Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ὀδύσσεια (23.181-23.255)

Ὣς ἄρ᾽ ἔφη πόσιος πειρωμένη· αὐτὰρ Ὀδυσσεὺς
ὀχθήσας ἄλοχον προσεφώνεε κεδνὰ ἰδυῖαν·
«ὦ γύναι, ἦ μάλα τοῦτο ἔπος θυμαλγὲς ἔειπες.
τίς δέ μοι ἄλλοσε θῆκε λέχος; χαλεπὸν δέ κεν εἴη
185 καὶ μάλ᾽ ἐπισταμένῳ, ὅτε μὴ θεὸς αὐτὸς ἐπελθὼν
ῥηϊδίως ἐθέλων θείη ἄλλῃ ἐνὶ χώρῃ.
ἀνδρῶν δ᾽ οὔ κέν τις ζωὸς βροτός, οὐδὲ μάλ᾽ ἡβῶν,
ῥεῖα μετοχλίσσειεν, ἐπεὶ μέγα σῆμα τέτυκται
ἐν λέχει ἀσκητῷ· τὸ δ᾽ ἐγὼ κάμον οὐδέ τις ἄλλος.
190 θάμνος ἔφυ τανύφυλλος ἐλαίης ἕρκεος ἐντός,
ἀκμηνὸς θαλέθων· πάχετος δ᾽ ἦν ἠΰτε κίων.
τῷ δ᾽ ἐγὼ ἀμφιβαλὼν θάλαμον δέμον, ὄφρ᾽ ἐτέλεσσα,
πυκνῇσιν λιθάδεσσι, καὶ εὖ καθύπερθεν ἔρεψα,
κολλητὰς δ᾽ ἐπέθηκα θύρας, πυκινῶς ἀραρυίας.
195 καὶ τότ᾽ ἔπειτ᾽ ἀπέκοψα κόμην τανυφύλλου ἐλαίης,
κορμὸν δ᾽ ἐκ ῥίζης προταμὼν ἀμφέξεσα χαλκῷ
εὖ καὶ ἐπισταμένως, καὶ ἐπὶ στάθμην ἴθυνα,
ἑρμῖν᾽ ἀσκήσας, τέτρηνα δὲ πάντα τερέτρῳ.
ἐκ δὲ τοῦ ἀρχόμενος λέχος ἔξεον, ὄφρ᾽ ἐτέλεσσα,
200 δαιδάλλων χρυσῷ τε καὶ ἀργύρῳ ἠδ᾽ ἐλέφαντι·
ἐν δ᾽ ἐτάνυσσ᾽ ἱμάντα βοὸς φοίνικι φαεινόν.
οὕτω τοι τόδε σῆμα πιφαύσκομαι· οὐδέ τι οἶδα,
ἤ μοι ἔτ᾽ ἔμπεδόν ἐστι, γύναι, λέχος, ἦέ τις ἤδη
ἀνδρῶν ἄλλοσε θῆκε, ταμὼν ὕπο πυθμέν᾽ ἐλαίης.»
205 Ὣς φάτο, τῆς δ᾽ αὐτοῦ λύτο γούνατα καὶ φίλον ἦτορ,
σήματ᾽ ἀναγνούσῃ τά οἱ ἔμπεδα πέφραδ᾽ Ὀδυσσεύς·
δακρύσασα δ᾽ ἔπειτ᾽ ἰθὺς δράμεν, ἀμφὶ δὲ χεῖρας
δειρῇ βάλλ᾽ Ὀδυσῆϊ, κάρη δ᾽ ἔκυσ᾽ ἠδὲ προσηύδα·
«μή μοι, Ὀδυσσεῦ, σκύζευ, ἐπεὶ τά περ ἄλλα μάλιστα
210 ἀνθρώπων πέπνυσο· θεοὶ δ᾽ ὤπαζον ὀϊζύν,
οἳ νῶϊν ἀγάσαντο παρ᾽ ἀλλήλοισι μένοντε
ἥβης ταρπῆναι καὶ γήραος οὐδὸν ἱκέσθαι.
αὐτὰρ μὴ νῦν μοι τόδε χώεο μηδὲ νεμέσσα,
οὕνεκά σ᾽ οὐ τὸ πρῶτον, ἐπεὶ ἴδον, ὧδ᾽ ἀγάπησα.
215 αἰεὶ γάρ μοι θυμὸς ἐνὶ στήθεσσι φίλοισιν
ἐρρίγει μή τίς με βροτῶν ἀπάφοιτ᾽ ἔπεσσιν
ἐλθών· πολλοὶ γὰρ κακὰ κέρδεα βουλεύουσιν.
οὐδέ κεν Ἀργείη Ἑλένη, Διὸς ἐκγεγαυῖα,
ἀνδρὶ παρ᾽ ἀλλοδαπῷ ἐμίγη φιλότητι καὶ εὐνῇ,
220 εἰ ᾔδη ὅ μιν αὖτις ἀρήϊοι υἷες Ἀχαιῶν
ἀξέμεναι οἶκόνδε φίλην ἐς πατρίδ᾽ ἔμελλον.
τὴν δ᾽ ἦ τοι ῥέξαι θεὸς ὤρορεν ἔργον ἀεικές·
τὴν δ᾽ ἄτην οὐ πρόσθεν ἑῷ ἐγκάτθετο θυμῷ
λυγρήν, ἐξ ἧς πρῶτα καὶ ἡμέας ἵκετο πένθος.
225 νῦν δ᾽, ἐπεὶ ἤδη σήματ᾽ ἀριφραδέα κατέλεξας
εὐνῆς ἡμετέρης, τὴν οὐ βροτὸς ἄλλος ὀπώπει,
ἀλλ᾽ οἶοι σύ τ᾽ ἐγώ τε καὶ ἀμφίπολος μία μούνη,
Ἀκτορίς, ἥν μοι δῶκε πατὴρ ἔτι δεῦρο κιούσῃ,
ἣ νῶϊν εἴρυτο θύρας πυκινοῦ θαλάμοιο,
230 πείθεις δή μευ θυμόν, ἀπηνέα περ μάλ᾽ ἐόντα.»
Ὣς φάτο, τῷ δ᾽ ἔτι μᾶλλον ὑφ᾽ ἵμερον ὦρσε γόοιο·
κλαῖε δ᾽ ἔχων ἄλοχον θυμαρέα, κεδνὰ ἰδυῖαν.
ὡς δ᾽ ὅτ᾽ ἂν ἀσπάσιος γῆ νηχομένοισι φανήῃ,
ὧν τε Ποσειδάων εὐεργέα νῆ᾽ ἐνὶ πόντῳ
235 ῥαίσῃ, ἐπειγομένην ἀνέμῳ καὶ κύματι πηγῷ·
παῦροι δ᾽ ἐξέφυγον πολιῆς ἁλὸς ἤπειρόνδε
νηχόμενοι, πολλὴ δὲ περὶ χροῒ τέτροφεν ἅλμη,
ἀσπάσιοι δ᾽ ἐπέβαν γαίης, κακότητα φυγόντες·
ὣς ἄρα τῇ ἀσπαστὸς ἔην πόσις εἰσοροώσῃ,
240 δειρῆς δ᾽ οὔ πω πάμπαν ἀφίετο πήχεε λευκώ.
καί νύ κ᾽ ὀδυρομένοισι φάνη ῥοδοδάκτυλος Ἠώς,
εἰ μὴ ἄρ᾽ ἄλλ᾽ ἐνόησε θεὰ γλαυκῶπις Ἀθήνη.
νύκτα μὲν ἐν περάτῃ δολιχὴν σχέθεν, Ἠῶ δ᾽ αὖτε
ῥύσατ᾽ ἐπ᾽ Ὠκεανῷ χρυσόθρονον οὐδ᾽ ἔα ἵππους
245 ζεύγνυσθ᾽ ὠκύποδας, φάος ἀνθρώποισι φέροντας,
Λάμπον καὶ Φαέθονθ᾽, οἵ τ᾽ Ἠῶ πῶλοι ἄγουσι.
καὶ τότ᾽ ἄρ᾽ ἣν ἄλοχον προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς·
«ὦ γύναι, οὐ γάρ πω πάντων ἐπὶ πείρατ᾽ ἀέθλων
ἤλθομεν, ἀλλ᾽ ἔτ᾽ ὄπισθεν ἀμέτρητος πόνος ἔσται,
250 πολλὸς καὶ χαλεπός, τὸν ἐμὲ χρὴ πάντα τελέσσαι.
ὣς γάρ μοι ψυχὴ μαντεύσατο Τειρεσίαο
ἤματι τῷ ὅτε δὴ κατέβην δόμον Ἄϊδος εἴσω,
νόστον ἑταίροισιν διζήμενος ἠδ᾽ ἐμοὶ αὐτῷ.
ἀλλ᾽ ἔρχευ, λέκτρονδ᾽ ἴομεν, γύναι, ὄφρα καὶ ἤδη
255 ὕπνῳ ὕπο γλυκερῷ ταρπώμεθα κοιμηθέντε.»

***
Μ᾽ αυτά τα λόγια θέλησε τον άντρα της να δοκιμάσει· ο Οδυσσέας όμως,
γεμάτος αγανάκτηση, στράφηκε στην πιστή γυναίκα του μιλώντας:
«Γυναίκα, άσχημο λόγο πρόφερες, που την ψυχή δαγκώνει.
Ποιος μετακίνησε την κλίνη; Το βλέπω δύσκολο
και για τον έμπειρο τεχνίτη ακόμη. Μόνο θεός, αν ήθελε,
θα το μπορούσε κατεβαίνοντας να της αλλάξει θέση· θνητός που ζει,
κι αν είναι στην ακμή της νιότης του, εύκολα δεν μπορεί να τη σαλέψει.
Γιατί σ᾽ αυτή την τορνευτή μας κλίνη κάποιο σημάδι υπάρχει
απαραγνώριστο — το ᾽καμα εγώ, άλλος κανείς.
190 Φύτρωνε μέσα στου σπιτιού μας τον περίβολο κορμός μακρόφυλλης ελιάς,
με θαλερό το φούντωμά της, κι αυτός χοντρός σαν μια κολόνα.
Γύρω του εγώ την κάμαρη έχτισα και την ανέβασα
με πέτρες πανωτές στο τελικό της ύψος· μετά τη στέγασα
καλά από πάνω, και την ασφάλισα με κολλητά πορτόφυλλα,
να αρμόζουν μεταξύ τους.
Τότε πια κούρεψα κλαδιά και φούντες της μακρόφυλλης ελιάς,
κλάδεψα με επιδέξια τέχνη τον κορμό απ᾽ τη ρίζα του,
με το σκεπάρνι τον πελέκησα, τον στάθμισα
για να ισώσει, τον δούλεψα να γίνει κλινοπόδαρο, κι άνοιξα
πάνω του τρύπες με το τρυπάνι. Αρχίζοντας μετά τον πλάνησα
και πάνω άπλωσα του κρεβατιού την τάβλα· τελειώνοντας,
200 μ᾽ ασήμι, μάλαμα και φίλντισι την κλίνη στόλισα, και τάνυσα
λουριά βοδιού, απ᾽ την πορφύρα φωτεινά.
Αυτό είναι το σημάδι που σου φανερώνω. Μόνο που δεν γνωρίζω,
φοβερή γυναίκα, αν παραμένει ριζωμένη η κλίνη μας ή μήπως
άλλος αλλού την έστησε, κόβοντας σύρριζα το λιόδεντρο.»
Έτσι της μίλησε, κι ευθύς της λύθηκαν γόνατα και καρδιά,
αναγνωρίζοντας απαραγνώριστα σημάδια, του Οδυσσέα απόδειξη.
Βούρκωσε τότε, χύθηκε στο μέρος του, τα δυο της χέρια
πέρασε στον λαιμό του, φίλησε το κεφάλι του, κι ύστερα μίλησε:
«Μη μου θυμώνεις, Οδυσσέα, έχεις εσύ ασυναγώνιστο μυαλό
210 και κατανόηση για τους ανθρώπους. Πρέπει οι θεοί
στη συμφορά να μας παρέσυραν, που μας εφθόνησαν και δεν μας άφησαν
αχώριστοι να μείνουμε, μαζί τη νιότη μας να τη χαρούμε
και να γεράσουμε μαζί.
Τώρα ωστόσο μην παρεξηγείς το φέρσιμό μου
και μην αγανακτείς, που την αγάπη μου δεν έδειξα νωρίτερα.
Γιατί, βαθιά, η ψυχή μου ποτέ δεν έπαψε να τρέμει,
μήπως μ᾽ εξαπατήσει κάποιος με τα λόγια του,
περαστικός — είναι πολλοί που σκέφτονται το πονηρό συμφέρον τους.
Ακόμη κι η αργεία Ελένη, η θυγατέρα του Διός,
δεν θα ᾽πεφτε με ξένον άντρα στο κρεβάτι για τον έρωτά του,
220 αν ήξερε από πριν πως οι γενναίοι γιοι των Αχαιών
θα πολεμούσαν να τη φέρουν πίσω στην πατρίδα της.
Ένας θεός την έσπρωξε στην άσεμνή της πράξη·
η άτη που τυφλώνει δεν ήταν στην ψυχή της εξαρχής,
η ολέθρια άτη που πρώτη αιτία στάθηκε και στα δικά μας πάθη.
Μα τώρα που φανέρωσες σημάδια απαραγνώριστα της κλίνης μας —
άλλος κανείς ποτέ του δεν την είδε, εξόν
εσύ κι εγώ, και μια μονάχα παρακόρη, η Ακτορίδα,
που μου τη χάρισε ο πατέρας μου, όταν ξεκίνησα για νύφη εδώ,
κι αυτή μας φύλαγε μετά τις πόρτες της καλοχτισμένης κάμαρης.
230 Τώρα λοιπόν με πείθεις, όσο κι αν έδειξε αμετάπειστη η καρδιά μου.»
Μιλώντας, σήκωσε σ᾽ εκείνον ίμερο ασυγκράτητο για θρήνο,
κι αυτός θρηνούσε, κρατώντας μ᾽ αγάπη στην αγκάλη την ακριβή γυναίκα του.
Πόση αγαλλίαση, βλέποντας γη μπροστά τους, νιώθουν οι ναυαγοί
που ο Ποσειδώνας σύντριψε, καταμεσής στο πέλαγος,
το ανθεκτικό καράβι τους, χτυπώντας το
μ᾽ άγριο άνεμο και κύμα φοβερό, λίγοι μονάχα
γλίτωσαν την αφρισμένη θάλασσα, παλεύοντας να φτάσουν κολυμπώντας
στη στεριά, κι έπηξε η αρμύρα πάνω στο κορμί τους,
τέλος, αφήνοντας πίσω τους το κακό, με αγαλλίαση πατούν
στη στέρεη γη· τόση αγαλλίαση πλημμύρισε κι εκείνην, που τώρα
έβλεπαν τα μάτια της το ταίρι της. Και πια δεν έλεγε να λύσει
240 απ᾽ τον λαιμό του τα λευκά της χέρια.
Και θα μπορούσε να τους βρει πάνω στον θρήνο τους
η ροδοδάχτυλη Αυγή, αν η θεά Αθηνά, τα μάτια λάμποντας,
δεν έβαζε στον νου της άλλα·
τη νύχτα καθυστέρησε μακρότερη στα πέρατα της δύσης,
και τη χρυσόθρονη Αυγή σταμάτησε στου Ωκεανού τα ρείθρα,
να ζέψει δεν την άφησε τα ωκύποδα άλογά της,
που φέρνουν στους ανθρώπους φως, Φαέθοντα και Λάμπο,
τα δυο πουλάρια που την οδηγούν.
Τότε ο Οδυσσέας πολύγνωμος είπε μιλώντας στη γυναίκα του:
«Δεν φτάσαμε, γυναίκα, ακόμη στο τέρμα όλων των αγώνων μας·
250 άλλος μάς μέλλεται μόχθος αμέτρητος, βαρύς κι ασήκωτος,
πρέπει κι αυτόν να τον τελειώσω εγώ. Έτσι προφήτεψε του Τειρεσία η ψυχή,
τη μέρα εκείνη που κατέβηκα στα έγκατα του Άδη, γυρεύοντας
τον νόστο των εταίρων μου και τον δικό μου γυρισμό.
Καιρός όμως να πέσουμε στην κλίνη μας, γυναίκα,
γλυκό τον ύπνο να χαρούμε, μαζί να κοιμηθούμε.»

Ο κύκλος της αλλαγής μέσα από το διαθεωρητικό μοντέλο αλλαγής συμπεριφοράς

Θα ξεκινήσουμε με μία παραδοχή: Η αλλαγή είναι σημείο της ζωής μας. Είτε γιατί αλλάζουν οι κοινωνικές, οικονομικές και άλλες συνιστώσες μέσα μας ή στο περιβάλλον μας είτε γιατί πολύ απλά αλλάζουμε εξελικτικό στάδιο στη ζωή μας, η αλλαγή ενυπάρχει στη πορεία της ζωής.

Εδώ μπορούμε να θυμηθούμε και την ρήση του Ηράκλειτου που λέει «Τα πάντα ρει, μηδέποτε κατά τ’αυτό μένειν» εννοώντας ότι μέσα στην ζωή ποτέ δεν είμαστε στην πραγματικότητα στατικοί/ες.

Πως στεκόμαστε στην αλλαγή; Η αλλαγή έρχεται μέσα σε μία στιγμή ή μέσα από μία διαδικασία και στάδια;

Εδώ θα έρθουμε λίγο στο που και πως αντιλαμβανόμαστε την αλλαγή. Την αλλαγή την αντιλαμβανόμαστε συνήθως στην τελική έκβαση, στο τελικό αποτέλεσμα. Όμως η αλλαγή έχει πολλές διεργασίες και στάδια.

Φεύγοντας από την αναστοχαστική σκέψη γενικότερα για την αλλαγή και εστιάζοντας περισσότερο σε καταστάσεις που εμείς επιθυμούμε να αλλάξουμε και να μετακινηθούμε για να έχουμε μία πιο επιθυμητή ζωή, θα κάνουμε μία πορεία πως συμβαίνει η αλλαγή μέσα από ένα μοντέλο αλλαγής συμπεριφοράς, που ενέχει την ίδια στιγμή σαν ντόμινο επίδραση και την αλλαγή στις σκέψεις μας, στο πως βιώνουμε, χειριζόμαστε και εκφράζουμε τα συναισθήματα αλλά και στο πως σχετιζόμαστε με τον εαυτό μας (στο παρελθόν, παρόν και μέλλον) αλλά με τους σημαντικούς μας άλλους. Λίγο- πολύ, σε όλα.

Μέσα από ένα παράδειγμα, θα αναφερθούμε σε ένα μοντέλο διεργασίας της αλλαγής που χρησιμοποιείται κυρίως στον χώρο της απεξάρτησης αλλά θα μπορούσαμε να το αναστοχαστούμε και σε γενικότερες καταστάσεις της ζωή μας.

Αφορά το λεγόμενο «Διαθεωρητικό Μοντέλο Αλλαγής Συμπεριφοράς» που προτάθηκε από τους Prochaska και DiClemente, και το μοντέλο αυτό προτείνει πέντε στάδια επιθυμίας και πορείας προς την αλλαγή του χρήστη.

Έχει αποτελέσει κυρίως ένα μοντέλο θεραπευτικής παρέμβασης, χρησιμοποιείται σε πολλούς τομείς όπως στην διαδικασία της απεξάρτησης και γενικότερα προσφέρει ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο για την κατανόηση της διαδικασίας της αλλαγής της συμπεριφοράς, ανεξάρτητα αν η αλλαγή περιλαμβάνει την έναρξη, τροποποίηση ή διακοπή μιας συγκεκριμένης συμπεριφοράς.

Τα στάδια της αλλαγής αποτελούν τα πιο σημαντικά συστατικά αυτού του μοντέλου που τα άτομα περνούν όταν αλλάζουν μία συμπεριφορά. Αλλά για να γίνει το μοντέλο και να επιτύχει, το άτομο χρειάζεται να έχει εσωτερικά κίνητρα και να θέλει να αλλάξει, το οποίο ενδυναμώνεται στην πορεία.

Για να μπορέσουμε να καταλάβουμε αυτό το μοντέλο θα το παρομοιάσουμε με μία αρκετά κατάσταση που αφορά ένα σημαντικό αριθμό ανθρώπων, που μπορεί να αγωνίζονται να απεξαρτηθούν από μία ουσία όταν έχουν εξαρτηθεί από αυτή.

Ποια είναι η διαδικασία ενός ατόμου που επιθυμεί να αλλάξει την σχέση του με μία ουσία και να διακόψει; Πως βηματίζει και πορεύεται προς την επιθυμητή για εκείνο πάντα αλλαγή (π.χ διακοπή του από την ουσία, αν έχει εξαρτηθεί);

Γιατί θα πρέπει να μην ξεχνάμε ότι η αλλαγή για να επιτύχει πρέπει πρώτα από όλα να είναι επιθυμητή για το ίδιο το άτομο και όχι για τους άλλους.

Ας δούμε βήμα- βήμα τα στάδια του μοντέλου αυτού μέσα από το παράδειγμα ενός ατόμου που θέλει να διακόψει από την προβληματική χρήση του με μία ουσία.

Πρώτο στάδιο: Προπερίσκεψη

Σε αυτό το στάδιο, που είναι το πιο πρώιμο, το άτομο δεν έχει καν συνειδητοποιήσει ότι έχει πρόβλημα με την ουσία ή είναι απρόθυμο ή απογοητευμένο να προχωρήσει σε αλλαγή.

Δραστηριοποιείται ελάχιστα σε οποιαδήποτε ενέργεια μπορεί να ωθήσει σε μία μικρή αλλαγή για την προβληματική χρήση και συχνά πιστεύουν ότι υπάρχουν περισσότερο θετικές πλευρές της χρήσης παρά αρνητικές πλευρές.

Πολλές φορές μπορεί να παρουσιάζουν “αντιστάσεις” συζητώντας για το θέμα αυτό με άλλους.

Τι σημαίνει αυτό στην πράξη; Το άτομο δεν αντιλαμβάνεται ότι η χρήση, η χρονιότητα, η συστηματικότητα, ο τρόπος κ.α που κάνει την ουσία τον επηρεάζει δυσχερώς στην ζωή του, στη σχέση του με τις σχέσεις του, στην εργασία, στην καθημερινότητά του.

Σε αυτή την κατάσταση ενδέχεται οι άλλοι να αντιλαμβάνονται την προβληματική του σχέση με μία ουσία (π.χ απουσία από την εργασία, σωματική κόπωση, απουσία από τις σχέσεις, αδράνεια, προσκόλληση και αυξημένος χρόνος με την ενασχόληση με μία ουσία) ενώ το ίδιο το άτομο δεν βλέπει την ίδια κατάσταση.

Δεύτερο στάδιο: Περίσκεψη

Εδώ το άτομο αρχίζει να βλέπει τις αρνητικές ή δυσλειτουργικές συνέπειες που έχει η χρήση μίας ουσίας στην ζωή του, πέρα από το περιβάλλον του. Προσπαθεί να καταλάβει το προβλημά του, να βρει τα αίτια και να αναζητήσει πιθανές λύσεις.

Ωστόσο στο στάδιο αυτό, στην πράξη μπορεί να απέχουν μακριά από το να βρουν πρακτική λύση (π.χ μπορεί να σκέφτεται να μειώσει ή διακόψει τη χρήση, αντιλαμβάνεται ότι κάτι δεν πάει καλά αλλα ακόμη δεν το σκέφτεται πρακτικά).

Στην ουσία παρά το γεγονός ότι το άτομο μπορεί να θέλει να κάνει κάτι διαφορετικό σε σχέση με την ουσία και ίσως τι χρειάζεται να κάνει για να το κάνει αυτό, ωστόσο δεν υπάρχει εσωτερική δέσμευση ακόμη στο να προχωρήσει σε αλλαγές.

Υπάρχουν συνήθως συναισθηματικές αστάθειες και αμφιθυμία καθώς το άτομο παρά το γεγονός ότι βλέπει τις αρνητικές επιπτώσεις της, την ίδια στιγμή αντιλαμβάνεται και τις «καλές» πλευρές των δράσεων μίας ουσίας (π.χ μπορεί να προσφέρει χαλάρωση, μπορεί να κοινωνικοποιεί και να δημιουργεί παρέες μέσα από το κοινό χαρακτηριστικό, μπορεί να βοηθά στον ύπνο, στην έμπνευση, να δίνει μία ταυτότητα και να δένεται με μία ομάδα ανθρώπων κ.ο.κ)

Αν φύγουμε από μία ηθικολογική ματιά στην χρήση ουσιών (πχ “είναι κακό να κάνουμε υπερβολική χρήση ουσίας”) είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι αποτελεί, πρώτα από όλα, όλως παραδόξως, «μία στρατηγική επιβίωσης».

Κανείς στην πραγματικότητα δεν θέλει να κάνει κακό στον εαυτό. Μπορεί να υπάρχει ο φόβος για αλλαγή αλλά την ίδια στιγμή και επιθυμία για αλλαγή, σε μία πολύ συγκεχυμένη εσωτερική κατάσταση.

Τρίτο στάδιο: Προετοιμασία

Εδώ το άτομο, όπως το λέει και η ίδια η λέξη, προετοιμάζεται. Φτιάχνει σχέδιο δράσης ξεκινώντας από την διακοπή της ουσίας αλλά συνοδεύομενο από επιπλέον αλλαγές. Δημιουργεί εσωτερικά σκέψεις που σκέφτεται την πιθανή αλλαγή, ίσως ζητήσει βοήθεια από επαγγελματίες ή προγράμματα απεξάρτησης που βοηθούν στην διεργασία της αλλαγής για την αντιμετώπιση της προβληματικής χρήσης, οραματίζεται μία αλλαγή στη ζωή του.

Μπορεί να είχε ξαναδιακόψει την χρήση στο παρελθόν και σε αυτό το στάδιο ξέρει να προετοιμαστεί καλύτερα έχοντας ζυγίσει τις καταστάσεις.

Καλλιεργεί το έδαφος μέσα του/της για αυτό. Δημιουργούνται πιο θετικές στάσεις ότι η αλλαγή είναι εφικτή, παρά το γεγονός ότι μπορεί η προβληματική χρήση να ενυπάρχει και να είναι σημαντική ακόμη. Μειώνοντας οι αντιστάσεις στην αλλαγή. Αρχίζει να πιστεύει σε αυτή την πιθανή αλλαγή, είναι πιο ανοιχτός/η ως προς μία ενδεχόμενη αλλαγή.

Υπάρχει προετοιμασία σε σκέψεις, σε συναισθήματα και συμπεριφορές. Μπορεί να πει σε άτομα ότι θέλει να αλλάξει, για να πάρει κουράγιο και θετική ενίσχυση. Μπορεί να υπάρχει και η αμφιθυμία, που όμως μειώνεται αισθητά.

Τέταρτο στάδιο: Η Δράση

Σε αυτό το στάδιο, το σχέδιο δράσης μπαίνει σε εφαρμογή για την διακοπή της ουσίας. Το άτομο δρα, κάνει πράξεις, συμπεριφορές που είναι ορατές και αντιληπτές στο ίδιο ή/και στους άλλους. Αρχίζει να μειώνει ή διακόψει την χρήση της ουσίας.

Σταματά να την έχει στο σπίτι, να μειώνει ίσως πολύ την επαφή με μέρη και ανθρώπους που κάνουν χρήση. Την ίδια στιγμή μπορεί να διεισδύει στο γιατί χρησιμοποιεί την ουσία, τι ανάγκες ψυχικές, συναισθηματικές και σωματικές θέλει να καλύψει. Παράλληλα, ίσως φροντίζει περισσότερο τις ανάγκες του/τη. Ίσως αρχίσει ένα χόμπι, μπορεί να φροντίζει περισσότερο θέματα υγείας του, μπορεί να αλλάζει τον τρόπο που σχετίζεται με τις σημαντικές του/της σχέσεις και να έχει πιο αυθεντικές και ζεστές σχέσεις.

Κινητοποιείται ενεργά, βλέπει αισθητά αποτελέσματα, η πίστη του/της ίσως αυξάνεται αλλά και η αυτοπεποίθηση, ότι μπορεί να τα καταφέρει στις όποιες αλλαγές έχει αρχίσει να ενεργοποιεί. Το στάδιο της δράσης είναι πάρα πολύ σημαντικό γιατί όντως έχει και πρακτικές και συμπεριφορές που μαρτυρούν της διαδικασία της αλλαγής. Είναι δύσκολο και απαιτητικό στάδιο, γιατί σε αυτό το στάδιο φεύγουμε από τα λόγια και μπαίνουμε στην πράξη. Και η πράξη εχει ενέργεια και πίεση.

Όμως έχει μία μικρή “παγίδα” αυτό το στάδιο: Σε αυτό το στάδιο πολλοί μπορεί να ενθουσιαστούν τόσο που να θεωρούν ότι καταφέραν και άλλαξαν. Και ότι τελείωσε. Όμως εδώ θα πάρω μία ωραία φράση που μπορεί να ακούμε από τους διατροφολόγους όταν ένα άτομο κάνει διατροφή για μείωση (ή αύξηση) κιλών: Το πιο δύσκολο δεν είναι να χάσεις (ή πάρεις) τα κιλά, το πιο δύσκολο και απαιτητικό είναι να τα συντηρήσεις και έτσι να αλλάξεις στάση ζωής.

Άρα και να μειωθεί η να κοπεί η χρήση μίας ουσίας- για να φέρω το παράδειγμά μας- εφόσον αυτή είναι η ανάγκη του ατόμου, έρχεται να φωτίσει το πιο μακροχρόνιο δρόμο μας στην πορεία της αλλαγής που φέρνει το επόμενο στάδιο: την συντήρηση της αλλαγής αυτής στη διάρκεια του χρόνου.

Πέμπτη στάδιο: Συντήρηση

Η αλλαγή συμβαίνει και παίρνει όλο και περισσότερα σταθερά χαρακτηριστικά. Η δέσμευση αρχίζει να αυξάνεται και να παγιώνεται απέναντι στην αλλαγή. Γίνεται τρόπος ζωής.

Το άτομο δεν κόβει απλά την ουσία, αλλά βιώνει την αλλαγή ως φιλοσοφία ζωής. Εδώ έχει γίνει αντιληπτό και από το περιβάλλον ότι το άτομο βιώνει μία «μεταμόρφωση».

Νιώθει αυτοεκτίμηση, αυτοπεποίθηση, έρχεται σε μεγαλύτερη επαφή με το τι συμβαίνει στον συναισθηματικό του κόσμο, χωρίς να καταρρεύσει. Αντέχει. Έχει μία ματιά περισσότερο θετική. Νιώθει μία μεγαλύτερη απελευθέρωση. Δεν είναι ότι απλά διακόπηκε η ουσία, αλλά πολύ περισσότερο ότι άλλαξε γενικότερη η ζωή του.

Ξέρει ότι η συντήρηση θα είναι μία μακριά διαδικασία και ίσως να είναι πιο ανοιιχτό το άτομο σε μία «ύπουλη συνθήκη» εκείνη της υποτροπής, η οποία μπορεί να ενυπάρχει πιθανά σε κάθε στάδιο.

Η συνθήκη της υποτροπής

H υποτροπή γενικότερα σημαίνει ότι κάτι συμβαίνει και «πάω πίσω». Μπορεί να σημαίνει ότι το άτομο έκανε χρήση ουσιών, παρά το γεγονός ότι είχε δεσμευτεί ότι δεν θα ξανακάνω και καιρό απείχα. Η υποτροπή γενικότερα μπορεί να επέλθει σε κάθε στάδιο. Μπορεί και γενικότερα να κάνει το άτομο συμπεριφορές οικείες και παλιές, παρά την αλλαγή. Μπορεί να σχετιστεί με άτομα που ίσως δεν ταιριάζουν με τον νέο του εαυτό.

Σε κάθε περίπτωση σημαίνει «κάτι παλιό». Ιδίως αν το άτομο κάνει χρήση ουσιών- για να μείνουμε στο παράδειγμα μας- θα νιώσει μεγάλη απογόητευση, ματαίωση, θλίψη, θυμό και αποτυχία αν υπάρξει μία υποτροπή και ξαναγυρίσει στην χρήση. Υπάρχει μεγάλη παγίδα να ματαιωθεί σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να γυρίσει την παλιά κατάσταση.

Εκεί είναι σημαντικό να νοηματοδοτήσουμε την υποτροπή διαφορετικά: Δεν ακυρώνει την αλλαγή και τον αγώνα του ανθρώπου. Ίσως όμως φωτίζει κάποια πράγματα που χρειάζεται το άτομο να δει, συνειδητοποιήσει και να επεξεργαστεί πιο διεξοδικά που σχετίζονται με αυτό το «πισωγύρισμα». Να μετατραπεί η λέξη από αποτυχία σε μία κατάσταση περαιτέρω εξέλιξης και βελτίωσης. Και κάπως έτσι η υποτροπή, από αρνητικό γεγονός, αποκτά μία πιο θετική νοηματοδότηση που μπορεί να γίνει βοηθητική.

Το διαθεωρητικό μοντέλο αλλαγής συμπεριφοράς παρά το γεγονός ότι μπορεί να δουλεύεται και να χρησιμοποιείται πιο συστηματικά σε πιο εξιδεικευμένα πλαίσια θεραπευτικής αντιμετώπισης (όπως πλαίσια απεξάρτησης) ωστόσο στοχαζόμενοι/ες τα στάδια αυτά, πολλοί άνθρωποι θα βρουμε ένα κομμάτι του εαυτού μας σε ένα οποιοδήποτε ζήτημα που πέρασε από όλα ή κάποια στάδια.

Βλέποντας βήμα βήμα τα στάδια, θα διαπιστώσουμε ότι σε κάθε δυσκολία μεγάλη που καλούμαστε να διαχειριστούμε, επισυμβαίνουν ίσως παρόμοιες καταστάσεις που οδηγούν σε αλλαγή πλεύσης ζωής.

Η αλλαγή χρειάζεται αρχικά επιθυμία και κίνητρο και έπειτα δέσμευση, ενέργεια, χρόνο και υπομονή και όσο πιο δύσκολη είναι, τόση περισσότερη δύναμη και υποστήριξη χρειάζεται.

Η θέληση για δημιουργικότητα

Όσο θέλουμε, δημιουργούμε. Όσο επιθυμούμε επίσης δημιουργούμε αλλά με έναν διαφορετικό τρόπο.

Η θέληση είναι προϊόν της συνείδησης μας ενώ η επιθυμία μας πιο πρωτόγονη, πιο ενστικτώδης. Θυμίζει τα ζόμπι, τα οποία επιθυμούν να καλύψουν τη βασική τους ανάγκη για τροφή και αυτό τους κάνει σε ένα βαθμό δημιουργικούς στο να τη βρουν. Όμως η δημιουργικότητα τους δεν ξεπερνάει το επίπεδο των αισθήσεων τους. Φτάνει μέχρι εκεί. Μήπως όμως κάποιες φορές λειτουργούμε και εμείς έτσι;

Συχνά στην καθημερινότητα μας επιθυμούμε να επιστρατεύουμε τη δημιουργικότητα μας μέσω της φαντασίας μας για να δημιουργούμε νέες επιλογές, νέες προοπτικές, να φύγουμε από το οικείο αλλά δεν το κάνουμε.

Μια τέτοια δράση προϋποθέτει μετακίνηση, ξεβόλεμα και μεγάλη δέσμευση, την οποία συχνά δεν είμαστε έτοιμοι να πάρουμε.

Ίσως η θέληση μας να δημιουργήσουμε να μην είναι αρκετή. Η δημιουργικότητα όμως δεν είναι μόνο προνόμιο των καλλιτεχνών.Είναι χαρακτηριστικό των θαρραλέων ανθρώπων. Αυτών που μπαίνουν στη ζωή με ευθύνη.

Η δημιουργικότητα δε κάνει διακρίσεις. Δημιουργεί τον έρωτα, την νέα ζωή που έρχεται στον κόσμο, τη φιλία, την τέχνη.Γι αυτό είναι παγκόσμια. Γι αυτό δεν επαναπαύεται, δε γοητεύεται από το μέτριο.

Αντιθέτως καιροφυλακτεί, μας αφήνει λίγο ήσυχους και μετά μόλις παρατηρήσει κάτι που δεν της αρέσει, μας ξεβολεύει, μας ταρακουνάει, μας διευρύνει, μας ολοκληρώνει.

Επικοινωνούμε ολόκληροι, και όχι διασπασμένοι σε ξεχωριστά κομμάτια με τους γύρω μας.

Στο διάλογο με τον εαυτό μας συναντιόμαστε με ακατέργαστες έννοιες οι οποίες προσπαθούν να μας μιλήσουν.Κάτι θέλουν να μας πουν. Εμείς όμως δεν είμαστε πάντα έτοιμοι να τις ακούσουμε. Τις ακούμε παθητικά αλλά όχι ενεργητικά. Δεν ερχόμαστε σε επαφή με το μέσα μας για να παράξουμε κάτι μαζί του. Και έτσι καταλήγουμε ζωντανοί νεκροί.

Πώς όταν δεν αλληλοεπιδρούμε με τον εαυτό μας θα καταφέρουμε να επικοινωνήσουμε με τους άλλους;

H επικοινωνία μας με τους άλλους δεν μπορεί να επιτευχθεί με παράλληλους μονολόγους. Χρειάζεται πολύ γερές γέφυρες, χτισμένες από υλικά ανθεκτικά στο διαφορετικό. Αυτή η ανθεκτικότητα είναι που μας κάνει προσπερνάμε τυχόν διαφορές ή διαφωνίες γιατί είναι υπεράνω των συνθήκων. Είναι επιλογή. Και σαν επιλογή εμπεριέχει τη θέληση, την ευθύνη, την ελευθερία.

Η επικοινωνία ως επιλογή μας ελευθερώνει από περιορισμούς που φαίνονται να την μπλοκάρουν όπως η διαφορετική γλώσσα ή τα διαφορετικά βιώματα.Χρησιμοποιεί αυτές τις διάφορες για να εξελιχθεί, να διευρυνθεί και να προχωρήσει παραπέρα.

Έτσι εμείς είμαστε αυτοί που δημιουργούμε τις συνθήκες, κάνουμε το ξένο οικείο και τοποθετούμε τις πληροφορίες στο πλαίσιο που τους αναλογούν. Αφήνουμε έτσι χώρο στην ουσιαστική επικοινωνία.

Δε φοβόμαστε να εκτεθούμε.

Εμπνέουμε και εμπνεόμαστε.

Είμαστε ζωντανοί.

Όταν μια κρίση πυροδοτεί τη δημιουργικότητα

Κατά τη διάρκεια μιας κρίσης – είτε πρόκειται για προσωπική, οργανωτική είτε για κοινωνική κρίση – οι συνήθεις τρόποι σκέψης και δράσης μπορεί να μην είναι πλέον χρήσιμοι ή να μην εξυπηρετούν τους στόχους των ανθρώπων. Μπορεί ακόμη και να οδηγήσουν κάποιον σε λάθος δρόμο. Απαιτούνται νέοι τρόποι σκέψης, και όταν απαιτείται νέα σκέψη, δημιουργείται η ευκαιρία για δημιουργικότητα. Οι άνθρωποι μπορούν να συνειδητοποιήσουν αυτή την ευκαιρία και να δράσουν βάσει αυτής, εάν έχουν δημιουργική αυτοπεποίθηση, προθυμία να αναλάβουν κινδύνους και κοινωνική υποστήριξη.

Είδη κρίσεων που μπορούν να πυροδοτήσουν δημιουργικότητα

Βιώνουμε συλλογικά μια κοινωνική κρίση που προκαλεί αβεβαιότητα και άγχος, αλλάζει τις καθημερινές συνήθειες και διαταράσσει τις οικονομίες. Κοινωνικές κρίσεις μπορούν επίσης να προκύψουν από οικονομικές υφέσεις ή και πολέμους. Στο παρελθόν, αυτές οι κρίσεις έχουν μερικές φορές συμπέσει με εκρήξεις δημιουργικότητας – ο Sir Isaac Newton εφηύρε τον λογισμό ενώ βρισκόταν σε καραντίνα την εποχή της πανούκλας.

Οι οργανωτικές κρίσεις, όπως η αναδιάρθρωση που ακολουθεί μια συγχώνευση, θα αλλάξουν τη φύση των οργανισμών. Μια μελέτη σε εταιρείες σε διάφορους δείχνει ότι ο τρόπος με τον οποίο οι εργαζόμενοι σκέφτονται για μια συγχώνευση μπορεί να κάνει τη διαφορά στη δημιουργικότητά τους στην εργασία. Όταν οι εργαζόμενοι θεωρούσαν τη συγχώνευση ως ευκαιρία (την έβλεπαν ως ωφέλιμη), ήταν πιο πιθανό να ενεργήσουν δημιουργικά στο πόστο τους, αλλά όταν θεωρούσαν τη συγχώνευση ως απειλή, ήταν λιγότερο πιθανό να είναι δημιουργικοί μετά τη συγχώνευση.

Αλλά το πώς σκέφτονται οι εργαζόμενοι δεν είναι το μόνο πράγμα που έχει σημασία. Οι οργανισμοί μπορούν να βοηθήσουν ακόμη και εκείνους που σκέφτονται τη συγχώνευση ως απειλή. Η έρευνα δείχνει ότι οι εργαζόμενοι που θεωρούσαν τη συγχώνευση ως απειλή ήταν πιο δημιουργικοί, εάν οι οργανισμοί τους υποστήριζαν τη δημιουργική εργασία και παρείχαν τους απαραίτητους πόρους γι’ αυτή.

Τέλος, οι προσωπικές κρίσεις, όπως η διάγνωση μιας απειλητικής για τη ζωή ασθένειας, η απώλεια εργασίας ή η επιβίωση από ένα σοβαρό ατύχημα, μπορούν να λειτουργήσουν ως καταλύτης για τη δημιουργικότητα. Έρευνες έχουν διαπιστώσει ότι η αγωνία που προκαλείται από τραυματικά προσωπικά γεγονότα σχετίζεται με την αύξηση της δημιουργικότητας και του εύρους της δημιουργικότητας (όπως η δημιουργικότητα στην επίλυση προβλημάτων, η συγγραφή, η επιχειρηματικότητα κ.λπ.) Η αύξηση της δημιουργικότητας φάνηκε να τροφοδοτείται από τη βελτίωση των προσωπικών σχέσεων μετά τα τραυματικά γεγονότα, καθώς και από την απόκτηση μιας νέας προοπτικής και τη θεώρηση της ζωής με όρους ευκαιριών.

Το κοινό χαρακτηριστικό όλων των κρίσεων είναι η βαθιά αβεβαιότητα σε συνδυασμό με την αίσθηση του επείγοντος για την αντιμετώπιση της απειλής – για την ελαχιστοποίηση των κινδύνων ή των αρνητικών αποτελεσμάτων. Επειδή οι συνήθεις τρόποι σκέψης και δράσης δεν είναι αποτελεσματικοί κατά τη διάρκεια μιας κρίσης, μπορούν να αναδυθούν νέοι τρόποι σκέψης και δράσης – χαρακτηριστικό γνώρισμα της δημιουργικότητας. Με άλλα λόγια, η δημιουργικότητα είναι πιθανό να αναδυθεί μέσα από την ανάγκη. Ωστόσο, δεν θα είναι όλοι δημιουργικοί σε περιόδους κρίσης.

Το ερώτημα είναι ποιες δεξιότητες και νοοτροπίες καθιστούν πιο πιθανό οι άνθρωποι να επιδείξουν δημιουργικότητα, είτε στην εργασία, είτε στο σχολείο, είτε στην καθημερινή ζωή. Σε άρθρο σε ειδικό του περιοδικού Frontiers in Psychology, ο Ron Beghetto παρέχει ιδέες που βασίζονται στην επιστήμη της δημιουργικότητας. Αν και δεν υπάρχουν βήμα προς βήμα συνταγές για τη δημιουργικότητα, υπάρχουν συνθήκες που καθιστούν πιο πιθανό αυτή να ανθίσει. Ακολουθούν τρία βασικά συστατικά που εντόπισε ο Dr. Beghetto και τα οποία μπορούν να αυξήσουν την πιθανότητα δημιουργικής δράσης κατά τη διάρκεια μιας κρίσης.

Δόμηση εμπιστοσύνης

Η δημιουργικότητα χρειάζεται μια στάση «Ναι, μπορώ!». Γιατί να προσπαθήσουμε αν δεν πιστεύουμε ότι μπορούμε να πετύχουμε; Η αυτοπεποίθηση αποκτάται μέσα από την εμπειρία και τις προηγούμενες επιτυχίες, καθώς και από την ταύτιση με πρότυπα που μπορούμε να αντιληφθούμε ως παρόμοια με εμάς. Η δημιουργική αυτοπεποίθηση γίνεται κινητήριος μοχλός για δράση όταν κάποιος έχει ένα μέτρο αυτονομίας για να ακολουθήσει μια ιδέα ή ένα ενδιαφέρον.

Προθυμία να αναλάβουμε ρίσκα

Η δεύτερη προϋπόθεση για τη δημιουργική δράση είναι η προθυμία ανάληψης ρίσκων. Σε τι εκθέτουμε τους εαυτούς μας επιχειρώντας κάτι αντισυμβατικό και πρωτότυπο; Θα μπορούσαμε να θεωρηθούμε ανόητοι; Θα μπορούσαμε να γελοιοποιηθούμε;

Ο Ron Beghetto μελέτησε την ακραία αντίδραση στη σκληρή κριτική και την ονόμασε «δημιουργική ταπείνωση». Μια και μόνο εμπειρία αυστηρής κριτικής μπορεί να οδηγήσει σε απροθυμία να ασχοληθούμε ξανά με αυτή τη δραστηριότητα. Τα παιδιά φαίνεται να είναι πιο επιρρεπή σε αυτό, πιθανότατα επειδή δεν έχουν ακόμη αναπτύξει την ικανότητα να διαχειρίζονται ισχυρά συναισθήματα.

Αλλά ακόμη και λιγότερο σοβαρή κριτική μπορεί να είναι αρκετά δυσάρεστη ώστε να μη θέλουμε να εκθέσουμε τον εαυτό μας στον κίνδυνο της ντροπής μπροστά σε άλλους, όπως οι συνάδελφοι και οι εργοδότες ή οι συμμαθητές και οι δάσκαλοι. Μπορεί να είναι ευκολότερο και ασφαλέστερο να μην κάνουμε κάτι νέο και πρωτότυπο. Όμως σε αυτό ακριβώς το σημείο είναι που χρειάζεται να πάμε κόντρα και να χρησιμοποιήσουμε όλη μας την ψυχική ανθεκτικότητα.

Δεν μπορούμε να τα κάνουμε όλα μόνοι μας

Παρά τους δημοφιλείς μύθους για τους μοναχικούς ιδιοφυείς δημιουργούς, η δημιουργικότητα δεν συμβαίνει στο κενό ή αποκλειστικά μέσα στα όρια του γραφείου, του εργαστηρίου ή του στούντιο. Η δημιουργικότητα είναι εγγενώς κοινωνική. Η δημιουργικότητα δημιουργείται ως απάντηση στις κοινωνικές ανάγκες ή ως απάντηση (ή αντίθεση) στο έργο των άλλων.

Τα δημιουργικά προϊόντα ή οι επιδόσεις αξίζει να μοιράζονται με άλλους, οι οποίοι στη συνέχεια τα αξιολογούν, αντιδρούν σε αυτά ή τα χρησιμοποιούν. Ένας επιστήμονας βασίζεται στο έργο των προηγούμενων, παρουσιάζει την έρευνα σε συνέδρια σε άλλους επιστήμονες και γράφει άρθρα που αναθεωρούνται από τους συντάκτες και βελτιώνονται κατά τη διαδικασία. Ένας επιχειρηματίας συχνά συνεργάζεται με άλλους για την κατασκευή πρωτοτύπων, πρέπει να πείσει τους χρηματοδότες να επενδύσουν σε αυτά, πρέπει να βρει εκείνους που μπορούν να λύσουν τεχνικά προβλήματα και στη συνέχεια να αποκτήσει χρήστες.

Η δημιουργική δράση απαιτεί υποστήριξη από το κοινωνικό μας περιβάλλον – εκείνους που μπορούν να διδάξουν, να παράσχουν υλική βοήθεια και να δημιουργήσουν συνδέσεις με άλλους με ακόμα διαφορετικούς τρόπους για να υποστηρίξουν το δημιουργικό έργο.

Μην τους ακούς! Οι άλλοι περιγράφουν τη δική τους ζωή, όχι τη δική σου

Τους λες τα όνειρά σου και εκείνοι γελάνε. Κουνάνε τους ώμους ειρωνικά και με βλέμμα γεμάτο κακία σου απαντάνε ‘’αυτά που λες δεν πρόκειται να γίνουν’’.

Σε αφήνουν μουδιασμένο, να σκέφτεσαι μήπως όντως έχουν δίκιο και πρέπει να εγκαταλείψεις το στίβο της μάχης.

Μην κάνεις αυτό το λάθος. Τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο για εκείνον που προσπαθεί, τίποτα δεν μπορεί να σταματήσει έναν άνθρωπο που διψάει για την κατάκτηση των στόχων του.

Μην τους ακούς, όσοι σε κρίνουν είναι άτομα βολεμένα σε μία συνηθισμένη ζωή που επειδή συμβιβάστηκαν με καταστάσεις που δεν ήθελαν, επιθυμούν να τορπιλίζουν και να βάζουν φωτιά στις προσδοκίες των άλλων.

Μην ακούς εκείνους που σου λένε ότι δε μπορείς. Μην πιστεύεις εκείνους που προσπαθούν να σε πείσουν πως μάταια προσπαθείς. Τη ζωή την κερδίζει εκείνος που ακούει την εσωτερική του φωνή και δεν αφήνει τον κάθε σκύλο που γαβγίζει στο δρόμο του να τον δηλητηριάσει και να τον φοβίσει. Τίποτα δεν είναι αδύνατο για εκείνον που προσπαθεί, τίποτα δεν μπορεί να κατακτήσει ο άνθρωπος που αγωνίζεται για αυτά που θέλει.

Μην ακούς κανέναν. Οι άλλοι περιγράφουν τη δική τους ζωή, όχι τη δική σου.

Κακό δεν είναι να είσαι μόνος, αλλά να είσαι κοντά σε ανθρώπους που σε κάνουν να αισθάνεσαι μόνος

Τα ουσιαστικά πράγματα και αυτά που αναζητάμε να μας δώσουν οι άλλοι, υπάρχουν μέσα μας.

Αναζητάμε πάντοτε έξω από τους άλλους αυτά που εμείς οι ίδιοι δε μας δίνουμε αρχικά. Δε μας αγαπάμε και αυτό το κενό ζητάμε να το καλύψουν άλλοι. Ψάχνουμε το «άλλο μας μισό» επειδή αισθανόμαστε ημιτελείς.

Μαθαίνουμε πως η ευτυχία είναι έξω από εμάς, πρέπει να την αναζητούμε σε πρόσωπα ξένα. Να βρούμε τον έρωτα της ζωής μας, να έχουμε φίλους για να σηκώνουμε το αβάσταχτο βάρος της υπαρξιακής μας μοναξιάς, να κάνουμε παιδιά για να γίνουμε
ευτυχισμένοι.

Αν μαθαίναμε όμως από μικροί ότι η ευτυχία είναι μέσα μας και δεν απορρέει από εξωτερικές καταστάσεις, δε θα παθαίναμε εξάρτηση, δε θα εκλιπαρούσαμε αγάπη από
τους πλέον ακατάλληλους ανθρώπους. Δε θα αρρωσταίναμε όταν κάτι τελείωνε, δε θα κολλούσαμε σε ανθρώπους, θα ξεπερνούσαμε ευκολότερα τους αποχωρισμούς που εμπεριέχει η ζωή. Δε θα βιώναμε μοναξιά, θα γνωρίζαμε πως μέσα στο σαρκίο μας υπάρχουμε μονάχα εμείς και εμείς είμαστε εκείνοι που πρέπει να προσφέρουμε πρώτοι ευτυχία σε εμάς.

Δεν παντρευόμαστε για να γίνουμε ευτυχισμένοι. Αυτή είναι η αιτία που θα μας οδηγήσει
στη δυστυχία.

Δεν κάνουμε παιδιά για να αισθανθούμε ευτυχία ή για να καλύψουμε τα κενά μας. Είμαστε ΗΔΗ ευτυχισμένοι και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να θέλουμε να μεταγγίσουμε τη χαρά αυτή σε νέα πρόσωπα που θα γίνουν κοινωνοί ευτυχίας.

Δεν κρατάμε ανθρώπους κοντά για να μας κάνουν να μην αισθανόμαστε μόνοι. Τους ανθρώπους δίπλα μας τους έχουμε συνοδοιπόρους πολύτιμους, συμμάχους, συντρόφους, όχι υπεύθυνους όμως για την ευτυχίας μας.

Δεν αφήνουμε την ευτυχία μας σε χέρια άλλων, δεν την εναποθέτουμε απόλυτα. Η ζωή έχει δείξει ότι τίποτα δεν είναι δεδομένο και σίγουρο, τίποτα δε διαρκεί για πάντα. Αν αφήσω την ευτυχία μου σε χέρια άλλων ανθρώπων, θα την πάρουν μαζί τους και εγώ θα μείνω μετέωρος.

Δεν έχει νόημα να κλαίμε τη μοναξιά μας. Γιατί αν έχουμε τον εαυτό μας ουσιαστικά, μόνοι δεν είμαστε ποτέ, ακόμα και τον καφέ μας να πίνουμε τον αισθανόμαστε παρέα.

Αν δεν αγαπώ τον εαυτό μου και στις μοναξιές μου, ποιος θα με ολοκληρώσει; Και στην τελική, κακό δεν είναι να είσαι μόνος, αλλά να είσαι κοντά σε ανθρώπους που σε κάνουν να αισθάνεσαι μόνος. Αυτή είναι η πραγματικά αδυσώπητη, σκληρή μοναξιά.

Δεν ψάχνω ανθρώπους για να με κάνουν ευτυχισμένο. Είμαι ήδη και αυτή μου την ευτυχία
τη μοιράζομαι με άλλους για να ανθίσει περισσότερο, να καρποφορήσει περισσότερο.

ΔΙΩΝ: Ο αληθινά γενναίος, όμως, και μεγαλόψυχος

Ο αληθινά γενναίος, όμως, και μεγαλόψυχος δεν θα θυσίαζε την ελευθερία και την ειλικρίνειά του για χάρη μιας ατιμωτικής τιμής ή δύναμης ή χρημάτων, ούτε θα φθονούσε όσους μεταμορφώνονται και μεταμφιέζονται για τέτοιες δωρεές, αλλά θα τους θεωρούσε όμοιους με όσους μεταμορφώνονται από άνθρωποι σε φίδια ή άλλα θηρία, χωρίς να τους ζηλεύει ή να τους φθονεί για την καλοπέρασή τους, αλλά αντιθέτως θρηνώντας και συμπονώντας τους, όταν για δώρα, σαν τα παιδιά, κόβουν τα μαλλιά τους, και μάλιστα τα άσπρα ο ίδιος, αντιθέτως, θα προσπαθήσει να διατηρήσει την κατάστασή του με ευπρέπεια και σταθερότητα, χωρίς ποτέ να εγκαταλείπει τη θέση του, αλλά τιμώντας πάντα και αυξάνοντας την αρετή και την εγκράτεια και οδηγώντας εκεί όλους, άλλοτε πείθοντας και παρακαλώντας, άλλοτε μαλώνοντας και επιπλήττοντας, μήπως μπορέσει να αποσπάσει κάποιον από την αφροσύνη, τις κακές επιθυμίες, την έκλυση και την καλοπέραση, πιάνοντας καθέναν ξεχωριστά και νουθετώντας τους σε ομάδες, όσες φορές βρει κάποια κατάλληλη ευκαιρία,

«άλλον με λόγια γλυκά και άλλον με αυστηρά»,

μέχρι, πιστεύω, να περάσει τη ζωή του φροντίζοντας ανθρώπους, όχι βόδια, άλογα, καμήλες και σπίτια, υγιής στα λόγια, υγιής στα έργα, ακίνδυνος συνοδοιπόρος ή συνταξιδιώτης με όποιον κι αν βρεθεί, καλός οιωνός σε όσους θυσιάζουν, ο οποίος δεν ξεσηκώνει διχόνοια, πλεονεξία, έριδες, φθόνους και κέρδη αισχρά, αλλά υπενθυμίζει την εγκράτεια και τη δικαιοσύνη και αυξάνει την ομόνοια, εκδιώκοντας, όσο είναι δυνατόν, την απληστία, την αναίδεια, την έκλυση, πολύ πιο ιερός από τους πρεσβευτές και τους κήρυκες που φέρνουν στους πολέμους προτάσεις εκεχειρίας.

Θέλει, λοιπόν, και προθυμοποιείται, όσο μπορεί, να βοηθάει όλους· μερικές φορές, όμως, νικιέται από άλλους ανθρώπους και άλλες πρακτικές και δεν έχει καμία δύναμη ή εντελώς μικρή. Στη συνέχεια, εξαγνίζει τη σκέψη του με τον λόγο και προσπαθεί να την παρουσιάσει αδούλωτη, πολεμώντας για την ελευθερία εναντίον των ηδονών, των γνωμών και όλων των ανθρώπων μαζί με λίγους που θέλουν, περισσότερο απ’ όσο κάποτε οι Σπαρτιάτες, έχοντας καταλάβει τα στενά, πολεμούσαν εναντίον όλων των ορδών από την Ασία, αν και οι ίδιοι ήταν λίγοι στον αριθμό, για τρεις νύχτες και μέρες στη σειρά, μέχρι που περικυκλώθηκαν εξαιτίας της προδοσίας ενός ανθρώπου και, μένοντας στην ίδια θέση, σφαγιάστηκαν [αυτοί που νόμιζαν ότι διαφυλάττουν ελεύθερη τη Σπάρτη, αν και ήταν ατείχιστη] ασκώντας το σώμα του και συνηθίζοντάς το να κοπιάζει ανάλογα με τη δύναμή του, δεν το αφήνει να εξασθενήσει με μπάνια, αλοιφές και μύρα, μέχρι να γίνει πιο μαλακό και πιο σαθρό, σαν κακό σκεύος.

Βλέποντας μερικοί αυτά, λένε ότι τα εφαρμόζει από ανοησία και αμυαλιά, έχοντας αφήσει τον πλούτο και τις τιμές και τη διαρκή ηδονή, και τον περιφρονούν και νομίζουν ότι είναι τρελός και τον ατιμάζουν. Εκείνος δεν οργίζεται μαζί τους ούτε δυσανασχετεί, αλλά είναι, πιστεύω, απέναντι στον καθένα πιο φιλικός από τον πατέρα, τα αδέρφια και τους φίλους του και ενώ σέβεται ασφαλώς τους συμπολίτες του, τους φίλους και τους συγγενείς του, δεν κρύβεται και τους νουθετεί τόσο περισσότερο, όσο πιο οικείους και πιο κοντινούς τούς έχει θεωρήσει από τους άλλους, επιτείνοντας όσο γίνεται τα λόγια του και κάνοντας εντονότερη τη νουθεσία και την προτροπή, και για τον εαυτό του και για εκείνους. Γιατί ούτε ένας γιατρός, ο οποίος βρίσκεται στην ανάγκη να θεραπεύσει τον πατέρα ή τη μητέρα ή τα παιδιά του που είναι άρρωστα ή και τον εαυτό του λόγω σπανιότητας και έλλειψης άλλων γιατρών, αν χρειαστεί να κάνει εγχείρηση ή καυτηρίαση, επειδή αγαπάει τα παιδιά του και σέβεται τον πατέρα και τη μητέρα του, γι’ αυτό θα τους κόψει με λιγότερο κοφτερό σίδερο ή θα τους καυτηριάσει με πιο χλιαρή φωτιά, αλλά αντιθέτως με όσο γίνεται πιο δυνατή και ζωηρή. Λένε, για παράδειγμα, ότι ο Ηρακλής, όταν δεν μπορούσε να γιατρέψει το σώμα του που βασανιζόταν από φοβερή αρρώστια, κάλεσε τους γιους του πρώτα προτρέποντάς τους να τον κάψουν με όσο γίνεται πιο λαμπερή φωτιά και επειδή εκείνοι δίσταζαν και γύρισαν να φύγουν, τους μάλωσε ως μαλθακούς και ανάξιούς του και όμοιους περισσότερο με τη μητέρα τους, λέγοντας, όπως αφηγείται ο ποιητής:

«Πού πάτε, κακοί και ανάξιοι της σποράς μου, ομοιώματα της μάνας σας από την Αιτωλία;»

Πρώτος αυτός, λοιπόν, πρέπει να αντιμετωπίζει τα πιο αγαπημένα και κοντινά του πρόσωπα με θάρρος γνώμης και ελευθερία, χωρίς να διστάζει και χωρίς να χαρίζεται στα λόγια. Γιατί πολύ χειρότερο πράγμα από ένα διεφθαρμένο και άρρωστο σώμα είναι μια διεφθαρμένη ψυχή, μα τον Δία όχι από μαγικά φίλτρα που αλείφονται ή πίνονται ή από κάποιο διαβρωτικό δηλητήριο, αλλά από την άγνοια, την κακία, την ακολασία, τον φθόνο, τη λύπη και τις χιλιάδες επιθυμίες. Τούτο το νόσημα και το πάθημα είναι πιο επικίνδυνο από εκείνο του Ηρακλή και χρειάζεται πολύ μεγαλύτερο και λαμπερότερο κάψιμο και για τη θεραπεία και την απαλλαγή αυτή πρέπει να παρακαλεί κανείς απροσχημάτιστα και τον πατέρα και τον γιο και τον συγγενή και τον ξένο και τον συμπατριώτη και τον αλλοδαπό.

ΔΙΩΝ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Αυτές οι ανάγκες δεν μπορούν να ικανοποιηθούν παρά μόνο από άλλα ανθρώπινα πλάσματα

ΚΑΛΕΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ

Κάθε τελική ανάλυση των διαπροσωπικών σχέσεων (π.χ., φιλία, γάμος κ.λπ.) δείχνει (1) ότι οι βασικές ανάγκες μπορούν να ικανοποιηθούν μόνο διαπροσωπικά και (2) ότι η ικανοποίηση αυτών των αναγκών είναι αυτή ακριβώς για την οποία έχουμε πει ότι είναι το βασικό θέραπευτικό «φάρμακο» συγκεκριμένα, η παροχή ασφάλειας, αγάπης, αίσθησης του ανήκειν, αισθήματος αξίας και αυτοσεβασμού.

Κατά την πορεία της ανάλυσης των ανθρώπινων σχέσεων, θα βρεθούμε αναπόφευκτα αντιμέτωποι με την ανάγκη, καθώς και τη δυνατότητα, διαφοροποίnans των καλών σχέσεων από τις ανεπαρκείς. Μια τέτοια διαφοροποίηση μπορεί να γίνει πολύ γόνιμα βάσει του βαθμού ικανοποίησης των βασικών αναγκών που προκαλείται από τις σχέσεις. Μια σχέση φιλίας, γάμος, σχέση γονιού-παιδιού- θα οριζόταν λοιπόν (με περιορισμένο τρόπο) ως ψυχολογικά καλή στο βαθμό που υποστηρίζει βελτιώνει την αίσθηση του ανήκειν, την ασφάλεια και τον αυτοσεβασμό (και, εν τέλει, την αυτοπραγμάτωση) και κακή στο βαθμό που δεν το κάνει.

Αυτές οι ανάγκες δεν μπορούν να ικανοποιηθούν από τα δέντρα, τα βουνά ή έστω και από τους σκύλους. Μόνο από άλλα ανθρώπινα πλάσματα μπορούμε να πάρουμε πλήρως ικανοποιητικό σεβασμό, προστασία και αγάπη, και μόνο σε άλλα ανθρώπινα πλάσματα μπορούμε να τα δώσουμε αυτά στον πληρέστερο βαθμό. Αυτά ακριβώς είναι που δίνουν ο ένας στον άλλον καλοί φίλοι, καλά ζευγάρια, καλοί γονείς και παιδιά, καλοί δάσκαλοι και μαθητές. Αυτή ακριβώς είναι η ικανοποίηση που επιζητούμε από κάθε καλή ανθρώπινη σχέση οποιουδήποτε είδους. Και ακριβώς αυτή η ικανοποίηση αναγκών είναι οι sine qua non προϋποθέσεις για την παραγωγή καλών ανθρώπων, το οποίο, με τη σειρά του, είναι ο τελικός (αν όχι ο άμεσος) στόχος κάθε ψυχοθεραπείας.

ΦΙΛΙΕΣ Ν’ ΑΓΑΠΑΣ ΚΑΙ Ν’ ΑΓΑΠΙΕΣΑΙ

Αν πάρουμε λοιπόν τις καλές φιλίες (μεταξύ συζύγων, γονιού και παιδιού ή γενικά μεταξύ δυο ανθρώπων) σαν πρότυπα για τις καλές διαπροσωπικές σχέσεις και τις εξετάσουμε λίγο πιο προσεκτικά, βρίσκουμε ότι προσφέρουν πολύ περισσότερη ικανοποίηση ακόμη κι από εκείνη για την οποία έχουμε ήδη μιλήσει. Η αμοιβαία ειλικρίνεια, η εμπιστοσύνη, η εντιμότητα και η απουσία αμυντικότητας, μπορούν όλα να θεωρηθούν ότι έχουν, πέρα από την ονομαστική τους αξία, μια πρόσθετη αξία έκφρασης, κάθαρσης, απελευθέρωσης. Μια σωστή σχέση επιτρέπει επίσης την έκφραση ενός υγιούς ποσοστού παθητικότητας, χαλάρωσης, παιδιάστικης και «χαζοχαρούμενης συμπεριφοράς, αφού δεν υπάρχει κίνδυνος, και αφού αγαπιόμαστε και είμαστε σεβαστοί γι’ αυτό που είμαστε και όχι για οποιοδήποτε προσωπείο φοράμε ή για οποιοδήποτε ρόλο παίζουμε μπορούμε να είμαστε όπως πραγματικά είμαστε, αδύναμοι όταν νιώθουμε αδύναμοι, προστατευμένοι όταν νιώθουμε μπερδεμένοι, παιδιά όταν θέλουμε να αποτινάξουμε τις ευθύνες του ενηλίκου. Επιπλέον, μια καλή σχέση βελτιώνει την ενόραση ακόμη και με τη φροϋδική έννοια, γιατί καλός φίλος ή σύζυγος είναι κάποιος που αισθάνεται αρκετά ελεύθερος να προσφέρει το ισοδύναμο των αναλυτικών ερμηνειών για να το εξετάσουμε,

Επίσης, δεν έχουμε ακόμα μιλήσει αρκετά γι’ αυτό που μπορεί επομένως να ονομαστεί εκπαιδευτική αξία μιας καλής ανθρώπινης σχέσης. Επιθυμούμε όχι μόνο να είμαστε ασφαλείς και ν΄ αγαπιόμαστε, αλλά και να γνωρίζουμε όλο και περισσότερα, να ικανοποιούμε την περιέργειά μας, να ξεδιπλώνουμε κάθε περιτύλιγμα και να ξεκλειδώνουμε κάθε πόρτα. Πέρα απ’ αυτό, πρέπει να λάβουμε επίσης υπόψη μας τις βασικά φιλοσοφικές μας παρορμήσεις να δομήσουμε τον κόσμο, να τον καταλάβουμε βαθιά και να τον κάνουμε να έχει νόημα. Παρόλο που μια καλή φιλία ή μια σχέση γονιού-παιδιού θα πρέπει να προσφέρει πολλά σ’ αυτόν τον τομέα, αυτού του είδους η ικανοποίηση επιτυγχάνεται ή πρέπει να επιτυγχάνεται σε έναν ιδιαίτερο βαθμό σε μια καλή θεραπευτική σχέση.

Τέλος, είναι καλό να πούμε δυο λόγια σχετικά με το προφανές (και συνεπώς παραμελημένο) γεγονός ότι το να αγαπάς είναι εξίσου μεγάλη απόλαυση με το να αγαπιέσαι.” Η ανοιχτή παρόρμηση για τρυφερότητα αναστέλλεται εξίσου αυστηρά στον πολιτισμό μας όσο και οι σεξουαλικές και οι εχθρικές παρορμήσεις – ίσως και περισσότερο (Sunric, 1935). Η ανοιχτή έκφραση της τρυφερότητας επιτρέπεται σε εξαιρετικά λίγες σχέσεις, ίσως μόνο σε τρεις: στο ζεύγος γονιός-παιδί, στο ζεύγος παππούς/γιαγιά-εγγόνι, και σε παντρεμένα ζευγάρια και ερωτευμένους. Ακόμα και σ’ αυτές τις σχέσεις, ξέρουμε πόσο εύκολα μπορεί να στραγγαλιστεί και να αναμειχθεί με αμηχανία, ενοχή, αμυντικότητα, παίξιμο ρόλου και πάλη για κυριαρχία.

Δεν έχει τονιστεί αρκετά ότι μια καλή σχέση επιτρέπει, καλή και ενθαρρύνει, την ανοιχτή λεκτική έκφραση των παρορμήσεων της αγάπης και της τρυφερότητας. Μόνο σε μια τέτοια σχέση (καθώς και σε διάφορες ομάδες προσωπικής ανάπτυξης») οι παρορμήσεις αυτές θεωρούνται δεδομένες και καθαρίζονται συνειδητά από τις μη υγιείς προσμείξεις τους.

Ο Ιππομέδοντας με το γιγαντιαίο ανάστημα – Ένας από τους Επτά επί Θήβας

Στην Ελληνική μυθολογία ο Ιππομέδοντας (Ιππομέδων) είναι ο ένας από τους επτά αρχηγούς που εξ στράτευσαν ενάντια στη Θήβα (Επτά επί Θήβας).

Ο Ιππομέδων ήταν γιος του Αριστομάχου και της Μητιδίκης, και ανεψιός του Αδράστου.

Σε άλλη παράδοση, ωστόσο, εμφανίζεται ως γιος του Ταλαού. Ο Ιππομέδοντας φημιζόταν για το γιγαντιαίο ανάστημά του και την τεράστια δύναμή του. Η ασπίδα του απεικόνιζε πάνω της το τέρας Τυφώνα να βγάζει φωτιά απ’ τα ρουθούνια του. Λεγόταν ότι κατοικούσε στη Λέρνη: ο Παυσανίας αναφέρει (Β΄ 36, 8) ότι είδε εκεί ερείπια και θεμέλια του ανακτόρου του πάνω στον Ποντίνο λόφο. Σύμφωνα με άλλη παράδοση πάντως, κατοικούσε στις Μυκήνες.

Στη μάχη που έγινε μπροστά στις πύλες της Θήβας, στην εκστρατεία των «Επτά επί Θήβας», ο Ιππομέδοντας σκοτώθηκε από τον Ίσμαρο ή τον Υπέρβιο ενώ σύμφωνα με άλλες πηγές, χτυπήθηκε από τα βέλη των Θηβαίων και πνίγηκε στον Ισμηνό ποταμό.

Γιος του Ιππομέδοντα ήταν ο Πολύδωρος, ένας από τους «Επιγόνους». Ο Παυσανίας γράφει (Ι΄ 10, 3) ότι οι Αργείοι αφιέρωσαν άγαλμα του Ιππομέδοντα στους Δελφούς.

Επιστήμονες στις ΗΠΑ πέτυχαν για πρώτη φορά προσομοίωση μίνι-σκουληκότρυπας σε κβαντικό υπολογιστή

Επιστήμονες στις ΗΠΑ, χρησιμοποίησαν τον κβαντικό υπολογιστή Sycamore της Google για να προσομοιώσουν για πρώτη φορά μια μικροσκοπική και απλοποιημένη χωροχρονική «σκουληκότρυπα» και στη συνέχεια να μεταφέρουν κβαντικές πληροφορίες μέσα από αυτήν.

Οι ερευνητές κατάφεραν να αναπτύξουν ένα κβαντικό πείραμα που τους επέτρεψε να μελετήσουν τη δυναμική συμπεριφορά μιας θεωρητικής σκουληκότρυπας.

Μολονότι δεν επρόκειτο για πραγματική «σκουληκότρυπα» στον χωροχρόνο (που στην επιστημονική φαντασία χρησιμοποιείται για μακρινά ταξίδια στο σύμπαν), το εν λόγω πείραμα ήταν ένα ακόμη βήμα για τη «συνάντηση» της κβαντομηχανικής με τη βαρύτητα. Τέτοιες προσομοιώσεις μπορούν να βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόηση του πώς συνδυάζονται αυτές οι δύο έννοιες σε μια θεωρία κβαντικής βαρύτητας, ίσως το δυσκολότερο και σημαντικότερο πρόβλημα στη σύγχρονη Φυσική.

Μέχρι σήμερα η κβαντομηχανική που «βασιλεύει» στον κόσμο των πολύ μικρών διαστάσεων, και η γενική σχετικότητα του Αϊνστάιν που περιγράφει τη βαρύτητα και «κυβερνά» τον πολύ μεγάλο κόσμο στο σύμπαν, δεν έχει κατορθωθεί να «παντρευτούν». Έτσι, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία περιγραφή της βαρύτητας σε κβαντική κλίμακα.

Οι φυσικοί άρχισαν να αναπτύσσουν θεωρίες για χωροχρονικές «σκουληκότρυπες» ήδη από το 1935, όταν ο Αϊνστάιν και ο συνάδελφος του Νέιθαν Ρόζεν μίλησαν για «τούνελ» στον ιστό του χωροχρόνου. Αρχικά ονομάζονταν «γέφυρες Αϊνστάιν-Ρόζεν» και στη δεκαετία του 1950 βαφτίστηκαν «σκουληκότρυπες» από τον ειδικό στις μαύρες τρύπες φυσικό Τζον Γουίλερ. Το 2013 έγινε από τους φυσικούς Χουάν Μαλδασένα και Λέοναρντ Σάσκιντ η πρώτη σύνδεση ανάμεσα στις σκουληκότρυπες και στο φαινόμενο της κβαντικής διεμπλοκής (ή κβαντικού εναγκαλισμού).

Οι ερευνητές, του Ινστιτούτου Τεχνολογίας της Καλιφόρνιας (Caltech), που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο «Nature», δημιούργησαν μια προσομοίωση ενός χωροχρονικού τούνελ που είχε μικροσκοπικές μαύρες τρύπες στα δύο άκρα του και μέσω του οποίου μπορούσε να περάσει ένα μήνυμα μέσω κβαντικής τηλεμεταφοράς.

«Ήταν απλώς μια σκουληκότρυπα μωρό, ένα πρώτο βήμα για να ελέγξουμε τις θεωρίες της κβαντικής βαρύτητας και καθώς θα αυξάνεται η κλίμακα των κβαντικών υπολογιστών, θα αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε μεγαλύτερα κβαντικά συστήματα για να προσπαθήσουμε να δοκιμάσουμε μεγαλύτερες ιδέες στην κβαντική βαρύτητα», στο ερευνητικό πρόγραμμα κβαντικών επικοινωνιών QCCFP (Quantum Communication Channels for Fundamental Physics)του Τμήματος Επιστήμης του υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ.

«Η σχέση ανάμεσα στην κβαντική διεμπλοκή, τον χωροχρόνο και στην κβαντική βαρύτητα είναι ένα από τα πιο σημαντικά ζητήματα στη θεμελιώδη φυσική και μια δραστήρια περιοχή θεωρητικής έρευνας. Έχουμε ενθουσιαστεί που κάναμε αυτό το μικρό βήμα για τη δοκιμή αυτών των ιδεών σε κβαντικό μηχάνημα και θα συνεχίσουμε τις προσπάθειές μας».

Απέχουμε ακόμη πολύ μακρύ δρόμο μέχρι να δημιουργηθεί μια πραγματική σκουληκότρυπα και να ταξιδέψουν άνθρωποι μέσα από αυτήν.

Οι Νήσοι των Μακάρων

Η Ελληνική μυθολογία, εκτός από τα Ηλύσια πεδία, περιελάμβανε κι έναν άλλο ειδυλλιακό τόπο διαμονής των ηρώων και των ενάρετων ανθρώπων μετά τον συμβατικό θάνατό τους, τους Νήσους των Μακάρων, που ταυτίζονται πολλές φορές με αυτά. Και αυτά βρίσκονται δυτικά, στις εσχατιές της Γης, στο ρεύμα του «βαθυδίνη» Ωκεανού όπου οι «όλβιοι» ζουν εκεί τρισευτυχισμένοι σε ένα περιβάλλον Χρυσής Εποχής. Ο ήλιος λάμπει μέρα νύχτα και δεν σκοτεινιάζει ποτέ και η γόνιμη και καρποφόρα ζωδότρα γη δίνει πολλές σοδιές το χρόνο. Δεν υπάρχουν εδώ έγνοιες, κόποι, πόνοι και καημοί και όλοι ζουν μακάρια παίζοντας και γιορτάζοντας, ευδαίμονες, χωρίς κανένα πρόβλημα ή κακό να σκιάζει την καθημερινότητά τους. Εδώ οι λίγοι και εκλεκτοί των Θεών ζουν ό,τι δεν μπορούν να ζήσουν οι κοινοί θνητοί πάνω στη γη, στον κόσμο της «ύβρεως», που αντιπαραβάλλεται πάντοτε με τον κόσμο των θεών και τον παράλληλο μυθικό κόσμο της Χρυσής Εποχής.

Ο Ησίοδος μιλώντας για τα πέντε γένη της ανθρωπότητας, αναφέρει ειδικά για τους ήρωες του τετάρτου γένους, ότι ο Δίας έδωσε σε μερικούς απ’ αυτούς τη χάρη να ζήσουν μετά το θάνατο «εν μακάρων νήσοισι παρ’ ωκεανώ βαθυδίνην», όπου ο ζωοδότρα γη (ζείδωρος άρουρα) παράγει τρεις φορές το χρόνο «μελιηδέα καρπόν»:

«Όπου τους πιο πολλούς στο χώμα τους παράχωσε
το τέλος του θανάτου. Σε κάποιους όμως έδωσε τη χάρη
ο Κρονίδης Ζευς να μείνουν πέρα απ᾽ τους ανθρώπους·
σαν αγαθός πατέρας τους κατοίκισε στα πέρατα του κόσμου,
κι εκεί, με δίχως λύπη στην ψυχή τους,
κατοικούν στις Νήσους των Μακάρων, πλάι στις ροές
του Ωκεανού, του βαθυστρόβιλου, ήρωες ευτυχείς·
που τους προσφέρει τρεις φορές η σιτοφόρα γη τον χρόνο
ώριμους και γλυκούς καρπούς, σαν μέλι
».
(Ησίοδος, Έργα και Ημέραι, 166-174»

Στον Όμηρο και στον Ησίοδο παρουσιάζεται ένας αριστοκρατικός εκλεκτισμός των Θεών ως προς εκείνους τους λίγους που επιτρέπουν να ζήσουν στα Ηλύσια πεδία ή στα Νησιά των Μακάρων, ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι είναι καταδικασμένοι να ζήσουν μετά το θάνατο στον σκοτεινό και «ατερπή» Άδη, διατηρώντας μόνο ένα είδωλο ή σκιά που τρέφεται από τις χοές που κάνουν οι ζωντανοί συγγενείς του. Για τους ιδιαίτερα ασεβείς και αμαρτωλούς επιφυλάσσεται ο Τάρταρος, το δεσμωτήριο του Άδη, όπου βασανίζονται αιώνια – εκτός από τους Τιτάνες – άνθρωποι ασεβείς, όπως ο Φλεγύας που πυρπόλησε το Ιερό του Απόλλωνα στους Δελφούς και κρέμεται τώρα συνεχώς από πάνω του μια μεγάλη πέτρα, ο Ιξίωνας που τόλμησε να ενωθεί με την Ήρα και είναι τώρα δεμένος ανάσκελα με φίδια πάνω σ’ ένα πύρινο τροχό, περιστρεφόμενος, μαζί με αυτόν, αιώνια στον Τάρταρο. Ή ο Σίσυφος, που ανεβάζει στη κορυφή ενός βουνού μια μεγάλη πέτρα, που όμως όταν φτάσει εκεί ξανακυλάει κάτω, ή ο Τάνταλος, που δεν μπορεί να ικανοποιήσει τη πείνα και τη δίψα του, οι Αλωάδες και οι Δαναϊδες με τον τρύπιο πίθο τους.

Προφανώς δεν είναι λόγω της ανώτερης ηθικής τους που οι ήρωες απολαμβάνουν τους ειδυλιακούς και παραδείσιους αυτούς τόπους, «μεταφερόμενοι» μάλιστα εκεί από τους Θεούς χωρίς να πεθάνουν, αλλά η ευγενική τους κατά το πλείστον καταγωγή και η στενή έτσι συγγένειά τους με τους Θεούς. Μόνον για τους απογόνους Θεών και βασιλιάδων επιφυλάσσεται αυτή η επιλεκτική και αριστοκρατική ουσιαστικά μακαριότητα που προσφέρουν οι Θεοί στα Νησιά των Μακάρων.

Εκεί βασιλεύει ο Κρόνος με βοηθό του τον ξανθό Ραδάμανθυ, αφού ο ειδυλλιακός αυτός τόπος είναι ένα αντίγραφο της Χρυσής Εποχής (του Χρυσού Γένους της Ανθρωπότητας), οπότε βασίλευσε πάλι ο αγκυλομήτης. Εκεί είναι επίσης οι οι άλλοι δύο Κριτές του Άδη, ο Μίνωας και ο Αιακός κι εκτός από τον Αχιλλέα και τον Μενέλαο, ο Πηλέας, ο Διομήδης, ο Αίαντας, ο Νεοπτόλεμος, η Ιφιγένεια, ο Πάτροκλος, ο Ορφέας και η Ευρυδίκη, ο Κάδμος και η Αρμονία και η μητέρα του Ηρακλή Αλκμήνη, την οποία νυμφεύθηκε ο Ραδάμανθυς.

Εκεί επίσης έστειλε ο Ποσειδώνας, σύμφωνα με τον Ελλάνικο, τον γιο του Λύκο από την κόρη του Άτλαντα Κελαινώ: «Κελαινοί δε μίσγεται Ποσειδέων· των δε γίγνεται Λύκος, ον ο πατήρ κατοικίζει εν μακάρων νήσοις, και ποιεί αθάνατον (Απόσπασμα 1a,4,F.19b.5). Πάντως δε δέχονται όλοι οι ήρωες και όλοι οι βασιλιάδες τη μεγάλη αυτή εύνοια των θεών.

Με την πάροδο των ετών, κάτω από την επίδραση των Ελευσινίων και Ορφικών Μυστηρίων, αυξήθηκε ο αριθμός των κατοίκων των Νήσων των Μακάρων. Δεν απολάμβαναν πια μόνον οι ήρωες, εκλεκτοί των Θεών, την παραμονή τους εκεί, αλλά και οι μύστες, οι δίκαιοι και οι ενάρετοι. Αντίθετα, με την επίδραση πάλι του Ορφισμού, ο Άδης ή «Κάτω Κόσμος» μετατράπηκε σε ένα τόπο τιμωρίας των φαύλων και ασεβών. Την αλλαγή αυτής της στάσης παρατηρούμε και στον Πλατωνικό «Γοργία», όπου ο Σωκράτης εξιστορεί ότι από την εποχή του Κρόνου υπάρχει ένας νόμος στους Θεούς πως όποιος από τους ανθρώπους περάσει τη ζωή του δίκαια και αγνά να πηγαίνει όταν πεθαίνει στις νήσους των Μακάρων και να ζει εκεί πλήρως ευτυχισμένος μακριά απ’ όλα τα κακά, ενώ άμα την περάσει άδικα και ανόσια να ρίχνεται στον Τάρταρο λαμβάνοντας εκεί μια δίκαιη τιμωρία.

Δικαστές την εποχή του Κρόνου, αλλά και πιο πρόσφατα, όταν κυβερνούσε ο Δίας, ήταν ζωντανοί για τους ζωντανούς, που του δίκαζαν την μέρα που επρόκειτο να πεθάνουν. Οι κρίσεις όμως ήταν έτσι μεροληπτικές και ο Πλούτωνας και οι επιμελητές από τα νησιά των Μακάρων παραπονιόντουσαν στο Δία ότι έρχονταν στον τόπο τους άνθρωποι που δεν ταίριαζαν με αυτόν, όπως άνθρωποι με κακή ψυχή που παρουσιάζονταν με όμορφα ρούχα, πλούτη και ευγενική καταγωγή και πολλούς μάρτυρες να καταθέτουν υπέρ τους παρουσιάζοντάς τους δήθεν ως δίκαιους, εκπλήττοντας τους δικαστές.. Ο Δίας αποφάσισε όλοι οι άνθρωποι να κρίνονται γυμνοί, χωρίς στολίδια και περικαλύμματα αφού πεθάνουν. Ανάλογα και οι κριτές που θα τους έκριναν, έπρεπε και αυτοί να είναι γυμνοί, να έχουν δηλαδή και αυτοί πεθάνει, ώστε να μπορούν να τους δουν καθαρά ψυχή προς ψυχή όπως πραγματικά είναι και όχι με υλικά μάτια, σώμα και αυτιά.

Έτσι ο Δίας έκανε στο εξής Κριτές των ψυχών τους γιους του, Μίνωα και τον Ραδάμανθυ από την Ασία και τον Αιακό από την Ευρώπη, οι οποίοι και δικάζουν στο εξής τους νεκρούς στο τρίστατο, απ’ όπου ο ένας δρόμος οδηγεί στα Νησιά των Μακάρων και ο άλλος στον Τάρταρο. Αυτούς που προέρχονται από την Ασία τους κρίνει ο Ραδάμανθυς και αυτούς από την Ευρώπη ο Αιακός, ενώ ο Μίνωας έχει την τελική κρίση, αν υπάρχει κάποια διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων.

Ο Πίνδαρος, ο μεγάλος λυρικός ποιητής της αρχαιότητας (522–443 π.κ.ε), επηρεασμένος σαφώς από τον Ορφισμό, παρουσιάζει στον 2ο Ολυμπιόνικό του τα Νησιά των Μακάρων στον ενικό «Μακάρων Νάσος» όπου πηγαίνουν όσοι παραμένουν δίκαιοι και αναμάρτητοι τρεις φορές (υποννοείται εδώ το δόγμα της μετενσάρκωσης) στο πάνω και στον κάτω κόσμο:

«Κι όσοι σταθήκανε ικανοί.
μένοντας απο τρεις φορές
στον ένα και στον άλλο κόσμο,
να φυλαχτούν ολότελ’ από τ’ άδικα,
του Δία το δρόμο βγάλανε ως την άκρη του
προς τον ψηλό του Κρόνου πύργο
εκεί όπου οι αύρες πνέουνε του Ωκεανού
στα νησιά γύρω των Μακάρων
κι άνθια χρυσά φεγγοβολούν
άλλα απο δέντρα ολόλαμπρα, στη γη
(κι) άλλα που το νερό τα θρέφει
και μ’ αυτά πλέκουνε γιρλάντες για τα χέρια των
και για τις κεφαλές στεφάνια
κατά τη δίκαιη κρίση του Ραδάμανθη,
που πρόθυμό του πάρεδρο τον έχει ο μέγας
πατέρας, ο άντρας της Ρέας, της θεάς
με τον απ’ όλους πιο ψηλό το θρόνο.
Μαζί μ’ αυτούς κι ο Κάδμος κι ο Πηλέας λογιάζουνται,
κι έφερε και τον Αχιλλέα εκεί η μητέρα του,
αφού την καρδιά λύγισε
του Δία με τα θερμά της παρακάλια
..»
Πίνδαρος, Ολυμπιόνικος II 127

Ο Πίνδαρος παρουσιάζει καθαρά τη βασιλεία του Κρόνου και της Ρέας στα Νησιά των Μακάρων υποστηρίζοντας έτσι έμμεσα ότι η ζωή σ’ αυτά αποτελεί μια συνέχεια της Κρόνιας ή Χρυσής Εποχής του Ησιόδου. Το μυθικό έτσι παρελθόν συνεχίζεται στο παρόν στον παράλληλο κόσμο των Νήσων των Μακάρων. Η μετενσάρκωση που παρουσιάζει εδώ ο Πίνδαρος είναι κάτι εντελώς νέο, που δεν βρίσκεται στον Όμηρο ή στον Ησίοδο, στα πλαίσια της Χρυσής Εποχής. Δεν αρκεί μία μόνον ζωή, αλλά τρεις για να κερδίσουν οι δίκαιοι αυτή τη «χρυσή» ανταμοιβή. Η Ορφική διδασκαλία μιλάει για έναν «Ιερό Δρόμο» που πρέπει να ακολουθήσει ο μυημένος για να απαλλαγεί τελικά από τον Τροχό της Ανάγκης και να ζήσει έτσι στα Νησιά των Μακάρων, ανάμεσα στους άλλους ήρωες.

Τα Ηλύσια Πεδία και οι Νήσοι των Μακάρων εκφράζουν αντιλήψεις εποχών πολύ παλαιότερων από αυτές του Ομήρου και του Ησιόδου και ανάγονται ίσως στην Μυκηναϊκή Εποχή. Ο Πίνδαρος παρουσιάζει παραπάνω τα Νησιά των Μακάρων να βρίσκονται «παρ’ ωκεανόν βαθυδίνην» (που δε φαίνεται στην μετάφραση), κι επομένως σε μια μακρινή άγνωστη χώρα, όπως και τα Ηλύσια πεδία ή στα «πείρατα» του κόσμου, όπως επίσης η χώρα των Αιθιόπων που επισκέπτονται συχνά οι Θεοί και συνδειπνούν μαζί τους ή των Υπερβορείων που επισκέπεται ο Απόλλωνας στους χειμερινούς μήνες.

Τα Νησιά των Μακάρων έχουν ταυτιστεί κατά καιρούς με διάφορα νησιά του Ατλαντικού Ωκεανού «πέρα από τις Ηράκλειες Στήλες», όπως οι Μικρές Αντίλες, οι Μαδέρες, οι Αζόρες, οι Σαλβάχες, οι Βερμούδες, οι Κανάριες νήσοι και τα νησιά του Πράσινου Ακρωτηρίου, με σπουδιαότερο γενικά υποψήφιο τις Κανάριες νήσους. Λέγεται ότι ο Κλαύδιος Πτολεμαίος χρησιμοποίησε τις Νήσους των Μακάρων ως σημείο αναφοράς για τη μέτρηση του γεωγραφικού μήκους.

Ο Στράβωνας τα ταύτισε με τα Νησιά των Εσπερίδων, όπου κατοικούσαν σύμφωνα με τον μύθο οι νύμφες Εσπερίδες, οι οποίες φύλαγαν τα χρυσά μήλα των θεών που έκλεψε ο Ηρακλής με τον Άθλο του. Ο Πλίνιος τα ταύτισε με τις Κανάριες Νήσους που «βρίθουν καρπών και πτηνών κάθε είδους». Έχουν ταυτιστεί επίσης με τα «Νησιά του Αιόλου» ή «Αιολίδες Νήσους» στη νότια Τυρρηνική Θάλασσα, τις «Αιγάδες Νήσους» ή «Αιγούσες» στα βορειοδυτικά της Σικελίας και άλλα μικρότερα νησιά της Σικελίας.

Ο Ηρόδοτος μιλάει στο τρίτο βιβλίο του για την «Όαση», επτά ημερών ταξίδι μέσα στην άμμο από τη Θήβα της Αιγύπτου, που την κατοικούν Σάμιοι και λέγεται στη ελληνική γλώσσα «Νησιά των Μακάρων» (3.26.1). Ο Στέφανος ο Βυζάντιος ονομάζει την «Όαση» του Ηρόδοτου και «Αύαση» και μας πληροφορεί ότι και ο Δούρος την ονόμαζε «Νήσον Μακάρων». Ο Φώτιος (Βίβλ. 61a) λέει ότι σύμφωνα με τον Ολυμπιόδωρο αυτή η πόλη ήταν παλιά νησί που αποχερσώθηκε και γι’ αυτό την ονομάζει ο Ηρόδοτος «Μακάρους Νήσους» και ότι ο Ηρόδωρος την ονομάζει Φαιακίδα.

Επίσης ο Φώτιος μας πληροφοροιεί στο Λεξικό του ότι «Μακάρων Νήσος» ονομαζόταν και η Ακρόπολη των Θηβών». Αξίζει να σημειωθεί ότι ένας Γερμανικός χάρτης του 1493 από το Χρονικό της Νυρεμβέργης του Χάρτμαν Σίντελ, αποτυπώνει τρία νησιά στα δυτικά της βόρειας Αφρικής ως «Μακάρων Νήσους».

Ο Φιλόστρατος αναφέρει στο «Βίο του Απολλώνιου του Τυανέα (τ..2) ότι «τα νησιά των Μακάρων πρόκειται να καθοριστούν από τα όρια της Λιβύης, όπου ανυψώνονται προς το ακατοίκητο ακρωτήριο”. Σε αυτήν την γεωγραφία, η Λιβύη θεωρείτο ότι επεκτεινόταν δυτικά μέσω της Μαυριτανίας “μέχρι το στόμιο του ποταμού Σάλεξ, περίπου εννιακόσια στάδια, και πέρα από αυτό το σημείο μια περαιτέρω απόσταση που κανένας δεν μπορεί να υπολογίσει, επειδή όταν έχεις περάσει αυτό τον ποταμό η Λιβύη είναι μια έρημος που δεν υποστηρίζει πια κανένα πληθυσμό.”

Στο Βίο του Ρωμαίου Πολιτικού Σερτώριου (Quintus Scrtorius (123-73 π.κ.ε) ο Πλούταρχος τον παρουσιάζει στο μέσον ενός εμφυλίου πολέμου να πληροφορείται από κάποιους ναύτες που συνάντησε στης εκβολές του ποταμού Γουαδαλκιβίρ και είχαν έλθει πρόσφτα από τον Ατλαντικό Ωκεανό, για δύο νησιά χωρισμένα μεταξύ τους με ένα μικρό προρθμό, δέκα χιλιάδες στάδια μακριά από την Αφρική (ίσως οι Κανάριοι νήσοι). Αυτά ονομάζονται νησιά των «Μακάρων».

Σπάνια πέφτει εκεί βροχή και λίγη και οι άνεμοι είναι απαλοί και φέρνουν δροσιά που όχι μόνον κάνουν το χώμα πλούσιο για όργωμα και φύτεμα, αλλά και τόσο πολύ καρποφόρο, που παράγει από μόνο του πολλά όμορφα φρούτα, αρκετά για τους θρέψουν τους κατοίκους τους, οι οποίοι απολαμβάνουν τα πάντα εδώ χωρίς κόπο και μόχθο. Οι εποχές είναι ήπιες και απαλή η μετάβαση από τη μία στην άλλη, έτσι ώστε ο αέρας να είναι συνεχώς ήρεμος και ευχάριστος.

Οι βίαιοι βορεινοί και ανατολικοί άνεμοι που φυσούν από τις ακτές της Ευρώπης και της Αφρικής, διαλύονται στον απέραντο ανοιχτό χώρο και χάνουν εντελώς τη δύναμή τους πριν φτάσουν σε αυτά τα νησιά. Οι μαλακοί δυτικοί και νότιοι άνεμοι που πνέουν πάνω τους φέρνουν μερικές φορές λίγες ψιχάλες από τη θάλασσα και τις περισσότερες φορές ένα υγρό λαμπρερό καιρό, που δροσίζει και γονιμοποιεί απαλά το χώμα, έτσι ώστε επικρατεί η σταθερή πεποίθηση, ακόμα και στους βαρβάρους, ότι αυτό είναι το Ηλύσιο πεδίο και η κατοικία των Μακάρων που ύμνησε ο Όμηρος.

Όταν ο Σερτώριος άκουσε αυτή την ιστορία, ένιωσε μια σφοδρή επιθυμία στην καρδιά να πάει και να ζήσει σε αυτά τα νησιά, ήρεμα και ειρηνικά και ασφαλής, μακριά από την τυρανία και τους ακατάπαυστους πολέμους. Αναφέρεται ότι μια παρόμοια τάση διαφυγής προς τα νησιά των Μακάρων ένιωσε αργότερα και ο ποιητής Οράτιος.

Τέλος σημειώνουμε ότι πολλά ελληνικά νησιά έχουν χαρακτηριστεί κατά καιρούς για διάφορους λόγους «Μακάρια», χωρίς ωστόσο να συνδέονται αναγκαστικά με τις Μακάριες Νήσους των αρχαίων. Όπως είναι εμφανές, στην ιστορική εξέλιξη της ιδέας των Νήσων των Μακάρων και των Ηλυσίων πεδίων μπορούμε να διακρίνουμε τρεις διαφορετικές περιόδους: 

1) την καθαρά μυθική περίοδο του είδους του Χρυσού Αιώνα που κυριαρχεί την Ομηρική και Ησιόδεια περίοδο, όπου οι ιδεατοί-ουτοπικοί αυτοί τόποι είναι κατοικία των ηρώων και των ευνοουμένων των Θεών

2) την μυθικο-θρησκευτική περίοδο, κάτω από την επίδραση του Ορφισμού και του Πυθαγορισμού (5ος αι. π.κ.ε), με βασικούς αναμορφωτές τον Πίνδαρο και μετά τον Πλάτωνα που δημοκρατικοποιεί την αριστοκρατική προηγουμένως αντίληψη για των κατοίκους των ειδυλλιακών τόπων και αρχίζει να διεκδικεί έντονα νέες θέσεις για τους μύστες, τους δίκαιους και ενάρετους

3) στην περίοδο της «γείωσης» ή «απομυθοποίησης», όπου με την επέκταση της γνώσης και την ανάπτυξη των πληθυσμών και ιδιαίτερα των γεωγραφικών γνώσεων γίνεται μια προσπάθεια ταύτισης των Νησιών των ιδανικών αυτών τόπων με πραγματικά νησιά και ιδιαίτερα με κάποια νησιά του Ατλαντικού. Τέλος σημειώνουμε ότι σύμφωνα με τον Ιάμβλιχο «Ο Βίος του Πυθαγόρα», οι Πυθαγόρειοι συμβόλιζαν τις Νήσους των Μακάρων με τον Ηλιο και την Σελήνη “οιον τί εστιν αι μακάρων νήσοι; Ηλιος καί Σελήνη”

Φρήντριχ Νίτσε: Η πιο μεγάλη τέχνη είναι να ξέρεις να αποχωρείς την κατάλληλη στιγμή

Ρήσεις του μεγάλου φιλοσόφου που έλεγε ότι δεν σκοτώνει κανείς με την οργή, αλλά με το γέλιο.

“Η πιο μεγάλη τέχνη είναι να ξέρεις να αποχωρείς την κατάλληλη στιγμή.” έλεγε ο Φρήντριχ Νίτσε.

Και είχε δίκιο… Σπουδαίο προσόν να έχεις τη δύναμη να φεύγεις όταν οι άλλοι δεν μπορούν να σε “κρατήσουν”… Κι αυτό ισχύει σε όλους τους τομείς… Αν δεν εκτιμούν την αξία σου, αν δε σε σέβονται, αν δε σου δείχνουν – τόσο με τη συμπεριφορά, όσο και με τις πράξεις τους -ότι επιθυμούν να είσαι δίπλα τους, τότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να παραμένεις εκεί… Κι αν όταν αποχωρήσεις, νιώσουν την έλλειψή σου, μην γυρίσεις… Γιατί αυτό που έχει σημασία είναι να συνειδητοποιήσουν πόσο πολύ τους ενδιαφέρεις, μόνο όταν είσαι μαζί τους… Κανένας δεν είναι δεδομένος, άλλωστε…

Ο Φρήντριχ Νίτσε υπήρξε ένας από τους πρώτους υπαρξιστές φιλοσόφους. Έγραψε κριτικά δοκίμια για τη θρησκεία, την ηθική, τον πολιτισμό, τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, δείχνοντας ιδιαίτερη κλίση στη χρήση μεταφορών, ειρωνείας και αφορισμών.

Κάποιες από τις κεντρικές ιδέες της φιλοσοφίας του περιλαμβάνουν τον «θάνατο του Θεού», την ύπαρξη του υπερανθρώπου, την ατέρμονη επιστροφή, τον προοπτικισμό ,τη θεωρία της ηθικής κυρίων – δούλων. Η ριζική αμφισβήτηση της αξίας και της αντικειμενικότητας της αλήθειας -από μέρους του- έχει οδηγήσει σε πολλές διαμάχες. Η επίδρασή του δε, παραμένει ουσιαστική, κυρίως στον υπαρξισμό, τον μεταμοντερνισμό και του μεταστρουκτουραλισμό.

Aκολουθούν 40 από τις σπουδαιότερες ρήσεις του…
  1. Αρχίζει κανείς ξεμαθαίνοντας να αγαπάει άλλους και καταλήγει στο να μη βρίσκει πια τίποτε που να αξίζει καθ’ εαυτό να το αγαπήσει.
  2. Ζοφερή είναι η ανθρώπινη ύπαρξη και πάντα δίχως νόημα: ένας παλιάτσος μπορεί να γίνει η μοίρα της.
  3. Το να κοιμάσαι δεν είναι ασήμαντη τέχνη: χρειάζεται, για να το πετύχεις, να αγρυπνάς όλη τη μέρα.
  4. Αν η ζωή δεν είχε κανένα νόημα και έπρεπε να διαλέξω την α-νοησία, τότε η α-νοησία αυτή θα μου φαινόταν η πιο αξιοδιάλεχτη.
  5. Η γιατρειά για τον έρωτα εξακολουθεί να είναι στις περισσότερες περιπτώσεις εκείνο το παλιό δραστικό φάρμακο: η ανταπόδοση αγάπης.
  6. Η δεξιοτεχνία επιτυγχάνεται όταν δε σφάλλει, ούτε διστάζει κανείς στην εκτέλεση.
  7. Όποιος θέλει να σκοτώσει τον αντίπαλό του, ας αναλογιστεί μήπως έτσι ακριβώς τον απαθανατίζει μέσα του.
  8. Όποιος τιμωρείται, δεν είναι πια εκείνος που έχει κάνει την πράξη. Είναι πάντα ο αποδιοπομπαίος τράγος.
  9. Εκείνος που φτάνει στη γνώση, κατεβαίνει απρόθυμα στα νερά της αλήθειας, όχι όταν αυτή είναι βρόμικη, αλλά όταν είναι ρηχή.
  10. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να ελευθερωθούν από τις δικές τους αλυσίδες και όμως είναι ελευθερωτές των φίλων τους.
  11. Όσα δίνετε στον φίλο σας, εγώ θα τα δώσω στον εχθρό μου και πάλι δε θα γίνω φτωχότερος.
  12. Η συναναστροφή με τους ανθρώπους χαλάει το χαρακτήρα, ιδιαίτερα όταν δεν έχει κανείς τέτοιον.
  13. Όποιος ζει όπως τα παιδιά – δηλαδή δεν παλεύει για το ψωμί του και δεν πιστεύει ότι οι πράξεις του έχουν τελική σημασία – παραμένει παιδιάστικος.
  14. Η γυναίκα αυτή είναι όμορφη και έξυπνη: αχ, πόσο εξυπνότερη θα είχε γίνει, αν δεν ήταν όμορφη!
  15. Θα πίστευα μόνο σε ένα θεό που ξέρει να χορεύει.
  16. Δε σκοτώνει κανείς με την οργή, αλλά με το γέλιο.
  17. Ήταν φίλοι, έπαψαν όμως να είναι, και διέκοψαν συγχρόνως τη φιλία τους, ο ένας επειδή πίστευε ότι είχε παραγνωριστεί πάρα πολύ, ο άλλος επειδή πίστευε ότι είχε αναγνωριστεί πάρα πολύ – και επ’ αυτού εξαπατήθηκαν και οι δύο! – διότι κανένας τους δε γνώριζε αρκετά τον εαυτό του.
  18. Ο άνθρωπος είναι ένα σχοινί, τεντωμένο ανάμεσα στο ζώο και στον Υπεράνθρωπο – ένα σχοινί πάνω από μια άβυσσο.
  19. Αυτό που είναι μεγάλο στον άνθρωπο είναι ότι αυτός είναι γεφύρι και όχι σκοπός: αυτό που μπορεί να αγαπήσει κανείς στον άνθρωπο είναι ότι αυτός είναι ένα πέρασμα και μια δύση.
  20. Κανένας δεν ψεύδεται τόσο όσο ο αγανακτισμένος άνθρωπος.
  21. Δε γνωρίζω τίποτε που να με έκανε να στοχαστώ περισσότερο το κρύψιμο και τη φύση Σφίγγας του Πλάτωνα όσο αυτό το ευτυχώς διασωθέν περιστατικό: το ότι κάτω από το μαξιλάρι του νεκροκρέβατού του δε βρήκαν καμιά «Βίβλο», τίποτε αιγυπτιακό, πυθαγόρειο, πλατωνικό – αλλά τον Αριστοφάνη.
  22. Πολύ λίγοι είναι φτιαγμένοι για ανεξαρτησία – είναι ένα προνόμιο των δυνατών.
  23. Οι υψηλότερες διοράσεις μας πρέπει – και θα έπρεπε! – να ηχούν σαν τρελές σε ορισμένες περιπτώσεις, σαν εγκλήματα, όταν φτάνουν με ανεπίτρεπτο τρόπο στα αυτιά εκείνων που δεν είναι φτιαγμένοι και προορισμένοι γι’ αυτές.
  24. Όταν γυμνάσει κανείς τη συνείδησή του, αυτή τον φιλάει την ίδια στιγμή που τον δαγκώνει.
  25. Δεν υπάρχουν καθόλου ηθικά φαινόμενα, αλλά μόνο μια ηθική ερμηνεία των φαινομένων.
  26. Ο αισθησιασμός επισπεύδει τόσο την ανάπτυξη του έρωτα, που η ρίζα παραμένει αδύναμη και μπορεί να ξεριζωθεί εύκολα.
  27. Στην αληθινή αγάπη, η ψυχή είναι εκείνη που περιβάλλει το σώμα.
  28. Η γυναίκα δε θα είχε το δαιμόνιο του καλλωπισμού, αν δεν είχε το ένστικτο ότι παίζει το δεύτερο ρόλο.
  29. Το να μιλάς πολύ για τον εαυτό σου μπορεί να είναι και ένα μέσο για να τον κρύβεις.
  30. Στον έπαινο υπάρχει περισσότερη ενόχληση απ’ ότι στη μομφή.
  31. Αγαπάμε τελικά τις επιθυμίες μας και όχι αυτό που επιθυμούμε.
  32. Δε με συντάραξε το ότι μου είπες ψέματα, αλλά το ότι δε σε πιστεύω πια.
  33. Η αγάπη είναι μια κατάσταση όπου ο άνθρωπος βλέπει συνήθως τα πράγματα έτσι όπως αυτά δεν είναι.
  34. Ακόμα και ο πιο θαρραλέος από εμάς σπάνια έχει το θάρρος για αυτό που γνωρίζει.
  35. Δίχως τη μουσική η ζωή θα ήταν ένα λάθος.
  36. Ο απογοητευμένος μιλά: Ψάχνω μεγάλους ανθρώπους, μα βρίσκω πάντα τους πιθήκους του ιδεώδους τους.
  37. Η συνταγή για τη δική μου ευτυχία; Ένα Ναι, ένα Όχι, μια ευθεία γραμμή, ένας σκοπός.
  38. Στη μεγαλύτερη συμφορά που αντιπροσωπεύει ο χριστιανισμός, ο Πλάτωνας είναι εκείνη η αμφισημαντότητα και γοητεία που ονομάζεται «ιδεώδες», η οποία έκανε τις ευγενέστερες φύσεις της αρχαιότητας να παρανοήσουν τον εαυτό τους και να περάσουν τη γέφυρα που οδηγούσε στο «σταυρό».
  39. Τα μεγάλα λόγια και στάσεις ταιριάζουν πολύ στους παρακμιακούς.
  40. Οι «πόνοι της γέννας» καθαγιάζουν κάθε πόνο∙ κάθε γίγνεσθαι και αναπτύσσεσθαι, καθετί που υπόσχεται ένα μέλλον, προϋποθέτει τον πόνο.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΙΚΟΣ

ΙΣΟΚΡ 7.77–84

(ΙΣΟΚΡ 7) 

Ἐπίλογος: Σύγκριση πατρογονικού και σύγχρονου πολιτεύματος – Έκκληση για επαναφορά του πρώτου

[77] Ἀλλὰ γὰρ ἢν ἐπακολουθῶ τοῖς ἐνοῦσιν ἐπιτιμῆσαι
καὶ κατηγορῆσαι τῶν ἐνεστώτων πραγμάτων, δέδοικα μὴ
πόρρω λίαν τῆς ὑποθέσεως ἀποπλανηθῶ. περὶ μὲν οὖν
τούτων καὶ πρότερον εἰρήκαμεν, καὶ πάλιν ἐροῦμεν, ἢν μὴ
πείσωμεν ὑμᾶς παύσασθαι τοιαῦτ’ ἐξαμαρτάνοντας· περὶ δ’
ὧν ἐξ ἀρχῆς τὸν λόγον κατεστησάμην, βραχέα διαλεχθεὶς
παραχωρῶ τοῖς βουλομένοις ἔτι συμβουλεύειν περὶ τούτων.

[78] Ἡμεῖς γὰρ ἢν μὲν οὕτως οἰκῶμεν τὴν πόλιν ὥσπερ
νῦν, οὐκ ἔστιν ὅπως οὐ καὶ βουλευσόμεθα καὶ πολεμήσομεν
καὶ βιωσόμεθα καὶ σχεδὸν ἅπαντα καὶ πεισόμεθα καὶ πρά-
ξομεν ἅπερ ἐν τῷ παρόντι καιρῷ καὶ τοῖς παρελθοῦσι
χρόνοις· ἢν δὲ μεταβάλωμεν τὴν πολιτείαν, δῆλον ὅτι κατὰ
τὸν αὐτὸν λόγον, οἷά περ ἦν τοῖς προγόνοις τὰ πράγματα,
τοιαῦτ’ ἔσται καὶ περὶ ἡμᾶς· ἀνάγκη γὰρ ἐκ τῶν αὐτῶν
πολιτευμάτων καὶ τὰς πράξεις ὁμοίας ἀεὶ καὶ παραπλη-
σίας ἀποβαίνειν.

[79] Δεῖ δὲ τὰς μεγίστας αὐτῶν παρ’ ἀλλήλας θέντας
βουλεύσασθαι, ποτέρας ἡμῖν αἱρετέον ἐστίν. καὶ πρῶτον
μὲν σκεψώμεθα τοὺς Ἕλληνας καὶ τοὺς βαρβάρους, πῶς
πρὸς ἐκείνην τὴν πολιτείαν διέκειντο καὶ πῶς νῦν ἔχουσι
πρὸς ἡμᾶς. οὐ γὰρ ἐλάχιστον μέρος τὰ γένη ταῦτα συμ-
βάλλεται πρὸς εὐδαιμονίαν, ὅταν ἔχῃ κατὰ τρόπον ἡμῖν.
[80] οἱ μὲν τοίνυν Ἕλληνες οὕτως ἐπίστευον τοῖς κατ’
ἐκεῖνον τὸν χρόνον πολιτευομένοις, ὥστε τοὺς πλείστους
αὐτῶν ἑκόντας ἐγχειρίσαι τῇ πόλει σφᾶς αὐτούς· οἱ δὲ
βάρβαροι τοσοῦτον ἀπεῖχον τοῦ πολυπραγμονεῖν περὶ
τῶν Ἑλληνικῶν πραγμάτων, ὥστ’ οὔτε μακροῖς πλοίοις ἐπὶ
τάδε Φασήλιδος ἔπλεον οὔτε στρατοπέδοις ἐντὸς Ἅλυος
ποταμοῦ κατέβαινον, ἀλλὰ πολλὴν ἡσυχίαν ἦγον. [81] νῦν
δ’ εἰς τοῦτο τὰ πράγματα περιέστηκεν, ὥσθ’ οἱ μὲν
μισοῦσι τὴν πόλιν, οἱ δὲ καταφρονοῦσιν ἡμῶν. καὶ περὶ
μὲν τοῦ μίσους τῶν Ἑλλήνων αὐτῶν ἀκηκόατε τῶν στρατη-
γῶν· ὡς δὲ βασιλεὺς ἔχει πρὸς ἡμᾶς, ἐκ τῶν ἐπιστολῶν ὧν
ἔπεμψεν ἐδήλωσεν.

[82] Ἔτι πρὸς τούτοις ὑπὸ μὲν ἐκείνης τῆς εὐταξίας
οὕτως ἐπαιδεύθησαν οἱ πολῖται πρὸς ἀρετήν, ὥστε σφᾶς
μὲν αὐτοὺς μὴ λυπεῖν, τοὺς δ’ εἰς τὴν χώραν εἰσβάλλοντας
ἅπαντας μαχόμενοι νικᾶν. ἡμεῖς δὲ τοὐναντίον· ἀλλή-
λοις μὲν γὰρ κακὰ παρέχοντες οὐδεμίαν ἡμέραν διαλεί-
πομεν, τῶν δὲ περὶ τὸν πόλεμον οὕτω κατημελήκαμεν,
ὥστ’ οὐδ’ εἰς ἐξετάσεις ἰέναι τολμῶμεν ἢν μὴ
λαμβάνωμεν ἀργύριον. [83] τὸ δὲ μέγιστον· τότε μὲν
οὐδεὶς ἦν τῶν πολιτῶν ἐνδεὴς τῶν ἀναγκαίων, οὐδὲ προσ-
αιτῶν τοὺς ἐντυγχάνοντας τὴν πόλιν κατῄσχυνε, νῦν δὲ
πλείους εἰσὶν οἱ σπανίζοντες τῶν ἐχόντων· οἷς ἄξιόν ἐστιν
πολλὴν συγγνώμην ἔχειν, εἰ μηδὲν τῶν κοινῶν φροντί-
ζουσιν, ἀλλὰ τοῦτο σκοποῦσιν ὁπόθεν τὴν ἀεὶ παροῦσαν
ἡμέραν διάξουσιν.

[84] Ἐγὼ μὲν οὖν ἡγούμενος, ἢν μιμησώμεθα τοὺς προ-
γόνους, καὶ τῶν κακῶν ἡμᾶς τούτων ἀπαλλαγήσεσθαι καὶ
σωτῆρας οὐ μόνον τῆς πόλεως, ἀλλὰ καὶ τῶν Ἑλλήνων
ἁπάντων γενήσεσθαι, τήν τε πρόσοδον ἐποιησάμην καὶ
τοὺς λόγους εἴρηκα τούτους· ὑμεῖς δὲ πάντα λογισάμενοι
ταῦτα χειροτονεῖθ’ ὅ τι ἂν ὑμῖν δοκῇ μάλιστα συμφέρειν
τῇ πόλει.

***
Αλλ' όμως αν εξακολουθήσω να κατηγορώ και να επικρίνω τους σημερινούς πολιτικούς για την κατάντια των σημερινών πραγμάτων, φοβούμαι, μήπως ξεφύγω όλως διόλου από την υπόθεση που μας απασχολεί.

Για όλα αυτά και προηγουμένως εμίλησα και θα ξαναμιλήσω αργότερα, αν δεν κατορθώσω να σας πείσω να πάψετε εις το μέλλον να κάνετε τέτοια σφάλματα, αφού δε προσθέσω ακόμη λίγα για το ζήτημα που ώρισα ως υπόθεση του λόγου μου, θα παραχωρήσω το βήμα σ' εκείνους που θα είχαν τη διάθεση να συμβουλεύσουν κάτι φρονιμώτερο πάνω στο ίδιο θέμα.

Εμείς λοιπόν, αν εξακολουθήσουμε να διοικούμε την πολιτεία όπως και σήμερα, είναι αδύνατον να μη βρεθούμε στην ανάγκη να σκεπτόμαστε και να πολεμούμε και σχεδόν όλα να τα υποφέρουμε και να κατευθύνουμε τις ενέργειές μας, όπως ακριβώς στα χρόνια μας και στα χρόνια τα περασμένα. Εάν όμως μεταβάλουμε το πολίτευμα είναι φανερό ότι, όπως ακριβώς ήσαν τα πράγματα στην εποχή των προγόνων μας, έτσι θα είναι και σήμερα. Γιατί κατ' ανάγκη και φυσικήν ακολουθία από τα ίδια πολιτεύματα προβάλλουν και απορρέουν πράξεις όμοιες και ανάλογες.

Πρέπει μάλιστα, αφού παραλληλίσουμε τις πιο σοβαρές απ' αυτές τις πράξεις, να σκεφθούμε ποιες από τις δυο να εκλέξουμε. Και πρώτα–πρώτα πρέπει να παρατηρήσουμε προσεχτικά πώς διέκειντο και ποια στάση έπαιρναν απέναντι εκείνου του πολιτεύματος και οι Έλληνες και οι βάρβαροι και ποια στάση παίρνουν τώρα απέναντί μας, γιατί χωρίς άλλο τα γένη αυτά είναι μεγάλοι συντελεσταί για τη δική μας ευτυχία, όταν φέρωνται απέναντί μας όπως αξίζει στο καθένα.

Οι Έλληνες λοιπόν περιέβαλλαν με τόσην εμπιστοσύνη τους πολιτικούς εκείνης της εποχής, ώστε οι περισσότεροι απ' αυτούς θεληματικά έταξαν τον εαυτό τους στην υπηρεσία της πολιτείας. Οι βάρβαροι έπειτα τόσο πολύ απείχαν από το να ενδιαφέρωνται και να επεμβαίνουν στα Ελληνικά πράγματα, ώστε ούτε με πολεμικά πλοία δεν ετολμούσαν να πλεύσουν εντεύθεν της Φασήλιδος ούτε με στρατιωτική παράταξη ετολμούσαν να περάσουν εντεύθεν του Άλυος ποταμού, αλλ' ήσαν καθηλωμένοι στη θέση τους και ζούσαν ειρηνική ζωή.

Τώρα όμως έχουν φτάσει σε τέτοιο σημείο τα πράγματα, ώστε οι μεν Έλληνες μισούν την πολιτεία μας, οι δε βάρβαροι δεν μας λογαριάζουν καθόλου. Και όσο για το μίσος των Ελλήνων, το έχετε πληροφορηθή από τους ίδιους τους στρατηγούς, το πώς ύστερα διάκειται απέναντί μας ο βασιλεύς των Περσών μας το εφανέρωσε ο ίδιος με τα γράμματα που μας έστειλε.

Αλλ' εκτός απ' αυτό, με την παραδειγματική τάξη της παλιάς εκείνης εποχής εμορφώθηκαν οι πολίται και παρακινήθηκαν στην αρετή και πέτυχαν να βρίσκωνται σε αρμονία με τον ίδιο τον εαυτό τους και με τους άλλους συμπολίτας και τέλος να συντρίβουν στη γραμμή της μάχης όλους εκείνους που είχαν την τόλμη να εισβάλουν στη χώρα μας. Με μας συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ερχόμαστε σχεδόν κάθε μέρα σε προστριβές κι' έχουμε σε τέτοιο βαθμό παραμελήσει τα πολεμικά έργα, ώστε δεν έχουμε καν το φιλότιμο να παρουσιαστούμε σε δοκιμαστικά πολεμικά γυμνάσια, αν δεν πάρουμε προκαταβολικά την αμοιβή μας. Και το πιο σπουδαίο απ' όλα: την εποχή εκείνη δεν έλειπαν από κανένα πολίτη τα αναγκαία για τη ζωή και κανένας δεν εζητιάνευε στους δρόμους από τους περαστικούς ανθρώπους, ώστε να ντροπιάζη την πολιτεία μας, ενώ σήμερα είναι πολύ περισσότεροι οι φτωχοί από τους πλούσιους, οι οποίοι (φτωχοί) είναι άξιοι κάθε συγνώμης που δεν δίνουν καμμιά σημασία για τα κοινά πράγματα, αλλά φροντίζουν μόνο πώς θα μπορέσουν να εξοικονομήσουν τα καθημερινά τους έξοδα.

Εγώ λοιπόν έχω την ελπίδα ότι, αν θελήσουμε να μιμηθούμε τους προγόνους, και από τη σημερινή ακαταστασία θα ξεφύγουμε για πάντα και θα γίνουμε ακόμη σωτήρες όχι μόνο της πολιτείας μας, αλλά και όλων μαζί των Ελλήνων. Γι' αυτό ακριβώς παρουσιάσθηκα μπροστά σας και ανέπτυξα τις απόψεις που ακούσατε. Στο χέρι σας είναι τώρα να σταθμίσετε καλά το πράγμα και να πάρετε την απόφαση που σεις νομίζετε ότι εξυπηρετεί περισσότερο το συμφέρον της πολιτείας.