Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Μήδεια (908-945)

ΙΑ. αἰνῶ, γύναι, τάδ᾽, οὐδ᾽ ἐκεῖνα μέμφομαι·
εἰκὸς γὰρ ὀργὰς θῆλυ ποιεῖσθαι γένος
910 γάμους παρεμπολῶντος †ἀλλοίους πόσει†.
ἀλλ᾽ ἐς τὸ λῷον σὸν μεθέστηκεν κέαρ,
ἔγνως δὲ τὴν νικῶσαν, ἀλλὰ τῷ χρόνῳ,
βουλήν· γυναικὸς ἔργα ταῦτα σώφρονος.
ὑμῖν δέ, παῖδες, οὐκ ἀφροντίστως πατὴρ
915 πολλὴν ἔθηκε σὺν θεοῖς σωτηρίαν·
οἶμαι γὰρ ὑμᾶς τῆσδε γῆς Κορινθίας
τὰ πρῶτ᾽ ἔσεσθαι σὺν κασιγνήτοις ἔτι.
ἀλλ᾽ αὐξάνεσθε· τἄλλα δ᾽ ἐξεργάζεται
πατήρ τε καὶ θεῶν ὅστις ἐστὶν εὐμενής.
920 ἴδοιμι δ᾽ ὑμᾶς εὐτραφεῖς ἥβης τέλος
μολόντας, ἐχθρῶν τῶν ἐμῶν ὑπερτέρους.
αὕτη, τί χλωροῖς δακρύοις τέγγεις κόρας,
στρέψασα λευκὴν ἔμπαλιν παρηίδα,
κοὐκ ἀσμένη τόνδ᾽ ἐξ ἐμοῦ δέχῃ λόγον;
925 ΜΗ. οὐδέν· τέκνων τῶνδ᾽ ἐννοουμένη πέρι.
ΙΑ. θάρσει νυν· εὖ γὰρ τῶνδ᾽ ἐγὼ θήσω πέρι.
ΜΗ. δράσω τάδ᾽· οὔτοι σοῖς ἀπιστήσω λόγοις.
γυνὴ δὲ θῆλυ κἀπὶ δακρύοις ἔφυ.
ΙΑ. τί δῆτα λίαν τοῖσδ᾽ ἐπιστένεις τέκνοις;
930 ΜΗ. ἔτικτον αὐτούς· ζῆν δ᾽ ὅτ᾽ ἐξηύχου τέκνα,
ἐσῆλθέ μ᾽ οἶκτος εἰ γενήσεται τάδε.
ἀλλ᾽ ὧνπερ οὕνεκ᾽ εἰς ἐμοὺς ἥκεις λόγους,
τὰ μὲν λέλεκται, τῶν δ᾽ ἐγὼ μνησθήσομαι.
ἐπεὶ τυράννοις γῆς μ᾽ ἀποστεῖλαι δοκεῖ
935 (κἀμοὶ τάδ᾽ ἐστὶ λῷστα, γιγνώσκω καλῶς,
μήτ᾽ ἐμποδών σοι μήτε κοιράνοις χθονὸς
ναίειν· δοκῶ γὰρ δυσμενὴς εἶναι δόμοις)
ἡμεῖς μὲν ἐκ γῆς τῆσδ᾽ ἀπαροῦμεν φυγῇ,
παῖδες δ᾽ ὅπως ἂν ἐκτραφῶσι σῇ χερὶ
940 αἰτοῦ Κρέοντα τήνδε μὴ φεύγειν χθόνα.
ΙΑ. οὐκ οἶδ᾽ ἂν εἰ πείσαιμι, πειρᾶσθαι δὲ χρή.
ΜΗ. σὺ δ᾽ ἀλλὰ σὴν κέλευσον ἄντεσθαι πατρὸς
γυναῖκα παῖδας τήνδε μὴ φεύγειν χθόνα.
ΙΑ. μάλιστα· καὶ πείσειν γε δοξάζω σφ᾽ ἐγώ,
945 εἴπερ γυναικῶν ἐστι τῶν ἄλλων μία.

***
ΙΑ. Σε επαινώ, γυναίκα, γι᾽ αυτά και δεν σε ψέγω για εκείνα.
Είναι λογικό να οργίζονται οι γυναίκες,
910 όταν οι άντρες ετοιμάζουν ερήμην τους άλλους γάμους.
Η καρδιά σου όμως τώρα έγειρε στο καλύτερο,
χρειάστηκες χρόνο, αλλά κατάλαβες το σωστό.
Το φέρσιμό σου είναι φέρσιμο γυναίκας συνετής.
Για σας πάλι, παιδιά μου, ο πατέρας σας, όχι δίχως σκέψη,
915 πέτυχε να έχετε με τη βοήθεια των θεών,
μεγάλες ελπίδες να ευημερήσετε.
Εσείς και οι αδελφοί σας θα γίνετε, πιστεύω, μια μέρα
οι πρώτοι εδώ στη γη της Κορίνθου.
Μόνο μεγαλώστε με το καλό.
Για τ᾽ άλλα θα φροντίσει ο πατέρας σας
και όποιος από τους θεούς είναι για σας ευμενής.
920 Εύχομαι να σας δω να φτάνετε στην αλκή της νιότης
και να συντρίβετε τους εχθρούς μου.
(Η Μήδεια γυρίζει από την άλλη πλευρά και κλαίει.)
Εε, γιατί έστρεψες από την άλλη το λευκό σου πρόσωπο
και ωχρά δάκρυα βρέχουν τα βλέφαρά σου;
Γιατί δεν χάρηκες ακούγοντας τα λόγια που είπα;
925 ΜΗ. Δεν είναι τίποτα. Σκεφτόμουν τούτα τα παιδιά.
ΙΑ. Μην ανησυχείς. Θα φροντίσω εγώ γι᾽ αυτά.
ΜΗ. Θα σ᾽ ακούσω. Δεν αμφισβητώ αυτό που είπες,
όμως γυναίκα θα πει τρυφερότητα και δάκρυ.
ΙΑ. Και γιατί σπαράζεις έτσι γι᾽ αυτά τα παιδιά;
930 ΜΗ. Τα έχω γεννήσει, και όταν ευχήθηκες να ζήσουν,
ένιωσα μέσα μου μια λύπη. Θα γίνει άραγε; αναρωτήθηκα.
Όμως ήρθες για να μιλήσεις μαζί μου·
κάποια τα είπαμε ήδη, άλλα θα τα θυμίσω εγώ.
Αφού αποφάσισαν οι άρχοντες να με διώξουν από εδώ
935 (αυτό είναι και για μένα το άριστο —το αντιλαμβάνομαι απολύτως—,
να μην γίνομαι εμπόδιο ούτε για σένα
ούτε για τους άρχοντες της χώρας,
μια και με θεωρούν εχθρό του σπιτιού),
εγώ θα φύγω από τη χώρα και θα πάρω τον δρόμο της εξορίας,
940 εσύ παρακάλεσε ωστόσο τον Κρέοντα να μην εξοριστούν τα παιδιά,
για να μεγαλώσουν με το καλό στα χέρια σου.
ΙΑ. Δεν ξέρω αν θα τον πείσω, όμως οφείλω να προσπαθήσω.
ΜΗ. Ζήτα πάντως από τη γυναίκα σου
να παρακαλέσει τον πατέρα της να μην εξοριστούν τα παιδιά.
ΙΑ. Θα το πράξω. Και θα την πείσω, πιστεύω,
945 αν είναι και αυτή μια γυναίκα όπως όλες.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Πώς προφέρονταν τα αρχαία Ελληνικά

6.2 Φωνήεντα

Μακρά και βραχέα

Αυτό που έχει σημασία να θυμόμαστε είναι ότι τα φωνήεντα της αρχαίας ελληνικής είχαν ένα χαρακτηριστικό που απουσιάζει από τα νέα ελληνικά: χωρίζονταν σε μακρά και βραχέα, σε φωνήεντα δηλαδή «μακριά» και «σύντομα». Τί σημαίνουν αυτά τα επίθετα; Σημαίνουν ότι το βραχύ, «κοντό», φωνήεν είχε μικρότερη διάρκεια άρθρωσης από το μακρό. Όσοι ξέρουν αγγλικά, θα αναγνωρίσουν την ομοιότητα με αυτή τη γλώσσα. Στα αγγλικά οι δύο λέξεις shit και sheet διαφέρουν κατά το ότι η πρώτη προφέρεται με ένα «σύντομο», βραχύ [i] (και σημαίνει 'κακά'), ενώ η δεύτερη προφέρεται με ένα μακρό [ί], προφέρεται δηλαδή [shiit] (και σημαίνει 'σεντόνι'). Επειδή δεν έχουμε τη διάκριση αυτή στα νέα ελληνικά, συνήθως δυσκολευόμαστε να προφέρουμε διαφορετικά τις δύο αυτές λέξεις, με αποτέλεσμα μια σύγχυση που μπορεί να μας βάλει σε μπελάδες. Το ίδιο συμβαίνει με τις αγγλικές λέξεις ship 'πλοίο' και sheep 'πρόβατα'. Η πρώτη προφέρεται με ένα βραχύ, «σύντομο» [ί] και η δεύτερη με ένα μακρό [ί], δηλαδή με ένα [ί] που η άρθρωσή του διαρκεί περισσότερο [shiip].

Η, Ε, ΕΙ

Κάπως έτσι γινόταν και στα αρχαία Ελληνικά. Θυμηθείτε πάλι το παράδειγμα βῆ βῆ, που δηλώνει το βέλασμα των προβάτων. Το γράμμα η (στα κλασικά χρόνια χρησιμοποιούσαν μόνο κεφαλαία γράμματα, δηλαδή Η για την περίπτωση που συζητάμε) αντιστοιχεί σε ένα μακρό [e], δηλαδή [ee]. Το βραχύ αντίστοιχο του είναι το ε (δηλαδή Ε). Στα αρχαία ελληνικά υπήρχε και ένα ακόμη μακρό [e], που γραφόταν ει (δηλαδή ΕΙ)· αρχικά προφερόταν όπως γραφόταν, αλλά αργότερα, στον 5ο αιώνα π.Χ., κατέληξε να προφέρεται σαν ένα μακρό [e]. Η διαφορά του από το άλλο μακρό [e], το Η, είναι ότι προφερόταν πιο κλειστά, δηλαδή με μικρότερο άνοιγμα του στόματος. Έτσι, η διαφορά στην προφορά των δύο λέξεων ἤδη και εἲδη ήταν ότι και οι δυο άρχιζαν με ένα μακρό [e] = [ee], αλλά στην πρώτη λέξη το [ee] = Η προφερόταν με πιο ανοιχτό το στόμα απ' ό,τι στη δεύτερη λέξη, όπου [ee] = ΕΙ. Αυτό το κλειστό μακρό [e] (που γράφεται ως ΕΙ) θα συμπέσει αργότερα με το μακρό [ί] και έτσι θα προκύψει η νεοελληνική προφορά ει = [ί].

Ο, ΟΥ, Ω

Η διαφορά μεταξύ του όμικρον και του ωμέγα είναι, πάλι, ότι το πρώτο αντιστοιχεί σε έναν βραχύ φθόγγο, ενώ το δεύτερο σε έναν μακρό, έναν φθόγγο δηλαδή που διαρκεί περισσότερο, = [οο]. Πώς το ξέρουμε αυτό; Μια πηγή είναι λέξεις που δηλώνουν ήχους ζώων. Το ρήμα κρώζω (που αναφέρεται στον ήχο που κάνουν τα κοράκια) αλλά και το ρήμα βρωμώμαι (που αναφέρεται στον ήχο που βγάζουν τα γαϊδούρια) γράφονται με ω (με μακρό [ο]) ακριβώς για να αποδώσουν τη διάρκεια που έχουν αυτοί οι ήχοι στο στόμα των κοράκων και των γαϊδάρων.

Όπως και, στην προηγούμενη περίπτωση, υπήρχε ακόμα ένα μακρό [ο], που γραφόταν ΟΥ. Αρχικά προφερόταν όπως γραφόταν ([ou]· θα μιλήσουμε σε λίγο για την προφορά του ύψιλον), αλλά στην αττική διάλεκτο του 5ου αιώνα έχει αλλάξει και δηλώνει ένα μακρό κλειστό [ο]. Η διαφορά του δηλαδή από το άλλο μακρό [ο] (δηλαδή αυτό που γράφεται με ω) είναι ότι, ενώ το Ω αντιστοιχεί σε ένα μακρό [ο] που είναι ανοιχτό, προφέρεται δηλαδή με το στόμα αρκετά ανοιχτό, το άλλο μακρό [ο] (που γράφεται ως ΟΥ) προφέρεται με το στόμα πιο κλειστό. Έτσι η διαφορά ανάμεσα στις δύο λέξεις πῶς και πούς 'πόδι' είναι ότι και στις δύο περιπτώσεις έχουμε μακρό [ο], με τη διαφορά ότι στην πρώτη λέξη το μακρό [ο] προφερόταν με πιο ανοιχτό το στόμα απ' ό,τι στη δεύτερη λέξη. Αυτό το μακρό κλειστό [ο] που γραφόταν ως ΟΥ θα μετακινηθεί σχετικά νωρίς στην προφορά [u]. Από την προφορά αυτή θα προέλθει το σημερινό [u].

Άλλα φωνήεντα

Και τα [i], [a] είχαν μια «μακρά» και μια «βραχεία» προφορά . Αυτό όμως δεν δηλωνόταν με ξεχωριστά γράμματα. Η διαφορά μεταξύ του βραχέος [ij και του μακρού [i] ήταν ανάλογη με αυτή που βρίσκουμε στα σημερινά αγγλικά: bit 'κομμάτι', beat 'χτυπώ' (προφέρεται [biit]).

Μακρά και βραχεία προφορά είχε και ο φθόγγος που δηλωνόταν με το γράμμα ύψιλον (Υ). Εδώ όμως πρέπει να επισημάνουμε (το έχουμε ήδη κάνει σε προηγούμενο κεφάλαιο) ότι ο φθόγγος στον οποίο αντιστοιχούσε το γράμμα Υ τον 5ο αιώνα π.Χ. δεν ήταν το [ί], όπως σήμερα, αλλά ο φθόγγος [ü] (κάτι σαν ιου), όπως στο γαλλικό lune 'φεγγάρι' (προφέρεται [lün], λιουν). Πώς το ξέρουμε αυτό; Μια πηγή είναι τα αρχαία ρήματα που δηλώνουν ήχους που κάνουν διάφορα ζώα: μυκώμαι (για το μουγκανητό των βοοειδών), βρυχώμαι (για τον βρυχηθμό των λιονταριών)· πρβ. και κόκκυξ (το αρχαίο όνομα του κούκου). Η χρήση του γράμματος Υ στις λέξεις αυτές δεν μπορεί παρά να δηλώνει έναν φθόγγο που είναι κοντά στους πραγματικούς ήχους που κάνουν τα αντίστοιχα ζώα. Και αυτός είναι πιο κοντά σε αυτό που γράφουμε ως ου σήμερα (μουγκανητό, κούκος) και όχι στο [ί] στο οποίο αντιστοιχεί σήμερα το γράμμα ύψιλον. Αργότερα αυτός ο φθόγγος θα εξελιχθεί σε [ί] και θα συμπέσει με τον φθόγγο που αποδίδεται με το γράμμα I.

Από την φιλοσοφία του Σωκράτη

Σωκράτης (469-399 π.Χ.)

Ο φιλόσοφος Σωκράτης παραμένει ένα αίνιγμα, όπως άλλωστε υπήρξε και όσο ζούσε. Παρόλο που δεν άφησε ούτε δείγμα συγγράμματος, θεωρείται ακόμα και σήμερα ένας από τους φιλοσόφους που άλλαξαν για πάντα το πώς αντιλαμβανόμαστε την φιλοσοφία και επηρέασε σχεδόν όλες τις υπόλοιπες φιλοσοφικές σχολές. Πέρασε τη ζωή του στις αγορές και του δρόμους της Αθήνας και θεωρούσε ότι τα χωράφια και τα δέντρα δεν έχουν κάτι να του πουν. Ό,τι ξέρουμε για αυτόν το γνωρίζουμε μέσω άλλων, όπως τον Πλάτωνα, τον Ξενοφώντα και τον Αριστοτέλη. Η ζωή του θεωρείται παράδειγμα προς μίμηση για μια φιλοσοφική ζωή – όπως εξάλλου και ο θάνατός του. Είναι πολύ δύσκολο όμως να διακρίνουμε τον ιστορικό Σωκράτη, από τον Σωκράτη όπως τον παρουσιάζει κάθε ένας που γράφει γι’ αυτόν, που τελικά έχει δημιουργηθεί μια κατάσταση γνωστή ως το “Σωκρατικό πρόβλημα”. Δεν έχουμε τον αληθινό Σωκράτη, αλλά τις πολλές ερμηνείες που αναπαριστούν έναν θεωρητικά πιθανό Σωκράτη.

Ξέρουμε πάντως ότι ήταν γιος του Σωφρονίσκου και της Φαιναρέτης από το δήμο της Αλωπεκής. Παντρεύτηκε σε μεγάλη ηλικία την Ξανθίππη κι έκαναν 3 παιδιά. Στις φιλοσοφικές του έρευνες τον παρακολουθούσαν πολλοί, κυρίως νέοι και σχηματίστηκε γύρω του ένας όμιλος, που δεν αποτελούσε όμως σχολή, γιατί ο Σωκράτης δεν δίδαξε συστηματικά, αλλά διαλεγόταν σε κάθε σημείο της πόλης, με ανθρώπους κάθε κοινωνικής τάξης. Σε αντίθεση με τους σοφιστές δεν έπαιρνε χρήματα από τους μαθητές του. Δήλωνε ότι άκουγε μέσα του μία φωνή, την οποία ονόμαζε «δαιμόνιο» και του απαγόρευε να πράττει κάποια πράγματα, ανεξαρτήτως καλού ή κακού όμως, δεν πρέπει δηλαδή να συγχέεται με την έννοια της συνείδησης. Αυτό βέβαια δεν ακουγόταν πολύ ωραίο στους υπόλοιπους Αθηναίους. Απέφευγε την εμπλοκή στην πολιτική και προτιμούσε να πορεύεται τη δική του ανεξάρτητη πορεία. Μόνη εξαίρεση, όταν η πατρίδα τον καλούσε.

Θεωρούσε τον εαυτό του την αλογόμυγα που τσιμπά, ενοχλεί τους εφησυχασµένους πολίτες, ξυπνώντας τους από το λήθαργο.

Ζωή

Ο Σωκράτης πίστευε ότι η αυτογνωσία ήταν επαρκής για να ζήσει κανείς μια καλή ζωή. Ταύτιζε την γνώση με την αρετή. Οι άνθρωποι είναι δυνατόν να φτάσουν στην απόλυτη γνώση έλεγε, αρκεί να ακολουθήσουν τη σωστή μέθοδο. Η γνώση δεν είναι δεδομένη και ανώδυνη, παρομοιάζεται μάλιστα με τις ωδίνες του τοκετού. Αν μπορούμε να “μάθουμε τη γνώση”, τότε μπορούμε να διδαχθούμε και την αρετή. Ο τρόπος που ζούσε συνίστατο στην εξέταση της ζωής των ανθρώπων, τη δική του και των άλλων, επειδή “Ο δὲ ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ” (η ζωή που δεν εξετάζεται δεν αρμόζει σε άνθρωπο). Πρέπει κανείς να αναζητά τη γνώση και τη σοφία πριν από τα άλλα ιδιωτικά του συμφέροντα. Η γνώση αναζητείται ως μέσο για την ηθική δράση. Η λογική αποτελεί προϋπόθεση για να ζήσει κανείς μια καλή ζωή, κατά τον Σωκράτη. Η αληθινή μας ευτυχία εξαρτάται από το αν κάνουμε αυτό που είναι σωστό. Δεν μπορείς να είσαι ευτυχισμένος αν δρας αντίθετα με όσα πιστεύεις. Η ηθική του Σωκράτη έχει έναν τελολογικό χαρακτήρα – η μηχανιστική εξήγηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς είναι λανθασμένη. Η ανθρώπινη δράση στοχεύει στο καλό και υπάρχει σκοπός στη φύση. Ο Σωκράτης πίστευε ότι όταν οι άνθρωποι λειτουργούν ανήθικα δεν το κάνουν σκόπιμα, το οποίο είναι γνωστό και ως το Σωκρατικό Παράδοξο. Έλεγε ότι αν κάποιος ξέρει ποιο είναι το σωστό, τότε θα πράξει αναλόγως. Αλλιώς απλώς δεν ξέρει ποιο είναι το σωστό. Αν κάποιος δεν λειτουργεί με τρόπο καλό, τότε μάλλον κάνει λάθος, του λείπει η γνώση για το πώς θα φερθεί σωστά στην όποια περίσταση. Οπότε για τον Σωκράτη, η γνώση σημαίνει αρετή και είναι “καλή”, ενώ η άγνοια είναι “κακή”, άχρηστη. Είναι λοιπόν σαν να είμαστε υπεύθυνοι για το τι γνωρίζουμε και τι όχι, επομένως είμαστε και υπεύθυνοι για την προσωπική μας ευτυχία. Ο Αριστοτέλης βέβαια διαφωνούσε, έλεγε ότι κάποιος μπορεί να γνωρίζει ποιο είναι το καλύτερο που έχει να κάνει, αλλά και πάλι να δράσει λανθασμένα.

Συχνά ρωτούσε τους συμπολίτες του “Δεν ντρέπεστε για την προθυμία σας να αποκτήσετε όσο πιο πολλά πλούτη, φήμη και τιμές γίνεται, αλλά δεν νοιάζεστε το ίδιο για την σοφία ή την αλήθεια, ή για την καλύτερη κατάσταση της ψυχής σας;” Τους έλεγε ότι ασχολούνται συνέχεια με τις οικογένειές τους, τις ευθύνες τους και τις πολιτικές τους ευθύνες, ενώ θα έπρεπε να ανησυχούν για την “ευημερία της ψυχής τους”.

Παρότρυνε τους ανθρώπους να “νοιαστούν για την ψυχή τους, να γνωρίσουν τον εαυτό τους, γιατί άπαξ και μάθουμε τους εαυτούς μας μπορεί και να αρχίσουμε να νοιαζόμαστε για αυτούς”. Θεώρησε την ψυχή ως την πραγματική ουσία του ανθρώπου και την αρετή ως αυτό που επιτρέπει την πλήρωση της ανθρώπινης φύσης μέσα από την αναζήτηση και βελτίωση της ψυχής. Η αυτογνωσία δεν είναι παρά σοφία και δε γίνεται να ξεχωρίσουμε το σωστό από το λάθος (είτε για μας, είτε για τους άλλους), αν δεν έχουμε σοφία.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ, ΟΛΟΙ ΕΡΧΟΜΑΣΤΕ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΟΙ ΜΕ ΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΣΤΙΣ ΟΠΟΙΕΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΠΙΛΕΞΟΥΜΕ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΒΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ Η ΣΤΗΝ ΑΦΟΣΙΩΣΗ ΣΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΛΟΓΙΚΗ.

Ο Σωκράτης προτίμησε να τιμήσει την αφοσίωσή του στην αλήθεια και την ηθική, παρόλο που στο τέλος του κόστισε την ίδια του την ζωή. Πίστευε ότι δεν πρέπει ποτέ να κάνει κανείς κάτι κακό, ούτε καν ως αντίδραση σε ένα κακό που έχει υποστεί. Πίστευε ακόμα ότι είναι πάντα λάθος να παρακούει κανείς τους νόμους του κράτους, άρα δεν πρέπει ποτέ να παρακούει το κράτος. Όπως δεν πρέπει να κάνουμε κακό στους γονείς μας, άλλο τόσο δεν πρέπει να κάνουμε κακό στην πατρίδα μας.

Παρόλο που κατηγορήθηκε για ασέβεια προς τους θεούς, υπάρχει μια ισχυρή θρησκευτική πλευρά στον χαρακτήρα του και αυτά που λέει στην Απολογία ή στον Κρίτωνα φανερώνουν έναν βαθύ σεβασμό για τα Αθηναϊκά θρησκευτικά έθιμα και ειλικρινή εκτίμηση για τους θεούς.

Ενδιαφέρεται για την αληθινή αρετή η οποία πιστεύει ότι είναι ίδια για όλους. Αυτή η ευρεία έννοια της αρετής μπορεί να περιλαμβάνει συγκεκριμένες αρετές όπως το κουράγιο, η σοφία, η μετριοφροσύνη, αλλά θα έπρεπε να έχουμε και μια γενική περιγραφή της αρετής ως σύνολο, την ικανότητα, τη δεξιότητα του να είσαι ανθρώπινος. Αλλά ποιος είναι αυτός ο ορισμός; Αυτή η ερώτηση μάλλον δεν απαντάται ποτέ, αλλά συνεχίζονται κι άλλες ερωτήσεις κι αμφισβητήσεις κλπ. Πίστευε επίσης ότι υπάρχει μια ενιαία γνώση. Υπάρχει μία κοινή αλήθεια στην οποία όλοι μπορούν να φτάσουν, ακόμα και οι δούλοι. Κάτι σχετικό βρίσκει ως αποτέλεσμα της έρευνάς του ο Goldin και δείχνει την ύπαρξη γνωστικών καθολικών σχημάτων που διέρχονται χρόνου και πολιτισμών. Όπως είναι φυσικό να γεννάμε, είναι δηλαδή κάτι που κάπως ξέρουμε, έτσι είναι και οι φιλοσοφικές αλήθειες και η γνώση, είναι μέσα μας, αρκεί να χρησιμοποιήσουμε το μυαλό μας. Κι εδώ δένει κάπως η Σωκρατική μέθοδος της οποίας σκοπός δεν είναι η μετάδοση νέας γνώσης, αλλά να εκμαιεύσει κάτι που ο άλλος ξέρει ήδη, έχει μέσα του ήδη.

Ο Σωκράτης, σε αντίθεση με τους σοφιστές, πίστευε ότι η γνώση ήταν δυνατή, αλλά πίστευε ότι το πρώτο βήμα για τη γνώση ήταν αρχικά να παραδεχτεί κανείς την άγνοιά του. Ο ίδιος ο Σωκράτης έλεγε ότι το μόνο που γνωρίζει είναι ότι δε γνωρίζει τίποτα και αυτή η συνειδητότητα της αμάθειάς του ήταν τελικά που τον έκανε τον πιο σοφό από τους συμπολίτες του. Η ουσία της μεθόδου του Σωκράτη εξάλλου ήταν να πείσει τον συνομιλητή του ότι ενώ νόμιζε ότι γνωρίζει κάτι, στην ουσία δεν το γνώριζε. Η Σωκρατική μέθοδος, κυρίως ο Σωκρατικός τρόπος ερωτήσεων, έχει χρησιμοποιηθεί και στην ψυχοθεραπεία (κυρίως στη Γνωστική, την Αντλεριανή και το Reality Therapy) για διευκρινίσεις, αλλά και για να κοιτάξει βαθιά μέσα του ο θεραπευόμενος ή να εξερευνήσει εναλλακτικούς τρόπους δράσης.

Ο Σωκράτης πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος να ζει κανείς ήταν να επικεντρωθεί στην αυτο-εξέλιξη και όχι στο κυνήγι του υλικού πλούτου. Πάντα παρότρυνε τους άλλους να επικεντρωθούν περισσότερο στις φιλίες και στην αίσθηση κοινότητας γιατί αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να μεγαλώσουν όλοι μαζί σαν λαός. Η αρετή αξίζει περισσότερο από κάθε τι, η ιδανική ζωή αφιερωμένη στην αναζήτηση του Καλού. Η αλήθεια βρίσκεται στις σκιές της ύπαρξης κι είναι δουλειά του φιλοσόφου να δείξει στους υπόλοιπους πόσα λίγα ξέρουν στ’ αλήθεια.

Θάνατος

Ο Σωκράτης μετά τη δίκη του κρίνεται ένοχος με θανατική ποινή. Αυτοκτονεί ουσιαστικά πίνοντας κώνειο και το προτιμά από το να δραπετεύσει για άλλη πόλη. Στον Κρίτωνα αναφέρει ότι ένας άντρας στην ηλικία του (70 ετών όταν πέθανε) δε θα έπρεπε να δυσαρεστείται που ο θάνατος πλησιάζει κι ότι αυτό που θα έπρεπε να έχει αξία δεν είναι απλά η ζωή, αλλά η καλή ζωή. (Όχι δηλαδή να ζήσει λίγο παραπάνω, αλλά να ζει καλά). Πιστεύει ότι κανένας αληθινός φιλόσοφος δεν έχει φόβο θανάτου. Λένε πως πεθαίνοντας ο Σωκράτης είπε “Κρίτωνα, χρωστάμε έναν κόκκορα στον Ασκληπιό. Σε παρακαλώ, μην ξεχάσεις να ξεχρεώσεις.” Ο Ασκληπιός ήταν ο θεός που γιάτρευε τις αρρώστιες οπότε είναι πιθανό ο Σωκράτης να εννοούσε ότι ο θάνατος είναι η γιατριά και η ελευθερία της ψυχής από το σώμα. Βέβαια αναφέρεται και μια άλλη ερμηνεία, ότι ο Σωκράτης ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος, ότι ο θάνατός του ήταν η καθαρτική θεραπεία για τα κακά της Αθήνας. Στην περίπτωση αυτή ο κόκορας αναπαριστά την ίαση των ασθενειών της Αθήνας.

Στην Απολογία λέει πως δε θα έπρεπε να υπολογίζουμε τα πράγματα με βάση το αν θα ζήσουμε ή θα πεθάνουμε, αλλά με βάση το αν αυτό που κάνουμε είναι σωστό ή λάθος. Προτιμάει να μιλήσει όπως πιστεύει και να πεθάνει παρά μιλήσει όπως θέλουν και να ζήσει. Γιατί “ούτε στον πόλεμο, αλλά ούτε και στον νόμο πρέπει να ψάχνει κανείς τρόπους να αποφύγει τον θάνατο”. Η δυσκολία δε βρίσκεται στο να αποφύγει κανείς τον θάνατο, αλλά στο να αποφύγει την κακία, την αδικία που τρέχει γρηγορότερα κι από τον θάνατο. Λέει “Θεωρώ αυτό που μου συνέβη καλό και αυτοί που θεωρείτε ότι ο θάνατος είναι κακός κάνετε λάθος. Εξάλλου ούτε το δαιμόνιο έχει εκφράσει αντίθετη γνώμη, που σημαίνει ότι όσα λέω είναι σωστά.

Είτε ο θάνατος είναι μια κατάσταση ανυπαρξίας και ασυνειδησίας, ή όπως λένε κάποιοι άλλοι είναι μια αλλαγή και μετάβαση της ψυχής από αυτόν τον κόσμο σε ένα άλλο. Αν υποθέσουμε ότι δεν υπάρχει συνείδηση, αλλά ένας ύπνος ανενόχλητος από όνειρα, τότε ο θάνατος θα είναι ανείπωτο κέρδος. Γιατί αν κάποιος είναι να κοιμηθεί ανενόχλητος από όνειρα νομίζω αυτή θα είναι μία από τις καλύτερες νύχτες της ζωής του. Ουσιαστικά η αιωνιότητα θα είναι μία και μόνη νύχτα. Αλλά αν ο θάνατος είναι ένα ταξίδι σε ένα άλλο μέρος όπου όλοι είναι νεκροί, τότε ποιο καλό μπορεί να είναι καλύτερο από αυτό; Τι δε θα έδινε κανείς για να μπορέσει να συζητήσει με τον Ορφέα, τον Ησίοδο ή τον Όμηρο; Αν αυτό είναι αλήθεια τότε αφήστε με να πεθάνω ξανά και ξανά! Θα συναντήσω και άλλους που τους έκριναν άδικα σε θάνατο, όπως τον Παλαμήδη και θα συγκρίνουμε τα δεινά του καθενός μας. Πάνω από όλα θα μπορέσω να συνεχίσω να ψάχνω για την αληθινή και την λάθος γνώση, όπως σε αυτό τον κόσμο έτσι και σε εκείνον, θα βρω ποιος είναι σοφός και ποιος προσποιείται πως είναι. Πόσο καταπληκτικό θα είναι να συνομιλήσω με όλους αυτούς τους άντρες και τις γυναίκες! Γιατί σε εκείνον τον κόσμο σίγουρα δεν σκοτώνουν κάποιον για αυτό. Ίσα ίσα αν είσαι χαρούμενος σε εκείνον τον κόσμο είσαι αθάνατος, αν ισχύουν όσα λένε. Οπότε ας είμαστε χαρούμενοι σχετικά με τον θάνατο και μάθετε ότι τίποτε κακό δεν μπορεί να συμβεί σε έναν καλό άνθρωπο, πριν ή μετά θάνατον. Οι θεοί δεν θα τον παραμελήσουν. Βλέπω καθαρά ότι το να πεθάνω και να απελευθερωθώ είναι το καλύτερο για μένα, δεν είμαι θυμωμένος με τους κατηγορητές μου γιατί δε με έβλαψαν, παρόλο που βέβαια δεν ήθελαν να μου κάνουν και καλό, που για αυτό διακριτικά τους μέμφομαι”.

“Κι όταν μεγαλώσουν οι γιοι μου σας ζητάω να τους τιμωρήσετε αν ενδιαφέρονται για πλούτη ή τίποτα άλλο πέρα από την αρετή, ή αν προσποιούνται ότι είναι κάτι ενώ στην ουσία δεν είναι τίποτα. Τότε να τους κατακρίνετε όπως εγώ εσάς και αν το κάνετε, τότε θα έχουν λάβει δικαιοσύνη από τα χέρια σας”.

Ο Σωκράτης αναρωτιέται πώς γίνεται κάποιος να φοβάται κάτι για το οποίο δεν έχει ιδέα; Του φαίνεται χαζό να φοβάσαι το άγνωστο. (Ωστόσο οι περισσότεροι δεν φοβόμαστε το άγνωστο, την αλλαγή;)

Η Αγκαλιά της Θλίψης

Όταν η θλίψη σε αγκαλιάζει αφέσου, γείρε πάνω της και νιώσε το χάδι της. Σου είπαν πως η θλίψη είναι σκιερή κι εσύ βιάστηκες να ορίσεις τη σκιά απωθητική και εχθρική χωρίς γυμνός να τη νιώσεις. Την είδες μα δεν την άκουσες. Έκλεισες τα αυτιά σου στο τραγούδι της.

Είδες μόνο την επιφάνεια και υποτίμησες την ουσία της. Καθάρισε τα μάτια σου και νιώσε τη δροσιά της. Μόνος, χωρίς τα προειρημένα.

Ο βοηθητικός ρόλος της θλίψης

Διέκρινε τη σοφία της και μείνε ευγνώμων για την παρουσία της όπως της πρέπει. Η θλίψη σου είναι εκεί για να σου προσφέρει την αγκαλιά που τόσο έχει ανάγκη η ύπαρξή σου.

Είναι εκεί για να σε προστατεύσει από όλα τα άλλα που τώρα που είσαι ευάλωτος θα σε νικήσουν, από τις καταστάσεις που δεν μπορείς να αντιμετωπίσεις τώρα που αλλάζεις. Σε βοηθά να προσαρμοστείς στο παρόν σου κρατώντας σε μακριά από κάθε τι που την ενέργεια που σου λείπει απαιτεί.

Η θλίψη σου είναι εκεί σε κάθε σημαντική απώλεια που έχεις να διαχειριστείς.

Όταν η καρδιά σου είναι λαβωμένη, σε προσέχει, σε προφυλάσσει από κάθε τι απειλητικό για την ασφάλειά σου. Φροντίζει το σώμα σου με τρόπο σοφό για να ξαποστάσει, να δεχθεί εκείνη την απώλεια όπως της πρέπει και ύστερα να γίνει ακόμα πιο δυνατό από ό,τι ήταν. Δε νοιάζεται αν η απώλεια είναι μικρή ή μεγάλη, λογική ή παράλογη, αληθινή ή πλασματική, δε σε κρίνει, δε σε ρωτάει, σε σέβεται, σε υπολογίζει, σου δίνει χρόνο να αναλογιστείς, να κρίνεις εσύ.

Το μόνο που κάνει είναι να θρέφει την ψυχή σου και το σώμα σου που αποδυναμώθηκαν, να τα θρέφεις με πλούσια συστατικά που θα του δώσουν ρώμη. Είναι μόνο μια ανάπαυλα για να μπορείς να συνεχίσεις.

Σεβασμός στα συναισθήματά μας

Σεβάσου την όπως σε σέβεται κι εκείνη και μην την καταδικάζεις πριν τη γνωρίσεις πραγματικά. Ναι, είναι εκείνη που επιβραδύνει το μεταβολισμό σου, είναι εκείνη που ελαττώνει την ενέργεια και την ενθουσιασμό σου μα μόνο έτσι μπορεί να σου προσφέρει τον απαιτούμενο χρόνο προσαρμογής σε αυτό το «δύσκολο» που έχεις να διαχειριστείς.

Την κληρονόμησες από τον πρόγονό σου. Ήταν εκείνη που ενεργοποιούσε όλες τις λειτουργίες που, όταν ήταν θλιμμένος και ευάλωτος, τον κρατούσαν στη σπηλιά του, εκεί, όπου στην κατάστασή του ήταν σίγουρα πιο ασφαλής. Μην την αρνείσαι αυτή την κληρονομιά. Μην την αρνείσαι την ασφάλεια. Μην την αρνείσαι την αγκαλιά της. Είναι πολύτιμη.

Βιώνοντας θεραπευτικά την θλίψη με ενσυνειδητότητα

Το ίδιο το όνομά της σου υπενθυμίζει πως χρειάζεσαι θεραπεία. Η αρχαία ελληνική θλίψις ετυμολογικά αποτελεί ένα χτύπημα. Ένα χτύπημα, είτε είναι επιφανειακό, είτε βαθύ χρειάζεται χρόνο για την ίαση και την αποκατάστασή του, άλλοτε μικρότερο και άλλοτε μεγαλύτερο. Αυτό το χρόνο σου δίνει η θλίψη σου. Πάρε τον αφού σου προσφέρεται, δέξου την ανάπαυλα γιατί μόνον έτσι θα είσαι σε θέση να επανέλθεις δυνατός και πλουσιότερος στην καθημερινότητά σου.

Ξαπόστασε στη δροσιά της φυλλωσιάς της θλίψης σου, δέξου την, αναλογίσου την, ζήσε την και σύντομα θα αρχίσεις να δυναμώνεις και πάλι. Μην την αγνοείς, μην την αποφεύγεις, μην τα βάζεις μαζί της. Δώσε της μια ευκαιρία.

Έχει κι εκείνη τη θέση της μέσα σου και είναι θέση καταλυτική για την προστασία σου. Μην ακούς πως δεν πρέπει να έχει θέση στη ζωή σου γιατί είναι μέρος της, όπως μέρος της είναι και η χαρά σου και η χαρά σου δίχως τη θλίψη σου ούτε ουσία ούτε λάμψη έχει.

Ύστερα να θυμάσαι τη διακριτικότητά της, να θυμάσαι πως δεν κρίνει την πληγή σου, να θυμάσαι πως δε σε ρωτά. Αυτή είναι δική σου δουλειά. Κοίτα το χτύπημά σου, χάιδεψέ το, μίλα του. Αναρωτήσου πως προκλήθηκε αυτή η πληγή. Είναι μια πληγή από εκείνες τις αναπόφευκτες της ζωής ή μήπως είναι ένα χτύπημα που το προκάλεσες εσύ ο ίδιος;

Αναρωτήσου, ήταν εκείνη η κατάσταση που εύλογα σε έκανε ευάλωτο ή εσύ που έδωσες άλογα σε εκείνη την κατάσταση τη δύναμη να σε κατατροπώσει;

Από τη θλίψη στην κατάθλιψη

Και αν είσαι εσύ που το έκανες, αν για λίγο αφέθηκες στη δίνη των συναισθημάτων σου με τη λογική να απουσιάζει, οφείλεις πέρα από τη θλίψη σου να αγκαλιάσεις και τον εαυτό σου, να τον συγχωρήσεις, να πάψεις να τον χτυπάς με τόση θέρμη γιατί θα παρασυρθείς και δύσκολα θα σταματήσεις.

Σε λίγο θα συνηθίσεις στη σκιά, δε θα μπορείς να διακρίνεις την αξία της, θα μένεις εκεί χωρίς λόγο και σκοπό. Θα απαρνηθείς τον ήλιο και το φως, η σκιά θα γίνει το οίκημά σου, η ζωή σου όλη και τότε η θλίψη θα μεταμορφωθεί. Θα αλλάξει, θα χάσει τον εαυτό της, θα μετουσιωθεί, θα γίνει κατάθλιψη.

Η κατάθλιψη θα σε βγάλει από το δρόμο σου, θα απωθήσει τη λογική σου, θα σε παραπλανήσει και θα κάνει την ψυχή σου γκρίζα.

Είναι όμορφο και απαλό το γκρίζο. Είναι χρώμα ουδέτερο που εύκολα στα μάτια γίνεται αδιάφορο και σύνηθες. Δε σε ενοχλεί, δε σε ταράζει, σε αφήνει να μένεις σε ύπνο βαθύ και δύσκολα ξυπνάς. Μην ξεχνάς όμως, το γκρίζο έχει μέσα του λευκό που σου δίνει το φως της αναγέννησης και μαύρο που σε σπρώχνει στο σκοτάδι. Να επιλέξεις το λευκό.

Να ξεχωρίσεις τι είναι εκείνο που δίνει νόημα στη ζωή σου, εκείνο που σου δίνει ανάσα, εκείνο που σε κάνει να χαμογελάς, εκείνο που σε γεμίζει δύναμη και ζωντάνια και αν νομίσεις πως δεν μπορείς, να το ψάξεις με πείσμα, να το βρεις, να το δημιουργήσεις εσύ ο ίδιος.

Όχι αύριο. Σήμερα, τώρα. Τώρα να το δημιουργήσεις, να ξαναγίνεις εσύ, εσύ, ο πλασμένος να αφήσεις το δικό σου, μοναδικό, αποτύπωμα στον κόσμο μας.

Γιατί δεν μπορούμε να σταματήσουμε να δημιουργούμε προβλήματα στο νου μας

Οι εγκέφαλοί μας είναι σχεδιασμένοι να ανησυχούν και είναι πολύ καλοί σε αυτό. Είναι σχεδιασμένοι έτσι ώστε να ανησυχούν για το πώς και πότε θα χρειαστεί να «διορθώσουν» κάτι. Πρόκειται για ένα γνωστικό χαρακτηριστικό που μας βοήθησε να εξελιχθούμε.

Έχουμε αναπτύξει κάθε μεγάλη βιομηχανία (γεωργία, φαρμακευτική, θρησκεία) λόγω κάποιου φόβου: φόβο θανάτου, ασθένεια, πείνα, έλλειψη νοήματος. Το μέρος του εγκεφάλου που ελέγχει την περισυλλογή ελέγχει επίσης και τη δημιουργικότητα. Αυτό δεν είναι σύμπτωση.

Αν νιώθετε ότι δεν μπορείτε να σταματήσετε να ανησυχείτε, να δημιουργείτε από το πουθενά προβλήματα, να χαλαρώσετε και να απολαμβάνετε, δεν είναι επειδή κάτι πάει στραβά με εσάς. Το λάθος βρίσκεται στην αδυναμία σας να κατανοήσετε τον ανθρώπινο εγκέφαλο και την ευτυχία.

Δεν έχουμε σχεδιαστεί για να είμαστε «χαρούμενοι» με τον τρόπο που σκεφτόμαστε την ευτυχία: ανεμελιά, ευγνωμοσύνη, ενθουσιασμός. Έχουμε γεννηθεί για να επιβιώνουμε, δηλαδή να δημιουργούμε. Ο πόνος διαλύεται όταν εστιάζουμε στη δημιουργία παρά στο να νιώθουμε. Αντί να ψάχνουμε το πώς μας κάνει να νιώθουμε ο κόσμος, εστιάζουμε στο πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε αυτό που θέλουμε από αυτό που υπάρχει.

Το καλό και το κακό γίνονται αδιάφορα εδώ, όταν η εστίαση δεν βρίσκεται στο «Τι μπορώ να απολαύσω;», αλλά καλύτερα στο «Τι μπορώ να δημιουργήσω;».

Τα εμπόδιο μετατρέπονται σε ευκαιρίες. Η ζωή γίνεται ένα εξαιρετικό ταξίδι. Τα πάντα είναι δημιουργία. Άλλωστε, ο οργανισμός μας δημιουργεί κύτταρα και σκέψεις (ακόμα και καθώς διαβάζετε αυτό το κείμενο). Δημιουργούμε διοξείδιο του άνθρακα καθώς εκπνέουμε.

Όταν περνάμε χρόνο με κάποιον που αγαπάμε, δημιουργούμε τη σχέση μας. Κάθε φορά που εργαζόμαστε, δημιουργούμε χρήματα και δεξιότητα. Συνεχώς και πάντα δημιουργούμε.

Ο πόνος έρχεται όταν σταματάμε να δημιουργούμε. Αντί λοιπόν να καταστρώνουμε το επόμενο βήμα στη ζωή μας, εμείς υπεραναλύουμε το προηγούμενο. Αντί να φανταστούμε πρωτότυπες ιδέες, υποθέτουμε ότι τίποτε καλύτερο δεν είναι δυνατό. Αντί να λαμβάνουμε τον έλεγχο της ζωής μας, υποθέτουμε ότι είμαστε αδύναμοι. Γινόμαστε έτσι αδύναμοι. Και ο πόνος χάνει οποιαδήποτε ουσία.

Όταν εστιάζουμε στη δημιουργία, ο πόνος ενσωματώνεται στη διαδικασία. Και αξίζει τον κόπο. Δεν χωρίζουμε τις συναισθηματικές μας εμπειρίες ανάμεσα στα «πράγματα που δημιουργούν ωραίες αισθήσεις και «σ’ εκείνα που δεν δημιουργούν». Η δημιουργία δεν αφορά αποκλειστικά τις τέχνες, όπως συνηθίζουμε να θεωρούμε. Όλα είναι δημιουργικά. Κάθε δευτερόλεπτο της ζωής μας. Σε αυτή την επιλογή, υπάρχει ένα διαφορετικό είδος ευτυχίας – ένα ενεργητικό και όχι παθητικό.

Σιωπή… Το μεγαλύτερο όπλο του Νου

Η δύναμη της σιωπής είναι ίσως το μεγαλύτερο όπλο του νου!

Υπάρχουν στιγμές που οι λέξεις είναι εντελώς περιττές. Μεγαλύτερη σημασία πιθανός να έχει μια σιωπηρή παρουσία δίπλα σου, την στιγμή που δοκιμάζεσαι, παρά ανούσιες φλυαρίες.

Κάποιες στιγμές το να είναι κανείς σιωπηλός παρατηρητής , μπορεί να κατανοήσει πολύ καλύτερα αλλά και να εμβαθύνει πολύ περισσότερο στις καταστάσεις που τον απασχολούν, πριν η κριτική και τα βιαστικά συμπεράσματα έρθουν να θολώσουν την σκέψη. Αυτό εφαρμόζεται τόσο στις διαπροσωπικές μας σχέσεις αλλά και γενικότερα.

Έχει τεράστιο ενδιαφέρον το πώς ένας σιωπηλός νους μπορεί συχνά να γαληνέψει, μέσα στη θύελλα των απόψεων των αμαθών ανθρώπων.

Τελικά μήπως η σιωπή είναι το πραγματικά δυνατό όπλο του νου απέναντι στα πάντα;

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ: ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ (~ 515-445 π.Χ.)

Οι ιδέες που διατύπωσε ο Παρμενίδης αποτελούν σημείο καμπής για την Ελληνική φιλοσοφία. Επηρεασμένος από τη λογική, επιστημονική σκέψη του Πυθαγόρα, ο Παρμενίδης επιχειρεί να αποκαλύψει την πραγματική φύση του κόσμου χρησιμοποιώντας παραγωγική συλλογιστική. Οι έρευνές του τον κάνουν να υιοθετήσει αντίθετη άποψη από αυτή του Ηράκλειτου.

Ξεκινώντας από την υπόθεση ότι κάτι υπάρχει («είναι»), ο Παρμενίδης συμπεραίνει ότι δεν μπορεί ταυτοχρόνως να μην υπάρχει (να «μην είναι»), καθώς αυτό θα ήταν λογική αντίφαση. Άρα, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ποτέ κατάσταση ανυπαρξίας – δεν μπορεί να υπάρξει κενό. Εφόσον κάτι δεν μπορεί να προέλθει από το τίποτα, αυτό το κάτι πρέπει πάντα να υπήρχε σε κάποια μορφή. Αυτή η αιώνια μορφή δεν μπορεί να αλλάξει, επειδή κάτι που είναι αιώνιο δεν μπορεί να μετασχηματιστεί σε κάτι άλλο χωρίς να πάψει να είναι αιώνιο. Επομένως, η ουσιαστική αλλαγή είναι κάτι το αδύνατο.

Με αυτή τη σειρά συλλογισμών, ο Παρμενίδης συμπεραίνει πως οτιδήποτε είναι αληθινό πρέπει να είναι αιώνιο και αμετάβλητο, και να έχει μια αδιαίρετη ενότητα –«τα πάντα είναι ένα». Αλλά το σημαντικότερο για τους μεταγενέστερους φιλόσοφους ήταν πως, με αυτή τη συλλογιστική διαδικασία, ο Παρμενίδης δείχνει ότι η αντίληψη που έχουμε για τον κόσμο είναι λανθασμένη και γεμάτη αντιφάσεις. Παρόλο που φαίνεται να βιώνουμε την αλλαγή, η λογική μάς λέει ότι η αλλαγή είναι κάτι το αδύνατο. Το μοναδικό ασφαλές συμπέρασμα στο οποίο μπορούμε να καταλήξουμε είναι ότι δεν μπορούμε να βασιζόμαστε στη βιωματική γνώση την οποία προσλαμβάνουμε μέσω των αισθήσεών μας.

Η κατανόηση του σύμπαντος είναι μία από τις αρχαιότερες φιλοσοφικές αναζητήσεις. Κατά τον 20ο αιώνα προέκυψαν στοιχεία στην κβαντική φυσική που υποστηρίζουν τις ιδέες του Παρμενίδη – ιδέες στις οποίες κατέληξε χρησιμοποιώντας αποκλειστικά λογική σκέψη.

Κανείς μπορεί να παρατηρήσει τον εαυτό του μόνο μέσα στις σχέσεις

Γιατί δεν αλλάζουμε; Ίσως ν’ αλλάζουμε λιγάκι, εδώ κι εκεί, κομμάτι κομμάτι, γιατί όμως δεν αλλάζουμε ριζικά όλο τον τρόπο συμπεριφοράς μας, τον τρόπο ζωής μας, την καθημερινή μας φύση; Τεχνολογικά, ο κόσμος γύρω μας προχωράει μ’ εκπληκτική ταχύτητα, ενώ εσωτερικά παραμένουμε λίγο πολύ ίδιοι όπως είμαστε για αιώνες κι αιώνες. Έτσι όπως είμαστε πιασμένοι σ’ αυτή την παγίδα -και είναι μια φοβερή παγίδα- αναρωτιέται κανείς γιατί δεν τη σπάζουμε, γιατί παραμένουμε νωθροί κι ανόητοι, άδειοι, στενόμυαλοι, επιπόλαιοι και λίγο-πολύ βλάκες. Μήπως επειδή δεν ξέρουμε τον εαυτό μας; Αφήνοντας καταμέρος τις ιδέες των διάφορων ειδικών, με τις ιδιαίτερες απόψεις και τα δόγματά τους, βλέπουμε ότι ποτέ δεν έχουμε ερευνήσει πραγματικά τον εαυτό μας, ποτέ δεν εμβαθύναμε στον εαυτό μας για ν’ ανακαλύψουμε τι είμαστε πραγματικά. Αυτός είναι ο λόγος που δεν αλλάζουμε; ‘Η μήπως φταίει τ’ ότι δεν έχουμε την αναγκαία ενέργεια; ‘Η επειδή βαριόμαστε -όχι μόνο τον εαυτό μας αλλά και τον κόσμο, έναν κόσμο που έχει πολύ λίγα να προσφέρει εκτός από αυτοκίνητα, μεγαλύτερα δωμάτια μπάνιο κι όλα τ’ άλλα; Βαριόμαστε λοιπόν εξωτερικά και πιθανότατα βαριόμαστε και τους εαυτούς μας, γιατί είμαστε πιασμένοι σ’ αυτή την παγίδα και δεν ξέρουμε πώς να βγούμε απ’ αυτήν. Φαίνεται επίσης ότι είμαστε φοβερά τεμπέληδες. Ένας λόγος παραπάνω που, γνωρίζοντας τον εαυτό μας, δεν πρόκειται ν’ αποκτήσουμε τελικά κανένα κέρδος, καμιά ανταμοιβή, και οι πιο πολλοί από μας είμαστε διαμορφωμένοι με το κίνητρο του κέρδους.

Αυτοί λοιπόν μπορεί να είναι μερικοί από τους λόγους που δεν αλλάζουμε. Γνωρίζουμε ποια είναι η παγίδα, γνωρίζουμε τι είναι η ζωή κι όμως, εξακολουθούμε να σερνόμαστε μονότονα ναι κουρασμένα μέχρι να πεθάνουμε. Αυτή φαίνεται να ‘ναι η μοίρα μας. Κι όμως, είναι άραγε τόσο δύσκολο να ερευνήσουμε πολύ βαθιά τους εαυτούς μας και να μεταμορφωθούμε; Αναρωτιέμαι αν έχει ποτέ κανείς κοιτάξει τον εαυτό του, αν τον έχει ποτέ γνωρίσει. Από τούς αρχαίους χρόνους το λένε και το ξαναλένε: «Γνώθι σαυτόν». Οι αρχαίοι Έλληνες επιχειρούν να πουν και οι σύγχρονοι φιλόσοφοι, αν και κάπως πιο μπερδεμένα εξαιτίας της ειδικής ορολογίας τους και των θεωριών τους.

Μπορεί κανείς να γνωρίσει τον εαυτό του, όχι μόνο στο συνειδητό επίπεδο, αλλά και στα βαθύτερα, κρυφά επίπεδα του νου; Χωρίς να γνωρίζει κανείς τον εαυτό τον σίγουρα, δεν έχει βάσεις για μια πραγματική, σοβαρή δράση, δεν έχει τα θεμέλια για να χτίσει γερά. Αν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου, ζεις μια επιπόλαιη ζωή. Μπορεί να είσαι πολύ έξυπνος, μπορεί να γνωρίζεις όλα τα βιβλία του κόσμου και να μπορείς να παραθέτεις αποσπάσματα, αλλά αν δεν γνωρίζεις τον εαυτό σου πώς είναι δυνατό να πας πέρα από το επιφανειακό; Είναι δυνατό να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του με τέτοια πληρότητα ώστε αυτή ακριβώς η παρατήρησή του σαν σύνολο, να είναι απελευθέρωση απ’ αυτόν;

Μπορούμε να ερευνήσουμε τον εαυτό μας χωρίς κανένα φόβο ή προκατάληψη, χωρίς καμιά φόρμουλα ή συμπέρασμα, ώστε να βρούμε τι είμαστε; Αυτή η έρευνα απαιτεί ελευθερία. Δεν είναι δυνατό να ερευνήσεις τον εαυτό σου ή το σύμπαν που είμαστε μέρος του, αν δεν υπάρχει ελευθερία -ελευθερία από υποθέσεις, θεωρίες και συμπεράσματα, ελευθερία από τεχνάσματα. Επιπλέον, για να ερευνήσεις χρειάζεσαι έναν κοφτερό νου, ένα νου που να ‘ναι ευαίσθητος. Αλλά ο νους δεν μπορεί να είναι ευαίσθητος, αν υπάρχει οποιαδήποτε μορφή πονηριάς, που του στερεί την ικανότητα να ερευνήσει όλη τη δομή του εαυτού του. Ας προχωρήσουμε λοιπόν σ’ αυτό το ζήτημα μαζί, όχι μόνο μέσα από λεκτική επικοινωνία αλλά και μη λεκτικά, πράγμα που είναι πιο συναρπαστικό και που απαιτεί πολύ περισσότερη ενέργεια προσοχής. ‘Όταν είσαι ελεύθερος να ερευνήσεις, έχεις την ενέργεια. Δεν έχει κανείς την ενέργεια, το κίνητρο, την απαραίτητη ένταση, όταν έχει κιόλας καταλήξει σ’ ένα συμπέρασμα, σε μια φόρμουλα. Λοιπόν, μπορούμε προς το παρόν να παραμερίσουμε όλες τις φόρμουλες που έχουμε, τα συμπεράσματά μας και τις προκαταλήψεις σχετικά με τον εαυτό μας -τι είμαστε, τι θα ‘πρεπε να είμαστε, τι δεν θα ‘πρεπε να είμαστε, κ.ο.κ.- να παραμερίσουμε όλα αυτά και να παρατηρήσουμε πραγματικά;

Κανείς μπορεί να παρατηρήσει τον εαυτό του μόνο μέσα στις σχέσεις. Δεν έχουμε άλλο μέσο παρατήρησης του εαυτού μας, γιατί (εκτός από εκείνους που είναι ολότελα νευρωτικοί) δεν είμαστε απομονωμένα ανθρώπινα όντα -αντίθετα, σχετιζόμαστε με όλα όσα μας αφορούν. Και από τις σχέσεις, μέσα από την παρατήρηση των αντιδράσεών του, των σκέψεων και των κινήτρων του, μπορεί κανείς να παρατηρήσει χωρίς λόγια αυτό που είναι.

Έχουμε όμως ένα πραγματικό πρόβλημα: πως να παρατηρούμε -όχι σαν ένας εξωτερικός παρατηρητής που έχει κιόλας καταλήξει σε ορισμένα συμπεράσματα σχετικά με τον εαυτό του, αλλά πώς να παρατηρούμε απλά. Να έχουμε επίγνωση χωρίς εκλογή, χωρίς κατευθυντήρια γραμμή, χωρίς ν’ αποφασίζουμε τι πρέπει ή δεν πρέπει να κάνουμε: απλώς να παρατηρούμε αυτό που συμβαίνει πραγματικά. Για να το κάνουμε αυτό, πρέπει να υπάρχει ελευθερία από κάθε μορφή συμπεράσματος και δέσμευσης. Για να παρατηρήσουμε λοιπόν χωρίς λόγια, για να παρατηρήσουμε χωρίς το εμπόδιο ενός εξωτερικού παρατηρητή που κοιτάζει προς τα μέσα, πρέπει να υπάρχει ελευθερία από κάθε φόβο κι από κάθε αίσθηση σωφρονισμού.

Όταν έχει κανείς παραμερίσει το συμπέρασμα, τη φόρμουλα, το φόβο και κάθε επιθυμία να είναι άλλος απ’ αυτό που είναι, τότε τι υπάρχει; Αυτό που είμαστε είναι μια σειρά από συμπεράσματα. Αυτό που είμαστε στην πραγματικότητα είναι μια σειρά εμπειριών που βασίζονται στην ευχαρίστηση και τον πόνο, στις μνήμες, στο παρελθόν. Είμαστε το παρελθόν. Δεν υπάρχει τίποτα το καινούργιο σε μας. ‘Όταν λοιπόν παρατηρεί κανείς τον εαυτό του ελεύθερα -και για να είναι ελεύθερος πρέπει να παραμερίσει όλα αυτά τα πράγματα- τι είναι πραγματικά; Αναρωτιέμαι αν έχετε ποτέ κάνει αυτή την ερώτηση στον εαυτό σας… Ποια είναι η σχέση μας μ’ όλη αυτή την ιστορία που λέγεται ζωή; Και τι είναι η ζωή έτσι όπως είναι; Φυσικά, μπορεί κανείς να δει στοιχειωδώς τι είναι στην πραγματικότητα: μια ατέλειωτη πάλη, ένα πεδίο μάχης που τ’ ονομάζουμε ζωή, μια σύγκρουση -όχι μόνο με τους άλλους αλλά και με τον εαυτό μας- πόνος, παροδικές στιγμές μεγάλης χαράς, φόβος, απελπισία και μια σειρά απογοητεύσεων· αντιφάσεις μέσα μας, τόσο στο συνειδητό όσο και στα βαθύτερα στρώματα· μια κατάσταση όπου δεν υπάρχουν σχέσεις· μεγάλη θλίψη -που γενικά είναι αυτολύπηση- μοναξιά και πλήξη. Αυτή είναι η ζωή μας όπως είναι πραγματικά. Πηγαίνετε στο γραφείο σαράντα ολόκληρα χρόνια… ξέρετε, κι είστε τόσο περήφανος για όλα αυτά, επιθετικός, ανταγωνιστικός, βάρβαρος. Αυτή είναι η ζωή μας κι αυτό ονομάζουμε ζωή. Και δεν ξέρουμε πώς να τ’ αλλάξουμε.

Βλέποντας λοιπόν όλα αυτά, βλέποντας πόσο παράλογα είναι, γιατί δεν αλλάζουμε; Αναρωτιέμαι αν κανείς το βλέπει αυτό πραγματικά, αν βλέπει τη ζωή μας όπως είναι πραγματικά ή αν τη βλέπει λεκτικά και μόνο -κι εδώ πρέπει ν’ αντιληφθούμε ότι η περιγραφή, η εξήγηση δεν είναι ποτέ αυτά που περιγράφεται ή εξηγείται. Γνωρίζοντάς τα όλ’ αυτά, βλέποντας αυτή την τεράστια σύγχυση, αθλιότητα, αυτό το βάσανο, γιατί το αποδεχόμαστε, γιατί δεν το ξεφορτωνόμαστε; Μήπως ψάχνουμε να μας βοηθήσει κάποιος άλλος; Υπήρξαν δάσκαλοι, γκουρού, σωτήρες -ω! αναρίθμητοι- αλλά εξακολουθούμε να βρισκόμαστε στο ίδιο σημείο. Έτσι χάνει κανείς ή έχασε την πίστη του γι’ αυτούς. Κι ελπίζω να την έχετε χάσει. Αυτό δε σημαίνει πως γίνεται κανείς κυνικός, πικρόχολος και σκληρός. Σημαίνει ότι βλέπει το πραγματικό γεγονός, πως εσωτερικά κανείς δεν μπορεί να μας βοηθήσει. Αναγνωρίζοντας όλα αυτά, την πραγματικότητα της ζωής όπως τη ζούμε καθημερινά, το μαρτύριο και τη βασανιστική αθλιότητα της, γιατί δεν αφοσιώνεται κανείς ολοκληρωτικά στην κατανόηση και το ξεπέρασμά της; Σε τι χρησιμεύει η παιδεία αν δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό; Τι κι αν γίνετε διδάκτορες Φιλοσοφίας ή ό,τι άλλο, αν όλα αυτά δεν αλλάξουν θεμελιακά;

Πρέπει τώρα να ρωτήσουμε ποια είναι η φύση της ενέργειας που χρειάζεται για να βγούμε απ’ αυτή την παγίδα, απ’ αυτόν το φαύλο κύκλο στον οποίο έχουμε πιαστεί. Τι παρέχει την αναγκαία ώθηση; Προφανώς δεν μπορεί να είναι λεκτική ούτε να πηγάζει από τους ισχυρισμούς ή τα συμπεράσματα κάποιου άλλου. Η φύση αυτής της ενέργειας είναι ελευθερία, η απαίτηση να είναι κανείς ελεύθερος. Λέγοντας ελευθερία δεν εννοούμε το να κάνετε ό,τι σας αρέσει, ελευθεριότητα, εξέγερση, απείθαρχη δραστηριότητα, κ.λ.π. Η ελευθερία δεν είναι έλλειψη πειθαρχίας: αντίθετα η ελευθερία απαιτεί μεγάλη πειθαρχία. Παρακαλώ σημειώστε εδώ ότι ενώ για τον περισσότερο κόσμο η λέξη «πειθαρχία» είναι μια άσχημη λέξη, στην πραγματικότητα σημαίνει «μάθηση». Αυτή είναι η ετυμολογική σημασία της λέξης: μάθηση, όχι συμμόρφωση, όχι μίμηση αλλά μάθηση, όχι υπακοή αλλά ανακάλυψη. Η ίδια η μάθηση ή η ανακάλυψη φέρνει τη δική της πειθαρχία. Συνεπώς η πειθαρχία, που είναι μάθηση, είναι μια σταθερή κίνηση και όχι συμμόρφωση σε κάποιο υπόδειγμα. Όταν κανείς το καταλάβει αυτό -όχι λεκτικά αλλά πραγματικά, όταν δείτε την αλήθεια του, όταν τη νιώσετε ως το μεδούλι σας- τότε θα έχετε την ενέργεια για να ξεπεράσετε αυτή τη διαμόρφωση του φόβου, αυτό το άγχος, αυτές τις οδυνηρές λύπες.

Από τα περί ισότητας τίποτα ή σχεδόν τίποτα δεν υλοποιείται στην πραγματικότητα

Το μόνο σίγουρο είναι πως από τα περί ισότητας τίποτα ή σχεδόν τίποτα δεν υλοποιείται στην πραγματικότητα. Υποτίθεται ότι διακηρύξαμε τα ίσα δικαιώματα επειδή δεν αντέχαμε την ανισότητα των δυνάμεων της κοινωνίας. Εντάξει, οι διακρίσεις καταγωγής καταργήθηκαν. Πώς μπορούν όμως να καταργηθούν κι εκείνες που έχουν να κάνουν με την ανωτερότητα των φυσικών ικανοτήτων; Δεν υπάρχει τρόπος! Κι όμως είναι αρκετές για να αποκαταστήσουν προνόμια, για να υψώσουν μεταξύ των ανθρώπων φράγματα, τόσο αξεπέραστα όσο και αυτά τα οποία χώριζαν κάποτε τις διαφορετικές κοινωνικές τάξεις. Σήμερα ο καθένας στη γραμμή εκκίνησης μπορεί να πάρει τη θέση που είναι εκ φύσεως ικανός να πάρει. Έτσι, άλλοι καταφέρνουν και εξυψώνονται από τη δουλειά και τα ταλέντα τους στα υψηλότερα στρώματα, άλλοι δεν μπορούν να κατακτήσουν κάτι παραπάνω παρά μόνο τις μεσαίες θέσεις του μεγάλου όχλου κι άλλοι, που έτυχε να γεννηθούν σε οικογένειες των υψηλών στρωμάτων, επειδή δεν έχουν ταλέντα σε συνδυασμό με ανάλογη εργατικότητα, κατρακυλούν στα τελευταία στρώματα της κοινωνίας, στα οποία και είναι αναγκασμένοι να παραμείνουν για όλη τους τη ζωή.

Τι συμπέρασμα λοιπόν μπορεί να βγάλει κανείς; Ότι όλα βρίσκονται στο βάθος της ανθρώπινης ψυχής. Εκεί υπάρχουν ισχυρά ένστικτα, που εξαιτίας τους οι άνθρωποι δέχονται να υφίστανται τα πάντα και να σκύβουν το κεφάλι. Ο κάθε άνθρωπος μεμονωμένα και, κατ’ επέκτασιν, οι πολλές και διαφορετικές ομάδες που απαρτίζουν την κοινωνία έλκονται προς τα πάνω ή μένουν προσκολλημένοι στην κατάντια στην οποία γεννήθηκαν από δυνάμεις έλξης και βαρύτητας, των οποίων οι αρχές βρίσκονται μέσα στην ψυχή τούς κι από τις οποίες δεν μπορούν να γλιτώσουν.

Όλες οι σχέσεις ανάμεσα στους ανθρώπους διαμορφώνονται σύμφωνα με το αν ο καθένας είναι πλασμένος να επιβάλλει ή να υφίσταται. Πρώτα υποτασσόμαστε στον εαυτό μας και στη συνέχεια στους άλλους. Πάντα ανάλογα με το βαθμό ψυχικής δύναμης, η οποία υπάρχει εκ γενετής μέσα τους. Αυτή είναι εκείνη που κυριαρχεί και, ό,τι και να κάνουν, αυτή είναι που τους καθορίζει τη θέση τους στην κοινωνία.

Η πραγματικότητα που περιγράφεται πιο πάνω εμπεριέχει, ασφαλώς, ένα είδος μοιρολατρίας, η οποία έχει να κάνει με την κατανομή της εξυπνάδας και της αντοχής καθώς και των άλλων κοινωνικά ενεργών πλεονεκτημάτων του χαρακτήρα ανάμεσα στους ανθρώπους, κατανομή που έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με την εκάστοτε ιδιοτροπία της τύχης.

■ Η δύναμη, η περιουσία, η κοινωνική θέση, η φήμη και η δόξα είναι σε ανεπάρκεια. Δεν μπορούν να τα κατέχουν παρά μόνο οι λίγοι κι εκλεκτοί.
■ Το ξεκίνημα της ζωής του κάθε ανθρώπου δεν είναι παρά μια λοταρία στην οποία λίγοι μόνο αριθμοί κερδίζουν. Οι κερδισμένοι έχουν πολύ περισσότερα φυσικά εφόδια για να παραγκωνίσουν τους υπόλοιπους.
■ Το κράμα των ανθρώπων της κοινωνίας μοιάζει με τα πλήθη που συνωστίζονται σε πολύ μικρούς δημόσιους χώρους και προσπαθούν να μη μείνουν απ’ έξω. Αυτοί που δεν έχουν πολύ δυνατά πλευρά για ν’ αντέξουν την πίεση συνθλίβονται ή αυτοί που το κεφάλι τους δεν ξεπερνά πολύ το μέσο ύψος στο πλήθος για να μπορούν να αναπνεύσουν, πνίγονται.
■ Στο παιχνίδι των κοινωνικών δυνάμεων, οτιδήποτε είναι ασθενές αναπόφευκτα ισοπεδώνεται. Αυτός είναι ο νόμος της μάχης, κι αυτό στην εποχή μας είναι η μεγαλύτερη αλήθεια.
■ Στα πόδια των κατακτητών του, ο άνθρωπος που έχει πια πέσει είναι ένα τίποτα, ένα συνηθισμένο πτώμα κάποιου που είναι φυσικό να χαθεί στο πεδίο της μάχης.
■ Οι ιαχές του πλήθους πνίγουν τους αναστεναγμούς του ηττημένου και η κυρίαρχη ιαχή ανάμεσα στο πλήθος είναι: Επιτυχία! Στόχοι!
■ Επιτυχία! Στόχοι! Οι λέξεις αυτές καθορίζουν ολόκληρο τον πολιτισμό. Η τελευταία λέξη της σύγχρονης κοινωνικής φιλοσοφίας δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά το να αναζητάς τρόπους για να πετύχεις.
■ Το δρόμο προς την Επιτυχία δεν γίνεται να σ’ τον δείξει άλλος. Είναι δρόμος απόλυτα προσωπικός. Πρέπει να τον βρεις μόνος σου. Το μόνο που μπορεί να σε καθοδηγήσει για να τον βρεις είναι τα εξής αξιώματα, που έχουν προκύψει από την εμπειρία:
● Τα μυστικά της ζωής δεν είναι κάτι που μαθαίνεται θεωρητικά.
● Όταν μάθουμε τη ζωή είναι ανοησία να προσπαθήσουμε να την μάθουμε και σε άλλους. Η διδασκαλία μας δεν πρόκειται να τους χρησιμεύσει σε τίποτα.
● Αυτοί που κάθονται και πολυψάχνουν θεωρητικά τη ζωή είναι αυτοί οι οποίοι λιγότερο επιτυχημένοι.
■ Δε μπορούμε να κρίνουμε τους ανθρώπους από αυτά τα οποία φαίνονται, αφού όσα φαίνονται δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Δε μπορούμε να τους κρίνουμε με βάση αυτά που λένε, αφού δεν λένε αυτά τα οποία σκέφτονται. Κι ακόμα κι αν ήταν ειλικρινείς, δεν θα μπορούσαμε να τους πιστέψουμε, αφού κι αυτοί οι ίδιοι δεν γνωρίζουν αρκετά τον εαυτό τους για να μπορέσουν να μας διαβεβαιώσουν πως πάντα θα συμβαδίζουν τα λόγια και τις πράξεις τους.

Τώρα είμαι ελεύθερος να απαγκιστρωθώ απ’ ό,τι είναι πια παρελθόν

Από τα Ρουμπαγτάτ του Ομάρ Καγιάμ:

«Το δάχτυλο που κινείται γράφει. Κι όταν γράψει, κινείται παρακάτω. Καμιά ευσέβεια, πνεύμα κανένα δεν θα το θέλξει πίσω, μισή γραμμή να ακυρώσει, δάκρυ κανένα ούτε μισή γραμμή θα σβήσει».
ΟΜΑΡ ΚΑΓΙΑΜ (περ. 1048 – 1122)

Ο Ομάρ Καγιάμ ήταν λόγιος και αστρονόμος, και έζησε στο Ιράν. Η ποίησή του αντανακλά τις σκέψεις του σχετικά με το θεϊκό στοιχείο, το καλό και το κακό, το πνεύμα, την ύλη και το πεπρωμένο.

Σχεδόν χίλια χρόνια έχουν περάσει από τη γέννηση του Ομάρ Καγιάμ, του πιο γνωστού σκηνοποιού, ποιητή και αστρονόμου, που υπήρξε συγχρόνως λαμπρός αφηγητής ιστοριών με φιλοσοφικό συμβολισμό. Το παραπάνω τετράστιχο από τα Ρουμπαγιάτ περιέχει ένα μάθημα ζωής που στο πέρασμα μιας ολόκληρης χιλιετίας διατηρεί ατόφια τηv αξία του. Τα περίφημα αυτά λόγια περικλείουν μια αλήθεια πολύ λεπτής φύσης, που συνήθως διαφεύγει από πολλούς ανθρώπους.

Ένας τρόπος για να κατανοήσετε τη σοφία αυτού του τετράστιχου είναι να φανταστείτε το σώμα σας σαν ένα ταχύπλοο σκάφος που διασχίζει τα ύδατα με ταχύτητα σαράντα κόμβων rnv ώρα. Εσείς στέκεστε στην πρύμνη αυτού του σκάφους με το βλέμμα σας καρφωμένο στο νερό. Αυτό το οποίο βλέπετε κατά τη φανταστική αυτή σκηνή, είναι το αυλάκι που χαράζει το σκάφος στο νερό. Τώρα, θέλω από εσάς να στοχαστείτε σχετικά με τα ακόλουθα τρία ερωτήματα:

Ερώτημα πρώτο: Τι είναι αυτό το αυλάκι στο νερό; Το πιθανότερο είναι πως θα καταλήξετε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για το ίχνος που αφήνει πίσω του το σκάφος, και τίποτα περισσότερο.

Ερώτημα δεύτερο: Τί είναι αυτό που κινεί το σκάφος; (Το σκάφος αντιπροσωπεύει τον διάπλου σας στη ζωή.) Η απάντηση είναι: «Η ενέργεια που παράγεται αυτή τη στιγμή από τη μηχανή, και μόνο αυτή, είναι η αιτία rnς κίνησης του σκάφους». Ή, όταν πρόκειται για τη ζωή σας, οι σκέψεις της παρούσας στιγμής είναι αυτές που κινούν προς τα εμπρός το σώμα σας, και τίποτε περισσότερο!

Ερώτημα τρίτο: Είναι δυνατόν το σκάφος να το κινεί το αυλάκι που αυτό το ίδιο αφήνει πίσω του; Η απάντηση είναι προφανής: «Το ίχνος που το σκάφος αφήνει πίσω του ουδέποτε θα μπορούσε να το κάνει να προχωρήσει μπροστά». Το αυλάκι είναι το ίχνος, και τίποτε περισσότερο. «Το δάχτυλο που κινείται γράφει. Κι όταν γράψει, κινείται παρακάτω».

Μία από τις μεγαλύτερες ψευδαισθήσεις στη ζωή μας είναι η πεποίθηση πως το παρελθόν ευθύνεται για τις τωρινές συνθήκες. Συχνά, καταφεύγουμε σε μια τέτοια εξήγηση για να δικαιολογήσουμε το γεγονός ότι δεν μπορούμε να βγούμε από την άσκοπη ρουτίνα μας. Επιμένουμε πως αυτό συμβαίνει εξαιτίας όλων των προβλημάτων που είχαμε αντιμετωπίσει κατά το παρελθόν. Ανατρέχουμε σε τραύματα που είχαμε βιώσει κατά τα νεανικά μας χρόνια προσκολλόμαστε σε αυτά και εξακολουθούμε να κατηγορούμε εκείνες τις ατυχείς εμπειρίες για τις τωρινές δυσχερείς συνθήκες. Αυτοί, λέμε κι επιμένουμε, είναι οι λόγοι για τους οποίους δεν μπορούμε να προχωρήσουμε παρακάτω. Με άλλα λόγια, βιώνουμε την ψευδαίσθηση πως το αυλάκι που αφήνουμε πίσω μας οδηγεί τη ζωή μας.

Σκεφτείτε όλες τις φορές που υποστήκατε κάποιο σωματικό τραυματισμό, όπως για παράδειγμα ένα κάψιμο στο χέρι σας. Από τηv ίδια του τη φύση το σώμα σας αναλαμβάνει αμέσως δράση και αρχίζει να επουλώνει την πληγή. Πρέπει φυσικά να καθαριστεί για να ιαθεί, όπως ακριβώς ισχύει και για τα συναισθηματικά τραύματα. Και τότε η ίαση επέρχεται με μάλλον γρήγορο ρυθμό, καθώς η ίδια σας η φύση σας λέει: «Καθάρισε και κλείσε όλες αυτές τις πληγές, και θα θεραπευτείς». Κι όμως, όταν και πάλι η ίδια σας η φύση σας λέει «Καθάρισε και κλείσε όλες αυτές τις πληγές από το παρελθόν σου», εσείς συχνά την αγνοείτε και δημιουργείτε έναν ιδιαίτερο δεσμό με τα παλιά σας τραύματα, ζώντας πια μέσα στις αναμνήσεις σας και χρησιμοποιώντας τις αναταράξεις του παρελθόντος σας για να εξακολουθείτε να ζείτε μέσα στην ψευδαίσθηση πως εκεί βρίσκεται η αιτία της ακινησίας σας ή mς αδυναμίας σας να προχωρήσετε μπροστά.

Το «δάχτυλο που κινείται» στο οποίο αναφέρεται ο Ομάρ Καγιάμ είναι το σώμα σας. Από τη στιγμή που γράφει κάτι, είναι πια τετελεσμένο και δεν υπάρχει απολύτως τίποτα που να μπορείτε να κάνετε για να το ξεγράψετε. Κανένα από τα δάκρυά σας δεν θα μπορέσει να σβήσει ούτε μία λέξη από την ιστορία που ήδη γράψατε. Και ούτε η ευφυΐα ούτε οι προσευχές ή η ευλάβεια όλου του κόσμου δεν μπορούν ν’ αλλάξουν την παραμικρή σταγόνα νερού στο αυλάκι που αφήσατε πίσω σας. Διότι αυτό είναι το ίχνος που αφήσατε. Κι ενώ μπορείτε πραγματικά να ωφεληθείτε αν κοιτάξετε το παρελθόν σας, πρέπει να κατανοήσετε βαθιά μέσα σας ότι μόνο οι τωρινές σκέψεις σας σχετικά με το πώς αντιμετωπίζετε αυτό το ίχνος είναι υπεύθυνες για τη ζωή σας στο παρόν.

Έχει πολλές φορές ειπωθεί ότι οι συνθήκες δεν δημιουργούν τον άνθρωπο, όμως τον αποκαλύπτουν. Η τάση να κατηγορούμε το παρελθόν μας για τα τωρινά μας ελαττώματα είναι δελεαστική. Είναι ο εύκολος δρόμος, επειδή έτσι έχουμε έτοιμη τη δικαιολογία για την άρνησή μας να πάρουμε το ρίσκο και να οδηγήσουμε με δική μας ευθύνη το σκάφος. Όλοι, και δίνω έμφαση στη λέξη, έχουμε βιώματα και εμπειρίες από το παρελθόν μας που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως δικαιολογίες για αδράνεια. Το αυλάκι που αφήσαμε πίσω μας είναι ξέχειλο από τα ερείπια του παρελθόντος μας. Ελαττώματα των γονιών μας, φοβίες, βιώματα εγκατάλειψης, δυσλειτουργικά μέλη της οικογένειας, χαμένες ευκαιρίες, κακοτυχία, δεινές οικονομικές συνθήκες, ακόμη και η κοινωνική τάξη στην οποία γεννηθήκαμε, όλα μας αγριοκοιτούν, λίγο πιο κάτω από την επιφάνεια του αυλακιού που αφήνει πίσω της η ζωή μας. Κι όμως, το δάχτυλο που κινείται έχει ήδη γράψει την ιστορία και τίποτε απολύτως δεν μπορεί να γίνει για να την ξεγράψει.

Ο Ομάρ Καγιάμ μας υπενθυμίζει, από έναν άλλο τόπο, από μια άλλη εποχή και σε μια άλλη γλώσσα, την απλή, αυταπόδεικτη αλήθεια πως το παρελθόν έχει παρέλθει και, ακόμη περισσότερο, πως δεν είναι δυνατόν να το κάνουμε να ξετυλιχτεί ξανά από την αρχή ή να το ανακαλέσουμε στο παρόν.

Επιπλέον, μάλιστα, αποτελεί ψευδαίσθηση να πιστεύετε ότι το παρελθόν είναι αυτό που οδηγεί ή που αποτυγχάνει να οδηγήσει σήμερα τη ζωή σας. Το δάχτυλο εξακολουθεί να είναι συνδεδεμένο με την καρδιά σας και μπορεί να γράψει ουδέποτε αυτή επιλέξει, ανεξάρτητα από το τι έγραψε χθες. Αφυπνιστείτε, βγείτε από το αυλάκι και αφουγκραστείτε τη σοφία του Ομάρ του σκηνοποιού! Οι ουσιαστικές διδαχές αυτού του τετράστιχου σας λένε:

• Ζήστε στο παρόν. Απελευθερωθείτε από κάθε προσκόλληση στο παρελθόν σας ως δικαιολογία για τις σημερινές συνθήκες της ζωής σας. Είστε αποτέλεσμα των επιλογών που κάνετε αυτή τη στιγμή, και τίποτε από τα ίχνη του παρελθόντος σας δεν μπορεί να σας επηρεάσει σήμερα, αν λάβετε πολύ σοβαρά υπόψη σας αυτή την κοινή αλήθεια.

• Αφαιρέστε αμέσως από το λεξιλόγιό σας όλες τις εκφράσεις κατηγορίας. Σταματήστε τον εαυτό σας την ίδια στιγμή που τον συλλαμβάνετε επ’ αυτοφώρω να χρησιμοποιεί το παρελθόν ως δικαιολογία για τη σημερινή απραξία σας, και αντί γι’ αυτό πείτε: «Τώρα είμαι ελεύθερος να απαγκιστρωθώ απ’ ό,τι είναι πια παρελθόν».

• Πάψτε να χύνετε τα δάκρυα που υπήρξαν σύμβολο της προσκόλλησής σας στο χθες. Η θλίψη και η αυτολύπηση δεν πρόκειται να εξαλείψουν ούτε ένα απειροελάχιστο κομμάτι από το παρελθόν σας. Υπενθυμίστε με ήπιο τρόπο στο πληγωμένο κομμάτι του εαυτού σας πως άλλο είναι το παρελθόν και άλλο το παρόν. Μάθετε από εκείνες τις εμπειρίες. Ναι, μπορείτε να τις ευγνωμονείτε διότι υπήρξαν για εσάς μεγάλοι δάσκαλοι, έπειτα όμως να επιστρέφετε γρήγορα στο παραγωγικό μέρος τον εαυτού σας, σε αυτό που είναι ενεργό τώρα! Σύμφωνοι, υπάρχει παρελθόν, αλλά δεν υφίσταται τώρα. Ομοίως, υπάρχει και μέλλον, αλλά επίσης δεν υφίσταται τώρα. Από το βάθος χιλίων χρόνων, αδράξτε τούτη την απλή αλήθεια και γράψε με αυτήν τη ζωή σας!

Το πρώτο βήμα για την επιλογή της ευτυχίας είναι η αποφυγή της ακινητοποίησης

Να έχετε υπόψη σας τη λέξη ακινητοποίηση ως δείκτη των αρνητικών συναισθημάτων στη ζωή σας. Μπορεί να πιστεύετε ότι ο θυμός, η εχθρότητα, η ντροπαλότητα κι άλλα παρόμοια συναισθήματα αξίζει τον κόπο να τα νιώθουμε πότε πότε κι έτσι να θέλετε να προσκολληθείτε σ’ αυτά. Οδηγός σας θα έπρεπε να είναι ο βαθμός της όποιας ακινητοποίησής σας από ένα συναίσθημα. 

Η ακινητοποίηση μπορεί να κυμαίνεται από την ολική αδράνεια ως την ήπια αναποφασιστικότητα και διστακτικότητα. Ο θυμός σας, σας συγκρατεί από το να λέτε, να νιώθετε ή να κάνετε κάτι; Αν ναι, τότε είστε ακινητοποιημένοι. Η ντροπαλότητά σας, σας εμποδίζει να γνωρίζετε ανθρώπους που θα θέλατε; Αν είναι έτσι, τότε είστε ακινητοποιημένοι και στερείσθε από εμπειρίες που θα σας ταίριαζαν. 

Το μίσος κι η ζήλια σας συντείνουν ώστε ν’ αναπτύξετε έλκη και ν’ ανεβεί η πίεσή σας; Σας εμποδίζουν να ασκείτε αποδοτικά το επάγγελμά σας; Είστε ανίκανοι να κοιμηθείτε ή να κάνετε έρωτα εξαιτίας κάποιου αρνητικού συναισθήματος της στιγμής; Όλα αυτά είναι σημάδια ακινητοποίησης. 

Ακινητοποίηση είναι μια κατάσταση στην οποία, είτε ήπια είναι είτε σοβαρή, δεν μπορείτε να λειτουργήσετε στο επίπεδο που θα θέλατε. Αν τα συναισθήματά σας, σας οδηγούν σε μια τέτοια κατάσταση, δεν χρειάζεται ν’ αναζητήσετε άλλη δικαιολογία για ν’ απαλλαγείτε απ’ αυτά.

Σας δίνω παρακάτω ένα σύντομο κατάλογο μερικών περιπτώσεων στις οποίες πιθανόν ακινητοποιείστε. Κυμαίνονται από μικρότερες σε μεγαλύτερες καταστάσεις ακινησίας.

Ακινητοποιήστε όταν….

– Δεν μπορείτε να μιλήσετε τρυφερά στο/στη σύζυγό σας ή και στα παιδιά σας, έστω κι αν το θέλετε.
– Δεν μπορείτε να επεξεργαστείτε κάτι που σας ενδιαφέρει πολύ.
– Δεν κάνετε έρωτα, ενώ θα θέλατε.
– Κάθεστε όλη μέρα στο σπίτι βυθισμένοι σε μελαγχολικές σκέψεις.
– Δεν ασχολείστε με σπορ, ή άλλες ευχάριστες δραστηριότητες, εξαιτίας κάποιων συναισθημάτων βαριεστημάρας.
– Δεν μπορείτε να συστηθείτε σε κάποιο πρόσωπο που σας γοητεύει.
– Αποφεύγετε να μιλήσετε σε κάποιον όταν συνειδητοποιείτε ότι μια απλή χειρονομία θα βελτίωνε τη σχέση σας.
– Δεν μπορείτε να κοιμηθείτε επειδή κάτι σας απασχολεί.
– Ο θυμός σας, σας εμποδίζει να σκεφτείτε καθαρά.
– Λέτε κάτι προσβλητικό σε κάποιον που αγαπάτε.
– Κάνετε γκριμάτσες ή είστε τόσο νευρικοί ώστε δεν ενεργείτε με τον τρόπο που θα προτιμούσατε.

Η ακινητοποίηση δημιουργεί ένα βαθύ αυλάκι. Κυριολεκτικά όλα τα’ αρνητικά συναισθήματα καταλήγουν σε κάποιο βαθμό αυτοακινητοποίησης κι αυτό από μόνο του αποτελεί μια γερή δικαιολογία για να τα εξαλείψετε ολότελα από τη ζωή σας.

Ως αρετή εννοούσε ο Σωκράτης την επιλογή του αγαθού, το «ευ πράττειν»

Η αποφασιστική στιγμή που σημάδεψε τη στροφή του ενδιαφέροντος και της προσοχής από τον εξωτερικό στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου συνδέεται με την ιστορική παρουσία και τη διδασκαλία του Σωκράτη τον 5ο αιώνα π.Χ. Πράγματι, ο Σωκράτης που θανατώθηκε από τους συμπολίτες του το 399 π.Χ., ήτοι, πριν από 2.400 χρόνια, δίκαια θεωρείται ως ο θεμελιωτής της ηθικής φιλοσοφίας επειδή έστρεψε το φως της σκέψης και του προβληματισμού του από τη φύση στην ψυχή και την ηθική συμπεριφορά του ανθρώπου. Αυτή η «ανθρωποκεντρική» στροφή έταμε έκτοτε την πορεία του φιλοσοφικού στοχασμού και ο Σωκράτης κατέκτησε μία αν όχι την κορυφαία θέση στο Πάνθεον των φιλοσόφων της ανθρωπότητας.

Το «παράδοξο» είναι ότι τούτο το πέτυχε δίχως ποτέ ο ίδιος να γράψει τίποτα ή να οργανώσει κάποια σχολή ή κάποιο φιλοσοφικό σύστημα. Απλά με τη δύναμη του κριτικού στοχασμού και με την καθαρότητα του προσωπικού του παραδείγματος ζωής (μιας ζωής που την οικοδόμησε σαν έργο τέχνης) άφησε τέτοια εντύπωση στους συγκαιρινούς και τους φίλους του ώστε αυτό αρκούσε για να γράψουν κατόπιν εκείνοι (ο Πλάτων, ο Ξενοφών, ο Αριστοτέλης) όσα έγραψαν για την ύπαρξη και τη σκέψη του ως παρακαταθήκη στην ιστορία του πνεύματος.

Η γνώση της αρετής

Εξαρχής, το «γνώθι σαυτόν» της δελφικής προσταγής ο Σωκράτης το ερμήνευσε ως το έναυσμα για μια πορεία αναζήτησης που ένας σκεπτόμενος άνθρωπος θα μπορούσε να ακολουθήσει προκειμένου να επιτύχει την αρετή. Ως αρετή εννοούσε ο Σωκράτης την επιλογή του αγαθού, το «ευ πράττειν», ύστερα από κριτική ανάλυση και στοχασμό. Συνέδεσε έτσι με τρόπο μοναδικό και αξεδιάλυτο την αρετή με τη γνώση, τη γνώση εκείνου που είναι πραγματικά και όχι φαινομενικά καλό και χρήσιμο στον άνθρωπο.

Η λογική θεμελίωση της ηθικής συνίστατο επομένως στη στοχαστική διερεύνηση και αναζήτηση της αρετής. Υπ’ αυτήν την έννοια, η «αρετή είναι γνώση» και έως ότου αποκτήσει ο άνθρωπος τη γνώση δεν μπορεί να είναι ενάρετος. Όπως μαρτυρά ο Αριστοτέλης (Ηθικά Νικομάχεια, 1144 b, 28-29), ο Σωκράτης θεωρούσε ότι οι αρετές ήταν μορφές λόγου («λόγους τας αρετάς ώετο είναι/επιστήμας γαρ είναι πάσας») διότι ήταν αδιάλυτα συνδεδεμένες με τη γνώση. Με συνέπεια ούτε η επίτευξη του αγαθού να είναι δυνατή άνευ φρονήσεως, «ουδέ φρόνιμον άνευ της ηθικής».

Έδειξε, επιπλέον, ότι μόνο με τον τρόπο αυτό, δηλαδή με τον ασίγαστο στοχασμό περί της αρετής, μπορεί να κερδίσει κανείς την αληθινή και διαρκή ευδαιμονία. H μαρτυρία του προσωπικού του παραδείγματος ήταν αδιάψευστη: πέθανε δίχως θλίψη, φόβο ή ταραχή, αλλά με εσωτερική γαλήνη και ηρεμία – ίσως και με ευδαιμονία, παρά το γεγονός ότι δεν ήταν εκείνος που θέλησε ή επέλεξε τον θάνατό του.

Ο Σωκράτης συνέβαλε επίσης όσο κανείς έως τότε στον «εκδημοκρατισμό» της ηθικής θεωρίας, εφόσον κατέστησε την πρόσβαση σε αυτήν ανοικτή και διαθέσιμη στον καθένα που ήταν πρόθυμος να τη γνωρίσει. Τούτο το έπραττε με την προσφιλή του όσο και ιδιαίτερα αποτελεσματική μέθοδο της διαλογικής ανάλυσης (όπως φανερώνουν οι πλατωνικοί διάλογοι) μέσω της οποίας μπορούσε να εξετάζει και να ελέγχει τις απόψεις και τις ιδέες των συμπολιτών του με διαρκείς ερωταποκρίσεις αποκαλύπτοντας έτσι όχι μόνο την άγνοιά τους αλλά και την αληθινή φύση της αρετής. Ηταν προφανώς πεπεισμένος ότι μόνο αυτό το είδος της διαλογικής αυτοεξέτασης και του αναστοχασμού κάνει τους ανθρώπους καλύτερους από ηθικής σκοπιάς. Και τούτο διότι υποβάλλεται έτσι κανείς σε διαρκή κριτικό έλεγχο σχετικά με το τι να κάνει ή να αποφύγει επί τη βάσει ηθικών κριτηρίων.

Τόσο ο Πλάτων όσο και ο Αριστοτέλης, εξάλλου, θεωρούσαν την ηθική ως μέρος της πολιτικής, της οποίας η πρωτεύουσα λειτουργία ήταν να διαμορφώνει το πλαίσιο και τις συνθήκες ώστε τα μέλη της πολιτείας να μπορούσαν να κατακτήσουν την αληθινή ευδαιμονία. Ετσι, η επίτευξη της γνώσης και της αληθινής ευδαιμονίας καθίσταται η ουσία της επιστήμης του αγαθού, δηλαδή της ηθικής.

Η πράξη της αρετής

Κατά τους αρχαίους Έλληνες η ηθική δεν περιοριζόταν στη θεωρητική μόνο ενασχόληση με το ζήτημα της αρετής αλλά κατ’ εξοχήν ενδιαφερόταν για την άσκησή της στην πράξη: όχι μόνο να στοχάζεται και να διερευνά κανείς το αγαθό, αλλά κυρίως να το πράττει στη ζωή του.

Συναφώς, η έννοια της «επιστήμης» περιελάμβανε όχι μόνο την αφηρημένη γνώση ενός τομέα της σκέψης και της εμπειρίας, αλλά και την έντεχνη και επιδέξια εφαρμογή του στην πράξη. Δεν εκπλήσσει, επομένως, ότι μια ισχυρή κανονιστική διάσταση χαρακτήριζε την όλη επιστημονική δραστηριότητα, υπό την έννοια ότι συγκεκριμένες αξίες και κανονιστικά κριτήρια κατευθύνουν τη δράση των ανθρώπων και εκφράζονται σε ανάλογες έμπρακτες συμπεριφορές.

«Η αρετή από μόνη της δεν εξαρκεί», δίδασκε ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του (1. 325 b, 12-13), «πρέπει επίσης να υπάρχει η δύναμη να μετατραπεί σε πράξη». Πράγμα που σημαίνει ότι εφόσον έχει ληφθεί μια απόφαση με ηθικά κριτήρια πρέπει κατόπιν να εφαρμοσθεί με συνέπεια.

Βέβαια, ο μετασχηματισμός της αξίας σε πράξη και η σύμπτωση των απώτερων σκοπών και επιδιώξεων με τα συγκεκριμένα ενεργήματα συνιστά μείζον πρόβλημα που θέτει σε δοκιμασία την ηθική αντοχή και την ακεραιότητα του δρώντος υποκειμένου. «Φυσικά, η πράξη σε πολύ μικρότερο βαθμό προσεγγίζει την αλήθεια από ό,τι η σκέψη», επεσήμαινε ο Πλάτων στην Πολιτεία του (473 a, 1-2).

Εν τούτοις ο Σωκράτης έδειξε ο ίδιος με το παράδειγμά του τη δύναμη και την ετοιμότητα του ανθρώπου με ήθος να ζήσει σύμφωνα με τα κριτήρια και τις αξίες του. «Σφάλλεις αν νομίζεις πως κάποιος που έχει την παραμικρή αξία», υποστήριζε στην Απολογία του (28b, 5-9), «θα υπολόγιζε τον κίνδυνο της ζωής ή του θανάτου ή οτιδήποτε άλλο αντί να εξετάζει τούτο μόνο: Εάν η πράξη του είναι δίκαιη ή άδικη, και εάν αρμόζει στα έργα ενός καλού ή κακού ανθρώπου».

Ανεξέταστος βίος είναι αβίωτος

Από ηθικής σκοπιάς, λοιπόν, η σύμπτωση θεωρίας και πράξης είναι αναγκαία, εφόσον η ηθική οντολογία δεν αφορά μόνο τις προθέσεις αλλά εξίσου την πραγμάτωση και την εκπλήρωσή τους. Θεωρία και πράξη συναπαρτίζουν ισότιμα μέρη της ζωής και της συγκρότησης του υποκειμένου, και δεν υπάρχει λόγος να υποθέτει κανείς ότι το ένα προηγείται και υπερέχει του άλλου.

Μπορούμε, επομένως, να συμπεράνουμε ότι για τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους και βέβαια για τον Σωκράτη η ηθική συνίστατο στη γνώση και την επιλογή των καλών πραγμάτων στη ζωή. Επιπλέον, ο λόγος περί των αξιών που όφειλαν να εμπνέουν και να κατευθύνουν τη ζωή αποτελούσε μια αξία καθ’ εαυτήν, που θα μπορούσε να οδηγήσει στην ευδαιμονία εάν επιδιώκετο με συνεπή και συστηματικό τρόπο.

Κατά τον Αριστοτέλη, μάλιστα, το ήθος δεν ήταν παρά «η συνήθεια του αγαθού» («η δ’ ηθική εξ έθους περιγίνεται», Ηθικά Νικομάχεια, 1103 a, 17) και η ηθική στάση απορρέει από την ελεύθερη επιλογή του αγαθού που γίνεται κατόπιν συνήθης πρακτική («η ηθική αρετή έξις προαιρετική», Ηθικ. Νικ., 1139 a, 22-23). Μια απώτερη συνέπεια αυτής της αντίληψης είναι ότι η ηθική επιλογή δεν αποτελεί τόσο ζήτημα επιβράβευσης ή τιμωρίας, αλλά ελεύθερη προτίμηση του αγαθού δίχως να υπεισέρχεται το δέλεαρ της ανταμοιβής ή το φόβητρο της ποινής.

Δεν ξενίζει, επομένως, ότι το πρωτεύον κριτήριο και η επιδίωξη της καλής διακυβέρνησης ήταν κατά τον Αριστοτέλη ο εθισμός των πολιτικών στην άσκηση της αρετής. Τούτο επιβεβαιώνεται, έγραψε στα Ηθικά Νικομάχεια (1103 b, 4-7), από αυτό που συμβαίνει στις πολιτείες? γιατί οι νομοθέτες κάνουν τους πολίτες αγαθούς με τον σχηματισμό ανάλογων συνηθειών σε αυτούς («τους πολίτες εθίζοντες ποιούσιν αγαθούς»).

Για να προσθέσει ότι «τούτη είναι η επιθυμία κάθε νομοθέτη, και αυτοί που δεν το καταφέρνουν χάνουν τον στόχο, και σε τούτο διαφέρει μια καλή από μια κακή πολιτεία».

Εφόσον ηθική συνιστά μια πρωτεύουσα λειτουργία της πολιτικής προκύπτει ότι η κύρια αποστολή των πολιτικών είναι να μεριμνούν για την ηθική καλλιέργεια και τελείωση των πολιτών.

Προκειμένου όμως να το επιτύχουν αυτό χρειάζονται και οι ίδιοι γνώση, τη γνώση της αρετής, πράγμα που αποκτάται με τη διαρκή διερεύνηση και τον αυστηρό και ασίγαστο έλεγχο των πραγμάτων και των καταστάσεων.

Στο τέλος τέλος, η ηθική συνοχή δεν αποκτάται παρά μόνο μέσα από τη διαρκή αναζήτησή της. Και τούτο είναι το μέγα προνόμιο των ανθρώπινων όντων, διαφορετικά η ζωή δεν έχει αξία. Βίος ανεξέταστος δεν είναι αποδεκτός από τον άνθρωπο («ο δε ανεξέταστος βίος ου βιωτός ανθρώπω»), κατέληξε ο Σωκράτης στην εκπληκτική Απολογία του (28, 12). Κοντολογίς, η ηθική στάση ως αποτέλεσμα μιας ξεχωριστής για τον καθένα πορείας και αναζήτησης είναι αυτό που κάνει τη ζωή, την «τέχνη της ζωής», μια τόσο δημιουργική και ενδιαφέρουσα υπόθεση.

Η μείωση του πληθυσμού των μελισσών και οι σημαντικές συνέπειες αυτού του οικολογικού προβλήματος

Η μέλισσα εξαφανίζεται, τόσο από το φυσικό της περιβάλλον όσο και από τις εμπορικές κυψέλες. Αυτό το οικολογικό πρόβλημα καλείται από τους ερευνητές ως η κατάρρευση της κατάστασης των αποικιών των μελισσών.

Την τελευταία δεκαετία οι μελισσοκόμοι στην Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν αναφέρει πάνω από 30% ετήσια απώλεια των κυψελών τους. Το πρόβλημα αυτό εξακολουθεί να επιδεινώνεται. Τα τελευταία χρόνια ο πληθυσμός αυτού του εντόμου έχει μειωθεί σχεδόν κατά 70%.

Αυτό επηρεάζει τις καλλιέργειες οπωροφόρων δέντρων και λαχανικών. Ο λόγος είναι ότι δεν μπορούν να αναπαραχθούν αποτελεσματικά, επειδή ο κύριος επικονιαστής τους, η μέλισσα, δεν μπορεί να τα γονιμοποιήσει.

Αιτίες της εξαφάνισης των μελισσών

Η επιστημονική κοινότητα βρίσκεται στην αναζήτηση των αιτιολογικών παραγόντων της διαταραχής της κατάρρευσης των αποικιών των μελισσών. Οι έρευνες έχουν διαπιστώσει διάφορα αίτια, ωστόσο, τεκμαίρεται ότι το πρόβλημα αυτό οφείλεται στον συνδυασμό πολλών παραγόντων.

Χημικές ενώσεις

Η χρήση χημικών ζιζανιοκτόνων και παρασιτοκτόνων, όπως τα νεονικοτινοειδή, θα μπορούσε να προκαλέσει το θάνατο των μελισσών. Την καταναλώνουν όταν έρχονται σε επαφή με τα λουλούδια. Επιπλέον, οι εμπορικές κυψέλες υποκαπνίζονται ως πρόληψη έναντι των ακάρεων.

Η υπερθέρμανση του πλανήτη

Η αύξηση της θερμοκρασίας στη γη μπορεί να προκαλέσει την αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης ορισμένων ιών, ακάρεων και μυκήτων. Η μέλισσα αντιμετωπίζει παράσιτα όπως το Nosema apis, που βλάπτει το νευρικό σας σύστημα.

Ένα άλλο από τα παθογόνα είναι το Varroa destructor, ένα ακάρεο που απορροφά την αιμολυμφή της μέλισσας.

Από την άλλη πλευρά, οι κλιματικές διακυμάνσεις μπορούν να προκαλέσουν τον όλεθρο στις μέλισσες, επειδή τα έντομα αυτά ζουν σε μέρη όπου τα κλιματικά πρότυπα δεν έχουν μεγάλες διακυμάνσεις.

Οικολογική σημασία της μέλισσας

Η μέλισσα είναι ένα από τα κύρια επικονιαστικά έντομα των φυτών. Επιπλέον, διευκολύνει τη διασπορά των φυτικών ειδών σε άλλες περιοχές, συμβάλλοντας έτσι στη βιοποικιλότητα. Αυτό κάνει την παραγωγικότητα στα οικοσυστήματα βιώσιμη.

Μια άλλη σημαντική πτυχή είναι ότι το εν λόγω έντομο συμβάλλει στη διατήρηση της γενετικής ποικιλότητας εντός των διαφόρων πληθυσμών των φυτών. Αυτό με τη σειρά του έχει αντίκτυπο στην αύξηση της απόδοσης των φρούτων και της χλωρίδας, βασικά στοιχεία για τη σίτιση των φυτοφάγων.

Όχι μόνο οι μέλισσες συμμετέχουν στη γονιμοποίηση των λουλουδιών αλλά και το ρόπαλο και κάποια πουλιά, όπως και το κολιμπρί, το κάνουν επίσης. Ωστόσο, οι μέλισσες έχουν κάτι που τα κάνει πιο επιρρεπή στη γονιμοποίηση: τα σπίτια στο σώμα τους.

Εκεί οι κόκκοι γύρης προσκολλώνται, δημιουργώντας τη δυνατότητα πολλαπλής γονιμοποίησης μεταξύ των φυτικών ειδών.

Στην Ευρώπη, οι μέλισσες επικονιάζουν σχεδόν το 84% των εμπορικών καλλιεργειών. Η γεωργία σε όλο τον κόσμο έχει μεγάλη εξάρτηση από το επίπονο έργο αυτού του εντόμου.

Σχέση μεταξύ των μελισσών και των πτηνών

Τα πτηνά έχουν μεγάλη εξάρτηση από τα έντομα. Οι μέλισσες διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο στη διατήρηση των πληθυσμών των πτηνών παγκοσμίως.

Μέλισσες, λιπάσματα φυτών

Χάρη στο έργο των μελισσών για τη διάδοση της γύρης, μπορούν να διατηρηθούν και να εξαπλωθούν καλλιέργειες φρούτων, ξηρών καρπών, λαχανικών, ελαιούχων σπόρων και ορισμένων δημητριακών. Επιπλέον, ένα υψηλό ποσοστό άγριων φυτών και λουλουδιών γονιμοποιούνται από αυτό το έντομο.

Τα λουλούδια, τα φρούτα και τα φυτικά είδη αποτελούν τη βάση της διατροφής των φυτοφάγων πουλιών. Η μείωση των πληθυσμών των μελισσών θα κατέρρεε ολόκληρη την τροφική αλυσίδα, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης των ειδών των πτηνών που τρέφονται με φυτά και τα παράγωγά τους.

Ακόμη και η εξαφάνιση μόνο ενός από τα είδη μέλισσας θα προκαλούσε μια επικαλυπτική επίδραση: δεν θα υπήρχαν σπόροι, φυτά, λουλούδια ή φρούτα. Όλα τα ζώα που τρέφονται με αυτά θα εξαφανίζονταν και αργότερα τα σαρκοφάγα θα εξαφανίζονταν και αυτά.

Ανάμεσα στα πουλιά, τα φυτοφάγα αποτελούν μια μεγάλη ομάδα. Αυτά τρέφονται με καρπούς που αναπτύσσονται στα δέντρα, τα οποία κυρίως γονιμοποιούνται από τις μέλισσες.

Παράδειγμα πτηνού που μπορεί να επηρεαστεί από την εξαφάνιση της μέλισσας είναι ο παπαγάλος. Ο παπαγάλος ζει σε τροπικές και θερμές περιοχές, έχει ένα καμπύλο σχήμα και τρέφεται με φρούτα, φύλλα και σπόρους.

Όταν ο παπαγάλος είναι στη φύση, αναρριχάται στα δέντρα για να βρει σπόρους, το κύριο φαγητό του.

Μέλισσες ως μέρος της διατροφής

Αυτά τα έντομα αποτελούν μέρος της τροφικής αλυσίδας και ως εκ τούτου, η εξαφάνισή τους θα επηρεάσει τα υψηλότερα επίπεδα. Σε αυτή την τροφική οργάνωση, τα εντομοφάγα πτηνά βρίσκονται πίσω από τις μέλισσες, αφού ορισμένα από αυτά τα πτηνά τρέφονται με αυτές.

Η σίτιση αυτής της ομάδας πτηνών αποτελείται μεταξύ άλλων από μέλισσες, γαιοσκώληκες. Κάποια είδη θα μπορούσαν να τα φάνε με εποχιακό ή ευκαιριακό τρόπο, ενώ άλλα είδη θα μπορούσαν να το κάνουν με συνήθη τρόπο.

Ως αποτέλεσμα της εξαφάνισης των μελισσών, τα πτηνά αυτά θα υποστούν μεγάλη μείωση του πληθυσμού τους. Μειώνοντας τον αριθμό των μελισσών μέσα σε ένα οικοσύστημα, θα μειωθεί η ποσότητα και η ποικιλία των τροφίμων.

Αυτή η κατάσταση θα μπορούσε να προκαλέσει ανταγωνισμό μεταξύ των πτηνών για την τροφή τους, λόγω της έλλειψης εντόμων. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει πιθανή μείωση στον πληθυσμό των πτηνών.

Μερικά από τα πουλιά που θα υποφέρουν από αυτή την πτώση του πληθυσμού της μέλισσας είναι αυτά του παλιού κόσμου και η νύχτα του βορρά. Αυτό το πουλί, κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, συμπεριλαμβάνει μέλισσες μέσα στη διατροφή του. Το φθινόπωρο και το χειμώνα του αρέσει να τρώει φρούτα.

Ο μέλισσα του παλιού κόσμου είναι καταναλωτής εντόμων, μεταξύ των οποίων η μέλισσα είναι το αγαπημένο του θήραμα,

Μέλισσες ως παραγωγοί μελιού

Οι μέλισσες κάνουν το μέλι ως τελικό προϊόν μιας επίπονης και οργανωμένης διαδικασίας. Με αυτό το ζαχαρούχο νέκταρ, πλούσιο σε ποικιλία θρεπτικών συστατικών, οι προνύμφες αυτού του επικονιαστικού εντόμου τροφοδοτούνται.

Οι χτένες όπου διατηρείται το μέλι και οι οποίες θα είναι οι φωλιές των προνυμφών, είναι φτιαγμένες από κερί. Αυτό παράγεται από νεαρές μέλισσες μέσω των κεραίων τους.

Το κερί χρησιμοποιείται για την κατασκευή των κυψελίδων εξαγωνικού σχήματος των κυψελών, όπου το μέλι θα αποθηκευτεί και αργότερα η βασίλισσα θα αποθέσει τα αυγά.

Υπάρχουν πουλιά, όπως ο δείκτης Zambezi, που τρέφονται με αυτό το κερί. Αυτό το οργανικό υλικό είναι πολύ δύσκολο να χωνευτεί, επειδή το ένζυμο που είναι υπεύθυνο για την πέψη του, η λιπάση, δεν μπορεί να το υδρολύσει.

Παρά το γεγονός αυτό, το πουλί αυτό καταναλώνει τακτικά κερί μέλισσας. Αν εξαφανιστούν αυτά τα έντομα, αυτή η πολύτιμη πηγή τροφής για τον δείκτη Zambezi δεν θα υπήρχε, επηρεάζοντας σοβαρά τον πληθυσμό του.

Υγρό γυαλί: Μια νέα κατάσταση της ύλης

Αν και το γυαλί είναι πανταχού παρόν, εξακολουθεί να αποτελεί ένα επιστημονικό αίνιγμα, καθώς, αντίθετα με ό,τι θα περίμενε κανείς, η αληθινή του φύση παραμένει εν μέρει μυστήριο. Στη Χημεία και τη Φυσική ο όρος γυαλί χρησιμοποιείται με διαφορετικούς τρόπους: Περιλαμβάνει το γνωστό καθημερινό γυαλί, μα αναφέρεται και σε ένα εύρος άλλων υλικών με ιδιότητες που μπορούν να εξηγηθούν/ περιγραφούν με αναφορά στη συμπεριφορά του γυαλιού- όπως πχ μέταλλα, πλαστικά, πρωτεΐνες, βιολογικά κύτταρα κ.α.

Το γυαλί δεν είναι «συμβατικά» στερεό: Κατά κανόνα, όταν ένα υλικό μεταβαίνει από υγρή σε στερεά κατάσταση, τα μόρια συντάσσονται έτσι ώστε να δημιουργούν μια κρυσταλλική δομή. Στο γυαλί αυτό δεν συμβαίνει: Αντ’αυτού, τα μόρια «παγώνουν» εκεί που είναι πριν λάβει χώρα κρυσταλλοποίηση. Αυτή η περίεργη κατάσταση είναι χαρακτηριστική σε πολλά διαφορετικά συστήματα, και οι επιστήμονες προσπαθούν ακόμα να κατανοήσουν πώς σχηματίζεται αυτή η κατάσταση.

Έρευνα από καθηγητές στο Πανεπιστήμιο της Κωστάντζας, έχει δώσει μια επιπλέον διάσταση στο αίνιγμα του γυαλού. Χρησιμοποιώντας ένα σύστημα/ μοντέλο που περιελάμβανε εναιωρήματα ελλειψοειδών κολλοειδών, ανακάλυψαν μια νέα κατάσταση της ύλης, το υγρό γυαλί, όπου μεμονωμένα σωματίδια μπορούν να κινούνται μα δεν μπορούν να περιστρέφονται- μια περίεργη συμπεριφορά.

Τα εναιωρήματα κολλοειδών είναι μείγματα υγρών που περιέχουν στερεά σωματίδια τα οποία, σε μεγέθη ενός μικρομέτρου (ένα εκατομμυριοστό του μέτρου) ή παραπάνω, είναι μεγαλύτερα από άτομα ή μόρια και ως εκ τούτου καλύτερα για μελέτη μέσω οπτικών μικροσκοπίων.

Ως τώρα τα περισσότερα πειράματα με εναιωρήματα κολλοειδών βασίζονταν σε σφαιρικά κολλοειδή. Η πλειονότητα των φυσικών και τεχνικών συστημάτων, ωστόσο, αποτελούνται από μη σφαιρικά σωματίδια. Οι κατασκεύασαν μικρά πλαστικά σωματίδια, τεντώνοντας και ψύχοντάς τα μέχρι να επιτύχουν τις ελλειψοειδείς τους μορφές και μετά τα έβαλαν σε ειδικό διάλυμα. Λόγω των ιδιαίτερων σχημάτων τους τα σωματίδιά μας έχουν προσανατολισμό- αντίθετα με τα σφαιρικά σωματίδια- που αναδεικνύει εντελώς νέα είδη πολύπλοκων συμπεριφορών, που δεν είχαν μελετηθεί στο παρελθόν. .

Οι επιστήμονες μετά άλλαξαν τις συγκεντρώσεις σωματιδίων στα εναιωρήματα, και παρατήρησαν τις κινήσεις τους. Όπως λέει ο Ζούμπους, «σε συγκεκριμένες πυκνότητες σωματιδίων η κίνηση προσανατολισμού πάγωσε…με αποτέλεσμα υαλώδεις καταστάσεις όπου τα σωματίδια έφτιαχναν συμπλέγματα και σχημάτιζαν τοπικές δομές με παρόμοιο προσανατολισμό».

Αυτό που οι ερευνητές έχουν ορίσει ως υγρό γυαλί είναι αποτέλεσμα της αμοιβαίας παρεμπόδισης μεταξύ αυτών των συμπλεγμάτων και της πρόκλησης συσχετισμών μεγάλης εμβέλειας στον χώρο. Αυτά εμποδίζουν τον σχηματισμό ενός υγρού κρυστάλλου, που θα ήταν αυτό που θα περίμενε κανείς βάσει θερμοδυναμικής. Αυτό που παρατηρήρησαν στην πραγματικότητα οι ερευνητές ήταν δύο ανταγωνιστικές φάσεις μετάβασης του γυαλιού να αλληλεπιδρούν μεταξύ τους- κάτι ιδιαίτερα ενδιαφέρον από επιστημονικής άποψης.

G. W. Fr. Hegel: Φιλοσοφία της Τέχνης (1)

Γκέοργκ Χέγκελ: Περί της ουσίας της τέχνης

§ 1

Η τέχνη συνιστά μια από τις αξιακά διαβαθμισμένες μορφές ή βαθμίδες, με τις οποίες πραγματώνεται το απόλυτο πνεύμα. Οι άλλες δύο είναι η θρησκεία και η φιλοσοφία. Από εδώ προκύπτουν δύο τινά: α) η τέχνη δεν μπορεί να ανήκει στην τάξη της μίμησης ή της απομίμησης –με την αρχαιοελληνική σημασία των όρων. Τούτο σημαίνει για τον φιλόσοφο ότι δεν πρέπει να καταδικάζουμε συλλήβδην τη μιμητική τέχνη, αλλά τις αντιλήψεις εκείνες που θέλουν την τέχνη περιορισμένη στο επίπεδο της μίμησης. β) Η τέχνη αποτελεί την εκδήλωση του άπειρου, του απέραντου μέσα στο περατό, στο πεπερασμένο. Επομένως είναι ο τόπος, όπου το πνευματικό στοιχείο εκφράζει, αρθρώνει, σε αισθητή μορφή την αυθεντικότητα της φύσης του. Στο πεδίο της τέχνης, κατά ταύτα, το πνεύμα εξωτερικεύει ή εκδηλώνει την ικανότητά του να πνευματοποιεί το πραγματικό με καλλιτεχνικό τρόπο, δηλαδή να το «ιδιοποιείται» για να το συγκροτεί και να το ανασυγκροτεί στην αληθινή του υπόσταση. Έτσι, για παράδειγμα, ό,τι αυτο-αποκαλείται λογοτεχνικό έργο δεν σημαίνει ότι απηχεί και μια αυθεντική λογοτεχνικότητα. Αυθεντικό λογοτεχνικό έργο και γενικότερα αυθεντικό έργο τέχνης είναι εκείνο που πραγματώνει τη διαλεκτική μορφής και περιεχομένου, δηλαδή συνιστά ένα άρτιο αισθητικά και πνευματικά-διανοηματικά καλλιτεχνικό δημιούργημα.

§ 2

Όπως λοιπόν προκύπτει, η τέχνη συνιστά μια ανώτερη δραστηριότητα, εργασία και διεργασία του πνεύματος. Πώς όμως τα έργα τέχνης, δηλαδή αυτά τα συγκεκριμένα έργα του πνεύματος, αναδύονται στην πραγματικότητα; Αναδύονται με αισθητό τρόπο. Αποτελούν ένα σημαίνον που εκπέμπεται από το πνεύμα υπό τη μορφή του αισθητού φαινομένου. Γι’ αυτό και μια αισθητή προφάνεια, το ίδιο το φαίνεσθαι ως τέτοιο, δεν είναι μια εξαπάτηση ή αυταπάτη των αισθήσεων, αλλά εκδήλωση, εξωτερίκευση του πνεύματος. Με αυτό το νόημα, ο Χέγκελ ομιλεί για φαινομενολογία του πνεύματος. Ορισμένως, λοιπόν, η τέχνη έχει τον ίδιο προορισμό με τη θρησκεία και τη φιλοσοφία, εν τούτοις διαφέρει απ’ αυτές τις δυο μορφές του πνεύματος στο ότι διαθέτει τη δύναμη να εκφράζει τις πιο υψηλές ιδέες με αισθητό τρόπο, με κατ’ αίσθηση παράσταση και αναπαράσταση, έτσι ώστε αυτές οι ιδέες να καθίστανται προσιτές σ’ εμάς. Ένα ερώτημα γεννιέται εδώ: η ιδέα του ωραίου είναι μια απ’ αυτές τις υψηλές ιδέες ή είναι αυτή τούτη η ωραιότητα που γεννήθηκε και ξαναγεννήθηκε από το πνεύμα και ως τέτοια συνέχει αρμονικά τις εν λόγω ιδέες; Προφανώς για τον Χέγκελ ισχύει το δεύτερο: δηλαδή το ωραίο ή η ωραιότητα διατρέχει και συνάπτει αυτές τις ιδέες Π.χ. ένας ζωγραφικός πίνακας εκφράζει μια υψηλή ιδέα και ένα ποίημα εκφράζει άλλη υψηλή ιδέα. Αμφότερα όμως αυτά τα καλλιτεχνικά έργα και οι εκφραζόμενες με ή σε αυτά ιδέες συνέχονται από τη μια ιδέα του ωραίου ή της ωραιότητας ως ωραιότητας της τέχνης.

§ 3

Με βάση αυτή την οπτική, το ωραίο της τέχνης δεν ταυτίζεται με το ωραίο της φύσης. Το πρώτο, ως προϊόν του πνεύματος, είναι ανώτερο από το ωραίο της φύσης. Εκ πρώτης όψεως τούτο δεν μας λέει τίποτα, γι’ αυτό και ο καθένας μπορεί να ισχυριστεί το αντίθετο. Πού έγκειται η αλήθεια, η οποία έχει τη δύναμη να παραμερίζει κάθε αυθαίρετο ισχυρισμό, κάθε ανάλαφρη υποκειμενική γνώμη; Στο γεγονός ότι το φυσικό κάλλος, το ωραίο της φύσης, αντικαθρεφτίζει το ωραίο, το κάλλος του πνεύματος. Επειδή το πνεύμα είναι εκείνο το αληθές που περιλαμβάνει μέσα του τα πάντα, το ωραίο της φύσης αποτελεί μια αντανάκλαση του ωραίου του πνεύματος, είναι ένας ατελής τρόπος του και ως τέτοιος ανήκει και αυτός στην ουσία του πνεύματος. Από τη γενική τούτη αρχή της προτεραιότητας του πνεύματος ο Χέγκελ δεν εξάγει το συμπέρασμα πως ό,τι ανήκει στο πνεύμα είναι το ανώτερο, ανεξάρτητα από τη δημιουργική ικανότητα του ίδιου του καλλιτέχνη. Εάν συνέβαινε αυτό, τότε κάθε μέτριο καλλιτέχνημα, κάθε ελλιπές αισθητικά έργο, ιδεολογικά όμως φορτισμένο, θα ήταν το απόλυτα ωραίο.

§ 4

Για τον φιλόσοφο, καθοριστικό ρόλο παίζει η αξία, η ικανότητα του καλλιτέχνη ως ατομικού δημιουργού, του οποίου η ελευθερία δεν μπορεί να συμβαδίζει με τον εγκλεισμό του μέσα σε ιδεολογικά δόγματα ή σε μορφολογικές θεωρήσεις ή ακόμη σε περιχαρακώσεις σαν αυτές του ρεαλισμού και ιδεαλισμού. Την αξία, την πληρότητα ενός έργου τέχνης δεν την καθορίζει μονοσήμαντα ένα θέμα, όσο σπουδαίο κι αν είναι, αλλά και το έργο, κυρίως το έργο, που παράγει ο καλλιτέχνης. Πολύ εμφατικά παρατηρεί σχετικά ο Χέγκελ πως, όποια αρχή κι αν εμφυσήσουμε στη μετριότητα και στα ταλέντα της, δεν κατορθώνουμε τίποτα, όλα είναι χαμένος κόπος. Ένας πραγματικά ταλαντούχος καλλιτέχνης είναι σε θέση να συνάπτει το καλλιτεχνικά ωραίο με την ελευθερία της έκφρασης και της παραγωγής, να δραπετεύει από τα δεσμά του κανόνα, του κανονιστικού και του κανονισμένου προς την ελεύθερη ενέργεια της φαντασίας, προς την πιο δημιουργική της δύναμη και να μας πλημμυρίζει με γαλήνη, καταπράυνση η και ζωογόνηση.

ΠΛΑΤΩΝ: Πρωταγόρας (317e-319a)

Ἐπεὶ δὲ πάντες συνεκαθεζόμεθα, ὁ Πρωταγόρας, Νῦν δὴ ἄν, ἔφη, λέγοις, ὦ Σώκρατες, ἐπειδὴ καὶ οἵδε πάρεισιν, περὶ ὧν ὀλίγον πρότερον μνείαν ἐποιοῦ πρὸς ἐμὲ ὑπὲρ τοῦ νεανίσκου.
[318a] Καὶ ἐγὼ εἶπον ὅτι Ἡ αὐτή μοι ἀρχή ἐστιν, ὦ Πρωταγόρα, ἥπερ ἄρτι, περὶ ὧν ἀφικόμην. Ἱπποκράτης γὰρ ὅδε τυγχάνει ἐν ἐπιθυμίᾳ ὢν τῆς σῆς συνουσίας· ὅτι οὖν αὐτῷ ἀποβήσεται, ἐάν σοι συνῇ, ἡδέως ἄν φησι πυθέσθαι. τοσοῦτος ὅ γε ἡμέτερος λόγος.
Ὑπολαβὼν οὖν ὁ Πρωταγόρας εἶπεν· Ὦ νεανίσκε, ἔσται τοίνυν σοι, ἐὰν ἐμοὶ συνῇς, ᾗ ἂν ἡμέρᾳ ἐμοὶ συγγένῃ, ἀπιέναι οἴκαδε βελτίονι γεγονότι, καὶ ἐν τῇ ὑστεραίᾳ ταὐτὰ ταῦτα· καὶ ἑκάστης ἡμέρας ἀεὶ ἐπὶ τὸ βέλτιον ἐπιδιδόναι.
[318b] Καὶ ἐγὼ ἀκούσας εἶπον· Ὦ Πρωταγόρα, τοῦτο μὲν οὐδὲν θαυμαστὸν λέγεις, ἀλλὰ εἰκός, ἐπεὶ κἂν σύ, καίπερ τηλικοῦτος ὢν καὶ οὕτως σοφός, εἴ τίς σε διδάξειεν ὃ μὴ τυγχάνοις ἐπιστάμενος, βελτίων ἂν γένοιο. ἀλλὰ μὴ οὕτως, ἀλλ᾽ ὥσπερ ἂν εἰ αὐτίκα μάλα μεταβαλὼν τὴν ἐπιθυμίαν Ἱπποκράτης ὅδε ἐπιθυμήσειεν τῆς συνουσίας τούτου τοῦ νεανίσκου τοῦ νῦν νεωστὶ ἐπιδημοῦντος, Ζευξίππου τοῦ Ἡρακλεώτου, καὶ ἀφικόμενος παρ᾽ αὐτόν, ὥσπερ παρὰ σὲ [318c] νῦν, ἀκούσειεν αὐτοῦ ταὐτὰ ταῦτα ἅπερ σοῦ, ὅτι ἑκάστης ἡμέρας συνὼν αὐτῷ βελτίων ἔσται καὶ ἐπιδώσει, εἰ αὐτὸν ἐπανέροιτο· «Τί δὴ φῂς βελτίω ἔσεσθαι καὶ εἰς τί ἐπιδώσειν;» εἴποι ἂν αὐτῷ ὁ Ζεύξιππος ὅτι πρὸς γραφικήν· κἂν εἰ Ὀρθαγόρᾳ τῷ Θηβαίῳ συγγενόμενος, ἀκούσας ἐκείνου ταὐτὰ ταῦτα ἅπερ σοῦ, ἐπανέροιτο αὐτὸν εἰς ὅτι βελτίων καθ᾽ ἡμέραν ἔσται συγγιγνόμενος ἐκείνῳ, εἴποι ἂν ὅτι εἰς αὔλησιν· οὕτω δὴ καὶ σὺ εἰπὲ τῷ νεανίσκῳ καὶ ἐμοὶ ὑπὲρ [318d] τούτου ἐρωτῶντι, Ἱπποκράτης ὅδε Πρωταγόρᾳ συγγενόμενος, ᾗ ἂν αὐτῷ ἡμέρᾳ συγγένηται, βελτίων ἄπεισι γενόμενος καὶ τῶν ἄλλων ἡμερῶν ἑκάστης οὕτως ἐπιδώσει εἰς τί, ὦ Πρωταγόρα, καὶ περὶ τοῦ;
Καὶ ὁ Πρωταγόρας ἐμοῦ ταῦτα ἀκούσας, Σύ τε καλῶς ἐρωτᾷς, ἔφη, ὦ Σώκρατες, καὶ ἐγὼ τοῖς καλῶς ἐρωτῶσι χαίρω ἀποκρινόμενος. Ἱπποκράτης γὰρ παρ᾽ ἐμὲ ἀφικόμενος οὐ πείσεται ἅπερ ἂν ἔπαθεν ἄλλῳ τῳ συγγενόμενος τῶν σοφιστῶν. οἱ μὲν γὰρ ἄλλοι λωβῶνται τοὺς νέους· [318e] τὰς γὰρ τέχνας αὐτοὺς πεφευγότας ἄκοντας πάλιν αὖ ἄγοντες ἐμβάλλουσιν εἰς τέχνας, λογισμούς τε καὶ ἀστρονομίαν καὶ γεωμετρίαν καὶ μουσικὴν διδάσκοντες —καὶ ἅμα εἰς τὸν Ἱππίαν ἀπέβλεψεν— παρὰ δ᾽ ἐμὲ ἀφικόμενος μαθήσεται οὐ περὶ ἄλλου του ἢ περὶ οὗ ἥκει. τὸ δὲ μάθημά ἐστιν εὐβουλία περὶ τῶν οἰκείων, ὅπως ἂν ἄριστα τὴν αὑτοῦ οἰκίαν διοικοῖ, [319a] καὶ περὶ τῶν τῆς πόλεως, ὅπως τὰ τῆς πόλεως δυνατώτατος ἂν εἴη καὶ πράττειν καὶ λέγειν.
Ἆρα, ἔφην ἐγώ, ἕπομαί σου τῷ λόγῳ; δοκεῖς γάρ μοι λέγειν τὴν πολιτικὴν τέχνην καὶ ὑπισχνεῖσθαι ποιεῖν ἄνδρας ἀγαθοὺς πολίτας.
Αὐτὸ μὲν οὖν τοῦτό ἐστιν, ἔφη, ὦ Σώκρατες, τὸ ἐπάγγελμα ὃ ἐπαγγέλλομαι.

***
Περιεχόμενο της διδασκαλίας του Πρωταγόρα: η πολιτική αρετή.
Όταν όλοι μας πήραμε θέση, ο Πρωταγόρας είπε: Θα είχες την καλοσύνη, Σωκράτη, τώρα που όλοι μας είμαστε συγκεντρωμένοι, να μας μιλήσεις για όσα πριν από λίγο είπες σ᾽ εμένα για το νεαρό; [318a] Και εγώ είπα: Πρωταγόρα, θ᾽ αρχίσω με τα ίδια λόγια που είπα εδώ και λίγη ώρα, δηλαδή για ποιό ζήτημα ήρθα: τον Ιπποκράτη αποδώ τον έπιασε λαχτάρα να συναναστρέφεται μαζί σου· λέει λοιπόν ότι θα χαιρόταν, αν μάθαινε ποιό κέρδος θα έχει με το να μαθητεύσει κοντά σου. Όλο κι όλο αυτά είχαμε να πούμε.
Πήρε τότε το λόγο ο Πρωταγόρας και είπε: Λοιπόν, νεαρέ μου, αν γίνεις μαθητής μου, νά τί θα πάρεις: κάθε μέρα που θ᾽ ακούς τη διδασκαλία μου, θα γυρίζεις στο σπίτι σου καλύτερος — και την επομένη πάλι το ίδιο και κάθε μέρα, συνέχεια, θα προοδεύεις στο καλύτερο.
[318b] Κι εγώ ακούοντας αυτά του είπα: Δε λες τίποτα το παράξενο, αλλά συνηθισμένα πράγματα, Πρωταγόρα· γιατί ακόμα κι εσύ —που είσαι τόσο μεγάλος στα χρόνια και τόσο σοφός— θα μπορούσες να γίνεις καλύτερος, αν βρισκόταν κάποιος να σε διδάξει κάτι που τυχαίνει να μην το ξέρεις. Μην απαντάς λοιπόν μ᾽ αυτόν τον τρόπο, αλλά πες ότι αυτή τη στιγμή αλλάζει ξαφνικά την επιθυμία του τούτος ο Ιπποκράτης, και τον πιάνει πόθος να μαθητεύσει κοντά σ᾽ αυτόν το νεαρό, που βρίσκεται στην πόλη μας εδώ και λίγες μέρες, τον Ζεύξιππο από την Ηράκλεια. Τον επισκέπτεται λοιπόν —όπως εσένα [318c] καλή ώρα— και παίρνει κι από αυτόν απάντηση ίδια με τη δική σου: δηλαδή ότι με τη συναναστροφή του κάθε μέρα θα γίνεται καλύτερος και θα προοδεύει. Αν του έκανε δεύτερη ερώτηση: Σε τί λοιπόν θα γίνω καλύτερος και ποιά θα είναι η προκοπή μου; ο Ζεύξιππος θα του έλεγε ότι, στη ζωγραφική. Πάλι, αν πήγαινε να βρει τον Ορθαγόρα το Θηβαίο κι έπαιρνε απάντηση ίδια με τη δική σου, και του έκανε δεύτερη ερώτηση —σε τί θα γίνεται καλύτερος κάθε μέρα με τη συναναστροφή του;— θα του απαντούσε ότι, στο παίξιμο του αυλού. Μια τέτοια απάντηση δώσε λοιπόν κι εσύ στο νεαρό και σ᾽ εμένα, [318d] που ρωτώ για χάρη του: ο Ιπποκράτης μας, με το να συναναστρέφεται τον Πρωταγόρα, κάθε μέρα που θα τον συναναστρέφεται θα γυρίζει στο σπίτι του καλύτερος, και καθεμιά απ᾽ τις επόμενες μέρες την ίδια πρόοδο θα έχει· σε ποιά κατεύθυνση όμως και πάνω σε τί, Πρωταγόρα;
Κι ο Πρωταγόρας ακούοντας τα λόγια μου είπε: Σωκράτη, κι εσύ με ωραίο τρόπο με ρωτάς, κι εγώ χαίρομαι ν᾽ απαντώ σ᾽ ανθρώπους που ρωτούν ωραία· λοιπόν ο Ιπποκράτης, αν έρθει κοντά μου, δε θα πάθει ό,τι θα πάθαινε, αν συναναστρεφόταν κάποιον άλλο σοφιστή· γιατί, έξω από μένα, οι άλλοι βλάπτουν τους νέους: [318e] την ώρα που οι νέοι πάνε να ξεφύγουν από τις πρακτικές γνώσεις, οι σοφιστές τούς φέρνουνε πάλι πίσω με το στανιό, και τους μπερδεύουν με πρακτικές γνώσεις, διδάσκοντάς τους πρακτική αριθμητική και αστρονομία και γεωμετρία και μουσικά όργανα —και λέγοντας αυτά έριξε μια ματιά στον Ιππία— όμως αν έρθει κοντά μου, δε θα σπουδάσει τίποτε άλλο παρά μόνο αυτό για το οποίο ήρθε. Η διδασκαλία μου σε κάνει μυαλωμένο για τις υποθέσεις του σπιτιού σου (πώς να κυβερνάς με τον καλύτερο τρόπο το νοικοκυριό σου) [319a] και για τις υποθέσεις της πολιτείας (πώς να γίνεις ασυναγώνιστος πολιτικός και στα έργα και στους λόγους).
Αν καταλαβαίνω καλά τα λόγια σου, του είπα, μου φαίνεται ότι κάνεις λόγο για την αρετή και υπόσχεσαι να κάνεις τους ανθρώπους υποδειγματικούς πολίτες.
Ακριβώς αυτή είναι η υποχρέωση που αναλαμβάνω, Σωκράτη.