Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2023

Αρχαϊκή Επική Ποίηση: Από την Ιλιάδα στην Οδύσσεια 11. Έννοιες και αρχές

11.4. Ανταγωνισμός και φιλότης


Τελικά οι χαρακτηρισμοί ἀγαθός και ἄριστος στα ομηρικά έπη δεν συνοδεύουν γενικά και αόριστα τους σώφρονες ή τους δίκαιους, που επιθυμούν μια ήρεμη και ειρηνική ζωή, αλλά προσδιορίζουν μια συγκεκριμένη κατηγορία ηρώων, που διακρίνονται για το γενναίο τους φρόνημα και την ανώτερη θέση την οποία κατέχουν στους κόλπους της κοινότητάς τους. Όσοι δεν ανήκουν στην τάξη των ἀγαθῶν και των ἀρίστων χαρακτηρίζονται κακοί. Αυτό συμβαίνει, επειδή το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσονται τόσο ο επαινετικός χαρακτηρισμός ενός ήρωα ως ἀγαθοῦ όσο και ο ψόγος που προκαλεί με τις πράξεις του ως κακοῦ, είναι συχνά ανταγωνιστικό: αναφέρεται δηλαδή σε συνθήκες σύγκρουσης (πολέμου ή εμφυλιακής έριδας), γενικότερα κρίσης και αγώνα. Μέσα λοιπόν σ' αυτό το ανταγωνιστικό πλαίσιο, όποιος προκαλεί κάτι χρήσιμο και ωφέλιμο στους δικούς του χαρακτηρίζεται ἀγαθός, ενώ οι άχρηστοι, που τους βλάπτουν με τις πράξεις τους, χαρακτηρίζονται κακοί.

Οι αντιθετικοί βέβαια αυτοί τίτλοι δεν έχουν σταθερή και μόνιμη αξία για όλους, σε όλα τα περιβάλλοντα, αλλά αποδεικνύονται σχετικοί, επειδή ακριβώς στην κοινωνία που προβάλλει ο Όμηρος δεν υπάρχει κάποιος αντικειμενικός κριτής ο οποίος να αποφασίζει με τελεσίδικο τρόπο ποιος είναι ο καλός και ποιος ο κακός. Ένας ήρωας, που σε μια συγκεκριμένη περίπτωση νομίζεται από κάποιον ἀγαθός ή ἄριστος, μπορεί σε κάποια άλλη να χαρακτηρίζεται κακός (ή οὐκ ἀγαθός), και το αντίστροφο. Παράδειγμα οι χαρακτηρισμοί των μνηστήρων: οι αρχηγοί τους Αντίνοος και Ευρύμαχος, λίγο πριν στήσουν την ενέδρα τους εναντίον του Τηλεμάχου (δ 629), συστήνονται από τον ποιητή ἄριστοι (ανδρείοι, αριστοκράτες νέοι)· επίσης, όλοι μαζί, λίγο πριν πολεμήσουν εναντίον ενός, του Οδυσσέα (χ 204), παρουσιάζονται ἐσθλοί (αντρειωμένοι). Όμως ο πρωταγωνιστής ήρωας της Οδύσσειας, αντιδρώντας στις προσβολές που δέχεται ως ζητιάνος από τον μνηστήρα Ευρύμαχο στο παλάτι της Ιθάκης, χαρακτηρίζει τους καταχραστές του βασιλικού οίκου τιποτένιους και οὐκ ἀγαθούς (άνανδρους). Λέει με τόλμη ο μεταμορφωμένος επαίτης στον αρχηγό των μνηστήρων (σ 382-386):

Μα τώρα επαίρεσαι, σκληρή και αλύγιστη καρδιά, γιατί φαντάζεσαι
πως είσαι μέγας και τρανός, καθώς σε τριγυρίζουν τιποτένιοι κι άνανδροι
[οὐκ ἀγαθοῖσιν].
Αν όμως ο Οδυσσέας γύριζε, αν πάλι το χώμα της πατρίδας του πατούσε,
αυτές οι πόρτες, δίφυλλες και διάπλατες, πολύ στενές
θα σου φαίνονταν ξαφνικά, καθώς θα το ᾽βαζες στα πόδια πατώντας
το κατώφλι, για να βρεθείς στον δρόμο.


Εδώ ο παρακατιανός ήρωας αμφισβητεί ότι ο Ευρύμαχος και οι μνηστήρες αξίζουν να ανήκουν στους επιφανείς νέους που διακρίνονται για την ανδρεία τους. Κι όμως, μετά τη μνηστηροφονία, ο Οδυσσέας, θέλοντας να δώσει κουράγιο στον γιο του Τηλέμαχο, υποχρεώνεται να τονίσει το μέγεθος της νίκης εναντίον των καταχραστών του βασιλικού οίκου. Έτσι, οι μνηστήρες, που πριν ήταν τιποτένιοι και οὐκ ἀγαθοί (άνανδροι), πρέπει τώρα να αναγνωριστούν γενναίοι και ἄριστοι (ψ 121-122):

Εμείς όμως σκοτώσαμε της πόλης το αντιστύλι, επιφανέστατα
παλληκαράκια
[ἄριστοι κούρων] της Ιθάκης.

Στο τέλος πάλι της Οδύσσειας ο πατέρας του εξοντωμένου Αντινόου Ευπείθης καλεί τους συγγενείς των νεκρών μνηστήρων να πάρουν εκδίκηση, θεωρώντας τον Οδυσσέα υπαίτιο τόσο για τον θάνατο των δικών του συντρόφων όσο, και πολύ περισσότερο, για την εξολόθρευση των ἀρίστων (των πιο γενναίων) νέων της Ιθάκης και της Κεφαλλονιάς. Έτσι, για τους δικούς του τώρα λόγους ο πατέρας ενός αρχηγού νεκρού επαινεί τους γενναίους μνηστήρες μειώνοντας το ήθος του εκδικητή τους (ω 426-429):

Φίλοι, δείτε τι έργο φοβερό μελέτησε αυτός ο άνθρωπος
σε βάρος των Αργείων: όσους με τα καράβια σήκωσε μαζί του,
άξιους και πολλούς, και τα καράβια αφάνισε κι εκείνους
εξολόθρευσε· τώρα, πίσω γυρίζοντας, τους πιο γενναίους
[ἀρίστους] θανάτωσε,
και της Ιθάκης και της Κεφαλλονιάς.


Από τα προηγούμενα προκύπτει ότι οι χαρακτηρισμοί ἀγαθός και κακός σημαίνουν διαφορετικά πράγματα για διαφορετικά πρόσωπα, τα οποία χαρακτηρίζουν τους άλλους μέσα από τη δική τους οπτική γωνία, και ανάλογα πάντοτε με τις εκάστοτε περιστάσεις. Οι ήρωες δεν κρίνονται επομένως με κριτήριο έναν μόνιμο και αυστηρό ηθικό κώδικα. Αυτό ισχύει ακόμη και για τους χαρακτηρισμούς που διατυπώνει ο ίδιος ο ποιητής, αποφεύγοντας να διακρίνει τα δρώντα πρόσωπα με τη λογική του άσπρου-μαύρου. Μένει έτσι πάντοτε ανοιχτό το ενδεχόμενο ο αναγνώστης, παρακολουθώντας την εξέλιξη της πλοκής, να αποφασίζει ανάλογα με τα συμφραζόμενα ποιους θα θεωρήσει καλούς και ποιους κακούς.

Το γεγονός ότι ήρωες των ομηρικών επών αξιολογούνται κυρίως με βάση αυτό που κατορθώνουν στη σφαίρα του ανταγωνισμού δεν σημαίνει ότι η συνεργασία και η φιλία, που εξονομάζεται φιλότης, είναι άγνωστη στις μεταξύ τους σχέσεις. Εξάλλου, η διακινδύνευση σε στιγμές κρίσης προϋποθέτει την υποστήριξη και την υπεράσπιση αυτών με τους οποίους ο ήρωας συνδέεται με αμοιβαίες υποχρεώσεις συγγένειας, φιλίας, στρατιωτικής συμμαχίας, φιλοξενίας, όρκου, ακόμη και με σχέσεις υποτέλειας. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: ο Γλαύκος, που πολεμάει με τους Λυκίους δίπλα στους Τρώες, τα βάζει με τον Έκτορα, καθώς τον βλέπει να οπισθοχωρεί υπό την απειλή του Αίαντα μέσα στο κάστρο της Τροίας, εγκαταλείποντας τον νεκρό συμπολεμιστή του Σαρπηδόνα στο πεδίο της μάχης (Ρ 142-152):

Έκτορα πανέμορφε στην όψη, στη μάχη καθώς φαίνεται υστερούσες πολύ. Αλήθεια, άδικα έχεις βγάλει καλό όνομα, αφού είσαι φοβητσιάρης. Τώρα σκέψου πώς θα σώσεις την πόλη και το κάστρο σου μονάχος με τους άντρες σου, όσοι γεννήθηκαν μέσα στο Ίλιο· γιατί κανένας από τους Λυκίους δε θα έρθει να πολεμήσει με τους Δαναούς για την πόλη σας, γιατί δεν είδα να μας χρωστάτε καμιά χάρη, που πολεμούσαμε πάντα αδιάκοπα με τους εχθρούς. Πώς θα μπορούσες εσύ, σκληρόκαρδε, να σώσεις μέσα στο πλήθος κάποιο κατώτερο πολεμιστή, αφού το Σαρπηδόνα, που ήταν μαζί και φίλος [ξεῖνος] και σύντροφος [ἑταῖρος], τον άφησες να γίνει λεία και έρμαιο στους Αργείους; αυτόν που είχε σταθεί μεγάλο όφελος στην πόλη και σε σένα τον ίδιο, όσο ζούσε, και τώρα δε βάσταξες να τον προστατέψεις από τα σκυλιά.

Ο Έκτορας εδώ κατηγορείται για δειλία όχι μόνο επειδή δεν προσπάθησε να σώσει το σώμα του νεκρού Σαρπηδόνα από τη μάχη αλλά και επειδή, με την οπισθοχώρησή του στο κάστρο της Τροίας, στάθηκε ανίκανος να ανταποδώσει την οφειλή του απέναντι στον νεκρό, που ήταν φίλος από φιλοξενία (ξεῖνος) και σύντροφος στον πόλεμο (ἑταῖρος). Στις αρετές επομένως του ἀγαθοῦ δεν συγκαταλέγεται μόνον η πολεμική υπεροχή, αλλά και η ετοιμότητά του να αναγνωρίζει τις αξίες της ειρηνικής συνύπαρξης, να συνεργάζεται με όσους τον περιβάλλουν και χρειάζονται τη βοήθειά του.

Εξάλλου, και τα δύο ομηρικά έπη, αν και αρχίζουν με στιγμές έντονης κρίσης (που εξελίσσεται σε σύγκρουση), καταλήγουν, με την καθοριστική παρέμβαση και των θεών, σε καταστάσεις -προσωρινής έστω- συμφιλίωσης ανάμεσα στους αντιπάλους. Η Ιλιάδα αρχίζει με την εμφυλιακή έριδα ανάμεσα στον Αχιλλέα και στον Αγαμέμνονα και τελειώνει με τη συμπαθητική φιλότητα του Αχιλλέα με τον Πρίαμο. Η πλοκή της Οδύσσειας εγκαινιάζεται με την πολιτική αναρχία που επικρατεί στο παλάτι της Ιθάκης, εξαιτίας της πολύχρονης απουσίας του κυρίου του οίκου Οδυσσέα, και λήγει πρώτα με την ιδιωτική ερωτική φιλότητα Οδυσσέα και Πηνελόπης και ύστερα με τη δημόσια ανακωχή ανάμεσα στον πρωταγωνιστή του έπους και στους συγγενείς των εξοντωμένων μνηστήρων.

Μ᾽ αυτή την έννοια, στα ομηρικά έπη οι «ανταγωνιστικές», όπως λέμε, αξίες αντιμάχονται διαρκώς τις «συνεργατικές», ενώ η υπεροχή της μιας ή της άλλης αξίας εξαρτάται από τις εκάστοτε αφηγηματικές περιστάσεις και γενικότερα από τη θεματολογία των δύο επών. Η Ιλιάδα ως έπος καθαρά πολεμικό υποτάσσει τη φιλία στην ανδρεία του μαχητή. Αντίθετα η Οδύσσεια, ποίημα που κατεξοχήν υμνεί την επιστροφή ενός ήρωα μετά τον πόλεμο στο σπίτι και στην πατρίδα του, υποτάσσει τις αξίες του πολεμικού ανταγωνισμού στη φιλότητα.

ΟΡΦΕΩΣ ΑΡΓΟΝΑΥΤΙΚΑ – ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Εισαγωγή – Έργα που αποδίδονται στον Ορφέα και στους Ορφίτες

Τα κείμενα που αποδίδονται στον Ορφέα και τους μαθητές του, τα μέλη των Ορφικών θιάσων, αποτελούνται από τις ακόλουθες ενότητες (α) Ύμνοι, (β) Αργοναυτικά, (γ) Λιθικά και (δ) Αποσπάσματα. Όπως είναι φανερό, πρόκειται για τα κείμενα που διασώθηκαν από τη μήνη του χρόνου και των ανθρώπων. Η πρώτη ενότητα περιέχει τους ύμνους των Ορφιτών προς τις θεότητες του πανθέου τους – του Ελληνικού πανθέου – όπως αυτό διαμορφώθηκε μέσα από τις παραδόσεις και τους μύθους.

Είναι γνωστή η Ορφική κοσμογονία και η σχέση της με την Ησιόδειο. Άλλωστε, στην τελετή έναρξης της τελευταίας Ολυμπιάδας, όλοι μας θυμόμαστε τον καταλυτικό ρόλο που παίζει ο Έρωτας, το τρίτο στοιχείο που καταρρίπτει τη δυϊστική πάλη των αντιθέτων και ζωογονεί την ένωσή τους. Ας ελπίσουμε ο εμπνευστής της συγκεκριμένης παράστασης να γνώριζε τη βαθιά φύση των νοημάτων και των συμβόλων που χρησιμοποίησε και να μην έδρασε απλώς αντλώντας ιδέες από άγνωστα θέματα.

Ας θυμηθούμε ότι κατά την Ορφική κοσμογονία ο Έρως δεν είναι άλλος από τον Φάνη, το γνωστό και ως Πρωτογέννητο, του οποίου το όνομα φέρει με τιμή ο Θίασός μας. Στην Ησιόδειο, πάλι, κοσμογονία, ο Έρως είναι αυτός που φέρει σε επαφή τη Μεγάλη Μητέρα, Γαία με το γιο της τον Ουρανό ξεκινώντας έτσι την ακολουθία γεννημάτων που οδηγεί μέχρι τον άνθρωπο.Στα Λιθικά, έργο και αυτό του Ορφέα ως λέγεται, αναφέρονται πληροφορίες για τη φύση και ειδικότερα τους λίθους. Πρόκειται για ημιπολύτιμους και πολύτιμους λίθους των οποίων τη χρήση, τις προστατευτικές ή θεραπευτικές ιδιότητες και τις επιδράσεις περιγράφει ο Ορφέας στο κείμενο των «Λίθων». Το κείμενο αυτό γράφτηκε μετά τα Τρωικά και κατά συνέπεια δεν έχουν ίσως την αξία και τη σημασία που έχουν για την Προϊστορική εποχή και τις γνώσεις των Αρχαιοελλήνων τα κείμενα των «Αργοναυτικών», οι «Ορφικοί Ύμνοι» και τα «Αποσπάσματα». Μια σημαντική πληροφορία που περιέχεται στα «Λιθικά» αναφέρεται στη γνώση και χρησιμοποίηση του λάμποντος λίθου «Κρύσταλλον φαέθοντα, διαυγέα», δηλαδή του λίθου, που είναι διαφανής και λάμπει και μέσω του οποίου και τη δύναμη των ηλιακών ακτίνων ήταν δυνατό να ανάψουν φωτιά. Αναφέρεται δηλαδή αναμφισβήτητα η γνώση της χρήσης του φακού, κάτι που επιβεβαιώνεται από εντυπωσιακές ανακαλύψεις που αναφέρουν οι Ορφίτες, όπως ότι η Σελήνη έχει όρη. Στην ομάδα κειμένων των Λιθικών μπορούν να συμπεριληφθούν και άλλα με το ίδιο ή παραπλήσιο αντικείμενο τα οποία είναι (α) «Λιθικά κηρύγματα – Σωκράτους και Διονυσίου περί λίθων» και (β) «Όσοι των λίθων εις ανακωχήν ζάλης και τρικυμίας θαλάσσης».Στα Αποσπάσματα από Ορφικά κείμενα περιλαμβάνονται οι χρυσές νεκρικές πινακίδες, τα λεγόμενα νεκροδιαβατήρια, με τα οποία θάβονταν οι Ορφίτες και περιείχαν οδηγίες για την πορεία του νεκρού στον Κάτω Κόσμο και εμφανίζουν τους νεκρούς να συνομιλούν με θεούς. Ακόμα περιλαμβάνεται ένα αποσπασματικό κείμενο για την αρπαγή της Περσεφόνης, καθώς και δυο Θεογονίες, η Θεογονία Ιερωνύμου και Ελλανίκου και η Ραψωδική Ορφική κοσμογονία σε κδ’ Ραψωδίες. Τέλος στην ομάδα των αποσπασματικών έργων περιλαμβάνονται και άλλα κείμενα με διάφορα θέματα όπως τα «Βακχικά», οι «Διαθήκες ή Παλινωδίες», Αστρολογικά και Αστρονομικά κείμενα, επιγράμματα, ιεροτελεστικά κείμενα, όρκοι και φυσικά κείμενα (κείμενα για τη φύση και τα φυσικά φαινόμενα).

Αργοναυτικά

Τα Αργοναυτικά του Ορφέα είναι ένα ποιητικό κείμενο στο οποίο περιγράφεται η πρώτη οργανωμένη Πανελλήνια ενέργεια. Η πρώτη κίνηση στην οποία συμμετείχαν όλα οι ήρωες των Ελληνικών φύλλων, άνθρωποι αναγνωρισμένης αξίας και ικανοτήτων. Σύμφωνα με τις χρονολογήσεις και με βάση τα Τρωικά, το εγχείρημα έλαβε χώρα το 1360 ή το 1350 π.Χ. Η περίοδος ορίζει και τα φύλλα των οποίων οι ήρωες έλαβαν μέρος. Πρόκειται για όλα τα Αρχαιοελληνικά φύλλα, από τους Πρωτοέλληνες Πελασγούς έως τα νέα εκείνη την εποχή Μυκηναϊκά φύλλα της Αργολίδας και της Μαγνησίας. Η εκστρατεία αυτή περιγράφηκε από πολλούς Έλληνες και Λατίνους ποιητές.

Το πρώτο κείμενο που περιγράφει την Αργοναυτική εκστρατεία γράφηκε από τον Ορφέα. Το κείμενο αυτό δε σώθηκε. Αυτά τα οποία αναφέρονται ως Ορφικά Αργοναυτικά τα έγραψε μάλλον ο Κροτωνιάτης Ορφέας ή ο Ονομάκριτος. Μέλη και οι δυο των Ορφικών προφανώς μετέφεραν το κείμενο του ιδρυτή τους. Επίσης περί της εκστρατείας έγραψαν ο Επιμενίδης, ο Διονύσιος από τη Μίλητο, ο Ηρόδωρος και ο Πείσανδρος. Τα κείμενα αυτά επίσης δε σώζονται. Το μόνο που έχει σωθεί είναι το κείμενο του Απολλωνίου του Ροδίου. Από τα έργα των Λατίνων ποιητών γνωρίζουμε τη μετάφραση του Απολλωνίου από τον Πούπλιο, έργο μη σωζόμενο και το ποίημα του Βαλερίου Φλάκου σε οκτώ βιβλία. Το σίγουρο είναι ότι η εκστρατεία αυτή, η οποία έγινε στην πραγματικότητα, χρησιμοποιήθηκε από τους ποιητές, με πρώτο τον Ορφέα, συμπεριλαμβάνοντας και πολλά μυθολογικά στοιχεία, για να τονίσει την ενότητα των διάσπαρτων Ελληνικών φύλλων και να διδάξει το «η ισχύς εν τη ενώσει». Παράλληλα μέσω του συμβολισμού που περικλείει μπορεί να θεωρηθεί ως μυητικό κείμενο, το οποίο χρησιμοποιούνταν από τους Ορφικούς στις διδασκαλίες τους.Τα γεγονότα της ιστορίας είναι κατά το μάλλον γνωστά.

Ο Ιάσονας, γιος του Αίσονα βασιλέα της Ιωλκού, μετά την εκθρόνιση του πατέρα του από αδελφό του τον Πελία, αποστέλλεται για προστασία και εκπαίδευση στο γειτονικό Πήλιο, όπου η Σχολή του περίφημου Κενταύρου Χείρωνα. Αφού μεγαλώσει εκεί αποφασίζει την κάθοδό του στο βασίλειο, που του ανήκει. Στο δρόμο βοηθώντας την Ήρα, η οποία του εμφανίζεται με τη μορφή γριάς, να περάσει ένα ποτάμι χάνει το ένα σανδάλι του και εμφανίζεται στον Πελία μονοσάνδαλος. Ο βασιλιάς, έχοντας λάβει χρησμό, καταλαμβάνεται από φόβο και αποφασίζει να αναθέσει στον ξένο τη διεκπεραίωση ενός δύσκολου και επικίνδυνου άθλου, με σκοπό να τον εξοντώσει. Ο πρόγονός τους Φρίξος διαφεύγοντας τον κίνδυνο να θανατωθεί από τη μητριά του Ινώ έφθασε στην Κολχίδα, τη μυθική Αία, πάνω σε ένα χρυσόμαλλο κριάρι. Αυτό το κριάρι θυσιάστηκε στον Άρη από το βασιλέα της Αίας, τον Αιήτη, γιο του Ήλιου, ενώ ο Φρίξος έλαβε ως γυναίκα την κόρη του βασιλιά Χαλκιόπη. Το δέρμα του κριού αφιερώθηκε στον Άρη και κρεμάστηκε σε μια ιερή βελανιδιά στο άλσος του Άρη, όπου το φύλαγε στην πύλη η Εκάτη και κάτω από το δένδρο ένας δράκοντας. Αυτό το δέρμα ζήτησε ο Πελίας από τον Ιάσονα.Ο Ιάσονας, ξεκινώντας για την εκστρατεία, μετά από χρησμό, κάλεσε όλους τους ήρωες των Ελλήνων οι οποίοι έτρεξαν πάραυτα. Ο κατάλογος των Αργοναυτών, όπως ονομάστηκαν από το πλοίο τους, Αργώ, είναι μεγάλος και διαφέρει στα κείμενα.

Εκτός του Ιάσονα αναφέρονται ότι έλαβαν μέρος ο Ορφέας, ο Ηρακλής, οι Διόσκουροι, οι Αιακίδηδες, ο Άκαστος γιος του Πελία, οι Βορεάδες, ο Αμφιάραος και ο Μόψος, ο Ασκληπιός, ο Λυγκέας, ο Λαέρτης, ο Νέστορας, ο Ναύπλιος και άλλοι πολλοί.

Το πλοίο Αργώ ναυπηγήθηκε στις Παγασσαίς (από το παγήσαι – ναυπηγείν) το σημερινό Βόλο από τον Άργο με τη βοήθεια της Αθηνάς. Η Αθηνά τοποθέτησε στο πλοίο ξύλο από την ιερή βελανιδιά της Δωδώνης, το οποίο είχε την ικανότητα να μιλεί και να δίδει χρησμούς. Το πλοίο αυτό ονομάζεται και «μακρά ναυς» και είναι το πρώτο επίμηκες πλοίο που κατασκευάστηκε.Το ταξείδι των Αργοναυτών ξεκίνησε με θυσία προς όλους τους Θεούς, όπου και έλαβε χώρα ο όρκος των Αργοναυτών, να μείνουν πιστοί στον Ιάσονα. Παραπλέοντας το Πήλιο ήλθαν επίσκεψη στον Χείρωνα, όπου ο Πηλέας είδε το γιο του Αχιλλέα, που ανατρέφονταν εκεί. Μετά περνώντας το Θερμαϊκό κόλπο και παραπλέοντας την Παλλήνη και τον Άθωνα κατέληξαν στη Σαμοθράκη, όπου κατά προτροπή του Ορφέα μυήθηκαν στα μυστήρια των Μεγάλων Θεών.

Για τα Μυστήρια αυτά λίγα είναι γνωστά, μια και όλοι οι Αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς, από σεβασμό, τηρούσαν τη μυστικότητα. Ο Παυσανίας, ο μεγάλος περιηγητής της Ελλάδος χώρας, δεν αναφέρει τίποτε όπως κάνει και για τα Λύκαια. Ο Απολλώνιος το ίδιο. Στο κείμενο του Ορφέα, επίσης δεν αναφέρεται τίποτε. Οι πληροφορίες που έχουμε για αυτά τα μυστήρια εξάγονται έμμεσα από άλλους νεώτερους συγγραφείς. Ας κρατήσουμε την παρακάτω ρήση για τα Μυστήρια της Σαμοθράκης «μυστήρια φρικτά τοις θεοίς, άρρητα δε τοις ανθρώποις».Από τη Σαμοθράκη μετέβησαν στη Λήμνο, όπου διατρέξανε κίνδυνο μεγάλο. Οι γυναίκες εκεί, αφού έσφαξαν τους άνδρες τους, εκμεταλλεύονταν κάθε ξένο που άραζε στο νησί, ώστε να τεκνοποιήσουν και κατόπιν τον σκότωναν. Το ίδιο επρόκειτο να πράξουν και με τους Αργοναύτες αν ο Ορφέας δεν τους υπενθύμιζε το σκοπό του ταξειδιού τους. Αφού έφυγαν από τη Λήμνο, έπεσαν σε τρικυμία και ο Ορφέας επικαλέστηκε τους Μεγάλους Θεούς, προστάτες των ναυτικών. Η τρικυμία σταμάτησε και οι Αργοναύτες πέρασαν τον Ελλήσποντο. Άραξαν στη Χερσόνησο της Προποντίδας όπου ήταν βασιλιάς των Δολιώνων ο Κύζικος. Ο βασιλιάς φιλοξένησε τους Αργοναύτες με τιμές και αγώνες. Αφού ξεκουράστηκαν ξεκίνησαν και πάλι, αλλά αντίθετος άνεμος τους επανέφερε στο βασίλειο των Δολιώνων. Οι Δολίωνες τους νόμισαν για ληστές και τους επιτέθηκαν. Οι Αργοναύτες, μη γνωρίζοντας που βρίσκονται αντέδρασαν και ο Ιάσονας σκότωσε τον Κύζικο. Όταν κατάλαβαν το λάθος τους λυπήθηκαν πολύ και έθαψαν τον βασιλιά με τιμές και επιτάφιο αγώνα. Σε αυτό συνέβαλε και η οργή της Ρέας, η οποία δεν επέτρεπε την αναχώρηση του πλοίου αν πρώτα δεν τίμονταν κατά το πρέπον ο Κύζικος. Μετά από προσευχή του Ορφέα σταμάτησε η οργή της Μεγάλης Μητέρας και ξεκίνησε το πλοίο. Κατόπιν έφθασαν στη χώρα των Βεβρύκων, στη σημερινή Νικομήδεια. Από εκεί πέρασαν απέναντι στα παράλια της Σαλμυδησσού όπου βασίλευε ο Φινέας. Αφού ελευθέρωσαν αυτόν από την τιμωρία της πείνας που του είχε επιβληθεί, ο τυφλός βασιλιάς – μάντης τους βοήθησε να περάσουν τις Κυανές ή Συμπληγάδες Πέτρες. Περνώντας από τον πορθμό, βγήκαν στον Εύξεινο Πόντο και στη χώρα των Μαρινδυανών. Κατόπιν, παραπλέοντας τα Ασιατικά παράλια του Πόντου, έφθασαν νύχτα στον ποταμό Φάσι, το ποτάμι της Αίας, τον οποίο και ανέβηκαν μέχρι την πρωτεύουσα των Κόλχων.Μετά από την αναγκαία θυσία, συνεβουλεύθησαν πώς να προσεγγίσουν την πόλη και το παλάτι για να πάρουν το δέρας. Αποφάσισαν, λοιπόν, να στείλουν πρεσβεία με τον Ιάσονα στον Αιήτη ζητώντας του την άδεια να αφαιρέσουν το δέρας από το άλσος του Άρεως και να το μεταφέρουν στην Ιωλκό. Τη στιγμή αυτή φθάνει ο γιος του Φρίξου, ο οποίος και τους αναγγέλλει ότι ο Αιήτης γνωρίζει την παρουσία τους και έρχεται να μάθει τι ζητούν εκεί. Όντως καταφθάνει ο βασιλιάς και όταν ακούει ότι ζητούν το χρυσό δέρας, τους απαντά θετικά με τον όρο να επιτύχουν ένα άθλο. Ο άθλος αυτός ήταν να ζέψει ο Ιάσονας δυο άγριους χαλκόποδες και χαλκοκέρατους ταύρους, δώρο του Ηφαίστου, οι οποίοι εξέπνεαν πυρ, σε αδαμάντινο άροτρο, να οργώσει και να σπείρει τα δόντια του δράκοντα τον οποίο είχε φονεύσει ο Κάδμος. Ο Ιάσονας αποδέχθηκε την πρόκληση, αλλά από τη σπορά ξεφύτρωσαν άνδρες άγριοι και ένοπλοι, οι Σπαρτοί, τους οποίους πολέμησε και σκότωσε. Όλα αυτά έγιναν μέσα σε μια ημέρα. Πολύτιμος αρωγός στην προσπάθεια του ήρωα εμφανίστηκε η Μήδεια, η οποία αφού βεβαιώθηκε με όρκους ότι θα την παντρευτεί, του έδωσε φάρμακο για να αλείψει το δόρυ, την ασπίδα και το σώμα του και κατόπιν να ζέψει τους ταύρους. Κατόπιν, του είπε, όταν βγουν οι Σπαρτοί από τη γη, όπου βλέπει πολλούς εκεί να ρίχνει κρυφά και από μακριά πέτρες. Οι πέτρες εξόργιζαν τους Σπαρτούς και νομίζοντας ότι τις ρίχνει ο ένας στον άλλον, αλληλοσκοτώνονταν.Αφού ο Ιάσονας επιτέλεσε τον άθλο ζήτησε το βραβείο του, αλλά ο Αιήτης, έχοντας μετανοήσει, δεν το έδινε και μάλιστα προετοιμαζόταν να κάψει την Αργώ και να σκοτώσει τους Αργοναύτες. Η Μήδεια καταλαβαίνοντας τις σκέψεις του πατέρα της ενημέρωσε τον Ιάσονα. Κατόπιν πήγε με τον ήρωα στο άλσος του Άρεως. Το άλσος φυλασσόταν από φρούριο επτάτειχο, πύργους ψηλούς, πύλες τριπλές χάλκινες, επάλξεις χρυσές και τις πύλες φύλαγε η τρομερή Εκάτη. Στη ρίζα του δέντρου που ήταν κρεμασμένο το δέρας βρισκόταν ακοίμητος φύλακας ο φοβερός δράκοντας. Τότε επενέβη ο Ορφέας με τις μελωδίες του και νίκησε τα εμπόδια, έτσι ώστε ο Ιάσονας να μπορέσει να πάρει το δέρας και να επιστρέψουν στην Αργώ. Ο Αιήτης, όταν έμαθε τα γεγονότα, τη φυγή της Μήδειας και την αρπαγή του δέρατος, έστειλε το γιο του Άψυρτο με στρατό να την φέρει πίσω. Οι Αργοναύτες σκότωσαν τον Άψυρτο και κατόπιν τον διαμέλισαν και τον πέταξαν στη θάλασσα. Ο Αιήτης μαζεύοντας τα κομμάτια του γιου του άφησε τους Αργοναύτες και τη Μήδεια να διαφύγουν. Όμως το έγκλημα κατά του Άψυρτου απετέλεσε άγος και τους οδήγησε σε νέες περιπέτειες έως ότου καθαρθούν.

Ενώ η ανάβαση των Αργοναυτών προς την Κολχίδα αναφέρεται ομόφωνα από τους πάντες, η κατάβαση διαφέρει παραλλαγμένη τόσο στο ποιητικότερο όσο και στο μυθωδέστερο. Η πορεία που αναφέρεται στα κείμενα του Ορφέα έχει αρχή την Κολχίδα από την οποία οι ήρωες, είτε έχοντας ο Αιήτης αποκλείσει το δρόμο του γυρισμού από τον Ελλήσποντο και την Προποντίδα είτε εξαιτίας θείας οργής για το θάνατο του Άψυρτου, ανέβηκαν τον ποταμό Φάσι και στρέφοντας στο Σάραγγη κατέληξαν στη Μαιώτιδα λίμνη. Από εκεί ανέπλευσαν προς Βορρά μέσω του Τανάιδος ποταμού και περνώντας από διάφορα άγρια έθνη κατέληξαν στους πρόποδες των Ριπαίων ορέων. Από εκεί μέσω άλλου ποταμού έπλευσαν στον Κρόνιο Πόντο, την παγωμένη θάλασσα. Λόγω του αντιθέτου ανέμου κινδύνευσαν πολύ και έσυραν την Αργώ για έξι ημέρες. Κατόπιν αναφέρονται διάφοροι μυθικοί λαοί από τους οποίους περνούν, όπως οι Μακρόβιοι και οι Κιμμέριοι. Ακολουθεί η ανάβαση του ποταμού Αχέροντα, των πυλών του Άδη. Από τον Αχέροντα οδηγήθηκαν μετά από προτροπή της Αργούς στην Ιερνίδα νήσο, όπου τους βρήκε μεγάλη τρικυμία και για δώδεκα μερόνυχτα δε γνώριζαν που βρίσκονταν. Τότε ο Λυγκέας, που είχε την ικανότητα να βλέπει μακρύτερα από όλους τους άλλους ανθρώπους, είδε το νησί της Δήμητρας, το οποίο και προσπέρασαν χωρίς να σταματήσουν διότι δεν υπήρχε λιμάνι.Από δω και μετά το ταξείδι τους ακολουθεί τα, μετέπειτα χνάρια του Οδυσσέα.
Μετά από τρεις ημέρες έφθασαν στο νησί της Κίρκης, την άλλη Αία. Η Κίρκη, αδελφή του Αιήτη, δεν τους δέχθηκε αλλά δίνοντας τους εφόδια τους απέπεμψε να καθαρθούν. Στη συνέχεια, με τη βοήθεια του Ορφέα πέρασαν από τις Σειρήνες. Σειρά είχε ο πορθμός της Σκύλας και της Χάρυβδης, όπου τους έσωσε η Θέτις, προς χάριν του άνδρα της. Κατέληξαν μετά από αυτά στη Σχερία, όπου το βασιλικό ζεύγος του Αλκινόου και της Αρρήτης πάντρεψε τον Ιάσονα και τη Μήδεια. Από τη Σχερία ταξιδεύοντας προς Νότο ξέπεσαν στον κόλπο της Σύρτις στη Λιβύη. Φεύγοντας από τη Λιβύη έφθασαν στην Κρήτη όπου ο Τάλως, φύλακας της νήσου δεν τους επέτρεπε να βγουν στη στεριά. Έξω από τις Κυκλάδες, στο ύψος της Ανάφης, τους έπιασε τρικυμία οπότε κατέφυγαν στο νησί. Από την Ανάφη κατέπλευσαν στην Μαλεωτίδα άκρη και καθάρθηκαν από το φόνο του Άψυρτου. Από εκεί γύρισαν στην Ιωλκό. Έτσι περιγράφει το ταξείδι των Αργοναυτών ο Ορφέας.

Η συμβολική του Ορφικού κειμένου

Η αποστολή των προσωποποιημένων αρχετυπικών προτύπων της Ελληνικής φυλής στην αναζήτηση ενός ιερού αντικειμένου, μέσα από περιπέτειες και κινδύνους, εκτελώντας άθλους και πληρώνοντας το τίμημα, έχει βρει το αντίστοιχό της στη νεώτερη Δυτική παράδοση στους Αρθούρειους μύθους των τροβαδούρων του Μεσαίωνα, στους μύθους του Ιερού Δισκοπότηρου – San Grail ή Sang Real ή όπως αλλιώς το πούμε – του βασιλιά Ανφορτάς και των Ιπποτών της Στρογγυλής Τραπέζης. Μόνο που η πανάρχαια Ελληνική ψυχή δεν έπλασε τους ήρωές της μόνο πολεμιστές – μοναχούς, όπως η περιορισμένη Δύση. Στο Ελληνικό έπος οι ήρωες είναι και μάγοι και εραστές και σοφοί. Το κείμενο του Ορφέα για την εκστρατεία είναι ταυτόχρονα εκπαιδευτικό, πολιτιστικό και αποκρυφιστικό. Είναι ένα συμβολικό κείμενο, ένας εφαλτήρας για περαιτέρω βελτίωση όποιου προσπαθήσει να το αποσυμβολίσει.Ένα «μαγικό πλοίο», η Αργώ, που σημαίνει γρήγορη αλλά και λαμπρή, ξεκινά με πλήρωμα ότι καλύτερο είχε να επιδείξει ο Πρωτοελληνισμός. Σκοπός τους είναι η αναζήτηση ενός ιερού αντικειμένου που θα τους οδηγήσει στην ανύψωση και στην ελευθερία, όπως κάποτε τον πρόγονό τους Φρίξο. Τώρα το ερώτημα είναι, αν το αντικείμενο οδηγεί στην ανύψωση και την ελευθερία ή η αναζήτησή του! Την απάντηση σ’ αυτό μπορεί να τη δώσει μόνο ο Αργοναύτης, εκείνος που πέρασε όλη τη διαδικασία. Είναι ένας δρόμος διπλός, εσωτερικός και εξωτερικός. Ο εξωτερικός δρόμος είναι λίγο – πολύ προδιαγεγραμμένος με τις όποιες παρεκβάσεις επίσης προκαθορισμένες. Όμως είναι και ο εσωτερικός δρόμος, που οδηγεί όχι σε ένα αλλά σε πέντε στόχους, ο δρόμος του Πολεμιστή, ο δρόμος του Μοναχού, ο δρόμος του Μάγου, ο δρόμος της Αγάπης και τέλος ο Δρόμος της Γνώσης.Σ’ όλο το ταξείδι ελλοχεύουν κίνδυνοι, οι γυναίκες της Λήμνου, η οργή των θεών, ο Άμυκος, ο Αιήτης, ο δράκοντας, οι Σειρήνες, ο Τάλως. Ο Αργοναύτης πρέπει να πολεμήσει και να νικήσει. Κι αν οι εξωτερικοί κίνδυνοι τον κάνουν να ακολουθεί το δρόμο του Πολεμιστή, οι εσωτερικές αντιμαχίες το άλλο δυϊκό ζεύγος τον καθιστά, με τους σημερινούς όρους, Μοναχό. Πρέπει να αντιμετωπίσει την εσωτερική του πάλη, πάλη καρδιάς – συμπαντικής γνώσης και νου – λογικής για να φθάσει στο θεό του, στο Χρυσόμαλλο Δέρας, στη λύτρωση, στο τέλος. Ο δρόμος που ενώνει τον Πολεμιστή με το Μοναχό είναι ο δρόμος του Μάγου, η «Μέση Οδός». Είναι μαγικό πλοίο η Αργώ. Είναι μάγος ο Ορφέας. Είναι αποκρυφιστικές οι τέχνες που διδάσκει. Μυστήρια στη Σαμοθράκη κι εκεί μυούνται ομαδικά οι Αργοναύτες. Λείπει κάτι ακόμα, το τρίτο στοιχείο, το ενοποιό στοιχείο, η υπέρβαση των αντιμαχομένων δυο στο ένα. Ο Έρωτας, ο θείος Έρωτας, ο Φάνης, ο Ιάσονας και η Υψιπύλη, οι Αργοναύτες και οι γυναίκες της Λήμνου, ο Ιάσονας και η Μήδεια. Ο τελευταίος δρόμος είναι αυτός που καλύπτει όλους τους προηγούμενους. Ο Δρόμος της Γνώσης. Οι Αργοναύτες μέσα από όλες τις πορείες τους θα φθάσουν στη Γνώση. Αυτός είναι ο σκοπός τους, αυτό είναι το τέλος. Θα κατέλθουν στη μήτρα της Μεγάλης Μητέρας, στα σκοτάδια των Μυστηρίων της Ζάθεης Σαμοθράκης, θα περάσουν δοκιμασίες, αλλά στο τέλος, αφού καθαρθούν, θα εξυψωθούν.

Αργοναυτικά – Ιερή Βασιλική Αψίδα

Ένα ιδανικό έχει χαθεί και πρέπει να επανέλθει. Σύμβολό του είναι ο Φρίξος και η Έλλη. Ένα αντικείμενο μπορεί να εξυψώσει, να ελευθερώσει από τα δεσμά της ύλης, της βαρύτητας, το Χρυσόμαλλο Δέρας. Πενήντα ήρωες ξεκινούν. Το πέντε είναι ο αριθμός του ανθρώπου. Κατεβαίνουν στα βάθη της ψυχής τους, στα σκοτάδια των Καβειρίων, για να μαζέψουν όλες τις δυνάμεις που χρειάζονται για το Μέγα Έργο. Πορεύονται μέσα από δοκιμασίες και κινδύνους. Φθάνουν στην ύστατη δοκιμασία και έρχονται αντιμέτωποι με το δράκοντα, το αιώνιο σύμβολο του εχθρού, του σκότους. Ο Ιάσονας θα κατέβει στην κοιλιά του δράκοντα για να τον σκοτώσει. Έχει βοηθό τη σκοτεινή Μήδεια, τη σκοτεινή όψη της δικής του ψυχής, τη διαίσθηση. Ο Άψυρτος – τίμημα, κουρμπάνι όπως λένε στην Κρήτη – για την απόκτηση του Δέρατος. Το τίμημα που πρέπει να πληρώσουν οι Αργοναύτες δεν τελειώνει με τις δοκιμασίες του ταξειδιού μέχρι να φθάσουν στην Αία. Δεν καλύπτεται ούτε με τις δοκιμασίες του Αιήτη. Πρέπει να συνεχίσουν τον αγώνα. Σε φυλές άγριες και άγνωστες, σε μέρη μυθικά, στον Κρόνιο Πόντο, να ξεπεράσουν κινδύνους – σύμβολα των εσωτερικών τους αδυναμιών. Τότε θα πετύχουν την κάθαρση και μέσω αυτής της τελείωση.Λέει ο Βαλέριος Φάλκος Γάιος στα Αργοναυτικά του:«Τραγουδάω για τα στενά που πρώτα πέρασαν τα μεγάλα τέκνα των θεών και για το θαυμαστό το πλοίο που τόλμησε να περιπλεύσει τις Σκυθικές ακτές του Φάσι και να περάσει ανάμεσα από πέτρες συμπληγάδες και που τελικά ήρθε και άραξε πάνω στο φλογισμένο Όλυμπο.Αγωνιστείτε για τα άστρα, άνδρες. Εγώ πριν τον κόσμο κυβερνήσω, είχα να τα βάλω με το μανιασμένο Ιαπετό και έπρεπε τους άθλους στην πεδιάδα της Φλέγρας να πραγματοποιήσω. Για σας έστρωσα ένα δύσκολο και σκληρό δρόμο προς τον ουρανό».Στη διδασκαλία των Ορφικών Μυστηρίων ο νήπιος βασιλέας θεών και ανθρώπων, ο Διόνυσος, σκοτώθηκε και κατασπαράχθηκε από τους Τιτάνες και κατόπιν αναστήθηκε ως Διόνυσος γιος της Σεμέλης από την Αθηνά, τον Απόλλωνα και το Δία. Η οργή του Δία προς τους θεοφάγους ήταν η θρυαλλίδα από την οποία ξεπήδησε το νέο γένος των ανθρώπων. Όμως ως γεννήματα από τις στάχτες των Τιτάνων, φέρουν και τα τιτανικά στοιχεία. Θυμίζει τη ρήση του μεγάλου Ακραγαντίνου «φυγάς ειμί θεόθεν και αλήτης». Σκοπός τους είναι η αποβολή της τιτανικής φύσης και η βίωση της θεϊκής υπόστασης. Στη μνήμη των νέων ανθρώπων υπάρχει η ευδαιμονία στην οποία ζούσαν οι άνθρωποι της χρυσής εποχής. Σ’ αυτή θέλουν να φθάσουν. Για να φθάσουν εκεί πρέπει να εξυψωθούν. Κατά την τελετή της μύησης γινόταν κάθαρση του νεομύητου από το Κώδιον, δέρμα κριού. Γίνεται όμως μνεία του γεγονότος ότι η πραγματική εξύψωση απαιτεί ένα άλλο Κώδιον, ένα ισχυρότερο μέσο, το Χρυσό Κώδιον, το Χρυσόμαλλο Δέρας. Χρειάζεται περισσότερη προσπάθεια, συνέχιση της πορείας.

Επίλογος

Στο παρόν έγινε μια προσπάθεια παρουσίασης του μύθου και κάποιων από τους συμβολισμούς του πρώτου Πανελλήνιου εγχειρήματος, της Αργοναυτικής Εκστρατείας, όπως αυτή σώθηκε από τα κείμενα του μεγαλύτερου μύστη της Ελληνικής αρχαιότητας, του Ορφέα. Ο αποσυμβολισμός ενός τέτοιου κειμένου δε μπορεί να γίνει στα πλαίσια μιας εργασίας. Μόνο ψήγματα μπορούν να παρατεθούν. Πολύ δε περισσότερο, όταν ο αποσυμβολισμός είναι μια διαδικασία τόσο πολύπλοκη και, ταυτόχρονα, απόλυτα ιδιαίτερη.

Από θύματα γινόμαστε πολεμιστές

"Η βασική διαφορά ανάμεσα σε ένα συνηθισμένο άτομο και σ' έναν πολεμιστή είναι ότι ο πολεμιστής αντιμετωπίζει τα πάντα ως πρόκληση, ενώ ένα συνηθισμένο άτομο τα θεωρεί ευλογία ή κατάρα". Carlos Castaneda

Η ζωή άλλοτε είναι υπέρ μας και άλλοτε κατά. Και κάποιες φορές ίσως νιώθουμε ολόκληρο τον κόσμο εναντίον μας. Το θετικό είναι ότι ο τρόπος διαχείρισης είναι δική μας απόφαση: μπορούμε να επιλέξουμε ανάμεσα στο θύμα ή τον πολεμιστή. Κι αυτό όμως δεν είναι πάντα εύκολο.

Η πρόκληση βρίσκεται στην ώριμη αντιμετώπιση και τη συνειδητοποίηση ότι δεν είμαστε θύμα του κόσμου να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε πραγματικά ο κόσμος. Αν προηγουμένως έχουμε αξιολογήσει σωστά τι σημαίνει για τον καθένα από μας καλή και τι κακή ζωή.

Ο Carl Jung έγραψε "η διαφορά ανάμεσα σε μια καλή ζωή και μια κακή ζωή είναι πόσο καλά μπορείς να διασχίσεις μια φωτιά". Ο Άμλετ του Σαίξπηρ είπε ότι "δεν υπάρχει τίποτα είτε καλό ή κακό, αλλά είναι η σκέψη που το κάνει έτσι". Συνεπώς η διάθεση και η στάση μας απέναντι στα πράγματα, τα σημασιοδοτούν ως ευχάριστα ή δυσάρεστα. Το θύμα περπατά μέσα στη φωτιά, κλαίγοντας για τον πόνο και θρηνώντας για τα σημάδια του. Ο πολεμιστής μαθαίνει μέσα από τη φωτιά και διδάσκεται από τον πόνο και στη συνέχεια τον χρησιμοποιεί ως σκαλοπάτι για μια υψηλότερη κατάσταση της συνείδησης, θεωρώντας τα σημάδια του τρόπαια.

Κατά την Elizabeth Gilbert "η καταστροφή είναι ένα δώρο, είναι ο δρόμος για την αλλαγή". Ο πολεμιστής εξελίσσεται μέσα από τις δυσκολίες, επιλέγει ανάμεσα στο θάρρος και τη δειλία. Η δειλία ίσως είναι ευκολότερη, αλλά οδηγεί στη θυματοποίηση. Το θάρρος είναι πάντα πιο δύσκολο αλλά ταυτόχρονα μια μεγάλη επιβράβευση.

Να ελπίζουμε για το καλύτερο αλλά να είμαστε προετοιμασμένοι και για το χειρότερο.

Όσο κι αν ακούγεται εύκολο στη θεωρία, στην πράξη δεν είναι! Η αδικαιολόγητα υψηλή προσδοκία είναι ένας από τους κύριους λόγους. Το σύμπαν όμως δεν είναι σχεδιασμένο για να ταιριάζει με τις προσδοκίες μας.

Ο David McRaney είπε πως "δεν μπορείς να βελτιώσεις τα πράγματα που αγαπάς αν ποτέ δεν επιτρέπεις να είναι ατελή. Πρέπει να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας να μην είναι τέλειοι. Και αυτό σημαίνει να παραιτηθούμε από τις προσδοκίες μας. "Όσο αποπροσανατολιστικά, δύσκολα ή ταπεινωτικά μπορεί να είναι τα λάθη μας" κατά την Katheryn Schultz, "είναι τελικά εκείνα μέσα από τα οποία μαθαίνουμε ποιοι πραγματικά είμαστε".

Αν ο μεγαλύτερος εχθρός της φαντασίας είναι η προσδοκία και ο μεγαλύτερος σύμματος είναι ο αποπροσανατολισμός, τότε είναι ζήτημα λογικής να "σπάσουμε" τον φαύλο κύκλο του να είμαστε τα θύματα, συμβιβαζόμενοι με την πιθανή σύγχυση και την αβεβαιότητα, αναμιγνύοντάς τες με παράλογες προσδοκίες ώστε να βελιτωθεί η φαντασία μας. Αν δεν μπορούμε να το πετύχουμε αυτό θα οδηγηθούμε σε άγχος. Αν όμως το καταφέρουμε τότε θα είμαστε ευχαριστημένοι από την κάθε στιγμή αντί να υποφέρουμε από ματαιωμένες προσδοκίες. 'Ετσι η ψυχή ανθίζει και καρποφορεί ανεξάρτητα από τις προσδοκίες του εγώ μας.

Το να πούμε όμως "ναι" στην ψυχή δεν είναι ένας εύκολος στόχος για κανέναν. Η Marianne Williamson γράφει πως "βαθύτερος φόβος μας δεν είναι ότι είμαστε ανεπαρκείς, είναι ότι είμαστε ισχυροί πέρα ​​από το μέτρο". Το ενδιαφέρον είναι ότι όλοι γνωρίζουμε ότι αυτό είναι αλήθεια. Όλοι γνωρίζουμε πως είμαστε πιο ισχυροί από ό, τι επιτρέπουμε στον εαυτό μας. Ο φόβος μάς παραλύει με δύο τρόπους, είτε ως θύματα είτε ως εν δυνάμει πολεμιστές. Αυτό συμβαίνει γιατί έχουμε βασίσει την ταυτότητά μας με την ταύτιση με κάποια εξουσία, οπότε η ελευθερία προκαλεί άγχος.

Έτσι αποκρύπτουμε τον ισχυρό πολεμιστή και την ίδια στιγμή θυματοποιούμαστε, ανακουφίζοντας έτσι τον εαυτό μας από το άγχος που έρχεται με την αληθινή ελευθερία. Είναι μια εντυπωσιακή πτυχή της ανθρώπινης φύσης. Έτσι, δεν θα πρέπει να ανησυχούμε για τα παιδιά που φοβούνται το σκοτάδι, αλλά περισσότερο για τους ενήλικες οι οποίοι φοβούνται το φως.

Εν τέλει ο πόνος προκαλείται όταν επιθυμούμε η παροδικότητα του κόσμου να είναι μόνιμη. Όπως Neil Gaiman έγραψε "κόλαση είναι κάτι που κουβαλάς μαζί σου, όχι κάποιο μέρος όπου πηγαίνεις". Η μόνη κόλαση είναι η εξωπραγματική προσδοκία. Αν θυσιάσουμε την ανάγκη για μονιμότητα και αγκαλιάσουμε την περιπέτεια και την απρόσμενη αλλαγή, τότε θα καταφέρουμε να διαφεύγουμε από την "κόλαση".

Ας ξεφύγουμε από την τυραννία του γραμμικού και ας ανακαλύψουμε τον κύκλο. Ας απαλλάξουμε τους εαυτούς μας από τα νεκρό βλέμμα του θύματος που εμπεριέχει και εξαπάτηση, και την υποσυνείδητη επιθυμία να προσαρμόσουμε τα πάντα στα δικά μας "θέλω". Ας προχωρήσουμε με ανοικτό βλέμμα του πολεμιστή και την ολιστική επιθυμία να ενώσει ανθρώπους και φύση. Τίποτα δεν θα μπορούσε να είναι ευκολότερο, και όμως, φαίνεται πως τελικά είναι πολύ δύσκολο.

William Shakespeare: Η αγάπη η αληθινή δεν αλλάζει με τις σύντομες ώρες και βδομάδες

Το πιο διάσημο Σονέτο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ είναι το νούμερο 116. Το Σονέτο εκδόθηκε με τον τίτλο "Let me not to the marriage of trur minds" και μιλάει για την τεράστια ισχύ της αληθινής αγάπης, η οποία δεν κλονίζεται και δεν αλλάζει απέναντι στις δυσκολίες κι αν το κάνει, όταν το κάνει, απλώς δεν είναι αληθινή.

Κάτι που πρέπει πιθανόν να έχουμε κατά νου όλοι στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, κάθε φορά που αναρωτιόμαστε αν κάποιος μας αγαπάει τελικά πραγματικά. Η απάντηση είναι πολύ πιο εύκολη απ' όσο νομίζουμε.

«Κανένα εμπόδιο να ενωθούν πιστές καρδιές
δεν θα δεχθώ

Δεν είναι η αγάπη αυτή που αλλάζει με της τύχης
τα γυρίσματα
Και με το κάθε σκούντημα πέφτει και χάνεται.

Όχι, είναι σημάδι προαιώνιο
Που ακλόνητο τις τρικυμίες αντικρίζει

Του καραβιού που πλανιέται το άστρο
Η αξία του είναι άγνωστη, αν και το ύψος του μπορεί να υπολογιστεί.

Δεν είναι η αγάπη παιχνίδι του καιρού
που κυλάει με το κυρτό του το δρεπάνι,
Δεν είναι τριανταφυλλένια μάγουλα και χείλια.

Η αγάπη η αληθινή δεν αλλάζει με τις σύντομες ώρες και βδομάδες,
Φτάνει μακριά μέχρι την άκρη της συντέλειας.

Αν είναι πλάνη αυτό και μου αποδειχτεί, ούτε τίποτα έχω γράψει στην ζωή

Ούτ’ άνθρωπος έχει ποτέ αγαπήσει».

Όταν ακούς αρνητικές φωνές στο κεφάλι σου

Τα παιδιά είναι πολύ ευαίσθητα και απορροφούν όλα όσα έρχονται από το περιβάλλον τους σαν σφουγγάρι, έτσι είναι φυσικό τα λόγια που ακούν να επηρεάσουν βαθιά την ψυχή τους. Και αυτά τα λόγια συνήθως παραμένουν μαζί τους για χρόνια, προκαλώντας μεγάλη ταλαιπωρία συνήθως μέχρι να φτάσουν σε μεγάλη ηλικία ή ακόμα και μέχρι την τελευταία αναπνοή τους.

Όταν ήμασταν παιδιά, πληγωνόμασταν από αυτά που μας έλεγαν. Τώρα, ως ενήλικες ακούμε συνεχώς φωνές στο κεφάλι μας που έχουν εμφυτευτεί από άλλους-τους γονείς, τους συγγενείς, τους φίλους, τους δασκάλους μας και ούτω καθεξής- όμως πιστεύουμε ότι είναι δικές μας. Φωνές που μας λένε ότι είμαστε ανεπαρκείς. Ότι είμαστε ασήμαντοι. Ότι δεν αξίζει να μας αγαπάνε. Ότι δεν αξίζει να ζούμε.

Αυτές οι αρνητικές φωνές συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται τόσο συχνά που μας έχουν προγραμματίσει να πιστεύουμε ότι αυτό που λένε είναι στην πραγματικότητα αλήθεια. Αν ακούτε αυτές τις φωνές θα ήθελα να σας πω αυτό: είναι εντελώς βλακείες. Εσείς, όπως και κάθε άλλο άτομο στον κόσμο είστε μοναδικοί, ευφυείς και αγαπητά όντα. Αλλά η ομορφιά, η εξυπνάδα και η αγάπη σας έχουν κατασταλεί για τόσο πολύ καιρό ώστε αισθάνεστε πως δεν υπάρχουν.

Αν νιώθετε ανεπαρκείς, εμπιστευτείτε με ήμουν κι εγώ εκεί. Και ξέρω ότι είναι χάλια. Αλλά ξέρω επίσης πως υπάρχει μια διέξοδος. Πως; Λοιπόν, η πρόθεση μου δεν είναι να μετατρέψω αυτό σε ακόμα ένα άρθρο αυτοβοήθειας, αλλά θα επισημάνω απλά πράγματα όπως, η φροντίδα των συναισθηματικών αναγκών σας, η αποδοχή και η έκφραση των συναισθημάτων σας, η επιδίωξη των πραγματικών σας συμφερόντων και η διαμόρφωση σχέσεων που μπορούν να σας βοηθήσουν να σιωπήσετε τις αρνητικές φωνές στο κεφάλι σας και να δημιουργήσουν τον εσωτερικό χώρο που απαιτείται για να επανασυνδεθείτε με τον ανώτερο Εαυτό σας.

Ο στόχος μου εδώ είναι απλά να σας υπενθυμίσω ότι είστε αρκετοί όπως είστε, ανεξάρτητα από το τι σας έχουν κάνει οι άλλοι να πιστεύετε. Θέλω να σας υπενθυμίσω πως η παρουσία σας εμπλουτίζει όλη την ύπαρξη και πως έχετε εξαιρετικά σημαντικά χαρίσματα για να συμβάλλετε στον κόσμο. Θέλω να σας υπενθυμίσω ότι έχετε μια καρδιά με αγάπη που μπορεί να φωτίσει τη ζωή ενός άλλου ατόμου. Έτσι, την επόμενη φορά που θα εμφανιστούν αυτές οι αρνητικές φωνές στο κεφάλι σας, μην τις πιστέψετε. Σας λένε ψέματα, ξανά και ξανά. Αντί γι αυτό, παρατηρήστε από πού προέρχονται και απομακρύνετε τες μία προς μία. Είναι απλώς μια ψευδαίσθηση που τροφοδοτείται από την προσοχή σας και ο μόνος τρόπος για να ξεφύγετε από αυτές είναι να λιμοκτονήσουν.

Η σχέση ανάμεσα στον υπαρξισμό και τον ανατολικό τρόπο σκέψης

Σημειώνουμε παρακάτω την σχέση ανάμεσα στον υπαρξισμό και τον ανατολικό τρόπο σκέψης, όπως τον βρίσκουμε στα κείμενα του Λάο Τσε και του Ζεν βουδισμού. Οι ομοιότητες είναι εντυπωσιακές. Τις διαπιστώνει κανείς αμέσως, με μια ματιά σε κάποια αποφθέγματα από τον Δρόμο της Ζωής του Λάο Τσέ: «Η ύπαρξη είναι πέρα από την δυνατότητα των λέξεων να την ορίσουν: από τους όρους που μπορείς να χρησιμοποιήσεις, κανένας δεν είναι απόλυτος». «Η ύπαρξη, ενώ δεν γεννιέται από κάτι, γεννάει τα πάντα, είναι ο γεννήτορας του κόσμου». «Η ύπαρξη είναι άπειρη, δεν υπόκειται σε ορισμό όσο κι αν φαίνεται ένα απλό ξυλαράκι στην χούφτα σου, που μπορείς να το σκαλίσεις όπως θέλεις, δεν είναι να παίξεις μαζί της και να την αφήσεις χάμω», «Ο τρόπος να πράττεις είναι να είσαι», «Καλύτερα να επιμείνεις στο κέντρο της ύπαρξής σου όσο απομακρύνεσαι από αυτό, τόσο λιγότερο μαθαίνεις».

Την ίδια έκπληξη βιώνει κανείς από τις ομοιότητες με τον βουδισμό Ζέν. Οι ομοιότητες ανάμεσα σε αυτές τις ανατολικές φιλοσοφίες και τον υπαρξισμό φτάνουν πολύ βαθύτερα από μια συμπτωματική ομοιότητα στις λέξεις. Και οι δύο νοιάζονται για την οντολογία, την μελέτη του όντος. Και οι δύο αναζητούν μια σχέση με την πραγματικότητα που να διαρρηγνύει την διπολικότητα υποκειμένου και αντικειμένου. Και οι δύο επιμένουν ότι η προσήλωση της Δύσης στην κατάκτηση και την εξουσία πάνω στην φύση έχει οδηγήσει όχι μόνο στην αποξένωση του ανθρώπου από την φύση, αλλά και, εμμέσως, στην αποξένωση του ανθρώπου από τον εαυτό του. Ο βασικός λόγος αυτών των ομοιοτήτων είναι ότι η ανατολική σκέψη δεν υπέστη ποτέ τον ριζικό χωρισμό ανάμεσα στο υποκείμενο και το αντικείμενο, ο οποίος χαρακτηρίζει την Δυτική σκέψη – και αυτή η διχοτόμηση είναι ακριβώς εκείνο που επιδιώκει να υπερβεί ο υπαρξισμός.

Οι δύο προσεγγίσεις, βέβαια, δεν πρέπει επ’ ουδενί λόγω να ταυτίζονται είναι διαφορετικού επιπέδου. Ο υπαρξισμός δεν είναι πλήρης κοσμοθεωρία ή τρόπος ζωής, αλλά απόπειρα να συλλάβουμε την πραγματικότητα. Η κύρια ειδοποιός διαφορά ανάμεσά τους, τουλάχιστον για τις ανάγκες της μελέτης μας, είναι ότι ο υπαρξισμός βουτιέται κατευθείαν στο άγχος του Δυτικού ανθρώπου και αναδύεται απ’ αυτό, από την αποξένωσή του και τις συγκρούσεις του, άρα είναι εγγενής στον δικό μας πολιτισμό.

Όπως και η ψυχανάλυση, ο υπαρξισμός δεν ψάχνει να φέρει έτοιμες απαντήσεις από άλλους πολιτισμούς, αλλά να χρησιμοποιήσει αυτές ακριβώς τις συγκρούσεις της σύγχρονης προσωπικότητας ως λεωφόρους για την βαθύτερη αυτο-κατανόηση του Δυτικού ανθρώπου και να βρει τις λύσεις στα προβλήματά μας σε άμεση σχέση με τις ιστορικές και πολιτισμικές κρίσεις που τα γέννησαν. Από αυτή την άποψη, η ιδιαίτερη αξία της ανατολικής σκέψης δεν είναι ότι μπορεί να μεταφερθεί και να γεννηθεί πάνοπλη σαν την Αθηνά στον Δυτικό νού, αλλά μάλλον ότι παίζει ρόλο διορθωτή των προκαταλήψεών μας και φωτίζει τις λανθασμένες παραδοχές που έφτασαν την εξέλιξη της Δύσης στα σημερινά προβλήματα. Το σημερινό ευρύ ενδιαφέρον για την ανατολική σκέψη στον Δυτικό κόσμο είναι, κατά την γνώμη μου, αντανάκλαση της ίδιας πολιτισμικής κρίσης, της ίδιας αίσθησης αποξένωσης, της ίδιας λαχτάρας να σπάσουμε τον φαύλο κύκλο των διχοτομήσεων που προκάλεσαν το κίνημα του υπαρξισμού.

Σενέκας: Μήπως τώρα είμαι ελεύθερος από τα δεσμά;

Τον Φεβρουάριο του 63 κ.ε, ο φίλος τον Σενέκα ο Λουκίλιος, δημόσιος υπάλληλος στη Σικελία, έμαθε για μία αγωγή εναντίον του που απειλούσε να τερματίσει την καριέρα του και να σπιλώσει το όνομά του για πάντα. Έγραψε στον Σενέκα.

«Ίσως περιμένεις να σε συμβουλεύσω να φανταστείς κάποιο ευτυχές αποτέλεσμα, και να αφεθείς στη σαγήνη της ελπίδας» απάντησε ο φιλόσοφος, αλλά «πρόκειται να σε οδηγήσω στην ψυχική ηρεμία μέσω ενός άλλου δρόμου» – με αποκορύφωμα την εξής συμβουλή:

Αν επιθυμείς να αποδιώξεις κάθε ανησυχία, υπόθεσε πως εκείνο που φοβάσαι ότι μπορεί να συμβεί είναι σίγουρο ότι θα συμβεί.

Ο Σενέκας στοιχημάτιζε ότι, αν εξετάσουμε λογικά τι θα συμβεί έτσι και δεν ικανοποιηθούν οι επιθυμίες μας, σχεδόν σίγουρα θα βρούμε ότι το βασικό μας πρόβλημα είναι λιγότερο σοβαρό απ’ όσο φανταζόμασταν λόγω άγχους. Ο Λουκίλιος είχε λόγους να αισθάνεται θλίψη όχι όμως και υστερία:

Αν χάσεις την υπόθεση, υπάρχει περίπτωση να σου συμβεί οτιδήποτε πιο ακραίο από το να σταλείς στην εξορία ή να οδηγηθείς στη φυλακή; … «Ίσως καταλήξω πένητας»˙ συνεπώς θα είμαι ένας ανάμεσα στους πολλούς. «Ίσως σταλώ στην εξορία»˙ τότε θα σκέφτομαι τον εαυτό μου να κατάγομαι από τον τόπο όπου θα με στείλουν. «Ίσως με αλυσοδέσουν»˙ και τι μ’ αυτό; Μήπως τώρα είμαι ελεύθερος από τα δεσμά; Η φυλακή και η εξορία ήταν άσχημα αλλά -σύμφωνα με τον πυρήνα του επιχειρήματος- όχι όσο ίσως φοβόταν ο απελπισμένος Λουκίλιος προτού εξετάσει εξονυχιστικά το άγχος του.

ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ: Ο Λακωνικός λόγος δεν έχει περιττά περιβλήματα

ΠΕΡΙ ΑΔΟΛΕΣΧΙΑΣ
(αδολεσχία είναι η ακατάσχετη ομιλία (αργολογία, κενολογία), Η ΦΛΥΑΡΙΑ)

Να χρησιμοποιήσουμε τη λογική μας ως προς τα αποτελέσματα της αντίθετης συμπεριφοράς, ακούγοντας πάντα, ενθυμούμενοι και έχοντας έτοιμα να χρησιμοποιήσουμε τα εγκώμια που αποδίδονται στην εχεμύθεια και τον σεμνό, ιερό και μυστηριακό χαρακτήρα της σιωπής, και χωρίς να ξεχνάμε επίσης ότι εκείνοι που λένε λίγα και καλοδουλεμένα λόγια και που μπορούν σε λίγες λέξεις να συμπυκνώσουν πολλά νοήματα θαυμάζονται και αγαπιούνται περισσότερο και θεωρούνται σοφότεροι από αυτούς τους αχαλίνωτους και παραφερόμενους φλύαρους.

Ο Πλάτων μάλιστα επαινεί τους τέτοιου είδους ανθρώπους, λέγοντας πως μοιάζουν με τους επιδέξιους ακοντιστές, γιατί αυτά που λένε είναι πλήρη, μεστά και συμπυκνωμένα.

Ο Λυκούργος, επίσης, αναγκάζοντας τους συμπολίτες του από τα πρώτα παιδικά τους χρόνια ν’ αποκτήσουν αυτή τη δεινότητα μέσω της σιωπής, τους έκανε περιεκτικούς και λιτούς στην ομιλία.

Όπως, δηλαδή, οι Κελτίβηρες ατσαλώνουν το σίδερο θάβοντάς το στη γη και μετά καθαρίζοντας τη μεγάλη συσσώρευση του χώματος, έτσι και ο Λακωνικός λόγος δεν έχει περιττά περιβλήματα, αλλά, δουλεμένος με την αφαίρεση όλων των περισσευούμενων, ατσαλώνεται μέχρι που γίνεται απόλυτα αποτελεσματικός· αυτή τους η ικανότητα για αποφθέγματα και η ταχύτητα προς εύστροφες απαντήσεις είναι καρπός της πολλής σιωπής. Πρέπει μάλιστα να προβάλλουμε στους φλύαρους τα τέτοιου είδους υποδείγματα, ώστε να μπορέσουν να δουν πόση χάρη και δύναμη έχουν· φερ’ ειπείν: “Οι Λακεδαιμόνιοι στον Φίλιππο· ο Διονύσιος στην Κόρινθο”. Όπως επίσης όταν ο Φίλιππος τους έγραψε: “Αν εισβάλω στην Λακωνική, θα σας διώξω”, εκείνοι του απάντησαν: “Αν”.

Όταν ο βασιλιάς Δημήτριος αγανάκτησε και φώναξε: “Έναν πρεσβευτή έστειλαν σε μένα οι Σπαρτιάτες!” ο πρεσβευτής απάντησε ατάραχος: “Έναν σε έναν”.

Από τους παλαιούς, επίσης, θαυμάζονται οι ολιγόλογοι, και στο ιερό του Πυθίου Απόλλωνος οι Αμφικτύονες έγραψαν όχι την “Ιλιάδα” και την “Οδύσσεια” ούτε τους παιάνες του Πίνδαρου αλλά το “Γνώθι σαυτόν”, το “Μηδέν άγαν” και το “Εγγύα πάρα δ’ άτα”, θαυμάζοντας την πυκνότητα και τη λιτότητα της έκφρασης που περιέχει μέσα στη βραχυλογία ένα καλά σφυρηλατημένο νόημα.

Μήπως δεν αγαπάει και ο θεός ο ίδιος την περιεκτικότητα και τη συντομία στους χρησμούς του και δεν ονομάζεται Λοξίας επειδή αποφεύγει περισσότερο την πολυλογία απ’ ό,τι την ασάφεια;

Δεν θαυμάζονται και επαινούνται εξαιρετικά όσοι εκφράζονται συμβολικά, χωρίς να μιλήσουν;

Έτσι ο Ηράκλειτος, όταν οι συμπολίτες του τού ζήτησαν να εκφέρει γνώμη για την ομόνοια, ανέβηκε στο βήμα, πήρε ένα κύπελλο με κρύο νερό, πασπάλισε μέσα κρίθινο αλεύρι, το ανακάτεψε με φλισκούνι, το ήπιε κι έφυγε, δείχνοντάς τους έτσι πως το ν’ αρκούνται σ’ αυτό που τους βρίσκεται και το να μη χρειάζονται πολυτέλειες διατηρεί τις πόλεις σε ομόνοια και ειρήνη.

Ο Σκίλουρος, ο βασιλιάς των Σκυθών, άφησε πίσω του ογδόντα γιους· όταν πέθαινε πρόσταξε να του φέρουν δέσμη δοράτων και ζήτησε από τους γιους του να τα πάρουν και να τα σπάσουν έτσι όπως ήταν δεμένα όλα μαζί.

Όταν εκείνοι παραιτήθηκαν από την προσπάθεια, πήρε ο ίδιος ένα ένα τα δόρατα και τα έσπασε εύκολα στα δύο, δείχνοντάς τους έτσι ότι η ενότητα και η ομόνοιά τους ήταν ισχυρό και ανίκητο πράγμα, ενώ η διάσπασή τους ασθενές και ασταθές.

ΔΑΝΤΗΣ: Η ΘΕΙΑ ΚΩΜΩΔΙΑ

Η ζωή του Δάντη

Ο Ντάντε Αλιγκέρι (1265 – 1321) γεννήθηκε στη Φλωρεντία, από αρχοντική οικογένεια. Πολύ νέος οργάνωσε το λογοτεχνικό ρεύµα Dolce Stil Nuovo (Ήπιο Νέο Ύφος) µαζί µε τους Guido Cavalcanti, Lapo Gianni, Cino da Pistoia και Brunetto Latini. Ο ∆άντης αναµείχτηκε στις πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές της πόλης του, µε συνέπεια να περάσει µεγάλο µέρος της ζωής του εξόριστος. Τα τελευταία χρόνια τα πέρασε στη Ραβέννα όπου ολοκλήρωσε και την Θεία Κωµωδία. Πέθανε το 1321 και θάφτηκε µε τιµές στον Άγιο Πέτρο όπου βρίσκεται έως σήµερα ο τάφος του.

Η ολοκληρωτική αφοσίωσή του στα γράµµατα οφείλεται στην απώλεια του παιδικού του έρωτα, της Βεατρίκης, στην οποία αφιέρωσε το έργο του Vita Nuova και η οποία έγινε κεντρικός χαρακτήρας της Divina Commedia.

Η Θεία Κωµωδία

Το έργο εκδόθηκε στις αρχές του 14ου αι. και δίνει πλήρη εικόνα της εποχής, αφού αναφέρεται στην πολιτική και κοινωνική κρίση της και εκφράζει την ανάγκη για αλήθεια και δικαιοσύνη. Ο χαρακτήρας του έργου, εποµένως, είναι διδακτικός, θρησκευτικός, ηθικός και φιλοσοφικός.

H Θεία Κωµωδία, γραµµένη στο µεταίχµιο Μεσαίωνα και Αναγέννησης, σκιαγραφεί το πέρασµα από τη µια εποχή στην άλλη. Ο κόσµος του ∆άντη έχει ως βασικές αξίες τη θρησκευτικότητα και το Θεϊκό ∆ίκαιο, ενώ ο άνθρωπος µπορεί να λυτρωθεί από τις αµαρτωλές απολαύσεις της επίγειας ζωής µε την υπέρτατη κι αγνή αγάπη της Παναγίας. Από την άλλη, ενδεικτική της νέας εποχής είναι η θέση που επιφυλάσσει ο ποιητής στο αντικείµενο του έρωτά του, τη Βεατρίκη, την οποία τοποθετεί στον επίγειο Παράδεισο, εκεί όπου ο µεσαιωνικός άνθρωπος είχε την Εκκλησία. Η εναρµόνιση του ιερού και του κοσµικού πραγµατοποιείται στο σηµείο όπου ο άγιος Βερνάρδος και άλλοι παρακαλούν µαζί µε τη Βεατρίκη, να παραµερισθούν τα ανθρώπινα πάθη και να γίνει δεκτό το Αιώνιο Φως της αλήθειας, που θα βοηθήσει τον ποιητή και τους άλλους ανθρώπους να γνωρίσουν τη µόνη αλήθεια, αυτή του Θεού.

Η λέξη Κωµωδία σήµαινε «την ενέργεια της κινήσεως προς ευτυχισµένο τέλος», και το έργο ονοµάστηκε αρχικά έτσι, επειδή ξεκινάει µε την περιγραφή θλιβερών πραγµάτων και οδηγείται σε χαρµόσυνο τέλος. Η µετονοµασία του σε Θεία Κωµωδία έγινε από το Βοκκάκιο, που θέλησε να εκφράσει την υψηλή ποιητική αξία του έργου.

Το θέµα του είναι ένα φανταστικό ταξίδι του συγγραφέα στο βασίλειο των νεκρών, µε οδηγό αρχικά τον επικό ποιητή Βιργίλιο και έπειτα τη Βεατρίκη. Ο ποιητής και µαζί µε αυτόν ο κάθε αναγνώστης οδηγείται από την Κόλαση στο Καθαρτήριο για να φτάσει τελικά στον Παράδεισο. Πρόκειται για ένα ταξίδι γνώσης και «άσκησης» που οδηγεί την ανθρώπινη ψυχή από το κακό και την αµαρτία στον εξαγνισµό, στην αλήθεια και τη σωτηρία.

Η Κόλαση

Η Κόλαση έχει στη φαντασία του ∆άντη σχήµα αναποδογυρισµένου κώνου, του οποίου το στόµιο βρίσκεται το βόρειο ηµισφαίριο, κάτω από την Ιερουσαλήµ, και η άκρη του στο κέντρο της γης.

Αποτελείται συνολικά από εννέα κύκλους, οι οποίοι στενεύουν διαδοχικά καθώς κινείται κανείς κατηφορικά. Κάθε κύκλος αντιστοιχεί σε συγκεκριµένες αµαρτίες και τιµωρίες, οι οποίες είναι και βαρύτερες, όσο ο βαθαίνει ο κύκλος. Στο σηµείο αυτό είναι αδιαµφισβήτητη η επίδραση του Αριστοτέλη, ο οποίος κατατάσσει τις αµαρτίες σε πράξεις ακράτειας, όπως είναι φιληδονία, η λαιµαργία και η φιλαργυρία και σε πράξεις κακίας, όπως είναι η βία και ο δόλος. Το ταξίδι του ποιητή ξεκινάει όταν ο Χάροντας µεταφέρει τον ποιητή στην απέναντι όχθη του ποταµού Αχέροντα. Στη συνέχεια συναντά τον Βιργίλιο, που τον οδηγεί διαδοχικά µέσα από τους εννέα κύκλους
αµαρτιών.

Στον 1ο κύκλο βρίσκονται τα αβάφτιστα µωρά και οι ενάρετοι (αλλά αβάπτιστοι) ειδωλολάτρες, στον 2ο κύκλο οι φιλήδονοι, στον επόµενο οι λαίµαργοι, οι ψυχές των οποίων κατασπαράζονται από τον Κέρβερο, ενώ στον 4ο οι άπληστοι, και στον 5ο οι µνησίκακοι. Τότε, οι δύο τους περνούν µε τη βάρκα του δαίµονα Φλεγύα µπροστά στις κλειδωµένες πόρτες του κάστρου της Κόλασης, τις οποίες ανοίγει ένας άγγελος.

Στη συνέχεια βρίσκονται στον 6ο κύκλο, όπου είναι οι αιρετικοί, εγκλωβισµένοι µέσα σε πύρινους τάφους, στον 7ο, οι βίαιοι απέναντι στους υπόλοιπους ανθρώπους, στον εαυτό τους και στο Θεό και την φύση. Για κάθε µία από αυτές τις 3 οµάδες βίαιων ανθρώπων, επιφυλάσσεται µια ξεχωριστή τιµωρία. Οι δύο τελευταίοι κύκλοι της Κόλασης αφορούν στις ενσυνείδητες αµαρτίες παραπλάνησης. Πιο συγκεκριµένα, στον 8ο κολάζονται οι απατεώνες (αποπλανητές, κόλακες, σιµωνιακοί, µάγοι ή ψευδοπροφήτες, διεφθαρµένοι πολιτικοί, υποκριτές, κλέφτες, κακοί σύµβουλοι, αιρετικοί και κιβδηλοποιοί), ενώ ο γίγαντας Ανταίος µεταφέρει τους δύο ποιητές στον 9ο κύκλο, όπου τιµωρούνται οι προδότες των συγγενών, της πατρίδας, των φίλων των ευεργετών τους (Ιουδαία). Στο βαθύτερο σηµείο του Άδη, στο κέντρο της Γης, οι δύο περιπλανώµενοι συναντούν τον γίγαντα Εωσφόρο, που τυραννά αιώνια τους προδότες του Ιουλίου Καίσαρα και του Χριστού.

Το Καθαρτήριο

Στο Καθαρτήριο, ακολουθώντας τις µεσαιωνικές αντιλήψεις, ο ∆άντης περιγράφει την κάθαρση της ανθρώπινης ψυχής από τις αµαρτίες της. Το Καθαρτήριο βρίσκεται στο νότιο ηµισφαίριο της Γης. Βρίσκεται σε ένα θεόρατο βουνό, το υψηλότερο της γης και φρουρείται από τον σεβάσµιο Κάτωνα, που υποδεικνύει στους επισκέπτες την ανηφορική οδό. Έχει και αυτό σχήµα κωνικό και αποτελείται από εφτά κύκλους, που συµβολίζουν τα εφτά θανάσιµα αµαρτήµατα: τον εγωισµό, το φθόνο, την οργή, την οκνηρία, τη φιλαργυρία, τη λαιµαργία, και τη λαγνεία. Η ταξινόµηση που ακολουθεί εδώ ο ποιητής παραπέµπει στον Πλάτωνα, που υποστήριξε ότι κάθε αµαρτία είναι αποτέλεσµα µιας αγάπης που είτε είχε ανάξιο αντικείµενο, είτε υπήρξε λίγη, ή ακόµη και υπερβολική.

Πάνω από τον τελευταίο κύκλο βρίσκεται ο επίγειος παράδεισος, η Εδέµ µε τους Πρωτόπλαστους. Οι αµαρτωλοί µετανιώνουν για ένα ορισµένο διάστηµα ώσπου να εξαγνιστούν και να τους επιτραπεί τελικά η ανάβαση στην κορυφή του βουνού, όπου βρίσκεται η Εδέµ, ο επίγειος Παράδεισος. Ο ∆άντης από το σηµείο εκείνο και έπειτα έχει ως οδηγό του τη Βεατρίκη, καθώς ο Βιργίλιος, ως ειδωλολάτρης, δεν έχει δικαίωµα να εισέλθει στον Παράδεισο. Το ανέβασµα στους ουρανούς θα πραγµατοποιηθεί αφού ο ποιητής πρώτα εξαγνιστεί στον ποταµό της Λήθης και µετά στον ποταµό της καλής
Μνηµοσύνης.

Ο Παράδεισος

Στον Παράδεισο, ο ∆άντης περιγράφει την συνάντησή του µε τους Αγίους, που είναι οργανωµένοι σε τάγµατα, και τους µεγάλους διανοητές. Αποτελείται από εννέα οµόκεντρες σφαίρες (ουρανούς), κατά τα πρότυπα του Πτολεµαϊκού κοσµολογικού µοντέλου, οι οποίες περιστρέφονται γύρω από την ακίνητη Γη. Αυτές είναι η Σελήνη, που αντιστοιχεί σε όσους δεν τήρησαν υποσχέσεις, ο Ερµής, για όσους έκαναν το καλό από φιλοδοξία, η Αφροδίτη, για όσους έκαναν καλό από αγάπη, ο Ήλιος, για τους σοφούς, ο Άρης, για όσους υπερασπίστηκαν τη θρησκεία, ο ∆ίας, για τους δίκαιους, ο Κρόνος, για τους οραµατιστές, τα Άστρα,για τους ευλογηµένους, και τελικά οι Άγγελοι που κινούνται γύρω από το Θεό. Πάνω από την 9η Σφαίρα βρίσκεται ο Πύρειος Ουρανός, όπου η Βεατρίκη παραδίδει τον ποιητή στον Άγιο Βερνάρδο, που παρακαλεί την Παναγία να τον πάρει υπό την προστασία της. Όταν ο ποιητής θεάται το µυστήριο της Αγίας Τριάδας και πέφτοντας σε έκσταση αντιλαµβάνεται µε ποιο τρόπο είναι εναρµονισµένες η θεία και η ανθρώπινη φύση, ολοκληρώνεται το ταξίδι του και το έργο.

Ερµηνεία του έργου

Η Θεία Κωµωδία είναι ένα ποίηµα σαφώς αλληγορικό, µε αναφορές κυρίως πολιτικές και ευρύτερα ηθικές. Γενικά θεωρείται αποδεκτό ότι το έργο παραπέµπει στην πολιτική κατάσταση της Ιταλίας, που είναι γεµάτη από τη διαφθορά και τους αλληλοσπαραγµούς, τον καιρό που ο ίδιος, όντας εξόριστος, περιµένει να δοθεί µια λύση από έναν αυτοκρατορικό θεσµό που θα τηρεί την αρχή της δικαιοσύνης και θα οδηγήσει τους ανθρώπους στην επίγεια ευτυχία. Το ενδιαφέρον του ποιητή για την πολιτική εκφράστηκε και από τη συµµετοχή του στα πολιτικά δρώµενα της Φλωρεντίας και από το έργο του για τη θέση και λειτουργία της µοναρχίας.

Με µια ευρύτερη οπτική, µπορούµε να ερµηνεύσουµε το έργο ως αναπαράσταση της επίπονης πορείας του ανθρώπου να υποτάξει όλες τις αµαρτίες και τα πάθη του και να φτάσει στο δρόµο της τελειοποίησης του, το µεγάλο ζητούµενο του ουµανιστικού ρεύµατος, αλλά και της Αναγέννησης γενικότερα.

Οι Θεοί των σεισμών στην Ελληνική μυθολογία

Οι ρίζες του Αρχαιοελληνικού Πολιτισμού συνδέονται με τις συνέπειες των κλιματικών αλλαγών. Η Ελληνική μυθολογία δεν είναι παρά ένα περίβλημα που κρύβει τους θησαυρούς μιας μυστηριακής θρησκείας όπου οι πρώτοι φιλόσοφοι έκρυψαν τη γνώση τους των μεγάλων νόμων του φυσικού κόσμου.

Μεγάλο τμήμα της Ελληνικής Μυθολογίας ταυτίζεται με την γεωλογική εξέλιξη του Ελλαδικού χώρου, με αποτέλεσμα να έχει και μία φυσικογεωλογική ή γεωμυθολογική διάσταση.

Πολυετής ερευνητική δραστηριότητα έχει δείξει ότι η Θεογονία του Ησιόδου, τα έργα του Ομήρου και των άλλων συγγραφέων, αντιπροσωπεύουν την φυσικο-γεωλογική εξέλιξη του Αιγαιακού και Περι-Αιγαιακού χώρου για το χρονικό διάστημα μεταξύ 18.000 και 6.000 χρόνια πριν από σήμερα κυρίως. Η μυθολογία δεν ήταν παρά το πραγματικό κεφάλαιο της ιστορίας της Ελλάδας.

Η παρουσία της Γης σαν πρωτογενές στοιχείο-ύλη και θεότητα εμφανίζεται στις τρεις βασικές πηγές της Ελληνικής μυθολογίας (Χθόνια, Ησίοδος, Ορφική). Στις άλλες μυθολογίες-θρησκείες, που επηρέασαν τον λεγόμενο ευρωπαϊκό πολιτισμό, η παρουσία της Γης (στοιχείο και θεότητα) είναι διαφορετική και όχι πρωταρχική (Γερμανοσκαδιναβική: Ελλα, Βίβλος, Κοράνι). Μπορούμε να θεωρήσουμε την “Χθόνια” θεογονία-κοσμογονία σαν την ποιο αρχαϊκή, ως προς τα αναφερόμενα πρόσωπα (θεότητα) και στοιχεία που εν τούτοις συμπλέκονται με την εξέλιξη άλλων θεογονιών. Σύμφωνα, λοιπόν, με την χθόνια παράδοση, εν αρχή υπήρχε η Μητέρα-Γη, υποχθόνια προσωπικότητα που κυριαρχούσε στους Δελφούς.

Στις περισσότερες περιπτώσεις μαχών, η Μεγάλη Μητέρα Γαία παίζει ένα διαχρονικό και συνήθως κυρίαρχο ρόλο, πάντα πίσω από τα δρώμενα. Περιγράφεται από ορισμένους ως εμπαθής και σκανδαλοποιός επειδή προτρέπει τους Τιτάνες να επιτεθούν κατά του συζύγου της με τη γνωστή επίθεση του γιου τους Κρόνου εναντίον του πατέρα του Ουρανού. Ύστερα, γεννάει τους Γίγαντες που τους εξωθεί εναντίον του εγγονού της, Δία. Κατά την Τιτανομαχία, οι Γίγαντες με την προτροπή και πάλι της Γαίας, τίθενται στο πλευρό του Δία.

Από το γάμο του Ουρανού με τη Γη γεννήθηκαν οι τερατόμορφοι Γίγαντες που είχαν ανθρώπινο κορμί και φιδίσια πόδια. Βασιλιά είχαν τον Ευρυμέδοντα, που τους ξεσήκωσε και τους παρέσυρε σε άγριο πόλεμο κατά των Θεών. Ήθελαν να τους εξοντώσουν και να γίνουν αυτοί κυρίαρχοι της πλάσης, του ουρανού και της γης, να καθίσουν και να στήσουν αυτοί το βασίλειό τους στον Όλυμπο. Κι επειδή ήταν όλοι τους, οι Γίγαντες, άγριοι πολεμιστές, ο πόλεμος που άναψε ανάμεσα σ’ αυτούς και τους Θεούς, ήταν εξίσου άγριος και τρομερός. Λένε, πως ολόκληρα βουνά ξερίζωναν και τα πετούσαν στους Θεούς, ενάντια στα θεϊκά παλάτια.

Ο Δίας, νικητής κατά των Τιτάνων χρειάστηκε να αγωνιστεί σκληρά, για να εξασφαλίσει τον Ολύμπιο θρόνο. Ομόφωνα οι αρχαίοι συγγραφείς τοποθετούν το πεδίο της μάχης των Γιγάντων και των θεών στο δυτικό τμήμα της Χαλκιδικής. Εκεί, σε μακρινή απόσταση από τον Όλυμπο, βρισκόταν το πεδίο της Φλέγρας, δηλαδή τόπος της φωτιάς , μια περιοχή άγρια. Πρόκειται για τη σημερινή Κασσάνδρα της Χαλκιδικής.

Στην πρώτη γραμμή του στρατοπέδου των θεών ήταν ο Δίας και η Αθηνά. Επεμβαίνουν όμως και άλλες θεότητες: η Ήρα, ο Απόλλωνας, ο Ήφαιστος, η Άρτεμη, ο Ποσειδώνας, η Αφροδίτη, η Εκάτη αλλά και οι Μοίρες. Και κάθε ένας από τους θεούς και κάθε μια απ’ τις θεές ερχόταν σε συμπλοκή με έναν ή περισσότερους Γίγαντες. Οι γνωστότεροι Γίγαντες ήταν: ο Πορφυρίων, ο Αλκυονεύς, ο Εγκέλαδος, ο Εφιάλτης, ο Εύρυτος, ο Κλυτίος, ο Πολυβότης, ο Πάλλας, ο Ιππόλυτος, ο Γρατίων, ο Άγριος και ο Θόων.

Όπως και στην Τιτανομαχία, έτσι και στην Γιγαντομαχία, ο Δίας αναγκάστηκε να επικαλεστεί τη βοήθεια και άλλων δυνάμεων. Και κάλεσε έναν θνητό αυτή τη φορά τον Ηρακλή -που καμιά φορά τον συνοδεύει και ο Διόνυσος. Από το μέρος της πάλι η Γη, για να βοηθήσει τα παιδιά της, τους Γίγαντες, σκέφτεται να τους δώσει να φάνε το μαγικό χορτάρι, που χαρίζει την αθανασία. Σαν το έμαθε όμως ο Δίας, απαγορεύει στον Ήλιο και στη Σελήνη και στην Ηώ να παρουσιαστούν και μέσα στο σκοτάδι ξεριζώνει το θαυματουργό χορτάρι. Η τύχη των Γιγάντων κρίθηκε. Μάταια θα προσπαθήσουν να αναρριχηθούν στον Όλυμπο, σωριάζοντας το ένα πάνω στο άλλο τα γειτονικά βουνά. Ανώφελα τα κατορθώματα τους.

Διαφορετικού χαρακτήρα ήταν η συμμετοχή της Αθηνάς στη μάχη. Για να καταβάλει η Αθηνά το Γίγαντα Εγκέλαδο, ο οποίος ήταν γιος του Ταρτάρου και της Γης αναγκάστηκε να τον καταπλακώσει με την νήσο Σικελία ή το όρος Αίτνα. Το αποτέλεσμα είναι πλέον ο Εγκέλαδος να αναστενάζει μέσα στο τάφο του, προκαλώντας εκρήξεις ηφαιστείων και σεισμούς. Η λέξη Εγκέλαδος προέρχεται από τη σύντμηση των λέξεων (έγκειμαι + λας) και υποδηλώνει τον εγκατεστημένο στα πετρώματα, στο στερεό φλοιό της Γης.

Σύμφωνα με άλλο μύθο, ο Εγκέλαδος καταπλακώθηκε από βράχο που πέταξαν εναντίον του οι Θεοί του Ολύμπου. Έτσι, ο «Εγκέλαδος-Σεισμός» γίγαντας, είναι θαμμένος στην Κασσάνδρα, αλλά μη έχοντας πεθάνει, από καιρό σε καιρό προσπαθεί να ελευθερωθεί από το βράχο που τον έχει καταπλακώσει και οι προσπάθειές του αποτελούν το φαινόμενο του σεισμού. Οι μύθοι αυτοί υπονοούν την προσπάθεια που καταβλήθηκε για να ερμηνευτούν, από τα πολύ παλιά χρόνια, οι ιδιορρυθμίες αυτού του χώρου, καθώς η Κασσάνδρα βυθισμένη στο κέντρο της χερσονήσου είναι πνιγμένη από τον ατμό του καυτού θειαφιού που πηγάζει από την Αγία Παρασκευή.

Σύμφωνα με άλλες εκδοχές του μύθου φονεύθηκε από τον κεραυνό του Δία, σύμφωνα με μια δεύτερη από τον ακόλουθο του Διονύσου τον Σειλινό αλλά η επικρατέστερη αναφέρει είναι ότι δολο-φονήθηκε από την Αθηνά, η οποία έριξε εναντίον του τη Σικελία με το οποίο και τον καταπλάκωσε. Ο Παυσανίας αναφέρει και άλλη εκδοχή κατά την οποία η Αθηνά φόνευσε τον Εγκέλαδο ρίχνοντας επάνω του το τέθριππο άρμα της.

Η εκδοχή αυτή υπήρξε από τα πιο προσφιλή θέματα πολλών καλλιτεχνών της αρχαιότητας, αποθανατίζοντας αυτή σε πλείστες μετώπες αρχαίων ναών όπως στον Παρθενώνα και στο ναό του Απόλλωνα στους Δελφούς. Τέτοιες παραστάσεις του αγώνα μεταξύ της Αθηνάς και του Εγκέλαδου βρίσκονται σε πολλά αγγεία καθώς επίσης κοσμούταν και ο πέπλος της Αθηνάς στα Παναθήναια. Μετά τη νίκη του Δία κατά των Γιγάντων ο Δίας είχε να αντιμετωπίσει ακόμα έναν, τελευταίο εχθρό, τον Τυφωέα. Ο οποίος γεννήθηκε από την ένωση της Γαίας με τον Τάρταρο. Κι ήταν το τελευταίο παιδί της Γης, κατά τον Ησίοδο. Ο Τυφών κήρυξε τον πόλεμο εναντίον του Δία, ερεθιζόμενος από την μητέρα του Γαία.

Ανατράφηκε σε σπήλαιο της Κιλικίας, που ονομάζεται Τυφώνειον Άνδρον. Ο Απολλόδωρος ο Αθηναίος μας λέει πως ο Τυφώνας ήταν κάτι ανάμεσα σε άνθρωπο και σε άγριο ζώο. Ξεπερνούσε όλα τα άλλα παιδιά της Γης σε μέγεθος και δύναμη. Ήταν ένα αγριότατο θηρίο που έστρεψε εναντίον του Δία και του Ουρανού. Επιτιθέμενος, έριχνε αναμμένες πέτρες προς τον ουρανό, ενώ συγχρόνως με μεγάλη βουή και συριγμόν και «…πνέων πυρ ως ζάλην και τρικυμίαν εκ του στόματος αυτού…».

Ήταν μεγαλύτερος από όλα τα βουνά και συχνά το κεφάλι του χτυπούσε στα αστέρια. Όταν τέντωνε τα χέρια του, το ένα έφτανε στην Ανατολή και το άλλο ακουμπούσε στη Δύση και αντί για δάχτυλα είχε εκατό κεφάλια δρακόντων. Από τη μέση και κάτω τον περιέβαλλαν οχιές. Το σώμα του ήταν φτερωτό και το τρίχωμά του άγριο στα μαλλιά και στα γένια και τα μάτια του πετούσαν φωτιές.

Όταν οι θεοί είδαν το ον αυτό να επιτίθεται στον ουρανό, τρομοκρατήθηκαν και δεν δέχτηκαν τη μάχη. Άφησαν τον Ουρανό έρημο και αφύλακτο και έφυγαν τρέχοντας μέχρι την Αίγυπτο και κρύφτηκαν μέσα στην έρημο, όπου μεταμορφώθηκαν σε ζώα. Ο Απόλλωνας έγινε γεράκι, ο Ερμής ίβις, ο ‘Αρης πολύ λεπιδωτό ψάρι, ο Διόνυσος τράγος, ο Ηρακλής ελάφι, ο Ήφαιστος βόδι, η Αφροδίτη έπεσε στον Ευφράτη και έγινε ψάρι Μόνο η Αθηνά και ο Δίας αντιστάθηκαν στο θηρίο.

Ο Δίας του έριξε από μακριά κεραυνο-βόλα βέλη και, όταν ήρθαν στα χέρια, τον χτύπησε με το ατσάλινο δρεπάνι που η Γη είχε βάλει στο χέρι του Κρόνου για να χτυπήσει τον Ουρανό. Η πάλη έγινε στο βουνό Κάσιο, στα σύνορα της Αιγύπτου και της Πετραίας Αραβίας. Ο Τυφώνας, που ήταν απλώς πληγωμένος, κατάφερε να υπερισχύσει και απέσπασε το δρεπάνι του θεού.

Έκοψε τους τένοντες των χεριών και των ποδιών του Δία, φορτώθηκε τον ανίσχυρο θεό στους ώμους του και τον μετέφερε μέχρι την Κιλικία, όπου τον έκλεισε σε μια σπηλιά, το «Κωρύκιο άντρο». Εκτός από αυτό έκρυψε τους τένοντες και τους μυς του Δία σε ένα δέρμα αρκούδας και τα έδωσε στη δράκαινα Δελφύνη να τα φυλάει.

Ο Ερμής και ο Πάνας -μερικοί λένε ο Κάδμος- έκλεψαν τους τένοντες και τους ξανατοποθέτησαν στο σώμα του Δία. Αυτός ξαναβρήκε αμέσως τη δύναμή του και, ανεβαίνοντας στον ουρανό πάνω σε άρμα που το έσερναν φτερωτά άλογα, βάλθηκε να κεραυνοβολεί το θηρίο.

Ο Τυφώνας τράπηκε σε φυγή και, με την ελπίδα να αυξήσει τις δυνάμεις του, θέλησε να δοκιμάσει τους μαγικούς καρπούς που φύτρωναν στο όρος Νύσα. Αυτή ήταν τουλάχιστο η υπόσχεση που του είχαν δώσει οι Μοίρες, για να τον ελκύσουν. Ο Δίας τον πρόλαβε εκεί και η καταδίωξη συνεχίστηκε.

Στη Θράκη ο Τυφώνας εκσφενδόνισε εναντίον του Δία βουνά, αλλά αυτός τα έκαμε με χτυπήματα κεραυνού να πέφτουν επάνω στο θηρίο. Έτσι το βουνό Αίμος όφειλε το όνομά του στο αίμα που κύλησε από μια από τις πληγές του. Οριστικά αποθαρρημένος ο Τυφώνας τράπηκε σε φυγή και, καθώς διέσχιζε τη θάλασσα της Σικελίας, ο Δίας έριξε πάνω του το βουνό Αίτνα, που τον συνέτριψε. Οι φλόγες που βγαίνουν από την Αίτνα είναι ή αυτές που ξερνά το τέρας ή τα υπολείμματα των κεραυνών, με τους οποίους το σκότωσε ο Δίας.

Υπάρχουν ωστόσο παραλλαγές που συνδέουν τον Τυφώνα με την Ήρα και τον Κρόνο. Η Γαία, δυσαρεστημένη από την ήττα των Γιγάντων, διέβαλε τον Δία στην Ήρα και εκείνη πήγε να ζητήσει από τον Κρόνο ένα μέσο να εκδικηθεί. Ο Κρόνος της παρέδωσε δύο αυγά διαποτισμένα από το σπέρμα του. Αν τα έθαβε, από αυτά τα αυγά θα γεννιόταν ένας δαίμονας ικανός να εκθρονίσει τον Δία. Ο δαίμονας αυτός ήταν ο Τυφώνας.

Σύμφωνα με άλλη μυθική παράδοση, ο Τυφώνας ήταν γιος της Ήρας, που τον είχε γεννήσει μόνη της, χωρίς τη βοήθεια κανενός αρσενικού στοιχείου, όπως είχε κάμει με τον Ήφαιστο. Η Ήρα έδωσε τον τερατώδη γιο της, για να τον μεγαλώσει, σε έναν δράκοντα, το φίδι Πύθωνας που ζούσε στους Δελφούς.

Ο Τυφώνας ετυμολογικά έχει σχέση με τον τύφο και την τούφα, δηλαδή το φούσκωμα και έχει σχέση όχι μόνο με τον κυκλώνα αλλά τη γενικότερη ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα μαζί με την ηφαιστειακή και σεισμική δραστηριότητα. Ο Τυφώνας ταυτίζεται σε ορισμένα σημεία του μύθου με τον Εγκέλαδο και σχετίζεται με το πιο εντυπωσιακό και βίαιο από τα έκτακτα και φυσικά μετεωρολογικά φαινόμενα, τα πέρα από το μέτρο της καθημερινής εμπειρίας.

Και ο Τυφώνας και ο Εγκέλαδος εμφανίζονται να έχουν παιδιά τις Γοργόνες, τη Σφίγγα, τη Λερναία Ύδρα, το Γηρυόνη, τον Κέρβερο και άλλα μυθικά «τέρατα» (συμβολίζουν διάφορα γεωλογικά φαινόμενα) που απέκτησαν με την Έχιδνα. Κατά τον Όμηρο ο Τυφών βρίσκεται αλυσοδεμένος στη χώρα των Αρίμων δηλαδή στη Κιλικία και Φρυγία, ενώ κατά τον Πίνδαρο βρίσκεται θαμμένος στα έγκατα της Αίτνας στη Σικελία, όπως ο Εγκέλαδος.

Στην αφήγηση της μάχης ανάμεσα στον Τυφώνα και το Δία στην περιγραφή αυτής της τρομερής αναστάτωσης της φύσης, αυτής της θύελλας φωτιάς που ξεχύνεται ανάμεσα στον ουρανό και τη γη και που ανακατώνει όλα τα στοιχεία σε ένα ακαταμέτρητο χάος είναι δύσκολο να μην αναγνωρίσει κανείς τα φαινόμενα μιας ηφαιστειακής έκρηξης.

Αυτή η πιθανότητα επιβεβαιώνεται από την περιγραφή που κάνει ο Πίνδαρος της έκρηξης της Αίτνας και που αποδίδει τα ολέθρια αποτελέσματά της στην ενέργεια του Τυφώνα. Τα ηφαίστεια των Κυκλάδων, αρκούσαν να προσφέρουν στον ποιητή όλα τα στοιχεία αυτής της κοσμογονικής περιγραφής. Τα φαινόμενα αυτά ήταν η συνηθισμένη και συχνή κατάσταση της φύσης πριν από το Δία, δηλαδή στις περιόδους τις πιο παλιές του κόσμου.

Η φυσιοκρατική ερμηνεία του μύθου των Γιγάντων, ως χθόνιων θεοτήτων, που προκαλούν σεισμούς και αναστατώσεις της γης, διατυπώθηκε στην αρχαιότητα και με αυτόν τον τρόπο δημιουρ-γήθηκαν τα σχετικά ονόματα:Ερυσίχθων, Χθονόφυλος . Στην Ελληνική Μυθολογία όμως δύο τουλάχιστον θεοί διακρίνονται για τις ίδιες φυσικές δυνάμεις αλλά προέρχονται από διαφορετικές γενιές όπως ο Εγκέλαδος και ο Ποσειδών.

Σύμφωνα με άλλη θεωρία ο πανίσχυρος θεός Ποσειδών και όχι ο γίγαντας Εγκέλαδος ήταν για τους Έλληνες ο θεός των γεωλογικών φαινομένων. Αυτός εξουσίαζε τα έγκατα της γης, όπως δείχνουν οι ονομασίες του Γαίης κινητήρ, Γαιήοχος, Μοχλευτήρ, Σεισίχθων, Δαμασίχθων, Ενοσίγαιος αλλά και το ίδιο το όνομά του, που έχει ερμηνευθεί και ως σύζυγος-κυρίαρχος της γης (πόσις της δᾶς). Ο Σοφοκλής τον ονομάζει γης τε και αλμυράς θαλάσσης άγριον μοχλευτήν.

Όταν βαδίζει κάνει τα βουνά να τρέμουν, όταν ταρακουνά τη γη προκαλεί στον Άδη τρόμο, μήπως ανοίξει η γη και φανεί ο Κάτω Κόσμος. Ο Πωσειδώνας λατρεύεται ως Εδραίος, Ασφάλειος, Θεμελιούχος, Τειχοποιός και οι άνθρωποι επικαλούνται την προστασία του για τη σταθερότητα του εδάφους και την ασφάλεια των κτισμάτων. Κλείνει ο ίδιος τις πύλες του Κάτω Κόσμου και κρατεί φυλακισμένους στα Τάρταρα τους Τιτάνες, θεμελιώνει και χτίζει τα τείχη της Τροίας και γκρεμίζει το τείχος που ύψωσαν οι Έλληνες απέναντί της κατά την πολιορκία της.

Αυτός, σείοντας τη γη, απέσπασε τμήματα από τις ξηρές και δημιούργησε νησιά, όπως π.χ. όταν, για να εξουδετερώσει τον γίγαντα Πολυβώτη στον αγώνα των θεών εναντίον των γιγάντων, έκοψε με την τρίαινά του τμήμα από την Κω και μ’ αυτό τον καταπλάκωσε, δημιουργώντας τη Νίσυρο. Στη Θεσσαλία διέρρηξε με την τρίαινα τα βουνά, ώστε να βρουν διέξοδο τα νερά που λίμναζαν εκεί, σχηματίζοντας τα Τέμπη. Σεισμός κατά την παράδοση έκανε τη Σικελία «αναρραγήναι» από το άκρο της ιταλικής χερσονήσου.

Στις περιοχές που πλήττονταν από σεισμούς κυριαρχούσε η λατρεία του Ποσειδώνος. Το ιερό των Δελφών ανήκε αρχικά στο χθόνιο Ποσειδώνα και στην πάρεδρό του Γαία. Στην αγορά της Σπάρτης υπήρχε άγαλμα του Ποσειδώνος Ασφαλείου. Κοιτίδα της λατρείας του στα ιστορικά χρόνια, ως χθόνιας και όχι θαλάσσιας θεότητας, είναι η Πελοπόννησος, την οποία οι ιστορικοί Εφορος και Διόδωρος ονομάζουν οικητήριον Ποσειδώνος και ιεράν Ποσειδώνος. Οι Θεσσαλοί τιμούσαν τον Ποσειδώνα ως γαιήοχο και γαιοσείστη.

Σύμφωνα με την παράδοση αυτός άνοιξε τον αυλώνα των Τεμπών ανάμεσα στον Όλυμπο και την Όσσα για να βρει στη θάλασσα διέξοδο ο Πηνειός. Ήταν διαδεδομένη ,λοιπόν, στη θεσσαλική ενδοχώρα η λατρεία του χθόνιου Ποσειδώνα που εκεί είχε το προσωνύμιο Πετραίος. Αλλά και η Βοιωτία χαρακτηρίζεται από ιερά του Ποσειδώνος, με ονομαστό ιερό του στην Ογχηστό και με άλλα ιερά στην Ελικώνα. Άποικοι μετέφεραν τη λατρεία του ελικώνιου Απόλλωνα στην Ιωνία. Ενδεικτική του κυρίαρχου χθόνιου χαρακτήρα του Ποσειδώνος στην Πελοπόννησο είναι η έντονη λατρεία του στις αρκαδικές πόλεις, μολονότι η αρχαία Αρκαδία δεν είχε θάλασσα.

Σε ό,τι αφορά τις έριδες μεταξύ των θεών υπάρχουν διάφορες ερμηνείες και προσεγγίσεις της Ελληνικής Μυθολογίας, κυρίως για την Τιτανομαχία και τη Γιγαντομαχία. Συνήθως συμβολική, θρησκευτική, μεταφυσική. Είναι δυνατόν, όμως, να επιτευχθεί μια νέα προσέγγιση της Ελληνικής Μυθολογίας. Από την εμπειρία ενός γεωλόγου ο κύριος παράγων θα πρέπει να είναι το φυσικο-γεωλογικό καθεστώς και οι μεταβολές του στον Σαρωνικό Κόλπο, το Αιγαίο και τον Περι-Αιγαιακό χώρο.

Αντιπαρα-θέσεις και έριδες παρατηρούνται όταν μία Νέα Φυσικογεωλογική Τάξη πραγμάτων αντικαθιστά μια παλαιότερη. Κατά τη μυθολογική περίοδο σημαντικότατοι σεισμοί και κατακόρυφες μετατοπίσεις ηφαιστειότητα, μεγάλες κατολισθήσεις, απότομες καταβυθίσεις παράκτιων περιοχών θα πρέπει να είχαν λάβει χώρα.

Οι Ελληνικές αρετές – Μια αυτοεξέταση με οδηγό τον Αριστοτέλη

Τώρα, που η ονειροφαντασία μας χάθηκε και πάει, ψάχνουμε απεγνωσμένα να εντοπίσουμε τα χνάρια της πραγματικότητας. Στα τυφλά ψάχνουμε και, όταν δεν βρίσκουμε σημείο σταθερό να γαντζωθούμε.

Και για να παρηγορηθούμε, επικαλούμαστε ένδοξους προγόνους και επινοούμε «ανθέλληνες» εχθρούς που μας κατατρέχουν και προσπαθούν να μας αλλοτριώσουν. Που αν τους εξοντώσουμε, θα λάμψει πάλι η αδαμάντινη ελληνική ψυχή, την οποία “προσπαθούν να απογυμνώσουν, για να μας υποτάξουν”. Τι είναι, όμως, αυτό που φοβόμαστε πως θα μας αφαιρέσουν; Ποιες αρετές των λαμπρών προγόνων μας είχαμε τάχα, που τώρα προσπαθούμε να διαφυλάξουμε; Πόσο μοιάζει το δικό μας σύστημα αξιών με το δικό τους;

Η καρδιά του αρχαίου ελληνικού κόσμου είναι η Αρετή. Η επιδίωξή της ήταν που γέννησε όλα όσα σήμερα θαυμάζουμε: το ελεύθερο πνεύμα, την γενναιότητα στον πόλεμο, την υπεροχή στις τέχνες και στα γράμματα σε καιρό ειρήνης, την οικονομική ανάπτυξη, τη δημοκρατία, τις επιστήμες. Θα ήταν ανοησία να ισχυριστεί κανείς πως όλοι οι αρχαίοι ήταν ενάρετοι. Δεν ήταν, αλλά θαύμαζαν εκείνους που ήταν, γνώριζαν καλά την αξία τους και απέβλεπαν σε αυτούς με δέος!

Η λέξη «αρετή» έχει τις ρίζες της στο θέμα του ρήματος αραρίσκω, που σημαίνει ενώνω, συνάπτω, τακτοποιώ. Στα ομηρικά χρόνια ήταν συνώνυμη με την ανδρεία και την υπεροχή. Απλά πράγματα! Όταν όμως η εποχή των βασιλιάδων πέρασε και οι μικροκτηματίες έγιναν ταυτόχρονα εύποροι νοικοκυραίοι και επιχειρηματίες, και στη συνέχεια πολεμιστές που προστάτευαν τον τόπο τους και ενεργοί πολίτες, η αρετή απέκτησε νέο νόημα. Έγινε σύνθετη, όπως και η και η ζωή αυτών των ανθρώπων.

Ποιες ήταν λοιπόν οι αρετές που χαρακτήριζαν τον αξιοθαύμαστο Έλληνα της κλασικής εποχής; Ρώτησα τον Αριστοτέλη και μου είπε!

Περί Αρετών και Κακιών

Ο Αριστοτέλης ορίζει την Αρετή, ως την παγιωμένη εκείνη ψυχική διάθεση του ανθρώπου που τον ωθεί στην αναζήτηση κι επιλογή της μέσης οδού σε κάθε ζήτημα, και τον κρατά σε σταθερή πορεία μέσα σε αυτήν, χωρίς παρεκκλίσεις. Οι λειτουργίες της ψυχής εναρμονίζονται μεταξύ τους και καθιστούν τον άνθρωπο ευτυχή, στον βαθμό που έχει κατακτήσει τις αρετές που αντιστοιχούν σε κάθε μία από αυτές τις λειτουργίες.Για τον λόγο αυτό, χρειάζονται όλες.

Ακολουθώντας την τριμερή διάκριση της ψυχής του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης αναλύει κάθε μία αρετή μαζί με το αντίθετό της, που ονομάζει κακία.

Λογιστικό μέρος (νόηση)

Αρετή της νόησης είναι η φρόνηση. Ο ενάρετος άνθρωπος φρονεί (δηλ. συλλογίζεται) με σύνεση, εξετάζει με ψυχραιμία όλα τα δεδομένα και καταλήγει σε ορθές αποφάσεις. Αναγνωρίζει τις δυνατότητες και τις αξιοποιεί, ενώ χρησιμοποιεί με σύνεση τα αγαθά του. Στον αντίποδα, ο άφρων είναι αμαθής, άπειρος, ασυγκράτητος και αδέξιος.

Θυμοειδές μέρος (συναίσθημα)

Αρετή του συναισθηματικού μέρους της ψυχής είναι η πραότης, που επιτρέπει στον άνθρωπο να υποφέρει ψύχραιμα τις αστοχίες και τις παραλείψεις και να μην στρέφεται εύκολα προς την τιμωρία. Ο πράος δεν αφήνεται στις παρορμήσεις της οργής, ελέγχει την έμφυτη τάση προς τη φιλονικία και εκφράζεται με ήπιο τρόπο. Όποιος δεν διαθέτει αυτή την αρετή, αποκαλείται οργίλος, με κύριο γνώρισμα τα ξεσπάσματα οργής με την παραμικρή αφορμή και την τάση για εκδίκηση. Ο οργίλος είναι ευμετάβλητος, πικρόχολος και παρασύρεται από την οργή του και σε σπουδαία και σε ασήμαντα ζητήματα.

Αρετή του θυμοειδούς είναι και η ανδρεία. Ο ανδρείος δεν καταβάλλεται από τους φόβους, κυρίως εκείνους που αφορούν τον θάνατο. Είναι γενναίος όταν τον βρίσκουν συμφορές και τολμά σε καταστάσεις κινδύνου. Πάνω απ’ όλα, προτιμά έναν έντιμο θάνατο από μία ζωή ατιμωτική, δεν αποφεύγει τους κόπους και επιδιώκει τη νίκη. Το αντίθετο είναι ο δειλός, ο άνανδρος, ο μαλθακός, που υποτάσσεται σε κάθε είδους εξευτελισμό, όταν κινδυνεύει το «τομάρι»του.

Επιθυμητικό μέρος (επιθυμίες, ορέξεις του σώματος)

Αρετή του κατώτερου μέρους της ψυχής, είναι ησωφροσύνη. Σώφρων (σῶς +φρήν «με σώας τας φρένας»), είναι ο ισορροπημένος, ο κόσμιος, ο ευπρεπής. Αυτός που έχει κατακτήσει αυτή την αρετή δεν θαυμάζει τις σωματικές εκείνες ηδονές που είναι φαύλες, δηλαδή ασήμαντες, ανωφελείς και χυδαίες. Επιπλέον απεχθάνεται την ατιμία και στέκεται με την ίδια αξιοπρέπεια μπροστά στα μικρά και στα μεγάλα της ζωής. Αντίθετο της σωφροσύνης είναι η ακολασία. Ο ακόλαστος επιλέγει να σύρει τον εαυτό του σε κάθε βλαβερή ηδονή και σπαταλά τη ζωή του σε επιπολαιότητες και ασήμαντες ασχολίες. Καταντά δε αναιδής, άτακτος, αγενής και ασυνεπής.

Η δεύτερη αρετή που αφορά το επιθυμητικό είναι η εγκράτεια, με την οποία ο ενάρετος άνθρωπος υποτάσσει στη λογική σκέψη κάθε επιθυμία που τον ωθεί σε φαύλες απολαύσεις. Ο εγκρατής είναι καρτερικός και υπομένει την φυσική ένδεια και την θλίψη. Η έλλειψη εγκράτειας είναι η «ακρασία». Ο ακρατής, ενώ μπορεί να είναι σώφρων σε κάποιο βαθμό και να μην προτιμά (όπως ο ακόλαστος παραπάνω) τις ταπεινές ηδονές, ωστόσο δεν έχει τη δύναμη να αντισταθεί, όταν αυτές παρουσιάζονται. Έτσι, εκτός από τα χαρακτηριστικά του ακόλαστου είναι επίσης νωθρός και ανόητος και υποφέρει κάθε φορά που μεταμελείται.

Πίσω και πάνω απ’όλα αυτά

Τον κατάλογο ολοκληρώνουν τρεις αρετές που αποτελούν τη βάση όλων των άλλων και αφορούν και τα τρία μέρη της ψυχής.

Μία είναι η δικαιοσύνη, που απαιτεί την απονομή στον καθένα «κατ’αξίαν», ό, τι ακριβώς αξίζει. Ούτε παραπάνω ούτε λιγότερο. Ο δίκαιος άνθρωπος είναι ευσεβής, σέβεται τους γραπτούς και άγραφους νόμους τηρεί τις συμφωνίες, σέβεται τους νεκρούς. Τη δικαιοσύνη ακολουθούν η οσιότητα, η αλήθεια, η πίστη και η μισοπονηρία (μίσος για την πονηρία). Ο άδικος άνθρωπος, είναι ασεβής ως προς τα θεία, πλεονέκτης ως προς τον εαυτό του και υβριστής ως προς τους άλλους, καθώς δεν διστάζει να παρασύρει και τους συντρόφους του σε ενέργειες που επιφέρουν ντροπή. Είναι ακόμα αλαζόνας, ψεύτης, επίορκος, μισάνθρωπος, υποκριτής και κακοήθης.

Αρετή της ψυχής συνολικά, είναι και η ελευθεριότητα. Ο ελευθέριος άνθρωπος είναι αυτός που ενεργεί και μιλά όπως ταιριάζει σε ελεύθερο άνθρωπο. Είναι γενναιόδωρος και ξοδεύει με ευχαρίστηση τα χρήματά του σε έργα αξιέπαινα. Προσφέρει εκεί που πρέπει και δεν παίρνει από εκεί που δεν πρέπει. Έχει περιποιημένη εμφάνιση, τακτοποιημένο και καθαρό σπιτικό, φέρεται με ευγένεια και αγαπά το ωραίο. Αντίθετα, τον τον ανελεύθερο άνθρωπο χαρακτηρίζει η αισχροκέρδεια και η τσιγκουνιά. Από τη μία καμαρώνει για τα άδικα κέρδη του και από την άλλη δεν ξοδεύει ούτε για όσα είναι απαραίτητα ή ξοδεύει ελάχιστα και με κακό τρόπο. Είναι, λοιπόν, φιλάργυρος, δούλος του χρήματος, γεμάτος άγχος, αναξιοπρεπής και χωρίς μέτρο στη ζωή του.

Η τρίτη αρετή όλων των μερών της ψυχής είναι η μεγαλοψυχία. Ο μεγαλόψυχος αντιμετωπίζει αξιοπρεπώς και με γενναιότητα και τη δυστυχία, αλλά και την ευτυχία. Δεν θεωρεί πως η ζωή καθαυτήν είναι υπέρτατη αξία. Είναι απλός στους τρόπους, γενναίος, φιλαλήθης και καθόλου εκδικητικός. Ο μικρόψυχος, από τη άλλη, αποβλακώνεται όταν είναι ευτυχής και απολαμβάνει δόξα και τιμές, ενώ με την ελάχιστη δυστυχία οδύρεται σαν να ήρθε το τέλος του κόσμου. Ερμηνεύει κάθε μικρή παράλειψη ως εσκεμμένη πράξη εναντίον του, εκδηλώνει ταπεινή συμπεριφορά και γίνεται γκρινιάρης, μίζερος και απαισιόδοξος.

Τι είχαμε, τι χάσαμε;

Οι ελληνικές αρετές, που φοβόμαστε πως θα μας στερήσουν, δεν είναι πια κοντά μας. Κάποιες μεταβλήθηκαν φυσιολογικά, και προσαρμόστηκαν στις συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες. Κάποιες τις εγκαταλείψαμε γιατί μας κούραζαν ή δεν μας βόλευαν. Κάποιες δεν γνωρίζαμε καν ότι υπάρχουν.

Το μόνο βέβαιο, πάντως, είναι πως αν ο Αριστοτέλης αντίκριζε το κομμάτι εκείνο της δικής μας εν Ελλάδι κοινωνίας, που κυριεύεται από τον φόβο και διψά για βία και εκδίκηση, που καρπώνεται χωρίς αιδώ τους κόπους των άλλων, που απαιτεί εκείνα που δεν αξίζει, που αποφασίζει για την τύχη του απερίσκεπτα για να μετανιώσει λίγα λεπτά αργότερα, που είναι ανοιχτοχέρης με τους ανάξιους και βάζει τρικλοποδιά στους άξιους, που δεν αναλαμβάνει τις ευθύνες του, αλλά κλαίει τη μοίρα του νυχθημερόν, φοβάμαι πως με τίποτα δεν θα πίστευε πως αντικρίζει Έλληνες!

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΦΙΛΙΠΠΟΣ

ΙΣΟΚΡ 5.128–136

Γιατί ο Ισοκράτης απευθύνεται στον Φίλιππο – Τα κίνητρα του ρήτορα

Ο Ισοκράτης επικαλέστηκε το παράδειγμα του τυράννου των Φερών Ιάσονα, ο οποίος κέρδισε την εύνοια των υπόλοιπων Ελλήνων, υποσχόμενος απλώς ότι θα τους οδηγήσει εναντίον του Μ. Βασιλιά, και κάλεσε τον Φίλιππο να αποδειχτεί με τις πρωτοβουλίες του ηγέτης στον αγώνα των Ελλήνων εναντίον των Περσών.


[128] Ἴσως δ’ ἄν τινες ἐπιτιμῆσαί μοι τολμήσειαν τῶν
οὐδὲν ἄλλο δυναμένων ἢ τοῦτο ποιεῖν, ὅτι σὲ προειλόμην
παρακαλεῖν ἐπί τε τὴν στρατείαν τὴν ἐπὶ τοὺς βαρβάρους
καὶ τὴν ἐπιμέλειαν τὴν τῶν Ἑλλήνων, παραλιπὼν τὴν
ἐμαυτοῦ πόλιν. [129] ἐγὼ δ’ εἰ μὲν πρὸς ἄλλους τινὰς
πρότερον ἐπεχείρουν διαλέγεσθαι περὶ τούτων ἢ πρὸς τὴν
πατρίδα τὴν αὑτοῦ τὴν τρὶς τοὺς Ἕλληνας ἐλευθερώσασαν,
δὶς μὲν ἀπὸ τῶν βαρβάρων, ἅπαξ δ’ ἀπὸ τῆς Λακεδαιμο-
νίων ἀρχῆς, ὡμολόγουν ἂν πλημμελεῖν· νῦν δ’ ἐκείνην μὲν
φανήσομαι πρώτην ἐπὶ ταῦτα προτρέπων ὡς ἠδυνάμην
μετὰ πλείστης σπουδῆς, αἰσθανόμενος δ’ ἔλαττον αὐτὴν
φροντίζουσαν τῶν ὑπ’ ἐμοῦ λεγομένων ἢ τῶν ἐπὶ τοῦ
βήματος μαινομένων ἐκείνην μὲν εἴασα, τῆς δὲ πραγμα-
τείας οὐκ ἀπέστην. [130] διὸ δικαίως ἄν με πάντες ἐπαι-
νοῖεν ὅτι, τῇ δυνάμει ταύτῃ χρώμενος ἣν ἔχων τυγχάνω,
διατετέλεκα πάντα τὸν χρόνον πολεμῶν μὲν τοῖς βαρβά-
ροις, κατηγορῶν δὲ τῶν μὴ τὴν αὐτὴν ἐμοὶ γνώμην ἐχόν-
των, προτρέπειν δ’ ἐπιχειρῶν οὓς ἂν ἐλπίσω μάλιστα
δυνήσεσθαι τοὺς μὲν Ἕλληνας ἀγαθόν τι ποιῆσαι, τοὺς
δὲ βαρβάρους ἀφελέσθαι τὴν ὑπάρχουσαν εὐδαιμονίαν.
[131] διόπερ καὶ νῦν πρὸς σὲ ποιοῦμαι τοὺς λόγους, οὐκ
ἀγνοῶν ὅτι τούτοις ὑπ’ ἐμοῦ μὲν λεγομένοις πολλοὶ φθο-
νήσουσι, τοῖς δ’ αὐτοῖς τούτοις ὑπὸ σοῦ πραττομένοις
ἅπαντες συνησθήσονται. τῶν μὲν γὰρ εἰρημένων οὐδεὶς
κεκοινώνηκε, τῶν δ’ ὠφελιῶν τῶν κατεργασθησομένων
οὐκ ἔστιν ὅστις οὐκ οἰήσεται μεθέξειν.

[132] Σκέψαι δ’ ὡς αἰσχρὸν περιορᾶν τὴν Ἀσίαν ἄμεινον
πράττουσαν τῆς Εὐρώπης καὶ τοὺς βαρβάρους εὐπορωτέ-
ρους τῶν Ἑλλήνων ὄντας, ἔτι δὲ τοὺς μὲν ἀπὸ Κύρου τὴν
ἀρχὴν ἔχοντας, ὃν ἡ μήτηρ εἰς τὴν ὁδὸν ἐξέβαλε, βασιλέας
μεγάλους προσαγορευομένους, τοὺς δ’ ἀφ’ Ἡρακλέους πε-
φυκότας, ὃν ὁ γεννήσας διὰ τὴν ἀρετὴν εἰς θεοὺς ἀνήγαγε,
ταπεινοτέροις ὀνόμασιν ἢ ’κείνους προσαγορευομένους.
ὧν οὐδὲν ἐατέον οὕτως ἔχειν, ἀλλ’ ἀναστρεπτέον καὶ μετα-
στατέον ἅπαντα ταῦτ’ ἐστίν.

[133] Εὖ δ’ ἴσθι μηδὲν ἄν με τούτων ἐπιχειρήσαντά σε
πείθειν, εἰ δυναστείαν μόνον καὶ πλοῦτον ἑώρων ἐξ αὐτῶν
γενησόμενον· ἡγοῦμαι γὰρ τά γε τοιαῦτα καὶ νῦν σοι πλείω
τῶν ἱκανῶν ὑπάρχειν, καὶ πολλὴν ἀπληστίαν ἔχειν ὅς τις
προαιρεῖται κινδυνεύειν ὥστ’ ἢ ταῦτα λαβεῖν ἢ στερηθῆναι
τῆς ψυχῆς. [134] ἀλλὰ γὰρ οὐ πρὸς τὰς τούτων κτήσεις
ἀποβλέψας ποιοῦμαι τοὺς λόγους, ἀλλ’ οἰόμενος ἐκ τούτων
μεγίστην σοι καὶ καλλίστην γενήσεσθαι δόξαν. ἐνθυμοῦ δ’
ὅτι τὸ μὲν σῶμα θνητὸν ἅπαντες ἔχομεν, κατὰ δὲ τὴν εὔ-
νοιαν καὶ τοὺς ἐπαίνους καὶ τὴν φήμην καὶ τὴν μνήμην
τὴν τῷ χρόνῳ συμπαρακολουθοῦσαν ἀθανασίας μεταλαμ-
βάνομεν, ἧς ἄξιον ὀρεγομένους καθ’ ὅσον οἷοί τ’ ἐσμὲν
ὁτιοῦν πάσχειν. [135] ἴδοις δ’ ἂν καὶ τῶν ἰδιωτῶν τοὺς
ἐπιεικεστάτους ὑπὲρ ἄλλου μὲν οὐδενὸς ἂν τὸ ζῆν ἀντι-
καταλλαξαμένους, ὑπὲρ δὲ τοῦ τυχεῖν καλῆς δόξης ἀπο-
θνήσκειν ἐν τοῖς πολέμοις ἐθέλοντας, ὅλως δὲ τοὺς μὲν
τιμῆς ἐπιθυμοῦντας ἀεὶ μείζονος ἧς ἔχουσιν ὑπὸ πάν-
των ἐπαινουμένους, τοὺς δὲ πρὸς ἄλλο τι τῶν ὄντων
ἀπλήστως διακειμένους ἀκρατεστέρους καὶ φαυλοτέ-
ρους εἶναι δοκοῦντας. [136] τὸ δὲ μέγιστον τῶν εἰρημέ-
νων, ὅτι συμβαίνει τοῦ μὲν πλούτου καὶ τῶν δυναστειῶν
πολλάκις τοὺς ἐχθροὺς κυρίους γίγνεσθαι, τῆς δ’ εὐνοίας
τῆς παρὰ τῶν πολλῶν καὶ τῶν ἄλλων τῶν προειρημένων
μηδένας ἄλλους καταλείπεσθαι κληρονόμους πλὴν τοὺς
ἐξ ἡμῶν γεγονότας. ὥστ’ ᾐσχυνόμην ἄν, εἰ μὴ τούτων
ἕνεκα συνεβούλευον καὶ τὴν στρατείαν ποιεῖσθαι ταύτην
καὶ πολεμεῖν καὶ κινδυνεύειν.

***
Ίσως ήθελον τολμήσει να με επιτιμήσουν μερικοί από εκείνους που δεν έχουν την δύναμιν να κάμνουν τίποτε άλλο παρά να επικρίνουν, διότι επροτίμησα σε να προτρέψω διά την εκστρατείαν εναντίον των βαρβάρων και διά την φροντίδα υπέρ των συμφερόντων των Ελλήνων, παραμελήσας την πατρίδα μου.

Εγώ δε, εάν μεν επεχείρουν να ομιλήσω πρωτύτερα προς άλλους τινάς διά τα ζητήματα ταύτα και όχι προς την πατρίδα μου, η οποία τρεις μεν φοράς ηλευθέρωσε τους Έλληνας από τους βαρβάρους, άπαξ δε από την κυριαρχίαν των Λακεδαιμονίων, πραγματικώς θα ωμολόγουν ότι διέπραξα σφάλμα· τώρα όμως είναι φανερόν, ότι πρώτα–πρώτα εκείνην προέτρεψα όσον ημπορούσα με μεγαλύτερον ενθουσιασμόν διά την πραγματοποίησιν της μεγάλης ταύτης επιχειρήσεως, αλλ' όταν αντελήφθην ότι η πατρίς μου έδιδεν ολιγωτέραν προσοχήν εις εκείνα που έλεγον εγώ παρά εις τους λόγους εκείνων οι οποίοι μαίνονται από του βήματος, εκείνην μεν άφησα ήσυχον, αλλά δεν εγκατέλειψα τον σκοπόν μου. Δικαίως λοιπόν όλοι θα με επήνουν, διότι με όλην την δύναμιν που έχω διαρκώς πολεμώ τους βαρβάρους και κατηγορώ αυτούς που δεν έχουν την ιδίαν γνώμην με εμέ, διαρκώς δε παρακινώ εκείνους που νομίζω ότι θα δυνηθούν να κάμουν κάτι καλόν εις τους Έλληνας και να στερήσουν τους βαρβάρους από την ευτυχίαν που έχουν τώρα. Δι' αυτό ακριβώς και τώρα απευθύνομαι προς σε, χωρίς να αγνοώ, ότι αυτά μεν που λέγονται από εμέ τώρα πολλοί θα φθονήσουν, διά τα ίδια δε πράγματα, αν κατορθώσης να τα τελειώσης, όλοι θα ευχαριστηθούν. Διότι κανείς δεν έχει μετάσχει των συμβουλών μου τούτων, όλοι όμως θα μετάσχουν των ωφελειών, αι οποίαι θα προέλθουν εκ των συμβουλών μου.

Σκέψου τώρα πόσον αισχρόν είναι να ανέχεται κανείς να βλέπη την μεν Ασίαν να είναι περισσότερον ευτυχισμένη από την Ευρώπην, και οι βάρβαροι πλουσιώτεροι από τους Έλληνας· προσέτι δε να ανέχεται να βλέπη εκείνους που έλαβον την εξουσίαν από τον Κύρον, τον οποίον η μητέρα του είχε πετάξει εις τον δρόμον, να προσαγορεύονται μεγάλοι βασιλείς, οι απόγονοι δε του Ηρακλέους, τον οποίον ο πατήρ του διά την αρετήν του τον ανεβίβασε μέχρι των θεών, να προσαγωρεύονται με ονόματα ταπεινότερα από τα ονόματα των βαρβάρων. Από αυτά τίποτε δεν πρέπει να μείνη όπως έχει τώρα, αλλ' όλα πρέπει να ανατραπούν εκ θεμελίων και να μεταβληθούν.

Να είσαι βέβαιος ότι δεν θα επιχείρουν να σου δώσω τας συμβουλάς ταύτας, αν έβλεπον ότι μόνον δύναμις και πλούτος θα προήρχετο από την πραγματοποίησιν των συμβουλών μου· διότι νομίζω ότι βεβαίως τα έχεις τώρα, και μάλιστα πολύ περισσότερα από τους άλλους, και ότι είναι πολύ άπληστος εκείνος που εκτίθεται σε κινδύνους με την απόφασιν ή να αποκτήση αυτά ή να θυσιάση την ζωήν του. Αλλά βεβαίως ομιλώ προς σε, όχι διότι αποβλέπω προς την απόκτησιν τοιούτων αγαθών, αλλά διότι νομίζω ότι εκ τούτων θα αποκτήσης μεγίστην και καλλίστην δόξαν. Να έχης δε κατά νουν, ότι το μεν σώμα όλων μας είναι θνητόν, ενώ τα καλά λόγια, οι έπαινοι, η καλή φήμη και η μνήμη, η οποία μας παρακολουθεί μαζί με τον χρόνον που παρέρχεται, μας κάμνουν να μετέχωμεν της αθανασίας, διά την οποίαν αξίζει όσοι επιθυμούν αυτήν να υποφέρουν ο,τιδήποτε, εφ' όσον το επιτρέπουν αι δυνάμεις των. Δύνασαι δε να ίδης ότι και εκ των ιδιωτών οι πλέον μετριόφρονες με τίποτε άλλο δεν θα ανταλλάξουν την ζωήν των, αλλά είναι διατεθειμένοι να φονεύωνται εις τους πολέμους διά να αποκτήσουν δόξαν αγαθήν· εν γένει δε δύνασαι να ίδης, ότι εκείνοι μεν που επιθυμούν υπόληψιν μεγαλυτέραν από εκείνην που έχουν, επαινούνται, όσοι δε επιδιώκουν οποιονδήποτε άλλο εκ των αγαθών ότι θεωρούνται ακρατείς και φαύλοι. Και το περισσότερον σημαντικόν από όσα είπον είναι το εξής: συμβαίνει τα πλούτη μας και την δύναμίν μας να μας τα αφαιρέσουν οι εχθροί μας, ενώ της ευνοίας και των άλλων αγαθών που ανεφέραμεν ανωτέρω κανένας άλλος δεν γίνεται κληρονόμος παρά οι απόγονοί μας. Ώστε θα ησθανόμην εντροπήν, αν δεν σε προέτρεπον να επιχειρήσης την εκστρατείαν ταύτην και να πολεμής και κινδυνεύης παρακινούμενος εις τούτο από τόσον ευγενή ελατήρια.