9.9. Ἕκτορος ἀναίρεσις
Η εικοστή δεύτερη ραψωδία (επιγράφεται «Ἕκτορος ἀναίρεσις») φτάνει στο όριο πρώιμης τραγωδίας, προτού το λογοτεχνικό αυτό είδος θεσμοθετηθεί. Την αίσθηση αυτή την προκαλούν: τα αφηγηματικά δρώμενα, οι δρώντες, το σκηνικό και η σκηνοθεσία της αφηγηματικής δράσης, η οποία κλιμακώνεται σε τρία επίπεδα (έξω και γύρω από το κάστρο, στις επάλξεις του κάστρου και στο θεολογείο του Ολύμπου).
Η άρθρωση της ραψωδίας επιτρέπει την κλιμάκωσή της σε διαδοχικά επεισόδια, που περιβάλλονται από πρόλογο και θρηνητική έξοδο. Ο πρόλογος δραματοποιεί την αγωνιστική απομόνωση του Έκτορα έξω από το κάστρο, στην οποία αντιδρούν με περιπαθείς παραινέσεις ο Πρίαμος και η Εκάβη (Χ 1-89). Το πρώτο επεισόδιο ξεκινά με τον εσωτερικό μονόλογο του ήρωα και εξελίσσεται σε άγριο ανθρωποκυνηγητό Αχιλλέα-Έκτορα γύρω από το κάστρο, στο οποίο παρεμβαίνουν συμπαθητικά ο Δίας και εκδικητικά η Αθηνά (90-246). Στο επόμενο επεισόδιο (247-330), παγιδευμένος ο Έκτορας από τον δόλο της θεάς και προγραμμένος πια από τον Δία, αντιμετωπίζει την επίθεση του Αχιλλέα σε αμφίρροπη μονομαχία με δόρατα και ξίφη, τελικώς όμως ο φονικός ακοντισμός στον ακάλυπτο αυχένα τον εξουδετερώνει. Ξεψυχώντας ικετεύει τον Αχιλλέα να επιστραφεί το σώμα του στους δικούς του, για να τιμηθεί με ταφική πυρά· εκείνος όμως επαπειλεί τον θνήσκοντα ήρωα με διασυρμό και διαμελισμό (τρίτο επεισόδιο: 331-404). Η έξοδος (405-515) αναλώνεται στους οδυρμούς της Εκάβης και του Πριάμου (πάντα πάνω από τις επάλξεις), και επιστέφεται με τον υστερόχρονο κομμό της Ανδρομάχης.
Ο συμπαθητικός και ρυθμιστικός ρόλος του Δία εκδηλώνεται δύο φορές στις κρίσιμες καμπές της ραψωδίας. Την ελεητική συμπάθεια του θεού την προκαλεί το θέαμα της πρώτης κυκλικής καταδίωξης του Έκτορα από τον Αχιλλέα, που φαίνεται από ψηλά σαν αγώνας δρόμου με θεσμοθετημένα έπαθλα, ενώ στην πραγματικότητα είναι δρόμος περὶ ψυχῆς (ζωής ή θανάτου δηλαδή). Ο Δίας, ομολογώντας στους άλλους ολύμπιους θεούς που τον περιβάλλουν αμέριστη συμπάθεια για τον απειλούμενο ήρωα, τους καλεί να συναποφασίσουν αν θα σωθεί ή θα δαμαστεί από το εκδικητικό μένος του Αχιλλέα. Η Αθηνά διαφωνεί έντονα με την πρόταση εξαιρετικής σωτηρίας, οπότε, ήπιος τώρα, ο Δίας την καθησυχάζει και της παραχωρεί το ελεύθερο να αποφασίσει η ίδια (Χ 166-182).
Στην πραγματικότητα ωστόσο ο Δίας αναλαμβάνει ο ίδιος τη λύση του δραματικού διλήμματος με τη μέθοδο πάλι της «ψυχοστασίας» (Χ 208-213). Όταν το ανθρωποκυνηγητό Αχιλλέα-Έκτορα συμπληρώνει τον τρίτο γύρο του, ο θεός αναλαμβάνει τα χρυσά τάλαντα (που πάει να πει: τη ζυγαριά), βάζει στον ένα δίσκο τον θανάσιμο κλήρο του Αχιλλέα, στον άλλο του Έκτορα, και υψώνοντας τον ζυγό ισοζυγίζει: η μοίρα του Έκτορα κατηφορίζει, γέρνοντας προς τον Άδη. Τότε ο ήρωας, παροπλισμένος από τη συμπαράσταση του Απόλλωνα, προσφέρεται στο έλεος της εκδικητικής Αθηνάς.
Ο δόλος της (ομόλογος με εκείνον του Απόλλωνα στην περίπτωση του Πατρόκλου) εκδηλώνεται με μεταμόρφωση, λόγο και πράξη. Η θεά παίρνει την όψη του πριαμίδη Δηίφοβου, εμφανίζεται στο πλάι του Έκτορα ως παραστάτης, και τον πείθει να αντισταθεί στην έφοδο του Αχιλλέα. Ακοντίζει πρώτος ο Αχιλλέας, ο Έκτορας σκύβοντας αποφεύγει τη βολή, το χάλκινο δόρυ μπήγεται στο χώμα, αλλά προστρέχει η Αθηνά λαθραία, αρπάζει το ακόντιο και το επιστρέφει στον Αχιλλέα. Η αντίπαλη βολή του Έκτορα πέφτει στη μέση της ασπίδας του Αχιλλέα, αλλά αποστρακίζεται - υπονοείται πάλι παρέμβαση της Αθηνάς. Στο μεταξύ, η πλαστή μορφή του Δηίφοβου εξαφανίζεται, και τότε ο Έκτορας αντιλαμβάνεται την εξαπάτησή του από τη θεά και την εγκατάλειψή του από τον Δία και τον Απόλλωνα. Αμύνεται παρά ταύτα με το σπαθί του, ο Αχιλλέας όμως ευστοχεί στην τελευταία φονική βολή του.
Στο κρίσιμο αυτό σημείο ο ποιητής υπενθυμίζει ότι ο Έκτορας φέρει την αρχική ηφαιστότευκτη πανοπλία του Αχιλλέα, αυτήν που άρπαξε από το σώμα του νεκρού Πατρόκλου. Τούτο σημαίνει ότι οι δύο συμβαλλόμενοι ήρωες, φορώντας όμοια πανοπλία, μοιάζουν ο ένας αντίγραφο του άλλου. Με τους όρους αυτούς, θα μπορούσε κάποιος να αναρωτηθεί: ποιος σκοτώνει ποιον; ο Αχιλλέας τον Έκτορα; ο Αχιλλέας τον Αχιλλέα; ο Αχιλλέας το είδωλο του; Το σκηνικό πάντως σχόλιο του ποιητή, σ᾽ αυτό μάλιστα το σημείο (λίγο πριν σφηνωθεί το φονικό ακόντιο στον ανυπεράσπιστο από την πανοπλία αυχένα του Έκτορα) ευνοεί έναν τέτοιο συνειρμό, που φαίνεται να τον υποστηρίζει και μια προηγούμενη παρομοίωση, από τις πιο πρωτότυπες των ομηρικών επών (Χ 188-201):
Ο Αχιλλέας (όμοιος με σκύλο που ορμά σε ελαφάκι), καταδιώκει τον αλαφιασμένο Έκτορα γύρω από το κάστρο. Το δυσδιάκριτο από μακριά αυτό ανθρωποκυνηγητό παραβάλλεται από τον ποιητή με ονειρικό εφιάλτη: όπως όταν ο ένας κυνηγά τον άλλον, αλλά ούτε αυτός (ο κυνηγός) μπορεί να τον φτάσει, ούτε εκείνος (ο κυνηγημένος) γίνεται να ξεφύγει. Ξανά, λοιπόν, το ερώτημα: ποιος κυνηγάει ποιον σ᾽ αυτό τον κυκλικό δρόμο;
Έτσι κι αλλιώς η θανάσιμη μοίρα του Αχιλλέα συνδέεται άμεσα (κατά κάποιον τρόπο ταυτίζεται) με τη θανάσιμη μοίρα του Έκτορα, στον βαθμό που η μία προϋποθέτει και προκαλεί την άλλη. Η μοιραία αυτή διαδοχή ακούστηκε ήδη ως προειδοποίηση από τη Θέτιδα στον γιο της στη δέκατη όγδοη ραψωδία· τώρα δραματοποιείται. Μιλάει ο Έκτωρ, λίγο πριν τον καλύψει το σκοτάδι του θανάτου:
Όμως στοχάσου τώρα, μήπως εξ αφορμής μου πέσει επάνω σου η θεϊκή οργή, τη μέρα εκείνη που ο Πάρης κι ο Απόλλων θα σε χαλάσουν στις Σκαιές πύλες, κι ας είσαι τόσο φημισμένος. Ο Αχιλλέας αποκρίνεται: Πέθανε τώρα εσύ, κι όσο για τον δικό μου θάνατο θα τον καλωσορίσω εγώ, όταν και όπως τον ορίσει ο Δίας κι οι άλλοι αθάνατοι θεοί.
Θυμίζεται ότι, ξεψυχώντας ο Πάτροκλος, προλέγει το τέλος του Έκτορα. Τώρα, ξεψυχώντας ο Έκτορας, προλέγει το τέλος του Αχιλλέα. Δύο νεκροί στη βάση και ένας επίδοξος νεκρός στην ανοιχτή κορυφή ενός νεκρώσιμου τριγώνου: αυτή είναι η σοδειά του ιλιαδικού πολέμου, όπως τη φαντάστηκε ο ποιητής και την επικύρωσε με τη βουλή του ο Δίας.
Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 2023
Σχέση σημαίνει επιθυμία, όχι υποχρέωση
Σχέση σημαίνει επιθυμία, μια βαθύτερη ανάγκη για επικοινωνία και αλληλεπίδραση και όχι υποχρέωση και απαιτήσεις...
Οι σχέσεις είναι απλές... αλλά τις περισσότερες φορές τις κάνουμε περίπλοκες. Για να δημιουργηθεί και να εξελιχθεί μια σχέση χρειάζεται επιθυμία και από τις δύο πλευρές, χρειάζεται ειλικρίνεια και εμπιστοσύνη, σεβασμό και πάθος, κοντινότητα και αγάπη... Οι σχέσεις, όμως, δεν είναι πάντα τόσο απλές και δεν είναι δεδομένη η ύπαρξη των προαναφερόμενων στοιχείων.
Η σχέση δεν χρειάζεται υποσχέσεις και χρονοδιαγράμματα. Χρειάζεται μόνο ενδιαφέρον, κατανόηση, επικοινωνία, συζήτηση, μοίρασμα και αμοιβαία συναισθήματα.
Για να διατηρηθεί η σχέση χρειάζεται επιμονή και υπομονή, ενδιαφέρον και προσπάθεια και από τις δύο πλευρές. Δεν μπορεί η σχέση να προχωρήσει ή να αναπτυχθεί μόνη της.
Η αμοιβαία επιθυμία είναι ένα απαραίτητο στοιχείο για την ύπαρξη της σχέσης.
Είμαι σε μια σχέση σημαίνει ότι επιθυμώ να δω τον άλλο, μου λείπει, θέλω να μοιράζομαι πράγματα μαζί του, θέλω να περνάω όσο το δυνατόν περισσότερες στιγμές μαζί του... νιώθω ότι ποτέ δεν πρόκειται να τον βαρεθώ και πότε δεν θα σταματήσω να θέλω να είμαι δίπλα του...
Ο καθένας μπορεί να δώσει ένα δικό του ορισμό για τη σχέση. Η σχέση σημαίνει κάτι διαφορετικό για τον καθένα μας, ενώ όταν σκεφτόμαστε ή φανταζόμαστε μια σχέση μας έρχονται διαφορετικά πράγματα στο μυαλό. Το τι περιμένουμε και προσδοκούμε από μια σχέση εξαρτάται από τα βιώματα και τις εμπειρίες που έχουμε, από την εικόνα που έχουμε από τις σχέσεις γύρω μας ξεκινώντας από τις σχέσεις μέσα στην οικογένεια και από την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας.
Τι περιμένουμε από έναν άνθρωπο και τι είδους συμπεριφορά αξίζουμε; Ποια πράγματα θεωρούμε σημαντικά και σε ποια μπορούμε να υποχωρήσουμε ή να συμβιβαστούμε; Τι είδους αξίες θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντικές και απαραίτητες για μια σχέση;
Η σχέση θέλει διαρκή προσπάθεια, δεν αρκεί να μας ενδιαφέρει ο άλλος ή να είμαστε ερωτευμένοι.
Η σχέση χρειάζεται χρόνο για την χτίσουμε και χρειάζεται τη διαρκή παρουσία μας για να μπορέσουμε να τη διατηρήσουμε.
Είναι σημαντικό να εξασφαλίσουμε υγιείς σχέσεις, που δεν μας κρατάνε πίσω, δεν βγάζουν τα χειρότερα στοιχεία του χαρακτήρα μας, δεν μας κακοποιούν και δεν γινόμαστε εμείς κακοποιητικοί απέναντι στους άλλους.
Μια υγιής σχέση στηρίζεται στο πάρε- δώσε, χωρίς όμως εξαρτήσεις και έντονη κτητικότητα, δίνοντας ο ένας στον άλλο την ελευθερία της επιλογής και τον δικό του χώρο και χρόνο.
Μια υγιής σχέση δέχεται τα θετικά αλλά και τα αρνητικά του καθενός, συγχωρεί τα λάθη και ωθεί σε προσπάθειες βελτίωσης των συμπεριφορών και από τις δύο πλευρές. Μια υγιής σχέση στηρίζεται στην ειλικρίνεια και στη γνήσια συνύπαρξη, στο πραγματικό ενδιαφέρον και στην απόλαυση της πραγματικότητας.
Δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν διαφορές, διαφωνίες και συγκρούσεις. Το θέμα είναι πώς επιλέγουμε να επιλύσουμε τις διαφωνίες που υπάρχουν και τι αντίκτυπο έχει ο τρόπος που επιλέγουμε στη σχέση.
Πόσο μπορούμε να αποδεχτούμε τον άλλο όπως ακριβώς είναι και πόσο μπορούμε να δούμε τη σχέση όπως πραγματικά είναι;
Πόση απόκλιση υπάρχει ανάμεσα σε αυτό που έχουμε φανταστεί και σε αυτό που ζούμε και πόσο βλέπουμε την πραγματικότητα αυτής της σχέσης;
Σχέση σημαίνει ακούω και καταλαβαίνω τον άλλο, θέλω να ακούσω τα προβλήματά του και να τον στηρίξω και το ίδιο επιθυμώ να κάνει και αυτός. Και όλα αυτά είναι βασικά σε μια σχέση, για να μπορέσει να υπάρξει και να εξελιχθεί μια σταθερή και ασφαλής σχέση, που θα κάνει καλό και στους δύο.
Αν η σχέση έχει επιθυμία, αγάπη, πάθος και έρωτα, μοίρασμα και αμοιβαίο ενδιαφέρον, κοινή προσπάθεια και επιμονή τότε μπορεί να κρατηθεί ζωντανή μέσα στο χρόνο, χωρίς φθορές.
Η σχέση έχει ανάγκη από την εκδήλωση των συναισθημάτων μας.
Δεν αρκεί να ξέρουμε ότι ο άλλος μας αγαπά, αλλά είναι σημαντικό να νιώθουμε ότι ο άλλος μας αγαπά.
Οι σχέσεις είναι απλές... αλλά τις περισσότερες φορές τις κάνουμε περίπλοκες. Για να δημιουργηθεί και να εξελιχθεί μια σχέση χρειάζεται επιθυμία και από τις δύο πλευρές, χρειάζεται ειλικρίνεια και εμπιστοσύνη, σεβασμό και πάθος, κοντινότητα και αγάπη... Οι σχέσεις, όμως, δεν είναι πάντα τόσο απλές και δεν είναι δεδομένη η ύπαρξη των προαναφερόμενων στοιχείων.
Η σχέση δεν χρειάζεται υποσχέσεις και χρονοδιαγράμματα. Χρειάζεται μόνο ενδιαφέρον, κατανόηση, επικοινωνία, συζήτηση, μοίρασμα και αμοιβαία συναισθήματα.
Για να διατηρηθεί η σχέση χρειάζεται επιμονή και υπομονή, ενδιαφέρον και προσπάθεια και από τις δύο πλευρές. Δεν μπορεί η σχέση να προχωρήσει ή να αναπτυχθεί μόνη της.
Η αμοιβαία επιθυμία είναι ένα απαραίτητο στοιχείο για την ύπαρξη της σχέσης.
Είμαι σε μια σχέση σημαίνει ότι επιθυμώ να δω τον άλλο, μου λείπει, θέλω να μοιράζομαι πράγματα μαζί του, θέλω να περνάω όσο το δυνατόν περισσότερες στιγμές μαζί του... νιώθω ότι ποτέ δεν πρόκειται να τον βαρεθώ και πότε δεν θα σταματήσω να θέλω να είμαι δίπλα του...
Ο καθένας μπορεί να δώσει ένα δικό του ορισμό για τη σχέση. Η σχέση σημαίνει κάτι διαφορετικό για τον καθένα μας, ενώ όταν σκεφτόμαστε ή φανταζόμαστε μια σχέση μας έρχονται διαφορετικά πράγματα στο μυαλό. Το τι περιμένουμε και προσδοκούμε από μια σχέση εξαρτάται από τα βιώματα και τις εμπειρίες που έχουμε, από την εικόνα που έχουμε από τις σχέσεις γύρω μας ξεκινώντας από τις σχέσεις μέσα στην οικογένεια και από την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας.
Τι περιμένουμε από έναν άνθρωπο και τι είδους συμπεριφορά αξίζουμε; Ποια πράγματα θεωρούμε σημαντικά και σε ποια μπορούμε να υποχωρήσουμε ή να συμβιβαστούμε; Τι είδους αξίες θεωρούμε ιδιαίτερα σημαντικές και απαραίτητες για μια σχέση;
Η σχέση θέλει διαρκή προσπάθεια, δεν αρκεί να μας ενδιαφέρει ο άλλος ή να είμαστε ερωτευμένοι.
Η σχέση χρειάζεται χρόνο για την χτίσουμε και χρειάζεται τη διαρκή παρουσία μας για να μπορέσουμε να τη διατηρήσουμε.
Είναι σημαντικό να εξασφαλίσουμε υγιείς σχέσεις, που δεν μας κρατάνε πίσω, δεν βγάζουν τα χειρότερα στοιχεία του χαρακτήρα μας, δεν μας κακοποιούν και δεν γινόμαστε εμείς κακοποιητικοί απέναντι στους άλλους.
Μια υγιής σχέση στηρίζεται στο πάρε- δώσε, χωρίς όμως εξαρτήσεις και έντονη κτητικότητα, δίνοντας ο ένας στον άλλο την ελευθερία της επιλογής και τον δικό του χώρο και χρόνο.
Μια υγιής σχέση δέχεται τα θετικά αλλά και τα αρνητικά του καθενός, συγχωρεί τα λάθη και ωθεί σε προσπάθειες βελτίωσης των συμπεριφορών και από τις δύο πλευρές. Μια υγιής σχέση στηρίζεται στην ειλικρίνεια και στη γνήσια συνύπαρξη, στο πραγματικό ενδιαφέρον και στην απόλαυση της πραγματικότητας.
Δεν σημαίνει πως δεν υπάρχουν διαφορές, διαφωνίες και συγκρούσεις. Το θέμα είναι πώς επιλέγουμε να επιλύσουμε τις διαφωνίες που υπάρχουν και τι αντίκτυπο έχει ο τρόπος που επιλέγουμε στη σχέση.
Πόσο μπορούμε να αποδεχτούμε τον άλλο όπως ακριβώς είναι και πόσο μπορούμε να δούμε τη σχέση όπως πραγματικά είναι;
Πόση απόκλιση υπάρχει ανάμεσα σε αυτό που έχουμε φανταστεί και σε αυτό που ζούμε και πόσο βλέπουμε την πραγματικότητα αυτής της σχέσης;
Σχέση σημαίνει ακούω και καταλαβαίνω τον άλλο, θέλω να ακούσω τα προβλήματά του και να τον στηρίξω και το ίδιο επιθυμώ να κάνει και αυτός. Και όλα αυτά είναι βασικά σε μια σχέση, για να μπορέσει να υπάρξει και να εξελιχθεί μια σταθερή και ασφαλής σχέση, που θα κάνει καλό και στους δύο.
Αν η σχέση έχει επιθυμία, αγάπη, πάθος και έρωτα, μοίρασμα και αμοιβαίο ενδιαφέρον, κοινή προσπάθεια και επιμονή τότε μπορεί να κρατηθεί ζωντανή μέσα στο χρόνο, χωρίς φθορές.
Η σχέση έχει ανάγκη από την εκδήλωση των συναισθημάτων μας.
Δεν αρκεί να ξέρουμε ότι ο άλλος μας αγαπά, αλλά είναι σημαντικό να νιώθουμε ότι ο άλλος μας αγαπά.
Φρίντριχ Νίτσε: Η σημασία της τρέλας στην ιστορία της ηθικότητας
Η τρέλα είναι εκείνη που ανοίγει τον δρόμο στην καινούρια σκέψη, που λύνει τα ξόρκια ενός αξιοσέβαστου εθίμου και δεισιδαιμονίας.
Αν, παρά εκείνο τον φοβερό ζυγό της «ηθικότητας των ηθών», κάτω από τον οποίο έζησαν όλες οι ανθρώπινες κοινότητες, αν, για χιλιετίες πριν από τη δική μας έναρξη μέτρησης του χρόνου και στην τελευταία αυτή μέχρι τις μέρες μας (εμείς οι ίδιοι κατοικούμε στον μικρό κόσμο των εξαιρέσεων και ούτως ειπείν στην κακή ζώνη), αν, λέγω φύτρωναν, μολαταύτα, πάντα καινούριες και διαφορετικές σκέψεις, αξιολογήσεις και παρορμήσεις, αυτό συνέβη κάτω από μια φοβερή συνοδεία: παντού σχεδόν, η τρέλα είναι εκείνη που ανοίγει τον δρόμο στην καινούρια σκέψη, που λύνει τα ξόρκια ενός αξιοσέβαστου εθίμου και δεισιδαιμονίας.
Καταλαβαίνετε γιατί έπρεπε να είναι αυτό η τρέλα; κάτι στη φωνή και στη συμπεριφορά τόσο τρομακτικό και απρόβλεπτο και τα δαιμονικά καπρίτσια του καιρού και της θάλασσας, και γι’ αυτό τον λόγο εξίσου ανάξιο για φόβο και προσοχή; Κάτι που έφερε τόσο φανερά το σημάδι μιας ολότελα αθέλητης εκδήλωσης όσο και οι σπασμοί και ο αφρός που βγάζει απο το στόμα ο επιληπτικός, που έμοιαζε να αναγνωρίζει τον παράφρονα σαν μάσκα και φερέφωνο μιας θεότητας; Κάτι που ενέπνεε, ακόμη και στον φορέα μιας καινούριας σκέψης, σεβασμό και φόβο προς τον εαυτό του, και επιπλέον τύψεις, και τον παρακινούσε να γίνει προφήτης και μάρτυράς του;
Ενώ σήμερα μας δίνουν συνεχώς να καταλάβουμε οτι η μεγαλοφυϊα διαθέτει αντί για ένα σπυρί λογικής ένα σπυρί τρέλας, όλοι οι προγενεστέροι άνθρωποι βρίσκονταν πιο κοντά στην ιδέα ότι εκεί όπου υπάρχει τρέλα υπάρχει επίσης ένα σπυρί μεγαλοφυϊας και σοφίας - κάτι «θεϊκό», όπως ψυθύριζαν. Ή μάλλον το εξέφραζαν πιο καθαρά: «Από την τρέλα ήρθαν τα μεγαλύτερα αγαθά στην Ελλάδα», έλεγε ο Πλάτωνας μαζί με όλη την αρχαία ανθρωπότητα.
Ας προχωρήσουμε ένα βήμα ακόμη: όλοι εκείνοι οι ανώτεροι άνθρωποι, που ωθούνταν ακατανίκητα να σπάσουν τον ζυγό οποιασδήποτε ηθικότητας και να θέσουν καινούριους νόμους, δεν έιχαν τίποτε άλλο να κάνουν, αν δεν ήταν πράγματι παράφρονες, από το να γίνουν τρελοί ή να παραστήσουν πως ήταν τέτοιοι – και τούτο ισχύει για τους καινοτόμους σε όλα τα πεδία, όχι μόνο για εκείνους των ιερατικών και πολιτικών θεσμών: - ακόμη και ο καινοτόμος του ποιητικού μέτρου όφειλε να επικυρωθεί από την τρέλα. (Ακόμη και σε εποχές πολύ πιο μετριοπαθείς, η τρέλα παρέμενε ένας είδος σύμβασης μεταξύ των ποιητών: αυτήν χρησιμοποίησε, παραδείγματος χάρη, ο Σόλωνας όταν κέντριζε τους Αθηναίους να καταλάβουν την Σαλαμίνα). Πώς γίνεται κανείς τρελός, όταν δεν είναι και δεν τολμάει να παραστήσει πως είναι τέτοιος;
Σχεδόν όλοι οι εξέχοντες άνθρωποι των αρχαιότερων πολιτισμών έιναι παραδομένοι σ’αυτές τις τρομακτικές σκέψεις˙ μια μυστική διδασκαλία, φτιαγμένη από τεχνάσματα και διατητικές υποδείξεις, διαδόθηκε γι’αυτό το θέμα, μαζί με το συναίσθημα της αθωότητας και μάλιστα της αγιότητας αυτών των ενασχολήσεων και αυτών των σχεδίων.
Οι συνταγές για να γίνεις γιατρός στους Ινδιάνους, άγιος στους χριστιανούς του Μεσσαίωνα «angekok» στους Γροιλανδούς, «paje» στους Βραζιλιάνους, είναι ουσιαστικά οι ίδιες: παράλογες νηστείες, μόνιμη σεξουαλική αποχή να πηγαίνεις και να κάθεσαι στην έρημο ή στην κορυφή ενός βουνού ή ενός στύλου ή «να κάθεσαι πάνω σε μια αιωνόβια ιτιά που να βλέπει τη λίμνη» και, ιδίως, να μην σκέφτεσαι τίποτε άλλο παρά μόνον ό,τι μπορεί να φέρει έκσταση και αταξία του πνεύματος. Ποιος τολμάει να ρίξει μια ματιά στον αγριότοπο των πιο πικρών και των πιο περιττών ψυχικών αγωνιών όπου πιθανόν να αναλώθηκαν οι πιο γόνιμοι άνθρωποι όλων των εποχών!
Ποιος τολμάει να ακούσει εκείνους τους αναστεναγμούς των μοναχικών και των διαταραγμένων:
Αχ, δώστε μου τρέλα, εσείς επουράνιοι! Τρέλα, για να πιστέψω επιτέλους στον εαυτό μου! Δώστε μου παραληρήματα και σπασμούς, ξαφνικά φώτα και σκοτάδια, τρομάξτε με με κρύα και με ζέστες που ποτέ άλλος θνητός δεν δοκίμασε, με εκκωφαντικούς θορύβους και περιδινούμενες μορφές, αφήστε με να ουρλιάζω και να μουγκρίζω και να έρπω σαν ζώο: αρκεί να βρώ πίστη στον εαυτό μου! Η αμφιβολία με κατατρώει, σκότωσα τον νόμο, ο νόμος με τρομάζει όπως τον ζωντανό ένα πτώμα: αν δεν είμαι εγώ κάτι περισσότερο από τον νόμο, τότε είμαι ο βδελυρότερος όλων. Το καινούριο πνεύμα που βρίσκεται μέσα μου, από πού έρχεται σε μένα, αν όχι από σας; Αποδείξτε μου λοιπόν ότι είμαι δικός σας˙ μόνον η τρέλα μού το αποδείχνει.
Και πάρα πολλές φορές η θέρμη αυτή πετύχαινε τον σκοπό της: την εποχή που ο χριστιανισμός απέδειχνε περισσότερο τη γονιμότητα του σε αγίους και αναχωρητές, πιστεύοντας πως έτσι έδινε αποδείξεις για τον εαυτό του, υπήρχαν στην Ιερουσαλήμ μεγάλα φρενοκομεία για ατυχήσαντες αγίους, για εκείνους που είχαν θυσιάσει το τελευταίο τους σπυρί λογικής.
Φρίντριχ Νίτσε, Χαραυγή
Αν, παρά εκείνο τον φοβερό ζυγό της «ηθικότητας των ηθών», κάτω από τον οποίο έζησαν όλες οι ανθρώπινες κοινότητες, αν, για χιλιετίες πριν από τη δική μας έναρξη μέτρησης του χρόνου και στην τελευταία αυτή μέχρι τις μέρες μας (εμείς οι ίδιοι κατοικούμε στον μικρό κόσμο των εξαιρέσεων και ούτως ειπείν στην κακή ζώνη), αν, λέγω φύτρωναν, μολαταύτα, πάντα καινούριες και διαφορετικές σκέψεις, αξιολογήσεις και παρορμήσεις, αυτό συνέβη κάτω από μια φοβερή συνοδεία: παντού σχεδόν, η τρέλα είναι εκείνη που ανοίγει τον δρόμο στην καινούρια σκέψη, που λύνει τα ξόρκια ενός αξιοσέβαστου εθίμου και δεισιδαιμονίας.
Καταλαβαίνετε γιατί έπρεπε να είναι αυτό η τρέλα; κάτι στη φωνή και στη συμπεριφορά τόσο τρομακτικό και απρόβλεπτο και τα δαιμονικά καπρίτσια του καιρού και της θάλασσας, και γι’ αυτό τον λόγο εξίσου ανάξιο για φόβο και προσοχή; Κάτι που έφερε τόσο φανερά το σημάδι μιας ολότελα αθέλητης εκδήλωσης όσο και οι σπασμοί και ο αφρός που βγάζει απο το στόμα ο επιληπτικός, που έμοιαζε να αναγνωρίζει τον παράφρονα σαν μάσκα και φερέφωνο μιας θεότητας; Κάτι που ενέπνεε, ακόμη και στον φορέα μιας καινούριας σκέψης, σεβασμό και φόβο προς τον εαυτό του, και επιπλέον τύψεις, και τον παρακινούσε να γίνει προφήτης και μάρτυράς του;
Ενώ σήμερα μας δίνουν συνεχώς να καταλάβουμε οτι η μεγαλοφυϊα διαθέτει αντί για ένα σπυρί λογικής ένα σπυρί τρέλας, όλοι οι προγενεστέροι άνθρωποι βρίσκονταν πιο κοντά στην ιδέα ότι εκεί όπου υπάρχει τρέλα υπάρχει επίσης ένα σπυρί μεγαλοφυϊας και σοφίας - κάτι «θεϊκό», όπως ψυθύριζαν. Ή μάλλον το εξέφραζαν πιο καθαρά: «Από την τρέλα ήρθαν τα μεγαλύτερα αγαθά στην Ελλάδα», έλεγε ο Πλάτωνας μαζί με όλη την αρχαία ανθρωπότητα.
Ας προχωρήσουμε ένα βήμα ακόμη: όλοι εκείνοι οι ανώτεροι άνθρωποι, που ωθούνταν ακατανίκητα να σπάσουν τον ζυγό οποιασδήποτε ηθικότητας και να θέσουν καινούριους νόμους, δεν έιχαν τίποτε άλλο να κάνουν, αν δεν ήταν πράγματι παράφρονες, από το να γίνουν τρελοί ή να παραστήσουν πως ήταν τέτοιοι – και τούτο ισχύει για τους καινοτόμους σε όλα τα πεδία, όχι μόνο για εκείνους των ιερατικών και πολιτικών θεσμών: - ακόμη και ο καινοτόμος του ποιητικού μέτρου όφειλε να επικυρωθεί από την τρέλα. (Ακόμη και σε εποχές πολύ πιο μετριοπαθείς, η τρέλα παρέμενε ένας είδος σύμβασης μεταξύ των ποιητών: αυτήν χρησιμοποίησε, παραδείγματος χάρη, ο Σόλωνας όταν κέντριζε τους Αθηναίους να καταλάβουν την Σαλαμίνα). Πώς γίνεται κανείς τρελός, όταν δεν είναι και δεν τολμάει να παραστήσει πως είναι τέτοιος;
Σχεδόν όλοι οι εξέχοντες άνθρωποι των αρχαιότερων πολιτισμών έιναι παραδομένοι σ’αυτές τις τρομακτικές σκέψεις˙ μια μυστική διδασκαλία, φτιαγμένη από τεχνάσματα και διατητικές υποδείξεις, διαδόθηκε γι’αυτό το θέμα, μαζί με το συναίσθημα της αθωότητας και μάλιστα της αγιότητας αυτών των ενασχολήσεων και αυτών των σχεδίων.
Οι συνταγές για να γίνεις γιατρός στους Ινδιάνους, άγιος στους χριστιανούς του Μεσσαίωνα «angekok» στους Γροιλανδούς, «paje» στους Βραζιλιάνους, είναι ουσιαστικά οι ίδιες: παράλογες νηστείες, μόνιμη σεξουαλική αποχή να πηγαίνεις και να κάθεσαι στην έρημο ή στην κορυφή ενός βουνού ή ενός στύλου ή «να κάθεσαι πάνω σε μια αιωνόβια ιτιά που να βλέπει τη λίμνη» και, ιδίως, να μην σκέφτεσαι τίποτε άλλο παρά μόνον ό,τι μπορεί να φέρει έκσταση και αταξία του πνεύματος. Ποιος τολμάει να ρίξει μια ματιά στον αγριότοπο των πιο πικρών και των πιο περιττών ψυχικών αγωνιών όπου πιθανόν να αναλώθηκαν οι πιο γόνιμοι άνθρωποι όλων των εποχών!
Ποιος τολμάει να ακούσει εκείνους τους αναστεναγμούς των μοναχικών και των διαταραγμένων:
Αχ, δώστε μου τρέλα, εσείς επουράνιοι! Τρέλα, για να πιστέψω επιτέλους στον εαυτό μου! Δώστε μου παραληρήματα και σπασμούς, ξαφνικά φώτα και σκοτάδια, τρομάξτε με με κρύα και με ζέστες που ποτέ άλλος θνητός δεν δοκίμασε, με εκκωφαντικούς θορύβους και περιδινούμενες μορφές, αφήστε με να ουρλιάζω και να μουγκρίζω και να έρπω σαν ζώο: αρκεί να βρώ πίστη στον εαυτό μου! Η αμφιβολία με κατατρώει, σκότωσα τον νόμο, ο νόμος με τρομάζει όπως τον ζωντανό ένα πτώμα: αν δεν είμαι εγώ κάτι περισσότερο από τον νόμο, τότε είμαι ο βδελυρότερος όλων. Το καινούριο πνεύμα που βρίσκεται μέσα μου, από πού έρχεται σε μένα, αν όχι από σας; Αποδείξτε μου λοιπόν ότι είμαι δικός σας˙ μόνον η τρέλα μού το αποδείχνει.
Και πάρα πολλές φορές η θέρμη αυτή πετύχαινε τον σκοπό της: την εποχή που ο χριστιανισμός απέδειχνε περισσότερο τη γονιμότητα του σε αγίους και αναχωρητές, πιστεύοντας πως έτσι έδινε αποδείξεις για τον εαυτό του, υπήρχαν στην Ιερουσαλήμ μεγάλα φρενοκομεία για ατυχήσαντες αγίους, για εκείνους που είχαν θυσιάσει το τελευταίο τους σπυρί λογικής.
Φρίντριχ Νίτσε, Χαραυγή
Πώς να ενισχύσουμε την περιέργεια των παιδιών που αγαπούν τη μάθηση
Οι περισσότεροι γονείς επιθυμούν με κάθε τρόπο να εμφυσήσουν στα παιδιά τους την αγάπη για τη μάθηση και τις δεξιότητες της κριτικής σκέψης, αλλά στις μέρες μας είναι δύσκολη υπόθεση. Η κοινωνία μας κατακλύζεται από παραπληροφόρηση, θεωρίες συνομωσίας, άρνηση της επιστήμης και άλλα στοιχεία που μας πηγαίνουν πίσω. Χρειαζόμαστε πολίτες που να παίρνουν υπεύθυνα μεγάλες αποφάσεις για τη δημοκρατία, την κλιματική αλλαγή, την υγεία, την τεχνολογία, την εκπαίδευση, την αντιμετώπιση της φτώχειας και για άλλα ζητήματα.
Η διανοητική περιέργεια ωφελεί όχι μόνο την κοινωνία μας στο σύνολό της αλλά επίσης και τα παιδιά ως άτομα σε έναν ολοένα εξελισσόμενο κόσμο. Ένα παιδί που απολαμβάνει να μαθαίνει θα έχει την αυτοπεποίθηση να ξεπεράσει νέες προκλήσεις και να εξερευνήσει με επιμονή, μαθαίνοντας από τα λάθη του.
Πώς, μπορούν λοιπόν οι γονείς να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αναπτύξουν αγάπη για τη μάθηση και διανοητική περιέργεια; Ειδικοί έδωσαν τα φώτα τους απαντώντας στη huffpost.
Πώς να ενισχύσουμε την διανοητική περιέργεια των παιδιών που αγαπούν τη μάθηση
Δημιουργούμε χώρο για ερωτήσεις και ανοιχτές συζητήσεις
Όλα τα παιδιά έχουν ερωτήματα, σκέψεις και ιδέες για τον κόσμο γύρω τους. Χρειάζονται έναν ασφαλή και μη επικριτικό χώρο για να κάνουν και να σκεφτούν αυτές τις ερωτήσεις από διαφορετικές και εναλλακτικές οπτικές. Οι ειδικοί συστήνουν οι γονείς να αφιερώνουν χρόνο για συζητήσεις με τα παιδιά και να τα ρωτούν τι έχουν στο νου τους.
Μπορεί να είναι κάτι απλό όπως το τι έκαναν σήμερα, αν τους άρεσε η ταινία που είδαν, τι μουσική ακούνε ή τι παιχνίδια προτιμούν να παίξουν. Οι ερευνητές έχουν βρει ότι αυτός είναι ένας ισχυρός δείκτης επιτυχίας των παιδιών στο μέλλον, όπως και η ενθάρρυνση για γενικές ερωτήσεις που αφορούν στον κόσμο και στη ζωή.
Ενθαρρύνουμε τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα
Οι γονείς μπορούν να θρέψουν τα ενδιαφέροντα των παιδιών, καθώς σε αυτά τα ζητήματα χρειάζεται «επένδυση» με κάθε τρόπο ώστε να αναπτυχθούν. Αν για παράδειγμα ενδιαφέρονται για τα μαθηματικά ή τη φυσική, πάρτε τους παιχνίδια που να τους δίνουν ευκαιρίες να «γυμνάζουν» τον εγκέφαλό τους. Αν παρατηρείτε ότι ενδιαφέρονται για τα βιβλία, βεβαιωθείτε ότι θα υπάρχουν ενδιαφέρουσες επιλογές στο σπίτι.
Γινόμαστε πρότυπο αναφορικά με τη μάθηση
Οι ψυχολόγοι θεωρούν ότι ο καλύτερος τρόπος για να ενσταλάξουν οι γονείς την αγάπη για τη μάθηση στα παιδιά τους είναι οι ίδιοι να γίνουν πρότυπα διανοητικής περιέργειας. Διαβάστε μπροστά τους – βιβλία, όχι από το κινητό. Ξεκινήστε νέα χόμπι και δείξτε τους πώς είναι, ασχοληθείτε με τη μαγειρική και συμπεριλάβετέ τα στην εμπειρία σας.
Αναγνωρίζουμε τα βέλτιστα στυλ μάθησης
Τα παιδιά δείχνουν ενδιαφέρον όταν βλέπουν ότι τα καταφέρνουν. Αν διδάξετε σε ένα παιδί μεθόδους μάθησης, θα δείτε και μια αύξηση στη φυσική του περιέργεια. Θα κάνει περισσότερες ερωτήσεις για να μάθει και θα αρχίζει να δημιουργεί νοητικές συνδέσεις.
Αν και υπάρχουν αρκετά παρόμοια στυλ μάθησης, διαφορετικοί άνθρωποι προτιμούν διαφορετικούς τρόπους συλλογής, επεξεργασίας και ανάκλησης των πληροφοριών. Οι γονείς χρειάζεται να δοκιμάσουν και να προσαρμόσουν ανάλογα με τις ανάγκες και τις ικανότητες του παιδιού, παρέχοντάς του εργαλεία.
Προσφέρουμε θετική ενίσχυση
Πώς αντιδράμε σε σχολικά θέματα; Αν πείτε «πήρες Α;», θα σκεφτούν ότι αυτό που έχει σημασία είναι το Α. Αν πείτε «Τι έμαθες και τι σου άρεσε από τη μέρα σου σήμερα στο σχολείο;», θα δουν ότι εκτιμάτε περισσότερο την εμπειρία τους και τη γενική διαδικασία της μάθησης.
Γενικά, οι ειδικοί συστήνουν να δίνουμε μεγαλύτερη έμφαση στον μακροπρόθεσμα στόχος της διανοητικής περιέργειας για τη ζωή, παρά στους βραχυπρόθεσμους στόχους, όπως στους καλούς βαθμούς και στα βραβεία.
Παρέχουμε τα υλικά για να εκφράζουν τις ιδέες τους
Οι γονείς μπορούν να προάγουν τη διανοητική περιέργεια στα παιδιά, παρέχοντας υλικά για να εκφράζουν τις ιδέες τους μέσα από τη γραφή και τη ζωγραφική – όπως μαρκαδόρους, χαρτί, σημειωματάρια, μπλοκ και χρώματα. Ιδανικά, θα μπορούσαν τα παιδιά να έχουν ένα κουτί τέχνης με τέτοιες προμήθειες.
Αυτά τα υλικά δεν χρειάζεται να είναι ακριβά για να αποδειχθούν χρήσιμα. Η τέχνη και η γραφή μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να καταλάβουν τον κόσμο γύρω τους, να εξερευνήσουν ερωτήματα και σκέψεις για συγκεκριμένα ζητήματα, να εκφράσουν αυτό που έχουν στο νου τους και να συνοψίσουν τα όσα μαθαίνουν.
Η διανοητική περιέργεια ωφελεί όχι μόνο την κοινωνία μας στο σύνολό της αλλά επίσης και τα παιδιά ως άτομα σε έναν ολοένα εξελισσόμενο κόσμο. Ένα παιδί που απολαμβάνει να μαθαίνει θα έχει την αυτοπεποίθηση να ξεπεράσει νέες προκλήσεις και να εξερευνήσει με επιμονή, μαθαίνοντας από τα λάθη του.
Πώς, μπορούν λοιπόν οι γονείς να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αναπτύξουν αγάπη για τη μάθηση και διανοητική περιέργεια; Ειδικοί έδωσαν τα φώτα τους απαντώντας στη huffpost.
Πώς να ενισχύσουμε την διανοητική περιέργεια των παιδιών που αγαπούν τη μάθηση
Δημιουργούμε χώρο για ερωτήσεις και ανοιχτές συζητήσεις
Όλα τα παιδιά έχουν ερωτήματα, σκέψεις και ιδέες για τον κόσμο γύρω τους. Χρειάζονται έναν ασφαλή και μη επικριτικό χώρο για να κάνουν και να σκεφτούν αυτές τις ερωτήσεις από διαφορετικές και εναλλακτικές οπτικές. Οι ειδικοί συστήνουν οι γονείς να αφιερώνουν χρόνο για συζητήσεις με τα παιδιά και να τα ρωτούν τι έχουν στο νου τους.
Μπορεί να είναι κάτι απλό όπως το τι έκαναν σήμερα, αν τους άρεσε η ταινία που είδαν, τι μουσική ακούνε ή τι παιχνίδια προτιμούν να παίξουν. Οι ερευνητές έχουν βρει ότι αυτός είναι ένας ισχυρός δείκτης επιτυχίας των παιδιών στο μέλλον, όπως και η ενθάρρυνση για γενικές ερωτήσεις που αφορούν στον κόσμο και στη ζωή.
Ενθαρρύνουμε τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα
Οι γονείς μπορούν να θρέψουν τα ενδιαφέροντα των παιδιών, καθώς σε αυτά τα ζητήματα χρειάζεται «επένδυση» με κάθε τρόπο ώστε να αναπτυχθούν. Αν για παράδειγμα ενδιαφέρονται για τα μαθηματικά ή τη φυσική, πάρτε τους παιχνίδια που να τους δίνουν ευκαιρίες να «γυμνάζουν» τον εγκέφαλό τους. Αν παρατηρείτε ότι ενδιαφέρονται για τα βιβλία, βεβαιωθείτε ότι θα υπάρχουν ενδιαφέρουσες επιλογές στο σπίτι.
Γινόμαστε πρότυπο αναφορικά με τη μάθηση
Οι ψυχολόγοι θεωρούν ότι ο καλύτερος τρόπος για να ενσταλάξουν οι γονείς την αγάπη για τη μάθηση στα παιδιά τους είναι οι ίδιοι να γίνουν πρότυπα διανοητικής περιέργειας. Διαβάστε μπροστά τους – βιβλία, όχι από το κινητό. Ξεκινήστε νέα χόμπι και δείξτε τους πώς είναι, ασχοληθείτε με τη μαγειρική και συμπεριλάβετέ τα στην εμπειρία σας.
Αναγνωρίζουμε τα βέλτιστα στυλ μάθησης
Τα παιδιά δείχνουν ενδιαφέρον όταν βλέπουν ότι τα καταφέρνουν. Αν διδάξετε σε ένα παιδί μεθόδους μάθησης, θα δείτε και μια αύξηση στη φυσική του περιέργεια. Θα κάνει περισσότερες ερωτήσεις για να μάθει και θα αρχίζει να δημιουργεί νοητικές συνδέσεις.
Αν και υπάρχουν αρκετά παρόμοια στυλ μάθησης, διαφορετικοί άνθρωποι προτιμούν διαφορετικούς τρόπους συλλογής, επεξεργασίας και ανάκλησης των πληροφοριών. Οι γονείς χρειάζεται να δοκιμάσουν και να προσαρμόσουν ανάλογα με τις ανάγκες και τις ικανότητες του παιδιού, παρέχοντάς του εργαλεία.
Προσφέρουμε θετική ενίσχυση
Πώς αντιδράμε σε σχολικά θέματα; Αν πείτε «πήρες Α;», θα σκεφτούν ότι αυτό που έχει σημασία είναι το Α. Αν πείτε «Τι έμαθες και τι σου άρεσε από τη μέρα σου σήμερα στο σχολείο;», θα δουν ότι εκτιμάτε περισσότερο την εμπειρία τους και τη γενική διαδικασία της μάθησης.
Γενικά, οι ειδικοί συστήνουν να δίνουμε μεγαλύτερη έμφαση στον μακροπρόθεσμα στόχος της διανοητικής περιέργειας για τη ζωή, παρά στους βραχυπρόθεσμους στόχους, όπως στους καλούς βαθμούς και στα βραβεία.
Παρέχουμε τα υλικά για να εκφράζουν τις ιδέες τους
Οι γονείς μπορούν να προάγουν τη διανοητική περιέργεια στα παιδιά, παρέχοντας υλικά για να εκφράζουν τις ιδέες τους μέσα από τη γραφή και τη ζωγραφική – όπως μαρκαδόρους, χαρτί, σημειωματάρια, μπλοκ και χρώματα. Ιδανικά, θα μπορούσαν τα παιδιά να έχουν ένα κουτί τέχνης με τέτοιες προμήθειες.
Αυτά τα υλικά δεν χρειάζεται να είναι ακριβά για να αποδειχθούν χρήσιμα. Η τέχνη και η γραφή μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να καταλάβουν τον κόσμο γύρω τους, να εξερευνήσουν ερωτήματα και σκέψεις για συγκεκριμένα ζητήματα, να εκφράσουν αυτό που έχουν στο νου τους και να συνοψίσουν τα όσα μαθαίνουν.
Τύχη – Ευτυχία – Δυστυχία
Είναι σε όλους γνωστό ότι άλλο πράγμα είναι η τύχη και άλλο είναι η ευτυχία. Ούτε οι τυχεροί είναι πάντα ευτυχισμένοι και ούτε οι άτυχοι είναι πάντα δυστυχισμένοι. Και επειδή ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι συνεχώς ευτυχισμένος (αυτό θα ήταν το επιθυμητό) μα ούτε και συνεχώς δυστυχισμένος (αυτό θα ήταν το απευκταίο), τότε ίσως τύχη είναι το αντιστάθμισμα της ζυγαριάς ανάμεσα στην ευτυχία και τη δυστυχία. Η σχετική ισορροπία ανάμεσα στις απόλυτες ακραίες περιπτώσεις. Και όπως λέει ο Λα Ροσφουκώ: «Οποιαδήποτε διαφορά κι αν φαίνεται στις Τύχες, ένας συμψηφισμός υπάρχει πάντα που εξισώνει τις καλές και τις κακές». Ωστόσο, ευτυχία σημαίνει να είσαι μέτοχος πολλών αξιών όπως είναι : η γνώση, η αρετή, η ελευθερία, το δίκαιο, η αγάπη, η αυτογνωσία, η φιλία και κάθε άλλο αγαθό.
Αν η αληθινή ευτυχία στηρίζεται περισσότερο σε πνευματικά αίτια, η δυστυχία οφείλεται κυρίως σε υλικά αίτια: σε οικονομική εξαθλίωση, σε αρρώστιες, σε άδικη συμπεριφορά των κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στο ανίσχυρο άτομο, στην εκμετάλλευση και την αδιαφορία των συνανθρώπων απέναντι στη συμφορά του.
Η ανθρώπινη δυστυχία εκδηλώνεται με την απώλεια των αγαθών της ζωής: της υγείας, της περιουσίας, της κοινωνικής θέσης, της αισιοδοξίας, της δημιουργικότητας, με αποτέλεσμα την ταπείνωση της προσωπικής αξιοπρέπειας και την ψυχοπαθολογία της συμπεριφοράς.
Και ενώ η ευτυχία προάγει την ψυχική ισορροπία και υγεία και υλοποιεί τον πόθο της ατομικής και κοινωνικής καταξίωσης με τελικό αποτέλεσμα το ηδονικό συναίσθημα της χαράς, αντίθετα η δυστυχία αποσαθρώνει κάθε διάθεση και όραμα, κάθε ελπίδα και δραστηριότητα.
Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι όσοι άνθρωποι υπάρχουν τόσα είναι τα νοηματικά περιεχόμενα που προσδίδουν στη λέξη ευτυχία. Έτσι άλλοι τη θεωρούν άσκηση αρετής, άλλη ως φυγή από τα εγκόσμια, άλλοι ως απόκτηση δύναμης και εξουσίας, πλούτου και απολαύσεων κ.ο.κ. Όλες αυτές οι υποκειμενικές διαφορές και προτιμήσεις έχουν άμεση συνάρτηση με τον τόπο και την εποχή που ζει καθένας, με την επαγγελματική δραστηριότητα, τα ιδεολογικά πιστεύματα, τα συναισθηματικά αγαπήματα, την οικογενειακή αγωγή, την κοινωνική συνείδηση, την παιδεία και την καλλιέργεια. Ωστόσο η βάση για την βελτίωση της ευτυχίας είναι η υλική αυτάρκεια, το εύφορο έδαφος όπου θα φυτρώσει ο σπόρος της πνευματικότητας, της ηθικότητας, της καλλαισθητικής δραστηριότητας, της κοινοτικής συνειδητότητας κ.λ.π. με κορύφωση τις αρμονικές ανθρώπινες σχέσεις βασισμένες στη σωστή ψυχολογία των συνανθρώπων μας.
Η σωστή ψυχολογία των συνανθρώπων μας
Ο Β. Russel στο έργο του «The conquest of Happiness» λέει ότι: «Ευτυχία που προσφέρει γνήσια ικανοποίηση, προέρχεται από την πληρέστερη άσκηση των ικανοτήτων μας και την κατανόηση του κόσμου μέσα στον οποίο ζούμε. Ο παθολογικός εγωισμός, η μεγαλομανία και η αθέμιτη φιλοδοξία δεν είναι ποτέ συντελεστές ευτυχίας. Δεν μπορεί να υπάρχει ολοκληρωτική ικανοποίηση, όταν καλλιεργείται ένα μονάχα στοιχείο της ανθρώπινης φύσης σε βάρος όλων των άλλων, ούτε και όταν βλέπουμε όλον τον κόσμο σαν πρώτη ύλη για τη δόξα του εγώ μας. Ο μεγαλομανής, είτε άρρωστος είναι είτε προϊόν κάποιας μεγάλης ταπείνωσης. Ο Ναπολέων υπέφερε στα μαθητικά του χρόνια από σύμπλεγμα κατωτερότητας απέναντι στους συμμαθητές του, που ήταν πλούσιοι αριστοκράτες, ενώ εκείνος ήταν ένα φτωχόπαιδο που σπούδαζε με υποτροφία. Όταν επέτρεψε στους εμιγκρέδες να επαναπατριστούν, ένιωσε ικανοποίηση που έβλεπε τους άλλοτε συμμαθητές του να υποκλίνονται μπροστά του. Τι ευτυχία! Αυτό όμως δεν του έφτανε. ‘Ηθελε να νιώσει μια ανάλογη ικανοποίηση βλέποντας στα πόδια του τον Τσάρο και αυτό τον οδήγησε στο νησί της Αγίας Ελένης. Μια και κανένας δεν είναι παντοδύναμος, εκείνος που κυριαρχείται ολοκληρωτικά σ’ όλη του τη ζωή από τη δίψα της εξουσίας, δεν μπορεί παρά να συναντηθεί αργά η γρήγορα εμπόδια που δεν είναι σε θέση να υπερπηδήσει. Μόνο κάποια μορφή ψυχοπάθειας μπορεί να παρεμποδίσει τη συνείδηση να το χωνέψει αυτό, αν και όταν είναι κανείς αρκετά ισχυρός μπορεί να βάλει στη φυλακή ή να εκτελέσει εκείνους που θα τολμήσουν να του πουν κάτι τέτοιο».
Είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την ευτυχία, και είναι αληθινά τυχερός αυτός που διαθέτει το σωστό αισθητήριο και τη σωστή γνώση για την ψυχολογία των συνανθρώπων του, πράγμα το οποίο θα δρομολογήσει τη σωστή κοινωνική του συμπεριφορά. Ας κοιτάξουμε πιο αναλυτικά τον τομέα αυτόν. Η ευαισθησία και η γνώση, η αντίληψη και η κρίση, η νοημοσύνη και η φαντασία, η μνήμη και η θέληση είναι από τους βασικότερους συντελεστές της επιτυχίας μας στη ζωή. Ωστόσο υπάρχει κάτι ακόμα που ενισχύει και στερεώνει αυτή την επιτυχία – κάτι που συνήθως είναι προϊόν της πείρας -και τούτο είναι: η σωστή ψυχολογία των συνανθρώπων μας. Σπουδαίο πράγμα η αυτογνωσία, αλλά και η ετερογνωσία στέκεται κάποτε σπουδαιότερο. Εξάλλου η ετερογνωσία οδηγεί στην αυτογνωσία. Όποιος σπούδασε έναν άνθρωπο και τον έμαθε καλά, τότε έχει γνωρίσει και τον εαυτό του. Η ετεροπαρατήρηση οδηγεί στην αυτοπαρατήρηση και η σύγκριση οδηγεί στην κρίση – στη σωστή κρίση του εαυτού μας.
Η Ψυχολογία εξετάζει και σπουδάζει – ως επιστήμη – τις εκδηλώσεις του ψυχικού βίου των ατόμων. Οι εκδηλώσεις αυτές έχουν δύο αφετηρίες: α) τον χαρακτήρα ή προσωπικότητα, που είναι η ψυχική ιδιομορφία του ατόμου (δηλ. το σύνολο των σταθερών ιδιοτήτων που σχετίζονται περισσότερο με την κληρονομικότητα και λιγότερο με τις κοινωνικές επιδράσεις), και β) τη συμπεριφορά ή διαγωγή, που είναι το σύνολο των εκδηλώσεων του ατόμου (με λόγια ή με πράξεις) στις σχέσεις του με τα άλλα άτομα της κοινωνίας. Οι αντιδράσεις του αυτές μαρτυρούν και τον πολιτισμό του. Κάτω από ορισμένες συνθήκες (αγωγή, φόβος, κ.α.) η συμπεριφορά του ατόμου τροποποιείται ευκολότερα απ’ ότι τροποποιείται ο διαμορφωμένος και παγιωμένος χαρακτήρας του. Ωστόσο, το ν’αλλάζεις διαγωγή είναι σα ν’αλλάζεις χρωματισμό στον τοίχο. Το προηγούμενο χρώμα παραμένει κάτω απ’το καινούριο. Η κοινωνική συμπεριφορά εμπεριέχει σπερματικά την γενετική συγκρότηση του χαρακτήρα, αλλά κυρίως είναι προϊόν αντιδράσεων των εκάστοτε ερεθισμάτων του περιβάλλοντος (αφού υπάρχει στενότατη αλληλεπίδραση του ατόμου και κοινωνικού περιβάλλοντος). Ουσιαστικά η συμπεριφορά μας είναι ένα κλάσμα με αριθμητή την ατομική μας έκφραση και παρονομαστή την κοινωνική συμπεριφορά της ομάδας.
Γνωρίζουμε βέβαια ότι η κοινωνία αποτελείται από άτομο που συνδέονται μεταξύ τους με κοινά πολιτιστικά στοιχεία (ήθη, έθιμα, παραδόσεις, γλώσσα, ιδεολογία, κ.ά.), που έχουν κοινά συμφέροντα και επιδιώξεις, και που ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους με κοινούς κανόνες και νόμους. Η κοινωνικότητα στον άνθρωπο είναι έμφυτη αλλά και επίκτητη. Βασίζεται στην κληρονομικότητα και συγχρόνων υπαγορεύεται από τις ανάγκες της ζωής. Οι διάφοροι τομείς των ανθρωπιστικών επιστημών, και ιδιαίτερα της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας και της ανθρωπολογίας ασχολούνται με την κοινωνική συμπεριφορά – τη φυσιολογία της και την παθολογία της. Σήμερα τα ναρκωτικά και το AIDS δημιουργούν πρόσθετα προβλήματα.
Οι στοιχειώδεις γνώσεις της ψυχολογίας αλλά και οι εμπειρικές ικανότητες για την ψυχολογία των συνανθρώπων μας, βοηθούν πάρα πολύ στην προσαρμογή μας στον κοινωνικό χώρο, στη ρύθμιση της σωστής συμπεριφοράς μας και στο ν’ αποχτήσει η ζωή μας «ανθρώπινη ουσία» και ποιότητα αναβαθμισμένη. Θεμέλιος και ακρογωνιαίος λίθος η ψυχολογία στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, μας ανοίγει δρόμους εκεί που με την πρώτη ματιά βλέπουμε φράγμα αδιαπέραστο, σ’όλες τις καμπές του βίου μας. Μ’αυτήν βοηθό, ο μαθητής συμπεριφέρεται σωστά στον συμμαθητή του, ο σπουδαστής στον συμφοιτητή του, ο εργαζόμενος στον συνάδελφό του, ο ερωτευμένος στον ερωτικό του σύντροφο, ο τεχνίτης στον ομότεχνο, ο ανώτερος στον κατώτερο, ο κατώτερος στον ανώτερο, ο άντρας στη γυναίκα, η γυναίκα στον άντρα, ο οικονομικά δυνατός στον οικονομικά αδύνατο, ο ευγενής στον αγενή, ο μορφωμένος στον αμόρφωτο, ο ηθικός στον ανήθικο, ο ειλικρινής στον ανειλικρινή, ο τολμηρός στο δειλό, ο αλτρουιστής στον ατομιστή, ο μεγάλος στον μικρό, ο δάσκαλος στο μαθητή, ο γονιός στο παιδί, ο φίλος στον φίλο αλλά και στον ξένο.
Οι διαφορές που παρουσιάζουν οι άνθρωποι είναι περισσότερο επίκτητες, εξαιτίας των «ρόλων» που παίζουν στην κοινωνία ανάλογα με τη θέση τους, γιατί αυτοί οι ρόλοι επιδρούν στην προσωπικότητα. Η παιδεία και η αγωγή συμπληρώνουν τη δομή του χαρακτήρα.
Εφόσον η κοινωνικότητα προβάλλει ως έμφυτη τάση για επικοινωνία και συμβίωση με τους άλλους, επειδή ο άνθρωπος δεν είναι αυτάρκης (υλικά και ψυχικά, ηθικά και πολιτιστικά), τη φυσιολογική του πληρότητα και ισορροπία το Εγώ – ως ατομικό συμφέρον της ύπαρξης – τη βρίσκει στο Εμείς – ως κοινωνικό συμφέρον. Κι η προσαρμογή σ’ αυτή την κοινωνική συμβίωση, που θα οδηγήσει σ’ έναν ομαλό ψυχικό βίο, περνάει μέσα από ένα πλέγμα δημιουργικής προσπάθειας και αλτρουιστικής συμπεριφοράς. Σ’ αυτό το είδος της συμπεριφοράς θα διακρίνουμε: την άμβλυνση του ενστίκτου της επιθετικότητας και την καταστολή των συγκρούσεων, την καλλιέργεια της συνεργασίας και του αλληλοσεβασμού, τη δημιουργία φιλικών διαπροσωπικών σχέσεων, το πνεύμα της συμπαράστασης, της στοργής και της αγάπης, αλλά και της αξιοπρέπειας, της τιμής και της εμπιστοσύνης, την παραδοχή της ισότητας των δυο φύλων, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων – που είναι απόρροια της ανθρωπιστικής ηθικής. Μέσα σ’ ένα τέτοιο κλίμα δικαιοσύνης ελευθερίας και ανθρωπιάς, το συναίσθημα της αβεβαιότητας, και της ανασφάλειας (που είναι η πηγή του άγχους της εποχής μας) υποχωρεί, και αυτή η «κοινωνικοποίηση του Εγώ» ολοκληρώνει το άτομο, που αποκτάει σιγά – σιγά μια ώριμη κοινωνική συνείδηση με υψηλούς στόχους.
Την αντίθετη τελείως εικόνα συναντούμε στον ατομιστή με την αντικοινωνική συμπεριφορά, που τελικά ζημιώνει την ύπαρξη του και τους άλλους. Εξάλλου, ” ΤΟ ΤΩ ΣΜΗΝΕΙ ΜΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΟΥΔΕ ΤΗ ΜΕΛΙΣΣΗ ΣΥΜΦΕΡΕΙ” (Μ.Αυρήλιος)
Το πρόβλημα της ψυχολογίας του ατόμου μέσα στον κοινωνικό χώρο είδε τις σωστές διαστάσεις ο A. Adler (1870-1935). Μαθητής του S. Freud και ιδρυτής της «Ατομικής ψυχολογίας» δέχεται πως το βασικό κίνητρο της δραστηριότητας του ανθρώπου (που πηγάζει απ’το δυναμικό ασυνείδητο) είναι η ορμή για κοινωνική αναγνώριση, για επικράτηση και κυριαρχία, για υπερνίκηση των μειονεκτημάτων του και δύναμη. To κάθε άτομο που είναι – ξεχωριστό και ανεπανάληπτο φοβάται μήπως το απορρίψει η ομάδα εξαιτίας κάποιας σωματικής ή πνευματικής μειονεξίας του (: εσωτερική αιτία)ή όταν το περιβάλλον είναι ακατάλληλο (: εξωτερική αιτία) οπότε δεν γίνεται σωστή αποτίμηση της αξίας του. Έτσι, εμποδίζεται η ορμή και η τάση για αναγνώριση, και δημιουργείται ένα πιεστικό συναίσθημα αυτοϋποβιβασμού και κατωτερότητας που θέτει σε κίνδυνο την ίδια του την ύπαρξη, ένα σύμπλεγμα μειονεκτικότητας(Minderwrtigkeits Komplex). Σ’αυτό το συναίσθημα της αυτοϋποβάθμισης το άτομο αντιδρά με δυο τρόπους: α) το αντισταθμίζει με την εξιδανίκευση και την δημιουργικότητα σ’ έναν άλλο τομέα. Εκεί οφείλονται τα μεγάλα επιτεύγματα των ελαττωματικών ατόμων (Δημοσθένης, Αγησίλαος, Τουλούζ – Λωτρέκ, Μπετόβεν κ.α ) β) το απωθεί προς το ασυνείδητο και παθαίνει νεύρωση. Η νεύρωση είναι ένα σύστημα προσωπικών υπεκφυγών και δικαιολογιών που αφορούν αντικοινωνικές αντιδράσεις συμπεριφοράς.
Στον έρωτα – όπως άλλωστε και σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες – υπάρχουν διαβαθμίσεις εντάσεων: η έλλειψη, η μεσότητα, η υπερβολή. Στην πρώτη βαθμίδα βρίσκονται οι αφύσικα εγκρατείς – ανέραστοι. Εδώ υπάγονται οι βιολογικά ανίκανοι ή υποτονικοί, οι ψυχολογικά κομπλεξικοί από τον φόβο του σεξουαλικού συντρόφου ή από κάποια ατυχή απόρριψη στην ερωτική τους ζωή, και σε μεγάλο ποσοστό οι υποταγμένοι σε κάποια θρησκευτική πίστη ή στην διακονία ενός υψηλού ιδανικού που έταξαν ως σκοπό της ζωής τους. Αυτές είναι οι βασικές και συνηθέστερες περιπτώσεις αυτής της βαθμίδας. Υπάρχουν όμως και πολλές άλλες εξατομικευμένες αλλά σπανιότερες.
Στην μέση – νορμάλ κατηγορία βρίσκονται οι περισσότεροι άνθρωποι. Γι’ αυτούς η ερωτική λειτουργία είναι μια φυσιολογική και αναγκαία επιταγή στην οποία πειθαρχούν χωρίς άγχος και ψυχικές αναστολές, χωρίς υπερβολές και απαράδεκτες εκτροπές. Η χαρά που προσφέρει η ζωή με τον ερωτικό σύντροφο είναι μεγάλη και δεν την αρνούνται. Την επιδιώκουν όσο το επιτρέπει ο τρόπος της ζωής τους, και ενώ την αναγνωρίζουν ως ύψιστο αγαθό, δεν θυσιάζονται γι’ αυτό, όταν κάτι δεν πάει κατ’ ευχήν. Είναι πάντοτε ανοιχτοί και καλοπροαίρετοι στον έρωτα, και δεν δένονται στο κατάρτι της άρνησης και της εγκράτειας σαν τον Οδυσσέα, όπως οι άνθρωποι της πρώτης βαθμίδας.
Στην ερωτική υπερβολή ανήκουν οι ερωτομανείς και παθιασμένοι, οι λάγνοι οι παράφοροι και οι τρελοί από το πάθος. Αυτοί είναι οι αδηφάγοι και μέθυσοι, που γίνονται παρανάλωμα της ερωτικής φλόγας και οδηγούνται συχνά στην παραφροσύνη, στο έγκλημα και στην καταστροφή. Η κατάχρηση της θεραπευτικής δόσης μετατρέπει το φάρμακο του έρωτα σε φαρμάκι θανατηφόρο. Ο φυσιολογικός πόθος γίνεται αφύσικο πάθος και καταλήγει σε πάθημα.
Τόσο η πρώτη κατηγορία: το ισόβιο ΟΧΙ στον έρωτα, όσο και η τρίτη με την ισόβια υπερβολή, έχουν το ίδιο αρνητικό αποτέλεσμα για τον άνθρωπο. Ο Ευριπίδης το είχε επισημάνει: «Αυτοί που αποφεύγουν υπερβολικά την Αφροδίτη είναι το ίδιο άρρωστοι μ’ εκείνους που την κυνηγούν υπερβολικά» (Οι την Κύπριν άγαν φεύγοντες, νοσούσι ομοίως τοις άγαν θηρωμένοις).
Αν η αληθινή ευτυχία στηρίζεται περισσότερο σε πνευματικά αίτια, η δυστυχία οφείλεται κυρίως σε υλικά αίτια: σε οικονομική εξαθλίωση, σε αρρώστιες, σε άδικη συμπεριφορά των κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στο ανίσχυρο άτομο, στην εκμετάλλευση και την αδιαφορία των συνανθρώπων απέναντι στη συμφορά του.
Η ανθρώπινη δυστυχία εκδηλώνεται με την απώλεια των αγαθών της ζωής: της υγείας, της περιουσίας, της κοινωνικής θέσης, της αισιοδοξίας, της δημιουργικότητας, με αποτέλεσμα την ταπείνωση της προσωπικής αξιοπρέπειας και την ψυχοπαθολογία της συμπεριφοράς.
Και ενώ η ευτυχία προάγει την ψυχική ισορροπία και υγεία και υλοποιεί τον πόθο της ατομικής και κοινωνικής καταξίωσης με τελικό αποτέλεσμα το ηδονικό συναίσθημα της χαράς, αντίθετα η δυστυχία αποσαθρώνει κάθε διάθεση και όραμα, κάθε ελπίδα και δραστηριότητα.
Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι όσοι άνθρωποι υπάρχουν τόσα είναι τα νοηματικά περιεχόμενα που προσδίδουν στη λέξη ευτυχία. Έτσι άλλοι τη θεωρούν άσκηση αρετής, άλλη ως φυγή από τα εγκόσμια, άλλοι ως απόκτηση δύναμης και εξουσίας, πλούτου και απολαύσεων κ.ο.κ. Όλες αυτές οι υποκειμενικές διαφορές και προτιμήσεις έχουν άμεση συνάρτηση με τον τόπο και την εποχή που ζει καθένας, με την επαγγελματική δραστηριότητα, τα ιδεολογικά πιστεύματα, τα συναισθηματικά αγαπήματα, την οικογενειακή αγωγή, την κοινωνική συνείδηση, την παιδεία και την καλλιέργεια. Ωστόσο η βάση για την βελτίωση της ευτυχίας είναι η υλική αυτάρκεια, το εύφορο έδαφος όπου θα φυτρώσει ο σπόρος της πνευματικότητας, της ηθικότητας, της καλλαισθητικής δραστηριότητας, της κοινοτικής συνειδητότητας κ.λ.π. με κορύφωση τις αρμονικές ανθρώπινες σχέσεις βασισμένες στη σωστή ψυχολογία των συνανθρώπων μας.
Η σωστή ψυχολογία των συνανθρώπων μας
Ο Β. Russel στο έργο του «The conquest of Happiness» λέει ότι: «Ευτυχία που προσφέρει γνήσια ικανοποίηση, προέρχεται από την πληρέστερη άσκηση των ικανοτήτων μας και την κατανόηση του κόσμου μέσα στον οποίο ζούμε. Ο παθολογικός εγωισμός, η μεγαλομανία και η αθέμιτη φιλοδοξία δεν είναι ποτέ συντελεστές ευτυχίας. Δεν μπορεί να υπάρχει ολοκληρωτική ικανοποίηση, όταν καλλιεργείται ένα μονάχα στοιχείο της ανθρώπινης φύσης σε βάρος όλων των άλλων, ούτε και όταν βλέπουμε όλον τον κόσμο σαν πρώτη ύλη για τη δόξα του εγώ μας. Ο μεγαλομανής, είτε άρρωστος είναι είτε προϊόν κάποιας μεγάλης ταπείνωσης. Ο Ναπολέων υπέφερε στα μαθητικά του χρόνια από σύμπλεγμα κατωτερότητας απέναντι στους συμμαθητές του, που ήταν πλούσιοι αριστοκράτες, ενώ εκείνος ήταν ένα φτωχόπαιδο που σπούδαζε με υποτροφία. Όταν επέτρεψε στους εμιγκρέδες να επαναπατριστούν, ένιωσε ικανοποίηση που έβλεπε τους άλλοτε συμμαθητές του να υποκλίνονται μπροστά του. Τι ευτυχία! Αυτό όμως δεν του έφτανε. ‘Ηθελε να νιώσει μια ανάλογη ικανοποίηση βλέποντας στα πόδια του τον Τσάρο και αυτό τον οδήγησε στο νησί της Αγίας Ελένης. Μια και κανένας δεν είναι παντοδύναμος, εκείνος που κυριαρχείται ολοκληρωτικά σ’ όλη του τη ζωή από τη δίψα της εξουσίας, δεν μπορεί παρά να συναντηθεί αργά η γρήγορα εμπόδια που δεν είναι σε θέση να υπερπηδήσει. Μόνο κάποια μορφή ψυχοπάθειας μπορεί να παρεμποδίσει τη συνείδηση να το χωνέψει αυτό, αν και όταν είναι κανείς αρκετά ισχυρός μπορεί να βάλει στη φυλακή ή να εκτελέσει εκείνους που θα τολμήσουν να του πουν κάτι τέτοιο».
Είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την ευτυχία, και είναι αληθινά τυχερός αυτός που διαθέτει το σωστό αισθητήριο και τη σωστή γνώση για την ψυχολογία των συνανθρώπων του, πράγμα το οποίο θα δρομολογήσει τη σωστή κοινωνική του συμπεριφορά. Ας κοιτάξουμε πιο αναλυτικά τον τομέα αυτόν. Η ευαισθησία και η γνώση, η αντίληψη και η κρίση, η νοημοσύνη και η φαντασία, η μνήμη και η θέληση είναι από τους βασικότερους συντελεστές της επιτυχίας μας στη ζωή. Ωστόσο υπάρχει κάτι ακόμα που ενισχύει και στερεώνει αυτή την επιτυχία – κάτι που συνήθως είναι προϊόν της πείρας -και τούτο είναι: η σωστή ψυχολογία των συνανθρώπων μας. Σπουδαίο πράγμα η αυτογνωσία, αλλά και η ετερογνωσία στέκεται κάποτε σπουδαιότερο. Εξάλλου η ετερογνωσία οδηγεί στην αυτογνωσία. Όποιος σπούδασε έναν άνθρωπο και τον έμαθε καλά, τότε έχει γνωρίσει και τον εαυτό του. Η ετεροπαρατήρηση οδηγεί στην αυτοπαρατήρηση και η σύγκριση οδηγεί στην κρίση – στη σωστή κρίση του εαυτού μας.
Η Ψυχολογία εξετάζει και σπουδάζει – ως επιστήμη – τις εκδηλώσεις του ψυχικού βίου των ατόμων. Οι εκδηλώσεις αυτές έχουν δύο αφετηρίες: α) τον χαρακτήρα ή προσωπικότητα, που είναι η ψυχική ιδιομορφία του ατόμου (δηλ. το σύνολο των σταθερών ιδιοτήτων που σχετίζονται περισσότερο με την κληρονομικότητα και λιγότερο με τις κοινωνικές επιδράσεις), και β) τη συμπεριφορά ή διαγωγή, που είναι το σύνολο των εκδηλώσεων του ατόμου (με λόγια ή με πράξεις) στις σχέσεις του με τα άλλα άτομα της κοινωνίας. Οι αντιδράσεις του αυτές μαρτυρούν και τον πολιτισμό του. Κάτω από ορισμένες συνθήκες (αγωγή, φόβος, κ.α.) η συμπεριφορά του ατόμου τροποποιείται ευκολότερα απ’ ότι τροποποιείται ο διαμορφωμένος και παγιωμένος χαρακτήρας του. Ωστόσο, το ν’αλλάζεις διαγωγή είναι σα ν’αλλάζεις χρωματισμό στον τοίχο. Το προηγούμενο χρώμα παραμένει κάτω απ’το καινούριο. Η κοινωνική συμπεριφορά εμπεριέχει σπερματικά την γενετική συγκρότηση του χαρακτήρα, αλλά κυρίως είναι προϊόν αντιδράσεων των εκάστοτε ερεθισμάτων του περιβάλλοντος (αφού υπάρχει στενότατη αλληλεπίδραση του ατόμου και κοινωνικού περιβάλλοντος). Ουσιαστικά η συμπεριφορά μας είναι ένα κλάσμα με αριθμητή την ατομική μας έκφραση και παρονομαστή την κοινωνική συμπεριφορά της ομάδας.
Γνωρίζουμε βέβαια ότι η κοινωνία αποτελείται από άτομο που συνδέονται μεταξύ τους με κοινά πολιτιστικά στοιχεία (ήθη, έθιμα, παραδόσεις, γλώσσα, ιδεολογία, κ.ά.), που έχουν κοινά συμφέροντα και επιδιώξεις, και που ρυθμίζουν τη συμπεριφορά τους με κοινούς κανόνες και νόμους. Η κοινωνικότητα στον άνθρωπο είναι έμφυτη αλλά και επίκτητη. Βασίζεται στην κληρονομικότητα και συγχρόνων υπαγορεύεται από τις ανάγκες της ζωής. Οι διάφοροι τομείς των ανθρωπιστικών επιστημών, και ιδιαίτερα της ψυχολογίας, της κοινωνιολογίας και της ανθρωπολογίας ασχολούνται με την κοινωνική συμπεριφορά – τη φυσιολογία της και την παθολογία της. Σήμερα τα ναρκωτικά και το AIDS δημιουργούν πρόσθετα προβλήματα.
Οι στοιχειώδεις γνώσεις της ψυχολογίας αλλά και οι εμπειρικές ικανότητες για την ψυχολογία των συνανθρώπων μας, βοηθούν πάρα πολύ στην προσαρμογή μας στον κοινωνικό χώρο, στη ρύθμιση της σωστής συμπεριφοράς μας και στο ν’ αποχτήσει η ζωή μας «ανθρώπινη ουσία» και ποιότητα αναβαθμισμένη. Θεμέλιος και ακρογωνιαίος λίθος η ψυχολογία στις διαπροσωπικές μας σχέσεις, μας ανοίγει δρόμους εκεί που με την πρώτη ματιά βλέπουμε φράγμα αδιαπέραστο, σ’όλες τις καμπές του βίου μας. Μ’αυτήν βοηθό, ο μαθητής συμπεριφέρεται σωστά στον συμμαθητή του, ο σπουδαστής στον συμφοιτητή του, ο εργαζόμενος στον συνάδελφό του, ο ερωτευμένος στον ερωτικό του σύντροφο, ο τεχνίτης στον ομότεχνο, ο ανώτερος στον κατώτερο, ο κατώτερος στον ανώτερο, ο άντρας στη γυναίκα, η γυναίκα στον άντρα, ο οικονομικά δυνατός στον οικονομικά αδύνατο, ο ευγενής στον αγενή, ο μορφωμένος στον αμόρφωτο, ο ηθικός στον ανήθικο, ο ειλικρινής στον ανειλικρινή, ο τολμηρός στο δειλό, ο αλτρουιστής στον ατομιστή, ο μεγάλος στον μικρό, ο δάσκαλος στο μαθητή, ο γονιός στο παιδί, ο φίλος στον φίλο αλλά και στον ξένο.
Οι διαφορές που παρουσιάζουν οι άνθρωποι είναι περισσότερο επίκτητες, εξαιτίας των «ρόλων» που παίζουν στην κοινωνία ανάλογα με τη θέση τους, γιατί αυτοί οι ρόλοι επιδρούν στην προσωπικότητα. Η παιδεία και η αγωγή συμπληρώνουν τη δομή του χαρακτήρα.
Εφόσον η κοινωνικότητα προβάλλει ως έμφυτη τάση για επικοινωνία και συμβίωση με τους άλλους, επειδή ο άνθρωπος δεν είναι αυτάρκης (υλικά και ψυχικά, ηθικά και πολιτιστικά), τη φυσιολογική του πληρότητα και ισορροπία το Εγώ – ως ατομικό συμφέρον της ύπαρξης – τη βρίσκει στο Εμείς – ως κοινωνικό συμφέρον. Κι η προσαρμογή σ’ αυτή την κοινωνική συμβίωση, που θα οδηγήσει σ’ έναν ομαλό ψυχικό βίο, περνάει μέσα από ένα πλέγμα δημιουργικής προσπάθειας και αλτρουιστικής συμπεριφοράς. Σ’ αυτό το είδος της συμπεριφοράς θα διακρίνουμε: την άμβλυνση του ενστίκτου της επιθετικότητας και την καταστολή των συγκρούσεων, την καλλιέργεια της συνεργασίας και του αλληλοσεβασμού, τη δημιουργία φιλικών διαπροσωπικών σχέσεων, το πνεύμα της συμπαράστασης, της στοργής και της αγάπης, αλλά και της αξιοπρέπειας, της τιμής και της εμπιστοσύνης, την παραδοχή της ισότητας των δυο φύλων, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων – που είναι απόρροια της ανθρωπιστικής ηθικής. Μέσα σ’ ένα τέτοιο κλίμα δικαιοσύνης ελευθερίας και ανθρωπιάς, το συναίσθημα της αβεβαιότητας, και της ανασφάλειας (που είναι η πηγή του άγχους της εποχής μας) υποχωρεί, και αυτή η «κοινωνικοποίηση του Εγώ» ολοκληρώνει το άτομο, που αποκτάει σιγά – σιγά μια ώριμη κοινωνική συνείδηση με υψηλούς στόχους.
Την αντίθετη τελείως εικόνα συναντούμε στον ατομιστή με την αντικοινωνική συμπεριφορά, που τελικά ζημιώνει την ύπαρξη του και τους άλλους. Εξάλλου, ” ΤΟ ΤΩ ΣΜΗΝΕΙ ΜΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝ ΟΥΔΕ ΤΗ ΜΕΛΙΣΣΗ ΣΥΜΦΕΡΕΙ” (Μ.Αυρήλιος)
Το πρόβλημα της ψυχολογίας του ατόμου μέσα στον κοινωνικό χώρο είδε τις σωστές διαστάσεις ο A. Adler (1870-1935). Μαθητής του S. Freud και ιδρυτής της «Ατομικής ψυχολογίας» δέχεται πως το βασικό κίνητρο της δραστηριότητας του ανθρώπου (που πηγάζει απ’το δυναμικό ασυνείδητο) είναι η ορμή για κοινωνική αναγνώριση, για επικράτηση και κυριαρχία, για υπερνίκηση των μειονεκτημάτων του και δύναμη. To κάθε άτομο που είναι – ξεχωριστό και ανεπανάληπτο φοβάται μήπως το απορρίψει η ομάδα εξαιτίας κάποιας σωματικής ή πνευματικής μειονεξίας του (: εσωτερική αιτία)ή όταν το περιβάλλον είναι ακατάλληλο (: εξωτερική αιτία) οπότε δεν γίνεται σωστή αποτίμηση της αξίας του. Έτσι, εμποδίζεται η ορμή και η τάση για αναγνώριση, και δημιουργείται ένα πιεστικό συναίσθημα αυτοϋποβιβασμού και κατωτερότητας που θέτει σε κίνδυνο την ίδια του την ύπαρξη, ένα σύμπλεγμα μειονεκτικότητας(Minderwrtigkeits Komplex). Σ’αυτό το συναίσθημα της αυτοϋποβάθμισης το άτομο αντιδρά με δυο τρόπους: α) το αντισταθμίζει με την εξιδανίκευση και την δημιουργικότητα σ’ έναν άλλο τομέα. Εκεί οφείλονται τα μεγάλα επιτεύγματα των ελαττωματικών ατόμων (Δημοσθένης, Αγησίλαος, Τουλούζ – Λωτρέκ, Μπετόβεν κ.α ) β) το απωθεί προς το ασυνείδητο και παθαίνει νεύρωση. Η νεύρωση είναι ένα σύστημα προσωπικών υπεκφυγών και δικαιολογιών που αφορούν αντικοινωνικές αντιδράσεις συμπεριφοράς.
Το άτομο επιχειρεί να δικαιολογήσει την (ανάρμοστη) στάση του ως προς την επίλυση κυρίως τριών βασικών προβλημάτων του: α) την επαγγελματική του αποκατάσταση, β) τη σχέση του με το ετερόφυλο, γ) τις διανθρώπινες σχέσεις του. Τα νευρωτικά συμπτώματα είναι συνήθεις φανταστικές ασθένειες για να δικαιολογήσει το άτομο την αδυναμία του.
Ο S.Freud (1865-1939) ως αιτία της νεύρωσης βρίσκει τις “απωθήσεις” στο ασυνείδητο τις επιθυμίες του ατόμου (και ιδιαίτερα την σεξουαλική) επειδή τις απαγορεύει η κοινωνία, το γονεϊκό πρότυπο, ο θεός, το υπερ-Εγώ (: η ηθική συνείδηση) του νευρωτικού.
Ο νεοφροϋδικός Erich Fromm (1900-1980) υποστηρίζει ότι μέσα στη σύγχρονη απάνθρωπη κοινωνία όπου απουσιάζει η αλληλεγγύη και η αγάπη, το άτομο εγκαταλείπει την προσπάθεια για προσωπική εξατομίκευση και μιμείται έναν “κοινωνικό τύπο” νομίζοντας έτσι ότι θα λύσει τα προβλήματά του. Οι γονείς, όπως και η αγωγή της πολιτείας καλλιεργούν στον νέο άνθρωπο έναν “κοινωνικό χαρακτήρα” (προσαρμοσμένον στο πολιτικο-οικονομικό σύστημα της χώρας) εις βάρος του “ατομικού του χαρακτήρα” και της ανάπτυξης μιας ελεύθερης και δημιουργικής προσωπικότητας. Ο Fromm διακρίνει στη σημερινή κοινωνία τους εξής “μη παραγωγικούς” κοινωνικούς τύπους: τον εκμεταλλευτή, τον υποτακτικό, τον σαδιστή, τον μαζοχιστή, τον άβουλο, τον εύπιστο, τον φανατικό. Την μίμηση των κοινωνικών προτύπων υποστήριξαν και οι κοινωνιολόγοι G. Tarde (1843-1904) και E. Durkheim (1858-1917).
Ο ομαλός ψυχικός βίος που εξασφαλίζεται από ομαλές κοινωνικές συνθήκες και προπαντός από σωστή και φωτισμένη παιδεία, είναι μια εγγύηση για σωστή και φυσιολογική συμπεριφορά. Το ψυχολογικό πρόβλημα εμφανίζεται όταν το άτομο συμπεριφέρεται με τρόπο ασυνεπή προς τις προσωπικές του ανάγκες ή τις κοινωνικές απαιτήσεις. Τότε έχουμε διαταραχή της συμπεριφοράς και πρέπει ν’αναζητήσουμε τα αίτια και τις μορφές θεραπείας. Όρος απαραίτητος για την αντιμετώπιση αυτού του ατόμου είναι η κατανόηση και η ανεκτικότητα με την οποία θα τον περιβάλλουμε. Τα παιδιά, οι έφηβοι και οι γέροι χρειάζονται περισσότερο αυτή τη στοργική αντιμετώπιση.Η συναισθηματική οξύτητα είναι η χαρακτηριστική συμπεριφορά του απαίδευτου και άπειρου, ενώ η πνευματική επιείκεια είναι κορυφαία αρετή του πεπαιδευμένου και πεπειραμένου. Η προκατάληψη, η νοσηρή φαντασία, η καχυποψία κι ο εγωισμός είναι πάντα κακοί σύμβουλοι στην αμερόληπτη ψυχολογία των συνανθρώπων μας.
Οι διάφοροι τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας δημιουργούν ή επηρεάζουν την ψυχολογία των ατόμων που τους εκπροσωπούν. Τα διάφορα επαγγέλματα των εργατών ή των επιστημόνων, των επιχειρηματιών ή των πνευματικών ανθρώπων που ασχολούνται με την αισθητική, την ηθική και τη φιλοσοφία της γνώσης, διαμορφώνουν και μια ιδιαίτερη ψυχολογία, που πρέπει κάθε φορά να τη λαμβάνουμε υπόψη μας στις συνδιαλλαγές μας μαζί τους. Φυσικά, πριν απ’ το επάγγελμα υπάρχει ο άνθρωπος με τον έμφυτο χαρακτήρα του και απέναντι του υπάρχει ο συνάνθρωπος που θα τον κρίνει με κατανόηση ή θα τον κατακρίνει με μεροληψία. Όμως, πριν κακοχαρακτηρίσουμε κάποιον, ας σκεφτούμε μήπως ανήκει σε διαφορετικό ψυχολογικό τύπο απ’ τον δικό μας – και να τον κρίνουμε με το δικό του μέτρο. Γιατί, πως μπορεί να ζητάμε τον ίδιο ήχο από ένα όργανο της ορχήστρας διαφορετικό απ’ το δικό μας; Γι’ αυτό και οι άνθρωποι ομαδοποιούνται και πιάνουν φιλίες σύμφωνα με τις ομοιότητες που έχουν, όπως και τα μουσικά όργανα της ορχήστρας απαρτίζουν ηχητικές ενότητες. Ο Δημόκριτος το επισήμανε: «Ομοφροσύνη φιλίην ποιεί». Και κάτι ακόμα σημαντικό: Είναι κακός ψυχολόγος όποιος βασισμένος στην ψυχολογία του φύλου του αναλύει και κρίνει το άλλο φύλο. Για τη σωστή κατανόηση της γυναικείας συμπεριφοράς πρέπει ο άντρας να χρησιμοποιεί γυναικεία κριτήρια. Πράγμα αδύνατο για την φύση του. (Και το αντίστροφο).
Η δικαιοσύνη απαιτεί να είμαστε αντικειμενικοί στις ψυχολογικές κρίσεις μας, αλλά οι προτιμήσεις μας νοθεύουν την αντικειμενικότητα μας. Ακόμα και σε πράξεις ηθικά αδιάφορες (όπως το πως τρώμε ή κοιμόμαστε) δίνουμε κάποιον ηθικό ή δεοντολογικό προσδιορισμό, ανάλογα με το πρόσωπο που συμπαθούμε ή αντιπαθούμε. Εξάλλου, ο άνθρωπος που συμπαθούμε κι όχι ο άνθρωπος με τη λογική μπορεί και να μας επηρεάσει στην αλλαγή της συμπεριφοράς μας. Είναι επίσης αξιοπρόσεκτο και το ότι αν τύχει κι έχει κάποιος τα προτερήματα του ανθρώπου που αντιπαθεί, συχνά επιθυμεί ν’ απαλλαγεί απ’ αυτά, μα πρόθυμα μιμείται τα ελαττώματα του φίλου του…
Σημαντικό ρόλο στη συμπεριφορά παίζει η ηλικία. Ο νέος, κι αν ακόμα έχει τη μάθηση ενός γέρου σοφού, ποτέ δεν θα χει και την ίδια συμπεριφορά. Η ηλικία είναι η σοφία της συμπεριφοράς. Βέβαια, η συμπεριφορά ακολουθεί πιστά την παιδεία μας όπως ο ίσκιος το σώμα μας, αλλά η συμπεριφορά είναι μια γρήγορη συνήθως αντίδραση σ’ ένα ερέθισμα. Για κάθε ξένη όμως επίδραση υπάρχει μόνο μια σωστή αντίστοιχη αντίδραση από μέρους μας. Γι’ αυτό γλιστράμε σε λάθος. Η σωστή συμπεριφορά είναι μία, τα πάθη μας πολλά και η άγνοια μας περισσότερη. Κι ακόμα, ψυχολογούμε τους άλλους επιπόλαια και μετά διαμαρτυρόμαστε ότι μας εξαπάτησαν… Χρειάζεται λοιπόν προσοχή και σχολαστική μελέτη των χαρακτήρων που συναναστρεφόμαστε, τόσο στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο όσο και στον στενότερο φιλικό ή οικογενειακό. Το περιβόητο «χάσμα των γενεών» δεν θα είχε αυτό το εύρος αν χαρακτήριζε όλους η κατανόηση και η διαλλακτικότητα απέναντι στα ετεροχρονικά άτομα (που αναγκαστικά είναι φορείς των αξιών και ιδεολογιών της εποχής τους).
Κι αν προσπαθήσουμε επίμονα να καταλάβουμε τη συμπεριφορά του κόσμου – αιτιολογώντας τη – τότε θα γνωρίσουμε έκπληκτοι έναν καινούργιο κόσμο ανθρώπων. Έναν κόσμο γεμάτον αξίες που παραγνώρισε ο εγωισμός μας, και γεμάτων αγωνία που προσπέρασε η στοργή και η αγάπη μας.
Όλοι ομολογούν ότι στάθηκαν πολύ τυχεροί εκείνοι που ευτύχησαν στην ερωτική τους ζωή. Και μ’ αυτό εννοούν την πλήρη – κατά το δυνατόν- συνάντηση των δύο εραστών, που είχαν καταργήσει την επιφυλακτικότητα και την υποκρισία και οι προσωπικότητες των δύο συγχωνεύονται σε μία, έτσι που η πεζή ζωή μετατρέπεται σε παράδεισο. Το ερωτικό φαινόμενο δίνει μια άλλη διάσταση, πιο υπερβατική στη ζωή μας.
Το ερωτικό φαινόμενο αφορά στην ελκτική γοητεία δυο ατόμων που βασικά στοχεύουν στην απόλαυση της σεξουαλικής ηδονής. Αυτό είναι το πρωτογενές βιολογικό κίνητρο της ερωτικής έλξης, και δευτερογενώς η φύση επιτελεί το θαυμαστό έργο της: την διαιώνιση του είδους.
Υπάρχει λοιπόν το «ένστικτο της συνουσίας και όχι της αναπαραγωγής» (Νίτσε). Η αμοιβαία έλξη είναι η αφετηρία του έρωτα που οδηγεί σε έναν δαιδαλώδη δρόμο αιθρίας και καταιγίδων, συμφωνίας και ασυμφωνίας χαρακτήρων, ρεαλισμού και ρομαντισμού, ορθολογικής αποτίμησης και φαντασιακής αλληλοεξιδανίκευσης, έως ότου ο έρωτας τερματίσει στον γάμο και την συμβίωση, ή στον χωρισμό και τη μοναξιά. Γι’ αυτό ένας επιτυχημένος έρωτας στηρίζεται σε άτομα μη εγωκεντρικά, αλλά αλτρουιστικά, με κατανόηση και διαλλακτικότητα, με ευγένεια και ήθος, συνεργάσιμα και συμβιβαστικά, υποχωρητικά και καλλιεργημένα.
Αντίθετα, άτομα ανίκανο να ψυχολογήσουν σωστά τον σύντροφό τους, άτομα υπερθυμικά, παρορμητικά και ευέξαπτα, χαρακτήρες ασταθείς και θρασύδειλοι, συμπλεγματικοί και καχύποπτοι, αποτυγχάνουν στον έρωτα. Οι άνθρωποι που θέλουν να παίρνουν χωρίς να δίνουν, παραχαϊδεμένοι και άβουλοι (από την υπερπροστασία των γονέων) υπερόπτες και «ρατσιστές» δεν έχουν θέση στον ερωτικό παράδεισο. Κάθε άνθρωπος διψάει για έρωτα που συνδυάζει την ψυχική αγάπη και την σωματική συνεύρεση. Κι αυτή η δίψα πραΰνεται προσωρινά και πάλι φουντώνει ανικανοποίητη, γιατί η ζωή είναι δεμένη με τον έρωτα και με όλες τις παραλλαγές του.
Βασικό στοιχείο του μεγάλου έρωτα είναι η αποκλειστικότητα. Χαρακτηριστικά του γνωρίσματα είναι η αφοσίωση μέχρι θυσίας, το συναίσθημα της ιδιοκτησίας απ’ όπου πηγάζει και η επιθετικότητα προς τους ανταγωνιστές. Ο αληθινός έρωτας γνωρίζει να εξισορροπεί το ένστικτο με το συναίσθημα και τη φαντασία. Η φύση διδάσκει την τέχνη και την φιλοσοφία του έρωτα, και η εμπειρία του ολοκληρώνεται αφού περάσει η πρώτη νεότητα. Στους ώριμους ανθρώπους ωριμάζει και ο έρωτας. Τότε εξευγενίζεται, ωραιοποιούνται οι τρέλες του και υποβαθμίζεται ο εγωισμός του, γιατί ο έρωτας είναι ένα πάθος εγωιστικό και απαιτητικό, αδηφάγο και αψίκορο. Ωστόσο ο έρωτας είναι μια συζυγία ψυχών αμφίσημη: επιτυχημένη ή αποτυχημένη. Άλλοτε πρόκειται για μια διπλή ευτυχία και άλλοτε καταλήγει σε μια διπλή μοναξιά.
Για την έν-θεη ή εν-θουσιαστική μανία του έρωτα μας μιλούν ο Πάν και οι Νύμφες, καθώς και όλοι οι θεοί και τα σύμβολα της γονιμότητας σε όλους τους λαούς της γης.
Ο έρωτας στην αρχαιοελληνική μυθολογία ενσαρκώνεται στο πρόσωπο της Αφροδίτης, ενώ ο γάμος στην φυσιογνωμία της Ήρας. Η πρώτη εμφανίζεται γεμάτη θέλγητρα και καλοσύνη, αλλά η δεύτερη σαν κακότροπη και εχθρό της. Κι αυτό δείχνει την δυσκολία της συνύπαρξης του έρωτα μέσα στο γάμο, μιας ύπαρξης – της ανθρώπινης – που από την φύση της είναι βιολογικά δισυπόστατη, ενστικτικά πολυερωτική και συναισθηματικά μονογαμική. Το μεγάλο κατόρθωμα αυτής της ύπαρξης είναι να μπορέσει να διατηρήσει τον έρωτα μέσα στον γάμο. Αυτό θέλει μεγάλη τέχνη και πείρα, θέληση και ψυχική επάρκεια.
Ο έρωτας αρχίζει από την επαφή των χειλιών στο φιλί, που είναι μια πρόγευση – ωμοφαγική – του πλάσματος που αγαπάμε. Και ύστερα «οι εραστές αγκαλιάζονται, παλεύουν και φιλιούνται ο καθένας για λογαριασμό του, λέγοντας: «σ’ αγαπώ, σε λατρεύω» και κλαίνε και πονούν και μαλώνουν λέγοντας: «είμαστε ευτυχισμένοι»! (Henry Barbusse).
Ο S.Freud (1865-1939) ως αιτία της νεύρωσης βρίσκει τις “απωθήσεις” στο ασυνείδητο τις επιθυμίες του ατόμου (και ιδιαίτερα την σεξουαλική) επειδή τις απαγορεύει η κοινωνία, το γονεϊκό πρότυπο, ο θεός, το υπερ-Εγώ (: η ηθική συνείδηση) του νευρωτικού.
Ο νεοφροϋδικός Erich Fromm (1900-1980) υποστηρίζει ότι μέσα στη σύγχρονη απάνθρωπη κοινωνία όπου απουσιάζει η αλληλεγγύη και η αγάπη, το άτομο εγκαταλείπει την προσπάθεια για προσωπική εξατομίκευση και μιμείται έναν “κοινωνικό τύπο” νομίζοντας έτσι ότι θα λύσει τα προβλήματά του. Οι γονείς, όπως και η αγωγή της πολιτείας καλλιεργούν στον νέο άνθρωπο έναν “κοινωνικό χαρακτήρα” (προσαρμοσμένον στο πολιτικο-οικονομικό σύστημα της χώρας) εις βάρος του “ατομικού του χαρακτήρα” και της ανάπτυξης μιας ελεύθερης και δημιουργικής προσωπικότητας. Ο Fromm διακρίνει στη σημερινή κοινωνία τους εξής “μη παραγωγικούς” κοινωνικούς τύπους: τον εκμεταλλευτή, τον υποτακτικό, τον σαδιστή, τον μαζοχιστή, τον άβουλο, τον εύπιστο, τον φανατικό. Την μίμηση των κοινωνικών προτύπων υποστήριξαν και οι κοινωνιολόγοι G. Tarde (1843-1904) και E. Durkheim (1858-1917).
Ο ομαλός ψυχικός βίος που εξασφαλίζεται από ομαλές κοινωνικές συνθήκες και προπαντός από σωστή και φωτισμένη παιδεία, είναι μια εγγύηση για σωστή και φυσιολογική συμπεριφορά. Το ψυχολογικό πρόβλημα εμφανίζεται όταν το άτομο συμπεριφέρεται με τρόπο ασυνεπή προς τις προσωπικές του ανάγκες ή τις κοινωνικές απαιτήσεις. Τότε έχουμε διαταραχή της συμπεριφοράς και πρέπει ν’αναζητήσουμε τα αίτια και τις μορφές θεραπείας. Όρος απαραίτητος για την αντιμετώπιση αυτού του ατόμου είναι η κατανόηση και η ανεκτικότητα με την οποία θα τον περιβάλλουμε. Τα παιδιά, οι έφηβοι και οι γέροι χρειάζονται περισσότερο αυτή τη στοργική αντιμετώπιση.Η συναισθηματική οξύτητα είναι η χαρακτηριστική συμπεριφορά του απαίδευτου και άπειρου, ενώ η πνευματική επιείκεια είναι κορυφαία αρετή του πεπαιδευμένου και πεπειραμένου. Η προκατάληψη, η νοσηρή φαντασία, η καχυποψία κι ο εγωισμός είναι πάντα κακοί σύμβουλοι στην αμερόληπτη ψυχολογία των συνανθρώπων μας.
Οι διάφοροι τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας δημιουργούν ή επηρεάζουν την ψυχολογία των ατόμων που τους εκπροσωπούν. Τα διάφορα επαγγέλματα των εργατών ή των επιστημόνων, των επιχειρηματιών ή των πνευματικών ανθρώπων που ασχολούνται με την αισθητική, την ηθική και τη φιλοσοφία της γνώσης, διαμορφώνουν και μια ιδιαίτερη ψυχολογία, που πρέπει κάθε φορά να τη λαμβάνουμε υπόψη μας στις συνδιαλλαγές μας μαζί τους. Φυσικά, πριν απ’ το επάγγελμα υπάρχει ο άνθρωπος με τον έμφυτο χαρακτήρα του και απέναντι του υπάρχει ο συνάνθρωπος που θα τον κρίνει με κατανόηση ή θα τον κατακρίνει με μεροληψία. Όμως, πριν κακοχαρακτηρίσουμε κάποιον, ας σκεφτούμε μήπως ανήκει σε διαφορετικό ψυχολογικό τύπο απ’ τον δικό μας – και να τον κρίνουμε με το δικό του μέτρο. Γιατί, πως μπορεί να ζητάμε τον ίδιο ήχο από ένα όργανο της ορχήστρας διαφορετικό απ’ το δικό μας; Γι’ αυτό και οι άνθρωποι ομαδοποιούνται και πιάνουν φιλίες σύμφωνα με τις ομοιότητες που έχουν, όπως και τα μουσικά όργανα της ορχήστρας απαρτίζουν ηχητικές ενότητες. Ο Δημόκριτος το επισήμανε: «Ομοφροσύνη φιλίην ποιεί». Και κάτι ακόμα σημαντικό: Είναι κακός ψυχολόγος όποιος βασισμένος στην ψυχολογία του φύλου του αναλύει και κρίνει το άλλο φύλο. Για τη σωστή κατανόηση της γυναικείας συμπεριφοράς πρέπει ο άντρας να χρησιμοποιεί γυναικεία κριτήρια. Πράγμα αδύνατο για την φύση του. (Και το αντίστροφο).
Η δικαιοσύνη απαιτεί να είμαστε αντικειμενικοί στις ψυχολογικές κρίσεις μας, αλλά οι προτιμήσεις μας νοθεύουν την αντικειμενικότητα μας. Ακόμα και σε πράξεις ηθικά αδιάφορες (όπως το πως τρώμε ή κοιμόμαστε) δίνουμε κάποιον ηθικό ή δεοντολογικό προσδιορισμό, ανάλογα με το πρόσωπο που συμπαθούμε ή αντιπαθούμε. Εξάλλου, ο άνθρωπος που συμπαθούμε κι όχι ο άνθρωπος με τη λογική μπορεί και να μας επηρεάσει στην αλλαγή της συμπεριφοράς μας. Είναι επίσης αξιοπρόσεκτο και το ότι αν τύχει κι έχει κάποιος τα προτερήματα του ανθρώπου που αντιπαθεί, συχνά επιθυμεί ν’ απαλλαγεί απ’ αυτά, μα πρόθυμα μιμείται τα ελαττώματα του φίλου του…
Σημαντικό ρόλο στη συμπεριφορά παίζει η ηλικία. Ο νέος, κι αν ακόμα έχει τη μάθηση ενός γέρου σοφού, ποτέ δεν θα χει και την ίδια συμπεριφορά. Η ηλικία είναι η σοφία της συμπεριφοράς. Βέβαια, η συμπεριφορά ακολουθεί πιστά την παιδεία μας όπως ο ίσκιος το σώμα μας, αλλά η συμπεριφορά είναι μια γρήγορη συνήθως αντίδραση σ’ ένα ερέθισμα. Για κάθε ξένη όμως επίδραση υπάρχει μόνο μια σωστή αντίστοιχη αντίδραση από μέρους μας. Γι’ αυτό γλιστράμε σε λάθος. Η σωστή συμπεριφορά είναι μία, τα πάθη μας πολλά και η άγνοια μας περισσότερη. Κι ακόμα, ψυχολογούμε τους άλλους επιπόλαια και μετά διαμαρτυρόμαστε ότι μας εξαπάτησαν… Χρειάζεται λοιπόν προσοχή και σχολαστική μελέτη των χαρακτήρων που συναναστρεφόμαστε, τόσο στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο όσο και στον στενότερο φιλικό ή οικογενειακό. Το περιβόητο «χάσμα των γενεών» δεν θα είχε αυτό το εύρος αν χαρακτήριζε όλους η κατανόηση και η διαλλακτικότητα απέναντι στα ετεροχρονικά άτομα (που αναγκαστικά είναι φορείς των αξιών και ιδεολογιών της εποχής τους).
Κι αν προσπαθήσουμε επίμονα να καταλάβουμε τη συμπεριφορά του κόσμου – αιτιολογώντας τη – τότε θα γνωρίσουμε έκπληκτοι έναν καινούργιο κόσμο ανθρώπων. Έναν κόσμο γεμάτον αξίες που παραγνώρισε ο εγωισμός μας, και γεμάτων αγωνία που προσπέρασε η στοργή και η αγάπη μας.
Όλοι ομολογούν ότι στάθηκαν πολύ τυχεροί εκείνοι που ευτύχησαν στην ερωτική τους ζωή. Και μ’ αυτό εννοούν την πλήρη – κατά το δυνατόν- συνάντηση των δύο εραστών, που είχαν καταργήσει την επιφυλακτικότητα και την υποκρισία και οι προσωπικότητες των δύο συγχωνεύονται σε μία, έτσι που η πεζή ζωή μετατρέπεται σε παράδεισο. Το ερωτικό φαινόμενο δίνει μια άλλη διάσταση, πιο υπερβατική στη ζωή μας.
Το ερωτικό φαινόμενο αφορά στην ελκτική γοητεία δυο ατόμων που βασικά στοχεύουν στην απόλαυση της σεξουαλικής ηδονής. Αυτό είναι το πρωτογενές βιολογικό κίνητρο της ερωτικής έλξης, και δευτερογενώς η φύση επιτελεί το θαυμαστό έργο της: την διαιώνιση του είδους.
Υπάρχει λοιπόν το «ένστικτο της συνουσίας και όχι της αναπαραγωγής» (Νίτσε). Η αμοιβαία έλξη είναι η αφετηρία του έρωτα που οδηγεί σε έναν δαιδαλώδη δρόμο αιθρίας και καταιγίδων, συμφωνίας και ασυμφωνίας χαρακτήρων, ρεαλισμού και ρομαντισμού, ορθολογικής αποτίμησης και φαντασιακής αλληλοεξιδανίκευσης, έως ότου ο έρωτας τερματίσει στον γάμο και την συμβίωση, ή στον χωρισμό και τη μοναξιά. Γι’ αυτό ένας επιτυχημένος έρωτας στηρίζεται σε άτομα μη εγωκεντρικά, αλλά αλτρουιστικά, με κατανόηση και διαλλακτικότητα, με ευγένεια και ήθος, συνεργάσιμα και συμβιβαστικά, υποχωρητικά και καλλιεργημένα.
Αντίθετα, άτομα ανίκανο να ψυχολογήσουν σωστά τον σύντροφό τους, άτομα υπερθυμικά, παρορμητικά και ευέξαπτα, χαρακτήρες ασταθείς και θρασύδειλοι, συμπλεγματικοί και καχύποπτοι, αποτυγχάνουν στον έρωτα. Οι άνθρωποι που θέλουν να παίρνουν χωρίς να δίνουν, παραχαϊδεμένοι και άβουλοι (από την υπερπροστασία των γονέων) υπερόπτες και «ρατσιστές» δεν έχουν θέση στον ερωτικό παράδεισο. Κάθε άνθρωπος διψάει για έρωτα που συνδυάζει την ψυχική αγάπη και την σωματική συνεύρεση. Κι αυτή η δίψα πραΰνεται προσωρινά και πάλι φουντώνει ανικανοποίητη, γιατί η ζωή είναι δεμένη με τον έρωτα και με όλες τις παραλλαγές του.
Βασικό στοιχείο του μεγάλου έρωτα είναι η αποκλειστικότητα. Χαρακτηριστικά του γνωρίσματα είναι η αφοσίωση μέχρι θυσίας, το συναίσθημα της ιδιοκτησίας απ’ όπου πηγάζει και η επιθετικότητα προς τους ανταγωνιστές. Ο αληθινός έρωτας γνωρίζει να εξισορροπεί το ένστικτο με το συναίσθημα και τη φαντασία. Η φύση διδάσκει την τέχνη και την φιλοσοφία του έρωτα, και η εμπειρία του ολοκληρώνεται αφού περάσει η πρώτη νεότητα. Στους ώριμους ανθρώπους ωριμάζει και ο έρωτας. Τότε εξευγενίζεται, ωραιοποιούνται οι τρέλες του και υποβαθμίζεται ο εγωισμός του, γιατί ο έρωτας είναι ένα πάθος εγωιστικό και απαιτητικό, αδηφάγο και αψίκορο. Ωστόσο ο έρωτας είναι μια συζυγία ψυχών αμφίσημη: επιτυχημένη ή αποτυχημένη. Άλλοτε πρόκειται για μια διπλή ευτυχία και άλλοτε καταλήγει σε μια διπλή μοναξιά.
Για την έν-θεη ή εν-θουσιαστική μανία του έρωτα μας μιλούν ο Πάν και οι Νύμφες, καθώς και όλοι οι θεοί και τα σύμβολα της γονιμότητας σε όλους τους λαούς της γης.
Ο έρωτας στην αρχαιοελληνική μυθολογία ενσαρκώνεται στο πρόσωπο της Αφροδίτης, ενώ ο γάμος στην φυσιογνωμία της Ήρας. Η πρώτη εμφανίζεται γεμάτη θέλγητρα και καλοσύνη, αλλά η δεύτερη σαν κακότροπη και εχθρό της. Κι αυτό δείχνει την δυσκολία της συνύπαρξης του έρωτα μέσα στο γάμο, μιας ύπαρξης – της ανθρώπινης – που από την φύση της είναι βιολογικά δισυπόστατη, ενστικτικά πολυερωτική και συναισθηματικά μονογαμική. Το μεγάλο κατόρθωμα αυτής της ύπαρξης είναι να μπορέσει να διατηρήσει τον έρωτα μέσα στον γάμο. Αυτό θέλει μεγάλη τέχνη και πείρα, θέληση και ψυχική επάρκεια.
Ο έρωτας αρχίζει από την επαφή των χειλιών στο φιλί, που είναι μια πρόγευση – ωμοφαγική – του πλάσματος που αγαπάμε. Και ύστερα «οι εραστές αγκαλιάζονται, παλεύουν και φιλιούνται ο καθένας για λογαριασμό του, λέγοντας: «σ’ αγαπώ, σε λατρεύω» και κλαίνε και πονούν και μαλώνουν λέγοντας: «είμαστε ευτυχισμένοι»! (Henry Barbusse).
Στον έρωτα – όπως άλλωστε και σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες – υπάρχουν διαβαθμίσεις εντάσεων: η έλλειψη, η μεσότητα, η υπερβολή. Στην πρώτη βαθμίδα βρίσκονται οι αφύσικα εγκρατείς – ανέραστοι. Εδώ υπάγονται οι βιολογικά ανίκανοι ή υποτονικοί, οι ψυχολογικά κομπλεξικοί από τον φόβο του σεξουαλικού συντρόφου ή από κάποια ατυχή απόρριψη στην ερωτική τους ζωή, και σε μεγάλο ποσοστό οι υποταγμένοι σε κάποια θρησκευτική πίστη ή στην διακονία ενός υψηλού ιδανικού που έταξαν ως σκοπό της ζωής τους. Αυτές είναι οι βασικές και συνηθέστερες περιπτώσεις αυτής της βαθμίδας. Υπάρχουν όμως και πολλές άλλες εξατομικευμένες αλλά σπανιότερες.
Στην μέση – νορμάλ κατηγορία βρίσκονται οι περισσότεροι άνθρωποι. Γι’ αυτούς η ερωτική λειτουργία είναι μια φυσιολογική και αναγκαία επιταγή στην οποία πειθαρχούν χωρίς άγχος και ψυχικές αναστολές, χωρίς υπερβολές και απαράδεκτες εκτροπές. Η χαρά που προσφέρει η ζωή με τον ερωτικό σύντροφο είναι μεγάλη και δεν την αρνούνται. Την επιδιώκουν όσο το επιτρέπει ο τρόπος της ζωής τους, και ενώ την αναγνωρίζουν ως ύψιστο αγαθό, δεν θυσιάζονται γι’ αυτό, όταν κάτι δεν πάει κατ’ ευχήν. Είναι πάντοτε ανοιχτοί και καλοπροαίρετοι στον έρωτα, και δεν δένονται στο κατάρτι της άρνησης και της εγκράτειας σαν τον Οδυσσέα, όπως οι άνθρωποι της πρώτης βαθμίδας.
Στην ερωτική υπερβολή ανήκουν οι ερωτομανείς και παθιασμένοι, οι λάγνοι οι παράφοροι και οι τρελοί από το πάθος. Αυτοί είναι οι αδηφάγοι και μέθυσοι, που γίνονται παρανάλωμα της ερωτικής φλόγας και οδηγούνται συχνά στην παραφροσύνη, στο έγκλημα και στην καταστροφή. Η κατάχρηση της θεραπευτικής δόσης μετατρέπει το φάρμακο του έρωτα σε φαρμάκι θανατηφόρο. Ο φυσιολογικός πόθος γίνεται αφύσικο πάθος και καταλήγει σε πάθημα.
Τόσο η πρώτη κατηγορία: το ισόβιο ΟΧΙ στον έρωτα, όσο και η τρίτη με την ισόβια υπερβολή, έχουν το ίδιο αρνητικό αποτέλεσμα για τον άνθρωπο. Ο Ευριπίδης το είχε επισημάνει: «Αυτοί που αποφεύγουν υπερβολικά την Αφροδίτη είναι το ίδιο άρρωστοι μ’ εκείνους που την κυνηγούν υπερβολικά» (Οι την Κύπριν άγαν φεύγοντες, νοσούσι ομοίως τοις άγαν θηρωμένοις).
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ: Όταν όμως είπα : “Ξαναγίνε πάλι κόπανος”, ο κόπανος δεν υπάκουσε στα μαγικά μου λόγια
Όταν ανεβαίναμε τον Νείλο έτυχε να ταξιδεύει μαζί μας ο Παγκράτης, ένας ιερογραμματέας από τη Μέμφιδα με θαυμαστή σοφία και γνώστης της αιγυπτιακής παιδείας στο σύνολό της. Λεγόταν γι’αυτόν ότι για είκοσι τρία ολόκληρα χρόνια έζησε κάτω από τη γη μέσα σε άδυτα, εκπαιδευόμενος από την Ίσιδα στη μαγεία.
Στην αρχή δεν γνώριζα ποιος ήταν. Βλέποντάς τον όμως, κάθε φορά που πιάναμε λιμάνι, και πολλά παράδοξα πράγματα να κάνει και μάλιστα να ανεβαίνει επάνω σε κροκόδειλους και να κολυμπά μαζί με τα θηρία, ενώ εκείνα ζάρωναν μπροστά του από φόβο και κουνούσαν τις ουρές τους, κατάλαβα ότι επρόκειτο για άγιο άνθρωπο. Σταδιακά και κάνοντάς του φιλοφρονήσεις έγινα, χωρίς να το καταλάβει κανείς, φίλος και οικείος του, με αποτέλεσμα να μοιράζεται μαζί μου όλα τα απόρρητα. Στο τέλος μ’έπεισε ν’αφήσω όλους τους δούλους μου στη Μέμφιδα και να τον ακολουθήσω μόνος μου, γιατί δεν επρόκειτο (όπως είπε) να μας λείψουν οι υπηρέτες. Και στο εξής ζούσαμε με τον ακόλουθο τρόπο. Κάθε φορά που φτάναμε σε κάποιο πανδοχείο, παίρνοντας το μοχλό της πόρτας ή τη σκούπα ή και τον κόπανο, τα έντυνε με ρούχα. Και λέγοντας μια μαγική ρήση τα έκανε να βαδίζουν και γενικά σε όλα να μοιάζουν με άνθρωπο. Κι εκείνα πήγαιναν και αντλούσαν νερό, ψώνιζαν φαγητά και τα ετοίμαζαν και γενικώς μας υπηρετούσαν και μας διακονούσαν σ’όλα με επιδεξιότητα. Κατόπιν, όταν μας είχαν εξυπηρετήσει αρκετά, έκανε ξανά σκούπα τη σκούπα ή κόπανο τον κόπανο λέγοντας μια άλλη μαγική ρήση.
Αυτό το μαγικό τέχνασμα, αν και προσπάθησα πολύ, δεν τον κατάφερα να μου το διδάξει. Ήταν επιφυλακτικός ως προς αυτό, αν και για όλα τα άλλα έδειχνε εξαιρετική προθυμία. Μια μέρα όμως άκουσα απαρατήρητος τη μαγική ρήση – ήταν τρισύλλαβη – έχοντας στήσει καρτέρι κοντά του στα σκοτεινά. Ο Παγκράτης έφυγε για την αγορά, αφού έδωσε οδηγίες στον κόπανο για όσα έπρεπε να κάνει.
Κι εγώ την επόμενη μέρα, κι ενώ εκείνος έλειπε για δουλειές στην αγορά, πήρα τον κόπανο, τον διευθέτησα, είπα τις μαγικές συλλαβές και τον πρόσταξα να μου φέρει νερό. Αφού γέμισε τον αμφορέα και μου τον έφερε, του είπα: «Σταμάτα, και μη μου φέρνεις άλλο νερό, αλλά γίνε πάλι κόπανος». Κι εκείνος δεν ήθελε πια να με υπακούει, αλλά συνέχιζε να φέρνει νερό, μέχρις ότου γέμισε νερό το σπίτι μας. Εγώ, μην ξέροντας τι να κάνω σ’αυτή την περίσταση – γιατί φοβόμουν μήπως ο Παγκράτης γυρίζοντας αγανακτήσει, πράγμα που έγινε –πήρα την αξίνα και έσπασα τον κόπανο στα δύο. Όμως και τα δυο κομμάτια, παίρνοντας αμφορείς, μου φέρνανε νερό, κι έτσι αντί για έναν, είχα τώρα δύο νεροκουβαλητές.
Στο μεταξύ ο Παγκράτης ήρθε. Μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί, εκείνα τα ξανάκανε ξύλα, όπως ήταν και πριν τη μαγική ρήση, ενώ ο ίδιος με άφησε κρυφά και δεν ξέρω που εξαφανίστηκε φεύγοντας.
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ. ΦΙΛΟΨΕΥΔΗΣ Ή ΑΠΙΣΤΩΝ 34-36
Στην αρχή δεν γνώριζα ποιος ήταν. Βλέποντάς τον όμως, κάθε φορά που πιάναμε λιμάνι, και πολλά παράδοξα πράγματα να κάνει και μάλιστα να ανεβαίνει επάνω σε κροκόδειλους και να κολυμπά μαζί με τα θηρία, ενώ εκείνα ζάρωναν μπροστά του από φόβο και κουνούσαν τις ουρές τους, κατάλαβα ότι επρόκειτο για άγιο άνθρωπο. Σταδιακά και κάνοντάς του φιλοφρονήσεις έγινα, χωρίς να το καταλάβει κανείς, φίλος και οικείος του, με αποτέλεσμα να μοιράζεται μαζί μου όλα τα απόρρητα. Στο τέλος μ’έπεισε ν’αφήσω όλους τους δούλους μου στη Μέμφιδα και να τον ακολουθήσω μόνος μου, γιατί δεν επρόκειτο (όπως είπε) να μας λείψουν οι υπηρέτες. Και στο εξής ζούσαμε με τον ακόλουθο τρόπο. Κάθε φορά που φτάναμε σε κάποιο πανδοχείο, παίρνοντας το μοχλό της πόρτας ή τη σκούπα ή και τον κόπανο, τα έντυνε με ρούχα. Και λέγοντας μια μαγική ρήση τα έκανε να βαδίζουν και γενικά σε όλα να μοιάζουν με άνθρωπο. Κι εκείνα πήγαιναν και αντλούσαν νερό, ψώνιζαν φαγητά και τα ετοίμαζαν και γενικώς μας υπηρετούσαν και μας διακονούσαν σ’όλα με επιδεξιότητα. Κατόπιν, όταν μας είχαν εξυπηρετήσει αρκετά, έκανε ξανά σκούπα τη σκούπα ή κόπανο τον κόπανο λέγοντας μια άλλη μαγική ρήση.
Αυτό το μαγικό τέχνασμα, αν και προσπάθησα πολύ, δεν τον κατάφερα να μου το διδάξει. Ήταν επιφυλακτικός ως προς αυτό, αν και για όλα τα άλλα έδειχνε εξαιρετική προθυμία. Μια μέρα όμως άκουσα απαρατήρητος τη μαγική ρήση – ήταν τρισύλλαβη – έχοντας στήσει καρτέρι κοντά του στα σκοτεινά. Ο Παγκράτης έφυγε για την αγορά, αφού έδωσε οδηγίες στον κόπανο για όσα έπρεπε να κάνει.
Κι εγώ την επόμενη μέρα, κι ενώ εκείνος έλειπε για δουλειές στην αγορά, πήρα τον κόπανο, τον διευθέτησα, είπα τις μαγικές συλλαβές και τον πρόσταξα να μου φέρει νερό. Αφού γέμισε τον αμφορέα και μου τον έφερε, του είπα: «Σταμάτα, και μη μου φέρνεις άλλο νερό, αλλά γίνε πάλι κόπανος». Κι εκείνος δεν ήθελε πια να με υπακούει, αλλά συνέχιζε να φέρνει νερό, μέχρις ότου γέμισε νερό το σπίτι μας. Εγώ, μην ξέροντας τι να κάνω σ’αυτή την περίσταση – γιατί φοβόμουν μήπως ο Παγκράτης γυρίζοντας αγανακτήσει, πράγμα που έγινε –πήρα την αξίνα και έσπασα τον κόπανο στα δύο. Όμως και τα δυο κομμάτια, παίρνοντας αμφορείς, μου φέρνανε νερό, κι έτσι αντί για έναν, είχα τώρα δύο νεροκουβαλητές.
Στο μεταξύ ο Παγκράτης ήρθε. Μόλις κατάλαβε τι είχε συμβεί, εκείνα τα ξανάκανε ξύλα, όπως ήταν και πριν τη μαγική ρήση, ενώ ο ίδιος με άφησε κρυφά και δεν ξέρω που εξαφανίστηκε φεύγοντας.
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ. ΦΙΛΟΨΕΥΔΗΣ Ή ΑΠΙΣΤΩΝ 34-36
Τι ώρα είναι στο φεγγάρι; – οι επιστήμονες ψάχνουν εναγωνίως την απάντηση
Καθώς ολοένα περισσότερες διαστημικές αποστολές από χώρες σπεύδουν στη Σελήνη ένα είναι το βασικό ερώτημα που προκύπτει: Τι ώρα είναι στο φεγγάρι;
Προς το παρόν δεν υπάρχει απάντηση, αλλά όλοι έχουν αρχίσει να την ψάχνουν, επειγόντως.
Σήμερα η Σελήνη δεν έχει ανεξάρτητη ώρα.
Κάθε σεληνιακή αποστολή χρησιμοποιεί τη δική της ώρα, ανάλογα με τη χώρα προέλευσης, και αυτή η ώρα σχετίζεται με τη συντονισμένη παγκόσμια ώρα (UTC) που έχει πλέον αντικαταστήσει την ώρα Γκρίνουιτς (GMT).
Όμως, σύμφωνα με το «Nature», αυτή η μέθοδος δεν είναι πολύ ακριβής και τα διαστημικά σκάφη που φτάνουν στο φεγγάρι δεν έχουν συγχρονισμένο χρόνο μεταξύ τους. Το πρόβλημα συγχρονισμού θα γίνει μεγαλύτερο όταν δεν θα υπάρχουν πια στη Σελήνη μόνο λίγες ανεξάρτητες αποστολές, αλλά πολλές συνεργαζόμενες. Επίσης, οι διαστημικές υπηρεσίες θα θέλουν να χρησιμοποιούν τη δορυφορική πλοήγηση που απαιτεί πολύ ακριβή χρόνο.
Δεν είναι προφανές ποια μορφή μπορεί να έχει ένας συντονισμένος σεληνιακός χρόνος. Τα ρολόγια στη Γη και στη Σελήνη χτυπούν με διαφορετικές ταχύτητες λόγω των διαφορετικών βαρυτικών πεδίων ανάμεσα στα δύο ουράνια σώματα.
Ένας μελλοντικός επίσημος σεληνιακός χρόνος μπορεί να βασίζεται σε ένα σύστημα που θα συγχρονίζεται με τον γήινο χρόνο UTC ή μπορεί να είναι ανεξάρτητος από τον χρόνο στη Γη.
Οι εκπρόσωποι των διαστημικών υπηρεσιών και των επιστημονικών φορέων έκαναν την πρώτη σχετική διεθνή συνάντησή τους για ανταλλαγή απόψεων τον Νοέμβριο του 2022 στο Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογίας του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA) στην Ολλανδία.
Όλοι συμφώνησαν ότι πρέπει γρήγορα να ληφθούν αποφάσεις. Όπως δήλωσε η Πατρίτσια Ταβέλα, επικεφαλής του Τμήματος για τον Χρόνο στο Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών στις Σέβρες της Γαλλίας, εάν δεν υιοθετηθεί ένας επίσημος σεληνιακός χρόνος, οι διαστημικές υπηρεσίες και οι ιδιωτικές αεροδιαστημικές εταιρείες θα βρουν και θα επιβάλουν δικές τους λύσεις.
Η πιο άμεση ανάγκη για σεληνιακό χρόνο προέρχεται από τα σχέδια δημιουργίας ενός δορυφορικού συστήματος πλοήγησης για το φεγγάρι (GNSS), παρόμοιου με το GPS στη Γη, το οποίο προγραμματίζεται περίπου για το 2030. Η ESA ενέκρινε το πρόγραμμα σεληνιακής δορυφορικής πλοήγησης Moonlight και η NASA αναπτύσσει ένα παρόμοιο πρόγραμμα, το Lunar and Communications Relay and Navigation Systems.
Μέχρι σήμερα οι αποστολές στη Σελήνη βρίσκουν το γεωγραφικό στίγμα τους χρησιμοποιώντας ραδιοσήματα σταλμένα από μεγάλες κεραίες στη Γη. Όμως, στο μέλλον, με την αύξηση των αποστολών, η πλοήγηση θα γίνεται δορυφορικά.
Η αρχή θα γίνει το 2024, όταν ESA και NASA θα προσπαθήσουν να προσδιορίσουν θέσεις στο φεγγάρι χρησιμοποιώντας αχνά σήματα δορυφορικής πλοήγησης από τη Γη. Σε επόμενο στάδιο, θα τεθούν σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη δορυφόροι (ο καθένας με το δικό του ατομικό ρολόι υψίστης ακριβείας) για να υλοποιηθεί το GNSS, δηλαδή το σεληνιακό GPS.
Για αρχή, η ESA σχεδιάζει τέσσερις δορυφόρους Moonlight που θα καλύψουν την πλοήγηση στον νότιο πόλο του φεγγαριού όπου υπάρχει πολύ νερό και αποτελεί σημαντικό στόχο εξερεύνησης.
Ανοικτό παραμένει το ερώτημα αν οι αστροναύτες θα χρησιμοποιούν τον ίδιο συντονισμένο σεληνιακό χρόνο παντού στο φεγγάρι ή αν θα υπάρχουν ζώνες ώρας όπως και στη Γη. Όχι αμελητέο πρόβλημα είναι ο ίδιος ο ορισμός του σεληνιακού χρόνου από τους μετρολόγους. Σύμφωνα με την ειδική θεωρία σχετικότητας του Αϊνστάιν, τα ρολόγια «τρέχουν» πιο αργά στα ισχυρότερα βαρυτικά πεδία (π.χ. της Γης), σε σχέση με τα πιο αδύναμα (π.χ. της Σελήνης). Συνεπώς, για έναν παρατηρητή στη Γη, ένα ρολόι στο φεγγάρι θα χτυπάει πιο γρήγορα.
Το κεντρικό δίλημμα είναι αν ο σεληνιακός χρόνος θα βασίζεται στον γήινο χρόνο (UTC) ή αν θα είναι ανεξάρτητος. Στη δεύτερη περίπτωση, ακόμη κι αν χαθεί η σύνδεση με τη Γη, τα ρολόγια στη Σελήνη θα συμφωνούν μεταξύ τους και θα συνεχίσουν να επιτρέπουν την ασφαλή πλοήγηση και επικοινωνία.
Αν προτιμηθεί η λύση του ανεξάρτητου χρόνου, θα αποτελέσει πρότυπο και για πιο μακρινούς πλανήτες, όταν κάποτε φθάσουν εκεί οι άνθρωποι, οπότε θα χρειαστούν π.χ. αρειανό χρόνο.
Ο συντονισμός του χρόνου του Άρη με τον γήινο χρόνο UTC θα είναι ακόμη πιο δύσκολος από ό,τι ο συντονισμός του σεληνιακού με τον γήινο.
Ο καθορισμός του χρόνου μπορεί να επηρεάσει ακόμη και τις μέρες στη Σελήνη, που μπορεί να ορισθούν διαφορετικά από ό,τι στη Γη. Εξάλλου, παράλληλα με την ώρα στο φεγγάρι, προς ανάπτυξη είναι και ένα ενιαίο σεληνιακό διαδίκτυο, ως πρώτο βήμα για ένα Ίντερνετ σε επίπεδο ηλιακού συστήματος. Δεν πρόκειται για επιστημονική φαντασία.
Προς το παρόν δεν υπάρχει απάντηση, αλλά όλοι έχουν αρχίσει να την ψάχνουν, επειγόντως.
Σήμερα η Σελήνη δεν έχει ανεξάρτητη ώρα.
Κάθε σεληνιακή αποστολή χρησιμοποιεί τη δική της ώρα, ανάλογα με τη χώρα προέλευσης, και αυτή η ώρα σχετίζεται με τη συντονισμένη παγκόσμια ώρα (UTC) που έχει πλέον αντικαταστήσει την ώρα Γκρίνουιτς (GMT).
Όμως, σύμφωνα με το «Nature», αυτή η μέθοδος δεν είναι πολύ ακριβής και τα διαστημικά σκάφη που φτάνουν στο φεγγάρι δεν έχουν συγχρονισμένο χρόνο μεταξύ τους. Το πρόβλημα συγχρονισμού θα γίνει μεγαλύτερο όταν δεν θα υπάρχουν πια στη Σελήνη μόνο λίγες ανεξάρτητες αποστολές, αλλά πολλές συνεργαζόμενες. Επίσης, οι διαστημικές υπηρεσίες θα θέλουν να χρησιμοποιούν τη δορυφορική πλοήγηση που απαιτεί πολύ ακριβή χρόνο.
Δεν είναι προφανές ποια μορφή μπορεί να έχει ένας συντονισμένος σεληνιακός χρόνος. Τα ρολόγια στη Γη και στη Σελήνη χτυπούν με διαφορετικές ταχύτητες λόγω των διαφορετικών βαρυτικών πεδίων ανάμεσα στα δύο ουράνια σώματα.
Ένας μελλοντικός επίσημος σεληνιακός χρόνος μπορεί να βασίζεται σε ένα σύστημα που θα συγχρονίζεται με τον γήινο χρόνο UTC ή μπορεί να είναι ανεξάρτητος από τον χρόνο στη Γη.
Οι εκπρόσωποι των διαστημικών υπηρεσιών και των επιστημονικών φορέων έκαναν την πρώτη σχετική διεθνή συνάντησή τους για ανταλλαγή απόψεων τον Νοέμβριο του 2022 στο Κέντρο Έρευνας και Τεχνολογίας του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος (ESA) στην Ολλανδία.
Όλοι συμφώνησαν ότι πρέπει γρήγορα να ληφθούν αποφάσεις. Όπως δήλωσε η Πατρίτσια Ταβέλα, επικεφαλής του Τμήματος για τον Χρόνο στο Διεθνές Γραφείο Μέτρων και Σταθμών στις Σέβρες της Γαλλίας, εάν δεν υιοθετηθεί ένας επίσημος σεληνιακός χρόνος, οι διαστημικές υπηρεσίες και οι ιδιωτικές αεροδιαστημικές εταιρείες θα βρουν και θα επιβάλουν δικές τους λύσεις.
Η πιο άμεση ανάγκη για σεληνιακό χρόνο προέρχεται από τα σχέδια δημιουργίας ενός δορυφορικού συστήματος πλοήγησης για το φεγγάρι (GNSS), παρόμοιου με το GPS στη Γη, το οποίο προγραμματίζεται περίπου για το 2030. Η ESA ενέκρινε το πρόγραμμα σεληνιακής δορυφορικής πλοήγησης Moonlight και η NASA αναπτύσσει ένα παρόμοιο πρόγραμμα, το Lunar and Communications Relay and Navigation Systems.
Μέχρι σήμερα οι αποστολές στη Σελήνη βρίσκουν το γεωγραφικό στίγμα τους χρησιμοποιώντας ραδιοσήματα σταλμένα από μεγάλες κεραίες στη Γη. Όμως, στο μέλλον, με την αύξηση των αποστολών, η πλοήγηση θα γίνεται δορυφορικά.
Η αρχή θα γίνει το 2024, όταν ESA και NASA θα προσπαθήσουν να προσδιορίσουν θέσεις στο φεγγάρι χρησιμοποιώντας αχνά σήματα δορυφορικής πλοήγησης από τη Γη. Σε επόμενο στάδιο, θα τεθούν σε τροχιά γύρω από τη Σελήνη δορυφόροι (ο καθένας με το δικό του ατομικό ρολόι υψίστης ακριβείας) για να υλοποιηθεί το GNSS, δηλαδή το σεληνιακό GPS.
Για αρχή, η ESA σχεδιάζει τέσσερις δορυφόρους Moonlight που θα καλύψουν την πλοήγηση στον νότιο πόλο του φεγγαριού όπου υπάρχει πολύ νερό και αποτελεί σημαντικό στόχο εξερεύνησης.
Ανοικτό παραμένει το ερώτημα αν οι αστροναύτες θα χρησιμοποιούν τον ίδιο συντονισμένο σεληνιακό χρόνο παντού στο φεγγάρι ή αν θα υπάρχουν ζώνες ώρας όπως και στη Γη. Όχι αμελητέο πρόβλημα είναι ο ίδιος ο ορισμός του σεληνιακού χρόνου από τους μετρολόγους. Σύμφωνα με την ειδική θεωρία σχετικότητας του Αϊνστάιν, τα ρολόγια «τρέχουν» πιο αργά στα ισχυρότερα βαρυτικά πεδία (π.χ. της Γης), σε σχέση με τα πιο αδύναμα (π.χ. της Σελήνης). Συνεπώς, για έναν παρατηρητή στη Γη, ένα ρολόι στο φεγγάρι θα χτυπάει πιο γρήγορα.
Το κεντρικό δίλημμα είναι αν ο σεληνιακός χρόνος θα βασίζεται στον γήινο χρόνο (UTC) ή αν θα είναι ανεξάρτητος. Στη δεύτερη περίπτωση, ακόμη κι αν χαθεί η σύνδεση με τη Γη, τα ρολόγια στη Σελήνη θα συμφωνούν μεταξύ τους και θα συνεχίσουν να επιτρέπουν την ασφαλή πλοήγηση και επικοινωνία.
Αν προτιμηθεί η λύση του ανεξάρτητου χρόνου, θα αποτελέσει πρότυπο και για πιο μακρινούς πλανήτες, όταν κάποτε φθάσουν εκεί οι άνθρωποι, οπότε θα χρειαστούν π.χ. αρειανό χρόνο.
Ο συντονισμός του χρόνου του Άρη με τον γήινο χρόνο UTC θα είναι ακόμη πιο δύσκολος από ό,τι ο συντονισμός του σεληνιακού με τον γήινο.
Ο καθορισμός του χρόνου μπορεί να επηρεάσει ακόμη και τις μέρες στη Σελήνη, που μπορεί να ορισθούν διαφορετικά από ό,τι στη Γη. Εξάλλου, παράλληλα με την ώρα στο φεγγάρι, προς ανάπτυξη είναι και ένα ενιαίο σεληνιακό διαδίκτυο, ως πρώτο βήμα για ένα Ίντερνετ σε επίπεδο ηλιακού συστήματος. Δεν πρόκειται για επιστημονική φαντασία.
Ο Αριστοτέλης και τα παθήματα στον έρωτα
Φαίνεται ότι και οι μεγάλοι φιλόσοφοι δεν τα κατάφερναν καλύτερα στα ερωτικά τους απ τους υπόλοιπους άνδρες. Διαβάστε για τις γυναίκες του Αριστοτέλη και το πάθημά του.
Για να βρούμε έναν μεγάλο φιλόσοφο που να έχει παντρευτεί κανονικά, πρέπει να περιμένουμε μέχρι τον Αριστοτέλη, ο οποίος ήξερε πάρα πολύ καλά να συνδυάζει τη στοχαστική ζωή με την συζυγική. Αυτός παντρεύτηκε την Πυθία κι έκανε μαζί της μια κόρη. Και δεν σταμάτησε εκεί: όταν χήρεψε συγκατοίκησε με μια άλλη γυναίκα, την Ερπυλλίδα, η οποία του έδωσε έναν γιο, τον Νικόμαχο. Από τη θέρμη με την οποία αναφέρεται και στις δύο γυναίκες στην διαθήκη του, συμπεραίνουμε ότι και οι δύο σχέσεις του ήταν ευτυχισμένες: ο Σταγειρίτης γράφει ρητά στη διαθήκη του ότι θέλει η γυναίκα του να ταφεί δίπλα στον ίδιο και αφήνει στην Ερπυλλίδα ένα μεγάλο μέρος της κληρονομιάς του.
Το πόσο βαθιά ήταν ριζωμένη η ιδέα της ασυμβατότητας της φιλοσοφικής δραστηριότητάς με τις γυναικοδουλειές φαίνεται κι από το γεγονός, ότι ακόμα και τον άψογο «δάσκαλο των σοφών» (Δάντης) στους αιώνες που ακολούθησαν, τον συκοφάντησαν και του απέδωσαν μια πολύ λιγότερο τιμητική εικόνα για τις σχέσεις του με το άλλο φύλο. Πρόκειται συγκεκριμένα για την ιστορία του Αριστοτέλη και της Φυλλίδας, του σοφού και της όμορφης εταίρας. Η ιστορία έφτασε μέχρι τις μέρες μας μέσω της αραβικής μετάφρασης (Καλίλα ουά Ντίμνα) ενός ινδικού κειμένου (Παντσατάντρα), η οποία διαδόθηκε μέσα από διάφορες μεσαιωνικές αφηγήσεις που συνοδεύονταν από καλλιτεχνικές απεικονίσεις, ανάμεσα στις οποίες η πιο γνωστή είναι μια ξυλογραφία του Χανς Μπάλντουνγκ.
Η Φυλλίς συναντάει τον Αλέξανδρο, που μαθήτευε στον Αριστοτέλη και τον ξεμυαλίζει με τα κάλλη της. Και τον αποσπά από τα μαθήματα. Ο Αριστοτέλης παραπονέθηκε στον βασιλιά, ο οποίος απαγορεύει στον ερωτοχτυπημένο γιο του να συναντιέται με την όμορφη κυρία. Εκείνη εκδικείται, υποσχόμενη στον φιλόσοφο την εύνοιά της -με την προϋπόθεση ότι θα πέσει στα τέσσερα και θα της επιτρέψει να τον καβαλικέψει. Μην μπορώντας ν’ αντισταθεί στην καλλίγραμμη ομορφιά της, ο Αριστοτέλης δέχεται, χωρίς να ξέρει ότι η πονηρή πλανεύτρα έχει ειδοποιήσει τον ίδιο τον βασιλιά για το θέαμα που θ’ ακολουθούσε: ο μεγάλος διανοητής γίνεται έτσι περίγελος της μακεδονικής αυλής. Ντροπιασμένος, αποσύρεται σ’ ένα νησί για να γράψει ένα δοκίμιο σχετικά με την γυναικεία διπλοπροσωπία.
Για να βρούμε έναν μεγάλο φιλόσοφο που να έχει παντρευτεί κανονικά, πρέπει να περιμένουμε μέχρι τον Αριστοτέλη, ο οποίος ήξερε πάρα πολύ καλά να συνδυάζει τη στοχαστική ζωή με την συζυγική. Αυτός παντρεύτηκε την Πυθία κι έκανε μαζί της μια κόρη. Και δεν σταμάτησε εκεί: όταν χήρεψε συγκατοίκησε με μια άλλη γυναίκα, την Ερπυλλίδα, η οποία του έδωσε έναν γιο, τον Νικόμαχο. Από τη θέρμη με την οποία αναφέρεται και στις δύο γυναίκες στην διαθήκη του, συμπεραίνουμε ότι και οι δύο σχέσεις του ήταν ευτυχισμένες: ο Σταγειρίτης γράφει ρητά στη διαθήκη του ότι θέλει η γυναίκα του να ταφεί δίπλα στον ίδιο και αφήνει στην Ερπυλλίδα ένα μεγάλο μέρος της κληρονομιάς του.
Το πόσο βαθιά ήταν ριζωμένη η ιδέα της ασυμβατότητας της φιλοσοφικής δραστηριότητάς με τις γυναικοδουλειές φαίνεται κι από το γεγονός, ότι ακόμα και τον άψογο «δάσκαλο των σοφών» (Δάντης) στους αιώνες που ακολούθησαν, τον συκοφάντησαν και του απέδωσαν μια πολύ λιγότερο τιμητική εικόνα για τις σχέσεις του με το άλλο φύλο. Πρόκειται συγκεκριμένα για την ιστορία του Αριστοτέλη και της Φυλλίδας, του σοφού και της όμορφης εταίρας. Η ιστορία έφτασε μέχρι τις μέρες μας μέσω της αραβικής μετάφρασης (Καλίλα ουά Ντίμνα) ενός ινδικού κειμένου (Παντσατάντρα), η οποία διαδόθηκε μέσα από διάφορες μεσαιωνικές αφηγήσεις που συνοδεύονταν από καλλιτεχνικές απεικονίσεις, ανάμεσα στις οποίες η πιο γνωστή είναι μια ξυλογραφία του Χανς Μπάλντουνγκ.
Η Φυλλίς συναντάει τον Αλέξανδρο, που μαθήτευε στον Αριστοτέλη και τον ξεμυαλίζει με τα κάλλη της. Και τον αποσπά από τα μαθήματα. Ο Αριστοτέλης παραπονέθηκε στον βασιλιά, ο οποίος απαγορεύει στον ερωτοχτυπημένο γιο του να συναντιέται με την όμορφη κυρία. Εκείνη εκδικείται, υποσχόμενη στον φιλόσοφο την εύνοιά της -με την προϋπόθεση ότι θα πέσει στα τέσσερα και θα της επιτρέψει να τον καβαλικέψει. Μην μπορώντας ν’ αντισταθεί στην καλλίγραμμη ομορφιά της, ο Αριστοτέλης δέχεται, χωρίς να ξέρει ότι η πονηρή πλανεύτρα έχει ειδοποιήσει τον ίδιο τον βασιλιά για το θέαμα που θ’ ακολουθούσε: ο μεγάλος διανοητής γίνεται έτσι περίγελος της μακεδονικής αυλής. Ντροπιασμένος, αποσύρεται σ’ ένα νησί για να γράψει ένα δοκίμιο σχετικά με την γυναικεία διπλοπροσωπία.
Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας
ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΖΕΥΓΟΥΣ
ΙΣΟΚΡ 16.12–15
Στο πλαίσιο δίκης βλάβης ο εναγόμενος, ο νεότερος Αλκιβιάδης, υπερασπίζεται τον ομώνυμο πατέρα του απέναντι στις κατηγορίες του Τεισία από το Άργος ότι ο διάσημος πολιτικός είχε οικειοποιηθεί το άρμα του τελευταίου, με το οποίο νίκησε στους Ολυμπιακούς αγώνες. Σώζεται το τελευταίο τμήμα του έργου, το οποίο αποτελεί έναν έπαινο για τον χαρακτήρα και τις επιλογές του πρεσβύτερου Αλκιβιάδη. Αρχικά ο ομιλητής απέδωσε την ενοχοποίηση του πατέρα του για τη διακωμώδηση των Μυστηρίων στους ολιγαρχικούς κύκλους της πόλης, γεγονός που τον ανάγκασε να καταφύγει στους εχθρούς της Αθήνας. Συνεχίζοντας χαρακτήρισε ως συκοφαντικούς τους ισχυρισμούς ότι καθοδήγησε στρατιωτικά τους Λακεδαιμονίους και ότι τους συμβούλευσε να οχυρώσουν τη Δεκέλεια.
[12] Ἡγοῦμαι δ’ αὐτὸν παρ’ ὑμῶν δικαίως ἂν πλείστης
συγγνώμης τυγχάνειν· ὑπὸ γὰρ τῶν τριάκοντ’ ἐκπεσόντες
ταῖς αὐταῖς ἐκείνῳ συμφοραῖς ἐχρήσασθε. ἐξ ὧν ἐνθυμεῖ-
σθαι χρή, πῶς ἕκαστος ὑμῶν διέκειτο καὶ τίνα γνώμην
εἶχεν καὶ ποῖον κίνδυνον οὐκ ἂν ὑπέμεινεν ὥστε παύσα-
σθαι μὲν μετοικῶν, κατελθεῖν δ’ εἰς τὴν πατρίδα, τιμωρή-
σασθαι δὲ τοὺς ἐκβαλόντας. [13] ἐπὶ τίνα δ’ ἢ πόλιν ἢ
φίλον ἢ ξένον οὐκ ἤλθετε δεησόμενοι συγκαταγαγεῖν ὑμᾶς;
τίνος δ’ ἀπέσχεσθε πειρώμενοι κατελθεῖν; οὐ καταλαβόν-
τες τὸν Πειραιᾶ καὶ τὸν σῖτον τὸν ἐν τῇ χώρᾳ διεφθείρετε
καὶ τὴν γῆν ἐτέμνετε καὶ τὰ προάστεια ἐνεπρήσατε καὶ
τελευτῶντες τοῖς τείχεσιν προσεβάλετε; [14] καὶ ταῦθ’
οὕτω σφόδρ’ ἐνομίζετε χρῆναι ποιεῖν, ὥστε τοῖς ἡσυχίαν
ἄγουσι τῶν συμφυγάδων μᾶλλον ὠργίζεσθε ἢ τοῖς αἰτίοις
τῶν συμφορῶν γεγενημένοις. ὥστ’ οὐκ εἰκὸς ἐπιτιμᾶν τοῖς
τῶν αὐτῶν ὑμῖν ἐπιθυμοῦσιν, οὐδὲ κακοὺς ἄνδρας νομίζειν,
ὅσοι φεύγοντες κατελθεῖν ἐζήτησαν, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον
ὅσοι μένοντες φυγῆς ἄξι’ ἐποίησαν· οὐδ’ ἐντεῦθεν ἀρξαμέ-
νους κρίνειν, ὁποῖός τις ἦν ὁ πατὴρ πολίτης, ὅτ’ οὐδὲν
αὐτῷ τῆς πόλεως προσῆκεν, [15] ἀλλ’ ἐπ’ ἐκείνου τοῦ
χρόνου σκοπεῖν οἷος ἦν πρὶν φυγεῖν περὶ τὸ πλῆθος, καὶ
ὅτι διακοσίους ὁπλίτας ἔχων τὰς μεγίστας πόλεις τῶν ἐν
Πελοποννήσῳ Λακεδαιμονίων μὲν ἀπέστησεν, ὑμῖν δὲ συμ-
μάχους ἐποίησε, καὶ εἰς οἵους κινδύνους αὐτοὺς κατέ-
στησε, καὶ ὡς περὶ Σικελίαν ἐστρατήγησεν. τούτων μὲν
γὰρ ἐκείνῳ προσήκει χάριν ὑμᾶς ἔχειν· τῶν δ’ ἐν τῇ συμ-
φορᾷ γενομένων τοὺς ἐκβαλόντας αὐτὸν δικαίως ἂν
αἰτίους νομίζοιτε.
ΙΣΟΚΡ 16.12–15
Και οι δικαστές είχαν κάποτε εξοριστεί – Η προσφορά του Αλκιβιάδη πριν εξορισθεί
Στο πλαίσιο δίκης βλάβης ο εναγόμενος, ο νεότερος Αλκιβιάδης, υπερασπίζεται τον ομώνυμο πατέρα του απέναντι στις κατηγορίες του Τεισία από το Άργος ότι ο διάσημος πολιτικός είχε οικειοποιηθεί το άρμα του τελευταίου, με το οποίο νίκησε στους Ολυμπιακούς αγώνες. Σώζεται το τελευταίο τμήμα του έργου, το οποίο αποτελεί έναν έπαινο για τον χαρακτήρα και τις επιλογές του πρεσβύτερου Αλκιβιάδη. Αρχικά ο ομιλητής απέδωσε την ενοχοποίηση του πατέρα του για τη διακωμώδηση των Μυστηρίων στους ολιγαρχικούς κύκλους της πόλης, γεγονός που τον ανάγκασε να καταφύγει στους εχθρούς της Αθήνας. Συνεχίζοντας χαρακτήρισε ως συκοφαντικούς τους ισχυρισμούς ότι καθοδήγησε στρατιωτικά τους Λακεδαιμονίους και ότι τους συμβούλευσε να οχυρώσουν τη Δεκέλεια.
[12] Ἡγοῦμαι δ’ αὐτὸν παρ’ ὑμῶν δικαίως ἂν πλείστης
συγγνώμης τυγχάνειν· ὑπὸ γὰρ τῶν τριάκοντ’ ἐκπεσόντες
ταῖς αὐταῖς ἐκείνῳ συμφοραῖς ἐχρήσασθε. ἐξ ὧν ἐνθυμεῖ-
σθαι χρή, πῶς ἕκαστος ὑμῶν διέκειτο καὶ τίνα γνώμην
εἶχεν καὶ ποῖον κίνδυνον οὐκ ἂν ὑπέμεινεν ὥστε παύσα-
σθαι μὲν μετοικῶν, κατελθεῖν δ’ εἰς τὴν πατρίδα, τιμωρή-
σασθαι δὲ τοὺς ἐκβαλόντας. [13] ἐπὶ τίνα δ’ ἢ πόλιν ἢ
φίλον ἢ ξένον οὐκ ἤλθετε δεησόμενοι συγκαταγαγεῖν ὑμᾶς;
τίνος δ’ ἀπέσχεσθε πειρώμενοι κατελθεῖν; οὐ καταλαβόν-
τες τὸν Πειραιᾶ καὶ τὸν σῖτον τὸν ἐν τῇ χώρᾳ διεφθείρετε
καὶ τὴν γῆν ἐτέμνετε καὶ τὰ προάστεια ἐνεπρήσατε καὶ
τελευτῶντες τοῖς τείχεσιν προσεβάλετε; [14] καὶ ταῦθ’
οὕτω σφόδρ’ ἐνομίζετε χρῆναι ποιεῖν, ὥστε τοῖς ἡσυχίαν
ἄγουσι τῶν συμφυγάδων μᾶλλον ὠργίζεσθε ἢ τοῖς αἰτίοις
τῶν συμφορῶν γεγενημένοις. ὥστ’ οὐκ εἰκὸς ἐπιτιμᾶν τοῖς
τῶν αὐτῶν ὑμῖν ἐπιθυμοῦσιν, οὐδὲ κακοὺς ἄνδρας νομίζειν,
ὅσοι φεύγοντες κατελθεῖν ἐζήτησαν, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον
ὅσοι μένοντες φυγῆς ἄξι’ ἐποίησαν· οὐδ’ ἐντεῦθεν ἀρξαμέ-
νους κρίνειν, ὁποῖός τις ἦν ὁ πατὴρ πολίτης, ὅτ’ οὐδὲν
αὐτῷ τῆς πόλεως προσῆκεν, [15] ἀλλ’ ἐπ’ ἐκείνου τοῦ
χρόνου σκοπεῖν οἷος ἦν πρὶν φυγεῖν περὶ τὸ πλῆθος, καὶ
ὅτι διακοσίους ὁπλίτας ἔχων τὰς μεγίστας πόλεις τῶν ἐν
Πελοποννήσῳ Λακεδαιμονίων μὲν ἀπέστησεν, ὑμῖν δὲ συμ-
μάχους ἐποίησε, καὶ εἰς οἵους κινδύνους αὐτοὺς κατέ-
στησε, καὶ ὡς περὶ Σικελίαν ἐστρατήγησεν. τούτων μὲν
γὰρ ἐκείνῳ προσήκει χάριν ὑμᾶς ἔχειν· τῶν δ’ ἐν τῇ συμ-
φορᾷ γενομένων τοὺς ἐκβαλόντας αὐτὸν δικαίως ἂν
αἰτίους νομίζοιτε.
***
Νομίζω δε ότι αυτός δικαίως ήθελε τύχει εκ μέρους σας συγγνώμης, διότι εξορισθέντες υπό των τριάκοντα τυράννων περιεπέσατε εις τας ιδίας συμφοράς με εκείνον. Ούτως οφείλετε να ενθυμηθήτε πώς έκαστος από σας διέκειτο και ποίαν γνώμην είχε και ποίον κίνδυνον δεν θα υπέμενεν, ώστε να παύση μεν να ζη εις τα ξένα, να επανέλθη δε εις την πατρίδα του και να εκδικηθή εκείνους που τους εξώρισαν. Προς ποίον δε δεν ήλθετε ή πόλιν ή ξένον ή φίλον διά να τους παρακαλέσετε να σας βοηθήσουν να επιστρέψητε εις την πατρίδα σας; Τι δεν μετεχειρίσθητε προσπαθούντες να επανέλθητε: δεν είχετε καταλάβει τον Πειραιά; Δεν κατεστρέφετε τας σιτοκαλλιεργείας εις την εξοχήν και εκόπτετε τα δένδρα της χώρας; Δεν εθέσατε πυρ εις τα προάστια της πόλεως και τέλος δεν επετέθητε κατά των τειχών; Και ταύτα τόσον μέγα καθήκον σας εθεωρείτε να πράττετε, ώστε εναντίον των συνεξορίστων σας, οι οποίοι αδρανούσαν, ωργίζεσθε περισσότερον παρά εναντίον των αιτίων των συμφορών σας. Ώστε δεν είναι εύλογον να κατηγορήτε εκείνους οι οποίοι είχον την αυτήν με σας επιθυμίαν, ουδέ να νομίζετε ως εγκληματούντας εκείνους, οι οποίοι εξορισθέντες εζήτησαν να επανέλθουν, αλλ' εκείνους, οι οποίοι παραμείναντες εις την πόλιν διέπραξαν άξια εξορίας· ούτε, αφού αρχίσετε από εδώ, να κρίνετε ποίος πολίτης ήτο ο πατήρ μου, όταν δεν είχε καμμίαν σχέσιν με την πόλιν πρέπει να αρχίσετε να εξετάσετε από τα προηγούμενα έτη, ποίος δηλαδή ήτο διά τον λαόν προτού εξορισθή και ότι έχων διακοσίους οπλίτας απεστάτησε τας μεγίστας πόλεις εις την Πελοπόννησον από τους Λακεδαιμονίους και τας έκαμε συμμάχους σας και εις ποίους κινδύνους εξέθεσε τον εχθρόν και ότι έγινεν αρχηγός της εκστρατείας εις Σικελίαν. Διά ταύτα οφείλετε ευγνωμοσύνην εις αυτόν, αλλά δι' όσα συνέβησαν κατά την δυστυχίαν του δικαίως ηθέλετε νομίζει ως αιτίους εκείνους, οι οποίοι εξώρισαν αυτόν.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις
(
Atom
)