[78] Ὧν ἐνθυμούμενον χρὴ μὴ περιορᾶν τοιαύτην φήμην σαυτῷ περιφυομένην, ἣν οἱ μὲν ἐχθροὶ περιθεῖναί σοι ζητοῦσι, τῶν δὲ φίλων οὐδεὶς ὅστις οὐκ ἂν ἀντειπεῖν ὑπὲρ σοῦ τολμήσειεν. Καίτοι περὶ τῶν σοὶ συμφερόντων ἐν ταῖς τούτων ἀμφοτέρων γνώμαις μάλιστ᾽ ἂν κατίδοις τὴν ἀλήθειαν.
[79] Ἴσως οὖν ὑπολαμβάνεις μικροψυχίαν εἶναι τὸ τῶν βλασφημούντων καὶ φλυαρούντων καὶ τῶν πειθομένων τούτοις φροντίζειν, ἄλλως θ᾽ ὅταν καὶ μηδὲν σαυτῷ συνειδῇς ἐξαμαρτάνων. Χρὴ δὲ μὴ καταφρονεῖν τοῦ πλήθους, μηδὲ παρὰ μικρὸν ἡγεῖσθαι τὸ παρὰ πᾶσιν εὐδοκιμεῖν, ἀλλὰ τότε νομίζειν καλὴν ἔχειν καὶ μεγάλην τὴν δόξαν καὶ πρέπουσαν σοὶ καὶ τοῖς σοῖς προγόνοις καὶ τοῖς ὑφ᾽ ὑμῶν πεπραγμένοις,
[80] ὅταν οὕτω διαθῇς τοὺς Ἕλληνας ὥσπερ ὁρᾷς Λακεδαιμονίους τε πρὸς τοὺς αὑτῶν βασιλέας ἔχοντας τούς θ᾽ ἑταίρους τοὺς σοὺς πρὸς σὲ διακειμένους. Ἔστιν δ᾽ οὐ χάλεπον τυχεῖν τούτων, ἢν ἐθελήσῃς κοινὸς ἅπασιν γενέσθαι καὶ παύσῃ ταῖς μὲν τῶν πόλεων οἰκείως ἔχων, πρὸς δὲ τὰς ἀλλοτρίως διακείμενος, ἔτι δ᾽ ἢν τὰ τοιαῦτα προαιρῇ πράττειν ἐξ ὧν τοῖς μὲν Ἕλλησιν ἔσει πιστὸς, τοῖς δὲ βαρβάροις φοβερός.
[81] Καὶ μὴ θαυμάσῃς, ἅπερ ἐπέστειλα καὶ πρὸς Διονύσιον τὴν τυραννίδα κτησάμενον, εἰ μήτε στρατηγὸς ὢν μήτε ῥήτωρ μήτ᾽ ἄλλως δυνάστης θρασύτερόν σοι διείλεγμαι τῶν ἄλλων. Ἐγὼ γὰρ πρὸς μὲν τὸ πολιτεύεσθαι πάντων ἀφυέστατος ἐγενόμην τῶν πολιτῶν· οὔτε γὰρ φωνὴν ἔσχον ἱκανὴν οὔτε τόλμαν δυναμένην ὄχλῳ χρῆσθαι καὶ μολύνεσθαι καὶ λοιδορεῖσθαι τοῖς ἐπὶ τοῦ βήματος καλινδουμένοις·
[82] τοῦ δὲ φρονεῖν εὖ καὶ πεπαιδεῦσθαι καλῶς, εἰ καί τις ἀγροικότερον εἶναι φήσει τὸ ῥηθὲν, ἀμφισβητῶ καὶ θείην ἂν ἐμαυτὸν οὐκ ἐν τοῖς ἀπολελειμμένοις ἀλλ᾽ ἐν τοῖς προέχουσι τῶν ἄλλων. Διόπερ ἐπιχειρῶ συμβουλεύειν τὸν τρόπον τοῦτον, ὃν ἐγὼ πέφυκα καὶ δύναμαι, καὶ τῇ πόλει καὶ τοῖς Ἕλλησιν καὶ τῶν ἀνδρῶν τοῖς ἐνδοξοτάτοις.
***
[78] Αυτά πρέπει να έχεις στον νου σου και να μην αδιαφορείς, όταν κυκλοφορούν τέτοιες φήμες γύρω σου. Μέσα σε αυτές θέλουν οι εχθροί σου να σε ρίξουν, ενώ οι φίλοι σου έχουν όλη την προθυμία να αντιταχτούν και να τις αντικρούσουν. Και όμως, αν θέλεις το συμφέρο σου, από τις γνώμες και των δυο θα ήταν δυνατό να βγάλεις την αλήθεια.
[79] Ίσως βέβαια και να πεις πως είναι μικροπρέπεια να λογαριάζεις αυτούς που φλυαρούν ανόητα και σε συκοφαντούν και αυτούς που τους ακούν, προπάντων όταν ξέρεις πως τίποτα το κακό δεν έχεις διαπράξει. Και όμως, είναι ανάγκη να μην καταφρονείς ποτέ το πλήθος και ούτε να παραβλέπεις τη γενική εκτίμηση. Αντίθετα, τότε να είσαι σίγουρος ότι απόχτησες φήμη καλή, σπουδαία και αντάξια σε σένα, στους προγόνους, και στις λαμπρές σου πράξεις,
[80] όταν θα έχεις καταφέρει τους Έλληνες να νιώθουν για σένα τα αισθήματα που βλέπεις ότι τρέφουν οι Σπαρτιάτες για τους δικούς τους βασιλιάδες και οι φίλοι οι δικοί σου για σένα τον ίδιο. Και δεν σου είναι δύσκολο να το κατορθώσεις, αρκεί να θελήσεις να είσαι αμερόληπτος μπροστά σ᾽ όλον τον κόσμο, να πάψεις πια να φέρνεσαι σε άλλες πόλεις φιλικά και σε άλλες να δείχνεις έχθρα, και ακόμα να προτιμάς τις πράξεις που στους Έλληνες εμπνέουν εμπιστοσύνη και στους βαρβάρους φόβο.
[81] Και ούτε να παραξενευτείς —όπως το έγραψα και στον Διονύσιο τότε που ήταν τύραννος— που, χωρίς να είμαι ούτε στρατηγός ούτε και ρήτορας και χωρίς να έχω καμιά δύναμη στα χέρια μου, συζήτησα μαζί σου με θάρρος μεγαλύτερο από τους άλλους. Εγώ για την πολιτική αποδείχτηκα ο πιο ακατάλληλος από όλους τους συμπολίτες μου· η φύση δεν με προίκισε ούτε με δυνατή φωνή ούτε με τόλμη αρκετή, ώστε να ανακατεύομαι με τον όχλο, να κηλιδώνω την υπόληψή μου, να βρίζομαι με αυτούς που συνωστίζονται στο βήμα.
[82] Μα με την ορθοφροσύνη μου και την πλατιά μου μόρφωση —μόλο που ο λόγος μου αυτός θα μπορούσε να θεωρηθεί κάπως βαρύς— εννοώ να τη διεκδικήσω οπωσδήποτε· και θα λογάριαζα τον εαυτό μου όχι ανάμεσα σ᾽ αυτούς που υστερούν, αλλά σ᾽ αυτούς που ξεπερνούν τους άλλους. Γι᾽ αυτό κιόλας επιχειρώ, μονάχα με τον τρόπο που μου είναι φυσικός και έχω την ικανότητα να αξιοποιήσω, να δώσω συμβουλές και στη δικιά μου πόλη και στους Έλληνες και στους πιο ένδοξους άντρες.
[79] Ἴσως οὖν ὑπολαμβάνεις μικροψυχίαν εἶναι τὸ τῶν βλασφημούντων καὶ φλυαρούντων καὶ τῶν πειθομένων τούτοις φροντίζειν, ἄλλως θ᾽ ὅταν καὶ μηδὲν σαυτῷ συνειδῇς ἐξαμαρτάνων. Χρὴ δὲ μὴ καταφρονεῖν τοῦ πλήθους, μηδὲ παρὰ μικρὸν ἡγεῖσθαι τὸ παρὰ πᾶσιν εὐδοκιμεῖν, ἀλλὰ τότε νομίζειν καλὴν ἔχειν καὶ μεγάλην τὴν δόξαν καὶ πρέπουσαν σοὶ καὶ τοῖς σοῖς προγόνοις καὶ τοῖς ὑφ᾽ ὑμῶν πεπραγμένοις,
[80] ὅταν οὕτω διαθῇς τοὺς Ἕλληνας ὥσπερ ὁρᾷς Λακεδαιμονίους τε πρὸς τοὺς αὑτῶν βασιλέας ἔχοντας τούς θ᾽ ἑταίρους τοὺς σοὺς πρὸς σὲ διακειμένους. Ἔστιν δ᾽ οὐ χάλεπον τυχεῖν τούτων, ἢν ἐθελήσῃς κοινὸς ἅπασιν γενέσθαι καὶ παύσῃ ταῖς μὲν τῶν πόλεων οἰκείως ἔχων, πρὸς δὲ τὰς ἀλλοτρίως διακείμενος, ἔτι δ᾽ ἢν τὰ τοιαῦτα προαιρῇ πράττειν ἐξ ὧν τοῖς μὲν Ἕλλησιν ἔσει πιστὸς, τοῖς δὲ βαρβάροις φοβερός.
[81] Καὶ μὴ θαυμάσῃς, ἅπερ ἐπέστειλα καὶ πρὸς Διονύσιον τὴν τυραννίδα κτησάμενον, εἰ μήτε στρατηγὸς ὢν μήτε ῥήτωρ μήτ᾽ ἄλλως δυνάστης θρασύτερόν σοι διείλεγμαι τῶν ἄλλων. Ἐγὼ γὰρ πρὸς μὲν τὸ πολιτεύεσθαι πάντων ἀφυέστατος ἐγενόμην τῶν πολιτῶν· οὔτε γὰρ φωνὴν ἔσχον ἱκανὴν οὔτε τόλμαν δυναμένην ὄχλῳ χρῆσθαι καὶ μολύνεσθαι καὶ λοιδορεῖσθαι τοῖς ἐπὶ τοῦ βήματος καλινδουμένοις·
[82] τοῦ δὲ φρονεῖν εὖ καὶ πεπαιδεῦσθαι καλῶς, εἰ καί τις ἀγροικότερον εἶναι φήσει τὸ ῥηθὲν, ἀμφισβητῶ καὶ θείην ἂν ἐμαυτὸν οὐκ ἐν τοῖς ἀπολελειμμένοις ἀλλ᾽ ἐν τοῖς προέχουσι τῶν ἄλλων. Διόπερ ἐπιχειρῶ συμβουλεύειν τὸν τρόπον τοῦτον, ὃν ἐγὼ πέφυκα καὶ δύναμαι, καὶ τῇ πόλει καὶ τοῖς Ἕλλησιν καὶ τῶν ἀνδρῶν τοῖς ἐνδοξοτάτοις.
***
[78] Αυτά πρέπει να έχεις στον νου σου και να μην αδιαφορείς, όταν κυκλοφορούν τέτοιες φήμες γύρω σου. Μέσα σε αυτές θέλουν οι εχθροί σου να σε ρίξουν, ενώ οι φίλοι σου έχουν όλη την προθυμία να αντιταχτούν και να τις αντικρούσουν. Και όμως, αν θέλεις το συμφέρο σου, από τις γνώμες και των δυο θα ήταν δυνατό να βγάλεις την αλήθεια.
[79] Ίσως βέβαια και να πεις πως είναι μικροπρέπεια να λογαριάζεις αυτούς που φλυαρούν ανόητα και σε συκοφαντούν και αυτούς που τους ακούν, προπάντων όταν ξέρεις πως τίποτα το κακό δεν έχεις διαπράξει. Και όμως, είναι ανάγκη να μην καταφρονείς ποτέ το πλήθος και ούτε να παραβλέπεις τη γενική εκτίμηση. Αντίθετα, τότε να είσαι σίγουρος ότι απόχτησες φήμη καλή, σπουδαία και αντάξια σε σένα, στους προγόνους, και στις λαμπρές σου πράξεις,
[80] όταν θα έχεις καταφέρει τους Έλληνες να νιώθουν για σένα τα αισθήματα που βλέπεις ότι τρέφουν οι Σπαρτιάτες για τους δικούς τους βασιλιάδες και οι φίλοι οι δικοί σου για σένα τον ίδιο. Και δεν σου είναι δύσκολο να το κατορθώσεις, αρκεί να θελήσεις να είσαι αμερόληπτος μπροστά σ᾽ όλον τον κόσμο, να πάψεις πια να φέρνεσαι σε άλλες πόλεις φιλικά και σε άλλες να δείχνεις έχθρα, και ακόμα να προτιμάς τις πράξεις που στους Έλληνες εμπνέουν εμπιστοσύνη και στους βαρβάρους φόβο.
[81] Και ούτε να παραξενευτείς —όπως το έγραψα και στον Διονύσιο τότε που ήταν τύραννος— που, χωρίς να είμαι ούτε στρατηγός ούτε και ρήτορας και χωρίς να έχω καμιά δύναμη στα χέρια μου, συζήτησα μαζί σου με θάρρος μεγαλύτερο από τους άλλους. Εγώ για την πολιτική αποδείχτηκα ο πιο ακατάλληλος από όλους τους συμπολίτες μου· η φύση δεν με προίκισε ούτε με δυνατή φωνή ούτε με τόλμη αρκετή, ώστε να ανακατεύομαι με τον όχλο, να κηλιδώνω την υπόληψή μου, να βρίζομαι με αυτούς που συνωστίζονται στο βήμα.
[82] Μα με την ορθοφροσύνη μου και την πλατιά μου μόρφωση —μόλο που ο λόγος μου αυτός θα μπορούσε να θεωρηθεί κάπως βαρύς— εννοώ να τη διεκδικήσω οπωσδήποτε· και θα λογάριαζα τον εαυτό μου όχι ανάμεσα σ᾽ αυτούς που υστερούν, αλλά σ᾽ αυτούς που ξεπερνούν τους άλλους. Γι᾽ αυτό κιόλας επιχειρώ, μονάχα με τον τρόπο που μου είναι φυσικός και έχω την ικανότητα να αξιοποιήσω, να δώσω συμβουλές και στη δικιά μου πόλη και στους Έλληνες και στους πιο ένδοξους άντρες.