Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2023

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική γλώσσα

Επιθήματα με χειλικό χαρακτήρα


§ 337. Υπολογίζονται εκτός από το -(δ)απός μόνο λίγα υποκοριστικά σε - ά̄ φιον -ήφιον -ύφιον. Το -ήφιον διατηρήθηκε μόνο στο ξυλήφιον 'ξυλαράκι' (Ιπποκρ., Άλεξις κωμ., Πολύβιος) από το ξύλον. Στην περίπτωση του -άφιον οι παλιότερες μαρτυρίες προσκολλώνται σε θέματα σε ᾱ (ύστερα από ρ), π.χ. χωράφιον 'χωραφάκι' (Θεόφραστος) από το χώρα 'χώρα, αγρός', και μόλις αργότερα σε άλλα θέματα, όπως π.χ. ξυράφιον από το ξυρόν 'ξυράφι'. 

Κατά συνέπεια η σύνδεση με την παρακμάζουσα κατηγορία των παλιών σχηματισμών σε -ᾰφος (κυρίως ονόματα ζώων όπως ἔλαφος 'ελάφι') πρέπει να εγκαταλειφθεί, χωρίς να υπάρχει άλλη δυνατότητα προσκόλλησης του φ. Ακόμη και για το -ύφιον (δενδρύφιον [Θεόφραστος] από το δένδρον 'δέντρο', ζῳΰφιον 'ζωάκι, εικονίτσα' [Σέξτος Εμπ. και Αθήναιος] από το ζῷον 'ζώο, ζωγραφιά') μπορούμε το πολύ να υποπτευθούμε τη συνάφεια με την απόληξη -υφος του κόσσυφος 'τσίχλα',[1] κορυφή κτλ., όχι όμως να την αποδείξουμε.
------------------------------
[1] τσίχλα· μάλλον πρόκειται για τον κότσυφο.

Η Αιώνια Παρουσία

Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ, σαν όρος, έχει ένα δυναμικό νόημα που σημαίνει ακριβώς μια γνωστική διαδικασία, το Γνωρίζειν. Το Γνωρίζειν σημαίνει βλέπω άμεσα, έρχομαι σε επαφή, ενώνομαι, δεν σημαίνει την νοητική προσέγγιση μέσω εννοιών, την πεποίθηση, την πίστη. Πρόκειται για μια πιο βαθιά διαδικασία κατανόησης, για μια πραγματική επαφή, για υπαρξιακό βίωμα. Το Γνωρίζειν είναι μια Διαρκής Διαδικασία που όταν «γίνεται» Γνωρίζω, στατική γνώση (υποτίθεται «ολοκληρωμένη»), είναι απολιθωμένη και άχρηστη… γιατί δεν αποκαλύπτει αυτό που συμβαίνει στο παρόν, «μπροστά» μας, αλλά βασίζεται στην μνήμη, στο χρόνο.

Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ λοιπόν (με αυτό το νόημα) είναι ένα Συμβαίνειν, ένα Γίγνεσθαι, υποδηλώνει Κίνηση.

Κάποιοι χρησιμοποιούν όρους όπως, Συνείδηση. Ο σωστός όρος είναι Συνειδέναι που δηλώνει μια διαδικασία. Ο όρος Συνείδηση είναι παραπλανητικός γιατί έχει ένα οντικό χαρακτήρα κι ένα οντολογικό νόημα.

Επίσης, ο όρος Αυτοσυνειδησία είναι ένας στατικός όρος που δεν ανταποκρίνεται στην Ρέουσα Πραγματικότητα.

Όλη αυτή η φιλοσοφική γραμματική (πράγματα στοιχειώδη άλλωστε) μας βοηθά να κατανοήσουμε ότι είμαστε ΑΝΤΙΛΗΨΗ (ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΕΣΘΑΙ), με το νόημα της Ροής Γνώσης, του Γνωρίζειν (διαρκώς), Κάτι Ζωντανό, που Εκδηλώνεται Εδώ, Τώρα, μέσα ακριβώς από την εμπειρία της γνώσης.

Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ (με το νόημα που είπαμε) είναι λοιπόν η Πηγαία Αυθόρμητη Άμεση Γνωστική Ενέργεια, που μας «πληροφορεί» ότι ΥΠΑΡΧΟΥΜΕ, Είμαστε μια Διαρκής Διαδικασία Ύπαρξης, ένα Ρεύμα Ύπαρξης πιο σωστά, (ΥΠΑΡΧΕΙΝ), που Ζει στην Στιγμή που Ρέει, που αλλάζει συνεχώς «περιεχόμενο» (περιεχόμενο εμπειρίας). Η «πληροφορία» για την ύπαρξή μας προέρχεται καταρχήν από αυτήν την ίδια την ΑΝΤΙΛΗΨΗ, με δικά της, ίδια, μέσα και μετά, δευτερευόντως, από την σχέση μας με κάτι «άλλο».

Αυτή ακριβώς η ΑΝΤΙΛΗΨΗ (το Υπαρξιακό Συμβαίνειν) είναι η «Ύπαρξή» μας, ο τρόπος να υπάρχουμε στον χώρο της εμπειρίας.

Εφόσον όμως μιλάμε για μια Γνωστική Διαδικασία, μπορεί αυτό (σαν πυρήνας ύπαρξης) να έχει όρια, να περιοριστεί σε ορισμένες δραστηριότητες, ή συμπεριφορές; Ποιο είναι το ΒΑΘΟΣ ΤΗΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ; Μέχρι που μπορεί να Διευρυνθεί; να Επεκταθεί; Και ποια είναι η Πραγματική Ποιότητά της, ο Χαρακτήρας της; Ο προσωρινός περιορισμός της σε ένα «είδος» αντίληψης; Σε μια καθορισμένη συμπεριφορά; Σε μια συγκεκριμένη δραστηριότητα; όπως η σκέψη, η αίσθηση, ή η σωματική εμπειρία;…

Θέλουμε να πούμε πως η ΑΝΤΙΛΗΨΗ Υφίσταται, Είτε Έτσι Είτε Αλλιώς, κι ας αλλάζει το «περιεχόμενό» της, δεν εξαρτάται από ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο. Υφίσταται σαν Καθαρό Συμβαίνειν (σαν Λειτουργία, αν θέλετε) ανεξαρτήτως περιεχομένου.

Αυτό (αν το κατανοήσουμε) σημαίνει πολλά πράγματα.

Σημαίνει το Ανώλεθρο της Διαδικασίας (μιας Διαδικασίας που Συνεχίζεται σε διάφορα πεδία εμπειρίας, κόσμους).

Σημαίνει ακόμα το Άπειρο Βάθος της Δυνατότητας, να Διευρυνθεί μέχρι το Απεριόριστο.

Σημαίνει ακόμα την πιθανότητα να «παγιδευτεί» η ΑΝΤΙΛΗΨΗ σε μια δραστηριότητα (όπως η σκέψη, η εννοιολογική δραστηριότητα) και να βλέπει από μέσα από εκεί, παραμορφωμένη την Πραγματικότητα.

Σημαίνει ακόμα πως η ΑΝΤΙΛΗΨΗ Μπορεί να Είναι Μια (σαν Καθαρή Αντίληψη, χωρίς «περιεχόμενο») ή από ΜΙΑ ΚΟΙΝΗ ΒΑΣΗ να έχει πολλές εκδηλώσεις. Να «διαχωρίζεται» τεχνητά από την ΜΙΑ ΒΑΣΗ της και να βιώνει την ατομικότητά της, μέσα στις «περιορισμένες» δραστηριότητές της.

Σημαίνει ακόμα πως η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΑΥΤΗ είναι η ΒΑΣΗ ΚΑΘΕ «ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ», το Έδαφος Όπου Φύεται και Αναπτύσσεται κάθε Περιορισμένη Αντίληψη, όπως η ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΑΘΕΝΟΣ.

Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΕΙΝΑΙ Η ΟΥΣΙΩΔΗΣ ΦΥΣΗ (το Υπόβαθρο) της ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ που νοιώθουμε όταν «διαφοροποιούμαστε από την ΒΑΣΗ μας, στο μέτρο που διαφοροποιούμαστε και στον χαρακτήρα (στα χαρακτηριστικά) που διαφοροποιούμαστε.

Ουσιαστικά η ΑΝΤΙΛΗΨΗ κι η ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΝΤΙΛΗΨΗ μας (η Αντίληψη του Καθενός) Είναι το Ίδιο Πράγμα. Με άλλα λόγια, τι είναι η ατομικότητα; Ο «χ» άνθρωπος; Ο «ψ» άνθρωπος; Είναι ΑΝΤΙΛΗΨΗ που Περιορίζεται σε ένα «ιδιαίτερο τρόπο λειτουργείας».

Από εδώ (από αυτά που λέμε) βγαίνουν επίσης πολλά συμπεράσματα που μπορούν να πάνε το «στοχασμό» μας πιο κάτω.

Η ΟΥΣΙΩΔΗΣ ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΑΝΤΙΛΗΨΗΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΟΤΕ ΠΕΡΑΝ ΤΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΩΝ ΤΗΣ.

Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ (η ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΝΤΙΛΗΨΗ) Είναι και Παραμένει ΠΑΡΟΥΣΙΑ (Ένα Άμεσο Αντιληπτικό Δεδομένο) που Αγκαλιάζει ό,τι εμπεριέχεται στην επίγνωσή μας την δεδομένη στιγμή. Αυτό σημαίνει ότι η Παρουσία Παραμένει Παρουσία ακόμα κι όταν όλα αυτά που αντιλαμβανόμαστε αλλάζουν ή παύουν να υπάρχουν εντελώς, (αισθητήριες δραστηριότητες, συγκινήσεις, σκέψεις, αντιλήψεις μιας ατομικής ύπαρξης…). Το Μόνο που Υφίσταται Πραγματικά, Αιώνιο κι Ανώλεθρο, είναι η ΠΑΡΟΥΣΙΑ.

Η ΠΑΡΟΥΣΙΑ Είναι στην Φύση της ΑΓΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ, ανεξάρτητα από το όποιο «περιεχόμενό» της. Οι Διαδικασίες, οι Λειτουργίες, (όπως η σκέψη, αι αισθήσεις, κλπ.) που προκαλούν διαχωρισμούς ανάμεσα σε μας (ή το σώμα μας) και τον κόσμο είναι «τεχνητές αντιλήψεις» της δεδομένης στιγμής… έχουν καθαρά, όχι οντικό, αλλά λειτουργικό χαρακτήρα… δεν πρόκειται για μόνιμες καταστάσεις.

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Συνίσταται στο να Κατανοήσουμε ότι ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΓΝΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ… όλοι οι διαχωρισμοί, όλες οι διαδικασίες, οι «καταστάσεις» είναι ακριβώς προσωρινές, χωρίς μόνιμο χαρακτήρα. Συνεπώς μπορούν να «ξεπεραστούν». Είναι λάθος να τις εκλαμβάνουμε (τις προσωρινές καταστάσεις) σαν μόνιμες οντικές καταστάσεις. Η Τελειωτική Ελευθερία από όλα, Αποκαλύπτει την ΕΝΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ.

Τελικά, επειδή πάντα πρέπει να οδηγούμε το «στοχασμό» προς μια κατάληξη, επειδή οι άνθρωποι δεν θέλουν να σκέπτονται (με το υγιές νόημα του όρου), αυτό που πρέπει να Κατανοήσουμε είναι ότι Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΕΙΝΑΙ ΑΙΩΝΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ κι είμαστε εμείς που «καθορίζουμε» ποιο είναι το «περιεχόμενό» της. Εμείς «κατασκευάζουμε» τον κόσμο στον οποίο «ζούμε». Εμείς καθορίζουμε την «πορεία» μας, την «μοίρα» μας: «Είσαι Ακριβώς Ό,τι Αντιλαμβάνεσαι».

Αν δεν Ανυψωθούμε, πετώντας όλες τις δεσμεύσεις με τους κόσμους των ψευδαισθήσεων, Προς τον Καθαρό Ουρανό της Ελευθερίας, αν δεν ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΘΟΥΜΕ, δεν θα μπορέσουμε ποτέ ΝΑ ΑΝΑΔΥΘΟΥΜΕ ΣΤΟ ΦΩΣ, στην ΑΛΗΘΙΝΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (όχι αυτό που νομίζουμε Πραγματικότητα), Όπου ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΚΙ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ.

Όλες οι Παραδόσεις μιλάνε για μια Μυητική Πορεία προς την Ελευθερία, προς την ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΙΝΗΣ ΦΥΣΗΣ ΜΑΣ, της ΘΕΪΚΗΣ ΦΥΣΗΣ ΜΑΣ.

Και σαν τον «παππού» μας τον Οδυσσέα, θα πρέπει να «αγνοήσουμε» το τραγούδι των ψευδαισθήσεων που μας καλούν στους φανταστικούς κόσμους τους. Ο Μόνος Οδηγός στο ΤΑΞΙΔΙ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ, είναι η Βαθιά Νοσταλγία της Πνευματικής Πατρίδας μας, της Αληθινής Ιθάκης, που είναι το Σπίτι μας, η Φύση μας… η Πλήρης Απελευθέρωση από όλα, όσο όμορφα κι αν φαντάζουν (δεν είναι, απλά φαντάζουν). Οι περιπέτειες στα νησιά της φαντασίας, οι εμπειρίες, όσο κι αν νομίζουμε ότι μας πλουτίζουν σε «γνώση», είναι στην πραγματικότητα σαν το όνειρο της νύχτας που χάνεται στο φως της μέρας. ΠΟΥΘΕΝΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ.

Τούτο το ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΝΟΗΣΗΣ, της διάλυσης των ψευδαισθήσεων, δεν μας Οδηγεί παρά Εδώ που Είμασταν Πάντα. Αλλά αυτό το καταλαβαίνουμε πραγματικά μονάχα όταν ΕΧΟΥΜΕ ΚΑΝΕΙ το Ταξίδι. Έχουμε Επιστρέψει Εδώ Από Όπου Ξεκινήσαμε. Έχουμε Κλείσει τον ΚΥΚΛΟ της Ύπαρξης, του Γίγνεσθαι. Είμαστε Έξω από το Γίγνεσθαι, Έξω από Τόπο και Χρόνο. ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΑΝΤΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ.

Για σένα είναι γυναίκα – τρόπαιο. Για μένα είναι γυναίκα με ψυχή

Νομίζεις πως με νίκησες;

Αλήθεια τώρα, πιστεύεις ότι κέρδισες αυτόν τον πόλεμο;
Είσαι τόσο βλάκας που θεωρείς ότι με κατατρόπωσες;
Λάθος κάνεις μεγάλε!
Μπορεί αυτήν την στιγμή, να είναι στο σπίτι σου και το δικό μου να είναι άδειο, μπορεί το σώμα της να γεμίζει τον χώρο σου και όχι τον δικό μου. Όμως, για ρώτησε την αν τολμάς που είναι το μυαλό της!
Θα σου πω κάτι, άλλα μην ξαφνιαστείς, μην τρομάξεις.
Οι γυναίκες φίλε μου, δεν είναι τρόπαια όπως λανθασμένα πιστεύεις, δεν είναι λάφυρα που κατέκτησες με το έτσι θέλω, δεν είναι προιόν που το αγοράζεις.
Οι γυναίκες μαλακά μου, δεν είναι έπιπλα να τα βάζεις σε μια γωνίτσα, για να ακουμπάς πράματα σου πάνω τους και εκείνες να μένουν εκεί, ασάλευτες και ακίνητες.
Τις γυναίκες δεν τις κρατάς με εκβιασμούς και τίτλους ιδιοκτησίας!
Και αυτή που τώρα κρατάς με τέτοια μέσα εκεί, εγώ την ξέρω καλύτερα από εσένα.

Δεν θα αντέξει η αλήτισσα ψυχή της!
Το μυαλό της είναι πλημμυρισμένο με την εικόνα μου.
Η ψυχή της ουρλιάζει το όνομα μου.
Η καρδιά της χτυπά στους δικούς μου ρυθμούς.
Το κορμί της τρέμει στην σκέψη μου.
Τα κύτταρα της έχουν ποτίσει από την μυρωδιά μου.
Αυτή η γυναικά βλάκα μου, που τώρα, σαν περιφερόμενος θίασος, την παρουσιάζεις σε δρόμους και πλατείες, έχοντας την δεμένη χειροπόδαρα, δεν είναι δικιά σου.

Δεν ήταν ποτέ δικιά σου!
Απόλαυσε λοιπόν για λίγο την προσωρινή νίκη σου, όμως μην βιάζεσαι να πανηγυρίσεις. Περίμενε λίγο.
Αργά η γρήγορα θα το καταλάβεις. Θα καταλάβεις ότι καμιά γυναικά δεν κρατιέται με πουστιές μέσα σε χρυσά κλουβιά, καλύπτοντας μονό υλικές ανάγκες της και βάζοντας την σε ένα όμορφο, αλλά, ψεύτικο κάδρο.

Δεν μπορείς να την αγοράσεις, γιατί δεν είναι για πούλημα!
Τι; Τρόμαξες; Κάτσε λίγο, σου έχω κι άλλα!
Εγώ και εσύ χαζέ, έχουμε χίλιες διάφορες και ούτε μια ομοιότητα.
Για εσένα είναι άπλα ένα τρόπαιο, για έμενα είναι η μάχη μου.
Για εσένα είναι άπλα κάτι που θα καλύψει τις χιλιάδες ανασφάλειες σου, για έμενα είναι η ζωή μου.
Για εσένα είναι ακόμη ένα αγαθό που απέκτησες, για μένα είναι τα πάντα.
Για εσένα είναι άπλα μια γεμάτη θέση στο κρεβάτι σου, για έμενα είναι ο λόγος για το αν θα πάω στο δικό μου κρεβάτι.
Για εσένα είναι το βόλεμα στην άδεια ζωούλα σου, για έμενα είναι η ίδια η ζωή.

Εγώ είμαι το μπουφάν της όταν κρυώνει, εσύ είσαι η παγωνιά της.
Εγώ είμαι η ασπίδα της κάθε φορά που φοβάται, εσύ είσαι ο φόβος της.
Εγώ είμαι τα καλοκαιριά της, η παράλια που θα ζεστάνει και θα ξεκουράσει το κορμί της, εσύ είσαι ο βαρύς χειμώνας της.
Εγώ είμαι το αεράκι στο πρόσωπο της, η βόλτα στη θάλασσα, το ποτό της στο μπαρ, η ανοιχτή αγκαλιά της. Εσύ;
Η κουβέρτα της όταν ξεσκεπάζετε τα βράδια, το φαγητό της όταν πεινάει, το χέρι που θα σκουπίσει τα δάκρυα της, το χάδι στα μαλλιά της. Εσύ;
Εγώ ρεζίλη του είδους, είμαι η ορθάνοιχτη πόρτα της μετά από κάθε λάθος που θα κάνει, τα αμέτρητα σ’ αγαπώ της, τα αξημέρωτα βράδια της, ο λόγος για να ιδρώνει το κορμί της, τα πιο όμορφα λόγια της, οι πιο πρόστυχες σκέψεις της, το σώμα του πόθου της.

Εσύ είσαι άπλα ο συμβιβασμός και ο εκβιασμός της μασκαρεμένος με την στολή της ασφάλειας.
Εσύ βολεύεσαι και αναπαύεσαι, εγώ στην θέση σου θα ντρεπόμουνα.
Έτσι την θες, τρομαγμένη και αιχμάλωτη;
Α! Και κάτι τελευταίο.

Κλείδωσε την πόρτα σου καλά, αν αυτό σε ησυχάζει, άλλα να φοβάσαι!
Να φοβάσαι, γιατί το μυαλό της δεν μπορείς, με κανένα κλειδί, σε κανένα κλουβί, με κανένα τίτλο ιδιοκτησίας και με κανένα εκβιασμό, να το κρατήσεις εκεί.
Να φοβάσαι, γιατί η ψυχή της θα λείπει πάντα από το καλά φτιασιδωμένο κάδρο σου, γιατί την αλήθεια για τον λόγο που είναι εκεί μέσα τώρα δεν θα την μάθεις ποτέ σου.
Και μην πιστέψεις ότι σε μισώ ή έχω κόντρα μαζί σου, ότι ζηλεύω την θέση σου και τα όπλα που έχεις.
Άπλα σε λυπάμαι…και εγώ και εκείνη!

Ο εννιάλογος της πραγματικά ερωτευμένης γυναίκας

Απόψε θα αναφερθώ στην γυναίκα που είναι ερωτευμένη ψυχή τε και σώματι, κι όχι στα λόγια μόνο.

Θα σου μιλήσω φίλε μου για εκείνα τα ξεκάθαρα σημάδια της, που ακόμη κι αν δεν το τολμάει να σου δηλώσει τον έρωτα της, αυτές της οι κινήσεις κι οι συμπεριφορές της, είναι μια δήλωση ξεκάθαρη ότι σε έχει ερωτευτεί.

Η γυναίκα που είναι ερωτευμένη λοιπόν, θεωρεί την αγκαλιά σου το ίδιο σημαντική, αν όχι περισσότερο, με το σεξ. Θέλει την αγκαλιά σου.

Θα την δεις να κουρνιάζει, να την ψάχνει σε κάθε ευκαιρία, να την διεκδικεί. Θα την δεις να την λαχταράει, να την ζητάει, να την προκαλεί. Θα παρακολουθείτε τηλεόραση κι αυτή θα χώνεται στην αγκαλιά σου, θα πλαγιάζετε κι αυτή να κολλάει πάνω σου, θα πιάνει το χέρι σου και θα το τυλίγει στο σώμα της. Θα ουρλιάζει η κάθε της κίνηση ένα “αγκάλιασε με”.

Η ερωτευμένη γυναίκα που λες, παθαίνει επιλεκτική αμνησία, ότι υπήρχε πριν από εσένα, μαγικά παύει να υπάρχει, κι υπάρχεις μόνο εσύ για εκείνη. Δεν θυμάται το χθες, δεν αναφέρεται πια σε αυτό, δεν το νοσταλγεί, δεν υπάρχουν οι πρώην της στα social της, δεν υπάρχουν στις επαφές της, δεν υπάρχουν πουθενά στα κάδρα της. Αυτόματα μέσα της γίνεται η σύγκριση, κι εσύ τους έχεις νικήσει όλους κατά κράτος, τους έχεις εξαφανίσει.

Η γυναίκα που σε έχει ερωτευτεί μιλάει στις φίλες της για σένα και φωτίζεται ολόκληρη. Σε περιγράφει και αυτό που περιγράφει δείχνει εξωγήινο, αψεγάδιαστο, ιδανικό, ονειρεμένο.

Θέλει να βγει στον δρόμο και να φωνάξει σε όλους πως είναι δική σου, θέλει να σε δείξει παντού, θέλει να σε φανερώσει.

Μια τέρμα ερωτευμένη γυναίκα, στις πρώτες σας συναντήσεις, είναι αμήχανη, νευρική, σχεδόν αδέξια. Σε κοιτάζει στα μάτια, αλλά δεν μπορεί να σε κοιτάζει για πολύ ώρα, συχνά χαμηλώνει το βλέμμα της, γιατί δεν μπορεί να διαχειριστεί την ένταση αυτών που της προκαλείς. Φτιάχνει συνέχεια τα μαλλιά της, κινείται συνέχεια ή μένει εντελώς ακίνητη, και γέρνει προς το μέρος σου ασυνείδητα. Σε παρακολουθεί με προσοχή και βρίσκει ενδιαφέρον και το πιο άσχετο που θα της πεις.

Η ερωτευμένη γυναίκα από την πρώτη κιόλας στιγμή σε βάζει στα πλάνα της. Σκέφτεται διακοπές μαζί σου, αποδράσεις δικές σας, Σαββατοκύριακα σας.

Δεν μένει ποτέ στο τώρα, δεν της αρκεί το τώρα, δεν σταματάει στο τώρα, σε θέλει σε όλα τα αύριο της. Υπάρχεις στο μέλλον της, στα σχέδια της, στις επιθυμίες της.

Αν δεις γυναίκα να σε περιποιείται, να σε ρωτάει για το πως ήταν η μέρα σου, για το πως νιώθεις, αν είσαι κουρασμένος, αν έχεις φάει, αν κοιμήθηκες αρκετά. Αν την δεις να σε φροντίζει, να σε κακομαθαίνει, να προσπαθεί να προλάβει κάθε σου ανάγκη και να της βγαίνει το ένστικτο της μαμάς από μέσα της. Αν την δεις να είναι στο χώρο σου και να μπαίνει στην κουζίνα, να σου στρώνει το κρεβάτι, να ισιώνει το ριχτάρι στον καναπέ, τότε είναι σίγουρα ερωτευμένη μαζί σου.

Η γυναίκα που σε έχει ερωτευτεί, με το που θα ανοίξει τα μάτια της το πρωί, θα κοιτάξει αν έχει μήνυμα σου. Πριν καν βγει από τα σκεπάσματα, θα σου στείλει την καλημέρα της. Πριν κοιμηθεί, θα σου στείλει μια καληνύχτα, αλλιώς δεν κοιμάται. Θα σε καλεί και θα σου στέλνει σε κάθε ευκαιρία για να σου δείξει ότι σε σκέφτεται, ότι δεν βγαίνεις από το μυαλό της, ότι σε έχει προτεραιότητα.

Η ερωτευμένη γυναίκα φίλε μου, όταν θα είναι μαζί σου θα νιώθει ασφάλεια, θα χαλαρώνει, θα αφήνεται, θα είναι ο εαυτός της, δεν θα σου προσποιείται κάτι άλλο. Θα γίνεται παιδί, θα κάνει βλακείες, θα σε πειράζει, θα τραγουδάει, θα χορεύει, θα παίζει, θα αρχίσει να εκφράζεται.

Θα σου εμπιστευτεί τα μυστικά της, θα σου μιλάει για τις πληγές και τους φόβους της, και για το πως εσύ την κάνεις να σταματάει να φοβάται. Θα σου μιλάει γλυκά, θα έχει νάζι η φωνή της, θα βάζει “μου” στο όνομα σου, στα επίθετα που θα χρησιμοποιεί για εσένα, θα κολλάει κι ένα “μου” στο τέλος τους.

Η γυναίκα που πραγματικά σε έχει ερωτευτεί, θα σου παραδοθεί εντελώς στο κρεβάτι. Θα σου δοθεί ολοκληρωτικά, θα αφήσει κάθε την άμυνα στην άκρη, θα γίνει δική σου. Θα μεγαλώνει τα όρια της, θα πειραματίζεται με εσένα, θα θέλει να σε ικανοποιήσει, κι από αυτό θα παίρνει ικανοποίηση κι η ίδια.

Το σεξ για εκείνη θα είναι έρωτας κι όχι πήδημα, θα είναι προορισμός κι όχι μια ακόμα διαδρομή, θα είναι επιθυμία και λύσσα κι όχι βιολογική ανάγκη, κι όλο αυτό θα το εισπράττεις. Το σεξ μαζί της θα είναι απόλαυση κι όχι συμφωνία, θα είναι αρχή κι όχι τέλος, θα είναι όμορφα πρόστυχο κι όχι φτηνή προστυχιά. Το σεξ θα είναι κάτι άλλο, από όσα γνώριζες μέχρι τώρα, δεν θα είναι σεξ, θα είναι έρωτας και θα στο μάθει εκείνη.

Αν δεις αυτά τα σημάδια λοιπόν αδερφέ, να είσαι βέβαιος πως είναι φουλ ερωτευμένη μαζί σου, μην αμφιβάλεις καθόλου.

Κι αν θες άκουσε με!
 
Αν κι εσύ νιώθεις για εκείνη πράγματα, μην κάνεις την μαλακία και την χάσεις, δεν θα σου τύχει πολλές φορές στην ζωή σου να σε ερωτευτεί πραγματικά μια γυναίκα. Μπορεί πολλές να σε θελήσουνε, μα λίγες θα σε ερωτευτούν πραγματικά.

Άκουσε με που σου λέω, είναι υπέροχες οι στα αλήθεια ερωτευμένες γυναίκες, μα είναι κι ευάλωτες συνάμα, μην παίξεις μαζί τους, μην τις πληγώσεις. Κι αν τα έχεις τα κότσια απόλαυσέ τες, μα να το κάνεις ντόμπρα, αντρίκια κι έντιμα.

Το λίγο γίνεται πολύ όταν ακουμπάει την ψυχή

Οι άνθρωποι χωρίζονται σε δυο κατηγορίες.

Σε εκείνους που δεν μπορείς ποτέ να τους κρατήσεις κακία, που τους συγχωρείς τα πάντα και σε εκείνους που ακόμα κι αν αναπνεύσουν λάθος, τους διαγράφεις οριστικά!
Και πώς να συναγωνιστούν οι μεν τους δε;
Πώς να καλύψουν το κενό;
Είναι αθόρυβοι αυτοί, στέκονται πάντα πλάι σου ακόμα κι από μακριά.
Ζείτε μαζί ακόμα και παγιδευμένοι σε διαφορετικές ζωές.
Ο ένας νιώθει κι ο άλλος αφουγκράζεται.
Ο ένας ζητάει κι ο άλλος τρέχει.
Που ακόμα και στις σιωπές, τίποτα δεν τελειώνει.
Γιατί εκεί που η ψυχή αλητεύει, εκεί που το μυαλό κατακτά, η λογική δεν έχει καμία δουλειά.
Εκεί τα πάντα τα ορίζει η καρδιά.
Και τους ανθρώπους εκεί να τους μετράς. Στην καρδιά.
Στην καρδιά που όταν σε καλεί, τρέχεις.
Στην καρδιά που στα δύσκολα φροντίζει να σου θυμίζει ποιος είναι προτεραιότητα, ποιον θα αναζητήσεις, ποιον θα φωνάξεις να σταθεί μαζί σου.
Σε ποιον στέλνεις το μήνυμα και θα εμφανιστεί χωρίς ερωτήσεις και συζητήσεις. Χωρίς γιατί και επειδή.
Τους ανθρώπους να τους κρατάς στο τέλος.
Ό,τι μένει μέσα σου ζωντανό δεν έχει και τόσο σημασία στην τελική πού είναι, σε ποια ζωή απόκληρο γυρίζει, όσο ένα κομμάτι του είναι μαζί σου.
Δεν ξέρεις πώς τα φέρνει η ζωή.
Το λίγο γίνεται πολύ όταν ακουμπάει την ψυχή.
Γι’ αυτό κλείσε τα μάτια και θα ρθει μόνη της η φιγούρα του ανθρώπου σου.
Κράτησε την, είναι η δική σου πληρότητα.
Και πού ξέρεις, ίσως κάποια στιγμή αγγίξει την πραγματικότητα.
Αν είσαι ο ένας και είμαι η μία, το “μαζί” είναι ο προορισμός τώρα ή κάποια στιγμή.
Μέχρι τότε, θα κλέβουμε στιγμές, όταν πέφτει το βράδυ!

Συνεπιβάτες στα όνειρα, λαθρεπιβάτης στα δικά σου, πλανόδιος στο σκοτάδι..

Περί της τήρησης αποστάσεων

Η απόσταση ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ, ψυχή κάθε ιδιότητας, ζωή κάθε τελειότητας, ευπρέπεια των πράξεων, γλαφυρότητα του λόγου και γοητεία κάθε καλού γούστου, κολακεύει τη νοημοσύνη και αποξενώνει την εξήγηση.

Είναι η λάμψη αυτών των ίδιων των λάμψεων και είναι κάλλος της μορφής. Οι υπόλοιπες ιδιότητες καλλωπίζουν τη φύση, αλλά η τήρηση απόστασης εξαιρεί αυτές τις ίδιες τις ιδιότητες. Συμβαίνει να είναι η τελειότητα της ίδιας της τελειότητας, μια ομορφιά που υπερβαίνει [όλες τις ομορφιές] με οικουμενική χάρη.

Έγκειται σε κάτι το αέρινο, σε μιαν άφατη ευπρέπεια, τόσο στο λέγειν όσο και στο πράττειν, ακόμα και ως προς το σκέπτεσθαι.

[Αυτό το χαρακτηριστικό] είναι έμφυτο κατά το πλείστον και κατά το υπόλοιπο είναι αποτέλεσμα της παρατήρησης. Ως τώρα, ποτέ δεν υποτάχθηκε σε αυθεντίες, ανώτερο πάντα από πάσα τέχνη.

Ως σφετεριστής του γούστου, ονομάστηκε παγιδευτής- επειδή είναι αδιόρατο, ονομάστηκε ύφος· για την περηφάνεια του, ονομάστηκε μπρίο· για την ευπρέπεια του, απόσταση από τα πράγματα- για την ευκολία του, αταραξία. Όλες αυτές οι απαριθμήσεις ενίσχυσαν την επιθυμία της απόκτησής του και τη δυσκολία να οριστεί το περιεχόμενό του.

Υποτιμάται, όταν συγχέεται με την ευκολία. Αφήνει το εύκολο πολύ πίσω του και προχωρεί ως το παράτολμο. Παρ’ όλο που κάθε τήρηση απόστασης προϋποθέτει απαλλαγή [από δυσκολίες και υποχρεώσεις], στην ουσία προσθέτει τελειότητα.

Οι πράξεις έχουν τη δική τους Ειλείθυια- και οφείλεται στην τήρηση αποστάσεων το γεγονός ότι βλέπουν με επιτυχία το φως του κόσμου, επειδή αυτή η απόσταση τις γεννάει για να λάμψουν.

Δίχως [την απόσταση από τα πράγματα], η καλύτερη υλοποίηση μιας πράξης είναι νεκρή, η καλύτερη τελειότητα ανούσια. Επειδή ούτε εκ του μακρόθεν δεν πρόκειται για παρελκόμενο, ορισμένες φορές δεν είναι άλλο από το ουσιώδες. Δεν εξυπηρετεί μόνο το στολισμό [μιας πράξης], αλλά επιπλέον υπογραμμίζει τη σημασία της.

Γιατί αν είναι η ψυχή του ωραίου, είναι το πνεύμα της φρόνησης. Αν είναι η πνοή της λαμπρότητας, είναι η ζωή της ευψυχίας.

Η τήρηση αποστάσεων συνοδοιπορεί εξίσου στην περίπτωση ενός στρατηγού όταν βαδίζει στο πλευρό της αξιοσύνης του, όπως και στην περίπτωση ενός βασιλιά, βαδίζοντας παράλληλα προς τη φρόνησή του.

Δεν διακρίνεται λιγότερο την ώρα της μάχης από την ανέμελη ατρομησία απ’ ό,τι από τη δεξιότητα και την ανδρεία. Η τήρηση αποστάσεων καθιστά πρωτίστως έναν αρχηγό άρχοντα του εαυτού του- και στη συνέχεια, αφέντη των πάντων.

Δεν φτάνει στο επίπεδο της ισοστάθμισης· έτσι, δεν υπάρχει τρόπος να εκτιμήσει κανείς την αδιατάρακτη απόσταση από τα πράγματα που διατηρούσε εκείνος ο μέγας νικητής βασιλέων, ο καλύτερος ανταγωνιστής του Ηρακλή, ο δον Φερνάντο δε Αβάλος. Αυτό [το πλεονέκτημα] κατακραύγασε η επιδοκιμασία στο θέατρο της Παβίας.

Είναι τόσο περήφανη η τήρηση αποστάσεων όταν πηγαίνει κανείς καβάλα όσο είναι μεγαλοπρεπής όταν κανείς κάθεται στο θρόνο. Ως και επί καθέδρας ακόμα, προσφέρει [συμπλήρωμα] τόλμης στην οξύνοια.

Ηρωική υπήρξε η απαλλαγή εκείνου του Γάλλου Θησέα, [εννοώ] τον Ερρίκο Δ', αφού με τον χρυσό μίτο της απόστασης από τα πράγματα κατάφερε να ξεγλιστρήσει από τέτοιο πολύπλοκο λαβύρινθο.

Η τήρηση αποστάσεων έχει επίσης εφαρμογή στην πολιτική. Και προς επίρρωση αυτού, εκείνος ο πνευματικός μονάρχης της οικουμένης έφτασε να πει: «Υπάρχει άλλος κόσμος προς διακυβέρνηση;»

H μαύρη παιδαγωγική της καταπίεσης, της βίας και πρόκλησης ψυχικής βλάβης στα παιδιά

«Μαύρη παιδαγωγική», ή αλλιώς, «δηλητηριώδης παιδαγωγική», ονομάζεται η παιδαγωγική της καταπίεσης, της βίας και πρόκλησης ψυχικής βλάβης στα παιδιά. Ο αρχικός όρος προέρχεται από τη Γερμανία, όπου η μαύρη παιδαγωγική ασκείται κυρίως σε μεγάλη έκταση από τα τέλη του 18ου αι. και κατά τον 19ο αιώνα. Μια τέτοια συμπεριφορά απέναντι στα παιδιά σχετιζόταν κυρίως με την αντίληψη ότι τα παιδιά έχουν φύση με διαβολικά στοιχεία που πρέπει να χειραγωγηθεί και να εξαλειφθούν.

Η μαύρη παιδαγωγική βασίζεται στη βία και είναι μία μέθοδος διαπαιδαγώγησης, μία στρατηγική, που περιλαμβάνει πολλές και διαφορετικές εφαρμογές.

Μία βασική εφαρμογή της είναι η σωματική κακοποίηση του παιδιού. Η σωματική κακοποίηση, το ξύλο, είναι μία πρακτική που μέχρι και πρόσφατα θεωρείτο αποδεκτή. Γι αυτό και στις σχολικές τάξεις, ως τη δεκαετία του ’80, ήταν απαραίτητη η ύπαρξη του χάρακα-βέργας για τη σωματική τιμωρία των άτακτων ή αδιάβαστων μαθητών. “Το ξύλο που βγήκε από τον παράδεισο” είχε ως στόχο την εξάλειψη αυτού του δαιμονικού στοιχείου της παιδικής ηλικίας. Δυστυχώς, μόνο πρόσφατα από δουλειές ψυχολόγων, έγιναν αντιληπτές οι συνέπειες της σωματικής κακοποίησης των παιδιών στον ψυχισμό τους.

Η βασικότερη όλων είναι η ταπείνωση και το πλήγμα στο ναρκισσισμό του παιδιού που παραμένει ανεξίτηλο τραύμα στη ζωή του.

Μια άλλη εφαρμογή της είναι η ταπείνωση του παιδιού με τρομοκρατία. Ο γονιός εμφανίζεται στα μάτια του παιδιού του ως ένα τέρας που απειλεί τη σωματική και ψυχική ακεραιότητά του. Οι πολύ δυνατές φωνές πλήττουν εξίσου τον ψυχισμό του παιδιού. Ο καθένας μας μπορεί να αντέξει ένα ερέθισμα ως έναν βαθμό έντασης. Από το σημείο αυτό και μετά, επιστρατεύονται πιο πρωτόγονοι μηχανισμοί άμυνας με στόχο την επιβίωση, όπως η αποσύνδεση, η σχάση και η διάσπαση που αδειάζουν την πράξη από το νόημά της. Τότε είναι πιθανή και η είσοδος στην ψύχωση.

Ταπείνωση, ακύρωση του παιδιού από το γονιό, μπορεί να γίνει και με άλλους τρόπους, όπως είναι η προσβολή μπροστά σε τρίτους.

Μία άλλη εφαρμογή μαύρης παιδαγωγικής είναι η χρήση μέσων. Τέτοιο είναι το παράδειγμα του “μπαμπούλα”, του “μεσημερά” και άλλων παρόμοιων φαντασιακών φιγούρων ή σεναρίων, που επιστρατεύονται με στόχο τη συμμόρφωση μέσω του φόβου.

Χαρακτηριστικό δείγμα τέτοιας διαμεσολάβησης είναι τα παραμύθια που επινόησε ο γιατρός Heinrich Hoffmann στα μέσα του 19ου αιώνα για να συμμορφώσει αρχικά τον γιο του.

Τα εικονογραφημένα παραμύθια του κυκλοφόρησαν στη Γερμανία υπό τον τίτλο: “Ο Struwwelpeter (=ο Πέτρος ο μαλλιάς) και άλλες αστείες ιστορίες”. Από τον κεντρικό ήρωα (ή καλύτερα αντι-ήρωα) δόθηκε η έμπνευση για την επινόηση του κινηματογραφικού “Ψαλιδοχέρη” που ενσάρκωσε ο Johnny Depp. Τα παραμύθια αυτά χαρακτηρίζονται από μικρά κείμενα και λίγες εικόνες. Είναι αυτοτελή και συμπυκνωμένα.

Τόσο οι εικόνες, όσο και το κείμενο έχουν ως στόχο τη συμμόρφωση του παιδιού στον λόγο του ενήλικα προκειμένου να γλυτώσει τον καταστροφικό θάνατο.

Όλα αυτά τα παραμύθια έχουν κακό τέλος. Η εικονογράφηση είναι πράγματι τρομακτική, καθώς μπορεί στην τελευταία εικόνα να βλέπουμε το παιδί στάχτη από κεραυνό, ή με κομμένα χέρια ή άλλα μέλη από φιγούρες εξωπραγματικές που εμφανίζονται μετά την αταξία για να επαναφέρουν την τάξη μέσα από την τιμωρία.

Ο στόχος της μαύρης παιδαγωγικής είναι η ενδοβολή του υπερεγώ στο παιδί και η τιθάσευση της ενόρμησης. Το υπερεγώ είναι το σύστημα απαγορεύσεων και κανόνων που διαθέτει ο ενήλικας, το σχολείο, Ωστόσο, αξίζει να σταθούμε και σε άλλη μία πτυχή αυτών των παραμυθιών. Πρόκειται για το ότι το παιδί εμφανίζεται πάντα μόνο του. Τη μητέρα, συνήθως, τη βλέπουμε στην πρώτη εικόνα να φεύγει και να λέει στο παιδί τι πρέπει να κάνει και τι δεν πρέπει. Το προειδοποιεί επίσης για το τι πρόκειται να του συμβεί αν παραβιάσει τον κανόνα.

Αυτό το μοτίβο που επαναλαμβάνεται, της απουσίας του ενήλικα, ίσως να καταδεικνύει και την σημασία που δίνεται στη γρήγορη αυτονόμηση του παιδιού μέσα από την βίαιη ενσωμάτωση του κανόνα, (υπερεγώ).

Η αυτονόμηση του παιδιού είναι σίγουρα ένα ζητούμενο από τον κάθε καλό γονιό. Όμως σε περιπτώσεις όπως αυτή που εξετάζουμε προκαλείται με βια-σύνη και έλλειψη υπομονής από τη μεριά των ενηλίκων.

Είναι άραγε τυχαίο ότι μετά από μία τέτοια παιδαγωγική εμφανίστηκαν δύο φρικαλέοι παγκόσμιοι πόλεμοι που ξεκίνησαν από τη Γερμανία; Το παράδοξο που εμφανίζεται στην ιστορία αυτής της χώρας είναι η πάλη ανάμεσα στο Ιδεώδες του Εγώ, όπως εμφανίζεται από το κίνημα του ρομαντισμού (με τον Γκαίτε, τον Σίλερ κλπ) με το Υπερεγώ, όπως εμφανίζεται μέσα από την υπερβολική αυστηρότητα και τη χρήση της τιμωρίας. Αυτή η αντίφαση είναι τόσο εμφανής από τους άλλους λαούς που οι Κινέζοι ονομάζουν τη Γερμανία (=η χώρα της ηθικής, αλλά ταυτόχρονα και η χώρα της καλοσύνης).

Ωστόσο, η μαύρη παιδαγωγική της τιμωρίας, του αποκλεισμού και της βίας απαντιέται παντού και δεν γνωρίζει σύνορα ή εθνότητες. Δυστυχώς, πολλοί σύγχρονοι γονείς, αλλά και εκπαιδευτικοί, την ασκούν στα παιδιά δημιουργώντας τραυματισμένους ενήλικες.

Συνέπειες μιας τέτοιας αντιμετώπισης είναι ο τραυματισμένος ναρκισσισμός του παιδιού, η διαιώνιση της βίαιης συμπεριφοράς, καθώς το παιδί από θύμα μάλλον θα γίνει θύτης-ή θα συνεχίσει τον ρόλο του θύματος και ως ενήλικας, η εγκατάσταση της οργής και του μίσους είναι επόμενα να εγκατασταθούν στην παιδική και αργότερα στην ενήλικη ψυχή. Η μαύρη παιδαγωγική συνδέεται με όλες τις μορφές ψυχοπαθολογίας και οδηγεί στη δημιουργία δυστυχισμένων ανθρώπων καθώς στρέφεται ενάντια στις αρχές της ζωής.

Οι τραυματισμένοι ενήλικες μπορούν να απαλλαγούν από τα τραύματα του παρελθόντος μόνο εφόσον τα συνειδητοποιήσουν και θελήσουν να σπάσουν το φαύλο κύκλο της βίας μέσα από μία θεραπευτική διαδικασία που επιτρέπει την επεξεργασία και τη νοηματοδότηση. Μόνο τότε η επόμενη γενιά μπορεί να ελευθερωθεί από το κρίμα των προγόνων και να μπει τέλος στην επανάληψη του τραύματος.

Ψυχική ηρεμία: Δάμασέ την

Φρίκες φάγαμε. Άγχος νιώσαμε. Μετά ηρεμήσαμε για λίγο. Μετά φτου και από την αρχή. Είναι δυνατόν άραγε κάποιος να τελειοποιήσει την αρετή της ψυχικής ηρεμίας;

Για να λύσεις το πρόβλημα πρέπει να γίνεις ένα με το πρόβλημα. Είτε το βλέπεις σαν φίλο είτε σαν εχθρό. Όπως καθετί στη ζωή λοιπόν έτσι και τα προβλήματα έχουν αρχή μέση και τέλος. Ας το πιάσουμε λοιπόν από την αρχή. Τι είναι ακριβώς η ψυχική ηρεμία; Συναίσθημα, τρόπος ζωής, μια στιγμή; Αν κάποια στιγμή νιώθουμε ότι την έχουμε, γιατί έπειτα μεταβάλλεται;

Η ψυχική ηρεμία είναι άμεσο συνεπακόλουθο της ψυχικής υγείας. Αν έχεις το πρώτο έχεις και το δεύτερο. Αλυσίδα. Μαθηματικά.

Μιλάς με γρίφους δάσκαλε.

Το να καταφέρουμε να διατηρούμε την ψυχική μας ηρεμία καθημερινά παρά τα όσα συμβαίνουν γύρω μας, κοινωνικό άγχος, κακία, αδικία, λύπη και γενικότερα με την αβεβαιότητα που μας διακατέχει για το αύριο, μοιάζει όχι απλά κατόρθωμα, αλλά χρυσό μετάλλιο στα 400 μέτρα πεταλούδα χωρίς να ξέρουμε κολύμπι. Εκεί που κάθεσαι ήσυχος και αμέριμνος όλο και κάποιο καινούριο βελάκι σε διαπερνάει, ερχόμενο με τη σειρά του να ενισχύσει όλα τα παραπάνω. Όμως, ας αναρωτηθούμε, γιατί το αφήνουμε να συμβαίνει; Διότι, εν μέρει, το άγχος εμείς το δημιουργούμε. Το θρέφουμε μέσα μας σαν ένα μικρό παράσιτο και όταν νιώθουμε να πιεζόμαστε από μία κατάσταση ή συμβάν το απελευθερώνουμε προς τα έξω, δυσκολεύοντας έτσι τον εαυτό μας. Αυτή η κατάσταση όμως δυσχεραίνει συνεχώς τη καθημερινή μας ζωή προκαλώντας τριβές στη ψυχολογία μας.

Και για πες ρε γέρο σοφέ μπορούμε πραγματικά να βγάλουμε από μέσα μας ή έστω να το ελαττώσουμε; Ποια είναι η μυστική συνταγή;

Μυστικές συνταγές υπάρχουν στα παραμύθια και στη φαντασία μας δυστυχώς και μόνο. Για να αποκτήσουμε την ψυχική ισορροπία και ηρεμία που χρειαζόμαστε, αρχικά πρέπει απλά να χαλαρώσουμε λίγο. Κάθε άνθρωπος ηρεμεί με διαφορετικά πράγματα. Μερικοί άνθρωποι ηρεμούν για παράδειγμα με μια απλή βόλτα με το αυτοκίνητο το βράδυ ακούγοντας μουσική. Άλλοι πηγαίνοντας γυμναστήριο. Όλοι έχουμε την ανάγκη πού και πού να ξεφεύγουμε από την πραγματικότητα, από όλους και από όλα. Μια σημαντική παρότρυνση από εμέ προς εσάς είναι να μην πηγαίνουμε ποτέ για ύπνο γεμάτοι έννοιες ή κουρασμένοι ψυχολογικά. Κρίνεται επιτακτικό να καταχωνιάζουμε κάθε θέμα που υπάρχει μέσα στο κεφάλι μας πριν ξαπλώσουμε στο συρτάρι του κομοδίνου ώστε να μην ταλαιπωρούμε τον εαυτό μας με τα ίδια θέματα και στα όνειρά μας. Το οφείλεις στον εαυτό σου αν όχι σε εσένα που κάθε μέρα είναι εκεί για σένα ότι και να γίνει. Και κομοδίνο να μην έχεις πέταξε τα στο πάτωμα δίπλα στα κουβαριασμένα ρούχα σου.

Ένας ακόμα προσιτός σε όλους τρόπος είναι να ξεκινήσετε ένα χόμπι, να βρείτε κάτι που σας γεμίζει για να ασχοληθείτε. Μια συνήθεια που μας γεμίζει χαρά και δημιουργικότητα, συνήθως μας κάνει ακόμα καλύτερους και διώχνει μακριά το άγχος και την πολυπλοκότητα της όλης φάσης. Δοκίμασε κάτι καινούριο ρε παιδί μου τέλος πάντων. Ιδέες και πράγματα υπάρχουν πολλά για να δοκιμάσεις σε αυτόν τον πλανήτη είτε έχεις την οικονομική ευχέρεια είτε όχι. Αφιέρωσε λίγα λεπτά μέσα στην ημέρα και κοίτα τον τοίχο στην τελική άμα βαριέσαι τόσο πολύ. Μπορεί να σου πει κάτι που αύριο να σε κάνει να πάρεις μια βαριοπούλα και να τον σπάσεις. Μεταφορικά μιλάμε πάντα. Μην αρχίσουμε να γκρεμίζουμε τοίχους. Πολεοδομία, πρόστιμα και τα συναφή. Αρκετά έχεις μέσα στο κεφάλι σου ήδη.

Είναι σημαντικό επίσης ότι μας ενοχλεί να βγάζουμε από μέσα μας. Δε νιώθεις άνετα το καλοκαίρι να κοιμάσαι χωρίς ρούχα; Φυσικά και ναι μη κρύβεσαι πίσω από την πατούσα σου. Αν σας ενοχλεί κάτι, μην το κρατάτε μέσα σας, διότι δεν θα βρείτε ποτέ ηρεμία σε ό,τι κι αν κάνετε. Μιλήστε για αυτό, μιλήστε σε κάποιον που εμπιστεύεστε. Στους κοντινούς σας ανθρώπους, στο σκύλο, τη γάτα σας. Ο ψυχολόγος αποτελεί μια καλή ιδέα φυσικά. Μάθετε να εκτιμάτε και να σέβεστε τον εαυτό σας και όταν κάποιος σας προσβάλει μην το αμελείτε, γιατί θα σας γυρίζει μπούμερανγκ και θα σας γεμίσει με ανασφάλειες και ανησυχίες. Μη ξεχνάτε στο τέλος της ημέρας ότι χρειαστείτε είστε δίπλα σας. Ο νοών νοείτω. Όλοι σας δηλαδή. Αποβάλετε από την ημέρα σας ό,τι αρνητικό υπάρχει. Ακόμη και αν δεν μπορείτε να απαλλαγείτε πλήρως από τον ενοχλητικό συνάδελφο στη δουλειά δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Ο εαυτός μας είναι εκεί για εμάς και αναλώνεται σε όποιον το επιτρέπει και μόνο.

Σίγουρα όλα αυτά φαντάζουν ιδανικά όση ώρα κάνουμε παρέα και αύριο θα είναι πάλι μια από τα ίδια. Η Ρώμη δε χτίστηκε σε μια μέρα. Ούτε κανείς ξύπνησε, αποφάσισε πώς θα είναι ήρεμος και έζησε αυτός καλά και εμείς καλύτερα. Άκου το μυαλό σου, μάθε το, έλεγξε το. Είσαι όσο δυνατός αφήνεις τον εαυτό σου να είναι. Μη ξεχνάς μια μέρα άλλωστε πιθανόν να μη θυμάσαι τίποτα από όλα αυτά. Η ζωή είναι ένα ταξίδι. Τα ταξίδια εμείς τα κάνουμε όχι αυτά εμάς. Η πείρα σύμφωνα με τον Αρκά είναι μια χτένα που την αποκτάς όταν είσαι πια φαλακρός. Έχεις καιρό λοιπόν.

Η στάση μας απέναντι στον κίνδυνο

Η στάση μας απέναντι στον κίνδυνο όταν αξιολογούμε τις εναλλακτικές λύσεις είναι διαφορετική. Κάποιοι παίρνουν µεγάλο ρίσκο και κάποιοι μικρό. Η δική µου άποψη είναι ότι πρέπει να παίρνουμε πάντα υπολογισμένο-λογικό ρίσκο. Επειδή, αν δεν πάρουμε ρίσκο στη ζωή, δεν μπορούμε να πάρουμε πρωτοβουλίες, να πειραματιστούμε, να δοκιμάσουμε νέες ιδέες, να καινοτομήσουμε. Αν πάρουμε μεγάλο ρίσκο, µπορεί να έχουμε πολύ δυσάρεστες συνέπειες. Συνεπώς είμαι οπαδός του υπολογισμένου ρίσκου, που πρακτικά θα μπορούσα να το ορίσω µε δύο απλά κριτήρια: πρώτον, το να έχω τις περισσότερες πιθανότητες να βγω κερδισμένος από την επιλογή µου και, δεύτερον, αν τα πράγματα δεν έρθουν όπως τα έχω υπολογίσει µε βάση τις πιθανότητες, να έχω σκεφτεί πώς θα τα αντιμετωπίσω (πιθανά εναλλακτικά σχέδια), ώστε να µην έχω πολύ αρνητικές ή και καταστροφικές συνέπειες. 

Σημαντικό επίσης στοιχείο, όταν αξιολογώ τις εναλλακτικές µου επιλογές και τις πιθανότητες του οφέλους και του κόστους, είναι να λαμβάνω υπόψη µου ως κριτήριο το κατά πόσο µια επιλογή µου, που πιθανόν να µην έχει τα αποτελέσματα που προσδοκώ, αποκλείει ή δεν αποκλείει τις επόμενες επιλογές µου. Για παράδειγμα, αν σπουδάσω γιατρός και δε βρω δουλειά, είναι πολύ δύσκολο να κάνω κάτι άλλο. Αντίθετα, αν σπουδάσω μαθηματικά, μπορώ να έχω περισσότερες επιλογές, κάνοντας κάποιο εξειδικευμένο μεταπτυχιακό ή ακολουθώντας διαφορετικές επαγγελματικές διαδρομές.

Τις επιλογές κάνει και τις λύσεις δίνει το μυαλό µας. Αν το αντικείμενο της επιλογής είναι το αν θα πιείτε τον καφέ σας ζεστό ή κρύο, τότε ξεχάστε όσα προαναφέρθηκαν, καθώς το ζήτημα δεν αξίζει τον κόπο και τον χρόνο να το σκεφτείτε τόσο διεξοδικά. Αν, όμως, ένα πρόβλημα αξίζει τον κόπο να το σκεφτείτε έστω δεκαπέντε λεπτά, τότε αφιερώστε τα πρώτα λίγα λεπτά για να το ορίσετε όσο γίνεται καλύτερα, κατόπιν μερικά λεπτά για να βρείτε όσο περισσότερες και πιο έξυπνες εναλλακτικές λύσεις γίνεται και, στη συνέχεια, λίγα λεπτά για να τις αξιολογήσετε και να επιλέξετε την καλύτερη. Τρίτον, στη ζωή υπάρχουν μερικά προβλήματα ή ζητήματα που δεν μπορούμε να τα προσεγγίσουμε µε τη συγκεκριμένη διαδικασία, επειδή δε διαθέτουμε τις αναγκαίες πληροφορίες ή υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα ή τα προβλήματα είναι ασαφή και αδόμητα.

Η επιδεικτική κατανάλωση είναι πανθομολογούμενο χαρακτηριστικό των νεόπλουτων όλων των χωρών και των ηλικιών

Οι οικονομολόγοι και οι κοινωνιολόγοι έχουν εντοπίσει τρεις τύπους καταναλωτικής δαπάνης που αποσκοπούν στην ενίσχυση του κοινωνικού κύρους. Οι λεπτομέρειες είναι τεχνικές αλλά οι μηχανισμοί γνωστοί. Τα «αγαθά του συρμού» ή «αγαθά του μιμητισμού» είναι τα αγαθά που είναι επιθυμητά επειδή οι άλλοι ήδη τα έχουν. Η επιθυμία για τα εν λόγω αγαθά μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στα αισθήματα ζηλοφθονίας που γεννιούνται στα άτομα, μπορεί όμως να εκφράζει και τη θέλησή τους να εναρμονιστούν με το σύνολο. Και οι δύο αυτές επιθυμίες είναι ιδιαίτερα έντονες στα παιδιά, προκαλώντας τους γονείς να εργάζονται σκληρότερα από ό,τι θα δούλευαν, για να τα ικανοποιήσουν. Τα «αγαθά του σνομπισμού» είναι τα αγαθά που είναι επιθυμητά, επειδή οι άλλοι δεν τα έχουν. Τα αγαθά αυτά καλύπτουν την επιθυμία των ανθρώπων να είναι διαφορετικοί, εκλεκτοί, να ξεχωρίζουν από «το πλήθος». Δεν είναι κατ’ ανάγκην τα πιο ακριβά αγαθά, αλλά είναι ενδεικτικά της ανώτερης καλαισθησίας των κατόχων τους. Στα σύγχρονα παραδείγματα μπορεί να περιλαμβάνονται σκοτεινά αντεργκράουντ συγκροτήματα, καλτ κινηματογραφικές ταινίες και έθνικ εστιατόρια. Οι δύο παραπάνω κατηγορίες αγαθών δεν αποκλείουν φυσικά η μια την άλλη: πολλά αγαθά του σνομπισμού μεταλλάσσονται συν τω χρόνω σε αγαθά του συρμού με αποτέλεσμα να εγκαταλείπονται από τους πραγματικά σνομπ. Η τέχνη και η μόδα είναι δύο χώροι όπου ο αέναος αυτός κύκλος κάνει αισθητή την παρουσία του.

Σχέση αλληλοεπικάλυψης τόσο με τα αγαθά σνομπισμού όσο και με αυτά του συρμού έχουν τα λεγάμενα «αγαθά Veblen», που οφείλουν το όνομά τους στον μεγάλο αμερικανό θεωρητικό της επιδεικτικής κατανάλωσης Thorstein Veblen. Πρόκειται για πανάκριβα αγαθά, ευρέως γνωστά με την ιδιότητά τους αυτή, στην πραγματικότητα δεν αποτελούν παρά διαφήμιση του πλούτου. Στον ιεραρχικό ακόμη κόσμο των επιχειρήσεων, η θέση στην οποία ταξιδεύει ένα άτομο -στην πρώτη θέση, την επιχειρηματική ή την οικονομική- σηματοδοτεί τη βαθμίδα του ατόμου στην εταιρεία. Ένα άλλο βεμπλενικό φαινόμενο είναι το λεγόμενο «φαινόμενο του εντυπωσιασμού». Η απήχηση που έχουν οι επώνυμες φίρμες που προτιμούν οι διασημότητες οφείλεται κατά μεγάλο μέρος (αν όχι εξ ολοκλήρου) στο ότι είναι ευρέως γνωστό ότι κοστίζουν πολλά χρήματα: όσο υψηλότερη η τιμή μιας φίρμας τόσο λιγότεροι αυτοί στους οποίους απευθύνεται. Αν μειωθεί η τιμή της, ενδεχομένως θα μειωθεί και η ζήτηση για αυτή. Η όλη κατάσταση περιγράφεται εύστοχα σε ένα ρωσικό ανέκδοτο: Συναντιούνται δύο νεόπλουτοι. «Πόσο κόστισε η γραβάτα σας;» ρωτά ο ένας. «Χίλια δολάρια» απαντά ο άλλος. «Κρίμα» λέει ο πρώτος, «η δική μου κόστισε δύο χιλιάδες». Η επιδεικτική κατανάλωση είναι πανθομολογούμενο χαρακτηριστικό των νεόπλουτων όλων των χωρών και όλων των ηλικιών.

Η επιτυχία στον ανταγωνισμό για κοινωνική άνοδο σηματοδοτείται συνήθως από περισσότερο αφειδή κατανάλωση, αυτό όμως δεν είναι κατ’ ανάγκην, αλλά ούτε και χρειάζεται να είναι, το κίνητρο για τη δημιουργία ανταγωνισμού. Στις μέρες μας δεν είναι απαραίτητο να επιδεικνύει κανείς τα χρήματά του αγοράζοντας πανάκριβα αγαθά, μιας και ο πλούτος θεωρείται από μόνος του επαρκής ένδειξη της επιτυχίας ενός ατόμου. Σε παλαιότερες εποχές ο βασικός τρόπος που διέθετε κάποιος για να γνωστοποιήσει στους άλλους τον πλούτο του ήταν να ξοδεύει χρήματα, όταν όμως άρχισαν να δημοσιεύονται λίστες κατάταξης των πλουσίων, όπως η Sunday Times Rich List, που περιλαμβάνουν αναλυτικές καταστάσεις των εισοδημάτων και των περιουσιακών τους στοιχείων, ο ανταγωνισμός για τα χρήματα απαγκιστρώθηκε από τον ανταγωνισμό για τα αγαθά. Στα ανώτερα κλιμάκια του επιχειρηματικού κόσμου, τα χρήματα επιζητούνται όχι μόνο ως μέσο για την προαγωγή της κατανάλωσης αλλά και ως ένδειξη ενός κορυφαίου επιτεύγματος. Όπως έχει πει ο Η. L Hunt, στην εποχή του ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους στον κόσμο, το χρήμα είναι «απλώς ένας τρόπος για να κρατάει κανείς το σκορ».

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι μερικές μορφές συσχετιστικής κατανάλωσης μπορεί να έχουν ευεργετικά αποτελέσματα. Μεγάλο μέρος της φιλανθρωπικής δράσης απορρέει από την επιδεικτική κατανάλωση. Η επιθυμία εντυπωσιασμού των άλλων με τον πλούτο, τη δύναμη ή την καλαισθησία έχει κοσμήσει τις πόλεις μας με σημαντικά κτίρια και έχει υπαγορεύσει την ανάθεση στους δημιουργούς τους των περισσότερων έργων τέχνης που βλέπουμε στα μουσεία μας. Στις μέρες μας, η ίδια κινητήρια ώθηση είναι εμφανής στον ανταγωνισμό μεταξύ των αμερικανικών δισεκατομμυριούχων στο επίπεδο των φιλανθρωπικών δωρεών. Ωστόσο, όπως έχει επισημάνει ο φίλος του Keynes τεχνοκριτικός Roger Fry, μόνο σε περιόδους υψηλού πολιτισμικού επιπέδου ο σνομπισμός έχει παραγάγει μα κρίσιμη μάζα αντικειμένων επιθυμητών γι’ αυτό που αντιπροσωπεύουν και μόνο. Οι περισσότερες ευεργεσίες της εποχής μας οφείλουν να δικαιολογούνται επί τη βάσει ωφελιμιστικών σκοπών.

Οι ελέφαντες φωνάζουν ο ένας τον άλλο με το «όνομά» τους

Σε μια εκπληκτική ανακάλυψη προχώρησαν επιστήμονές από την Κένυα καθώς βρήκαν στοιχεία πως οι άγριοι ελέφαντες της Σαβάνας, έχουν ξεχωριστά «ονόματα» για κάθε ένα μέλος της αγέλης τους, τα οποία καλούν με συγκεκριμένους ήχους όταν επικοινωνούν.

Η μελέτη δεν έχει περάσει ακόμα από peer-review, αλλά αν τα αποτελέσματα επιβεβαιωθούν και αναπαραχθούν, θα πρόκειται για το μόνο γνωστό ζώο πέρα από τον άνθρωπο που χρησιμοποιεί ονόματα.

Τα δελφίνια καλούν επίσης συγκεκριμένα μέλη μιμούμενα το μοναδικό συριγμό τους, αλλά είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που κάνουν οι άνθρωποι.

Τα ονόματα των ανθρώπων δε βασίζονται σε μιμήσεις μοναδικών ήχων που κάνουμε, αλλά είναι κάτι αόριστο που βασίζεται σε πολιτισμικές πρακτικές και αξίες. Και αυτό φαίνεται πως ισχύει και για τους ελέφαντες.

Ξέρουμε πως οι ελέφαντες επικοινωνούν με δυνατούς θορύβους που μοιάζουν με τρομπέτα, αλλά στην πλειοψηφία των επικοινωνιών τους χρησιμοποιούν χαμηλής συχνότητας ήχους οι οποίοι δε γίνονται αντιληπτοί από τον άνθρωπο και μπορούν να μεταφέρουν μηνύματα σε άλλους ελέφαντες έως και έξι χιλιόμετρα μακριά.

Οι ερευνητές κατέγραψαν ώρες τέτοιων επικοινωνιών σε δύο διαφορετικές τοποθεσίες στην Κένυα. Στο σύνολο των 625 ξεχωριστών ήχων που κατέγραψαν, ορισμένοι ήταν σε μεγάλη απόσταση και οι υπόλοιποι ήταν χαιρετισμοί οι οποίοι λαμβάνουν χώρα όταν οι ελέφαντες συναντιούνται ξανά μετά από κάποιο διάστημα που ήταν χωριστά.

Χρησιμοποιώντας ένα μοντέλο εκμάθησης μηχανής, οι ερευνητές μπόρεσαν να προβλέψουν με επιτυχία προς ποιο μέλος της αγέλης κατευθυνόταν ο ήχος και ποιοι συγκεκριμένοι ήχοι αντιστοιχούσαν σε συγκεκριμένους παραλήπτες.

Όταν οι επιστήμονες αναπαρήγαγαν κάποιους από τους ήχους σε 17 ελέφαντες, αυτοί κινήθηκαν γρήγορα στο άκουσμα του δικού τους “ονόματος” και απάντησαν με δικούς τους ήχους. Αυτά τα ονόματα μάλιστα φαίνεται να παραμένουν σταθερά για τα μέλη του κοπαδιού.

Οι ειδικοί θεωρούν πως οι ήχοι των ελεφάντων κωδικοποιούν μία ευρεία συλλογή μηνυμάτων, από την ηλικία, το φύλο, τη συναισθηματική κατάσταση και άλλα.

Αντί να συντάσσουν ένα ολόκληρο κάλεσμα, τα ονόματα των ελεφάντων μπορεί να περιέχουν στο κάλεσμα πολλά μηνύματα ταυτόχρονα.

Το περιεχόμενο των πληροφοριών των ονομάτων είναι τόσο πλούσιο που είναι δύσκολο να αναγνωριστούν οι ξεχωριστές ακουστικές παράμετροι που κωδικοποιούνται στην ταυτότητα του παραλήπτη.

Η καλύτερη εκδίκηση είναι να απολαμβάνεις τη ζωή χωρίς αυτούς

Όταν η ψυχή μας είναι πληγωμένη και αισθάνεται πόνο και οργή, είναι πολύ πιθανό να αρχίσει να σκέφτεται να εκδικηθεί ο ίδιος τον άνθρωπο που τον έχει πικράνει. Η εκδίκηση εκείνη τη στιγμή φαντάζει ως ένας τρόπος, ο οποίος θα καταπραΰνει τον πληγωμένο του εγωισμό με το να επιφέρει πόνο στον άνθρωπο που θεωρεί ότι τον προκάλεσε.

Η εκδίκηση είναι μία πράξη, η οποία δεν έχει πραγματική δύναμη, η ικανοποίηση που δίνει είναι εντελώς πρόσκαιρη. Το κακό που μας έχει συμβεί, όσο δυσάρεστη αλήθεια κι αν είναι αυτή, υπάρχει στη ζωή μας και έχει συμβεί. Ό,τι και αν κάνουμε, δε θα μπορέσουμε ποτέ να γυρίσουμε το χρόνο πίσω, το κακό έγινε.

Η εκδίκηση βλάπτει και εμάς, διότι ο άνθρωπος που μας έχει βλάψει, θα αισθανθεί περισσότερο μίσος για εμάς και θα επιδιώξει να μας βλάψει με χειρότερο και πιο επίπονο τρόπο. Είναι σημαντικότερο, όσο και αν μας έχει πονέσει κάτι, να το αφήνουμε πίσω μας, παρά να ζούμε διαρκώς με το φόβο του τι κακό θα σκεφτεί ο άλλος για να πράξει σε εμάς.

Η εκδίκηση είναι μία μάταιη πράξη, διότι πρώτα από όλα βλάπτει εμάς και την ψυχή μας. Ουσιαστικά, λερώνεις την ψυχή σου και χάνεις τον εαυτό σου σε μία ατέρμονη προσπάθεια να βλάψεις έναν άλλον άνθρωπο.

Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, να χάνεις τη ζωή σου, να ξοδεύεις τον πολύτιμο χρόνο σου και να γεμίζεις όλη σου την ψυχή με μίσος. Δεν αξίζει να χάνεις την πολύτιμη ζωή σου για ανθρώπους που δεν το αξίζουν. Με το να εκδικείσαι, δείχνεις στον άλλον πως η κακία του έχει νικήσει και αλλοίωσε τον δικό σου χαρακτήρα.

Η ίδια η ζωή κρύβει μέσα της δικαιοσύνη. Αργά ή γρήγορα, ο κάθε άνθρωπος θα κληθεί να βρεθεί αντιμέτωπος με τις δικές του πράξεις και να λογοδοτήσει με αυτές με καλύτερο τρόπο από τα δικά μας σχέδια. Μπορούμε λοιπόν να αφήσουμε τη ζωή, το σύμπαν, το θεό, οπουδήποτε πιστεύει κάποιος, για να ανταποδώσει το κακό σε εκείνον που μας έχει βλάψει και να μη λερώσουμε εμείς τη δική μας ψυχή.

Η εκδίκηση δεν είναι μία πράξη που επιφέρει γαλήνη, δεν προσφέρει ανακούφιση και προάγει το μίσος. Ας εξασκηθούμε στο πολύτιμο δώρο της συγχώρεσης, το οποίο θα μας ευεργετήσει σωματικά και ψυχικά.

Αριστοτέλης: «Αθηναίων Πολιτεία». Οι τρεις φατρίες. Η Τυραννία του Πεισίστρατου

Την μεν λοιπόν αποδημίαν επεχείρησε δι’ αυτά τα αίτια. Ότε δε απεδήμησεν ο Σόλων, ενώ η πόλις ευρίσκετο ακόμη εις ταραχάς, επί τέσσαρα μεν έτη επέρασεν ο λαός ήσυχα· κατά δε το πέμπτον έτος μετά την αρχοντίαν του Σόλωνος δεν ανηγόρευσαν άρχοντα εξ αιτίας της στάσεως, και πάλιν κατά την διάρκειαν του πέμπτου έτους ένεκα του λόγου τούτου έμειναν εις αναρχίαν. Κατόπιν δε τούτων εις την εποχήν περίπου εκείνην ο Δαμασίας εκλεχθείς άρχων διετέλεσε τοιούτος επί δύο έτη και δύο μήνας, έως ου εξεδιώχθη της αρχής διά της βίας. Έπειτα δε απεφάσισαν, επειδή ευρίσκοντο εις διάστασιν, να εκλέξουν δέκα άρχοντας, πέντε μεν από την τάξιν των ευπατριδών, τρεις δε από την τάξιν των αγροτών, δύο δε από την τάξιν των επαγγελματιών (δημιουργών) και ούτοι (οι δέκα άρχοντες) έμειναν εις την εξουσίαν το έτος το μετά την αρχοντίαν του Δαμασία. Είναι δε φανερόν ότι μεγίστην είχε δύναμιν ο άρχων εκ του γεγονότος ότι διαρκώς ηγείρετο στάσις προς απόκτησιν αυτού του αξιώματος. Εξηκολούθουν δε ευρισκόμενοι εις όλως διόλου κακήν πολιτικήν κατάστασιν, άλλοι μεν ως αιτίαν και πρόφασιν έχοντες την αποκοπήν των χρεών (διότι είχε συμβή εις αυτούς να καταντήσουν πένητες), άλλοι δε δυσανασχετούντες εναντίον του πολιτεύματος ένεκα της μεγάλης μεταβολής, η οποία είχε γίνει, μερικοί δε ένεκα της μεταξύ των φιλονικίας· ήσαν δε τρεις αι πολιτικαί μερίδες· μία μεν η μερίς των παραλίων, της οποίας αρχηγός ήτο ο Μεγακλής ο υιός του Αλκμέωνος, οι οπαδοί δε της μερίδος αυτής εφαίνοντο να στέργουν κυρίως τον μετριοπαθή τύπον πολιτεύματος· άλλη δε μερίς ήτο των πεδινών, οι οποίοι εζήτουν την ολιγαρχίαν, αρχηγός δε αυτών ήτο ο Λυκούργος· τρίτη δε μερίς ήτο των διακρίων, της οποίας την ηγεσίαν είχεν ο Πεισίστρατος, φαινόμενος να είναι παραπολύ φίλος του λαού. Μαζί δε με τούτους (τους διακρίους) είχον συνταχθή και οι απελευθερωθέντες από τα χρέη ένεκα της πτωχείας των[1] και οι μη γνήσιοι την καταγωγήν ένεκα του φόβου των·[2] απόδειξις δε τούτου είναι ότι μετά την καθαίρεσιν των τυράννων έκαμαν (οι Αθηναίοι) εκκαθάρισιν[3] των εχόντων πολιτικά δικαιώματα, επί τω λόγω ότι ουχί νομίμως υπήρχον πολλοί μετέχοντες των πολιτικών δικαιωμάτων. Είχε δε καθεμία πολιτική μερίς την ονομασίαν της από τους τόπους, τους οποίους εκαλλιέργουν οι οπαδοί της.

ΤΥΡΑΝΝΙΑ ΠΕΙΣΙΣΤΡΑΤΟΥ

Ο Πεισίστρατος δε φαινόμενος να είναι εξόχως φίλος του λαού και έχων μεγάλως ευδοκιμήσει εις τον πόλεμον κατά των Μεγαρέων, κατώρθωσε τραυματίσας σοβαρώς τον εαυτόν του να πείση τον λαόν ότι αυτά (τον τραυματισμόν δηλαδή) είχε πάθει από τους αντιθέτους, ώστε να δοθή εις αυτόν σωματοφυλακή, αφού επρότεινε το σχετικόν ψήφισμα ο Αριστίων. Λαβών δε τους ονομαζομένους ροπαλοφόρους[4] και μετ’ αυτών στραφείς εναντίον του λαού κατέλαβε την ακρόπολιν, το τριακοστόν δεύτερον έτος μετά την θέσπισιν των νόμων, επί Κωμέου άρχοντος. Λέγεται δε ότι ο Σόλων, ότε ο Πεισίστρατος εζήτησε σωματοφυλακήν προς ασφάλειάν του, αντέκρουσε την αίτησιν και είπεν ότι (ο Πεισίστρατος δεν είχεν ανάγκην σωματοφυλακής, διότι) τούτων μεν ήτο σοφώτερος, εκείνων δε ανδρειότερος· ήτοι όσοι μεν[5] δεν εννοούσιν ότι ο Πεισίστρατος επιδιώκει να γίνη τύραννος, απ’ αυτούς είναι σοφώτερος, όσοι δε γνωρίζοντες καλώς τούτο τηρούν σιωπήν, απ’ αυτούς είναι ανδρειότερος.[6] Αφού δε λέγων αυτά δεν κατόρθωσε να πείση τον λαόν, αφαιρέσας απ’ επάνω του τα όπλα (και κρεμάσας) προ των θυρών (της οικίας του) είπεν ότι αυτός μεν είχε παράσχει βοήθειαν εις την πατρίδα όσον του ήτο δυνατόν, (διότι τότε πλέον ήτο πολύ γέρων), έχει δε την αξίωσιν και οι άλλοι ομοίως να πράξωσιν. Ο Σόλων μεν λοιπόν τίποτε δεν κατώρθωσεν επιμόνως συμβουλεύων· ο δε Πεισίστρατος αναλαβών την εξουσίαν εκυβέρνα τα κοινά κατά φιλελεύθερον μάλλον τρόπον παρά τυραννικόν. Ενώ δε ακόμη δεν είχεν αρκετά στερεωθή η εξουσία του, συνενωθέντες οι περί τον Μεγακλέα και τον Λυκούργον εξεδίωξαν αυτόν κατά το έκτον έτος μετά την πρώτην αυτού άνοδον εις την εξουσίαν, επί άρχοντος Ηγησίου. Κατά το δωδέκατον δε έτος μετά ταύτα, πανταχόθεν στενοχωρούμενος ο Μεγακλής υπό της αντιθέτου μερίδος, πάλιν αποστείλας προς συμβιβασμόν κήρυκα προς τον Πεισίστρατον, υπό τον όρον να λάβη εις γάμον την θυγατέρα του ο Πεισίστρατος, επανέφερεν αυτόν κατά τρόπον παλαιικόν και πολύ απλοϊκόν. Διότι διαδώσας προηγουμένως σπερμολογίαν ότι τάχα η Αθηνά επανέφερε τον Πεισίστρατον, εξευρών μίαν γυναίκα ωραίαν και μεγαλόσωμον, καθώς μεν λέγει ο Ηρόδοτος από τον δήμον Παιανιέων, καθώς δε μερικοί άλλοι λέγουν από τον δήμον Κωλλυτού, δούλην από την Θράκην[7] πωλούσαν στεφάνους, η οποία ωνομάζετο Φύη, στολίσας δε αυτήν με στολισμόν απομιμούμενον την θεάν την έφερεν εντός της πόλεως μαζί με αυτόν, και ο Πεισίστρατος εισήρχετο επάνω εις άρμα, επί του οποίου με πλήρη πανοπλίαν, πλησίον αυτού εστέκετο ορθή η γυναίκα, οι δε πολίται προσκυνούντες υπεδέχοντο αυτόν με θαυμασμόν.

Η μεν λοιπόν πρώτη επάνοδος εις την πόλιν έγινε κατά τοιούτον τρόπον. Μετά ταύτα δε, αφού δευτέραν φοράν έπεσεν από την αρχήν, κατά το έβδομον μάλιστα έτος από την επάνοδόν του· — διότι όχι πολύν καιρόν έκτοτε διετήρησε την εξουσίαν, αλλά διότι δεν ηθέλησε να λάβη σύζυγόν του την θυγατέρα του Μεγακλέους, φοβηθείς και τας δύο πολιτικάς μερίδας έφυγεν από την πόλιν κρυφά· — πρώτον μεν εκατοίκισεν αυτός με τους ιδικούς του πλησίον του Θερμαίου κόλπου έν μέρος, τα οποίον ονομάζεται Ραίκηλος, εκείθεν δε μετέβη εις τα πλησίον εις το Πάγγαιον (όρος) μέρη, αφ’ όπου αποκτήσας χρήματα και προσλαβών μισθωτούς στρατιώτας, ελθών εις Ερέτριαν πάλιν κατά το ενδέκατον έτος επεχείρησε κατ’ αρχάς να αναλάβη την εξουσίαν διά της βίας, με την πρόθυμον βοήθειαν πολλών μεν άλλων, μάλιστα δε των Θηβαίων και του Λυγδάμιος του Ναξίου, προς δε τούτοις και της τάξεως των ιππέων των κυριαρχούντων εις την Ερέτριαν νικήσας δε εις την μάχην της Παλληνίδος[8] και καταλαβών την αρχήν και αφαιρέσας τα όπλα του λαού κατέλαβε στερεά πλέον την εξουσίαν ως τύραννος· και κυριεύσας την Νάξον κατέστησεν εκεί άρχοντα τον Λύγδαμιν.

Αφήρεσε δε τα όπλα του λαού κατά τον εξής τρόπον. Προσκαλέσας εις το Θησείον ένοπλον συνάθροισιν του λαού ήρχισε να αγορεύη προς αυτούς, εχαμήλωσε δε ολίγον την φωνήν του· ότε δε εφώναξαν ότι δεν ακούουν καλά, επρότεινεν εις αυτούς να αναβούν μαζί του εις το πρόπυλον της Ακροπόλεως, διά ν’ αγορεύση πλέον δυνατά. Ενώ δε εκείνος εξηκολούθει αγορεύων προς τον λαόν, αφαιρέσαντες οι επίτηδες υπ’ αυτού βαλμένοι τα (αποτεθειμένα) όπλα και περιορίσαντες (πολλούς) εις τα πλησίον του Θησείου οικήματα ανήγγειλαν τούτο ελθόντες προς τον Πεισίστρατον. Εκείνος δε, αφού συνεπλήρωσε την άλλην του αγόρευσιν, είπε και διά τα όπλα ότι δεν πρέπει να απορούν διά το πράγμα που είχε γίνει ούτε να δυσανασχετούν, αλλ’ απελθόντες να φροντίζουν διά τας ιδιωτικάς των υποθέσεις, διά δε τας δημοσίας υποθέσεις, όλας, αυτός θα λάβη φροντίδα.

Η μεν λοιπόν τυραννίς του Πεισιστράτου εξ αρχής της εμφανίσεώς της ιδρύθη κατ’ αυτόν τον τρόπον και τόσας υπέστη μεταβολάς. Ενήργει δε την διοίκησιν των πολιτικών πραγμάτων ο Πεισίστρατος, όπως ελέχθη, κατά μετριοπαθή τρόπον και πολιτικώς μάλλον παρά απολυταρχικώς· διότι και ως προς τα άλλα ήτο φιλάνθρωπος και ήμερος και εις τους υποπίπτοντας εις παραβάσεις παρέχων συγχώρησιν· μάλιστα δε και εις τους πτωχούς έδιδε προκαταβολικά δάνεια διά τας εργασίας των, ώστε να πορίζωνται τας προς διατροφήν αυτών εκ της γεωργίας. Τούτο δε έκαμνε διά δύο λόγους· και ίνα μη διαμένουν εντός της πόλεως, αλλά ευρίσκωνται διεσπαρμένοι εις τους αγρούς και ίνα έχοντες κάποιαν μετρίαν ευπορίαν και προσηλωμένοι εις τα ιδιωτικά των συμφέροντα μήτε να επιθυμούν μήτε να χασομερούν φροντίζοντες διά τα πολιτικά πράγματα. Συγχρόνως δε προς το συμφέρον αυτού επήρχετο ούτως η αύξησις των εισοδημάτων διά της καλλιεργείας της χώρας· διότι εισέπραττεν ως φόρον την δεκάτην των προϊόντων. Διό και διώρισε τους δικαστάς[9] εις κάθε δήμον και αυτός έβγαινε συχνά έξω εις την αγροτικήν χώραν επιθεωρών και διαλύων τας διαφοράς των διαδίκων, ίνα μη καταβαίνοντες εις την πόλιν παραμελούν ούτω την καλλιέργειαν. Και εις μίαν τοιαύτην έξοδον του Πεισιστράτου λέγουν ότι του συνέβη το επεισόδιον με τον γεωργόν τον καλλιεργούντα εις τον Υμηττόν ένα τόπον, όπου ωνομάσθη κατόπιν αφορολόγητος.

Διότι ιδών έναν που έσκαπτε και εκαλλιέργει έδαφος όλως διόλου πετρώδες ηπόρησε και διέταξε τον δούλον (ο οποίος τον συνώδευε) να ερωτήση τι προϊόν παράγεται από τον τόπον εκείνον· ο δε γεωργός είπεν: όλα τα κακά και ψυχρά,[10] και απ’ αυτά όμως τα κακά και ψυχρά χρειάζεται να δίδω εις τον Πεισίστρατον την δεκάτην. Και ο μεν άνθρωπος λοιπόν απεκρίθη (ούτως) αγνοών (με ποίον ωμίλει), ο δε Πεισίστρατος ευχαριστηθείς διά την ελευθεροστομίαν του και φιλεργίαν του έκαμεν αυτόν εντελώς αφορολόγητον. Και ως προς τα άλλα δε καθόλου δεν ενωχλούσε την λαϊκήν τάξιν με την εξουσίαν του, αλλ’ εφρόντιζε πάντοτε να επικρατή ειρήνη και διετήρει την ησυχίαν διό και πολλάκις ελέγετο[11] ότι η βασιλεία του Πεισιστράτου ήτο ο επί Κρόνου βίος,[12] διότι συνέβη κατόπιν, ότε διεδέχθησαν αυτόν οι υιοί του, ν’ αποβή πολύ πλέον τυραννική η διοίκησις. Ο μεγαλύτερος δε από τους (δι’ αυτόν) επαίνους ήτο ότι εις την συμπεριφοράν του ήτο δημοτικός και φιλάνθρωπος. Διότι ως προς τα άλλα ήθελε να διοική όλα σύμφωνα με τους νόμους, μη παρέχων εις τον εαυτόν του κανέν ιδιαίτερον πλεονέκτημα. Και κάποτε εναχθείς ενώπιον του Αρείου Πάγου διά καταγγελίαν εναντίον του επί φόνω αυτός μεν προσήλθε διά ν’ απολογηθή, ο δε καταμηνύσας αυτόν φοβηθείς δεν προσήλθε. Διά τούτο και πολύν καιρόν έμεινεν εις την εξουσίαν[13] και οσάκις έπιπτεν απ’ αυτήν πάλιν εύκολα την ανελάμβανε. Διότι τον ήθελαν οι περισσότεροι και από τους επιφανείς και από τον λαόν διότι εκείνους μεν διά της φιλίας, αυτούς δε διά της συνδρομής του εις τα ιδιωτικά των πράγματα προσείλκυε. Και προς τας δύο δε μερίδας (ούτω) προσηρμόζετο καλώς. (Άλλως) δε και οι αναφερόμενοι εις την βασιλικήν εξουσίαν νόμοι των Αθηναίων κατά την εποχήν εκείνην ήσαν μετριοπαθείς, και όλοι μεν οι άλλοι και μάλιστα ο νόμος εκείνος ο σχετιζόμενος με την εν ισχύι επαναφοράν του θεσμού της βασιλείας. Διότι ως προς τούτο υπήρχε παρ’ αυτοίς (τοις Αθηναίοις) ο εξής νόμος:

«Νόμιμα και πατροπαράδοτα των Αθηναίων είναι τα εξής: Εάν τινες επιχειρήσουν στασιαστικόν κίνημα αποβλέπον εις σύστασιν βασιλικής εξουσίας, διά να γίνουν βασιλείς, ή εάν συνεργήσουν εις σύστασιν βασιλικής εξουσίας, στερούνται των πολιτικών δικαιωμάτων (γίνονται άτιμοι) αυτοί και το γένος των».[14]
--------------------------------
Σημειώσεις και παραπομπές

[1] Το κείμενον λέγει «οι τε αφηρημένοι τα χρέη διά την απορίαν», ώστε δύναται να εξηγηθή διφορουμένως, δηλ. να εννοηθώσι διά της φράσεως οι απελευθερωθέντες των χρεών (οι χρεώσται) διότι ήσαν άποροι, είτε οι στερηθέντες των απαιτήσεών των (οι δανεισταί) διότι επτώχυναν.

[2] Μη δηλαδή εις άλλην νόμιμον πολιτικήν κατάστασιν στερηθούν των πολιτικών δικαιωμάτων.

[3] Διαψηφισμόν λέγει το κείμενον.

[4] Κορυνοφόρους.

[5] Διετήρησα το συντακτικόν σχήμα του κειμένου, διότι παρόμοιον υπάρχει τούτο και εις την σημερινήν γλώσσαν.

[6] Ο Διογένης Λαέρτιος (I, 49) αναφέρει διαφορετικά το πράγμα. Κατ’ αυτόν ο Σόλων παρουσιασθείς εις την εκκλησίαν του δήμου προείπεν ως εξής την επιβουλήν του Πεισιστράτου: «Άνδρες Αθηναίοι, των μεν σοφώτερος, των δε ανδρειότερος ειμι, σοφώτερος μεν των την απάτην Πεισιστράτου μη συνιέντων, ανδρειότερος δε των επισταμένων μεν, διά δέος δε σιωπώντων». Πρβλ. και Πλουτάρχου βίον Σόλωνος 30.

[7] Θράτταν ωνόμαζαν συνήθως οι Αθηναίοι κάθε δούλην.

[8] Οι Παλληνείς ήτο δήμος της Αττικής πλησίον του Πεντελικού, 15 σχεδόν χιλιόμετρα μακράν της πόλεως.

[9] Οι δικασταί εκείνοι περιερχόμενοι τους δήμους εδίκαζαν μέχρι ποσού 10 δραχμών και έκαμναν προανακρίσεις επί των άλλων υποθέσεων. Ήσαν ανάλογοι των τώρα ειρηνοδικών.

[10] «Όσα κακά και οδύνατα». Η φράσις παροιμιώδης και ανάλογος με την σημερινήν «τα κακά και ψυχρά».

[11] Από το κείμενον λείπει η λέξις αναπληρουμένη εκ της εννοίας.

[12] Ο Χρυσούς δηλαδή αιών.

[13] Από το κείμενον λείπει μία λέξις αναπληρουμένη εκ της εννοίας.

[14] «Θέσμια τάδε Αθηναίων και πάτρια· εάν τινες τυραννείν επανιστών ται επί τυραννίδι ή συγκαθιστή την τυραννίδα, άτιμον είναι και αυτόν και το γένος». Παραθέτομεν το κείμενον ως έν δείγμα της διατυπώσεως και του λεκτικού των Αττικών Νόμων.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΠΛΑΤΩΝ, ΘΕΑΙΤΗΤΟΣ

ΠΛ Θεαιτ 169d–171e

Συζήτηση για την άποψη του Πρωταγόρα ότι «πάντων χρημάτων μέτρον ἄνθρωπος»

Συζητώντας με τον Θεαίτητο για την ουσία της γνώσης, ο Σωκράτης επεσήμανε ότι, εάν ίσχυε η θέση του Πρωταγόρα ότι «πάντων χρημάτων μέτρον ἄνθρωπος» , όλοι οι άνθρωποι θα ήταν το ίδιο σοφοί. Επίσης, γνώση και αίσθηση θα είχαν την ίδια διάρκεια. Και τα δύο αυτά επακόλουθα απορρίφθηκαν ως άτοπα, ωστόσο η παράθεση των αναμενόμενων επιχειρημάτων του Πρωταγόρα κατέστησε απαραίτητη την περαιτέρω διερεύνηση του θέματος με τη συνδρομή του Θεόδωρου του Κυρηναίου, δασκάλου του Θεαίτητου.


ΣΩ. Τοῦδε τοίνυν πρῶτον πάλιν ἀντιλαβώμεθα οὗπερ τὸ
πρότερον, καὶ ἴδωμεν ὀρθῶς ἢ οὐκ ὀρθῶς ἐδυσχεραίνομεν
ἐπιτιμῶντες τῷ λόγῳ ὅτι αὐτάρκη ἕκαστον εἰς φρόνησιν
ἐποίει, καὶ ἡμῖν συνεχώρησεν ὁ Πρωταγόρας περί τε τοῦ
ἀμείνονος καὶ χείρονος διαφέρειν τινάς, οὓς δὴ καὶ εἶναι
σοφούς. οὐχί;

ΘΕΟ. Ναί.

ΣΩ. Εἰ μὲν τοίνυν αὐτὸς παρὼν ὡμολόγει ἀλλὰ μὴ ἡμεῖς
[169e] βοηθοῦντες ὑπὲρ αὐτοῦ συνεχωρήσαμεν, οὐδὲν ἂν πάλιν ἔδει
ἐπαναλαβόντας βεβαιοῦσθαι· νῦν δὲ τάχ’ ἄν τις ἡμᾶς ἀκύρους
τιθείη τῆς ὑπὲρ ἐκείνου ὁμολογίας. διὸ καλλιόνως ἔχει
σαφέστερον περὶ τούτου αὐτοῦ διομολογήσασθαι· οὐ γάρ τι
σμικρὸν παραλλάττει οὕτως ἔχον ἢ ἄλλως.

ΘΕΟ. Λέγεις ἀληθῆ.

ΣΩ. Μὴ τοίνυν δι’ ἄλλων ἀλλ’ ἐκ τοῦ ἐκείνου λόγου ὡς
[170a] διὰ βραχυτάτων λάβωμεν τὴν ὁμολογίαν.

ΘΕΟ. Πῶς;

ΣΩ. Οὑτωσί· τὸ δοκοῦν ἑκάστῳ τοῦτο καὶ εἶναί φησί
που ᾧ δοκεῖ;

ΘΕΟ. Φησὶ γὰρ οὖν.

ΣΩ. Οὐκοῦν, ὦ Πρωταγόρα, καὶ ἡμεῖς ἀνθρώπου, μᾶλλον
δὲ πάντων ἀνθρώπων δόξας λέγομεν, καὶ φαμὲν οὐδένα
ὅντινα οὐ τὰ μὲν αὑτὸν ἡγεῖσθαι τῶν ἄλλων σοφώτερον, τὰ
δὲ ἄλλους ἑαυτοῦ, καὶ ἔν γε τοῖς μεγίστοις κινδύνοις, ὅταν
ἐν στρατείαις ἢ νόσοις ἢ ἐν θαλάττῃ χειμάζωνται, ὥσπερ
πρὸς θεοὺς ἔχειν τοὺς ἐν ἑκάστοις ἄρχοντας, σωτῆρας σφῶν
[170b] προσδοκῶντας, οὐκ ἄλλῳ τῳ διαφέροντας ἢ τῷ εἰδέναι· καὶ
πάντα που μεστὰ τἀνθρώπινα ζητούντων διδασκάλους τε καὶ
ἄρχοντας ἑαυτῶν τε καὶ τῶν ἄλλων ζῴων τῶν τε ἐργασιῶν,
οἰομένων τε αὖ ἱκανῶν μὲν διδάσκειν, ἱκανῶν δὲ ἄρχειν
εἶναι. καὶ ἐν τούτοις ἅπασι τί ἄλλο φήσομεν ἢ αὐτοὺς τοὺς
ἀνθρώπους ἡγεῖσθαι σοφίαν καὶ ἀμαθίαν εἶναι παρὰ σφίσιν;

ΘΕΟ. Οὐδὲν ἄλλο.

ΣΩ. Οὐκοῦν τὴν μὲν σοφίαν ἀληθῆ διάνοιαν ἡγοῦνται,
τὴν δὲ ἀμαθίαν ψευδῆ δόξαν;

[170c] ΘΕΟ. Τί μήν;

ΣΩ. Τί οὖν, ὦ Πρωταγόρα, χρησόμεθα τῷ λόγῳ; πότε-
ρον ἀληθῆ φῶμεν ἀεὶ τοὺς ἀνθρώπους δοξάζειν, ἢ τοτὲ μὲν
ἀληθῆ, τοτὲ δὲ ψευδῆ; ἐξ ἀμφοτέρων γάρ που συμβαίνει μὴ
ἀεὶ ἀληθῆ ἀλλ’ ἀμφότερα αὐτοὺς δοξάζειν. σκόπει γάρ, ὦ
Θεόδωρε, εἰ ἐθέλοι ἄν τις τῶν ἀμφὶ Πρωταγόραν ἢ σὺ
αὐτὸς διαμάχεσθαι ὡς οὐδεὶς ἡγεῖται ἕτερος ἕτερον ἀμαθῆ
τε εἶναι καὶ ψευδῆ δοξάζειν.

ΘΕΟ. Ἀλλ’ ἄπιστον, ὦ Σώκρατες.

[170d] ΣΩ. Καὶ μὴν εἰς τοῦτό γε ἀνάγκης ὁ λόγος ἥκει ὁ
πάντων χρημάτων μέτρον ἄνθρωπον λέγων.

ΘΕΟ. Πῶς δή;

ΣΩ. Ὅταν σὺ κρίνας τι παρὰ σαυτῷ πρός με ἀποφαίνῃ
περί τινος δόξαν, σοὶ μὲν δὴ τοῦτο κατὰ τὸν ἐκείνου λόγον
ἀληθὲς ἔστω, ἡμῖν δὲ δὴ τοῖς ἄλλοις περὶ τῆς σῆς κρίσεως
πότερον οὐκ ἔστιν κριταῖς γενέσθαι, ἢ ἀεὶ σὲ κρίνομεν
ἀληθῆ δοξάζειν; ἢ μυρίοι ἑκάστοτέ σοι μάχονται ἀντιδοξά-
ζοντες, ἡγούμενοι ψευδῆ κρίνειν τε καὶ οἴεσθαι;

[170e] ΘΕΟ. Νὴ τὸν Δία, ὦ Σώκρατες, μάλα μυρίοι δῆτα,
φησὶν Ὅμηρος, οἵ γέ μοι τὰ ἐξ ἀνθρώπων πράγματα
παρέχουσιν.

ΣΩ. Τί οὖν; βούλει λέγωμεν ὡς σὺ τότε σαυτῷ μὲν
ἀληθῆ δοξάζεις, τοῖς δὲ μυρίοις ψευδῆ;

ΘΕΟ. Ἔοικεν ἔκ γε τοῦ λόγου ἀνάγκη εἶναι.

ΣΩ. Τί δὲ αὐτῷ Πρωταγόρᾳ; ἆρ’ οὐχὶ ἀνάγκη, εἰ μὲν
μηδὲ αὐτὸς ᾤετο μέτρον εἶναι ἄνθρωπον μηδὲ οἱ πολλοί,
ὥσπερ οὐδὲ οἴονται, μηδενὶ δὴ εἶναι ταύτην τὴν ἀλήθειαν
[171a] ἣν ἐκεῖνος ἔγραψεν; εἰ δὲ αὐτὸς μὲν ᾤετο, τὸ δὲ πλῆθος μὴ
συνοίεται, οἶσθ’ ὅτι πρῶτον μὲν ὅσῳ πλείους οἷς μὴ δοκεῖ ἢ
οἷς δοκεῖ, τοσούτῳ μᾶλλον οὐκ ἔστιν ἢ ἔστιν.

ΘΕΟ. Ἀνάγκη, εἴπερ γε καθ’ ἑκάστην δόξαν ἔσται καὶ
οὐκ ἔσται.

ΣΩ. Ἔπειτά γε τοῦτ’ ἔχει κομψότατον· ἐκεῖνος μὲν περὶ
τῆς αὑτοῦ οἰήσεως τὴν τῶν ἀντιδοξαζόντων οἴησιν, ᾗ ἐκεῖ-
νον ἡγοῦνται ψεύδεσθαι, συγχωρεῖ που ἀληθῆ εἶναι ὁμολογῶν
τὰ ὄντα δοξάζειν ἅπαντας.

ΘΕΟ. Πάνυ μὲν οὖν.

[171b] ΣΩ. Οὐκοῦν τὴν αὑτοῦ ἂν ψευδῆ συγχωροῖ, εἰ τὴν τῶν
ἡγουμένων αὐτὸν ψεύδεσθαι ὁμολογεῖ ἀληθῆ εἶναι;

ΘΕΟ. Ἀνάγκη.

ΣΩ. Οἱ δέ γ’ ἄλλοι οὐ συγχωροῦσιν ἑαυτοῖς ψεύδεσθαι;

ΘΕΟ. Οὐ γὰρ οὖν.

ΣΩ. Ὁ δέ γ’ αὖ ὁμολογεῖ καὶ ταύτην ἀληθῆ τὴν δόξαν
ἐξ ὧν γέγραφεν.

ΘΕΟ. Φαίνεται.

ΣΩ. Ἐξ ἁπάντων ἄρα ἀπὸ Πρωταγόρου ἀρξαμένων
ἀμφισβητήσεται, μᾶλλον δὲ ὑπό γε ἐκείνου ὁμολογήσεται,
ὅταν τῷ τἀναντία λέγοντι συγχωρῇ ἀληθῆ αὐτὸν δοξάζειν,
[171c] τότε καὶ ὁ Πρωταγόρας αὐτὸς συγχωρήσεται μήτε κύνα μήτε
τὸν ἐπιτυχόντα ἄνθρωπον μέτρον εἶναι μηδὲ περὶ ἑνὸς οὗ ἂν
μὴ μάθῃ. οὐχ οὕτως;

ΘΕΟ. Οὕτως.

ΣΩ. Οὐκοῦν ἐπειδὴ ἀμφισβητεῖται ὑπὸ πάντων, οὐδενὶ
ἂν εἴη ἡ Πρωταγόρου Ἀλήθεια ἀληθής, οὔτε τινὶ ἄλλῳ οὔτ’
αὐτῷ ἐκείνῳ.

ΘΕΟ. Ἄγαν, ὦ Σώκρατες, τὸν ἑταῖρόν μου καταθέομεν.

ΣΩ. Ἀλλά τοι, ὦ φίλε, ἄδηλον εἰ καὶ παραθέομεν τὸ
ὀρθόν. εἰκός γε ἄρα ἐκεῖνον πρεσβύτερον ὄντα σοφώτερον
[171d] ἡμῶν εἶναι· καὶ εἰ αὐτίκα ἐντεῦθεν ἀνακύψειε μέχρι τοῦ
αὐχένος, πολλὰ ἂν ἐμέ τε ἐλέγξας ληροῦντα, ὡς τὸ εἰκός,
καὶ σὲ ὁμολογοῦντα, καταδὺς ἂν οἴχοιτο ἀποτρέχων. ἀλλ’
ἡμῖν ἀνάγκη οἶμαι χρῆσθαι ἡμῖν αὐτοῖς ὁποῖοί τινές ἐσμεν,
καὶ τὰ δοκοῦντα ἀεὶ ταῦτα λέγειν. καὶ δῆτα καὶ νῦν ἄλλο
τι φῶμεν ὁμολογεῖν ἂν τοῦτό γε ὁντινοῦν, τὸ εἶναι σοφώτερον
ἕτερον ἑτέρου, εἶναι δὲ καὶ ἀμαθέστερον;

ΘΕΟ. Ἐμοὶ γοῦν δοκεῖ.

ΣΩ. Ἦ καὶ ταύτῃ ἂν μάλιστα ἵστασθαι τὸν λόγον, ᾗ
[171e] ἡμεῖς ὑπεγράψαμεν βοηθοῦντες Πρωταγόρᾳ, ὡς τὰ μὲν
πολλὰ ᾗ δοκεῖ, ταύτῃ καὶ ἔστιν ἑκάστῳ, θερμά, ξηρά,
γλυκέα, πάντα ὅσα τοῦ τύπου τούτου· εἰ δέ που ἔν τισι
συγχωρήσεται διαφέρειν ἄλλον ἄλλου, περὶ τὰ ὑγιεινὰ καὶ
νοσώδη ἐθελῆσαι ἂν φάναι μὴ πᾶν γύναιον καὶ παιδίον, καὶ
θηρίον δέ, ἱκανὸν εἶναι ἰᾶσθαι αὑτὸ γιγνῶσκον ἑαυτῷ τὸ
ὑγιεινόν, ἀλλὰ ἐνταῦθα δὴ ἄλλον ἄλλου διαφέρειν, εἴπερ
που;

ΘΕΟ. Ἔμοιγε δοκεῖ οὕτως.

***
ΣΩ. Ας πάρωμε λοιπόν πρώτα το ίδιο σημείο που εξετάζαμε και πριν και ας δούμε, αν ορθά φέρνομε δυσκολίες. Κατηγορούσαμε τη βασική του αρχή ότι έκανε τον καθένα αυτάρκη σε σοφία και ο Πρωταγόρας δέχτηκε πως μερικοί υπερέχουν ως προς το ανώτερο και χειρότερο, και πως αυτοί δεν είναι σοφοί. Όχι;

ΘΕΟ. Ναι.

ΣΩ. Αν συμφωνούσε ο ίδιος όντας εδώ παρών, και όχι εμείς οι υπερασπιστές του, δεν θα ήταν καθόλου ανάγκη να το εξετάσωμε πάλι για να το στερεώσωμε. Τώρα όμως ίσως να μας αρνιόταν κανείς το δικαίωμα να συμφωνούμε για δικό του λογαριασμό. Γι' αυτό καλύτερο είναι με σαφέστερο τρόπο να καταλήξωμε σε συμφωνία για το πράγμα τούτο· γιατί δεν είναι μικρή η διαφορά, αν το πράγμα είναι έτσι ή αλλιώς.

ΘΕΟ. Λες αλήθεια.

ΣΩ. Ας φτάσωμε λοιπόν σε τούτη τη συμφωνία όχι μέσον άλλων, αλλά από τη θέση εκείνου, όσο μπορούμε πιο σύντομα.

ΘΕΟ. Πώς;

ΣΩ. Να έτσι· ό,τιφαίνεται στον καθένα σωστό αυτό, αν δεν γελιέμαι, ισχυρίζεται ότι και υπάρχει γι' αυτόν τον άνθρωπο.

ΘΕΟ. Ναι, το ισχυρίζεται.

ΣΩ. Ε λοιπόν, Πρωταγόρα, κι εμείς ανθρώπου γνώμες εκφράζουμε, ή καλύτερα όλων των ανθρώπων, όταν υποστηρίζωμε πως δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη νομίζη σεάλλα τον εαυτό του σοφώτερο από τους άλλους, και σε άλλα άλλους πιο σοφούς από κείνον. Και στους πιο μεγάλους κινδύνους, όταν δέρνη τους ανθρώπους τρικυμία, σε πολέμους ή σε αρρώστιες, ή σε θάλασσα, όλοι κοιτάζουν σα θεούς τους αρχηγούς στην κάθε περίσταση περιμένοντας απ' αυτούς τη σωτηρία τους, ενώ δεν ξεχωρίζουν σε τίποτε άλλο παρά μόνο σε γνώση. Και σε όλες τις μορφές της ζωής υπάρχει πλήθος ανθρώπων που γυρεύουν και δασκάλους και άρχοντες για τον εαυτό τους και για όσα άλλα έχουν ζωή και για τις εργασίες τους, και άλλων πάλι ανθρώπων που, αντίθετα, φαντάζονται ότι είναι ικανοί να διδάσκουν, ικανοί και να άρχουν. Και σε όλα τούτα τι άλλο θα πούμε παρά ότι οι ίδιοι οι άνθρωποι νομίζουν ότι έχουν μέσα τους και σοφία και αμάθεια;

ΘΕΟ. Τίποτε άλλο.

ΣΩ. Δε νομίζουν λοιπόν πως η σοφία είναι η αληθινή σκέψη και η αμάθεια η σφαλερή γνώμη;

ΘΕΟ. Γιατί όχι;

ΣΩ. Τι θα κάνωμε λοιπόν τότε, Πρωταγόρα, στη συζήτηση μας; Να δεχτούμε πωςοι άνθρωποι έχουν πάντα σωστές γνώμες, ή άλλοτε σωστές και άλλοτε εσφαλμένες; Γιατί κι από τις δυο απαντήσεις μας βγαίνει το συμπέρασμα ότι οι άνθρωποι δεν έχουν πάντα ορθές γνώμες, αλλά και ορθές και εσφαλμένες. Εξέτασε, αλήθεια, Θεόδωρε, αν θα ήθελε κανείς από τους οπαδούς του Πρωταγόρα ή συ ο ίδιος να υποστηρίξης πέρα για πέρα πως κανείς δεν νομίζει άλλον, ότι και αμαθής είναι και εσφαλμένες γνώμες έχει.

ΘΕΟ. Δε θα 'ταν πιστευτό, Σωκράτη.

ΣΩ. Και όμως σ' αυτό το αναπόφευκτο συμπέρασμα φέρνει η αρχή, που λέγει τον άνθρωπο μέτρο όλων των πραγμάτων.

ΘΕΟ. Μα πώς;

ΣΩ. Όταν συ κρίνης μέσα σου κάτι και διατυπώσης γνώμη γι' αυτό, ή είναι για σένα αληθινή αυτή σου η γνώμη, σύμφωνα με την αρχή του Πρωταγόρα, εμείς όμως οι άλλοι δεν έχομε το δικαίωμα να κρίνωμε την κρίση σου, ή, αν έχωμε, κρίνομε ότι πάντα ορθή είναι η γνώμη που έχεις; Δεν αγωνίζονται, αντίθετα, μυριάδες κάθε φορά εναντίον σου με αντίθετη γνώμη, νομίζοντας ότι και η κρίση σου και οι πεποιθήσεις σου είναι εσφαλμένες;

ΘΕΟ. Ναι μα τον Δία, Σωκράτη, πολλές μάλιστα μυριάδες, λέγει ο Όμηρος, που όσες δυσκολίες μπορούν, οι άνθρωποι, μου τις προξενούν.

ΣΩ. Τι λοιπόν; θέλεις να πούμε πως εσύ τότε για τον εαυτό σου έχεις σωστή γνώμη, για τις μυριάδες όμως τους άλλους εσφαλμένη;

ΘΕΟ. Κατά την αρχή του Πρωταγόρα φαίνεται να είναι αναγκαίο.

ΣΩ. Για τον ίδιο όμως τον Πρωταγόρα; Δεν είναι άραγε αναπόφευκτο, αν ούτε ο ίδιος πίστευε πως ο άνθρωπος είναι μέτρο, ούτε οι πολλοί ―όπως δα και δεν το πιστεύουν― να μην υπάρχη για κανέναν αυτή η αλήθεια που έγραψε στο βιβλίο του; Αν πάλι αυτός το πίστευε, το πλήθος όμως των ανθρώπων δεν τον ακολουθούσε σ' αυτή του την πίστη, ξέρεις ότι όσο περισσότεροι είναι εκείνοι που δεν έχουν αυτή τη γνώμη από εκείνους που την έχουν, τόσο περισσότερο δεν υπάρχει παρά υπάρχει;

ΘΕΟ. Αναγκαίο, αν βέβαια η ύπαρξη ή η ανυπαρξία της εξαρτάται από τη γνώμη του καθενός.

ΣΩ. Είναι ακόμη και τούτο δα το πολύ κομψό. Η αντίθεση προς τη δική του πεποίθηση εκείνων που νομίζουν ότι εκείνος πλανιέται, παραδέχεται ο Πρωταγόρας ασφαλώς ότι είναι αληθινή, αφού ομολογεί ότι όλοι οι άνθρωποι εκφράζουν με τις γνώμες τους τα όντα.

ΘΕΟ. Βεβαιότατα.

ΣΩ. Δεν παραδέχεται τότε ότι η δική του είναι εσφαλμένη, μια που δέχεται σωστή τη γνώμη εκείνων που λέγουν ότι αυτός πλανιέται;

ΘΕΟ. Αναγκαίο.

ΣΩ. Οι άλλοι όμως δεν δέχονται ότι έχουν εσφαλμένες γνώμες.

ΘΕΟ. Δεν δέχονται, όχι.

ΣΩ. Εκείνος πάλι, σύμφωνα με όσα έγραψε, ομολογεί πως και αυτή τους η γνώμη είναι σωστή.

ΘΕΟ. Είναι φανερό.

ΣΩ. Όλοι λοιπόν αρχίζοντας από τον Πρωταγόρα θα αμφισβητήσουν, εκείνος μάλιστα και θα ομολογήση, τη στιγμή που δέχεται ότι όποιος υποστηρίζει τα αντίθετα από εκείνον έχει ορθή γνώμη και θα παραδεχτή τότε και ο ίδιος ο Πρωταγόρας, ότι ούτε ο σκύλος ούτε ο πρώτος τυχών άνθρωπος είναι μέτρο για κανένα πράγμα πριν το μάθη. Δεν είναι έτσι;

ΘΕΟ. Έτσι.

ΣΩ. Μια λοιπόν που όλοι την αμφισβητούν, η Αλήθεια του Πρωταγόρα δε θα ήταν αληθινή για κανέναν, ούτε για άλλον ούτε για κείνον τον ίδιο.

ΘΕΟ. Πολύ κατατρέχομε, Σωκράτη, το φίλο μου.

ΣΩ. Μα, φίλε μου, δεν είναι δα φανερό αν δεν παρατρέχωμε και το σωστό. Είναι και φυσικό εκείνος, όντας πρεσβύτερος, να είναι και σοφώτερός μας. Και αν τούτη τη στιγμή αναπηδούσεν εδώ από τη γη ως το λαιμό, θα έλεγχε εμένα για πολλές μου ανοησίες πιθανόν, και σένα γιατί τις δέχεσαι και θα χωνόταν πίσω στη γη γρήγορα γρήγορα. Είναι όμως σε μας αναγκαίο, φαντάζομαι, να χρησιμοποιούμε τον εαυτό μας τέτοιον που είναι, και όσα μας φαίνονται σωστά, αυτά πάντα να λέμε. Να και τώρα δε θα πούμε ότι οποιοσδήποτε άνθρωπος δέχεται ότι και σοφώτερος είναι ένας από τον άλλον και αμαθέστερος;

ΘΕΟ. Εγώ ναι το νομίζω.

ΣΩ. Δε θα δεχτούμε ακόμη ότι η θέση του Πρωταγόρα στέκεται πολύ καλά όπως την παρουσιάσαμε, όταν τον βοηθούσαμε, ότι τις περισσότερες φορές όπως φαίνονται έτσι και είναι για τον καθένα θερμά, ξερά, γλυκά, όλα όσα ανήκουν σ' αυτή την κατηγορία; Αν όμως σε μερικές περιπτώσεις θα γινόταν δεκτό ότι ένας ξεχωρίζει από τον άλλο, δε θα δεχόταν πρόθυμα κανείς ότι στα ζητήματα της υγείας και της αρρώστιας κάθε γυναικούλα και παιδί και ζώο δεν είναι δυνατόν να γιατρευτή μόνο του ξέροντας ποιο του φέρνει υγεία, αλλά, αν κάπου, σε τούτο τουλάχιστο το ζήτημα ξεχωρίζει ένας από τον άλλον;

ΘΕΟ. Εγώ έτσι νομίζω.