Ο εξωλέστατος Άρπαλος
Ο Αθήναιος (ακμή: περ. 200 μ.Χ.), που διασώζει τους παρατιθέμενους στίχους, αναφέρει ως πιθανό συγγραφέα του σατυρικού δράματος Ἀγὴν (βλ. σχόλ. 4) τον κατά τα άλλα άγνωστο Πύθωνα από την Κατάνη ή το Βυζάντιο, που ζούσε, φαίνεται, στον κύκλο του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και τον ίδιο τον Αλέξανδρο. Το έργο πιθανώς παρουσιάστηκε στη σκηνή το φθινόπωρο του 324 π.Χ., μετά τη φυγή του Άρπαλου (βλ. παρακάτω), όταν ο Αλέξανδρος γιόρτασε τα Διονύσια στα Εκβάτανα της Μηδίας. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του έργου απορρέει από το γεγονός ότι πρώτη φορά στην ιστορία του είδους ένα σατυρικό δράμα δεν αντλεί το θέμα του από τον μύθο, αλλά από την πολιτική επικαιρότητα, η οποία έως τότε ανήκε στην αποκλειστική αρμοδιότητα της κωμωδίας.
Στο επίκεντρο του έργου βρισκόταν, όπως φαίνεται, ο παιδικός φίλος και μετέπειτα θησαυροφύλακας̉ του Αλεξάνδρου Άρπαλος, που ήταν διαβόητος για τον πολυτελή και έκλυτο βίο του. Ο Άρπαλος, παρά το ότι παλαιότερα είχε καταχραστεί χρήματα και είχε εγκαταλείψει τον Αλέξανδρο πριν από τη μάχη στην Ισσό (333 π.Χ.), αποκαταστάθηκε από τον Αλέξανδρο και από το 330 π.Χ. είχε εγκατασταθεί στη Βαβυλώνα και ήταν πανίσχυρος. Εκεί συνέχισε να ζει όπως ζούσε και να ξοδεύει αφειδώς (από το ταμείο του Αλεξάνδρου). Ανάμεσα σε άλλα που έκανε, κάλεσε κοντά του την εταίρα Πυθιονίκη, που, όταν πέθανε, την τίμησε με υπερβολικές τιμές (βλ. σχόλ. 2). Στις αρχές του 324 π.Χ., όταν ο Αλέξανδρος, μετά την ινδική εκστρατεία, εστράφη προς τα δυτικά, ο Άρπαλος τον εγκατέλειψε και πάλι, παίρνοντας μαζί του πάμπολλα χρήματα και μισθοφορικό σώμα 8.000 ανδρών, που το είχε συγκροτήσει με χρήματα του Αλεξάνδρου. Έμεινε ένα διάστημα στην Ταρσό της Κιλικίας και το θέρος του ίδιου έτους (324) κατέληξε στην Αθήνα. Ο Αλέξανδρος ζήτησε την έκδοσή του και ο Άρπαλος συνελήφθη, κατόρθωσε όμως να διαφύγει, αφού δωροδόκησε, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, κορυφαίους Αθηναίους πολιτικούς, ανάμεσα τους τον Δημοσθένη και τον Δημάδη. Λίγο αργότερα δολοφονήθηκε στην Κρήτη.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις και τα πορίσματα της έρευνας -κυρίως του Β. Snell-, το έργο διαδραματίζεται στην έδρα του Άρπαλου, τη Βαβυλώνα. Εκτός από τον "πρωταγωνιστή" Άρπαλο και τα δύο πρόσωπα που διαλέγονται στους σωζόμενους στίχους, τα οποία δεν είναι δυνατό να ταυτιστούν, πιθανότατα εμφανιζόταν ο ίδιος ο Αλέξανδρος (Αγήν, βλ. σχόλ. 4) καθώς επίσης και η ψυχή της Πυθιονίκης και η εταίρα Γλυκέρα, οι οποίες μνημονεύονται στο απόσπασμα. Οι υποχρεωτικοί για το σατυρικό δράμα σάτυροι εικάζεται ότι εμφανίζονταν ως Βαβυλώνιοι μάγοι που επιχειρούσαν να φέρουν πίσω την ψυχή της Πυθιονίκης.
Είναι λίγο πολύ βέβαιο ότι οι στίχοι προέρχονται από τον πρόλογο του έργου. Η εισαγωγική αυτή "ξενάγηση" παρακολουθεί από κοντά την ανάλογη "ξενάγηση" του Ορέστη από τον Παιδαγωγό στον πρόλογο της Ηλέκτρας του Σοφοκλή (βλ. κυρίως στ. 7-8 οὑξ ἀριστερᾶς δ᾽ ὅδε / Ἥρας ὁ κλεινὸς ναός).
Ἀγὴν (Απόσπασμα 1)
ἔστιν δ᾽ ὅπου μὲν ὁ κάλαμος πέφυχ᾽ ὅδε
†φέτωμ᾽ ἄορνον, οὑξ ἀριστερᾶς δ᾽ ὅδε
πόρνης ὁ κλεινὸς ναός, ὃν δὴ Παλλίδης
τεύξας κατέγνω διὰ τὸ πρᾶγμ᾽ αὑτοῦ φυγήν.
5 ἐνταῦθα δὴ τῶν βαρβάρων τινὲς μάγοι
ὁρῶντες αὐτὸν παγκάκως διακείμενον
ἔπεισαν ὡς ἄξουσι τὴν ψυχὴν ἄνω
τὴν Πυθιονίκης ***
... ἐκμαθεῖν δέ σου ποθῶ
μακρὰν ἀποικῶν κεῖθεν, Ἀτθίδα χθόνα
10 τίνες τύχαι †καλοῦσιν ἢ πράττουσι τί.
ἱκανὸν ἐδείπνουν· νῦν δὲ τὸν χέδροπα μόνον
καὶ τὸν μάραθον ἔσθουσι, πυροὺς δ᾽ οὐ μάλα.
15 αὐτοῖσι τῶν Ἀγῆνος οὐκ ἐλάττονας
σίτου διαπέμψαι καὶ πολίτην γεγονέναι.
αὐτοῖσιν ὀλέθρου κοὐχ ἑταίρας ἀρραβών.
***
Εκεί όπου υψώνονται τα καλάμια που βλέπεις
υπάρχει ένα χάσμα που οδηγεί στον Άδη· 1
εδώ αριστερά είναι ο περιώνυμος ναός της πόρνης· 2
τον έχτισε φυσικά ο Παλλίδης,3
που καταδίκασε γι᾽ αυτό τον εαυτό του σε εξορία.
Εδώ λοιπόν, όταν τον είδαν κάποιοι βάρβαροι μάγοι5
να έχει το κακό του το χάλι,
τον έπεισαν ότι θα φέρουν πίσω την ψυχή της Πυθιονίκης ***
Επειδή όμως κατοικώ μακριά από εκεί,
φλέγομαι να μάθω από σένα
ποια είναι η συγκυρία στην Αττική γη10
και πώς περνούν οι Αθηναίοι.
‹Β› Όταν έλεγαν ότι διάγουν βίον δούλων,
χόρταιναν το ψωμί· τώρα τρώνε μονάχα
τα κουκκιά τους και το μάραθο, σιτάρι ούτε για δείγμα.
‹Α› Ωστόσο ακούω ότι ο Άρπαλος
τους έπεμψε τόννους σιτάρι, όχι λιγότερο από τον Αγήνα,415
και πως έγινε Αθηναίος πολίτης.
‹Β› Το σιτάρι εκείνο ήτανε της Γλυκέρας,5
και ίσως θα αποδειχθεί γι᾽ αυτούς αρραβώνας συμφοράς,
όχι εταίρας.
--------------------
Στο επίκεντρο του έργου βρισκόταν, όπως φαίνεται, ο παιδικός φίλος και μετέπειτα θησαυροφύλακας̉ του Αλεξάνδρου Άρπαλος, που ήταν διαβόητος για τον πολυτελή και έκλυτο βίο του. Ο Άρπαλος, παρά το ότι παλαιότερα είχε καταχραστεί χρήματα και είχε εγκαταλείψει τον Αλέξανδρο πριν από τη μάχη στην Ισσό (333 π.Χ.), αποκαταστάθηκε από τον Αλέξανδρο και από το 330 π.Χ. είχε εγκατασταθεί στη Βαβυλώνα και ήταν πανίσχυρος. Εκεί συνέχισε να ζει όπως ζούσε και να ξοδεύει αφειδώς (από το ταμείο του Αλεξάνδρου). Ανάμεσα σε άλλα που έκανε, κάλεσε κοντά του την εταίρα Πυθιονίκη, που, όταν πέθανε, την τίμησε με υπερβολικές τιμές (βλ. σχόλ. 2). Στις αρχές του 324 π.Χ., όταν ο Αλέξανδρος, μετά την ινδική εκστρατεία, εστράφη προς τα δυτικά, ο Άρπαλος τον εγκατέλειψε και πάλι, παίρνοντας μαζί του πάμπολλα χρήματα και μισθοφορικό σώμα 8.000 ανδρών, που το είχε συγκροτήσει με χρήματα του Αλεξάνδρου. Έμεινε ένα διάστημα στην Ταρσό της Κιλικίας και το θέρος του ίδιου έτους (324) κατέληξε στην Αθήνα. Ο Αλέξανδρος ζήτησε την έκδοσή του και ο Άρπαλος συνελήφθη, κατόρθωσε όμως να διαφύγει, αφού δωροδόκησε, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, κορυφαίους Αθηναίους πολιτικούς, ανάμεσα τους τον Δημοσθένη και τον Δημάδη. Λίγο αργότερα δολοφονήθηκε στην Κρήτη.
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις και τα πορίσματα της έρευνας -κυρίως του Β. Snell-, το έργο διαδραματίζεται στην έδρα του Άρπαλου, τη Βαβυλώνα. Εκτός από τον "πρωταγωνιστή" Άρπαλο και τα δύο πρόσωπα που διαλέγονται στους σωζόμενους στίχους, τα οποία δεν είναι δυνατό να ταυτιστούν, πιθανότατα εμφανιζόταν ο ίδιος ο Αλέξανδρος (Αγήν, βλ. σχόλ. 4) καθώς επίσης και η ψυχή της Πυθιονίκης και η εταίρα Γλυκέρα, οι οποίες μνημονεύονται στο απόσπασμα. Οι υποχρεωτικοί για το σατυρικό δράμα σάτυροι εικάζεται ότι εμφανίζονταν ως Βαβυλώνιοι μάγοι που επιχειρούσαν να φέρουν πίσω την ψυχή της Πυθιονίκης.
Είναι λίγο πολύ βέβαιο ότι οι στίχοι προέρχονται από τον πρόλογο του έργου. Η εισαγωγική αυτή "ξενάγηση" παρακολουθεί από κοντά την ανάλογη "ξενάγηση" του Ορέστη από τον Παιδαγωγό στον πρόλογο της Ηλέκτρας του Σοφοκλή (βλ. κυρίως στ. 7-8 οὑξ ἀριστερᾶς δ᾽ ὅδε / Ἥρας ὁ κλεινὸς ναός).
Ἀγὴν (Απόσπασμα 1)
ἔστιν δ᾽ ὅπου μὲν ὁ κάλαμος πέφυχ᾽ ὅδε
†φέτωμ᾽ ἄορνον, οὑξ ἀριστερᾶς δ᾽ ὅδε
πόρνης ὁ κλεινὸς ναός, ὃν δὴ Παλλίδης
τεύξας κατέγνω διὰ τὸ πρᾶγμ᾽ αὑτοῦ φυγήν.
5 ἐνταῦθα δὴ τῶν βαρβάρων τινὲς μάγοι
ὁρῶντες αὐτὸν παγκάκως διακείμενον
ἔπεισαν ὡς ἄξουσι τὴν ψυχὴν ἄνω
τὴν Πυθιονίκης ***
... ἐκμαθεῖν δέ σου ποθῶ
μακρὰν ἀποικῶν κεῖθεν, Ἀτθίδα χθόνα
10 τίνες τύχαι †καλοῦσιν ἢ πράττουσι τί.
‹Β›
ὅτε μὲν ἔφασκον δοῦλον ἐκτῆσθαι βίον,ἱκανὸν ἐδείπνουν· νῦν δὲ τὸν χέδροπα μόνον
καὶ τὸν μάραθον ἔσθουσι, πυροὺς δ᾽ οὐ μάλα.
‹Α›
καὶ μὴν ἀκούω μυριάδας τὸν Ἅρπαλον15 αὐτοῖσι τῶν Ἀγῆνος οὐκ ἐλάττονας
σίτου διαπέμψαι καὶ πολίτην γεγονέναι.
‹Β›
Γλυκέρας ὁ σῖτος οὗτος ἦν, ἔσται δ᾽ ἴσωςαὐτοῖσιν ὀλέθρου κοὐχ ἑταίρας ἀρραβών.
***
Εκεί όπου υψώνονται τα καλάμια που βλέπεις
υπάρχει ένα χάσμα που οδηγεί στον Άδη· 1
εδώ αριστερά είναι ο περιώνυμος ναός της πόρνης· 2
τον έχτισε φυσικά ο Παλλίδης,3
που καταδίκασε γι᾽ αυτό τον εαυτό του σε εξορία.
Εδώ λοιπόν, όταν τον είδαν κάποιοι βάρβαροι μάγοι5
να έχει το κακό του το χάλι,
τον έπεισαν ότι θα φέρουν πίσω την ψυχή της Πυθιονίκης ***
Επειδή όμως κατοικώ μακριά από εκεί,
φλέγομαι να μάθω από σένα
ποια είναι η συγκυρία στην Αττική γη10
και πώς περνούν οι Αθηναίοι.
‹Β› Όταν έλεγαν ότι διάγουν βίον δούλων,
χόρταιναν το ψωμί· τώρα τρώνε μονάχα
τα κουκκιά τους και το μάραθο, σιτάρι ούτε για δείγμα.
‹Α› Ωστόσο ακούω ότι ο Άρπαλος
τους έπεμψε τόννους σιτάρι, όχι λιγότερο από τον Αγήνα,415
και πως έγινε Αθηναίος πολίτης.
‹Β› Το σιτάρι εκείνο ήτανε της Γλυκέρας,5
και ίσως θα αποδειχθεί γι᾽ αυτούς αρραβώνας συμφοράς,
όχι εταίρας.
--------------------
1 Το κείμενο είναι αθεράπευτα φθαρμένο. Αποδίδουμε κατά προσέγγιση.
2 Της Πυθιονίκης (στ. 8), περίφημης εταίρας της εποχής, που ζούσε αρχικά στην Αθήνα και την Κόρινθο, και αργότερα στη Βαβυλώνα ως ερωμένη του πανίσχυρου τότε Άρπαλου, που της προσέφερε βασιλικά δώρα. Όταν η Πυθιονίκη πέθανε στη Βαβυλώνα, ο Αρπαλος την τίμησε, μεταξύ άλλων, με την ίδρυση ιερού (με ναό και βωμό) αφιερωμένου στην Πυθιονίκη Αφροδίτη.
3 Ο Άρπαλος. Το προσωνύμιο Παλλίδης φαίνεται ότι παραπέμπει στον φαλλό (Παλλίδης = «αυτός που κατάγεται από το γένος του φαλλού»).
4 Αγήν («αυτός που οδηγεί», ο αρχηγός, από το ρήμα ἄγω) ονομάζεται ο Αλέξανδρος, ο οποίος, στην αρχή της βασιλείας του, με την αποστολή σίτου, είχε κερδίσει την εύνοια των Αθηναίων.
5 Περίφημη Αθηναία εταίρα που συνδέθηκε με τον Άρπαλο μετά τον θάνατο της Πυθιονίκης, όταν εκείνος, αφού εγκατέλειψε τη Βαβυλώνα παίρνοντας μαζί του τεράστια χρηματικά ποσά, εγκαταστάθηκε αρχικά στην Ταρσό της Κιλικίας. Εκεί η Γλυκέρα ζούσε μαζί του στο ανάκτορο και φερόταν σαν βασίλισσα. Παραδίδεται ότι με προτροπή της Γλυκέρας ο Άρπαλος πρόσφερε στους Αθηναίους μεγάλη ποσότητα σίτου.