδρομή σας, κρυμμένο πίσω από τους θάμνους, υπάρχει ένα μονοπάτι που κάποιος έχει αρχίσει να διαμορφώνει, και αποφασίζετε να το ακολουθήσετε. Αρχικά, η νέα διαδρομή θα είναι γεμάτη λακκούβες και εξογκώματα. Όσο περισσότερο, όμως, την περπατάτε, τόσο θα φαρδαίνει και θα ισιώνει. Μετά από λίγο καιρό, το νέο μονοπάτι θα μετατραπεί σε κανονικό δρόμο και θα παγιωθεί σαν η αγαπημένη σας διαδρομή.

Οι αυξανόμενες γνώσεις μας για το φαινόμενο της νευροπλαστικότητας έχουν επίσης αναδιαμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε την ψυχανάλυση και άλλες μορφές ψυχοθεραπείας. Σήμερα είναι πια ξεκάθαρο ότι οι κάθε είδους «διά του λόγου θεραπείες» δεν είναι απλώς «διανοουμενίστικες» συνομιλίες, αλλά μια βιολογική θεραπεία που επηρεάζει άμεσα τον εγκέφαλό μας. Αρκετές νευροαπεικονιστικές μελέτες στις οποίες έγιναν τομογραφίες εγκεφάλου πριν και μετά τη θεραπεία, έδειξαν πως ο εγκέφαλος όντως αναδιατάσσεται κατά τη διάρκεια αυτών των θεραπειών. Το εντυπωσιακό είναι πως όσο πιο επιτυχημένη η θεραπεία, τόσο πιο βαθιές οι αλλαγές στον εγκέφαλο. Η ανάκληση των αναμνήσεων, η επεξεργασία τους και η συνειδητή επανεστίαση της προσοχής σε νέα συμπεριφορικά πρότυπα, προκαλούν ανθεκτικές βιολογικές αλλαγές στον εγκέφαλο: οι συναπτικές συνδέσεις αυξάνονται και τροποποιούνται, ενώ δημιουργούνται και νέες νευρωνικές συνδέσεις. Μια νέα νοητική πραγματικότητα εδραιώνεται. Για παράδειγμα, μια τομογραφία του εγκεφάλου μέσω fMRI αποκάλυψε ότι τέσσερις εβδομάδες ψυχοθεραπείας επανέφεραν σε φυσιολογικά επίπεδα την υπερβολική δραστηριοποίηση της αμυγδαλής σε ασθενείς που βίωναν διαταραχές πανικού.

Η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία βασίζεται στην παραδοχή ότι το άγχος προκαλείται από γνωσιακές διαστρεβλώσεις, δηλαδή, μη ρεαλιστικές ή υπερβολικές σκέψεις – για παράδειγμα, να φοβόμαστε ότι ένας οπλοφόρος θα εισβάλει ένα ήσυχο κυριακάτικο απόγευμα στο καφέ που συχνάζουμε και θ’ αρχίσει να πυροβολεί τους πελάτες, όταν ξέρουμε ότι ένα τέτοιο γεγονός, αν και όχι αδύνατον, είναι εξαιρετικά απίθανο.

Η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία μάς συμβουλεύει, μεταξύ άλλων, να αναγνωρίζουμε αυτές τις διαστρεβλωμένες γνωσιακές αντιλήψεις μας, να εντοπίζουμε τους φόβους μας, να τους αξιολογούμε «εξ αποστάσεως» και να ταυτοποιούμε όλους τους λόγους για τους οποίους κάποιοι δεν βγάζουν νόημα, αφού στην πραγματικότητα είναι αβάσιμοι. Με άλλα λόγια, μας διδάσκει να δίνουμε στον φόβο τους λόγους, αν υπάρχουν, που ο φόβος αναζητεί. Αν η σκέψη του οπλοφόρου μάς αποτρέπει να επισκεφτούμε το αγαπημένο μας καφέ, ο ψυχοθεραπευτής θα μας ενθαρρύνει να ξεπεράσουμε αυτόν τον ανορθολογικό φόβο παρατηρώντας και βιώνοντας την ασφάλειά μας στο καφέ. Ζητώντας μας να αντικαταστήσουμε παλιές και αρνητικές συμπεριφορές να προβούμε σε καινοτόμους πράξεις, οι ψυχοθεραπευτές μας ενθαρρύνουν να αξιοποιήσουμε την πλαστικότητα του εγκεφάλου μας. Με τη βοήθεια ενός επιδέξιου και καλά καταρτισμένου συμβούλου, η ψυχοθεραπεία σκαλίζει σε βάθος τον εγκέφαλό μας σαν νευροχειρουργός. Βγαίνουμε από την αίθουσα ψυχοθεραπείας ανακαινισμένοι. Όχι μόνο εξαιτίας της νέας επίγνωσης για τα παρελθοντικά και τα τωρινά συμπεριφορικά μας πρότυπα, αλλά επίσης επειδή αυτή η επίγνωση υποβοηθείται από διαρκείς χημικούς μετασχηματισμούς στον εγκέφαλό μας.

Ορατίου οι Ωδές

Εσύ, Λευκονόη, μη θελήσεις να μάθεις (είναι αθέμιτο) ποιο τέλος έχουν
ορίσει για μένα, ποιο για σένα οι θεοί, ούτε να δοκιμάζεις
τους βαβυλωνιακούς αριθμούς. 

Πόσο καλύτερο είναι να υπομένεις ο,τιδήποτε
πρόκειται να συμβεί! Είτε περισσότερους χειμώνες μας έχει χαρίσει
ο Δίας είτε αυτόν εδώ ως τελευταίο,
που τώρα συντρίβει την τυρρηνική θάλασσα επάνω στους ενάντιους
σκοπέλους. 

Εσύ δείξε σύνεση· να διυλίζεις το κρασί σου
και να περιορίζεις τη μακροχρόνια ελπίδα
εξαιτίας του σύντομου διαστήματος (της ζωής). Ενώ θα συνομιλούμε,
θα έχει ήδη παρέλθει ο φθονερός χρόνος. Απόλαυσε την ημέρα
και έχε όσο το δυνατόν μικρότερη εμπιστοσύνη στο αύριο.

Ορατίου οι Ωδές

Χαβρίας: Ο Αθηναίος που σταμάτησε τους Σπαρτιάτες

Ο Χαβρίας ο Αθηναίος ήταν υιός του Κτησίππου καταγόμενος από την Αιξωνή (σημερινή Γλυφάδα Αττικής) και συγκαταλέγεται μεταξύ των πλέον επιφανών στρατηγών έχοντας επιτύχει πολλά αξιομνημόνευτα κατορθώματα.

Εξ’ αυτών το πλέον γνωστό είναι η οπλιτική τακτική σε μάχη που έδωσε το 378 π.Χ στις Ελευθερές των Θηβών, καθ’ οδόν προς ενίσχυση των Βοιωτών.

Στην εν λόγω συμπλοκή, όταν ο μεγάλος Σπαρτιάτης στρατηγός Αγησίλαος ΙΙ αισθάνθηκε σίγουρος για τη νίκη και τα αντίπαλα μισθοφορικά στρατεύματα είχαν τραπεί σε φυγή, ο Χαβρίας διέταξε την φάλαγγα του να παραμείνει στην θέση της και να αντιμετωπίσουν την επίθεση του εχθρού με το γόνατο τοποθετημένο σταθερά πίσω από την ασπίδα και την λόγχη προτεταμένη.

Ο Αγησίλαος, βλέποντας αυτόν τον σχηματισμό, δεν θέλησε να διακινδυνεύσει περαιτέρω απώλειες Σπαρτιατών και ζήτησε από τους άντρες του, που εν τω μεταξύ είχαν σπεύσει προς τα εμπρός, να υποχωρήσουν.

Αυτή η επινόηση συζητήθηκε ευρέως και απέκτησε μεγάλη φήμη σε όλη την Ελλάδα, ώστε να αναγερθεί προς τιμήν του στην αγορά άγαλμα δημοσία δαπάνη, αναπαριστώντας την συγκεκριμένη πολεμική στάση.

Συνέπεια αυτού ήταν η καθιέρωση ανέγερσης αγαλμάτων στους στρατηγούς που είχαν επιτύχει σημαντικές νίκες, με την αναπαράσταση των στάσεων μάχης, στα πρότυπα του αγάλματος του Χαβρία.

Υπήρξε σημαίνον στέλεχος της Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας μαζί με τον Ιφικράτη και τον Τιμόθεο και κατήγε σημαντικές νίκες κατά των Σπαρτιατών όπως στην ναυμαχία της Νάξου το 376 π.Χ.

Ο Χαβρίας ως στρατηγός των Αθηναίων, συμμετείχε σε πολλούς πολέμους, όπως όταν μετέβη στην Αίγυπτο κατόπιν δικής του πρωτοβουλίας, για να συνδράμει τον βασιλέα Νεκτάναβι, στην διασφάλιση του θρόνου του.

Πραγματοποίησε επίσης εκστρατεία στην Κύπρο το 388 π.Χ προκειμένου να βοηθήσει τον βασιλέα Ευαγόρα εναντίον των Περσών, όπου με το πέρας της εκστρατείας είχε κατακτήσει όλο το νησί, επίτευγμα που απέφερε μεγάλη δόξα στους Αθηναίους.

Το 360 π.Χ ξέσπασε πόλεμος μεταξύ Αιγύπτου επί ηγεμονίας Φαραώ Ταώς και Περσών, όπου οι Αθηναίοι συμμάχησαν με τον Αρταξέρξη και οι Λακεδαιμόνιοι με τους Αιγυπτίους, από τους οποίους ο βασιλέας Αγησίλαος έλαβε μεγάλη ανταμοιβή.

Ο Χαβρίας βλέποντας την καλοτυχία του Αγησιλάου και θεωρώντας τον εαυτό του ισάξιο, έσπευσε να τους βοηθήσει με δική του πρωτοβουλία αναλαμβάνοντας την διοίκηση του Αιγυπτιακού στόλου, ενώ ο Αγησίλαος των χερσαίων δυνάμεων.

Αυτό είχε ως συνέπεια οι Πέρσες να στείλουν αντιπροσώπους στην Αθήνα, για να παραπονεθούν ότι ο Χαβρίας αντιμάχεται τον βασιλέα τους με την πλευρά των Αιγυπτίων.

Οι Αθηναίοι τότε έθεσαν προθεσμία στον Χαβρία να επιστρέψει στην Αθήνα και σε αντίθετη περίπτωση θα καταδικαζόταν σε θάνατο.

Ο Χαβρίας υπάκουσε και επέστρεψε στην Αθήνα, αλλά δεν έμεινε εκεί περισσότερο από ότι ήταν απαραίτητο, καθότι στα μάτια των συμπατριωτών του διεφάνη ότι απέκλινε από την συνήθη στάση του (να ζει με τιμή υπερασπιζόμενος τις επιλογές του).

Διότι ένα κοινό φαινόμενο στα μεγάλα και ελεύθερα κράτη, είναι ότι «ο φθόνος είναι ο μόνιμος συνοδός της δόξας» και ότι οι άνθρωποι πρόθυμα υποβαθμίζουν εκείνους που βλέπουν να υψώνονται πάνω από τους άλλους.

Ο Χαβρίας έκτοτε επέλεξε να ζει μακριά από την πατρίδα του.

Φυσικά δεν ήταν ο μόνος που οικειοθελώς απείχε από την Αθήνα, αλλά σχεδόν όλοι οι μεγάλοι άνδρες της εποχής του έπραξαν το ίδιο, θεωρώντας ότι θα παρέμεναν μακριά από το φθόνο, όσο ήταν μακριά από την πατρίδα τους.

Ενδεικτικά, ο Κόνων έζησε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Κύπρο, ο Ιφικράτης στη Θράκη, ο Τιμόθεος στη Λέσβο, ο Χάρης στο Σίγειο.

Ο Χαβρίας σκοτώθηκε το 357 π.Χ κατά τον Συμμαχικό πόλεμο με τον ακόλουθο τρόπο. Κατά την πολιορκία της Χίου από τους Αθηναίους, επέβαινε στον στόλο ως απλός στρατιώτης, αλλά είχε μεγαλύτερη επιρροή από ότι οι διοικούντες.

Οι στρατιώτες πίστευαν σε αυτόν και ακολουθούσαν πιστά τις κινήσεις του.

Αυτό το γεγονός επιτάχυνε το θάνατό του, διότι αδημονώντας να είναι ο πρώτος που θα εισέλθει στο λιμάνι, προέτρεψε τον κυβερνήτη να στρέψει το πλοίο προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά τα υπόλοιπα πλοία του Αθηναϊκού στόλου δεν ακολούθησαν.

Σύντομα βρέθηκε περικυκλωμένος από εχθρούς και ενώ μαχόταν με μεγάλη γενναιότητα, το πλοίο του εμβολίστηκε και άρχισε να βυθίζεται.

Παρόλο που θα μπορούσε να ξεφύγει από τον κίνδυνο, αν είχε πηδήξει στη θάλασσα, επέλεξε να πεθάνει, παρά να εγκαταλείψει το πλοίο, ενώ το υπόλοιπο πλήρωμα κολυμπώντας διέφυγε και έφθασε στα υπόλοιπα πλοία του Αθηναϊκού στόλου.

Εκείνος από την άλλη πλευρά προτίμησε τον ένδοξο θάνατο, από την ατίμωση, πολεμώντας με τον εχθρό μέχρι τέλους.

«Γκραν γκινιόλ»: Οι θεατρικές παραστάσεις που οι θεατές λιποθυμούσαν από τρόμο

Η λέξη «Γκραν γκινιόλ» είναι γαλλική και στην κυριολεξία σημαίνει «μεγάλη μαριονέτα». Από το 1897 μέχρι και το 1962, υπήρχε στο Παρίσι ένα θέατρο το οποίο ονομαζόταν «Le Théâtre du Grand Guignol» ή αλλιώς «Το θέατρο της μεγάλης μαριονέτας».

Κρυμμένο σε ένα παλιό εκκλησάκι στο Παρίσι, το Grand Guignol ήταν το σπίτι του τρόμου επί σκηνής, με τρομερά ειδικά εφέ -συν σεξ- για να δελεάσει τα πλήθη. Ήταν τέτοια η φήμη του, που το όνομά του έγινε συνώνυμο της φρίκης.

Στο θέατρο αυτό ανέβαιναν παραστάσεις τρόμου, με εντυπωσιακά τρομακτικά εφέ για την εποχή. Αποκεφαλισμοί, βασανιστήρια, δολοφονίες, ακρωτηριασμοί. Μην ξεχνάμε ότι τότε τα μέσα ήταν πολύ λιγότερα και πιο απλά, ενώ η τηλεόραση και ο κινηματογράφος δεν μπορούσαν να αποτυπώσουν στην οθόνη τις φρικιαστικές σκηνές και την αγωνία, όπως συμβαίνει στις μέρες μας.

Το θέατρο άνοιξε το 1897 σε ένα παλιό εκκλησάκι στο Πιγκάλ, μια κακόφημη περιοχή κοντά στη Μονμάρτη, δίπλα στο Moulin Rouge. Ξεκίνησε ως ένα συνηθισμένο θέατρο για τους απλούς Παριζιάνους. Όμως, η παράσταση που άναψε φωτιές και έκανε το κοινό να μιλά συνεχώς γι' αυτό ήταν μια διασκευή ενός διηγήματος του Γκυ ντε Μωπασσάν κατά τη διάρκεια του Γαλλο-Πρωσικού Πολέμου, όπου μια Γαλλίδα πόρνη σκοτώνει έναν Γερμανό αξιωματικό.

Εντοπίζοντας αυτήν τη λαχτάρα, ο δεύτερος ιδιοκτήτης του θεάτρου Max Maurey έδωσε γρήγορα μια ξεχωριστή ταυτότητα στο Grand Guignol: έγινε το σπίτι των τρομερά πειστικών ιστοριών τρόμου, που βασίζονται συχνά σε πραγματικά παραδείγματα αρρωστημένης βίας. Με έξυπνες τεχνικές και ιστορίες που προέρχονταν από αναφορές σε εφημερίδες για πραγματικά εγκλήματα και ανήθικά πράγματα, το Grand Guignol αποδείχθηκε πολύ πιο τρομακτικό και δημοφιλές από τις παραδοσιακές αφηγήσεις τρόμου για φαντάσματα ή τέρατα.

«Έγινε ένα θέατρο τρόμου, αλλά όχι ένα υπερφυσικό θέατρο -τους ενδιέφεραν οι κατά συρροήν δολοφόνοι, οι δραπέτες που το έσκαγαν, οι επιθέσεις εκδίκησης. Τα οποία αναμφίβολα προσέλκυαν τους ανθρώπους: το διάβασαν στην εφημερίδα και μετά το έβλεπαν στη σκηνή», λέει ο Richard J Hand, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ανατολικής Αγγλίας.

Ένας ηθοποιός, ο Paul Ratineau, ο οποίος ήταν επίσης τεχνικός της σκηνής, πρωτοστάτησε σε τρομερά, lo-fi ειδικά εφέ. «Ήταν πολύ διάσημος για την εφεύρεση του αίματος επί σκηνής. Ανέπτυξε καταπληκτικές ψευδαισθήσεις, συχνά βασισμένες σε μαγικά κόλπα, όπως το να πετάγονται τα μάτια έξω, να κόβονται κεφάλια ή οξύ να λιώνει ένα πρόσωπο». Οι επιθέσεις με οξέα ήταν στις ειδήσεις τότε, όπως τώρα, και αποδείχθηκαν πηγή φρικτής έμπνευσης. Οι ηθοποιοί του Grand Guignol θα χρησιμοποιούσαν μια πρώιμη μορφή λάτεξ για να κάνουν ένα πρόσωπο να δείχνει πως λιώνει.

Για να μη γίνονται τα πράγματα πολύ ζοφερά, τα σύντομα έργα τρόμου ήταν διανθισμένα με μια σκηνή σεξ. Για τα μέλη του κοινού που δεν άντεχαν το θέαμα, υπήρχε βοήθεια. Λέγεται πως το κοινό λιποθυμούσε σε κάθε παράσταση, έκαναν εμετό, ενώ άλλοι διεγείρονταν ερωτικά. Έτσι το θέατρο είχε πάντα έναν γιατρό εκεί.

Το θέατρο Γκραν Γκινιόλ έγινε τόσο δημοφιλές που έφτασε σε φήμη και τον Πύργο του Άιφελ για ένα διάστημα, όπως λένε. Ο χώρος, ο οποίος είχε περίπου 150 καθίσματα, είχε τη δική του ξεχωριστή ατμόσφαιρα. Οι σκαλιστοί πέτρινοι άγγελοι ύψους 2,1 μέτρων που ήταν μέρος του παρεκκλησίου παρέμειναν, κοιτάζοντας το κοινό, ενώ η μυρωδιά του θυμιάματος εξακολουθούσε να αιωρείται στον αέρα. «Ως μέρος για θεάματα ταμπού ήταν ακούσια τέλειο», λέει ο Hand.

Στο πίσω μέρος του θεάτρου υπήρχε μια σειρά από ιδιωτικά δωμάτια με πλέγματα που επέτρεπαν σε όσους έμπαιναν να παρακολουθήσουν την παράσταση, αλλά οι υπόλοιποι δεν μπορούσαν να τους δουν, κάτι που πολλά ζευγάρια εκμεταλλεύτηκαν πλήρως.

Γιατί, όμως, το κοινό προσελκύεται από την παρακολούθηση ανείπωτων πράξεων; Από δημόσιους απαγχονισμούς μέχρι βίαια αθλήματα, έχουμε εδώ και χρόνια όρεξη για βία. Αυτό είναι ακόμα ζωντανό σήμερα, επισημαίνει ο Hand: από εφημερίδες που επιλέγουν δυσάρεστα περιστατικά, έως την τρέχουσα μόδα για δράματα αληθινών εγκλημάτων. Οι άνθρωποι ξέρουν ότι δεν πρέπει, λέει ο Hand, αλλά έχουν την επιθυμία να το δουν με τα μάτια τους.

Υπάρχει μια έντονη γοητεία εκεί, σίγουρα, αλλά η επιθυμία να δούμε πραγματικά μια τρομακτική σκηνή μπορεί, με έναν αστείο τρόπο, να είναι επίσης μια τεχνική για την εξουδετέρωση των φόβων μας. «Αυτό είναι ενδιαφέρον με το ρεπερτόριο του Grand Guignol: θα έμπαιναν και θα έβγαιναν με την αδρεναλίνη στα ύψη, καθώς μόλις είχαν δει να συμβαίνει κάτι φρικιαστικό σε κάποιον άλλον», δηλώνει ο Hand.

Σήμερα σε εμάς έμεινε η έκφραση γκραν γκινιόλ και τη χρησιμοποιούμε για να χαρακτηρίσουμε κάτι φρικτό ή που έχει αγωνία.

Υπήρχε μια ανησυχία ότι το Γκραν Γκινιόλ τροφοδοτούσε τα βασικότερα ένστικτά μας, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα το θέατρο να δεχθεί επίθεση από κριτικούς. Παρ' όλα αυτά, το σέβονταν στο καλλιτεχνικό κομμάτι.

«Είχε υπέροχους ηθοποιούς. Πολλοί κριτικοί θαύμαζαν την Paula Maxa, η οποία ήταν η μεγάλη “βασίλισσα της κραυγής” του Γκραν Γκινιόλ. Ήταν ένα must-see στη μέρα της. Και ήταν ένα θέατρο όπου είχε υπέροχη γραφή -ακόμη και κριτικοί που κατήγγειλαν την ηθική του, είπαν ότι τα έργα ήταν τουλάχιστον καλογραμμένα», ανέφερε ο Hand.

Προσέλκυσε μεγάλους συγγραφείς, όπως ο Gaston Leroux, συγγραφέας του «The Phantom of the Opera», και ο Maurice Renard, ο οποίος έγραψε το «The Hands of Orlac».

Η δημοτικότητά του παρέμεινε ψηλά επί δεκαετίες. Εκτοξεύθηκε τη δεκαετία του 1920, αλλά μετά το ξέσπασμα του Β' Παγκόσμιου Πολέμου το θέατρο αντιμετώπισε δυσκολίες. Είχε μείνει ανοιχτό καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου, καθώς ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές στις γερμανικές κατοχικές δυνάμεις.

Το θέατρο έκλεισε το 1962. Μετά τη φρίκη της κατοχής, τους θανάτους, τις ιστορίες για το τι συνέβη στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τα απάνθρωπα εγκλήματα που είχαν διαπραχθεί κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο κόσμος δεν ήταν το ίδιο πρόθυμος να παρακολουθήσει ψεύτικα βασανιστήρια και εκτελέσεις στη σκηνή του θεάτρου.

Άλλος ένας λόγος που λέγεται ότι συνετέλεσε στην πτώση και στο κλείσιμό του ήταν η άνοδος του κινηματογράφου. Στις αρχές της δεκαετίας του 1960, αν θέλατε να δείτε τρόμο, θα πηγαίνατε στον κινηματογράφο για το «Psycho» ή το «Les Diaboliques». «Το κοινό βλέπει τις κοντινές λήψεις του κινηματογράφου και το Grand Guignol φαίνεται ξαφνικά λίγο περίεργο και λίγο παλιό», λέει ο Hand.

Πιστεύει, ωστόσο, ότι το πνεύμα του είναι ακόμα ζωντανό σήμερα. Οι ταινίες τρόμου σίγουρα έμαθαν από αυτό, όπως υποστηρίζει, ειδικά σε αυτήν την ανάγκη να δημιουργήσουμε έναν τρόμο ή να αλλάξουμε μεταξύ τρόμου και κωμωδίας. Αλλά η επιρροή του μπορεί επίσης να φανεί και στο θέατρο σήμερα. Φαίνεται ότι, ακόμη και αν δεν υπήρχαν φαντάσματα στη σκηνή, αυτό το ασυνήθιστο μικρό παρισινό θέατρο συνεχίζει να μας στοιχειώνει μέχρι σήμερα.

Τρία ρομποτικά διαστημικά σκάφη θα φτάσουν στον Άρη μέσα στον Φεβρουάριο

Στον Άρη θα συναντηθούν μέσα στον Φεβρουάριο τρία ρομποτικά διαστημικά σκάφη.

Αυτό το σπάνιο συναπάντημα στον αρειανό ουρανό, φέρνει δύο χώρες (Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα-ΗΑΕ και Κίνα) για πρώτη φορά στον γειτονικό πλανήτη, ενώ μία τρίτη χώρα (ΗΠΑ) για πολλοστή φορά.

Την αρχή κάνει το σκάφος «Hope» («Ελπίδα») των ΗΑΕ αύριο Τρίτη 9 Φεβρουαρίου, θα ακολουθήσει την επόμενη ημέρα το σκάφος «Tianwen-1» της Κίνας και, τέλος, το ρόβερ «Mars 2020 Perseverance» των ΗΠΑ προγραμματίζεται να προσεδαφιστεί στις 18 Φεβρουαρίου.

Από τις δεκάδες αποστολές που έχουν σταλεί στον Άρη, από τη δεκαετία του 1960 μέχρι σήμερα, περίπου οι μισές απέτυχαν ή συνετρίβησαν πάνω του, συνεπώς δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένη η επιτυχία και για τις τρεις νέες αποστολές. Ο «κόκκινος» πλανήτης έχει βγάλει κακή φήμη ως διαστημικός προορισμός λόγω μεγάλης απόστασης από τη Γη (πολύ μακρύτερα από τη Σελήνη), αραιής ατμόσφαιρας (δεν βοηθά στη χρήση αλεξίπτωτου) και άλλων συνθηκών.

Όπως αναφέρεται, πιο εύκολο έργο θα έχει το σκάφος των Εμιράτων, το πρώτο σε όλον τον αραβικό κόσμο που έφθασε τόσο μακριά, το οποίο απλώς θα επιχειρήσει να τεθεί σε τροχιά γύρω από τον Άρη. Εάν τα καταφέρει, τα ΗΑΕ θα γίνουν η πέμπτη χώρα που θα έχουν φθάσει στον πλανήτη (μετά τις ΗΠΑ, ΕΣΣΔ-Ρωσία, Ινδία και Ευρώπη) και μάλιστα στην 50ή επέτειο από την ένωση των Εμιράτων που απάρτισαν τη χώρα του Κόλπου.

Το «Hope» (Al-Αmal στα αραβικά) θα γυρίζει γύρω από τον Άρη για δύο χρόνια, μελετώντας κυρίως την ατμόσφαιρά του (θα δημιουργήσει τον πρώτο ολοκληρωμένο «χάρτη» της) και τον καιρό του. Ήδη, τα ΗΑΕ ετοιμάζονται να γιορτάσουν το ιστορικό γι' αυτά γεγονός, μεταξύ άλλων με φωταγώγηση του υψηλότερου ουρανοξύστη στον κόσμο, Μπουρτζ Χαλίφα στο Ντουμπάι. Η χώρα έχει μεγάλες διαστημικές και γενικότερες περιφερειακές φιλοδοξίες.

Πάντως, οι υπεύθυνοι του διαστημικού προγράμματος των ΗΑΕ θεωρούν ότι υπάρχει πιθανότητα 50-50 για επιτυχία ή αποτυχία. Η κρίσιμη διαδικασία επιβράδυνσης του σκάφους, ώστε να «συλληφθεί» από την αρειανή βαρύτητα, θα αρχίσει την Τρίτη στις 17:30 ώρα Ελλάδας.

Το βάρους πέντε τόνων κινεζικό «Tianwen-1» («Ερωτήματα στον Ουρανό»), το οποίο έστειλε ήδη την πρώτη ασπρόμαυρη φωτογραφία του από τον Άρη από απόσταση 2,2 εκατομμυρίων χιλιομέτρων, θα προσπαθήσει και αυτό αρχικά να τεθεί σε τροχιά (η Κίνα θα γίνει η έκτη χώρα) για να μελετήσει τον πλανήτη επί μήνες. Στη συνέχεια, θα στείλει στην επιφάνεια του, στον αχανή κρατήρα πρόσκρουσης «Ουτοπία», μία άκατο και ένα ρομποτικό ρόβερ βάρους 250 κιλών, το οποίο θα κινείται με ηλιακή ενέργεια. Μεταξύ άλλων, διαθέτει ραντάρ που μπορεί να «δει» έως 100 μέτρα στο υπέδαφος, ενώ θα αναζητήσει και ίχνη ζωής επί δύο χρόνια.

Μία προηγούμενη αποστολή της Κίνας στον Άρη, μαζί με τη Ρωσία, το 2011, είχε αποτύχει. Εάν αυτή η αποστολή είναι επιτυχής, η Κίνα θα γίνει η δεύτερη χώρα -μετά τις ΗΠΑ- που θα προσεδαφίσει ένα όχημα σε έναν άλλον κόσμο. Η ασιατική χώρα έχει κάνει κάτι ανάλογο, ήδη, στη Σελήνη.

Οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να στείλουν ακόμη ένα ρόβερ στον Άρη, το «Perseverance» («Επιμονή»), το οποίο θα εστιάσει στην αστροβιολογία και θα αναζητήσει ίχνη ζωής, συλλέγοντας δείγματα από το έδαφος, που αργότερα θα σταλούν στη Γη. Εάν η αποστολή είναι επιτυχής, θα είναι το πέμπτο αμερικανικό ρόβερ στον πλανήτη από το 1997.

Το ρόβερ, μεγέθους μικρού SUV, διαθέτει 19 κάμερες και δύο μικρόφωνα για να καταγράψει τους πρώτους ήχους από τον Άρη, ενώ μπορεί να κινηθεί αυτόνομα σε μία απόσταση έως 200 μέτρων την ημέρα. Μάλιστα, θα διαθέτει και δικό του ελικοπτεράκι-drone βάρους 1,8 κιλών, που εάν καταφέρει να πετάξει στον αρειανό ουρανό, θα είναι μία πρωτιά στη διαστημική ιστορία.

Λουκιανός: Τίμων ο μισάνθρωπος

Ο Τίμων ο Αθηναίος, ο παροιμιώδης μισάνθρωπος, σύμφωνα με πληροφορίες που μας διασώζονται από την αρχαιότητα, ήταν γιος του Εχεκρατίδη από τον δήμο Κολυττό και έζησε τον καιρό του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ο Αριστοφάνης, ο Πλούταρχος και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς, τον αναφέρουν. Ο Νεάνθης ο Κυζικινός μάλιστα, του 3ου αιώνα π.Χ., είχε γράψει την βιογραφία του. Οι κωμωδιογράφοι, επίσης τον χρησιμοποιούσαν, για να πλάσουν ανάλογους τύπους: Ο Φρύνιχος τον Μονότροπο, ο Αντιφάνης τον Τίμωνα, ο Μένανδρος τον Δύσκολο.

Ο Πλούταρχος, μας λέει ότι ο μόνος άνθρωπος που ο Τίμων πότε πότε συναντούσε, γιατί ασπάστηκε κι αυτός τον ίδιο τρόπο ζωής, ήταν κάποιος με το όνομα Ασήμαντος -μισάνθρωπος κι αυτός. Και σ’ αυτόν όμως, δεν χαριζόταν. Κάποτε, στη γιορτή προς τιμήν των νεκρών, έτρωγαν μαζί, όταν ο Ασήμαντος είπε: «Τίμων, πόσο ωραίο είναι το συμπόσιό μας». Για να λάβει την απάντηση απ’ τον Τίμωνα: «Θα ήταν, αν δεν ήσουν κι εσύ εδώ». Μας λέει ακόμη ο Πλούταρχος, ότι ο Τίμων παρουσιάστηκε στην εκκλησία του δήμου κι αφού ανέβηκε στο βήμα, είπε στους κατάπληκτους Αθηναίους: «Άνδρες Αθηναίοι, γνωρίζετε ότι έχω ένα κτήμα στον Υμηττό κι ότι σ’ αυτό υπάρχει μια συκιά, απ’ την οποία πολλοί έως τώρα κρεμάστηκαν. Επειδή λοιπόν, σκοπεύω να χτίσω μια καλύβα κι αποφάσισα να την κόψω, θέλω να σας το ανακοινώσω, για να σπεύσουν να κρεμαστούν, όσοι από εσάς θέλουν».

Όπως λέγεται, έπεσε από μια αχλαδιά και κτύπησε το πόδι του, αλλά επειδή δεν θέλησε να δεχτεί γιατρό, πέθανε από γάγγραινα. Τάφηκε κοντά στη θάλασσα, στον δρόμο από τον Πειραιά για το Σούνιο. Το κύμα έκανε τον τάφο του δυσπρόσιτο στους ανθρώπους και η επιτύμβια επιγραφή που αποδίδεται σ’ αυτόν, λέγεται πως είναι γραμμένη απ’ τον ίδιο: «Αφήνοντας μια άθλια ζωή, αναπαύομαι εδώ πέρα. Τ’ όνομά μου δεν πρόκειται να το μάθετε και να πάτε στον κόρακα». Μια άλλη επιγραφή που έχει διασωθεί και ανήκει στον επιγραμματοποιό Ηγήσιππο, γράφει: «Βάτα και γαϊδουράγκαθα τον τάφο μου τον ζώνουν και πιο κοντά αν θες να ’ρθείς, τα πόδια σου ματώνουν. Ο Τίμων ο μισάνθρωπος εδώ έχει καταλύσει. Και τώρα δρόμο, αρκετά, μ’ όσα μ’ έχεις στολίσει» (Παλατινή Ανθολογία, VΙΙ 320).

Ο Λουκιανός λοιπόν, είχε στα χέρια του την σχετική παράδοση και με την φαντασία του και την ευρηματικότητά του, έδωσε την δική του πλοκή στο έργο.

Διαβάζουμε στον Λουκιανό, ότι ο Τίμων έγινε μισάνθρωπος εξ αιτίας τής αχαριστίας των φίλων, που του έφαγαν τα λεφτά και μετά του γύρισαν την πλάτη. Γι’ αυτό αποτραβήχτηκε στους πρόποδες του Υμηττού, όπου ζούσε καλλιεργώντας ένα μικρό χωράφι. Πιο κάτω, μας παρουσιάζει τον Τίμωνα, ν’ ανακαλύπτει με την αξίνα του έναν θησαυρό, δώρο των θεών. Έχει έτσι την δυνατότητα πλέον, να δώσει ένα γενναίο μάθημα σε όλους εκείνους τους κόλακες, που σπεύδουν να τον συναντήσουν, μόλις αντιλαμβάνονται ότι ξανάγινε πλούσιος.

Αυτό το εύρημα του Λουκιανού, τα ξαναποκτημένα πλούτη, του έδωσε την ευκαιρία να πει διάφορες αλήθειες πάνω στον ανθρώπινο χαρακτήρα και τις αδυναμίες του. Να χτυπήσει και πάλι τους ψευτορήτορες και φιλόσοφους, τα παράσιτα και τους κόλακες και να χλευάσει την μικρότητα των θεών. Ο Λουκιανός, οπωσδήποτε χρωστά πολλά στην κωμωδία και στο σημείο ετούτο ο «Πλούτος» του Αριστοφάνη, του έδωσε ιδέες.

Ο διάλογος αυτός, που θεωρήθηκε από ικανούς κριτικούς ως το αριστούργημα του Λουκιανού, ανήκει στην πρώιμη σατιρική περίοδο του συγγραφέα (162-166 μ.Χ.). Και στα νεώτερα χρόνια πάντως, η μορφή τού Τίμωνα, όπως αποδίδεται από τον Λουκιανό, είχε επίδραση στους συγγραφείς. Ο Σέξπιρ έγραψε τον «Τίμωνα τον Αθηναίο» κι ο Μολιέρος τον «Μισάνθρωπο».

Τίμων ο μισάνθρωπος

[Η πλοκή τού έργου, εμφανίζει τον Τίμωνα να σκάβει με την αξίνα στο χωράφι του. Σε μια στιγμή, τον πιάνει το παράπονο και κοιτώντας προς τον ουρανό, διαμαρτύρεται στους θεούς και ειδικά στον Δία, για την αδικία που του συνέβη. Μιλάει με λόγια πικρά και σκληρά, στηλιτεύοντας την θεϊκή αδιαφορία και οκνηρία, που επέφερε και την απαξίωση των θεών απ’ τους ανθρώπους. Ψηλά στον ουρανό (εκεί τοποθετεί ο Λουκιανός τους θεούς), ο Δίας κι ο Ερμής παρακολουθούν τον μονόλογο του Τίμωνα, συζητούν μεταξύ τους και σχολιάζουν τα λόγια του. Ο Δίας, αφού πληροφορείται απ’ τον Ερμή, πως ο Τίμων, όσο ήταν πλούσιος δεν παρέλειπε να τιμά τους θεούς με θυσίες, αποφασίζει να του επιστρέψει τα πλούτη του (εδώ, ο Λουκιανός καταλογίζει στους θεούς υστεροβουλία). Δίνει λοιπόν εντολή στον Ερμή, να πάρει μαζί του τον τυφλό Πλούτο και τον Θησαυρό και να επισκεφτούν τον Τίμωνα, παρ’ ότι η Πενία έχει τις δικές της αντιρρήσεις κι αποφασίζει ν’ αποχωριστεί τον Τίμωνα, παίρνοντας μαζί της τον Κόπο και την Σοφία. Ο Τίμων, σκάβοντας ανακαλύπτει τον θησαυρό και περιχαρής αποφασίζει να πάρει την εκδίκησή του απ’ τους κόλακες, οι οποίοι μαθαίνοντας τα νέα, σπεύδουν να τον συναντήσουν…]

Τίμων: Από παντού τρέχουν σκονισμένοι και λαχανιασμένοι, γιατί μυρίστηκαν -δεν ξέρω από που- το χρυσάφι. Τί να κάνω λοιπόν; Ν’ ανέβω σ’ αυτόν τον βράχο και να τους διώξω με τις πέτρες, ή θα είναι μεγάλη παράβαση να τους μιλήσω για μια φορά και μόνο, για να πικραθούν ακόμα πιο πολύ, που περιφρονούνται; Νομίζω ότι αυτό είναι το καλύτερο. Ας τους υποδεχτώ λοιπόν… Για να δούμε, ποιός είναι ο πρώτος; Ο Γναθωνίδης* ο κόλακας, που προχθές, όταν του ζήτησα μια χάρη, μου έδωσε ένα σχοινί για να πάω να κρεμαστώ κι ας είχε ξεράσει, πολλές φορές, ολόκληρα βαρέλια κρασί στο σπίτι μου. Μα έκανε καλά που ήρθε. Θα βογκήξει πριν από τους άλλους.
[* Σε ελεύθερη απόδοση, τον φανταστικό χαρακτήρα του Σαγωνίδη, που επινοεί ο Λουκιανός, κάποιος σύγχρονος σατιρικός συγγραφέας, θα τον ονόμαζε «Σαγόνια» ή «Φαταούλα»]

Γναθωνίδης: Δεν το ‘λεγα εγώ, πως οι θεοί δεν θα παραμελήσουν τον Τίμωνα, έναν τόσο καλό άνθρωπο; Γεια και χαρά Τίμωνα, ομορφάνθρωπε, γλυκύτατε και ανοιχτόκαρδε.

Τίμων: Γεια σου κι εσένα Γναθωνίδη, πιο αχόρταγε απ’ όλα τα όρνια και πιο δόλιε απ’ όλους τους ανθρώπους.

Γναθωνίδης: Πάντα σου αρέσει να πειράζεις τους ανθρώπους… Μα, πού είναι το συμπόσιο; Σου φέρνω ένα καινούριο τραγούδι, απ’ τους διθυράμβους που γράφτηκαν τελευταία.

Τίμων: Όταν θα σε πλακώσω με το δικέλλι μου, θα τραγουδήσεις και μοιρολόγια και μάλιστα με πολύ πάθος.

[Ο Τίμων, λέγοντας αυτά τα λόγια, χτυπάει τον Γναθωνίδη.]

Γναθωνίδης: Τί είναι αυτό; Τίμωνα με χτυπάς; Είστε μάρτυρες, ω Ηρακλή, ωχ ωχ ωχ! Θα σε καταγγείλω στον Άρειο Πάγο για επικίνδυνες σωματικές βλάβες!

Τίμων: Λίγο ακόμα αν μείνεις εδώ, να είσαι σίγουρος ότι θα κατηγορηθώ για φόνο.

Γναθωνίδης: Όχι, θα φύγω… Μα γιάτρεψέ με τουλάχιστον την πληγή, πασπαλίζοντας πάνω της λίγο χρυσάφι. Είναι πολύ αιμοστατικό αυτό το φάρμακο.

Τίμων: Ακόμα εδώ είσαι;

Γναθωνίδης: Θα φύγω. Κι εσύ όμως δεν θα καλοπεράσεις, που από καλός άνθρωπος που ήσουν, έγινες τόσο σκληρός.

Τίμων: Ποιός είναι αυτός ο φαλακρός που έρχεται; Α, ο Φιλιάδης είναι. Ο πιο σιχαμερός απ’ όλους τους κόλακες. Κι αυτός πήρε από μένα ολόκληρα χωράφι και δύο τάλαντα προίκα για την κόρη του. Ήταν αμοιβή για τον έπαινο που που μου έκανε, όταν κάποτε τραγούδησα και, ενώ όλοι σιωπούσαν, αυτός με παίνεψε πολύ, παίρνοντας όρκο ότι είμαι πιο μελωδικός κι απ’ τους κύκνους. Όταν τις προάλλες με είδε άρρωστο και πλησίασα ζητώντας βοήθεια, με έδειρε για τα καλά, ο γενναίος αυτός άνδρας.

Φιλιάδης: Ω τι ντροπή! Τώρα τον μάθατε τον Τίμωνα; Τώρα έγινε ο Γναθωνίδης φίλος και συμπότης; Λοιπόν, καλά έπαθε, έτσι αχάριστος που είναι. Ενώ εμείς οι παλιοί γνώριμοι, παιδικοί φίλοι και συμπολίτες, μένουμε πίσω, για να μην φανούμε υπερβολικοί. Γεια σου αφέντη Τίμωνα. Κοίταξε πως να φυλαχτείς απ’ αυτούς τους βρομερούς κόλακες, που είναι μόνο για τραπέζια και δεν διαφέρουν από τα κοράκια. Δεν πρέπει να έχει κανείς σήμερα εμπιστοσύνη σε κανέναν. Όλοι αχάριστοι και κακοί. Εγώ όμως, να, σου έφερα ένα τάλαντο, να το έχεις για τις επείγουσες ανάγκες σου κι έτυχε όπως ερχόμουν, ν’ ακούσω που έχεις γίνει πάμπλουτος. Έχω έρθει λοιπόν, να σου δώσω τούτες τις συμβουλές, αν κι εσύ βέβαια είσαι τόσο σοφός και ίσως δεν θα σου χρειαστούν τα λόγια τα δικά μου, γιατί εσύ θα μπορούσες να συμβουλεύσεις ακόμα και τον σοφό Νέστορα.

Τίμων: Θα γίνουν αυτά, Φιλιάδη. Μα έλα λίγο πιο κοντά να σε περιποιηθώ κι εσένα.

[Ο Τίμων χτυπά τον Φιλιάδη.]

Φιλιάδης: Άνθρωποι, μου έσπασε το κεφάλι ο αχάριστος, επειδή τον συμβούλεψα για το καλό του.

Τίμων: Να, έρχεται και τρίτος: Ο ρήτορας Δημέας, που κρατάει ψήφισμα στα χέρια και λέει ότι είναι συγγενής μου. Αυτός, ενώ με δικά μου χρήματα πλήρωσε 16 τάλαντα για να μην μπει φυλακή επειδή χρωστούσε και δεν τα έδινε κι εγώ τον λυπήθηκα και τον ελευθέρωσα, όταν προχθές κληρώθηκε να μοιράζει τα θεωρικά* κι εγώ πήγα να ζητήσω το ποσό μου, είπε πως δεν με ήξερε για πολίτη.
[* Τα θεωρικά, ήταν χρήματα του δημοσίου ταμείου, που δινόταν κατά την αρχαιότητα σε άπορους Αθηναίους πολίτες για να μπορούν να παρακολουθούν θεατρικές παραστάσεις.]

Δημέας: Γεια σου Τίμωνα! Μεγάλη δόξα της γενιάς μας, στήριγμα της Αθήνας και προμαχώνα της Ελλάδος! Εδώ και ώρα, ο λαός και οι δυο βουλές, έχουν συγκεντρωθεί και σε περιμένουν. Πριν όμως, άκουσε το ψήφισμα που έχω γράψει για σένα: «Επειδή ο Τίμων ο Εχεκρατίδης από τον Κολυττό, όχι μόνο καλός και αγαθός είναι, αλλά και σοφός όσο κανένας άλλος στην Ελλάδα, πράττει πάντα για την πόλη τα πιο σωστά κι επειδή έχει νικήσει στην Ολυμπία, την ίδια μέρα, στην πυγμαχία και στην πάλη, στο τρέξιμο, στο άρμα…».

Τίμων: Μα εγώ δεν έχω πάει ποτέ στη Ολυμπία, ούτε σαν θεατής!

Δημέας: Και τί σημασία έχει αυτό; Θα πας αργότερα! Είναι καλύτερα να προσθέτουμε κάτι τέτοια. «…Και ανδραγάθησε υπέρ της πόλεως πέρυσι στις Αχαρνές και τσάκισε δύο τμήματα Πελοποννήσιων…».

Τίμων: Μα τί λες; Ούτε στον κατάλογο δεν ήμουν γραμμένος, επειδή δεν είχα όπλα!

Δημέας: Είσαι πολύ μετριόφρων Τίμωνα, αλλά εμείς θα ήμασταν αχάριστοι αν τα ξεχνούσαμε όλα αυτά. «…Ακόμη και με ψηφίσματα και συμβουλές δεν πρόσφερε μικρές υπηρεσίες στην πόλη. Για όλα αυτά, η βουλή και ο δήμος και η Ηλιαία χωριστά κατά φυλές και οι δήμοι ξεχωριστά ο καθένας, και όλοι μαζί να στήσουν χρυσό άγαλμα του Τίμωνα, δίπλα στην Αθηνά στην Ακρόπολη, με κεραυνό στο δεξί χέρι και ακτίνες στο κεφάλι. Και να τον στεφανώσουν με επτά χρυσά στεφάνια σήμερα κατά την παράσταση νέων τραγωδιών στα Διονύσια. Πρέπει για χάρη του, σήμερα να γιορταστούν τα Διονύσια. Την πρόταση έκανε ο Δημέας ο ρήτορας, στενός συγγενής και μαθητής του. Γιατί ο Τίμων είναι άριστος ρήτορας και όλα τ’ άλλα όσα θα ήθελε να είναι». Αυτό είναι το ψήφισμα για σένα. Εγώ μάλιστα, ήθελα να σου φέρω και τον γιο μου, που προς τιμήν σου τον έχω ονομάσει Τίμωνα.

Τίμων: Μα καλά… Πώς έχεις παιδί, αφού εσύ, καθ’ όσον γνωρίζω, είσαι άγαμος;

Δημέας: Μα θα πάρω γυναίκα, την χρονιά που μας έρχεται. Θα κάνω παιδί και το παιδί που θα γεννηθεί -και θα είναι φυσικά αγόρι- από τώρα το ονομάζω Τίμωνα.

Τίμων: Δεν ξέρω ποια γυναίκα θα σε πάρει, μετά απ’ το βρομόξυλο που θα σου δώσω.

[Ο Τίμων χτυπάει τον Δημέα.]

Δημέας: Τί είναι τούτο πάλι; Επιχειρείς να γίνεις τύραννος και χτυπάς τους ελεύθερους πολίτες, ενώ εσύ ούτε γνήσια ελεύθερος είσαι, αλλά ούτε και πολίτης; Μα γρήγορα θα τιμωρηθείς για όλα και γιατί έβαλες φωτιά στην Ακρόπολη.

Τίμων: Η Ακρόπολη δεν έχει καεί άθλιε. Είναι ολοφάνερο λοιπόν ότι με συκοφαντείς.

Δημέας: Έγινες πλούσιος όμως, επειδή έσκαψες κρυφά κι έφτασες στον οπισθόδομο του Παρθενώνα.

Τίμων: Ούτε κι αυτός έχει σκαφτεί, επομένως ούτε κι αυτό θα γίνει πιστευτό.

Δημέας: Θα σκαφτεί αργότερα. Εσύ όμως, έχεις τώρα όλα όσα ήταν εκεί μέσα.

Τίμων: Ε δεν υποφέρεσαι! Πάρε κι άλλη!

Δημέας: Ωχ, η πλάτη μου!

Τίμων: Μη σκούζεις, γιατί θα φας κι άλλες. Εξάλλου, θα ήμουν εντελώς γελοίος, αν δεν τσάκιζα ένα ελεεινό ανθρωπάκι σαν εσένα, ενώ κατέσφαξα άοπλος δύο τμήματα Σπαρτιατών. Μάταιη θα ήταν και η νίκη μου στην πυγμαχία και στην πάλη στους Ολυμπιακούς Αγώνες… Αλλά, τί είναι τούτο πάλι; Αυτός δεν είναι ο Θρασυκλής ο φιλόσοφος; Σίγουρα δεν είναι άλλος. Άπλωσε και τη γενειάδα του, σήκωσε τα φρύδια του κι έρχεται όλο καμάρι…Αυτός ο ευπρεπής στην εμφάνιση, ο κόσμιος στο βάδισμα και σοβαρός στο ντύσιμο, από το πρωί αρχίζει και λέει τα μύρια όσα για την αρετή, κατηγορώντας εκείνους που χαίρονται την ηδονή και επαινώντας την ολιγάρκεια. Από την ώρα όμως που λούζεται και στρώνεται στο τραπέζι και ο υπηρέτης του προσφέρει το μεγάλο κρασοπότηρο -του αρέσει πιο πολύ το ανέρωτο κρασί- λες και ήπιε το νερό της λησμονιάς, παρουσιάζεται εντελώς αντίθετος από τις πρωινές διδαχές του. Αρπάζει σαν κοράκι το φαγητό μπρος απ’ τους άλλους και σπρώχνει τον διπλανό του με πασαλειμμένα γένια και φέρσιμο σκύλου, σκύβει στις γαβάθες σαν να περιμένει να βρει μέσα σ’ αυτές την αρετή, σκουπίζει τα με το δάκτυλο καλά τις κούπες, ώστε να μην αφήσει ίχνος φαγητού. Πάντα κλαίγεται, ακόμα κι αν πάρει ολόκληρη την πίτα και το γουρουνόπουλο, δείγμα της λαιμαργίας και της αχορτασιάς. Μέθυσος και έκλυτος, όχι μόνο ως το σημείο του τραγουδιού και του χορού, μα φθάνοντας στην βρισιά και στον θυμό. Επιπλέον, φλυαρεί ασύστολα την ώρα που πίνει και προπάντων για σωφροσύνη και ευπρέπεια. Τέλος, μερικοί τον σηκώνουν και τον βγάζουν έξω, ενώ κρατά με τα δυο του χέρια την αυλοπαίχτρια. Όμως και ξεμέθυστος, σε κανέναν δεν θα παραχωρούσε τα πρωτεία της ψευτιάς, της θρασύτητας και της φιλαργυρίας. Αλλά κι απ’ τους κόλακες είναι ο πρώτος και πολύ εύκολα πατάει τον όρκο του. Η απάτη πάει μπροστά του και η ξεδιαντροπιά τον ακολουθεί. Γενικά, είναι ένα πάνσοφο πράγμα, από κάθε πλευρά σωστό και με ποικιλοτρόπως τέλειο. Θα κλάψει λοιπόν γρήγορα κι αυτός… Βρε, βρε, βρε! Καλώς τον Θρασυκλή! Χρόνια είχα να σε δω.

Θρασυκλής: Δεν έχω έρθει Τίμωνα, για τους ίδιους λόγους που ήρθαν οι άλλοι. Όπως έτρεξαν για παράδειγμα αυτοί που θαυμάζουν τα πλούτη σου, περιμένοντας ασήμι και χρυσάφι και πλούσια δείπνα, για να πουν πολλές κολακείες σ’ έναν άνθρωπο, όπως εσύ, απλό κι ανοιχτοχέρη. Ξέρεις βέβαια ότι το κριθαρόψωμο, για μένα, είναι δείπνο αρκετό. Προσφάγι νοστιμότατο το θυμάρι ή το κάρδαμο και, όταν καμμιά φορά το ρίχνω στην καλοπέραση, βάζω και λίγο αλάτι. Πιοτό μου, το νερό από την Εννεάκρουνο. Κι αυτό το ταπεινό τριβώνιο που φοράω, καλύτερο κι από βασιλική πορφύρα. Το χρυσάφι καθόλου πιο πολύτιμο από τα χαλίκια του γιαλού. Κουβαλήθηκα όμως εδώ, μόνο για χάρη σου. Για να μην σε διαφθείρει το πιο πιο κακό και καταστρεπτικό πράγμα: Ο πλούτος. Εάν λοιπόν μ’ ακούσεις, σίγουρα θα τον πετάξεις όλον στην θάλασσα, διότι είναι περιττός σ’ έναν άνθρωπο αγαθό, που μπορεί να καταλάβει τον πλούτο της φιλοσοφίας. Μην τον ρίξεις όμως βαθειά, καλέ μου, αλλά μόλις μπεις στο νερό μέχρι την μέση, λίγο πιο πέρα απ’ την ακτή και να σε βλέπω μόνο εγώ. Κι αν δεν σ’ αρέσει έτσι, εσύ με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, βγάλ’ τον έξω απ’ το σπίτι σου και μην αφήσεις για τον εαυτό σου ούτε έναν οβολό. Μοίρασέ τον σε όλους όσους έχουν ανάγκη. Εάν μάλιστα κάποιος είναι φιλόσοφος, είναι πιο δίκαιο να του δώσεις κάτι παραπάνω. Και σ’ εμένα -αν και δεν ζητώ τίποτα για τον εαυτό μου, αλλά για κάτι φίλους που έχουν ανάγκη- φτάνει να μου γεμίσεις ετούτο το ταγάρι που δεν χωράει καλά καλά, ούτε δύο αιγινιτικούς μεδίμνους.* Πρέπει ο φιλόσοφος να είναι ολιγαρκής και μετριόφρων και να μην σκέφτεται τίποτε άλλο πέρα απ’ το ταγάρι του.
[* Ο μέδιμνος ήταν μονάδα μέτρησης όγκου για στερεά προϊόντα. Υπήρχε ο αττικός μέδιμνος που ισοδυναμούσε με 51,84 λίτρα και ο αιγινιτικός που τον χρησιμοποιούσαν και σε όλη την Πελοπόννησο και ήταν κατά 30% μεγαλύτερος του αττικού. Γι’ αυτό κι ο πλεονέκτης Θρασυκλής ζητά το δώρο του σε αιγινιτικά μέτρα.]

Τίμων: Εύγε Θρασυκλή. Είσαι αξιέπαινος γι’ αυτά που λες. Μα πριν σου γεμίσω το ταγάρι, έλα λίγο πιο κοντά αν θες να σου γεμίσω το κεφάλι γροθιές και να σε κάνω ασήκωτο απ’ το ξύλο.

[Ο Τίμων χτυπάει τον Θρασυκλή.]

Θρασυκλής: Ω δημοκρατία και νόμοι! Σε ελεύθερη πόλη δεχόμαστε χτυπήματα από έναν καταραμένο!

Τίμων: Γιατί αγανακτείς καλέ μου; Μήπως σε ξεγέλασα; Μα θα σου προσθέσω και τέσσερις χοίνικες* επιπλέον… Μα τί είναι αυτό; Έρχονται πολλοί μαζί. Εκείνος είναι ο Βλεψίας κι ο Λάχης, ο Γνίφων και όλο το σύνταγμα που θα βογκήξουν. Καλύτερα ν’ ανέβω σ’ αυτόν τον βράχο τώρα, για να ξεκουράσω το δικέλλι μου και να μαζέψω ο ίδιος όσο πιο πολλές πέτρες γίνεται και να τους πετροβολήσω από μακριά.
[* Ο χοίνικας ήταν μονάδα όγκου για ξηρά προϊόντα και ισοδυναμούσε με το 1/4 του μεδίμνου.]

[Ο Τίμων ανεβαίνει στον βράχο κι αρχίζει να πετάει πέτρες σ’ αυτούς που πλησιάζουν.]

Βλεψίας: Καλά βρε Τίμων, μη βαράς! Θα φύγουμε!

Τίμων: Ναι, αλλά όχι χωρίς αίματα και τραύματα!

Fr. Nietzsche: τι είναι το καθεστώς της "αγέλης";

Φρίντριχ Νίτσε: 1844-1900

Άρχοντες και αρχόμενοι: Διαλεκτική αγελαίας συνείδησης και ηθικής υποκρισίας

§1 Εισαγωγικές παρατηρήσεις

Σε ένα από τα πολλά αποκαλυπτικά του κείμενα ο Νίτσε προσδιορίζει με απαράμιλλη ευστροφία την ασυναρτησία του Πολιτικού, ως εφαρμοσμένου πολιτικού συστήματος με υπηκόους: κυβερνώντες και κυβερνώμενους. Οι ιδέες του κειμένου που ακολουθεί δίνουν σαφείς απαντήσεις όχι μόνο για το τι σημαίνουν ασυνάρτητοι γενικά, απαίδευτοι, δουλόφρονες, αμοραλιστές πολιτικοί με παρόμοιας νοο-τροπίας υπηκόους-οπαδούς, αλλά και ειδικά για το πώς εκδηλώνονται οι πιο σκοτεινές στιγμές του φαύλου πολιτικού συστήματος της Ευρώπης, όπως και της Ελλαδικής ενδοχώρας.

Η νοηματική ακρίβεια του εν λόγω κειμένου έγκειται, μεταξύ άλλων, στο γεγονός ότι εισχωρεί σε πτυχές του κοινωνικού-πολιτικού γίγνεσθαι, οι οποίες για την ελαφρότητα του ιδεολογικού Είναι ορισμένων –που έχουν μείνει τη λίθινη εποχή– θεωρούνται ιερουργικές και απαράβατες αρχές. Η θεμελιακή σκέψη του κειμένου συνοψίζεται στο εξής: οι άνθρωποι, είτε ως κυβερνήτες είτε ως κυβερνώμενοι –σε επίπεδο θεσμών, ομάδων, τάξεων, λειτουργικών, θεολογικών σχέσων, κρατικών δομών κ.λπ.– έχουν να επιδείξουν ως τώρα μια αγελαία συμπεριφορά, γίνονται δούλοι των ίδιων τους των «αξιών». Γιατί; Επειδή ιστορικά έχουν εθίσει, σαν να πρόκειται για έμφυτο χαρακτηριστικό τους, στην υπακοή ως υποτέλεια, ως αποδοχή και εφαρμογή ξένων εντολών. Έτσι συμβαίνει να απλώνεται παντού μια πολιτεία αγέλης, όπου απουσιάζει η στοιχειώδης αλληλοκατανόηση ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας και κάθε μορφή αυτοσυνειδησίας του ανθρώπου αποβαίνει δυσεύρετο προϊόν, για να επιβεβαιωθεί ακόμη μια φορά πως το επίπεδο των προσώπων που ασκούν εξουσία είναι ανάλογο με το επίπεδο αυτών που τους εκλέγουν και αντίστροφα.

§2 Αποσπάσματα

[1] «Σε όλες τις εποχές, όσο υπάρχουν άνθρωποι, έχουν υπάρξει και ανθρώπινες αγέλες (σύνδεσμοι-συνασπισμοί οικογενειών, κοινότητες, φυλές, λαοί, κράτη, εκκλησίες) και πάντοτε ένας πολύ μεγάλος αριθμός ανθρώπων που υπακούουν αναλογικά προς τον μικρό αριθμό εκείνων που δίνουν εντολές, που διοικούν. –Εάν λοιπόν λάβουμε υπόψη πως η υπακοή ως τώρα έχει εφαρμοστεί και καλλιεργηθεί με τον καλύτερο τρόπο και για τον περισσότερο χρόνο ανάμεσα στους ανθρώπους, μπορούμε εύκολα να υποθέσουμε ότι κατά μέσο όρο μια ανάγκη για υπακοή είναι έμφυτη στον καθένα σήμερα, ως ένα είδος τυπικής συνείδησης, που προστάζει: «οφείλεις να κάνεις άνευ όρων αυτό και άνευ όρων να μην κάνεις το άλλο», συνοπτικά: «οφείλεις». Η εν λόγω ανάγκη πασχίζει να ικανοποιείται και να πληροί τη μορφή της με ένα περιεχόμενο· ενεργώντας έτσι αδράχνει χωρίς περιθώρια επιλογής, ανάλογα με τη δύναμη, την ανυπομονησία και την έντασή της, ως παμφάγος όρεξη, και αποδέχεται οτιδήποτε της φωνάζει στ’ αυτιά της ο οποιοσδήποτε από εκείνους που δίνουν εντολές, που διοικούν: γονείς, δάσκαλοι, νόμοι, ταξικές προκαταλήψεις, κοινή γνώμη» (Nietzsche, KSA 5 ‒Πέραν του καλού και του κακού‒ σ. 119).

Ένα σχόλιο: γενεαλογικά καταδεικνύεται πως στον κόσμο του ιστορικού ανθρώπου οι λίγοι άρχουν και οι πολλοί προορίζονται να υπακούουν δουλικά. Ο άνθρωπος έτσι, ως προς την ιστορικο-οντολογική του παρουσία, δεν παύει να είναι πειθήνιο όργανο εντολών που επιβάλλονται έξωθεν. Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή έχει αγελαία συνείδηση: οι περισσότεροι άνθρωποι διέπονται από μια ηθική υπακοής, υπηρέτησης νόμων, αρχών και προσώπων, χωρίς να υποψιάζονται ούτε κατ’ ελάχιστο ότι πρόκειται για μια ηθική, κατασκευασμένη από τους κυρίαρχους με βάση τις δικές τους αξιώσεις και προορισμένη για δούλους. Οι εκάστοτε διατάζοντες, από την πλευρά τους, υποκρίνονται πως εφαρμόζουν ανώτερες ηθικές αρχές και πως εκτελούν ιερές διαταγές, ριζωμένες με έναν θεόσταλτο τρόπο, στην παράδοση. Έτσι εμφανίζονται να εκπληρώνουν το πιο ιερό χρέος, που κινεί την ιστορία του λαού, ως αγνοί υπηρέτες του. Στην πράξη καταργούν την αυτονομία του ανθρώπινου ατόμου, την πνευματικότητα του ανθρώπινου προσώπου, και μετατρέπουν το λαό σε υποτακτική μάζα. Πρόκειται για βάρβαρα στίφη που υπηρετούν με χαρά πολλές φορές τους ποικίλους μηχανισμούς ως δάσκαλοι, ως δεσμοφύλακες, ως ταξικοί εκπρόσωποι, ως πολιτικό προσωπικό, ως δημοσιογράφοι, ως κομματικοί σωλήνες, ως πολιτικοί μισθοφόροι, ως οπαδοί, ως ψηφοφόροι, ως αθλητές κ.λπ. Τις περισσότερες φορές απουσιάζει ολότελα η ελεύθερη άσκηση της σκέψης και της κρίσης, με τις φωτεινές εξαιρέσεις πάντοτε. Γενικώς όμως ταυτίζονται με ό,τι δεν είναι ο εαυτός τους: με αντικείμενα, με πολιτικούς αγύρτες ‒ανδρείκελα αλλότριων συμφερόντων‒με κάθε είδους πραγμοποιημένο ον της εξουσίας. Ως εκ τούτου είναι υπήκοοι που έχουν μάθει να εκτελούν και να εκτελούνται αγόγγυστα. Κατά κανόνα λοιπόν έχουν μεταποιηθεί σε μια τυποποιημένη συνείδηση που ξέρει μόνο να αναπαράγει τις εντολές που δέχεται: οφείλεις να κάνεις το… να τις αναπαράγει ως μιμητικός πίθηκος του δικού του εξουσιαστή. Και οι κυρίαρχοι, οι εκάστοτε κυβερνώντες, είναι ελεύθεροι; Γι’ αυτό μας μιλάει το παρακάτω απόσπασμα.

[2] «Ο παράδοξος περιορισμός της ανθρώπινης ανάπτυξης, ο δισταγμός, οι παρελκύσεις της, οι συχνές παλινδρομήσεις και περιστροφές της, οφείλονται στο γεγονός ότι το αγελαίο ένστικτο της υπακοής έχει κληρονομηθεί με τον καλύτερο τρόπο και σε βάρος της τέχνης του διατάζειν, του διοικείν. Άμα σκεφτούμε τούτο το ένστικτο ως την πιο ακραία του υπερβολή, θα λείπουν στο τέλος εντελώς οι διατάζοντες, οι διοικούντες, και τα ανεξάρτητα άτομα· ή η κακή τους συνείδηση θα τους κάνει να υποφέρουν μέσα τους και θα πρέπει κατ’ ανάγκη, για να μπορούν να διατάζουν, να δημιουργήσουν στον εαυτό τους μια ψευδαίσθηση, δηλαδή ότι και αυτοί προορίζονται μόνο να υπακούουν. Τέτοια είναι η κατάσταση που επικρατεί σήμερα πράγματι στην Ευρώπη: την ονομάζω ηθική υποκρισία των κυβερνώντων. Αυτοί-εδώ δεν ξέρουν πώς αλλιώς να προστατευθούν από την κίβδηλη ηθική τους-συνείδηση παρά με το να παρουσιάζονται ως εκτελεστές παλαιότερων και ανώτερων εντολών –όπως εντολές των προγόνων, του συντάγματος, του δικαίου, των νόμων ή και του ίδιου του θεού– ή να δανείζονται από τον αγελαίο τρόπο σκέψης αγελαίες ρήσεις-γνώμες και να αυτο-δικαιολογούνται, για παράδειγμα, ότι είναι οι «πρώτοι υπηρέτες του λαού τους» ή «όργανα του κοινού καλού» (ό.π., σσ. 119-120).

Ένα σχόλιο: Και οι κυβερνώντες, αυτοί που προστάζουν, δεν είναι λιγότερο αγελαίοι και υπήκοοι, με το νόημα ότι στερούνται το ελεύθερο φρόνημα, δεν αποτελούν συναφώς καμιά άξια λόγου αυθεντία –έστω και της εξουσίας αυθεντία–, διακρίνονται για την ίδια τυποποιημένη συνείδηση, που προαναφέραμε, και γι’ αυτό αποδεικνύονται ανίκανοι να σκέπτονται και να ενεργούν ως ανεξάρτητα άτομα. Αποτελούν τη άλλη όψη των αδύναμων, παθητικών υπηκόων Ως αντιστάθμισμα της ανικανότητάς τους προβάλλουν διάφορες, όχι λιγότερο αγελαίες, ηθικολογικές επινοήσεις ότι εργάζονται για το δημόσιο συμφέρον, είναι δηλαδή υπ-ουργοί. Εδώ ο Νίτσε γίνεται προάγγελος των κακών από τη «δημοκρατική» μαζοποίηση των πάντων, ανθρώπων και πραγμάτων, κατά τη νεωτερική εποχή. Προοικονομεί ό,τι πρόκειται να συμβεί, κατ’ απόλυτο τρόπο, στις εποχές μας και στους οικείους μας χώρους: το πιο ύπουλο επιτήδευμα, εκείνο της μαζικής δημοκρατίας και της μαζικής κουλτούρας, όπου έρχονται συνήθως στο πολιτικό, πολιτισμικό και επιστημονικό προσκήνιο –σχεδόν πάντοτε με το προσωπείο του λαϊκού ή μεγάλου «δημοκράτη»– τα πιο ασήμαντα, τα πιο ακόλαστα και αδίστακτα όντα της αγέλης. Ας σημειωθεί πως για τον Νίτσε ο ανώτερος άνθρωπος, ο αυθεντικά ευγενής είναι εκείνος που καλλιεργεί και αναπτύσσει ελεύθερα τις ικανότητές του· όχι εκείνος που υποτάσσεται στο Δέον-είναι: στο «οφείλεις ή πρέπει να …». Χαρακτηριστική προς τούτο είναι και η σχετική κριτική του στον Καντ.

ΠΛΑΤΩΝ: Πρωταγόρας (359a-360e)

Οὕτω δὴ τούτων ὑποκειμένων, ἦν δ᾽ ἐγώ, Πρόδικέ τε καὶ Ἱππία, ἀπολογείσθω ἡμῖν Πρωταγόρας ὅδε ἃ τὸ πρῶτον ἀπεκρίνατο πῶς ὀρθῶς ἔχει — μὴ ἃ τὸ πρῶτον παντάπασι· τότε μὲν γὰρ δὴ πέντε ὄντων μορίων τῆς ἀρετῆς οὐδὲν ἔφη εἶναι τὸ ἕτερον οἷον τὸ ἕτερον, ἰδίαν δὲ αὑτοῦ ἕκαστον ἔχειν δύναμιν· ἀλλ᾽ οὐ ταῦτα λέγω, ἀλλ᾽ ἃ τὸ ὕστερον εἶπεν. τὸ γὰρ ὕστερον ἔφη τὰ μὲν τέτταρα ἐπιεικῶς παραπλήσια ἀλλήλοις [359b] εἶναι, τὸ δὲ ἓν πάνυ πολὺ διαφέρειν τῶν ἄλλων, τὴν ἀνδρείαν, γνώσεσθαι δέ μ᾽ ἔφη τεκμηρίῳ τῷδε· «Εὑρήσεις γάρ, ὦ Σώκρατες, ἀνθρώπους ἀνοσιωτάτους μὲν ὄντας καὶ ἀδικωτάτους καὶ ἀκολαστοτάτους καὶ ἀμαθεστάτους, ἀνδρειοτάτους δέ· ᾧ γνώσῃ ὅτι πολὺ διαφέρει ἡ ἀνδρεία τῶν ἄλλων μορίων τῆς ἀρετῆς.» καὶ ἐγὼ εὐθὺς τότε πάνυ ἐθαύμασα τὴν ἀπόκρισιν, καὶ ἔτι μᾶλλον ἐπειδὴ ταῦτα μεθ᾽ ὑμῶν διεξῆλθον. ἠρόμην δ᾽ οὖν τοῦτον εἰ τοὺς ἀνδρείους λέγοι θαρραλέους· ὁ δέ, «Καὶ [359c] ἴτας γ᾽,» ἔφη. μέμνησαι, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὦ Πρωταγόρα, ταῦτα ἀποκρινόμενος; ― Ὡμολόγει. ― Ἴθι δή, ἔφην ἐγώ, εἰπὲ ἡμῖν, ἐπὶ τί λέγεις ἴτας εἶναι τοὺς ἀνδρείους; ἦ ἐφ᾽ ἅπερ οἱ δειλοί; ― Οὐκ ἔφη. ― Οὐκοῦν ἐφ᾽ ἕτερα. ― Ναί, ἦ δ᾽ ὅς. ― Πότερον οἱ μὲν δειλοὶ ἐπὶ τὰ θαρραλέα ἔρχονται, οἱ δὲ ἀνδρεῖοι ἐπὶ τὰ δεινά; ― Λέγεται δή, ὦ Σώκρατες, οὕτως ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων. ― Ἀληθῆ, ἔφην ἐγώ, λέγεις· ἀλλ᾽ οὐ τοῦτο [359d] ἐρωτῶ, ἀλλὰ σὺ ἐπὶ τί φῂς ἴτας εἶναι τοὺς ἀνδρείους; ἆρ᾽ ἐπὶ τὰ δεινά, ἡγουμένους δεινὰ εἶναι, ἢ ἐπὶ τὰ μή; ― Ἀλλὰ τοῦτό γ᾽, ἔφη, ἐν οἷς σὺ ἔλεγες τοῖς λόγοις ἀπεδείχθη ἄρτι ὅτι ἀδύνατον. ― Καὶ τοῦτο, ἔφην ἐγώ, ἀληθὲς λέγεις· ὥστ᾽ εἰ τοῦτο ὀρθῶς ἀπεδείχθη, ἐπὶ μὲν ἃ δεινὰ ἡγεῖται εἶναι οὐδεὶς ἔρχεται, ἐπειδὴ τὸ ἥττω εἶναι ἑαυτοῦ ηὑρέθη ἀμαθία οὖσα. ― Ὡμολόγει. ― Ἀλλὰ μὴν ἐπὶ ἅ γε θαρροῦσι πάντες αὖ ἔρχονται, καὶ δειλοὶ καὶ ἀνδρεῖοι, καὶ ταύτῃ γε ἐπὶ τὰ αὐτὰ [359e] ἔρχονται οἱ δειλοί τε καὶ οἱ ἀνδρεῖοι. ― Ἀλλὰ μέντοι, ἔφη, ὦ Σώκρατες, πᾶν γε τοὐναντίον ἐστὶν ἐπὶ ἃ οἵ τε δειλοὶ ἔρχονται καὶ οἱ ἀνδρεῖοι. αὐτίκα εἰς τὸν πόλεμον οἱ μὲν ἐθέλουσιν ἰέναι, οἱ δὲ οὐκ ἐθέλουσιν. ― Πότερον, ἔφην ἐγώ, καλὸν ὂν ἰέναι ἢ αἰσχρόν; ― Καλόν, ἔφη. ― Οὐκοῦν εἴπερ καλόν, καὶ ἀγαθὸν ὡμολογήσαμεν ἐν τοῖς ἔμπροσθεν· τὰς γὰρ καλὰς πράξεις ἁπάσας ἀγαθὰς ὡμολογήσαμεν. ― Ἀληθῆ λέγεις, καὶ ἀεὶ ἔμοιγε δοκεῖ οὕτως. ― Ὀρθῶς γε, ἔφην ἐγώ. [360a] ἀλλὰ ποτέρους φῂς εἰς τὸν πόλεμον οὐκ ἐθέλειν ἰέναι, καλὸν ὂν καὶ ἀγαθόν; ― Τοὺς δειλούς, ἦ δ᾽ ὅς. ― Οὐκοῦν, ἦν δ᾽ ἐγώ, εἴπερ καλὸν καὶ ἀγαθόν, καὶ ἡδύ; ― Ὡμολόγηται γοῦν, ἔφη. ― Ἆρ᾽ οὖν γιγνώσκοντες οἱ δειλοὶ οὐκ ἐθέλουσιν ἰέναι ἐπὶ τὸ κάλλιόν τε καὶ ἄμεινον καὶ ἥδιον; ― Ἀλλὰ καὶ τοῦτο ἐὰν ὁμολογῶμεν, ἔφη, διαφθεροῦμεν τὰς ἔμπροσθεν ὁμολογίας. ― Τί δ᾽ ὁ ἀνδρεῖος; οὐκ ἐπὶ τὸ κάλλιόν τε καὶ ἄμεινον καὶ ἥδιον ἔρχεται; ― Ἀνάγκη, ἔφη, ὁμολογεῖν. ― Οὐκοῦν ὅλως οἱ [360b] ἀνδρεῖοι οὐκ αἰσχροὺς φόβους φοβοῦνται, ὅταν φοβῶνται, οὐδὲ αἰσχρὰ θάρρη θαρροῦσιν; ― Ἀληθῆ, ἔφη. ― Εἰ δὲ μὴ αἰσχρά, ἆρ᾽ οὐ καλά; ― Ὡμολόγει. ― Εἰ δὲ καλά, καὶ ἀγαθά; ― Ναί. ― Οὐκοῦν καὶ οἱ δειλοὶ καὶ οἱ θρασεῖς καὶ οἱ μαινόμενοι τοὐναντίον αἰσχρούς τε φόβους φοβοῦνται καὶ αἰσχρὰ θάρρη θαρροῦσιν; ― Ὡμολόγει. ― Θαρροῦσιν δὲ τὰ αἰσχρὰ καὶ κακὰ δι᾽ ἄλλο τι ἢ δι᾽ ἄγνοιαν καὶ ἀμαθίαν; ― Οὕτως [360c] ἔχει, ἔφη. ― Τί οὖν; τοῦτο δι᾽ ὃ δειλοί εἰσιν οἱ δειλοί, δειλίαν ἢ ἀνδρείαν καλεῖς; ― Δειλίαν ἔγωγ᾽, ἔφη. ― Δειλοὶ δὲ οὐ διὰ τὴν τῶν δεινῶν ἀμαθίαν ἐφάνησαν ὄντες; ― Πάνυ γ᾽, ἔφη. ― Διὰ ταύτην ἄρα τὴν ἀμαθίαν δειλοί εἰσιν; ― Ὡμολόγει. ― Δι᾽ ὃ δὲ δειλοί εἰσιν, δειλία ὁμολογεῖται παρὰ σοῦ; ― Συνέφη. ― Οὐκοῦν ἡ τῶν δεινῶν καὶ μὴ δεινῶν ἀμαθία δειλία ἂν εἴη; ― Ἐπένευσε. ― Ἀλλὰ μήν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἐναντίον [360d] ἀνδρεία δειλίᾳ. ― Ἔφη. ― Οὐκοῦν ἡ τῶν δεινῶν καὶ μὴ δεινῶν σοφία ἐναντία τῇ τούτων ἀμαθίᾳ ἐστίν; ― Καὶ ἐνταῦθα ἔτι ἐπένευσεν. ― Ἡ δὲ τούτων ἀμαθία δειλία; ― Πάνυ μόγις ἐνταῦθα ἐπένευσεν. ― Ἡ σοφία ἄρα τῶν δεινῶν καὶ μὴ δεινῶν ἀνδρεία ἐστίν, ἐναντία οὖσα τῇ τούτων ἀμαθίᾳ; ― Οὐκέτι ἐνταῦθα οὔτ᾽ ἐπινεῦσαι ἠθέλησεν ἐσίγα τε. ― Καὶ ἐγὼ εἶπον· Τί δή, ὦ Πρωταγόρα, οὔτε σὺ φῂς ἃ ἐρωτῶ οὔτε ἀπόφῃς; ― Αὐτός, ἔφη, πέρανον. ― Ἕν γ᾽, ἔφην ἐγώ, μόνον [360e] ἐρόμενος ἔτι σέ, εἴ σοι ὥσπερ τὸ πρῶτον ἔτι δοκοῦσιν εἶναί τινες ἄνθρωποι ἀμαθέστατοι μέν, ἀνδρειότατοι δέ. ― Φιλονικεῖν μοι, ἔφη, δοκεῖς, ὦ Σώκρατες, τὸ ἐμὲ εἶναι τὸν ἀποκρινόμενον· χαριοῦμαι οὖν σοι, καὶ λέγω ὅτι ἐκ τῶν ὡμολογημένων ἀδύνατόν μοι δοκεῖ εἶναι.

***
Τότε είπα: Έχοντας λοιπόν υπόψη αυτά, Πρόδικε και Ιππία, ας υποστηρίξει ο Πρωταγόρας πού στηρίζει την ορθότητα της πρώτης του απάντησης· όχι βέβαια της πρώτης πρώτης, που μας είπε ότι η αρετή έχει πέντε μόρια και κανένα απ᾽ αυτά δεν είναι όμοιο με τ᾽ άλλα, αλλά ότι το καθένα τους έχει ξεχωριστή λειτουργία. Δεν εννοώ αυτή, αλλά εκείνη που έδωσε κατόπι. Γιατί κατόπι είπε ότι τα τέσσερα είναι πολύ όμοια μεταξύ τους, [359b] όμως το πέμπτο, η ανδρεία, παρουσιάζει μεγάλη διαφορά από τ᾽ άλλα. Και για να το καταλάβω αυτό μου έφερε το ακόλουθο επιχείρημα: Σωκράτη, μου είπε, θα συναντήσεις ανθρώπους ανόσιους και άδικους και αχαλίνωτους και άξεστους όσο δεν παίρνει — κι όμως εξαιρετικά ανδρείους. Απ᾽ αυτό θα καταλάβεις ότι η ανδρεία παρουσιάζει πολύ μεγάλη διαφορά από τα άλλα μόρια της αρετής. Και εγώ τότε σάστισα με την απάντηση αυτή, σαστίζω όμως ακόμη περισσότερο τώρα, ύστερ᾽ από την έρευνα που έκανα μαζί σας. Του έκαμα λοιπόν την ερώτηση: Υποστηρίζεις ότι οι ανδρείοι είναι θαρραλέοι; Κι αυτός μου είπε: [359c] Ναι, και ριψοκίνδυνοι. Θυμάσαι, Πρωταγόρα, ότι μου έδωσες αυτές τις απαντήσεις;
Ναι, είπε.
Εμπρός λοιπόν, του είπα, πες μας: οι ανδρείοι κατά τα λεγόμενά σου σε ποιά πράγματα δείχνονται ριψοκίνδυνοι; σ᾽ αυτά που βαδίζουν και οι δειλοί;
Όχι, είπε.
Άρα στα αντίθετα.
Ναι, είπε.
Αλήθεια, οι δειλοί δε βαδίζουν προς τα ακίνδυνα, ενώ οι ανδρείοι προς τα επικίνδυνα;
Αυτή την ιδέα έχουν οι άνθρωποι, Σωκράτη.
Ορθά τα λες, είπα. Αλλά η ερώτησή μου [359d] δεν έχει αυτό το σκοπό, παρά άλλον: εσύ σε ποιά πράγματα υποστηρίζεις ότι οι ανδρείοι δείχνονται ριψοκίνδυνοι; στα επικίνδυνα, όταν πιστεύουν ότι πράγματι είναι επικίνδυνα ή όταν πιστεύουν το αντίθετο;
Αλλά από όσα είπες προηγουμένως έγινε φανερό ότι το πρώτο είναι αδύνατο.
Και εδώ, του είπα, μιλάς ορθά. Λοιπόν, αν η απόδειξή μας στέκεται, κανείς δε βαδίζει προς αυτά που πιστεύει ότι είναι επικίνδυνα, γιατί παραδεχτήκαμε ότι το να είναι κανείς κατώτερος από τον εαυτό του είναι άγνοια.
Συμφώνησε.
Αλλά βέβαια τότε όλοι βαδίζουν προς εκείνα που θεωρούν ακίνδυνα, και οι δειλοί και οι ανδρείοι· αν δούμε έτσι το ζήτημα, [359e] και οι δειλοί και οι ανδρείοι βαδίζουν προς τα ίδια πράγματα.
Ναι, Σωκράτη, αλλά είναι εντελώς αντίθετα μεταξύ τους εκείνα προς τα οποία βαδίζουν οι δειλοί, και οι ανδρείοι· λόγου χάρη οι δεύτεροι βαδίζουν πρόθυμα στον πόλεμο, ενώ οι πρώτοι προσπαθούν να ξεφύγουν.
Τί λες εσύ, επειδή το να πάει κανείς στον πόλεμο είναι κάτι ωραίο ή αισχρό;
Κάτι ωραίο, είπε.
Λοιπόν, αφού είναι ωραίο, προηγουμένως παραδεχτήκαμε ότι είναι και καλό. Γιατί παραδεχτήκαμε ότι όλες οι ωραίες πράξεις είναι και καλές.
Έτσι είναι, όπως τα λες· κι εγώ πάντοτε αυτή τη γνώμη έχω.
Και έχεις δίκιο, είπα. [360a] Ποιοί όμως από τους παραπάνω λες ότι θέλουν να ξεφύγουν απ᾽ τον πόλεμο, που είναι κάτι ωραίο και καλό;
Οι δειλοί, απάντησε.
Λοιπόν, εφόσον είναι ωραίο και καλό, άρα είναι και ευχάριστο;
Όπως και να ᾽χει, το έχουμε παραδεχτεί, είπε.
Τότε λοιπόν οι δειλοί αποφεύγουν να βαδίσουν προς το ανώτερο και ωραιότερο και πιο ευχάριστο, γνωρίζοντάς το;
Αν κι εδώ δώσουμε καταφατική απάντηση, πάνε περίπατο τα όσα παραδεχτήκαμε παραπάνω, είπε.
Και ο ανδρείος; δεν προχωρεί προς το ανώτερο και ωραιότερο και το πιο ευχάριστο;
Είμαι υποχρεωμένος να συμφωνήσω, είπε.
Άρα γενικά [360b] οι φόβοι που νιώθουν οι ανδρείοι δε φέρνουν ντροπή, ούτε το θάρρος που νιώθουν είναι άσκημο.
Έτσι είναι, είπε.
Και αφού δεν είναι άσκημο, τότε δεν είναι ωραίο;
Βέβαια.
Κι αφού είναι ωραίο, είναι και καλό;
Ναι.
Λοιπόν, αντίθετα οι δειλοί και οι μανιακοί νιώθουν φόβους που φέρνουν ντροπή και θάρρος άσκημο;
Συμφώνησε.
Και τί είναι εκείνο που τους κάνει να νιώθουν κακό και άσκημο θάρρος, αν όχι η αμάθεια και η άγνοια;
[360c] Έτσι είναι, είπε.
Τί λοιπόν; εκείνο που κάνει τους δειλούς να είναι δειλοί, εσύ το λες δειλία ή ανδρεία;
Κατά τη γνώμη μου, δειλία, είπε.
Λοιπόν, δεν αποδείξαμε ότι αυτοί έγιναν δειλοί, επειδή δε γνώριζαν ποιά είναι τα επικίνδυνα;
Και με το παραπάνω, είπε.
Άρα η δειλία τους προέρχεται από αμάθεια;
Ναι.
Και αυτό που τους κάνει δειλούς παραδέχτηκες ότι είναι η δειλία;
Το παραδέχτηκε ο Πρωταγόρας.
Λοιπόν, ύστερ᾽ απ᾽ αυτά μπορούμε να πούμε ότι το να μη γνωρίζει κανείς τα επικίνδυνα και τ᾽ αντίθετά τους είναι δειλία;
Απάντησε με γνέψιμο, Ναι.
Πρόσεξε τώρα, του είπα, [360d] η δειλία έχει αντίθετό της την ανδρεία;
Ναι.
Λοιπόν, το να είναι κανείς σοφός πάνω στο τί είναι επικίνδυνο και τί όχι είναι αντίθετο από το να μη τα γνωρίζει;
Για άλλη μια φορά και σ᾽ αυτό το σημείο έγνεψε, Ναι.
Και η άγνοια πάνω σ᾽ αυτά είναι δειλία;
Εδώ με μεγάλη δυσκολία έγνεψε, Ναι.
Άρα λοιπόν το να είναι κανείς σοφός στα επικίνδυνα και τα αντίθετά τους είναι ανδρεία, μια κι αυτή είναι το αντίθετο από την άγνοια αυτών;
Σ᾽ αυτό το σημείο δε φάνηκε πια πρόθυμος να γνέψει, Ναι, και σιωπούσε.
Τότε του είπα: Τί συμβαίνει, Πρωταγόρα; σε ρωτώ και δεν απαντάς ούτε ναι ούτε όχι.
Βγάλε το συμπέρασμα μόνος σου, είπε.
Αφού σου κάνω ακόμη μια ερώτηση μόνο, του είπα: [360e] Πιστεύεις όπως πρωτύτερα ότι βρίσκονται άνθρωποι εντελώς αμόρφωτοι, εξαιρετικά όμως ανδρειωμένοι;
Σωκράτη, μου φαίνεται ότι ζητάς σώνει και καλά να σου δώσω εγώ την απάντηση· λοιπόν σου κάνω τη χάρη και λέω ότι, ύστερ᾽ από τα όσα παραδεχτήκαμε, αυτό είναι αδύνατο.