Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2020

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Βάκχαι (1233-1262)

ΑΓ. πάτερ, μέγιστον κομπάσαι πάρεστί σοι,
πάντων ἀρίστας θυγατέρας σπεῖραι μακρῶι
1235 θνητῶν· ἁπάσας εἶπον, ἐξόχως δ᾽ ἐμέ,
ἣ τὰς παρ᾽ ἱστοῖς ἐκλιποῦσα κερκίδας
ἐς μείζον᾽ ἥκω, θῆρας ἀγρεύειν χεροῖν.
φέρω δ᾽ ἐν ὠλέναισιν, ὡς ὁρᾶις, τάδε
λαβοῦσα τἀριστεῖα, σοῖσι πρὸς δόμοις
1240 ὡς ἀγκρεμασθῆι· σὺ δέ, πάτερ, δέξαι χεροῖν,
γαυρούμενος δὲ τοῖς ἐμοῖς ἀγρεύμασιν
κάλει φίλους ἐς δαῖτα· μακάριος γὰρ εἶ,
μακάριος, ἡμῶν τοιάδ᾽ ἐξειργασμένων.
ΚΑ. ὦ πένθος οὐ μετρητὸν οὐδ᾽ οἷόν τ᾽ ἰδεῖν,
1245 φόνον ταλαίναις χερσὶν ἐξειργασμένων.
καλὸν τὸ θῦμα καταβαλοῦσα δαίμοσιν
ἐπὶ δαῖτα Θήβας τάσδε κἀμὲ παρακαλεῖς.
οἴμοι κακῶν μὲν πρῶτα σῶν, ἔπειτ᾽ ἐμῶν·
ὡς ὁ θεὸς ἡμᾶς ἐνδίκως μὲν ἀλλ᾽ ἄγαν
1250 Βρόμιος ἄναξ ἀπώλεσ᾽ οἰκεῖος γεγώς.
ΑΓ. ὡς δύσκολον τὸ γῆρας ἀνθρώποις ἔφυ
ἔν τ᾽ ὄμμασι σκυθρωπόν. εἴθε παῖς ἐμὸς
εὔθηρος εἴη, μητρὸς εἰκασθεὶς τρόποις,
†ὅτ᾽ ἐν† νεανίαισι Θηβαίοις ἅμα
1255 θηρῶν ὀριγνῶιτ᾽· ἀλλὰ θεομαχεῖν μόνον
οἷός τ᾽ ἐκεῖνος. νουθετητέος, πάτερ,
σοὐστίν. τίς αὐτὸν δεῦρ᾽ ἂν ὄψιν εἰς ἐμὴν
καλέσειεν, ὡς ἴδηι με τὴν εὐδαίμονα;
ΚΑ. φεῦ φεῦ· φρονήσασαι μὲν οἷ᾽ ἐδράσατε
1260 ἀλγήσετ᾽ ἄλγος δεινόν· εἰ δὲ διὰ τέλους
ἐν τῶιδ᾽ ἀεὶ μενεῖτ᾽ ἐν ὧι καθέστατε,
οὐκ εὐτυχοῦσαι δόξετ᾽ οὐχὶ δυστυχεῖν.

***
ΑΓΑΥΗ
Πατέρα μου, δικαιούσαι να κομπάζεις όσο μπορείς.
Άλλος θνητός δεν έσπειρε τέτοιες κόρες.
1235 Μιλώ για όλες, πρώτα όμως για μένα,
που εγκατέλειψα τους αργαλειούς και τις σαΐτες
και έφτασα στα πιο μεγάλα,
να πιάνω αγρίμια με τα χέρια.
Κρατώ στην αγκαλιά μου —το βλέπεις κι εσύ—
το τρόπαιο τούτο που κέρδισα,
1240 να καρφωθεί στον τοίχο του σπιτιού σου.
Πάρ᾽ το στα χέρια σου, πατέρα.
Καμάρωνε για τα κυνήγια μου
και κάλεσε τους φίλους σε τραπέζι.
Μακάριος είσαι,
μακάριος,
τώρα που εμείς επράξαμε τέτοια έργα.
ΚΑΔΜΟΣ
Ω πένθος που δεν μπορείς να μετρηθείς
και που κανείς δεν αντέχει να σε αντικρύσει.
1245 Με άθλια χέρια επράξατε — φόνο.
Ωραίο σφάγιο επρόσφερες στους θεούς
και τώρα καλείς στο τραπέζι τη Θήβα κι εμένα.
Οδύρομαι για τη συμφορά,
πρώτα τη δική σου, έπειτα τη δική μου.
Πώς ο θεός (δίκαια —δεν λέω— όμως χωρίς μέτρο)
μας εξόντωσε,
ο μέγας Διόνυσος
1250 που εγεννήθη από το γένος μας.
ΑΓΑΥΗ
Πόσο δύστροπα είναι τα γεράματα για τους ανθρώπους
και πόσο σκυθρωπό το βλέμμα των γερόντων!
Μακάρι ο γιος μου να μοιάσει στη μητέρα του
και να ᾽ναι τυχερός με το κυνήγι,
όταν, συντροφιά με τα παλικάρια της Θήβας, θα θηρεύει αγρίμια.
1255 Εκείνος όμως ξέρει μόνο να θεομαχεί.
Πρέπει, πατέρα, να τον νουθετήσεις.
Ποιός θα τον φωνάξει να έρθει εδώ μπροστά μου,
να με δει
ευτυχισμένη;
ΚΑΔΜΟΣ
Αλίμονο! Αλίμονο!
Αν καταλάβετε τί πράξατε,
πόνος και οδύνη.
1260 Αν όμως μείνετε ως το τέλος όπως είσθε,
θα ζήσετε δυστυχισμένες,
πλην χωρίς επίγνωση της δυστυχίας.

Μακεδονία εν μύθοις φθεγγομένη: Μύθοι τοπικοί - Αίνεια

Ήδη στην αρχαιότητα το όνομα της πόλης Αίνεια (σημερινή Ν. Μηχανιώνα Θεσσαλονίκης) είχε συνδεθεί με τον Αινεία.
Αίνεια […] από Αἰνείου. […] Αἰνείας δὲ μετὰ τὴν Ἰλίου πόρθησιν εἰς Θρᾴκην παρεγένετο καὶ ἔκτισε πόλιν Αἰνειάδας͵ ὅπου τὸν πατέρα ἔθαψε. (Στέφανος Βυζάντιος)
Σύμφωνα με την παράδοση ο τρώας ήρωας είχε περάσει από την Παλλήνη, οι κάτοικοι μάλιστα πίστευαν πως είχε θαφτεί εκεί και μέχρι τα ελληνιστικά χρόνια του πρόσφεραν θυσίες. Παραδιδόταν, ακόμη, ότι ο Αινείας ίδρυσε πάνω σε φυσικό τραπεζόσχημο λόφο, δίπλα στη θάλασσα, στη νότια παραλία της χερσονήσου Μεγάλο Έμβολο ή Καραμπουρνού, ναό της Αφροδίτης, της μητέρας του, και πόλη κατά τη διασπορά των Τρώων μετά τον Τρωικό πόλεμο, όπου έθαψε και τον πατέρα του. Νομίσματα της περιοχής παριστάνουν τον Αινεία να κουβαλά τον πατέρα του Αγχίση.

Ωστόσο, γνωρίζουμε από τον Όμηρο έναν Αίνιο, παίονα ευγενή, που πολέμησε στο πλευρό των Τρώων και σκοτώθηκε από τον Αχιλλέα (Φ 205-210*). Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να αποδώσουμε το όνομα Αίνεια σε παράγοντες της τοπικής ιστορίας, που όμως επικαλύφθηκαν από άλλα στοιχεία –όπως η ανάμνηση της πορείας του Αινεία προς τη Δύση–, τα οποία και τελικώς επικράτησαν. Ερευνητές σήμερα συνδέουν την  ονομασία της πόλης Αίνεια και τον μύθο της ίδρυσής της με τον ήχο της θρακικής ρίζας Αιν-, που έμοιαζε με τον ήχο του ονόματος του ήρωα. Η Αίνεια, όπως και η Μυγδονία, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα μυθολογικού «συγκρητισμού» παλαιότερων και νεότερων στοιχείων της τοπικής ιστορίας και της διάχυσης πληθυσμών στα δυτικά.**
----------------------
*Όμηρος, Ιλιάδα Φ 205-210
Και αυτός στο πλήθος όρμησε των ιππικών Παιόνων,
που άμ’ είδαν απ’ το χτύπημα του ξίφους του Αχιλλέως
να πέσει ο πρώτος άνδρας τους εφεύγαν τρομασμένοι
στον ποταμόν ολόγυρα. Κι εκείνος  τους ανδρείους
έστρωσ’ εκεί, Θερσίλοχον, Μύδωνα και Θρασίον
και Αστύπυλον και Αίνιον και Μνήσον και Οφελέστην.
**«Ιδρύθηκε πιθανόν τον 8ο αι. π.Χ. από Κορινθίους αποίκους. Το 348 π.Χ. καταστράφηκε από τον Φίλιππο Β’. Συνοικίστηκε στη Θεσσαλονίκη, αλλά δεν εγκαταλείφθηκε τελείως έως τον 2ο αι. π.Χ. Η αρχαία πόλη εντοπίστηκε πάνω στην παραθαλάσσια Τούμπα Τάμπια, Β.Δ. της Νέας Μηχανιώνας…»

Όσοι αποφεύγουν να ριψοκινδυνεύσουν και ν’ αναπτυχθούν, τους καταβροχθίζει η ζωή

Δυο σπόροι βρίσκονταν δίπλα δίπλα, μέσα στο γόνιμο ανοιξιάτικο έδαφος.

Ο πρώτος σπόρος είπε: «Θέλω να βλαστήσω! Θέλω να βυθίσω τις ρίζες μου βαθιά μέσα στο χώμα που βρίσκεται από κάτω μου και να σπρώξω το βλαστό μου να διαπεράσει το στρώμα του χώματος που βρίσκεται από πάνω μου. Θέλω ν’ ανοίξω τα τρυφερά μου μπουμπούκια σαν λάβαρα, για ν’ αναγγείλω τον ερχομό της Άνοιξης… Θέλω να νιώσω τη ζεστασιά του ήλιου στο πρόσωπο μου και την ευλογία της πρωινής δροσούλας στα πέταλα μου!» Και βλάστησε.

Ο δεύτερος σπόρος είπε: «Φοβάμαι. Αν βυθίσω τις ρίζες μου κάτω στο έδαφος, δεν ξέρω τι θα συναντήσουν μέσα στα σκοτάδια. Αν σπρώξω για να διαπεράσω το σκληρό έδαφος που βρίσκεται από πάνω μου, μπορεί να χαλάσω τους τρυφερούς βλαστούς μου… Κι αν ανοίξω τα μπουμπούκια μου κι έρθει το σαλιγκάρι και μου τα φάει; Κι αν ανθίσουν τα λουλούδια μου κι έρθει κανένα παιδάκι και με ξεριζώσει; Όχι, είναι προτιμότερο να περιμένω ώσπου να σιγουρευτώ». Και περίμενε.

Μια κοτούλα που σκάλιζε εδώ κι εκεί το χώμα, στις αρχές της Άνοιξης ψάχνοντας για τροφή, βρήκε το σπόρο και τον κατάπιε.

Το δίδαγμα της ιστορίας

Όσοι αποφεύγουν να ριψοκινδυνεύσουν και ν’ αναπτυχθούν, τους καταβροχθίζει η ζωή.

Έρωτα ανίκητε στη μάχη


Έρως ανίκατε μάχαν, Έρως, ός εν κτήμασι πίπτεις, ός εν μαλακαίς παρειαίς νεάνιδος εννυχεύεις, φοιτάς δ” υπερπόντιος εν τ” αγρονόμοις αυλαίς· καί σ' ούτ' αθανάτων φύξιμος ουδείς ούθ' αμερίων σέ γ' ανθρώπων. Ο δ έχων μέμηνεν΄. (απόσπασμα από την ελληνική τραγωδία “της Αντιγόνης του Σοφοκλή”)

Ένας στίχος, μια φράση που υμνεί τον έρωτα. Σημείο αναφοράς για τους μεγαλύτερους από εμάς, όταν θα θελήσουν να αναπολήσουν, να περιγράψουν και να δοξάσουν τον έρωτα.

Τι όμορφα και αληθινά έχουν αποτυπώσει τον έρωτα μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια οι σπουδαίοι Έλληνες ποιητές μας. Δίνοντας μελωδίες, χρώματα, εικόνες σε κάθε στίχο τους, προσπαθώντας να αποδώσουν το ωραιότερο συναίσθημα. Ακόμα κι αν δεν είχες την τύχη να τον αισθανθείς, όλα αυτά που απεικόνιζαν με την γραφή τους, σε έκαναν να θες να ερωτευτείς.

Εκείνα τα χρόνια, οι άνθρωποι βίωναν τον έρωτα με όλες τους τις αισθήσεις, ήθελαν να το ζήσουν και τον διεκδικούσαν, με κάθε κόστος. Ακόμα και την ίδια τους την ζωή, έθεταν σε κίνδυνο για έναν ανιδιοτελή έρωτα. Υπήρχε αφοσίωση, ρομαντισμός, θαυμασμός και όλα γινόντουσαν κάτω από ένα πέπλο σεβασμού. Είχε μια γοητεία, ένα ξάφνιασμα, μια προσμονή, ο έρωτας ήταν σημαντικός και του έδιναν ακριβώς αυτή την σημασία.

Τα χρόνια πέρασαν και οι άνθρωποι δείχνουν να μην ερωτεύονται πια. Υπάρχουν διλήμματα, αβεβαιότητα, φόβος και ντροπή. Δεν θέλουν να νιώσουν, να δώσουν και να εκτεθούν. Παραμένουν στα επιφανειακά συναισθήματα, που πλέον έχουν σε αφθονία να μοιράσουν, χωρίς να χρειαστεί να ξεγυμνωθεί η ψυχή τους.

Ο έρωτας γίνεται γενναιόδωρος, και λυτρωτικός σε όποιον δείξει την δύναμη και τον κοιτάξει στα μάτια. Στις ανυπότακτες καρδιές, ο έρωτας ως υποτακτικός, γίνεται επίμονος και βασανιστικός κι όσο εκείνες αρνούνται να τον παραδεχτούν, άλλο τόσο εκείνος θα κάνει την παρουσία του αισθητή.

Κι αν πιστέψουν ότι κατάφεραν και τον έδιωξαν, εκείνος θα επιστρέψει μετά από καιρό, με την μορφή μιας ανάμνησης που θα στοιχειώνει το μυαλό. Είναι μια μάχη χαμένη, για όσους διαλέξουν να του αντισταθούν, κανείς δεν γλιτώνει από τον έρωτα, άπαξ και τον συναντήσει.

Κάποιος που σε αγαπά πραγματικά είναι δίπλα σου ακόμα και χωρίς να μιλά. Με εκείνη την ενεργητική σιωπή

Περί αγάπης ο λόγος λοιπόν… Κάποιος που πραγματικά σε αγαπά, βλέπει το πόσο χάλια μπορεί να γίνεις, πόσο κακοδιάθετος μπορεί να γίνεις και πόσο δύσκολο είναι κάποιος να σε διαχειριστεί, αλλά ακόμα σε θέλει.

Η αλήθεια είναι όμως ότι δεν γίνεται μόνο αυτό στην πραγματική αγάπη. Γιατί κάποιος που πραγματικά σε αγαπάει είναι δίπλα σου ουσιαστικά, ακόμα και χωρίς να σου μιλάει, με εκείνη την ενεργητική σιωπή, που σου δείχνει την ουσιαστική του κατανόηση.

Κάποιος που πραγματικά σε αγαπά, είναι διατεθειμένος να διαχειριστεί τους δικούς του δαίμονες, τους δικούς της δαίμονες, για να σε πλησιάσει, για να σου δείξει ότι θέλει να είναι δίπλα σου. Και μένει.

Κάποιος που πραγματικά σε αγαπά, δεν αναζητά αφορμές για να δικαιολογήσει τον εαυτό του, ούτε εστιάζει μόνο στους φόβους του και σε αυτά που τον αγχώνουν. Αντίθετα, είναι διατεθειμένος να αντιμετωπίσει τους φόβους, τα άγχη, τις σκέψεις, τον κακό του εαυτό, τη σκοτεινή του πλευρά. Και ίσως να θέλει να τους νικήσει, αλλά πάνω από όλα, το πιο σημαντικό είναι ότι θέλει να τους αντιμετωπίσει, και αυτό έχει αξία ουσιαστική. Γιατί δεν θέλει να αποφύγει, ούτε να κρυφτεί.

Αλλά να σου πω κάτι; Αν δεν σε θέλει, αν δεν σε αγαπά, δεν πειράζει. Γιατί εκείνος θα χάσει κάποιον, κάποια που τον ήθελε, που την ήθελε πραγματικά. Και αν δεν μπορεί να χειριστεί τους δαίμονές του, τους δαίμονές της, ίσως θα πρέπει να αποδεχτείς ότι δεν θέλει αρκετά.

Ίσως θα πρέπει να αποδεχτείς ότι είναι δικός του αγώνας, δικός της αγώνας και ότι εσύ προσπάθησες. Ίσως θα πρέπει να αποδεχτείς ότι στα δικά σου μάτια ποτέ δεν θα είσαι ικανοποιημένος, ικανοποιημένη με την προσπάθειά σου και ότι θα ήθελες και άλλο. Να μιλήσεις κι άλλο, να εκφραστείς κι άλλο, να θυμώσεις κι άλλο, να καταλάβεις κι άλλο, να πείσεις κι άλλο.

Ίσως όμως τελικά θα πρέπει να αποδεχτείς ότι δεν μπορείς να δίνεις τους αγώνες και τις μάχες μόνος σου, μόνη σου. Γιατί τότε δεν είναι αγάπη, και δεν είναι αυτό που έχεις ουσιαστικά ανάγκη, ούτε αυτό που ουσιαστικά αξίζεις.

Eckhart Tolle: Η τέχνη της εσωτερικής ηρεμίας

Η κατάσταση του ανθρώπου είναι να βυθίζεται στη σκέψη.

Οι περισσότεροι άνθρωποι μένουν φυλακισμένοι σ’ όλη τους τη ζωή στα περιθώρια των σκέψεων τους. Ποτέ δεν πηγαίνουν πέρα από μια αίσθηση του εαυτού τους, που χτίστηκε από το μυαλό και εξαρτάται από το παρελθόν.

Όπως σε κάθε ανθρώπινο ον, η συνείδησή σας έχει μια πολύ βαθύτερη διάσταση από τη σκέψη. Είναι η ουσία σας. Μπορούμε να την ονομάσουμε παρουσία, προσοχή, άνευ όρων συνείδηση.

Στις αρχαίες διδασκαλίες, είναι ο εσωτερικός Χριστός, ο Βούδας μέσα σας. Να ανακαλύψετε τη διάσταση αυτή σας ελευθερώνει, το ίδιο και τον κόσμο, από τον πόνο που προκαλείτε στον εαυτό σας, καθώς και στους άλλους, όταν το “μικρό εγώ” καθορίζει όλες τις αποσκευές σας και οδηγεί τη ζωή σας. Η αγάπη, η χαρά, η δημιουργική επέκταση και η διαρκή εσωτερική ειρήνη μπορούν να μπουν στη ζωή σας μόνο μέσα από αυτήν την άνευ όρων διάσταση της συνείδησης.

Εάν αναγνωρίζετε, ακόμη και κατά διαστήματα, πως οι σκέψεις που περνάνε από το μυαλό σας είναι μόνο σκέψεις, αν παρατηρείτε τις αντιδράσεις σας, όπως αυτά έρχονται, τότε αυτή η διάσταση αναδύεται ήδη μέσα σας: είναι η συνείδητότητα στην οποία συμβαίνουν οι σκέψεις και τα συναισθήματα, είναι το άχρονο εσωτερικό χώρο στο οποίο ξεδιπλώνεται το περιεχόμενο της ζωής σας.

Η ροή της σκέψης έχει τεράστια δύναμη η οποία μπορεί εύκολα να σας παρασυρεί. Κάθε σκέψη δίνει στον εαυτό της τόσο μεγάλη σημασία! Θέλει να επιστήσω όλη την προσοχή σας.

Μια νέα πνευματική άσκηση για σας: μην πάρετε τις σκέψεις σας πάρα πολύ σοβαρά.

Πόσο εύκολο είναι να μπούμε στην παγίδα των ιδίων μας των εννοιολογικών φυλακών!

Ο ανθρώπινος νους, στην επιθυμία του να γνωρίζει, να κατανοεί και να ελέγχει, παίρνει τις γνώμες και τις απόψεις του για την αλήθεια. Λέει ότι έτσι λειτουργεί. Θα πρέπει να υπερβαίνετε τη σκέψη σας για να διαπιστώσετε ότι δεν έχει σημασία το πώς θα ερμηνεύσετε “τη ζωή σας”, ενός άλλου ή η συμπεριφορά του, και δεν έχει σημασία η γνώμη σας πάνω σε μία υπόθεση, είναι μόνο μια άποψη ανάμεσα σε πολλές δυνατότητες. Είναι απλά ένα μάτσο σκέψεις. Αλλά η πραγματικότητα είναι ένα ενιαίο σύνολο μέσα στο οποίο τα πάντα είναι συνυφασμένα, όπου τίποτα δεν υπάρχει από μόνο του ή χωριστά. Η σκέψη κομματιάζει την πραγματικότητα, την κόβει σε τεμάχια εννοιολογικά.

Ο νους, αυτό το ισχυρό και χρήσιμο εργαλείο, θα γίνει περιοριστικός αν κυριεύσει τη ζωή σας, αν δεν βλέπετε ότι είναι μια σημαντική πτυχή της συνείδησης που είστε.

Κάθε σου επιλογή, ξαναρυθμίζει το ρολόι του σύμπαντος

Κάθε ‘σε αγαπώ’ που λες, μαλακώνει το θυμό του άλλου.
Κάθε αγαπώ που νοιώθεις, αφοπλίζει το μίσος από τις καρδιές.
Κάθε ευχαριστώ που χαρίζεις, ανοίγει τη διάθεση για να ξαναπροσφέρουν.
Κάθε σου συγνώμη, επαναπροσδιορίζει τη στάση του άλλου.

Κάθε συγχωρώ, σπάει τους δεσμούς του παρελθόντος.
Κάθε σου προσφορά, ενώνει την ανθρωπότητα με ισχυρότατες αλυσίδες.
Κάθε σου δράση, γίνεται σημείο αναφοράς για τον κόσμο όλο.
Κάθε καλό που κάνεις, αφήνει λιγότερο χώρο στο κακό.

Κάθε σου χαμόγελο, φέρνει την άνοιξη στον αποδέκτη του.
Κάθε σου χάδι, ρίχνει άμυνες.
Κάθε ‘σε ακούω’ που προσφέρεις, διευκολύνει λύσεις προβλημάτων.
Κάθε σου σιωπή, εξουδετερώνει τους καυγάδες.

Κάθε σου είμαι εδώ, φέρνει ζεστασιά.
Κάθε σου συνειδητή στιγμή, διαλύει το φόβο.
Κάθε σου επιλογή, ξαναρυθμίζει το ρολόι του σύμπαντος.
Μην ψάχνεις για το πώς θα αλλάξει ο κόσμος αυτός και τι χρειάζεται.

Όλα τα εφόδια γι αυτό, τα έχει ο καθένας μας.
Αλλά όπως κάθε εφόδιο, για να γίνει λειτουργικό, πρέπει εμείς να το χρησιμοποιήσουμε πρώτα.

Αν είσαι καθαρός μέσα σου, δεν σε πειράζει ό,τι και να λένε για σένα

Ένας Βούδας ήρθε με τους μαθητές του σε ένα χωριό. Σε μερικούς έδινε αγωγή άλλους τους θεράπευε… σε κάποιον κάτι δεν άρεσε στη συμπεριφορά του Βούδα εκεί στο χωριό. Στο χωριό δεν άρεσε η συμπεριφορά του Βούδα.

Μαζεύτηκε όλο το χωριό… βάλανε τον Βούδα στο κέντρο και άρχισαν να τον βρίζουν: ότι είναι κακός… ότι είναι στραβός… ότι είναι ανάποδος… Μία ώρα, δύο ώρες τρεις ώρες… κουραστήκαν και σταματήσανε. Ο Βούδας έκανε μια υπόκλιση, είπε ευχαριστώ πολύ… Οι μαθητές του μείναμε έκπληκτοι: Πώς έγινε αυτό; Ένας τόσο μεγάλος άνθρωπος και κάποιοι ανίκανοι τον βρίζουν. Εσύ αν κούναγες το δάχτυλο σου από το χωριό αυτό δεν θα έμενε τίποτα… Εσύ τους είπες και ευχαριστώ, γιατί; Και λέει ο Βούδας: γιατί να μην πω ευχαριστώ αφού αυτοί άνθρωποι εδώ και πέντε ώρες δουλέψαν για μένα.

-Εξήγησέ μας! Ο Βούδας λέει: Με βρίζουν πέντε ώρες, έχουν βάλει όλα τα απόβλητα του κόσμου επάνω στο κεφάλι μου… και μέσα μου δεν κουνήθηκε τίποτα… ούτε το παραμικρό… και εγώ για ακόμα μια φορά επιβεβαιώθηκα ότι είμαι καθαρός.

Γιατί αν έχουμε μέσα μας ακόμα και λίγο ακαθαρσίες… οπωσδήποτε θα βρεθεί κάποιος να μας τις τραβήξει. Είναι Νόμος: Αν υπάρχει γάντζος κάτι θα κρεμάσουνε. Αν ο άνθρωπος κάτι έχει… θα τον πονάνε συνέχεια. Το γάτο τον τραβάνε από αυτό που εξέχει πιο πολύ. Ή από την ουρά ή από τα μουστάκια.

Η εκπαίδευση προσφέρει τη γνώση, η παιδεία την ηθική ολοκλήρωση

Χωρίς την Παιδεία η Επιστήμη οδηγεί την οικονομία της αγοράς σε ένα ληστρικό σύστημα εκμετάλλευσης, τον ανταγωνισμό σε απροσχημάτιστη βία και την γνώση σε επικίνδυνη δύναμη καταστροφής και ολέθρου.

Όλοι οι ασχολούμενοι, διαχρονικά, με τα θέματα της Παιδείας και της εκπαίδευσης των νέων μας, ενώ φαίνεται να αναγνωρίζουν τον καταλυτικό ρόλο της παιδείας στη διαμόρφωση της κοινωνίας και του έθνους, μολαταύτα στην πράξη παρατηρούμε ότι, πολλές φορές, οι λύσεις που δίδονται, με τον βαρύγδουπο μάλιστα τίτλο των μεταρρυθμίσεων, είναι ημιτελείς, αποσπασματικές και συχνά εκτός στόχου και το χειρότερο οπισθοδρομικές.

Ο Πλάτων κάπου στον 5ο με 4ο αιώνα π.Χ. τόνιζε : «Πάσα τε επιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης και της άλλης αρετής, πανουργία τις, και ου σοφία φαίνεται», δηλαδή κάθε επιστήμη, όταν χωρίζεται από τη δικαιοσύνη και την υπόλοιπη αρετή, γίνεται πανουργία και όχι σοφία. Μήπως το απόφθεγμα αυτό μας θυμίζει κάτι; Δεν είναι κάποιοι τεχνοκράτες επιστήμονες, με τα τεχνολογικά επιτεύγματά τους, που συχνά στηρίζουν τη σύγχρονη παγκόσμια επιβολή αντιδημοκρατικών ενεργειών;

Η αλήθεια, βέβαια, για την περιπέτεια της σύγχρονης εκπαίδευσης κρύβεται πίσω από τις λέξεις που χρησιμοποιεί ο Πλάτων.

Ας τις δούμε μία-μία:

Αρετή: Αποτελεί ουσιαστικά την υλοποίηση της ηθικής με έργα και στάση ζωής. Η ηθική εκπηγάζει από τη βιοθεωρία του ανθρώπου και τον οδηγεί προς τα άνω. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ηρακλής πριν ξεκινήσει τους άθλους του, δηλαδή κατ’ ουσίαν τον δημόσιό του βίο, έπρεπε να επιλέξει μεταξύ αρετής και κακίας.

Επιστήμη: Ετυμολογικά επ-ίσταμαι, γνωρίζω κάτι καλά, γνωρίζω σε βάθος. Και σ’ αυτό το σημείο ίσως υπάρχουν ελλείψεις ως προς το εκπαιδευτικό σύστημα, έχουμε όμως ως αποτέλεσμα μια νεολαία με τις κατά τεκμήριο περισσότερες -κυρίως τεχνικές- γνώσεις απ’ ό,τι οι προηγούμενες γενιές.

Σοφία: Είναι το απόσταγμα της εμπειρίας και της γνώσης που φιλτράρονται μέσα από τη δοκιμασμένη αρετή. Η σοφία δεν είναι απλή γνώση αλλά η ανώτερη αντίληψη του ανθρώπου για τη ζωή και τα πράγματα ως αποτέλεσμα της ώριμης σκέψεως. Είναι χαρακτηριστική η έλλειψη σοφίας στις μέρες μας ακόμη και σε μεγάλους και ώριμους ανθρώπους, διότι ακριβώς εξέλιπε η αρετή.

Πανουργία: δολιότητα εκπεφρασμένη – υλοποιημένη με περίτεχνους τρόπους. Αυτή είναι η κατάντια του υποδουλωμένου στην κακία ανθρώπου, ο οποίος όμως σήμερα είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος γιατί διαθέτει πληθώρα γνώσεων και δεξιοτήτων.

Είναι αδήριτη η ανάγκη να στραφεί η σύγχρονη εκπαίδευση και η ευρύτερη παιδεία στην καλλιέργεια της ηθικής και της αρετής.

Λόγω της ραγδαίας τεχνολογικής προόδου, η Επιστήμη, η Παιδεία, η Τέχνη, η Επικοινωνία, η Παραγωγή, το Περιβάλλον, αλλά και η ίδια η καθημερινότητα μας, επανακαθορίζονται από τους όρους και τις νέες εφαρμογές που προκύπτουν από την τεχνολογική ανάπτυξη αν και συχνά η κοινωνία δυσκολεύεται να παρακολουθήσει και να προσαρμοστεί στους ρυθμούς της.

Τίποτα δεν μένει πλέον ανεπηρέαστο από την αλματώδη πρόοδο που συντελείται στο χώρο της τεχνολογίας.

Η σύγχρονη κοινωνία, όπως κάθε κοινωνία προσβλέπει στην τεχνολογική πρόοδο και οφείλουμε να προσεγγίσουμε αυτή τη νέα πραγματικότητα χωρίς δαιμονολογικούς αφορισμούς αλλά και χωρίς μεσιανικές προσδοκίες. Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε ότι ο άνθρωπος ορίζει το μέσον και καθορίζει τη χρήση του. Και η δύναμη του ανθρώπου βρίσκεται ακριβώς στο να προσπαθεί να υπερβεί τη φύση όχι για να την καταργήσει αλλά για να κάνει τον κόσμο καλύτερο.

Η τεχνολογία με τη δίδυμη αδελφή της την Επιστήμη έχουν κυριαρχήσει στην ζωή μας υποσχόμενες να απελευθερώσουν τον άνθρωπο από ποικίλες στερήσεις εμφανιζόμενες ως δυνάμεις του καλού. Κάθε όμως νέα επιτυχία της επιστήμης και της τεχνολογίας εμπεριέχει, τεράστιους κινδύνους για τη ζωή και την ελευθερία του ανθρώπου. Αυτές οι επιτυχίες έχουν γίνει πολλές φορές ένα σύγχρονο «κουτί της Πανδώρας» που είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμο να σκορπίσει μύρια όσα δεινά εναντίον της ανθρωπότητας. Πρόκειται άραγε για μια σύγχρονη εκδικητικότητα των «θεών» ενάντια στο σύγχρονο Προμηθέα –άνθρωπο- που τους έκλεψε «το πυρ της γνώσης;»;

Όπως όμως στο μύθο έτσι και σήμερα ο άνθρωπος προσβλέπει στο μοναδικό καλό που είναι βαθιά χωμένο στον πάτο του «Κουτιού της Πανδώρας» ανάμεσα σε τόσα άλλα κακά. Αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από την «Ελπίδα».

Εδώ ευρίσκεται το μυστικό της σωτηρίας του ανθρώπου στο σημερινό ταραγμένο κόσμο μας. Που μπορεί να ελπίζει ο σύγχρονος άνθρωπος; Ποια είναι η αγαθοποιός δύναμη που θα του μεταβάλλει στάση ζωής ώστε μεταλλασσόμενος να σωθεί;

Αυτή η δύναμη είναι η Παιδεία ως παράγοντας φρονηματισμού του ανθρώπου.
Ενώ η εκπαίδευση βελτιώνει νοητικά τον άνθρωπο και του παρέχει τη γνώση για την μεγιστοποίηση των υλικών του αγαθών και την επικράτηση του πάνω στη φύση, η Παιδεία απευθύνεται στην καρδιά και στην ανθρώπινη φύση του, που τον διαφοροποιεί από τα άλλα όντα του ζωικού βασιλείου και τον διδάσκει τις πανανθρώπινες αξίες της Αλήθειας, της Δικαιοσύνης και της Ελευθερίας.

Εδώ εντοπίζεται η ουσιώδης διαφορά ανάμεσα στις δύο επίμαχες έννοιες ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ-ΠΑΙΔΕΙΑ.

Η Eκπαίδευση προσφέρει στον άνθρωπο τις γνώσεις και τις δεξιότητες για να λειτουργήσει ορθολογικά με στόχο στην αύξηση της παραγωγής, την βελτίωση των συνθηκών της ζωής του ή την κάλυψη των βιοτικών αναγκών του χωρίς όμως να ενδιαφέρεται για το που θα οδηγήσει η αναπόφευκτη σύγκρουση συμφερόντων, υποτασσόμενη μάλιστα σ’ αυτά.

Η Παιδεία αντίθετα του χαρίζει ηθική και πνευματική ολοκλήρωση, αναβαθμίζει πολιτιστικά τον άνθρωπο και τον θέτει προ των ευθυνών του για το μέλλον του τονίζοντας του την κοινή μοίρα των θνητών κατοίκων του πλανήτη γη.

Χωρίς λοιπόν την Παιδεία η Επιστήμη οδηγεί την οικονομία της αγοράς σε ένα ληστρικό σύστημα εκμετάλλευσης, τον ανταγωνισμό σε απροσχημάτιστη βία και την γνώση σε επικίνδυνη δύναμη καταστροφής και ολέθρου.

Φοβού τους αναμάρτητους, τους τέλειους, τους άσπιλους κι αμόλυντους αυτού του κόσμου

Φοβού τους αναμάρτητους, τους τέλειους, τους άσπιλους κι αμόλυντους αυτού του κόσμου φίλε μου. Να τους φοβάσαι την ώρα που σου συστήνονται με την τελειότητά τους για φωτοστέφανο, την μπέσα τους για φτερά αγγέλου και την ειλικρίνειά τους για ασπίδα κατά κάθε “κακού”.

Να παίρνεις δρόμο μόλις ακούσεις εκείνο το “εγώ, δεν είμαι σαν τους άλλους”, αν και είναι και η μόνη αληθινή αλήθεια που θα ξεστομίσει.

Όντως, δεν είναι σαν τους άλλους. Είναι χειρότερος.

Είναι το χείριστο είδος του υποκριτή, γιατί τουλάχιστον, οι άλλοι, δεν διαφημίζουν την τελειότητά τους σαν διαφήμιση για χλωρίνη που όλα τα ξεπλένει και λεκέδες δεν αφήνει.

Να μένεις με εκείνους τους άλλους, που ξέρουν να κάνουν λάθη.

Που ξέρουν να γλεντάνε τη ζωή όχι για το φαίνεσθαι και το θεαθήναι, αλλά απλά, γιατί ξημέρωσε άλλη μια μέρα που τους βρήκε ανάμεσα σε ανθρώπους.

Ανάμεσα σε ανθρώπους απλούς, τρωτούς, σημαδεμένους.

Ανθρώπους που ξέρουν να σου λένε “ευχαριστώ”, “συγγνώμη”.

Ανθρώπους που σε κοιτούν στα μάτια και σου λένε αυτό που νιώθουν χωρίς λογαριασμούς και υπολογισμούς.

Κι εσύ, ζήσε στην αλήθεια σου και σε μια ζωή γεμάτη επιλογές σου, κι ας είναι και λάθος, κι άσε τους αναμάρτητους και τους αλάνθαστους, να κάνουν παιχνίδι μεταξύ τους, να δουλεύονται για το ποιος είναι ο πιο τέλειος, ο πιο ιδανικός και ο πιο αμόλυντος, ο πιο μόνος.

ΞΕΝΟΦΩΝ Ο ΕΦΕΣΙΟΣ: Εδώ περάσαμε τη ζωή μας, στερημένοι από αγαθά, ευχαριστημένοι ωστόσο…μια και είμαστε μαζί

Oι περισσότερες ιστορίες της Ελληνικής λογοτεχνίας ασχολούνται με την αρχαϊκή και την κλασική περίοδο.

Το Ελληνικό μυθιστόρημα ”γεννιέται” την ελληνιστική περίοδο, που αρχίζει με την κατάκτηση της Ανατολής από τον Μ. Αλέξανδρο.

Το ελληνικό μυθιστόρημα μιλά για ταξίδια… αγνούς έρωτες, περιπέτειες και πολλή δράση.

Μετά μ α ν ί α ς διαβάζονταν στην Ιταλία, την Ισπανία, τη Γαλλία και την Αγγλία του δέκατου έκτου και του δέκατου έβδομου αιώνα.

Πολλοί Ευρωπαίοι…συγγραφείς, όπως ο Tasso, ο Sidney, ο Cervantes, ο Lope de Vega, o Calderon και ο Ρακίνας, επηρεάστηκαν με ποικίλους τρόπους από τα πρότυπα αυτά τα διασκεύασαν, τα μιμήθηκαν και τα δραματοποίησαν.

Μέσα στο μυθιστόρημα υπάρχουν και άλλες ιστορίες εγκιβωτισμένες.

Αναφέρω μία:

” Εγώ, παιδί μου, Αβροκόμη…
ούτε κάτοικος είμαι,
ούτε γέννημα της Σικελίας,
είμαι Λακεδαιμόνιος.
Ένας από τις ισχυρότερες οικογένειες,
με μεγάλη περιουσία.

Όταν ήμουν νέος,
γραμμένος στους εφήβους,
ερωτεύθηκα ένα κορίτσι,
μια συμπολίτισσά μου ονόματι Θελξινόη,
αλλά και η Θελξινόη με είχε ερωτευθεί.
Και κάποτε σε μια ολονύχτια γιορτή
της πόλης συναντηθήκαμε
~ τα βήματα και των δύο οδηγούσε
κάποιος θεός ~ και απολαύσαμε
εκείνα που μας έκαναν να συναντηθούμε.

Και κάμποσο καιρό
βρισκόμαστε κ ρ υ φ ά
και συχνά ορκιζόμαστε,
ο ένας τον άλλο ν’ αγαπά μέχρι θανάτου.
Όμως κάποιος μας φθόνησε.
Ενώ ήμουν ακόμη στους εφήβους,
οι γονείς της Θελξινόης την αρραβωνιάζουν
με κάποιο Σπαρτιάτη, ονόματι Ανδροκλή.
Το κορίτσι όλο ανέβαλε το γάμο.
Τελικά όμως αποφασίσαμε,
να εγκαταλείψουμε νύχτα τη Σπάρτη.

Ντυθήκαμε σαν αγόρια
και έκοψα τα μαλλιά της.
Την νύχτα του γάμου της
εγκαταλείψαμε την πόλη.
Πήγαμε Άργος και μετά Κόρινθο.
Από εκεί πήραμε το πλοίο για Σικελία.
Όταν οι Λακεδαιμόνιοι,
πληροφορήθηκαν τη φυγή μας,
μας καταδίκασαν σε θ ά ν α τ ο.

Εδώ περάσαμε τη ζωή μας,
στερημένοι από αγαθά,
ευχαριστημένοι ωστόσο…
μια και είμαστε μαζί.

Εδώ πέθανε η Θελξινόη προ ολίγου
και το σώμα της δεν έχει ταφεί,
αλλά το έχω πάντα,
αγαπημένη μου συντροφιά”.

Με πήγε μέσα
και μου έδειξε την Θελξινόη.
Ήταν βέβαια τώρα γριά,
όμως για τον Αιγιαλέα…
ήταν ακόμη κορίτσι.
Το σώμα της είχε ταριχευτεί
κατά τον τρόπο των Αιγυπτίων,
αφού ο γέρος ήταν έμπειρος σε αυτά.

”΄Ετσι λοιπόν Αβροκόμη παιδί μου.
Μαζί της μιλώ σαν να είναι ζωντανή
και δίπλα της ξαπλώνω…
και μαζί της πίνω.
Κι αν έρθω καμιά φορά…
κουρασμένος από το ψάρεμα,
καθώς την αντικρίζω, με παρηγορεί.
Την έχω στο νου μου…
όχι όπως τη βλέπεις εσύ παιδί μου…
αλλά όπως ήταν τότε στη Σπάρτη,
παιδούλα.

Τις ο λ ο ν ύ χ τ ι ε ς γιορτές
έχω στο νου μου, τις συμφωνίες
που κάναμε έχω στο μ υ α λ ό μου…!!!

Ξενοφώντα Εφέσιου, Εφεσιακά

Πλάτωνας: Αυτό που αξίζει δεν είναι να ζεις για να αποκτήσεις περισσότερα αλλά να ζεις καλά

Ο Πλάτωνας ήταν ο πιο γνωστός μαθητής του Σωκράτη και δάσκαλος του Αριστοτέλη. Το έργο του με τη μορφή φιλοσοφικών διαλόγων έχει σωθεί ολόκληρο και άσκησε τεράστια επιρροή στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία και γενικότερα στη δυτική φιλοσοφική παράδοση μέχρι τις ημέρες μας.

Μεταξύ άλλων, έγραψε την Απολογία του Σωκράτους, το Συμπόσιο όπου μιλά για την φύση του έρωτα, ενώ σε δύο μακρούς διαλόγους, την Πολιτεία και τους Νόμους, περιέγραψε την ιδανική πολιτεία. Τα έργα του Πλάτωνα είναι 36 και όλα, εκτός από την Απολογία, διαλογικά. Μεταξύ των άλλων υπήρξε και ο ιδρυτής της Ακαδημίας.

Ο Πλάτωνας για την ευτυχία

“Απ’ όλους τους θεούς, η Αγάπη είναι ο καλύτερός μας φίλος, αρωγός και γιατρευτής στα βάσανα που μας κλείνουν το δρόμο για την ευτυχία. Ο άνθρωπος που εξαρτά την ευτυχία του από τον εαυτό του και όχι από τους άλλους, έχει υιοθετήσει τον καλύτερο τρόπο για μια ευτυχισμένη ζωή. Είναι ένας άνθρωπος σώφρων, ένας άνθρωπος με σιδερένιο χαρακτήρα και σοφία”

Για τον Πλάτωνα, η ευτυχία είναι δυνατή όταν ο άνθρωπος μπορεί να δει την ουσία των πραγμάτων. Στην φιλοσοφία του αναφέρει πως η ευτυχία έχει να κάνει με το μυαλό και την σκέψη και όχι με την ψευδαίσθηση που μας παρέχουν οι αισθήσεις μας. Ο Πλάτων αναγνωρίζει ότι δεν μπορεί να είναι κανείς ευτυχισμένος χωρίς να δει το έργο του Θεού στον κόσμο. Αν αναγνωρίσει το θαύμα της ζωής θα έχει βρει την ουσία της ανθρώπινης ευτυχίας.

Για τον Πλάτωνα η άσκηση της αρετής είναι ο δρόμος για να προσδιορίσετε την ευτυχία. Αν το έργο του ανθρώπου εναρμονίζεται με την αρετή, την σοφία και την δικαιοσύνη τότε περπατά στο δρόμο της ευτυχίας. Για τον Πλάτωνα, η αρετή είναι η γνώση του τι είναι πραγματικά καλό και η ιδέα του τι είναι καλό δεν είναι μια σχετική αξία αλλά μια απόλυτη αξία, γιατί αν δεν ήταν έτσι δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο γνώσης για τον άνθρωπο. Η πλατωνική φιλοσοφία περιγράφει τον αισθητό κόσμο ως απάτη, επειδή η πρώτη αληθινή πραγματικότητα είναι η ιδέα του ενάρετου ανθρώπου. Υποστηρίζει ότι η ανθρώπινη ευτυχία δεν εξαρτάται από υλικά ή εξωτερικά αγαθά και ότι ο δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος είναι αναγκαστικά ένας ευτυχισμένος άνθρωπος.

Τα έργα του Πλάτωνα είναι 36 και όλα, εκτός από την Απολογία, διαλογικά. Μεταξύ των άλλων υπήρξε και ο ιδρυτής της Ακαδημίας.

Ακολουθούν μερικές φράσεις του με αξία:

-Άγνοια, η ρίζα και ο μίσχος όλου του κακού.
-Από τις απολαύσεις, άλλες μεν είναι καλές κι άλλες κακές. Καλές μεν είναι οι ωφέλιμες, κακές είναι οι βλαβερές. Σκοπός όλων των πράξεών μας πρέπει να είναι το καλό και χάριν αυτού πρέπει τα πάντα να πράττουμε.
-Αυτή η πόλη είναι αυτό που είναι γιατί οι πολίτες της είναι αυτό που είναι.
-Αυτός που κλέβει λίγα κλέβει με την ίδια επιθυμία με αυτόν που κλέβει πολλά, αλλά με μικρότερη δύναμη.
-Αφήστε τους γονείς να κληροδοτήσουν στα παιδιά τους όχι πλούτη, αλλά το πνεύμα του σεβασμού.
-Δεν είναι δυνατόν δύο κακοί να γίνουν ποτέ φίλοι, ούτε ένας καλός να μην έχει φίλο καλό.
-Δικαιοσύνη σημαίνει ο καθένας να νοιάζεται για τις δουλειές του και να μην αναμιγνύεται στις δουλειές των άλλων.
-Εάν ο άνθρωπος λάβει την ορθή παιδεία, μέσα του ξυπνάει σφοδρή η δύναμη και η θέληση να αναπτυχθεί ως το θεϊκότερο και ημερότερο ζώο. Αλλά αν δεν τύχη της καλής και επιμελούς ανατροφής, γίνεται το πιο άγριο απ’ όσα γεννάει η γη.
-Εκείνος που θέλει να γίνει άριστος, δεν πρέπει να αγαπά περισσότερο τον εαυτό του, μήτε τα δικά του, αλλά τα δίκαια.
-Όπως λένε οι κτίστες, οι μεγάλες πέτρες δεν στέκονται καλά χωρίς τις μικρότερες.
-Όμοιος ομοίω αεί πελάζει. (Όμοιος τον όμοιο αγαπά κι όμοιος τον όμοιο θέλει.)
-Η υπερβολική ελευθερία μοιάζει με υπερβολική δουλεία, αφού αλλάζει και τον πολίτη και την πολιτεία
-Φαίνεται πως η υπερβολική ελευθερία μετατρέπεται σε υπερβολική υποδούλωση
-Αυτό που αξίζει δεν είναι να ζεις για να αποκτήσεις περισσότερα αλλά να ζεις καλά
-Ο θεός δεν έχει ευθύνη για τις πράξεις αυτών που έχουν ελευθερία επιλογής
-Άνθρωπος: αυτός που αναλογίζεται και κρίνει όσα έχει δει.
-Δεν πρέπει να νοιαζόμαστε τόσο πολύ, για το τι θα πουν για μας οι πολλοί, αλλά τι θα πει όποιος ξέρει καλά για τα δίκαια και τα άδικα, ο ένας δηλαδή και αυτή θα είναι η αλήθεια.
-Καλύτερα να σε αδικούν παρά να αδικείς
-Το λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν
-Πας μη Έλλην βάρβαρος
-Όταν μιλούν άσχημα για σένα, ζήσε έτσι ώστε κανένας να μην μπορεί να τους πιστέψει.
-Ζώον δίπουν άπτερον (ο ορισμός του ανθρώπου κατά τον Πλάτωνα)
-Το βλάκα μπορείς να τον καταλάβεις από δυο ενδείξεις: μιλάει για πράματα που είναι γι’ αυτόν άχρηστα και εκφράζει γνώμη για κάτι που κανένας δεν τον ρωτάει.
-Μια από τις τιμωρίες που δεν καταδέχεσαι να ασχοληθείς με την πολιτική είναι ότι καταλήγεις να σε κυβερνούν οι κατώτεροί σου.
-Οι σοφοί μιλούν επειδή έχουν κάτι να πουν. Οι ανόητοι μιλούν επειδή πρέπει κάτι να πουν.
-Δεν υπάρχει πιο ακριβής ένδειξη κακής οργάνωσης της πολιτείας, από την αφθονία γιατρών και νομικών.
-Αυτή και μόνο είναι η ρίζα από όπου ξεπετιέται ένας τύραννος: όταν εμφανίζεται για πρώτη φορά είναι ο προστάτης.
-Φόβος είναι η ψυχική ταραχή που προκαλείται από την αναμονή του κακού.
-Η τιμιότητα, ως επί το πλείστον, είναι λιγότερο επικερδής από την ατιμία.
-O θάνατος δεν είναι τίποτε άλλο, παρά ο διαχωρισμός δύο πραγμάτων, του ενός απ’ το άλλο, δηλαδή της ψυχής από το σώμα.
-Όλοι οι πόλεμοι γίνονται για την απόκτηση υλικών αγαθών
-Ένας που σκέφτεται σωστά είναι καλύτερος από μύριους που δεν σκέφτονται
-Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από το πεπρωμένο του
-Ο Θεός δεν είναι ποτέ καθόλου άδικος
-Από όλες τις ηδονές ο έπαινος είναι η πιο γλυκιά.
-Η ένωση της ψυχής και του σώματος [η γέννηση] δεν είναι με κανένα τρόπο καλύτερη από το χωρισμό τους
-Η ψυχή έρχεται στον Άδη χωρίς να κουβαλάει τίποτε άλλο πέρα από την παιδεία της και την αγωγή της
-Η γνώση δημιουργεί ευημερία
-Το καλό είναι καλό επειδή αρέσει στους θεούς ή αρέσει στους θεούς επειδή είναι καλό;
-Ένας ήρωας γεννιέται ανάμεσα σε 100, ένας σοφός βρίσκεται ανάμεσα σε 1.000, αλλά ένας ολοκληρωμένος άνθρωπος μπορεί να μην βρεθεί ούτε ανάμεσα σε 100.000.

Η NASA αποκαλύπτει τον μακρινό «χιονάνθρωπο» Άροκοθ

Η NASA αποκαλύπτει τον μακρινό «χιονάνθρωπο» Άροκοθ, αποκτώντας γνώσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε αναθεώρηση της αντίληψης ακόμα και για το πως σχηματίστηκε ο δικός μας πλανήτης.

Ένα καλύτερο «προφίλ» του Άροκοθ, γνωστού και ως «2014 MU69» ή «Έσχατης Θούλης» παλαιότερα, του πιο μακρινού σώματος στο ηλιακό σύστημα μας που έχει ποτέ επισκεφθεί διαστημικό σκάφος (το «New Horizons» της NASA στις αρχές του 2019), σε απόσταση 6,6 δισεκατομμυρίων χιλιομέτρων από τη Γη, δημιούργησαν οι επιστήμονες. Μάλιστα οι νέες γνώσεις μπορεί να οδηγήσουν σε μια σημαντική αναθεώρηση της αντίληψης για το πώς σχηματίστηκε ο δικός μας πλανήτης και οι υπόλοιποι στη «γειτονιά» μας.

Τα πρώτα λιγοστά στοιχεία από το σκάφος «Νέοι Ορίζοντες» της Αμερικανικής Διαστημικής Υπηρεσίας, το οποίο πλησίασε σε απόσταση έως 3.500 χιλιομέτρων τον Άροκοθ -που είχε ανακαλυφθεί πριν έξι χρόνια και το νέο όνομα του σημαίνει «Ουρανός» στη γλώσσα των Ινδιάνων της Αμερικής- είχαν δοθεί στη δημοσιότητα πέρυσι το Μάιο. Τώρα οι επιστήμονες έχουν πια στα χέρια τους δέκα φορές περισσότερα δεδομένα, τα οποία έχει στείλει σταδιακά το σκάφος, πράγμα που τους επέτρεψε να διαμορφώσουν μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα για το μακρινό ουράνιο σώμα στην παγωμένη Ζώνη Κάιπερ πέρα από τον Ποσειδώνα.

Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον ‘Αλαν Στερν του Ινστιτούτου Southwest Research του Kολοράντο και της NASA, οι οποίοι έκαναν τρεις σχετικές δημοσιεύσεις στο περιοδικό «Science», εκτιμούν ότι ο Άροκοθ που έχει μήκος 36 χιλιομέτρων και πλάτος 20 χλμ., σχηματίστηκε ομαλά (και όχι καταστροφικά) από τη βαρυτική κατάρρευση ενός νέφους σωματιδίων, το οποίο υπήρχε στο πρωταρχικό ηλιακό νεφέλωμα, τον τεράστιο δίσκο σκόνης και αερίων από όπου γεννήθηκε το ηλιακό μας σύστημα.

Αυτή η εκτίμηση πιθανότατα -σύμφωνα με τον Στερν- οδηγεί σε μια γενικότερη αναθεώρηση της έως τώρα κυρίαρχης (από τη δεκαετία του 1960) και πιο βίαιης θεωρίας σχηματισμού των πρωτοπλανητών του ηλιακού μας συστήματος, σύμφωνα με την οποία τα διάσπαρτα στο διάστημα υλικά συγκρούονταν συνεχώς μεταξύ τους, δημιουργώντας σταδιακά μέσω συσσωμάτωσης ολοένα μεγαλύτερα αντικείμενα, με τελικό αποτέλεσμα τον σχηματισμό ενός πλανήτη.

Τα νέα στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι οι δύο ανισομεγέθεις σφαιροειδείς «λοβοί» του Άροκοθ, που τον κάνουν να μοιάζει με γιγάντιο αράπικο φιστίκι, χιονάνθρωπο ή κλεψύδρα, ήταν προηγουμένως ανεξάρτητα σώματα, που κάποια στιγμή ενώθηκαν με σχετικά ήπιο και όχι βίαιο τρόπο όπως άλλα σώματα. Επίσης είναι λιγότερο επίπεδοι από ό,τι είχε υποτεθεί αρχικά και έχουν μεγαλύτερο όγκο.

Ο Άροκοθ -αντίθετα με άλλα «βομβαρδισμένα» σώματα του ηλιακού συστήματος- έχει μια σχετικά ομαλή επιφάνεια με λίγους κρατήρες πρόσκρουσης (ο μεγαλύτερος έχει διάμετρο επτά χιλιομέτρων), η οποία εκτιμάται ότι έχει ηλικία περίπου τεσσάρων δισεκατομμυρίων ετών.Η επιφάνεια του έχει πολύ κοκκινωπή απόχρωση, είναι κρύα και καλυμμένη με πάγο από μεθανόλη και πολύπλοκα οργανικά μόρια, στα οποία πιθανώς οφείλεται και το κόκκινο χρώμα. Αν και δεν έχει ανιχνευθεί ακόμη νερό στον Άροκοθ, οι επιστήμονες δεν αποκλείουν την παρουσία του, καθώς μπορεί να είναι κάπως κρυμμένο ή «καμουφλαρισμένο».

Το σκάφος New Horizons, που είχε εκτοξευθεί το 2006 και είχε επισκεφθεί τον Πλούτωνα και τους δορυφόρους του το 2015, απέχει πλέον περίπου 7,1 δισεκατομμύρια χιλιόμετρα από τη Γη, λειτουργεί ομαλά και εισδύει σταδιακά βαθύτερα στη Ζώνη Κάιπερ, κινούμενο με ταχύτητα 50.400 χιλιομέτρων την ώρα. Η επικοινωνία του με τη Γη αναμένεται να διακοπεί κάποια στιγμή μέσα στη δεκαετία του 2030.

Nietzsche: Αγών είναι η Ομορφιά της Ζωής

Φρίντριχ Νίτσε: 1844-1900

Ο ΑΓΩΝ ΤΗΣ ΖΩΗΣ: να ερωτεύεσαι το πεπρωμένο σου

§1

     Στα έργα του ο Νίτσε δεν φείδεται να χρησιμοποιεί φράσεις και εκφράσεις, ιστορικά καταξιωμένες και ως εκ τούτου ικανές να απελευθερώνουν νοήματα της σκέψης του με ακατάλυτη ισχύ. Μια απ’ αυτές είναι και η φράση: amor fati. Tην έχει δανειστεί από τον ρωμαϊκό στωικισμό και κυριολεκτικά σημαίνει: έρως/αγάπη του πεπρωμένου/της μοίρας. Με τούτη τη φράση καταφάσκει το άνοιγμα στη ζωή: τουτέστι θέλει να δηλώσει τη συναίνεση, το μεγάλο ναι, ως γενική στάση έναντι της πραγματικότητας. Ουσιαστικά ενεργοποιεί τη δυνατότητα να εκφράσει μια συναισθηματική και όχι γνωσιολογική σχέση με το πεπρωμένο, με τη μοίρα. Κατ’ αυτήν τη σχέση δεν πρόκειται για παραίτηση σε ό,τι μας επιτάσσει το πεπρωμένο, για παθητική υποταγή στην αναπόφευκτη μοίρα αλλά για τη χαρούμενη αποδοχή της· μια αποδοχή, που μας επιτρέπει να βιώνουμε την αναγκαιότητα ως μια μορφή της ομορφιάς. Γράφει σχετικά:

«Σήμερα ο καθένας επιτρέπει στον εαυτό του να εκφράζει την επιθυμία του και την πιο προσφιλή του σκέψη· γι’ αυτό κι εγώ θα πω τι επιθυμώ από τον εαυτό μου σήμερα και ποια πρώτη σκέψη πέρασε από την καρδιά μου αυτό τον χρόνο ‒ ποια σκέψη πρέπει να γίνει για μένα βάση, εγγύηση και γλυκύτητα της ζωής μου από δω και πέρα! Θέλω να μαθαίνω όλο και περισσότερο να βλέπω ως ωραίο αυτό που είναι αναγκαίο στα πράγματα ‒ έτσι θα γίνω ένας από κείνους που κάνουν ωραία τα πράγματα. Amor fati: ας είναι αυτή η αγάπη μου από δω και πέρα! Δεν θέλω να κηρύξω πόλεμο εναντίον αυτού που είναι άσχημο. Δεν θέλω να κατηγορώ· δεν θέλω να κατηγορώ ούτε εκείνους που κατηγορούν. Να στρέφω αλλού το βλέμμα μου: αυτή ας είναι η μόνη μου άρνηση! Και, με δυο λόγια: θέλω να γίνω από μια στιγμή και μετά ένας άνθρωπος που λέει μόνο Ναι!» (Η χαρούμενη επιστήμη, § 276).

§2

     Amor fati: το να αγαπάμε το πεπρωμένο μας σημαίνει, για τον Νίτσε, να προσηλώνουμε το βλέμμα μας στη ρεαλιστική πραγματικότητα και μόνο σ’ αυτή· να μην αρνούμαστε, δηλ. να μην φοβόμαστε να αναμετρηθούμε με αυτό «που μας βρίσκει, μας συντυχαίνει και μας αλλάζει» (Heidegger) αλλά να το αντιμετωπίζουμε με ενεργητική βούληση και με έναν τέτοιο δυναμισμό, ώστε να εκμηδενίζουμε τη δυσθυμία, την πλήξη, τη θλίψη, την απελπισία, την απόγνωση και κάθε φυγή ή πτήση προς ένα ιδεαλιστικό επέκεινα. Άμα εισχωρήσει στη ζωή μας ένα τέτοιο επέκεινα ως παραμυθία από την τραγικότητα του υπαρκτικού μας Είναι, παραλύει τη βούλησή μας για κατάφαση της ζωής και καλλιεργεί μια ροπή να αρνούμαστε αυτή την κατάφαση, υπό τη μορφή καταδίκης των οδυνηρών και τραγικών πτυχών της ζωής. Τέτοιες πτυχές, που είναι σύμφυτες με την ενεργό πραγματικότητά μας, δεν τις καταδικάζουμε αρνούμενοι αυτή την πραγματικότητα, αλλά τις αντιπαλεύουμε, τις πολεμάμε. Η αγάπη, επομένως, του πεπρωμένου μας υποδηλώνει την αγάπη του πολέμου στη ζωή υπέρ της ζωής. Να γιατί ο Νίτσε ανήγαγε σε εμβληματική αρχή και μορφή της σκέψης του την ηρακλείτεια ρήση: «πόλεμος πατήρ πάντων». Η μόνη άρνηση, ως εκ τούτου, απέναντι στην κατάφαση της ζωής είναι η άρνηση του ιδεαλισμού, που ως επέκεινα μας κραδαίνει διαρκώς τον κίνδυνο της ήττας μας κατά την αναμέτρησή μας με τις οδυνηρές και τραγικές πλευρές της ζωής.

§3

     Με την αγάπη της μοίρας, του πεπρωμένου, φαίνεται πως ο Νίτσε αναγνωρίζει την αναγκαιότητα των πραγμάτων, της πραγματικότητας, και μάλιστα την αναγνωρίζει ως το ωραίο. Αυτή η αναγκαιότητα του δημιουργεί την επιθυμία να μαθαίνει όλο και περισσότερο να βλέπει τα πράγματα στην κατ’ αναγκαιότητα ομορφιά τους και να είναι έτσι εκείνος που τα ομορφαίνει και ομορφαίνει και ο ίδιος. Η αγάπη της μοίρας δεν πρέπει να εκλαμβάνεται πλέον ως υπαγωγή της ζωτικής μας δραστηριότητας στο τυχαίο, ως παθητική αποδοχή αυτού που μας συμβαίνει ή ως άνευ όρων παράδοση σε αυτό που δεν ελέγχουμε, αλλά ως αυτή τούτη η αγάπη που μας εμπνέει, ως η αγάπη της ζωής μας ή ως η αγάπη στη ζωή μας. Όπως λέει ο Νίτσε και στο πιο πάνω απόσπασμα (§1) δεν επιθυμεί να ασχοληθεί με το άσχημο, να το καταπολεμήσει, να κατηγορήσει κ.λπ., γενικώς να ακολουθήσει μια ατέρμονη γραμμή εμπλοκής του στο άσχημο, ήτοι, να αναλώσει τη ζωτική του δραστηριότητα σε ό,τι ποδοπατάει την ομορφιά της ζωής, αλλά να κρατήσει το βλέμμα του μακριά από την ασχήμια και να καταστήσει τον εαυτό του δύναμη αποκλειστικά κατάφασης της ομορφιάς της ζωής. Κατ’ αυτό τον τρόπο κατορθώνει, με πολλή προσοχή και ακρίβεια, να συνδυάσει την ελευθερία του ανθρώπου με την αναγκαιότητα του πεπρωμένου του. Όσο μαθαίνει να βλέπει την αναγκαιότητα των πραγμάτων ως το ωραίο, τόσο πιο πολύ επιθυμεί να αγαπά τη μοίρα του. Και η ελευθερία του; Σε τι έγκειται; Έγκειται στο να βλέπει, να μαθαίνει, να επιθυμεί, να αποφασίζει, να ομορφαίνει και να αγαπά τα πάντα στη ζωή, να αναγνωρίζει την αναγκαιότητά τους και να ενεργεί κινητοποιώντας όλες τις εσωτερικές του δυνάμεις υπό ένα εύρυθμο συνδυασμό ενστίκτων, αισθημάτων, λογισμού και υποσυνείδητου. Για μια τέτοια κινητοποίηση χρειάζεται να αίρεται κανείς πάνω από τις καθημερινές αντιλήψεις που διχοτομούν, θραύουν, συντρίβουν, κατακομματιάζουν την ενότητα αναγκαιότητας και ελευθερίας.

§4

     Το Amor fati αποτελεί για τον Νίτσε ένα από τα καθοριστικά θέματα της σκέψης του. Το να αγαπάει κανείς το πεπρωμένο σημαίνει, γι’ αυτόν τον γεμάτο φως φιλόσοφο, να αγαπάει την αισθητή πραγματικότητα, τον αισθητό κόσμο, όπου ζει, και να εναντιώνεται στην καταδίκη αυτού του κόσμου, στην οποία προχωρεί, με τον δικό του τρόπο, ο μεταφυσικός/θεολογικός ιδεαλισμός, με το να τοποθετεί την ευτυχία του ανθρώπου σε έναν υπεραισθητό, αμετάβλητο κόσμο. Η εν λόγω στάση της καταδίκης της αισθητής πραγματικότητας ανάγει τις ρίζες της στη μνησικακία και στην επιθυμία για εκδίκηση προς τη ζωή. Αυτή τη στάση την εντοπίζει ο Νίτσε στην κλασική μεταφυσική, που έχει για χαρακτηριστικό της έμβλημα ή σήμα την ερμηνευτική δημιουργία του κόσμου του Είναι ‒π.χ. την ερμηνευτική πράξη της δημιουργίας του κόσμου από τον θεό‒ δηλ. ενός κόσμου αμετάβλητου, αιώνια ίδιου με τον εαυτό του. Πρόκειται για τον κόσμο, που κατά τη θεολογική μεταφυσική δεν γνωρίζει το γίγνεσθαι, τη γένεση και τη φθορά και στέκεται πάνω και πέρα από τις αντιφάσεις της ζωής, οι οποίες συνιστούν πηγή ανυπόφορων πόνων. Η ελευθερία του ανθρώπου όμως, όπως τονίζει με έμφαση ο Νίτσε, δεν ενδημεί σε μια τέτοια φυγή από την πραγματικότητα αλλά στα ελεύθερα πνεύματα, που πρωτίστως είναι σωματικά όντα με τις ρίζες τους μέσα στην κοινωνία και την ιστορία. Υπό την οπτική της εντιμότητας, της μη-δολιότητας και του θάρρους αυτών των όντων, δηλ. υπό την οπτική της ικανότητας ημών των ανθρώπων να σκεπτόμαστε την πραγματικότητα στο σύνολό της και της ικανότητάς μας να αντιμετωπίζουμε μέσα σε τούτη καθετί συνταρακτικό, τρομερό, το amor fati ταυτίζεται για τον Νίτσε με μια από τις διαστάσεις του Διονυσιακού και γίνεται το χαρακτηριστικό γνώρισμα του ανθρώπινου μεγαλείου:

«Ο κανόνας μου για το μεγαλείο του ανθρώπου είναι amor fati: να μη θέλει κανείς τίποτε άλλο, μπροστά τίποτε, πίσω τίποτε, στους αιώνες των αιώνων τίποτε. Το αναγκαίο [=το κατ’ αναγκαιότητα] όχι μόνο να το υποφέρεις, πολύ λιγότερο να το αποκρύβεις ‒ολόκληρος ο ιδεαλισμός δεν είναι παρά ψευδολογία, παραπλάνηση, ως προς το αναγκαίο‒ αλλά να το αγαπάς» (Ecce homo, Warum ich so klug bin §10, KSA6, σ. 297).  

§5

     Το ερώτημα, στη συνάφεια τούτη, επανέρχεται και πάλι στην έννοια του πεπρωμένου. Ο Νίτσε χρησιμοποιεί για τούτη την έννοια τη λατινική λέξη Fatum και όχι τη γερμανική Schicksal, γιατί η εν λόγω λατινική λέξη δεν σημαίνει μόνο μοίρα, πεπρωμένο αλλά και θάνατο. Όλοι οι άνθρωποι, ως ιστορικο-κοινωνικά όντα, φέρουν μέσα τους αυτό το Fatum ως την αναγκαία οριοθέτηση της ζωής τους, ως τον βιολογικό τους περιορισμό. Το amor fati, συνακόλουθα, υποδηλώνει πως η μοίρα του ανθρώπου περιλαμβάνει τέτοιους παράγοντες, όπως γέννηση, διάρκεια ζωής, θνητότητα ‒που περικλείει χρονικότητα και σωματικότητα‒ θάνατο, διάφορες άλλες περιστάσεις, τόσο σε επίπεδο φυσικού κόσμου, όσο και σε εκείνο του ιστορικού και κοινωνικού κόσμου. Εδώ εντάσσεται και η καλή όπως και η κακή τύχη, η καλοτυχία και κακοτυχία. Στο βαθμό που συνειδητοποιούμε αυτό το πολύπλοκο πλέγμα των ως άνω παραγόντων ζωής και το ερμηνεύουμε, δηλ. το εσωτερικεύουμε, στην αλήθεια του, συνάπτουμε τη μοίρα μας με την ελευθερία και με τον Αγώνα για την ελευθερία, πέρα από κάθε πτήση έξω από την αισθητή πραγματικότητα. Ο Νίτσε, κατ’ αυτό τον τρόπο, επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στο θάνατο, αποδοκιμάζοντας όλες τις θεϊστικές πεποιθήσεις και τις σκιές, που αφήνουν να απλώνονται πάνω στον κόσμο και οι οποίες θέλουν να μας κάνουν να πιστεύουμε ότι ο κόσμος είναι ρυθμισμένος και αρμονικός έξω από τη βούληση του ανθρώπου. Το amor fati αποβλέπει στην απομάκρυνση όλων αυτών των σκιών και κατ’ επέκταση δείχνει πως ένας κόσμος του Αγώνος για ζωή, που περιλαμβάνει και την περίσταση του θανάτου αλλά πάντοτε στηρίζεται στη βούληση του ανθρώπου για δύναμη είναι ένας όμορφος κόσμος. Είναι όμορφος, γιατί η εν λόγω βούληση για δύναμη, όταν κατανοείται σωστά από τους ίδιους τους ανθρώπους, επιτρέπει να βρίσκονται στο προσκήνιο ως ενεργά όντα οι δυνατοί, όπως λέει ο Νίτσε, δυνατοί δηλ. τόσο από τη σκοπιά της πνευματικότητας, όπως π.χ. ήταν και ο ίδιος ο φιλόσοφος, όσο και από εκείνη της εξωτερικότητας, δηλ. της μη καθυπόταξης των πραγματικά ικανών-των άξιων ανθρώπων, των υπέρ-ανθρώπων, στην εξουσία του συρφετού των ανίκανων, των αδύναμων και ανάξιων, οι οποίοι κρύβονται συνήθως πίσω από ιδεολογίες και ποικίλα άλλα προσωπεία πολιτικής, κομματικής, πολιτισμικής, αξιωματικής ή και «επιστημονικής» υφής:

«Όλα τα προβλήματα της πολιτικής, της κοινωνικής τάξης, της αγωγής … είναι ως τα βάθη της ουσίας τους παραχαραγμένα, κατά τρόπο που ο κόσμος να εκλάβει για μεγάλους τους πιο ολέθριους ανθρώπους …Αυτοί είναι για μένα τα απορρίμματα της ανθρωπότητας, τα εκτρώματα της αρρώστιας και των εκδικητικών ενστίκτων: είναι οι ανίατοι στην ουσία απ-άνθρωποι, που παίρνουν εκδίκηση από τη ζωή» (Ecce homo, Warum ich so klug bin §10, KSA6, σ. 296).

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: Ρητορική (1377b-1378a)

ΒΙΒΛΙΟ Β'

Εισαγωγή: κεφ. 1

[1377b] [I] Ἐκ τίνων μὲν οὖν δεῖ καὶ προτρέπειν καὶ ἀποτρέπειν, καὶ ἐπαινεῖν καὶ ψέγειν, καὶ κατηγορεῖν καὶ ἀπολογεῖσθαι, καὶ ποῖαι δόξαι καὶ προτάσεις χρήσιμοι πρὸς τὰς τούτων πίστεις, ταῦτ᾽ ἐστίν· περὶ γὰρ τούτων καὶ ἐκ τούτων τὰ ἐνθυμήματα, ὡς περὶ ἕκαστον εἰπεῖν ἰδίᾳ τὸ γένος τῶν λόγων.

Ἐπεὶ δὲ ἕνεκα κρίσεώς ἐστιν ἡ ῥητορική (καὶ γὰρ τὰς συμβουλὰς κρίνουσι καὶ ἡ δίκη κρίσις ἐστίν), ἀνάγκη μὴ μόνον πρὸς τὸν λόγον ὁρᾶν, ὅπως ἀποδεικτικὸς ἔσται καὶ πιστός, ἀλλὰ καὶ αὑτὸν ποιόν τινα καὶ τὸν κριτὴν κατασκευάζειν· πολὺ γὰρ διαφέρει πρὸς πίστιν, μάλιστα μὲν ἐν ταῖς συμβουλαῖς, εἶτα καὶ ἐν ταῖς δίκαις, τό τε ποιόν τινα φαίνεσθαι τὸν λέγοντα καὶ τὸ πρὸς αὑτοὺς ὑπολαμβάνειν πως διακεῖσθαι αὐτόν, πρὸς δὲ τούτοις ἐὰν καὶ αὐτοὶ διακείμενοί πως τυγχάνωσιν. τὸ μὲν οὖν ποιόν τινα φαίνεσθαι τὸν λέγοντα χρησιμώτερον εἰς τὰς συμβουλάς ἐστιν, τὸ δὲ διακεῖσθαί πως τὸν ἀκροατὴν εἰς τὰς δίκας· οὐ γὰρ ταὐτὰ φαίνεται φιλοῦσι καὶ μισοῦσιν, οὐδ᾽ ὀργιζομένοις καὶ πράως ἔχουσιν, ἀλλ᾽ ἢ τὸ παράπαν ἕτερα ἢ

[1378a] κατὰ μέγεθος ἕτερα· τῷ μὲν γὰρ φιλοῦντι περὶ οὗ ποιεῖται τὴν κρίσιν ἢ οὐκ ἀδικεῖν ἢ μικρὰ δοκεῖ ἀδικεῖν, τῷ δὲ μισοῦντι τοὐναντίον· καὶ τῷ μὲν ἐπιθυμοῦντι καὶ εὐέλπιδι ὄντι, ἐὰν ᾖ τὸ ἐσόμενον ἡδύ, καὶ ἔσεσθαι καὶ ἀγαθὸν ἔσεσθαι φαίνεται, τῷ δ᾽ ἀπαθεῖ καὶ δυσχεραίνοντι τουναντίον.

Τοῦ μὲν οὖν αὐτοὺς εἶναι πιστοὺς τοὺς λέγοντας τρία ἐστὶ τὰ αἴτια· τοσαῦτα γάρ ἐστι δι᾽ ἃ πιστεύομεν ἔξω τῶν ἀποδείξεων. ἔστι δὲ ταῦτα φρόνησις καὶ ἀρετὴ καὶ εὔνοια· διαψεύδονται γὰρ περὶ ὧν λέγουσιν ἢ συμβουλεύουσιν ἢ δι᾽ ἅπαντα ταῦτα ἢ διὰ τούτων τι· ἢ γὰρ δι᾽ ἀφροσύνην οὐκ ὀρθῶς δοξάζουσιν, ἢ δοξάζοντες ὀρθῶς διὰ μοχθηρίαν οὐ τὰ δοκοῦντα λέγουσιν, ἢ φρόνιμοι μὲν καὶ ἐπιεικεῖς εἰσιν ἀλλ᾽ οὐκ εὖνοι, διόπερ ἐνδέχεται μὴ τὰ βέλτιστα συμβουλεύειν γιγνώσκοντας, καὶ παρὰ ταῦτα οὐδέν. ἀνάγκη ἄρα τὸν ἅπαντα δοκοῦντα ταῦτ᾽ ἔχειν εἶναι τοῖς ἀκροωμένοις πιστόν. ὅθεν μὲν οὖν φρόνιμοι καὶ σπουδαῖοι φανεῖεν ἄν, ἐκ τῶν περὶ τὰς ἀρετὰς διῃρημένων ληπτέον· ἐκ γὰρ τῶν αὐτῶν κἂν ἕτερόν τις κἂν ἑαυτὸν κατασκευάσειε τοιοῦτον· περὶ δ᾽ εὐνοίας καὶ φιλίας ἐν τοῖς περὶ τὰ πάθη λεκτέον. ἔστι δὲ τὰ πάθη δι᾽ ὅσα μεταβάλλοντες διαφέρουσι πρὸς τὰς κρίσεις οἷς ἕπεται λύπη καὶ ἡδονή, οἷον ὀργὴ ἔλεος φόβος καὶ ὅσα ἄλλα τοιαῦτα, καὶ τὰ τούτοις ἐναντία. δεῖ δὲ διαιρεῖν περὶ ἕκαστον εἰς τρία, λέγω δ᾽ οἷον περὶ ὀργῆς πῶς τε διακείμενοι ὀργίλοι εἰσί, καὶ τίσιν εἰώθασιν ὀργίζεσθαι, καὶ ἐπὶ ποίοις· εἰ γὰρ τὸ μὲν ἓν ἢ τὰ δύο ἔχοιμεν τούτων, ἅπαντα δὲ μή, ἀδύνατον ἂν εἴη τὴν ὀργὴν ἐμποιεῖν· ὁμοίως δὲ καὶ ἐπὶ τῶν ἄλλων. ὥσπερ οὖν καὶ ἐπὶ τῶν προειρημένων διεγράψαμεν τὰς προτάσεις, οὕτω καὶ περὶ τούτων ποιήσωμεν καὶ διέλωμεν τὸν εἰρημένον τρόπον.

***
[1377b] [1] Αυτές λοιπόν είναι οι πηγές από τις οποίες πρέπει να αντλούνται τα επιχειρήματα για τις προτροπές και τις αποτροπές, για τους επαίνους και για τους ψόγους, για τις κατηγορίες και τις απολογίες, και αυτές είναι οι γνώμες και οι προτάσεις που μπορούν να χρησιμοποιούνται για τις σχετικές αποδείξεις. Με αυτά, πράγματι, τα θέματα έχουν να κάνουν και από εδώ αντλούνται τα ενθυμήματα — ξεχωριστά (για να το πούμε έτσι) για το καθένα από τα είδη του ρητορικού λόγου.

Δεδομένου ότι το αντικείμενο της ρητορικής είναι πάντοτε μια κρίση (ο κόσμος κρίνει, πράγματι, όσα λέγονται από τους συμβουλευτικούς ρήτορες και η απόφαση ενός δικαστηρίου είναι, και αυτή επίσης, μια κρίση), είναι ανάγκη να μη στρέφουμε την προσοχή μας μόνο στο πώς θα γίνει αποδεικτικός και πειστικός ο λόγος, αλλά και στο πώς ο ομιλητής α) θα παρουσιάσει τον εαυτό του να έχει κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες και β) θα φέρει το ακροατήριό του σε μια συγκεκριμένη ψυχική κατάσταση· γιατί έχει, βέβαια, μεγάλη σημασία για την πειθώ (κατά κύριο λόγο στις συνελεύσεις του λαού και κατά δεύτερο λόγο στις δίκες) αφενός ο ρήτορας να φαίνεται ότι έχει κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες και αφετέρου οι ακροατές του να σκέφτονται πως ο ρήτοράς τους είναι διατεθειμένος με έναν ορισμένο τρόπο απέναντι τους — επιπρόσθετα, βέβαια, και το αν συμβαίνει και οι ίδιοι οι ακροατές να είναι διατεθειμένοι με έναν ορισμένο τρόπο απέναντι του. Το να φαίνεται λοιπόν ο ρήτορας ότι έχει κάποιες συγκεκριμένες ιδιότητες είναι σε μεγαλύτερο βαθμό χρήσιμο στους συμβουλευτικούς λόγους, ενώ το να είναι διατεθειμένοι με έναν ορισμένο τρόπο οι ακροατές είναι χρησιμότερο στις δίκες. Ο λόγος είναι ότι τα πράγματα δεν φαίνονται τα ίδια σ᾽ αυτούς που είναι φιλικά και σ᾽ αυτούς που είναι εχθρικά διατεθειμένοι, στους θυμωμένους και στους μειλίχιους, αλλά ή ολωσδιόλου διαφορετικά ή [

1378a] διαφορετικά ως προς τη βαρύτητά τους: ο φιλικά διατεθειμένος θεωρεί ότι αυτός για τον οποίο θα διατυπώσει την κρίση του ή δεν έχει διαπράξει αδικία ή έχει διαπράξει μια μικρή αδικία· ο εχθρικά διατεθειμένος κάνει το αντίθετο· και πάλι, αυτός που επιθυμεί και αισιοδοξεί, αν αυτό που θα συμβεί είναι ευχάριστο, λέει ότι θα γίνει και ότι θα είναι και καλό, ενώ ο ψυχρός και αδιάφορος, καθώς και αυτός που δυσανασχετεί λέει το αντίθετο.

Τρία είναι τα πράγματα που κάνουν πειστικούς τους ρήτορες — τόσα, άλλωστε, είναι αυτά που, πέρα από τις αποδείξεις, μας κάνουν να χαρίζουμε την εμπιστοσύνη μας. Αυτά είναι η φρόνηση, η αρετή και η καλή διάθεση: αν οι ρήτορες πέφτουν έξω και δεν πετυχαίνουν την αλήθεια σ᾽ αυτά που λένε ή συμβουλεύουν, είναι γιατί τους λείπουν είτε όλα αυτά ή ένα από αυτά· αυτό θα πει πως είτε από έλλειψη φρόνησης δεν διαμορφώνουν μέσα τους σωστές γνώμες, είτε, ενώ έχουν διαμορφωμένες μέσα τους σωστές γνώμες, δεν λένε «από κακία» αυτά που σκέφτονται, είτε, ενώ έχουν και φρόνηση και αρετή, δεν έχουν καλή διάθεση, πράγμα που κάνει πιθανό να μη συμβουλεύουν τα καλύτερα, και ας τα ξέρουν. Πέρα από τα τρία αυτά δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Κατανάγκην λοιπόν ο ρήτορας που θεωρείται ότι τα έχει όλα αυτά εμπνέει εμπιστοσύνη στους ακροατές του. Τα μέσα με τα οποία οι ρήτορες θα μπορούσαν να εμφανισθούν ως φρόνιμοι και ηθικά αξιόλογοι άνθρωποι μπορούμε να τα πάρουμε από όσα είπαμε παραπάνω αναλυτικά για τις αρετές (γιατί είναι ίδια τα μέσα με τα οποία μπορεί κανείς να παρουσιάσει είτε τους άλλους είτε τον εαυτό του με αυτές τις ιδιότητες)· όσο για τη φιλία και την καλή διάθεση, θα κάνουμε λόγο μιλώντας για τα πάθη.

Πάθη είναι όλα αυτά που, προκαλώντας μεταβολές στη γενικότερη κατάσταση των ανθρώπων, τους κάνουν να παρουσιάζουν διαφορές στις κρίσεις τους· συνοδεύονται από δυσαρέσκεια ή ευχαρίστηση. Πάθη είναι π.χ. η οργή, ο οίκτος, ο φόβος και όλα τα παρόμοια, καθώς και τα αντίθετά τους.

Μιλώντας για το καθένα από αυτά θα πρέπει να κάνουμε ξεχωριστό λόγο για τρία πράγματα. Θέλω να πω: μιλώντας π.χ. για την οργή είμαστε υποχρεωμένοι να εξετάσουμε αναλυτικά,

α) τη γενικότερη κατάσταση των ανθρώπων που κατέχονται από οργή,

β) εναντίον τίνων συνήθως οργίζονται,

γ) για τί είδους λόγους οργίζονται.

Πραγματικά, αν γνωρίζουμε ένα ή δύο από αυτά, όχι όμως και τα τρία, είναι, θα έλεγα, αδύνατο να βάλουμε μέσα στην ψυχή κάποιου την οργή. Το ίδιο και στην περίπτωση των άλλων παθών. Όπως λοιπόν περιγράψαμε με κάθε λεπτομέρεια τις προτάσεις τις σχετικές με τα θέματα για τα οποία κάναμε λόγο παραπάνω, ας κάνουμε το ίδιο και για τα πάθη και ας προχωρήσουμε στις αναλύσεις μας με την ίδια μέθοδο.