ΘΕ. τί δῆτα βούληι τῶν πεπραγμένων μαθεῖν;
ΙΟ. πόσον τι πλῆθος συμμάχων πάρεστ᾽ ἔχων;
ΘΕ. πολλούς· ἀριθμὸν δ᾽ ἄλλον οὐκ ἔχω φράσαι.
670 ΙΟ. ἴσασιν, οἶμαι, ταῦτ᾽ Ἀθηναίων πρόμοι.
ΘΕ. ἴσασι, καὶ δὴ λαιὸν ἕστηκεν κέρας.
ΙΟ. ἤδη γὰρ ὡς ἐς ἔργον ὥπλισται στρατός;
ΘΕ. καὶ δὴ παρῆκται σφάγια τάξεων ἕκας.
ΙΟ. πόσον τι δ᾽ ἔστ᾽ ἄπωθεν Ἀργεῖον δόρυ;
675 ΘΕ. ὥστ᾽ ἐξορᾶσθαι τὸν στρατηγὸν ἐμφανῶς.
ΙΟ. τί δρῶντα; μῶν τάσσοντα πολεμίων στίχας;
ΘΕ. ἠικάζομεν ταῦτ᾽· οὐ γὰρ ἐξηκούομεν.
ἀλλ᾽ εἶμ᾽· ἐρήμους δεσπότας τοὐμὸν μέρος
οὐκ ἂν θέλοιμι πολεμίοισι συμβαλεῖν.
680 ΙΟ. κἄγωγε σὺν σοί· ταὐτὰ γὰρ φροντίζομεν,
φίλοις παρόντες, ὡς ἔοιγμεν, ὠφελεῖν.
ΘΕ. ἥκιστα πρὸς σοῦ μῶρον ἦν εἰπεῖν ἔπος.
ΙΟ. καὶ μὴ μετασχεῖν γ᾽ ἀλκίμου μάχης φίλοις.
ΘΕ. οὐκ ἔστ᾽ ἐν ὄψει τραῦμα μὴ δρώσης χερός.
685 ΙΟ. τί δ᾽; οὐ θένοιμι κἂν ἐγὼ δι᾽ ἀσπίδος;
ΘΕ. θένοις ἄν, ἀλλὰ πρόσθεν αὐτὸς ἂν πέσοις.
ΙΟ. οὐδεὶς ἔμ᾽ ἐχθρῶν προσβλέπων ἀνέξεται.
ΘΕ. οὐκ ἔστιν, ὦ τᾶν, ἥ ποτ᾽ ἦν ῥώμη σέθεν.
ΙΟ. ἀλλ᾽ οὖν μαχοῦμαί γ᾽ ἀριθμὸν οὐκ ἐλάσσοσιν.
690 ΘΕ. σμικρὸν τὸ σὸν σήκωμα προστίθης φίλοις.
ΙΟ. μή τοί μ᾽ ἔρυκε δρᾶν παρεσκευασμένον.
ΘΕ. δρᾶν μὲν σύ γ᾽ οὐχ οἷός τε, βούλεσθαι δ᾽ ἴσως.
ΙΟ. ὡς μὴ μενοῦντι τἄλλα σοι λέγειν πάρα.
ΘΕ. πῶς οὖν ὁπλίτης τευχέων ἄτερ φανῆι;
695 ΙΟ. ἔστ᾽ ἐν δόμοισιν ἔνδον αἰχμάλωθ᾽ ὅπλα
τοῖσδ᾽, οἷσι χρησόμεσθα· κἀποδώσομεν
ζῶντες, θανόντας δ᾽ οὐκ ἀπαιτήσει θεός.
ἀλλ᾽ εἴσιθ᾽ εἴσω κἀπὸ πασσάλων ἑλὼν
ἔνεγχ᾽ ὁπλίτην κόσμον ὡς τάχιστά μοι.
700 αἰσχρὸν γὰρ οἰκούρημα γίγνεται τόδε,
τοὺς μὲν μάχεσθαι, τοὺς δὲ δειλίαι μένειν.
ΧΟ. λῆμα μὲν οὔπω στόρνυσι χρόνος
τὸ σόν, ἀλλ᾽ ἡβᾶι, σῶμα δὲ φροῦδον.
τί πονεῖς ἄλλως ἃ σὲ μὲν βλάψει,
705 σμικρὰ δ᾽ ὀνήσει πόλιν ἡμετέραν;
χρὴ γνωσιμαχεῖν σὴν ἡλικίαν,
τὰ δ᾽ ἀμήχαν᾽ ἐᾶν· οὐκ ἔστιν ὅπως
ἥβην κτήσηι πάλιν αὖθις.
***
ΘΕΡ. Λοιπόν τί θες να μάθεις απ᾽ τα γενομένα;
ΙΟΛ. Με πόσο στράτεμα συμμαχικόν έχει έρθει;
ΘΕΡ. Πάρα πολύ· τον αριθμό του δεν τον ξέρω.
670 ΙΟΛ. Αυτά τα ξέρουνε των Αθηναίων οι άρχοι.
ΘΕΡ. Το ξέρουν, τι τ᾽ αριστερό κέρας κατέχει.
ΙΟΛ. Είναι ο στρατός τώρα για μάχη αρματωμένος;
ΘΕΡ. Και τα σφαχτά έξω απ᾽ τη γραμμή τ᾽ αποτραβήξαν.
ΙΟΛ. Και πόσον ο στρατός των Αργιτών απέχει;
ΘΕΡ. Τόσο, που καθαρά ο αρχηγός τους ξεχωρίζει.
ΙΟΛ. Τί κάμνει; μήπως τους οχτρούς σε τάξη βάζει;
ΘΕΡ. Το συμπεραίνουμε· δεν το ᾽χουμε ακουσμένα.
Πηγαίνω· τι δεν θα ᾽θελα χωρίς εμένα
να πιαστεί με τους οχτρούς ο καλός μου αφέντης.
680 ΙΟΛ. Κι εγώ θα ᾽ρθω, γιατί έχουμε το ίδιο καθήκον,
τους φίλους να βοηθάμε πάντα στο πλευρό τους.
ΘΕΡ. Δεν ταίριαζε να σου ξεφύγει μωρός λόγος.
ΙΟΛ. Μα κι ούτε ν᾽ αρνηθώ στον πόλεμο τους φίλους.
ΘΕΡ. Δεν πληγών᾽ η ματιά σαν δεν χτυπά το χέρι.
ΙΟΛ. Τί λες; δεν θα μπορούσα ούτε με την ασπίδα;
ΘΕΡ. Θα το ᾽θελες, μα εσύ θα ᾽πεφτες πρώτος πρώτος.
ΙΟΛ. Κανείς οχτρός δεν του βαστάει να με κοιτάξει.
ΘΕΡ. Δεν έχεις πια την πρωτινή τη δύναμή σου.
ΙΟΛ. Μπορώ όχι με λιγότερους να πολεμήσω.
690 ΘΕΡ. Μικρό το σήκωμα που θα ᾽δινες στους φίλους.
ΙΟΛ. Μη συγκρατείς με για πολλά έργα ετοιμασμένον.
ΘΕΡ. Μόνο να θες, μα για να κάνεις δεν είσαι άξιος.
ΙΟΛ. Ό,τι και να πεις, εγώ ποτές εδώ δεν μένω.
ΘΕΡ. Πώς θα παρουσιαστείς οπλίτης χωρίς όπλα;
ΙΟΛ. Μέσα ο ναός έχει άρματα αιχμαλωτισμένα·
με αυτά θ᾽ αρματωθώ και θαν τα ξαναδώσω,
αν ζήσω· τι, αν πεθάν᾽, ο θεός δεν τα ζητάει.
Έμπα λοιπόν κι από τους στύλους ξεκρεμώντας
μια ολόκληρην αρματωσιά φέρε μου αμέσως.
700 Ντροπή ᾽ναι ο τέτοιος συντρεγμός της γενιάς μου, άλλοι
να πολεμούν κι άλλοι να κάθονται από φόβο.
ΧΟΡ. Δεν σου ᾽ριξε ο καιρός το θάρρος
κι είναι όλο νιότη μα είναι αδύναμο
το κορμί σου. Τί κοπιάζεις μάταια,
που εσένα βλάβει και την πόλη δεν φελά;
Πρέπει την ελικιά σου να τη νιώσεις
και τ᾽ ακατόρθωτα ν᾽ αφήσεις· δεν υπάρχει
τρόπος τα νιάτα να ξαναποχτήσεις.
ΙΟ. πόσον τι πλῆθος συμμάχων πάρεστ᾽ ἔχων;
ΘΕ. πολλούς· ἀριθμὸν δ᾽ ἄλλον οὐκ ἔχω φράσαι.
670 ΙΟ. ἴσασιν, οἶμαι, ταῦτ᾽ Ἀθηναίων πρόμοι.
ΘΕ. ἴσασι, καὶ δὴ λαιὸν ἕστηκεν κέρας.
ΙΟ. ἤδη γὰρ ὡς ἐς ἔργον ὥπλισται στρατός;
ΘΕ. καὶ δὴ παρῆκται σφάγια τάξεων ἕκας.
ΙΟ. πόσον τι δ᾽ ἔστ᾽ ἄπωθεν Ἀργεῖον δόρυ;
675 ΘΕ. ὥστ᾽ ἐξορᾶσθαι τὸν στρατηγὸν ἐμφανῶς.
ΙΟ. τί δρῶντα; μῶν τάσσοντα πολεμίων στίχας;
ΘΕ. ἠικάζομεν ταῦτ᾽· οὐ γὰρ ἐξηκούομεν.
ἀλλ᾽ εἶμ᾽· ἐρήμους δεσπότας τοὐμὸν μέρος
οὐκ ἂν θέλοιμι πολεμίοισι συμβαλεῖν.
680 ΙΟ. κἄγωγε σὺν σοί· ταὐτὰ γὰρ φροντίζομεν,
φίλοις παρόντες, ὡς ἔοιγμεν, ὠφελεῖν.
ΘΕ. ἥκιστα πρὸς σοῦ μῶρον ἦν εἰπεῖν ἔπος.
ΙΟ. καὶ μὴ μετασχεῖν γ᾽ ἀλκίμου μάχης φίλοις.
ΘΕ. οὐκ ἔστ᾽ ἐν ὄψει τραῦμα μὴ δρώσης χερός.
685 ΙΟ. τί δ᾽; οὐ θένοιμι κἂν ἐγὼ δι᾽ ἀσπίδος;
ΘΕ. θένοις ἄν, ἀλλὰ πρόσθεν αὐτὸς ἂν πέσοις.
ΙΟ. οὐδεὶς ἔμ᾽ ἐχθρῶν προσβλέπων ἀνέξεται.
ΘΕ. οὐκ ἔστιν, ὦ τᾶν, ἥ ποτ᾽ ἦν ῥώμη σέθεν.
ΙΟ. ἀλλ᾽ οὖν μαχοῦμαί γ᾽ ἀριθμὸν οὐκ ἐλάσσοσιν.
690 ΘΕ. σμικρὸν τὸ σὸν σήκωμα προστίθης φίλοις.
ΙΟ. μή τοί μ᾽ ἔρυκε δρᾶν παρεσκευασμένον.
ΘΕ. δρᾶν μὲν σύ γ᾽ οὐχ οἷός τε, βούλεσθαι δ᾽ ἴσως.
ΙΟ. ὡς μὴ μενοῦντι τἄλλα σοι λέγειν πάρα.
ΘΕ. πῶς οὖν ὁπλίτης τευχέων ἄτερ φανῆι;
695 ΙΟ. ἔστ᾽ ἐν δόμοισιν ἔνδον αἰχμάλωθ᾽ ὅπλα
τοῖσδ᾽, οἷσι χρησόμεσθα· κἀποδώσομεν
ζῶντες, θανόντας δ᾽ οὐκ ἀπαιτήσει θεός.
ἀλλ᾽ εἴσιθ᾽ εἴσω κἀπὸ πασσάλων ἑλὼν
ἔνεγχ᾽ ὁπλίτην κόσμον ὡς τάχιστά μοι.
700 αἰσχρὸν γὰρ οἰκούρημα γίγνεται τόδε,
τοὺς μὲν μάχεσθαι, τοὺς δὲ δειλίαι μένειν.
ΧΟ. λῆμα μὲν οὔπω στόρνυσι χρόνος
τὸ σόν, ἀλλ᾽ ἡβᾶι, σῶμα δὲ φροῦδον.
τί πονεῖς ἄλλως ἃ σὲ μὲν βλάψει,
705 σμικρὰ δ᾽ ὀνήσει πόλιν ἡμετέραν;
χρὴ γνωσιμαχεῖν σὴν ἡλικίαν,
τὰ δ᾽ ἀμήχαν᾽ ἐᾶν· οὐκ ἔστιν ὅπως
ἥβην κτήσηι πάλιν αὖθις.
***
ΘΕΡ. Λοιπόν τί θες να μάθεις απ᾽ τα γενομένα;
ΙΟΛ. Με πόσο στράτεμα συμμαχικόν έχει έρθει;
ΘΕΡ. Πάρα πολύ· τον αριθμό του δεν τον ξέρω.
670 ΙΟΛ. Αυτά τα ξέρουνε των Αθηναίων οι άρχοι.
ΘΕΡ. Το ξέρουν, τι τ᾽ αριστερό κέρας κατέχει.
ΙΟΛ. Είναι ο στρατός τώρα για μάχη αρματωμένος;
ΘΕΡ. Και τα σφαχτά έξω απ᾽ τη γραμμή τ᾽ αποτραβήξαν.
ΙΟΛ. Και πόσον ο στρατός των Αργιτών απέχει;
ΘΕΡ. Τόσο, που καθαρά ο αρχηγός τους ξεχωρίζει.
ΙΟΛ. Τί κάμνει; μήπως τους οχτρούς σε τάξη βάζει;
ΘΕΡ. Το συμπεραίνουμε· δεν το ᾽χουμε ακουσμένα.
Πηγαίνω· τι δεν θα ᾽θελα χωρίς εμένα
να πιαστεί με τους οχτρούς ο καλός μου αφέντης.
680 ΙΟΛ. Κι εγώ θα ᾽ρθω, γιατί έχουμε το ίδιο καθήκον,
τους φίλους να βοηθάμε πάντα στο πλευρό τους.
ΘΕΡ. Δεν ταίριαζε να σου ξεφύγει μωρός λόγος.
ΙΟΛ. Μα κι ούτε ν᾽ αρνηθώ στον πόλεμο τους φίλους.
ΘΕΡ. Δεν πληγών᾽ η ματιά σαν δεν χτυπά το χέρι.
ΙΟΛ. Τί λες; δεν θα μπορούσα ούτε με την ασπίδα;
ΘΕΡ. Θα το ᾽θελες, μα εσύ θα ᾽πεφτες πρώτος πρώτος.
ΙΟΛ. Κανείς οχτρός δεν του βαστάει να με κοιτάξει.
ΘΕΡ. Δεν έχεις πια την πρωτινή τη δύναμή σου.
ΙΟΛ. Μπορώ όχι με λιγότερους να πολεμήσω.
690 ΘΕΡ. Μικρό το σήκωμα που θα ᾽δινες στους φίλους.
ΙΟΛ. Μη συγκρατείς με για πολλά έργα ετοιμασμένον.
ΘΕΡ. Μόνο να θες, μα για να κάνεις δεν είσαι άξιος.
ΙΟΛ. Ό,τι και να πεις, εγώ ποτές εδώ δεν μένω.
ΘΕΡ. Πώς θα παρουσιαστείς οπλίτης χωρίς όπλα;
ΙΟΛ. Μέσα ο ναός έχει άρματα αιχμαλωτισμένα·
με αυτά θ᾽ αρματωθώ και θαν τα ξαναδώσω,
αν ζήσω· τι, αν πεθάν᾽, ο θεός δεν τα ζητάει.
Έμπα λοιπόν κι από τους στύλους ξεκρεμώντας
μια ολόκληρην αρματωσιά φέρε μου αμέσως.
700 Ντροπή ᾽ναι ο τέτοιος συντρεγμός της γενιάς μου, άλλοι
να πολεμούν κι άλλοι να κάθονται από φόβο.
ΧΟΡ. Δεν σου ᾽ριξε ο καιρός το θάρρος
κι είναι όλο νιότη μα είναι αδύναμο
το κορμί σου. Τί κοπιάζεις μάταια,
που εσένα βλάβει και την πόλη δεν φελά;
Πρέπει την ελικιά σου να τη νιώσεις
και τ᾽ ακατόρθωτα ν᾽ αφήσεις· δεν υπάρχει
τρόπος τα νιάτα να ξαναποχτήσεις.