Κυριακή 9 Μαΐου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (1163-1184)

ΧΟ. ἔσται μεγάλης ἔριδός τις ἀγών.
ἀλλ᾽ ὡς δύνασαι, Τεῦκρε, ταχύνας
1165 σπεῦσον κοίλην κάπετόν τιν᾽ ἰδεῖν
τῷδ᾽, ἔνθα βροτοῖς τὸν ἀείμνηστον
τάφον εὐρώεντα καθέξει.
ΤΕΥ. καὶ μὴν ἐς αὐτὸν καιρὸν οἵδε πλησίοι
πάρεισιν ἀνδρὸς τοῦδε παῖς τε καὶ γυνή,
1170 τάφον περιστελοῦντε δυστήνου νεκροῦ.
ὦ παῖ, πρόσελθε δεῦρο, καὶ σταθεὶς πέλας
ἱκέτης ἔφαψαι πατρός, ὅς σ᾽ ἐγείνατο.
θάκει δὲ προστρόπαιος ἐν χεροῖν ἔχων
κόμας ἐμὰς καὶ τῆσδε καὶ σαυτοῦ τρίτου,
1175 ἱκτήριον θησαυρόν. εἰ δέ τις στρατοῦ
βίᾳ σ᾽ ἀποσπάσειε τοῦδε τοῦ νεκροῦ,
κακὸς κακῶς ἄθαπτος ἐκπέσοι χθονός,
γένους ἅπαντος ῥίζαν ἐξημημένος,
αὕτως ὅπωσπερ τόνδ᾽ ἐγὼ τέμνω πλόκον.
1180 ἔχ᾽ αὐτόν, ὦ παῖ, καὶ φύλασσε, μηδέ σε
κινησάτω τις, ἀλλὰ προσπεσὼν ἔχου.
ὑμεῖς τε μὴ γυναῖκες ἀντ᾽ ἀνδρῶν πέλας
παρέστατ᾽, ἀλλ᾽ ἀρήγετ᾽, ἔστ᾽ ἐγὼ μόλω
τάφου μεληθεὶς τῷδε, κἂν μηδεὶς ἐᾷ.

***
ΧΟ. Φτάνει όπου να ᾽ναι η ώρα μεγάλης διαμάχης,
γι᾽ αυτό, όσο γίνεται πιο γρήγορα, άνοιξε βήμα, Τεύκρο,
ψάξε γι᾽ αυτόν τάφρο βαθύ, όπου, στο σκοτεινό του
κοίλωμα, τον τάφο του αυτός θα βρει,
να τον θυμούνται όλοι.
ΤΕΥ. Μα νά, στην ώρα φτάνουν ο γιος του κι η γυναίκα του,
1170 για να φροντίσουν την ταφή του δύσμοιρου νεκρού.
Πλησίασε, αγόρι μου, στάσου κοντά, ακούμπησε
ικετεύοντας το σώμα του πατέρα που σ᾽ έφερε στον κόσμο.
Γονάτισε προσπέφτοντας, στα χέρια σου κρατώντας
τρεις πλεξούδες· τη δική μου, αυτής εδώ και τη δική σου
—της ικεσίας θησαυρό. Κι αν κάποιος του στρατού τολμήσει
να σ᾽ αποσπάσει βίαια απ᾽ τον νεκρό πατέρα σου,
κακήν κακώς άταφος να ξεπέσει, έξω από την πατρίδα του,
κι όλη η γενιά του σύρριζα να κοπεί, έτσι όπως κόβω τώρα
εγώ αυτή μου την πλεξούδα.
1180 Πάρ᾽ την, παιδί μου, κράτα την γερά, κανείς
να μην σε ξεκουνήσει, σκύψε και μείνε εκεί.
Κι εσείς παρασταθείτε, σαν άντρες, όχι σαν γυναίκες,
υπερασπιστές του, ωσότου εγώ ξαναγυρίσω,
εξασφαλίζοντας πρώτα τον τάφο του, όποιος
κι αν πάει να μ᾽ εμποδίσει.

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία: 1. Πρωταρχές

1.4. Η ομηρική ποίηση

«Τὴν Ἑλλάδα πεπαίδευκεν οὗτος ὁ ποιητής». -Πλάτων, Πολιτεία 606e

Η διάδοση της γραφής είχε μεγάλο αντίχτυπο στον ελληνικό λόγο, ιδιαίτερα στον ποιητικό, που πια δεν ήταν μόνο προφορικός, αλλά μπορούσε και να καταγραφεί. Ως τότε οι αοιδοί ήξεραν ότι τα τραγούδια τους χάνονταν στον αέρα και πως, όταν σταματούσαν να τραγουδούν, δεν έμενε παρά η ανάμνηση της επιτυχίας ή της αποτυχίας τους στον νου των ακροατών τους. Τώρα όμως, με τη γραφή, σκέφτονταν ότι καταγραμμένα τα τραγούδια τους μπορούσαν να μείνουν αιώνια, να διαβαστούν και να τραγουδηθούν από πολλούς άλλους, να διατηρήσουν τη φήμη τους ζωντανή, ακόμα και μετά τον θάνατό τους. Για να χρησιμοποιήσουμε μιαν έκφραση του Θουκυδίδη, ο κάθε αοιδός είχε τώρα την αίσθηση ότι το έργο του δεν ήταν μόνο ἀγώνισμα ἐς τὸ παραχρῆμα ἀκούειν, «μια προσπάθεια για να ακουστεί εδώ και τώρα», αλλά μπορούσε να αποτελέσει και κτῆμα ἐς ἀεί, «απόκτημα για πάντα» - και φυσικά έβαζε τα δυνατά του.

Δεν ξέρουμε ακριβώς πότε άρχισε να χρησιμοποιείται το νέο αλφάβητο. Σίγουρο είναι μόνο ότι η γραφή είχε ήδη διαδοθεί στην Ελλάδα στο δεύτερο μισό του 8ου αιώνα (750-700 π.Χ.), τότε που πιστεύουμε ότι έζησε ο ποιητής, ή οι ποιητές, της Ιλιάδας και της Οδύσσειας - και λέμε «ο ποιητής ή οι ποιητές», γιατί από τη μια είναι πολύ πιθανό ο ποιητής της Ιλιάδας να είναι ο ίδιος με τον ποιητή της Οδύσσειας, από την άλλη δεν αποκλείεται άλλος να είναι ο ποιητής της Οδύσσειας και άλλος ο ποιητής της Ιλιάδας.[1] Εδώ θα ακολουθήσουμε την συνηθέστερη εκδοχή, ονομάζοντας Όμηρο τον ένα ποιητή που συνέθεσε πρώτα την Ιλιάδα (γύρω στα 740 π.Χ.) και αργότερα (γύρω στα 710 π.Χ.) την Οδύσσεια.

Φαίνεται πολύ πιθανό, αλλά πάλι δεν είναι σίγουρο, ότι ο Όμηρος χρησιμοποίησε τις ευκολίες της γραφής για να συνθέσει τα έπη του· και πάλι δεν ξέρουμε αν έγραφε ο ίδιος, ή αν υπαγόρευε σε κάποιον άλλον. Βέβαιο είναι μόνο ότι συνθέτοντας την Ιλιάδα και την Οδύσσεια ο Όμηρος ήξερε ότι δε συνθέτει απλά ηρωικά τραγούδια αλλά κάτι ξεχωριστό, ένα μνημείο της τέχνης του, έργα που θα μείνουν να τον δοξάζουν - όπως κι έγινε. Απόδειξη το ιδιότυπο σχέδιο και η μαστορική επεξεργασία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας.

Τυπικά, στους 15.693 στίχους της η Ιλιάδα αφηγείται ένα μόνο επεισόδιο από τον δέκατο χρόνο του Τρωικού πολέμου: τον θυμό του Αχιλλέα. Ωστόσο, μέσα στις πενήντα μία μέρες της διήγησης συμβαίνουν και περιγράφονται γεγονότα που επαναλαμβάνουν πολλά απ᾽ όσα είχαν συμβεί στα πρώτα εννιά χρόνια της πολιορκίας και προαναγγέλλουν πολλά που θα συνέβαιναν αργότερα, ως και την άλωση. Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ακριβώς αυτό θέλησε και πέτυχε ο ποιητής: μέσα στο ένα επεισόδιο που αφηγείται να κατοπτρίζεται η εικόνα του πολέμου ολόκληρου.

Παρόμοια, στους 12.110 στίχους της η Οδύσσεια αφηγείται μόνο το τέλος του ταξιδιού του Οδυσσέα, από το νησί της Καλυψώς στο νησί των Φαιάκων και από κει στην Ιθάκη, όπου γρήγορα κατατροπώνει τους μνηστήρες και ξαναγίνεται κύριος στο σπιτικό του - σαράντα μία μέρες όλες κι όλες, ενώ η περιπλάνηση είχε διαρκέσει δέκα χρόνια. Ωστόσο, μέσα σε αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα ο ποιητής βρίσκει τρόπους να διηγηθεί όχι μόνο τις προηγούμενες περιπέτειες του Οδυσσέα αλλά και τις τύχες άλλων σημαντικών ηρώων του πολέμου - του Αγαμέμνονα, του Μενέλαου, του Νέστορα κ.ά. Είναι πάλι φανερό ότι σχεδιάζοντας και συνθέτοντας την Οδύσσεια ο ποιητής θέλησε, και μπόρεσε, στον βασικό θεματικό του ιστό να συνυφάνει πολλούς ακόμα νόστους.[2]

Εύκολα διαπιστώνουμε ότι στον συνδυασμό τους Ιλιάδα και Οδύσσεια αλληλοσυμπληρώνονται για να καλύψουν ολόκληρο τον τρωικό μυθολογικό κύκλο, από την αρχή ως το τέλος. Αν μάλιστα προσέξουμε ότι όσα στοιχεία μνημονεύονται στην Ιλιάδα δεν επαναλαμβάνονται στην Οδύσσεια, τότε έχουμε έναν παραπάνω λόγο να πιστέψουμε ότι τόσο ο σχεδιασμός της Ιλιάδας όσο και ο σχεδιασμός της Οδύσσειας εντάσσονται σε μια μεγάλη ενιαία ποιητική σύλληψη.

Παρατηρήσεις στα ομηρικά έπη:

(α) Από τα λαϊκά αφηγηματικά τραγούδια της πρώιμης αρχαιότητας δε μας έχει σωθεί ούτε ένα. Όταν όμως στα έπη του Ομήρου συναντούμε στοιχεία γνωστά από μεσαιωνικά και νεότερα δημοτικά τραγούδια,[3] τότε βεβαιωνόμαστε ότι ο Όμηρος, όπως και οι προκάτοχοί του, είχε δεχτεί λαϊκές επιδράσεις, ή, καλύτερα, ότι στο πλαίσιο της προφορικής παράδοσης τα σύνορα ανάμεσα στην ανώνυμη λαϊκή ποίηση και στα τραγούδια των αοιδών ήταν ανοιχτά.

(β) Μορφολογικό στοιχείο συνηθισμένο στον λαϊκό λόγο και στα ομηρικά έπη είναι και η παρομοίωση, εικονιστικό εκφραστικό μέσο που βοηθά τον ποιητή να ενεργοποιήσει την οπτική φαντασία των ακροατών. Έτσι, κάποια στιγμή στην Ιλιάδα (Ε 87-91) ο Αχιλλέας ορμά, και οι Τρώες

πώς τ᾽ άλλα ψάρια, σύντας δέλφινας τρανός τα κυνηγήσει,

σε κόρφο τρέχουν καλολίμανο και στις γωνιές σμαριάζουν

ολότρομα, τι τρώει αχόρταγος όσα βρεθούν μπροστά του,

όμοια κι οι Τρώες μες στου Σκάμαντρου το ρέμα στριμωχνόνταν

κάτω απ᾽ τους όχτους…

Στο συγκεκριμένο παράδειγμα η παρομοίωση τονίζει και εικονοποιεί τον πανικό των Τρώων και παράλληλα ποικίλλει τη διήγηση, καθώς στην περιγραφή της μάχης εισάγονται αναπάντεχα εικόνες από τον κόσμο της φύσης.

(γ) Ο Όμηρος από τη μια συνεχίζει την προφορική παράδοση των αοιδών, από την άλλη την παραλλάζει σύμφωνα με τις νέες συνθήκες και το ποιητικό του σχέδιο. Έχει σημασία να διαπιστώσουμε ποια στοιχεία στην ποίησή του είναι παραδοσιακά και ποια αποτελούν δικές του επινοήσεις και νεωτερισμούς.

(1) Οι γλωσσικοί, όπως και οι μετρικοί, νεωτερισμοί δεν είναι εύκολο να ανιχνευτούν, όταν όλα τα προγενέστερα κείμενα είναι χαμένα. Μπορούμε μόνο να υποψιαστούμε ότι ο Όμηρος χρησιμοποιεί συχνά τους παραδοσιακούς λογότυπους παραλλαγμένους με τρόπο που να τους προσθέτει κάποιο ιδιαίτερο νόημα.

(2) Πιο εύκολα ανιχνεύονται οι ομηρικές παρεμβάσεις στο περιεχόμενο της διήγησης. Τόσο ο Τρωικός πόλεμος όσο και ο νόστος του Οδυσσέα ήταν παραδοσιακά μυθολογήματα, γνωστά και πολυτραγουδισμένα· ωστόσο, πολλά μικρά και μεγάλα επεισόδια και θέματα της Ιλιάδας και της Οδύσσειας πιστεύουμε ότι αποτελούν ομηρικές επινοήσεις. Ομηρική επινόηση φαίνεται π.χ. πως είναι στην Οδύσσεια το ταξίδι του Τηλέμαχου στην Πύλο και στη Σπάρτη, ομηρική επινόηση στην Ιλιάδα ο δανεισμός των όπλων του Αχιλλέα, ίσως και ολόκληρο το επεισόδιο του θυμού.

(3) Νεωτερισμούς δεν αποτελούν μόνο οι προσθήκες αλλά και οι παραλείψεις, που δεν είναι βέβαια τυχαίες, αλλά πάλι εκφράζουν τις προτιμήσεις του ποιητή και υπηρετούν το ποιητικό του σχέδιο. Έτσι, στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια παραλείπονται παραδοσιακά στοιχεία που, αν μνημονεύονταν, θα δυσφήμιζαν τον ένα ή τον άλλο ήρωα. Παράδειγμα: πουθενά ο Όμηρος δε μνημονεύει τον βιασμό της Κασσάνδρας από τον Αίαντα τον Λοκρό, ούτε την απροθυμία του Οδυσσέα να συστρατευτεί εναντίον της Τροίας,[4] ούτε τον Παλαμήδη από το Άργος, σημαντικό ήρωα, αδικοσκοτωμένο από τον Οδυσσέα και τον Διομήδη.

Ιλιάδα και Οδύσσεια παρουσιάζουν πολλές μεταξύ τους ομοιότητες αλλά και κάποιες καθόλου ασήμαντες διαφορές:

(α) Οι θεοί, με πρώτο τον Δία, είναι στην Ιλιάδα πιο αυθαίρετοι, λιγότερο δίκαιοι απ᾽ όσο στην Οδύσσεια, όπου παρουσιάζονται να ανταμείβουν τις αρετές και να τιμωρούν μόνο συγκεκριμένα σφάλματα.

(β) Αντίστοιχα, οι άνθρωποι είναι στην Οδύσσεια περισσότερο υπεύθυνοι και κύριοι της τύχης τους απ᾽ όσο στην Ιλιάδα, όπου οι ατομικές και συλλογικές τύχες είναι λίγο πολύ προαποφασισμένες.

(γ) Στην Ιλιάδα οι πρωταγωνιστές είναι επώνυμοι ευγενείς και βασιλιάδες, που τηρούν απαρέγκλιτα τους κανόνες της ηρωικής συμπεριφοράς. Ο απλός λαός κινείται στο περιθώριο, δρα και αντιδρά μόνο ως σύνολο. Στην Οδύσσεια σημαντικό ρόλο δεν έχουν μόνο ευγενείς και βασιλιάδες αλλά και άνθρωποι απλοί, σαν τον Εύμαιο, τον Φιλοίτιο, την Ευρύκλεια, ακόμα και τον Μελάνθιο. Όσο για τον ίδιο τον Οδυσσέα, η συμπεριφορά του σίγουρα δε συμβιβάζεται πάντα με τον ηρωικό κώδικα.

Οι παραπάνω διαφορές μπορούν να εξηγηθούν είτε από τις διαφορετικές ιδιοσυγκρασίες και προτιμήσεις των ποιητών (αν δεχτούμε ότι ο ποιητής της Οδύσσειας ήταν άλλος από τον ποιητή της Ιλιάδας), είτε από την εσωτερική εξέλιξη ενός μόνο ποιητή, του Ομήρου, που έγραψε νέος την Ιλιάδα και αργότερα, στην ωριμότητα του, την Οδύσσεια. Δύσκολο να αποφασίσουμε. Αν όμως παραμερίσουμε το δίλημμα του ενός ή δύο ποιητών, τότε μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι τουλάχιστον ένα μέρος από τις διαφορές που διαπιστώσαμε ανάμεσα στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια μπορεί να εξηγηθεί από το διαφορετικό θέμα και από τις ιστορικές εξελίξεις στα τριάντα τουλάχιστο χρόνια που χωρίζουν το ένα έπος από το άλλο. Μέσα στον 8ο π.Χ. αιώνα το πολίτευμα της αυταρχικής θεόδοτης βασιλείας κλονίζεται και τείνει να αντικατασταθεί από άλλες, πιο υπεύθυνες, μορφές διακυβέρνησης, όπου ο ρόλος του πλήθους των κοινών ανθρώπων είναι μεγαλύτερος.

ΟΜΗΡΟΣ

Βίοι του Ομήρου μάς σώζονται αρκετοί· μόνο που οι περισσότερες πληροφορίες τους ανήκουν στον χώρο του θρύλου. Μιλούν για τον γιο του Μαίονα και της Κριθηίδας, που κανείς δεν ξέρει πού γεννήθηκε αλλά τον διεκδικούν επτά πόλεις, με επικρατέστερες τη Σμύρνη και τη Χίο.

Το πραγματικό του όνομα ήταν, λέει, Μελησιγένης, γιατί γεννήθηκε κοντά στον ποταμό Μέλητα της Σμύρνης, αλλά αργότερα τον είπαν Όμηρο, είτε γιατί έχασε το φως του (ὅμηρος = τυφλός) είτε γιατί οι Σμυρνιοί τον παραδώσαν όμηρο στον πόλεμο με τους Κολοφωνίους.

Έζησε περιοδεύοντας με τα τραγούδια του τις ελληνικές χώρες και δοξάστηκε όσο κανένας άλλος. Μόνο στη Χαλκίδα, όταν αγωνίστηκε με αντίπαλο τον Ησίοδο, δεν πήρε το βραβείο. Το πλήθος τον έκρινε νικητή, αλλά ο βασιλιάς Πανήδης στεφάνωσε τον Ησίοδο, γιατί, όπως είπε, «δίκαιο είναι να νικά όποιος με τα τραγούδια του οδηγεί στη γεωργία και την ειρήνη, και όχι αυτός που περιγράφει πολέμους και σφαγές» (Αγών Ομήρου και Ησιόδου 207-10).

Στους βίους διαβάζουμε ότι πέθανε σε ένα μικρό νησί, την Ίο, από στενοχώρια, όταν δε μπόρεσε να καταλάβει έναν αινιγματικό λόγο που του είπαν νέοι ψαράδες.

Απ᾽ όλα αυτά μπορούμε να πιστέψουμε ότι ο Όμηρος καταγόταν από την Ιωνία, ότι ήταν ονομαστός ταξιδευτής αοιδός, ίσως και ότι ο θάνατος τον βρήκε στην Ίο.

Η επιτυχία της Ιλιάδας και της Οδύσσειας ήταν άμεση και η διάδοσή τους μεγάλη. Γρήγορα τα δύο έπη καθιερώθηκαν ως πανελλήνιος ποιητικός θησαυρός, άξιος όχι μόνο να τραγουδιέται περιστασιακά αλλά και να αποτελεί σταθερό μέρος του επίσημου προγράμματος σε εορτασμούς όπως τα Παναθήναια, όπου κάθε τέσσερα χρόνια οι ραψωδοί, σε αδιάκοπη διαδοχή, παρουσίαζαν ολόκληρα τα ομηρικά έπη. Παράλληλα, από πολύ νωρίς η Ιλιάδα και η Οδύσσεια διδάσκονταν στα σχολεία, και είναι χαρακτηριστικό ότι από τον 5ο π.Χ. αιώνα ως σήμερα, για είκοσι πέντε και παραπάνω αιώνες, τα ομηρικά έπη δεν έλειψαν ποτέ από το σχολικό πρόγραμμα.
-----------------------
1. Αυτή η άποψη, που και στα αρχαία χρόνια υποστηρίχτηκε από ορισμένους φιλολόγους της Αλεξανδρινής εποχής, τους χωρίζοντες όπως ονομάστηκαν, έχει και σήμερα πολλούς υποστηρικτές.

2. Ο νόστος είναι αρχαία λέξη που σημαίνει «ταξίδι επιστροφής».

3. Ως λαϊκά στοιχεία έχουν αναγνωριστεί ο τυπικός αριθμός τρία, το τρίτο και καλύτερο, το θέμα του αδύνατου, το θέμα των άστοχων ερωτημάτων, οι αιτιολογικοί μύθοι και άλλα πολλά.

4. Έναν υπαινιγμό μόνο συναντούμε στην Οδύσσεια (ω 119), όπου όμως δε λέγεται ότι για να αποφύγει τη στράτευση ο Οδυσσέας έκανε τον τρελό, ούτε κατονομάζεται ο Παλαμήδης, που τον ξεσκέπασε.

Η Ελληνική Αρχαιότητα: ΙV. ΡΩΜΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ 7. Η ρωμαϊκή ηγεμονία

7.5. Ας βρούμε τα σημάδια που αποκαλύπτουν κατάλληλα την ψυχή του καθενός

Στις ρητορικές σχολές της Ρόδου και της Μικράς Ασίας αναπτύχθηκε σταδιακά ένα εξεζητημένο ύφος γραφής, που βασιζόταν στην ελληνιστική κοινή αλλά τη διακοσμούσε με περίτεχνα σχήματα λόγου. Η σαφήνεια και η λιτότητα των Αττικών ρητόρων εγκαταλείφθηκε. Μακρές αλλά ισοζυγισμένες προτάσεις με ηθελημένες παρηχήσεις και περιττά επίθετα σχεδόν νανούριζαν τον ακροατή, προσφέροντας ηδυπαθή χαλάρωση. Η παλαιά ποικιλομορφία του τόνου χάθηκε προς όφελος ενός ρυθμικού συντονισμού με τη συγκίνηση. Το πάθος εξάρθηκε. Ένας κυματιζόμενος και ανθηρός λόγος, κατάλληλος για ανάγνωση ή αισθητική ακρόαση, πήρε τη θέση της λεκτικής αμεσότητας στο δικαστήριο ή την Εκκλησία του Δήμου.

Η αντίδραση προήλθε από κύκλους λογίων που ένιωσαν νοσταλγία για την αττική διάλεκτο και τον επιδέξιο χειρισμό της από τον Λυσία ή τον Δημοσθένη. Η νέα τάση επιστροφής στο παρελθόν ονομάστηκε Αττικισμός, και ο άλλοτε νωχελικός και άλλοτε εμφορούμενος από πάθος αντίπαλός της χαρακτηρίστηκε Ασιανισμός, αφού είχε αναπτυχθεί στην Ασία και ίσως ταίριαζε καλύτερα στην ψυχοσύνθεση των ανθρώπων της Ανατολής.

Ο Αττικισμός χαρακτηρίζεται συχνά ως βίαιη προσπάθεια παρεμπόδισης της φυσικής εξέλιξης στη γλώσσα. Ωστόσο, ήδη από τον Όμηρο, η αρχαιότητα διέθετε λογοτεχνικές διαλέκτους, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο αποκομμένες από τη φυσική ομιλία. Οι διάλεκτοι αυτές συνόδευαν συγκεκριμένα γραμματειακά είδη και μετασχηματίζονταν με τρόπους διαφορετικούς από την αβίαστη εξέλιξη των φυσικών γλωσσών.

Ο Αττικισμός εμφανίστηκε κατά τον 1ο αιώνα π.Χ. ως φαινόμενο γλωσσικό και υφολογικό. Ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς, ένας ιστορικός και οξυδερκής κριτικός της λογοτεχνίας που έζησε την περίοδο του Αυγούστου, είναι ο παλαιότερος γνωστός εκφραστής αυτής της τάσης. Επειδή όμως η γλώσσα επηρεάζει τη σκέψη και τις αξιολογήσεις, από τα σπλάχνα του Αττικισμού γεννήθηκε ένα κίνημα εγγράμματης παιδείας που είχε ως πρότυπο την αθηναϊκή πεζογραφία του 5ου και του 4ου αιώνα, δηλαδή της εποχής που ονομάστηκε κλασική. Το κίνημα αυτό έμεινε γνωστό ως Δεύτερη Σοφιστική και είχε πολλούς και ποικίλους εκπροσώπους κατά την αυτοκρατορική περίοδο.

Η θεματολογία και τα ειδικά ενδιαφέροντα των ιδιαίτερα καλλιεργημένων αυτών ανθρώπων διέφεραν πολύ, και τα έργα τους κυμαίνονταν από τη φιλοσοφική εμβρίθεια έως την πλέον ασπόνδυλη ευρυμάθεια. Όλοι τους όμως συμμερίζονταν την αγάπη για την αρχαία γραμματεία και όλοι τους θαύμαζαν το ύφος του Ομήρου, του Πλάτωνα και του Δημοσθένη. Άλλοι ήθελαν απλώς να διδαχτούν, άλλοι προσπαθούσαν επίσης να μιμηθούν. Ορισμένοι πέτυχαν την πρωτοτυπία που συνεπάγεται η επιρροή όταν συνδυάζεται με αυθεντική αίσθηση του παρόντος. Ο 2ος αιώνας μ.Χ. απείχε πολύ, και όχι μόνο χρονικά, από την κλασική εποχή. Εκτός από τις εξαιρετικά διαφορετικές πολιτικές συνθήκες (οικουμενική αυτοκρατορία έναντι αυτόνομης πόλης, σταθερή μοναρχία έναντι μεταβαλλόμενης δημοκρατίας), απουσίαζε πλέον και ο πόλεμος. Με λίγες αλλά σημαντικές εξαιρέσεις, η περίοδος στην οποία άνθισε η Δεύτερη Σοφιστική υπήρξε εποχή ειρήνης για αρκετές επαρχίες.

Οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες του 2ου αιώνα (Τραϊανός, Αδριανός, Αντωνίνος Ευσεβής, Μάρκος Αυρήλιος) υπήρξαν φιλέλληνες και καλλιεργημένοι. Ενθάρρυναν με τα λόγια και στήριξαν με τα έργα τους την ανάπτυξη των γραμμάτων και των τεχνών, ιδίως της μνημειακής αρχιτεκτονικής. Η Αθήνα κοσμήθηκε με πολυτελή οικοδομήματα που είχε να δει από την εποχή του Περικλή. Με απόφαση του Μάρκου Αυρήλιου, το 176 ιδρύθηκαν στην πόλη τέσσερις έδρες φιλοσοφίας για να εκπροσωπούνται επίσημα οι σπουδαιότερες τάσεις (πλατωνική, περιπατητική, επικούρεια και στωική). Το μέτρο αποσκοπούσε στην οικονομική ενίσχυση και θεσμική κατοχύρωση σχολών που λειτουργούσαν ήδη από αιώνες. Σχετική ειρήνη και πολιτική βούληση συνεργάστηκαν για την πολιτιστική παραγωγή του 2ου αιώνα.

Ο Πλούταρχος (περ. 50-120) γεννήθηκε και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη Χαιρώνεια της Βοιωτίας. Καταγόταν από εύπορη και καλλιεργημένη οικογένεια, σπούδασε στην πλατωνική Ακαδημία και ταξίδεψε μέχρι την Ασία, την Αίγυπτο και την Ιταλία. Κάποια διαστήματα μάλιστα διέμεινε στη Ρώμη, όπου και έδωσε διαλέξεις, ενώ τα τελευταία τριάντα χρόνια της ζωής του υπήρξε ιερέας του μαντείου των Δελφών. Πάντοτε ήταν ευσεβής. Μεγάλες ψυχικές διακυμάνσεις, αμφιβολίες ή μεταστροφές δεν χαρακτήριζαν την πνευματική πορεία του.

Ο Πλούταρχος αποτελεί υποδειγματική περίπτωση ευρυμαθούς και πολυγραφότατου άνδρα, που συνδυάζει τη ρητορική ευφράδεια με τη φιλοσοφική παιδεία, τις ιστορικές γνώσεις με την κατανόηση της ανθρώπινης φύσης και τις υψηλές γνωριμίες με την πολιτική δράση στον περιορισμένο ορίζοντα της πατρίδας του. Αν και θεωρούσε ότι οι Ρωμαίοι είχαν στερήσει την ελευθερία από τις ελληνικές πόλεις, είχε ωστόσο καλές σχέσεις με την εξουσία τους και μάλιστα συνέβαλε σημαντικά ώστε να φανούν οι γραμμές συνέχειας ανάμεσα στην αρχαία ελληνική και τη ρωμαϊκή αντίληψη του κόσμου. Του απονεμήθηκε άλλωστε η ιδιότητα του Ρωμαίου πολίτη. Κύριο μέλημά του στάθηκε η ηθική διαπαιδαγώγηση των συγχρόνων του.

Τα έργα του χωρίζονται σε πολυάριθμες φιλοσοφικοϊστορικές πραγματείες ή διάλογους (που αποκαλούνται Ηθικά) και σε βιογραφίες σημαντικών πολιτικών προσωπικοτήτων της Ελλάδας και της Ρώμης. Κατά τη συγγραφή των βιογραφιών στόχος του δεν ήταν ούτε η πληρότητα στην παρουσίαση των δεδομένων ούτε η πλήρης ένταξη των προσώπων στα ιστορικά τους συμφραζόμενα. Όπως δηλώνει ο ίδιος, τον ενδιέφερε η ανάδειξη του ἤθους, της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας καθενός προσώπου, που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως παράδειγμα για τον αναγνώστη. Ο Πλούταρχος προτιμούσε να αφηγηθεί εκτενώς ένα επουσιώδες συμβάν στη ζωή του ήρωά του, αν αυτό διέθετε συμβολική και ηθικοδιδακτική αξία, παρά να καταγράψει με αντικειμενική αμεροληψία όλες τις πράξεις του βίου του. Η μεγάλη πρωτοτυπία του όμως συνίσταται στην απόφασή του να παρουσιάσει τα ήθη των περισσότερων ηρώων του κατά ζεύγη, έτσι ώστε ένας Έλληνας να βρίσκει τον ομόλογό του σε έναν νεότερο Ρωμαίο. Με αυτή την ευφυή μέθοδο αντίστιξης ανέδειξε τον παραλληλισμό μεταξύ Ελλάδας και Ρώμης στις πολιτικές αντιλήψεις και πρακτικές και ιδίως στο πολιτικό ήθος. Ταυτόχρονα προώθησε τη λατρεία της σημαντικής προσωπικότητας που ήταν σύμφωνη με το πνεύμα της εποχής.

Ο Πλούταρχος δεν είχε μιμητές στη συγγραφή παράλληλων βίων. Η βιογραφία όμως γνώρισε μεγάλη δόξα. Ο Φιλόστρατος (περ. 170-250), που πρώτος διέκρινε την Αρχαία από τη Δεύτερη Σοφιστική, παρουσίασε ένα έργο με βιογραφίες σημαντικών εκπροσώπων και των δύο τάσεων καθώς και έναν μυθιστορηματικό βίο του Απολλώνιου Τυανέα. Αργότερα ο Διογένης Λαέρτιος (3ος-4ος αιώνας) και ο Ευνάπιος (4ος αιώνας) έκαναν το ίδιο με παλαιότερους και νεότερους σοφιστές και φιλοσόφους. Συχνά το ενδιαφέρον τους, όπως και του Φιλόστρατου, είλκυαν περισσότερο οι πεποιθήσεις των βιογραφουμένων προσώπων παρά οι λεπτομέρειες του βίου τους. Η ζωή και οι σκέψεις ήταν αξεδιάλυτα δεμένες στα μάτια τους. Τα έργα τους είναι περισσότερο δοξογραφικά παρά αμιγώς βιογραφικά. Ακόμη και ιστορικοί, όπως ο Σουητώνιος και ο Ηρωδιανός, επέλεξαν να γράψουν ιστορία δίνοντάς της τη μορφή αυτοκρατορικών βιογραφιών.

Ο Ηρώδης ο Αττικός (περ. 101-177), Έλληνας ρήτορας και πολιτικός με υψηλές διασυνδέσεις, διέθετε τεράστιο πλούτο και ευρεία παιδεία. (Ο Φιλόστρατος υπήρξε ένθερμος θαυμαστής του.) Καταγόταν από μια πολύ επιφανή οικογένεια της Αθήνας. Ο πατέρας του ήταν ο πρώτος ελληνικής καταγωγής Ρωμαίος πολίτης που κατόρθωσε να αποκτήσει το αξίωμα του υπάτου. Ύπατος έγινε και ο ίδιος. Ο Ηρώδης έφτασε να διαθέτει τόσο μεγάλη πολιτική ισχύ στην Αθήνα, ώστε κατηγορήθηκε για τυραννία. Ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος (161-180), που συνδεόταν φιλικά μαζί του, προσπάθησε να διασκεδάσει τις κατηγορίες και να δώσει τέλος στην αντιπαράθεση. Αιτία της δεν ήταν μόνο ο φθόνος, αλλά και η ιδιοσυγκρασία του Ηρώδη. Μεγάλος ευεργέτης, έχοντας δαπανήσει τεράστια ποσά για οικοδομικά έργα σε όλη την Ελλάδα και όχι μόνο στην ιδιαίτερη πατρίδα του, δεν δίσταζε να συγκρουστεί με σπουδαία πρόσωπα. Δεν γνωρίζουμε τα κίνητρα της αντιπαράθεσής του με δύο αδελφούς που είχαν από κοινού διοριστεί κυβερνήτες της ρωμαϊκής Αχαΐας, αλλά η σύγκρουσή του με έναν διάσημο Ρωμαίο ρητοροδιδάσκαλο πρέπει να οφειλόταν σε διάσταση ιδεών. Γνωστή ήταν άλλωστε και η επίθεση που εξαπέλυσε εναντίον του ο Περεγρίνος. Από τη ρητορική παραγωγή του σώζεται μόνο ένας αμφισβητούμενος λόγος Περὶ πολιτείας. Μαθητής του λέγεται ότι υπήρξε ο Αίλιος Αριστείδης (117-189), μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία της εποχής.

Η παρατήρηση του ουρανού και η εμπειρία των ονείρων είναι οι δύο πιο σημαντικές πηγές της θρησκευτικότητας. Αυτό τουλάχιστον πίστευε ο Αριστοτέλης. Και δεν εννοούσε μόνο το δέος του νυχτερινού θόλου, αλλά επίσης τις εναρμόνιες -ημερήσιες, μηνιαίες, ετήσιες- μετατοπίσεις του Ήλιου και τις αυξομειώσεις της Σελήνης. Ούτε αναφερόταν απλώς στα ενύπνια. Αυτό που μάλλον τον παρακίνησε να θεωρήσει τον ύπνο ως προνομιακή δίοδο επικοινωνίας με τον θεϊκό χώρο ήταν η συνταρακτική εμπειρία των ιδιαίτερα συμβολικών ονείρων.

Στην ελληνική παράδοση πολλά συνεργούσαν σε μια τέτοια αντίληψη. Ήδη στον Όμηρο υπάρχουν θεόσταλτα όνειρα. Οι επικοί και τραγικοί ποιητές είχαν εκμεταλλευτεί δεόντως την προφητική σημασία τους για τους σκοπούς της δράσης. Κάποιοι θρησκευτικοί συγγραφείς και αλληγοριστές (όπως ο άγνωστος συγγραφέας ενός πρόσφατα δημοσιευμένου παπύρου που βρέθηκε στο Δερβένι, έξω από τη Θεσσαλονίκη) είχαν θεωρήσει ότι από όλες τις καταστάσεις αλλοιωμένης συνείδησης η ονειρική αποτελεί την πιο εύκολη και διαδεδομένη οδό γνώσης των θεϊκών βουλών. Στα ιερά του Ασκληπιού μια συνηθισμένη μέθοδος θεραπείας ήταν η ἐγκοίμησις: ο ασθενής πλάγιαζε μέσα στον ιερό χώρο, και στον ύπνο ο θεός τού παρείχε ίαση - κυριολεκτικά ή συμβολικά. Η ερμηνεία των ονείρων απασχολούσε πολύ και τους Ρωμαίους.

Ενώ τα όνειρα εκείνα που κατακλύζουν τον κοιμώμενο με μια αύρα ιερότητας είχαν γίνει αντικείμενο εξονυχιστικής μελέτης από τους εντεταλμένους ερμηνευτές των θεών, κανένας, όσο γνωρίζουμε, δεν είχε σκεφτεί να κρατήσει καθημερινό ημερολόγιο των ενυπνίων του. Αυτά μέχρι την εποχή του Αίλιου Αριστείδη.

Γόνος εύπορης οικογένειας από τη Μικρά Ασία, ο Αίλιος Αριστείδης μελέτησε και ταξίδεψε πολύ. Οι ρητορικές του ικανότητες ήταν εκπληκτικές και από νεαρή ηλικία γνώρισε τον απροσποίητο θαυμασμό των συγχρόνων του. Στα είκοσί του χρόνια έφτασε στη Ρώμη, όχι ως κάποιος τυχαίος που ψάχνει τον δρόμο του, αλλά ως ένας ήδη φτασμένος ρήτορας. Η υγεία του όμως ήταν εξαιρετικά ασταθής. Υπέφερε από κάθε είδους νόσημα. Όλα τους είχαν ψυχοσωματική προέλευση.

Στην προσπάθειά του να καταλάβει τι συμβαίνει, ο Αίλιος Αριστείδης άρχισε να καταγράφει τα όνειρά του. Το εκτενέστατο αυτό έργο ονομάστηκε Ἱεροί λόγοι, γιατί περιλάμβανε συμβολικά συμβάντα των οποίων η πηγή πιστευόταν ότι βρίσκεται έξω από την ανθρώπινη ψυχή. Στην περίπτωση του Αίλιου Αριστείδη ερχόμαστε αντιμέτωποι με το ψυχικό δράμα ενός ανθρώπου, στον οποίο η ακόρεστη φιλοδοξία συγκρούεται με ένα εξίσου αφόρητο αίσθημα προσωπικής ενοχής.

Τελικά ο Αίλιος Αριστείδης κατόρθωσε να γιατρευτεί μόνος του. Την αυτοΐασή του την απέδωσε, όπως θα έκαναν πολλοί την εποχή του, στην επιτυχή εξιλέωση δαιμονικών δυνάμεων και στη συνδρομή των θεών. Αν δεν ήταν η πολύ επιτυχημένη υπεράσπιση της ρητορικής έναντι της φιλοσοφίας που επιχείρησε ο Αριστείδης στο πλαίσιο μιας φανταστικής αντιπαράθεσης με τον Πλάτωνα, πιθανόν δεν θα γνωρίζαμε το προσωπικό δράμα ενός μεγάλου Αττικιστή. Τα κείμενά του θα είχαν περιπέσει στην αφάνεια και θα είχαν πιθανότατα χαθεί. Το προσωπικό και ονειρικό δράμα του διασώθηκε επειδή ήταν έξοχος ρήτορας.

Τα όνειρα έχουν ανάγκη αποκρυπτογράφησης. Πολύ σπάνια μιλούν με κυριολεξίες. Τις περισσότερες φορές είναι σύμβολα που λειτουργούν με βάση τις αρχές της αναλογίας, της υποκατάστασης και της μετωνυμίας. Τη συστηματική ερμηνεία τους ανέλαβε ο Αρτεμίδωρος από τη Δάλδη στο πρώτο σωζόμενο έργο αρχαίας ονειροκριτικής. Ενώ η μέθοδος του Αρτεμίδωρου διαφέρει πολύ από τη σύγχρονη ψυχαναλυτική τάση, η αρχαία και η νεότερη ερμηνευτική συμφωνούν στη διάκριση του φαινομενικού από το βαθύ περιεχόμενο των ονείρων και στον εγγενή δυναμισμό των ψυχικών παραστάσεων, που μετασχηματίζονται σαν τον Πρωτέα. Όπως όλα τα φαινόμενα της ζωής, δεν υπάρχουν ποτέ δύο πανομοιότυπα όνειρα. Η αναγνώριση της ομοιότητας ή και ταυτότητας μέσα στην ποικιλόμορφη διαφορά είναι ένδειξη πραγματικής τέχνης. Ο Αρτεμίδωρος, αν και ονειροκρίτης, ανήκει και αυτός στο αρχαιότροπο κίνημα της Δεύτερης Σοφιστικής.

Σύγχρονος του Αίλιου Αριστείδη και του Αρτεμίδωρου ήταν ο Γαληνός (129 - περ. 200), ο μεγαλύτερος γιατρός που γνώρισε η αρχαιότητα μετά τον Ιπποκράτη. Γεννημένος στο Πέργαμο, ο Γαληνός έδειξε από νεαρή ηλικία ένα εξαιρετικό ενδιαφέρον για όλους σχεδόν τους τομείς του επιστητού. Η οικογένειά του είχε παράδοση στη γνώση. Μελέτησε μόνος του αστρονομία, αρχιτεκτονική, βοτανική, φιλοσοφία και υπηρέτησε ως θεραπευτής στο Ασκληπιείο της πόλης του, πριν φύγει για σπουδές στη Σμύρνη, την Κόρινθο και την Αλεξάνδρεια. Τελικά βρέθηκε στη Ρώμη να δίνει διαλέξεις στα ελληνικά και να υπηρετεί ως προσωπικός γιατρός του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου.

Ο Γαληνός ασχολήθηκε ιδιαίτερα με τις ανατομές ζώων, από τις οποίες απέκτησε μια εξαιρετική κατ᾽ αναλογία γνώση της ανθρώπινης ανατομίας, και στη συνέχεια αποπειράθηκε να κάνει πρωτόγνωρες εγχειρήσεις στους ασθενείς του - κάποιοι ήταν τραυματισμένοι μονομάχοι του ιπποδρόμου. Οι επιτυχίες που είχε του προσέδωσαν τη φήμη μεγάλου θαυματουργού.

Ο Γαληνός αναγνώριζε, δίπλα στις καθαρά σωματικές ασθένειες, τις αρρώστιες της ψυχής - με ή χωρίς σωματικά συμπτώματα. Ταυτόχρονα υπήρξε πολυγραφότατος συγγραφέας, όχι μόνο στον ειδικό τομέα της ιατρικής (και ιδίως στα πεδία της φυσιολογίας και της ανατομίας), αλλά και σε κλάδους όπως η γνωσιοθεωρία, η μεθοδολογία της επιστήμης και η λογική. Προσπάθησε μάλιστα να εναρμονίσει σε μια ενιαία σύνθεση την αριστοτελική με τη στωική λογική. Τόσο πολυάριθμα ήταν τα συγγράμματά του, ώστε αναγκάστηκε ο ίδιος να συντάξει δύο ειδικούς καταλόγους των έργων του. Μεγάλος θαυμαστής του Ιπποκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, δεν δίσταζε να διαφωνεί μαζί τους όταν η προσωπική του πείρα είχε δείξει άλλο δρόμο για την επίλυση ενός ζητήματος. Μέχρι την περίοδο της Αναγέννησης, οι γνώσεις ανατομίας που διέθεταν οι γιατροί προέρχονταν, άμεσα ή έμμεσα, από τις δικές του ανακαλύψεις. Κατά τη γνώμη του, ο αληθινός γιατρός έπρεπε να είναι ταυτόχρονα γνώστης του κόσμου, ικανός χειρουργός και αγαθός άνθρωπος.

Ο όρος Δεύτερη Σοφιστική περιλαμβάνει μια πληθώρα ετερόκλητων συγγραφέων. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν επίσης ο Παυσανίας, που περιηγήθηκε τον ελλαδικό χώρο στο μέσον του 2ου αιώνα και ενδιαφέρθηκε να καταγράψει, με θρησκευτική ζέση, τα σημαντικά μνημεία και τους μύθους του παρελθόντος (σε ένα έργο που επιγράφεται Ἑλλάδος περιήγησις), και ο Λουκιανός από τα Σαμόσατα της Συρίας, ο οποίος την ίδια εποχή έστρεφε το καυστικό πνεύμα του προς όλες τις κατευθύνσεις, ιδίως τις θρησκοληπτικές, δίχως οίκτο για την ανθρώπινη αδυναμία και δίχως προσκόλληση σε ένα συγκεκριμένο γραμματειακό είδος ή σε μία και μόνο λογοτεχνική διάλεκτο.

Μερικοί οπαδοί της Δεύτερης Σοφιστικής δημιούργησαν βοηθήματα για τη μελέτη της κλασικής γραμματείας. Ο Αρποκρατίων και ο Πολυδεύκης υπήρξαν λεξικογράφοι, ο Αθηναίος συλλέκτης ετερόκλητων πληροφοριών. Άλλοι αφιέρωσαν τον μόχθο τους στην επιστημονική μελέτη της ρητορικής. Ο Ερμογένης από την Ταρσό της Κιλικίας ενδιαφέρθηκε για την ταξινόμηση όλων των δυνατών βασικών θέσεων (στάσεων) που μπορεί ο ρήτορας να χρησιμοποιήσει σε έναν λόγο, ιδίως δικανικό, προκειμένου να ενισχύσει, όσο είναι εφικτό, την επιχειρηματολογία του.

Η Δεύτερη Σοφιστική ήταν τόσο πολύμορφη όσο και οι χαρακτήρες των εκπροσώπων της. Η πολιτική και πολιτιστική ενοποίηση της ανατολικής Μεσογείου παρείχε τον κοινό χώρο δράσης, όχι ομοιόμορφη μονοτονία.

Η Θρησκευτική Αντίληψη

Η ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ (η οποιαδήποτε συνείδηση), από την στιγμή που «υπάρχει» (που έχει αντίληψη ότι «υπάρχει»), σχηματίζει αυτόματα μία αντίληψη του «περιβάλλοντος» (σαν μία ολική κι «ακαριαία» εικόνα) εντός του οποίου αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει και λειτουργεί και δραστηριοποιείται. Αυτή η αντίληψη του περιβάλλοντος κόσμου (που μπορεί να συμπεριλαμβάνει διάφορα στοιχεία) είναι πάντα το σύστημα αναφοράς για την ύπαρξή μας και την δράση μας.

Η Αλήθεια είναι βίωμα. Η Αλήθεια δεν βρίσκεται στην θεωρία αλλά σε αυτό που η θεωρία υποδεικνύει, σε αυτό που ανακαλύπτουμε, που βιώνουμε μέσω της θεωρίας.

Είναι λογικό ότι μία ατελής συνείδηση δεν μπορεί να σχηματίσει πλήρη αντίληψη της Πραγματικότητας. Έτσι, συχνά, η Εικόνα, που πρέπει να είναι «πλήρης» για να μπορούμε να υπάρξουμε και να λειτουργήσουμε συμπληρώνεται με ανακριβή ή φανταστικά στοιχεία. Αυτό όμως (μπορεί από μεταφυσική και λογική άποψη να είναι απατηλό αλλά) για την καθημερινή ζωή δεν έχει και τόση σημασία. Όταν αποδίδουμε τον κεραυνό στον αστραπαίο, βρονταίο, κεραύνιο, Δία (κι όχι σε μία ατμοσφαιρική, ηλεκτρική εκκένωση) διαπράττουμε ίσως ένα μεταφυσικό, λογικό, επιστημονικό σφάλμα, αλλά για την καθημερινή ζωή και τον ρόλο της βροχής στην ζωή μας αυτό έχει ελάχιστη σημασία. Ακόμη κι όταν χρησιμοποιούμε ανακριβή ή φανταστικά στοιχεία για να αποδώσουμε ηθικό κύρος σε κάποιες αντιλήψεις - από την στιγμή που αυτές οι αντιλήψεις είναι σε κάποια λογικά και ηθικά πλαίσια - ελάχιστη σημασία έχει. Τι σημασία έχει αν τις πλάκες του Μωυσή τις υπαγόρευσε Κάποιος, Κάτι, ή αν τις εμπνεύστηκε αυτός με βάση προηγούμενα στοιχεία ή αν είναι δημιούργημα κάποιου ιερατείου;

Εικόνα πλήρη του κόσμου δεν μπορούμε να έχουμε. Χιλιετηρίδες πορευτήκαμε έτσι. Και η σημερινή επιστημονική σκέψη δεν μπορεί να έχει μία πλήρη ενοποιημένη θεωρία για το σύμπαν (και για ό,τι, ενδεχομένως, υπάρχει πέρα από το σύμπαν). Πάντα θα λείπουν στοιχεία που ή θα τα αφήνουμε κενά ή θα τα συμπληρώνουμε με φανταστικά, φτιαχτά, στοιχεία. Από την άποψη της Απόλυτης Αλήθειας αυτό αποτελεί ασφαλώς σφάλμα αλλά από την άποψη της πρακτικής ζωής είναι αναπόφευκτο. Αυτό που έχει σημασία είναι να μην μας κοροϊδεύουν με χονδροειδή τρόπο και να μην μας εκμεταλλεύονται. Για παράδειγμα το να χρησιμοποιούν την ιδέα του Θεού για να πουν ότι Κάτι υπάρχει, Κάτι που μας προσδιορίζει ένα σκοπό στην ζωή και αξίες, όσο κι αν αποτελεί λογικό σφάλμα είναι θεμιτό από πρακτική άποψη. Απλά αυτό που σκέπτονται οι άνθρωποι το αποδίδουν σε μία φανταστική πηγή. Το να χρησιμοποιούμε όμως αυτή την ιδέα για να έχουμε εξουσία πάνω στους άλλους, να τους εκμεταλλευόμαστε και γενικά να τους παραπλανούμε αυτό είναι μία άλλη υπόθεση. Όλες οι θρησκείες ξεκινούν από την πρώτη θέση αλλά καταλήγουν στην τελευταία στάση.

Στην διάρκεια της ιστορίας υπήρξαν κάποια εμπνευσμένα «πνεύματα» που δημιούργησαν αν όχι μία πλήρη εικόνα για την Πραγματικότητα αλλά πάντως μία αξιοσημείωτη αντίληψη. Τέτοιες κοσμοθεωρίες δημιούργησαν ο Βούδας, ο Λάο Τσε, ο Πλάτων κι άλλοι θρησκευτικοί ηγέτες ή φιλόσοφοι. Βέβαια όλοι αυτοί ανατράφηκαν στα πλαίσια κάποιας κοινωνίας, χρησιμοποίησαν την λογική και την μεταφυσική γλώσσα αυτής της κοινωνίας, πήραν στοιχεία από αυτήν την κοινωνία και διατύπωσαν μία δική τους πιο ειδική άποψη. Με αυτή την έννοια ο βουδισμός, ο ταοϊσμός, ο πλατωνισμός, κλπ., δεν είναι αποκλειστικό δημιούργημα ατομικών συνειδήσεων αλλά μίας κοινωνίας, μίας ομάδας ανθρώπων.

Αυτές οι ξεχωριστές απόψεις για τον σύμπαντα κόσμο, θρησκείες, κοσμοθεωρίες, επηρέασαν μεγάλους πληθυσμούς, σημάδεψαν την ιστορία. Χρησιμοποιήθηκαν σαν οδηγοί για τους ανθρώπους αλλά συχνά τις χρησιμοποίησαν άσχημα ή για να παραπλανήσουν ή για να εκμεταλλευτούν τους ανθρώπους.

Ακόμη και σήμερα και πάντα ο άνθρωπος χρειάζεται μία πλήρη εικόνα για το περιβάλλον του. Χρησιμοποιούμε λοιπόν ακόμη και σήμερα τέτοιες κοσμοθεωρίες γιατί είναι οι πιο πλήρεις. Όπως είπαμε και πιο πάνω η επιστήμη (η φυσική επιστήμη συγκεκριμένα) δεν μπορεί ακόμα να διατυπώσει μία ενοποιημένη θεωρία για το σύμπαν. Μετά από την φύση της η επιστήμη έχει κάποιους περιορισμούς αφού θέλει πάντα να είναι συγκεκριμένη και να επιβεβαιώνει ό,τι λέει. Έτσι η μεταφυσική μένει έξω από τον χώρο της επιστήμης. Πάντως αυτό που έχει σημασία είναι να γνωρίζουμε ακριβώς το αντικείμενό μας, την βουδιστική, ή την όποια άλλη κοσμοθεωρία για παράδειγμα, να ξέρουμε για τι πράγμα μιλάμε κι αν αυτό μπορεί να μας χρησιμεύσει, ή μας ξεστρατίζει από τον δρόμο προς την Αλήθεια.

Ας σημειώσουμε τέλος ότι όλες αυτές οι θεωρίες είναι διανοητικοί χάρτες που οδηγούν σε κάποια συμπεράσματα και σε κάποια δραστηριότητα, δεν είναι αυτή καθ’ εαυτή η Αλήθεια. Η θεωρία περί της Απόλυτης Πραγματικότητας, ή περί του Θεού, είναι άχρηστη αν δεν μπορούμε αυτό να το βιώσουμε, όπως και όταν την βιώσουμε δεν την χρειαζόμαστε πλέον γιατί αναπτυχθήκαμε. Η Αλήθεια λοιπόν δεν βρίσκεται στην θεωρία αλλά σε αυτό που η θεωρία υποδεικνύει, σε αυτό που ανακαλύπτουμε, που βιώνουμε μέσω της θεωρίας. Η Αλήθεια είναι βίωμα. Πάντως σήμερα οι θρησκείες έχουν ξεφτίσει, ελάχιστα βοηθούν, ενώ έχουν ξεφτιλίσει τον σύγχρονο άνθρωπο.

Η Αγκαλιά της μάνας

Μια ζωή περίμενα μια αγκαλιά απ’ την μάνα μου.

Όπως εγώ την ήθελα. Όπως και όσο εγώ το 'θελα να με σφίξει. Να ναι διακριτική και δοτική μαζί. Να το κάνει λαμβάνοντας υπόψη της τους δικούς μου φόβους, τις κρυφές μου επιθυμίες. Να σεβαστεί τους δικούς μου δισταγμούς.

Όσες φορές έκανε να με αγκαλιάσει, ποτέ αυτή η αγκαλιά δεν ήταν όπως την λαχταρούσα. Ήταν πάντα λειψή, υπερβολικά γεμάτη, άδεια, ή περισσότερο σύντομη απ’ ότι ήθελα. Πάντα έλεγα στον εαυτό μου:
«Είδες;! Είχες δίκιο που δίσταζες να την αγκαλιάσεις εσύ πρώτος… Αφού το ξέρεις: Δεν έχει να σου την δώσει…». Κι όμως, ξόδεψα χρόνια στην μεμψιμοιρία και στην προσχεδιασμένη αυτοματαίωση…

Ήρθε κάποια στιγμή η ώρα που γέμισε η καρδιά μου απ’ αυτό που ζητούσα, πριν η μάνα μου να μου το δώσει, κι ένιωσα πολύ πόνο για κείνον τον άνθρωπο, τη μάνα μου, που δεν ήξερε πως ν’ αγκαλιάσει (γιατί δεν ήξερε ούτε πως ν’ αγαπήσει, ούτε τον εαυτό της… πώς να ξέρει να το κάνει για τους άλλους!;).

Γεμάτο καθώς ήταν το ποτήρι μου, θέλησα να δώσω και σε κείνη να πιεί να ξεδιψάσει.
Κι άρχισα εγώ αυτήν την φορά να την αγκαλιάζω για να της δώσω το περίσσευμα απ’ την δική μου γιομάτη αγκαλιά.

Κι εκείνη το κατάλαβε που δεν περίμενα αντάλλαγμα! Και μ’ έσφιξε με ευγνωμοσύνη.
Κι ήταν όπως ακριβώς την ήθελα! Μια αγκαλιά διψασμένη, γεμάτη από αποδοχή της δικής μου προσφοράς. Γεμάτη από αποδοχή.

Κι εγώ τώρα χάρηκα πολύ! Γιατί βρήκα αυτόν και αυτό που πάντα ζητούσα!

Έναν ενδεή άνθρωπο, διψασμένο όπως ήμουν πριν κι εγώ, να δέχεται την αγκαλιά μου σαν πολύτιμο θησαυρό.

Και πιο πολύ χάρηκα που δεν ζητούσα αυτήν την φορά, δεν περίμενα την ανταπόδοση. Με γέμιζε που έδινα αυτό που για χρόνια είχα ο ίδιος στερήσει από μένα: Όχι την αγκαλιά κάποιου άλλου, της μάνας μου! Όχι! Του χα στερήσει την δική μου γεμάτη αγκαλιά…

Την χαρά της αγκαλιάς που από περίσσευμα προσφέρεται…

Η φιλοσοφία του Επίκτητου – Μια εναλλακτική στάση ζωής

Ο Επίκτητος (50 – 138 μ.Χ. ) ήταν Έλληνας στωϊκός φιλόσοφος που γεννήθηκε στην Ιεράπολη της της Φρυγίας. Ήταν δούλος και ζούσε στη Ρώμη, αλλά κάποια στιγμή κατάφερε – δεν ξέρουμε πώς- να ζει ελεύθερος. Έγινε φιλόσοφος και διώχθηκε από τη Ρώμη εξαιτίας σχετικού διατάγματος του Δομιτιανού. Πήγε μετά στη Νικόπολη της Ηπείρου, όπου ίδρυσε φιλοσοφική σχολή. Μεταξύ των μαθητών του συγκαταλέγεται ο ιστορικός Φλάβιος Αρριανός, ο πραγματικός καταγραφέας των φιλοσοφικών του απόψεων, καθώς ο ίδιος δεν άφησε κανένα σύγγραμμα (όπως και ο Σωκράτης!). Ήταν ανάπηρος από το ένα πόδι, δεν ξέρουμε όμως πώς ακριβώς το έπαθε, κάποιοι λένε ότι έτσι γεννήθηκε, άλλοι ότι του το έσπασε σκόπιμα ο κύριός του.

Τα κύρια σημεία που εστιάζει ο Επίκτητος είναι η ακεραιότητα, η αυτοδιαχείριση και η προσωπική ελευθερία, την οποία προωθεί με το να ζητάει στους μαθητές του την λεπτομερή εξέταση δύο κεντρικών ιδεών, την προαίρεση ελεύθερη εκλογή στάσης ζωής και τη σωστή χρήση των εντυπώσεων.

Στο Εγχειρίδιον ο Επίκτητος δίνει ρητές συμβουλές για το πώς πρέπει να ζούμε. Λέγεται Εγχειρίδιον γιατί όλα τα άτομα που θέλουν να ζήσουν όπως πρέπει, πρέπει να το έχουν πάντα μαζί τους εύκαιρο. Είναι ένα βιβλίο συνεχούς και απαραίτητης χρήσης, όπως το σπαθί (που συχνά αναφέρεται με αυτή την λέξη και φαίνεται η παρομοίωση να έχει παρθεί από εκεί) για έναν στρατιώτη.

Κάποια πράγματα τα εξουσιάζουμε και άλλα όχι, λέει ο Επίκτητος, και πρέπει να μάθουμε την διαφορά. Της εξουσίας μας είναι η γνώμη μας, η διάθεσή μας, η επιθυμία να απολαύσουμε, η προσπάθεια να αποφύγουμε, με άλλα λόγια όσα είναι δική μας ενέργεια. Δεν είναι της εξουσίας μας το σώμα, η περιουσία, οι δόξες, τα αξιώματα, με μια λέξη όσα δεν είναι δικής μας ενέργειας.

Υπάρχει μόνο ένας τρόπος να είμαστε ευτυχισμένοι κι αυτός είναι να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με πράγματα πέρα από τον έλεγχό μας.

Αν θες, λέει, να μη σου τύχουν αρρώστιες, θάνατος ή φτώχεια, θα δυστυχήσεις. Την επιθυμία κατάργησέ την τελείως γιατί αν επιθυμείς κάτι που δεν είναι της εξουσίας σου θα αποτύχεις.

Κάθε τι που αγαπάς να εξακριβώνεις τι είναι, πχ να λες χύτρα είναι έτσι ώστε αν σπάσει να μην ταραχθείς, αν φιλάς το παιδί σου ή την γυναίκα σου να λες, άνθρωπος είναι, έτσι δε θα ταραχθείς όταν πεθάνει. Αν θες η γυναίκα σου, τα παιδιά σου και οι φίλοι σου να ζουν αιωνίως, είσαι ηλίθιος. Θέλεις δηλαδή να εξουσιάζεις εκείνα που δεν είναι της δικής σου εξουσίας. Θάνατο και εξορία και όλα που σου φαίνονται τρομερά λογάριαζέ τα κάθε μέρα. Περισσότερο από όλα τον θάνατο, μ” αυτό ποτέ δε θα συλλογισθείς τίποτα ταπεινό, ούτε θα επιθυμήσεις τίποτα με υπερβολή. Πρέπει να αγαπάμε τα παιδιά μας, τα αδέρφια μας, τους φίλους μας αλλά ταυτόχρονα να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας την θνητότητά τους. Η κυρίαρχη σχέση είναι με τον θεό: οι ανθρώπινες σχέσεις δεν θα έπρεπε να μας δίνουν λόγο να μεμφόμαστε τον θεό αλλά θα 'πρεπε να μας παρακινούν να χαιρόμαστε με την φυσική τάξη πραγμάτων.

Δεν πειράζουν τους ανθρώπους τα πράγματα, αλλά οι γνώμες που σχηματίζουν για τα πράγματα. Πχ ο θάνατος δεν είναι κάτι φοβερό, αν ήταν θα φαινόταν και στον Σωκράτη, η ιδέα του θανάτου, επειδή είναι τρομερή, αυτή μας τρομάζει. Αν αλλάξουμε τις εντυπώσεις μας, θα αλλάξουν και τα συναισθήματά μας. Σε αυτό το αξίωμα βασίστηκε και η γνωστική ψυχοθεραπεία του Albert Ellis.

Η πραγματική διαδικασία αυτοβελτίωσης είναι αρχικά ζήτημα του συνειδητά να επιβραδύνεις τη διαδικασία των σκέψεών σου ώστε να επιτρέψεις την αντανάκλαση όσων συμβαίνουν. Μοιάζει κάπως με τα φίλτρα που λέμε στην ψυχοθεραπεία, ανάμεσα στην σκέψη και τη δράση. Λέει “Εντύπωση, περίμενέ με λίγο. Άσε να δω τι είσαι και τι συμβολίζεις, άσε να σε τεστάρω”. Το να έχω μία εντύπωση σημαίνει να έχω επίγνωση για κάτι στον κόσμο.

Οπότε αν κάποιος σε έχει θυμώσει γνώριζε ότι είναι η δική σου σκέψη που σε θυμώνει. Οπότε πριν αντιδράσεις μην αφήσεις τις εντυπώσεις σου να σε παρασύρουν. Γιατί αν πάρεις λίγο χρόνο θα δεις ότι είναι πιο εύκολο να ελέγξεις τον εαυτό σου. Ο θυμός καταστρέφει την ικανότητά μας να λογικευτούμε και να πάρουμε καλές αποφάσεις για αυτό πρέπει να του φερόμαστε με φροντίδα, αλλά και αποφασιστικότητα. Ο Επίκτητος λέει ότι κάθε πράγμα έχει 2 χερούλια, ένα από το οποίο μπορείς να το σηκώσεις κι ένα από το οποίο είναι ασήκωτο. Κάθε πράγμα δηλαδή έχει 2 όψεις, μία υποφερτή και μία όχι! Ο θυμός μοιάζει άχρηστος για κάθε γεγονός στην ζωή μας. Μας εμποδίζει από το να διαχειριστούμε την κατάσταση που ουσιαστικά τον προκάλεσε. Είναι εργαλείο παραλογισμού.

Η βάση της φιλοσοφίας είναι η αυτογνωσία. Η φιλοσοφία είναι τρόπος ζωής, διδάσκει ο Επίκτητος, και όχι απλά θεωρία. Για εκείνον όλα τα εξωτερικά γεγονότα κανονίζονται από τη μοίρα, επομένως δεν μπορούμε να τα ελέγξουμε. Πρέπει να τα δεχόμαστε ήρεμα, χωρίς πάθη. Ωστόσο είμαστε υπεύθυνοι για τις ενέργειές μας. Προσπαθώντας να ελέγξουμε τα ανεξέλεγκτα αρχίζουμε να υποφέρουμε. Αν και ο όρος ειμαρμένη που χρησιμοποιεί παραπέμπει στην έννοια του πεπρωμένου και της μοίρας, δεν πρέπει να συγχέεται με την μοιρολατρία. Στην περίπτωση της ειμαρμένης μπορούμε να επιλέγουμε παρόλο που όλες οι δυνατότητες στις οποίες ένα γεγονός ενδέχεται να εξελιχθεί είναι ήδη δεδομένες. Το ποια όμως από τις προκαθορισμένες δυνατότητες θα επιλέξουμε ανήκει στη δική μας δικαιοδοσία. Γι’ αυτό προκειμένου να προβούμε στις σωστές επιλογές θα πρέπει να έχουμε μελετήσει την φύση, ώστε γνωρίζοντας τις δυνατότητες των γεγονότων να επιλέξουμε αυτές που θα μας κάνουν ευτυχισμένους. Πχ η αρρώστια δεν είναι κάτι που μπορούμε να ελέγξουμε, το πότε θα αρρωστήσουμε, το για πόσο, το αν θα συνέλθουμε, δεν εξαρτώνται από εμάς. Μπορούμε βέβαια να επισκεφτούμε έναν καλό γιατρό αλλά δεν μπορούμε να έχουμε έλεγχο στο αν θα πετύχει η θεραπεία.

Για να πετύχουμε τη γαλήνη, την απάθεια, πρέπει να σταματήσουμε να ασχολούμαστε με χαζές ανησυχίες, προσπάθειες να ελέγξουμε τους άλλους, γιατί θα οδηγούμαστε συνεχώς σε αγωνία και άγχος. Αντίθετα, θα 'πρεπε να δίνουμε την ενέργειά μας στο να προσπαθούμε να αυτοβελτιωθούμε και να κάνουμε το καθήκον μας και να ζούμε με τιμή, προσπαθώντας να δεχτούμε όσο πιο ήρεμα γίνεται τις προκλήσεις που εμφανίζονται μπροστά μας.

Η απάθεια, δηλαδή η αταραξία της ψυχής είναι προϋπόθεση της αρετής και της ευτυχίας. Η αγωνία μας για την ζωή είναι από τα πολλά πάθη μας. Το πάθος είναι μια αφύσικη κίνηση της ψυχής, μια ορμή πλεονάζουσα, που μας παρασύρει σε επικίνδυνες για την ηθική ισορροπία και την ευτυχία μας, αντιδράσεις. Πρέπει λοιπόν να βγάλουμε από την ψυχή μας κάθε είδους πάθος για να κατακτήσουμε την αρετή και να γίνουμε ευτυχισμένοι.

Τα συναισθήματα πένθους, οίκτου και στοργής είναι γνωστές ενοχλήσεις της ψυχής. Η θλίψη είναι το πιο επιθετικό, και ο Επίκτητος θεωρούσε το να πενθούμε ή να θλιβόμαστε πράξη κάκιστη. Είναι σα να πηγαίνουμε ενάντια στην θέληση του Θεού, έλεγε.

Όταν συναντούμε εμπόδια, ποτέ να μην κατηγορούμε τους άλλους αλλά μόνο τον εαυτό μας, δηλαδή τις γνώμες μας. Ο απαίδευτος κατηγορεί τους άλλους για τα δικά του ατυχήματα, εκείνος που άρχισε να εκπαιδεύεται τον εαυτό του και ο πεπαιδευμένος ούτε τον εαυτό του.

“Μη γυρεύεις τα πράγματα να γίνονται όπως θες, αλλά θέλε τα πράγματα όπως γίνονται και θα ευτυχίσεις” διακήρυσσε συχνά ο Επίκτητος.

Η αρρώστια είναι εμπόδιο για το σώμα, όχι όμως και για την ελεύθερη κρίση. Αν κουτσαθείς αυτό είναι εμπόδιο για το πόδι, όχι όμως για την ελευθερία της κρίσης.

Της περιουσίας καθενός μέτρο είναι το σώμα του. Για το σώμα μόνο ό,τι έχεις ανάγκη να παίρνεις (πχ. ρούχα, τροφή). Μιας και περάσεις το μέτρο δεν υπάρχει πια όριο. Ηθική προστυχιά η υπερβολική ενασχόληση με το σώμα, να τρως υπερβολικά, να πίνεις υπερβολικά και τέτοια. Η προσοχή πρέπει να είναι στο πνεύμα. Τα σώματά μας δε μας ανήκουν στην πραγματικότητα, αφού δεν μπορούμε πάντα να αποφασίσουμε τι θα τους συμβεί.

Μη λες πώς πρέπει να τρώνε αλλά αλλά τρώγε όπως πρέπει. Θυμήσου ο Σωκράτης τόσο είχε βγάλει από την ζωή του την επίδειξη που άνθρωποι έρχονταν και του ζητούσαν να τους συστήσει σε φιλοσόφους κι εκείνος τους έστελνε, τόσο δεν τον πείραζε να τον παραβλέπουν. Μην καυχιέσαι για ό, τι κάνεις.

Προσδιόρισε για τον εαυτό σου έναν χαρακτήρα κι έναν τρόπο ζωής που θα τον κρατήσεις ανάλλαχτο και μόνος όταν είσαι και με άλλους.

Του απαίδευτου κατάσταση και χαρακτήρας: ποτέ δεν περιμένει ωφέλεια ή βλάβη από τον εαυτό του, αλλά απ’ έξω. Του φιλόσοφου κατάσταση και χαρακτήρας: κάθε ωφέλεια ή βλάβη από τον εαυτό του την περιμένει.

Έλεγε πως η ελευθερία και η σκλαβιά δεν είναι παρά ονόματα για την αρετή και την κακία και οι δύο εξαρτώνται από τη βούληση. Κανένας του οποίου η βούληση είναι ελεύθερη, δεν είναι δούλος. Εδώ θυμίζει λίγο αυτό που έλεγε ο Φρανκλ ότι μπορείς να διαλέξεις πως θα συμπεριφερθείς σε κάθε κατάσταση. Όπως και ο Επίκτητος ήταν δούλος, έτσι και ο Φρανκλ ήταν κρατούμενος σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Εστιάζει πολύ στην ελευθερία. Ένα αληθινά ελεύθερο άτομο δεν είναι ελεύθερο μόνο από χρέη, αλλά και από τις ενοχλήσεις που προκαλούνται προσπαθώντας να πείσουν τους άλλους ή να τους αλλάξουν. Δυσκολευόμαστε πάρα πολύ να αντέξουμε την κριτική, ειδικά όταν δε δίνεται με καλό τρόπο. Ο Επίκτητος ρωτάει: “Αν κάποιος έδινε το σώμα σου σε κάποιον που γνώριζε τυχαία στον δρόμο θα θύμωνες πολύ. Και δεν ντρέπεσαι να δίνεις ο ίδιος το μυαλό σου, να αφήνεις να σε επηρεάζει όποιος τύχει να σου επιτεθεί λεκτικά;”

Η ουσία του θεού είναι η καλοσύνη, έχουμε όλα τα καλά που θα μπορούσαν να μας δοθούν.

Δεν ήταν υπέρ του γάμου και των παιδιών. Ο γάμος μπορεί να ήταν καλός σε μια κοινωνία σοφών ανδρών, αλλά με την επικρατούσα κατάσταση που είναι σα να βρίσκεσαι σε μάχη διαρκώς, μάλλον θα αποσπάσει τον φιλόσοφο από την υπηρεσία του Θεού. Ο γάμος θα μας βγάλει τις χειρότερές μας πλευρές, έλεγε ο Επίκτητος. Πίστευε πολύ στην φιλία, αλλά δεν πίστευε με τίποτα ότι μπορούν δύο σύζυγοι να είναι φίλοι. Ο γάμος, έλεγε, είναι μια τρομερή διάσπαση από την καλή ζωή. Το να ασχολείσαι καθημερινά με μικροπράγματα και με το να ασχολείσαι με τι κάνει το παιδί σου (αν έφαγε ή όχι) αν είναι άρρωστος ο άντρας σου κλπ είναι σκέτη αγγαρεία. Η συνεχής συναισθηματική προσοχή που απαιτείται από τους συζύγους συνεχώς είναι μεγάλο βάρος. Οι σοφοί δεν πρέπει να ανησυχούν και να ασχολούνται με τις ασήμαντες λεπτομέρειες της οικογενειακής ζωής. Στη μόνη περίπτωση που ήταν υπέρ του γάμου ήταν μεταξύ 2 φιλοσόφων, όπως στην περίπτωση του Κράτη και της Ιππαρχίας (Κυνικών φιλοσόφων) που ζούσαν λιτά, χωρίς σπίτι ή υπάρχοντα, ζώντας στους δρόμους, χωρίς να αναλώνονται σε τσακωμούς για το ποιος θα πλύνει τα πιάτα.

Ο Επίκτητος χρησιμοποιεί τις εξής αναφορές σχετικά με το πώς θα έπρεπε να ζουν οι Στωικοί την ζωή τους.

Η ζωή σαν μια γιορτή

Ενθαρρύνει να σκεφτούμε τη ζωή μας σαν γιορτή, κανονισμένη προς όφελός μας από τον Θεό, σαν κάτι που πρέπει να ζούμε με χαρά και να μη λυγίζουμε από τις δυσκολίες, αλλά να βλέπουμε την μεγαλύτερη εικόνα.

Η ζωή σαν παιχνίδι

Ενθαρρύνει τους μαθητές του να εκτιμήσουν τα εξωτερικά πράγματα που είναι αδιάφορα (ούτε καλά, ούτε κακά). Το τι μετράει είναι το πώς παίζουμε το παιχνίδι. Όπως και όταν κάποιοι παίζουν μπάλα δε σκέφτονται αν η μπάλα είναι καλή ή κακή, θέλουν απλά να την πετάξουν και να την πιάσουν. Με τα παιχνίδια συζητά και περί της αυτοκτονίας. Λέει δηλαδή, αν δεν αντέχεις την ζωή μπορείς να παραιτηθείς, όπως αν δε σου άρεσε ένα παιχνίδι θα το σταματούσες. Να είσαι σαν τα παιδιά που λένε “δε θα παίξω άλλο” και φεύγουν όταν δεν απολαμβάνουν το παιχνίδι. Έτσι να κάνεις κι εσύ και αν μείνεις τελικά, να σταματήσεις να γκρινιάζεις. Όποιος βρίσκει την ζωή αβάσταχτη είναι ελεύθερος να παραιτηθεί, αλλά να το σκεφτεί καλά πριν αφήσει τον ρόλο του. Οι Στωικοί ποτέ δε θα την βρουν αβάσταχτη και δε θα παραπονεθούν σε κανέναν – Θεό ή άνθρωπο.

Η ζωή σαν ύφανση

Ό, τι υλικό μας δίνεται πρέπει να το χρησιμοποιήσουμε σωστά και όσο καλύτερα μπορούμε. (όπως αυτοί που φτιάχνουν τις πλέξεις, κλπ)

Η ζωή σαν θεατρικό έργο

Ο ρόλος που παίζουμε στην ζωή κανονίζει και ποιες πράξεις είναι κατάλληλες για μας. Πρέπει να δεχόμαστε την μοίρα μας, όποια κι αν είναι, αφού δεν επιλέγουμε τον ρόλο μας. Να θυμάσαι ότι είσαι ένας ηθοποιός του οποίου ο χαρακτήρας έχει αποφασιστεί από τον συγγραφέα – είτε είναι μικρός, είτε είναι μεγάλος. ‘Ο,τι κι αν θέλει να είσαι, παίξε τον ρόλο που σου δόθηκε όσο καλύτερα μπορείς. Είναι δουλειά σου να κάνεις το καλύτερο που μπορείς, αλλά είναι δουλειά άλλου να επιλέξει τι ρόλο θα παίζεις.

Η ζωή σαν ένας αθλητικός αγώνας

Όπως οι αθλητές πρέπει να προετοιμάζονται για να μπουν στην αρένα, έτσι και οι Στωικοί προετοιμάζονται για την φιλοσοφική ζωή μέσων της ηθικής που διδάσκονται. Η εκπαίδευση για τη Στωική ζωή είναι όπως η εκπαίδευση του αθλητή, δύσκολη, απαιτητική και δυσάρεστη. Πρέπει να τα έχουμε σκεφτεί όλα αυτά που χρειάζονται για να προετοιμαστεί κάποιος για κάτι, ώστε να μη φανούμε μετά χαζοί, αν δεν έχουμε υπολογίσει σωστά. Πρέπει να εκπαιδευόμαστε συνεχώς και να είμαστε έτοιμοι για όλα όσα μπορεί να συναντήσουμε μπροστά μας, ο αγώνας είναι εδώ κάθε στιγμή.

Η ζωή σαν στρατιωτική θητεία

Η μεταφορά αυτή επιστρέφει στην Στωική ιδέα ότι το σύμπαν κυβερνάται από τον Θεό και είτε μας αρέσει είτε όχι, είμαστε όλοι στην υπηρεσία του. Η ζωή είναι σαν την υπηρεσία του στρατιώτη, καθένας είναι υπεύθυνος για κάτι. Αν δεν το κάνεις, ο στρατηγός σου θα παραπονεθεί και θα φέρεις και όλους τους υπόλοιπους σε δυσμενή θέση όλο τον στρατό με το λάθος σου. Αν ο καθένας έκανε ό,τι ήθελε δε θα υπήρχε στρατιώτης να κρατά σκοπιά ή να πολεμήσει. Έτσι είναι και στην ζωή του κάθε ανθρώπου είναι μια εκστρατεία. Είναι για σένα να παίξεις τον ρόλο του στρατιώτη, να κάνεις τα πάντα για να ευχαριστήσεις τον Στρατηγό.

Η φιλοσοφία των Στωικών μπορεί να περιληφθεί και στην φράση που λένε στα προγράμματα των 12 βημάτων: “Θεέ μου δώσε μου τη δύναμη να αλλάξω αυτά που μπορώ, την υπομονή να αντέξω αυτά που δεν μπορώ, και την σοφία για να γνωρίζω την διαφορά μεταξύ τους”.

Αποφθέγματα:

-Ανέχου και απέχου (να έχεις υπομονή και εγκράτεια)

-Ει βούλει καλώς ακούειν, μάθε καλώς λέγειν, μαθών δε καλώς λέγειν, πειρώ καλώς πράττειν, και ούτω καρπώση το καλώς ακούειν (Αν θέλεις να σε επαινούν, μάθε πρώτα να λες καλά λόγια, και αφού μάθεις να λες καλά λόγια, να κάνεις καλές πράξεις, και τότε θα ακούς καλά λόγια για σένα.)

-Κανείς δεν μπορεί να είναι ελεύθερος, αν δεν είναι κύριος του εαυτού του.

-Αν αναλάβεις κάποια θέση που ξεπερνά τις δυνάμεις σου, αφενός θα ρεζιλευτείς αφετέρου θα παραλείψεις να κάνεις αυτό που μπορείς.

-Όρισε στον εαυτό σου ένα χαρακτήρα και έναν τρόπο ζωής που θα τον κρατάς είτε είσαι μόνος σου είτε με άλλους.

Το μυστικό της φύσης

Στον κόσμο μας, υπάρχουν πολλοί “σοφοί” άνθρωποι που προκαλούν σύγχυση στους αδαής, μιλώντας με περίπλοκες προτάσεις, εκμεταλλευόμενοι την ανθρώπινη πεποίθηση πως ότι δεν μπορούμε να το κατανοήσουμε, δεν το αμφισβητούμε.

Ο πραγματικά σοφός, άνθρωπος, μιλά με απλές κατανοητές προτάσεις. Οτιδήποτε λένε μπορεί να κατανοηθεί από οποιονδήποτε, δίχως να επιδιώκουν την σύγχυση ή τον εντυπωσιασμό. Όπως είπε ο Παππούς μας Πλάτων: "Η ωραιότητα του ύφους, η αρμονία, η χάρη και ο ρυθμός απορρέουν από την απλότητα".

Ό,τι διδάσκουν είναι απλό, όπως είναι απλή η ζωή, απλό, όπως είναι απλή η ύπαρξη, όπως είναι απλά τα ποτάμια και τα βουνά, όπως είναι απλά τα πουλιά και τα δέντρα. Παρατήρησε την φύση και θα καταλάβεις.

Έχουμε δημιουργηθεί από τα ίδια δομικά συστατικά της γης και των άστρων, και οφείλουμε συνειδητά να είμαστε συνδεδεμένοι μαζί τους. Θυμήσου τα λόγια των Ορφικών : "Της Γης παιδί είμαι και του έναστρου Ουρανού• το γένος μου είναι βεβαίως ουράνιο".

H επαφή με τη φύση, η επανασύνδεση μας με τη γη, μας δίνει ενέργεια και δύναμη. Ο πλούτος της γης και η ποικιλομορφία της είναι ευλογία, και οι καρποί της τα δώρα της γης. Κουβαλάς τη Μητέρα Γη μέσα σου. Δεν είναι έξω από εσένα. Η Μητέρα Γη δεν είναι απλώς το περιβάλλον σου. Συνειδητοποιώντας αυτή τον τρόπο συνύπαρξης, η αληθινή επικοινωνία με τη Γη, που είναι η υψηλότερη μορφή προσευχής, είναι δυνατή.

Ό άνθρωπος είναι παιδί της φύσης. Εδώ γεννιέται και εδώ πεθαίνει. Το να βρίσκεται σε ενότητα με τη φύση, σημαίνει πως είναι συναισθηματικά και ψυχικά ζωντανός. Το να βρίσκεται αποκομμένος από τη φύση σημαίνει πως είναι συναισθηματικά νεκρός. 

Να βρίσκεσαι όσο πιο συχνά μπορείς κοντά στην φύση, αυτό είναι το μυστικό της θεραπείας του πνεύματος και του σώματος. Ακούμπα συχνά στο στήθος της γης, για να απορροφάς τις θεραπευτικές της ιδιότητες. Να αναπνέεις βαθιά τον καθαρό αέρα και να καθαρίζεις με αυτόν το σώμα σου. Οραματίσου και καθάρισε με τον νου, το πνεύμα σου, ζήτα ταπεινά και θα σου δοθεί. Η εσωτερική αρμονία, είναι αρετή και ευλογία, και μπορεί να σε συντονίζει με την θεϊκή σου υπόσταση.

Όποιος θέλει να κατανοήσει τους νόμους της φύσης, πρέπει να αποδεχτεί ότι δεν είναι τίποτα σπουδαίο. Είναι μία στιγμή στο άπειρο ρου του χρόνου, θα έλθει, θα ζήσει και θα φύγει ακολουθώντας το κάλεσμα της εξέλιξης και της φύσης. Κανείς δεν μπορεί να αναπτυχθεί πνευματικά χωρίς να γίνει ταπεινός.
 
Τόσο οι άνθρωποι , όσο και οι υπόλοιποι έμβιοι οργανισμοί συνιστούν μία αλληλοσυνδεόμενη κοινότητα, αυτή της γης. Για αυτό τον λόγο, ο άνθρωπος δεν θα πρέπει να συμπεριφέρεται ως δυνάστης και κατακτητής, αλλά ως αναπόσπαστο μέλος αυτής της κοινότητας, και ως τέτοιο, οφείλει να σέβεται τόσο τα άλλα μέλη όσο και την κοινότητα ως σύνολο.

Μια πολύ σημαντική φιλοσοφική υποστηρίζει, πως μια κοινωνία ωριμάζει, όταν οι άνθρωποι της φυτεύουν δέντρα, στην σκιά των οποίων ξέρουν πως δεν θα καθίσουν ποτέ. Κοιτώντας το μέλλον, να έχεις όραμα. Κοιτώντας προς τα έξω, να παίρνεις δύναμη. Κοιτώντας προς τα μέσα, θα βρεις την γαλήνη.
 
Ειδικά σήμερα την εποχή της παγκοσμιοποίησης και της αστικοποίησης, η φύση αποτελεί το μόνο καταφύγιο του ανθρώπου απέναντι στους έντονους ρυθμούς ζωής και τις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής. Η αρμονία και η σοφία της φύσης αναδύουν από το σύγχρονο άνθρωπο αισθητικές , οικολογικές, ηθικές αξίες που έχουν παραγκωνισθεί στις μέρες μας από τα οικονομικά κυρίως συμφέροντα.
 
Ανοίγοντας τις αισθήσεις μας στη φύση, αναπτύσσουμε τη διαίσθησή μας. Βιώνουμε το δέος, το θαύμα και την υπέρβαση. Γινόμαστε πιο δεκτικοί και στοχαστικοί, δίνοντας έτσι χώρο στην αυτογνωσία και την προσωπική μας ανάπτυξη.

Ποιος είναι συνειδητοποιημένος άνθρωπος; Είναι, αυτός που στρέφεται πάντα προς καλές σκέψεις, λόγους, και δράσεις, όπως ακριβώς το άνθος που στρέφεται πάντα προς το φως.

Ο άνθρωπος διαθέτει ένα δώρο Θεϊκό. Έχει συνείδηση τόσο του εαυτού του, όσο και της σχέσης του με το περιβάλλον στον χρόνο. Μπορεί και σκέφτεται, κάνει σχέδια, ονειρεύεται, δημιουργεί, χορεύει, τραγουδά, σχεδιάζει, ή καταστρέφει.
 
Για αυτό και θα πρέπει να φροντίσει ώστε το αποτύπωμα της ζωής του, να είναι οδηγός για τους επόμενους, να αφήσει κάτι περισσότερο από ότι βρήκε, να ζει σε αρμονία με το φυσικό περιβάλλον που είναι το σπίτι και η τροφός του.
 
Να αγαπάς τα απλά, την φύση, το φως, την αρμονία, την ομορφιά. Την ομορφιά που σου προσφέρει κάθε ανατολή και δύση, το ουράνιο τόξο, το κελάηδισμα των πουλιών, τον παφλασμό των κυμάτων, το άρωμα των λουλουδιών. Ένα μαγικό νήμα συνδέει χρόνους, ανθρώπους, τόπους.

Να αγαπάς την δημιουργία, να συμμετέχεις με νου, καρδιά και φαντασία. Είναι μοναδική η αίσθηση να βαδίζεις στην φύση, με τις αισθήσεις ενεργοποιημένες στο έπακρο, να μυρίζεις τα αρώματα της φύσης, να θαυμάζεις τα χρώματα, να ακούς το θρόισμα του ανέμου στις φυλλωσιές των δέντρων, εκεί που ζουν οι νύμφες του δάσους, εκεί όπου ακούγεται ο αυλός του Πανός.

Τέτοιες στιγμές, η ύπαρξη πλημμυρίζει με δέος για το μυστήριο και το θαύμα της ζωής. Οι άνθρωποι συνήθως εννοούν θαύμα την υπέρβαση των νόμων της φύσεως. Ίσως όμως ένα μικρό θαύμα να είναι επίσης το να περπατάς, να ανακαλύπτεις, να μοιράζεσαι, με ανθρώπους που αγαπάς.
 
Κάθε μέρα είμαστε πρωταγωνιστές στο θαύμα της ζωής, ένα θαύμα, που ούτε καν αναγνωρίζουμε: γαλανός ουρανός, άσπρα σύννεφα, πράσινα φύλλα και τα λαμπερά, όλο περιέργεια μάτια ενός παιδιού - τα δικά μας μάτια..!

Ίσως εν τέλει το μεγαλύτερο μυστικό, να είναι αυτό που αναφέρει ο Saint-Exupéry στον «Μικρό Πρίγκηπα»:

"Να το μυστικό μου, ένα πολύ απλό μυστικό: μόνο με την καρδιά βλέπει κάποιος πραγματικά ξεκάθαρα, ότι είναι σημαντικό είναι αόρατο διά γυμνού οφθαλμού".
 
Kαθένας βλέπει, αισθάνεται και δίνει ότι έχει στην καρδιά του...!

Η σχέση μας με τον χρόνο

Ο χρόνος… Ο χρόνος κυλά πολύ γρήγορα ή κάποιες φορές βασανιστικά αργά. Η αίσθηση που έχει ο καθένας μας για αυτόν είναι σχετική, όπως συμβαίνει άλλωστε και με πολλές άλλες σταθερές της ζωής μας (η προσωπική αίσθηση του βάρους, του ύψους και άλλα). Είναι γνωστή η παρακίνηση «Μην αφήνεις για αύριο αυτό που μπορείς να κάνεις σήμερα». Αλλά και «Έχεις όλο το χρόνο μπροστά σου». Αντιφατικά μηνύματα; Ακούγεται παράξενο, όμως εν μέρει η αξία των σταθερών της ζωής μας είναι ακριβώς αυτό, ότι μας επιτρέπουν να αναπτύσσουμε ελεύθεροι τη σχέση μας μαζί τους.

«Αναρωτιέμαι πώς κάποιοι άνθρωποι συμπεριφέρονται λες και έχουν όλο το χρόνο μπροστά τους, λες και ο χρόνος για αυτούς δε θα τελειώσει ποτέ, σα να έχουν μια ειδική συμφωνία με το Θεό, το Βούδα, με την τύχη τους!». Είναι τα λόγια μιας νεαρής γυναίκας με ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας.

«Αισθάνομαι ότι αν είχα ξανά μια ευκαιρία θα την άρπαζα από τα μαλλιά. Θα έκανα ξανά τη νέα αρχή (γελάει)… νέα και εγώ δεν πάνε μαζί, ε; Αν με άκουγε κανένας…». Έτσι περιγράφει τη δική της σχέση με το χρόνο που έχει περάσει μια ηλικιωμένη γυναίκα.

Ο χρόνος λοιπόν. Εκτός από την υποκειμενική αίσθηση που ο καθένας μας έχει για εκείνον, καθορίζει και με αντικειμενικό τρόπο τη ζωή μας. Για παράδειγμα, ο χρόνος που ξεκινάει ένα παιδί το σχολείο, η διάρκεια των σχολικών ετών και στη συνέχεια η συνήθης διάρκεια των σπουδών. Τα χρονικά διαστήματα αυτά είναι τόσο ισχυρά προσδιορισμένα που τελικά η ζωή μας για πολλά χρόνια οργανώνεται γύρω τους. «Μετά τις σπουδές», λένε συχνά γονείς και παιδιά για διάφορα μεγαλεπίβολα σχέδια. Άλλοι κοινοί χρόνοι είναι οι ηλικίες που κοινωνικά αναμένεται κάποιος να έχει εκπληρώσει οριμένους στόχους. Εκτός από τα στάδια ανάπτυξης και εξέλιξης του ψυχισμού (Craig&Baucum, 2007), υπάρχουν επίσης και άλλοι στόχοι, περισσότερο κοινωνικά προσδιορισμένοι. Για παράδειγμα, μπορεί στα 20 χρόνια του κάποιος να νιώθει και πράγματι να έχει όλο το χρόνο μπροστά του για να επιλέξει τρόπο ζωής, κάτι που γίνεται λιγότερο ευέλικτο στα 35. Τότε αναμένεται να έχει λάβει κανείς ορισμένες σημαντικές αποφάσεις για το πώς θέλει να ζήσει που θα τον βοηθήσουν να παλέψει προς την κατεύθυνση που προτιμά. Εάν επιθυμεί να γίνει γονιός, είναι μια περίοδος που το ερώτημα «πότε;» μπαίνει ισχυρότερο μπροστά του. Εάν πάλι νιώθει αβέβαιος για την επαγγελματική του επιλογή, τα περιθώρια αλλαγών στενεύουν σε σχέση με την περίοδο που την πρωτοέκανε (θεωρητικά στα 18). Ας σημειώσουμε εδώ ότι το περιθώριο διόρθωσης ή αλλαγής είναι βέβαια πάντα εν ενεργεία στη ζωή μας.

ΜΕ ΠΟΙΟΝ ΤΡΟΠΟ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΤΟ ΧΡΟΝΟ ΦΙΛΟ ΜΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΑΠΕΙΛΗ;

Καταρχήν βάζοντας προτεραιότητες. Σε κάθε περίοδο της ζωής μας ανοίγουν νέα κεφάλαια προς εξερεύνηση και νέοι στόχοι μπορούν να μπαίνουν. Παρά την πίεση που το κάθε άτομο δέχεται από το οικείο περιβάλλον και από τον ευρύτερο περίγυρο, οι ατομικές προτεραιότητες δεν (πρέπει να) υπαγορεύονται από αυτά. Σε κάθε περίπτωση, βοηθά τη σχέση μας με τον χρόνο το βίωμα ότι έχουμε ικανοποιήσει ή ότι είμαστε στο δρόμο προς εκπλήρωση των επιθυμιών που σε κάθε περίοδο ζωής μας είναι σημαντικότερες για εμάς. Μπορεί ορισμένες φορές όλη η ζωή να στρέφεται γύρω από έναν μεγάλο στόχο. Η αφιέρωση της ζωής σε έναν προσωπικό σκοπό μπορεί να μοιάζει σε κάποιους χάσιμο χρόνου, όμως για άλλους είναι η ουσία της ζωής τους.

Πολλές φορές τα εσωτερικά ταξίδια στο παρελθόν ή στο μέλλον απαλύνουν τον ψυχισμό και τα έχουμε ανάγκη για να ηρεμήσουμε σε μια περίοδο θλίψης, στρες, ή για να αντέξουμε κάποιες ιδιαίτερα επίπονες καταστάσεις. Ο αμυντικός μηχανισμός της παλινδρόμησης συνδέεται με την ανακούφιση που βιώνει ο ψυχισμός επιστρέφοντας σε μια παρελθούσα φάση ζωής, όταν το παρόν βιώνεται ως τραυματικό (Anna Freud, 1936- εκδ. 2007). Η διαρκής μετάθεση μιας επιθυμίας μας χρονικά στο μέλλον ή η «λατρεία» μας για μια περίοδο που έχει περάσει (καθήλωση), λειτουργούν αρνητικά στη σχέση μας με τον χρόνο. Στην πρώτη περίπτωση το άτομο νιώθει να βρίσκεται διαρκώς σε μια κατάσταση αναμονής, με αποτέλεσμα να χάνει το παρόν και τελικά να χάνει την ευκαρία να ζήσει αυτή τη μοναδική ζωή που έχει. Στη δεύτερη περίπτωση μοιάζει σαν κάποιος, ενώ είναι ζωντανός, να έχει «πεθάνει» μετά το τέλος της «χρυσής του περιόδου». Και πάλι το παρόν χάνεται και η ζωή του κυλά χωρίς τη δική του συμμετοχή.

Οι «ανοιχτοί λογαριασμοί» στη ζωή κάποιου, ενισχύουν την αίσθηση ότι ο χρόνος κυλά ανισόρροπα, δηλαδή είτε πολύ γρήγορα, είτε όμως και ότι είναι άπλετος (οπότε ότι μπορούν να λύσουν τις εκκρεμότητές τους εν καιρώ). Συνήθως αφορούν θέματα που φοβόμαστε να αγγίξουμε για τον ένα ή τον άλλο λόγο, θέματα που μας γεννούν βαθιά συναισθήματα και αγγίζουν τραυματισμένες πλευρές της ψυχής μας. Επίσης μπορεί να αφορούν θέματα που αν ανοίξουν ίσως σημάνουν το τέλος μιας κατάστασης όπως έχει ως τώρα και την ανάγκη για μια νέα μορφή στη σχέση, τη δουλειά και τη ζωή μας γενικότερα. Να μην ξεχνάμε ακόμη πως η υψηλή libido (Freud) δημιουργεί στο άτομο μια διαρκή επιθυμία που ψάχνει διάφορους τρόπους εκτόνωσης, έκφρασης και τελικά ικανοποίησης. Ακόμη και μια ζωή ολόκληρη μπορεί να μη φτάνει σε κάποιον για να βιώσει την ικανοποίηση της Επιθυμίας του!

Το «timing» που ακούμε συχνά αφορά ακριβώς τη σύμπτωση χρονικής στιγμής και της επιθυμίας. Πολλές φορές δεν μπορούμε να το επιτύχουμε με αποτέλεσμα την αίσθηση της έλλειψης χρόνου, της ζωής φανταστικούς χρόνους (παρελθοντικούς ή μελλοντικούς) και πάντως την ανάγκη να ξεπηδήσουμε από το παρόν σε άλλους χωροχρόνους. Τα φανταστικά ταξίδια στο χρόνο είναι ανακουφιστικά και απαραίτητα για τον ψυχισμό μας. Άλλωστε μας βοηθούν να παλέψουμε για ένα παρόν που θα συμβάλλει στο πώς θέλουμε να είμαστε και στο μέλλον. Παρελθόν – παρόν – μέλλον… Είναι οι διαστάσεις του δικού μας προσωπικού χρόνου και ορίζουν τη μοναδική ζωή που έχουμε να ζήσουμε. Ανεξάρτητα από το πώς ο καθένας διαλέγει να διαχειρίζεται την πραγματική και συμβολική διάσταση του χρόνου του, ένα είναι το σημαντικό: Σε κάθε χρόνο της ζωής μας να είμαστε παρόντες.

Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΜΙΑΣ ΑΡΕΤΗΣ: ΑΠΟ ΤΗΝ ΛΟΓΙΚΗ ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΤΗΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΧΑΡΑΣ

Η «Εγκράτεια», με πρώτο συνθετικό την πρόθεση «εν» και δεύτερο το ρήμα «κρατώ» (εξουσιάζω) ή το ουσιαστικό «κράτος», σημαίνει την ικανότητα συγκράτησης των ορμών και παθών (λ.χ. η αποχή από τον θυμό), εξ ου και το παράγωγο ρήμα «εγκρατεύομαι» (Αριστοτέλους «Ηθικά Ευδήμεια» 2. 7-6) ή «εγκρατούμαι». Αντίθετός της όρος είναι η «Ακρασία», δηλαδή η παντελής έλλειψη αυτοσυγκράτησης ή αυτοελέγχου, ενώ συγγενείς της όροι είναι η (επί των επιθυμιών) «Επικράτεια», το να επικρατεί δηλαδή κάποιος όλων των επιθυμιών του, και η «Απόσχεσις», δηλαδή το να απέχει κάποιος από τα κακά.

Όταν υπεισέλθει στην «Εγκράτεια» η Επίγνωση, τότε η πρώτη αναβαθμίζεται από απλή ανθρώπινη δυνατότητα σε Αρετή. Η αυτοσυγκράτηση είναι πλέον αποτέλεσμα λογικών αποφάσεων. Εγκρατεύεται κάποιος, όπως λακωνικά το γράφει στα «Ηθικά Ευδήμεια» ο Αριστοτέλης, «ΟΤΑΝ ΠΡΑΤΤΗι ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑΝ, ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΛΟΓΙΣΜΟΝ». Εγκράτεια είναι η αυτοσυγκράτηση που μας κάνει ικανούς να είμαστε κύριοι και όχι δούλοι των απολαύσεων ή συμπεριφορών μας.

Η «Εγκράτεια», ως αυτοσυγκράτηση, προσδιορίζεται ως Αρετή από πολύ νωρίς. Ακόμη και ένας Σκύθης, ο Ανάχαρσις γνωρίζει τον 6ο αιώνα το «ΓΛΩΣΣΗΣ, ΓΑΣΤΡΟΣ, ΑΙΔΟΙΩΝ, ΚΡΑΤΕΙΝ» και προτρέπει σε αυτό, δηλαδή στο να επιδεικνύουμε συγκράτηση στην ομιλία μας, στο φαγητό και το ποτό μας και στην σεξουαλικότητά μας. Αυτή η προτροπή του, επιγραφόταν αργότερα στους εν Αθήναις τιμητικούς ανδριάντες του («ΕΠΙΓΡΑΦΕΤΑΙ ΔΕ ΑΥΤΟΥ ΤΑΙΣ ΕΙΚΟΣΙ…»). Την αυτοσυγκράτηση ως προς την γλώσσα και τις αντιδράσεις προτείνει και ο Χίλων ο Λακεδαιμόνιος με το γνωστό «ΘΥΜΟΥ ΚΡΑΤΕΙ», το οποίο κατατάσσεται ανάμεσα στα λεγόμενα «Δελφικά Παραγγέλματα», ο Δημόκριτος αποφαίνεται πως ανδρείος δεν είναι μόνον εκείνος που νικάει τους εχθρούς του, αλλά και την φιληδονία («ΑΝΔΡΕΙΟΣ ΟΥΧ Ο ΤΩΝ ΠΟΛΕΜΙΩΝ ΜΟΝΟΝ, ΑΛΛΑ ΚΑΙ Ο ΤΩΝ ΗΔΟΝΩΝ ΚΡΕΙΣΣΩΝ»), ενώ ο Πυθαγόρας προτρέπει στο «ΦΕΥΓΕΙΝ ΣΑΡΚΩΝ ΠΛΕΟΝΑΣΜΟΝ», να αποφεύγουμε δηλαδή τις υπερβολικές σαρκικές απολαύσεις.

Ο Σωκράτης, όλη η σκέψη του οποίου περιστρέφεται γύρω από την επίτευξη της αυτονομίας και της εσωτερικής αυτοκυριαρχίας, ασχολείται (βλ. πλατωνικό διάλογο «Πρωταγόρας») με την «Εγκράτεια» μέσω του αντιθέτου της, της «Ακρασίας», δηλαδή του «ΥΠΟ ΤΩΝ ΗΔΟΝΩΝ ΗΤΤΑΣΘΑΙ» (353 a 1). Στα πλαίσια του «ΟΥΔΕΙΣ ΕΚΩΝ ΚΑΚΟΣ», του ότι δηλαδή κανείς δεν είναι συνειδητά φαύλος αλλά καταντάει τέτοιος από άγνοια ή πλάνη, αρνήθηκε την γενική πεποίθηση ότι η «Ακρασία» αποτελεί κατανίκηση από τις ηδονές και υποστήριξε, αντίθετα, ότι ο άνθρωπος οδηγείται στο κακό μόνον από εσφαλμένη κρίση, διαφορετικά το αποφεύγει. Για τον Σωκράτη, δεν υπάρχει άνθρωπος που «γιγνώσκει» περί του αγαθού και παρά ταύτα πράττει το κακό. Η άποψη αυτή του Σωκράτους δείχνει εκ πρώτη όψεως λανθασμένη, ωστόσο ο φιλόσοφος προφανώς με τις λέξεις «γιγνώσκειν» και «γιγνώσκοντες» αναφέρεται στην πλήρη «επίγνωση» του αγαθού και όχι στην γενικώς ειπείν «γνώση» («άποψη» στην πραγματικότητα), περί αυτού: αυτός που παρασύρεται έχει περισσότερες από μια «απόψεις» για το τι είναι αγαθόν και μοιραία άγεται και φέρεται, ανάλογα με τον υποκειμενισμό του ή τις περιστάσεις.

Στον ίδιο πλατωνικό διάλογο, ο Σωκράτης εξηγεί ότι είναι αποκλειστικά ο αυτοσεβασμός του (το κατεξοχήν προϊόν της «επιγνώσεως») αυτός που τον προστατεύει από το να ηττηθεί από τις ηδονές. Βλέπουμε εδώ ότι το κατεξοχήν προϊόν της «επιγνώσεως», ο αυτοσεβασμός, οδηγεί σε διαφορετική στάση από εκείνες στις οποίες καταλήγουν, ακόμα και σήμερα οι υπαρξιακά ανασφαλείς και έχοντες συμπλέγματα κατωτερότητας άνθρωποι, δηλαδή στην υποκατάσταση της ανθρώπινης αξίας με αυτό που ονομάζω «κατηφή ευδαιμονισμό», δηλαδή την συσσώρευση πλούτου, την λατρεία προσωρινών και σχετικών πραγμάτων, ή την επίδειξη σεξουαλικών, μυϊκών, διασκεδαστικών, ή άλλων «επιδόσεων». Κατά την μαρτυρία του Επικτήτου, ο Σωκράτης υποστήριζε πως η μεγαλύτερη ευτυχία του ανθρώπου είναι να παρακολουθεί κάθε ημέρα τον εαυτό του βελτιούμενο.

Ο Πλάτων διαφοροποιείται από την λογική παντοδυναμία που υποστηρίζει ο Σωκράτης, τριχοτομεί όπως και οι Πυθαγόρειοι (βλ. υποτιθεμένου Θεάγους «Περί Αρετής») την ψυχή (σε «Λογιστικόν», «Θυμοειδές» και «Επιθυμητικόν») και αναγάγει το πρόβλημα της «Ακρασίας» σε υπόθεση του τρίτου τμήματος, του λεγομένου «Επιθυμητικού», στα πλαίσια του οποίου μπορεί να συμβεί ο άνθρωπος να επιζητεί μορφές ηδονής που έρχονται σε αντίθεση με την λογική του. Σε αυτό το σχήμα, η «Εγκράτεια» γίνεται Αρετή που μέσω του «Λογιστικού», που εμπλουτίζει την ψυχή με ηθική διάθεση, εμποδίζει τον παρασυρμό. Η διαφοροποίηση ωστόσο από τον Σωκράτη, δεν είναι πλήρης: ο άνθρωπος παρασύρεται στην ακολασία είτε λόγω απουσίας της Αρετής της «Εγκράτειας», είτε από αμάθεια.

Ο πλατωνικός Σπεύσιππος («Όροι») ορίζει την «Εγκράτεια» ως δύναμη που υπομένει την λύπη, ακολούθηση του ορθού λογισμού και ανυπέρβλητη δύναμη του εννοηθέντος μέσω του ορθού λογισμού («ΔΥΝΑΜΙΣ ΥΠΟΜΕΝΗΤΙΚΗ ΛΥΠΗΣ. ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΙΣ ΤΩι ΟΡΘΩι ΛΟΓΙΣΜΩι. ΔΥΝΑΜΙΣ ΑΝΥΠΕΡΒΛΗΤΟΣ ΤΟΥ ΥΠΟΛΗΦΘΕΝΤΟΣ ΟΡΘΩι ΛΟΓΙΣΜΩι»). «Εγκρατής» κατά τον Σπεύσιππο είναι εκείνος που παραμένει κύριος του εαυτού του όταν τα μέρη της ψυχής εμφανίζουν τάσεις αντίθετες προς τον ορθό λογισμό («ΕΓΚΡΑΤΗΣ ΕΣΤΙ Ο ΚΡΑΤΩΝ ΑΝΤΙΤΕΙΝΟΝΤΩΝ ΤΩΝ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΡΙΩΝ ΤΩι ΟΡΘΩι ΛΟΓΙΣΜΩι»).

Στο «Περί Αρετών και Κακιών», ο Αριστοτέλης ορίζει την «Εγκράτεια» ως Αρετή του «Επιθυμητικού», η οποία εξασφαλίζει την λογική διαχείριση των επιθυμιών με συγκράτηση απέναντι στις φαύλες απολαύσεις και ηδονές, καθώς και την καρτερία και υπομονή απέναντι στις δυσκολίες του βίου («ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΕΣΤΙΝ ΑΡΕΤΗ ΤΟΥ ΕΠΙΘΥΜΗΤΙΚΟΥ… ΕΓΚΡΑΤΕΙΑΣ Δ' ΕΣΤΙ ΤΟ ΔΥΝΑΣΘΑΙ ΚΑΤΑΣΧΕΙΝ ΤΩι ΛΟΓΙΣΜΩι ΤΗΝ ΕΠΙΘΥΜΙΑΝ ΟΡΜΩΣΑΝ ΕΠΙ ΦΑΥΛΑΣ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΗΔΟΝΑΣ, ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΡΤΕΡΕΙΝ, ΚΑΙ ΤΟ ΥΠΟΜΟΝΗΤΙΚΟΝ ΕΙΝΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑ ΦΥΣΙΝ ΕΝΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΛΥΠΗΣ». Η «Εγκράτεια» άλλωστε είναι μία ακόμα μεσότητα, ανάμεσα στην «Ακρασία» και την «Αναισθησία», ανάμεσα στην αηδία του λαίμαργου και την αηδία του ανορεξικού. Σε λογική διαχείριση αναφέρεται και ένας ακραίος ηδονιστής, ο «Κυρηναϊκός» Αρίστιππος ο Πρεσβύτερος (435 – 355), μαθητής του Σωκράτους, με την διατύπωση πως εγκρατής δεν είναι κάποιος που απέχει από τις ηδονές, αλλά όποιος μπορεί να τις γεύεται δίχως να παρεκτρέπεται («ΚΡΑΤΕΙ ΗΔΟΝΗΣ ΟΥΧ' Ο ΑΠΕΧΟΜΕΝΟΣ, ΑΛΛ' Ο ΧΡΩΜΕΝΟΣ ΜΕΝ, ΜΗ ΠΡΟΕΚΦΕΡΟΜΕΝΟΣ ΔΕ»).

Ο μαθητής του Σωκράτους Αντισθένης, ιδρυτής της σχολής των «Κυνικών», πρότυπο της οποίας είναι ο Ηρακλής, έχει ορίσει ως κατεξοχήν Αρετές την «Εγκράτεια», την «Καρτερία» και την «Απάθεια». Πρεσβεύοντες μιαν απλή ζωή σύμφωνα με την Φύση, και αρνούμενοι τις καθιερωμένες κοινωνικές αξίες, οι Κυνικοί θεωρούν ότι πρέπει να αντιμετωπισθούν με τη μέγιστη περιφρόνηση τα όσα αιχμαλωτίζουν τους ανθρώπους στα δεσμά των «αναγκών», δηλαδή ο πλούτος, η πολυτέλεια, τα αξιώματα, η δόξα, και, φυσικά οι απολαύσεις. Κατ’ αυτούς, η ειρήνη του πνεύματος και η ακμή του σώματος, κατακτώνται μέσω μίας απλής και λιτής διαβίωσης, της λεγόμενης «εντίμου πενίας» (συγγενούς της «ολιγαρκείας»). Οι Κυνικοί βλέπουν ότι στον άμετρο και αφιλοσόφητο άνθρωπο, τα αποκτήματα κατά κανόνα γίνονται αδυσώπητοι και εκνευριστικοί κτήτορες, και η λεγομένη «κοινωνική θέση» ή τα διάφορα αξιώματα γίνονται δυνάστες των κατόχων τους, τους οποίους εν τέλει καταπίνουν.

Ο Στωϊκός Κλεάνθης, διάδοχος του Ζήνωνος, ορίζει την αυτοσυγκράτηση ως ένα από τα χαρακτηριστικά του Θείου: «Τ'ΑΓΑΘΟΝ ΕΡΩΤΑιΣ Μ' ΟΙΟΝ ΕΣΤ; ΑΚΟΥΕ ΔΗ: ΤΕΤΑΓΜΕΝΟΝ, ΔΙΚΑΙΟΝ, ΟΣΙΟΝ, ΕΥΣΕΒΕΣ, ΚΡΑΤΟΥΝ ΕΑΥΤΟΥ, ΧΡΗΣΙΜΟΝ, ΚΑΛΟΝ, ΔΕΟΝ, ΑΥΣΤΗΡΟΝ, ΑΥΘΕΚΑΣΤΟΝ, ΑΙΕΙ ΣΥΜΦΕΡΟΝ, ΑΦΟΒΟΝ, ΑΛΥΠΟΝ, ΛΥΣΙΤΕΛΕΣ, ΑΝΩΔΥΝΟΝ, ΩΦΕΛΙΜΟΝ, ΕΥΑΡΕΣΤΟΝ, ΑΣΦΑΛΕΣ, ΦΙΛΟΝ, ΕΝΤΙΜΟΝ, ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΝ, ΟΜΟΛΟΓΟΥΜΕΝΟΝ, ΕΥΚΛΕΕΣ, ΑΤΥΦΟΝ, ΕΠΙΜΕΛΕΣ, ΠΡΑιΟΝ, ΣΦΟΔΡΟΝ, ΧΡΟΝΙΖΟΜΕΝΟΝ, ΑΜΕΜΠΤΟΝ, ΑΙΕΙ ΔΙΑΜΕΝΟΝ» («Stoicorum Veterum Fragmenta», 1.557). Στο ανθρώπινο επίπεδο η «Εγκράτεια» είναι συνειδητή ρύθμιση της ορμής για ζωή, και, κατά τους Στωϊκούς, αποτελεί «δευτερεύουσα» («υποτεταγμένη») Αρετή κάτω από την «πρώτη» («περί τις ορμές») Αρετή της «Σωφροσύνης», μαζί με την «Ευταξία», την «Κοσμιότητα» και την «Αιδημοσύνη». Στο «Εγχειρίδιον» (15), ο Επίκτητος γράφει για την αυτοσυγκράτηση τα εξής: «Να θυμάσαι ότι πρέπει να συμπεριφέρεσαι στην ζωή σου όπως θα συμπεριφερόσουν σε ένα συμπόσιο. (Όταν το φαγητό περιφέρεται και φθάνει σ’ εσένα, άπλωσε το χέρι και πάρε την μερίδα σου με ευπρέπεια. Σε προσπερνάει; ξέχασέ το. Δεν έχει έλθει ακόμα κοντά σου; μην το λαχταράς από μακριά, αλλά περίμενε ώσπου να φθάσει η σειρά σου). Το ίδιο να κάνεις και για τα παιδιά σου, την γυναίκα σου, τα αξιώματα, τα πλούτη, και τότε θα γίνεις άξιος ομοτράπεζος των Θεών» («ΜΕΜΝΗΣΟ ΟΤΙ, ΩΣ ΕΝ ΣΥΜΠΟΣΙΩι ΣΕ ΔΕΙ ΑΝΑΣΤΡΕΦΕΣΘΑΙ. (ΠΕΡΙΦΕΡΟΜΕΝΟΝ ΓΕΓΟΝΕ ΤΙ ΚΑΤΑ ΣΕ; ΕΚΤΕΙΝΑΣ ΤΗΝ ΧΕΙΡΑ ΚΟΣΜΙΩΣ ΜΕΤΑΛΑΒΕ. ΠΑΡΕΡΧΕΤΑΙ; ΜΗ ΚΑΤΕΧΕ. ΟΥΠΩ ΗΚΕΙ; ΜΗ ΕΠΙΒΑΛΛΕ ΠΟΡΡΩ ΤΗΝ ΟΡΕΞΙΝ, ΑΛΛΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕ, ΜΕΧΡΙΣ ΑΝ ΓΕΝΗΤΑΙ ΚΑΤΑ ΣΕ). ΟΥΤΩ ΠΡΟΣ ΤΕΚΝΑ, ΟΥΤΩ ΠΡΟΣ ΓΥΝΑΙΚΑ; ΟΥΤΩ ΠΡΟΣ ΑΡΧΑΣ, ΟΥΤΩ ΠΡΟΣ ΠΛΟΥΤΟΝ. ΚΑΙ ΕΣΗι ΠΟΤΕ ΑΞΙΟΣ ΤΩΝ ΘΕΩΝ ΣΥΜΠΟΤΗΣ»).

Την Αρετή της «Εγκράτειας» τίμησαν και οι, επίσης ηδονιστές όπως και οι «Κυρηναϊκοί», Επικούρειοι, αν και ο ίδιος ο Επίκουρος προτιμούσε, αντ’ αυτής, να χρησιμοποιεί τον όρο «Αυτάρκεια», στον οποίο θα αναφερθούμε σε επόμενο σεμινάριο. Ο οπαδός της εν λόγω Σχολής Λούκιος Τορκουάτος απαντάει περί αυτής στον Κικέρωνα: «δεν είναι επιθυμητή αυτή καθαυτή, αλλά την ενστερνιζόμαστε διότι προσφέρει ψυχική ηρεμία και κατευνάζει τις καρδιές με ένα αίσθημα αρμονίας, γιατί δεν αρκεί απλώς να κρίνουμε τι είναι σωστό ή δεν είναι σωστό να πράξουμε, απαιτείται και να εμμένουμε στις κρίσεις μας. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν αντοχή, και οι κρίσεις τους εξασθενούν και υποχωρούν μπροστά στην θέα των όμορφων όψεων των ηδονών και παραδίδονται αιχμάλωτοι στα πάθη τους… για μία ασήμαντη και μη αναγκαία ηδονή, την οποία θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν με άλλους τρόπους ή εύκολα να την απαρνηθούν, εκτίθενται στον κίνδυνο να πάθουν κάποια σοβαρή ασθένεια, ή να χάσουν την περιουσία τους, ή να εξευτελιστούν… Υπάρχουν ωστόσο και εκείνοι που μπορούν ν’ απολαμβάνουν τις ηδονές που δεν έχουν δυσάρεστες συνέπειες, και που διατηρούν την κριτική τους ικανότητα, μη παρασυρόμενοι σε διαδρομές που και οι ίδιοι τις θεωρούν λανθασμένες και απολαμβάνουν την υψηλότερη ηδονή απέχοντας από την επικίνδυνη ηδονή… ενστερνιζόμαστε την Εγκράτεια, όχι επειδή επιτίθεται στις ηδονές, αλλά γιατί εξασφαλίζει τις καλύτερες και μεγαλύτερες ηδονές» («De Finibus Bonorum et Malorum»). Η θέση αυτή των Επικουρείων είναι απολύτως λογική: η «Εγκράτεια» βοά ότι οι καλύτερες απολαύσεις είναι αυτές που τις έχουμε επιλέξει εμείς οι ίδιοι, λυτρωμένοι από την εξάρτηση.

Οι Ρωμαίοι απέδωσαν την «Εγκράτεια» με τον δικό τους όρο «Continentia». Ο Κικέρων την ορίζει ως όργανο διακυβέρνησης της επιθυμίας («Continentia est per quam cupiditas consilii gubernatione regitur»), ενώ ο Σενέκας την χρησιμοποιεί στο «Περί οργής» («De ira», 3.16.2) για να περιγράψει την γνωστή συγκράτηση των συναισθημάτων που προτείνουν οι Στωϊκοί. Τέλος, ο Ρωμαίος μυθογράφος του 2ου αιώνα Ψευδο-Υγίνος, εμφανίζει την «Continentia» ως «αδελφή» της Νεμέσεως, του Έρωτος (Amor), της Φιλότητος (Amicitia), της Ευσπλαχνίας (Misericordia), των τριών Μοιρών, και πολλών άλλων αρχέγονων θεοτήτων, όλων τους «τέκνων» της Νυκτός και του Ερέβους.

Από όσα είπαμε έως τώρα είναι περισσότερο από σαφές ότι η «Εγκράτεια» για εμάς τους Εθνικούς, σημαίνει μετριοπάθεια σε ό,τι αφορά τις αισθησιακές επιθυμίες και τις παρορμήσεις στην συμπεριφορά, πάγιο αυτοέλεγχο, αποτελεί δε για εμάς ένα ασφαλές εχέγγυο για αυθεντικότερες ή πληρέστερες μορφές ηδονής. Ο Αντρέ Κοντ Σπονβίλ (Andre Comte – Sponville, 1952 - ) στο βιβλίο του «Petit traite des grandes vertus» (1997) επισημαίνει ότι η «Εγκράτεια» «έχει να κάνει με την τέχνη της απόλαυσης, είναι μία υποκειμενική επεξεργασία της επιθυμίας, αλλά και αυτής της ίδιας της ζωής. Δεν αποσκοπεί στην υπέρβαση των ορίων μας, αλλά στον σεβασμό τους… είναι Αρετή που έχει να κάνει με την ορθοφροσύνη, όχι με την υποχρέωση. Είναι η εφαρμογή της Αρετής της Φρόνησης στον τομέα των απολαύσεων, ή η Αρετή της Φρόνησης στην υπηρεσία των απολαύσεων. Επιδιώκει την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απόλαυση, όμως μέσα από την ισχυροποίηση των αισθήσεων ή μέσα από αυτή την ίδια την συνειδητοποίηση της απόλαυσης, και όχι μέσα από έναν ατελείωτο πολλαπλασιασμό των αντικειμένων της. Ο δυστυχής Δον Ζουάν είχε ανάγκη από τόσες πολλές γυναίκες, ο δυστυχής αλκοολικός έχει ανάγκη από τόσο πολύ πιοτό, ο δυστυχής λαίμαργος έχει ανάγκη από τόσο πολύ φαγητό… ο σοφός αντιθέτως βάζει όρια στην επιθυμία του, όπως και στον φόβο, στα όρια του σώματός του, που αυτά είναι και τα πραγματικά όρια της εγκράτειας».

Οι χριστιανοί διέστρεψαν και αυτή την σπουδαιότατη Αρετή των Ελλήνων από πάγιο αυτοέλεγχο κατά την όλη συμπεριφορά (και όχι μόνο στο τμήμα που αφορά την κοιλιά και τα αιδοία), από «φωτισμένο, ελεγχόμενο, καλλιεργημένο γούστο» όπως το έχει διατυπώσει σε άλλο σημείο του βιβλίου του ο προαναφερθείς Κοντ Σπονβίλ, σε συνειδητή επίθεση στην χαρά, συνηθέστερες μορφές της οποίας επίθεσης έκαναν την πολυήμερη νηστεία και τον σεξουαλικό ασκητισμό. Η «Εγκράτεια», αυτό που πολύ αργότερα ο αποσυνάγωγος Σπινόζα (Baruch Spinoza, 1632 - 1677) θα περιγράψει πετυχημένα ως «εκείνο που αποκλείει την αηδία ή ο,τιδήποτε μπορεί να καταλήξει σε αηδία» («Ethique IV»), ορίζεται από τον πολύ «Μεγάλο» Βασίλειο εσφαλμένα, χριστιανικά, δηλαδή καθαρά ενοχικά, ως «αναίρεση της αμαρτίας» και «νέκρωση του σώματος μέχρι των αυτών ακόμα των φυσικών επιθυμιών και λειτουργιών», ως, κατ’ αυτόν, υποτιθέμενη αφετηρία της χριστιανικής «πνευματικής ζωής» («ο αθλητής προγυμνάζεται, ο νηστευτής προεγκρατεύεται», γράφει ο ίδιος στον «Λόγο Α» «Περί Νηστείας»). Η υποτιθέμενη «Εγκράτεια» των χριστιανών είναι η αρρωστημένη κατάσταση («έλλειψις») της «Αναισθησίας», την οποία καταγγέλλει ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια», μαζί με την «υπερβολή» της «Ακολασίας».

Υπό την επιρροή του «απολογητή» Τατιανού του Σύριου, που εισηγήθηκε τον «πνευματικό» στόχο της «νεκρώσεως της ύλης», ανέπτυξε επίσης ο πρώϊμος Χριστιανισμός και ομώνυμη της «Εγκρατείας» αίρεση, τους λεγόμενους «Εγκρατίτες» ή «Εγκρατευτές» (2ος – 5ος αιώνας), οι οποίοι απέρριπταν τον γάμο, την συνουσία και μια σειρά τροφών, και θεωρούσαν «διαβολικό» τον οίνο. Θεωρητικοί της θεωρούνται ο Ιούλιος Κασσιανός και ο Δοσίθεος εκ Κιλικίας, που και οι δύο έγραψαν βιβλία υπέρ της χριστιανικής αντίληψης περί εγκρατείας. Και σε αυτούς, η «Εγκράτεια» δεν αφορά την αυτοσυγκράτηση κατά την όλη συμπεριφορά, αλλά αποκλειστικά και μόνον τις σωματικές ηδονές, αφού το σώμα αποτελεί τον κυριότερο εχθρό τους.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει τέλος, ο ουσιαστικά τρελλός συνειρμός, τον οποίο συναντάμε στο πρωτοχριστιανικό «προφητικό» κείμενο «Ο Ποιμήν του Ερμά» και συνδέει την στερητική χριστιανική «Εγκράτεια» με την επίσης χριστιανική απροσδιόριστη «Αγάπη»: «εκ της Πίστεως γεννάται Εγκράτεια, εκ της Εγκρατείας Απλότης, εκ της Απλότητος Ακακία, εκ της Ακακίας Σεμνότης, εκ της Σεμνότητος Επιστήμη, εκ της Επιστήμης Αγάπη» («Όρασις Γ»).

Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ ΕΠΤΑΦΩΤΗΣ ΛΥΧΝΙΑΣ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ (ΜΕΝΟΡΑ)

"Όλοι οι πυρολάτρες ιερείς-μάγοι και οι Εβραίοι προφητο-πατριάρχες της εποχής εκείνης ήταν εντελώς άθρησκοι. Διότι, όταν κατασκευάζεις πυρολατρικά ιερά, γνωρίζεις πολύ καλά ότι αυτά προορίζονται για τους θρησκευτικούς εντυπωσιασμούς των άλλων. Είναι λοιπόν σχεδόν αδύνατον, να εντυπωσιάζεσαι και συ ο ίδιος μέχρι πίστεως, από μια παγίδα εντυπωσιασμών που έφτιαξες μόνος σου"!

Η ΠΥΡΟΛΑΤΡΕΙΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ

Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΑΕΡΙΟΥ

Ν. Μοσχόπουλος. Εγκυκλοπαίδεια «Ήλιος» Τόμ. 15ος σελ. 801

«Κατά την αρχαιότητα το έλαιον απ’ την πέτρα (πετρέλαιο), σε περιοχές που σήμερα είναι εξαιρετικά πετρελαιοπαραγωγές, ανέβλυζε αφ’ εαυτού. ΄Ητο δε γνωστόν από αρχαιοτάτων χρόνων, σχεδόν απ’ αυτών τούτων των απαρχών της ζωής του ανθρώπου. Οι άνθρωποι της απώτατης αρχαιότητας στην Κασπία και νοτιότερα στην Νεκρά θάλασσα, όταν διήρχοντο εκείθεν κατά τον νομαδικό και πλάνητα βίον τους, έβλεπαν μετά τρόμου μυστηριώδεις και ουδέποτε σβεννυμένας φλόγας, να αναδεύουν ατελεύτητα την πύρινη πνοή τους στις γειτονικές περιοχές του περσικού κόλπου.

Κατά την απώτατη αρχαιότητα, το πυρ ήταν για τον άνθρωπο δύναμις τρομερά και μυστηριώδης, η δε φαντασία των απαίδευτων εκείνων ανθρώπων, απέδιδε εύκολα στην φωτιά δαιμονικές ιδιότητες. Σε κάθε μορφή ασυνήθιστου πυρός, αντιδρούσε με τρόμο, απομακρύνετο αποστρέφων το πρόσωπό του και ψελλίζοντας μαγικούς εξορκισμούς.

Υπό το κράτος του τρόμου, οι άνθρωποι αυτών των περιοχών ελάτρευσαν ως μυστηριώδη θεότητα τις φλόγες, τις καταυγάζουσες στις σκοτεινές εκείνες νύχτες.

Ο Ζαρατούστρας συνοδευόμενος κάποτε υπό των πιστών οπαδών του, έφτασε εις περιοχήν φωτισμένην υπό τοιούτων φλογών, όπου δεν εδίστασε δογματίσας να πει ότι ευρίσκετο προ της αιωνίας πηγής του φωτός, νικητού του σκότους. Ενώπιον δηλαδή του υπερτάτου θεού "Αχούρα Μάζδα", πατρός και αρχή του καλού, εξαγνιστού και σωτήρος από παντός κακού. Υπό το κράτος των σκέψεων και των ιδεών τούτων εκήρυξε την λατρείαν του πυρός, την πυρολατρίαν, η οποία διεδόθη εις σημαντικόν τμήμα του ανατολικού αρχαίου κόσμου. Υπό το κράτος αυτής της θρησκευτικότητας ύψωσαν βωμούς ανήγειραν ναούς και λάτρευσαν την πύρινη ενσάρκωση του μεγάλου θεού "Αχουραμάζδα’‘. Επί χιλιετίες ολόκληρες έκτοτε οι άνθρωποι ακολουθούντες τις δοξασίες και τα κηρύγματα αυτού του ανδρός ελάτρευσαν τρέμοντες τις φλόγες που διέσχιζαν τα σκοτάδια της νύχτας. Οι ιερείς της ζωροαστρικής θρησκείας ήταν οι μάγοι. (Ηρόδοτος Α, 101) Επίστευον μάλιστα ότι ο Ορομάσδης ή Ζαρατούστρας έδωκεν εις αυτούς την κυριαρχίαν όλου του κόσμου. Είχον δε την πεποίθησιν ότι είναι ανώτεροι των άλλων».

Ν. Κ. Βέρρος Εγκυκλοπαίδεια «Ήλιος» 15ος τόμος σελ. 795 & 832.

«Στην Μεσοποταμία λοιπόν βρίσκουμε τις πρώτες μαρτυρίες ότι ο άνθρωπος γνώριζε το πετρέλαιο και τις περιοχές όπου αυτό ευρίσκετο. Πράγματι εις την μεταξύ των ποταμών της Βαβυλώνος (Χαλδαία δηλαδή κατά την βιβλική έκφραση), εμφανίστηκαν επί της επιφανείας της γης τα φλεγόμενα αέρια των ορυκτών υδρογονανθράκων (πετρελαίων). Ήδη από των προϊστορικών χρόνων οι κάτοικοι της Μεσοποταμίας είδαν τις πρώτες εμφανίσεις του πετρελαίου, στην ρευστή όσο και στην στερεά μορφή του (πίσσα ή άσφαλτος, που είναι οξειδωμένο πετρέλαιο).

Τα τελευταία χρόνια έρευνες των Άγγλων αρχαιολόγων Hall και Wulley έφεραν στο φως θαυμαστά λείψανα του ανθούντος κατά την μακρινή εκείνην περίοδο πολιτισμού της περιοχής στην λεκάνη του Τίγρη και του Ευφράτη: λεπτότατη ασφάλτινη πλάκα παριστώσα σκηνές κυνηγίου η οποία ευρέθη στο αρχαίο νεκροταφείο της Ούρ (ο Αβραάμ και οι απόγονοί του κατάγονται απ’ την Ούρ της Μεσοποταμίας) καθώς και συγκολλήσεις ξύλων με άσφαλτο, που τώρα εκτίθενται στο Βρετανικό μουσείο, αποτελούν αναμφισβήτητα τις αρχαιότερες μαρτυρίες ότι ο άνθρωπος εγνώριζε το πετρέλαιο τουλάχιστον υπό την μορφήν της ασφάλτου, την οποία χρησιμοποίησαν ως οικοδομικό συγκολλητικό υλικό στις κατασκευές του καιρού εκείνου.

Υπήρχαν στην Περσία ναοί (ελέγοντο περσιστί Ατές μπεχράμ) στα άδυτα των οποίων έκαιε άσβεστο το "ιερόν πυρ" ως στοιχείο της καθαρότητας δια του οποίου απολυμαίνετο σύμπας ο κόσμος. Πόθεν ήταν δυνατόν να προέρχεται το "ιερό" αυτό και ακοίμητο πυρ; και πώς ετροφοδοτείτο τούτο αυτόματα από τη φύση, ώστε να καίει ασταμάτητα και να φαίνεται υπερφυσικό, ώστε εύκολα να επιβάλλεται από τους μάγους στον αμαθή λαό ως ουρανόπεμπτον και θείον; Από που αλλού, παρά από πηγές πετρελαίου ή εύφλεκτων αερίων, αναδυόμενων από φυσικές ρωγμές του εδάφους.

Οι "κυνηγοί των πετρελαίων" ερευνώντας την περιοχή για πετρέλαια βρήκαν τέτοιους αρχαίους ναούς, στους οποίους διεπίστωσαν ότι οι μυστηριώδεις υποβλητικές εκείνες φλόγες των ναών, δεν προήρχοντο από μυστηριώδεις δυνάμεις, αλλά εκ πισσώδους υγρού αναβλύζοντος εκ του εσωτερικού της γης και διοχετεύετο δι’ αγωγών χωρίς τίποτε το υπερφυσικό μέχρι των βωμών. Εκ τούτου συνάγεται ότι, το περσικό ιερατείο γνώριζε την φωτιστική ιδιότητα των εκ των σχισμών του εδάφους διαφυγόντων αερίων των υδρογονανθράκων, τα οποία ονόμαζαν «αβαρισιάκ». Λέξη που σημαίνει "το μη έχον ανάγκη τροφής" δηλαδή το αφ’ εαυτού τροφοδοτούμενο. Εννοείται ότι κοινοί άνθρωποι εκρατούντο μακριά από το μυστικά αυτά του ιερατείου. Ώστε το πετρέλαιο της Περσίας (του περσικού κόλπου - Μεσοποταμία άρα, Χαλδαία) είναι συνυφασμένο με την μυθολογία και την (κατοπινή) θρησκεία του Ιράν. Αυτοί όμως οι μύθοι ελίκνιζαν την νηπιακή και την παιδική ηλικία του ανθρώπου και δεν σβήνονται ευκόλως».

Η ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΛΛΩΝ ΣΤΙΣ ΑΡΧΑΙΕΣ ΧΩΡΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΤΟΛΗΣ

Στην Ανατολή χάλκινα αντικείμενα εμφανίζονται ήδη από την πέμπτη π. Χ. χιλιετία. Έτσι έχουμε βάσιμες υποψίες ότι η Μεσοποταμία παράλληλα με την πανάρχαια πυρολατρία της διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στην ιστορία των μετάλλων. Γεγονός είναι ότι από τα μέταλλα ο χαλκός είναι το πρώτο που ο άνθρωπος γνώρισε αντικαθιστώντας σταδιακά τα πέτρινα σκεύη εργαλεία και με χάλκινα. Ο χαλκός απαντάται αυτοφυής στην φύση με διάφορες συνθέσεις: «ακάθαρτα θειούχα μεταλλεύματα χαλκού καλούνται τα περιέχοντα επί πλέον αρσενικό, αντιμόνιο και σημαντική ποσότητα μολύβδου και ψευδαργύρου (άπαντα δηλητηριώδη) γι’ αυτό καλούνται αρσενικούχα, μολυβδούχα κλπ.»

Ο Χαλκός πρέπει να άφησε σοβαρά τα ίχνη του στις περιοχές που ακόμα φέρουν το όνομα. «Χαλκιδική» «Χαλκίδα» «Κύπρος» (λατινικά: cuprum ή cyprium) «Χαλκέα» ή «Χαλδαία». Οι άνθρωποι που ονομάσθηκαν Χαλδαίοι προφανώς απ’ το Χαλκαίοι, πρέπει να ήταν περίφημοι χαλκουργοί δηλαδή μεταλλοτεχνίτες και συνεπώς άριστοι γνώστες των δηλητηρίων και των μυστικών κατεργασίας του Χαλκού. Στην ιστορική περίοδο ο Χαλκός έδωσε το όνομά του σε μια ολόκληρη περίοδο μεταλλογνωσίας μερικών μάλιστα χιλιετιών. Οι μεταλλοτεχνίτες κρατούσαν καλά τα (συντεχνιακά) μυστικά της δουλειάς τους μεταφέροντας τα μυστικά της από πατέρα σε γιο με ιερή μυστικότητα.

«Ο Lenorman (μελετητής της ασσυριολογίας) παρατήρησε ότι σε αρχαία Χαλδαϊκά ιερογλυφικά περιλαμβάνοντο σύμβολα πολύτιμων καθώς και συνηθισμένων μετάλλων όπως χρυσού χαλκού αλλά και σιδήρου, εκ των οποίων το πλέον διαδεδομένο ήτο του Χαλκού»

Η ΠΥΡΟΛΑΤΡΕΙΑ, Η ΚΑΤΕΡΓΑΣΙΑ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ ΚΑΙ ΟΙ ΣΧΟΛΕΣ ΤΩΝ ΜΑΓΩΝ – ΙΕΡΕΩΝ

Είναι εξαιρετικά χρήσιμο να συνειδητοποιήσουμε την ουσία της πυρολατρικής σκέψης. Ο πυρολάτρης είναι αυτόματα ένας διάκονος της ουσιαστικής και αυθεντικής μαγείας. Ο αληθινότερος εκπρόσωπος της σχολής των μάγων. Με τις πυρολατρικές αναζητήσεις του, έχει προσεγγίσει την μεγαλύτερη για την εποχή πηγή δύναμης, όχι μόνο για εντυπωσιασμούς αλλά για μεταλλοτεχνία, μέταλλο-δηλητηριογνωσία και κάθε είδους βρασμούς υλικών, γνώσεις που οδηγούν κατ’ ευθείαν στις τέχνες της μαγγανείας.

Οι άνθρωποι αυτοί με τις πλούσιες για την εποχή τους γνώσεις, έχοντας το μεγάλο πλεονέκτημα της άσβεστης φλόγας των ναών (αβαρισιάκ), γνωρίστηκαν άθελά τους πρώτοι με τα δηλητηριώδη μυστικά της πρωτο-χημείας (Αλ-χημείας). Ασχολούμενοι υποχρεωτικά σε καθημερινή βάση με την ιερή φλόγα, γνωρίστηκαν αναπόφευκτα με τα δηλητήρια της μεταλλουργίας του χαλκού και άλλων ακόμα υλικών και προ πάντων έγιναν άριστοι γνώστες των εντυπωσιακών καύσεων, με απόλυτη την επίγνωση των εντυπώσεων που σκορπούν τα αναπάντεχα πυρολατρικά τους επιτεύγματα!

Ήταν λοιπόν θέμα χρόνου να καταλάβουν τις ευκαιρίες εξουσίας που αποκτούν οι εντυπωσιαστές πάνω στους εντυπωσιαζόμενους. Εξασφαλίζοντας την προσοχή και την πίστη των υπολοίπων ανθρώπων, η προσήλωσή τους στην δημιουργία θεαματικής θεουργίας έγινε επαγγελματική. Αναζητώντας ασταμάτητα καινούργιους τρόπους και δυνατότητες ισχυρών εντυπωσιασμών μπορούσαν να καθηλώσουν τους αμαθείς.

Ας γίνει λοιπόν κατανοητό. Πυρολατρία σημαίνει: εντυπωσιακή πυρά, ασυνήθιστες καύσεις, και συνεπώς μεγάλη εξοικείωση με όλα τα υλικά καύσεων που αφθονούσαν στην περιοχή. Ασφαλώς λοιπόν και προχωρημένες για την εποχή τους γνώσεις και άγνωστες τεχνικές για την εξασφάλιση των κερδοφόρων θρησκευτικών εντυπωσιασμών. Μια τεράστια δηλαδή μακρόχρονη εμπειρία. Μια ολόκληρη σχολή σκέψης. Μια άγνωστη, μια μυστική θα λέγαμε τεχνολογία εποχής, που ποτέ δεν αξιοποιήθηκε για το κοινό όφελος, αλλά αποκλειστικά και μόνο για την καταδολίευση και την υποταγή των πιστών, στη δύναμη της κερδοφόρου εξουσιαστικής λατρείας. Συγκεκριμένο εργαλείο των θεουργών... το "αβαρισιάκ"!

Έτσι η πλούσια και αρχαιότατη αυτή κληρονομιά πυρολατρικών γνώσεων των μεσοποτάμιων ιερατείων, οπωσδήποτε δεν πήγε χαμένη. Οι Χαλδαίοι ιερείς, οι "μάγοι", όπως οι ίδιοι αυτοαποκαλούντο, που είχαν τη μόνιμη αίσθηση ότι ο κόσμος τους ανήκει, απλά διέσωσαν την πολύτιμη αυτή γνώση και διέδωσαν με πάθος την κερδοφόρα ιδέα της πυρολατρίας!

Με την γοητεία των περίτεχνων καύσεων, εγκλώβιζαν τις αδόκιμες ψυχές των ανίδεων ανθρώπων, που μέσα στους χαμηλούς ορίζοντες της δεισιδαιμονίας τους, τίποτε άλλο δεν είχαν μάθει απ’ το να φοβούνται μέχρι ...λατρείας κάθε τι άγνωστο.

ΚΟΡΟΥΝΔΙΟ

ΚΟΡΟΥΝΔΙΟ
Δικαιολογημένα λοιπόν οι Μάγοι – ιερείς της εποχής εκείνης «Είχον την πεποίθησιν ότι είναι ανώτεροι των άλλων».

Ας σημειώσουμε εδώ ότι όλοι οι πυρολάτρες ιερείς-μάγοι και οι Εβραίοι προφητο-πατριάρχες της εποχής εκείνης ήταν εντελώς άθρησκοι. Διότι, όταν κατασκευάζεις πυρολατρικά ιερά, γνωρίζεις πολύ καλά ότι αυτά προορίζονται για τους θρησκευτικούς εντυπωσιασμούς των άλλων. Είναι λοιπόν σχεδόν αδύνατον, να εντυπωσιάζεσαι και συ ο ίδιος μέχρι πίστεως, από μια παγίδα εντυπωσιασμών που έφτιαξες μόνος σου!

Προσέξτε την διαφορά. Δεν επρόκειτο για μια εντυπωσιακή φυσική παρουσία ή φαινόμενο, (όπως κεραυνός, άνοιξη, ωκεανός κ.λ.π.) που θα μπορούσε να σε παρασύρει σε φυσιολογικό θρησκευτικό δέος, αλλά για εντελώς δόλια χειροποίητη λατρεία!

Η αρχαία πυρολατρία δεν αναχαιτίσθηκε ποτέ. Απλά μέσω των μάγων και του Αβραάμ, μεταφέρθηκε στην περιφέρεια της Μεσογείου και ολόκληρο το υλικό στήριξης των αρχαίων αυτών θρησκευτικών εντυπωσιασμών, αφομοιώθηκε με άκρα επιτυχία από την Εβραϊκή θρησκεία (Εβραϊκή πυρολατρεία), που εν καιρώ συλλέγοντας ασταμάτητα πάσης φύσεως όπλα εντυπωσιασμού, κατέκλυσε τελικά με οδυνηρή επιτυχία ολόκληρη τη Μεσόγειο. Έκτοτε, φαίνεται πως εμείς οι μεσογειακοί άνθρωποι, από φωτοδότες που ήμασταν γίναμε παραδόξως επαγγελματίες αόμματοι και τυφλοί εκ πεποιθήσεως. Διότι, αν και ολόκληρη η Εβραϊκή Βίβλος βρίθει πυρολατρικών συνταγών, εμείς έχοντας εξαντλήσει όλο το ερμηνευτικό μας ταλέντο, στις ονειρικές εκδοχές της ουρανόπεμπτης σοφίας, κατορθώσαμε έναν ανεπανάληπτο άθλο: κάναμε τις Εβραϊκές γραφές, με το θεοσκότεινο περιεχόμενό τους, να φαίνονται σαν τον αστείρευτο παράδεισο της αγαθότητας.

ΤΟ ΥΠΕΔΑΦΟΣ ΤΟΥ ΣΙΝΑ

Το ηφαιστειακό υπέδαφος του Σινά είναι γνωστό, από τα αρχαία χρόνια, ότι διαθέτει άφθονη γεωθερμία και πετρελαϊκά κοιτάσματα (μέχρι σήμερα). Τα πετρελαϊκά κοιτάσματα του Σινά είναι η κυριότερη αιτία ύπαρξης των διάφορων εύφλεκτων ατμιδικών αερίων, η εκμετάλλευση των οποίων άρχισε ήδη μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο.

Επίμονη όμως γεωθερμία, σε μια σεισμογενή μάλιστα περιοχή όπως το Σινά, μαζί με δεδομένα τα πετρελαϊκά κοιτάσματα, ασφαλώς σημαίνει ατμίδες εύφλεκτου αερίου, τώρα αλλά ιδιαίτερα στο παρελθόν!

Στο Σινά επίσης αφθονούν οι θερμές πηγές. Οι κυριότερες είναι: «πηγαί Μωυσέως’‘ «Αγιούν Μούσα», τεράστιες θερμές πηγές με περιφέρεια ενός χιλιομέτρου και θερμοκρασία 29 βαθ. - «θέρμαι των Φαραώ’‘, «Φαραούν χαμμάμ», με 71βαθ. - και ``δώδεκα πηγαί’‘.

Η χερσόνησος του Σινά επίσης από την πανάρχαια εποχή, είναι χώρος με πολύτιμα αποθέματα χαλκού και υπήρχαν αμέτρητες οργανωμένες αποστολές από Χαλδαία και Αίγυπτο που κατέφθαναν για να προμηθευτούν την πολύτιμη αυτή πρώτη ύλη.

Στο Σινά βρέθηκαν τα ορυχεία 39 Φαραώ ! Αυτό λέει πολλά.

Ο ΣΑΠΦΕΙΡΟΣ ΣΤΟ ΣΙΝΑ

ΣΑΠΦΕΙΡΟΣ
Το υπέδαφος του Σινά είναι πλούσιο εις χαλκόν Κύανον, Περουζέ πορφυρίτη. Υπάρχουν δε εκεί μεταλλεία χρονολογούμενα από της 4ης π.Χ. χιλιετίας. Περουζέ όμως ή αλλιώς «Κάλλαϊς» είναι ο γενικότερος όρος που προσδιορίζει τα κορούνδιο-σαπφειρικά πετρώματα. Γνωρίζουμε λοιπόν, ότι η γύρω απ’ το Σινά περιοχή βρίθει από πνευματολυτικά σάπφειρο-κορουνδιακά πετρώματα. Το «κορούνδιο» που είναι η γενικότερη ορολογία αυτών των ημιπολύτιμων διακοσμητικών πετρωμάτων είναι είδος εξαγώγιμο της ευρύτερης περιοχής του Σινά.

Ο Σάπφειρος ήταν γνωστός και στην Ελλάδα, όπως αποδεικνύει και το αρχαίο δίστιχο χρησμού: «Σαπφείρους από του Πλούτωνα το βασίλειο θα κομίσει θεούς και ήρωες στον Όλυμπο να τιμήσει»

Τι ακριβώς όμως είναι αλήθεια ο σάπφειρος και πώς δημιουργείται;

Στα ανάλογα βοηθήματα διαβάζουμε: Σάπφειρος: «Διαφανείς κρυσταλλικές κυανές παραλλαγές του Κορούνδιου».

Σάπφειρος: Αλλού: «Κυανή (μπλε) παραλλαγή του ορυκτού Κορούνδιον».

Τι είναι όμως το Κορούνδιο; «Διαυγές κρυσταλλικό ορυκτό οξείας πρισματικής, πυραμιδικής μορφής (αιχμηρότατο λοιπόν). Οι κυριότερες μορφές του ευγενούς Κορουνδίου είναι ο σάπφειρος, διαυγής βαθυκύανος κρύσταλλος. Περιζήτητος είναι όταν εμφανίζεται με το φαινόμενο του αστερισμού. (Υπέροχοι αστεροειδείς σχηματισμοί που δικαιολογούν απόλυτα την βιβλική έκφραση: "και ως το στερέωμα του ουρανού κατά την καθαρότητα") Εμφανίζεται με την μορφή χειρόπλιθων (η ανάλογη βιβλική περιγραφή είναι: «έργον πλίνθου σαπφείρου») κρυσταλλοφυών συσσωματώσεων».

ΣΑΠΦΕΙΡΟΣ

ΠΩΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΕΙΤΑΙ Ο ΣΑΠΦΕΙΡΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΡΟΥΝΔΙΟ

Κορούνδιο λοιπόν και Σάπφειρος, είναι ένα και το αυτό. Ας δούμε όμως ποιές προϋποθέσεις δημιουργούν το «Κορούνδιο» ή «Σάπφειρο».

Το Κορούνδιο είναι προϊόν πνευματολυτικής επιδράσεως ή πνευματόλυσις.

Με «πνευματόλυση» λοιπόν δημιουργείται το μπλε διάφανο κρυσταλλικό «κορούνδιο», που καλείται «σάπφειρος». Η «πνευματόλυση» αν και εκ πρώτης όψεως δεν λέει σε μας και πολλά πράγματα, έχει όμως να μας προσφέρει παρά πολλά στην αναζήτηση της λειτουργικής αρχής της καιόμενης βάτου. Γι’ αυτό ας συνεχίσουμε για λίγο ακόμα την ορυκτολογική μας ενημέρωση.

ΠΝΕΥΜΑΤΟΛΥΣΗ - ΑΤΜΙΔΕΣ ΑΕΡΙΟΥ

Τι είναι λοιπόν πνευματόλυση;

«Πνευματόλυση δε, καλείται η δράση των αερίων που ακολουθεί την περίοδο στερεοποίησης του μάγματος. Στα ηφαιστειογενή πετρώματα ακολουθεί περίοδος εκλύσεως αερίων γνωστών με την ονομασία ατμίδες. Οι ατμίδες των καυτών αερίων κατά την έξοδό τους επιδρώντας στα παρακείμενα πετρώματα προκαλούν σ’αυτά διαφόρους αντιδράσεις. Οι αντιδράσεις (αλλοιώσεις) που μακροχρόνια λαμβάνουν χώρα αποτελούν τα πνευματολυτικά φαινόμενα, τα δε ορυκτά που μ’ αυτόν τον τρόπο σχηματίζονται καλούνται πνευματολυτικά».

Ατμίδες λοιπόν, είναι οι κύριες αιτίες της δημιουργίας πνευματολυτικών πετρωμάτων όπως τα σαπφειρικά κορούνδια. Συνεχίζουμε λίγο ακόμα, παρακαλώ διαβάστε με προσοχή.

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΤΜΙΔΕΣ

«Ατμίδες ονομάζουμε: αναθυμιάσεις αερίων και ατμών που εξέρχονται από ρωγμές ή οπές ευρισκόμενες στις πλευρές ή στους πρόποδες ηφαιστείων που ετοιμάζονται προς δράση ή, συχνότερα, ηφαιστείων που έχουν παύσει δρώντα προ ολίγου ή πολλού χρόνου. Η έξοδος των αναθυμιάσεων αυτών γίνεται ήρεμα ή με ορμή. Η σύσταση των αερίων ποικίλλει κατά περιστάσεις και εξηγείται με την γνώση των τοπικών γεωλογικών συνθηκών. Σε περιοχές πετρελαίων εξέρχονται από την γη κατά τόπους μικρές ή μεγάλες ποσότητες αερίων υδρογονανθράκων αναφλέξιμων, χρησιμοποιούμενων ενίοτε ως φυσικό φωταέριο. Οι κατ’ εξοχήν περιοχές τέτοιων αεριοπηγών είναι τα ηφαίστεια εν ενεργεία ή και όχι, καθώς και οι γύρω απ’ αυτά περιοχές. Η κυκλοφορία και η έξοδος των ατμίδων...» κλπ.

Βλ. Λεξικό Ήλιος στις αντίστοιχες λέξεις.

Με λίγα λόγια: Πετρώματα που ανάμεσα στις ρωγμές τους διέρχονται ατμιδικά αέρια για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αλλοιώνονται και κρυσταλλοποιούνται σε διάφανη πρισματική μορφή, που στη μπλε τους παραλλαγή καλούνται σαπφειρικά, και η όλη διαδικασία δημιουργίας αυτών των πετρωμάτων καλείται πνευματολυτική.-

Η «ΚΑΙΟΜΕΝΗ ΒΑΤΟΣ» ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ ΕΓΙΝΕ ΤΕΛΙΚΑ Η ΕΠΤΑΦΩΤΗ ΛΥΧΝΙΑ ΤΩΝ ΕΒΡΑΙΩΝ (ΜΕΝΟΡΑ)

«Σύμφωνα με την βιβλική περιγραφή η Επτάφωτος Λυχνία είναι ένας τυπικός θάμνος. Εκτός από κορμό και κλαδιά, είναι γεμάτη και με λουλούδια, που προφανώς συνοδεύονται και από φύλλα»!

ΤΑ ΚΡΙΝΑ

Και ποιήσεις λυχνίαν εκ χρυσίου καθαρού, τορευτήν... ...εξ δε καλαμίσκοι εκπορευόμενοι εκ πλαγίων, τρεις καλαμίσκοι της λυχνίας εκ του κλίτους αυτής του ενός και τρεις καλαμίσκοι της λυχνίας εκ του κλίτους του δευτέρου. Και τρεις κρατήρες εκτετυπωμένοι καρυίσκους εν τω ενί καλαμίσκω, σφαιρωτήρ και κρίνον. Ούτως τοις εξ καλαμίσκοις τοις εκπορευομένοις εκ της λυχνίας. Και εν τη λυχνία τέσσαρες κρατήρες εκτετυπωμένοι καρυίσκους - εν τω ενί καλαμίσκω οι σφαιρωτήρες και τα κρίνα αυτής».

Μια πήλινη κατασκευή (σε μια εποχή που η κεραμική είναι στην ακμή της), με πολλούς διάτρητους βραχίονες, με άπειρες μικροοπές μαυρισμένη απ’ την επανειλημμένη χρήση και καθισμένη πάνω σε μια τέτοια κατάλληλη αεροπηγή εύφλεκτων αερίων, στους πρόποδες μάλιστα ατμιδικού βουνού, είναι η πιθανότερη εκδοχή της καιόμενης βάτου.

Ιστορικά βρισκόμαστε περίπου στο 1200 π.Χ.

Οι περισσότεροι ιστορικοί τοποθετούν τον Τρωϊκό πόλεμο γύρω από αυτήν την ημερομηνία. Σύμφωνα όμως με την δική μας πρωτότυπη πρόταση, που δημοσιεύθηκε αναλυτικά στους "Αυτόχθονες Έλληνες", ο Τρωϊκός πόλεμος διεξήχθη από το 1300 π.Χ. μέχρι το 1291 π.Χ., δηλαδή εκατό χρόνια νωρίτερα.

Ένας Αιγύπτιος ιερέας και πρίγκιπας με το αιγυπτιακό όνομα Οσαρσίφ, γνωστός σε μας σήμερα σαν Μωυσής, εκδιώχθηκε από την Αίγυπτο και τώρα φιλοξενείται από τους Μαδιανίτες, που κατοικούν στην Χερσόνησο του Σινά και είναι μια συγγενική σημιτική φυλή με τους Εβραίους. Φαίνεται ότι οι Μαδιανίτες αποφάσισαν να βοηθήσουν τους Εβραίους, οι οποίοι είναι υπόδουλοι των Αιγυπτίων, να απελευθερωθούν. Οι Εβραίοι αργότερα, κατόπιν διαταγής του θεού τους, του Ιεχωβά, θα σφάξουν αλύπητα όλους Μαδιανίτες. Πράγματι οι Εβραίοι, με αρχηγό τον Μωυσή, θα προβούν σε συστηματική γενοκτονία των Μαδιανιτών (ούτε ένας ζωντανός).

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΑΡΕΚΒΑΣΗ:

Σύμφωνα με την εκδοχή του ιστορικού Ιώσηπου που βασίζεται στον Μανέθωνα, ο Μωυσής ήταν ένας Αιγύπτιος ιερέας ονόματι Οσαρσήφ που οργάνωσε ανταρσία ανάμεσα σε καταπιεσμένους Αιγυπτίους. Αφού άρπαξε την εξουσία από τον Φαραώ, με την βοήθεια των Χαναανιτών συμμάχων του, επέβαλε μία βασιλεία τρόμου στην χώρα, καταστρέφοντας τους ναούς της, βεβηλώνοντας τα ιερά της και λεηλατώντας την χώρα. Μετά ο Οσαρσήφ κυβέρνησε επί δεκατρία χρόνια προτού ο εξόριστος Φαραώ σχηματίσει νέο στρατό και κυνηγήσει αυτόν και τους οπαδούς του στην Χαναάν.

Σύμφωνα με τον ιστορικό Αρτάπανο (2ος αιώνας π.χ), ο Μωυσής ενώ βρισκόταν στην Αιγυπτιακή αυλή, είχε δεχθεί μεγάλες τιμές από τους ιερείς και σε αναγνώριση των ικανοτήτων του ονομάστηκε Ερμής. Ο Ερμής ταυτίζεται με τον Αιγύπτιο Θεό ΤΩΘ και τον Ερμή τον Τρισμέγιστο.

Σύμφωνα με τους περισσότερους ερευνητές το όνομα Μωυσής είναι καθαρά Αιγυπτιακής προέλευσης, προερχόμενο από την Αιγυπτιακή λέξη «Μς» που σημαίνει «γεννήθηκε». (Το Μωυσής είναι μία Ελληνοποιημένη απόδοση της αρχικής Αιγυπτιακής αυτής λέξης). Το ότι το όνομα είναι Αιγυπτιακό θα ήταν εξάλλου λογικό, εφόσον η Αιγύπτια πριγκίπισσα που υιοθέτησε και έδωσε το όνομα αυτό στο βρέφος, δεν θα του έδινε Εβραϊκό όνομα εφόσον οι Εβραίοι ήταν επί διωγμό σύμφωνα με την Βίβλο.

Ό Μανέθωνας σε ένα γράμμα του που δημοσιεύεται στο «Contra Appiano» του Ίώσηπου, λεει ότι έγραψε στα χρόνια του Πτολεμαίου Β' του Φιλάδελφου. Εκεί παρουσιάζεται ως μεγάλος ιερέας και γραφέας των ιερών της Αιγύπτου και ότι γεννήθηκε στη Σεβηνή και κατοικούσε στην Ηλιούπολη. Ο Μανέθωνας μετέφερε στα ελληνικά ότι περιείχαν τα ιερά κείμενα. Ο Μανέθωνας με τη βοήθεια του Τιμόθεου έγραψε τα έξης έργα: 1. «Αιγυπτιακά» ή ιστορία της Αιγύπτου. 2. «Βίβλος του Σώθεως» ή «ο Κυνικός Κύκλος» 3. «Η ιερά Βίβλος» 4. «Επιτομή των Φυσικών», 5. «Περί εορτών», 6. «Περί Αρχαϊσμού και Ευσεβείας», 7. «Περί κατασκευής των Κυφίωv» (Θυμιαμάτων) και 8. «Τα προς Ηρόδοτο». Ξεχωριστά πρέπει να μνημονεύσουμε τα «Κείμενα» του Ερμή του Τρισμέγιστου που είναι το βιβλίο μύησης των αρχαίων ιερών της Αιγύπτου. Και αυτό αποδόθηκε στο ελληνικό πνεύμα, δηλαδή δεν είναι αυτό που θα λέγαμε μετάφραση. Στα «Αιγυπτιακά» του ο Μανέθωνας δίνει τις δυναστείες έτσι όπως τις κρατούσαν στα ιερά, αλλά με εξελληνισμένα ονόματα. Αν εξαιρέσουμε τα «Κείμενα» του Ερμή του Τρισμέγιστου πού σώθηκαν σχεδόν ολόκληρα, όλο το έργο του Μανέθωνα χάθηκε. Σώθηκαν μόνο αποσπάσματα σε έργα των ιστορικών των Ελληνιστικών και Ρωμαϊκών χρόνων. Η συγκέντρωση των αποσπασμάτων αυτών αποτελεί το έργο του Μανέθωνα πού δημοσιεύεται σε χωριστό τόμο. Από τα αποσπάσματα βγαίνει ότι ο Μανέθωνας έκανε προσπάθεια να συνδέσει τα ιστορικά στοιχεία της Αιγύπτου με τα Ελληνικά δεδομένα, αλλά και με την ιστορία των Εβραίων. Τα πιο σημαντικά αποσπάσματα σώθηκαν από τον Ιώσηπο στο έργο του Contra Apionem βιβλίο Α' από το Σύγγελο Γεώργιο το Μοναχό, το Σέξτο Ιούλιο Αφρικανό, τον Ευσέβειο κ.ά. 

ΙΟΘΟΡ ΚΑΙ ΜΩΥΣΗΣ

Ο αρχιερέας της φυλής των Σημιτών Μαδιανιτών, ο Ιοθόρ, απόγονος και αυτός του μάγου – προφήτη Αβραάμ, έχει μεγάλα σχέδια για τον Μωυσή. Ο Μωυσής, σαν πρώην ιερέας και πρίγκιπας της Αιγύπτου, γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα της χώρας της Αιγύπτου. Άρα είναι ο κατάλληλος, αφού εκπαιδευτεί σε ορισμένα πράγματα από τον Ιοθόρ, να αναλάβει το έργο της απελευθερώσεως των Εβραίων. Προς το παρόν βέβαια «ο Μωυσής βόσκει τα πρόβατα του Ιοθόρ, πενθερού αυτού, ιερέως της Μαδιάμ, εις το όρος του θεού Χωρήβ, στο Σινά». Ο Μωυσής, προφανώς αγνοεί τα σχέδια αλλά και τις προχωρημένες «τέχνες» του δασκάλου Ιοθόρ. Ο Μωυσής, όταν δολοφόνησε ένα σημαντικό αυλικό της Αιγύπτου και αναγκάστηκε, κυνηγημένος απ’ τον Φαραώ, να καταφύγει κοντά στον μακρινό του συγγενή Ιοθόρ, προφανώς δεν γνώριζε ότι εισέρχεται άθελά του σε μια δυναμική ομάδα θεουργών, που κρατούσαν την τέχνη της θαυματοποιίας στα ύψη των δοξασμένων προγόνων προφητών τους Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ και Ιωσήφ.

Ο Ιοθόρ λοιπόν, είναι ένας στυγνός κατασκευαστής εντυπώσεων και είναι προφανές ότι δεν είχε και δεν θα μπορούσε να έχει καμία συναισθηματική σχέση με τις ηθογεννητικές διαδικασίες της φυσιολογικής ευγενούς θρησκευτικότητας. Ο ίδιος δεν κάνει τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο (όπως είμαστε τώρα σε θέση να διακρίνουμε) από το να βελτιώσει ελαφρά αυτά που ήταν ήδη ικανοί να κάνουν όλοι οι εκλεκτοί Χαλδαίοι ιερείς-μάγοι της εποχής του. Με τη σημαντική διαφορά βέβαια, ότι πολύ λίγοι θα είχαν ένα τόσο πρόσφορο βουνό, όπως το Σινά, για να συλλέξουν τα όπλα της θεουργίας τους και ασφαλώς ακόμα λιγότεροι, είχαν έναν ολόκληρο αμαθή λαό διαθέσιμο, για να εφαρμόσουν την απόλυτη ιερατική τους εξουσία.

Ο ΒΟΣΚΟΣ ΜΩΥΣΗΣ ΒΛΕΠΕΙ ΤΗΝ «ΚΑΙΟΜΕΝΗ ΒΑΤΟ»


Μία ημέρα ο Μωυσής, αφού ενυμφεύθη μια από τις κόρες του Ιοθόρ και έβαλε μια σειρά στη ζωή της εξορίας του, βόσκοντας τα πρόβατα του πεθερού του, στην περιοχή του Σινά που καλείται Χωρήβ, βλέπει κατάπληκτος μια "βάτο" να καίγεται, χωρίς όμως να κατακαίεται. Ο Μωυσής δεν είναι κανένας χωριάτης βοσκός, έχει σπουδάσει όλες τις ιερές τέχνες των Αιγυπτίων και ξέρει να συγκρατεί τους εντυπωσιασμούς του.

Αυτό όμως που βλέπει, ξεπερνά τις γνώσεις του.

Αποφασισμένος να καλοεξετάσει αυτό που του φαίνεται ανεξήγητο, πλησιάζει μονολογώντας: «ας παρατηρήσω το μέγα τούτο θέαμα, γιατί η βάτος δεν κατακαίεται, (η διερευνητική αντίδραση είναι αναμενόμενη από έναν γνώστη των Αιγυπτιακών μυστηρίων, αλλά τα «θαύματα», δεν πρέπει ούτε να τα πλησιάζεις ούτε να τα παρατηρείς από πολύ κοντά). «Ως είδεν ο Κύριος τον Μωυσήν ότι έστρεψεν δια να παρατηρήσει εφώνησε προς αυτόν και είπε. Μη εγγίσης εδώ, λύσον τα υποδήματα σου εκ των ποδών σου διότι ο τόπος επί του οποίου ίστασαι είναι γη αγία» Εξ.Γ΄3-5. Ο Μωυσής με επιτακτικό τρόπο καθηλώνεται σε απόσταση ασφαλείας από την καιόμενη βάτο, που ήθελε να εξακριβώσει το γιατί δεν κατακαίεται. Ακολουθεί μεγάλη συζήτηση με τον θεό και ο Μωυσής χωρίς να πλησιάσει ή να αγγίσει τη βάτο της θεϊκής παρουσίας, μυείται στην ιδέα της μεγάλης αποστολής, για απελευθέρωση των σκλαβωμένων αδελφών του από την Αίγυπτο. 

ΜΗ ΕΡΜΗΝΕΥΣΕΙΣ

Φαίνεται σχεδόν απίστευτο, ότι χιλιετίες τώρα, η «καιόμενη βάτος» αφήνει έκθαμβη και άφωνη την ανθρωπότητα, χωρίς έκτοτε και μέχρι σήμερα να τολμήσουμε να παραβούμε την εντολή, «Μη πλησιάσεις», «μη εγγίσεις», και φυσικά... «μη ερμηνεύσεις».

Δεν υπάρχει, διεθνώς, καμία προσπάθεια για ορθολογική αναζήτηση ερμηνείας, έστω και μία απλοϊκή. Οτιδήποτε, που έστω και αδέξια, θα επιχειρούσε να απομυθοποιήσει αυτό το παγκόσμιο σύμβολο θεϊκής παρουσίας, όπως π.χ. ότι δεν ήταν παρά μια σκαλισμένη μορφή βάτου στο μαλακό βράχο, όπου διοχετεύετο κάποια καύσιμος ύλη της εποχής, που θα μπορούσε να εκληφθεί απ’ την αφήγηση ως καιόμενη βάτος κλπ. Δυστυχώς μόνο ύμνους και αυθεντικές επαναλήψεις του «θαύματος» θα βρείτε, ακόμα και από τους πιο προχωρημένους δήθεν κριτικούς της Βίβλου.

Ας δούμε όμως πόσο δύσκολο είναι τελικά, αξιοποιώντας ό,τι είναι γνωστό για το ιερό όρος Χωρήβ, να οδηγηθούμε σε μια πιθανή ερμηνεία.

«Ο Μωυσής έβοσκε τα πρόβατα του Ιοθόρ, πενθερού αυτού, ιερέως της Μαδιάμ... εις το όρος του θεού Χωρήβ». Απ’ τη θέση εκείνη την προσοχή του τράβηξε το θέαμα της καιόμενης βάτου. Συνεπώς, η θέση του εντυπωσιακού αυτού φαινομένου, δεν πρέπει να ήταν παρά ελαφρώς μόνο ψηλότερα απ’ τον κάμπο βοσκής. Στους πρόποδες δηλαδή του όρους, απ’ όπου θα μπορούσε πράγματι ένα τέτοιο φαινόμενο να τραβήξει την προσοχή ενός βοσκού, που αμέριμνος λίγο χαμηλότερα έβοσκε το κοπάδι του.

Βρισκόμαστε λοιπόν, κάπου χαμηλά στους πρόποδες του όρους. Κι αυτό είναι σημαντική διάγνωση, μια και στους πρόποδες, συμβαίνουν από γεωλογικής πλευράς, όπως θα δούμε, σημαντικότερα πράγματα απ’ ότι στην κορυφή του όρους.

Ο ΔΙΑΚΟΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΥΗΣΗΣ ΤΟΥ ΜΩΥΣΗ ΣΤΑ ΙΟΘΟΡΙΚΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΣΙΝΑ.

Α. «Λύσον τα υποδήματα σου... διότι ο τόπος επί του οποίου ίστασαι είναι γη αγία».

Ο θεϊκός οικοδεσπότης (προφανώς ο ίδιος ο Ιοθόρ κρυπτόμενος όπισθεν των βράχων), υποδέχεται τον εκλεκτό του με την ξεκάθαρη και παράξενη απαίτηση να βγάλει τα υποδήματά του.

Τα περί "αγίας γης" που καθηλώνουν γυμνόποδα τον Μωυσή, δεν αφορούν καθ’οιονδήποτε τρόπο την ιερότητα του χώρου. Σε καμία μελλοντική συνάντηση του Ιεχωβά και των ανθρώπων, όπως π.χ. στην Σκηνή του μαρτυρίου, στον Ναό του Σολομώντος κ.λ.π. δεν επανετέθη το ανυπόδητο των προσερχομένων ως απαράβατη προϋπόθεση. Και εν πάση περιπτώσει, πουθενά στις γραφές δεν δικαιολογείται η άποψη ότι η ανυποδησιά ταιριάζει στους ιερούς χώρους. Άλλοι είναι οι προφανείς λόγοι, όπως τώρα μπορούμε εκ του ασφαλούς να υποθέσουμε. Η γνωριμία με τον θεό στη συγκεκριμένη γωνία του όρους, έπρεπε να γίνεται κάτω από απόλυτο έλεγχο των προσερχομένων. Έτσι οι ρητές απαγορεύσεις: «Μη πλησιάσης (Ο΄μη εγγίσης) εδώ», καθώς και το «λύσον τα υποδήματα σου... σε συνδυασμό με το αιχμηρό δάπεδο του άβατου ιερού τόπου, έδωσαν μια καλή λύση στους σχεδιασμούς των αρχαίων θεουργών.

Β. «υπό τους πόδας αυτού, ως έδαφος εστρωμένον εκ λίθων σαπφείρου»!

Το δάπεδο λοιπόν, που φιλοξενεί τον θεό, το δάπεδο της "άγιας γης", είναι στρωμένο με «πλίνθους σαπφείρου»! Κομμάτια δηλαδή από αιχμηρό κρυσταλλικό υλικό, που καθιστά για τον ανυπόδητο Μωυσή πραγματικά αδύνατο και απροσπέλαστο το μεσοδιάστημα ανάμεσα σ’ αυτόν, την καιόμενη βάτο και τον αθέατο ιεροφάντη - θεουργό Ιοθόρ!

Καθηλωμένος με όλους κυριολεκτικά τους τρόπους, ο Μωυσής υποχρεώνεται να γίνει ο ανίσχυρος αποδέκτης όλης της σκηνογραφικής προετοιμασίας του απίθανου αυτού θαυματοπλάστη Χαλδαιο-Μαδιανίτη αρχιερέα του Σινά, που σαν τον καλύτερο ιεροφάντη αρχαίων μυστηρίων, περνά τους μαθητές του από την αναγκαία μυητική κλίμακα εντυπωσιασμών, πριν τους παραδώσει τα μυστικά της ιερής δύναμης, που με φαντασία και συνέπεια υπηρετεί!

(Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι το "άβατο" και το "άδυτο" των υστερότερων χριστιανικών ναών, έλκουν την ονομασία τους από τέτοια απίστευτα αλλά πέρα για πέρα αληθινά, όπως διαπιστώνουμε, περιστατικά της αρχαιότητας).

Η συγκεκριμένη περιγραφή της μύησης του Μωυσή είναι πράγματι απόλυτα εφάμιλλη, με τα λιγοστά που γνωρίζουμε περί μυήσεων για την αρχαιότητα. Από τους αρχαίους έχουμε λιγοστές περιγραφές τέτοιων μυήσεων. Ο Απουλήιος π.χ. στο έργο του «Μεταμορφώσεις» στις περιπτώσεις αυτών των μυήσεων αναφέρει ότι, συνήθως, κάποιο βάραθρο, φωτιά, επίδεση των οφθαλμών ή αδιαπέραστο σκότος παρεμβάλλεται ανάμεσα στον ιεροφάντη και τον εντυπωσιασμένο μυούμενο. Με ανάλογους τρόπους γίνεται σήμερα η μύηση των μασόνων στις μασονικές στοές.

ΠΟΥ ΣΤΕΚΟΤΑΝ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ;

Αξίζει να ρίξουμε μια εξεταστική ματιά στο πέτρωμα, «όπου έστεκε ο θεός του Ισραήλ», που μας περιγράφεται: «ως έδαφος εστρωμένον εκ «πλίνθους σαπφείρου» και ως «το στερέωμα του ουρανού κατά την καθαρότητα».

Το έδαφος λοιπόν, ήταν ολόκληρο στρωμένο από διαυγέστατους πεντακάθαρους σαπφειρικούς κρυσταλλό-πλινθους.

Το δάπεδο λοιπόν της "αγίας γης" όπου έστεκε ο θεός του Ισραήλ και που αποτελείτο από άφθονους "πλίνθους σαπφείρου", είναι για μας η καλύτερη δυνατή πληροφορία, για να μας βοηθήσει να φτάσουμε στο εξής ενδιαφέρον συμπέρασμα:

Οι ατμίδες αερίων (απ’ τις οποίες, υποχρεωτικά δημιουργήθηκαν τα συγκεκριμένα πνευματολυτικά πετρώματα του σαπφείρου) σίγουρα έζωναν κατά το παρελθόν τους βράχους αυτής τουλάχιστον της περιοχής.

Η σύσταση των ατμιδικών αερίων όπως είδαμε: «ποικίλλει κατά περιστάσεις και εξηγείται με την γνώση των τοπικών γεωλογικών συνθηκών». Δεν μένει λοιπόν παρά να ελέγξουμε το υπέδαφος του Σινά για την εξαγωγή ασφαλέστερων συμπερασμάτων, για την αναφλεξιμότητα ή μη των ατμιδικών αυτών αερίων.

Το Σινά, στην εποχή αυτή, ήταν χώρος με πολύτιμα αποθέματα χαλκού και αμέτρητες οργανωμένες αποστολές από Χαλδαία και Αίγυπτο που κατέφθαναν για να προμηθευτούν την πολύτιμη πρώτη ύλη.

Το Σινά έχει ακόμα πολλές θερμές πηγές που μαρτυρούν με σαφήνεια ότι μέχρι σήμερα, τρεις χιλιάδες χρόνια μετά, το υπέδαφος του Σινά, εξακολουθεί να διαθέτει την απαραίτητη γεωθερμική δύναμη που είναι και η γενεσιουργός αιτία των ατμιδικών αερίων.

Η δύναμη της φλεγόμενης βάτου είναι η ατμιδική δράση εύφλεκτων αερίων στους πρόποδες του Σινά με το ξεχωριστό τοπωνύμιο Χωρήβ.

Μια πήλινη κατασκευή (σε μια εποχή που η κεραμική είναι στην ακμή της), με πολλούς διάτρητους βραχίονες, με άπειρες μικροοπές μαυρισμένη απ’ την επανειλημμένη χρήση και καθισμένη πάνω σε μια τέτοια κατάλληλη αεροπηγή εύφλεκτων αερίων, στους πρόποδες μάλιστα ατμιδικού βουνού, είναι η πιθανότερη εκδοχή της καιόμενης βάτου.

Τι άλλο θα έκαναν άλλωστε τόσοι ιερείς σ’ ένα τόσο πλεονεκτικό βουνό, αν δεν φρόντιζαν να εμπεδώσουν την λατρεία του θεού που υπηρετούν, αξιοποιώντας τα προσόντα του τόπου και μετατρέποντάς τα σε θρησκο-δονητικούς εντυπωσιασμούς;

Μα, δεν θα ανατιναχθεί μια ατμίδα εύφλεκτου αερίου αν κάποιος την ανάψει; Όχι, και απόδειξη αυτού είναι ο συνηθισμένος αναπτήρας αερίου, που ανάβει με τον γνωστό μας ακίνδυνο τρόπο.

Μπορούμε όμως να στηρίξουμε μέσα απ’ τα κείμενα των γραφών, την ιδέα μιας τέτοιας κατασκευής, πήλινης ή από οποιοδήποτε άλλο άφλεκτο υλικό, που "καθισμένη" πάνω σε μια τέτοια έξοδο εύφλεκτων αερίων, πρώτον θα έκρυβε εντελώς την φυσική προέλευση της φλόγας και δεύτερον θα μετέτρεπε μια απλή ίσως και τυχαία ανακάλυψη σε απίστευτη κερδοφόρα επιχείρηση γοητείας;

Θα επιχειρήσουμε να δώσουμε περισσότερες λεπτομέρειες στην πιθανότητα ύπαρξης αυτής της κατασκευής, μελετώντας προσεκτικά την περιγραφή μιας άλλης περίτεχνης για την εποχή εκείνη κατασκευής... μιας κατασκευής που άφησε εποχή και έγινε το έμβλημα ενός ολόκληρου λαού. Ας δούμε λοιπόν λίγα πράγματα για την περιλάλητη επτάφωτη λυχνία.

Η ΕΠΤΑΦΩΤΟΣ ΛΥΧΝΙΑ ΕΧΕΙ ΚΟΡΜΟ, ΚΛΑΔΙΑ ΚΑΙ… ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ


Η επτάφωτος λυχνία, ουσιαστικά έχει το σχήμα μιας μονοεπίπεδης βάτου, αφού οι βραχίονές της είναι ανεπτυγμένοι σ’ ένα και μόνο επίπεδο.

Η επτάφωτος λυχνία εκτός από "κορμό" και "κλάδους", έχει και κάτι που δεν γνωρίζαμε... φυλλαράκια και λουλούδια.

Αν λοιπόν στην ίδια κατασκευή, προσθέσουμε περιμετρικά σε διάφορα μεγέθη περισσότερους τέτοιους "κλάδους", τότε έχουμε πράγματι μια τυπική θαμνοειδή λυχνία, που δεν φαίνεται να απέχει και πολύ απ’ τον πολυθρύλητο χαρακτηρισμό της καιόμενης βάτου.

Σε αρχαιότερες αναπαραστάσεις, που ασφαλώς προσεγγίζουν περισσότερο την αυθεντική κατασκευή της αρχαίας αυτής λυχνίας, βλέπουμε εκτός των ανωτέρω, να έχει φαρδιά διογκωμένη κωνική βάση, που θυμίζει και δικαιολογεί ίσως την δυνατότητα, η κατασκευή αυτή να "καθίσει" πάνω σ’έναν φυσικό κώνο, απ’ αυτούς που μικρές ατμίδες δημιουργούν συνήθως από φερτές ύλες.

Η επτάφωτη λυχνία ήταν ο φυσικός απόγονος της «καιόμενης βάτου».

Προωθώντας λίγο τα βιβλικά δεδομένα, κάνουμε τη σκέψη ότι ο αρχικός πετυχημένος εντυπωσιασμός της καιόμενης βάτου, (στην οποίαν ο Μωυσής ασφαλώς δεν πρέπει να ήταν ο μόνος που κατέθεσε τον θαυμασμό του, αλλά πιθανότατα πολλοί άλλοι, πριν και μετά απ’ αυτόν) δεν ξεχάστηκε. Αλλά, μετετράπη σε φορητό αντικείμενο ενθύμησης και λειτουργικού εντυπωσιακού φωτισμού, δηλαδή σε επτάφωτη λυχνία. Διατηρώντας ενδεχομένως και την σπουδαιότατη αρχή της λειτουργίας της.

Σταδιακά έγινε δικαιολογημένα το σύμβολο ενός λαού, ένεκα της πραγματικά μεγάλης προσφοράς της, στην αρχική της μορφή ως καιομένης βάτου. Γιατί πραγματικά, απ’ την καιόμενη βάτο ξεκινά κυριολεκτικά η ιστορία του λαού Ισραήλ, αφού μπροστά στους πετυχημένους εντυπωσιασμούς της, πείθεται τελικώς ο μεγάλος ήρωας της βιβλικής ιστορίας Μωυσής, να αναλάβει το απελευθερωτικό του έργο!

Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΗΣ ΛΥΧΝΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ «ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ»

Ας διαβάσουμε λίγα πράγματα για την κατασκευή της διάσημης αυτής λυχνίας, για να δούμε αν πράγματι μπορούν να στηριχθούν οι παραπάνω σκέψεις. 

ΤΑ... ΑΝΘΗ ΤΗΣ ΛΥΧΝΙΑΣ (ΚΑΛΑ ΚΑΝΕΙΣ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΔΕΝ ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΗΝ ΛΕΞΗ "ΤΑ ΑΝΘΗ";

«Και θέλεις κάμει λυχνία εκ χρυσίου καθαρού, σφυρήλατον (Ο΄ τορευτήν) και ο κορμός αυτής και οι κλάδοι, (Ο΄καλαμίσκοι... καλαμοειδείς, δηλαδή διάτρητοι) αι λεκάναι αυτής οι κόμβοι αυτής και τα άνθη αυτής, οι κόμβοι και τα άνθη θέλουσιν είσθαι εν σώμα μετ’ αυτής... εξ κλάδοι (Ο΄καλαμίσκοι) εκ των πλαγίων αυτής... τρεις κλάδοι εκ του ενός πλαγίου, και τρεις εκ του άλλου πλαγίου, εις τον έναν κλάδον θέλουσιν είσθαι τρεις λεκάναι αμυγδαλοειδείς, εις κόμβος και εν άνθος και... ούτω θέλει γίνει (και) εις τους εξ κλάδους, τους εξερχομένους εκ της λυχνίας... και θέλεις κάμει τους λύχνους αυτής επτά... Και (το σημαντικότερο) πρόσεχε να κάμης (την λυχνία) κατά τον τύπο αυτών τον δειχθέντα εις σε επί του όρους.» Εξ. ΚΕ΄ 31-40.

Εβδομήκοντα: τορευτή (εκ του τορέω ή τορεύω: τρυπώ πέρα για πέρα, διατρυπώ, εισδύω, διαπερώ, Λεξ. Σταματάκου.-Liddell-Scott) και συνεπώς καλαμοειδή και διάτρητη. 

ΓΕΜΑΤΗ ΜΕ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ Η ΕΠΤΑΦΩΤΟΣ ΛΥΧΝΙΑ

Το πολύ ενδιαφέρον στη βιβλική περιγραφή είναι, ότι πράγματι η τελική κατασκευή, έχει ότι και ένας τυπικός θάμνος. Εκτός από κορμό και κλαδιά, είναι γεμάτη και με λουλούδια, που προφανώς συνοδεύονται και από φύλλα!

Το σημαντικότερο όμως όλων είναι, ότι η τεχνοτροπία κατασκευής της θαμνοειδούς αυτής λυχνίας, δεν είναι του Μωυσή, αλλά όπως ξεκάθαρα ομολογείται, αυτή παρεδόθη στο Μωυσή ψηλά στο όρος!

Αυτή η σκέψη λοιπόν περισσότερο από κάθε τι άλλο, μας οδηγεί στην ενδιαφέρουσα εκδοχή ότι και η επτάφωτος διάτρητη (καλαμοβραχίονη) λυχνία, αρχικώς σε κάποια παραλλαγή της, λειτούργησε ως καιόμενη βάτος, "καθισμένη" πάνω σε εύφλεκτη ατμίδα αερίου, απ’ αυτές που όλα δείχνουν ότι δεν έλλειπαν απ’ την περιοχή. Φαίνεται λοιπόν, πως τουλάχιστον αρχικά η καλαμοβραχίονη «επτάφωτη λυχνία» και «καιόμενη βάτος» μοιραζόταν την ίδια αρχή λειτουργίας.

Μαλιστα η σκέψη ότι η αρχική κατασκευή ήταν πήλινη, (ή μεταλλική) δίνει με άνεση μεγάλα κατασκευαστικά περιθώρια, ώστε το τελικό αποτέλεσμα να πλησιάζει ολοένα και πιο πολύ στα τελικά χαρακτηριστικά τόσο της επτάφωτης λυχνίας, άλλο τόσο και της καιόμενης βάτου. Ως γνωστόν, ο πηλός ευκολότατα μπορεί να δημιουργήσει διάτρητους βραχίονες, πλάθοντας σε ρολούς, απλά φύλλα πηλού, που μπορούν μάλιστα εύπλαστα ακόμα να πάρουν οποιοδήποτε ακανόνιστο σχήμα. Στην αρχική ανθεκτική βάση της, μπορεί να δέχεται έπ’ αόριστο νέες μικρότερες διάτρητες προσθήκες, που συνεχώς προσκολλημένες πάνω στους προηγούμενους καλοψημένους βραχίονες, θα δίνουν ολοένα και περισσότερο την εντύπωση μιας πολύκλωνης βάτου. Αν μάλιστα δεχθούμε ότι τα ενδιάμεσα σφαιρίδια που αναφέρονται στην περιγραφή ως «κόμβος» λειτουργούν σαν ενδιάμεση θέση στήριξης, τότε σταδιακά με μικρά καλαμοειδή τμήματα και κόμβους, μπορούμε να οργανώσουμε ένα εντυπωσιακό σύνολο από διάτρητους βραχίονες, που λίγο θα διαφέρει από κανονικό σχήμα βάτου.

Ο ευφάνταστος κατασκευαστής, ασφαλώς και φρόντισε οι κλώνοι αυτοί (που λειτουργούν σαν δίαυλοι αερίου, παρόμοιας λειτουργικής αρχής λυχνία είναι η απλούστατη εργαστηριακή λύχνος του Bunsen, που χρησιμοποιούν οι χημικοί) να διαθέτουν από την αρχή ατέλειωτες μικρές ή και μεγαλύτερες εξόδους (τρυπούλες), απ’ αυτές, που με πολύ μεγάλη ευκολία μπορεί κανείς να δημιουργήσει ακόμα και με ένα αιχμηρό κλαδάκι, πάνω στον νωπό πήλινο κύλινδρο...! Το τελικό αποτέλεσμα, καθισμένο πάνω σε εύφλεκτη έξοδο αερίου, λαμπαδιάζοντας με τις μύριες μικρές ή μεγάλες άκαπνες φλόγες του, δεν ξέρω σε τι θα διέφερε απ’ τον τελικό διάσημο χαρακτηρισμό της «καιόμενης βάτου», που ο εντυπωσιασμένος Μωυσής του απέδωσε.

Επτάφωτη λυχνία (ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ)

Ανακατασκευή του μενορά
του Ναού του Σολομώντα
από το Temple Institute
Η επτάφωτος λυχνία (στα εβραϊκά μενορά, מְנוֹרָה) ήταν φωτιστικό σκεύος με επτά λυχνάρια, που έκαιγε αρχικώς στα άγια της Σκηνής του Μαρτυρίου στην έρημο και στη συνέχεια στον Ναό του Σολομώντα. Με τον καιρό έγινε σύμβολο των Ισραηλιτών και της ιουδαϊκής θρησκείας, ενώ σήμερα εμφανίζεται και ως ένα από τα σύμβολα του κράτους του Ισραήλ μαζί με το εξάκτινο Αστέρι του Δαβίδ.

Επτάφωτες λυχνίες εισήχθηκαν στους χριστιανικούς ναούς κατά το πρότυπο της βιβλικής και συμβολίζουν τα επτά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος ή τα επτά μυστήρια της Εκκλησίας.

Η αρχαία λυχνία

Η πρωτότυπη επτάφωτος λυχνία, όπως περιγράφεται στην Αγία Γραφή, ήταν κατασκευασμένη από συμπαγή χρυσό και είχε ύψος τριών πήχεων. Οι έξι κλάδοι της καμπυλώνονταν προς τα επάνω ώστε οι κορυφές τους να είναι παράλληλες με το κεντρικό στέλεχος.

Η Πεντάτευχος γράφει ότι ο Θεός απεκάλυψε το σχέδιο της λυχνίας στον Μωυσή και περιγράφει λεπτομερώς την κατασκευή της στο 25ο κεφάλαιο της Εξόδου (κε΄ 31-40):

ΟΙ... ΚΡΙΝΟΙ

Και ποιήσεις λυχνίαν εκ χρυσίου καθαρού, τορευτήν... εξ δε καλαμίσκοι εκπορευόμενοι εκ πλαγίων, τρεις καλαμίσκοι της λυχνίας εκ του κλίτους αυτής του ενός και τρεις καλαμίσκοι της λυχνίας εκ του κλίτους του δευτέρου. Και τρεις κρατήρες εκτετυπωμένοι καρυίσκους εν τω ενί καλαμίσκω, σφαιρωτήρ και κρίνον. Ούτως τοις εξ καλαμίσκοις τοις εκπορευομένοις εκ της λυχνίας. Και εν τη λυχνία τέσσαρες κρατήρες εκτετυπωμένοι καρυίσκους - εν τω ενί καλαμίσκω οι σφαιρωτήρες και τα κρίνα αυτής. Ο σφαιρωτήρ υπό τους δύο καλαμίσκους εξ αυτής, και σφαιρωτήρ υπό τους τέσσαρας καλαμίσκους εξ αυτής. Ούτως τοις εξ καλαμίσκοις τοις εκπορευομένοις εκ της λυχνίας. Οι σφαιρωτήρες και οι καλαμίσκοι εξ αυτής έστωσαν - όλη τορευτή εξ ενός χρυσίου καθαρού. Και ποιήσεις τους λύχνους αυτής επτά, και επιθήσεις τους λύχνους, και φανούσιν εκ του ενός προσώπου. Και τον επαρυστήρα αυτής και τα υποθέματα αυτής εκ χρυσίου καθαρού ποιήσεις. Πάντα τα σκεύη ταύτα τάλαντον χρυσίου καθαρού. `Ορα ποιήσεις κατά τον τύπον τον δεδειγμένον σοι εν τω όρει.

— Μετάφραση των Εβδομήκοντα

Μέχρι το 2009 η αρχαιότερη γνωστή αναπαράσταση της λυχνίας σωζόταν στον θριγγό της Αψίδας του Τίτου, μνημείο του θριάμβου του στη Ρώμη μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ.. Αλλά το 2009 ανακαλύφθηκαν στα Μάγδαλα τα ερείπια μιας συναγωγής με κεραμικά χρονολογούμενα πριν την καταστροφή του Δεύτερου Ναού. Ανάμεσα στα ερείπια αυτά ανακαλύφθηκε μία ορθογώνια πέτρα με χαραγμένο, μεταξύ άλλων, ένα σχέδιο της επτάφωτης λυχνίας που διαφέρει καθαρά από την απεικόνιση της Αψίδας του Τίτου και πιθανώς χαράχθηκε από κάποιον που είχε δει το πραγματικό μενορά που υπήρχε εκείνη την εποχή στον Ναό της Ιερουσαλήμ. Οι κλάδοι αυτής της λυχνίας είναι πολυγωνικοί και όχι στρογγυλεμένοι, ενώ η βάση δεν είναι βαθμιδωτή αλλά τριγωνική.

Αναπαραστάσεις επτάφωτης λυχνίας έχουν βρεθεί σε τάφους και μνημεία από τον 1ο αιώνα ως συχνά χρησιμοποιούμενο σύμβολο του Ιουδαϊσμού και των Ισραηλιτών.

Ως προς την έμπνευση του σχήματος, έχει υποστηριχθεί ότι η μορφή του μενορά μοιάζει με αυτή του είδους φυτού Salvia palaestina. Σε αντίθεση με την κυρίαρχη σύγχρονη αναπαράσταση, η αρχαία επτάφωτος λυχνία δεν είχε επτά κεριά, καθώς δεν υπήρχαν τότε, δεν ήταν δηλαδή κηροπήγιο.

Οι λύχνοι της επτάφωτης λυχνίας ανάβονταν καθημερινά με νωπό, αγιασμένο ελαιόλαδο και έκαιγαν από το βράδυ μέχρι το πρωί (Έξοδος κζ΄ 20-21). Ο Εβραίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος αναφέρει ότι οι τρεις από τους επτά λύχνους επιτρεπόταν να καίνε και κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ωστόσο, σύμφωνα με την προφορική εβραϊκή παράδοση, το Ταλμούδ (Rashi, Tractate Shabbat 22b), μόνο ο κεντρικός λύχνος αφηνόταν να καίει όλη την ημέρα, και μάλιστα κατά θαυματουργικό τρόπο αφού, ξεκινώντας με την ίδια ποσότητα λαδιού και απτόμενος πρώτος, παρέμενε αναμμένος όταν οι άλλοι 6 λύχνοι είχαν κάψει όλο το λάδι τους και είχαν σβήσει. Αυτό το αποκαλούμενο «θαύμα του ner hama'aravi» (= του δυτικού λύχνου) λέγεται ότι σταμάτησε 40 περίπου χρόνια πριν την καταστροφή του Δεύτερου Ναού (Ταλμούδ, Yoma 39a).

Η αρχική επτάφωτος λυχνία κατασκευάσθηκε για τη Σκηνή του Μαρτυρίου και η Βίβλος καταγράφει την ύπαρξή της όταν οι Ισραηλίτες διέσχισαν τον Ιορδάνη. Ωστόσο δεν αναφέρεται καθόλου κατά τα έτη των μετακινήσεων της Κιβωτού της Διαθήκης επί Σαμουήλ και Σαούλ. Αντί αυτής ο Σολομών στον Ναό του κατασκευάζει 10 λυχνίες (Β΄Χρον. δ΄ 7) που λεηλατούνται και μεταφέρονται στη Βαβυλώνα από τους εισβολείς (Ιερεμίας νβ΄ 19) αιώνες αργότερα.

Κατά την αναστήλωση του Ναού μετά την εβδομηντάχρονη αιχμαλωσία της Βαβυλώνας δεν αναφέρεται επιστροφή της επτάφωτης λυχνίας, αλλά μόνο «σκευών» (Έσδρας α΄ 9-10). Το βιβλίο των Μακκαβαίων αναφέρει ότι ο Αντίοχος ο Επιφανής ανήρπασε «τις λυχνίες» (πληθυντικός) όταν εισέβαλε και λεηλάτησε τον Ναό (Α΄ Μακ. α΄ 21). 

Καμιά άλλη βιβλική αναφορά δεν υπάρχει.

Αναπαράσταση της επτάφωτης λυχνίας
του Ναού του Σολομώντα
στην Αψίδα του Τίτου στη Ρώμη
.
 Η μοίρα της επτάφωτης λυχνίας που υπήρχε στον Δεύτερο Ναό καταγράφεται από τον Ιώσηπο: μεταφέρθηκε στη Ρώμη, όπου και επιδείχθηκε κατά τον θρίαμβο του Βεσπασιανού και του Τίτου. Πιθανότατα παρέμεινε στη συνέχεια στον Ναό της Ειρήνης στη Ρώμη μέχρι και τη λεηλασία από τους Βησιγότθους του Αλάριχου Α΄ το 410. Το πιθανότερο όμως είναι ότι η επτάφωτος λυχνία αρπάχθηκε από τους Βανδάλους κατά την επιδρομή τους στη Ρώμη το 455 και μεταφέρθηκε στην πρωτεύουσά τους Καρχηδόνα. Ο Βυζαντινός στρατός του στρατηγού Βελισσαρίου πιθανώς το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη το 533: Σύμφωνα με τον Προκόπιο λιτανεύθηκε στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης κατά τη θριαμβική παρέλαση του Βελισσαρίου. Ο Προκόπιος προσθέτει ότι το σκεύος στάλθηκε αργότερα πίσω στην Ιερουσαλήμ, όπου δεν υπάρχει πλέον αναφορά σε αυτό. Πιθανώς καταστράφηκε κατά τη λεηλασία της Ιερουσαλήμ από τους Πέρσες το 614.

Σύμφωνα με Εβραίους διανοούμενους η επτάφωτος λυχνία συμβόλιζε το ιδανικό του παγκόσμιου διαφωτισμού. Οι επτά λύχνοι της συμβολίζουν τους κλάδους της ανθρώπινης γνώσεως, που αναπαριστούν οι έξι πλάγιοι λύχνοι, οι οποίοι ανυψωμένοι στρέφονται προς τον κεντρικό λύχνο, που συμβολίζει το φως του Θεού. Επιπροσθέτως η επτάφωτος λυχνία συμβολίζει τη Εξαήμερο Δημιουργία του κόσμου, με τον κεντρικό λύχνο να συμβολίζει το Σάββατο, την έβδομη ημέρα της αναπαύσεως του Θεού. Λέγεται επίσης ότι συμβολίζει τη φλεγόμενη και μη καιόμενη βάτο που αντίκρυσε ο Μωυσής στο όρος Χορέβ.

Ο Κλήμης Αλεξανδρείας και ο Φίλων ο Ιουδαίος γράφουν ότι οι επτά λύχνοι της χρυσής επτάφωτης λυχνίας αναπαριστούσαν τους επτά αρχαίους «πλανήτες» με τη σειρά: Σελήνη, Ερμής, Αφροδίτη, Ήλιος, Άρης, Δίας και Κρόνος.

Η επτάφωτος λυχνία υπάρχει στον θυρεό του Κράτους του Ισραήλ, αυτή η αναπαράστασή της όμως βασίζεται στην απεικόνιση της Αψίδας του Τίτου.

Στον νεότερο Ιουδαϊσμό το μενορά είναι στενά συνδεδεμένο με την εβραϊκή Εορτή των Φώτων (Χανουκά): Σύμφωνα με το Ταλμούδ, μετά τη βεβήλωση του Ναού της Ιερουσαλήμ από τους Σελευκίδες, υπήρχε σφραγισμένο (άρα μη βεβηλωμένο) ελαιόλαδο που μόλις επαρκούσε για να τροφοδοτήσει τον λύχνο του Ναού για μία ημέρα. Κατά θαυματουργό τρόπο όμως το λάδι έκαψε επί οκτώ ημέρες, χρόνο αρκετό για να παραχθεί νέο αγιασμένο ελαιόλαδο.



ΤΟ ΤΑΛΜΟΥΔ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ ΤΗΝ ΧΡΗΣΗ ΕΠΤΑΦΩΤΗΣ ΛΥΧΝΙΑΣ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΝΑΟ. ΓΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΜΕΝΟΡΑ ΤΟΥ ΧΑΝΟΥΚΑ ΕΧΕΙ ΕΝΝΕΑ ΛΥΧΝΟΥΣ

Το Ταλμούδ αναφέρει επίσης (Menahot 28b) ότι απαγορεύεται η χρήση επτάφωτης λυχνίας έξω από τον Ναό. Για τον λόγο αυτό το μενορά του Χανουκά έχει εννέα λύχνους ή κεριά (οκτώ κλάδοι συν ο κεντρικός), ώστε ο όρος «επτάφωτος λυχνία» δεν είναι πλέον σωστός. Αυτός ο τύπος του μενορά αποκαλείται hanukiah ή και chanukkiyah στη σύγχρονη εβραϊκή.
 
Στις συναγωγές και στους ορθόδοξους χριστιανικούς ναούς υπάρχει λύχνος συνεχώς αναμμένος, μπροστά στην Κιβωτό και στην Αγία Τράπεζα αντιστοίχως, που δεν πρέπει να συγχέεται με την επτάφωτο λυχνία. Στους ορθόδοξους χριστιανικούς ναούς η χρήση της επτάφωτης λυχνίας έχει διατηρηθεί μέσα στο ιερό, είτε πάνω, είτε πίσω από την Αγία Τράπεζα. Η λυχνία αυτή είναι συνήθως ένα κηροπήγιο με επτά κεριά που ανάβουν μόνο κατά τη διάρκεια των ακολουθιών, είτε όλα, είτε τα τρία κεντρικά.
 
Στον Ταοϊσμό η «Επτάστερος Λυχνία» κι-σινγκ-ντενγκ (七星燈) είναι μία λυχνία με επτά καντήλια που ανάβουν σε αναπαράσταση των επτά αστέρων της Μεγάλης `Αρκτου. Η ύπαρξή της είναι απαραίτητη σε όλους τους ναούς του Ταοϊσμού και τα καντήλια της δεν σβήνουν ποτέ. Κατά τις πρώτες 9 ημέρες της εορτής του ένατου σεληνιακού μήνα, μία επιπλέον λυχνία με 9 συνδεδεμένους λύχνους μπορεί να ανάβεται συμβολίζοντας τα άστρα της Μεγάλης `Αρκτου και δύο ακόμα «βοηθητικά», με τα οποία συναποτελούν τους Εννέα Αυτοκρατορικούς Αστέρες, γιους του Ντου Μι που ορίσθηκαν από την Ταοϊκή Τριάδα να κρατούν τα Βιβλία της Ζωής και του Θανάτου της ανθρωπότητας. Οι λύχνοι αντιπροσωπεύουν το φως των επτά αστέρων και το άναμμά τους πιστεύεται ότι συγχωρεί τις αμαρτίες και επιμηκύνει τον χρόνο ζωής.

Το μεγαλύτερο επτάφωτο μενορά στον κόσμο βρίσκεται στο Μανάντο της Ινδονησίας και έχει ύψος 18,9 μέτρα. Για σύγκριση, το ορειχάλκινο μενορά-γλυπτό έξω από το Κοινοβούλιο του Ισραήλ (Κνεσέτ) έχει ύψος 5 μέτρων.-