Τρίτη 19 Ιουνίου 2018

ΑΙΣΧΥΛΟΣ - Ἑπτὰ ἐπὶ Θήβας (287-320)

ΣΤΑΣΙΜΟΝ ΠΡΩΤΟΝ


ΧΟΡΟΣ
μέλει, φόβῳ δ᾽ οὐχ ὑπνώσσει κέαρ· [στρ. α]
γείτονες δὲ καρδίας
μέριμναι ζωπυροῦσι τάρβος
290 τὸν ἀμφιτειχῆ λεών,
δράκοντας ὥς τις τέκνων
ὑπερδέδοικεν λεχαί-
ων δυσευνήτορας
πάντρομος πελειάς.
295 τοὶ μὲν γὰρ ποτὶ πύργους
πανδημεὶ πανομιλεὶ
στείχουσιν. τί γένωμαι;
τοὶ δ᾽ ἐπ᾽ ἀμφιβόλοισιν
ἰάπτουσι πολῖται
300 χερμάδ᾽ ὀκριόεσσαν
παντὶ τρόπῳ, Διογενεῖς
θεοί, πόλιν καὶ στρατὸν
Καδμογενῆ ῥύεσθε.

ποῖον δ᾽ ἀμείψεσθε γαίας πέδον [ἀντ. α]
305 τᾶσδ᾽ ἄρειον, ἐχθροῖς
ἀφέντες τὰν βαθύχθον᾽ αἶαν,
ὕδωρ τε Διρκαῖον, εὐ-
τραφέστατον πωμάτων
ὅσων ἵησιν Ποσει-
310 δὰν ὁ γαιάοχος
Τηθύος τε παῖδες;
πρὸς τάδ᾽, ὦ πολιοῦχοι
θεοί, τοῖσι μὲν ἔξω
πύργων ἀνδρολέτειραν
315 κάκαν, ῥίψοπλον ἄταν,
ἐμβαλόντες ἄροισθε
κῦδος τοῖσδε πολίταις.
καὶ πόλεως ῥύτορες ‹ἔστ᾽›
εὔεδροί τε στάθητ᾽
320 ὀξυγόοις λιταῖσιν.

***
ΧΟΡΟΣ
Να ᾽θε ημπόρου! μα που ο φόβος δεν αφήνει
την καρδιά μου μες στα στήθια να ησυχάσει…
Η έγνοια, πὄχει στη ψυχή μου εμπρός θρονιάσει,
290 των εχθρών τον τρόμο ανάβει και δε σβήνει.
Τους φοβούμαι, σαν τους όφιους περιστέρι
το πασίτρομο για τ᾽ άλουβα πουλιά του,
π᾽ ολοτρίγυρα στη δόλια τη φωλιά του
έχουν στήσει κακοσύντυχο καρτέρι.
Γιατί ορμούν άλλοι στους πύργους, σμάρια, σμάρια,
πλήθια ολάκερα — και τί θα γένω;
κι άλλοι ρίχνουνε χαλάζι τα λιθάρια
300 στο λαό μας το γυροζωσμένο.
Σώσετε, ω θεοί Διογέννητοι όλοι,
το στρατό με κάθε τρόπο και την πόλη.

Γιατί τάχα ποιά θα βρείτε κι άλλη χώρα
πιο καλή, σαν θέλετε την παραδώσει
στους εχθρούς αυτή τη γη την πλουτοφόρα
και της Δίρκης το νερό, που όσοι κι αν όσοι
ποταμοί τον κόσμο τρέχουν,
310 το πιοτό της το καλόθροφο δεν έχουν;
Και γι᾽ αυτό, θεοί της πόλης μας προστάτες,
στους εχθρούς, που μας περίζωσαν τα κάστρα,
ρίχτ᾽ απάνω συμφορά ανθρωποχαλάστρα,
που να παίρνουνε τα πόδια τους στις πλάτες·
και χαρίζετε τη νίκη στο στρατό μας
και στην πόλη σωτηρία· και σταθείτε
καλοθρόνιαστοι όπως είστε ανάμεσό μας·
320 τις πικρές τις λιτανείες μας σπλαχνιστείτε.
 

Η κοινή στάση των γονέων στα θέματα που αφορούν τον έφηβο

Πολλές φορές αναφέρεται ότι οι γονείς πρέπει να τηρούν μια κοινή στάση στα θέματα που αφορούν το παιδί. Με τον τρόπο αυτό, εκείνο θα λάβει ένα σαφές και ξεκάθαρο μήνυμα του τι περιμένουν οι γονείς να κάνει. Από την άλλη μεριά, το παιδί, που σταδιακά εξελίσσεται σε έφηβο, οργανώνει πιο εύκολα τη ζωή του όταν οι γονείς του τηρούν μια συνεπή και σταθερή στάση.

Κατά πόσο όμως μια «κοινή γραμμή» είναι εφικτή και σε τι βαθμό; Δεδομένου ότι ο κάθε γονιός έχει τη δική του ξεχωριστή προσωπικότητα και τον δικό του τρόπο σκέψης μπορεί να υπάρξει απόλυτη ταύτιση απόψεων; Παράλληλα, όταν το παιδί γίνεται πλέον έφηβος, η κατάσταση περιπλέκεται αφού συχνά αρχίζει να αμφισβητεί τους γονείς του. Επιπλέον, ο έφηβος μπορεί να τονίζει τα σημεία ως προς τα οποία οι γονείς διαφοροποιούνται μεταξύ τους με σκοπό να ισχυροποιήσει τη δική του επιρροή στο εκάστοτε θέμα.

Ο κάθε γονέας, ανάλογα με τις αξίες και τις εμπειρίες του, έχει την προσωπική του άποψη για τα ζητήματα που αφορούν το παιδί του. Οι γονείς δε μπορούν να συμφωνούν σε όλα. Είναι όμως βασικό να έχουν καταλήξει σε συμφωνία στα θέματα που θεωρούν σημαντικά για το παιδί τους. Να γνωρίζουν δηλαδή τι προσδοκίες έχουν από εκείνο και με ποιον τρόπο αναμένουν να συμπεριφερθεί.  Αυτό βεβαίως απαιτεί προετοιμασία, δηλαδή συζήτηση μεταξύ των γονέων με διάθεση συνεννόησης προς το συμφέρον του εφήβου κι όχι ανταγωνιστική για το ποια άποψη θα επικρατήσει.

Οι γονείς χρειάζεται να είναι υποστηρικτικοί ο ένας ως προς τον άλλον, ιδιαίτερα όταν μιλάνε στον έφηβο. Έτσι, μπορούν να του δείξουν ότι, παρά τις διαφορές τους, μπορούν να λειτουργούν σαν ομάδα.

Επιπλέον, αφού θα έχει προηγηθεί διάλογος μεταξύ των γονέων, μπορούν να του αναλύσουν το σκεπτικό και τα επιχειρήματά τους επί του θέματος. Ο έφηβος αντιλαμβάνεται ότι τον υπολογίζουν και ότι δε θέλουν απλώς να του επιβάλλουν τη γνώμη τους.

Άλλωστε, ο κάθε γονέας μπορεί να προσφέρει στον έφηβο διάφορες εναλλακτικές επιλογές, ανάλογα με την προσωπική του οπτική, που θα εξυπηρετούν όμως τον συμφωνημένο στόχο. Για παράδειγμα, μπορεί να έχει συμφωνηθεί με τον έφηβο να ενημερώσει άμεσα τους γονείς του αν κάποιος τον κάνει να αισθανθεί άσχημα σε κάποια διαδικτυακή επικοινωνία: ο κάθε γονέας, ανάλογα με τις εμπειρίες και τις γνώσεις του, μπορεί να μιλήσει στον έφηβο για διαφορετικούς πιθανούς κινδύνους και διαφορετικά σενάρια για καταστάσεις που ίσως συναντήσει διαδικτυακά.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν ο ένας γονιός διαφωνεί σε κάτι που λέει ο άλλος, χρειάζεται να του δώσει το δικαίωμα να ακουστεί χωρίς να τον ακυρώσει μπροστά στον έφηβο. Στη συνέχεια, μπορεί να εκφράσει τη δική του άποψη δείχνοντας στον έφηβο ότι δύο άνθρωποι που έχουν διαφορετικές γνώμες δεν είναι απαραίτητο ότι θα συγκρουστούν. Αντιθέτως, μπορούν να μιλάνε ειλικρινά και να διατηρούν τον αμοιβαίο σεβασμό τους. Επίσης, οι γονείς μπορούν αργότερα να μιλήσουν κατ’ ιδίαν και να δουν αν είναι απαραίτητο να αλλάξουν κάτι στον τρόπο που χειρίζονται ένα συγκεκριμένο ζήτημα.

Η κοινή στάση των γονέων είναι προϊόν συνεννόησης μεταξύ τους και εμπνέει ασφάλεια και σταθερότητα στον έφηβο.

Δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί καθώς απαιτεί χρόνο, πολλή συζήτηση, συμβιβασμούς και πολλές φορές ανοιχτό μυαλό. Όταν όμως οι γονείς πραγματικά πιστεύουν στην κοινή στάση που υιοθετούν, δείχνουν στον έφηβο ότι επιλέγουν να συμφωνήσουν χωρίς ο ένας να το έχει επιβάλλει στον άλλον. Του δείχνουν δηλαδή πώς να λειτουργεί κι εκείνος ως μέλος μιας ομάδας, έστω και τόσο μικρής αλλά δυνατής αφού χαρακτηρίζεται από ένα ισχυρότατο κίνητρο: το γνήσιο ενδιαφέρον για τον έφηβο.

Όλα είναι συνήθεια… Μόνο η αγάπη είναι εκτός κανόνα

Επειδή κάποια πράγματα στη ζωή είναι σπάνια και ανεκτίμητης αξίας. Επειδή οι άνθρωποι που αγαπούμε και αγαπιόμαστε απ’ αυτούς, είναι ο λόγος που κάνει τη ζωή να φαντάζει υποφερτή και ωραία. Επειδή τα γεγονότα, μ’ έκαναν να εκτιμήσω περισσότερο από ποτέ τους ανθρώπους που έχω δίπλα μου. Επειδή η αγάπη έχει τη δύναμη να μετακινήσει βουνά. Επειδή τα “φανταχτερά” και τα “ακριβά” δε με συγκίνησαν ποτέ. Επειδή για τους ανθρώπους που αγαπώ θα πήγαινα περπατητός ως το φεγγάρι.

Κάποιες σχέσεις είναι ευλογία ενώ κάποιες είναι μαθήματα ζωής. Οι άνθρωποι που περνούν από τη ζωή σου άλλοτε σε στηρίζουν, άλλοτε σε δοκιμάζουν, άλλοτε σε χρησιμοποιούν και άλλοτε σε ωθούν να βγάλεις τον καλύτερο ή χειρότερο εαυτό σου. Όλα αυτά είναι πολύτιμες εμπειρίες που σε ωριμάζουν και σ’ αναγκάζουν να πάρεις θέση για το τι λογής σχέσεις θέλεις τελικά να έχεις στη ζωή σου.

Όταν η ζωή σού φέρνει αλλαγές – ακόμα και προς το καλύτερο – κάποιοι άνθρωποι απομακρύνονται από κοντά σου. Ίσως γιατί η προηγούμενη φάση σου, τούς πήγαινε περισσότερο, ίσως γιατί ο νέος τρόπος ζωής σου δεν τους ταιριάζει πια, ίσως γιατί πατιούνται κουμπιά που πονάνε. Πάντως είναι κάτι που συμβαίνει και χρειάζεται να το αποδεχτείς, όσο δυσάρεστο κι αν είναι.

Όταν είσαι σε δύσκολη θέση και νιώθεις την ανάγκη για υποστήριξη, ποιος παραμένει δίπλα σου; Ποιος αφιερώνει χρόνο και ενέργεια για σένα; Οι άνθρωποι αυτοί είναι οι “αληθινοί” δικοί σου άνθρωποι. Μαζί στη χαρά και στη λύπη, στα εύκολα και στα δύσκολα.

Οι πράξεις μετράνε, όχι τα λόγια. Συνήθως όσοι αγαπούν δεν το διατυμπανίζουν, αρκούνται στο να το δείχνουν με μικρές ή μεγάλες κινήσεις μέσα στην καθημερινότητα. Μην παρασύρεσαι από τα μεγάλα λόγια, άφησε τις συμπεριφορές να μιλήσουν για την αλήθεια.

Κανείς δεν μπορεί να σου προσφέρει την ευτυχία, ούτε να ανακαλύψει το σκοπό της ζωής για λογαριασμό σου. Μην κάνεις το λάθος να περιμένεις τους άλλους να σου ανοίξουν το δρόμο στην προσωπική σου ολοκλήρωση. Ο μόνος που μπορεί είσαι εσύ ο ίδιος.

Όλα είναι συνήθεια… Μόνο η αγάπη είναι εκτός κανόνα. Και να ξέρεις κάτι… Αν καμιά φορά δεν ακούς λέξεις από ανθρώπους που τις περιμένεις, δοκίμασε να διαβάσεις τις πράξεις τους… Ακόμα κι οι πιο μικρές κρύβουν πολλά λόγια.

“Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί στο οποίο ζούσαν όλα τα συναισθήματα.
Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα”.

Αυτό το νησί μένει χαραγμένο στη σφαίρα της φαντασίας μου, ένα νησί γεμάτο συναισθήματα.
Τώρα θα μου πεις φίλε αναγνώστη…

Σε μια εποχή που τα πάντα έχουν κατακρεουργηθεί, εσύ τι ψάχνεις να βρεις μιλώντας για την “ΑΓΑΠΗ” !

Δεν ξέρω ρε παιδιά, ίσως είναι η μόνη αρετή που αντέχει τόσα, ίσως να είναι το μόνο όπλο που μας έχει μείνει.

To πουλί έχει τη φωλιά, η αράχνη τον ιστό και ο άνθρωπος τη φιλία και την αγάπη – William Blake

Γίνε γιατρός της ψυχής σου

Οι περισσότεροι από εμάς, έχουμε στο σπίτι και στο αυτοκίνητό μας, ένα κουτί Πρώτων Βοηθειών, προκειμένου να αντιμετωπίσουμε άμεσα, κάποιους σωματικούς τραυματισμούς και προβλήματα, που προκύπτουν συχνά, στην καθημερινή μας ζωή, για να απαλλαγούμε από τον πόνο, να καταπραΰνουμε τραύματα και να προφυλάξουμε το σώμα από μια ξαφνική, εμφανιζόμενη απειλή ή κίνδυνο. Και πολύ καλά κάνουμε!

Τι γίνεται όμως, με τα ψυχικά μας τραύματα και με τους συναισθηματικούς πόνους και προβλήματα που βλάπτουν, ενίοτε, σοβαρά την ψυχική μας υγεία, καθώς, πολλές φορές, δεν αντιμετωπίζονται άμεσα, με αποτέλεσμα να χρονίζουν και να υποτροπιάζουν και να δημιουργούνται έτσι, ακόμη περισσότερα προβλήματα; Τι μπορεί να κάνει κάποιος για να μειώσει τον οξύτατο πόνο της απόρριψης, τον καταστροφικό πόνο της μοναξιάς, την πικρή απογοήτευση της αποτυχίας ή να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της χαμηλής του αυτοεκτίμησης ή της απώλειας;

Στο βιβλίο του «Γίνε γιατρός της ψυχής σου», ο Guy Winch μας προσφέρει ένα καλά εφοδιασμένο κουτί συναισθηματικών πρώτων βοηθειών, το οποίο αν και δεν αντικαθιστά τον επαγγελματία ψυχικής υγείας – εκεί που χρειάζεται – ωστόσο, μπορεί να αντιμετωπίσει με επιτυχία, όλα εκείνα τα ψυχικά τραύματα που συμβαίνουν στην καθημερινή μας ζωή, απαλύνοντας τον ψυχικό μας πόνο και αποτρέποντας να γίνει το πρόβλημα χειρότερο.

Οι τεχνικές που περιέχονται στο κουτί των συναισθηματικών πρώτων βοηθειών βασίζονται στην επιστήμη, είναι απλές στην εφαρμογή τους και μπορούμε να τις παρέχουμε στον εαυτό μας αλλά και στην οικογένεια και τους φίλους μας. Το βιβλίο καλύπτει τα εφτά συνηθισμένα ψυχικά τραύματα που υφιστάμεθα στην καθημερινότητά μας: απόρριψη, μοναξιά, απώλεια, ενοχή, αναμηρυκασμό, αποτυχία και χαμηλή αυτοεκτίμηση αλλά και πώς από το ένα, οδηγούμαστε πολλές φορές σε άλλα ψυχικά τραύματα και όχι μόνο!

Για παράδειγμα, η τάση αναμηρυκασμού μπορεί γρήγορα να γίνει άγχος και κατάθλιψη και οι εμπειρίες αποτυχίας και απόρριψης μπορεί εύκολα να διαβρώσουν την αυτοεκτίμησή μας. Ίσως θεωρούμε προφανές ότι η μοναξιά προκαλεί συναισθηματικό πόνο, αλλά ίσως δεν γνωρίζουμε ότι η μοναξιά που δεν έχει θεραπευτεί έχει τόσο σοβαρές συνέπειες για τη σωματική μας υγεία, που μπορεί ακόμη και να μικρύνει το προσδόκιμο ζωής.

Λιγότερο εμφανές είναι ότι οι μοναχικοί άνθρωποι συχνά αναπτύσσουν αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, που τους ωθούν ασυνείδητα να διώχνουν μακριά τους ανθρώπους, οι οποίοι θα μπορούσαν να ανακουφίσουν τον πόνο τους. Μελετώντας και γνωρίζοντας τα είδη των ψυχικών τραυμάτων που αποκτάμε σε διάφορες καταστάσεις, ακόμη και αν δεν τον αφορούν αυτή τη στιγμή, ο αναγνώστης θα μπορεί να τα αναγνωρίζει, όποτε τα συναντήσει στο μέλλον ο ίδιος ή κάποιος φίλος ή μέλος της οικογένειάς του.

Στη συνέχεια, θα μπορεί να εφαρμόσει τις θεραπείες που παρουσιάζονται για κάθε τραύμα, να είναι σε θέση να αξιολογήσει πώς και πότε πρέπει να χορηγείται καθεμιά από τις προτεινόμενες τεχνικές, καθώς και συνιστώμενες «δοσολογίες». «Πιστεύω ότι όλοι πρέπει να έχουν πρόσβαση στις συναισθηματικές πρώτες βοήθειες, όπως ακριβώς και σε άλλες θεραπείες των ψυχικών τραυμάτων» λέει ο Guy Winch και συνεχίζει «Με τα χρόνια κατόρθωσα να μετατρέψω τα καινοτόμα ερευνητικά ευρήματα σε πρακτικές προτάσεις και θεραπείες που οι ασθενείς μου μπορούν να εφαρμόσουν στα ψυχικά τραύματα της καθημερινότητας. Το έκανα για έναν κυρίως λόγο – επειδή είναι αποτελεσματικές».

«Είναι καιρός να αντιμετωπίσουμε με μεγαλύτερη σοβαρότητα την ψυχική μας υγεία. Ήρθε η ώρα να ακολουθήσουμε τρόπους ψυχικής υγιεινής όπως ακριβώς κάνουμε με την οδοντιατρική και τη σωματική υγιεινή. Ήρθε η ώρα να έχουμε ένα κουτί συναισθηματικών πρώτων βοηθειών – με τα συναισθηματικά ισοδύναμα. Εξάλλου, ξέραμε ότι υπάρχουν ψυχολογικές ασπιρίνες, θα ήταν ανόητο να μην τις χρησιμοποιούμε».

Σοκάρετε και διασκεδάστε τους αναγνώστες γράφοντας ιστορίες με Αναξιόπιστους Αφηγητές

Ο όρος «αναξιόπιστος αφηγητής» επινοήθηκε από τον Wayne Booth το 1961 στο βιβλίο του The Rhetoric of Fiction. Ο αναξιόπιστος αφηγητής είναι o αφηγητής ενός πεζογραφήματος, δηλαδή ενός διηγήματος, μιας νουβέλας ή ενός μυθιστορήματος, που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη στον αναγνώστη, γιατί του λέει ψέματα ή του αποκρύπτει μέρος της αλήθειας.

Σε κάποιες περιπτώσεις, ο αναξιόπιστος αφηγητής ψεύδεται εκούσια, παραποιώντας δηλαδή εσκεμμένα την αλήθεια και σε άλλες ακούσια, επειδή δεν γνωρίζει ή δεν κατανοεί όλη την αλήθεια. Παρανοϊκός ή αφελής, αιμοβόρος ή υπερευαίσθητος, ο αναξιόπιστος αφηγητής είναι μια έντονα διαταραγμένη προσωπικότητα. Aναξιόπιστο αφηγητή μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε κατά κύριο λόγο στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση.

Γνωστά παραδείγματα αναξιόπιστου αφηγητή είναι ο Χάμφερτ Χάμφερτ στη Λολίτα του Νάμποκοφ, ο Μπέντζι στο έργο του Φώκνερ «The Sound and the Fury», ο Άλεξ στο Κουρδιστό Πορτοκάλι του Άντονι Μπέρτζες, ο Χόλντεν Κόλφιλντ στον «Φύλακα στη Σίκαλη» του Σάλιντζερ, ο Φόρεστ Γκάμπ στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γουίνστον Γκρουμ και ο Πάτρικ Μπέιτζ στο «American Psycho» του Μπραντ Έλις. Ο Έντγκαρ Άλαν Πόε επίσης χρησιμοποιεί αναξιόπιστους αφηγητές σε διηγήματα, όπως «Ο Μαύρος Γάτος» και «Το Βαρέλι από Αμοντιλάδο».

Όπως διαπιστώνουμε από τα παραδείγματα, μερικοί από τους γίγαντες της λογοτεχνίας έχουν χρησιμοποιήσει αναξιόπιστους αφηγητές στις ιστορίες τους. Υπάρχει σε κάποιους αναγνώστες, που δεν έχουν υπόβαθρο στη λογοτεχνία, μια παρανόηση: αυτοί οι αναγνώστες πιστεύουν εντελώς λανθασμένα ότι ο συγγραφέας που χρησιμοποιεί αναξιόπιστο αφηγητή είναι ο ίδιος μια διαταραγμένη προσωπικότητα. Πολύ απλά, απλοϊκά θα λέγαμε πιο σωστά, ο αναγνώστης συμπεραίνει ότι για να λέει την ιστορία ένας χαρακτήρας που είναι τρελάρας, τότε και ο συγγραφέας θα είναι τρελάρας.

Για να ξεδιαλύνουμε αυτήν την παρανόηση, πρέπει πρώτα απ’ όλα να δούμε από πού προέρχεται. Κατά κύριο λόγο, αυτή η παρανόηση οφείλεται στην ταύτιση που γίνεται στο μυαλό πολλών αναγνωστών μεταξύ συγγραφέα και αφηγητή: ο συγγραφέας και ο αφηγητής όμως είναι δυο εντελώς διαφορετικές οντότητες. Στην πραγματικότητα, οι συγγραφείς που καταφεύγουν στην αναξιόπιστη αφήγηση είναι φυσιολογικότατοι, ισορροπημένοι και πολλές φορές ακόμα και συντηρητικοί άνθρωποι, όπως ήταν ο Άντονυ Μπέρτζες και ο Βλάντιμιρ Ναμπόκοφ.

Μάλιστα, για να χρησιμοποιήσει κάποιος αναξιόπιστο αφηγητή, χρειάζεται υψηλό δείκτη νοημοσύνης, γιατί αλλιώς δεν θα μπορέσει να διεισδύσει στο μυαλό ενός χαρακτήρα που είναι εκ διαμέτρου αντίθετος με εκείνον και σκέφτεται και δρα με ένα τρόπο με τον οποίο ο ίδιος ποτέ δε θα σκεπτόταν ή θα δρούσε. Ας μου επιτραπεί η αναλογία ότι ο συγγραφέας που χρησιμοποιεί αναξιόπιστο αφηγητή είναι σαν έναν ηθοποιό που παίζει εξεζητημένους ρόλους, ενώ ο ίδιος είναι ένα συγκροτημένο και ισορροπημένο άτομο, όπως ο Νταστιν Χοφμαν, ο Τζερεμυ Άιονς και η Μέρυλ Στριπ.

Ο αναξιόπιστος αφηγητής δε λέει την αλήθεια, γιατί μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του καλύτερο από ό,τι είναι στην πραγματικότητα – πιο γενναίο ή πιο σπουδαίο – ή μπορεί να θεωρεί τον εαυτό του αθώο, ενώ είναι ένοχος. Για παράδειγμα ο Χάμφερτ Χάμφερτ, αδίστακτος παιδεραστής που απαγάγει και βιάζει κατ’ επανάληψη τη Λολίτα, προσπαθεί να ρίξει το βάρος του φταιξίματος για τη συμπεριφορά του στη Λολίτα, ξεχνώντας πολύ βολικά ότι η Λολίτα είναι ένα δεκατριάχρονο κορίτσι, ενώ αυτός είναι 49 χρονών.

Ο Άλεξ στο Κουρδιστό Πορτοκάλι θεωρεί τον εαυτό του γενναίο και έξυπνο, ξεχνώντας βολικά ότι τα θύματά του είναι ανυπεράσπιστοι ηλικιωμένοι, ανάπηροι και γυναίκες. ο Χόλντεν Κόλφιλντ, από την άλλη, θέλει να μετριάσει τον πόνο που προξενείται από την υπερευαισθησία του και γι αυτό χαρακτηρίζει όλους τους ενήλικους ως «δήθεν».

Πρέπει να επισημάνουμε ότι από τη στιγμή που ο συγγραφέας επιλέγει την πρωτοπρόσωπη αφήγηση, είναι αναγκασμένος να διηγηθεί όλα τα γεγονότα της ιστορίας του μέσα από τη διαστρεβλωμένη οπτική γωνία του αναξιόπιστου αφηγητή. Αυτό σημαίνει επί του πρακτέου ότι ο συγγραφέας πρέπει να διεισδύσει στα έγκατα του μυαλού του διαταραγμένου χαρακτήρα, κάτι το οποίο απαιτεί γνώσεις ψυχολογίας και έρευνα.

Τα πλεονεκτήματα της χρήσης αναξιόπιστου αφηγητή είναι κυρίως τρία

α) Υποβάλλει τον αναγνώστη σε μια έντονη συναισθηματική εμπειρία μιας και ο συγγραφέας από τη μια σοκάρει τον αναγνώστη, αλλά από την άλλη του δίνει τη δυνατότητα να διασκεδάσει με τη μούρλα του χαρακτήρα,

β) προσφέρει εγκεφαλική απόλαυση, καθώς ο αναγνώστης προσπαθεί να καταλάβει τι απ’ όλα αυτά είναι αλήθεια και τι είναι ψέμα, δηλαδή μπαίνει στο ρόλο ενός ντετέκτιβ και,

γ) διευρύνει τους γνωστικούς ορίζοντες του αναγνώστη, καθώς αποκτά πρόσβαση στον τρόπο σκέψης μιας διαταραγμένης προσωπικότητας και μαθαίνει πως λειτουργεί ένας τέτοιος άνθρωπος.

Σε επίπεδο αφηγηματικής τεχνικής, ο συγγραφέας έχει δυο επιλογές: να δηλώσει την αναξιοπιστία του αφηγητή από την αρχή ή να την αποκαλύψει με έμμεσο τρόπο αργότερα. Κάποιες φορές, λοιπόν η αναξιοπιστία του αφηγητή είναι ξεκάθαρη από την αρχή. Για παράδειγμα, ο αφηγητής μπορεί να μας εξομολογηθεί από την αρχή ότι έχει διαγνωσθεί με κάποιας μορφής ψυχασθένεια και βρίσκεται έγκλειστος στο ψυχιατρείο.

Στην περίπτωση όμως που δεν γίνεται αυτό, τότε η αποκάλυψη έρχεται προς τη μέση ή ακόμη και στο τέλος της ιστορίας και έτσι αυξάνει κατακόρυφα τη δραματικότητα του έργου. Οι άλλοι χαρακτήρες παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αποκάλυψη, καθώς ξεσκεπάζουν τον τσαρλατάνο αφηγητή μέσα από τα σχόλια που κάνουν για την συμπεριφορά του και μέσα από τις αντιδράσεις τους σε αυτά που κάνει και λέει ο αναξιόπιστος αφηγητής. Επίσης, ο ίδιος ο αναξιόπιστος αφηγητής υποπίπτει σε αντιφάσεις κατά τη διάρκεια της ιστορίας φανερώνοντας την αναξιοπιστία του. Και τώρα περνάμε στο διά ταύτα.

Για να χρησιμοποιήσετε αναξιόπιστους αφηγητές στις ιστορίες σας, ακολουθήστε τα τέσσερα παρακάτω στάδια

1) Επινοήστε έναν αφηγητή του οποίου η προσωπικότητα είναι διαταραγμένη και σκεφτείτε ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά της διαταραχής του.

2) Σκεφτείτε για ποιο λόγο δεν λέει όλη την αλήθεια στον αναγνώστη, καθώς και πώς δικαιολογεί τα ψεύδη και τις ανακρίβειες στον ίδιο τον εαυτό του.

3) Επινοήστε τους άλλους χαρακτήρες που θα τον πλαισιώσουν και αποφασίστε πώς σχετίζονται με τον αναξιόπιστο αφηγητή.

4) Οργανώστε τον τρόπο με τον οποίο θα αποκαλύψετε σταδιακά την αλήθεια στον αναγνώστη μέσα από τις αντιφάσεις του αφηγητή και το διάλογο στον οποίο οι άλλοι χαρακτήρες θα αποκαλύπτουν την αλήθεια.

Ο αναξιόπιστος αφηγητής είναι μια από τις πιο σύνθετες τεχνικές της αφήγησης, όμως, όπως όλα τα πράγματα στη ζωή, μπορεί να διδαχθεί και να μαθευτεί και υπό τις κατάλληλες συνθήκες να οδηγήσει σε συναρπαστικές ιστορίες που τέρπουν τον αναγνώστη και ανταμείβουν τον συγγραφέα.

Τα ζώα μιλούν συνεχώς μεταξύ τους, σύμφωνα με πρόσφατη επιστημονική μελέτη

Οι άνθρωποι φαίνεται ότι δεν είμαστε τα μόνα ζώα που κάνουμε διαλόγους με δύο μέλη, με πομπό και δέκτη• Οι επιστήμονες έχουν βρει ότι τόσο οι ελέφαντες, τα πουλιά, όσο και οι τυφλοπόντικες ακολουθούν τους ίδιους κανόνες επικοινωνίας. Οι άνθρωποι συνομιλούμε περιμένοντας ο καθένας τη σειρά του, ώστε να βγάλουμε νόημα. Αυτό το χαρακτηριστικό είναι που θεωρούταν από τους επιστήμονες ότι ξεχώριζε την ανθρώπινη γλώσσα από τους ήχους που έβγαζαν τα πρωτόγονα ξαδέλφια μας.

Αλλά μία νέα μελέτη έρχεται να αποκαλύψει ότι από τους βροντερούς ήχους που κάνουν οι ελέφαντες μέχρι και το ιδιαίτερο τιτίβισμα του κάθε πουλιού, εμφανίζεται ο ίδιος κανόνας του «περιμένω τη σειρά μου». Ερευνητές από την Βρετανία και τη Γερμανία βρήκαν ότι η επικοινωνία μεταξύ των ζώων δεν είχε κατανοηθεί πλήρως, παρά τις έρευνες σε πουλιά, που είχαν πραγματοποιηθεί μέχρι και 50 χρόνια νωρίτερα.

Η έλλειψη δεδομένων και η (ειρωνικά) κακή επικοινωνία και συνεργασία ανάμεσα σε επιστήμονες είχε εμποδίσει τις άμεσες συγκρίσεις ανάμεσα σε διαφορετικά είδη. Οι συγγραφείς της νέας έρευνας υπογράμμισαν το χαρακτηριστικό του συγχρονισμού και της ακολουθίας ως βασικό χαρακτηριστικό της επικοινωνίας τόσο στους ανθρώπους, όσο και στα ζώα. Ορισμένα είδη ήταν ανυπόμονα φλύαρα όπως κάποια είδη πουλιών που περίμεναν για λιγότερο από 50 χιλιοστά του δευτερολέπτου για να «απαντήσουν» κατά τη διάρκεια μιας συζήτησης.

Στην άλλη πλευρά της κλίμακας, η φάλαινα φυσητήρας παίρνει το χρόνο της, ανταλλάσοντας μηνύματα με ένα χάσμα περίπου δύο δευτερολέπτων. Οι άνθρωποι τυπικά αφήνουν μια παύση περίπου 200 χιλιοστών του δευτερολέπτου πριν απαντήσουν σε μια συζήτηση δύο ατόμων και οι επιστήμονες βρήκαν ότι δεν είμαστε το μόνο είδος που θεωρούμε αγενές το να διακόψουμε τον συνομιλητή.Ένα είδος πουλιού της Βόρειας Αμερικής, το τσικαντί, αλλά και τα Ευρωπαϊκά ψαρόνια αποφεύγουν να κελαηδούν το ένα πάνω στο άλλο κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας τους.

Γράφοντας στο επιστημονικό περιοδικό Royal Society B: Biological Sciences, οι επιστήμονες αναφέρουν ότι : «Αν κελαηδήσει το ένα πάνω στο κελάηδημα του άλλου, τα πουλιά μένουν σιωπηλά ή φέυγουν, δείχνοντας ότι η αλληλοεπικάλυψη μπορεί να θεωρηθεί, σε αυτά τα είδη, ως παραβίαση των κοινωνικά αποδεκτών κανόνων της συζήτησης».

Η ομάδα επίσης πρότεινε ένα νέο πλαίσιο για μελλοντική έρευνα στον τομέα των ζώων, τονίζοντας έναν αριθμό απαραίτητων στοιχείων της ανθρώπινης συζήτησης. «Ο ιδανικός στόχος του πλαισίου εργασίας είναι να διευκολύνουμε επιτέλους τις συστηματικές, μεγάλης κλίμακας συγκρίσεις ανάμεσα σε διαφορετικά είδη», ανέφερε ο Dr Robin Kendrick, ένας από τους ερευνητές της μελέτης από το Πανεπιστήμιο του York.

Ένα τέτοιο πλαίσιο εργασίας θα επιτρέψει στους ερευνητές να εντοπίσουν την εξελικτική ιστορία αυτής της αξιοσημείωτης συμπεριφοράς του διαλόγου και να απαντήσουν σε μακροχρόνιες ερωτήσεις για την προέλευση της ανθρώπινης γλώσσας». Η μελέτη σηματοδοτεί τη συνεργασία ανάμεσα στους ειδικούς τόσο στην ανθρώπινη γλώσσα, όσο και σε εκείνη των ζώων και οι ερευνητές ελπίζουν να εμπνεύσουν μια πιο διεπιστημονική συζήτηση. Η γλώσσα, η οποία συχνά θεωρείται αποκλειστικό χαρακτηριστικό της ανθρωπότητας παραμένει ακόμα ένα μυστήριο, υπό όρους εξελικτικούς.

Και καθώς το γεγονός ότι περιμένουμε τη σειρά μας για να συνομιλήσουμε φαίνεται να παίζει έναν βασικό ρόλο στην πρώιμη ανάπτυξη της ανθρώπινης συζήτησης, η κατανόησή του θα μπορούσε να βοηθήσει τους επιστήμονες να πιάσουν ξανά τον μίτο της προέλευσης της ανθρώπινης γλώσσας. Εντούτοις, παρά τα ευρήματα που δείχνουν ότι πουλιά, θηλαστικά, έντομα και βάτραχοι περιμένουν τη σειρά τους για να «μιλήσουν», οι συγγραφείς της μελέτης τόνισαν ότι τέτοια συστήματα επικοινωνίας – όπως και αλληλεπιδράσεις μέσω χειρονομιών – είναι ακόμα σχετικά σπάνια.

Σ. Κιούμπρικ: Όσο απέραντο και αν είναι το σκοτάδι γύρω μας, πρέπει να διαθέτουμε ένα δικό μας φως

Τη δεκαετία του ’70, ο κορυφαίος σκηνοθέτης Στάνλεϊ Κιούμπρικ σε μια συνέντευξη που έδωσε ρωτήθηκε αναφορικά με το νόημα της ζωής. «Εφόσον η ζωή δεν έχει κανένα σκοπό, υπάρχει αξία στο να ζεις;», τον ρώτησε ο δημοσιογράφος που του έπαιρνε συνέντευξη.

Απάντησε:
«Υπάρχει αξία στο να ζεις αλλά μόνο για εκείνους που μπορούν να αντιπαρατεθούν στη θνητότητα. Άλλωστε είναι μόνο η παντελής απουσία νοήματος στη ζωή που τελικά, σε οδηγεί να φτιάξεις ένα δικό σου νόημα. Τα παιδιά ξεκινάνε τη ζωή τους διακατεχόμενα από μια ανούσια αίσθηση απόλαυσης, με την ικανότητα να βιώνουν απόλυτη χαρά με κάτι πολύ απλό, όπως το πράσινο ενός φύλλου. Όμως, όσο ο άνθρωπος μεγαλώνει, η συνειδητοποίηση του θανάτου και της αποσύνθεσης αρχίζει να τον επηρεάζει, η αίσθηση της απόλυτης και άνευ όρων απόλαυσης της ζωής υποβαθμίζεται, η ψευδαίσθηση της αθανασίας καταργείται.

Όσο πιο πολύ ωριμάζει ένας άνθρωπος τόσο πιο συχνά ανακαλύπτει τον θάνατο και τον πόνο και τόσο πιο πολύ χάνει την πίστη του στην απόλυτη αγαθότητα. Όμως, αν είναι αρκετά δυνατός -και τυχερός- μπορεί να απεμπλακεί από το λυκόφως της ψυχής και η ζωή του να αναγεννηθεί.

Εξαιτίας της συνείδησης ότι η ζωή δεν έχει νόημα και ταυτόχρονα παρά αυτή την συνείδηση, ένας άνθρωπος μπορεί να δημιουργήσει μια νέα αίσθηση σκοπού και επιβεβαίωσης. Φυσικά, δεν μπορεί να επαναδημιουργήσει αυτή την άγρια αίσθηση κατάπληξης με την οποία γεννήθηκε. Όμως μπορεί να διαμορφώσει κάτι πολύ ανθεκτικό και διαχρονικό.

Το πιο τρομακτικό με το σύμπαν δεν είναι πως είναι εχθρικό απέναντι στις πράξεις μας αλλά ότι είναι απόλυτα αδιάφορο για αυτές. Πρέπει να συμβιβαστούμε με αυτή την αδιαφορία και να δεχθούμε κάθε πρόκληση της ζωής μέσα στα πλαίσια του θανάτου. Η ύπαρξή μας μπορεί και πρέπει να έχει νόημα. Όσο απέραντο και αν είναι το σκοτάδι γύρω μας, πρέπει να διαθέτουμε ένα δικό μας ερεβοκτόνο φως».

Κανείς μας δεν κερδίζει αληθινά παρά μόνο όταν κερδίζουμε όλοι

Ήταν κάποτε ένας αγρότης που καλλιεργούσε εξαιρετικής ποιότητας καλαμπόκι. Κάθε χρόνο κέρδιζε το πρώτο βραβείο για το καλύτερο καλαμπόκι. Μια χρονιά ένας δημοσιογράφος από μία εφημερίδα του πήρε συνέντευξη και έμαθε κάτι πολύ ενδιαφέρον για τον τρόπο που καλλιεργούσε.

Ο δημοσιογράφος ανακάλυψε ότι ο αγρότης μοιραζόταν το σπόρο του καλαμποκιού του με τους γείτονές του.

«Μα, σε παίρνει να μοιράζεσαι τον καλύτερό σου σπόρο με τους γείτονές σου τη στιγμή που κι αυτοί παίρνουν μέρος στον ίδιο διαγωνισμό;» τον ρώτησε.

«Μα βέβαια, κύριε», είπε ο αγρότης, «δεν το ξέρετε; Ο αέρας παίρνει τη γύρη από το καλαμπόκι που ωριμάζει και την τριγυρνάει από χωράφι σε χωράφι. Αν οι γείτονές μου καλλιεργούν κατώτερης ποιότητας καλαμπόκι, και το δικό μου καλαμπόκι σταδιακά θα υποβαθμιστεί μέσω της σταυρογονιμοποίησης. Εφόσον θέλω να καλλιεργώ καλής ποιότητας καλαμπόκι πρέπει να βοηθήσω και τους γείτονές μου να καλλιεργούν καλή ποιότητα καλαμποκιού.»

Έτσι γίνεται και με τη ζωή μας. 'Οσοι θέλουμε να ζούμε καλά και με νόημα θα πρέπει να εμπλουτίσουμε τις ζωές των γύρω μας, γιατί η αξία της ζωής μετριέται με τις ζωές που αγγίζει. Και όσοι επιλέγουν να ζουν χαρούμενοι και ευτυχείς πρέπει να βοηθήσουν και άλλους να βρούν χαρά και ευτυχία, γιατί η ευημερία του ενός συναρτάται με την ευημερία όλων μας…

Πέστε το η δύναμη της συλλογικότητας
Πέστε το η αρχή της επιτυχίας
Πέστε το ο νόμος της ζωής

Η αλήθεια είναι ότι κανείς μας δεν κερδίζει αληθινά παρά μόνο όταν κερδίζουμε όλοι.

Αριστοτέλης: Η ευτυχία δε βρίσκεται στα πλούτη αλλά στην ηρεμία της ψυχής

‘’ Η ευτυχία δεν βρίσκεται στα πλούτη αλλά στην ηρεμία της ψυχής’’

Μια φράση με βαθιά μηνύματα και προειδοποιήσεις.

Πόση αλήθεια άραγε να κρύβει; Μεγάλη και αλλόκοτη από τις άλλες έχω να σας πω. Διότι, η ευτυχία δεν έχει να κάνει με τα χρήματα αλλά με την ουσία της ψυχής. Εκεί λοιπόν βρίσκεται.

Μέσα μας. Στα βάθη του μυαλού και της καρδιάς μας.

Στο σπίτι μας.

Το κακό παντού υπάρχει. Σε κάθε γωνιά. Όμως, το καλό μόνο σε ένα σημείο.

Ποιο είναι; ΕΣΥ είσαι.

Όσο περίεργο και αν σου φαίνεται, δίπλα σου είναι. Εσύ ο ίδιος είσαι κυρίαρχος, δημιουργός αλλά και παραλήπτης των δικών σου αποφάσεων και επιθυμιών. Στα χέρια σου λοιπόν άνθρωπε βρίσκεται η ευδαιμονία, η ηθική αρετή. Τα πλούτη δεν δηλώνουν κανέναν τίτλο. Δεν αμφιβάλλω ότι έχουν αξία αλλά δεν σε κάνουν ευτυχισμένο. Μπορεί να έχεις όλα τα πλούτη του κόσμου αλλά μέσα σου να είσαι φτωχός.

Τι είδους ευτυχία μπορεί να είναι αυτή; Θα σου πω εγώ. Ανεπαρκής και αναλφάβητη δίχως συναισθήματα και παιδεία. Μια μίζερη, ζοφερή και επίπονη προσπάθεια επιβεβαίωσης και επιβίωσης. Με μόνη κάλυψη το σώμα για ομορφιά και επίδειξη. Με αυτάρκεια, ζήλεια και μιμητισμό.

Ο σαρκασμός βασικός πλέον συνοδός της. Γιατί άραγε να μην υιοθετούμε την άλλη ευτυχία; Αυτή λοιπόν που κατάλαβες. Ναι, Για εκείνη μιλώ που φωτίζει τα μάτια των ανθρώπων από αλήθεια και ειλικρίνεια. Που δεν κρύβεται πίσω από τις λέξεις και δεν ζητά ανταλλάγματα για να αποκαλυφθεί.

Δεν κρύβεται από το έρεβος σαν τους δεσμώτες στο σπήλαιο αλλά προβάλλεται από ψιλά με το φως του ήλιου. Δεν βρίσκεται ούτε στην υπερβολή ούτε στην στέρηση. Μόνο στην μεσότητα. Στο πρέπει και στο είναι. Βρες την λοιπόν, στην μέση της κλωστής. Στα αισθήματα, στις καταστάσεις. Τα πλούτη δεν είναι τίποτα παρά μόνο ένα παρείσακτο αγαθό δωροδοκίας και μυθοπλασίας.

Η ευτυχία βρίσκεται στην έκλυση της ψυχής σου. Στην δικαιοσύνη, στο χαρακτήρα και στις πράξεις. Στην ελευθερία επιλογών και αποφάσεών σου.

Στην αγαστή συνεργασία του πνεύματος και σώματός σου και όχι στον σκοταδισμό των αδυσώπητων και επίπλαστων Ερινυών των σκέψεων και των επιρροών σου. Η ευτυχία λοιπόν σχετίζεται με την πληρότητα, την αγάπη, την χαρά, την δύναμη για την νίκη της ψυχής και όχι την αμετροέπεια του μυαλού. Μπορείς λοιπόν να συνδυάσεις αυτήν την ευτυχία, την πραγματική με το χρυσό χρώμα των χρημάτων; Αντέχεις να ζεις σε μια ουτοπία ή αλήθεια που μόνη σου κρηπίδα είναι ένας ανεύθυνος και τιποτένιος εαυτός; Σου αρέσει να υπάρχεις από τα χρήματα και για τα χρήματα και μόνο; Δεν θα αντέξεις για πολύ. Είναι το μόνο σίγουρο. Διότι, η έκρηξή σου θα πλησιάζει… Και πίστεψέ με…Θα είναι ανυπόφορη…

« Τα πλούτη δεν σε κάνουν βασιλιά της ευτυχίας της ψυχής, αλλά αντιθέτως, η ευτυχία της ψυχής σε κάνει βασιλιά όλου του πλούτου. Μην το ξεχνάς ποτέ!»

Σ’ εμάς φαίνεται μικρή απλώς και μόνο επειδή ένα μεγάλο μέρος της το ξοδεύουμε άσκοπα

Όμως στην πραγματικότητα η ζωή κάθε άλλο παρά μικρή είναι. Σ’ εμάς φαίνεται μικρή απλώς και μόνο επειδή ένα μεγάλο μέρος της το ξοδεύουμε άσκοπα. Όσο δηλαδή μικρή κι αν είναι η ζωή, που μας έχει παραχωρηθεί, φτάνει και περισσεύει για να πετύχουμε έργα σπουδαία. Αρκεί να τη διαχειριζόμαστε σωστά από την αρχή μέχρι το τέλος. Όμως τη στιγμή που τη σπαταλάμε μεταξύ χλιδής και απερισκεψίας, χωρίς να μας νοιάζει να δημιουργήσουμε κάτι που να έχει αξία, είναι επόμενο να διαπιστώνουμε κάποια στιγμή πως έφυγε χωρίς καν να έχουμε προλάβει να το συνειδητοποιήσουμε.

Έτσι είναι. Το βάσανό μας δεν είναι η μικρή διάρκεια της ζωής μας. Εμείς την κάνουμε να φαίνεται σύντομη με την απληστία μας. Ό,τι ακριβώς θα συνέβαινε αν πλούτη βασιλικά πλούτη τύχαινε να πέσουν σε κακό διαχειριστή. Θα απαταλιόνταν στο λεπτό. Ενώ, αν πλούτη πολύ λιγότερα, τα είχε πάρει στα χέρια του καλός διαχειριστής θα αβγάτιζαν. Το ίδιο γίνεται και με τα χρόνια της ζωής μας. Αν ξέρει κανείς να τα διαχειριστεί καλά, μπορεί να πετύχει πολλά και σπουδαία πράγματα.

Γιατί λοιπόν να τα βάζουμε με τη φύση; Αυτή η καημένη έχει φανεί μάλλον γενναιόδωρη. Κι αν τη ζωή σου ξέρεις να την αξιοποιήσεις, διαρκεί πολύ. Όμως δυστυχώς, τον έναν τον πιάνει ανικανοποίητη φιλαργυρία, τον άλλο μια τρελή τάση να φτιάχνει σε όλη τη διάρκειά της άχρηστα πράγματα. Κάποιον άλλο να γεμίζει την κοιλιά του με κρασί κι έναν άλλο να αποβλακώνεται από την απραξία. Αυτός εδώ το έχει βάλει σκοπό να σχολιάζει συνεχώς τα στραβά των άλλων, ο άλλος εκεί, ο έμπορος, δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να γυροφέρνει το δόλωμα που λέγεται κέρδος, παραδέρνοντας σε στεριές και θάλασσες σε όλον τον κόσμο. Άλλοι, που τους κατατρέχει το πάθος της δόξας του πολέμαρχου, ζουν συνέχεια με το φόβο για τους κινδύνους που παραμονεύουν τους στρατιώτες τους ή με την αγωνία για την ίδια τους τη ζωή.

ΣΕΝΕΚΑΣ, Είναι μικρή η ζωή

Πολλές πεποιθήσεις και λίγη Γνώση

Πολλοί άνθρωποι κουβαλάνε πολλές πεποιθήσεις και λίγη Γνώση. Σταχυολογούν από εκείνες τις «γνώσεις» που ταιριάζουν και επιβεβαιώνουν τις πεποιθήσεις τους, παρά το αντίθετο, δηλαδή, να διαμορφώνουν πεποιθήσεις σύμφωνα με την Γνώση που έχουν την τύχη να αποκτούν.

Οι «γνώσεις», δηλαδή βιβλιογραφία, υπάρχουν για όλα τα γούστα, όλα τα χούγια ή για κάθε ανασφάλεια. Θες να πιστεύεις στον θεό, στην πρώτη Αιτία, σε κάτι τέλος πάντων; Δεν φθάνουν τρεις ζωές για να διαβάσεις τα συγγράμματα που συμφωνούν, δηλαδή επιβεβαιώνουν, με την προδιάθεσή σου. Θες να είσαι άθεος; Χιλιάδες σοφοί σου παρέχουν τα διανοητικά βόλια να οχυρωθείς πίσω από την πεποίθησή σου.

Λίγες φορές όμως θα υποψιαστείς ότι το να πιστεύεις σε ένα θεό, ή σε οτιδήποτε (ακόμα και στην μη ύπαρξή του) δεν είναι παρά οι δύο όψεις του ίδιου μεταφυσικού νομίσματος. Που το χρησιμοποιείς για να αγοράσεις λίγη γαλήνη και βεβαιότητα σε ένα κόσμο αταξίας και φόβου. Και ίσως είναι φρόνιμο να κατανοείς ότι αυτό σου γίνεται και να μην δίνεις στα γιατρικά του φόβου σου αξία που δεν έχουν. Και αν πάλι έχουν, κι έχεις εσύ το δίκιο και το όραμα, δείξε σε αυτόν που τυραννιέται την συμπόνια και την μεγαλοψυχία αυτουνού που του δωρήθηκε η Γνώση.

Δημαγωγούς ή ηγέτες;

Ποιος αλήθεια λογικός άνθρωπος, αν ήταν ξένος και δεν είχε προλάβει να διαφθαρεί κι αυτός μαζί μας, βλέποντάς μας δεν θα μας περνούσε για σχιζοφρενείς; Από τη μια επαιρόμαστε για τα κατορθώματα των προγόνων μας κι έχουμε την αξίωση να εκθειάζουν την πόλη μας για τα αλλοτινά της επιτεύγματα, κι από την άλλη κάνουμε τα εντελώς αντίθετα από εκείνους.

 [Το πρόβλημα είναι ότι] Έχετε αποκτήσει την συνήθεια να απορρίπτετε τους πάντες – εκτός από εκείνους που συμβαδίζουν με τις επιθυμίες σας. Κάνετε έτσι τους ρήτορες να μην προβληματίζονται σχετικά με το τι συμφέρει την πόλη, αλλά να βγάζουν λόγους για να σας ευχαριστήσουν. Σε αυτό επιδίδονται οι περισσότεροι. Κι όμως, αν πράγματι θέλετε το συμφέρον της πόλης, περισσότερο πρέπει να δίνετε προσοχή σε εκείνους που σας εναντιώνονται, παρά σ’ εκείνους που σας χαρίζονται. Διότι όσοι σας λένε μόνο ό,τι θέλετε να ακούσετε μπορεί κάλλιστα να σας εξαπατούν – τα ευχάριστα λόγια επισκοτίζουν τη δυνατότητά σας να διακρίνετε το καλύτερο –, ενώ από όσους δεν σας συμβουλεύουν χαϊδεύοντάς σας τ’ αφτιά δεν κινδυνεύετε να πάθετε κάτι τέτοιο· γιατί ο μόνος τρόπος για να σας μεταπείσουν αυτοί είναι να σας καταδείξουν τι συμφέρει την πόλη. Άλλωστε, πως είναι δυνατόν οι πολίτες να κρίνουν τα περασμένα ή να σκεφθούν για τα μέλλοντα, αν δεν παραθέτουν τους λόγους των διαφωνούντων και δεν ακούνε και τους μεν και τους δε με την ίδια προσήλωση;

Φοβάμαι βέβαια μήπως ματαιοπονώ. Έχουμε εδώ και πολύ καιρό διαφθαρεί από ανθρώπους που σε τίποτε άλλο δεν είναι ικανοί απ’ το να μας απατούν και οι οποίοι τόσο περιφρονούν το λαό, ώστε και σε πόλεμο δεν θα διστάσουν να τον παρασύρουν προκειμένου να χρηματισθούν αυτοί.

Κι εκείνο που παρατηρώ είναι ότι η οργή σας στρέφεται περισσότερο εναντίον εκείνων που σας επικρίνουν παρά εναντίον εκείνων που έχουν γίνει αιτία των δεινών σας. Συνηθίζετε να μισείτε όχι τόσο τους υπαίτιους, όσο τους κατήγορους των σφαλμάτων. Και πραγματικά φοβούμαι μήπως προσπαθώντας να σας κάνω καλό με πληρώσετε με κανένα κακό! Θα ντρεπόμουν ωστόσο αν έδινα την εντύπωση ότι νοιάζομαι για την προσωπική μου φήμη κι όχι για την κοινή σωτηρία.

Χρέος και δικό μου και όλων όσοι πονούν την πόλη μας είναι να προτιμούμε όχι τους ευχάριστους, αλλά τους πιο ωφέλιμους λόγους. Να ξέρετε δε ότι, ενώ για τα νοσήματα του σώματος πολλές και διάφορες θεραπείες έχουν βρεθεί από τους γιατρούς, για τις ψυχές που είναι γεμάτες άγνοια και πονηρές επιθυμίες δεν υπάρχει άλλο φάρμακο από το λόγο που τολμά να επιπλήττει όσους σφάλουν. Μου φαίνεται μάλλον γελοίο να υπομένουμε τις καυτηριάσεις και τις τομές των γιατρών προκειμένου ν’ απαλλαγούμε από χειρότερους πόνους, και ν’ αποδοκιμάζουμε τους λόγους πριν δούμε αν έχουν τη δύναμη να ωφελήσουν τους ακούοντες.

Κι ωστόσο, οι περισσότεροι ρητορεύουν ενώπιον του λαού υπερασπιζόμενοι όχι τα συμφέροντα της πόλης, αλλά αυτά από τα οποία κάτι προσδοκούν να κερδίσουν. Απορώ πραγματικά που δεν μπορείτε να διακρίνετε ότι καμία φάρα δεν είναι χειρότερη για το λαό από τους πονηρούς ρήτορες και δημαγωγούς, γιατί αυτοί επιδιώκουν να στερούμαστε τα αναγκαία της καθημερινής ζωής, επειδή βλέπουν ότι όσοι είναι αυτάρκεις ανήκουν στην πόλη και διατυπώνουν τις ορθότερες απόψεις· ενώ όσοι ζουν απ’ το δημόσιο είναι αναγκασμένοι για να μην περιπέσουν σε ανέχεια , να τελούν υπό την εξουσία τους. Σε πενία λοιπόν, για να τους εξουσιάζουν, θα έβλεπαν ευχαρίστως να περιέρχονται όλοι οι πολίτες. Τρανή απόδειξη: δεν κοιτούν με ποιο τρόπο θα παράσχουν τα προς το ζην σε όσους έχουν ανάγκη, αλλά πώς θα εξισώσουν τους θεωρούμενους πλούσιους με τους απόρους. Δεν υπάρχει τίποτε πιο επικίνδυνο από το να ηγούνται οι χειρότεροι των καλύτερων και να προστάζουν οι πλέον ανόητοι τους φρονιμότερους.

Οι ηγέτες εκείνοι που ανταποκρίνονται στα όσα πρέπει να πράξουν, οφείλουν να αγαπούν ταυτόχρονα τους πολίτες και την πόλη τους· διότι ούτε ίππους ούτε σκύλους ούτε ανθρώπους ούτε κανένα άλλο πράγμα εξουσιάζει κανείς καλά, αν δεν χαίρεται για αυτά που πρέπει να φροντίζει. Να μεριμνούν για το λαό και να θεωρούν πρωταρχικό να είναι ευχαριστημένος από τη διακυβέρνησή τους – δεδομένου ότι, από τα ολιγαρχικά και από όλα τα άλλα καθεστώτα, τα μακροβιότερα είναι όσα υπηρετούν καλύτερα το λαό.

Ο σωστός ηγέτης ούτε επιτρέπει να παρεκτρέπεται ο όχλος ούτε ανέχεται να εξευτελίζεται, αλλά επιδιώκει οι άριστοι να έχουν τα αξιώματα και οι άλλοι να μην αδικούνται καθόλου· διότι αυτά είναι τα πρωταρχικά και σπουδαιότερα στοιχεία ενός χρηστού πολιτεύματος.

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ

Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΕΣΣΙΜΙΣΜΟΣ

To καθημέρα των Ελλήνων είναι το όρος Σίπυλο της Νιόβης, όπου όλες οι βρύσες στάζουνε λύπη. Η λιγνή Ελλάδα ήταν μία κλαίουσα ιτιά. Εδώ ως και τα ζώα μύρουνται και δακρύζουν. Θυμήσου, για παράδειγμα, τα δάκρυα που χύνανε τα άλογα του Αχιλλέα.

Στη χλωρίδα του ελληνικού στοχασμού βασιλεύουν τα κλαδιά των νεκρών. Το κυπαρίσσι και ο ασφόδελος.

Ούτε πριν ούτε μετά, κανένας λαός δεν ερεύνησε τα άγνωστα της φύσης και τα μυστήρια της ψυχής, για να φτάσει το βαθύ σκοτάδι και το συμπαγές μηδέν που φτάσανε οι Έλληνες.

Κανένας λαός δε βυθίστηκε όσο οι Έλληνες στη μαύρη χολή του απαίσιου και της ματαιότητας. Μαύρη χολή. Μελαγχολία αλλιώς.

Βούδας, Σοπενχάουερ και όλες οι φιλοσοφίες του πεσσιμισμού και της άρνησης μπροστά στον καημό των Ελλήνων είναι αθλοπαιδιές και αθύρματα.

Και καμία θεωρία που υψώθηκε στο γενικό δεν άφηκε να της ξεφύγουν τόσες φωνές αίρεσης, παράπονου, και απόγνωσης, όσο η κοσμοθεωρία των Ελλήνων.

Οι Έλληνες είναι οι αυτουργοί, οι πρωτουργοί, και οι δημιουργοί του θρήνου και της σφοδρής σιωπής. Πρώτοι αυτοί, δουλέψανε το νοήμα της μοίρας και της συμφοράς. Σε σχέση με τον άνθρωπο το άδικο το είδαν σε κλίμακα παναθρώπινη. Και σε σχέση με τον κόσμο το κακό το είδαν σε κλίμακα παγκόσμια. Το κακό που είδαν οι Έλληνες στη φύση η σύγχρονη φυσική το ονόμασε εντροπία, και το ‘κλείσε στο δεύτερο νόμο της θερμοδυναμικής.

Είναι παράξενο που ετούτος ο Καύκασος της μοναξιάς και του πάγoυ φαίνεται πως δε φαίνεται στα έργα και στα λόγια τους.

Καθώς τα καράβια τους ταξιδεύουν στις γλαυκοκύανες θάλασσες, το μαγνάδι της επιφάνειας δεν αφήνει να φανεί πουθενά, ότι σε όλους εκείνους τους πλησίστιους πλόες λάμνει η βέβαιη αίσθηση και η βέβαιη γνώση τους για το κακό του κόσμου και για το άδικο του ανθρώπου.

Από ένα σημείο μάλιστα και πέρα αυτό το παράξενο γίνεται θαυμαστό. Γιατί όλος εκείνος ο κόσμος τoυ θρήνου μετουσιώνεται σε κατανόηση και σε πικρή υπερηφάνεια. Γίνεται δηλαδή η ελληνική τέχνη.

Γίνεται εγκαρτέρηση, ήμερη κυριαρχία του λόγου στο άλογο, όραση και εννόηση της βαθύτερης οργάνωσης του σύμπαντος.

Γίνεται το μελαγχολικό μειδίαμα ενός μελλοθάνατου που βλέπει ότι πεθαίνει. Δεν αφήνεται όμως στην παρηγοριά που προσφέρεται να του δώσει ο λόγος των γύρω του ότι θα ζήσει χρόνια ακόμη.

Αυτός ο μεταπλασμός της μελαγχολίας των Ελλήνων σε τέχνη είναι καίριας σημασίας. Γιατί άλλαζε το ποιόν και την υφή της. Τη μετάτρεψε από άρνηση σε δύναμη, και από εγκατάλειψη σε καρτερία.

Έγινε δηλαδή ένας πεσσιμισμός χαρούμενος. Μια δυστυχία, που ωστόσο βρίσκει να χαίρεται. Αυτή την αιχμηρή κορυφογραμμή της χαρμολύπης, που οι Έλληνες την περπατούν πολύ προσεχτικά, ο Όμηρος τη λέει δακρυόεν γελάν.

Δ. ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ, ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΤΙ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΙΣ

Σχετική εικόναΟρθά και όμορφα διαίρεσε ο μέγας διδάσκαλος περί της ευδαιμονίας Επίκουρος τις ανθρώπινες ανάγκες σε τρεις κατηγορίες.

Πρώτον, στις φυσικές και αδήριτες: πρόκειται για εκείνες που, όταν δεν ικανοποιηθούν, προκαλούν πόνο· εδώ, συνεπώς, συγκαταλέγονται μόνο victus et amictus [τροφή κι ένδυση].

Δεύτερον, στις φυσικές αλλά όχι στις αδήριτες: πρόκειται για την ανάγκη ικανοποίησης της γενετήσιας ορμής, αν και ο Επίκουρος – σύμφωνα με την έκθεση της διδασκαλίας του από τον Διογένη Λαέρτιο – δεν το διατυπώνει ρητά (την διδασκαλία του, παρεμπιπτόντως, την παρουσιάζω συνολικά κάπως τροποποιημένη και λειασμένη)· η ανάγκη αυτή ικανοποιείται ήδη δυσκολότερα απ’ ότι οι πρωταναφερθείσες.

Τρίτον, στις ούτε φυσικές ούτε αδήριτες: πρόκειται για τις ανάγκες της πολυτέλειας, της αφθονίας, της επίδειξης και του μεγαλείου· τούτες δεν έχουν πέρας, η δε ικανοποίησή τους είναι πολύ δύσκολη.

Τα όρια των εύλογων επιθυμιών μας που αφορούν στην κτήση είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο να καθορισθούν, καθώς η ικανοποίηση του κάθε ανθρώπου απ’ αυτή την άποψη εξαρτάται όχι από ένα απόλυτο, αλλά ένα σχετικό μέγεθος, από την σχέση δηλ. των απαιτήσεών του και της περιουσίας του, ούτως ώστε η τελευταία, θεωρούμενη μεμονωμένη, είναι τόσο κενή νοήματος όσο και ο αριθμητής ενός κλάσματος χωρίς τον παρονομαστή. Ένας άνθρωπος δεν στερείται καθόλου τα αγαθά εκείνα τα οποία δεν του έχει περάσει καν από το μυαλό η αξίωση να τα αποκτήσει, αλλά είναι, και χωρίς αυτά ικανοποιημένος. Ένας άλλος, αντίθετα, ο οποίος κατέχει τα εκατονταπλάσια απ’ αυτόν, νιώθει δυστυχής επειδή στερείται ένα και μόνον αγαθό το οποίο έχει την αξίωσή να κατέχει.

Ο καθένας έχει, και απ’ αυτήν την άποψη, έναν δικό του ορίζοντα του τι είναι γι’ αυτόν δυνητικά εφικτό και οι αξιώσεις του εκτείνονται μέχρι τα όρια του ορίζοντα αυτού. Όποτε ένα αντικείμενο ευρισκόμενο εντός του ορίζοντα αυτού του παρουσιάζεται κατά κάποιο τρόπο ώστε να ευελπιστεί ότι θα το αποκτήσει, τότε νιώθει ευτυχής· δυστυχής, αντίθετα, νιώθει όποτε δυσκολίες που εμφανίζονται του στερούν αυτή την προοπτική. Ό,τι βρίσκεται εκτός του οπτικού αυτού πεδίου δεν ασκεί καμία επίδραση επάνω του. Ως εκ τούτου, η μεγάλη περιουσία των πλουσίων δεν προκαλεί ανησυχία στον φτωχό· κι από την άλλη πλευρά, ο πλούσιος, όταν αποτύχει στις επιδιώξεις του, δεν βρίσκει παρηγοριά στα πλείστα όσα κατέχει.

Το γεγονός ότι,μετά την απώλεια πλούτου ή ευκαταστασίας και μόλις ξεπερασθεί η αρχική οδύνη, η συνήθης μας διάθεση δεν διαφέρει κατά πολύ από την προ της απώλειας οφείλεται στο ότι, αφότου η μοίρα σμίκρυνε τον παράγοντα της περιουσίας μας, μειώνουμε τώρα κι εμείς οι ίδιοι δραστικά τον παράγοντα των αξιώσεων μας. Η προσαρμογή αυτή είναι το πραγματικά επώδυνο στην περίπτωση ενός δεινού· όταν, όμως, πλέον ολοκληρωθεί, τότε ο πόνος υποχωρεί, μέχρι που, εντέλει, παύει να γίνεται αισθητός: η πληγή επουλώνεται. Στην περίπτωση, αντίθετα, ενός ευτυχούς συμβάντος, ο συμπιεστής των αξιώσεών μας μετατίθεται σε υψηλότερο σημείο, ώστε οι ίδιες οι αξιώσεις μας διογκώνονται: εδώ ακριβώς έγκειται η χαρά. Τούτη, όμως,δεν διαρκεί περισσότερο από την διαδικασία ολοκλήρωσης αυτής της προσαρμογής, μέχρις ότου δηλ. συνηθίσουμε στον αυξημένο βαθμό αξιώσεων και καταστούμε αδιάφοροι για το μέγεθος της περιουσίας που τού αντιστοιχεί.

Στους ανθρώπους επιρρίπτεται συχνά η μορφή ότι η επιθυμία τους είναι κυρίως εστραμμένη στο χρήμα και ότι αγαπούν τούτο περισσότερο από κάθε τι άλλο. Εντούτοις, είναι φυσικό, μάλιστα προφανώς αναπόφευκτο ν’ αγαπούν το χρήμα, το οποίο – ωσάν ακαταπόνητος Πρωτέας – είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμο να μεταμορφωθεί στο εκάστοτε αντικείμενο των τόσο μεταβαλλόμενων επιθυμιών μας και των πολυσχιδών αναγκών μας. Κάθε άλλο αγαθό ικανοποιεί μια μόνον επιθυμία, μια μόνον ανάγκη: οι τροφές είναι καλές μόνο για τον πεινασμένο, το κρασί μόνο για τον υγιή, τα φάρμακα μόνο για τον ασθενή, μια γούνα μόνο για τον χειμώνα, οι γυναίκες μόνο για την νιότη κ.λ.π.

Όλα τούτα είναι συνεπώς απλώς αγαθά προς τι, αγαθά δηλ. σε σχέση με κάτι άλλο. Μόνο το χρήμα είναι το αγαθό κατ’ απόλυτη έννοια καθώς δεν αντιστοιχεί σε μία ανάγκη in concreto [συγκεκριμένα], αλλά στην ανάγκη όλως, in abstracto [αφηρημένα].

Άνθρωποι που δεν έχουν κληρονομήσει κάποια περιουσία, εντέλει, όμως, καταφέρνουν χάρη στα ταλέντα τους, όποιας φύσεως κι αν είναι αυτά, να πορίζονται πολλά χρήματα, υποκύπτουν σχεδόν πάντα στην ψευδαίσθηση ότι το ταλέντο τους είναι το πάγιο κεφάλαιο κι άρα τα χρήματα που αποκτούν χάρη σ’ αυτό οι τόκοι. Έτσι, δεν αποταμιεύουν ένα μέρος των αποκτηθέντων προκειμένου να συσσωρεύσουν ένα πάγιο κεφάλαιο, αλλά ξοδεύουν όλα όσα κερδίζουν. Για τον λόγο όμως αυτό, περιέχονται ως επί το πλείστον σε φτώχεια όταν η απόκτηση χρημάτων επιβραδύνεται ή σταματά εντελώς, είτε επειδή το ταλέντο τους, όντας εφήμερου χαρακτήρα, εξαντλήθηκε, όπως λ.χ. το ταλέντο σ’ όλες τις καλές τέχνες, είτε, επίσης, επειδή το ταλέντο τους κατάφερνε να επιβάλλεται χάρη σε συγκεκριμένες περιστάσεις και συγκυρίες, οι οποίες έχουν τώρα πλέον πάψει να υφίστανται.

Ως εκ τούτου όμως, τα όσα κερδίζουν πρέπει να γίνουν το κεφάλαιό τους, ενώ αυτοί, κατά τρόπο αλαζονικό, τα θεωρούν ως απλούς τόκους και οδεύουν, έτσι, ταχέως προς τον όλεθρο.

Άνθρωποι, αντίθετα, που κατέχουν κληρονομημένη περιουσία μαθαίνουν σύντομα να διαχωρίζουν, τουλάχιστον, ποιο είναι το κεφάλαιο και ποιοι οι τόκοι. Έτσι, οι περισσότεροι απ’ αυτούς καταβάλλουν προσπάθεια να διασφαλίσουν το κεφάλαιο, μη πειράζοντάς το, και μάλιστα, ει δυνατόν, αποταμιεύοντας ένα τουλάχιστον όγδοο των τόκων, προκειμένου ν’ αντιμετωπίσουν έναν ενδεχόμενο μελλοντικό περιορισμό των αποδόσεων. Για τον λόγο αυτό, καταφέρνουν συνήθως να διατηρούν την οικονομική τους ευμάρεια.

Οι ανωτέρω επισημάνσεις δεν έχουν εφαρμογή στους εμπόρους, καθώς γι’ αυτούς το ίδιο το χρήμα είναι το μέσο για περαιτέρω κέρδη, ούτως ειπείν εργαλείο επαγγελματικό.

Ως εκ τούτου, αυτοί προσπαθούν, ακόμα κι αν έχουν οι ίδιοι από μόνοι τους πορισθεί το χρήμα, να το διατηρήσουν και να το πολλαπλασιάσουν δια της χρήσης του. Έτσι, ο πλούτος δεν είναι πουθενά κάτι τόσο οικείο όσο σ’ αυτή την επαγγελματική τάξη.

Από τούτα, θα μπορούσε κανείς να εξαγάγει το συμπέρασμα πως η ένδεια δεν είναι τόσο δεινό πράγμα όσο μοιάζει εκ του μακρόθεν. Ο αληθινός λόγος, ωστόσο, θα πρέπει μάλλον να είναι τούτος, ότι, στα μάτια όποιου έχει γεννηθεί και μεγαλώσει μέσα σε κληρονομημένο πλούτο, τούτος εμφανίζεται ως κάτι απαραίτητο, ως φυσικό στοιχείο του μόνου δυνατού βίου, όπως ο αέρας· έτσι, ένας τέτοιος άνθρωπος τον περιφρουρεί όπως την ίδια του τη ζωή, όντας επομένως τακτικός, προσεκτικός και οικονόμος. Στα μάτια, απεναντίας, όποιου έχει γεννηθεί και μεγαλώσει μέσα σε κληρονομημένη ένδεια, τούτη εμφανίζεται ως η φυσιολογική κατάσταση, ο δε πλούτος που έτυχε να βρεθεί στα χέρια του ως κάτι το περιττό, προοριζόμενο μόνο για ξόδεμα και απόλαυση· διότι ένας τέτοιος άνθρωπος, όταν ο πλούτος του έχει πλέον εξανεμισθεί, τα βγάζει πέρα όπως και παλαιότερα, έχει δε επιπλέον απαλλαγεί και από μια έγνοια.

Από την ανθρώπινη αυτή ιδιαιτερότητα εξηγείται και το γεγονός ότι οι γυναίκες που υπήρξαν φτωχές κοπέλες είναι πολύ συχνά πιο απαιτητικές και σπάταλες από εκείνες που συνεισέφεραν στον γάμο τους πλούσια προίκα, καθώς οι πλούσιες κοπέλες δεν φέρνουν μαζί τους μόνο περιουσία, αλλά και περισσότερο ζήλο, κληρονομημένη ορμή για διατήρηση αυτής απ’ ότι οι φτωχές. Όποιος παρά ταύτα επιθυμεί να ισχυρισθεί το αντίθετο μπορεί να επικαλεσθεί ως αυθεντία τον Ariosto με την πρώτη του σάτιρα.

Εγώ, πάντως, θα ’θελα να συμβουλεύσω εκείνον που παντρεύεται μια φτωχή κοπέλα να μην της κληροδοτήσει το κεφάλαιο, αλλά μόνο ένα εισόδημα, ιδιαίτερα δε να φροντίσει ώστε η περιουσία των παιδιών να μην περιέλθει στα χέρια της.

Δεν κάνω, πιστεύω, κατά κανένα τρόπο κάτι ανάξιο της γραφίδας μου συνιστώντας να φροντίζει κανείς για τη διατήρηση της περιουσίας που απέκτησε ή κληρονόμησε· διότι βέβαια, το να κατέχει κανείς τόσα ώστε να μπορεί, έστω και μόνο για τον εαυτό του, χωρίς οικογένεια, να διάγει τον βίο του αληθινά ανεξάρτητος, χωρίς δηλ. να δουλεύει, είναι ένα πλεονέκτημα ανεκτίμητο, καθώς ισοδυναμεί με ασυλία που τον απαλλάσσει από τις ανάγκες και τις κακουχίες τις συνυφασμένης με τον ανθρώπινο βίο, με χειραφέτηση δηλ. από τη γενική δουλοπαροικία, τον φυσικό τούτο λαχνό των ανθρώπων επί της γης.

Μόνον υπό τον όρο αυτής της εύνοιας της μοίρας είναι κανείς γεννημένος ελεύθερος και όχι δούλος, καθώς μόνον τότε είναι κανείς κύριος του χρόνου του και των δυνάμεών του, ώστε να μπορεί κάθε πρωί να λέγει: “η ημέρα ανήκει σ’ εμένα”. Και ακριβώς για τον λόγο αυτόν είναι η διαφορά ανάμεσα σ’ αυτόν που έχει χίλια και σ’ αυτόν που έχει εκατό χιλιάδες τάλιρα εισόδημα απείρως μικρότερη απ’ ότι εκείνη ανάμεσα στον πρωτοαναφερθέντα και σ’ εκείνον που δεν έχει τίποτε.

Την δε μέγιστη αξία της, η κληρονομημένη περιουσία την αποκτά όταν τυχαίνει σ’ εκείνον που, προικισμένος με πνευματικές δυνάμεις ανώτερου είδους, επιδίδεται σ’ εγχειρήματα που δεν συνάδουν με τον βιοπορισμό· διότι ο άνθρωπος αυτός διάγει για την ιδιοφυΐα του και αποπληρώνει στο εκατονταπλάσιο την οφειλή του στην ανθρωπότητα, προσφέροντάς της κάτι που κανείς άλλος δεν μπορεί να της προσφέρει και δημιουργώντας κάτι που την ωφελεί στην ολότητά της και που, μάλιστα, της χαρίζει επίσης τιμή. Ένας άλλος πάλι, ευρισκόμενος σε τόσο ευνοϊκή θέση, ευεργετεί την ανθρωπότητα με φιλανθρωπικά έργα. Όποιος, απεναντίας, δεν προσφέρει, έστω και σε μικρό βαθμό ή ως απλή απόπειρα, τίποτε απ’ όλα αυτά, όποιος μάλιστα ούτε καν αξιοποιεί την δυνατότητα τουλάχιστον να προάγει μια επιστήμη μαθαίνοντάς την εμβριθώς δεν είναι παρά ένας άχρηστος χασομέρης και αξιοκαταφρόνητος. Επίσης, ένας τέτοιος άνθρωπος δεν είναι ευτυχής, καθώς η απαλλαγή του από την ανάγκη τον εγκαταλείπει στο έλεος του άλλου πόλου της ανθρώπινης δεινοπάθειας, στο έλεος της ανίας, η οποία τον τυραννεί σε τέτοιον βαθμό ώστε θα ήταν ασφαλώς κατά πολύ ευτυχέστερος, εάν η ανάγκη τού είχε παράσχει μια απασχόληση. Ακριβώς δε η ανία αυτή είναι που τον παρασύρει εύκολα σε υπερβολές και ασωτίες, οι οποίες και, εντέλει, θα του στερήσουν το πλεονέκτημα εκείνο του οποίου αποδεικνύεται ανάξιος.

Εκείνος, απεναντίας, που διαθέτει από την οικογένειά του αρκετά προς το ζην είναι ως επί το πλείστον ανυπότακτος: έχει συνηθίσει να βαδίζει tete levee [με το κεφάλι ψηλά] και δεν έχει μάθει τα τεχνάσματα της δουλικότητας· επιμένει ίσως να κάνει χρήση κάποιων ενδεχόμενων ταλέντων του, ενώ θα ‘πρεπε, αντίθετα, να κατανοήσει την ανεπάρκειά τους απέναντι στον mediocre et rampant [στην χαμερπή μετριότητα]· μάλιστα, είναι προφανώς σε θέση να διακρίνει την κατωτερότητα των ανωτέρων του, και όταν δε στο τέλος η κατάσταση φθάσει στο επίπεδο της αναξιοπρέπειας, τότε γίνεται είτε απειθής είτε λιπόψυχος. Έτσι, όμως, δεν πάει κανείς μπροστά στην ζωή· μάλλον θα καταλήξει ν’ αναφωνήσει μαζί με τον αυθάδη Βολταίρο: nous n’ avons que deux jours a vivre: ce n’ est pas la peine de les passer a ramper sous des coquins meprisables. (Δεν έχουμε παρά μόνο δύο μέρες να ζήσουμε: δεν αξίζει να τις περάσουμε υπηρετώντας χαμερπώς αξιοκαταφρόνητους παλιανθρώπους).

Στα όσα έχει κανείς, δεν συμπεριέλαβα γυναίκα και παιδιά, καθώς στην πραγματικότητα μάλλον ο ίδιος βρίσκεται στην κατοχή τους. Περισσότερο θα μπορούσε ίσως κανείς να συναριθμήσει σ’ αυτά τους φίλους· όμως, κι εδώ ο κάτοχος βρίσκεται στην κατοχή του άλλου, κατ’ ανάγκη, στον ίδιο ακριβώς βαθμό.

Arthur Schopenhauer, ΑΦΟΡΙΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ

Ιαπωνικό σκάφος συναντάει τον αστεροειδή Ryugu: Θα φέρει πίσω δείγματα από την επιφάνειά του

Το να φέρνεις υλικό από αστεροειδείς δεν είναι εύκολο πράγμα.

Το ιαπωνικό σκάφος Hayabusa 2 άρχισε να στέλνει εικόνες του αστεροειδούς Ryugu, τον οποίο πλησιάζει και αναμένεται να προσεγγίσει στις 27 Ιουνίου, με στόχο να συλλέξει δείγματα και να τα φέρει πίσω στη Γη.

Το βάρους 600 κιλών σκάφος «Χαγιαμπούσα 2» εκτοξεύθηκε το 2014 και πλέον απέχει περίπου 215 χιλιόμετρα από τον ακανόνιστου σχήματος και πολύ σκούρο αστεροειδή «Ριούγκου», ο οποίος μοιάζει με «ντάμπλινγκ» και η περιστροφή του είναι ανάδρομη, δηλαδή ανάποδη σε σχέση με εκείνη της Γης και του Ήλιου.
O Ριούγκου ανακαλύφθηκε το 1999, έχει διάμετρο περίπου 900 μέτρων και ανήκει στην κατηγορία των δυνητικά επικίνδυνων για τη Γη αστεροειδών της ομάδας «Απόλλων». Tο Χαγιαμπούσα-2 διαθέτει δύο ηλιακά πάνελ και μια μηχανή ιόντων που δουλεύει με το χημικό στοιχείο ξένο.

Στις 27 Ιουνίου, το σκάφος θα βρεθεί σε απόσταση 20 χιλιομέτρων από τον αστεροειδή και η Ιαπωνική Διαστημική Υπηρεσία (JAXA) θα τον μελετήσει, για περίπου ενάμιση χρόνο. Σε αυτό το διάστημα θα στείλει διαστημοσυσκευές στην επιφάνειά του -αρχής γενομένης το Σεπτέμβριο ή τον Οκτώβριο- και θα χρησιμοποιήσει εκρηκτικά για να ανοίξει τρύπα, ώστε να πάρει δείγματα και από το υπέδαφός του.

Αν όλα πάνε καλά, η αποστολή θα εγκαταλείψει τον Ριούγκου το Δεκέμβριο 2019, ώστε να επιστρέψει στον πλανήτη μας με τα δείγματα του αστεροειδούς στο τέλος του 2020.

Είχε προηγηθεί η αποστολή «Χαγιαμπούσα 1», που είχε εκτοξευθεί το 2003 και έφθασε στον αστεροειδή Ιτοκάβα το 2005. Παρά τις τεχνικές δυσκολίες, το σκάφος τελικά επέστρεψε στη Γη το 2010, μεταφέροντας μια μικρή ποσότητα υλικού από τον αστεροειδή.

Κάτι ανάλογο θα επιχειρήσει το αμερικανικό σκάφος Osiris-Rex που έχει «ραντεβού» με τον αστεροειδή Μπενού τον Αύγουστο.

Ο Αριστοτέλης για τη μουσική

Για τον Αριστοτέλη ο τελικός σκοπός του ανθρώπου είναι η ευδαιμονία. Όμως, ως ευδαιμονία δεν ορίζεται η απόλαυση που μπορεί να προσφέρει μια ευχάριστη ενέργεια για χάρη της χαλάρωσης από καθημερινές ασχολίες. Δεν μπορούμε δηλαδή να ταυτίσουμε τη διασκέδαση με την ευδαιμονία, επειδή απλώς παρέχει ευχαρίστηση: «Συμβαίνει οι άνθρωποι συχνά να θέτουν τις διασκεδάσεις ως τελικό σκοπό. Πράγματι, κάποια συγκεκριμένη ευχαρίστηση ίσως έχει και ο τελικός σκοπός, αλλά όχι τυχαία, και ψάχνοντας οι άνθρωποι αυτή την ευχαρίστηση, τη συγχέουν με την άλλη, καθώς μοιάζουν από κάποια άποψη οι απολήξεις των πράξεων». (1339b 31 – 35).
 
Ο τελικός σκοπός, με την έννοια του βαθύτερου ανθρώπινου προορισμού, δεν αποδίδεται μέσα στα στενά όρια του ευχάριστου χρόνου. Αντίθετα η ανώτερη ευχαρίστηση ως τελικός σκοπός αφορά πράγματα που γίνονται γι’ αυτά τα ίδια και οδηγούν τον άνθρωπο στην εσωτερική πληρότητα και αυτοπραγμάτωσή του.
 
Υπό αυτό τον όρο, η ευδαιμονία αποκτά διαστάσεις καθαρά υπαρξιακές, αφού τρέφει την ύπαρξη προϋποθέτοντας την ύψιστη αυτογνωσία. Ευδαίμων είναι ο άνθρωπος που αντιλαμβάνεται τη βαθύτερη ορμή που κρύβει για κάτι κι ακολουθεί το δρόμο της πραγμάτωσής του. (Ο Αριστοτέλης θα έλεγε τη βαθύτερη αποστολή του, την οποία καλείται να υπηρετήσει ως τελικό στόχο).
 
Γι’ αυτό η  ευδαιμονία δεν ταυτίζεται με την ξεκούραση, αλλά απαιτεί μόχθο κι αντοχή σε ενδεχόμενες απογοητεύσεις. Σε τελική ανάλυση ο αγώνας είναι η πηγή της πιο βαθιάς ευτυχίας: «… κανενός πράγματος ο τελικός στόχος δεν επιδιώκεται για χάρη αυτών που θα γίνουν, και επομένως οι παρόμοιες ευχαριστήσεις δεν επιδιώκονται γι’ αυτά που θα γίνουν, αλλά για όσα ήδη έχουν γίνει, όπως οι κόποι και η λύπη». (1339b 35 – 38).
 
Από τη στιγμή που «ο τελικός στόχος δεν επιδιώκεται για χάρη αυτών που θα γίνουν» θα λέγαμε ότι είναι μόνο η αφορμή. Αυτό που έχει σημασία είναι το «ταξίδι» μέσα από την υπηρεσία του στόχου. Γι’ αυτό και η φράση «κάποια συγκεκριμένη ευχαρίστηση ίσως έχει και ο τελικός στόχος», γιατί εδώ δε μιλάμε για μια χειροπιαστή απόλαυση που αναγκαστικά εξαντλείται, αλλά για το ατέρμονο της προσπάθειας που θα φέρει υπαρξιακή πληρότητα.
 
Κι αυτή ακριβώς είναι η παγίδα που αποπροσανατολίζει τον άνθρωπο από τον τελικό του στόχο και τον κάνει να συγχέει την πρόσκαιρη χαρά της διασκέδασης με την ευδαιμονία. Γιατί και η διασκέδαση προσφέρει χαρές και μάλιστα χαρές που επίσης «δεν επιδιώκονται γι’ αυτά που θα γίνουν»: «Θα μπορούσε λοιπόν κανείς να υποστηρίξει ότι αυτή είναι η αιτία για την οποία οι άνθρωποι επιζητούν να φτάσουν στην ευδαιμονία με τις ευχαριστήσεις αυτές» (εννοείται των διασκεδάσεων). (1339b 38 – 39).
 
Όμως, άλλη η χαρά του τελικού στόχου (ευδαιμονία) κι άλλη της διασκέδασης. Κι αυτός είναι ο λόγος που ο Αριστοτέλης χαρακτηρίζει την ευχαρίστηση από τον τελικό στόχο «όχι τυχαία». Γιατί οι χαρές των διασκεδάσεων είναι τυχαίες και παροδικές, ενώ η πάλη για την εκπλήρωση του τελικού στόχου οφείλει να είναι συνειδητή και αέναη.
 
Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι πρέπει κανείς να υποτιμά ή (πολύ περισσότερο) να αποφεύγει τη χαλάρωση κάνοντας πράγματα που τον ευχαριστούν, ασχέτως αν δε συνάδουν με τον τελικό στόχο: «Πράγματι και η διασκέδαση γίνεται για χάρη της ανάπαυσης και αναγκαστικά η ανάπαυση είναι ευχάριστη (καθώς θεραπεύει τρόπον τινά τη λύπη από τους μόχθους)». (1339b 15 – 17).
 
Η διασκέδαση κρίνεται απολύτως απαραίτητη, ως ξεκούραση της ψυχής, ώστε να μπορεί να λειτουργήσει ακόμη αποδοτικότερα προς όφελος των δραστηριοτήτων που απαιτεί ο τελικός στόχος. Από αυτή την άποψη, η διασκέδαση υπηρετεί τον τελικό στόχο, αφού ωφελεί την ψυχή θεραπεύοντας την κόπωση. Αρκεί βέβαια να μην είναι επιζήμια: «Γιατί όσα ευχάριστα είναι αβλαβή, όχι μόνο συνάδουν με τον τελικό σκοπό, αλλά και με την ανάπαυση». (1339b 25 – 27).
 
Αναφερόμενος στη μουσική ο Αριστοτέλης ξεκινά από το ψυχαγωγικό της μέρος αναγνωρίζοντας την αναμφισβήτητη ευχαρίστηση που προσφέρει: «Η μουσική ως γνωστό είναι από τα πιο ευχάριστα πράγματα είτε εκτελείται με μουσικό όργανο είτε συνοδεύεται και από μελωδία για αυτό κι όταν βρίσκονται σε συντροφιές» (εννοείται οι άνθρωποι) «και θέλουν να περάσουν ευχάριστα το χρόνο τους, δικαιολογημένα τη χρησιμοποιούν, επειδή μπορεί να τους ευφραίνει». (1339b 20 – 21, 22 – 24).
 
Η μουσική, προσφέροντας ψυχική  ευφορία, αποτελεί ιδανική εκτόνωση του μόχθου. Από αυτή την άποψη συμβάλλει θετικά και στον τελικό στόχο, αφού το διάλειμμα, ως αποφόρτιση της ψυχής, λειτουργεί ευεργετικά προς αυτή την κατεύθυνση: «Επειδή λίγες φορές οι άνθρωποι πετυχαίνουν να φτάσουν στον τελικό σκοπό, πολλές φορές όμως αναπαύονται και επιδίδονται σε διασκεδάσεις αποβλέποντας όχι τόσο στον απώτερο σκοπό αλλά στην ευχαρίστηση, μπορεί να είναι χρήσιμη η μουσική στο να τους ξεκουράζει με την ευχαρίστηση που προκαλεί». (1339b 27 – 31).
 
Όμως, το ζήτημα είναι πολύ πιο βαθύ, αφού ο Αριστοτέλης συσχετίζει τη μουσική με την ηθική διάπλαση του ανθρώπου. Η  ευχαρίστηση που προσφέρει δεν είναι συμπτωματική, αλλά οφείλεται στην ίδια τη φύση της (δηλαδή τη βαθύτερη ουσία της) που καταφέρνει και διεισδύει στα εσώτερα της ανθρώπινης ψυχής διαμορφώνοντας συναισθήματα και προκαλώντας συμπεριφορές, που εκ πρώτης όψεως φαίνονται ανεξήγητα: «Οπωσδήποτε ωστόσο οφείλουμε να εξετάσουμε μήπως συμπτωματικά έχει συμβεί αυτό, η φύση της όμως είναι πολυτιμότερη από την αναφερόμενη χρησιμότητά της, και γι’ αυτό μήπως πρέπει όχι απλώς να μετέχουμε στην κοινή ευχαρίστηση που σκορπίζει στην αίσθηση όλων των ανθρώπων (γιατί η ευχαρίστηση που προσφέρει η μουσική είναι μέσα στη φύση της και γι’ αυτό είναι προσφιλές το άκουσμά της από όλες τις ηλικίες και όλους τους χαρακτήρες), αλλά να δούμε αν με κάποιον τρόπο μπορεί να συμβάλλει στη διάπλαση του ήθους και της ψυχής». (1339b 42 – 1340a 6).
 
Ο προβληματισμός είναι σαφής: «Αυτό θα γινόταν φανερό αν με την επίδρασή της διαμορφωνόταν τα ποιοτικά γνωρίσματα του ήθους μας». (1340a 7 – 8).
 
Με άλλα λόγια, η μουσική μπορεί να διαπλάσει την ποιότητα της ψυχής εθίζοντάς την προς την κατεύθυνση της αρετής; Το βέβαιο είναι ότι συνδέεται άμεσα με τα συναισθήματα: «Παράλληλα με τις αληθινές ψυχικές διαθέσεις στους ρυθμούς και στις μουσικές συνθέσεις υπάρχουν ανάλογες αποδόσεις οργής και ηρεμίας, ακόμη ανδρείας και σύνεσης και όλων των αντίθετών τους, όπως και των άλλων ηθικών καταστάσεων (η εμπειρία το δείχνει αυτό, γιατί τέτοια ακούσματα μεταβάλλουν ανάλογα την ψυχική μας διάθεση)». (1340a 18 – 23).
 
Η αναγωγή των συναισθημάτων σε «ηθικές καταστάσεις» είναι η αποδοχή ότι ο άνθρωπος πράττει σύμφωνα με τα συναισθήματά του. Ο ευέξαπτος, αφού νιώθει οργή δεν μπορεί παρά να τη διοχετεύσει. Τελικά, η διαμόρφωση της ηθικής αρετής δεν είναι τίποτε άλλο από τη διαμόρφωση των συναισθημάτων που την υπηρετούν. Κι αυτό είναι θέμα συνήθειας, δηλαδή εθισμού στο πώς θα συμπεριφέρεται κανείς στη μία ή την άλλη κατάσταση.
 
Τη θέση αυτή την έχει διατυπώσει ξεκάθαρα και στα Ηθικά Νικομάχεια λέγοντας ότι αυτός που μαθαίνει να δείχνει θάρρος στους κινδύνους γίνεται ανδρείος, ενώ αυτός που φοβάται δειλός, όπως και στις καθημερινές συναλλαγές αυτός που συνηθίζει να συμπεριφέρεται με εντιμότητα γίνεται δίκαιος, ενώ αυτός που συμπεριφέρεται ανέντιμα άδικος.
 
Εξάλλου, στα Ηθικά Νικομάχεια καθιστά σαφή τη σπουδαιότητα των συναισθημάτων, αφού αποτελούν την επισφράγιση του εθισμού. Με δυο λόγια δε φτάνει να κάνει κανείς το καλό, πρέπει να χαίρεται επειδή το κάνει. Μόνο όταν η πραγμάτωση της αρετής επιφέρει θετικά συναισθήματα μπορούμε να πούμε ότι ολοκληρώθηκε ο εθισμός. Γιατί το συναίσθημα είναι η δύναμη που κινεί την ανθρώπινη συμπεριφορά. Αφού όλοι θα κάνουν αυτό που τους ευχαριστεί, δε μένει τίποτε άλλο απ’ το να μάθουν να ευχαριστιούνται με τα σωστά πράγματα.
 
Η μουσική, όχι μόνο προκαλεί συναισθήματα, αλλά, για τον Αριστοτέλη, είναι καθαυτό συναισθηματική απόχρωση από τη φύση της: «οι μελωδίες είναι καθαρές απομιμήσεις ψυχικών διαθέσεων (αυτό αποδεικνύεται άμεσα, γιατί οι αρμονίες από τη φύση τους διαφέρουν μεταξύ τους, με αποτέλεσμα διαφορετικά συναισθήματα να βιώνουν οι ακροατές τους και να μην αντιδρούν με τον ίδιο τρόπο σε καθεμιά από αυτές, αλλά σε μερικές με μεγαλύτερη λύπη και μελαγχολία… σε άλλες με μια πνευματική χαλάρωση και σε άλλες να αντιδρούν με ισορροπημένη ψυχική διάθεση, πράγμα που φαίνεται ότι κατορθώνει μόνο η δωριστί αρμονία, σε αντίθεση με τη φρυγιστί που προκαλεί ενθουσιασμό και έκσταση». (1340a 38 – 1340b 1, 1340b 2 – 5).
 
Με δεδομένη πλέον τη δυνατότητα της μουσικής στη διαμόρφωση των συναισθημάτων δε μένει παρά να καταδειχθεί ο παιδαγωγικός της χαρακτήρας, ο τρόπος δηλαδή που μπορεί να δράσει στη διαδικασία του εθισμού κατευθύνοντας τα συναισθήματα προς το σωστό δρόμο: «Ο εθισμός μας να λυπούμαστε και να χαιρόμαστε με τις αντίστοιχες μουσικές αποδόσεις της λύπης και της χαράς, προσεγγίζει την πρόκληση αυτών των συναισθημάτων όπως γίνεται στην πραγματικότητα (για παράδειγμα, αν κάποιος άνθρωπος βλέποντας την προσωπογραφία κάποιου χαίρεται όχι για άλλη αιτία αλλά για την ίδια τη μορφή, αναγκαστικά χαίρεται, και όταν βλέπει αυτό το ίδιο πρόσωπο του οποίου την προσωπογραφία βλέπει)». (1340a 23 – 28).
 
Η φράση «ο εθισμός μας να λυπούμαστε και να χαιρόμαστε με τις αντίστοιχες μουσικές αποδόσεις» είναι το τελικό συμπέρασμα, που επισφραγίζει τη σύνδεση της μουσικής με την ανθρώπινη συμπεριφορά. Είναι προφανές ότι για τον Αριστοτέλη η αίσθηση της ακοής έχει το ιδιαίτερο χάρισμα να διεισδύει ευθέως στα κατάβαθα της ψυχής: «Συμβαίνει τα υπόλοιπα από τα αντικείμενα των αισθήσεων, όπως παραδείγματος χάρη τα δεδομένα της αφής και της γεύσης, να μη διαθέτουν κανένα ομοίωμα των ψυχικών διαθέσεων που προκαλούν, με εξαίρεση τα βρισκόμενα σε ακινησία αντικείμενα της όρασης». (1340a 28 – 30).
 
Η όραση, που παραπέμπει στη ζωγραφική, δεν ασκεί την ίδια επιρροή στον ανθρώπινο ψυχισμό. Η στατικότητα της αναπαράστασης, όσο τέλεια κι αν αποδίδεται ένας χαρακτήρας, δεν μπορεί να συγκριθεί με την κινητικότητα, τη διάρκεια και κατ’ επέκταση τις εναλλαγές, που μπορεί να προσφέρει μια μουσική παράσταση: «… αυτά είναι σχέδια που παριστούν χαρακτήρες, αλλά σε στιγμιαία εκδήλωσή τους και μάλιστα χωρίς να έχουν όλοι την ίδια αίσθηση γι’ αυτά. Επιπλέον τα οπτικά δεδομένα δεν είναι ομοιώματα των χαρακτήρων, αλλά μάλλον τα σχέδια και τα χρώματα είναι σύμβολα των χαρακτήρων και μάλιστα αυτά αποδίδουν εκδηλώσεις συναισθηματικών διαθέσεων». (1340a 31 – 35).
 
Κι αυτός είναι ο λόγος που υπερέχει η μουσική. Γιατί η μουσική είναι απομίμηση συναισθήματος από τη φύση της, ενώ η ζωγραφική είναι προσπάθεια απόδοσης συναισθήματος. Κι όταν γίνεται λόγος για απομίμηση συναισθήματος δεν μπορεί παρά να εννοείται η βαθύτερη σχέση της ψυχής με τις μουσικές αρμονίες: «Μπορούμε μάλιστα να υποθέσουμε ότι υπάρχει κάποια συγγένεια ανάμεσα σε μας και στις αρμονίες και στους ρυθμούς και γι’ αυτό πολλοί σοφοί ισχυρίζονται ότι η ψυχή κατ’ άλλους είναι αρμονία και κατ’ άλλους έχει αρμονία». (1340b 17 – 19).
 
Τελικά, η μουσική αποτελεί την πιο ευγενή ενασχόληση γιατί εκπληρώνει όλες τις προϋποθέσεις. Προσφέρει ευχαρίστηση, από την άποψη της διασκέδασης – χαλάρωσης της ψυχής, και ταυτόχρονα έχει τη δύναμη να διαμορφώσει τους ανθρώπους: «Αλλά πράγματι αποδεικνύεται ότι τα ποιοτικά γνωρίσματα του ήθους μας διαμορφώνονται με την επίδραση πολλών και διαφορετικών ειδών μελωδίας. Γιατί αυτές ομολογουμένως ενθουσιάζουν τις ψυχές και ο ενθουσιασμός είναι μια επίδραση στον ψυχικό χαρακτήρα». (1340a 5 – 6, 10 – 12).
 
Όμως, τα «ποιοτικά γνωρίσματα του ήθους» σηματοδοτούν την αρετή, δηλαδή την ύψιστη προϋπόθεση της ευδαιμονίας, αφού μόνο ο ενάρετος άνθρωπος μπορεί να είναι ευδαίμων. Η σύνδεση της μουσικής με την ευδαιμονία είναι η αναγνώριση ότι, εν τέλει, εξυπηρετεί και τον τελικό στόχο.
Βρισκόμαστε μπροστά στο ύψιστο παιδαγωγικό εργαλείο που καταφέρνει και συνδυάζει και το επιθυμητό της ξεκούραστης ευχαρίστησης και την ευθέως εξυπηρέτηση του τελικού σκοπού της ευδαιμονίας με τη διαμόρφωση του ηθικού χαρακτήρα: «Από αυτά συνάγεται καθαρά ότι η μουσική είναι σε θέση να προσδίδει ποιοτικά γνωρίσματα στον ψυχικό χαρακτήρα, και, εφόσον μπορεί να το κάνει αυτό, γίνεται σαφές ότι ενδείκνυται να παρέχεται ως εκπαιδευτικό αγαθό και να εκπαιδεύονται σε αυτή οι νέοι. Επιπλέον αρμόζει να παρέχεται μουσική αγωγή σε αυτή την ηλικία, γιατί οι νέοι λόγω της ηλικίας τους δεν υπομένουν με τη θέλησή τους τίποτε που στερείται ευχαρίστησης, η μουσική όμως από τη φύση της ενέχει ευχαρίστηση». (1340b 10 – 17).
 
Η αναγνώριση ότι η νέοι είναι δύσκολο να υπομείνουν οτιδήποτε στερείται ευχαρίστησης, είναι η αποδοχή ότι η εκπαιδευτική διαδικασία πρέπει να είναι συνυφασμένη με τη χαρά. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι πρέπει να αποσκοπεί στη χαρά, ότι πρέπει δηλαδή να εκληφθεί ως διασκέδαση: «Βέβαια ότι δεν είναι σωστό η εκπαίδευση των παιδιών να γίνεται με σκοπό τη διασκέδαση, είναι αναμφισβήτητο (γιατί δεν παίζουν οι μαθητές όσο κάνουν μάθημα, καθώς η μάθηση είναι μια κοπιαστική διαδικασία)». (1339a 26 – 29).
 
Η εκπαίδευση πρέπει να αξιοποιεί τη χαρά προκειμένου να επιτύχει το σκοπό της. Κι αυτές είναι οι λεπτές παιδαγωγικές ισορροπίες που υποδεικνύει ο Αριστοτέλης
 
Αριστοτέλης: Πολιτικά