Παρασκευή 16 Ιουλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Ἠλέκτρα (920-946)

920 ΗΛ. φεῦ τῆς ἀνοίας ὥς σ᾽ ἐποικτίρω πάλαι.
ΧΡ. τί δ᾽ ἔστιν; οὐ πρὸς ἡδονὴν λέγω τάδε;
ΗΛ. οὐκ οἶσθ᾽ ὅποι γῆς οὐδ᾽ ὅποι γνώμης φέρῃ.
ΧΡ. πῶς δ᾽ οὐκ ἐγὼ κάτοιδ᾽ ἅ γ᾽ εἶδον ἐμφανῶς;
ΗΛ. τέθνηκεν, ὦ τάλαινα· τἀκείνου δέ σοι
925 σωτήρι᾽ ἔρρει· μηδὲν ἐς κεῖνόν γ᾽ ὅρα.
ΧΡ. οἴμοι τάλαινα· τοῦ τάδ᾽ ἤκουσας βροτῶν;
ΗΛ. τοῦ πλησίον παρόντος, ἡνίκ᾽ ὤλλυτο.
ΧΡ. καὶ ποῦ ᾽στιν οὗτος; θαῦμά τοί μ᾽ ὑπέρχεται.
ΗΛ. κατ᾽ οἶκον, ἡδὺς οὐδὲ μητρὶ δυσχερής.
930 ΧΡ. οἴμοι τάλαινα· τοῦ γὰρ ἀνθρώπων ποτ᾽ ἦν
τὰ πολλὰ πατρὸς πρὸς τάφοις κτερίσματα;
ΗΛ. οἶμαι μάλιστ᾽ ἔγωγε τοῦ τεθνηκότος
μνημεῖ᾽ Ὀρέστου ταῦτα προσθεῖναί τινα.
ΧΡ. ὦ δυστυχής· ἐγὼ δὲ σὺν χαρᾷ λόγους
935 τοιούσδ᾽ ἔχουσ᾽ ἔσπευδον, οὐκ εἰδυῖ᾽ ἄρα
ἵν᾽ ἦμεν ἄτης· ἀλλὰ νῦν, ὅθ᾽ ἱκόμην,
τά τ᾽ ὄντα πρόσθεν ἄλλα θ᾽ εὑρίσκω κακά.
ΗΛ. οὕτως ἔχει σοι ταῦτ᾽· ἐὰν δέ μοι πίθῃ,
τῆς νῦν παρούσης πημονῆς λύσεις βάρος.
940 ΧΡ. ἦ τοὺς θανόντας ἐξαναστήσω ποτέ;
ΗΛ. οὐκ ἐς τόδ᾽ εἶπον· οὐ γὰρ ὧδ᾽ ἄφρων ἔφυν.
ΧΡ. τί γὰρ κελεύεις ὧν ἐγὼ φερέγγυος;
ΗΛ. τλῆναί σε δρῶσαν ἃν ἐγὼ παραινέσω.
ΧΡ. ἀλλ᾽ εἴ τις ὠφέλειά γ᾽, οὐκ ἀπώσομαι.
945 ΗΛ. ὅρα, πόνου τοι χωρὶς οὐδὲν εὐτυχεῖ.
ΧΡ. ὁρῶ. ξυνοίσω πᾶν ὅσονπερ ἂν σθένω.

***
ΗΛΕ. Αλίμονο· πόση ώρα τώρα οικτίρω
920 την τρέλα σου! ΧΡΥ. Και πώς, καμιά χαρά
τα νέα που φέρνω δε σου προξενούνε;
ΗΛΕ. Δεν ξέρεις πού εισαι, ουδέ πού πλέει ο νους σου;
ΧΡΥ. Και πώς δεν ξέρω πράματα που τά ειδα
ολοφάνερα εγώ; ΗΛΕ. Δυστυχισμένη!
είναι νεκρός· και πάει η σωτηρία
που από κείνον περίμενες· σε κείνον
μην αποβλέπεις πια. ΧΡΥ. Οϊμένα·
συφορά μου· πού τ᾽ άκουσες; ποιός σ᾽ το ᾽πε;
ΗΛΕ. Άνθρωπος πού ητανε παρών κοντά του
σαν πέθαινε. ΧΡΥ. Και πού είν᾽ αυτός; μου παίρνει
το ξάφνιασμα το νου. ΗΛΕ. Μες στο παλάτι·
καλόδεχτος, κι όχι προς λύπη βέβαια
της μητέρας σου. ΧΡΥ. Ω δυστυχία μου· τότε
930 από ποιόν να ᾽ταν οι πολλές εκείνες
οι προσφορές στον τάφο του πατέρα;
ΗΛΕ. Κάποιος, εγώ τουλάχιστο υποθέτω,
θα τα ᾽φερε, μνημόσυνα του Ορέστη.
ΧΡΥ. Ω η δυστυχής, κι εγώ από τη χαρά μου
πετούσα να σου φέρω αυτά τα νέα,
χωρίς να ξέρω σε ποιά συφορά
ήμαστε μέσα· μα όμως τώρα που ήρθα
κι όσα πριν κι άλλα νέα κακά βρίσκω.
ΗΛΕ. Αυτό ειν᾽ η αλήθεια· μα όμως αν μ᾽ ακούσεις,
της τωρινής μας συφοράς το βάρος
θα βγάλεις από πάνω μας. ΧΡΥ. Και μήπως
940 μπορώ τους πεθαμένους ν᾽ αναστήσω;
ΗΛΕ. Δεν εννοούσ᾽ αυτό, γιατί δε θα ᾽μουν
ανόητη τόσο. ΧΡΥ. Τί λοιπόν προστάζεις
που νά ειμαι κι άξια να το κάμω; ΗΛΕ. Να ᾽χεις
θάρρος να κάμεις ό,τι συμβουλεύσω.
ΧΡΥ. Μ᾽ αν είναι να ωφελήσει, δε θα πω όχι.
ΗΛΕ. Μα έχε το υπόψη πως δεν πιτυχαίνει
τίποτα δίχως κίντυνο. ΧΡΥ. Το ξέρω,
και σ᾽ ό,τι θα μπορούσα, θα βοηθήσω.

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία

Επιλογικά


Σχεδόν χίλια διακόσια χρόνια κράτησε η εξελικτική πορεία του αρχαιοελληνικού κόσμου, όπως την παρακολουθήσαμε, ξεκινώντας από το κεφαλόβρυσο του Ομήρου, που είχε θησαυρισμένο μέσα του όλον τον πλούτο της προϊστορίας, ως τους τελευταίους εθνικούς διανοούμενους της Ελληνορωμαϊκής εποχής.

Στόχος μας, όπως τον προσδιορίσαμε, ήταν να γνωρίσουμε την ελληνική αρχαιότητα στην πληρότητα, στην ενότητα και στην εξέλιξή της - αλλά σχετικά με την πληρότητα είχαμε εξαρχής επισημάνει την έλλειψη μιας παράλληλης, μακάρι ενσωματωμένης, ιστορίας της αρχαίας τέχνης, που δεν ήταν δυνατό να αναπληρωθεί από τις λίγες σχετικές παρατηρήσεις μας.

Για την ενότητα αφετηρία μας ήταν τα λόγια του Ηρόδοτου όταν μίλησε για «τον Ελληνισμό, που έχει ίδιο αίμα και ίδια γλώσσα», τὸ Ἑλληνικὸν ἐὸν ὅμαιμόν τε καὶ ὁμόγλωσσον (8.144)· όμως στη συνέχεια, ιδιαίτερα μετά την εκστρατεία του Μεγαλέξανδρου και την εξάπλωση του Ελληνισμού, οδηγός μας στάθηκε και η πολυσήμαντη διαπίστωση του Ισοκράτη ότι «πιο πολύ ονομάζονται Έλληνες όσοι μετέχουν στην παιδεία μας παρά όσοι έχουν την ίδια μ᾽ εμάς φυσική καταγωγή».

Η ακτινοβολία της ελληνικής παιδείας (με τη γενικότερη έννοια) στους ξένους, η εξάπλωση του Ελληνισμού, η κυριαρχία της ελληνικής γλώσσας και η αποφασιστική επίδραση του ελληνικού πολιτισμού στους Ρωμαίους ας μη μας οδηγήσουν να ξεχάσουμε πόσο γόνιμη ήταν και για τους Έλληνες, σε όλες τις εποχές, η επαφή τους με άλλους λαούς. Δεν ξέρουμε ως ποιο σημείο ισχύει αυτό που διαβάζουμε στην Επινομίδα, ότι «στο τέλος οι Έλληνες τα κάνουν ωραιότερα όσα τυχόν παραλάβουν από τους ξένους»·[1] είναι όμως βέβαιο ότι πλήθος πολιτισμικά στοιχεία, ενσωματωμένα στην ελληνική παράδοση, έχουν αρχικά ξενική, τις περισσότερες φορές ανατολική, προέλευση.

Μένει να μιλήσουμε για την εξέλιξη του αρχαίου Ελληνικού κόσμου, για το πώς στο πέρασμα του χρόνου τα πολιτισμικά φαινόμενα από τη μια μεταβάλλονταν από την άλλη συνέχιζαν την παράδοση - και μια εικόνα θα μας βοηθήσει.

Σημειώσαμε, μιλώντας για τον ιστορικό Πολύβιο, την άποψη ότι «στις πολιτείες», όπως και στους ζωντανούς οργανισμούς, «υπάρχει μια φυσιολογική αύξηση, μετά από αυτήν η ακμή, έπειτα ο μαρασμός - και όλα είναι πιο ισχυρά την εποχή της ακμής».[2] Αυτό το σχήμα της εξέλιξης κατὰ φύσιν είναι παλιό· έχει χρησιμοποιηθεί πολλές φορές για να περιγράψει ιστορικά φαινόμενα, και θα μπορούσαμε με επιτυχία να το αξιοποιήσουμε ως μεταφορική εικόνα στην περιγραφή της ελληνικής αρχαιότητας.

Η Αρχαϊκή εποχή θα προσέχαμε ότι παρουσιάζει πολλά παιδικά και εφηβικά χαρακτηριστικά: τα ζωηρά συναισθήματα, την επαναστατική διάθεση, τη χαρά της ζωής και, το σημαντικότερο, τη βαθμιαία αφύπνιση της προσωπικότητας. Στους κλασικούς αιώνες η ανακάλυψη και η εκμετάλλευση των νοητικών δυνατοτήτων, η έντονη δραστηριότητα και οι μεγάλες επιτυχίες εύκολα παραλληλίζονται με την παραγωγική ηλικία της ακμής. Η Αλεξανδρινή εποχή, με την ευαισθησία, τη σοφία και την εργατικότητά της αντιστοιχεί, θα λέγαμε, στην προχωρημένη ωριμότητα· τέλος, οι ελληνορωμαϊκοί χρόνοι, με την ακινησία, τον μυστικισμό και τη νοσταλγία των περασμένων μεγαλείων, πολύ θυμίζουν τα γεράματα.

Σωστά και χρήσιμα όλα αυτά· έχουν όμως και την αρνητική τους πλευρά. Στην εφαρμογή του, το σχήμα της φυσιολογικής εξέλιξης εισάγει αυτόματα έννοιες αξιολογικές, όπως η ακμή και η παρακμή, η άνοδος και η πτώση, έννοιες που παλαιότερα χρησιμοποιήθηκαν στην ιστοριογραφία αλλά οι σημερινοί επιστήμονες τις αποφεύγουν, γιατί συχνά οδηγούν σε σφαλερές εκτιμήσεις και λάθη.[3] Στην περίπτωσή μας, η «φυσιολογική» θεώρηση της ελληνικής αρχαιότητας εύκολα θα μας ξεγελούσε να υποτιμήσουμε την ποίηση και την τέχνη της Ελληνιστικής εποχής και να παραβλέψουμε ως παρακμιακά τα επιτεύγματα των ελληνορωμαϊκών χρόνων.

Έτσι προτιμήσαμε μιαν άλλη εικόνα, την εικόνα της ετήσιας διαδοχής των εποχών, αντιστοιχώντας την Αρχαϊκή εποχή με την άνοιξη, την Κλασική με το καλοκαίρι, την Ελληνιστική με το φθινόπωρο και την Ελληνορωμαϊκή με τον χειμώνα. Το σχήμα είναι απλό και σε όλους μας οικείο, σχήμα χρονικό όπου μέσα του διαδέχονται η μια την άλλη οι εποχές, καθεμιά με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αλλά χωρίς απότομες αλλαγές, όπως συμβαίνει και στην εξέλιξη του αρχαιοελληνικού κόσμου . Ακόμα, στο σύνολό της η εικόνα του ἐνιαυτοῦ δεν αποτελεί ανεξάρτητη ενότητα, αλλά εντάσσεται σε μιαν αδιάσπαστη ακολουθία όπου η αρχή της συμπίπτει με το τέλος της προηγούμενης και το τέλος της με την αρχή της επόμενης χρονιάς - το ίδιο που συμβαίνει με τις μεγάλες ιστορικές περιόδους, όπως συμβατικά τις ξεχωρίζουμε. Τελευταίο και σημαντικό: οι εποχές του χρόνου είναι ισότιμες, η καθεμιά με τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά της, η καθεμιά συνεχίζοντας την προηγούμενη και προετοιμάζοντας την επόμενη - όλες απαραίτητες για το γύρισμα της χρονιάς και τη ροή των εξελίξεων.

Υποχρέωσή μας είναι ακόμα να δείξουμε ότι ο παραλληλισμός της πορείας της ελληνικής αρχαιότητας με τον ενιαυτό βασίζεται σε κάποιες πραγματικές αντιστοιχίες και βοηθά να τακτοποιηθούν, αν όχι και να κατανοηθούν, ορισμένα φαινόμενα.

Ύστερα από μια μεγάλη περίοδο ομοιομορφίας και στασιμότητας, εννοώντας τους προϊστορικούς αιώνες της θεόσδοτης βασιλείας και του ηρωικού κώδικα συμπεριφοράς, η Αρχαϊκή εποχή με την πολυχρωμία στην τέχνη, με την τραγουδιστική ποικιλία της λυρικής ποίησης, με το ξύπνημα της προσωπικότητας, με τη διαφοροποίηση των προτιμήσεων, με την απόλαυση της ζωής, τα θαλασσινά ταξίδια και τους ελπιδοφόρους αποικισμούς σίγουρα συγγενεύει σε πολλά με την άνοιξη.

Η καλοκαιρινή διάσταση της Κλασικής εποχής υποστηρίζεται από την εξαιρετική ενεργητικότητα σε κάθε τομέα (στον πολιτικό, στον οικονομικό, στον καλλιτεχνικό, ακόμα και στον πολεμικό), από την έντονη επικοινωνία, τις αλλεπάλληλες γιορταστικές εκδηλώσεις, πάνω απ᾽ όλα από το καλοκαιρινό φως: τον ήλιο που πολεμά τις σκιές, ξεκαθαρίζει τα περιγράμματα και απογυμνώνει την πραγματικότητα, όπως την πραγματικότητα απογύμνωνε και την αλήθεια φανέρωνε το κίνημα του διαφωτισμού, που αναπτύχτηκε τον 5ο και ολοκληρώθηκε τον 4ο π.Χ. αιώνα.

Κυρίαρχο φθινοπωρινό χαρακτηριστικό της Αλεξανδρινής εποχής η λεπταίσθητη ποιητική διάθεση, αλλά και η αφθονία, ο πλούτος και η συνακόλουθη φροντίδα για συγκομιδή και αποθήκευση των αγαθών. Στον τομέα των γραμμάτων, που μας ενδιαφέρει ιδιαίτερα, οι σοφοί δούλεψαν νύχτα μέρα να συγκεντρώσουν τους πνευματικούς καρπούς, να ξεχωρίσουν τους καλύτερους (κανόνες), να τους συντηρήσουν (κριτική αποκατάσταση των κειμένων), να τους συσκευάσουν (εκδόσεις), ακόμα και να τους αποθηκεύσουν στις βιβλιοθήκες της Αλεξάνδρειας, της Περγάμου και αλλού.

Τέλος, στον χειμώνα της Ελληνορωμαϊκής εποχής έχουμε από τη μια την εκμετάλλευση ή, καλύτερα, την ανάλωση του αποθηκευμένου πλούτου από τον αττικισμό και τη δεύτερη σοφιστική, από την άλλη την ομοιομορφία και την απραξία που υπαγόρευε η αυστηρή έννομη τάξη της ρωμαϊκής εξουσίας. Τελευταίο και σπουδαιότερο χειμωνιάτικο χαρακτηριστικό, η αργή υπόγεια προετοιμασία για το νέο ξεκίνημα, όπως το σηματοδότησε, στο γύρισμα από τον 1ο π.Χ. στον 1ο μ.Χ. αιώνα, η γέννηση του Χριστιανισμού.

Μπορεί να αμφισβητηθεί και αυτό το σχήμα· δεν είναι όμως παρά μια απλή πρόταση· και ο αναγνώστης, έχοντας γνωρίσει μαζί μας τα πράγματα, είναι τώρα σε θέση να εκτιμήσει μόνος ως ποιο σημείο η εικόνα του ενιαυτού ισχύει ως μεταφορά, και ως ποιο σημείο δεν αποτελεί παρά απλό οργανωτικό τέχνασμα.

Χαλεπὸν ἄνθρωπον ὄντα μὴ διαμαρτάνειν ἐν πολλοῖς,
τὰ μὲν ὅλως ἀγνοήσαντα, τὰ δὲ κακῶς κρίναντα,
τὰ δὲ ἀμελέστερον γράψαντα
.
Γαληνός[4]
--------------------------------
1. Ὅτιπερ ἂν Ἕλληνες βαρβάρων παραλάβωσι, κάλλιον τοῦτο εἰς τέλος ἀπεργάζονται (987d).

2. Παντός, καὶ σώματος καὶ πολιτείας καὶ πράξεως, ἐστί τις αὔξησις κατὰ φύσιν, μετὰ δὲ ταύτην ἀκμή, κἄπειτα φθίσις, κράτιστα δ᾽ αὐτῶν ἐστι πάντα τὰ κατὰ τὴν ἀκμήν (6.51.4).

3. Είναι γνωστά τα έργα Ιστορία της παρακμής και της πτώσης της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας του άγγλου ιστορικού Γίββωνα (1737-1794) και Σκέψεις για τα αίτια του μεγαλείου και της παρακμής των Ρωμαίων του γάλλου φιλόσοφου Μοντεσκιέ (1689-1755), όπου και στα δύο η χιλιόχρονη ιστορία του Βυζαντίου παρουσιάζεται ως η παρακμή και η πτώση της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

4. «Δύσκολο ένας άνθρωπος να μη λαθέψει σε πολλά: σε μερικά γιατί το αγνόησε τελείως, σε άλλα γιατί δεν τα έκρινε σωστά, σε άλλα γιατί τα έγραψε ανέμελα» (Περὶ συνθέσεως φαρμάκων 12.34.4-6) - και με χαρά θα δεχτούμε και θα αξιοποιήσουμε σε επόμενο άρθρο τις παρατηρήσεις που θα μας κάνουν οι αναγνώστες, μικροί και μεγάλοι.

Θέλει δύναμη να μη μιλάς, ακόμα κι αν ξέρεις, μέχρι να γίνουν όλα αποκαΐδια

Ξέρεις κάποια στιγμή έρχεται η λάβα και σκάει.
Μια έκρηξη και η λάβα ξεχύνεται και καίει ό,τι βρει μπροστά της.
Συναισθήματα σκληρά. Πόνος, απογοήτευση, θυμός.
Σπάς και η δύναμη της φωτιάς έχει μόνο ορμή!
Δε τη νοιάζει τι θα παρασύρει.
Ουρλιάζουν τα μέσα σου και πλέον δεν σε νοιάζει. Δεν σε νοιάζει τίποτα και για κανέναν.
Ας κάψει, ας καταστρέψει όλα τα όμορφα που έζησες. Όλα τα όμορφα που ένιωσες.

Ξέρεις δεν είμαι χαζός! Ποτέ δεν ήμουν!

Ήξερα, έβλεπα, πάντα ήξερα, πάντα έβλεπα!
Ξέρεις, θέλει δύναμη να μην αντιδράς. Θέλει μεγάλη δύναμη να μη μιλάς, ακόμα κι αν ξέρεις.
Δεν θέλεις να το αποδεχτείς, δεν θέλεις να το παραδεχτείς. Δεν θέλεις να πιστέψεις ότι συμβαίνουν όλα αυτά!

Αλλά μεγάλε φτάνει! Πλέον φτάνει! Η λάβα πήρε τον δρόμο της.
Και μαζί με τη δική της ορμή, ξερνάω οργή!
Αδειάζω! Άδειασα και τώρα τα απομεινάρια της ψυχής μου θα είναι τουλάχιστον καθαρά!
Κι εγώ δεν θα κοιτάξω τα αποκαΐδια, δεν με νοιάζουν πλέον. Δεν με νοιάζεις πλέον! Κανείς σας δεν με νοιάζει!
Μόνο εγώ! Μόνο για μένα! Τέρμα το για μας! Μόνο εγώ! Όσο εγωιστικό και να φαίνεται! Ξέρεις;
Ούτε που με νοιάζει!

Φοβάμαι τους έρωτες δίχως μέλλον και το μέλλον δίχως έρωτες

Ο Γιώργος Σεφέρης είχε πει «Φοβάμαι τους έρωτες δίχως μέλλον και το μέλλον δίχως έρωτες». Από όποια πλευρά κι αν δεις αυτή τη φράση, η ουσία και το νόημα είναι κοινά. Πως η ζωή δεν έχει την ίδια γεύση αν δε συμπεριλαμβάνει τον έρωτα. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Ας σκεφτούμε τη δυναμική και των δυο πλευρών αυτής της τόσο σοφής φράσης του μεγάλου μας ποιητή και Νομπελίστα.

Από τη μια πλευρά λοιπόν έχουμε ένα μέλλον δίχως έρωτα. Αν δεν ένιωσες ακόμη την παγωμάρα να κατεβαίνει στη σπονδυλική στήλη, πάμε στη δεύτερη ανάγνωση που επιβεβαιώνει και συμπληρώνει την αρχική. Μέλλον δίχως έρωτα, ναι καλά είδες, δίχως δηλαδή τις ματιές που ανάβουν φλόγες. Δίχως τα σκιρτήματα της καρδιάς και την ανυπομονησία μιας συνάντησης. Άφαντα όλα εκείνα τα στοιχεία που θα σε κάνουν να αναθαρρήσεις νιώθοντας τη μοναδικότητα μιας επαφής. Αλήθεια, πόσο θα αντέχαμε ένα μέλλον υπό την απουσία τους συναισθήματος; Με ποια αισιόδοξη ματιά θα κοιτάζαμε το μετά αν εκείνο δεν είχε να μας υποσχεθεί το ερωτικό στοιχείο;

Από την άλλη πλευρά έχουμε έναν έρωτα δίχως μέλλον. Από εκείνους που πεισματικά και ξεροκέφαλα θέλεις να ζήσεις κι ας ξέρεις μέσα σου πως δε θα βγάλει πουθενά. Κι αν υποθέσουμε πως ένας τέτοιος έρωτας οδηγεί σε μια κάποια περιστασιακή ευτυχία και πρόσκαιρη ικανοποίηση πόθου και πάθους, ξέρεις πως αυτό ίσως δεν κρατήσει, δε θα έχει τη διάρκεια που είχες ονειρευτεί. Και δεν είναι απαραίτητο να φταίει κάποιος γι’ αυτό αλλά δεν αναιρεί το γεγονός πως ίσως φταίνε και οι δυο πλευρές. Και τι κάνεις λοιπόν εκεί; Πώς ενεργείς μπροστά στη σαρωτική δύναμη της επιθυμίας έναντι στην παθητική στάση της λογικής;

Και τώρα που εμπέδωσες για τα καλά το δίλλημα της φράσης αυτής πάμε στη φάση που θα μας βοηθήσει, υποτίθεται, να βγάλουμε ένα συμπέρασμα. Τι συμπέρασμα όμως να βγάλει κανείς όταν μιλάμε για ζητήματα καρδιάς; Θα υπάρξουν εκείνοι που θα επιλέξουν να συνεχίσουν τη ζωή τους μόνοι έπειτα από μια ερωτική απογοήτευση ή έναν χωρισμό. Οι άνθρωποι αυτοί θα ενδώσουν κατά κάποιο τρόπο στη θλίψη που τους προκάλεσε μια τέτοια δυσάρεστη φάση και θα αποφασίσουν ένα μέλλον δίχως έρωτες. Τώρα αν η μοίρα τους διαψεύσει, φέρνοντας στη ζωή τους και πάλι έναν έρωτα, ίσως αποφασίσουν να απορρίψουν τη νέα ευκαιρία δεδομένου πως «κάηκαν» την πρώτη φορά παίρνοντας το μάθημά τους. Κι είναι ένα πολύ σκληρό μάθημα αυτό που θα σε κάνει να εγκαταλείψεις και να βλέπεις ένα μέλλον δίχως έρωτα, δυστυχώς.

Υπάρχουν ευτυχώς κι εκείνοι που θα επιλέξουν να συνεχίσουν ακόμη κι αν το μόνο που έχουν στα χέρια τους είναι ένας «κάλπικος» έρωτας. Μη βιαστείς να τους κρίνεις. Δεν είναι μοιρολατρία το να οραματίζεσαι το μέλλον σου έχοντας ως δεδομένο κάτι που δεν είναι απόλυτα «ροζ». Τι κι αν πρόκειται για ένα έρωτα που κάνει κατοστάρια μεταξύ ναδίρ και ζενίθ, εκείνοι θα τον επιλέξουν. Δε θέλουν τη μοναξιά αλλά την πιο αισιόδοξη ματιά. Δεν είναι συμβιβασμός και οπισθοχώρηση αλλά επιλογή ζωής. Πολύ απλά δεν επιλέγουν να ζουν στην απουσία του έρωτα αλλά στην παρουσία του κι ας αχνοφαίνεται κάποιες φορές.

Ο Γιώργος Σεφέρης λοιπόν μας έθεσε ξεκάθαρα το νόημα μέσα από αυτήν την τόσο ουσιώδη φράση. Όλα έχουν να κάνουν με τη δυναμικότητα αυτού του συναισθήματος που άλλοι φοβούνται να του ανοίξουν την πόρτα και άλλοι το καλωσορίζουν. Όλα έχουν να κάνουν με την ξεκάθαρη δυναμικότητα του έρωτα στη ζωή μας. Τα πάντα έχουν να κάνουν με το ποιος από τους δυο φόβους θα επικρατήσει τελικά. Ο φόβος της δέσμευσης σε κάτι που δε μας γεμίζει αρκεί να το έχουμε ή ο φόβος της απώλειας μιας αγκαλιάς από τη ζωή μας.

Κι αφού και τα δυο αφορούν φόβους κατά βάση, γιατί να μην τους κερδίσουμε με αυτό που και ο ίδιος ο Σεφέρης εξυμνεί σε αυτή του τη φράση, με τον ίδιο τον έρωτα; Κανείς δε γεννήθηκε για να είναι μόνος σε αυτή τη ζωή και κανένα παράλληλο δημιουργικό κομμάτι δεν αντικαθιστά τον έρωτα. Δεν υπάρχουν σταθερές και περπατημένες, μιλάμε για τον έρωτα, ένα από τα πιο βαθιά και σαρωτικά συναισθήματα. Αφήνεσαι να το ζήσεις και ας βγάλει όπου θέλει. Αλλάζεις εσένα όσο επιτρέπεται ώστε να μπορείς να ελίσσεσαι μεταξύ λογικής και συναισθήματος. Υποτάσσεσαι και βάζεις όρια στα θέλω σου ώστε να δώσεις απλόχερα κομμάτια του εαυτού σου. Παρασύρεσαι ώστε να νιώσεις την επιθυμία του άλλου να σε έχει κοντά του.

Ο Γιώργος Σεφέρης με τη φράση αυτή σου λέει ξεκάθαρα «σήκω και ανασκουμπώσου». Επέλεξε τον έρωτα σε όλες τις φάσεις της ζωής σου ακόμη κι όταν δεν υπάρχει. Ερωτεύσου την ίδια τη ζωή για να μπορείς να βλέπεις το μέλλον, να ονειρεύεσαι για το μέλλον. Δεν είναι καιρός για Σαιξπηρισμούς. Αρκεί να δεις γύρω σου. Για να μπορείς μια μέρα κοιτάζοντας το μέλλον με έρωτα στα μάτια να συμφωνήσεις και πάλι με τον μεγάλο ποιητή στο «Ζωή σου είναι ό,τι έδωσες».

Αφιερωμένο στην ηχηρή παρουσία αλλά και απουσία του έρωτα...

Η αγάπη δεν είναι μια αναζήτηση για την καταπολέμηση της μοναξιάς

Η μοναχικότητα δεν είναι μοναξιά. Η μοναχικότητα σημαίνει πληρότητα. Δεν χρειάζεσαι κανέναν, είσαι αρκετός για τον εαυτό σου. Και αυτό συμβαίνει στην αγάπη. Μέσα από την αγάπη αγγίζεις την εσωτερική σου πληρότητα. Η αγάπη σε ολοκληρώνει.

Οι εραστές μοιράζονται ο ένας τον άλλο, αλλά αυτό δεν αποτελεί ανάγκη τους, απλώς μια υπερχείλιση της ενέργειας που μοιράζονται.

Όταν δύο άνθρωποι ενώνονται λόγω μοναξιάς

Δύο άτομα που αισθάνονται μοναξιά μπορούν να κάνουν ένα «συμβόλαιο» ένωσης. Παραμένουν μόνοι, αλλά τώρα, λόγω της παρουσίας του άλλου, δεν αισθάνονται τη μοναξιά, και αυτό είναι όλο. Με κάποιον τρόπο εξαπατούν τους εαυτούς τους. Η αγάπη τους δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια εξαπάτηση με στόχο να ξεγελάσουν τους εαυτούς τους: «Δεν είμαι μόνος, υπάρχει και κάποιος άλλος που είναι εδώ».

Όταν δύο μοναχικοί άνθρωποι συναντιούνται, η μοναξιά τους ουσιαστικά διπλασιάζεται ή και πολλαπλασιάζεται ακόμα. Αυτό συμβαίνει συνήθως. Νιώθεις μοναξιά όταν είσαι μόνος και όταν βρίσκεσαι σε σχέση, νιώθεις δυστυχισμένος. Αυτή είναι μια καθημερινή παρατήρηση. Όταν οι άνθρωποι δεν βρίσκονται σε μια σχέση, αισθάνονται μοναξιά και αναζητούν κάποιον με τον οποίο να μπορούν να σχετιστούν. Όταν σχετίζονται με κάποιον, τότε αρχίζει η δυστυχία.

Τότε αισθάνονται ότι ήταν καλύτερα όταν ήταν μόνοι τους -νιώθουν τώρα ότι αυτό που τους συμβαίνει είναι υπερβολικά απαιτητικό και δύσκολο.

Τι συμβαίνει ακριβώς;

Δύο μόνοι άνθρωποι συναντιούνται -δηλαδή δύο αποκαρδιωμένοι, θλιμμένοι και δυστυχισμένοι άνθρωποι συναντιούνται- και η δυστυχία πολλαπλασιάζεται.

Πώς μπορούν δύο ασχήμιες να γίνουν όμορφες; Πώς μπορούν δύο μοναξιές να ενωθούν και να προσφέρουν μια αίσθηση ολοκλήρωσης και ολότητας;

Δεν είναι δυνατόν. Εκμεταλλεύονται ο ένας τον άλλο, με κάποιον τρόπο προσπαθούν να εξαπατήσουν τον εαυτό τους μέσω της σύνδεσής τους, αλλά αυτή η εξαπάτηση δεν προχωρά πολύ μακριά. Μέχρι να ολοκληρωθεί ο μήνας του μέλιτος, θα ολοκληρωθεί και ο γάμος. Είναι απλώς μια προσωρινή ψευδαίσθηση.

Η πραγματική αγάπη πηγάζει από την ελευθερία

Η πραγματική αγάπη δεν είναι μια αναζήτηση για την καταπολέμηση της μοναξιάς.

Η πραγματική αγάπη μεταμορφώνει τη μοναξιά σε ανεξαρτησία, βοηθά τον άλλο. Εάν αγαπάτε ένα άτομο δεν προσπαθείτε να τον/τη γεμίσετε. Δεν προσπαθείτε να ολοκληρώσετε το άλλο άτομο με κάποιον τρόπο χάρη στην παρουσία σας. Βοηθάτε τον άλλο να είναι μόνος του, να είναι τόσο γεμάτος από την ίδια του την ύπαρξη, που να μη σας χρειάζεται.

Όταν ένα άτομο είναι εντελώς ελεύθερο, τότε αυτή η ελευθερία καθιστά εφικτό και το μοίρασμα. Τότε το άτομο προσφέρει πολλά, αλλά όχι ως ανάγκη ή ως εμπορική συμφωνία. Προσφέρει πολλά επειδή έχει πολλά. Προσφέρει επειδή το απολαμβάνει.

Οι εραστές είναι μόνοι και ένας πραγματικός εραστής δεν καταστρέφει ποτέ τη μοναχικότητά σας. Θα σεβαστεί πάντοτε απόλυτα την ατομικότητά σας, τη μοναχικότητά σας, γιατί είναι κάτι ιερό. Δεν θα παρέμβει σε αυτή. Δεν θα προσπαθήσει να εισβάλει σε αυτόν τον χώρο.

Αλλά συνήθως, οι εραστές, οι αποκαλούμενοι εραστές, φοβούνται πολύ τη μοναχικότητα του άλλου, την ανεξαρτησία του. Φοβούνται πολύ, επειδή πιστεύουν ότι αν ο άλλος είναι ανεξάρτητος, τότε δεν θα είναι απαραίτητοι και θα απορριφθούν. Έτσι, η γυναίκα συνεχίζει να προσπαθεί να διαχειριστεί τη σχέση έτσι ώστε ο άντρας ή ο φίλος της να παραμείνει εξαρτημένος. Θα πρέπει να τη χρειάζεται πάντα, ώστε να παραμείνει πολύτιμη. Και ο άντρας συνεχίζει να προσπαθεί με κάθε τρόπο να κάνει την ίδια διαχείριση, έτσι ώστε να παραμείνει πολύτιμος.

Το αποτέλεσμα είναι μια συμφωνία, όχι αγάπη, και υπάρχει συνεχής διαμάχη και πάλη. Ο αγώνας βασίζεται στο γεγονός ότι όλοι χρειάζονται την ελευθερία τους.

Η αγάπη επιτρέπει την ελευθερία. Όχι μόνο επιτρέπει, αλλά και ενισχύει την ελευθερία. Και οτιδήποτε καταστρέφει την ελευθερία δεν είναι έρωτας. Πρέπει να είναι κάτι άλλο.

Η αγάπη και η ελευθερία πάνε μαζί, είναι δύο φτερούγες του ίδιου παλμού. Όποτε βλέπετε ότι η αγάπη σας εναντιώνεται στην ελευθερία σας, τότε στο όνομα της αγάπης κάνετε κάτι διαφορετικό, δεν αγαπάτε.

Προσπαθήστε να εφαρμόσετε αυτό το κριτήριο: η ελευθερία είναι το κριτήριο, η αγάπη δίνει ελευθερία, ελευθερώνει, απελευθερώνει. Και μόλις γίνετε απόλυτα ο εαυτός σας, νιώθετε ευγνωμοσύνη απέναντι σε αυτόν που σας βοήθησε. Αυτή η ευγνωμοσύνη είναι σχεδόν θρησκευτική. Νιώθετε κάτι θεϊκό να πηγάζει από το άλλο πρόσωπο. Σας ελευθέρωσε και τώρα η αγάπη δεν έχει γίνει κτητικότητα.

Να αγαπάτε άνευ όρων

Όταν η αγάπη αλλοιώνεται, γίνεται κτητικότητα, ζήλια, μάχη για δύναμη, πολιτική, κυριαρχία, χειραγώγηση -χίλια πράγματα, και είναι όλα άσχημα. Όταν η αγάπη πετά ψηλά, στον πιο αγνό ουρανό, είναι ελευθερία, απόλυτη ελευθερία!

Εάν είστε ερωτευμένοι, η αγάπη για την οποία μιλώ, η αγάπη σας, θα βοηθήσει το άλλο άτομο να ολοκληρωθεί. Η αγάπη σας θα γίνει μια υποστηρικτική δύναμη για το άλλο πρόσωπο. Στην αγάπη σας, ο άλλος άνθρωπος θα ολοκληρωθεί ως σύνολο, μοναδικό και ατομικό, επειδή η αγάπη σας θα του προσφέρει ελευθερία. Κάτω από τη σκιά της αγάπης σας, υπό την προστασία της, ο άλλος άνθρωπος θα αρχίσει να αναπτύσσεται και να μεγαλώνει.

Κάθε ανάπτυξη χρειάζεται αγάπη, αλλά η αγάπη αυτή πρέπει να είναι άνευ όρων. Αν προσφέρεται με συνθήκες, τότε η ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι ολική, διότι αυτές οι συνθήκες θα την παρεμποδίσουν.

Να αγαπάτε άνευ όρων, μη ζητάτε τίποτα σε αντάλλαγμα. Πολλά έρχονται πίσω σε εσάς από μόνα τους -αυτό είναι κάτι διαφορετικό-, αλλά μη μετατραπείτε σε ζητιάνους. Στην αγάπη, να λειτουργείτε σαν αυτοκράτορες. Προσφέρετε αυτό που θέλετε και δείτε τι θα γίνει: η ζωή θα σας το επιστρέψει χίλιες φορές μεγαλύτερο. Πρώτα όμως πρέπει να αποκτήσετε το ταλέντο της προσφοράς.

Διαφορετικά, παραμένει κάποιος παγιδευμένος στη μιζέρια. Προσφέρει ελάχιστα και περιμένει την ανταμοιβή, και αυτή η ίδια η αναμονή και η προσδοκία καταστρέφουν την όλη ομορφιά της προσφοράς του.

Η χειραγώγηση στη σχέση

Όταν περιμένεις και προσδοκάς, ο άλλος αισθάνεται χειραγωγούμενος. Μπορεί να το πει, μπορεί και όχι, αλλά σίγουρα νιώθει ότι τον χειραγωγείτε. Και όποτε νιώθει κάποιος ότι ο άλλος προσπαθεί να τον χειραγωγήσει, θέλει να επαναστατήσει εναντίον του, γιατί η χειραγώγηση αυτή αντιτίθεται στην εσωτερική απαίτηση καταστρέφει την προσωπική του ολοκλήρωση.

Οποιαδήποτε εξωτερική απαίτηση διαιρεί τον άνθρωπο, αποτελεί ένα έγκλημα εναντίον του, επειδή η ελευθερία του είναι μολυσμένη. Τότε παύει πλέον να είναι ιερός. Δεν αποτελεί πλέον τον στόχο, αλλά χρησιμοποιείται ως μέσο.

Κάθε ον είναι ένας στόχος προς τον εαυτό του. Η αγάπη σάς αντιμετωπίζει ως έναν στόχο προς τον εαυτό της. Δεν πρέπει να παρασυρθείτε σε καμία προσδοκία.

Υπάρχουν, λοιπόν, ορισμένα πράγματα που πρέπει να θυμόμαστε. Το ένα είναι να αγαπάμε, αλλά όχι ως ανάγκη - ως μοίρασμα. Αγαπήστε, αλλά μην περιμένετε αντάλλαγμα, απλώς προσφέρετε. Αγαπήστε, αλλά να θυμάστε ότι η αγάπη σας δεν πρέπει να γίνει φυλακή για το άλλο άτομο. Αγαπήστε, αλλά δείξτε μεγάλη προσοχή γιατί κινείστε σε ιερό έδαφος!

Η αγάπη δεν είναι συμβιβασμός ούτε προσκόλληση

Η αγάπη που πηγάζει από τη μοναχικότητα δεν είναι συνηθισμένη αγάπη.

Δεν συνδέεται με τον πόθο, αντιθέτως, είναι η μεγαλύτερη μεταμόρφωση του πόθου στην αγάπη. Εάν προσπαθήσει να σας σκλαβώσει, τότε δεν είναι αγάπη. Η αγάπη αυτού του τύπου σκοτώνει, καταστρέφει την ατομικότητα του άλλου ατόμου και τον τραβάει προς τα κάτω. Δεν τον βελτιώνει, δεν του δίνει χάρη. Τον τραβά στη λάσπη και όλοι όσοι είναι μπλεγμένοι σε τέτοιου είδους σχέσεις κάποια στιγμή αρχίζουν να αισθάνονται ότι συμβιβάζονται με κάτι βρώμικο.

Η αγάπη πρέπει να σας χαρίζει ελευθερία. Μη συμβιβαστείτε ποτέ με κάτι λιγότερο! Η αγάπη πρέπει να σας προσφέρει απόλυτη ελευθερία, να σας μετατρέψει σε έναν περιπλανώμενο στον ουρανό της ελευθερίας, χωρίς ρίζες πουθενά.

Η αγάπη δεν είναι προσκόλληση, αλλά ο πόθος ναι, είναι προσκόλληση.

Εάν αγαπάτε βαθιά, σταδιακά θα συνειδητοποιήσετε ότι η αγάπη σας γίνεται όλο και πιο διαλογιστική. Μια λεπτή ποιότητα σιωπής εισέρχεται μέσα σας. Οι σκέψεις εξαφανίζονται, τα κενά εμφανίζονται, οι σιωπές. Αγγίζετε το δικό σας βάθος.

Ο έρωτας είναι πάθος, και το πάθος, σαν κάθε φυσική δύναμη, δεν υποχωρεί

― Είμαι ένας δειλός, είπε.

Μη με διακόπτεις, έχω ανάγκη από την ειλικρίνεια εκείνη που δεν ξέρει από αισθηματολογίες, τύπους. Τη γοργή και ψυχρή ειλικρίνεια. Παράτησα τη Νίνα (εδώ, στ' όνομα που είχε να το προφέρει τόσα χρόνια, η φωνή του βράχνιασε) από καθαρή δειλία, μιαν επαίσχυντη λιποταξία απέναντι στη ζωή.

Θαρρώ πως την παράτησα γιατί την αγαπούσα.

Το καταλαβαίνεις αυτό; Όχι, φυσικά.

Είναι από κείνα που δοκιμάζει κανείς μα που δεν τα καταλαβαίνει.

Ήθελα να την κάνω ευτυχισμένη, αυτό είναι, ένιωθα την πυρωμένη ανάγκη να της δώσω το μεγαλύτερο ποσοστό ευτυχίας, πλούτο, χαρά, ηδονή, τρέλα, ό,τι μπορεί να γνωρίσει στον ανώτατο βαθμό ένα ανθρώπινο πλάσμα στη γη.

Ήταν παράλογο, μαθηματικά αδύνατο. Δεν είν' έτσι;

Έφυγα γιατί καταλάβαινα πως με τα μέσα μου δε θα μπορούσα ποτέ να κατορθώσω τίποτα, το παραμικρό.

Σφούγγισε με το μαντήλι του το ιδρωμένο μέτωπό του και συνέχισε:

― Έφυγα γιατί καταλάβαινα πως αν μείνω ακόμα λίγο, θα είναι πολύ αργά.

Ο έρωτας, άκουσέ με, είναι ένα πάθος εγωιστικό, έχουν άδικο να τον καλλωπίζουν.

Θέλεις την ευτυχία του αγαπημένου προσώπου υπό τον όρο πως θα του τη δώσεις εσύ κι' όχι άλλος.

Αν ένας άλλος μπει στη μέση, που έχει ωστόσο περισσότερες πιθανότητες να το κατορθώσει, εσύ δεν αποσύρεσαι, επιμένεις.

Γιατί;

Γιατί στην ευτυχία του αγαπημένου σου προσώπου δε βλέπεις παρά την πραγμάτωση της δικής σου ευτυχίας, να γιατί. Η φιλοσοφία μου, καθώς βλέπεις, είναι απάνθρωπη, ας με αναθεματίσουν.

Ξέρω, ξέρω, η Τέχνη έχει πλάσει εκείνους που αυτοθυσιάζονται ωραία-ωραία για να ευτυχίσει το αγαπημένο τους πρόσωπο. Φιλολογία αναίσχυντη!

Ο έρωτας είναι πάθος, και το πάθος, σαν κάθε φυσική δύναμη, δεν υποχωρεί.

Όταν υποχωρήσει, είναι κακό σημάδι, σημαίνει πως το συναίσθημα σταμάτησε μεσοδρομίς, στο βαθμό μιας χλιαρής θερμοκρασίας, και ζητάει ν' αναισθητοποιήσει με το ναρκωτικό της αυταρέσκειας.

Η αυτοθυσία στον έρωτα είναι νοσηρός ναρκισσισμός.

O δάσκαλος συνθλίβει το χρόνο μέσα του και παραμένει παιδί

Δάσκαλος δεν είναι αυτός που μαθαίνει στα παιδιά μας τα σχολικά γράμματα, μουσική, καλούς τρόπους.. Αυτά τα μαθήματα είναι εξωτερικά... Μένουν στην επιφάνεια σαν τα ρούχα που φορούμε. Δεν εισχωρούν παράμεσα στην ψυχή μας, δεν μας πλάθουν, δεν διαμορφώνουν αυτό που λέμε προσωπικότητα: Πνεύμα, ήθος, χαρακτήρα. Εκτός αν εκείνοι που τα προσφέρουν δεν περιορίζονται στην απλή μετάδοση γνώσεων αλλά τα χρησιμοποιούν ως μέσα να για να πετύχουν το στόχο της διαμόρφωσης της προσωπικότητας.

Δάσκαλος είναι αυτός που παραμένοντας ενήλικος μπορεί να γίνεται παιδί και κάθε χρόνο με τα νέα παιδιά που έρχονται στα χέρια του να γίνεται παιδί. Τούτο μπορούμε να το διατυπώσουμε και αλλιώς. Ο αληθινός δάσκαλος ενηλικιώνεται παραμένοντας παιδί στην ψυχή, άνθρωπος δηλαδή εύπλαστος, δροσερός, αγνός. Αδύνατο να φανταστεί κανείς πόσο δύσκολο, σχεδόν υπεράνθρωπο είναι αυτό που του ζητούμε, να συνθλίψει μέσα του το χρόνο, να γερνάει φυσιολογικά και όμως να μένει νέος στην ψυχή για να μπορέσει να έχει πρόσβαση στα αισθήματα, στις σκέψεις, στις επιθυμίες του νέου ανθρώπου που θα διαπαιδαγωγήσει, να τον καταλαβαίνει, να χαίρεται, να διασκεδάζει μαζί του, να σκέπτεται τις σκέψεις του, να να επιθυμεί τις επιθυμίες του, να πονάει τον πόνο του…

Επίσης πετυχημένος είναι ο δάσκαλος που έκανε με το έργο του τόσο ώριμο το μαθητή του ώστε εκείνος να μην τον χρειάζεται πια… Ο θρίαμβος του δασκάλου είναι να κάνει τον νέο άνθρωπο αυθύπαρκτο και ανεξάρτητο -στον τρόπο που μεθοδεύει τις παρατηρήσεις και τις σκέψεις του στον τρόπο που κάνει τις εκτιμήσεις του, που καταρτίζει το πρόγραμμα της δράσης του, που σημασιολογεί τη ζωή ώστε να μην έχει πλέον ανάγκη από χειραγώγηση και ούτε από τον ίδιο τον δάσκαλο του...

Τελευταίο και το πιο σημαντικό.. Την αγάπη για το παιδί.. Άφησα τελευταία την κύρια ιδιότητα (ορθότερα την πρώτη αρετή) του δασκάλου.. Την αγάπη για το παιδί.. Στο παιδί που δεν είναι δικό του αλλά γίνεται δικό του όταν συνδεθεί με την παιδευτική σχέση. Στο παιδί ως παιδί που ως ένα νέο και τρυφερό βλαστάρι που δεν έχει ακόμα ξεδιπλώσει τα φύλλα του αλλά κλείνει μέσα του τόσους θησαυρούς -νοημοσύνης, ευαισθησίας - δραστηριότητας - και περιμένει τη δική του στοργή και φροντίδα για να ανθοβολήσει, να αναπτυχθεί και να ολοκληρωθεί. Είναι απίστευτο με πόση αγάπη (ανιδιοτελή, θερμή, αφειδώλευτη) αφοσιώνεται ο αληθινός δάσκαλος στους μαθητές του.

Το παιδί που του εμπιστεύτηκαν να διδάξει γίνεται ο άξονας της ζωής του, αυτό της δίνει περιεχόμενο και γίνεται ο άξονας της ζωής του...

Κατάλαβε το καλά, και κλείσε αυτή την αλήθεια μέσα στην ψυχή σου, ότι η διδασκαλία ανήκει στην κατηγορία των πνευματικών έργων όπου το καλό αποτέλεσμα είναι προϊόν έμπνευσης και δημιουργικού οίστρου. Με μια λέξη: είναι δημιουργία. Και ο άξιος δάσκαλος: δημιουργός. Αυτό πρέπει να σκέπτεσαι όταν αρχίζεις όχι μόνο μια σειρά μαθημάτων, αλλά και το κάθε μάθημα, κάθε ώρα διδασκαλίας. Δε θα εργαστείς απάνω σε γνωστές και πολυμεταχειρισμένες, στερεότυπες φόρμες και φόρμουλες (όπως: ο τεχνίτης στα «βάναυσα» έργα), αλλά θα δημιουργήσεις πάντοτε κάτι νέο και πρωτότυπο, κάτι που δεν είχε, δεν μπορούσε να έχει γίνει ως τώρα (όπως ο αληθινός ποιητής στα «ευγενή» έργα του πνεύματος).

Η προπαρασκευή ενός δασκάλου.. Προσπερνάω την πρώτη που αναφέρεται στον τρόπο οργάνωσης της διδασκαλίας που γίνεται όταν αρχίζει και ξετυλίγεται αβίαστος και παραγωγικός ο ευεργετικός διάλογος με τους μαθητές μας κατά τη διερεύνηση ενός θέματος και συζήτηση των αποριών.. Πηγαίνω στη δεύτερη προπαρασκευή που θέτει.. Η δεύτερη, η πιο ουσιαστική και η πιο κουραστική, δε γίνεται, δεν μπορεί να γίνει την παραμονή της διδασκαλίας σου, αλλά κρατάει χρόνια πολλά, όσα θα διαρκέσει η επαγγελματική σου ζωή. Πρέπει να κατακτήσεις εις βάθος την «ύλη» που θα διδάξεις, με τη συστηματική και αδιάκοπη μελέτη και οικείωση της μεθόδου και των πορισμάτων της αντίστοιχης επιστήμης.

Τα τρία άλογα

Είναι γενικότερη διαπίστωση ότι η καθημερινή επικοινωνία μας δεν είναι πάντα η καλύτερη, πράγμα το οποίο δημιουργεί προβλήματα στις μεταξύ μας σχέσεις.

Συχνές είναι οι εντάσεις και οι συγκρούσεις, στις οποίες άλλοτε μπορεί να υπάρχουν βαθύτερα και πραγματικά αίτια, για παράδειγμα αντικρουόμενων συμφερόντων, άλλοτε όμως οι συγκρούσεις αυτές είναι αποτέλεσμα ασυνεννοησίας και λογικών σφαλμάτων που γίνονται ασυναίσθητα.

Αν καταφέρναμε να εντοπίσουμε και να ελέγξουμε κάποια από αυτά τα λογικά λάθη που μπορεί να εμφανιστούν στην επικοινωνία, αλλά και την γενικότερη συμπεριφορά, θα περιορίζαμε τις περιπτώσεις των εντάσεων και θα βελτιώναμε έτσι την ποιότητα της επικοινωνίας μας.

Στο παρόν άρθρο εξετάζουμε τρία στοιχεία, που τα ονομάζουμε άλογα (χωρίς λογική), τα οποία εμφανίζονται στην νεοελληνική νοοτροπία και τα οποία μολονότι έχουν την ερμηνεία τους και ίσως να είχαν παλαιότερα την χρησιμότητά τους, σήμερα υποβαθμίζουν την ποιότητα της επικοινωνίας μας και επηρεάζουν αρνητικά ακόμη και την πολιτική συμπεριφορά μας.

Τα τρία άλογα στοιχεία που θα εξετάσουμε εδώ και τα οποία φαίνεται να είναι αλληλένδετα είναι (α) η παντογνωσία-κώφωση, (β) η καρδιογνωσία και (γ) το προορατικό χάρισμα.

Όπως έχουμε πει και με άλλη ευκαιρία, η περιγραφή τους δεν έχει επικριτικό χαρακτήρα, απεναντίας η παρουσία τους μπορεί να συνδέεται και με θετικές ιδιότητες, που μπορούν να οδηγήσουν σε παραγωγικές συμπεριφορές. Στην τωρινή τους κατάσταση όμως είναι σίγουρα εκτροπές, που επιφέρουν δυσλειτουργία στον κοινωνικό ιστό και συχνά λύπη και εσωτερικό εγκλωβισμό ή απλά όκνο στο ίδιο το άτομο.

Α. ΠΑΝΤΟΓΝΩΣΙΑ-ΚΩΦΩΣΗ

«Ξέρω ήδη τι θέλεις να πεις, άρα δεν σε ακούω.»

Αρκετές εντάσεις συχνά δημιουργούνται όταν νομίζουμε ότι ξέρουμε τι θέλει να πει ο συνομιλητής μας και έτσι τον προλαμβάνουμε με κάποια απάντηση ή δεν τον ακούμε. Όμως ο μόνος τρόπος να μάθουμε τί λέει ο άλλος είναι να τον ακούσουμε.

Σίγουρα η προηγούμενη εμπειρία μπορεί να μας δίνει μια ιδέα, αλλά δεν υπάρχει τρόπος να ξέρουμε τι πάει ο άλλος να πει χωρίς να το έχουμε ακούσει. Έτσι συχνά μπορεί να αποπέρνουμε τον συνομιλητή και του στερούμε το δικαίωμα του λόγου. Το φαινόμενο αυτό είναι κάτι που συχνά διαπιστώνει κανείς στην καθημερινή ζωή.

Σε ένα πιο γενικό επίπεδο αυτή η στάση μπορεί να είναι μία μόνο έκφανση του ότι το άτομο νιώθει πως έχει βρει την απόλυτη αλήθεια, άρα δεν περιμένει καμία εξωτερική πληροφορία από αλλού.

Δεν ενδιαφέρεται να ακούσει κάτι άλλο εφόσον ξέρει ήδη και είναι βέβαιο για όσα πιστεύει πως θα του ήταν χρήσιμα.

Δεν θα είχαμε καμία αντίρρηση να δεχτούμε αυτό το ενδεχόμενο (να ξέρει δηλαδή ήδη κάποιος όσα του είναι χρήσιμα), αν το περιεχόμενο αυτής της γνώσης ήταν θετικό, παραγωγικό και το ίδιο για όλους.

Όμως το άτομο που παρουσιάζει αυτή την στάση συνήθως είναι βέβαιο για πράγματα που το στεναχωρούν και του είναι δυσάρεστα, π.χ. «ότι όλα πάνε προς το χειρότερο», «δεν υπάρχει ελπίδα» κτλ. Σε άλλα πάλι θέματα βλέπουμε να είναι ο καθένας βέβαιος για κάτι διαφορετικό.

Διαπιστώνουμε δηλαδή μια ποικιλία «αληθειών» τις οποίες με βεβαιότητα ενστερνίζονται τα άτομα, χωρίς διαπραγμάτευση και διάλογο, με αποτέλεσμα να μην ξέρει κανείς τί ακριβώς λέει ο άλλος, να υπάρχει μια ασαφής εικόνα που οδηγεί σε απομόνωση. Και αυτό μπορεί να συμβαίνει τόσο για μικρά πράγματα, όσο και για μεγάλα.

Β. ΚΑΡΔΙΟΓΝΩΣΙΑ: Ο ΕΤΑΖΩΝ ΝΕΦΡΟΥΣ ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝ

«Επίσης ξέρω και γιατί λες αυτό που λες.»

Η βεβαιότητα της γνώσης και της βαθύτερης πρόθεσης του άλλου, η οποία θεωρούμε ότι είναι συνήθως κακή (αλλιώς δεν θα ήταν βαθύτερη), είναι άλλο ένα δείγμα βεβαιότητας χωρίς αποδείξεις.

Είναι συμπεριφορά που συνδέεται προφανώς με την προηγούμενη και είναι κι αυτή μία από τις εκφάνσεις της μεταφυσικής πεποίθησης στην προσωπική μας εικασία. Φυσικά το ότι μπορεί να είμαστε καλοί στην δουλειά μας, να έχουμε κάποια ή περισσότερες ικανότητες, να είμαστε ιδιαίτερα ταλαντούχοι σε κάτι, δεν σημαίνει πως όλα όσα φανταζόμαστε είναι αληθή.

Αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό θέμα, ιδιαίτερα όταν το άτομο που διακρίνεται από αυτή την στάση διαπιστώνει μόνο ανεπιθύμητα πράγματα γύρω του.

Συνήθως στις περιπτώσεις αυτές το άτομο θεωρεί δείγμα ευφυίας το να θεωρεί ένα ενδεχόμενο κακό ως βέβαιο και συνδυάζει όλες τις πληροφορίες που δέχεται προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα για τον κοινωνικό ιστό και αντιστρέφει την βασική αρχή της παιδαγωγικής: «πίστεψε ότι είμαι καλός και θα γίνω».

Και πάλι βέβαια είναι η προηγούμενη τραυματική εμπειρία και το παρελθόν της εξαπάτησης που διαμόρφωσε αυτήν την νοοτροπία (για να μην πούμε άλλοτε και η εσωτερική ποιότητα του ίδιου του ατόμου), η οποία νοοτροπία όμως μας εγκλωβίζει σε έναν φαύλο κύκλο διαπίστωσης και άρα μίμησης μιας εικόνας για την πραγματικότητα, που είναι μερική και συνεπώς παραμορφωμένη.

Η άλογη βεβαιότητα για την υποβαθμισμένη εσωτερική ποιότητα των συνανθρώπων μας είναι αυτονόητο ότι δημιουργεί πρόβλημα στην συνεργασία, γιατί η συνεργασία μπορεί να επιφέρει μεγάλου βεληνεκούς αποτελέσματα, αλλά πρέπει να θέλει κανείς να υπάρξει αμοιβαίο όφελος, να ωφεληθεί δηλαδή και ο άλλος.

Γιατί όμως να θέλει κανείς να ωφελήσει κάποιον τον οποίον αυθαιρέτως (δηλαδή χωρίς επαρκή δεδομένα) θεωρεί κακοπροαίρετο;

Να προσθέσουμε επιπλέον πως οποιαδήποτε κακή εκτίμηση και απαξίωση για τον συνάνθρωπο έχει άμεση επίπτωση στην προσωπική μας αξία. Δεδομένου πως το γονιδίωμά μας (DNA) διαφέρει ελάχιστα του ενός ανθρώπου από τον άλλο (ανήκουμε άλλωστε στο ίδιο είδος), δεν είναι πολύ πιθανό να είναι ο άλλος άχρηστος και να είμαστε εμείς καλοί.

Και δεδομένου πως το γονιδίωμά μας διαφέρει ποσoστιαία πολύ λίγο και από τα υπόλοιπα έμβια όντα, π.χ. το σφουγγάρι ή το ψάρι «ζέβρα», οποιαδήποτε απαξίωση για τους άλλους ανθρώπους, συνεπάγεται και απαξίωση μεγάλου μέρους της φύσης.

Με το ψάρι «ζέβρα» έχουμε 85% κοινό γονιδίωμα, άρα όταν απαξιώνουμε τον συνάνθρωπο, αυτό έχει την άμεση επίπτωση ότι υποβιβάζουμε και το ψάρι.

Θεωρούμε το ψάρι «ζέβρα» 85% ‘κακό’ και άξιο περιφρόνησης. Πέρα από τα αναμφισβήτητα επιστημονικά δεδομένα, επικαλούμαστε εδώ και τους Στωικούς και την θέση τους για την ενότητα στην φύση με δύο μικρά χωρία που αποδίδονται στον Στωικό φιλόσοφο Χρύσιππο τον Σολέα ή Ταρσέα: μέρη γάρ εἰσιν αἱ ἡμέτεραι φύσεις τῆς τοῦ ὅλου, «οι φύσεις μας είναι μέρος της φύσης του συνόλου» και μηδὲν ἐγκλητὸν εἶναι μηδὲ μεμπτὸν ἐν τῷ κόσμῳ, «τίποτε δεν είναι αξιοκατάκριτο στην φύση/κόσμο».

Γ. ΠΟΣΟ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΕΙΜΑΙ..

Το τρίτο από τα άλογα στοιχεία που εξετάζουμε εδώ αφορά το προορατικό χάρισμα.

Το προορατικό χάρισμα είναι κάτι πολύ σπάνιο που μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορους ανθρώπους, είτε να προϋπάρχει βιολογικά, είτε να προκύπτει μετά από μεγάλη εσωτερική καλλιέργεια και πνευματική εκγύμναση και στην δική μας θρησκεία και σε άλλες από τις μείζονες θρησκείες που ακολουθούν παραπλήσιες κατευθύνσεις απεξάρτησης από τις υλικές απολαύσεις, ελέγχου των παθών και εξευγενισμού της προσωπικότητας.

Είναι συμβατό με τον Χριστιανισμό, εφόσον ο Θεός προγνωρίζει το μέλλον και ο άνθρωπος ως εικόνα του Θεού, έχει στοιχεία της θεϊκής φύσης. Για μετοχή στην θεία φύση γίνεται λογος και στον μύθο του Προμηθέα, ο οποίος έκλεψε την τεχνολογική σοφία και την φωτιά από τους θεούς και την έδωσε στον άνθρωπο σύμφωνα με την αφήγηση του σοφιστή Πρωταγόρα στον ομώνυμο πλατωνικο διάλογο.

Πέρα από την μετοχή στην θεία φύση, οι αρχαίοι Έλληνες, όπως και άλλοι λαοί, αναγνώριζαν το προορατικό χάρισμα και σε διάφορους ανθρώπους. Είναι χαρακτηριστικό το απόσπασμα από τον φιλόσοφο Φιλόστρατο (2ο-3ο αι. μ.Χ.), γνωστό και από το σχετικό ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη, Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται. «Οι θεοί γνωρίζουν τα όσα πρόκειται να συμβούν στο μέλλον, οι άνθρωποι γνωρίζουν τα όσα συμβαίνουν στο παρόν και οι σοφοί αντιλαμβάνονται τα κοντινά γεγονότα».

Και πάλι όμως το προορατικό χάρισμα είναι σπάνιο και αμφισβητήσιμο και σίγουρα είναι κάτι που δεν το έχουν όλοι. Το έχουν πολύ λίγοι, και αν.

Ας αναλογιστούμε όμως το πόσο συχνά ακούμε «το είχα πει εγώ ότι αυτό θα γίνει», «δεν σου είχα πει ότι...», «όταν εγώ μιλάω...», «να τον ακούς τον θαλασσόλυκο» και δεν αναφερόμαστε σε απλές συμβουλές αυτονόητης λογικής, όπως το «μην οδηγείς πιωμένος, θα τρακάρεις», «δεν σου είχα πει να μην τρέχεις με το ψαλίδι στο χέρι;», αλλά το ακούμε και για πράγματα που δεν θα μπορούσε ο άλλος να γνωρίζει, π.χ. «εγώ σου λέω, αυτό θα γίνει», «θυμίσου την ώρα που σου το λέω» ή «σε δύο χρόνια το πολύ, να μου το θυμηθείς ότι...», «εδώ θα ‘σαι κι εδώ θα ‘μαι, όταν θα.....».

Χρειάζεται δε να το πούμε με έντονο ύφος, γιατί πως αλλιώς θα στηρίξουμε την βεβαιότητά μας για κάτι για το οποίο δεν έχουμε καμία απολύτως απόδειξη;

Δεδομένου πως κάτι ή θα γίνει ή δεν θα γίνει (50% πιθανότητα), ο άνθρωπος που σκέφτεται έτσι τις μισές φορές νιώθει ότι επιβεβαιώνεται. Ωστόσο αυτό είναι κάτι που θα έπρεπε να μας προβληματίσει ως τρόπος σκέψης και όχι να μας κάνει περήφανους.

Το μέλλον το φτιάχνουμε εμείς και οι συνάνθρωποί μας αξιοποιώντας τα όσα έχουμε κάθε φορά στην διάθεσή μας, δεν περιμένουμε να μας το αποκαλύψουν για να το αναμένουμε. Εξηγείται έτσι το πως συχνά ο μέσος Έλληνας νιώθει όχι απλά πρωθυπουργός, αλλά ἐλέῳ Θεοῦ μονάρχης, έτοιμος για την πεφωτισμένη δεσποτεία (άλλωστε τὸ προβλέπειν ἐστὶ διοικεῖν), η οποία όμως δεν του χαρίζεται εκ γενετής, όπως συμβαίνει σ’ αυτές τις περιπτώσεις, άρα είναι και θυμωμένος.

Αυτό είναι ένα ενδιαφέρον ανθρωπολογικά και οπωσδήποτε χαριτωμένο στοιχείο, αλλά είναι πρόβλημα όταν απαντά σε έκταση και φυσικά η προορατικότητα δεν παύει να είναι δείγμα βεβαιότητας χωρίς αποδείξεις, που ακυρώνει τον παράγοντα της ανθρώπινης προσπάθειας και καταδικάζει σε μοιρολατρική αναμονή πραγμάτων για τα οποία θα έπρεπε να προσπαθούμε, είτε να επιτευχθούν, είτε να αποφευχθούν.

Το φαινόμενο αυτό έχει ενδεχομένως ερμηνεία στο παρελθόν (και ως ένα βαθμό και στο παρόν) της βίας και πολλαπλής καταπίεσης, στο οποίο ο μέσος άνθρωπος είχε μικρή δύναμη στο να επηρεάσει τις καταστάσεις. Η αναμονή καλών πραγμάτων του έδινε ελπίδα για την επιβίωση, ενώ η αναμονή κακών και η επιφύλαξη τον κρατούσε σε εγρήγορση και τον προστάτευε.

Ωστόσο, αν η στάση αυτή δεν εκφυλίζεται με την πάροδο των γενεών αποτελεί πρόβλημα, γιατί δεν είναι χρήσιμη για τον πολίτη μιας δημοκρατικής κοινωνίας, ο οποίος έχει πλέον την δυνατότητα να ενημερώνεται και να συνδιαμορφώνει τα πράγματα και όχι απλώς να τα αναμένει, ότι θα γίνουν μαγικά από μόνα τους ή ότι δεν υπάρχει περίπτωση να γίνουν, άρα να μην προσπαθήσουμε.

Τα τρία αυτά άλογα στοιχεία που εξετάσαμε έχουν την κύρια επίπτωση ότι μας βάζουν στον φαύλο κύκλο των παθών και εμποδίζουν την λογική εξέταση των πραγμάτων και των δυνατοτήτων σε κάθε περίσταση.

Ο εντοπισμός τους μπορεί να διευκολύνει τον έλεγχο και την μακροπρόθεσμη απομάκρυνσή τους και να αναβαθμίσει την επικοινωνία, αλλά και τις συνεργασίες μας στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας.

Φροντίζοντας τον εαυτό μου

Μια φράση που χρησιμοποιούμε πολύ συχνά είναι “φροντίζω τον εαυτό μου”.

Δεν είναι μόνο συχνή είναι και παρεξηγήσιμη. Κάποιοι τη χρησιμοποιούν είτε για να επιβαρύνουν τους άλλους είτε για να επιβάλουν τη θέλησή τους χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα “εγώ απλά φροντίζω τον εαυτό μου και τις ανάγκες μου”.

Άλλοι πιστεύουν πως η φροντίδα εαυτού έχει να κάνει μόνο με την εξωτερική εμφάνιση.

Τι εννοούμε όταν λέμε φροντίδα εαυτού; Η φροντίδα του εαυτού μας προϋποθέτει μια θεμελιώδη αρχή: να ικανοποιούμε τις ανάγκες μας. Πολλοί δεν ζητούν αυτά που χρειάζονται. Άλλοι, δεν γνωρίζουν ή δεν έχουν δώσει μεγάλη σημασία σε αυτά που θέλουν και σ’ εκείνα που έχουν ανάγκη. Ορισμένοι πιστεύουν ότι οι ανάγκες μας δεν είναι σημαντικές ή έφτασαν στο σημείο να πιστεύουν ότι το να έχω ανάγκες είναι κακό και λάθος και έτσι τις καταπιέζουν και τις διώχνουν από το επίπεδο του συνειδητού.

Σε ορισμένες περιπτώσεις το να ικανοποιήσουμε τον εαυτό μας μπορεί να σημαίνει να κάνουμε κάτι ευχάριστο γι’ αυτόν: ένα καινούργιο ρούχο, ένα ταξίδι, ένα κέρασμα. Σημαίνει επίσης ότι κάνουμε ό,τι είναι απαραίτητο για να ζούμε υπεύθυνα-όχι με υπερβολικές ευθύνες, αλλά ούτε ανεύθυνα. Το να δίνουμε στον εαυτό μας αυτό που έχει ανάγκη δεν είναι δύσκολο. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να αρχίσει κάποιος να ανακαλύπτει τις επιθυμίες, τους στόχους, τις ανάγκες του.

Η φροντίδα του εαυτού μας αντικατοπτρίζει μια στάση ζωής προς τον εαυτό μας, που λέει:

Εγώ είμαι ο υπεύθυνος για την καθοδήγηση ή μη της ζωής μου.

Είμαι υπεύθυνος για τη φροντίδα της σωματικής, πνευματικής, συναισθηματικής και οικονομικής ευημερίας μου.

Είμαι υπεύθυνος για την επίλυση των προβλημάτων μου ή για το πώς να διαβιώνω μαζί τους όταν αυτά είναι άλυτα.

Είμαι υπεύθυνος για τις επιθυμίες μου, τις απαιτήσεις μου και τις επιλογές μου.

Εμπιστεύομαι τα συναισθήματά μου και τις σκέψεις μου.

Η κακοποίηση ή κακομεταχείριση δεν μου αξίζουν και δεν θα τις ανεχτώ από κανέναν.

Οι αποφάσεις που λαμβάνω και ο τρόπος που συμπεριφέρομαι αντικατοπτρίζουν την υψηλή μου αυτοεκτίμηση.

Οι αποφάσεις μου φροντίζω να έχουν άμεση συνάρτηση με τις υποχρεώσεις που έχω προς τον εαυτό μου αλλά και τυχόν υποχρεώσεις που έχω απέναντι σε άλλους -παιδιά, σύντροφο-.

Δεν ξεχνώ τα δικαιώματα των άλλων ανθρώπων που βρίσκονται κοντά μου – το δικαίωμα να ζήσουν τη ζωή τους όπως θεωρούν ότι τους αρμόζει.

Καθώς μαθαίνουμε πώς να φροντίζουμε και να καλύπτουμε τις ανάγκες μας, συγχωρούμε τον εαυτό μας όταν κάνει λάθη και τον συγχαίρουμε όταν ενεργεί σωστά. Aποδεχόμαστε το γεγονός ότι ορισμένα πράγματα τα κάνουμε άσχημα, ενώ άλλα θα τα κάνουμε μέτρια.

Μαθαίνουμε να γελάμε με τον εαυτό μας και την ανθρώπινη πλευρά μας, αλλά δεν γελάμε όταν πρέπει να κλάψουμε.

Παίρνουμε σοβαρά τον εαυτό μας, αλλά όχι υπερβολικά σοβαρά. Είναι ελάχιστες οι καταστάσεις στη ζωή μας που δεν βελτιώνονται, όταν φροντίζουμε τον εαυτό μας και όταν παρέχουμε σε μας αυτά που χρειάζεται.

Ένας απ’ τους ασφαλέστερους και γρήγορους τρόπους για να ξανακερδίσει κάποιος την ισορροπία του και την ευτυχία του είναι να κοιτάζει και να φροντίζει τον εαυτό του και τις δουλειές του.

Ο μινιμαλισμός δεν αφορά μόνο τα πράγματα γύρω μας αλλά κυρίως εμάς και τις σχέσεις μας

Το πώς να σκεφτόμαστε σαν μινιμαλιστές και να θέτουμε όρια οδηγεί σε πιο ικανοποιητικές σχέσεις. Αρχικά, μπορεί να φαίνεται ότι ο καθορισμός ορίων είναι ένα από τα τελευταία πράγματα που θα θέλατε να κάνετε για να προωθήσετε τις στενές, αλλά και πιο ανοιχτές σχέσεις. Συχνά, πιστεύουμε ότι η κατασκευή ορίων σημαίνει ότι δεν είμαστε πρόθυμοι να αφήσουμε τους άλλους να μπουν μέσα. Αλλά μπορείτε να δημιουργήσετε ένα όριο χωρίς να υψώσετε φράχτη, σωστά;

Παρόλο που ο φυσικός κόσμος είναι γεμάτος με διακριτά όρια – το διαχωριστικό γύρω από ένα γραφείο ή οι τοίχοι στο διαμέρισμά σας, για παράδειγμα – είναι εξίσου σημαντικό να κατασκευάζουμε φυσικά, νοητικά, συναισθηματικά και πνευματικά όρια στις σχέσεις μας.

– Τα σωματικά όρια μας βοηθούν να καθορίσουμε ποιος μπορεί να μας αγγίξει και υπό ποιες συνθήκες.

– Τα νοητικά όρια μας δίνουν την ελευθερία να έχουμε τις δικές μας σκέψεις και απόψεις.

– Τα συναισθηματικά όρια μας βοηθούν να αντιμετωπίσουμε τα δικά μας συναισθήματα και να απεμπλακούμε από τα επιβλαβή, χειριστικά συναισθήματα των άλλων.

– Τα πνευματικά όρια μας δίνουν ανανεωμένο δέος για τα μυστήρια του κόσμου.

Μπορείτε να θέσετε όρια χωρίς να απομακρύνετε τους ανθρώπους. Στην πραγματικότητα, τα όριά σας είναι ένας τρόπος να φέρνετε τους ανθρώπους στον κόσμο σας, να τους ενημερώνετε ευγενικά για το τι είναι αποδεκτό και τι όχι.

Χρειαζόμαστε όρια για να αποτρέψουμε τις παρεξηγήσεις. Τα υγιή όρια με τους γονείς μας, το σύντροφό σας, τα παιδιά μας, τους φίλους, τους συναδέλφους, ακόμα και στον εαυτό μας είναι απαραίτητα για να προστατεύσουμε τις σχέσεις μας από άσκοπη ζημιά. Έτσι, όπως ακριβώς δεν αισθανόμαστε ένοχοι επειδή έχουμε εξώπορτα στο σπίτι μας, δεν υπάρχει λόγος να αισθανόμαστε ένοχοι για τα όριά μας. Όπως και η εξώπορτά μας, τα καλά δομημένα όρια κρατούν τα κακά πράγματα έξω και αφήνουν τα καλά πράγματα να μπουν.

Πιθανώς, ο καλύτερος τρόπος για να θέσουμε τα κατάλληλα όρια είναι μέσω της συνεχούς και αποτελεσματικής επικοινωνίας. Πριν επικοινωνήσετε τα όριά σας, όμως, χρειάζεται πρώτα να τα ορίσετε. Αν χτίζατε ένα καινούργιο σπίτι, θα χρειαζόσασταν ακριβείς προδιαγραφές για να γίνει η δουλειά. Παρομοίως, είναι απαραίτητο να προσδιορίσετε τις προδιαγραφές των προσωπικών σας ορίων όσον αφορά στην κάθε σχέση στη ζωή σας:

– Ποια είναι τα φυσικά σας όρια; Ίσως σας αρέσει να αγκαλιάζετε τους πάντες, ή ίσως δεν θέλετε καν να δώσετε το χέρι σας. Καμία από τις δύο επιλογές δεν είναι σωστή ή λανθασμένη.

– Ποια είναι τα νοητικά σας όρια; Ίσως θέλετε να κρατάτε τις απόψεις σας για τον εαυτό σας, ή ίσως θέλετε να μοιράζεστε τις πολιτικές σας πεποιθήσεις στο YouTube. Και πάλι, το ένα όριο δεν είναι πιο «σωστό» από το άλλο.

– Ποια είναι τα συναισθηματικά σας όρια; Ίσως προτιμάτε να είστε ευγενικοί και δεκτικοί, ή ίσως αισθάνεστε την ανάγκη να είστε «ωμοί», ακόμη και αν αυτό απωθεί κάποιους ανθρώπους. Μόνο εσείς ξέρετε τι είναι φυσικό για εσάς.

– Ποια είναι τα πνευματικά σας όρια; Ίσως η θρησκεία σας, ή η έλλειψή της, είναι μια προσωπική εμπειρία, ή ίσως είστε πρόθυμοι να μιλήσετε παραπάνω στους άλλους γι’ αυτή.

Η γνώση των ορίων μας θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε τι είμαστε διατεθειμένοι να δεχτούμε, καθώς και τι πρέπει να απορρίψουμε για να ζήσουμε συμβατά. Αξίζει να έχετε κατά νου ότι τα όριά σας θα αλλάξουν με την πάροδο του χρόνου.

Στο δρόμο της ζωής μας, σταματούν μόνο εκείνοι που έχουν να μας διδάξουν κάτι

Προσωπικά πιστεύω πως ο καθένας από μας βρίσκεται σ’ αυτήν τη ζωή για να εξελιχθεί και να γίνει καλύτερος.

Πιστεύω βαθιά πως υπάρχει ένα τέλειο θεϊκό σχέδιο για τον καθένα μας, που έχει ως στόχο να μας δημιουργήσει τις κατάλληλες ευκαιρίες και τα απαραίτητα γεγονότα, έτσι ώστε να μάθουμε εκείνο που δεν ξέρουμε και μέσα από αυτήν τη γνώση να γίνουμε καλύτεροι και να εξελιχθούμε.

Δεν πιστεύω πως αυτό το θαύμα που το λέμε ζωή ξεκινάει από μια “τυχαία” στιγμή κατά την οποία ενθουσιάστηκαν ο πατέρας και η μητέρα μας και πως τελειώνει επίσης με ένα “τυχαίο” ατύχημα, μια αρρώστια ή έστω ένα θάνατο από γηρατειά.

Αυτό το θαύμα έχει μέσα του ένα σκοπό: το σκοπό της ζωής μας, που είναι εντελώς προσωπικός για τον καθένα μας. Μας δίνει τη δυνατότητα αλλά και την υποχρέωση να μάθουμε και να εξελιχθούμε, έτσι ώστε να γίνουμε καλύτεροι, αναπτύσσοντας τη θεϊκή μας διάσταση.

Αυτά λοιπόν τα μαθήματα που ο καθένας από μας παίρνει στη ζωή του είναι απόλυτα προσωπικά. Παίρνουμε από τη ζωή αυτό που μας χρειάζεται και επειδή ο καθένας έχει να μάθει κάτι διαφορετικό, γι’ αυτό και τα μαθήματα τελικά είναι ένα καθρέφτισμα του εσωτερικού μας κόσμου και είναι εντελώς διαφορετικά για τον καθένα.

Τα μαθήματα ζωής τα παίρνουμε από τις συμπεριφορές των άλλων ανθρώπων. Έτσι λοιπόν έλκουμε στη ζωή μας είτε τα άτομα εκείνα που έχουν την ιδιότητα που οφείλουμε να μάθουμε, ώστε να μας διδάξουν με τη συμπεριφορά τους, είτε τα άτομα εκείνα που θα μας αναγκάσουν με εκείνα που θα μας κάνουν να πάρουμε το μάθημά μας.

Ας υποθέσουμε πως κάποιος πρέπει να μάθει στη ζωή του να συγχωρεί. Τότε θα προσελκύσει στη ζωή του δύο ειδών ανθρώπους. Πρώτον, εκείνους που ξέρουν να συγχωρούν, οι οποίοι θα τον διδάξουν με τη συμπεριφορά τους πόσο πολλά έχει να κερδίσει όταν θα μάθει να συγχωρεί και πιθανόν να συγχωρήσουν και τον ίδιο για κάτι που θα τους κάνει.

Και δεύτερον, ανθρώπους που θα τους αγαπήσει πολύ, οι οποίοι θα του δημιουργήσουν με τη συμπεριφορά τους ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα, ώστε ορμώμενος από τη μεγάλη αγάπη που τους έχει να οδηγηθεί στο να μάθει να συγχωρεί.

Το ίδιο θα συμβεί όταν εμείς χρειαστεί να μάθουμε την αγάπη χωρίς όρους, την ειλικρίνεια, τη δύναμη ή οποιοδήποτε άλλο μάθημα που θα μας κάνει καλύτερους.

Στο δρόμο της ζωής μας σταματούν μόνον οι άνθρωποι που έχουν να μάς μάθουν κάτι. Οι φίλοι, οι συγγενείς, οι εραστές, οι συνάδελφοι και οι γείτονές μας είναι εκείνοι που είναι και όχι κάποιοι άλλοι, επειδή ο καθένας από αυτούς έχει κάτι να μας μάθει με τη συμπεριφορά του.

Όταν ένας άνθρωπος δεν έχει να μας διδάξει τίποτε δε θα σταματήσει στη ζωή μας. Πιθανό να τον γνωρίσουμε, αλλά δεν θα υπάρξει συνέχεια σ’ αυτήν τη γνωριμία.

Την κατανόηση δεν μπορείς να την σπουδάσεις

Την κατανόηση δεν μπορείς να την σπουδάσεις δεν μπορεί να στην διδάξει κανείς.

Χρειάζεται να γίνεις φως εσύ για τον εαυτό σου.

Χρειάζεται να ψάξεις και να ερευνήσεις μέσα στην ύπαρξή σου, γιατί βρίσκεται ήδη εκεί στον ίδιο τον πυρήνα.

Αν βουτήξεις βαθιά, θα την βρεις.

Θα χρειαστεί να μάθεις πώς να βουτάς μέσα στον εαυτό σου – όχι μέσα στις γραφές, αλλά μέσα στη δική σου ύπαρξη.

Άδραξε το σήμερα (carpe diem)

Καλό είναι, λοιπόν, καθημερινά να εξετάζουμε με ποιο τρόπο αναλώνουμε τις πολύτιμες μέρες μας και να βεβαιωνόμαστε πως τα σχέδια, οι δραστηριότητες κι οι σχέσεις στις οποίες αφοσιωνόμαστε, όντως μας προσφέρουν, σε χρόνο εύθετο, την ευτυχία που αναζητούμε. Αυτό το ηθικό δίδαγμα συνοψίζεται στο λατινικό ρητό carpe diem – καθώς παραγγέλλει ο Ρωμαίος ποιητής Οράτιος σε μια από τις ωδές του:

Εσύ, Λευκονόη μου, μη ρωτάς, δεν κάνει να το ξέρεις
ποιο τέλος μάς όρισαν οι θεοί,
και μη γυρεύεις με λογαριασμούς αστρολόγων να το βρεις.

Πόσο καλύτερο είναι αντοχή να ‘χεις γι’ αυτά που σου
μέλλονται,
χειμώνες πολλούς κι αν μας έχει χαρισμένους ο Δίας
ή αν αυτόν μας χάρισε στερνόν…
… δείξε τη φρονιμάδα σου

λαγάριζε λοιπόν κι έτοιμα έχε τα κρασιά, κι αφού η ζωή
είναι λίγη,
περιόρισε την προσδοκία τη μακρινή που έχεις πλάσει.

Όσο μιλούμε, ο φθονερός ο χρόνος έχει κιόλας πετάξει`
δίνε όσο μπορείς πιο λίγη πίστη στο αύριο,
μα άδραξε το σήμερα (carpe diem).

Οράτιος Ωδές

ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ: ΠΕΡΙ ΨΥΧΗΣ

ΔΙΟΓΕΝΗΣ ΛΑΕΡΤΙΟΣ 3ος αιώνας μ.Χ.

Ζ’ 157
Αναφέρουν οκτώ μέρη της ψυχής: τις πέντε αισθήσεις, τη γενεσιουργό δύναμη που υπάρχει μέσα μας, την ικανότητα της ομιλίας και την ικανότητα του λόγου.

Η’ 30-32

Η ανθρώπινη ψυχή, λέει ο Πυθαγόρας, διαιρείται σε τρία μέρη: νοημοσύνη, λογικό, θυμικό. Νοημοσύνη και θυμικό έχουν και τα άλλα ζώα, λογικό μόνο ο άνθρωπος. Η έδρα της ψυχής εκτείνεται από την καρδιά μέχρι τον εγκέφαλο. Στο μέρος της που είναι στην καρδιά έχει την έδρα του το θυμικό, η νοημοσύνη και το λογικό βρίσκονται στον εγκέφαλο. Οι αισθήσεις είναι σταγόνες από αυτά. Το λογικό είναι αθάνατο, όλα τα υπόλοιπα θνητά. Η ψυχή τρέφεται από το αίμα. Οι λογικές δυνάμεις της ψυχής είναι άνεμοι. Τόσο η ψυχή όσο και οι λογικές δυνάμεις είναι αόρατα, γιατί και ο αιθέρας είναι αόρατος. Δεσμά της ψυχής είναι οι φλέβες, οι αρτηρίες και τα νεύρα. Όταν όμως έχει ισχυροποιηθεί κι έχει καταλαγιάσει, δεσμά της γίνονται οι λόγοι και τα έργα. Όταν ριχτεί στη γη, σχηματοποιείται στον αέρα όμοια με το σώμα. Ο Ερμής είναι ταμίας των ψυχών, και γι’ αυτό ονομάζεται «πομπαίος», «πυλαίος» και «χθόνιος», διότι αυτός μεταφέρει τις ψυχές από τα σώματα τόσο από τη γη όσο και από τη θάλασσα. Οι καθαρές μεταφέρονται στον ύψιστο χώρο, ενώ οι ακάθαρτες ούτε τις καθαρές πλησιάζουν ούτε η μία την άλλη και δένονται από τις Ερινύες με άρρηκτα δεσμά. Όλος ο αέρας είναι γεμάτος ψυχές, που ονομάζονται δαίμονες και ήρωες, και απ’ αυτές στέλνονται στους ανθρώπους τα όνειρα, τα σημάδια και οι αρρώστιες, και όχι μόνο στους ανθρώπους αλλά και στα πρόβατα και στα άλλα ζώα.

Το μεγαλύτερο πράγμα, λέει, στους ανθρώπους είναι το να κερδηθεί η ψυχή τους από το καλό ή το κακό. Οι άνθρωποι που έχουν αγαθή ψυχή ευδαιμονούν, διαφορετικά δεν ησυχάζουν ποτέ ούτε υπάρχει σταθερότητα στη ζωή τους.

Η μυστηριώδης σχέση που υπάρχει μεταξύ της σκέψης ενός ανθρώπου και αυτού που του συμβαίνει

Η πραγματική ανισότητα μεταξύ των ανθρώπων, η ρίζα από την οποία παράγεται κάθε εμφανής διαφορά, είναι το ότι ανήκουν σε διαφορετικά επίπεδα εσωτερικής υπευθυνότητας. Η διαφορετική ποιότητα σκέψης τοποθετεί τους ανθρώπους κάθετα στα διαφορετικά επίπεδα της κλίμακας του Είναι.

Υπάρχει μια εσωτερική ιεραρχία που κανένας πόλεμος ή επανάσταση δεν θα μπορέσει ποτέ να τη σβήσει, γιατί η πραγματική ανομοιότητα μεταξύ των ανθρώπων δεν βρίσκεται ούτε στον πλούτο, ούτε στην πίστη ή στη φυλή. Η διαφορά εντοπίζεται στις καταστάσεις τού Είναι. Είναι μια διαφορά ψυχολογική, κάθετη, εξελικτική, βαθμίδας. Για το λόγο αυτό μπορεί να ξεπεραστεί μόνο μέσα από μια ριζική αλλαγή του τρόπου σκέψης κι αντίληψης.

Σου συμβαίνουν συνεχώς τα ίδια γεγονότα γιατί τίποτα δεν αλλάζει σε σένα! Το κομμάτι του παραδείσου πάει προς τον παράδεισο, τo κομμάτι της κόλασης πάει προς την κόλαση.

Οι καταστάσεις της υπόστασής μας προσελκύουν τα γεγονότα που τους αντιστοιχούν και τα γεγονότα, μας ρίχνουν ξανά στις ίδιες καταστάσεις. Μόνο η θέληση μπορεί να διακόψει αυτή την αιώνια καταδίωξη, αυτό το ατέλειωτο μηχανικό παιχνίδι, και να σπάσει τον υπνωτικό κρίκο που περιβάλλει την ανθρώπινη ύπαρξη. Thought is creative. Thought creates. Τα γεγονότα είναι οι υλοποιήσεις της σκέψης μας, των καταστάσεων του Είναι μας. Καταστάσεις και συμβάντα είναι επομένως το ίδιο πράγμα. Οι καταστάσεις παράγονται στο Είναι κάθε ανθρώπου, τα γεγονότα εκδηλώνονται στη ζωή του, στον χρόνο, και μοιάζουν να παράγονται ανεξάρτητα από τη θέλησή του. Στην πραγματικότητα εμείς οι ίδιοι τα επικαλεστήκαμε με σφοδρότητα και, ασυνείδητα, τα δημιουργήσαμε.

Η σκέψη του ανθρώπου, θετική ή αρνητική, είναι πάντα δημιουργική και βρίσκει δεόντως την ευκαιρία να υλοποιηθεί.

Οι σκέψεις μας, σαν χειρόγραφες προσκλήσεις, που έχουν αποσταλεί και μετά ξεχαστεί, προσελκύουν τα αντίστοιχα συμβάντα. Όταν έρθει ο καιρός που ούτε καν το σκεφτόμαστε πια, περιστάσεις, συναντήσεις, περιστατικά, προβλήματα και συμπτώσεις, καταπτώσεις και αποτυχίες, χτυπούν την πόρτα μας σαν ανεπιθύμητοι επισκέπτες που τους προσκαλούσαμε όμως από καιρό, υποχθόνια. Μόνο η αμέλεια των ψυχολογικών μας καταστάσεων, απ’ όπου πραγματικά πηγάζουν εκείνα τα γεγονότα, μας τα παρουσιάζει ως απροσδόκητα, απρόσμενα.

Το απρόσμενο έχει πάντα ανάγκη μακράς προετοιμασίας.

Κανένα γεγονός δεν μπορεί να συμβεί εξωτερικά σε έναν άνθρωπο χωρίς την, έστω και ασυνείδητη, συγκατάθεσή του. Τίποτα δεν μπορεί να του τύχει χωρίς να περάσει πρώτα μέσα από την ψυχολογία του.

Η σκέψη επομένως είναι ισχυρότατη.

Επίσης, εκείνα που αποκαλούμε γεγονότα, συμβάντα, εμπειρίες και όλα τα πιθανά περιστατικά της ζωής, είναι ψυχολογικές καταστάσεις της υπόστασης που ήδη πορεύονται για να συναντήσουν όποιον έχει εναρμονιστεί με αυτά. Οι καταστάσεις είναι γεγονότα που περιμένουν την κατάλληλη συγκυρία για να συμβούν.

Η ποιότητα των συναισθημάτων μας, η ευρύτητα των σκέψεών μας, οι ψυχικές διαθέσεις που βιώνουμε εκείνη τη στιγμή, αποφασίζουν τι θα εκδηλωθεί στο ορατό, τη φύση των γεγονότων που θα υλοποιηθούν στη ζωή μας.

Τροποποιώντας τις καταστάσεις τού Είναι, μπορείς να ανατρέψεις τα γεγονότα που, προορίζονται να τα βρεις μπροστά σου. Να πώς ο άνθρωπος, μέσα από μια μελέτη του εαυτού του, τροποποιώντας τον τρόπο που σκέφτεται και αισθάνεται, μπορεί να μετατρέψει την οριζόντια, εφήμερη, ύπαρξή του.

Πρέπει να μάθουμε να ανατρέπουμε την οπτική μας. Όλα αυτά που οι άνθρωποι συνήθως κατανοούν ως δυσκολίες και συμφορές, όλα αυτά που καταριούνται. όλα αυτά που προσπαθούν πάση θυσία να αποφύγουν, στην πραγματικότητα είναι το πιο πολύτιμο υλικό για να μετατρέψουν την ψυχολογία του θανάτου σε μια ψυχολογία ζωής.

To Είναι αποτελείται από καταστάσεις και η ζωή από γεγονότα. Η ύπαρξή μας, επομένως, τρέχει παράλληλα σε δύο γραμμές: εκείνη των γεγονότων, της διαδοχής των συμβάντων που, στη διάρκεια της ζωής μας, συναντάμε στο tapis roulant του χωροχρόνου, και εκείνη των καταστάσεων που είναι οι ψυχικές διαθέσεις, moods, οι καταστάσεις τού Είναι που διαδέχονται, μέσα μας, η μια τη άλλη, σχεδόν πάντα απαρατήρητα. Επομένως, η προσωπική ιστορία ενός ανθρώπου, στον οριζόντιο άξονα είναι φτιαγμένη από γεγονότα, ενώ στον κάθετο άξονα είναι φτιαγμένη από καταστάσεις. Ωστόσο, ο κόσμος συνήθως πιστεύει και αφηγείται τη ζωή του σαν να είναι φτιαγμένη μόνο από εξωτερικά γεγονότα. Στην πραγματικότητα, το είδος των γεγονότων που εκδηλώνονται, και επομένως η ποιότητα της εξωτερικής ζωής, εξαρτάται από την ποιότητα της σκέψης και από τις καταστάσεις τού Είναι. Η ζωή επομένως αποτελείται από γεγονότα αλλά και, ακόμη περισσότερο, από καταστάσεις. Ο καθένας μας, για παράδειγμα, πηγαίνοντας σε μια διάλεξη ή στο θέατρο, είναι σίγουρος ότι διάλεξε τη θέση που θα καθίσει. Ο καθένας μας είναι σίγουρος ότι σήμερα το πρωί διάλεξε τι ρούχα θα φορέσει. Στην πραγματικότητα δεν ήμασταν ‘εμείς’ που διαλέξαμε τη θέση στο θέατρο ή τα ρούχα αλλά οι καταστάσεις τού Είναι μας.

Είναι εύκολο να παρατηρήσουμε ότι όλοι έχουν στη γκαρνταρόμπα τους ένα φόρεμα, ένα πουκάμισο, ένα ρούχο που αντιπαθούν και για κάποιο λόγο δεν θα ήθελαν ποτέ να το φορέσουν. Δεν το πετάνε γιατί γνωρίζουν πως κάποια στιγμή θα βρεθούν σ’ αυτή την ψυχική διάθεση, σ’ αυτό το mood, στο ανάλογο επίπεδο του Είναι. Όταν ‘νιώθουμε’ έτσι, ‘επιλέγουμε’ εκείνο το ρούχο.

Η σχέση που συνδέει καταστάσεις και γεγονότα, εσωτερικά και εξωτερικά συμβάντα, η μυστηριώδης σχέση που υπάρχει μεταξύ της ψυχολογίας ενός ανθρώπου και αυτού που του συμβαίνει είναι ο πυρήνας του θέματος της ελεύθερης βούλησης και του αιώνιου αινίγματος, εάν το πεπρωμένο υπακούει στην τυχαιότητα ή την αναγκαιότητα.

Οπότε, χρειάζεστε και άλλα χρόνια απομόνωσης

Όλοι γύρω σας είναι καθρέφτες που διαρκώς θ’ αντικατοπτρίζουν τις πληγές σας. Όποιος έρχεται και σας γνωστοποιεί πού βρίσκονται οι πληγές σας, σας κάνει μεγάλη χάρη. Το άτομο αυτό στρέφει την προσοχή σας στο σημείο όπου έχετε μια πληγή, αλλά ίσως να μη γνωρίζατε την ύπαρξή της. Κι αν έχετε ελεύθερη βούληση και η προσοχή σας κυριαρχεί στις πεποιθήσεις σας, εστιάζοντας την επίγνωσή σας πάνω στην πληγή, μπορείτε να την μεταβάλετε. Μπορείτε να πείτε, λοιπόν, «Σε ευχαριστώ που έγινες καθρέφτης μου και με άφησες να δω τις πληγές μου».

Όποιος σας εναντιώνεται, γίνεται ο καλύτερος καθρέφτης, ο καλύτερος τρόπος για να μετρήσετε εσείς την εξέλιξή σας. Δεν μπορείτε να ξέρετε το βαθμό της προόδου σας, μέχρι να σας γίνει μια πρόκληση. Όταν είστε μόνο εσείς, είναι δύσκολο να γνωρίζετε την πρόοδο. Μπορεί να νομίζετε ότι τα πάτε μια χαρά, να απομονωθείτε χρόνια. Ίσως να διαλογίζεστε, και να κάνετε άλλα πράγματα προκειμένου να μεταμορφώσετε τη ζωή σας. Νιώθετε θαυμάσια με τον εαυτό σας, μόλις όμως έρθει κάποιος και σας εναντιωθεί, τότε βγαίνετε εκτός εαυτού! Οπότε, χρειάζεστε και άλλα χρόνια απομόνωσης!

Ο ανόητος υποφέρει από τον ίδιο του τον εαυτό

Παρατηρώντας γενικά, διαπιστώνουμε πως οι εχθροί της ανθρώπινης ευτυχίας είναι ο πόνος και η ανία. Μπορούμε να παρατηρήσουμε ακόμη πως στον βαθμό που έχουμε την τύχη να ξεφύγουμε – από τον έναν εχθρό, πλησιάζουμε τον άλλο. Στην πραγματικότητα η ζωή δεν είναι παρά μια βίαιη παλινδρόμηση ανάμεσα στους δύο αυτούς πόλους. Οι καταστάσεις ανάγκης και η φτώχεια δημιουργούν πόνο· ενώ όταν κάποιος είναι ευκατάστατος, βαριέται. Συνεπώς, όσο οι κατώτερες τάξεις επιδίδονται σε μια ατέρμονη μάχη με την ανέχεια, δηλαδή με τον πόνο, τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα αγωνίζονται συνεχώς -και συχνά απελπισμένα- να κατανικήσουν την ανία.

Ο εσωτερικός ή υποκειμενικός ανταγωνισμός πηγάζει από το γεγονός πως στον άνθρωπο η δεκτικότητα στον πόνο είναι αντιστρόφως ανάλογη προς τη δεκτικότητα στην ανία, διότι η δεκτικότητα αυτή είναι ανάλογη με τη διανοητική ικανότητα του καθενός. Για να γίνω πιο σαφής, ένα αμβλύ πνεύμα συνδέεται με μια αμβλεία ευαισθησία, με ένα νευρικό σύστημα που δεν μπορεί να πληγεί από ερεθίσματα, κοντολογίς με έναν χαρακτήρα που δεν μπορεί να νιώσει πολύ τον πόνο ή την αγωνία, όσο έντονα και ανυπόφορα και αν είναι αυτά. Η πνευματική αμβλύτητα πηγάζει από εκείνο το ψυχικό κενό που βλέπουμε χαραγμένο σε τόσα πρόσωπα, μια ψυχική κατάσταση που φανερώνεται από τη μόνιμη και ζωηρή στροφή της προσοχής σε όλες τις επουσιώδεις περιστάσεις του εξωτερικού κόσμου. Αυτή είναι η αληθινή πηγή της ανίας – ένα συνεχές κυνήγι των έντονων συγκινήσεων, προκειμένου να απασχολούμε τον νου και την ψυχή μας. Οι δραστηριότητες που επιλέγουν οι άνθρωποι για τον σκοπό αυτό φανερώνουν πως δεν έχουν κανένα κριτήριο, όπως αποδεικνύεται από τα άθλια μέσα στα οποία καταφεύγουν για να περάσουν την ώρα τους και από τον τρόπο που συναναστρέφονται και συζητούν- ή όπως μαρτυρά ο αριθμός των ατόμων που στέκονται στο κατώφλι και κουτσομπολεύουν ή που χαζεύουν από το παράθυρο. Αυτό το ψυχικό κενό είναι κυρίως εκείνο που ωθεί τους ανθρώπους στην αναζήτηση της κοινωνικότητας, της ψυχαγωγίας, της διασκέδασης, της κάθε είδους πολυτέλειας, που μπορεί να οδηγήσει σε καταχρήσεις και εξαθλίωση.

Από μια τέτοια δυστυχία μόνο ο εσωτερικός πλούτος μπορεί να μας προστατέψει αποτελεσματικά, διότι όσο πιο πλούσιοι γινόμαστε εσωτερικά, τόσο λιγότερο ευάλωτοι είμαστε στην ανία. Η σκέψη, που με την ανεξάντλητη δραστηριότητά της αντλεί διαρκώς νέο υλικό από τα πολυποίκιλα φαινόμενα του εσωτερικού κόσμου και του εξωτερικού περιβάλλοντος, για να τα επεξεργαστεί, και που είναι πάντα ικανή και έτοιμη να τα συνδυάσει διαφορετικά, η σκέψη είναι που ενισχύει το μυαλό και, πέρα από τις στιγμές χαλάρωσης, το προστατεύει από την ανία.

Από την άλλη όμως, η υψηλού βαθμού ευφυΐα πηγάζει από μια μεγαλύτερη ευαισθησία, από σθεναρότερη βούληση, από εντονότερο πάθος· ο συνδυασμός αυτών των ιδιοτήτων μάς κάνει να βιώνουμε πιο έντονα τα συναισθήματα, να είμαστε πιο ευάλωτοι σε κάθε σωματικό -ακόμα και ψυχικό- πόνο, να έχουμε μεγαλύτερη αγωνία για τυχόν αναποδιές και μεγαλύτερη δυσαρέσκεια αν μας ενοχλήσουν. Όλες οι παραπάνω τάσεις ενισχύονται από τη δύναμη της φαντασίας, από τη ζωντάνια των σκέψεών μας, ακόμα και των δυσάρεστων. Αυτό ισχύει, σε διαφορετικό βαθμό, σε κάθε επίπεδο πνευματικής ισχύος – από τον ανόητο έως τη μεγαλύτερη μεγαλοφυΐα του κόσμου. Συνεπώς, όσο πιο κοντά βρίσκεται κανείς, είτε από υποκειμενική είτε από αντικειμενική άποψη, σε μία από τις δύο πηγές της ανθρώπινης δυστυχίας, τόσο πιο μακριά βρίσκεται από την άλλη. Και κάπως έτσι η φυσική κλίση του καθενός θα τον οδηγήσει να προσαρμόσει όσο το δυνατόν περισσότερο τον αντικειμενικό του κόσμο στον υποκειμενικό του, θα τον θωρακίσει δηλαδή όσο πιο καλά μπορεί ενάντια στην πηγή δυστυχίας στην οποία είναι πιο ευάλωτος. Ο πνευματικά ανώτερος άνθρωπος θα αγωνιστεί πάνω απ’ όλα για να αποφύγει τον πόνο και τις έξωθεν οχλήσεις, θα επιδιώξει την ησυχία και την άνεση του ελεύθερου χρόνου, δηλαδή μια ήρεμη και λιτή ζωή, με όσο το δυνατόν λιγότερες συναναστροφές- και αργότερα, ύστερα από κάποια σχετική τριβή με τους λεγόμενους συνανθρώπους του, θα επιλέξει να αποτραβηχτεί από τα εγκόσμια, ή ακόμα και να αποσυρθεί στη μοναξιά του, εάν πρόκειται για κάποιο σπουδαίο πνεύμα. Διότι όσο περισσότερα διαθέτει κάποιος μέσα του, τόσο λιγότερα ζητά από τους άλλους – και τόσο πιο ασήμαντοι είναι για εκείνον οι άλλοι. Γι’ αυτό και ένα πολύ αναπτυγμένο πνεύμα τείνει να κάνει τον άνθρωπο αντικοινωνικό. Είναι αλήθεια πως αν μπορούσε η ποιότητα του πνεύματος να αντικατασταθεί από την ποσότητα, θα άξιζε κανείς να συγχρωτίζεται με το ευρύ κοινό- δυστυχώς, όμως, εκατό ανόητοι δεν μπορούν να αναπληρώσουν έναν γνωστικό.

Αντίθετα, κάποιος που ανήκει στο άλλο άκρο, πριν καλά καλά ξελαφρώσει από τις υποχρεώσεις του, προσπαθεί πάση θυσία να εξασφαλίσει την ψυχαγωγία του και τη συναναστροφή του με κόσμο, κάνοντας παρέα με τον πρώτο τυχόντα και αποφεύγοντας όσο μπορεί τον εαυτό του. Διότι στη μοναξιά, εκεί που ο καθένας επιβιώνει με ό,τι διαθέτει μέσα του, είναι που φανερώνεται ο εσωτερικός κόσμος ο ανόητος με την ακριβή περιβολή αγκομαχά υπό το βάρος της άθλιας προσωπικότητάς του, ένα βάρος από το οποίο δεν θα απαλλαγεί ποτέ, τη στιγμή που ο προικισμένος με χαρίσματα άνθρωπος θα δώσει ζωή στον έρημο τόπο με τις σκέψεις του. Ο Σενέκας λέει “Ο ανόητος υποφέρει από τον ίδιο του τον εαυτό”, ένα πράγματι πολύ σωστό γνωμικό. Και, κατά κανόνα, μπορεί να διαπιστώσει κανείς πως ένας άνθρωπος είναι πολύ κοινωνικός μόνο όταν είναι πνευματικά φτωχός και γενικά άξεστος. Διότι η επιλογή που έχει κάποιος στον κόσμο περιορίζεται ανάμεσα στη μοναξιά και τη χυδαία κοινωνικότητα.

Τα στερημένα από αγάπη παιδικά χρόνια

Η αγάπη ανάμεσα στους δυο γονείς γεννάει την αγάπη προς τα παιδιά. Ακούει κανείς καμιά φορά ιστορίες για γονείς που η μεγάλη αγάπη που νιώθουν ο ένας για τον άλλον καταναλώνει όλα τα αποθέματα της οικογένειας, μη αφήνοντας για τα παιδιά παρά μερικά ψίχουλα. Αλλά αυτό το οικονομικό μοντέλο αγάπης που δίνει άθροισμα μηδέν, δεν είναι και πολύ λογικό. Το αντίθετο φαίνεται πως ισχύει: Όσο περισσότερο αγαπάς, τόσο περισσότερο ανταποκρίνεσαι στα παιδιά σου, και σε όλους, με αγάπη.

Τα στερημένα από αγάπη παιδικά χρόνια έχουν σοβαρές επιπτώσεις. Τα παιδιά που έχουν στερηθεί τον σύνδεσμο με τη μητέρα, δεν μπορούν ν’ αναπτύξουν τη βασική εμπιστοσύνη που χρειάζονται για να αγαπούν τον εαυτό τους, για να πιστεύουν ότι οι άλλοι θα τους αγαπήσουν ή για να αγαπούν τη ζωή. Όταν ενηλικιωθούν αποξενώνονται, αποτραβιούνται στον εαυτό τους και συχνά ζουν σε σχέση αντιπαλότητας με τους άλλους.

Η Αόρατη Πόλη και το Genius Locus

Η Αόρατη Πόλη, το Μυστικό όνομα και το Genius Locus

Αμέτρητες μυστικιστικές ή θρησκευτικές πεποιθήσεις σε όλο τον κόσμο αποδίδουν ιερότητα σε συγκεκριμένες πόλεις (Ιερουσαλήμ, Ρώμη, Μπενάρες, Μέκκα, Λάσσα, κ.ά.) μέσα από ένα σύστημα ονομασιών, απροσπέλαστων τόπων, κομβικών σημείων και αντιστοιχιών με πνευματικούς τόπους ή δίδυμες τους αόρατες πολιτείες.

Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, σχεδόν πάντα το όνομα της πόλης υπονοεί ότι η πόλη είναι το ορατό αντίστοιχο μιας αόρατης πόλης που βρίσκεται «αλλού» (όπως για παράδειγμα η Ουράνια Ιερουσαλήμ των Εβραίων, η Σαμπάλα των Βουδιστών που ουσιαστικά είναι το απόκρυφο αντίστοιχο της Λάσσα, οι Δελφοί και η αόρατη «αδελφή» πόλη τους, κλπ), και η πρόσβαση για εκεί βρίσκεται μέσα στην ορατή πόλη σε κάποιο ειδικό κομβικό σημείο που ταυτόχρονα είναι και το Κέντρο του Κόσμου. Έτσι, ο κόσμος είναι κυριολεκτικά γεμάτος από «Κέντρα του Κόσμου».

Τέτοια σημεία σημαδεύονται πάντοτε από ιερούς λόφους, ψηλά κτίσματα, ναούς, και πάντα κρύβουν μια δίοδο προς τα υπόγεια αλλά και μία προς τα ουράνια. Έτσι, έχουμε το μυστικό πολιτειακό τρίπτυχο: την ορατή πόλη που φιλοξενεί το κατά τόπους, «Κέντρο του Κόσμου» που συνήθως στέκει σε κάποιο «άβατον», τηn μυστική υπόγεια πόλη που βρίσκεται από κάτω του, την αόρατη ουράνια πόλη που βρίσκεται «αλλού» και την οποία κατοπτρίζει συμμετρικά η ορατή πόλη…

Διαβάζω στην Αποκάλυψη του Ιωάννη (κα΄ 1-2):
«Και είδον ουρανόν και γην νέαν… Και εγώ ο Ιωάννης είδον την πόλιν την αγίαν, την νέαν Ιερουσαλήμ καταβαίνουσαν από του Θεού εκ του ουρανού, έχουσαν την δόξαν του Θεού, και η λαμπρότης αυτής ήτο όμοια με λίθον πολύτιμον, ως λίθον ίασπιν κρυσταλλίζοντα, και είχε τείχος μέγα και δώδεκα πυλώνας…»

Και μια προσευχή των Ναϊτών Ιπποτών:
«Ουράνια πόλη της Ιερουσαλήμ, μακάριο όραμα ειρήνης, εσύ που, χτισμένη από πέτρες ζωντανές, υψώνεσαι μέχρι τα άστρα, και περιβάλλεσαι από μυριάδες αγγέλων…» (Ύμνος του Εσπερινού).

Και ένα απόσπασμα από Βραχμανικό κείμενο: «Και ήρθε τότε στην ιερή Μπενάρες, την πόλη που είναι πόλεις μέσα σε πόλεις, και από πάνω τους στροβιλίζονται οι φωτιές των ουράνιων πόλεων, που είναι όλες η Μπενάρες, και από κάτω τους κρύβονται στο σκοτάδι της γης οι τάφοι των υπόγειων πόλεων, που είναι όλες η Μπενάρες, και έφτασε εκεί και οι δρόμοι τον υποδέχτηκαν, και τον οδήγησαν στην καρδιά της πόλης, που το αληθινό της όνομα είναι μυστικό και απαγορευμένο να το προφέρει κανείς…» (Μαχά-Καλ Ντιβόντας).

Οι Αιγύπτιοι έπαιρναν από την γέννησή τους δύο ονόματα, από τα οποία το ένα έμενε για πάντα κρυφό. Το ίδιο γινόταν και στην Ινδία όπου, ανάμεσα στους Βραχμάνους, κάθε παιδί είχε ένα μυστικό όνομα. Σε πολλές φυλές της Αφρικής, κάθε παιδί έχει –πέρα από ένα όνομα για καθημερινή χρήση– ένα κρυφό όνομα που το φυλάει με μεγάλη προσοχή. Παρόμοιες συνήθειες είχαν και οι Ρωμαίοι, οι Εσκιμώοι, οι Ιρλανδοί, οι Ινδιάνοι, οι Σλάβοι, κ.ά. Συνήθως, αυτό το έκαναν για να προστατέψουν το άτομο από τις μαγικές επιρροές, που δεν μπορούσαν να είναι δραστικές και αποτελεσματικές παρά μόνο όταν ερχόταν σε επαφή με το πραγματικό όνομα του ατόμου.

Οι θεοί, επίσης, πάντοτε είχαν μυστικά ονόματα πέρα από τα γνωστά ονόματά τους, (τα οποία απαγορευόταν να προφερθούν επιπόλαια), το ίδιο κι ο Θεός της Βίβλου. Όποιος γνώριζε το μυστικό όνομα του Θεού, κατείχε πολύ μεγάλη μαγική δύναμη. Το προσωπικό όνομα του κάθε ατόμου φαινόταν πάντοτε σαν ένα ζωτικό μέρος του εαυτού του και γι’ αυτό έπρεπε να το προστατεύει άγρυπνα. Ίσως γιατί μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί από τρίτους με κακόβουλο τρόπο σε μαγικές πρακτικές.

Οι Αιγύπτιοι μάγοι –και όχι μόνο– ήταν βέβαιοι πως αυτός που κατείχε το πραγματικό μυστικό όνομα ενός ανθρώπου ή ενός θεού, κατείχε όλη την βαθύτερη ουσία του και το μυστικό της ύπαρξής του, κι έτσι θα μπορούσε να αναγκάσει ακόμη και μία θεότητα να υπακούσει στις διαταγές του. Ακόμη και οι θεοί έπαιρναν μεγάλες προφυλάξεις απέναντι στους άλλους θεούς για να προστατέψουν το μυστικό όνομά τους. Για παράδειγμα, η θεά Ίσιδα, που ήταν μια απλή θνητή, έγινε η πιο ισχυρή θεότητα όταν κατάφερε, με ένα θρυλικό κόλπο, να μάθει το μυστικό όνομα του Ρα, (του το απέσπασε με μία ειδική εγχείριση!).

Κι αυτά δεν συμβαίνουν μόνο στο επίπεδο των ατόμων, αλλά και στο επίπεδο των πιο σύνθετων σωμάτων. Στην Ελλάδα συναντούμε την ίδια μαγική συνήθεια, από τα αρχαία χρόνια ακόμη. Για παράδειγμα, στην Ελευσίνα, ήταν απαγορευμένο να προφέρει κανείς το όνομα των ιερέων αυτού του ιερού τόπου λατρείας όσο αυτοί ζούσαν. Από δύο αρχαίες επιγραφές που βρέθηκαν εκεί, αποδεικνύεται πως τα ονόματα αυτά κατέληγαν στην υποβρύχια άβυσσο: τα χάραζαν σε μπρούτζινη ή μολυβένια πινακίδα και τα έριχναν στο βυθό του κόλπου της Σαλαμίνας. Ακόμη και οι μυστικές αδελφότητες έχουν τα μυστικά τους ονόματα, που είναι γνωστά μόνο στους υψηλά μυημένους, και που είναι διαφορετικά από αυτά με τα οποία γίνονται γνωστές στους χαμηλόβαθμους ή στους αμύητους.

Και, φυσικά, ακόμη και οι πόλεις έχουν τα μυστικά τους ονόματα.

Χαρακτηριστικό είναι ένα έθιμο του παρελθόντος, το οποίο τελούσαν οι Ρωμαίοι πολεμιστές. Όταν στρατοπέδευαν μπροστά σε μία πόλη για να την πολιορκήσουν, οι ιερείς –που πάντα είχαν μαζί τους– στρέφονταν προς τον πολιούχο προστάτη θεό της συγκεκριμένης πόλης, και πρόφεραν μια μαγική φόρμουλα με την οποία καλούσαν την θεότητα αυτή να εγκαταλείψει την πολιορκούμενη πόλη και να την παραδώσει χωρίς αντίσταση στους Ρωμαίους, που θα εκπλήρωναν τέλεια τα καθήκοντα της λατρείας της και θα της συμπεριφέρονταν καλύτερα από τους τωρινούς κατόχους της πόλης.

Ο Βέρους Φλάκους αναφέρει πως η συνήθεια αυτή είχε καθιερωθεί από τους νόμους που θέσπισαν οι ποντίφηκες, σύμφωνα με τους οποίους κρατούσαν κρυφό το όνομα της θεότητας που είχε την Ρώμη κάτω από την προστασία της, ώστε κανένας εχθρός να μην μπορεί να κάνει ό,τι έκαναν οι Ρωμαίοι στους άλλους και στις πόλεις τους. (Έχουν μεγάλο ενδιαφέρον τα ρωμαϊκά μαγικά ξόρκια που είναι καταγραμμένα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν στις πόλεις της Ιταλίας Φιντένε, Γκάμπιο, Φρέγκελε, Βέγιο, αλλά και ενάντια στην Καρχηδόνα, την Κόρινθο, κ.ά., και ενάντια σε στρατόπεδα των Γαλατών, των Ισπανών, των Μαυριτανών, κλπ).

Ο Βιργίλιος στην Αινειάδα (ΙΙ, 351) φαίνεται να περιγράφει μια τέτοια τεχνική:
«Οι Θεοί αποσύρθηκαν από όλα τα ιερά τους, κι όλοι εκείνοι που προστάτευαν το κράτος εκείνο εγκατέλειψαν την θέση τους στο άκουσμα των ιερών ονομάτων.»

Ο Λίβιος αναφέρει πως όταν ανακαλύφθηκε το όνομα που προστάτευε την πόλη Βέγιο, η Θεά Ήρα δέχτηκε να αφήσει την πόλη και να ακολουθήσει τους νικητές στην Ρώμη όπου της έστησαν μεγαλοπρεπή ναό. Ο Σκιπίωνας διηγείται ότι με μία τέτοια μαγεία εξασφάλισε την κατάκτηση της πόλης της Καρχηδόνας, εξορκίζοντας τους Θεούς της που εγκατέλειψαν την πόλη.

Και, ας θυμηθούμε τον χριστιανικό βυζαντινό ύμνο «Τη υπερμάχω στρατηγό τα νικητήρια…» που απευθύνεται στην προστάτιδα Θεοτόκο της Κωνσταντινούπολης για προστασία ενάντια στους πολιορκητές, αλλά και το γνωστό όραμα του Αγίου Δημητρίου που πολεμούσε στα τείχη της Θεσσαλονίκης, της πόλης της οποίας είναι «πολιούχος» άγιος.

Αυτές οι μαγικές –και μετέπειτα θρησκευτικές– πρακτικές βασίζονται στην θεωρία των «δαιμόνων» (Δαίμων στα αρχαία ελληνικά σημαίνει θεότητα), δηλαδή των θεοτήτων που απλώνουν την προστατευτική σκιά τους πάνω στις πόλεις.

Όπως κάθε άνθρωπος είχε το «δαίμονά» του που τον συνόδευε από την αρχή ως το τέλος της ζωής του και του οποίου πάντα αισθανόταν την καλή ή την κακή επίδραση (που αργότερα μεταλλάχθηκε στον «φύλακα άγγελο»), όπως ο Σωκράτης που είχε το «δαιμόνιό» του, έτσι είχαν το δαίμονά τους ακόμη και οι θεότητες, ακόμη και τα έθνη, οι λαοί, οι οικογένειες, οι πόλεις, τα σπίτια, οι δρόμοι. Ήταν ο «επιχώριος αγαθός δαίμων». Ο Σέρβιος δηλώνει: «Nullus locus sine genio est» (Κάθε τόπος έχει το δαιμόνιό του), και όλα αυτά συνδέονται άμεσα με το Genius Locus, που ονομάζεται και «Στοιχειό του Τόπου».

Έτσι, για παράδειγμα, το όνομα της Ρώμης (το μαγικό όνομα του Genius Locus της Ρώμης), που ταυτιζόταν με το όνομα του προστάτη Θεού της Ρώμης, ήταν ένα ιερό όνομα, απόκρυφο και ερμητικό. Όχι μόνο το όνομα της πολιούχου Θεότητας, αλλά το ίδιο το όνομα της πόλης, το όνομα του κέντρου μιας αυτοκρατορίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Σολίνους, ο περίφημος σχολιαστής του Πλίνιου, δήλωνε ξεκάθαρα πως το πραγματικό μυστικό όνομα της Ρώμης «δεν έφτασε ποτέ στ’ αυτιά των αμύητων, διότι ήταν απαγορευμένο να το προφέρει κανείς.»

Μόνο κατά την διάρκεια –άγνωστων σε μας– μυστηριακών τελετών, μέσα στο ημίφως και στην βαθύτερη σιωπή, το μυστικό όνομα μεταδιδόταν στους αρχηγούς του Κράτους στην εκάστοτε επίσημη φάση της μεταφοράς των εξουσιών. Και μόνο ο Pontifex Maximus (ο μέγιστος ποντίφικας) μπορούσε να το προφέρει, με χαμηλή φωνή, στην διάρκεια της τελετής της εξιλεωτικής θυσίας. Ακόμη και ο Μακρόβιος το σχολιάζει αυτό, σε ένα κρυπτικό απόσπασμα: «Ipsius vero Urbis nomen etiam doctissimis ignotum est…»

Αλλά, ποιο ήταν το μυστικό όνομα της Ρώμης, που οι Ρωμαίοι τόσο πολύ φοβόντουσαν να μην το μάθουν οι εχθροί τους και βλάψουν μ’ αυτό την Αιώνια Πόλη;

Ο Μακρόβιος μας αποκαλύπτει ότι το μυστικό όνομα ήταν γραμμένο στα βιβλία της αρχαίας εποχής, αλλά οι μαρτυρίες δεν συμφωνούσαν πάνω στο θέμα αυτό. Άλλοι υποστήριζαν ότι το ερμητικό όνομα της πόλης ήταν το μυστικό όνομα του Δία, ή το όνομα της Σελήνης που κανείς δεν το γνωρίζει, ενώ άλλοι επέμεναν ότι το όνομα έπρεπε να παραμείνει πάση θυσία ένα μυστήριο, το οποίο είναι απαγορευμένο από τους Θεούς να το αναζητήσουμε…

Παρ’ όλα αυτά, σε ένα μπρούτζινο αντικείμενο αφιερωμένο στον Δία, στο Καπιτώλιο, είναι γραμμένη η φόρμουλα: «Genio Urbis Romae Sive Mas Sive Foemina», πράγμα που δείχνει ότι το «δαιμόνιο» της Ρώμης είχε μάλλον ανδρόγυνο χαρακτήρα. Ενώ, ένας βωμός με την αφιέρωση «Sei deo sei deivae sacrum», ο βωμός Calvinus –που είναι ένα από τα πιο περίεργα μνημεία του Παλατίνου– χτίστηκε εις μνήμη της μυστηριακής φωνής που ακούστηκε μέσα στην βαθιά σιγή της νύχτας και προειδοποίησε τους κατοίκους της πόλης για την επικείμενη έφοδο των Γαλατών. Η φωνή αποδόθηκε σε ένα τοπικό δαιμόνιο που ονομάστηκε Aius Loquens ή Locutius. (Ίσως τελικά το «δαιμόνιο της πόλης» να έχει πολλά κατώτερα δαιμόνια στην υπηρεσία του…)

Η απόκρυφη τέχνη του εντοπισμού του μυστικού ονόματος μίας πόλης –και η χρησιμοποίηση του για την εξουσία της πόλης– επιβίωσε μέσα στους αιώνες περνώντας μέσα στις γνώσεις συγκεκριμένων ομάδων που διατήρησαν μία επιλεκτική ροή πληροφορίας για όλα αυτά, μία γνώση που πάντα απευθυνόταν σε συγκεκριμένους παραλήπτες.

Το κέντρο της πόλης της Ρώμης ήταν μία τρύπα, το «mundus», το σημείο επικοινωνίας ανάμεσα στον επίγειο κόσμο και τις κατώτερές του περιοχές. Το mundus είναι προφανέστατα ένας Ομφαλός (ο ομφαλός της Γης), και κάθε πόλη που είχε ένα mundus θεωρούνταν ότι έστεκε στο κέντρο του κόσμου, στον ομφαλό του Orbis Terrarum. Αυτός είναι και ο λόγος που στα αρχαία συγγράμματα η Ρώμη ονομάζεται και Roma Quadrata, ένα όνομα που υποδεικνύει πως η Ρώμη είχε τετράγωνο σχήμα. Βέβαια, η πόλη ως κέντρο του κόσμου και με έναν ομφαλό στο κέντρο της, θα έπρεπε να έχει κυκλικό σχήμα. Ένας κύκλος με μία τελεία στο κέντρο του. Κι όμως, η Ρώμη ήταν ένα τετράγωνο με μία τελεία στο κέντρο του. Πιστεύω πως αυτό ίσχυε για να μπορεί το κέντρο του κόσμου να επεκταθεί σε κόσμο, η Ρώμη να επεκταθεί σε Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.

Θα εξηγήσω αμέσως τι εννοώ. Η ρωμαϊκή κοσμολογία ήταν βασισμένη στην εικόνα μίας terra χωρισμένης σε τέσσερις περιοχές, το ίδιο και η Ρώμη ήταν χωρισμένη σε τέσσερα ίσα τμήματα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο αν μετατρέψουμε το κέντρο του τετραγώνου στο κέντρο ενός σταυρού, που τελικά δημιουργεί το τετράγωνο. Ένα τετράγωνο χωρισμένο σε τέσσερα ίσα μέση από ένα σταυρό. Εκεί που συναντιούνται η κάθετη γραμμή και η οριζόντια γραμμή του σταυρού, στο κομβικό σημείο, είναι το κέντρο του σταυρού, δηλαδή το κέντρο του τετραγώνου.

Καταφεύγουμε σε αυτήν τη μέθοδο για να μπορούμε να προεκτείνουμε το αρχικό μοντέλο του τετραγώνου σε μεγαλύτερο τετράγωνο, χωρίς να χαθεί η αρμονία και η τάξη του. Αν θέλουμε να μεγαλώσουμε σωστά το τετράγωνο, δεν έχουμε παρά να επεκτείνουμε –ίσα μεταξύ τους– τα τέσσερα ευθύγραμμα τμήματα που αποτελούν το σταυρό. Έτσι το τετράγωνο μεγαλώνει, χωρίς να πάψει να είναι τετράγωνο και χωρίς να χάσει το ομφαλικό κέντρο του. Έτσι προεκτείνονταν και η πόλη της Ρώμης.

Γι’ αυτό το λόγο, οι Ρωμαίοι ήταν οι πρώτοι που δημιούργησαν την έννοια της «πολεοδομίας», για να μπορεί να μεγαλώνει η Ρώμη ελεγχόμενα και με τάξη, χωρίς να χάνει τον αρχικό ιερό σχεδιασμό της. (Ίσως όλα αυτά να υποδεικνύουν και τη δημιουργία των λεγόμενων «οικοδομικών τετραγώνων»). Κατ’ επέκταση, η Ρώμη προεκτείνεται σε Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, που το αιώνιο κέντρο της είναι πάντα η πόλη της Ρώμης και κατ’ επέκταση το ίδιο το κέντρο της πόλης της Ρώμης, το mundus. Ίσως αυτό να ήταν και η αιτία της καταστροφής της αυτοκρατορίας, όταν αυτή έχασε τους άξονες της Ανατολής-Δύσης, Βορρά-Νότου, που περιέγραφαν το σταυρό του ιερού τετραγώνου της, και χωρίστηκε στα δύο, σε δυτική και ανατολική αυτοκρατορία, κι έπειτα διασπάστηκε, τα δύο τμήματα διαχωρίστηκαν, και τελικά καταστράφηκαν από παρακμή και εισβολή.

Πύρρων: Δεν γνωρίζουμε τίποτα

Κανείς δεν γνωρίζει τίποτα – κι ούτε αυτό είναι σίγουρο. Δεν πρέπει να θεωρείτε δεδομένο πως ότι πιστεύετε είναι αληθές. Μπορεί να σφάλλετε. Όλα μπορούν να επερωτηθούν, όλα μπορούν να αμφισβητηθούν. Η καλύτερη λύση είναι λοιπόν να είστε ανοιχτόμυαλοι. Μη δεσμεύεστε, και δε θα απογοητευτείτε. Αυτή είναι η βασική διδασκαλία του σκεπτικισμού, μιας φιλοσοφίας που ήταν δημοφιλής για εκατοντάδες χρόνια στην αρχαία Ελλάδα και αργότερα στη Ρώμη. Σε αντίθεση με τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, οι πιο ακραίοι σκεπτικιστές δεν ήθελαν να έχουν πάγιες απόψεις για τίποτα. Ο αρχαίος Έλληνας Πύρρων (περ. 365-270 π.Χ.) ήταν ο διασημότερος και πιθανόν ο πιο ακραίος σκεπτικιστής όλων των εποχών.

Η επιμονή του Σωκράτη πως το μόνο που γνώριζε ήταν πόσο λίγα γνώριζε είναι επίσης σκεπτικιστική θέση. Όμως ο Πύρρων την πήγε παραπέρα. Πιθανόν την έφτασε στα άκρα. Όπως ο Σωκράτης, δεν έγραψε τίποτα.

Ας δούμε την προσέγγισή του στη ζωή. Δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε πλήρως τις αισθήσεις. Συχνά μας παραπλανούν, ο Πύρρων αποφάσισε να μην τις εμπιστεύεται ποτέ.

Έτσι, ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι θα έβλεπαν την άκρη ενός βράχου και τον γκρεμό από κάτω ως ένδειξη ότι θα ήταν ανόητο να συνεχίσουν να περπατούν προς τα εκεί, ο Πύρρων διαφωνούσε. Ο Πύρρων κατόρθωσε με κάποιον τρόπο να βιώσει αυτήν τη φιλοσοφία της πλήρους αταραξίας και να επιβληθεί σε όλα τα συνήθη και φυσικά ανθρώπινα συναισθήματα και πρότυπα συμπεριφοράς.

Όταν ήταν νέος, ο Πύρρων επισκέφτηκε την Ινδία. Η Ινδία είχε μεγάλη παράδοση πνευματικών δασκάλων ή γκουρού, που έβαζαν τον εαυτό τους σε μια κατάσταση ακραίας και σχεδόν απίστευτης σωματικής στέρησης. Η φιλοσοφική προσέγγιση του Πύρρωνα έμοιαζε σίγουρα μ’ εκείνη ενός μυστικιστή. Η ήρεμη ψυχική του διάθεση εντυπωσίαζε βαθιά όλους τους γύρω του. Ο λόγος για τον οποίο δεν ήθελε να επεξεργαστεί τίποτα ήταν, κατά τη γνώμη του το ότι όλα είναι θέμα άποψης. Αν δεν υπάρχει τρόπος να ανακαλύψουμε την αλήθεια, τότε δε χρειάζεται να ανησυχούμε. Μπορούμε να αποστασιοποιηθούμε απ’ όλες τις πάγιες πεποιθήσεις, επειδή οι πάγιες πεποιθήσεις ενέχουν πάντα την αυταπάτη.

Αν συναντούσατε τον Πύρρωνα, πιθανόν θα σκεπτόσασταν ότι είναι τρελός. Και ίσως ήταν, κατά κάποιον τρόπο. Όμως οι απόψεις και η συμπεριφορά του ήταν συνεπείς. Θα θεωρούσε ότι διάφορες βεβαιότητες σας είναι απλώς παράλογες και σας εμποδίζουν να αποκτήσετε ψυχική γαλήνη. Θεωρείτε πολλά πράγματα δεδομένα. Αυτό μοιάζει με το να χτίζατε ένα σπίτι στην άμμο.

Ο Πύρρων συνόψιζε κομψά τη φιλοσοφία του με τη μορφή τριών ερωτημάτων, που όποιος θέλει να είναι ευτυχισμένος πρέπει να θέτει:

Τι είναι όντως τα πράγματα;
Τι στάση πρέπει να έχουμε ως προς αυτά;
Τι θα συμβεί σε όποιον όντως υιοθετήσει μια τέτοια στάση;

Οι απαντήσεις του ήταν απλές και με νόημα.

Πρώτον, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πως είναι ο κόσμος – αυτό μας υπερβαίνει. Κανείς ποτέ δεν θα μάθει την έσχατη φύση της πραγματικότητας. Μια τέτοια γνώση είναι εντελώς αδύνατη για τους ανθρώπους. Επομένως ξεχάσετε το. Αυτή η άποψη αντιβαίνει εντελώς στην Πλατωνική Θεωρία των Ιδεών και τη δυνατότητα των φιλοσόφων να τις γνωρίζουν μέσω της αφηρημένης σκέψης.

Δεύτερον, και ως αποτέλεσμα του παραπάνω, δεν πρέπει να δεσμευόμαστε σε καμία άποψη. Επειδή τίποτα δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με βεβαιότητα, πρέπει να αναστέλλουμε κάθε κρίση και να διάγουμε τον βίο μας με μη δεσμευτικό τρόπο. Κάθε επιθυμία σας υποδηλώνει ότι πιστεύετε πως κάποιο πράγμα είναι καλύτερο από κάποιο άλλο. Η δυστυχία πηγάζει από το να μην αποκτάτε αυτό που θέλετε. Μα δεν μπορείτε να γνωρίζετε ότι κάτι είναι καλύτερο από το οποιοδήποτε άλλο. Έτσι, πίστευε ο Πύρρων, για να είστε ευτυχισμένοι θα πρέπει να απελευθερωθείτε από επιθυμίες και να μη νοιάζεστε για το πώς έρχονται τα πράγματα. Αυτός είναι ο σωστός τρόπος ζωής. Να αναγνωρίζεται πως τίποτε δεν έχει σημασία. Με αυτόν τον τρόπο, τίποτα δε θα επηρεάζει τη ψυχική σας διάθεση, που θα διέπεται από εσωτερική γαλήνη.

Τρίτον, αν ακολουθήσετε αυτήν τη διδασκαλία θα σας συμβεί το εξής: Στην αρχή θα είστε αμίλητοι, αφού δεν θα ξέρετε τι να πείτε για το οτιδήποτε. Και κάποια στιγμή θα έχετε απαλλαγεί από κάθε ανησυχία. Αυτό είναι το καλύτερο που μπορείτε να ελπίζετε στη ζωή. Είναι σχεδόν σαν θρησκευτική εμπειρία.

Αυτά λέει η θεωρία. Έμοιαζε να είχε αποτέλεσμα στον Πύρρωνα, αν και δύσκολα θα λέγαμε το ίδιο για το μεγαλύτερο τμήμα της ανθρωπότητας.

Η βασική αδυναμία της πυρρώνειας προσέγγισης είναι ότι περνά από τη θέση «Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τίποτα» στο συμπέρασμα «Συνεπώς πρέπει να αγνοούμε τα ένστικτα και τα αισθήματά μας για το τι είναι επικίνδυνο». Όμως τα ένστικτα μας μας σώζουν από πολλούς πιθανούς κινδύνους. Μπορούμε λοιπόν να είμαστε σκεπτικιστές απέναντι στον πυρρώνειο σκεπτικισμό.

Δεν ήταν όλοι οι σκεπτικιστές στην ιστορία της φιλοσοφίας τόσο ακραίοι όσο ο Πύρρων. Υπάρχει μια μεγάλη παράδοση μετριοπαθούς σκεπτικισμού, σύμφωνα με τον οποίο διερωτόμαστε για τις αποφάνσεις μας και εξετάζουμε τα τεκμήρια για όσα πιστεύουμε, δίχως να προσπαθούμε να ζούμε υπό διαρκή αμφιβολία.

Η σκεπτικιστική διερώτηση αυτού του τύπου βρίσκεται στον πυρήνα της φιλοσοφίας. Όλοι οι μεγάλοι φιλόσοφοι ήταν σκεπτικιστές με αυτή την έννοια. Είναι το αντίθετο του δογματισμού. Στόχος του μετριοπαθούς φιλοσοφικού σκεπτικισμού είναι η προσέγγιση της αλήθειας, τουλάχιστον η αποκάλυψη του πόσο λίγα γνωρίζουμε ή μπορούμε να γνωρίζουμε.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (3.11.8-3.12.5)

[3.11.8] Ἀλεξάνδρῳ δὲ ἡ στρατιὰ ἐκοσμήθη ὧδε. τὸ μὲν δεξιὸν αὐτῷ εἶχον τῶν ἱππέων οἱ ἑταῖροι, ὧν προετέτακτο ἡ ἴλη ἡ βασιλική, ἧς Κλεῖτος ὁ Δρωπίδου ἰλάρχης ἦν, ἐπὶ δὲ ταύτῃ ἡ Γλαυκίου ἴλη, ἐχομένη δ᾽ αὐτῆς ἡ Ἀρίστωνος, ἐπὶ δὲ ἡ Σωπόλιδος τοῦ Ἑρμοδώρου, ἐπὶ δὲ ἡ Ἡρακλείδου τοῦ Ἀντιόχου, ἐπὶ ταύτῃ δὲ ἡ Δημητρίου τοῦ Ἀλθαιμένους, ταύτης δὲ ἐχομένη ἡ Μελεάγρου, τελευταία δὲ τῶν βασιλικῶν ἰλῶν ἧς Ἡγέλοχος ὁ Ἱπποστράτου ἰλάρχης ἦν. ξυμπάσης δὲ τῆς ἵππου τῶν ἑταίρων Φιλώτας ἦρχεν ὁ Παρμενίωνος. [3.11.9] τῆς δὲ φάλαγγος τῶν Μακεδόνων ἐχόμενον τῶν ἱππέων πρῶτον τὸ ἄγημα ἐτέτακτο τῶν ὑπασπιστῶν καὶ ἐπὶ τούτῳ οἱ ἄλλοι ὑπασπισταί· ἡγεῖτο δὲ αὐτῶν Νικάνωρ ὁ Παρμενίωνος· τούτων δὲ ἐχομένη ἡ Κοίνου τοῦ Πολεμοκράτους τάξις ἦν, μετὰ δὲ τούτους ἡ Περδίκκου τοῦ Ὀρόντου, ἔπειτα ἡ Μελεάγρου τοῦ Νεοπτολέμου, ἐπὶ δὲ ἡ Πολυπέρχοντος τοῦ Σιμμίου, ἐπὶ δὲ ἡ Ἀμύντου τοῦ Φιλίππου· ταύτης δὲ ἡγεῖτο Σιμμίας, ὅτι Ἀμύντας ἐπὶ Μακεδονίας ἐς ξυλλογὴν στρατιᾶς ἐσταλμένος ἦν. τὸ δὲ εὐώνυμον τῆς φάλαγγος τῶν Μακεδόνων ἡ Κρατεροῦ τοῦ Ἀλεξάνδρου τάξις εἶχε, [3.11.10] καὶ αὐτὸς Κρατερὸς ἐξῆρχε τοῦ εὐωνύμου τῶν πεζῶν. καὶ ἱππεῖς ἐχόμενοι αὐτοῦ οἱ ξύμμαχοι, ὧν ἡγεῖτο Ἐριγύϊος ὁ Λαρίχου· τούτων δὲ ἐχόμενοι ὡς ἐπὶ τὸ εὐώνυμον κέρας οἱ Θεσσαλοὶ ἱππεῖς, ὧν ἦρχε Φίλιππος ὁ Μενελάου. ξύμπαν δὲ τὸ εὐώνυμον ἦγε Παρμενίων ὁ Φιλώτα, καὶ ἀμφ᾽ αὐτὸν οἱ τῶν Φαρσαλίων ἱππεῖς οἱ κράτιστοί τε καὶ πλεῖστοι τῆς Θεσσαλικῆς ἵππου ἀνεστρέφοντο.
[3.12.1] Ἡ μὲν ἐπὶ μετώπου τάξις Ἀλεξάνδρῳ ὧδε κεκόσμητο. ἐπέταξε δὲ καὶ δευτέραν τάξιν ὡς εἶναι τὴν φάλαγγα ἀμφίστομον. καὶ παρηγγέλλετο τοῖς ἡγεμόσι τῶν ἐπιτεταγμένων, εἰ κυκλουμένους τοὺς σφῶν πρὸς τοῦ Περσικοῦ στρατεύματος κατίδοιεν, ἐπιστρέψαντας ἐς τὸ ἔμπαλιν δέχεσθαι τοὺς βαρβάρους· [3.12.2] ἐς ἐπικαμπὴν δέ, εἴ που ἀνάγκη καταλαμβάνοι ἢ ἀναπτύξαι ἢ ξυγκλεῖσαι τὴν φάλαγγα, κατὰ μὲν τὸ δεξιὸν κέρας ἐχόμενοι τῆς βασιλικῆς ἴλης τῶν Ἀγριάνων ἐτάχθησαν οἱ ἡμίσεες, ὧν ἡγεῖτο Ἄτταλος, καὶ μετὰ τούτων οἱ Μακεδόνες οἱ τοξόται, ὧν Βρίσων ἦρχεν, ἐχόμενοι δὲ τῶν τοξοτῶν οἱ ἀρχαῖοι καλούμενοι ξένοι καὶ ἄρχων τούτων Κλέανδρος. [3.12.3] προετάχθησαν δὲ τῶν τε Ἀγριάνων καὶ τῶν τοξοτῶν οἵ τε πρόδρομοι ἱππεῖς καὶ οἱ Παίονες, ὧν Ἀρέτης καὶ Ἀρίστων ἡγοῦντο. ξυμπάντων δὲ προτεταγμένοι ἦσαν οἱ μισθοφόροι ἱππεῖς, ὧν Μενίδας ἦρχε. τῆς δὲ βασιλικῆς ἴλης καὶ τῶν ἄλλων ἑταίρων προτεταγμένοι ἦσαν τῶν τε Ἀγριάνων καὶ τῶν τοξοτῶν οἱ ἡμίσεες, καὶ οἱ Βαλάκρου ἀκοντισταί· οὗτοι κατὰ ‹τὰ› ἅρματα τὰ δρεπανηφόρα ἐτετάχατο. [3.12.4] Μενίδᾳ δὲ καὶ τοῖς ἀμφ᾽ αὐτὸν παρήγγελτο, εἰ περιϊππεύοιεν οἱ πολέμιοι τὸ κέρας σφῶν, ἐς πλαγίους ἐμβάλλειν αὐτοὺς ἐπικάμψαντας. τὰ μὲν ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ κέρως οὕτως ἐτέτακτο Ἀλεξάνδρῳ· κατὰ δὲ τὸ εὐώνυμον ἐς ἐπικαμπὴν οἵ τε Θρᾷκες ἐτετάχατο, ὧν ἡγεῖτο Σιτάλκης, καὶ ἐπὶ τούτοις οἱ ξύμμαχοι ἱππεῖς, ὧν ἦρχε Κοίρανος, ἐπὶ δὲ οἱ Ὀδρύσαι ἱππεῖς, ὧν ἡγεῖτο Ἀγάθων ὁ Τυρίμμα. [3.12.5] ξυμπάντων δὲ ταύτῃ προετάχθη ἡ ξενικὴ ἵππος ἡ τῶν μισθοφόρων, ὧν Ἀνδρόμαχος ὁ Ἱέρωνος ἦρχεν. ἐπὶ δὲ τοῖς σκευοφόροις οἱ ἀπὸ Θρᾴκης πεζοὶ ἐς φυλακὴν ἐτάχθησαν. ‹ἦν δὲ› ἡ πᾶσα στρατιὰ Ἀλεξάνδρου ἱππεῖς μὲν ἐς ἑπτακισχιλίους, πεζοὶ δὲ ἀμφὶ τὰς τέσσαρας μυριάδας.

***
[3.11.8] Ο στρατός του Αλεξάνδρου παρατάχθηκε ως εξής: τη δεξιά του πτέρυγα αποτελούσε το ιππικό των εταίρων, όπου την πρώτη θέση κατείχε η βασιλική ίλη, που ιλάρχης της ήταν ο Κλείτος, ο γιος του Δρωπίδη· ακολουθούσε η ίλη του Γλαυκία και μετά από αυτήν η ίλη του Αρίστωνα, ύστερα η ίλη του Σωπόλιδος, του γιου του Ερμόδωρου, στη συνέχεια εκείνη του Ηρακλείδη, του γιου του Αντιόχου, έπειτα του Δημητρίου, του γιου του Αλθαιμένη και μετά από αυτήν η ίλη του Μελέαγρου. Τελευταία από τις βασιλικές ίλες τοποθετήθηκε εκείνη που είχε για ίλαρχό της τον Ηγέλοχο, τον γιο του Ιππόστρατου. Ολόκληρο το ιππικό των εταίρων το διοικούσε ο Φιλώτας, ο γιος του Παρμενίωνα. [3.11.9] Από τη μακεδονική φάλαγγα είχε παραταχθεί πρώτο το άγημα των υπασπιστών δίπλα στους ιππείς και μετά από αυτό οι υπόλοιποι υπασπιστές· αρχηγός τους ήταν ο Νικάνωρ, ο γιος του Παρμενίωνα· ύστερα από αυτούς ήταν το τάγμα του Κοίνου, του γιου του Πολεμοκράτη, ύστερα το τάγμα του Περδίκκα, του γιου του Ορόντη, έπειτα το τάγμα του Μελέαγρου, του γιου του Νεοπτόλεμου, μετά το τάγμα του Πολυπέρχοντα, του γιου του Σιμμία, και τέλος το τάγμα του Αμύντα, του γιου του Φιλίππου. Το τάγμα αυτό διοικούσε ο Σιμμίας, επειδή ο Αμύντας είχε σταλεί στη Μακεδονία για να συγκεντρώσει στρατό. [3.11.10] Το αριστερό της μακεδονικής φάλαγγας κατείχε το τάγμα του Κρατερού, του γιου του Αλεξάνδρου, ο οποίος μάλιστα διοικούσε ολόκληρο το αριστερό των πεζών· μετά από αυτούς παρατάχθηκαν οι σύμμαχοι ιππείς, τους οποίους διοικούσε ο Εριγύιος, ο γιος του Λαρίχου, και έπειτα, και ως το άκρο της αριστερής πτέρυγας, οι Θεσσαλοί ιππείς, με αρχηγό τους τον Φίλιππο, τον γιο του Μενελάου. Ολόκληρη την αριστερή πτέρυγα διοικούσε ο Παρμενίων, ο γιος του Φιλώτα, και γύρω από αυτόν συγκεντρώθηκαν οι ιππείς των Φαρσάλων, που ήταν οι καλύτεροι και οι πολυπληθέστεροι από τους Θεσσαλούς ιππείς.
[3.12.1] Αυτή λοιπόν ήταν η κατά μέτωπο παράταξη των Μακεδόνων· ο Αλέξανδρος όμως πίσω από αυτήν τοποθέτησε και δεύτερη γραμμή, ώστε η παράταξή του να έχει διπλό μέτωπο. Έδωσε επίσης διαταγή στους αρχηγούς των ανδρών της δεύτερης γραμμής, αν αντιληφθούν ότι οι δικοί τους κυκλώνονται από τον περσικό στρατό, να κάμουν στροφή προς την αντίθετη κατεύθυνση και να αποκρούσουν τους βαρβάρους· [3.12.2] για την περίπτωση που θα παρουσιαζόταν η ανάγκη να εκτείνει ή να πυκνώσει τη φάλαγγα τοποθετήθηκαν οι μισοί από τους Αγριάνες με αρχηγό τους τον Άτταλο δίπλα στη βασιλική ίλη, στη δεξιά του πτέρυγα σε τρόπο, ώστε να σχηματίζουν γωνία με αυτήν· μετά από αυτούς ήταν οι Μακεδόνες τοξότες, των οποίων αρχηγός ήταν ο Βρίσων και μετά τους τοξότες οι ονομαζόμενοι παλαιοί μισθοφόροι, που αρχηγός τους ήταν ο Κλέανδρος. [3.12.3] Μπροστά από τους Αγριάνες και τους τοξότες τοποθετήθηκαν οι ανιχνευτές ιππείς και οι Παίονες που αρχηγοί τους ήταν ο Αρέτης και ο Αρίστων. Μπροστά από όλους αυτούς είχαν παραταχθεί οι μισθοφόροι ιππείς με αρχηγό τον Μενίδα. Εμπρός από τη βασιλική ίλη και το υπόλοιπο ιππικό των εταίρων παρατάχθηκαν οι άλλοι μισοί Αγριάνες και οι τοξότες καθώς και οι ακοντιστές του Βαλάκρου· αυτοί είχαν τοποθετηθεί απέναντι στα δρεπανηφόρα άρματα. [3.12.4] Στον Μενίδα και στους άνδρες του είχε δοθεί η διαταγή, αν ο εχθρός επιχειρούσε να κυκλώσει με το ιππικό του την πτέρυγά τους, να κάμουν στροφή και να τον χτυπήσουν από τα πλάγια. Έτσι λοιπόν είχε παρατάξει ο Αλέξανδρος τη δεξιά πτέρυγα. Στην αριστερή πτέρυγα και κατά τρόπο που να σχηματίζουν γωνία με αυτήν είχαν τοποθετηθεί οι Θράκες με αρχηγό τον Σιτάλκη και μετά από αυτούς οι σύμμαχοι ιππείς με αρχηγό τον Κοίρανο· ύστερα οι Οδρύσες ιππείς έχοντας για αρχηγό τους τον Αγάθωνα, τον γιο του Τυρίμμα. [3.12.5] Μπροστά από όλους αυτούς παρατάχθηκε το ιππικό των ξένων μισθοφόρων, τους οποίους διοικούσε ο Ανδρόμαχος, ο γιος του Ιέρωνα. Τη φρούρηση των μεταγωγικών ανέλαβαν οι πεζοί Θράκες. Ολόκληρος ο στρατός του Αλεξάνδρου ήταν επτά χιλιάδες περίπου ιππείς και σαράντα χιλιάδες περίπου πεζοί.