ΧΑΡΡΑΝ - ΚΑΡΡΑΙ - ΕΛΛΗΝΟΠΟΛΙΣ
H ΠΑΝΑΡΧΑΙΑ ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΟΧΟΥΡΡΙΤΩΝ
Η αρχαία πόλη Χαρράν (Harran, στα ελληνικά Κάρραι), βρίσκεται στο σημερινό Κουρδιστάν της Τουρκίας. Kτισμένη στην διασταύρωση ανάμεσα στην Ελληνοσουμερία, την Ασσυρία, την Συροφιλισταία και την
Ελληνική Ασιατική Χερσόνησο (Ε.Α.Χ.) είχε στρατηγική σημασία. Βρισκόταν στον δρόμο του μεταξιού, στην άνω Μεσοποταμία, αποτελώντας μία ιδιαίτερα σημαντική σύνδεση μεταξύ του ποταμού Ευφράτη και της Εγγύς Ανατολής, μία διαδρομή ζωτικής σημασίας, προκειμένου να αποφεύγεται η έρημος Νεφούντ (Nefud).
Στην αρχαία Ελλάδα η πόλη ονομαζόταν Κάρραι και στην Πρώιμη Χριστιανική περίοδο Ελληνόπολις.
Οι Κάρρες βρίσκονται σε απόσταση 44 χιλιόμετρα, μισή ώρα δρόμο με το αυτοκίνητο, από την αρχαία ελληνική πόλη Έδεσσα (σημερινή Ούρφα), σε μία επίπεδη πεδιάδα, όπου πίσω από τα τείχη βρίσκουμε μία σειρά από ερειπωμένα σπίτια.
Η πόλη ήταν ένα από τα κύρια λατρευτικά κέντρα του θεού Σιν των Ελληνοσουμερίων της Μεσοποταμίας. Υπήρξε και λατρευτικό κέντρο των σημιτών Ασσυρίων καθώς και Νέο-Βαβυλωνιακών και Χαλδαϊκών θεοτήτων, ακόμη και κατά τα ρωμαϊκά χρόνια .
Ο αρχαίος ναός, αφιερωμένος στον θεό του Φεγγαριού Σιν, ξαναχτίστηκε από διάφορους βασιλιάδες, μεταξύ των οποίων τον Ασσύριο Ασσουρμπανιμπάλ ( 7ο αιώνας π.Χ. ) και τον Νέο-βαβυλώνιο Ναβονίδη ( 6ο αιώνας π.Χ. ).
Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως η πόλη είχε στην εποχή του και ένα ναό προς τιμήν της Θεάς της Σελήνης.
Αργότερα υπήρξε κέντρο Ασσυρίων Χριστιανών, καθώς χτίστηκαν ελεύθερα εκκλησίες εκεί. Παρά ταύτα, πολλοί κάτοικοι, κατά τη χριστιανική περίοδο, είχαν διατηρήσει την αρχαία πίστη τους, καθώς και την πίστη σε αρχαίους θεούς της Μεσοποταμίας.
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΗ ΕΔΕΣΣΑ
Η σύγχρονη κοντινή πόλη Ούρφα ή Σανλιούρφα (τουρκικά Şanlıurfa, συχνά αναφέρεται στην καθημερινή γλώσσα ως Ούρφα (Urfa), προηγουμένως ήταν γνωστή ως η ελληνική Έδεσσα), είναι μία κουρδική πόλη, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας, στην Νοτιοανατολική Ανατολία, με συνολικό πληθυσμό της επαρχίας 1.762.075 κατοίκους («Τούρκοι», Κούρδοι, Ασσύριοι - εκτίμηση 2012). Η Ούρφα βρίσκεται περίπου ογδόντα χιλιόμετρα ανατολικά του ποταμού Ευφράτη. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από ζεστά, ξηρά καλοκαίρια και δροσερούς, υγρούς χειμώνες.
Η πόλη Ούρφα έχει μείνει γνωστή με πολλά ονόματα στην ιστορία: Ուռհա (Ουρχάι) στα αρμενικά, Urhai στα συριακά, Riha στα κουρδικά, الرها (Ρουχά) στα αραβικά, Όρρα στα ελληνικά (αλλά και Ορρόα). Επίσης ήταν γνωστή στα ελληνικά ως Αντιόχεια επί Καλλιρρόη. Στην Βυζαντινή περίοδο μετονομάστηκε σε Ιουστινιανούπολη.
Πριν από την αρχή της τουρκικής κυριαρχίας ήταν ευρέως γνωστή σε όλο τον κόσμο με το όνομα που της δόθηκε από τους Έλληνες Σελευκίδες, Έδεσσα. Η Ούρφα μετονομάστηκε επίσημα πάλι σε Şanlıurfa (Ούρφα η ένδοξη) από τους Τούρκους το 1984, σε αναγνώριση μιας δήθεν τοπικής αντίστασης κατά τη διάρκεια του διαμελισμού των εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η καθαρά ιστορική περίοδος της Ελληνικής Έδεσσας (Σανλιούρφα) έχει καταγραφεί από τον 4ο αιώνα π.Χ., αλλά οι αναφορές για την περιοχή χρονολογούνται από το 9.000 π.Χ., καθώς υπάρχουν πολλές ενδείξεις, στις περιοχές κυρίως στο Ντουρού (Duru), στις Κάρρες (Harran) και στο Νεβαλή Κορή (Nevali Cori). Για παράδειγμα,έχουν ανακαλυφθεί τρεις νεολιθικές περιοχές: Γκεμπεκλή Τεπέ (Göbekli Tepe), Γκιουρτσού Τεπέ (Gürcütepe) και στην ίδια την πόλη Έδεσσα, όπου βρέθηκε κατά τη διάρκεια ανασκαφών (στην Μπαλίκ-Λιγκόλ-Balikligol), ένα μεγάλο άγαλμα από ασβεστόλιθο «το άγαλμα Ούρφα».
Είναι η περιοχή από όπου υπολογίζουν ότι ξεκίνησε η γεωργία, αφού βρίσκεται σε ένα εύφορο μέρος.
(Σύμφωνα με την τουρκική μουσουλμανική παράδοση Ούρφα είναι η βιβλική πόλη της Ουρ των Χαλδαίων, λόγω της γειτνίασης του με το βιβλικό χωριό Χαρράν. Ωστόσο, με βάση τα ιστορικά και αρχαιολογικά στοιχεία, η πόλη της Ουρ είναι σήμερα αποδεκτό πως βρίσκεται στο νότιο Ιράκ. Η Έδεσσα - Ούρφα πιθανολογείται, σύμφωνα με τις βιβλικές γραφές, πως είναι η γενέτειρα του, μη Ιουδαίου, Ιώβ - προσέξτε τα ελληνικά ονόματα των θυγατέρων του Ιώβ που αναφέρει η «Αγία Γραφή»: Ημέρα, Κασία, Αμαλθαίας Κέρας – η Αμάλθεια ήταν η γίδα η γαλουχούσα τον Δία !).
Για τους Αρμένιους, η Ούρφα θεωρείται ιερός τόπος, δεδομένου ότι πιστεύεται ότι το αρμενικό αλφάβητο εφευρέθηκε εκεί.
ΙΕΡΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΛΑΝΗΤΗΣ ΤΩΝ ΚΑΡΡΩΝ
Τα ερείπια της θρησκείας του Ιερού Ελληνικού Πλανήτη (-ή Sabiers), βρίσκονται στα 60 χιλιόμετρα απόσταση από τις Κάρρες. Σε μία έκταση ενός τετραγωνικού χιλιομέτρου – χίλια στρέμματα - περίπου, υπάρχουν πολλοί αρχαίοι ελληνικοί ναοί αφιερωμένοι στην θρησκεία του Ήλιου, της Σελήνης, του Δία, της Αφροδίτης, του Ερμή και του Κρόνου. Η τοπική θρησκεία Σαμπιέρ (Sabier) διατηρήθηκε ως τον 17ο αιώνα μ.Χ.
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΩΝ ΚΑΡΡΩΝ
Οι Κάρρες κατοικήθηκαν από Ελληνοπελασγούς αρχικά από την Πρώιμη Εποχή του Χαλκού (3.000 π.Χ).
Τα παλαιότερα ιστορικά αρχεία για την πόλη Κάρραι προέρχονται από τις επιγραφές Έμπλα (2.300 π.Χ.).Μέσω αυτών των επιγραφών, είναι γνωστό πως ένας βασιλιάς των Καρρών παντρεύτηκε μία πριγκίπισσα από το βασίλειο Έμπλα, την Ζουγκαλούν, η οποία έγινε «βασίλισσα των Καρρών» και το όνομά της εμφανίζεται σε ένα αριθμό κειμένων. Φαίνεται πως οι Κάρρες παρέμειναν ως επαρχία του βασιλείου της Έμπλα μέχρι το 2.000 π.Χ.
Γύρω από τις Κάρρες εγκαταστάθηκαν ημι-νομαδικές Ελληνοχουρριτικές φυλές το 2.000 π.Χ.
Βασιλικά γράμματα από την πόλη Μάρι, στο κέντρο της περιοχής του Ευφράτη, επιβεβαίωσαν πως η περιοχή γύρω από τον ποταμό Μπαλίκ (Balikh) ήταν υπό την κυριαρχία της Μάρι τον 19ο αιώνα π. Χ.
Από τον 19ο αιώνα π.Χ. και μετά οι Κάρρες έγιναν ένα σημαντικό εμπορικό κέντρο, λόγω της ιδανικής της θέσεως στον δρόμο προς την Ανατολή και δια μέσω του Τίγρη. Από εκεί οδηγείται κάποιος στην αρχαία Αντιόχεια, στην Νινευή και στο δέλτα της Βαβυλωνίας. Ο ρωμαίος ιστορικός Aμμιανός Μαρκελλίνος (330–391 μ.Χ.) έγραψε: «Από εδώ (τις Κάρρες) δύο διαφορετικοί βασιλικοί δρόμοι οδηγούν στην Περσία: ο ένας αριστερά δια μέσω της Aδιαβήνης και του άνω Τίγρη, ο άλλος δεξιά, δια μέσω της Ασσυρίας και διασχίζοντας τον Ευφράτη». Και επιπλέον η πόλη ήταν πέρασμα προς την Ελληνική Μαλάτεια και τη Μικρά Ασία. Στην σημαίνουσα θέση των Καρρών, αναφέρθηκε και ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος.
Η Περίοδος των Ελληνοχουρριτών, των Μιτάννι και των Χετταίων
Οι Κάρρες ήταν σημαντική ελληνοχουρριτική πόλη στην Χουρρίτικη περίοδο (1.800 – 1.500 π.Χ.) και στην περίοδο του βασιλείου των Μιτάννι (1.500 – 1.300 π.Χ.).
Οι Κάρρες παραδόθηκαν στις φλόγες από τον στρατό των Χετταίων, κάτω από την ηγεσία του Πιγιασίλη, όταν προσπάθησαν να υποτάξουν τους Μιτάννι.
Αναφέρεται ακόμη και στη Βίβλο, αφού εκεί έμεινε ο Αβραάμ, φεύγοντας από την πόλη Ουρ των Χαλδαίων (Γέννεση 11:31-32 – περίπου το 1.480 π.Χ.). Κατά την Παλαιά Διαθήκη, στις Κάρρες ο Αβραάμ έζησε μέχρι τα 75 χρόνια του, όταν μετά από προσωπική εντολή από τον ίδιο τον Ιεχωβά, πήρε μαζί του τη γυναίκα του Σάρα, τον Λωτ, όλα τα υπάρχοντά τους και όλους τους υπηρέτες που είχαν αποκτήσει στην πόλη και έφυγαν για την Φιλισταία. Σε άλλα σημεία της Π. Διαθήκης αναφέρεται ότι σε ένα πηγάδι στις Κάρρες ο Ιακώβ συνάντησε τη Ραχήλ και τους βοσκούς, αλλά και ότι ο Αδάμ με την Εύα στις Κάρρες κατέφυγαν όταν εκδιώχθηκαν από τον Κήπο της Εδέμ.
Αν υπάρχουν ψήγματα αλήθειας στον μύθο του Αβραάμ, τότε η ιστορία θα έχει σχέση με τον σχηματισμό του βασιλείου των Μιτάννι υπό τον Κίρτα (1.500 π.Χ.). Οι Χετταίοι βοήθησαν την δημιουργία αυτού του κράτους από τους ντόπιους ελληνοχουρριτικούς πληθυσμούς της περιοχής, σαν αντίβαρο στους επιθετικούς σημιτικούς ασσυριακούς, αμορριτικούς και χαλδαϊκούς λαούς. Αυτό θα είχε σαν συνέπεια να εκδιωχθεί από τις Κάρρες κάθε εχθρική σημιτική φυλή. Ο Αβραάμ και η φάρα του, Αμορρίτες Χαλδαίοι στην καταγωγή, κακόφημοι στο επάγγελμα σαν αστρολόγοι και μάγοι, δεν μπορούσαν να μείνουν ούτε στιγμή στο νεοσχηματιζόμενο βασίλειο. Ακόμη και ο εκδιωγμός τους από την Ουρ της Σουμερίας πιθανόν να έχει σχέση με την ανάληψη της εξουσίας στην Βαβυλώνα από την Ελληνοκασσιτική φυλή το 1.595 ή το 1.531 π.Χ.
Ασσυριακή περίοδος
Ασσυριακές σφηνοειδείς επιγραφές ανάγουν την αρχή της πόλης των Καρρών στο 2.000 π.Χ. Κατά τον 18ο αιώνα π.Χ. ο βασιλιάς των Ασσυρίων Σαμσή -Aντάντ I (1.813 – 1.781 π.Χ.) έκανε επιχειρήσεις για να διασφαλίσει τον εμπορικό δρόμο μέσω των Καρρών.
Τον 13ο αιώνα π.Χ. ο βασιλιάς Aντάντ – Nιραρή I κατέλαβε το κάστρο Καρανή – Κάρραι (Kharani) και έκανε ασσυριακή επαρχία την περιοχή.
Η πόλη συχνά αναφέρεται στις ασσυριακές επιγραφές από την εποχή του Tιγλάθ – Πιλεσέρ I, γύρω στο 1.100 π.Χ. με το όνομα Χαρανού (Ηarrānu), που σημαίνει «δρόμος, μονοπάτι, ταξίδι». Λέγεται πως υπήρχαν πολλοί ελέφαντες εκείνη την εποχή στην περιοχή. Στην περίοδο αυτή ήταν μία σημαντική πόλη, στο δρόμο προς την Δαμασκό, την Νινευή και την Καρχεμίς.
Τον 10ο αιώνα, οι επιγραφές αναφέρουν πως οι Κάρρες κέρδισαν κάποια προνόμια ελευθερίας και απαλλάχτηκαν από την στρατιωτική υποχρέωση. Αλλά αργότερα, το 763 π.Χ. λόγω κάποιας επαναστατικής δράσης κατά του ζυγού των Ασσυρίων, τα προνόμια αφαιρέθηκαν. Ο Σαργών II τα επανέφερε στα τέλη του 8ου αιώνα.
Ο βασιλιάς των Ασσυρίων, Ασσουρμπανιμπάλ, είχε εδώ την πρωτεύουσά του, κατά την περίοδο της βασιλείας του, τον 7ο αιώνα π. Χ.
Οι Κάρρες ήταν η τελευταία πόλη της Ασσυριακής αυτοκρατορίας που έπεσε στα χέρια των Περσών.
Το 331 π.Χ. οι Κάρρες απελευθερώθηκαν από τον Μεγάλο Αλέξανδρο. Μετά τον θάνατό του ήταν ελεύθερη Ελληνική πόλη για 300 χρόνια και την κυβερνούσαν οι Έλληνες Σελευκίδες, οι οποίοι εγκατέστησαν εκεί μακεδονική στρατιωτική φρουρά.
Αργότερα αποτέλεσε τμήμα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Στις Κάρρες το 53 π.Χ. ο ρωμαϊκός στρατός, υπό την ηγεσία του Μάρκου Λικίνιου Κράσσου, γνώρισε ταπεινωτική ήττα από τους Πάρθους. Εδώ δολοφονήθηκε το 217 μ.Χ. ο αυτοκράτορας Καρακάλλας. Στη συνέχεια πέρασε στην κυριαρχία της Περσικής αυτοκρατορίας των Σασσανιδών και αργότερα επανήλθε στην κυριαρχία της Ελληνικής ''Βυζαντινής'' αυτοκρατορίας. Κατά την πρωτοβυζαντινή περίοδο στις Κάρρες βρισκόταν τα σύνορα της ''Βυζαντινής'' αυτοκρατορίας με τους Πέρσες.
Με την επικράτηση του Χριστιανισμού και τον συστηματικό διωγμό της ελληνικής φιλοσοφίας και επιστήμης από τους «πνευματικούς ισραηλίτες», όπως υπερήφανα αυτοαποκαλούνται οι χριστιανοί, εκεί κατέφυγαν οι τελευταίοι ΕΛΛΗΝΕΣ νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι. Επιπλέον, μια μορφή χριστιανικού Γνωστικισμού γεννήθηκε στη πόλη των Καρρών.
Αργότερα αποτέλεσε βασική πόλη του αραβικού χαλιφάτου των Ομεϋαδών.
Την εποχή των Ομεϋαδών γνώρισε μεγάλη ακμή και αποτέλεσε κέντρο μετάφρασης των ελληνικών βιβλίων στην αραβική γλώσσα.
Σήμερα η πανάρχαια ένδοξη ελληνική πόλη Κάρραι – Ελληνόπολις βρωμίζεται από την παρουσία ομώνυμου «τουρκικού χωριού» (με επίσημη τουρκική ονομασία Αλτινμπασάκ – Altınbaşak).