Παρασκευή 14 Ιουλίου 2023

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική γλώσσα

Διαμόρφωση του β΄ συνθετικού

Ι. Η διαμόρφωση του θέματος του β΄ συνθετικού κατά τη μετάπλαση


§ 139. Κατά τη μετάπλαση (§ 110) το σύνθετο παίρνει τη μορφή επιθέτου που συνδέεται στενότερα με το ουσιαστικό του β΄ συνθετικού. Απαιτείται η μικρότερη μεταβολή, όταν το ουσιαστικό είχε θέμα σε ο: το ῥοδο-δάκτυλος διαφοροποιείται από το δάκτυλος μόνο ως προς το ότι χρησιμοποιείται και ως θηλυκό (§ 112) και έχει την ικανότητα να σχηματίζει ιδιαίτερους τύπους ουδετέρου. Κάτι αντίστοιχο ισχύει για τα εὐ-δαίμων, ἄ-χαρις, καλλί-παις σε αντίθεση με τα δαίμων, χάρις, παῖς. Εύκολη είναι η μεταβολή σε κυάν-οφρῠς (Θεόκριτος) 'με σκούρα φρύδια' από το ὀφρ ύ̄ ς. Τα ουσιαστικά με θέμα σε ᾱ παραμένουν μερικές φορές στην Α΄ κλίση, καθώς παίρνουν ένα -ς για το αρσενικό και εντάσσονται στο κλιτικό παράδειγμα νεανίας, πολίτης (στο θηλυκό τέτοια επίθετα δεν είναι συνηθισμένα): ἐυ-μμελίης (Όμ.) 'που ξέρει από ακόντια' (μελίη), βαθυ-δίνης (Όμ.) 'με βαθιές δίνες' (δίνη), κυανο-χαίτης (Όμ.) 'με σκούρες τρίχες' (χαίτη) κτλ. Αλλά ύστερα από μόρια και προθέσεις το θέμα σε ᾱ αντικαθίσταται σε ορισμένες περιπτώσεις από το θέμα σε ο: ἄ-τιμος 'στερημένος την τιμή του' (τιμή), ἐύ-ζωνος 'με όμορφη ζώνη' (ζώνη), ἐπ-άρουρος 'δεμένος με τη γη σαν υπηρέτης' (ἄρουρα· πρβ. § 50) κτλ., και αυτή η πρακτική επικράτησε αργότερα στα ελληνικά σχεδόν απόλυτα· οι σχηματισμοί σε -ης οφείλουν τη διατήρησή τους μόνο στο ότι θυμίζουν nomina agentis σε -της (§ 100). Σχετικά με τα -θήρας, -νίκης κτλ. δες § 98 .

§ 140. Τα θέματα σε ς του τύπου γένος σχηματίζουν ως ληκτικό μέλος το -γενής: δυσ-μενής (μένος), θεο-ειδής (εἶδος) κτλ. Και το ποδ-ώκης 'γοργοπόδαρος' έχει ένα ουσιαστικό *ὦκος, που όμως χάθηκε, και έτσι το ποδ-ώκης μοιάζει να έχει παραχθεί από το ὠκύς. Ένας Αθηναίος πρέπει να εκλάμβανε και το ἀ-ηδής 'δυσάρεστος' ως αρνητικό σχηματισμό του ἡδύς, επειδή το *ἧδος είχε χαθεί από τη γλώσσα του (ἦδος Όμ.). Τα θέματα σε ς του τύπου γῆρας σχηματίζουν -γήραος, δες παρακάτω § 144 · το αἰδώς σχηματίζει το ἀν-αιδής. Σχετικά με τη ρηματική τροπή του -ής (δες § 102 , 105) ακολουθούν εδώ μερικά ακόμη παραδείγματα: Τα εὐ-πειθής 'υπάκουος' και ἀ-πειθής 'ανυπάκουος' (και τα δύο κλασ.) δεν ανήκουν πια στο εξαφανισμένο *πεῖθος, παρά στο πείθεσθαι, το ίδιο και το ἀ-μεμφής (κλασ.) 'άμεμπτος' στο μέμφεσθαι, το ἐμ-μενής (Όμ.) 'επίμονος' στο μένειν (όχι στο μένος!).

§ 141. Ποικιλία παρουσιάζει ο χειρισμός των θεμάτων σε n. Από το φρήν φρένες παράγεται το -φρων (ἄ-φρων, εὔ-, σώ- κτλ.· με μετάπτωση -en- : - on-). Αντίστοιχα, τα σύνθετα με ουδέτερα σε -μα μπορεί να λήγουν σε -μων (μετάπτωση -n ̻-: -on-): ἀν-αίμων (Όμ.) από το αἷμα, πολυ-κτήμων (Όμ.) από το κτῆμα, ἀ-, κακο-, πολυ-πράγμων (κλασ.) από το πρᾶγμα, ἱερο-μνήμων (κλασ.) από το μνῆμα (σχετικά με το ρηματικό -μων πρβ. § 102 , 312)· επίσης ἀ-πείρων (Όμ.) 'απέραντος' από το πεῖραρ πείρατα (§ 17). Παλιό είναι όμως και το -μος: νώνυμος (και νώνυμνος) (Όμ.) από το ὄνομα, ἄν-αιμος (κλασ., και ἀν-αίματος· σχετικά με το -ο- πρβ. § 131 και παρακάτω § 143), ἐπί-σημος 'αξιοσημείωτος' (κλασ.) από το σῆμα.

§ 142. Μια μετάπτωση με -ο-, όπως στο -φρων, εμφανίζεται και στο πατήρ και τα συγγενικά του ως β΄ συνθετικά: ἀ-πάτωρ, ἀ-μήτωρ, ὁμο-πάτωρ, ὁμο-μήτωρ (όλα κλασ.), εὐ-ήνωρ (Όμ.)· ἀ-γάστωρ (Λυκόφρονας) και ὁμο-γάστωρ (Πολυδεύκης) = ἀ-δελ-φός. Σ' αυτή την περίπτωση οι ονοματικοί προσδιορισμοί ενώθηκαν με τα μεταπλαστά: μητρο-πάτωρ (Όμ.) 'πατέρας της μητέρας'. Πρβ. επίσης φυσί-ζοος 'που χαρίζει δημητριακά' (Όμ.) από το ζειά 'ασπροσίτι'.

Επιθετικοποίηση με το -ο-

§ 143. Παραπάνω αναφέρθηκε (§ 139) ότι ένα θέμα σε ᾱ αντικαθίσταται κατά τη μετάπλαση από ένα θέμα σε ο. Αλλά και τα συμφωνόληκτα θέματα χρησιμοποιούν ευχαρίστως κατά τη μετάπλαση το -ο-για τη δημιουργία εύχρηστης επιθετικής κλίσης: νώνυμ(ν)ος, ἄναιμος, ἀναίματος (δες § 141)· πολύ-ανδρος 'πολυάνθρωπος' (Αισχύλ., πλάι στο πολυ- ά̄ νωρ), μελάν-υδρος (Όμ.) 'με σκοτεινό νερό' και αργότερα ἀν-ύδατος (Μανέθων) 'άνυδρος' (από το ὕδωρ· πρβ. ὑδρο- και ὑδατο- § 131)· ἑκατόμ-πεδος (Όμ.· v.l. -ποδος) 'μήκους εκατό ποδών' (από το θέμα ποδ-, πρβ. λατ. ped -). Στην υπόσταση η πρακτική αυτή συνιστά τον κανόνα [1]: ἐπ-άρουρος από το ἄρουρα, ἀγχί-αλος από το ἅλς, κτλ.

§ 144. Αξιοπρόσεχτες είναι μερικές περιπτώσεις λόγω των φθογγικών φαινομένων που παρουσιάζουν: Ἐχέ-νηος (Όμ.), περί-νεως (αττ.) 'περιττός στο πλοίο, μη κωπηλάτης' (από το ναῦς), ἀ-γήραος (Όμ.· αργότερα ἀ-γήρως) 'που δεν γερνάει' (από το γῆρας), εὔ-κερως (Σοφ.· εὐ-κέραος μεταγενέστεροι ποιητές) 'με όμορφα κέρατα' (κέρας). Και το ἀρχ-ιέρεως (Ηρόδοτος) μπορεί να εξηγηθεί έτσι (από το *-ηϜ-ος, πρβ. ὀρεω-κόμος § 132 · το ἀρχ-ιερεύς (κλασ.) βασίζεται στο ἱερεύς (§ 115 υποσημείωση). Από το γῆ υπάρχουν τρεις μορφές του β΄ συνθετικού, όλες με το -ο-: αττικό είναι το -γεως (από το *-γηος, πρβ. γεω- § 130): λεπτό-γεως 'με άγονο έδαφος', με προθετικά καθοριζόμενα σύνθετα και το -γειος (από το *-γη-ιος > *-γῃος ): ἐπί-γειος, ὑπό-γειος· ιωνικό και ελληνιστικό είναι το -γαιος (από το γαῖα;): ὑπό-γαιος, μελάγ-γαιος· όμως οι συνθήκες συσκοτίζονται πολύ από την παράδοση, που πολύ συχνά ταλαντεύεται ανάμεσα στα -γεως, -γεος, -γαιος, -γειος, επειδή στα μεταγενέστερα ελληνικά τα αι και ε, τα ο και ω προφέρονταν με τον ίδιο τρόπο.
-------------------
[1] Δίπλα στο σχηματισμό με το -ιο

Το Βασίλειο πέρα από το χρόνο και τον χώρο

Η «Βασιλεία του Θεού» ή μια κατάσταση πνευματικής φώτισης δεν βρίσκεται σε κανένα συγκεκριμένο τόπο ή χρόνο. Είναι πέρα από τις συνηθισμένες αντιλήψεις μας για τον χώρο και τον χρόνο. Δεν υπάρχει γραμμική διαδρομή ή διαδικασία που μπορεί να ακολουθήσει κάποιος για να φτάσει σε αυτήν την κατάσταση. Όσο κάποιος αναζητά, αγωνίζεται, σκέφτεται, κρίνει, προσκολλάται σε ελπίδες ή φόβους - είναι παγιδευμένος στην ψευδαίσθηση και δεν μπορεί να προσεγγίσει σε αυτή την ανώτερη κατάσταση ύπαρξης.

Όταν ο νους γίνεται ακίνητος και σιωπηλός, χωρίς καμία νοητική δραστηριότητα και εννοιολογική σκέψη, συνειδητοποιεί κανείς ότι η Βασιλεία του Θεού είναι παντού και μέσα. Δεν υπάρχουν περιορισμοί ή όρια χρόνου και χώρου σε αυτή την κατάσταση συνείδησης. Κάποιος είναι βυθισμένος σε αυτό όλη την ώρα αλλά δεν μπορεί να το αντιληφθεί λόγω της ανησυχίας και του περιορισμένου πεδίου εφαρμογής του ανεκπαίδευτου μυαλού.

Ο διαλογισμός, η ησυχία και η σιωπή είναι μονοπάτι χωρίς μονοπάτι προς την πνευματική φώτιση. Ηρεμώντας το μυαλό και υπερβαίνοντας τη σκέψη, μπορεί κανείς να αφυπνιστεί στην απόλυτη πραγματικότητα που υπάρχει εδώ και τώρα, παντού και πάντα. Αυτό είναι ένα μήνυμα που βρίσκεται σε πολλές πνευματικές και μυστικιστικές παραδόσεις.

Οι κεντρικές μεταφορές και ιδέες είναι:

1. Η Βασιλεία του Θεού ως σύμβολο φώτισης ή τελικής πραγματικότητας.

Σε πολλές θρησκευτικές παραδόσεις, η έννοια του «Βασιλείου του Θεού» ή του «Βασιλείου των Ουρανών» χρησιμοποιείται ως σύμβολο για να αντιπροσωπεύσει μια τελική πνευματική συνειδητοποίηση, φώτιση ή αφύπνιση σε μια ανώτερη πραγματικότητα.

O Χριστιανισμός, το περιγράφει τόσο ως παρούσα πραγματικότητα όσο και ως μελλοντική ελπίδα. Από τη μια πλευρά, το βασίλειο είναι κάτι στο οποίο οι πιστοί μπορούν να εισέλθουν τώρα μέσω της (ψευδο-)πίστης και χρησιμοποιεί τη βασιλεία ως σύμβολο για ένα υπερβατικό πνευματικό βασίλειο και τη διαδικασία επίτευξης σωτηρίας, αποκάλυψης και ενότητας με τον Θεό.

Και σε άλλες θρησκείες, η έννοια του "βασιλείου" ή "βασιλείας" χρησιμοποιείται ως σύμβολο για την τελική υλοποίηση. Στον Βουδισμό, η νιρβάνα αντιπροσωπεύει μια κατάσταση φώτισης που υπερβαίνει αυτόν τον κόσμο της ψευδαίσθησης και του πόνου. Το σύμβολο των Σούφι της «υποταγής στον Θεό» υποδηλώνει την συνειδητοποίηση της απόλυτης ενότητας του Θεού και δείχνει την παράδοση του εαυτού στην ανώτερη πνευματική αλήθεια.

Συνοψίζοντας, η Βασιλεία του Θεού και παρόμοιες έννοιες λειτουργούν ως ισχυρά σύμβολα στις θρησκευτικές παραδόσεις. Αντιπροσωπεύουν την απόλυτη πνευματική φώτιση, μια κατάσταση στην οποία το άτομο ή η κοινότητα συνειδητοποιεί πλήρως τις ανώτερες πνευματικές πραγματικότητες και την αληθινή θέληση του θείου.

2. Η ψευδαίσθηση του χρόνου και του χώρου ως εμπόδια για την αντίληψη αυτού του Βασιλείου.

Ο κόσμος που αντιλαμβανόμαστε μέσω των φυσικών μας αισθήσεων φαίνεται να κυριαρχείται από τον χρόνο και τον χώρο. Ωστόσο, πολλές πνευματικές παραδόσεις διδάσκουν ότι ο χρόνος και ο χώρος καθώς τους βιώνουμε είναι απατηλά πέπλα που συσκοτίζουν την αντίληψή μας για μια βαθύτερη πνευματική Πραγματικότητα.

Σύμφωνα με αυτές τις διδασκαλίες, η αληθινή μας φύση βρίσκεται πέρα από τον χώρο και τον χρόνο σε μια αμετάβλητη διάσταση καθαρής συνείδησης - που ονομάζεται διαφορετικά Θεός, Τελική Πραγματικότητα ή Εαυτός. Ωστόσο, μπλέκουμε στην ψευδαίσθηση της χωριστικότητας από αυτή την Πραγματικότητα λόγω των περιορισμών των φυσικών αισθήσεων και του μυαλού μας. Θεωρούμε ότι οι μόνιμες μορφές και δομές του χώρου και του χρόνου είναι σταθερές και απόλυτες.

Για να διαπεράσει κανείς το πέπλο του χρόνου και του χώρου και να αντιληφθεί άμεσα την Τελική Πραγματικότητα απαιτεί καλλιέργεια πνευματικών πρακτικών που υπερβαίνουν το φυσικό και νοητικό επίπεδο. Μέσω του διαλογισμού, αναπτύσσονται προηγμένες καταστάσεις επίγνωσης που αντιλαμβάνονται την ύπαρξη μη δυαδικά, χωρίς αίσθηση ξεχωριστού υποκειμένου ή αντικειμένου. Όλες οι διακρίσεις του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, κοντά και μακριά εξαφανίζονται. Σε αυτές τις αναλαμπές της υπερβατικής συνείδησης, αντιλαμβάνεται κανείς τόσο τον χρόνο όσο και τον χώρο ως περιορισμένες εννοιολογικές κατασκευές που εξαφανίζονται σε ένα αμετάβλητο και άμορφο έδαφος του Είναι.

Η ίδια η φύση αυτού του εδάφους του Είναι αψηφά την περιγραφή από άποψη χώρου και χρόνου. Δεν μπορεί να εντοπιστεί σε κάποιο συγκεκριμένο σημείο, ούτε να ειπωθεί ότι προέκυψε ή διαλύθηκε. Πολλοί μυστικιστές σε όλες τις παραδόσεις έχουν περιγράψει αυτή τη διαχρονική διάσταση της καθαρής επίγνωσης, αν και μόνο έμμεσα μέσω της μεταφοράς και του συμβόλου. Ο στόχος κάθε πνευματικής πρακτικής, διδάσκουν, είναι να συνειδητοποιήσουμε άμεσα την αληθινή μας φύση - πέρα από τον χρόνο και τον χώρο, τη μορφή και τη σκέψη - ως ένα με την ίδια την Απόλυτη Πραγματικότητα.

3. Το ανήσυχο, πιασμένο μυαλό ως πέπλο πάνω από την αλήθεια.

Το μυαλό μας είναι συνεχώς ενεργό, πηδώντας από τη μια σκέψη στην άλλη σε ένα φαινομενικά ατελείωτο ρεύμα ανησυχίας. Αλλά αυτό το πιασμένο, διαρκώς μεταβαλλόμενο μυαλό μπορεί να γίνει ένα πέπλο που κρύβει τη βαθύτερη αλήθεια μέσα μας. Όταν ταυτιζόμαστε τόσο έντονα με τις σκέψεις και τις διανοητικές μας ιστορίες, γίνεται δύσκολο να αντιληφθούμε την πραγματικότητα όπως είναι στην πραγματικότητα στην παρούσα στιγμή.

Το εγώ, ή η αίσθηση του ξεχωριστού εαυτού, τρέφεται από αυτό το ψυχικό χάος. Λαχταράει την επόμενη ιδέα, ανησυχία ή φαντασίωση για να διαιωνίσει την ψευδαίσθηση ότι είμαστε απλώς οι σκέψεις και οι ιστορίες μας. Αλλά αυτό μας αφήνει αποσυνδεδεμένους από την αληθινή μας ουσία και τη φυσική σοφία της ύπαρξής μας. Για να δούμε καθαρά, πρέπει να ηρεμήσουμε το ανήσυχο μυαλό και να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε μεγαλύτεροι από τις διαρκώς αναταράσσουσες σκέψεις μας.

Πολλές πνευματικές παραδόσεις διδάσκουν ότι κάποιος πρέπει να ξεπεράσει το βασίλειο της σκέψης για να φτάσει σε υψηλότερες καταστάσεις συνείδησης και να δει την αλήθεια. Ο διαλογισμός είναι ένας τρόπος για να εκπαιδεύσετε το μυαλό να ξεκουράζεται σε ηρεμία και σιωπή μέσω της επίγνωσης της αναπνοής, του ήχου ή του μάντρα. Όταν παρατηρούμε την εμφάνιση και το πέρασμα των σκέψεων χωρίς προσκόλληση ή αποστροφή, ο νους σταδιακά ηρεμεί. Με τον καιρό αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε ότι υπάρχει μια θεμελιώδης επίγνωση πριν και κάτω από κάθε νοητική δραστηριότητα. Βρίσκουμε μια γαλήνη και προσγειωμένη παρουσία που ήταν εκεί καθ' όλη τη διάρκεια, κρυμμένη από τις συλλαμβανόμενες σκέψεις μας.

Το ακίνητο μυαλό είναι σαν μια καθαρή λίμνη που μπορεί να αντανακλά την πραγματικότητα όπως είναι. Οι προοπτικές και οι προκαταλήψεις μας δεν αλλοιώνουν και χρωματίζουν πλέον αυτό που βλέπουμε. Αυτό επιτρέπει στις διαισθήσεις και τη σοφία να αναδυθούν από μέσα, αφιλτράριστα από την περιορισμένη οπτική γωνία του εγώ. Η ενόραση προκύπτει από την ίδια την ύπαρξη παρά από τις νοητικές μας ερμηνείες. Συνειδητοποιούμε ότι η αλήθεια δεν βρίσκεται στο διαρκώς μεταβαλλόμενο βασίλειο της σκέψης αλλά στο αμετάβλητο ον που σκέφτεται. Με την τακτική εξάσκηση της ηρεμίας του νου, μαθαίνουμε να μένουμε περισσότερο στην αιώνια φύση μας και λιγότερο στα φευγαλέα νοητικά μας κατασκευάσματα. Και αυτό είναι όταν αρχίζουμε να βλέπουμε για πρώτη φορά.

4. Ο διαλογισμός ή η ακινησία ως μέσο υπέρβασης της ψευδαίσθησης για να δεις την απόλυτη πραγματικότητα.

Ο διαλογισμός και η επίτευξη της ακινησίας και της σιωπής του νου θεωρούνται από καιρό ως πνευματικές πρακτικές που μπορούν να μας βοηθήσουν να ξεπεράσουμε τις ψευδαισθήσεις του υλικού κόσμου και να βιώσουμε μια βαθύτερη πραγματικότητα. Πολλές πνευματικές παραδόσεις τοποθετούν τον διαλογισμό στην καρδιά των μονοπατιών τους ως μέσο πραγματοποίησης.

Η βασική αρχή είναι ότι η συνήθης εγρήγορση του νου μας είναι συνεχώς ενεργή, σκέφτεται, σχεδιάζει, αντιδρά σε αισθήσεις και εμπειρίες. Αυτή η συνεχής ροή σκέψεων και διανοητικής φλυαρίας δημιουργεί ένα πέπλο που κρύβει την ικανότητά μας να βλέπουμε τα πράγματα όπως πραγματικά είναι. Ο διαλογισμός, ηρεμώντας και καθησυχάζοντας το μυαλό, σηκώνει προσωρινά αυτό το πέπλο και μας επιτρέπει να αντιληφθούμε την πραγματικότητα πιο άμεσα.

Όταν ο νους ακινητοποιείται, οι διακρίσεις αντικειμενικού και υποκειμενικού, εαυτού και άλλου αρχίζουν να σβήνουν. Η προσκόλληση σε εννοιολογικά και γλωσσικά μοντέλα δεν φαίνεται πλέον τόσο σημαντική. Υπάρχει μια κατάσταση καθαρής παρουσίας και παρατήρησης επίγνωσης. Από αυτό το μέρος, συνειδητοποιούμε την εγγενή διασύνδεσή μας με όλα τα πράγματα. Βλέπουμε την μοναδικότητα και την ενότητα που κρύβεται πίσω από την ποικιλομορφία και την πολλαπλότητα της έκδηλης ύπαρξης.

Για πολλούς, αυτή η εμπειρία της υπέρβασης της ψευδαίσθησης και της αντίληψης της τελικής πραγματικότητας, ωστόσο εν συντομία, αλλάζει βαθιά την οπτική τους για τη ζωή. Βοηθά στην αποκάλυψη της πνευματικής φύσης όλων των όντων και των πραγμάτων. Η αίσθηση του χωρισμού φεύγει μακριά, για να αντικατασταθεί από τη συμπόνια, την αγάπη και τη σοφία.

Αυτή η ματιά του υπερβατικού μέσω του διαλογισμού μπορεί στη συνέχεια να επηρεάσει τη ζωή μας ακόμη και σε ενεργές καταστάσεις του νου. Με την εξάσκηση, τη σαφήνεια και τη διορατικότητα που καλλιεργούνται σε ηρεμία μεταφέρονται στις καθημερινές δραστηριότητες. Αρχίζουμε να σχετιζόμαστε με ανθρώπους και πράγματα με λιγότερη προετοιμασία και αντιδραστικότητα, αντιλαμβανόμενοι την πραγματική τους φύση πιο άμεσα. Η εμπειρία της ενότητας βοηθά να ξεκαθαρίσουν οι διακρίσεις μεταξύ «εαυτού» και «άλλου» που προκαλούν λαχτάρα, αποστροφή και ταλαιπωρία.

Με αυτόν τον τρόπο, ο διαλογισμός χρησιμεύει ως πόρτα για να μας οδηγήσει πέρα από τις περιορισμένες αυτοκατασκευές και νοητικά μοντέλα μας, να βιώσουμε μια σοφία και απελευθέρωση που φωτίζει τις ψευδαισθήσεις και μεταμορφώνει την καθημερινότητά μας.

5. Φώτιση ή πνευματική αφύπνιση ως συνειδητοποίηση ότι κανείς δεν έχει φύγει ποτέ από το Βασίλειο.

Η έννοια της φώτισης ή της πνευματικής αφύπνισης προκαλεί συχνά ιδέες ριζικής προσωπικής μεταμόρφωσης. Οι άνθρωποι οραματίζονται ότι έρχονται σε μια βαθιά συνειδητοποίηση που αλλάζει την άποψή τους για τον εαυτό τους και τον κόσμο για πάντα. Ενώ αυτή η προσωπική μεταμόρφωση μπορεί να είναι μέρος της διαδικασίας αφύπνισης, η ουσία της φώτισης υποδεικνύει κάτι βαθύτερο - την αναγνώριση ότι ποτέ κανείς δεν εγκατέλειψε πραγματικά την έμφυτη κατάσταση της ενότητάς του με την Τελική Πραγματικότητα.

Αυτή η προοπτική μετατοπίζει την εστίαση από την προσωπική προσπάθεια και τα επιτεύγματα σε ένα άνοιγμα σε αυτό που είναι αιώνια και ήδη παρόν. Δείχνει τον τρόπο με τον οποίο η αληθινή φύση, ή η φύση του Βούδα, δεν μας άφησε ποτέ. Το πέπλο της ψευδαίσθησης πέφτει μακριά, και συνειδητοποιούμε ότι η ουσία μας ήταν πάντα ένα με το Απόλυτο. Δεν υπάρχει τίποτα καινούργιο να κερδίσεις - μόνο μια βαθιά απελευθέρωση και παράδοση σε αυτό που ήδη υπάρχει.

Αντί για μια ριζική αλλαγή του ποιοι πιστεύουμε ότι είμαστε, η φώτιση περιλαμβάνει το να ξυπνήσουμε σε αυτό που ήμασταν πάντα. Απλώς απελευθερώνουμε την ταύτισή μας με αυτά που περιορίζουν και καλύπτουν την αληθινή μας φύση και ανοίγουμε στη διαχρονική ενότητα που παραμένει πάντα. Σε αυτό το ξύπνημα, συνειδητοποιούμε ότι δεν υπάρχει πραγματικά «κανείς» για να φωτιστεί. Είναι η απόλυτη αναγνώριση του εαυτού του.

Αυτή η προοπτική μπορεί να βοηθήσει τους πνευματικούς αναζητητές να αφήσουν τον ανθυγιεινό αγώνα και να ταυτιστούν λιγότερο με την προσωπική πτυχή του ταξιδιού. Δείχνει τη φώτιση όχι ως προσωπική έκβαση, αλλά μάλλον ως αποκάλυψη της αιώνιας παραμονής μας στην Τελική Πραγματικότητα - μια πραγματικότητα που ποτέ δεν έχουμε αφήσει πραγματικά. Μας καλεί απλά να απελευθερωθούμε και να ανοίξουμε, παραδομένοι σε αυτό που ήδη υπάρχει.

Συνοψίζοντας λοιπόν, πρέπει να ξεπεράσουμε την ψευδαίσθηση των μορφών και να δούμε την απόλυτη πνευματική πραγματικότητα που διαπερνά όλη την ύπαρξη. Το Βασίλειο βρίσκεται μέσα, όχι σε κάποιο μακρινό μέρος ή χρόνο.

Η αγάπη που προσφέρεται από μια αίσθηση καθήκοντος ή υποχρέωσης, είναι η μεγαλύτερη προσβολή

Οι ολοκληρωμένοι άνθρωποι αναγνωρίζουν ότι χρειάζονται τους άλλους.

Δεν θεωρούν την ανάγκη αυτή για αγάπη και οικειότητα σαν υποχρέωση να υποβιβάζουν τον εαυτό τους, αλλά περισσότερο σαν μέσο αντανάκλασης των μεγάλων δυνατοτήτων τους και μοιράσματός τους με άλλους.

Δεν αισθάνονται περιορισμένοι από την αγάπη και τις στενές σχέσεις, αλλά τις θεωρούν ιδιαίτερη ευκαιρία για ανάπτυξη.

Κατανοούν πως ποτέ δεν μπορούν να κατέχουν κάποιον άλλο και δεν έχουν καμιά επιθυμία να ανήκουν σε κάποιον.

Ξέρουν ότι η οικειότητα φέρνει κοντά τους ανθρώπους, αλλά ότι είναι ευθύνη του καθένα να διατηρήσει την αυτονομία του. Ότι πρέπει να αναπτύσσονται χωριστά για να εξακολουθήσουν να αναπτύσσονται με άλλους.

Ο έρωτας και οι στενές σχέσεις προκαλούνται, δεν απειλούνται από τις διαφορές.

Οι ολοκληρωμένοι άνθρωποι που ξέρουν πώς όταν δυο άνθρωποι αποφασίζουν να κάνουν στενή σχέση, ενώνουν, δύο διαφορετικούς κόσμους, κι έτσι, όχι μόνον φέρνουν ο ένας στον άλλον κοινά στοιχεία, αλλά και διαφορές.

Οι διαφορές είναι που θα συνεχίζουν να τους κινητοποιούν ν’ αναπτυχθούν.

Το βάθος της αγάπης μας μπορεί συνήθως να μετρηθεί από το βαθμό στον οποίο είμαστε διατεθειμένοι να μοιράζουμε τον εαυτό μας με άλλους.

Αρχίζουμε με ξεχωριστά Εγώ. Φτιάχνουμε έναν κοινό χώρο ανάμεσα στα δύο Εγώ και τον ονομάζουμε Εμείς. Αυτός είναι ο χώρος στον οποίο αναπτύσσεται η οικειότητα. Όσο μεγαλύτερη είναι η κοινή εμπειρία, τόσο μεγαλύτερος και ο χώρος του Εμείς.

Ο έρωτας και η οικειότητα έχουν πολλά στάδια και γι’ αυτό μεταβάλλονται διαρκώς.

Η οικειότητα της πρώτης συνάντησης δεν θα είναι η οικειότητα του μήνα του μέλιτος, αλλά θα υπάρξουν πολλές περίοδοι μήνα του μέλιτος.

Η περίοδος του διαμερίσματος ενός δωματίου, η περίοδος του πρώτου παιδιού, η περίοδος της αγοράς του σπιτιού, η περίοδος της πρώτης σημαντικής προαγωγής, η περίοδος της ανάπτυξης με την οικογένεια, παρατηρώντας τα παιδιά να φτιάχνουν τη δική τους οικογένεια, η περίοδος των γηρατειών.

Κάθε περίοδος θα είναι καινούργια και θα δημιουργεί νέες διαστάσεις στην οικειότητα.

Επιβάλλεται γι’αυτό ο ολοκληρωμένος άνθρωπος να έχει πάντα συνειδητότητα και να είναι ανοιχτός στην αλλαγή.

Το πρόσωπο στα χέρια σήμερα κάποιου δεν θα είναι το ίδιο πρόσωπο αύριο, ή ακόμα για το λόγο αυτό, την επόμενη ώρα. Ο έρωτας δεν ανατρέφεται ούτε αυξάνεται κοιτάζοντας προς τα πίσω, βιώνεται πάντα στο παρόν.

Η ώριμη οικειότητα και η αγάπη δεν στηρίζονται στις προσδοκίες.

Αφού κανείς, ούτε κι ένας άγιος, δεν μπορεί να ξέρει ή να εκπληρώσει όλες μας τις προσδοκίες, το να έχουμε προσδοκίες από τους άλλους σημαίνει ότι επιζητούμε τον πόνο και την απογοήτευση.

Η μόνη βάσιμη προσδοκία στον έρωτά βρίσκεται στην ελπίδα ότι αυτοί που αγαπάμε θα γίνουν ο εαυτός τους, όπως κι εμείς. Η αγάπη που προσφέρεται από μια αίσθηση καθήκοντος ή υποχρέωσης είναι η μεγαλύτερη προσβολή και γι’ αυτό δεν είναι καθόλου αγάπη.

Ο αληθινός έρωτας και η οικειότητα αναπτύσσονται με τον καλύτερο τρόπο αυθόρμητα και προσφέρουν μια πληθώρα ευκαιριών για εμπειρίες χαράς, ομορφιάς και γέλιου.

Όλοι έχουμε γνωρίσει τη θαυμάσια αίσθηση του κοινού βιώματος μιας έντονης εμπειρίας με κάποιον, είτε γέλιου είτε πόνου. Στιγμιαία, η κοινή εμπειρία παίρνει τους δύο και τους κάνει ένα.

Οι στιγμές αυτές βαθειάς οικειότητας θα συνεχίσουν να κάνουν τον έρωτα πιο φρέσκο, γοητευτικό και αναζωογονημένο.

Η ώριμη οικειότητα, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, εμπεριέχει τη σωματική επαφή.

Ενσωματωμένη σ’ αυτή φαίνεται να είναι μια αισθησιακή ανάγκη να βρεθούμε κοντά στους αγαπημένους μας, να έχουμε σωματική επαφή, να τους αγκαλιάζουμε και να τους κρατάμε κοντά μας. Θα χρειαστεί γι’ αυτό ο ολοκληρωμένος άνθρωπος να συμφιλιωθεί με τη σεξουαλικότητά του. Δεν υπάρχει ίσως πιο φυσική, ούτε πιο ικανοποιητική πράξη που μπορεί να κάνει ο άνθρωπος απ’ αυτή που βρίσκεται σε μια ώριμη σεξουαλική οικειότητα.

Εδώ, στην υψηλότερη μορφή της, υπάρχει μια βαθειά επιθυμία ολοκληρωτικής συγχώνευσης με τον άλλο. Είναι μια έσχατη έκφραση αγάπης που συνδυάζει όλα τα θετικά της χαρακτηριστικά -φροντίδα, προσφορά, μοίρασμα. επιβεβαίωση, αποδοχή παραχώρηση και παραδοχή. Η σεξουαλικότητα, όταν είναι η έκφραση πραγματικής αγάπης, μπορεί να είναι η θεμελιώδης ανθρώπινη ένωση.

Η αγάπη και η οικειότητα απαιτούν κάποια λεκτική έκφραση. Πολύ συχνά υποθέτουμε ότι το άλλο ή τα άλλα πρόσωπα ξέρουν τι σκεφτόμαστε ή πώς αισθανόμαστε. Πολλές φορές εκπλησσόμαστε όταν ανακαλύπτουμε ότι αυτό δεν ισχύει. Είναι ευθύνη του καθένα να απλώσει το χέρι και ν’ αγγίξει την καρδιά αυτού που αγαπάει – μια κουβέντα, ένα σημείωμα, ένα λουλούδι, ένα απλό ποίημα, μπορούν να δώσουν το πολύ αναγκαίο μήνυμα της επιβεβαίωσης. Κανείς δεν κουράζεται ποτέ από την έκφραση αγάπης.

Η αγάπη και η οικειότητα απαιτούν κάποια συμπάθεια. Αν δεν μπορούμε να συναισθανόμαστε με κάποιον, δεν είμαστε ικανοί να αγαπάμε.

Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να έχουμε τέλεια εμπάθεια με τα συναισθήματα και τη συμπεριφορά ενός άλλου.

Μου είναι οδυνηρό ν’ ακούω κάποιον να λέει, “Ξέρω ακριβώς πώς αισθάνεσαι”! Δεν ξέρει! Δεν μπορεί να ξέρει! Στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε να καταλάβουμε μόνον αυτό που έχουμε βιώσει πραγματικά, και κάθε εμπειρία είναι πάντα πολύ προσωπική.

Όταν όμως έχουμε μια γνώση των προσωπικών μας συγκρούσεων και συναισθημάτων που στηρίζονται πάνω σε γενικές ανθρώπινες εμπειρίες μπορούμε ν’ αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε πως αισθάνονται ίσως οι άλλοι. Σ’ αυτό το σημείο αρχίζει η συμπάθεια.

Η αγάπη και η οικειότητα δεν έχουν καμιά σχέση με την εκμετάλλευση. Υπάρχει ένα παλιό ρητό, αλλά ισχύει ακόμα, “Χρησιμοποίησε τα πράγματα, αγάπα τους ανθρώπους”.

Είναι τρομακτικό το πόσο πολλοί κάνουν ακριβώς το αντίθετο στο όνομα της αγάπης: Γονείς που χρησιμοποιούν τα παιδιά τους, σύζυγοι που χρησιμοποιούν τις/τους συζύγους τους, εκπαιδευτικοί που χρησιμοποιούν τους μαθητές τους, προοδευτικοί που χρησιμοποιούν την κοινωνία τους.

Χρησιμοποιούν τη ζωή άλλων για να επιβεβαιώσουν την δική τους ύπαρξη και αξία. Αυτός είναι ο κύριος λόγος που η αγάπη έχει γίνει τόσο αμφίβολη και απειλητική έννοια. Χρησιμοποιείται τόσο συχνά για να καταστρέφει παρά να προάγει.

Η εκμετάλλευση σε μια σχέση, ανεξάρτητα από το πώς την δικαιολογούμε, δεν μπορεί ποτέ να είναι αγάπη!

Το τέλος της αθωότητας

Τα πιο σπουδαία πράγματα είναι και δυσκολότερο να ειπωθούν. Εκείνα που σε κάνουν ακόμα και να ντρέπεσαι, επειδή όταν τα λες οι λέξεις μειώνουν την σημασία τους – νοήματα που όταν τα είχες στο μυαλό σου περιλάμβαναν τα πάντα, οι λέξεις τα συρρικνώνουν δίνοντάς τους μια καθημερινή συνηθισμένη διάσταση.

Αλλά υπάρχει και κάτι ακόμη έτσι δεν είναι;

Τα πιο σπουδαία πράγματα είναι που δείχνουν το δρόμο προς τα μύχια της ψυχής, σαν σημάδια πάνω στο χάρτη ενός θησαυρού που οι εχθροί σου θα 'θελαν να βάλουν στο χέρι.

Κι έρχονται πολλές φορές που κάνεις εκμυστηρεύσεις που σου κοστίζουν πολύ, μόνο και μόνο, για να δεις τους άλλους να σε κοιτούν παράξενα, μην καταλαβαίνοντας τίποτα απ' όσα τους είπες ή το λόγο για τον οποίο τα θεώρησες τόσο σημαντικά ώστε σχεδόν δάκρυσες την ώρα που τα έλεγες.

Αυτό είναι το χειρότερο πράγμα πιστεύω.

Όταν το μυστικό μένει βαθιά κρυμμένο, όχι επειδή δεν θέλεις να το πεις, αλλά επειδή δεν υπάρχει κάποιος που θα σε καταλάβει...

Δύσκολο πράγμα να κάνεις τους άλλους να ενδιαφερθούν γι' αυτά που σου ομόρφυναν τη ζωή.

Να φοβάσαι τα όχι που δεν λέγονται και τα όρια που δεν μπαίνουν

Να τα φοβάσαι τα όχι που δεν λες…
Να φοβάσαι και τα όρια που δεν βάζεις…
Να φοβάσαι και τις υποχωρήσεις που μόνιμα κάνεις… ξέρεις εκείνες τις ασήμαντες, αλλά συνεχόμενες υποχωρήσεις, που έχεις μάθει πλέον να κάνεις για να διευκολύνεις τους άλλους, υποτιμώντας όμως εσένα και μειώνοντας τις δικές σου προτεραιότητες και τα δικά σου θέλω..

Να φοβάσαι αυτές τις υποχωρήσεις και τα όχι που δεν λες γιατί συχνά οι άλλοι βολεύονται..
Να τις φοβάσαι γιατί εσύ έχεις μάθει να υιοθετείς αυτό το ρόλο και γίνεται πλέον ένα κομμάτι της προσωπικότητάς σου..
Να τα φοβάσαι τα όχι, τα όρια και τις υποχωρήσεις, γιατί οι άλλοι θα σου ζητάνε συνεχώς και άλλα βήματα να κάνεις.. και εσύ από τη μία θα θυμώνεις και από την άλλη θα νιώθεις ενοχές και τύψεις αν δεν το κάνεις..

Τι μεγάλη αντίφαση.. Είναι όμως η νέα σου πραγματικότητα..

Να τα λες λοιπόν τα όχι και να βάζεις και τα όρια, γιατί ο άλλος πρέπει να σε σέβεται και να κάνει και εκείνος υποχωρήσεις, σαν αυτές που έχεις μάθει να κάνεις εσύ..
Να τα λες τα όχι και να μάθεις να φεύγεις από σχέσεις που έχουν βολευτεί όταν εσύ ανέχεσαι ή όταν εσύ αντέχεις..

Και αν με ρωτάς, πάντα θα φοβάσαι μήπως τους χάσεις..
Και αν με ρωτάς πάντα θα φοβάσαι, μήπως σε αφήσουν.. και αν με ρωτάς πάντα θα φοβάσαι μήπως σε προλάβουν κάποιοι άλλοι.. γιατί θα μιλάει ο φόβος σου, η ανασφάλεια, η χαμηλή σου αυτό-εικόνα..

Και θα αγχώνεσαι τόσο πολύ που θα γίνεται σχεδόν μία νέα καθημερινότητα όλο αυτό, μία νέα πραγματικότητα.. τόσο νέα, που συχνά δεν θα αναγνωρίζεις τον εαυτό σου..
Να τα λες τα όχι, να τα βάζεις τα όρια και όταν θα δυσκολεύεσαι να υπενθυμίζεις στον εαυτό σου μία νέα σχέση ζωής: Όχι & Όρια.

“Απλώς περπάτα δίπλα μου”: Όλη η ουσία των ανθρώπινων σχέσεων

Θα έρθουμε σε επαφή με ένα από τα πιο σημαντικά και ενδιαφέροντα αποφθέγματα του Αλμπέρ Καμύ, και θα επενδύσουμε πάνω σε αυτό:

«Μην περπατάς πίσω μου· δεν πρόκειται να ηγηθώ. Μην περπατάς μπροστά μου· δεν πρόκειται να ακολουθήσω. Απλώς περπάτα δίπλα μου, σαν φίλος μου».

Πόσο ιδιαίτερη και πρωτάκουστη σκέψη σε μία εποχή όπου οι διαπροσωπικές σχέσεις έχουν καταντήσει ολότελα σχέσεις εξουσίας, χρηστικότητας, επαγγελματικού ενδιαφέροντος και «συγγενικής αδιαφορίας». Σε μία εποχή σαν τη δική μας, όπου η προσωπική επαφή είναι εξολοκλήρου επιφανειακή και συσχετισμένη με ένα πυραμιδικά συστήματα δύναμης και επιρροής. Στην εποχή που βοηθάς για να βοηθηθείς, που δίνεις για να λάβεις, που θέλεις για να σε θέλουν και που είσαι για να είναι.

«Μη περπατάς πίσω μου΄ δεν πρόκειται να ηγηθώ».

Όλοι λίγο πολύ φαντασιωνόμαστε την εξουσία· άλλοι λιγότερο, άλλοι περισσότερο. Όχι φυσικά την εξουσία πάνω στον εαυτό μας ―κάτι που κατάντησε να μας είναι τόσο σκοτεινό και άγνωστο― αλλά την εξουσία πάνω σε πρόσωπα, καταστάσεις και συνθήκες της εξωτερικής μας πραγματικότητας. Κατά κάποιο τρόπο, έχουμε φτάσει στο σημείο να συσχετιζόμαστε και να αυτοπροσδιοριζόμαστε εντός της ζωής μας μέσω της επιρροής που ασκούμε, μέσω της δυνατότητάς μας δηλαδή να επιβάλλουμε τα θέλω μας και να καλύψουμε τις επιθυμίες μας. «Είμαι αυτός που είμαι επειδή επιβάλλω το θέλω μου»· ιδού η πιο ηχηρή άποψη του σύγχρονου εγώ, που πλάθεται και δίνει μορφή στον εαυτό του χάρις στον πηλό της καταπίεσης και της παρέμβασης. Όπως ανέφερε και ο Νίτσε:

«Η ζωή η ίδια είναι θέληση για δύναμη»

Ο Φρίντριχ φυσικά, με το απαράμιλλη ψυχική ευαισθησία του, απλώς αντιλήφθηκε αυτή την αρρώστια της ανθρώπινης ψυχής και την παρουσίασε, σε καμία περίπτωση όμως δεν την υποστήριξε ― ή μάλλον, πράγματι την «υποστήριξε», αλλά σε ένα πλαίσιο που δύσκολα αντιλαμβανόμαστε με τον τρόπο που έχουμε μάθει να σκεφτόμαστε. Ο Ζαρατούστρα του κηρύσσει την εξουσία πάνω στον εαυτό μας, τον αγώνα ενάντια στις αυτοκαταστροφικές τάσεις μας, τη μάχη της προσωπικής χαράς κατά της αρρώστιας ― ο Νίτσε ήταν καθολικά υποκειμενικός και όλη του η φιλοσοφία «χορεύει» μέσα στα έγκατα του πιο προσωπικού μας «είναι». Αν την πάρουμε από εκεί, από τη φυσική της θέση, και την εφαρμόσουμε σε συλλογικό/κοινωνικό επίπεδο, όπως αυτό των διαπροσωπικών σχέσεων, τα αποτελέσματα θα είναι καταστροφικά. Γι’ αυτό πολλοί και τον παρερμήνευσαν και του κόλλησαν μέχρι και τη ταμπέλα του «ναζιστή».

Είμαστε λοιπόν σε θέση να πούμε όχι στην ―παραδόξως, εθελημένη― υποταγή των άλλων στο εγώ μας; Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα είναι χαμένοι, μπλοκαρισμένοι, μετέωροι, άγνωστοι ως προς τον εαυτό τους, κι ως εκ τούτου μία ζωή ψάχνουν για δασκάλους, για σοφούς και για αυθεντίες. Έχουμε άραγε την απαραίτητη δύναμη να αντισταθούμε στον πειρασμό αυτής της υποτιθέμενης εξουσίας πάνω στους άλλους; Να πούμε όχι στα παρακάλια τους και να γελάσουμε μπροστά στα προσκυνήματά τους;

Έχουμε τη δύναμη να είμαστε κύριοι του εαυτού μας;

«Μην περπατάς μπροστά μου· δεν πρόκειται να ηγηθώ»

Επενδύοντας πάνω στη τελευταία παράγραφο της προηγούμενης ενότητας, είμαστε σε θέση να παρατηρήσουμε το χάος, καθώς και τη ―μη εποικοδομητική― σύγχυση, ως το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα της συντριπτικής πλειοψηφίας της σημερινής κοινωνίας. Παντού άνθρωποι χαμένοι, σε ένα ατελείωτο κυνήγι νοήματος, σε διαρκή αναζήτηση ενός «ανώτερου» και «αληθινού» εαυτού, που ψάχνουν με τρεμάμενα πόδια και απαράμιλλο άγχος τη θέση τους μέσα σε αυτόν τον κόσμο. Άνθρωποι που δεν ξέρουν τι είναι, και που αντί να επωφεληθούν της άγνοιάς τους, καταφέρνουν να μετατρέψουν αυτό το μοναδικό εργαλείο της συνείδησης στη γκιλοτίνα που αποκεφαλίζει καθημερινά το «είναι» τους.

«Το νόημα της ζωής είναι απλώς να είσαι ζωντανός. Είναι τόσο καθαρό και τόσο αυτονόητο και τόσο απλό. Αλλά, παρόλα αυτά, όλοι τρέχουν τριγύρω μέσα στον πανικό, λες και χρειάζεται να επιτύχουν κάτι πέρα από αυτό που είναι»

Αυτό είναι ένα απόφθεγμα του Άλαν Γουάτς, ενός σπουδαίου δυτικού φιλοσόφου του εικοστού αιώνα, που «μετέφρασε» αποτελεσματικά στο πλαίσιο σκέψης του δυτικού ανθρώπου μερικές από τις σημαντικότερες ιδέες και έννοιες της Ανατολίτικης φιλοσοφίας (κυρίως από τον χώρο του Ζεν και του Ταοϊσμού). Προφανώς και δεν έχουμε να κάνουμε με μία ολοκληρωτική εκμηδένιση της ζωής, δεν εννοεί απλώς ο Γουάτς πως: «Τίποτα δεν υπάρχει, δεν είσαι τίποτα, άραξε…». Αυτή η ακραία κυνική (με τον σύγχρονο ορισμό του «κυνικού»), αυτή η ηλιθιωδώς σκεπτικιστική άποψη για τη ζωή, προφανώς και δεν οδηγεί πουθενά. Δεν υπάρχει λόγος να εξοστρακιστεί κάθε νόημα από τη ζωή και την ύπαρξη, αλλά το πρόβλημα είναι πως έχουμε αρπάξει με μανία το «είναι» μας με λύσσα, και προσπαθούμε ξεζουμίζοντάς το να αντλήσουμε από αυτό ολόκληρους ωκεανούς υποτιθέμενης «αξίας» και «ουσίας». Ψάχνουμε τον Θεό, το «μυστικό», τον «ανώτερο εαυτό» μας, τον «Πλατωνικό Έρωτα», τον «Ιδεατό Κόσμο», την ανυπέρβλητη σοφία, κι άλλες λοιπές μπούρδες που απορρέουν είτε από αστεία βιβλία αυτοβοήθειας, είτε από καταστροφικά θρησκευτικά δόγματα που απευθύνονται σε ανθρώπους που έχουν πνευματικότητα αμοιβάδας και τσεκαρισμένη ολόκληρη τη λίστα των σύγχρονων ψυχικών νοσημάτων.

Όλοι ξεχάσαμε το μέτρο. Δεν χρειάζεται να είναι η ζωή ανούσια για να μη σε βασανίζει, και δεν χρειάζεται να υπάρχει Θεός που να σε κρίνει για να έχεις αξία. Υπάρχει αρκετή ομορφιά, αρκετή χαρά, λύπη (όχι, δε χρειάζεται να τη ξορκίζουμε τη λύπη) και μπόλικα πράγματα να είσαι και να πράττεις. Το να «είναι κανείς αυτό που είναι», το να σκαλίζει δειλά―δειλά το γλυπτό του «είναι» του – αυτό όχι απλώς αρκεί, αλλά είναι μοναδικό.

Και μόνο έτσι κάποιος μπορεί να ξεφύγει από τη φυλακή των ανθρώπων του. Μόνο έτσι κάποιος παύει να είναι υπόδουλος, αλλά ίσος με τους γύρω του. Μόνο έτσι δύναται να γίνει φίλος.

«Απλώς περπάτα δίπλα μου, σαν φίλος μου»

Κάπως έτσι φτάνουμε στο τελευταίο σκέλος του αποφθέγματος του Καμύ. Η ιδέα του φίλου έχει συζητηθεί πολλάκις από τεράστιους στοχαστές (π.χ. Αριστοτέλης, Νίτσε), όμως εδώ ο Αλμπέρ τη χρησιμοποιεί στην πιο ελεύθερη μορφή της.

Ο φίλος για τον Καμύ είναι πρωτίστως ελεύθερος. Ελεύθερος από την εξωγενή εξουσία πάνω στους άλλους και την ενδογενή υποδούλωση του εγώ του στους άλλους. Δεν διατάζει και δεν υπακούει· είναι επαναστάτης, με όλη τη σημασία της λέξεως – σε κάθε λέξη του ζευγαρώνει φυσικά το μεγαλύτερο Ναι και το μεγαλύτερο Όχι. Δεν αποδέχεται, μα δεν αρνείται κιόλας. Απλώς είναι. Όπως είπε ο Διογένης της Σινώπης στον Μέγα Αλέξανδρο, όταν ο φοβερός κατακτητής προσφέρθηκε να ικανοποιήσει οποιαδήποτε επιθυμία του:

«Φύγε απλώς από μπροστά μου, μου κρύβεις τον ήλιο»

Δεν μπορεί να περπατήσει μπροστά σου, γιατί δεν βρίσκει λόγο να σου κρύψει τον ήλιο. Δεν μπορεί να περπατήσει πίσω σου, γιατί του κρύβεις εσύ τον ήλιο. Δίπλα σου, κοντά σου, μαζί σου, αυτή μονάχα είναι η θέση που ξέρει, η μόνη που δεν νιώθει άβολα, η μόνη συνθήκη στην οποία αυτός δύναται να είναι ο εαυτός του και η μόνη στην οποία εσύ είσαι ο εαυτός σου.

Η έννοια της «φιλίας» ωστόσο έχει «βιαστεί» νοηματικά από τη σύγχρονη κοινωνία, μέχρι που στο πλαίσιο των συναισθηματικών σχέσεων αποτελεί πλέον προσβολή. Ο άνθρωπος έφτασε να ακούει τον σύντροφό του να τον αποκαλεί «φίλο» και να αισθάνεται άβολα, λες και μειώνεται η υπόστασή του εντός της σχέσης, μιας και νιώθει ότι υποβιβάζεται το συναισθηματικό επίπεδό της. Έχουμε πιστέψει σε έναν τόσο αρρωστημένο, ιδεατό και ενστικτώδη έρωτα, μέσα στον οποίο δεν υπάρχει χώρος για τον σεβασμό και την ουσιώδη επικοινωνία, για τη βαθιά κατανόηση και ειλικρινή επαφή που προσφέρει η φιλία.

«Δεν είναι η έλλειψη αγάπης, αλλά η έλλειψη φιλίας που κάνουν τους γάμους αποτυχημένους» -Νίτσε

Είναι όμως πολύ εύκολο να μπερδευτούμε με όλες αυτές τις έννοιες και τους ορισμούς και να χάσουμε το νόημα. Ο Αλμπέρ Καμύ όμως είναι αφοπλιστικά απλός και δεν μας αφήνει περιθώρια να δουλεύουμε τον εαυτό μας (παρότι φυσικά μπορούμε να το κάνουμε, το δικαίωμα στη βλακεία είναι από τα πιο θεμελιώδη δικαιώματα του ανθρώπου).

Μην ψάχνεις δούλους. Μη ζητάς δασκάλους. Δεν υπάρχουν ― στη καλύτερη των περιπτώσεων να καταντήσεις εσύ δούλος του εγώ σου ή φαντασμένος δάσκαλος μερικών ανίδεων.

Να είσαι ο εαυτός σου, και να είσαι απλώς αυτός που είσαι με τους άλλους. Αυτή είναι η ουσία των ανθρώπινων σχέσεων.

Να σταθείς μόνος σου γερά, πρώτου κρατήσεις το χέρι κάποιου

Τίποτα δεν χάνεται που να μην μπορεί να βρεθεί,
ούτε ο έρωτας..

Αγάπες πάνε και έρχονται, σαν τα πλοία. Αφήνουν την πραμάτεια τους, αδειάζουν, σταθμεύουν για λίγο και ξεκινάνε πάλι την αναζήτησή, για ένα νέο λιμάνι.

Έτσι είναι οι έρωτες, συχνά περαστικοί. Ανοίγουν κύκλοι, κλείνουν σαν κουραστούν, ή δώσουν ότι ήταν να δώσουν και ξεκινάνε νέοι από την αρχή ξανά, ωσότου υπάρξει σύμπνοια με κάποιον.

Ποτέ δεν είναι αργά για να αγαπήσεις και να ερωτευτείς. Πρέπει όμως να αντέχεις. Να μπορείς να πέφτεις και να ξανασηκώνεσαι. Να υποδέχεσαι τους χειμώνες και τα καλοκαίρια της καρδιάς με την ίδιο τρόπο.

Σε έψαξα ξανά και ξανά. Κάθε φορά που νόμιζα πως πια σε είχα, μετά από λίγο καταλάβαινα πως ήσουν και πάλι μισός δίπλα μου. Ο άλλος μισός ήταν σε εσένα δώσμενος. Και εγώ έμενα πεινασμένη. Διψασμένη από την απόλυτη αγάπη που πίστευα πως μαζί σου επιτέλους θα νιώσω, αφού οι καρδιές μας χτυπούσαν σαν μια.

Με τον καιρό όμως έμαθα, πως το να είσαι δωσμένος ευλαβικά στον άλλον και όχι πρώτιστος στον εαυτό σου, εν καιρώ θα βλάψει και τους δύο.

Να με αγαπάς και να σε αγαπώ με όλη μας την καρδιά, το μυαλό και την ψυχή, ας κρατήσουμε όμως μια θάλασσα ανάμεσα μας, να καθαρίζει τις σκέψεις μας, τα λάθη μας, την κούραση μας και να μπορούμε να ξαποστάζουμε λιγάκι μονάχοι.

Όταν ο έρωτας σας γνέφει ακολουθήστε τον.
Και όταν τα φτερά του σας τυλίξουν, παραδοθείτε του.
Αφήστε όμως ελεύθερους χώρους ανάμεσα σας και μην φτιάχνετε δεσμά με την αγάπη σας.
Να γεμίζει ο ένας την κούπα του άλλου, αλλά να μην πίνετε από την ίδια κούπα.
Να τραγουδάτε και να χόρευετε μαζί και να είστε χαρούμενοι, αλλά και να αφήνετε ο ένας τον άλλον μόνο.

Όπως οι χορδές του λαούτου είναι μόνες παρότι πάλλονται με την ίδια μουσική.
Να δίνετε την καρδιά σας, αλλά να μην αφήνετε να την κρατάει συνέχεια.
Και να στέκεστε στο πλάι του άλλου, μα όχι πολύ κοντά.
Γιατί οι κολώνες του ναού στέκουν χώρια.
Κι η βελανιδιά μεγαλώνει χωρίς να κρύβει την σκιά στο κυπαρίσσι
”.
Χαλίλ Γκιμπράν

Δεν είναι απαραίτητο όλοι να καταλήξουν στην ζωή με έναν άνθρωπο. Δεν είναι γραφτό όλων να βρουν τον ιδανικό για αυτούς σύντροφο.

Μέσα σε έναν γάμο αισθάνεται κανείς σημαντικός. Ο μέσος άνθρωπος χρειάζεται ένα σπίτι για να αποτελεί τον «ήλιο» του. Εκεί όπου μπορεί να τρέφεται από την αγάπη της οικογένειας που έχει πλάσει, αλλά και να αισθάνεται απαραίτητος.

Μπορεί ο γάμος να αποτελεί καταφύγιο, μερικοί όμως δεν το έχουν αυτό ανάγκη. Μπορούν να σταθούν καλά και μόνοι τους. Αισθάνονται ολοκληρωμένοι και αυτάρκεις χωρίς σύντροφο ή παιδιά.

Ο άνθρωπος ωστόσο έχει υπαρξιακή μοναξιά. Όσο περνάνε τα χρόνια χρειάζεται κάποιον να του κρατάει το χέρι, έναν σταθερό συναισθηματικό δεσμό για να αισθάνεται πιο ολοκληρωμένος. Ως ανθρώπινα όντα έχουμε την υπαρξιακή ανάγκη να αγαπήσουμε, αλλά και να αγαπηθούμε.

Αν κάποιοι σταθούν τυχεροί και βρουν το ιδανικό ταίρι για αυτούς, τότε ίσως είναι οι πιο ευτυχισμένοι των ανθρώπων. Έρευνες δείχνουν πως μόνο το 5% με 10 % τα καταφέρνουν. Για αυτό θα πρέπει να φροντίζουν την σχέση αυτή, αν την έχουν ή αν την αποκτήσουν, σαν τον πολυτιμότερο θησαυρό, καθώς τίποτα ποτέ δεν είναι δεδομένο. Ακόμα και αν η αγνή, δυνατή αγάπη υπερνικάει σχεδόν τα πάντα.

Δεν πρέπει να βλέπουμε τον εαυτό μας μέσα από τα μάτια και τους χαρακτηρισμούς των άλλων

Ήταν κάποιος μια φορά, που υπέφερε από έναν παράλογο φόβο: φοβόταν μήπως χαθεί ανάμεσα στους πολλούς ανθρώπους.

Όλα άρχισαν μια νύχτα σ’ ένα χορό μεταμφιεσμένων, όταν ήταν πολύ νέος. Κάποιος έβγαλε μια φωτογραφία όπου φαίνονταν στη σειρά όλοι οι προσκεκλημένοι. Όμως, όταν ο πρωταγωνιστής της ιστορίας είδε τη φωτογραφία, δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει τον εαυτό τον. Είχε ντυθεί πειρατής, μ’ έναν επίδεσμο στο μάτι και μαντίλι στο κεφάλι, όμως, κι άλλοι πολλοί είχαν μεταμφιεστεί με τον ίδιο τρόπο. Είχε βάλει στα μάγουλά του έντονο κοκκινάδι και λίγο φούμο για μουστάκι, αλλά μασκαράδες με μουστάκια και στρουμπουλά μάγουλα βαμμένα με κοκκινάδι υπήρχαν αρκετοί. Είχε διασκεδάσει πολύ σ’ εκείνον τον χορό, όμως, όλοι στη φωτογραφία φαίνονταν να διασκεδάζουν πολύ. Τότε θυμήθηκε ότι τη στιγμή της φωτογραφίας ήταν αγκαλιά με μια ξανθιά, οπότε προσπάθησε να εντοπίσει τον εαυτό του μ’ αυτό το στοιχείο. Ανώφελο: πάνω από τις μισές γυναίκες ήταν ξανθιές και αρκετές απ’ αυτές χαμογελούσαν στη φωτογραφία, αγκαζέ με πειρατές.

Η εμπειρία τον επηρέασε βαθιά. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, επί χρόνια δεν συμμετείχε σε καμία συνάντηση από φόβο μήπως ξαναχαθεί.

Ωστόσο, κάποια μέρα σκέφτηκε μια λύση: όπου κι αν πήγαινε, από κει και πέρα, θα φορούσε πάντα καφέ ρούχα. Καφέ πουκάμισο, καφέ παντελόνι, καφέ σακάκι, κάλτσες και παπούτσια. «Οπότε, αν τραβήξει κάποιος φωτογραφία, θα ξέρω πάντα ότι αυτός με τα καφέ είμαι εγώ» είπε μέσα του.

Με τον καιρό, ο ήρωάς μας βρήκε εκατοντάδες ευκαιρίες για να επιβεβαιώσει το έξυπνο κόλπο του: όταν τύχαινε να βρεθεί μπροστά στους καθρέφτες των μεγάλων καταστημάτων κι έβλεπε τον εαυτό του ανάμεσα σε άλλους που περνούσαν από κοντά του, επαναλάμβανε με σιγουριά: «Εγώ, είμαι αυτός με τα καφέ».

Τον επόμενο χειμώνα, κάποιοι φίλοι τού έκαναν δώρο το εισιτήριο για να απολαύσει μια βραδιά σε ένα σπα. Το δέχτηκε ευχαρίστως. Δεν είχε πάει ποτέ σε ένα τέτοιο μέρος, και είχε ακούσει από το στόμα των φίλων του για τα οφέλη του σκωτσέζικου ντους, του φινλανδικού μπάνιου και της αρωματικής σάουνας.

Πηγαίνει εκεί, του δίνουν δύο μεγάλες πετσέτες και τον οδηγούν σ’ ένα δωματιάκι για να γδυθεί. Ο άνδρας βγάζει το σακάκι του, το παντελόνι, το πουλόβερ, το πουκάμισο, τα παπούτσια, τις κάλτσες… και καθώς ετοιμάζεται να βγάλει και το εσώρουχο, το βλέμμα του πέφτει στον καθρέφτη και παγώνει. «Αν βγάλω και το τελευταίο μου ρούχο, θα μείνω γυμνός σαν όλους τους άλλους» σκέφτεται. «Κι αν χαθώ; Πώς θα μπορέσω να με αναγνωρίσω αν δεν βασιστώ στο μόνο στοιχείο που μέχρι τώρα μου έχει φανεί τόσο χρήσιμο;»

Για πάνω από ένα τέταρτο κάθεται στα αποδυτήρια αναποφάσιστος, με το εσώρουχο φορεμένο. Δεν ξέρει αν πρέπει να μείνει ή να φύγει… Τότε, του έρχεται μια ιδέα: αν δεν μπορεί να μείνει ντυμένος, μπορεί ίσως να κρατήσει κάποιο αναγνωριστικό σημάδι. Με μεγάλη προσοχή, τραβάει μια κλωστή από το πουλόβερ του και τη δένει στο μεγάλο δάχτυλο του δεξιού ποδιού. «Αυτό θα πρέπει να το θυμάμαι σε περίπτωση που χαθώ: αυτός που έχει μια καφέ κλωστή στο μεγάλο δάχτυλο είμαι εγώ» μονολογεί.

Ήρεμος τώρα, με το σημάδι του, αφοσιώνεται στην απόλαυση του ατμού και του μπάνιου. Καθώς κολυμπάει και κάνει βουτιές, δεν προσέχει πως η κλωστή ξεφεύγει από το δάχτυλό του κι αρχίζει να επιπλέει στο νερό της πισίνας. Κάποιος άλλος που κολυμπάει εκεί κοντά βλέπει την κλωστή και λέει στον φίλο του: «Τι σύμπτωση! Αυτό το χρώμα ήθελα πάντα να περιγράψω στη γυναίκα μου για να μου πλέξει ένα κασκόλ. Θα πάρω την κλωστή και θα ψάξω να βρω μαλλί σαν κι αυτό». Πιάνει την κλωστή που επιπλέει στο νερό, αλλά καθώς δεν έχει πού να τη φυλάξει, τη δένει στο μεγάλο δάχτυλο του δεξιού του ποδιού.

Στο μεταξύ, ο πρωταγωνιστής της ιστορίας μας έχει δοκιμάσει όλα όσα προσφέρει το σπα και πηγαίνει στα η αποδυτήρια να ντυθεί. Μπαίνει με αυτοπεποίθηση, σκουπίζεται, και μόλις τελειώνει βλέπει στον καθρέφτη με τρόμο ότι είναι τελείως γυμνός, χωρίς την κλωστή του στο πόδι. «Χάθηκα…» λέει μέσα του τρέμοντας, και τρέχει πάλι έξω να ψάξει παντού για την καφέ κλωστή με την οποία θ’ αναγνωρίσει τον εαυτό του. Μετά από λίγα λεπτά προσεκτικής αναζήτησης στο χώρο βλέπει το πόδι του άλλου που είχε στο δάχτυλο την καφέ κλωστή. Δειλά δειλά, τον πλησιάζει και του λέει:

«Με συγχωρείτε, κύριε… εγώ ξέρω ποιος είστε εσείς. Μήπως κι εσείς θα μπορούσατε να μου πείτε ποιος είμαι εγώ;».

Φυσικά, πολύ δύσκολα θα φτάσουμε στο ακραίο σημείο να εξαρτιόμαστε από τους άλλους για να μας πουν ποιοι είμαστε, ωστόσο, θα βρεθούμε πολύ κοντά αν αρνηθούμε τα μάτια μας κι αρχίσουμε να βλέπουμε τον εαυτό μας μόνο μέσα από τα μάτια και τους χαρακτηρισμούς των άλλων.

Είμαι ενήλικος όταν, μεταξύ άλλων, καταλαβαίνω την πρόκληση που έχω μπροστά μου, επιλέγω ανάμεσα στις πολλές δυνατότητες που μου παρουσιάζονται, διαλέγω μπροστά σε οποιοδήποτε ερέθισμα την αντίδραση που με αντιπροσωπεύει περισσότερο, αισθάνομαι τη βεβαιότητα ότι αυτός είναι ο δικός μου τρόπος κι όχι ο τρόπος κάποιου άλλου.

Ψευδοαριστοτελικά έργα

Η ονομασία Ψευδοαριστοτέλης αποδίδεται στους αγνώστους συγγραφείς των ψευδεπίγραφων έργων που παλαιότερα αποδίδονταν στον Αριστοτέλη, κυρίως φιλοσοφικές ή ιατρικές πραγματείες οι οποίες παρότι ψευδεπίγραφες είχαν σημαντική επιρροή ιδιαίτερα κατά τον Μεσαίωνα.

Τα πρώτα ψευδοαριστοτελικά έργα γράφτηκαν από μέλη της Περιπατητικής σχολής, πολλά περισσότερα όμως γράφτηκαν αρκετά αργότερα κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα.

Καθώς το συγγραφικό έργο του Αριστοτέλη αποτελούνταν από πολλά έργα, ήταν σχετικά εύκολο για πολλούς μετέπειτα συγγραφείς -κυρίως στην χριστιανική δυτική Ευρώπη, και αραβική βόρεια Αφρική- να δημιουργήσουν ένα σύγγραμμα και να το αποδώσουν στον Αριστοτέλη.

Αυτό συνέβαινε γιατί με αυτόν ως τον υποτιθέμενο δημιουργό, το κείμενο αποκτούσε ιδιαίτερη αξία, αποδοχή και βαρύτητα, καθώς ο Αριστοτέλης θεωρούνταν από τις πλέον σημαντικές αυθεντίες της αρχαιότητας, τόσο από τους χριστιανούς όσο και από τους μουσουλμάνους λόγιους.

Δεν είναι ξεκάθαρο ωστόσο για όλες τις περιπτώσεις το εάν ο ίδιος ο δημιουργός του κάθε συγγράμματος απέδιδε επίτηδες το έργο στον Αριστοτέλη, ή μεταγενέστεροι λόγιοι απέδιδαν λανθασμένα ή επίτηδες το έργο θέλοντας να προωθήσουν τα συγγράμματα αυτά.

Κατά τον Μεσαίωνα υπήρχαν περισσότερα από 100 ψευδοαριστοτελικά έργα σε κυκλοφορία. Αυτά διακρίνονται σε 3 ομάδες με βάση την γλώσσα του έργου, σε αραβικά, ελληνικά ή λατινικά, με τα αραβικά να είναι τα περισσότερα και τα λατινικά να είναι τα λιγότερα, ωστόσο πολλά από τα αραβικά μεταφράστηκαν στα λατινικά αργότερα.

Η πλειοψηφία των έργων ασχολούνται με αποκρυφιστικά θέματα όπως αλχημεία, αστρολογία, χειρομαντεία, και φυσιογνωμική, ενώ άλλα έργα ασχολούνταν με φιλοσοφικά θέματα, κυρίως πλατωνικά και νεοπλατωνικά παρά αριστοτελικά.

Από όλα τα έργα, το αραβικής προέλευσης Secretum Secretorum ήταν το πλέον διαδεδομένο ψευδοαριστοτελικό έργο και για κάποιο καιρό είχε μεγαλύτερη δημοφιλία και από τα πραγματικά έργα του Αριστοτέλη.

Υπήρξαν και ψευδεπίγραφα έργα τα οποία εμφανίστηκαν μετά τον Μεσαίωνα, όπως το Aristotle’s Masterpiece (μτφ. Αριστούργημα του Αριστοτέλη) το οποίο ήταν σεξουαλικό εγχειρίδιο το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε το 1684 και είχε ιδιαίτερα μεγάλη δημοφιλία στην Αγγλία και πωλούνταν έως και τις αρχές του 20ού αιώνα.

NASA: Το Perseverance ανακάλυψε οργανική ύλη στον πλανήτη Άρη

Το ρόβερ Perseverance της NASA εντόπισε διάφορους τύπους μορίων οργανικής ύλης στον πλανήτη Άρη και η ανακάλυψη αυτή εγείρει νέα ερωτήματα για το παρελθόν του κόκκινου πλανήτη, ωστόσο δεν είναι σαφές αν προέρχονται από παλαιότερη μορφή ζωής ή αν σχηματίστηκαν από άλλους παράγοντες.

Σύμφωνα με τον Independent, που επικαλείται τους επιστήμονες της NASA, το ρόβερ Perseverance εντόπισε την οργανική ύλη στον κρατήρα Jezero του πλανήτη Άρη και δεν αποκλείεται να προέρχεται από βιοτική ύλη, δηλαδή να υπήρχε ζωή παλαιότερα εκεί ή να σχηματίστηκε από άλλους παράγοντες.

Μόρια οργανικής ύλης μπορούν να σχηματιστούν από αλληλεπιδράσεις μεταξύ νερού και σκόνης αλλά και να εντοπιστούν σε κομμάτια μετεωριτών και άλλων υλικών που μπορεί να έχουν πέσει στην επιφάνεια του πλανήτη Άρη.

Όπως και να ‘χει, η ανακάλυψη του Perseverance είναι σημαντική γιατί μπορεί να δώσει νέα στοιχεία για το – πιθανότατα πιο ενεργό από όσο πιστεύαμε – παρελθόν του πλανήτη Άρη αλλά και να γίνουν πιο ουσιαστικά βήματα για ενδεχόμενη ανακάλυψη εξωγήινης ζωής.

One thing I’m #SamplingMars for is organic molecules, the “building blocks” of life. The rock I got these two samples from has signals suggesting they may be present. Signs of biology, or another process, maybe? Hear why scientists would love to study sample #6 or #7 up close: pic.twitter.com/cQheyDqybd

— NASA’s Perseverance Mars Rover (@NASAPersevere) July 12, 2023

Άλλωστε, είναι γνωστές οι εκτιμήσεις ότι ο πλανήτης Άρης ήταν γεμάτος νερό πιο παλιά. Εννοώντας πιο παλιά, μπορεί να μιλάμε ακόμα και για εκατομμύρια ή και δισεκατομμύρια χρόνια πριν, όμως τα μόρια οργανικής ύλης που βρήκε το ρόβερ της NASA, μπορούν να ρίξουν φως σε πιθανές πηγές άνθρακα, οι οποίες θα μπορούσαν να δώσουν ζωή.

Ο κρατήρας Jezero και το σύστημα SHERLOC

Ο κρατήρας Jezero είναι ένας από τους πιο σημαντικούς του πλανήτη Άρη, καθώς πριν από δισεκατομμύρια χρόνια εκεί υπήρχε μια τεράστια λίμνη.

Ανακαλύφθηκε το 2021 και από τότε οι επιστήμονες της NASA εξερευνούν τη γεωλογική σύνθεση του δαπέδου του κρατήρα χρησιμοποιώντας μια σειρά εργαλείων στο ρόβερ που μπορούν να τραβήξουν φωτογραφίες και να αναλύσουν τους βράχους.

Ένα από αυτά τα εργαλεία είναι το σύστημα SHERLOC (Scanning Habitable Environments with Raman and Luminescence for Organics and Chemicals), που ερευνά κατοικήσιμα περιβάλλοντα με φασματοσκόπιο και άλλους τύπους φωτισμού.

Τα μόρια οργανικής ύλης εντοπίστηκαν και στα 10 σημεία που ερεύνησε το Perseverance στο δάπεδο του Jezero, τα οποία «έδειξαν» μια ποικιλία με συσχετισμούς ορυκτών αλλά και μια χωρική κατανομή που είναι μοναδική για κάθε συνδυασμό.

Χωρική κατανομή είναι η διάταξη ενός φαινομένου σε όλη την επιφάνεια ενός πλανήτη και η γραφική απεικόνιση μιας τέτοιας διάταξης είναι ένα σημαντικό εργαλείο στις γεωγραφικές και περιβαλλοντικές στατιστικές.

«Τα ευρήματα μάς υποδηλώνουν ότι μπορεί να υπάρχει μια ποικιλία αρωματικών μορίων που επικρατούν στην επιφάνεια του Άρη, όπου τα υλικά αυτά παραμένουν εκεί παρά την έκθεσή τους σε άλλα φαινόμενα στην επιφάνειά του.

Αυτά τα οργανικά μόρια βρίσκονται σε μεγάλο βαθμό μέσα σε ορυκτά που συνδέονται με υδατικές διεργασίες, υποδεικνύοντας ότι αυτές οι διεργασίες μπορεί να είχαν βασικό ρόλο στην οργανική σύνθεση, μεταφορά ή διατήρησή τους στον πλανήτη Άρη», εξηγούν οι επιστήμονες της NASA.

ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΚΦΥΛΙΣΜΟΥ

ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΕΝΣΤΙΚΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ.

«Πάντα βρίσκω τους ανθρώπους, όπως κι αν τους κοιτάζω, με καλοσύνη ή κακία, να φροντίζουν για ένα πράγμα: Πως να εξυπηρετήσουν τη συντήρηση του είδους. Και φροντίζουν γι’ αυτό, όχι από αγάπη για το είδος, αλλά γιατί δεν υπάρχει μέσα τους τίποτα παλιότερο, δυνατότερο, ανέλεγκτο και πιο ακατανόητο από αυτό το ένστικτο, γιατί είναι αλήθεια πως το ένστικτο αυτό, είναι στην κυριολεξία η ουσία του είδους μας, η ουσία του κοπαδιού μας.

Στο κάτω κάτω της γραφής, ίσως ο πιο άχρηστος, ο πιο βλαβερός άνθρωπος να είναι ο πιο χρήσιμος για τη συντήρηση του είδους. Γιατί ο άνθρωπος αυτός -ο βλαβερός- συντηρεί στον εαυτό του ή στους άλλους ανθρώπους, διάφορα ένστικτα που χωρίς αυτά η ανθρωπότητα θα είχε εδώ και πολύ καιρό αποχαυνωθεί και διαφθαρεί» -Νίτσε

Η λέξη ένστικτο προέρχεται από το αρχαίο ρήμα ενστίζω (κεντώ) και σημαίνει εσωτερικό κέντρισμα, τσίμπημα. Όπως και οι εκφράσεις ανθρώπινος «χαρακτήρας» (από το ρήμα χαράσσω =εγχαράττω, γράφω), ανθρώπινος «τύπος» (από το ρήμα τύπτω =χτυπώ), έτσι και το ένστικτο, υποδεικνύουν ότι ο άνθρωπος έχει τυπωμένες και εγχάρακτες τις διάφορες σωματικές και διανοητικές του ιδιότητες, με τις οποίες διακρίνεται από κάθε άλλο πρόσωπο. Μ’ άλλα λόγια είναι έν-στικτες, χαραγμένες, σημαδεμένες εντός. Η επιστήμη σήμερα το επιβεβαιώνει με το DNA και με τον όρο «γονότυπος».

Στο βασίλειο των ζώων συνοπτικά αναφέρονται 4 είδη ενστίκτων: αυτοσυντήρησης, συμβίωσης, σεξουαλικά και των γεννητόρων. Στο ένστικτο αυτοσυντήρησης ανήκουν τα ένστικτα της διατροφής, της αποστροφής, της μαχητικότητας, της φυγής. Το ένστικτο συμβίωσης είναι αναγκαίο για τη δημιουργία και τη διατήρηση της ομάδας. Το σεξουαλικό αναφέρεται στη διαιώνιση του είδους του γόνου. Και των γεννητόρων αφορά την ανατροφή, εκπαίδευση, προφύλαξη των νεογέννητων.

Τα περισσότερα από τα ένστικτα και των 4 κατηγοριών στον άνθρωπο αντιπροσωπεύονται από ορμές, δηλαδή από έμφυτες τάσεις που δε συνοδεύονται με ένα σχηματισμένο και πάγιο μηχανισμό για την εκπλήρωσή τους. Ο ίδιος είναι που πρέπει να επινοήσει και να οργανώσει τον απαιτούμενο τρόπο συμπεριφοράς για την ικανοποίησή τους. Η ελευθερία αυτή είναι και προσόν αλλά και μειονέκτημα.

Υπάρχει τεράστια διαφορά μεταξύ ενστίκτου κι αντανακλαστικού

Το πρώτο είναι ορμέμφυτο το δεύτερο είναι μηχανιστικό αντανακλαστικό. Ένστικτο ονομάζουμε την έμφυτη (γονιδιακά υπαγορευμένη) τάση/παρόρμηση/ορμέμφυτο κάθε ζωικού είδους να εκδηλώνουν συγκεκριμένες συμπεριφορές υπό την επίδραση ορισμένων περιβαλλοντικών συνθηκών.

Η εκδήλωση ενός ενστίκτου μπορεί να αναβληθεί ή ακόμη και να ματαιωθεί με εκούσια συνειδητή επιλογή των ανώτερων όντων. Από την άλλη, αντανακλαστικό είναι η ακούσια κινητική αντίδραση, εξωτερικά ορατή ή όχι, σε ένα περιφερειακό αισθητικό ερέθισμα. Ενστικτώδης είναι για όλα τα ζώα η αναζήτηση τροφής κι ερωτικού συντρόφου, αλλά και η διαφύλαξη του προσωπικού/ζωτικού τους χώρου. Ενστικτώδης είναι για τα βαδιστικά πτηνά η ισόβια αναγνώριση ως μητέρας τους της πρώτης κινούμενης μορφής που θα συναντήσουν την πρώτη ημέρα μετά την εκκόλαψή τους.

Ενστικτώδης είναι για τους σκαντζόχοιρους η επιλογή της χειμέριας νάρκης, αλλά και για τις μέλισσες ο χορός που κάνουν γύρω από τα άνθη που γονιμοποιούν. Ενστικτώδης πράξη είναι για τα πουλιά το χτίσιμο της φωλιάς τους, για τα ωδικά πουλιά η αυθόρμητη απομνημόνευση μόνο του κελαηδήματος του πατέρα τους (όχι άλλων διπλανών πτηνών) και η εν συνεχεία αναπαραγωγή τους.

Ενστικτώδης, δηλαδή γονιδιακά υπαγορευμένη, είναι τέλος η ανάγκη του αναπτυσσόμενου νευρικού συστήματος του ανθρώπου να εκτεθεί εγκαίρως σε αισθητικά ερεθίσματα κατά τη διάρκεια συγκεκριμένων κρίσιμων περιόδων της ανάπτυξης, γιατί, αν για παράδειγμα το νήπιο δεν δεχθεί φυσιολογικά οπτικά ερεθίσματα, τότε ο εγκέφαλός του θα παραμείνει ισοβίως τυφλός, ακόμη και αν τα μάτια σαν όργανα είναι λειτουργικά ακέραια.

Το σύνολο των συμπεριφορών διαμορφώνεται τόσο από τη γενετική προδιάθεση του ατόμου όσο και από την επίδραση του περιβάλλοντος. Βλέπουμε ότι τα ένστικτα δεν ανήκουν απαραιτήτως σε έναν παράδοξο, παράλογο και παραψυχολογικό κόσμο που κυβερνά τον κόσμο της τάξης και της λογικής. Μπορεί να αντιπροσωπεύουν και στρατήγημα του κληρονομικού υλικού προκειμένου να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις με τις οποίες θα τεθεί αναπόφευκτα αντιμέτωπος ο οργανισμός κάθε είδους.

«Παραδέξου το. Δεν είσαι σαν και αυτούς, ούτε στο ελάχιστο. Μπορεί περιστασιακά να ντύνεσαι σαν ένας από αυτούς, να παρακολουθείς τα κενά προγράμματα της τηλεόρασης όπως αυτοί, ίσως ακόμα και να τρως το ίδιο φαστ φουντ. Όμως φαίνεται ότι όσο πιο πολύ προσπαθείς να ταιριάξεις, τόσο περισσότερο νιώθεις ξένος, παρατηρώντας τους “φυσιολογικούς ανθρώπους” καθώς ζουν μέσα στην αυτοματοποιημένη τους ύπαρξη. Κάθε φορά που χρησιμοποιείς φράσεις κλειδιά, όπως “Καλημέρα” και “Ο καιρός σήμερα είναι χάλια, ε; ” από μέσα σου λαχταράς να πεις απαγορευμένες φράσεις όπως “Πες μου κάτι που σε κάνει να κλαις” ή “Τι πιστεύεις ότι είναι για εμάς το deja vu;” Παραδέξου το, θες ακόμα και να μιλήσεις στο κορίτσι στο ασανσερ, αλλά τι γίνεται αν το κορίτσι στο ασανσέρ (και ο φαλακρός άνδρας που προσπερνά το μικρό σου γραφείο κάθε μέρα) σκέφτονται το ίδιο πράγμα; Ποιος ξέρει τι θα μάθαινες, αν δοκίμαζες να μιλήσεις σε έναν ξένο; Ο καθένας κουβαλάει ένα κομμάτι του παζλ. Κανείς στη ζωή σου δεν έρχεται κατά τύχη. Εμπιστεύσου το ένστικτό σου. Κάνε το απρόβλεπτο. Βρες τους άλλους» -Timothy Leary

Ανώτεροι & Κατώτεροι Άνθρωποι

Όσο ανόητη φαίνεται η ιδέα του «πως θα έπρεπε να είναι το δέντρο» άλλο τόσο είναι ανόητη η ιδέα περί του τι θα έπρεπε να είναι ο άνθρωπος. Στην εποχή μας η μανία περί του «πολιτικώς ορθού» και οι ανόητες φράσεις πως «έτσι πρέπει να φέρεται ή να μην φέρεται κάποιος» και λέξεις όπως ομοφοβία, φασισμός, ρατσισμός, δημοκρατία έχουν καταντήσει καραμέλα στα χείλη των έκφυλων, ώστε μόνο μορφασμούς ειρωνείας προκαλούν. Τι έχουμε θεοποιήσει; Τα ένστικτα της αξίας μόνο μέσα στις ομάδες -κι όχι τα ατομικά- για να εξασφαλίσουμε την διατήρηση τους.

Τι έχουμε κατηγορήσει; Αυτό που ξεχωρίζει τους ανώτερους ανθρώπους από τους κατώτερους, την Δύναμη των Ενστίκτων (ορμέμφυτα) και ειδικά τα ένστικτα της αυτοσυντήρησης.

Η Δύναμη του Ενστίκτου της Αυτοσυντήρησης είναι το τεράστιο χάσμα ανάμεσα στους ανώτερους και κατώτερους ανθρώπους.

Όποιος προσφέρεται ν’ απορρίψει τον ορθολογιστικό μύθο της «προόδου» και την ερμηνεία της ιστορίας ως μιας αδιάκοπης θετικής εξέλιξης της ανθρωπότητας, θα βρεθεί σταδιακά να στρέφεται προς την κοσμοαντίληψη που ήταν κοινή σε όλους τους μεγάλους παραδοσιακούς πολιτισμούς και η οποία είχε στο κέντρο της την ανάμνηση μιας διαδικασίας εκφυλισμού, αργής συσκότισης ή κατάρρευσης ενός προηγούμενου ανώτερου κόσμου. Όσο διεισδύουμε βαθύτερα σ’ αυτήν την νέα (και παλαιά) ερμηνεία, συναντάμε διάφορα προβλήματα, μεταξύ των οποίων κυριότερο είναι το ζήτημα του μυστικού του εκφυλισμού.

Στην κυριολεκτική έννοια του όρου, αυτό το ζήτημα δεν είναι καθόλου καινούργιο. Ενώ αναλογιζόμαστε τα υπέροχα κατάλοιπα πολιτισμών των οποίων ούτε καν η ονομασία δεν έφθασε έως εμάς, αλλά τα οποία φαίνεται να μεταφέρουν – ακόμη και στο φυσικό υλικό τους- ένα μεγαλείο και μια δύναμη που είναι κάτι περισσότερο από γήινη, σχεδόν ο καθένας παρέλειψε ν’ αναρωτηθεί για τον θάνατο των ανώτερων πολιτισμών κι ένοιωσε την ανεπάρκεια των λόγων που παρέχονται συνήθως για να τον εξηγήσουν.

Η ηθική των κατώτερων ανθρώπων είναι η κακοήθης αιτία του εκφυλισμού του μαζάνθρωπου κι αυτό φαίνεται ολοκάθαρα μέσα από την έλλειψη του φυσιολογικού. Δίδαξαν την κατώτερη παρασιτική ανθρωπότητα κάθε τι που εκφυλίζει, διαστρεβλώνει και αδρανοποιεί το Δυναμικό Ένστικτο της Αυτοσυντηρήσεως.

Την μαθαίνουν να αγνοεί ως αμαρτία και να περιφρονεί το ανώτερο αίσθημα συντήρησης της ζωής, το ένστικτο. Η κύρια αιτία της παρακμής είναι αυτή η παρά φύση ανακολουθία των φυσιολογικών Ενστίκτων. Αξιώματα παρακμής όπως «αλτρουιστής» «πατριώτης» «αγάπη προς τον πλησίον» «είμαστε όλοι ίδιοι» «όλα συνδέονται» «όπως πάνω έτσι κάτω» και διάφορα α-νοητά σλόγκαν είναι βέβαιο ότι κάνουν την κοινωνία να παρακμάζει ταχύτατα, αφού είναι ηθικολογικές αξίες με μηδενική έννοια και μάλιστα ενάντια στα φυσιολογικά ένστικτα αυτοσυντηρήσεως.

Η λογική τελειοποιείται, το ένστικτο είναι αμετάβλητο.

Ο άνθρωπος έχει χάσει την ικανότητα του να ζει την αληθινή ζωή και την έχει αντικαταστήσει με την ζωή του καθήκοντος. Οι αυταπάτες του αντικαθιστούν την παρούσα ζωή με την ζωή του μέλλοντος ή ακόμη χειρότερα με την «ζωή» μετά θάνατον. Πιάσ’ τ’ αυγό και κούρευτο! Η αληθινή ζωή δεν έχει συμβιβασμούς ηθικολογίας αλλά ενστικτώδεις ορμές, πάλλεται από υγιή κίνηση και δύναμη πάθους. Το ακριβώς αντίθετο από αυτά που σε δίδαξαν.

Πρέπει να ασχοληθείς με τον εαυτό σου, με την ουσία σου, με το ΕΙΝΑΙ και όχι με τις διεστραμμένες θρησκειολογίες (είτε μέσα στις επίσημες εκκλησίες είτε στα περιφερειακά της νεολογικά παραληρήματα). Η ηθική προς τον εαυτό κι όχι προς την ομάδα έχει αξία, η ηθική προς την ζωή κι όχι προς τον θάνατο έχει αξία, η ζωή ΤΩΡΑ έχει αξία κι όχι η μετά θάνατον μπουρδολογία.

Πρέπει να αντικαταστήσεις την ηθικολογική αξιακή σαβούρα του εκφυλισμένου κατώτερου ανθρωποειδούς βήμα προς βήμα, να την περιορίσεις και να την οριοθετήσεις με χειρουργική ακρίβεια, αν θέλεις να αποκαλείσαι ζωντανός κι όχι κινητό πτώμα. Ο παπάς, ο πολιτικός, ο φιλοσοφιστής, ο δημαγωγός πνευματικότητας, ο τσοπάνης συνειδήσεως, πρέπει να αποκλειστούν και να απορριφθούν ως καρκινώματα της ζωντανής ζωής. Χρειάζεται χημειοθεραπεία με τα πιο δυνατά φάρμακα για να καούν τα σάπια ηθικολογικά αξιακά τους που δηλητηρίασαν το σώμα της ψυχής του ανώτερου ανθρώπου, αν θέλουμε να εξυψώσουμε την άνθρωπο στο βάθρο της Δύναμης.

Αυτός ο κόσμος που σήμερα ζούμε στις τσιμεντουπόλεις δεν έχει καμία αληθινή αξία, γιατί δεν έχει καθόλου ένστικτα επιβίωσης κι αυτό ουρλιάζει μέσα από την αποξένωση, την κατάργηση της ατομικότητας, την αποξένωση από την γη και την φύση που οδηγεί στην απώλεια του αισθήματος του σεβασμού, της αξίας και του θαυμαστού, την τρομακτική ομοιομορφία των ανθρώπων, τον ανούσιο ανταγωνισμό του ανθρώπου με τον εαυτό του που δημιουργεί έναν ωφελιμιστικό εγωπαθή τρόπο σκέψης όπου το μέσον (π.χ. χρήμα, αποκτήματα) γίνεται σκοπός και τέλος η όχι λιγότερο σημαντική γενικευμένη μείωση των αισθημάτων.

Η αγχώδης βιασύνη, το άγχος που βιάζει τη ζωή, συμβάλει στην αποστέρηση του ανθρώπου από τις βαθύτερες ανθρώπινες ιδιότητές του. Μια από αυτές είναι η σκέψη. Το ον που δε γνωρίζει ακόμα τίποτα για την ύπαρξη του εαυτού του είναι ανίκανο να αναπτύξει μια αφηρημένη σκέψη, μια γλώσσα με λέξεις, μια ηθική και υπεύθυνη συνείδηση. Το ον που παύει να σκέπτεται διατρέχει τον κίνδυνο να χάσει όλες αυτές τις ικανοποιήσεις και τα καθαρά ανθρώπινα προσόντα του που είναι η σύνδεση με τα ένστικτα του και ο τρόπος να τα χρησιμοποιεί.

Όπως αναφέρει ο Δον Χουάν «Αν θέλεις να μάθεις να σκέφτεσαι πρέπει να πάψεις να σκέφτεσαι» και δεν θα πέσω στην παγίδα του εγωισμού να γράψω «κι εννοεί …» γιατί εμένα μου πήρε χρόνια να κάνω κτήμα μου την επίγνωση του «τι εννοεί» ο Δον Χουάν, όπως κι όλα τα υπόλοιπα σημαντικά που τοποθετούν τον άνθρωπο πολεμιστή (κι όχι όλους) σε θέση Αιτίας που δημιουργεί Aποτελέσματα.

Όλα αυτά δεν είναι συμπτώματα εκφυλισμού του σύγχρονου πολιτισμού, αλλά τα αίτια της απανθρωπιάς που βιώνουμε. «Ακόμα κι αν δεχτούμε με αδικαιολόγητη αισιοδοξία, ότι ο πληθυσμός της Γης δε θα συνεχίσει να αυξάνεται με τον ρυθμό που γνωρίζουμε σήμερα, θα πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι ο οικονομικός ανταγωνισμός της ανθρωπότητας με τον εαυτό της θα αρκέσει για να τον οδηγήσει στον αφανισμό» έγραφε προφητικά ο Λόρεντς το 1973

Πρέπει να υπάρχει ένας αληθινός κόσμος. Ναι, κάποτε υπήρξε ένας τέτοιος κόσμος, είναι ο κόσμος των ηρώων. Σήμερα ζούμε στον κόσμο των δούλων, των απόκληρων, των κατώτερων ανθρωποειδών στρωμάτων που εκδικούνται την αληθινή ικανότητα παραγωγής, την δύναμη και τα ζωντανά ένστικτα, εκθειάζοντας ως «ανώτερες αξίες» την παρακμή, την παραφύση, το παράλογο, το παρανοϊκό, το έκφυλο. Όλοι οι ηθικολόγοι και τα αξιακά συστήματα τους είναι ανήθικα κι ανάξια.

Το φωνάζει η ίδια η ζωντανή ζωή. Τα ένστικτα της παρακμής θριαμβεύουν των ενστίκτων της προόδου και της ζωντανής ζωής.

ΜΟΝΑΧΙΚΟΤΗΤΑ: ΑΞΙΑ ΙΣΧΥΟΣ

«Η καταστροφή ενός ανθρώπου οφείλεται στην αδυναμία του να μείνει μόνος. Ουδείς μπορεί να μείνει μόνος με τον εαυτό του. Σήμερα, όσοι θα έπρεπε να μείνουν με το εαυτό τους σπεύδουν να ανοίξουν την τηλεόραση ή το ραδιόφωνο. Νομίζω ότι αν μια κυβέρνηση καταργούσε την τηλεόραση, οι άνθρωποι θα αλληλοσκοτώνονταν στους δρόμους, επειδή η σιωπή θα τους τρομοκρατούσε. Στο απόμακρο παρελθόν, οι άνθρωποι διατηρούσαν μεγαλύτερη επαφή με τον εαυτό τους, επί μέρες και μήνες, αλλά τώρα αυτό είναι ανέφικτο. Ως εκ τούτου, μπορούμε να πούμε ότι η καταστροφή επήλθε, ότι ζούμε καταστροφικά» αναφέρει εύστοχα ο σκωπτικός στοχαστής Εμίλ Σιοράν.

Μέχρι σήμερα νικούν οι μέτριοι, οι αδύναμοι και οι ανίκανοι, γι’ αυτό επικρατεί τόσο μεγάλος εκφυλισμός σε κάθε θρησκευτικό, πολιτικό ή πολιτιστικό τομέα. Σε κάθε κλάδο κυριαρχούν οι ανίκανοι. Ειδικά στους κλάδους της θρησκείας, της επιστήμης και της πολιτικής η αδυναμία και η ανικανότητα εξυψώνεται σε αξία τόσο έντονα που ξαφνιάζει κάθε καλοπροαίρετο ερευνητή. Κάθε θέληση ανεξαρτησίας όταν επιτευχθεί οδηγεί αναπόφευκτα σε μοναχικότητα, αφού η ανεξαρτησία είναι από την φύση της μια διαφοροποίηση από τα κλειστά σάπια συστήματα.

Το Άτομο είναι εκ διαμέτρου αντίθετο από την εγωπαθή κατώτερη ανθρωπόμαζα και δεν αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως ίσο με αυτήν. Προσπαθώντας λοιπόν να ανακαλύψει όμοιους και ίσους του διακρίνει και ξεχωρίζει τον εαυτό του από την κατωτερότητα. Ο ανώτερος άνθρωπος όταν φθάσει σε κάποιο βαθμό ανεξαρτησίας επιδιώκει να προχωρήσει πιο πέρα από την θέση του κι αντιλαμβάνεται ότι αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο, ειδικά στις μεγάλες πόλεις και σε μεγάλες συγκεντρώσεις ανθρωπόμαζας. Εδώ έχει δύο επιλογές ή θα αγκαλιάσει την μοναχικότητα και την μοναδικότητα του [σε σχέση με το περιβάλλον των κατώτερων μορφών] και θα την κάνει σκαλί για να ανέβει σε ανώτερα επίπεδα ύπαρξης ή θα ξεπέσει την ομαδικότητα των μισάνθρωπων.

Όταν το Άτομο ξεπέσει κι αρχίσει να οργανώνεται σε ομάδες, εκεί χάνει την ατομικότητα του, κατρακυλά στην εγωπάθεια κι εκεί εκδηλώνονται όλα τα χαρακτηριστικά της κατάπτωσης του. Στην ομαδική του εγωπάθεια εκδηλώνονται οι προστριβές, οι διαφωνίες, οι πόλεμοι, οι αιματοχυσίες, ο επεκτατισμός, οι διακανονισμοί ανταλλαγής υπηρεσιών, η συνθηκολόγηση, ο πατριωτισμός, η αμοιβαιότητα και όλα τα δεινά του πολιτικού θρησκευόμενου ανθρώπινου ζώου. Εδώ χάνεται η μοναχικότητα του ανεξάρτητου ανθρώπου, κάθε είδους αληθινό ένστικτο επιβίωσης και κυριαρχεί η ιεραρχία και οι ανάγκες της κορυφής της που την υπηρετεί η βάση, συνήθως με την ζωή της.

Ο ανώτερος υπέροχος άνθρωπος που βιώνει την μοναχικότητα, αφού είναι τόσο δύσκολο να βρει ομοίους του για να επικοινωνήσει κι αν δεν ξεπέσει στον εκφυλισμό της ομαδικότητας μπορεί να θριαμβεύσει επί της ανήθικης ηθικής των κατώτερων στρωμάτων ακολουθώντας μερικούς απλούς κανόνες. Ο βασικός κανόνας είναι να Αμφιβάλει και να Αμφισβητεί τα πάντα, όχι αντιδραστικά αλλά κατόπιν παρατήρησης του ολοφάνερου και να είναι έτοιμος ανά πάσα στιγμή να ανακατέψει την τράπουλα και να ξεκινήσει νέο παιχνίδι.

Αυτό το πετυχαίνει μέσα από τον σεβασμό μονάχα κάθε άξιου σεβασμού. Τον ολοκληρωτικό, καθολικό, ερωτικό, παθιασμένο σεβασμό κάθε τι άξιου. Πρέπει λοιπόν να ξεχωρίσει τι είναι άξιο σεβασμού για να το σεβαστεί και να το αξιοποιήσει. Αφού μαζέψει τα άξια σεβασμού, να τα αφήσει να παλέψουν μεταξύ τους και να δει ποιά θα νικήσουν. Να πετάξει τα ανάξια στα σκουπίδια και να μην ασχοληθεί ποτέ ξανά μαζί τους. Τα υπόλοιπα άξια σεβασμού να τα περάσει από την ίδια διαδικασία κι ότι απομείνει νικητής να το σεβαστεί με όλη την δύναμη της καρδιάς του.

Να το αγαπήσει παθιασμένα σαν ιδανικός εραστής και να είναι έτοιμος να κομματιάσει αυτήν την παθιασμένη καρδιά, να γκρεμίσει στα τάρταρα το ιδανικό αξιοσέβαστο την στιγμή που αισθάνεται την υπέρτατη συγκίνηση. Έτσι πετυχαίνει ο ανώτερος την ανεξαρτησία στην εποχή της ερημιάς, στην αυστηρή κριτική αυτών που θεωρεί αξιοσέβαστα και στην ηράκλεια ικανότητα να ανατρέψει τις αξιολογήσεις του. Αυτός είναι ο θρίαμβος της δύναμης πάνω στην αδυναμία, όταν κυριαρχεί η ζωντανή ζωή πάνω στην νεκρή ζωή.

Μετά από αυτή την νίκη πάνω στο αξιοσέβαστο και τις αγκυλώσεις, πάνω στις εμφυτεύσεις και στον κοινωνικό προγραμματισμό που ελέγχουν και κυριαρχούν στις ζωές των κατώτερων ανθρώπων, έχει την ύψιστη τιμή να εξυψώσει τον εαυτό του στο ύψος του Θεού. Είναι ο ίδιος Θεός γιατί έχει τα στοιχεία του χαρακτήρα που ορίζουν κάποιον ως Θεό, Δύναμη και Ισχύ. Αυτή η Δύναμη του δείχνει την πορεία του και το που να στραφεί. Την αυξημένη ευθύνη, την απόλαυση, την ηδονή και την αγνότητα.

Κυριαρχεί στο πεπρωμένο του αφού προσφέρει στον εαυτό του το δικαίωμα να ενεργεί αυτόβουλα πάνω από την ανηθικότητα των ηθικολόγων. Σε αυτό το σημείο αποφεύγει να ενεργήσει με τον τρόπο των κατώτερων ανθρώπων. Η ιδιοτέλεια έχει αντικαταστήσει την εγωπαθή ανιδιοτέλεια. Το να θέλει να βοηθήσει, χωρίς να του έχει ζητηθεί επιτακτικότατα είναι η ύψιστη μορφή εγωιστικής ψευδούς ευσπλαχνίας.

Μόνο η Δύναμη κατευθύνει τις πράξεις του σε αυτό το επίπεδο ανεξαρτησίας, έχει συγχρονιστεί με αυτήν και δεν μπερδεύει έννοιες και αξίες που χρησιμοποιούν κατά κόρον οι κατώτεροι. Αν αποφασίσει να βοηθήσει κάποιον θα είναι επειδή του το υποδεικνύει κάποιο στρατηγικό του σχέδιο και πάντοτε θα είναι στην αφάνεια. Γνωρίζει ότι ο ανεξάρτητος άνθρωπος μπορεί να είναι έξυπνος ή ανθρωπόμαζα είναι κατά κανόνα ηλίθια και με αυτόν τον βασικό κανόνα καθορίσει την πορεία του.

Η ανθρωπότητα πάντοτε επαναλαμβάνει το ίδιο σφάλμα μετατρέπει τον άγιο σε τύραννο και τούμπαλιν με ταχύτητα φωτός, την στιγμή που ο άνθρωπος επιλέγει να δώσει την προσοχή του, την συμφωνία του και να αγαπήσει ιδανικά που τον κάνουν να ξεχνάει ότι είναι απλά ιδανικά που μπορεί να τα πετάξει ανά πάσα στιγμή και να υπερυψωθεί πάνω από αυτά.

Βλέπει τον αδύναμο εαυτό του μέσα από τα μάτια των άλλων και μόνο τότε είναι δυνατός ο αλτρουισμός, ο πατριωτικός θάνατος και η εγωιστική ιδιοκτησιακή αγάπη. Όταν χάνεται η αγάπη για το Είναι και κάθε ικμάδα ανεξαρτησίας ο άνθρωπος ξεπέφτει στην ανικανότητα να ζήσει με τον εαυτό του και τον εγκαταλείπει ολοκληρωτικά στην ομάδα (οικογένεια, κοινωνία).

ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙ

Ο άνθρωπος δεν είναι εντελώς άνθρωπος παρά μόνο όταν παίζει λέει ο Σίλλερ κι ο Νίτσε συμπληρώνει «Σε κάθε αληθινό άνθρωπο κρύβεται ένα παιδί που θέλει να παίξει». Όταν ο άνθρωπος χάνει το ένστικτο της επιβίωσης χάνει την ικανότητα του να είναι παίκτης και να παίζει παιχνίδια και γίνεται ο ίδιος παιχνίδι σε παιχνίδια άλλων. Δεν υπάρχει επιλογή ή είσαι το πιόνι ή είσαι ο παίχτης. Το πιόνι σπάνια γνωρίζει ότι είναι ένα στοιχείο σε ένα παιχνίδι που άλλοι, έξω από αυτό, το χρησιμοποιούν για να παίξουν. Κάθε κίνδυνος, παύει να είναι τρομακτικός από τη στιγμή που γνωρίζουμε τα αίτιά του. Όταν μάθεις το παιχνίδι τους κανόνες και την χαρά του του να παίζεις τότε κάθε φόβος μετουσιώνεται σε δύναμη.

Αλλά πρέπει να μάθεις να είσαι παίχτης πριν κάτσεις στο τραπέζι του πόκερ αγαπητέ μου, διαφορετικά θα γίνεις τροφή για μεγαλύτερα ψάρια και το να είσαι παίκτης υπάγεται καθαρά στο πεδίο των ενστίκτων, όχι στην μόρφωση, στην παράδοση, στα μύρια κλειστά συστήματα που σε καταδυναστεύουν με το λαμπιρίζων περιτύλιγμα. Ο άνθρωπος δεν διαθέτει λιγότερες, αλλά απεναντίας περισσότερες παρορμήσεις αληθινά ενστικτώδεις από οποιοδήποτε άλλο ζώο και απαιτείται αληθινά τεράστιος κόπος για να καταπιεστούν, να διαστρεβλωθούν και να εκφυλιστούν από μια κοινωνία που χρειάζεται ανθρώπινα ζώα κι όχι ανθρώπους.

Οι άνθρωποι χάνοντας το βασικό ένστικτο της επιβίωσης διολισθαίνουν στην βαρβαρότητα όταν γίνονται πολύ επιδέξιοι στην αποφυγή δυσάρεστων καταστάσεων. Αυτό οδήγησε συχνά σε μια επικίνδυνη εξασθένηση ακόμα και στην πλήρη καταστροφή ενός πολιτισμού. Η μέχρι αηδίας άκοπη προσπάθεια για ευτυχία, ευημερία, χαρά, ανεμελιά, είναι μια διαστροφή, η οποία είναι τόσο καταστροφική πολιτισμικά όσο τείνει να είναι η αποχαύνωση, ειδικά όταν χάνεται το μέτρο.

Χάρη στην προοδευτική -έστω και ψευδή- κυριαρχία πάνω στο περιβάλλον του, ο σύγχρονος άνθρωπος έχει μετατοπίσει την ισορροπία ευχαρίστησης κι απέχθειας προς την κατεύθυνση της αυξανόμενης υπερευαισθησίας, απέναντι σε κάθε δυσμενή κατάσταση ενώ η ικανότητα της απόλαυσής του αμβλύνεται συνεχώς.

Στα περισσότερα ζώα και ειδικά στα πρωτεύοντα υπάρχει ένας μηχανισμός προστασίας του είδους. Τα αρσενικά, για παράδειγμα θα διεκδικήσουν το δικαίωμα τους στην αναπαραγωγή, αλλά δε θα σκοτώσουν τον αντίζηλο ούτε θα βιάσουν το θηλυκό. Για να εξασφαλίσει μεγαλύτερο μερίδιο τροφής, ένας χιμπαντζής, συχνά καταφεύγει στην απάτη. Όμως ποτέ δε θα κρατήσει όλη την τροφή για τον εαυτό του, καταδικάζοντας έτσι τα αδύναμα μέλη της ομάδας σε θάνατο από ασιτία.

Τα πρωτεύοντα γνωρίζουν ότι η επιβίωση τους βασίζεται στη συνοχή της ομάδας, έτσι δεν ξεπερνάνε τα όρια σκοτώνοντας ένα άλλο μέλος της. Στους ανθρώπους αυτός ο μηχανισμός επιβίωσης και αυτοσυντήρησης έχει ατροφήσει ή μάλλον έχει υπερκεραστεί εξαιτίας της εφευρετικότητας του. Η νοημοσύνη του τον κάνει να συμπεριφέρεται πιο ηλίθια από τους λιγότερο νοήμονες συγγενείς του.

Είναι πολύ πιο εύκολο να σκοτώσεις κάποιον εξ’ αποστάσεως παρά με τα χέρια σου. Οι δολοφονίες με στραγγαλισμό είναι εκατομμύρια φορές πιο σπάνιες από τις δολοφονίες με όπλο. Πόσο μάλλον όταν εξοντώνεις τον άλλον οικονομικά, όχι μόνο χωρίς να τον αγγίζεις, αλλά χωρίς να τον γνωρίζεις. Κάποιοι θα πουν ότι πάντα ο άνθρωπος ήταν λύκος για το συνάνθρωπο του, όμως δεν είναι λύση να αποδεχόμαστε την εγκληματική συμπεριφορά ως ιστορική αναγκαιότητα.

Η ανάγκη του ανθρώπου για επικοινωνία έχει μετουσιωθεί σε «ανάγκη» για το τελευταίο μοντέλο κινητού τηλεφώνου και την απαιτούμενη τηλεφωνική σύνδεση, με την οποία μπορείς να «μιλάς συνέχεια» και μάλιστα χωρίς να σκέφτεσαι. Ο άνθρωπος πρέπει να έχει (έτσι τον έχουν πείσει) άμεσα ό,τι θέλει να έχει (ό,τι τον έχουν πείσει ότι θέλει να έχει). Αν του στερήσεις αυτό το «δικαίωμα» αισθάνεται μειονεκτικός. Προκαλείται έτσι μια ανυπόμονη απαίτηση για άμεση ικανοποίηση κάθε επιθυμίας.

Η λαχτάρα αυτή ευνοείται από μια κοινωνία, όπου οι παραγωγοί σπρώχνουν το κοινό προς την κατανάλωση. Και είναι εκπληκτική η διαπίστωση ότι οι καταναλωτές δεν αντιλαμβάνονται μέχρι ποιο βαθμό έγιναν σκλάβοι των ευκολιών πληρωμής του συστήματος της εξόφλησης με δόσεις. Την ίδια στιγμή η υπερπληθώρα ερεθισμάτων και πιθανών στόχων τον οδηγεί στην αποχαύνωση. Ο καταιγισμός πληροφοριών από την τηλεόραση και το διαδίκτυο προσφέρει πολύ λιγότερα από την ανάγνωση ενός βιβλίου. Η δυνατότητα να αποθηκεύσεις δωρεάν στο σκληρό δίσκο εκατοντάδες βιβλία σε pdf δεν σου εξασφαλίζει και το χρόνο για να τα διαβάσεις, πόσο μάλλον να τα απολαύσεις.

Ο ίδιος ο άνθρωπος δεν παράγει τίποτα με τα χέρια του ειδικά το φαγητό του που είναι τόσο σημαντικό για την επιβίωση του, παρά μόνο χρήματα για να αγοράσει όσα «χρειάζεται» και με αυτά τα αντικείμενα το συναισθηματικό δέσιμο είναι μηδενικό, αφού με την πρώτη ευκαιρία θα τα πετάξει για να αγοράσει κάτι καινούριο. «Κατασκευάστε προϊόντα που να είναι ήδη παλιά», είναι το σύνθημα των εταιριών τεχνολογίας. Την ίδια στιγμή πασχίζει να εκμηδενίσει κάθε δυσάρεστο συναίσθημα, όχι καταπολεμώντας την αιτία του, αλλά φυγοπονώντας.

Μπορείς να δεις με πόσο περισσότερη ευχαρίστηση ένας άνθρωπος θα φορέσει το ρούχο που έφτιαξε μόνος του (και ας μην είναι τόσο ευπαρουσίαστο όσο το εργοστασιακό) ή θα φάει την ντομάτα που καλλιέργησε στον κήπο του. Ο κόπος που χρειάζεται για να παραχθεί ένα αντικείμενο είναι ευθέως ανάλογος της ευχαρίστησης που νιώθει ο παραγωγός. Η χαρά που αισθάνομαι όταν βγαίνω στον κήπο για να κόψω φρέσκα αρωματικά για την διάσημη πλέον μακαρονάδα μου είναι ευθέως ανάλογη του κόπου για να υπάρχουν τα αρωματικά στον χώρο μου.

Δεν είναι μόνο τα αντικαταθλιπτικά που πλέον είναι πιο συνήθη από τα αντιπυρετικά. Μια ολόκληρη βιομηχανία ευεξίας έχει στηθεί στη γρήγορη και χωρίς κόπο απώθηση κάθε δυσάρεστης σκέψης κι αισθήματος. Ολόκληρη βιομηχανία έχει στηθεί πάνω στην «θετική σκέψη» και στον «θετικό λόγο». Βλέπουμε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι όλοι αυτοί που προωθούν αυτή την βιομηχανία είναι οι ίδιοι απίστευτα εκφυλισμένοι σε μεγάλο βαθμό. Η υπερβολική αγάπη χαλάει αναρίθμητα παιδιά, που ήταν γεμάτα υποσχέσεις, για το μέλλον.

Η απόλυτη πίστη, που ανυψώνεται σε απόλυτη αξία, έχει καταστρεπτικές συνέπειες γιατί διαστρεβλώνει τα ένστικτα της επιβίωσης. Το πρόβλημα είναι, ότι η ατζέντα αυτών που έχουν δύναμη -ανθρώπινων ή μη DNA- απέχει πολύ από κάποια καλά ή φιλοανθρώπινα κίνητρα. Στην πραγματικότητα έχει αλλάξει το νόημα της ζωής για εκατομμύρια ανθρώπους και έχει αποδυναμώσει τα θεμέλια των κοινωνιών και των χωρών στις οποίες ζουν κι επιχειρούν.

Από ένα πολιτισμό «αναγκών» πέρασαν τον άνθρωπο σε έναν πολιτισμό «επιθυμιών». Οι άνθρωποι εκπαιδεύονται πλέον από πολύ μικροί να επιθυμούν, να θέλουν πράγματα και μάλιστα πριν καταναλώσουν αυτά που ήδη έχουν. Οι επιθυμίες της ανθρωπόμαζας τώρα ξεπερνούν κατά πολύ τις ανάγκες της. Πριν από αυτή την τεράστια καταστροφική παρέμβαση της ελίτ που κυβερνά, δεν υπήρχε η ταυτότητα του καταναλωτή.

Υπήρχαν πολίτες. Δεν υπήρχαν καταναλωτές.

Ο καταναλωτισμός είναι μία εφεύρεση για να αποκόψει τον άνθρωπο από τα ένστικτα του. Οι πρώτες εταιρίες που βασίστηκαν σε αυτόν συνέδεσαν τα καταναλωτικά αγαθά και την πολιτική προπαγάνδα, με την ανθρώπινη αυτοεκτίμηση, την επιτυχία τον πλούτο και την προσωπική αξία. Το υποσυνείδητο μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: χρησιμοποίησε αυτά τα αγαθά, υποστήριξε την ατζέντα τους και θα είσαι επιτυχημένος και πολύ περισσότερο ευτυχισμένος.

Στην κυριολεξία η ελίτ αποκαλεί τις μάζες «μηχανές ευτυχίας» ή «μαϊμούδες της Εδέμ» Λένε «Συνεχίστε να επιβραβεύετε τις μηχανές ευτυχίας, τις μαϊμουδίτσες, με περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες που στοχεύουν σε εγωιστικές επιθυμίες και σύντομα αυτό θα είναι η μόνη ευτυχία που θα ζητούν οι μηχανές» και είναι απόλυτα σωστό.

«Η ευημερία, όπως την εννοείτε εσείς- αυτό δεν είναι σκοπός, αυτό φαίνεται σε μας τέλος! Μια κατάσταση που κάνει γρήγορα τον άνθρωπο καταγέλαστο κι αξιοπεριφρόνητο -που κάνει επιθυμητή την καταστροφή του! Η πειθαρχία του πόνου, του μεγάλου πόνου -και δε ξέρετε πως αυτή η πειθαρχία μόνο δημιούργησε κάθε ανύψωση του ανθρώπου μέχρι σήμερα; Κείνη η ένταση της ψυχής στην ατυχία, που καλλιεργεί τη δύναμή της, ο τρόμος της στη θέα της μεγάλης καταστροφής, η επινοητικότητά της κι η ανδρεία της στο να υφίσταται, ν’ αντέχει, να ερμηνεύει, να εκμεταλλεύεται την ατυχία κι ό,τι άλλο είχε ποτέ από βάθος, μυστήριο, μάσκα, πνεύμα, πανουργία και μεγαλείο, δεν της δόθηκαν μέσω του πόνου, μέσω της πειθαρχίας του μεγάλου πόνου;

Στον άνθρωπο, δημιούργημα και δημιουργός είναι ενωμένα: Στον άνθρωπο υπάρχει ύλη, κομμάτι, περίσσεια, πηλός, λάσπη, τρέλα, χάος αλλά στον άνθρωπο υπάρχει επίσης δημιουργός, γλύπτης, σκληρότητα του σφυριού, ο θεϊκός παρατηρητής κι η έβδομη ημέρα, καταλαβαίνετε αυτή την αντίθεση; Κι ό,τι ο οίκτος σας είναι για το «δημιούργημα στον άνθρωπο», για κείνο που πρέπει να διαμορφωθεί, να σπάσει, να σφυρηλατηθεί, να κομματιαστεί, να πυρακτωθεί, να ραφιναριστεί, κείνο που πρέπει να υποφέρει -και θα υποφέρει; Κι ο δικός μας οίκτος, δεν καταλαβαίνετε για ποιον είναι ο αντίθετος οίκτος μας όταν προστατεύει τον εαυτό του απ’ το δικό σας οίκτο θεωρώντας τον τη χειρότερη απ’ όλες τις εκθηλύνσεις και τις εξασθενήσεις; Οίκτος λοιπόν εναντίον οίκτου! Αλλά, για να το πω άλλη μια φορά, υπάρχουν ανώτερα προβλήματα από τα προβλήματα της ηδονής και του πόνου και του οίκτου και κάθε φιλοσοφία που πραγματεύεται μόνον αυτά είναι αφέλεια.» Νίτσε

Ακολουθώντας την ίδια προπαγανδιστική γραμμή του καταναλωτισμού, οι ιδέες για δήθεν αυτό-βελτίωση και οι διδασκαλίες New Age είναι και αυτές χρωματισμένες με προσωπικές εμμονές, θρησκευτικές ανοησίες, ευκολίες μαλθακότητας και ψυχαναγκασμούς. Οι κάθε λογής «δάσκαλοι» και προσωπικοί «γκουρού» έχουν εφεύρει σύγχρονες ανοησίες που τις αποκαλούν με υπερφίαλη εγωπάθεια και βλακεία «φιλοσοφίες» και έχουν αλλοιώσει το περιεχόμενο των αρχαίων φιλοσόφων, για να εξυπηρετήσουν τον καταναλωτικό εγωισμό της μηχανής.

Δείτε για παράδειγμα παρακάτω μερικά από τα λόγια τους. -Αν ονειρεύεσαι μία καλύτερη ζωή, η πλούτο χωρίς όρια, η Αλήθεια, το Μυστικό, η Σχολή, το Φως, ο Θεός, οι Άγγελοι, τα Άστρα, οι Ελλ, οι Κουνέλ, οι Ολύμπιοι ή ο Κθούλου κατά περίπτωση, θα σου δείξει πώς να χρησιμοποιήσεις τη δύναμη του μυαλού σου, για να κάνεις, να έχεις και να πετύχεις όλα όσα θέλεις, εύκολα, γρήγορα, χωρίς κόπο. Από τη στιγμή που θα κλειδώσεις την επιθυμία σου σε κάτι, τότε μπουμ! Έτσι λειτουργεί. Αν το φανταστείς, τότε μπορείς να το έχεις. Πόσα κιλά ηλιθιότητας πρέπει να έχεις για να χάφτεις κάτι τέτοιο !! Ναι, η ελίτ ρίχνει πολύ γέλιο καθημερινά -κι εγώ μαζί τους- με την ηλιθιότητα του ανθρωπάκου.

Ναι, αν το φανταστείς μπορείς να το έχεις αλλά πρέπει να είσαι έτοιμος να πληρώσεις και το ανάλογο τίμημα σε κόπο, χρόνο, πόνο, φόβο κι επίπονη εκπαίδευση. Αλλά σκέψου λίγο, κανένας δεν θα στο πει αυτό γιατί λείπει από την εξίσωση τους, χάνοντας το ένστικτο της επιβίωσης χάσανε και την ικανότητα να σκέφτονται σωστά κι απλά μιμιδίζουν τις «μεγάλες αλήθειες» που σε ρωτούν μάλιστα «αν τις αντέχεις»!!! Κανένας δεν θέλει να καταβάλει το ανάλογο τίμημα και να αναλάβει την ευθύνη του να είναι ζωντανός άνθρωπος.

Μπορεί υπό προϋποθέσεις κάποιος να φτάσει στην ευχαρίστηση χωρίς να καταβάλει το τίμημα μιας τραχείας και επίπονης εργασίας, αλλά όχι και στη χαρά της «υπέροχης παθιασμένης φλόγας». Το να επιδιώκει ο άνθρωπος να απομακρύνει από το δρόμο της χαράς κάθε πόνο, σημαίνει ν’ αφαιρέσει ένα ουσιαστικό μέρος της ανθρώπινης ζωής. Είναι σαν να κάθεσαι σε ένα παιχνίδι πόκερ να έχεις όλα τα καλά χαρτιά και κάθε φορά να κερδίζεις όλους τους υπόλοιπους. Αυτό δεν είναι παιχνίδι και μετά από λίγο κανένας δεν θα μπει μαζί σου στο παιχνίδι.

Ένα παιχνίδι αποτελείται από ελευθερίες, εμπόδια και σκοπούς.

Αν ένα από τα τρία στοιχεία λείπει δεν υπάρχει παιχνίδι. Πρέπει να μπορείς για να διατηρηθείς ζωντανός να γνωρίζεις τους σκοπούς και τις ελευθερίες σου όπως και τα εμπόδια που θα σου βάλει ο αντίπαλος σου, πρέπει να μπορείς να ελίσσεσαι και να παραπλανάς. Αυτό είναι το τραπέζι πάνω στο οποίο παίζεται η ζωή, ανεξάρτητα από το ποιος την δημιούργησε. Εδώ έχουμε ολόκληρο τον εκφυλισμό και την συνεπαγόμενη εξαφάνιση ενός πολιτισμού.

Κάποιος είτε παίζει αυτό το παιχνίδι με την θέληση του κι άρα είναι αιτία σε αυτό και δημιουργεί αποτελέσματα, είτε το παίζει παρά την θέληση του και είναι το αποτέλεσμα άλλων. Έτσι έχουμε αυτά τα πράγματα όπως το «καθήκον» ο «πατριωτισμός» η υπακοή, η εκπαίδευση, η παράδοση, που καθιστούν φυλακισμένο κάποιον άνθρωπο σε θελήσεις έξω από αυτόν. «Μην μπαίνεις ποτέ ανάμεσα σε έναν παίχτη και το παιχνίδι που διάλεξε να παίξει» αν θέλεις να διατηρήσεις την δύναμη και την ικανότητα του να είσαι παίκτης.

«Ο διάβολος ωχριά μπροστά στον άνθρωπο που κατέχει μιαν αλήθεια, την αλήθεια του. Είμαστε άδικοι απέναντι στους Νέρωνες και τους Τιβέριους, δεν επινόησαν αυτοί την έννοια του αιρετικού, υπήρξαν απλώς διεφθαρμένοι ονειροπόλοι που διασκέδαζαν με τις σφαγές. Οι αληθινοί εγκληματίες είναι εκείνοι που εγκαθιδρύουν μιαν θρησκευτική ή πολιτική ορθοδοξία και έτσι διακρίνουν τον πιστό από τον σχισματικό. Κάτω από τις σταθερές αποφάσεις λάμπει ένα μαχαίρι– τα φλογισμένα μάτια ψυχανεμίζονται το φόνο. Το δισταχτικό πνεύμα, που έχει προσβληθεί από αμλετισμό, ποτέ δεν ήταν ολέθριο, η αρχή του κακού έγκειται στην ένταση της βούλησης, στην ανικανότητα για ησυχασμό, στην προμηθεϊκή μεγαλομανία μιας φυλής που δίνει τα πάντα για το ιδεώδες, που συντρίβεται από το βάρος των πεποιθήσεων της και, επειδή έμαθε να τέρπεται χλευάζοντας την αμφιβολία και την οκνηρία -ελαττώματα που είναι πιο ευγενικά από όλες τις αρετές της- έχει ακολουθήσει μιαν οδό απώλειας, μέσα στην ιστορία, μέσα σε αυτό το ανάξιο φύραμα από κοινοτοπία κι αποκάλυψη» -Εμίλ Σιοράν

Ποια η διαφορά της φυλακής από ένα παλάτι; Όπως ανέφερε ο Βολταίρος, φαινομενικά ένας φυλακισμένος έχει δωρεάν φαγητό, στέγη και άπλετο ελεύθερο χρόνο για οκνηρία κι αμφιβολία. Λογικά κάθε άνθρωπος θα ήθελε να είναι φυλακισμένος αλλά δεν συμβαίνει αυτό, γιατί η φυλακή επιβάλλει και περιορισμό χωρίς την συγκατάθεση του φυλακισμένου κι άρα χάνει την ελευθερία του. Η μόνη διαφορά ανάμεσα σε έναν φυλακισμένο και σε έναν βασιλιά στο παλάτι του είναι ότι ο δεύτερος επιβάλει την θέληση του γιατί έχει ελευθερία κινήσεων ενώ ο φυλακισμένος όχι. Ο βασιλιάς δημιουργεί αποτελέσματα από θέση αιτίας στο παιχνίδι της ζωής και ο φυλακισμένος είναι αποτέλεσμα της αιτίας (των σκέψεων και δράσεων) των φυλάκων του. Αυτή η διαφορά του είμαι αποτέλεσμα και δημιουργώ αποτελέσματα είναι ένα θέμα που πρέπει να εντρυφήσεις γιατί από αυτή την γνώση εξαρτάται η ζωή σου και η επιβίωση σου.

Η ανάληψη ευθύνης και η υγιής σύνδεση με τα ένστικτα του, είναι που διαχωρίζει τον άνθρωπο από το ζωώδες. Δυστυχώς την απολέσαμε. Πιθηκίζουμε και στρουθοκαμηλίζουμε συνεχώς περιμένοντας σαν ανθρωπάκια τους «σωτήρες» να καθορίζουν τη ζωή μας. Εμείς συμφωνήσαμε για την κατάσταση μας και κανένας άλλος. Η συμφωνία μας, η συγκατάθεση μας είναι που τους δίνει ύπαρξη και γινόμαστε το αποτέλεσμα τους.

Πώς μπορούμε να απαιτούμε σαν κακομαθημένοι όταν δεν μπορούμε επιτέλους σαν οντότητα να μεγαλώσουμε; Ως πότε θα περιμένουμε να μας ταΐζουν οι ελίτ; Να καθορίζουν την ζωή μας και τον τρόπο με τον οποίο μεγαλώνουμε ως ανθρώπινες οντότητες; Ως πότε θα ανεχτούμε την υποκουλτούρα αντίληψης και διαβίωσης που μας περνούν ως νοητικούς προγραμματισμούς τα μέσα μαζικής κατεύθυνσης; Πότε θα σταθούμε στα πόδια μας και επιτέλους θα δημιουργήσουμε; Όχι μόνο ύλη (χρήμα) αλλά και πνεύμα.

Έχουμε και κατέχουμε, όχι επάξια προφανώς, την πνευματική παρακαταθήκη των μεγαλύτερων πνευμάτων που πέρασαν από την ανθρωπότητα και εμείς τυρβάζουμε αδιάφορα, εμμένοντας, μένοντας και υπηρετώντας την υποκουλτούρα και την ακατάσχετη ηλιθιότητα που διαποτίζει την σύγχρονη κοινωνία των τσιμεντουπόλεων του ανθρωπάκου. Χάσαμε το ένστικτο της επιβίωσης κι απλώς σερνόμαστε, όντας ζωντανοί νεκροί ξεχνώντας πως είναι να είμαστε ζωντανοί. Τελειώνοντας με τον στοχασμό ενός μεγάλου σκωπτικού φιλοσόφου, προτείνω να παρακολουθήσεις τις σειρές «The walking dead» και «Colony» όπου μπορείς να δεις ολοκάθαρα πως οι νεκροί που περπατούν δεν είναι παρά οι άνθρωποι που με χαμένο το ένστικτο της επιβίωσης και με πλούσιο το λούστρο του έκφυλου πολιτισμού, είναι ανίκανοι να επιβιώσουν όταν ο πολιτισμός τους, πέφτει κυριολεκτικά πάνω στα κεφάλια τους.

Και τώρα ας δούμε τι λένε οι φιλόσοφοι. Προσέξτε εκείνη την τόσο διαδεδομένη παροιμία: «Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια». Το συμπέρασμα είναι απλό και ολοκάθαρο: οι ενήλικοι και οι πνευματικά υγιείς ποτέ δεν λένε αλήθεια. Ο Πάρκμαν, ο ιστορικός, επισημαίνει:

«Η αρχή της αληθείας ενδέχεται να καταλήξει σε παραλογισμό». Σε ένα άλλο σημείο, στο ίδιο κεφάλαιο, τονίζει: «Το απόφθεγμα είναι πολύ παλιό: η αλήθεια δεν πρέπει να λέγεται όλες τις φορές∙ και εκείνοι, τους οποίους ενοχλεί μια ασθενής συνείδηση, ωθώντας τους σε μια καθ’ έξιν παράβαση του ανωτέρου γνωμικού, είναι ηλίθιοι και κοινωνικές μάστιγες».

Σκληρή γλώσσα, κι όμως απολύτως αληθινή. Κανένας από μας δεν θα μπορούσε να ζήσει πλάι σε έναν καθ’ έξιν φιλαλήθη∙ όμως, δόξα τω Θεώ, κανένας από μας δεν είναι υποχρεωμένος να το κάνει. Ένας καθ’ έξιν ειλικρινής απλούστατα είναι ένα πλάσμα της φαντασίας. Δεν υπάρχει και δεν έχει υπάρξει ποτέ. Φυσικά, υπάρχουν άνθρωποι που νομίζουν ότι ποτέ δεν ψεύδονται, όμως δεν είναι έτσι – και αυτή ακριβώς η άγνοια είναι ένα από τα πράγματα που ντροπιάζουν τον λεγόμενο «πολιτισμό» μας. Όλοι ψεύδονται – κάθε μέρα και κάθε ώρα. Στον ύπνο και στον ξύπνο τους. Στα όνειρα, στη χαρά και στη λύπη τους. Ακόμα κι αν συγκρατήσουν τη γλώσσα τους, τα χέρια τους, τα μάτια τους, η συμπεριφορά τους, όλα εκφράζουν εξαπάτηση – και μάλιστα σκόπιμη. Ακόμη και στις θρησκευτικές τελετές… -Mark Twain

«Πρέπει να προσέχουμε να μην θεωρούμε το καλό και το κακό εντελώς αντίθετα. Άλλωστε, δεν ειναι πάντα οφθαλμοφανή. Πολλά -όπως προσπάθησα να δείξω- εξαρτώνται απο τα συγκείμενα. Από το γενικότερο πλαίσιο. Από το τι ειναι καλό για την οικολογία. Το μεγαλύτερο καλό συχνά σημαίνει να κανείς αυτό που σε άλλες συνθήκες θα θεωρούνταν κακό. Η Σκιά είναι η σκοτεινότερη πλευρά, το κομμάτι του εαυτού που δεν θα θέλαμε να υπάρχει. Κάποιες φορές θεωρείται απλώς σαν ένας σάκος όπου μπορούμε να πετάξουμε τα κομμάτια της ψυχής μας που μας κάνουν να νιώθουμε άβολα.» είπε ο Καρλ Γκούσταβ Γιούνγκ ο πρώτος που ονόμασε την Σκιά.

«Ο μακρύς σάκος που σέρνουμε πίσω μας» όπως έγραψε ο ποιητής Ρόμπερτ Μπλάϊ.

Ο Γιούνγκ ήταν πεπεισμένος ότι η Σκιά ήταν κάτι παραπάνω απο ένα Σύμβολο, ότι υπήρχε πραγματικά.

«Όσο θετικοί είμαστε εμείς τόσο μοχθηρή ειναι αυτή …όσο πιο απεγνωσμένα προσπαθούμε να είμαστε καλοί και υπέροχοι και τέλειοι, άλλο τόσο η Σκιά αναπτύσσει μια σαφή βούληση να ειναι μαύρη και μοχθηρή και καταστροφική….. Είναι γεγονός ότι αν κάποιος προσπαθεί να ειναι τέλειος ξεπερνώντας τα όρια των δυνατοτήτων του, η Σκιά κατεβαίνει στην Κόλαση και γίνεται ο Διάβολος. Διότι απο την σκοπιά της φύσης και της αλήθειας, το να επιχειρείς να γίνεις ανώτερος του εαυτού σου ειναι το ίδιο αμαρτωλό με το να πέσεις χαμηλότερα»

Ο Γιούνγκ είδε την Σκιά ως κάτι πιο ανεξάρτητο, το κομμάτι της συνείδησης που ειναι συγχωνευμένο με μια ξέχωρη αλλά καλά προσδιορισμένη υποδεέστερη προσωπικότητα που συνήθως αποκρύπτεται, ώστε να μην εκτεθεί κι ανακαλυφθεί. Την είδε σαν ένα ουσιώδες κομμάτι της οντότητας μας, τόσο ζωτικό που χωρίς αυτό θα θρυμματιζόμασταν και θα πεθαίναμε. Και ένα μεγάλο μέρος της θεραπείας του Γιούνγκ επικεντρώνεται στο πως μπορεί να αναγνωριστεί η Σκιά, πως μπορούμε να την προσέξουμε συνειδητά και να χρησιμοποιήσουμε τις ιδέες, τις αξίες και τις κρίσεις της για να συμπληρώσουμε τις δίκες μας.

«Ποιος ξέρει τι κακό παραμονεύει στις καρδιές των ανθρώπων;»

Η απάντηση, φυσικά, ειναι εύκολη. Η Σκιά ξέρει.

«Το μέτρο μας είναι ξένο, ας το παραδεχτούμε. Αυτό που μας κεντρίζει είναι το απέραντο, το άμετρο. Σαν τον καβαλάρη πάνω στο άλογο που τρέχει μπρος αφρισμένο, αφήνουμε να μας πέσουν τα χαλινάρια μπροστά στο απέραντο, εμείς οι μοντέρνοι άνθρωποι, σα μισοβάρβαροι και δεν φτάνουμε στην δική μας ευδαιμονία παρά μόνον εκεί όπου διατρέχουμε περισσότερο κίνδυνο. Ηδονισμός, πεσιμισμός, ωφελιμισμός, ευδαιμονισμός. Όλοι αυτοί οι τρόποι σκέψης που μετρούν την αξία των πραγμάτων σύμφωνα με την ηδονή και τον φόβο, δηλαδή σύμφωνα με σύνοδες καταστάσεις και πάρεργα, είναι πρώτου πλάνου τρόποι σκέψης κι απλοϊκότητες, που καθένας που ‘χει συνείδηση δημιουργικών δυνάμεων και συνείδηση καλλιτέχνη, δεν θα τις δει δίχως κοροϊδία, αν κι όχι δίχως οίκτο. Οίκτος για σας!» -Νίτσε

Ο Αριστοτέλης και τα μικρά μυστικά της ολιγαρχίας

Mε δεδομένο ότι η ολιγαρχία είναι το πολίτευμα που ευνοεί τους οικονομικά ισχυρούς δεν υπάρχει τίποτε πιο λογικό απ’ το να τίθεται η περιουσία ως πρωταρχικό κριτήριο για τη διεκδίκηση των αξιωμάτων.

Ξεκινώντας από την καλύτερη εκδοχή της ολιγαρχίας (πρόκειται για την ολιγαρχία που βασίζεται στη μετριοπάθεια και που μοιάζει περισσότερο με την πολιτεία) τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: «Στην ολιγαρχία αυτή πρέπει να διαιρέσουμε τα εισοδήματα σε δύο κατηγορίες, στα μικρά και τα μεγάλα. Τα μικρά εισοδήματα επιτρέπουν τη συμμετοχή στα κατώτερα αξιώματα και τα μεγαλύτερα στα ανώτερα αξιώματα». (1320b 22 – 25).

Όμως, αυτό που πρωτίστως πρέπει να διασφαλιστεί είναι η υπεροχή της ισχύος των λίγων που διαχειρίζονται την εξουσία: «Επιπλέον πρέπει να δίνεται το δικαίωμα να μετέχει στην άσκηση εξουσίας ο καθένας που αποκτά το αναγκαίο εισόδημα και να αναλαμβάνουν αξιώματα με βάση το εισόδημα τόσοι πολίτες από το λαό, ώστε μαζί τους οι ολιγαρχικοί να επιβάλλονται σε εκείνους που αποκλείονται από τα αξιώματα». (1320b 25 – 28).

Η τελευταία διευκρίνιση, που θέλει τους ολιγαρχικούς να παραδίδουν θέσεις εξουσίας, έστω δευτερευούσης σημασίας, και σε «πολίτες από το λαό» – πάντα με βάση το εισόδημα – ώστε να μπορούν «να επιβάλλονται σε εκείνους που αποκλείονται από τα αξιώματα» είναι η επισφράγιση του πολιτικού παιχνιδιού, που δεν έχει άλλη επιλογή απ’ το να μετουσιώνεται σε παιχνίδι της ισχύος. Από τη στιγμή που η οργάνωση των πολιτευμάτων τίθεται ως αποτέλεσμα της ταξικής πάλης το μόνο που μένει είναι η εξασφάλιση της υπεροχής.

Αν οι φτωχοί καταφέρουν να έχουν το πάνω χέρι, θα εγκαθιδρυθεί δημοκρατία, αν οι πλούσιοι, ολιγαρχία. Κι όσο πιο στρεβλή είναι η ολιγαρχία, όσο δηλαδή πιο αδιάλλακτη και καταπιεστική, τόσο πρέπει και να αυξάνει τα μέτρα προστασίας για να μην ανατραπεί: «Έπειτα η ολιγαρχία που αντιστοιχεί στο τελευταίο είδος της δημοκρατίας, η πιο καταδυναστευτική και τυραννική απ’ όλες τις ολιγαρχίες, όσο χειρότερη είναι, τόσο περισσότερα μέσα προστασίας απαιτεί». (1320b 30 – 33).

Κι όταν γίνεται λόγος για «μέσα προστασίας», είναι σαφές ότι εννοούνται η αστυνόμευση κι ο εκφοβισμός: «Γιατί, όπως τα εύρωστα και υγιή σώματα και τα γερά πλοία με καλούς καπετάνιους, ικανά για ταξίδια, αντέχουν περισσότερες βλάβες χωρίς να καταστρέφονται εξαιτίας τους, αντίθετα με τα αρρωστιάρικα σώματα και τα σαπιοκάραβα με ανάξιους καπετάνιους που δεν αντέχουν την παραμικρή βλάβη, έτσι και τα χειρότερα πολιτεύματα χρειάζονται πολύ μεγάλη προστασία». (1320b 33 – 1321a 1).

Με δεδομένο ότι η προστασία αυτού του είδους ταυτίζεται με την επίδειξη της ισχύος από την πλευρά της εξουσίας, είναι απολύτως σαφές ότι όσο περισσότερα κατασταλτικά μέτρα προβάλλει ένα πολίτευμα, τόσο περισσότερο φοβάται τις λαϊκές αντιδράσεις. Η φράση «τα χειρότερα πολιτεύματα χρειάζονται πολύ μεγάλη προστασία» καταδεικνύει ότι τα καλύτερα πολιτεύματα είναι αυτά που στηρίζονται στην αποδοχή και τη σύμπραξη του λαού, αφού μόνο έτσι μπορεί να επιτευχθεί η κοινωνική γαλήνη. Οι ασφυκτικές προστασίες είναι η παθολογία της μη αποδοχής ή, αν θέλουμε να το θέσουμε διαφορετικά, είναι η βαρβαρότητα της ισχύος ως έσχατο μέσο επιβολής. Γι’ αυτό και αυτές οι καταστάσεις είναι βραχύβιες. Γιατί και ο φόβος πρέπει να ασκείται εντός ορίων. Αν αυτά ξεπεραστούν, δεν μπορεί παρά να απομυθοποιηθεί.

Για τον Αριστοτέλη το ζήτημα της πολιτειακής οργάνωσης τίθεται τόσο ξεκάθαρα ως ταξική αναμέτρηση, που εν τέλει αποκτά στρατιωτικές διαστάσεις: «αφού ο πληθυσμός διαιρείται σε τέσσερα κυρίως στρώματα, στο γεωργικό, χειρωνακτικό, εμπορικό κι εργατικό, τέσσερα είναι και τα στρατιωτικά σώματα που χρησιμοποιούνται στον πόλεμο, οι ιππείς, οι βαριά οπλισμένοι πεζοί, οι ελαφρά οπλισμένοι πεζοί / ψιλοί και οι ναύτες». (1321a 5 – 7).

Τα σώματα του στρατού (ως μια άλλη εκδοχή της κοινωνικοοικονομικής διαστρωμάτωσης) αναπόφευκτα κρύβουν και πολιτειακές προτιμήσεις, αφού επανδρώνονται σύμφωνα με τις οικονομικές δυνατότητες των πολιτών: «Όπου όμως συμβαίνει να είναι η χώρα πεδινή και ιδανική για άλογα, στον τόπο αυτόν οι φυσικές συνθήκες ευνοούν την εγκαθίδρυση ισχυρής ολιγαρχίας (καθώς η ασφάλεια των κατοίκων εξαρτάται από τη δύναμη του ιππικού, ενώ η εκτροφή των αλόγων είναι υποχρέωση αυτών που έχουν εκτεταμένες ιδιοκτησίες)». (1321a 8 – 11).

Τελικά, αυτός που ελέγχει το στρατό είναι αυτός που θα κυριαρχήσει. Αν ο στρατός απαιτεί ιππικό θα επικρατήσει η ολιγαρχία, επειδή οι πλούσιοι είναι οι στρατιωτικά κυρίαρχοι: «Όπου πάλι το έδαφος απαιτεί οπλίτες για την προστασία του, οι συνθήκες ευνοούν τον επόμενο τύπο ολιγαρχίας (γιατί το σώμα των βαριά οπλισμένων πεζών προϋποθέτει εύπορους πολίτες μάλλον παρά άπορους). Αντίθετα το σώμα των ελαφρώς οπλισμένων πεζών και το ναυτικό είναι εντελώς δημοκρατικές δυνάμεις». (1321a 12 – 14).

Κι εδώ βρίσκεται το μεγάλο μυστικό της ολιγαρχίας (κι όχι μόνο αυτής), που οφείλει να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη, αν θέλει να κυριαρχήσει. Τα σώματα στρατού των ελαφρά οπλισμένων και των ναυτών πρέπει να προσεχτούν ιδιαίτερα κι όσο το δυνατό να μην επιτρέπεται να γίνονται πολυπληθή: «… όπου τέτοια σώματα είναι πολυπληθή, όταν ξεσπάει εμφύλια διαμάχη, οι ολιγαρχικοί αγωνίζονται πολλές φορές σε δύσκολες συνθήκες». (1321a 15 – 16).

Αυτό που μένει είναι ο έλεγχος της στρατιωτικής ηγεσίας, ώστε να τηρηθούν οι επιθυμητές ισορροπίες που θα εξασφαλίσουν την ολιγαρχική υπεροχή. Με δεδομένο ότι ο στρατός χρειάζεται και βαριά και ελαφρά οπλισμένους πρέπει να υπάρχει διαρκής μέριμνα για να μη χαθεί ποτέ ο έλεγχος από αυτούς που έχουν το βαρύ οπλισμό, αφού, αν τα πράγματα ξεφύγουν και οι ελαφρά οπλισμένοι βρεθούν σε θέση ισχύος, όλα γίνονται επίφοβα.

Μια διορατική ολιγαρχία οφείλει να μεριμνήσει για τη διαίρεση των πολιτών σε ακόμη περισσότερες υποκατηγορίες και τη σωστή – συμφέρουσα διαπαιδαγώγηση από την πιο μικρή ηλικία: «Επομένως, αφού οι ολιγαρχικοί, όταν χρησιμοποιούν αυτούς (τους ελαφρά οπλισμένους) για τη συγκρότηση στρατιωτικής δύναμης, είναι σαν να τη συγκροτούν εναντίον του εαυτού τους, το σωστό είναι να διαιρούν τους στρατεύσιμους σύμφωνα με την ηλικία, σε μεγαλύτερους και νεότερους και οι πατέρες να γυμνάζουν τους γιους τους από την παιδική ακόμη ηλικία με ασκήσεις ελαφρές και με ελαφρό οπλισμό και, αφού γίνει η επιλογή από μικρή ήδη ηλικία, να αποκτήσουν οι νέοι την ευκινησία και την ικανότητα που απαιτούν αυτές οι ασχολίες». (1321a 21 – 26).

Και βέβαια, όταν ο Αριστοτέλης αναφέρεται σε παιδιά που πρέπει να μάθουν να πολεμούν με ελαφρό οπλισμό μετά από μαθήματα των πατεράδων τους, είναι προφανές ότι απευθύνεται στα παιδιά των πλουσίων, που οφείλουν να ξέρουν καλά και τον πολεμικό ρόλο των ελαφρά οπλισμένων, ώστε να μπορούν να αντεπεξέλθουν σε κάθε ενδεχόμενη πρόκληση.

Η Πηνελόπη Τζιώκα – Ευαγγέλου σημειώνει: «Γι’ αυτό προτείνει ο Αριστοτέλης να εκπαιδεύονται και ως ελαφρώς οπλισμένοι πολίτες οι νέοι των ανώτερων τάξεων, ώστε να είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν το πλήθος των ελαφρώς οπλισμένων σε περίπτωση εμφύλιου πολέμου, αλλά και να επέλθει μια τέτοια μείξη του στρατεύματος ως προς την κοινωνική προέλευση των οπλιτών που να αποδυναμώνει τη δύναμη των οπλιτών από τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα. Με δεδομένο μάλιστα ότι το ιππικό και το σώμα των βαρέως οπλισμένων οπλιτών αποτελούνται μόνο από νέους των ανώτερων κοινωνικά στρωμάτων, διαμορφώνεται ένας τρόπος προφύλαξης από τον “ταξικό” εχθρό σε επίπεδο στρατιωτικό». (σελ. 447).

Όμως, η έξυπνη ολιγαρχία πριν απ’ όλα οφείλει να προσέξει να μη φτάσουν τα πράγματα στα άκρα. Οφείλει δηλαδή να παρουσιάζει το πρόσωπο της μετριοπάθειας δίνοντας την εντύπωση στο λαό ότι – με κάποιες προϋποθέσεις – θα μπορούσε να συμμετέχει στα αξιώματα: «Παράλληλα η παροχή των πολιτικών δικαιωμάτων στο πλήθος να γίνεται ή με τον τρόπο που επισημάνθηκε προηγουμένως, δηλαδή να παρέχονται σε όσους αποκτούν το ορισμένο εισόδημα ή με τον τρόπο των Θηβαίων, καθώς παρέχονται εκεί σε όσους για ένα χρονικό διάστημα απέχουν από χειρωνακτικά επαγγέλματα ή όπως στη Μασσαλία όπου περνούν από δοκιμασία οι άξιοι που έχουν ήδη αξιώματα αλλά κι εκείνοι που δεν έχουν». (1321a 26 – 31).

Αυτό που προτείνεται δηλαδή είναι η ψευδαίσθηση της συμμετοχής, αφού όλοι έχουν το δικαίωμα της πρόσβασης στα αξιώματα αρκεί να πληρούν τις ανάλογες προϋποθέσεις. Το ζήτημα είναι οι προϋποθέσεις αυτές να αποκλείουν τα λαϊκά στρώματα. Ο καθένας, αν είναι άξιος, μπορεί να ανεβάσει το εισόδημά του και να διεκδικήσει αξιώματα, όπως ο καθένας μπορεί, αν θέλει, να απέχει από τις χειρωνακτικές εργασίες. Στην πράξη όμως, είναι προφανές, ότι ο φτωχός είναι πολύ δύσκολο να μη δουλεύει ή να αποκτήσει την πρέπουσα περιουσία ή να περάσει τη δοκιμασία. Τα κριτήρια αυτού του είδους λειτουργούν καθησυχαστικά, αφού και εξασφαλίζουν ότι τα αξιώματα θα πάνε στα σωστά χέρια και μεταθέτουν την ευθύνη στο φτωχό που μονίμως αδυνατεί να φανεί αντάξιος των κριτηρίων.

Κι εδώ ακριβώς είναι η ουσία της έξυπνης ολιγαρχίας. Να δίνει την εντύπωση της ισότητας, αφού τα κριτήρια είναι τα ίδια για όλους, και ταυτόχρονα να υποθάλπει την ανισότητα με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο. Η λογική είναι απλή. Όποιος δεν πληρεί τις προϋποθέσεις για τα αξιώματα δεν είναι άξιος γι’ αυτά. Και η αξιοκρατία είναι η ύψιστη δικαιοσύνη. Αυτό που μένει είναι ο έλεγχος των κριτηρίων που μετρούν την αξία.

Δεν υπάρχει πιο υποταγμένος λαός από εκείνον που έχει πειστεί για την κατωτερότητά του: «Εξάλλου συμφέρει στους άρχοντες, όταν αναλαμβάνουν κάποιο δημόσιο αξίωμα, να τελούν μεγαλοπρεπείς θυσίες και να ανεγείρουν κάποιο δημόσιο κτίριο, προκειμένου ο λαός, μετέχοντας στις εορταστικές εκδηλώσεις και βλέποντας την πόλη στολισμένη με αναθήματα και οικοδομήματα να καλοβλέπει τη διατήρηση του πολιτεύματος». (1321a 35 – 39).

Τα μεγάλα μνημεία δεν είναι παρά επιτεύγματα του πολιτεύματος. Κάθε πολίτευμα που θέλει να παραμείνει, οφείλει να δείχνει τα σύμβολα της υπεροχής του. Όσο πιο λαμπρά, τόσο πιο λαμπρή και η αίγλη του πολιτεύματος. Και για την ολιγαρχία υπάρχει κι ένας λόγος παραπάνω. Τα πανίσχυρα σύμβολα της ισχύος καθιστούν τον πολίτη απολύτως μηδαμινό. Ποιος θα τολμήσει να αμφισβητήσει μια τόσο μεγαλειώδη εξουσία; Όμως αυτό σε καθαρά ατομικό επίπεδο. Γιατί σε συλλογικό, αυτού του είδους τα έργα τονώνουν την πατριωτική αυτοπεποίθηση. Κι εδώ κρύβεται ο ιδανικός συνδυασμός της πολιτικής ισχύος· πανίσχυρο κράτος κι εκμηδενισμένος πολίτης.

Όσο για το μέτρο των πανάκριβων λειτουργιών, που οφείλουν να εκτελούν οι κάτοχοι των αξιωμάτων, είναι αδύνατο να μην εκληφθεί ως μέτρο προς αποκλεισμό των φτωχών: «Και ακόμη περισσότερο οι ανώτατοι φορείς εξουσίας, με βάση τα πολιτικά τους δικαιώματα, οφείλουν να αναλαμβάνουν δαπανηρές λειτουργίες με σκοπό να αποφεύγει ο λαός με τη θέλησή του να αναλαμβάνει πολιτικά αξιώματα και να είναι διαλλακτικός με τους άρχοντες, με τη σκέψη ότι πληρώνουν πολύ ακριβά την τιμή του αξιώματός τους». (1321a 31 – 35). Οι λειτουργίες αυτού του τύπου, που καθιστούν τα αξιώματα απαγορευτικά δαπανηρά για τα λαϊκά στρώματα, ισοδυναμούν εμμέσως (πλην σαφώς) με την εξαγορά τους, αφού επιφέρουν ακριβώς τα ίδια αποτελέσματα.

Ωστόσο, σημασία δεν έχει η ουσία, αλλά το περιτύλιγμα. Αν τα αξιώματα ήταν ευθέως εξαγοράσιμα προϊόντα, είναι προφανές ότι θα προέκυπτε δυσφορία από το απροκάλυπτο της ανισότητας. Μ’ αυτό τον τρόπο όμως, η ανισότητα περνά σε δεύτερη μοίρα, αφού ο αξιωματούχος γίνεται ευεργέτης. Κι ο ανιδιοτελής χορηγός της πόλης οπωσδήποτε χρήζει σεβασμού. Είναι τιμή για την πόλη να έχει τέτοιους άρχοντες. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται το νόημα της αναζήτησης των τιμών, που πρέπει να είναι βασικό μέλημα για κάθε ολιγαρχικό. Γιατί οι τιμές καταδεικνύουν την ανωτερότητα και η αποδοχή της ανωτερότητας των λίγων είναι το θεμέλιο της ολιγαρχικής λογικής. Είναι αδύνατο να ανεχτεί ο λαός την εξουσία κάποιου που δε σέβεται. Κι η ολιγαρχία οφείλει πρωτίστως να κερδίσει το σεβασμό: «Εξάλλου τέτοια έργα» (επιβλητικά κτίρια εννοείται) «θα μείνουν μνημεία της γενναιοδωρίας των επιφανών πολιτών». (1321a 39 – 40).

Οι ολιγαρχικοί που δε γνωρίζουν αυτό το μικρό μυστικό είναι καταδικασμένοι στην αποτυχία. Ο Αριστοτέλης είναι ξεκάθαρος: «Σήμερα όμως οι ολιγαρχικοί δεν πράττουν έτσι αλλά αντίθετα, με δεδομένο ότι επιδιώκουν κυρίως τα κέρδη της εξουσίας παρά τις τιμές». (1321a 40 – 42). Αν δεχτούμε ότι απώτερος στόχος κάθε ολιγαρχίας είναι τα κέρδη και μόνο (μην ξεχνάμε ότι η ολιγαρχία συγκαταλέγεται στα στρεβλά πολιτεύματα), οι ανάξιοι ολιγαρχικοί είναι αυτοί που δεν καταφέρνουν να κρύψουν τις προθέσεις τους. Γι’ αυτό και η πολιτική τους παρουσία είναι επίφοβη και συνήθως βραχύβια. Γιατί χάνουν εντελώς την αξιοπιστία τους. Σαν τα αρπακτικά που είναι αδύνατο να κρύψουν τα νύχια τους.

Αριστοτέλης, Πολιτικά