Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ - Τρῳάδες (308-340)

ΚΑΣΑΝΔΡΑ
ἄνεχε, πάρεχε· φῶς φέρω, σέβω, φλέγω, [στρ.]
ἰδού, ἰδού,
λαμπάσι τόδ᾽ ἱερόν.
310 ὦ Ὑμέναι᾽ ἄναξ·
μακάριος ὁ γαμέτας,
μακαρία δ᾽ ἐγὼ βασιλικοῖς λέκτροις
κατ᾽ Ἄργος ἁ γαμουμένα.
Ὑμήν, ὦ Ὑμέναι᾽ ἄναξ.
315 ἐπεὶ σύ, μᾶτερ, ἐπὶ δάκρυσι καὶ
γόοισι τὸν θανόντα πατέρα πατρίδα τε
φίλαν καταστένουσ᾽ ἔχεις,
ἐγὼ τόδ᾽ ἐπὶ γάμοις ἐμοῖς
320 ἀναφλέγω πυρὸς φῶς
ἐς αὐγάν, ἐς αἴγλαν,
διδοῦσ᾽, ὦ Ὑμέναιε, σοί,
διδοῦσ᾽, ὦ Ἑκάτα, φάος,
παρθένων ἐπὶ λέκτροις ἃ νόμος ἔχει.

325 πάλλε πόδ᾽ αἰθέριον, ‹ἄναγ᾽› ἄναγε χορόν, [αντ.]
εὐάν, εὐοῖ,
ὡς ἐπὶ πατρὸς ἐμοῦ
μακαριωτάταις
τύχαις. ὁ χορὸς ὅσιος·
ἄγε σὺ Φοῖβέ νιν κατὰ σὸν ἐν δάφναις
330 ἀνάκτορον θυηπόλῳ.
Ὑμήν, ὦ Ὑμέναι᾽, Ὑμήν.
χόρευε, μᾶτερ, ἄναγε, πόδα σὸν
ἕλισσε τᾷδ᾽ ἐκεῖσε μετ᾽ ἐμέθεν ποδῶν
φέρουσα φιλτάταν βάσιν.
335 βοᾶτε τὸν Ὑμέναιον, ὤ,
μακαρίαις ἀοιδαῖς
ἰαχαῖς τε νύμφαν.
ἴτ᾽, ὦ καλλίπεπλοι Φρυγῶν
κόραι, μέλπετ᾽ ἐμῶν γάμων
340 τὸν πεπρωμένον εὐνᾷ πόσιν ἐμέθεν.

***
Έρχεται η Κασσάντρα χορεύοντας έναν τρελό χορό· φορεί δάφνινο στεφάνι και είναι στολισμένη με άσπρες ταινίες· έχει κρεμασμένο πάνω της ένα μεγάλο κλειδί και κρατάει αναμμένο δαυλό.
ΚΑΣΣΑΝΤΡΑ
Ψηλά κρατάτε, φέγγετε ω!
Φέρνω φως, αγιάζω, φωτίζω,
γιά ιδές, γιά ιδές,
με λαμπάδες αυτό το ναό.
310Ω Υμέναιε, Υμέναιε αφέντη!
Μακάριος ο γαμπρός,
μακάρια κι εγώ, που νυφούλα πηγαίνω
στ᾽ Άργους το ρήγα τον τρανό.
Υμέναιε, Υμέναιε.
Αφού όλο κλαις, μανούλα, εσύ
το σκοτωμένο μου πατέρα
και την πατρίδα τη χρυσή,
του γάμου μου το φως αυτό
320τ᾽ ανάβω εγώ και το κρατώ
να λαμπαδιάσει πέρα ώς πέρα,
να φέξει, φλόγες να πετάξει·
είναι, μανούλα, η νυφική
λαμπάδα μου, η παρθενική,
κατά το νόμο και την τάξη,
κι εσέ τη δίνω, Υμέναιε, νά τη,
τη δίνω και σ᾽ εσένα, Εκάτη.

Σέρνε, έλα, σέρνε το χορό,
πήδα —μπρος!— ψηλά στον αέρα,
ευάν, ευοί,
όπως πριν στον παλιό τον καιρό,
στις λαμπρές του πατέρα μου μέρες.
Ιερός είν᾽ ο χορός·
ω σέρνε τον, Φοίβε, για μέ την ιέρεια
330μες στο δαφνόζωστο ναό.
Υμέναιε, Υμέναιε.
Έμπα, μανούλα, στο χορό·
τα βήματά σου στα δικά μου
μια δω μια κει, να σε χαρώ,
μανούλα, ρύθμιζε· για ιδές!
Και με χαρές και με κραυγές
πείτε τραγούδι εσείς του γάμου,
κορίτσια της Φρυγίας· τιμήστε,
λαμπροντυμένες γιορτινά,
τη νύφη· και το βασιλιά,
Τρωαδιτοπούλες, τραγουδήστε
που όρισε η Μοίρα και τον δίνει
340γαμπρό στη νυφική μου κλίνη.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Η αρχιτεκτονική της γλώσσας και η αρχαία Ελληνική γλώσσα

7.14 Η γλώσσα και οι γλώσσες


Όπως θα έχετε προσέξει, στη συζήτηση που προηγήθηκε δεν μιλήσαμε καθόλου για τα αρχαία ελληνικά. Μιλήσαμε για την αρχιτεκτονική της γλώσσας και χρησιμοποιήσαμε τα νέα ελληνικά για να την περιγράψουμε. Χρησιμοποιήσαμε τα νέα ελληνικά, γιατί είναι η γλώσσα που ξέρουμε. Θα μπορούσαμε το ίδιο καλά να μιλήσουμε για την αρχιτεκτονική της γλώσσας χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε άλλη γλώσσα. Κι αυτό γιατί όλες οι γλώσσες έχουν την ίδια αρχιτεκτονική, τον ίδιο σχεδιασμό. Όλες έχουν προτάσεις (δηλαδή σύνταξη)· όλες έχουν τρόπους να εκφράζουν ονόματα και κατηγορήματα· όλες έχουν τρόπους να εκφράζουν τον χώρο (δηλαδή τον τόπο) και τον χρόνο· όλες έχουν τρόπους για να συνδέουν τις προτάσεις (συνδέσμους)· όλες οι γλώσσες έχουν τρόπους για να συνδέουν τις προτάσεις με τον διάλογο (αυτό που κάνουν τα μόρια στα ελληνικά). Οι διαφορές ανάμεσα στις διάφορες γλώσσες δεν βρίσκονται στον βασικό σχεδιασμό τους - αυτός είναι ο ίδιος για όλες τις γλώσσες· βρίσκονται στα μέσα που χρησιμοποιούνται για να πραγματοποιηθεί αυτός ο σχεδιασμός. Και για να γίνει αυτό κατανοητό, ας δούμε μερικά παραδείγματα.

Στα νέα ελληνικά (αλλά και στα αρχαία ελληνικά και σε πολλές άλλες γλώσσες) χρόνο έχουν μόνο τα ρήματα, και αυτός δηλώνεται με αλλαγές στη μορφή τους, στην κλίση τους (θυμηθείτε π.χ. την αύξηση έ-φυγε). Υπάρχουν όμως γλώσσες που «σημαδεύουν» για τον χρόνο και τα ουσιαστικά τους. Φανταστείτε την αύξηση να εμφανίζεται, στα νέα ελληνικά, και στα ουσιαστικά:

έ- το παιδί έ-φυγε

Στα νέα ελληνικά (και στα αρχαία ελληνικά, και σε πολλές άλλες γλώσσες) το άρθρο είναι μια «μικρή» ξεχωριστή λέξη. Υπάρχουν όμως γλώσσες όπου αυτό δεν συμβαίνει. Έτσι, στα τουρκικά το αόριστο άρθρο (bir 'ένας/μία/ένα') είναι ξεχωριστή λέξη: bir adam 'ένας άνθρωπος'. Το οριστικό άρθρο όμως δεν είναι ξεχωριστή, ανεξάρτητη λέξη στα τουρκικά- είναι «κομμάτι» του ουσιαστικού: bir adamgordum 'έναν άνθρωπο είδα'· αλλά adami gordum 'τον άνθρωπο είδα'. Αυτό το ι, που είναι κομμάτι του ουσιαστικού, είναι το οριστικό άρθρο του. Το ίδιο συμβαίνει και στα αλβανικά: nje dollap σημαίνει 'ένα ντουλάπι' (η λέξη dolap είναι τουρκική και τη δανείστηκαν τόσο τα αλβανικά όσο και τα ελληνικά)· dollapi σημαίνει 'το ντουλάπι'.

Στα νέα ελληνικά (αλλά και στα αρχαία), αν θέλουμε να μιλήσουμε για το μέσο ή το εργαλείο με το οποίο κάνουμε κάτι, χρησιμοποιούμε προθέσεις, λ.χ. την πρόθεση με: με το ψαλίδι, με το σφυρί, με το μαχαίρι. Σε πολλές γλώσσες αυτό δηλώνεται με την κλίση του ουσιαστικού. Υπάρχει δηλαδή μια πτώση που εκφράζει το μέσο ή το εργαλείο και λέγεται οργανική. Έτσι στα ρωσικά samaliot σημαίνει 'αεροπλάνο'. Το ουσιαστικό στην οργανική πτώση γίνεται samaliotom, που σημαίνει 'με το αεροπλάνο'.

Υπάρχουν γλώσσες στις οποίες το ρήμα δεν «κουβαλάει» επάνω του ενδείξεις για τον χρόνο, όπως γίνεται στα νέα ελληνικά. «Κουβαλάει» μόνο ενδείξεις για την όψη. Θυμηθείτε τη διάκριση ανάμεσα στο έφευγε και στο έφυγε. Και τα δύο δηλώνουν μια πράξη που ανήκει στο παρελθόν σε σχέση με τη στιγμή που ο ομιλητής «εκφωνεί» την πρόταση. Η διαφορά είναι ότι το πρώτο περιγράφει την πράξη ως διαρκή, ενώ το δεύτερο την παρουσιάζει τελειωμένη. Ορισμένες λοιπόν γλώσσες χρησιμοποιούν διαφορετικές μορφές του ρήματος για να δηλώσουν τη διάρκεια ή μη (κάτι ανάλογο με τη διάκριση φευγ-, φυγ-) μιας πράξης ή ενέργειας αλλά τον χρόνο τον εκφράζουν με ξεχωριστά χρονικά επιρρήματα. Κάπως έτσι:

Ο Γιάννης πριν φευγ- (διαρκές) = έφευγε.
Ο Γιάννης πριν φυγ- (τελειωμένο) = έφυγε.


Αν, όπως λέγαμε νωρίτερα, η αύξηση ε ήταν (σε μια πολύ παλιά φάση της ελληνικής γλώσσας από την οποία δεν υπάρχουν κείμενα) ένα ανεξάρτητο χρονικό επίρρημα που σήμαινε 'πριν' και «ενσωματώθηκε» αργότερα στο ρήμα, τότε σε αυτή την πολύ παλιά φάση τα ελληνικά έμοιαζαν με αυτές ακριβώς τις γλώσσες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι γλώσσες αλλάζουν. Αυτό θα το δούμε στα επόμενα κεφάλαια πιο συστηματικά.

Στα νέα ελληνικά (αλλά και στα αρχαία ελληνικά και σε άλλες γλώσσες) τα ουσιαστικά (τα επίθετα, οι αντωνυμίες, τα άρθρα) έχουν ενδείξεις στη μορφή τους (στην κλίση τους) που δηλώνουν το γένος. Αυτό δεν συμβαίνει σε όλες τις γλώσσες. Έτσι, στα αγγλικά το γένος δηλώνεται όχι με αλλαγές στη μορφή του ουσιαστικού αλλά μόνο με αντωνυμίες: he/she/it 'αυτός/αυτή/αυτό'. Στα αγγλικά επίσης, αντίθετα από τα νέα ελληνικά, το ρήμα δεν «κουβαλάει» επάνω του ενδείξεις που δηλώνουν το πρόσωπο (με εξαίρεση το τρίτο πρόσωπο):

I go πηγαίν-ω
you go πηγαίν-εις
he/she/it goes πηγαίν-ει
we go πηγαίν-ουμε
you go πηγαίν-ετε
they go πηγαίν-ουν


To πρόσωπο δηλώνεται στα αγγλικά με την υποχρεωτική παρουσία των προσωπικών αντωνυμιών (/, you, he κλπ.). Εδώ πάλι αξίζει να θυμηθούμε αυτό που λέγαμε νωρίτερα: ότι δηλαδή παλιά οι καταλήξεις που δηλώνουν το πρόσωπο στα ελληνικά ήταν (σύμφωνα με τους «αρχαιολόγους» της γλώσσας, τους ιστορικούς γλωσσολόγους) ανεξάρτητες προσωπικές αντωνυμίες που αργότερα «έγιναν ένα» με το ρήμα, έγιναν καταλήξεις. Αλλά και για τα αγγλικά ξέρουμε ότι σε μια παλιότερη φάση τους (έως επτακόσια χρόνια πριν από σήμερα) είχαν, όπως τα ελληνικά, καταλήξεις που δήλωναν πρόσωπο. Οι καταλήξεις αυτές «χάθηκαν» (η γλώσσα άλλαξε) και αντικαταστάθηκαν από ανεξάρτητες προσωπικές αντωνυμίες που τώρα πια μπαίνουν υποχρεωτικά πριν από το ρήμα για να δηλώσουν πρόσωπο (I, you, he/she/it, we, you, they). Αλλά γιατί χάθηκαν; Ένας τρόπος (όχι ο μόνος βέβαια) με τον οποίο αλλάζουν οι γλώσσες είναι με τη διαδικασία της μετάδοσης από γενιά σε γενιά, καθώς δηλαδή μαθαίνουν τη γλώσσα τα μικρά παιδιά της νέας γενιάς. Και στην πορεία αυτή μπορεί να συμβούν διάφορες εξομαλύνσεις που διευκολύνουν την εκμάθηση. Σκεφτείτε το μικρό ελληνόπουλο που μαθαίνει την κλίση του ρήματος στα πρώτα δύο τρία χρόνια της ζωής του. Θα πρέπει να μάθει όλους τους διαφορετικούς τύπους (πηγαίν-ω, πηγαίν-εις κλπ.). Σε τέτοιες περιπτώσεις αυτό που μπορεί να συμβεί (και έγινε στα αγγλικά αλλά όχι στα ελληνικά) είναι να εξομαλυνθεί (από το παιδί) η κλίση του ρήματος (για να διευκολυνθεί το έργο της εκμάθησης): να μείνει το «σταθερό» κομμάτι του ρήματος που εκφράζει το νόημά του (πηγαιν-, go) και οι καταλήξεις να αντικατασταθούν από ανεξάρτητες αντωνυμίες. Αυτή η εξομάλυνση έχει, για το μικρό παιδί που μαθαίνει τη γλώσσα, ένα μεγάλο κέρδος: μαθαίνει έναν «άκλιτο» τύπο για το ρήμα (go) και οι καταλήξεις (που δεν έχουν ξέχωρο, δικό τους νόημα γιατί δεν είναι ανεξάρτητες λέξεις) αντικαθίστανται από ανεξάρτητες λέξεις, τις αντωνυμίες, που μαθαίνονται ευκολότερα γιατί έχουν, αντίθετα με τις καταλήξεις, ένα ξεκάθαρο νόημα.

Μετά από αυτή τη μικρή παρένθεση, ας ξαναγυρίσουμε στο ζήτημα που μας απασχολεί: στους τρόπους με τους οποίους οι γλώσσες πραγματοποιούν τον σχεδιασμό, την αρχιτεκτονική της γλώσσας. Συχνά οι γλώσσες διαφέρουν ως προς τον τρόπο με τον οποίο οργανώνουν τη σειρά των λέξεων μέσα στην πρόταση (δες τον πίνακα κατωτέρω). Έτσι, αυτό που στα νέα ελληνικά εκφράζεται με τη σειρά υποκείμενο-ρήμα-αντικείμενο, π.χ. O Γιάννης [υποκείμενο] αγόρασε [ρήμα] το βιβλίο [αντικείμενο], στα τουρκικά εκφράζεται με τη σειρά υποκείμενο-αντικείμενο-ρήμα: O Γιάννης το βιβλίο αγόρασε. Αυτή η σειρά είναι δυνατή στα ελληνικά αλλά τη χρησιμοποιούμε για να δώσουμε έμφαση στο αντικείμενο (εδώ το βιβλίο). Στα τουρκικά είναι η κανονική σειρά των λέξεων, αντίστοιχη με τη σειρά υποκείμενο-ρήμα-αντικείμενο της νέας ελληνικής.

Μιλήσαμε για την κλίση των λέξεων. Οι γλώσσες που, για να εκφράσουν διάφορες σημασίες, χρησιμοποιούν την αλλαγή της μορφής των λέξεων (λ.χ. τις πτώσεις ή διάφορες ενδείξεις που «κουβαλάει» το ρήμα: χρόνο, όψη, αριθμό, πρόσωπο) λέγονται κλιτές ή συνθετικές. Γλώσσες που, για να εκφράσουν τις ίδιες σημασίες, χρησιμοποιούν περιφραστικούς τρόπους (ξεχωριστές λέξεις και όχι αλλαγές στη μορφή των λέξεων) λέγονται αναλυτικές. Έτσι η διαφορά μεταξύ των αγγλικών και των νέων ελληνικών είναι ακριβώς η διαφορά μεταξύ μιας αναλυτικής και μιας συνθετικής γλώσσας. Συγκρίνετε το I go της αγγλικής με το πηγαίν-ω της νέας ελληνικής. Το πρόσωπο στα νέα ελληνικά είναι μέρος της κλίσης του ρήματος, ενώ στα αγγλικά δεν είναι: εκφράζεται περιφραστικά, με μια ξεχωριστή αντωνυμία. Όπως θα δούμε σε λίγο, τα νέα ελληνικά είναι, σε σύγκριση με τα αρχαία ελληνικά, λιγότερο συνθετική γλώσσα, γιατί πολλές σημασίες που εκφράζονται με την κλίση των λέξεων στα αρχαία ελληνικά, δηλαδή συνθετικά, στα νέα ελληνικά εκφράζονται περιφραστικά, δηλαδή αναλυτικά.

Πώς επηρεάζουν την υγεία μας τα συναισθήματα

Τα συναισθήματα διαδραματίζουν καθημερινά μεγάλο ρόλο στη ζωή μας, καθώς από αυτά εξαρτάται η ενέργεια και η διάθεσή μας τη δεδομένη στιγμή. Ακόμα κι οι πράξεις μας μπορούν να επηρεαστούν από τον ψυχικό μας κόσμο και να δράσουμε τελικά απερίσκεπτα και τελείως διαφορετικά από αυτό που είμαστε πραγματικά. Μία μικρή δόση αρνητικών ή θετικών συναισθημάτων είναι απολύτως ικανή να επηρεάσει τον τρόπο που σκεφτόμαστε κι αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις και τις διαπροσωπικές μας επαφές τη στιγμή που η απαισιοδοξία μας μπορεί να χτυπήσει κόκκινο. Δεν είναι λίγες οι φορές που λόγω μίας κακής ημέρας είχαμε τόσα νεύρα σε σημείο να ξεσπάσουμε σε κάποιον άλλον άνθρωπο, ο οποίος ενδεχομένως να μη μας έφταιγε και πουθενά. Αν το σκεφτείς, μπορούμε να επηρεαστούμε από οποιαδήποτε κατάσταση, ασήμαντη και μη και μέσω αυτής να βιώσουμε άπειρα συναισθήματα ταυτοχρόνως. Ποιο ρόλο όμως έχει η όλη ποικιλία συναισθημάτων που νιώθουμε στην ψυχική μας υγεία;

Σίγουρα δεν είναι μόνο τα θετικά συναισθήματα ευνοϊκά για τον εαυτό μας. Απλώς τα αντίθετα, δυσκολευόμαστε να τα διαχειριστούμε με αποτέλεσμα τις περισσότερες φορές να πράττουμε λανθασμένα υπό την επήρειά τους. Το καθένα από αυτά έχει και τον δικό του προσωπικό θησαυρό που βοηθάει και εξελίσσει την καταπακτή του εσωτερικού ψυχικού μας κόσμου. Ωστόσο, η σωματική και η ψυχική μας υγεία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες. Δεν είναι τυχαίο που σε περιόδους άγχους και πίεσης το σώμα μας βρίσκει ένα μικρό καταφύγιο και καταφέρνει να ξεσπά με σπυράκια, ζαλάδες ακόμη και βουλιμίες.

Όλοι έχουμε εμφανίσει κάποια στιγμή στη ζωή μας ένα ψυχοσωματικό νόσημα, το οποίο μας δίδαξε ότι πρέπει να προσέχουμε τον εαυτό μας και να τον προφυλάσσουμε από δυσμενείς καταστάσεις. Τις περισσότερες φορές που θα βιώσουμε ένα αρνητικό συναίσθημα, όπως είναι ο θυμός, θα παρατηρήσουμε μεγάλες αλλαγές στο σώμα μας, οι οποίες δε θα συνέβαιναν εάν νιώθαμε διαφορετικά. Πολλές φορές λόγω αυτών θα αισθανθούμε το σώμα μας να καταρρέει και την ανάγκη για χαλάρωση να δυναμώνει. H πίεση του αίματος θα αυξηθεί προς κάποιο σημείο του σώματός μας αναλόγως το συναίσθημα που βιώνουμε. Καθρεφτίζονται όλα στο σώμα μας και στο πρόσωπό μας, γι’ αυτό και οι περισσότεροι από εμάς δυσκολευόμαστε να κρύψουμε το πώς αισθανόμαστε.

Έχουν πραγματοποιηθεί πολλές έρευνες σχετικά με την ψυχική μας υγεία και τη σημασία που έχουν τα συναισθήματα σε αυτήν. Σε αρκετές μελέτες φαίνεται ότι οι άνθρωποι που βιώνουν κατά βάση περισσότερα θετικά συναισθήματα όπως αισιοδοξία, ηρεμία και ελπίδα μειώνουν τις πιθανότητες φλεγμονών και νοσημάτων. Επιπλέον, τα χαρούμενα και ευδιάθετα συναισθήματα είναι ικανά να μειώσουν τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων και του διαβήτη. Μέσω αυτών, ένας άνθρωπος βελτιώνει την ποιότητα του ύπνου του και τη σχέση του με το φαγητό, καθώς απαλλάσσεται από πονοκεφάλους και πόνους στο στομάχι. Είναι σημαντικά στην καθημερινότητα μας, λοιπόν, γιατί κακά τα ψέματα ποιος θέλει να μην έχει όρεξη για φαγητό και ύπνο;

Στην πραγματικότητα, μελέτες που πραγματοποιήθηκαν με στόχο την εξέταση των αρνητικών συναισθημάτων και την εμπλοκή τους στην υγεία έδειξαν πως είναι αρκετά επιβλαβή. Ο θυμός, ένα από τα πιο βασικά και συχνά αρνητικά συναισθήματα φαίνεται να έχει άμεση εμπλοκή με την στεφανιαία νόσο και με παθήσεις που σχετίζονται με την καρδιά. Η θλίψη, εάν δεν υπάρχει προσοχή, μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε κατάθλιψη. Τα θετικά συναισθήματα δεν εμπλέκονται συνήθως με ψυχιατρικές νόσους, αντιθέτως μέσω αυτών πολλές φορές καταπολεμούνται. Οι περισσότερες ψυχικές διαταραχές συνδέονται με καταστάσεις υψηλού άγχους και πίεσης και με περιόδους όπου το άτομο δεν μπορεί να ελέγξει τον θυμό και τα νεύρα του.

Εάν δεν είμαστε εμείς καλά, τότε τι άλλο μπορεί να έχει πραγματικά σημασία; Γι’ αυτό λοιπόν πρέπει να μάθουμε να ελέγχουμε τα όλα όσα νιώθουμε όσο δύσκολο και αν φαίνεται και να τα εκφράζουμε στους δικούς μας ανθρώπους. Μπορείς ακόμη να συζητάς γι’ αυτά, καθώς με αυτόν τον τρόπο θα μάθεις να τα αναγνωρίζεις και θα μπορείς να τα καταπολεμήσεις ευκολότερα. Σημαντική είναι η αισιοδοξία, που όσοι δεν την έχουμε, ζηλεύουμε λιγουλάκι τους υπόλοιπους, η οποία μας βοηθάει να αντιμετωπίζουμε με μια πιο όμορφη νότα τις καταστάσεις και να νιώθουμε περισσότερο δυνατοί. Το χιούμορ επίσης είναι ένας τρόπος να ξεφύγουμε λίγο από δύσκολες καταστάσεις και να μπορέσουμε να δούμε διαφορετικά την τόσο δύσκολη ζωή μας.

Είναι πραγματικά ευεργετικό να κρατάμε τον εαυτό μας σε μία ισορροπία και να βρίσκουμε τρόπους να ξεσπάμε όταν νιώθουμε φορτωμένοι. Άλλοι το ρίχνουν στις δουλείες του σπιτιού κι άλλοι στις τέχνες. Έτσι, με κάποιον τρόπο που θα βρεις να σε χαλαρώνει και να σε ηρεμεί θα καταλάβεις ότι μπορείς να ελέγξεις και να βοηθήσεις πραγματικά τον εαυτό σου. Άλλωστε, πρέπει πάντα να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας ότι εμείς είμαστε το πολυτιμότερο κομμάτι μας. Έτσι δεν είναι;

Πώς να αλλάξουμε τη στάση μας, όταν δεν μπορούμε να αλλάξουμε τις συνθήκες

Δεν χρειάζεται να επισημάνουμε ότι η ζωή πού και πού μας δυσκολεύει, βάζει εμπόδια στο δρόμο μας, «μαγειρεύει» λίγο τις καταστάσεις της ζωής μας. Επίσης, σίγουρα θα έχετε διαβάσει πολλές φορές πως η στάση μας είναι που έχει μεγαλύτερη σημασία στο πόσο πετυχημένα θα ξεπεράσουμε όποιο πρόβλημα σκαρφίζεται η ζωή.

Γιατί όμως δυσκολευόμαστε τόσο πολύ να αποδεχτούμε το πρώτο και να υιοθετήσουμε το δεύτερο προς όφελός μας κάθε φορά που χρειάζεται να διαχειριστούμε ένα πρόβλημα; Απ’ ό,τι φαίνεται, το πρόβλημα δεν έγκειται στο ότι δεν ξέρουμε τι να κάνουμε.

Το πρόβλημα βρίσκεται στο γεγονός ότι όταν η ζωή μας βάζει ένα εμπόδιο χανόμαστε στο χάος που αυτό δημιουργεί, στην κρίση της στιγμής που μας καταναλώνει, χάνουμε την ισορροπία μας, ύστερα χάνουμε και τη συγκέντρωσή μας και, τέλος, χάνουμε την προοπτική μας. Οπότε βασικά πριν καν ξεκινήσουμε να εργαζόμαστε στο πρόβλημα, έχουμε ήδη χάσει το παιχνίδι.

Πραγματικά, πιστεύω ότι ο φόβος των απροσδόκητων προκλήσεων της ζωής οφείλεται κυρίως σε αυτή την αίσθηση χάους και στο άγχος ότι δεν πατάμε σταθερά στη γη, ότι έχουμε χάσει τον απόλυτο έλεγχο των πραγμάτων. Αν δεν αντιμετωπίσουμε αυτό το φόβο μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε απώλεια της ελπίδας.

Τουλάχιστον αυτή είναι η εμπειρία μου επειδή αυτό μου συνέβη πριν από κάποια χρόνια όταν βρέθηκα χωρίς δουλειά για τουλάχιστον ένα χρόνο. Τότε ένιωθα ότι το ένα άσχημο γεγονός συνέβαινε μετά το άλλο. Ένιωθα πολύ μεγάλη θλίψη και άρχισα να χάνω την ελπίδα για το μέλλον. Δεν ήμουν, με λίγα λόγια σε καθόλου καλό σημείο για να αρχίσω να λύνω το οποιοδήποτε πρόβλημα ή να σχεδιάσω το μέλλον.

Ωστόσο, μόνο όταν πήρα τη συνειδητή απόφαση να εστιάσω σε όσα καλά είχα στη ζωή μου και να νιώσω ευγνωμοσύνη που τα είχα, άρχισαν τα πράγματα αργά και σταδιακά να αλλάζουν προς το καλύτερο.

Δεν μπορώ βέβαια να πάρω όλα τα εύσημα γι’ αυτή την αλλαγή στάσης, επειδή ενισχύθηκε κατά πολύ από τους υπέροχους φίλους μου που ήταν εκείνοι που είχαν τελειοποιήσει την τέχνη της επιτυχίας και της ευτυχίας μέσα από την εναρμόνιση της στάσης τους με τις καθημερινές προκλήσεις της ζωής.

Μου εξήγησαν ότι προσπαθούσα στη λάθος πλευρά της εξίσωσης. Ήμουν πολύ απασχολημένος με το να προσπαθώ να αλλάξω τις συνθήκες της πραγματικότητάς μου αντί να προσπαθώ να αλλάξω τη στάση και την οπτική μου απέναντί της. Μόλις άρχισα να συνειδητοποιώ ότι γύρω μου συνέβαιναν με καλά πράγματα, μπόρεσα να εισέλθω σε αυτή την θετικότητα, κάτι που μου ξαναχάρισε την ελπίδα και την ενέργεια που χρειαζόμουν για να διαχειριστώ το εμπόδιο.

Και εκείνη η ενέργεια ήταν απαραίτητη, επειδή η αλλαγή της οπτικής μου δεν έγινε μέσα σε ένα βράδυ. Χρειάστηκα πολύ δουλειά σε συνειδητό επίπεδο και μήνες εφαρμογής και εξάσκησης, αλλά τελικά αποδείχτηκε επιτυχημένη η συνταγή.

Χρειαζόταν ενεργητικά και επιθετικά να αναζητήσω τα καλά και θετικά στοιχεία που συνέβαιναν στη ζωή μου εκείνη την εποχή. Αυτό που άρχισε να αναδύεται ήταν η συνειδητοποίηση ότι παρά τις οικονομικές δυσκολίες, κατάφερνα να πληρώσω τους λογαριασμούς μου και είχα πολύτιμες σχέσεις στη ζωή μου.

Επίσης άρχισα να αναζητώ και να βρίσκω όλα τα θετικά που συνέβαιναν στις ζωές των άλλων αλλά χωρίς να νιώθω ζήλεια. Κι αυτό ήταν αρκετά σημαντικό διότι αντιλαμβανόμουν ότι αν και ορισμένοι κοντινοί μου άνθρωποι είχαν περάσει ανάλογες δυσκολίες, κατάφεραν να ορθοποδήσουν και πολλές ευκαιρίες ήρθαν στο διάβα τους.

Αυτή η συνειδητοποίηση μου έδωσε τεράστιο κουράγιο, επειδή μπορούσα αργά και σταδιακά να πλέξω ένα εσωτερικό αφήγημα της δική μου ικανότητας να τα καταφέρω και των δικών μου συνθηκών εκείνη την εποχή.

Τελικά, αυτό που ανακάλυψα μέσα από τη διαδικασία ήταν ότι η ζωή πάντα θα μας βάζει εμπόδιο και ότι αυτό θα συμβαίνει σε κάθε πλευρά της ζωής μας. Σημασία έχει όμως εμείς προς τα πού κοιτάμε. Αν κοιτάμε προς την κατεύθυνση της ευγνωμοσύνης, της ελπίδας και της αλληλεγγύης όταν η ζωή μας βάζει εμπόδια, εμείς πάντα θα βρίσκουμε ένα μικρό μονοπάτι διεξόδου. Αν όμως κοιτάμε προς την κατεύθυνση του θυμού, του φόβου και του εγωισμού, τα εμπόδια θα πολλαπλασιάζονται, ακόμα και στο νου μας, κι εμείς θα βυθιζόμαστε όλο και περισσότερο στην απελπισία.

Όσοι περιπλανιούνται, δεν σημαίνει ότι έχουν χαθεί

Αποτέλεσμα εικόνας για Συγνώμη - Συγχώρεση - Εκδίκηση - ΕνοχέςΕίστε αυτοί που είστε – η προσωπικότητά σας, οι συνήθειες, η γλώσσα που χρησιμοποιείτε, ο τρόπος που συστήνεστε – είναι αποτέλεσμα της προσωπικής σας ανάπτυξης και εξέλιξης, αλλά και του τρόπου που έχετε αντιμετωπίσει τη ζωή σε κάθε της έμφαση.

Ίσως αναπτύξατε μια αίσθηση μαύρου χιούμορ ως μηχανισμό άμυνας για να αντιμετωπίσετε ένα τραύμα. Ίσως το μόνο που θέλατε ήταν η αποδοχή, οπότε αρχίσατε να αναπτύσσετε έναν σύστημα χειραγώγησης ώστε να παίρνετε την επιβεβαίωση που θέλετε.

Υπάρχει ένα μόνο μικρό μέρος της προσωπικότητάς μας που εκφράζουμε στους άλλους, μια μικρή ρωγμή που επιτρέπει στους άλλους να δουν αρκετά από εμάς ώστε να διαμορφώσουν τη δική τους άποψη για το ποιοι είμαστε, αλλά υπάρχει κι ένα μεγαλύτερο μέρος μας που κρύβουμε.

Καθώς προχωράμε προς νέα κεφάλαια της ζωής μας, υπάρχει μια περίοδος περιπλάνησης. Αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι είμαστε κάτι πολύ περισσότερο από τον πόνο μας. Και ότι μπορούμε να κάνουμε κάτι πολύ παραπάνω από το να ικανοποιούμε συνεχώς εμάς ή τον εγωισμό μας.

Έρχεται η στιγμή που μια αλλαγή συντελείται μέσα μας και ανακαλύπτουμε μια νέα πραγματικότητα, την οποία λαχταράμε να εξερευνήσουμε. Αυτή η αλλαγή μπορεί να προκληθεί από ένα αρνητικό ερέθισμα, όπως το να χάσουμε μια δουλειά ή έναν αγαπημένο μας άνθρωπο. Το ερέθισμα όμως μπορεί να είναι και θετικό, όπως το να αδράξουμε μια ευκαιρία που θα μας ανοίξει μια πόρτα που ποτέ πριν δεν είχαμε αντιληφθεί ότι υπάρχει. Είτε αρνητική, είτε θετική, η αλλαγή είναι αναπόφευκτη και στην αρχή μας κάνει να νιώθουμε ότι είμαστε χαμένοι.

Όταν εξελίσσεστε, το περιβάλλον μπορεί να σας φαίνεται ανοίκειο και ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να χάνονται από το προσκήνιο. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι έχετε χαθεί χωρίς λόγο. Έχετε χάσει τον εαυτό σας, έχετε χάσει το δρόμο σας για να τα ξαναβρείτε. Να τα επανεφεύρετε.

Όλη η ζωή είναι επιλογές

Όλη η ζωή είναι επιλογές, μόνο στη μοναχικότητα δεν υπάρχει επιλογή. Επιλογή, οποιουδήποτε είδους, σημαίνει σύγκρουση. Στην επιλογή υπάρχουν αναπόφευκτα αντιθέσεις. Αυτές οι αντιθέσεις, εσωτερικές και εξωτερικές, γεννάνε σύγχυση και δυστυχία. Για να ξεφύγει κανείς από αυτή τη δυστυχία, κάνει να μοιάζουν οι θεοί, τα πιστεύω, ο εθνικισμός και η αφοσίωση σε διάφορα μοντέλα δραστηριότητας, σαν πραγματικές ανάγκες.

Ξεφεύγοντας με αυτές τις κάνεις να αποκτήσουν πολύ μεγάλη σημασία, αλλά η φυγή είναι ο δρόμος της ψευδαίσθησης και τότε εμφανίζονται ο φόβος κι η ανησυχία. Ο δρόμος της επιλογής είναι ο δρόμος της θλίψης όπου ο πόνος δεν έχει τέλος. Η επιλογή, η εκλογή, θα υπάρχει πάντα όσο υπάρχει εκείνος που επιλέγει -που είναι η συσσωρευμένη μνήμη πόνου και ευχαρίστησης- και κάθε εμπειρία επιλογής, το μόνο που κάνει είναι να δυναμώνει τη μνήμη, που η αντίδρασή της γίνεται σκέψη και συναίσθημα.

Η μνήμη έχει μόνο μερική σημασία, καθώς είναι φτιαγμένη για να αντιδρά μηχανικά κι αυτή η αντίδραση είναι η επιλογή.

Δεν υπάρχει ελευθερία στην επιλογή. Διαλέγεις σύμφωνα με τον τρόπο που έχεις ανατραφεί, σύμφωνα με την κοινωνική, οικονομική και θρησκευτική διαμόρφωσή σου. Η επιλογή δυναμώνει, χωρίς εξαίρεση, αυτή τη διαμόρφωση. Δεν υπάρχει φυγή από αυτή τη διαμόρφωση που μόνο γεννάει όλο και περισσότερα βάσανα.

Η επιλογή γεννάει πάντα δυστυχία. Παρακολούθησέ την και θα δεις να καραδοκεί, να απαιτεί, να επιμένει, να εκλιπαρεί και πριν το καταλάβεις, θα βρίσκεσαι πιασμένος στο δίχτυ των αναπόφευκτων υποχρεώσεων, ευθυνών και απογνώσεων που φέρνει.

Παρακολούθησέ την και θα έχεις επίγνωση αυτού που πραγματικά συμβαίνει. Έχε επίγνωση αυτού που συμβαίνει, δε μπορείς να αλλάξεις αυτό που συμβαίνει, μπορείς να το κουκουλώσεις, να το βάλλεις στα πόδια, αλλά δε μπορείς να το αλλάξεις. Είναι εκεί. Αν το αφήσεις ήσυχο χωρίς να παρεμβαίνεις με τις απόψεις σου και τις ελπίδες σου, τους φόβους σου και τις απελπισίες σου, με τις υστερόβουλες και πανούργες κρίσεις σου, θα ανθίσει και θα φανερώσει όλη τη δαιδαλώδη μορφή του, όλες τις λεπτές κινήσεις του -και υπάρχουν πολλές- τη φαινομενική σημασία και ηθική του, τα κρυμμένα του κίνητρα και τις κρυμμένες φαντασιώσεις του.

Αν αφήσεις εκείνο που πραγματικά συμβαίνει ήσυχο, θα σου δείξει όλα αυτά και περισσότερα. Αλλά πρέπει να έχεις μια χωρίς επιλογές επίγνωσή του, περπατώντας ήσυχα. Τότε θα δεις ότι η επιλογή, έχοντας ανθίσει, πεθαίνει και μένει η ελευθερία, όχι ότι είσαι ελεύθερος, αλλά υπάρχει ελευθερία.

Εσύ είσαι εκείνος που κάνει τις επιλογές, εσύ είσαι εκείνος που σταμάτησε να τις κάνει. Δεν υπάρχει τίποτα να επιλέξεις. Μέσα από αυτήν την χωρίς επιλογές κατάσταση ανθίζει η μοναχικότητα. Ο θάνατος της επιλογής δεν είναι ποτέ το τέλος της. Πάντοτε ανθίζει και πάντοτε είναι καινούρια. Το να πεθαίνεις για το γνωστό σημαίνει να είσαι μόνος. Κάθε επιλογή βρίσκεται στο πεδίο του γνωστού. Η δράση σε αυτό το πεδίο φέρνει πάντα θλίψη. Ίσως το τέλος της θλίψης υπάρχει στη μοναχικότητα.

Η αγάπη προκαλεί τη μοναδική επανάσταση που φέρνει ευτυχία

Η ζωή είναι παράξενη. Συμβαίνουν τόσα πράγματα εκεί που δεν τα περιμένεις και δεν λύνεις κανένα πρόβλημα με το να αντιστέκεσαι σ’ αυτά. Χρειάζεται να έχεις τεράστια ευλυγισία και σταθερή καρδιά.

Η ζωή είναι σαν μια κόψη ξυραφιού και πρέπει να περπατήσει κανείς πάνω σ’ αυτό το μονοπάτι με εξαιρετική προσοχή και ευέλικτη σοφία.

Η ζωή είναι πολύ πλούσια, έχει τόσους πολλούς θησαυρούς κι εμείς την πλησιάζουμε με άδειες καρδιές. Δεν ξέρουμε πώς να γεμίσουμε τις καρδιές μας με την αφθονία της ζωής. Ενώ είμαστε φτωχοί μέσα μας, όταν μας προσφέρονται τα πλούτη της τ’ αρνιόμαστε. Πάμε στο πηγάδι για νερό κρατώντας δαχτυλήθρα κι έτσι η ζωή καταντάει μια κακόγουστη υπόθεση, ασήμαντη και μικρή.

Η αγάπη είναι επικίνδυνο πράγμα. Φέρνει τη μόνη επανάσταση που δίνει απόλυτη ευτυχία. Είναι τόσο λίγοι εκείνοι από μας που μπορούν ν’ αγαπούν. Τόσο λίγοι εκείνοι που θέλουν ν’ αγαπούν.

Αγαπάμε βάζοντας όρους, κάνοντας την αγάπη ένα εμπορεύσιμο πράγμα. Έχουμε νοοτροπία παζαριού, αλλά η αγάπη δεν είναι εμπορεύσιμη, δεν είναι ένα απλό «πάρε-δώσε». Είναι μια κατάσταση ύπαρξης όπου όλα τα ανθρώπινα προβλήματα είναι λυμένα. Τι υπέροχο μέρος που θα μπορούσε να είναι η γη με τόση πολλή ομορφιά που υπάρχει, τόσο μεγαλείο, τόση άφθαρτη ομορφιά! Είμαστε παγιδευμένοι στον πόνο και δεν νοιαζόμαστε να ξεφύγουμε απ’ αυτόν ακόμα κι όταν κάποιος μας δείχνει το δρόμο.

Δεν ξέρω, αλλά νιώθει κανείς να φλέγεται από αγάπη· υπάρχει μια άσβηστη φλόγα· νιώθει ότι έχει τόση πολλή απ’ αυτήν μέσα του, που θέλει να τη δώσει σε όλους· και το κάνει. Είναι σαν ένα ποτάμι που κυλάει με ορμή, που ποτίζει και δίνει ζωή σε κάθε πόλη και χωριό· μολύνεται από τις ανθρώπινες βρομιές που πέφτουν σ’ αυτό, αλλά σύντομα τα νερά καθαρίζονται από μόνα τους και συνεχίζουν να τρέχουν.

Τίποτα δεν μπορεί να καταστρέψει την αγάπη γιατί διαλύονται μέσα σ’ αυτήν τα πάντα: το καλό και το κακό· το άσχημο και το όμορφο. Είναι το μοναδικό πράγμα που είναι αυτό το ίδιο αιωνιότητα.

Το χρήμα είναι χυδαίο ή ευγενές;

Το χρήμα είναι απατηλό. Για το χρήμα δεν μπορούμε να πούμε τίποτα χωρίς να προσθέσουμε και το αντίθετό του: είναι χυδαίο και ευγενές, είναι μύθος και πραγματικότητα- χωρίζει και συνδέει τους ανθρώπους, τρομάζει όταν αφθονεί, όπως και όταν λείπει. Είναι ένα αγαθό που κάνει κακό, ένα κακό που ωφελεί. Τα πρώτα κέρματα, όπως μας λένε οι ιστορικοί, χρονολογούνται από την τρίτη χιλιετία π.Χ. στην Ουρ της Μεσοποταμίας και είχαν χαραγμένη τη μορφή της Ιστάρ (Ινάννα), της θεάς της γονιμότητας και του θανάτου, μια παράξενη δυαδικότητα. Το χρήμα είναι μια οικονομική γλώσσα κατανοητή σε όλους- ο καθένας μπορεί να το χειριστεί, ανεξαρτήτως λεξιλογίου και θρησκείας, να το μετατρέψει οπουδήποτε και αμέσως σε αντικείμενα και υπηρεσίες: βαθιά στην έρημο ή στα πιο απομακρυσμένα νησιά.

Το χρήμα προσφέρει τη μοναδική πολύτιμη αξία σ’ αυτό τον κόσμο: προσφέρει χρόνο, την ανεξάντλητη αφθονία του χρόνου. Υπό αυτή την έννοια, είναι απελευθερωτικό. Όταν λείπει, η ύπαρξη συρρικνώνεται σε ένα αιώνιο παρόν που μας φυλακίζει. Ξεχώριζα πάντοτε τον βιοπορισμό από το νόημα της ζωής.

Το χρήμα είναι μια υπόσχεση που επιδιώκει τη σοφία. Η έκφραση πρέπει να γίνει κατανοητή με διπλή έννοια: είναι σοφό να έχουμε χρήματα, είναι σοφό να αναρωτιόμαστε πάνω σ’ αυτά. Το χρήμα μάς αναγκάζει σε μια μορφή διαιτησίας ανάμεσα στο τι θέλουμε, τι μπορούμε και τι οφείλουμε. Κάνει τον κάθε άνθρωπο φιλόσοφο: σκέφτεται, υπολογίζει, μαθαίνει να ξοδεύει με τον καλύτερο τρόπο για τον ίδιο και τους άλλους. Το χρήμα αποκαλύπτει τον τσιγκούνη, τον σπάταλο, τον φιλάργυρο, τον ζηλόφθονο- όλοι προδίδονται όταν βάζουν το χέρι στην τσέπη. Με το χρήμα, κανείς δεν είναι απολύτως ειλικρινής: όσοι πιστεύουν ότι το μισούν στην πραγματικότητα το εξιδανικεύουν- όσοι το εξιδανικεύουν το υπερεκτιμούν- όσοι προσποιούνται ότι το περιφρονούν λένε ψέματα στον εαυτό τους. Προβληματικός ενθουσιασμός, άτοπη αποδοκιμασία. Αυτή είναι η δυσκολία. Αλλά αν η σοφία δεν είναι να αντιμετωπίζουμε και να κατανοούμε ό,τι εμφανίζεται ως σύμβολο τρέλας, τότε σε τι χρησιμεύει η φιλοσοφία;

ARTHUR SCHOPENHAUER: Το ίδιο συμβάν που σε ένα αναπτυγμένο πνεύμα παρουσιάζεται σαν ενδιαφέρον, ένα ρηχό κοινό μυαλό το βλέπει σαν μια ανιαρή σκηνή

Απέναντι στα γνήσια προσωπικά προτερήματα, το μεγάλο πνεύμα, τη μεγάλη καρδιά, φαίνονται όλα τα προτερήματα που απορρέουν από αξιώματα, καταγωγή, ακόμα και βασιλική, πλούτο και τα παρόμοια όπως οι βασιλείς που μας παρουσιάζει το θέατρο απέναντι στους πραγματικούς.

Σε κάθε περίπτωση, το σημαντικότερο για τη διάθεση του ανθρώπου, για τη γενικότερη ψυχική στάση της ύπαρξής του είναι προφανώς αυτό που υπάρχει και συμβαίνει μέσα του. Εδώ βρίσκεται άμεσα η ευχαρίστηση ή η δυσφορία που μπορεί να νιώθει, και οι οποίες καταρχήν είναι το αποτέλεσμα των αισθημάτων του, της βούλησής του και της σκέψης του, ενώ όλα όσα βρίσκονται έξω από αυτόν μόνο έμμεσα τις επηρεάζουν.

Γι’ αυτό οι ίδιες εξωτερικές καταστάσεις και γεγονότα επιδρούν εντελώς διαφορετικά στον καθένα, και μέσα στο ίδιο περιβάλλον, καθένας ζει σε έναν άλλο κόσμο. Γιατί μόνο με τις ιδέες του, τα αισθήματά του και τους στόχους της βούλησής του έχει κάποιος άμεση επαφή- τα εξωτερικά πράγματα τον επηρεάζουν μόνο έμμεσα στο μέτρο που επιδρούν στις ιδέες του, τα αισθήματά του και τη βούλησή του. Ο κόσμος στον οποίο ζει εξαρτάται καταρχήν από την αντίληψη που έχει αυτός για τον κόσμο, εξαρτάται από τη διαφορετικότητα της οπτικής του νου καθενός. 

Σύμφωνα με αυτή, ο κόσμος μπορεί να είναι φτωχός, άνοστος και ρηχός, ή πλούσιος, ενδιαφέρων και σημαντικός. Ενώ, για παράδειγμα, κάποιος ζηλεύει τον άλλον για τα ενδιαφέροντα πράγματα που του συνέβησαν στη ζωή του, θα έπρεπε πιο πολύ να τον ζηλεύει για την αντιληπτικότητα η οποία δίνει στα πράγματα αυτά τη σπουδαιότητα που τους αποδίδει εκείνος – γιατί το ίδιο συμβάν που σε ένα αναπτυγμένο πνεύμα παρουσιάζεται σαν ενδιαφέρον, ένα ρηχό κοινό μυαλό θα το έβλεπε σαν μια ανιαρή σκηνή από την καθημερινή ζωή.

Όλα αυτά βασίζονται στο γεγονός ότι κάθε πραγματικότητα, δηλαδή κάθε πλήρες παρόν, αποτελείται από δύο ξεχωριστά μισά, το υποκείμενο και το αντικείμενο, αν και σε τόσο αναγκαία και στενή σχέση μεταξύ τους όπως το οξυγόνο και το υδρογόνο στο νερό. Με εντελώς το ίδιο αντικειμενικό μισό, αλλά με διαφορετικό το άλλο μισό, το υποκειμενικό, όπως και αντίστροφα, η παρούσα πραγματικότητα είναι εντελώς άλλη: το πιο ωραίο και το πιο καλό αντικειμενικό μισό, σε συνάρτηση με ένα μη αισθαντικό, κακό υποκειμενικό, δίνει μόνο μια κακή πραγματικότητα, ένα κακό παρόν.

ARTHUR SCHOPENHAUER, ΤΟ ΑΣΗΜΑΝΤΟ ΑΙΩΝΙΑ ΕΠΑΙΝΟΥΝ

Αυτός που διαπράττει μια αδικία είναι πάντα πιο δυστυχισμένος από εκείνον που την υφίσταται

Η συνείδηση είναι το κομμάτι του εαυτού μας που, όπως το πνεύμα και η ψυχή, δεν έχει κάποιο συγκεκριμένο φυσικό σχήμα αλλά επηρεάζει τρομερά τον τρόπο που κινούμαστε στη ζωή.

Αυτό το συναίσθημα που πραγματεύεται ο Πλάτωνας αντιστοιχεί σε εκείνη τη φωνή που, όπως ο γρύλος στον Πινόκιο, μας λέει τι κάναμε καλά και τι κάναμε άσχημα και που μας τιμωρεί με την ενοχή και την ανησυχία, ώσπου να δώσουμε λύση σ’ αυτή την ανισορροπία που οι ίδιοι συμβάλαμε στο να δημιουργηθεί.

Το να έχουμε τη συνείδησή μας ήσυχη παρουσιάζει, επιπλέον, και τα εξής οφέλη για την υγεία του σώματος και του νου:

Μας βοηθάει να κοιμόμαστε καλύτερα.
Ενισχύει την αυτοεκτίμησή μας.
Συμβάλλει στο να έχουμε καλύτερη σχέση με τους άλλους.
Μας ωθεί στο να επιβραβεύουμε τον εαυτό μας, αντί να τον τιμωρούμε με το να αισθανόμαστε άσχημα.
Δημιουργεί καλές μνήμες και αναμνήσεις.
Επιτρέπει να είμαστε διαυγείς.
Μας προστατεύει από ενοχές ή ξένες υποθέσεις.
Βελτιώνει τη φυσική μας υγεία, περιορίζοντας το άγχος που ενέχει η ενοχή.
Έτσι, λοιπόν, ολοφάνερα το καλύτερο είναι να έχουμε τη συνείδησή μας ήσυχη και ικανοποιημένη.

Και πώς θα το καταφέρουμε;

Βασικά, ενεργώντας σύμφωνα με τις αξίες μας και με εντιμότητα.
Δηλαδή, τη στιγμή που παίρνουμε μια απόφαση, πρέπει να αναρωτηθούμε τι είναι αυτό που οι αρχές μας μάς ωθούν να κάνουμε και να πράξουμε ανάλογα.

Όπως έλεγε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στη Διαθήκη της ελπίδας:

“Πάντα έρχεται η στιγμή που κάποιος πρέπει να υιοθετήσει μια θέση που δεν είναι ούτε ασφαλής ούτε πολιτική ούτε λαϊκή, αλλά που πρέπει να την υιοθετήσει γιατί η συνείδησή του του λέει πως είναι η σωστή”.

FERNANDO PESSOA: Το θαύμα της ζωής

Μπορεί να έχετε ελαττώματα, να ζείτε ανήσυχοι και μερικές φορές να θυμώνετε, αλλά ποτέ να μην ξεχνάτε ότι η ζωή σας είναι η μεγαλύτερη επιχείρηση στον κόσμο. Και μπορείτε να τη διαφυλάξετε από την χρεωκοπία.

Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που σας χρειάζονται, σας θαυμάζουν και σας επευφημούν.

Εύχομαι να θυμάστε πάντα ότι το να είστε ευτυχισμένοι δεν προϋποθέτει έναν ουρανό χωρίς καταιγίδες, μονοπάτια χωρίς ατυχήματα, εργασία χωρίς κόπωση, σχέσεις χωρίς απογοήτευση.

Η ευτυχία είναι η εξεύρεση δύναμης στη συγχώρεση, η ελπίδα στις μάχες, η ασφάλεια στον φόβο, η αγάπη στις διαφωνίες.

Η ευτυχία δεν εκτιμά μόνο τα χαμόγελα, αλλά αντανακλάται και στη θλίψη.
Δεν είναι μόνο ο εορτασμός της επιτυχίας, αλλά και τα μαθήματα από τις αποτυχίες.
Όχι μόνο η χαρά του χειροκροτήματος, αλλά και η χαρά της ανωνυμίας.

Η ευτυχία αναγνωρίζει ότι τη ζωή αξίζει να τη ζείτε, παρά τις προκλήσεις, τις παρεξηγήσεις και τις περιόδους κρίσης.

Η ευτυχία σημαίνει πως πλέον δεν είστε θύμα των προβλημάτων και σας ζητά να γίνετε συγγραφείς της ίδιας της ιστορίας. Είναι πέρασμα από ερήμους που βρίσκονται έξω από τον εαυτό σας, ενώ είστε σε θέση να βρείτε μια όαση στο μυστικό της ψυχής σας.

Να ευχαριστείτε κάθε πρωί για το θαύμα της ζωής.

Ευτυχία είναι να μην φοβάστε τα συναισθήματά σας. Είναι να ξέρετε πώς να μιλήσετε στον εαυτό σας.
Είναι το θάρρος να ακούσετε το “Όχι” και να είστε γεμάτοι αυτοπεποίθηση αν λάβετε κριτική, αν και μερικές φορές μπορεί να είναι αναληθής.

Ευτυχία είναι να αφήσουμε το παιδί που ζει μέσα μας να ζει ελεύθερο, ευτυχισμένο και απλό.

Η ευτυχία έχει την απαιτούμενη ωριμότητα να πει «έκανα λάθος».
Έχει το βασικό θάρρος να πει “συγχωρέστε με”.
Έχει την απαραίτητη ευαισθησία να πει “σε χρειάζομαι”.
Είναι σε θέση να πει “σ ‘αγαπώ”.

Έχει την ταπεινότητα της δεκτικότητας.

Θέλω η ζωή να είναι μία εστία ευκαιριών και να είστε ευτυχισμένοι. Και όταν απομακρύνεστε, ξεκινήστε ξανά. Με αυτόν τον τρόπο, θα διαπιστώσετε ότι το να είστε ευτυχισμένοι δεν σημαίνει ότι πρέπει να έχετε τέλεια ζωή, αλλά πως αξιοποιώντας τα δάκρυα ποτίζετε την ανοχή.
Αξιοποιώντας τις απώλειες βελτιώνετε την υπομονή.
Αξιοποιώντας τις αποτυχίες προσεύχεστε.
Αξιοποιώντας τα εμπόδια ανοίγετε νέα παράθυρα του νου.

Ποτέ μην εγκαταλείπετε την ελπίδα.
Ποτέ μην εγκαταλείπετε τους ανθρώπους που αγαπάτε.
Ποτέ μην σταματάτε να είστε ευτυχισμένοι, γιατί η ζωή είναι ένα εμπόδιο χωρίς σταματημό, ακόμα κι αν σας δίνει δεκάδες λόγους για να κάνετε το αντίθετο.

Πέτρες στο δρόμο; Τις κρατώ όλες … μία μέρα θα χτίσω ένα κάστρο!

ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΠΕΣΣΟΑ

Ασπασία

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΓΑΠΗΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΚΛΗ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΣΠΑΣΙΑΣ

Η Ασπασία ήταν μία γυναίκα από τη Μίλητο , διάσημη για το δεσμό που διατηρούσε με τον Αθηναίο πολιτικό Περικλή. Ελάχιστα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή της. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ενήλικης ζωής της στην Αθήνα, και υπάρχει η πιθανότητα να επηρέασε διαμέσου του Περικλή την πολιτική του αθηναϊκού κράτους. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως η Ασπασία διατηρούσε οίκο ανοχής, ενώ ήταν πόρνη και η ίδια. Ωστόσο οι σύγχρονοι μελετητές είναι επιφυλακτικοί ως προς αυτό το ζήτημα, δεδομένου ότι πολλοί από τους αρχαίους συγγραφείς που προαναφέρθηκαν ήταν κωμικοί ποιητές που ως στόχο είχαν την δυσφήμιση του Περικλή. Ορισμένοι μελετητές αμφισβητούν ακόμη και την παράδοση βάσει της οποίας η Ασπασία ήταν εταίρα, θεωρώντας πως στην πραγματικότητα το ζεύγος ήταν παντρεμένο. Η Ασπασία απέκτησε με τον Περικλή ένα γιο, ο οποίος επίσης ονομάστηκε Περικλής..

Καταγωγή

Η Ασπασία γεννήθηκε στην ιωνική πόλη της Μιλήτου, στη σημερινή Τουρκία. Ελάχιστα είναι γνωστά για την οικογένειά της πέρα από το ότι ο πατέρας της ονομαζόταν Αξίοχος. Εντούτοις, θεωρείται ότι καταγόταν από εύπορη οικογένεια, καθώς η Ασπασία κατείχε εξαιρετική μόρφωση. Ορισμένες πηγές αναφέρουν ότι ήταν αιχμάλωτη πολέμου, και πως υποδουλώθηκε. Γενικά αυτή η άποψη θεωρείται λανθασμένη. Δεν είναι γνωστές οι συνθήκες υπό τις οποίες ταξίδεψε στην Αθήνα. Η θεωρία του Μπίκνελ τη συνδέει με τον Αλκιβιάδη. Επίσης, εικάζει ότι ο Περικλής γνωρίστηκε με την Ασπασία επειδή διατηρούσε στενές σχέσεις με το σπιτικό του Αλκιβιάδη. Σύμφωνα με τις αμφισβητήσιμες αναφορές των αρχαίων συγγραφέων και ορισμένων σύγχρονων μελετητών, στην Αθήνα η Ασπασία έγινε εταίρα και πιθανώς ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής.

ΤΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΚΑΝΑΝ ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΣ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ…;

Οι εταίρες ήταν επαγγελματίες που αναλάμβαναν την ψυχαγωγία ανδρών της ανώτερης τάξης, καθώς επίσης και παλλακίδες. Πέρα από την εξωτερική τους ομορφιά, διέφεραν από τις άλλες Αθηναίες στο γεγονός ότι ήταν μορφωμένες (συχνά σε υψηλό επίπεδο, όπως η Ασπασία), ήταν ανεξάρτητες και πλήρωναν φόρους. Ίσως ήταν ό ,τι πιο κοντινό μπορεί να φανταστεί κανείς στις απελευθερωμένες γυναίκες, και η Ασπασία, η οποία εξελίχτηκε σε λαμπερή προσωπικότητα της αθηναϊκής κοινωνίας, ήταν πιθανώς ένα προφανές παράδειγμα.

Σύμφωνα με τον Πλούταρχο , η Ασπασία συγκρινόταν με την διαβόητη Θαργήλια, μια άλλη ξακουστή εταίρα από την αρχαία Ιωνία. Υπήρχαν και άλλες γυναίκες οι οποίες ήταν εταίρες ‘όμως κατώτερου επιπέδου!

Όντας ξένη και ίσως εταίρα, η Ασπασία ήταν ελεύθερη από τις νομικές δεσμεύσεις που κατά παράδοση καθήλωναν τις παντρεμένες γυναίκες στα σπίτια τους, κι έτσι της επιτρεπόταν να συμμετέχει στη δημόσια ζωή της πόλης.

Έγινε ερωμένη του επιφανούς πολιτικού Περικλή στις αρχές της δεκαετίας του 440π.Χ. Μετά το διαζύγιό του από την πρώτη του σύζυγο περίπου το 445π.Χ, η Ασπασία άρχισε να συγκατοικεί μαζί του, αν και δεν υπάρχει κοινά αποδεκτή άποψη για το αν παντρεύτηκαν ή όχι. Ο γιος τους, Περικλής, είχε έρθει στον κόσμο γύρω στο 440π.Χ. Η Ασπασία θα πρέπει να ήταν πολύ νέα, αν κρίνει κανείς από το γεγονός πως χάρισε ένα παιδί στο Λυσικλή περίπου το 428π.Χ.

Στους κοινωνικούς κύκλους η Ασπασία ήταν γνωστή για την ικανότητά της στο λόγο και τις συμβουλές της, παρά απλά για τη φυσική της ομορφιά. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, το σπίτι της έγινε κέντρο πολιτισμού στην πόλη των Αθηνών, προσελκύοντας επιφανείς συγγραφείς και στοχαστές, ανάμεσα στους οποίους και το φιλόσοφο Σωκράτη. Ο βιογράφος αναφέρει ότι παρά την «ανήθικη» ζωή της, οι Αθηναίοι έφερναν μαζί τις συζύγους τους για να ακούν τις συζητήσεις της. Πριν το ξέσπασμα του Πελοποννησιακού πολέμου (431π.Χ – 404π.Χ) ο Περικλής, κάποιοι από τους στενούς του συνεργάτες και η Ασπασία αντιμετώπισαν μια σειρά προσωπικών και νομικών επιθέσεων. Ιδιαίτερα η Ασπασία, κατηγορήθηκε ότι διέφθειρε νεαρά κορίτσια προκειμένου να ικανοποιήσει τις διαστροφές του Περικλή. Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, δικάστηκε για ασέβεια,. Αυτές οι κατηγορίες δεν ήταν, πιθανώς, τίποτε περισσότερο από αστήριχτες συκοφαντίες, ωστόσο η όλη εμπειρία άφησε τον μεγάλο Αθηναίο πολιτικό με μεγάλη πικρία. Παρόλο που η Ασπασία αθωώθηκε χάρη σε ένα ασυνήθιστο συναισθηματικό ξέσπασμα του Περικλή ο φίλος του γλύπτης Φειδίας πέθανε στη φυλακή. Ο Κάγκαν θεωρεί πιθανό το ενδεχόμενο η ίδια η αφήγηση της δίκης και της αθώωσης της Ασπασίας να είναι πλαστή, «στην οποία πραγματικές συκοφαντίες, υποψίες και χυδαία αστεία μετατράπηκαν σε μια φανταστική δικαστική διαμάχη». Η Ασπασία ονομάστηκε, «Νέα Ομφάλη», και «Ελένη» .

Επιπρόσθετες επιθέσεις κατά του ζεύγους αναφέρει ο Αθηναίος. Ακόμη και ο γιος του Περικλή, ο Ξάνθιππος, ο οποίος είχε βλέψεις στην πολιτική, δεν δίστασε να κακολογήσει τον πατέρα του για την προσωπική του ζωή. . Ο Περικλής απεβίωσε εξαιτίας του λοιμού το φθινόπωρο του 429 πΧ. Ο Πλούταρχος μεταφέρει πληροφορίες του Αισχίνη του Σωκρατικού ο οποίος έγραψε ένα διάλογο με θέμα την Ασπασία (σήμερα χαμένο), σύμφωνα με τις οποίες μετά το θάνατο του Περικλή η Ασπασία έζησε στο πλευρό του Λυσικλή, με τον οποίο απέκτησε έναν ακόμη γιο, και τον οποίο έκανε τον πρώτο άνδρα της πόλης.

Ο Αισχίνης παρουσιάζει την Ασπασία ως δασκάλα και εμπνευστή της τελειότητας, συνδέοντας τις αρετές αυτές με την ιδιότητά της, ως εταίρα. Σύμφωνα με τον Καν, καθένα από τα επεισόδια στην Ασπασία του Αισχίνη δεν είναι απλά πλαστό, αλλά και απίστευτο. Αυτοπροσωπογραφία της Marie Bouliard, η οποία ποζάρει ως Ασπασία, 1794. Η Ασπασία εμφανίζεται σε πολλά σημαντικά έργα της σύγχρονης λογοτεχνίας.

Ο ρομαντικός δεσμός της με τον Περικλή ενέπνευσε μερικούς από τους διασημότερους μυθιστοριογράφους και ποιητές των τελευταίων αιώνων. Ιδιαίτερα οι εκπρόσωποι του Ρομαντισμού κατά το 19ο αιώνα και οι συγγραφείς ιστορικών μυθιστορημάτων του 20ου αιώνα βρήκαν στην ιστορία της μια αστείρευτη πηγή έμπνευσης.

Φήμη και κριτική

Το όνομα της Ασπασίας συνδέεται στενά με τη δόξα και τη φήμη του Περικλή. Ο Πλούταρχος την αναγνωρίζει ως μια σημαντική προσωπικότητα ανάμεσα στους πολιτικούς και τους διανοούμενους, και εκφράζει το θαυμασμό του για μια γυναίκα που «χειριζόταν όπως επιθυμούσε τους σπουδαιότερους άνδρες του κράτους και παρείχε αφορμή στους φιλοσόφους να μιλούν κολακευτικά για εκείνη και εις μάκρος». Ο Λουκιανός αποκαλεί την Ασπασία «πρότυπο σοφίας» και εξυμνεί «τις γνώσεις της γύρω από την πολιτική και τη διορατικότητά της, την εξυπνάδα και την οξυδέρκειά της». Μια βυζαντινή εγκυκλοπαίδεια του10ου αιώνα, η Σούδα, αναφέρει ότι η Ασπασία χρησιμοποιούσε έξυπνα τις λέξεις, πως ήταν σοφίστρια και δασκάλα της ρητορικής. Βασιζόμενοι στις παραπάνω αποτιμήσεις, μια σειρά από μελετητές υποστηρίζουν ότι η Ασπασία υπήρξε, κατά τα φαινόμενα, η μοναδική γυναίκα στην κλασική Ελλάδα που κατάφερε να διακριθεί στο δημόσιο βίο, επηρεάζοντας τον Περικλή στη σύνταξη των δημόσιων λόγων του. Μια μερίδα ιστορικών είναι της άποψης ότι η Ασπασία ίδρυσε μια Ακαδημία για κορίτσια πλούσιων οικογενειών ή ακόμη ότι αποτελεί τον εφευρέτη τη σωκρατικής μεθόδου. «δεν μπορούμε να δεχτούμε ως ιστορική αλήθεια το ανέκδοτο της εποχής, βάσει του οποίου η Ασπασία έμαθε στον Περικλή να μιλά, οπότε ήταν σημαντική ρήτορας ή φιλόσοφος». πιστεύει ότι η Ασπασία ήταν ένα εξαιρετικό πρόσωπο, αλλά το παράδειγμά της είναι από μόνο του αρκετό για να τονίσει το γεγονός ότι για να γίνει μια γυναίκα ισάξια πνευματικά και κοινωνικά ενός άντρα έπρεπε να ήταν εταίρα, η Ασπασία προχώρησε την προοπτική να γίνει μια γυναίκα φιλόσοφος ένα βήμα παραπέρα από την ποιήτρια Σαπφώ.

ΑΥΤΗ ΗΤΑΝ Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΑΣΠΑΣΙΑΣ

Πέρα από την Ασπασία ένα ακόμα πρόσωπο το οποίο εμπλέκεται στενά με το πρόσωπο της και απελευθέρωσε όλα τα κατεστημένα για τον έρωτα που τον είχε βρει παράφορα για την γυναίκα αυτήν είναι ο Περικλής ένας ικανότατος ηγέτης που τον διακατείχε η οξυδέρκεια του και όπου έφτασε την Αθήνα στην απόλυτη ηγεμονία παραστράτησε και αγάπησε την Ασπασία .Φυσικά αυτό είχε αντιδράσεις από τον λαό όπου οι περισσότεροι ήταν αντίθετοι για αυτή του την απόφαση του !
Ας δούμε λοιπόν την ζωή και τα έργα αυτού του ικανού ηγέτη Περικλή! Ο Περικλής (από τις λέξεις περί και κλέος δηλαδή o περιτριγυρισμένος από δόξα, περίδοξος, περίπου 495-429 π.Χ ήταν Αρχαίος ‘Έλληνας πολιτικός, ρήτορας και στρατηγός του 5ου αιώνα π.Χ γνωστού και ως «Χρυσού Αιώνα», και πιο συγκεκριμένα της περιόδου μεταξύ των Περσικών πολέμων και του Πελοποννησιακού πολέμου. Η δύναμη, δόξα και η φήμη την οποία χάρισε στην Αρχαία Αθήνα, δικαιώνουν απόλυτα το χαρακτηρισμό του Χρυσού Αιώνα. Η εποχή στην οποία ήταν κύριος της πολιτικής ζωής της Αρχαίας Αθήνας, δηλαδή μεταξύ του 461 π.Χ και του 425 π.Χ, ονομάζεται μέχρι σήμερα «Εποχή του Περικλή». Ο Περικλής εκμεταλλεύτηκε τη νίκη των ελληνικών δυνάμεων επί των Περσών και την άνοδο της ναυτικής δύναμης της Αθήνας προκειμένου να μετατρέψει τη Δηλιακή Συμμαχία σε «Αθηναϊκή Ηγεμονία», οδηγώντας την πόλη του στην μεγαλύτερη ακμή της ιστορίας της κατά την περίοδο των 14 συνεχόμενων ετών που εκλεγόταν στο αξίωμα του Στρατηγού.

Σε στρατιωτικό επίπεδο, οι επεκτατικές και στρατιωτικές επιχειρήσεις που πραγματοποίησε κατά την διάρκεια της κυριαρχίας του είχαν σαν κύριο στόχο τη διαφύλαξη των συμφερόντων της Αθήνας. Τις επιχειρήσεις αυτές διεξήγαγε με τη βοήθεια του πανίσχυρου αθηναϊκού ναυτικού, το οποίο άρχισε να δυναμώνει την εποχή του Θεμιστοκλή και αργότερα του Κίμωνα, γιου του Μιλτιάδη. Ωστόσο ήταν κατά την εποχή του Περικλή που έφτασε στην απόλυτη ακμή του, αποτελώντας τον κινητήριο μοχλό της αθηναϊκής υπερδύναμης.

Ο Περικλής ήταν ηγέτης της Αθήνας μέχρι τα δύο πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ώσπου το 429 π.Χ απεβίωσε εξαιτίας του λοιμού που χτύπησε την πόλη του. Υπήρξε μέγας προστάτης των τεχνών, της λογοτεχνίας και των επιστημών, και ο βασικός υπεύθυνος για το γεγονός ότι η Αθήνα έγινε το πολιτιστικό και πνευματικό κέντρο του αρχαίου κόσμου. Επίσης, σε αυτόν οφείλεται η κατασκευή πολλών από τα σημαντικά μνημεία που κοσμούσαν την Αρχαία Αθήνα, με εκείνα της Ακρόπολης να διατηρούν εξέχουσα θέση ανάμεσά τους.

Επίσης, υπήρξε μέγας υποστηρικτής της δημοκρατίας και της ελευθερίας του λόγου και ως αποτέλεσμα, κατά την εποχή του, τέθηκαν οι βάσεις του λεγόμενου Δυτικού πολιτισμού. Η δράση του δεν περιορίστηκε μόνο εκεί, αλλά ως ηγέτης των Αθηνών, με μία σειρά νόμων, υποστήριξε τις λαϊκές μάζες και τις βοήθησε να αποκτήσουν περισσότερα δικαιώματα σε βάρος της αριστοκρατικής τάξης στην οποία ανήκε κι ο ίδιος. Ήταν τόσο ανοικτός προς τις ευρύτερες μάζες, που πολλοί τον αποκαλούσαν λαϊκιστή.

ΣΧΕΣΗ ΠΕΡΙΚΛΗ-ΑΣΠΑΣΙΑΣ

Λίγο μετά την άφιξή της στην Αθήνα, η Ασπασία δεσμεύτηκε με τον Περικλή, τον δημοκρατικό ηγέτη της πόλης. Ο Περικλής, για να μπορέσει να έχει σχέση με την Ασπασία, χώρισε τη γυναίκα του και την άφησε μόνη της με δύο γιους. Σαν σύντροφος του Περικλή, η Ασπασία έγινε γρήγορα στόχος κουτσομπολιού και κατηγορήθηκε ως εταίρα. Πιο πολύ από όλους η Ασπασία επηρέασε τον Περικλή, όχι μόνο με τις γνώσεις της, αλλά και μέσα από την καθημερινή επαφή που είχαν.

Ο Πλάτωνας επίσης, αν και δεν ήταν εραστής της, είχε εντυπωσιαστεί από τη διάνοια και τις γνώσεις της και είχε τονίσει ανοιχτά τη συμβολή της στις δράσεις του Περικλή. Ο Σωκράτης ονομάζει την Ασπασία σαν τη μεγαλύτερη Δασκάλα του στη ρητορική και τονίζει τη συμβολή της στο να γίνει ο Περικλής ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες ομιλητές. Ο Περικλής, βλέποντας την ιδιαιτερότητα της Ασπασίας, δε δίστασε να φανερώσει στο λαό του τον σεβασμό και την αγάπη του για αυτήν, ανατρέποντας τα αθηναϊκά δεδομένα που ήθελαν τη γυναίκα να περνάει απαρατήρητη.

Τα κακόβουλα κουτσομπολιά δεν άργησαν να ακουστούν. Έλεγαν πως η Ασπασία διατηρούσε πορνείο και πως η ίδια έγραφε τις ομιλίες του Περικλή. Επίσης λεγόταν πως αυτή τον επηρέασε να κάνει τους πολέμους εναντίον της Σάμου, των Μεγάρων και τον Πελοποννησιακό πόλεμο, για να καταφέρει να προστατέψει τη γενέτειρά της.

Όλα αυτά ακολουθούσαν την Ασπασία για την υπόλοιπη ζωή της. Το 432 π.Χ την παρέπεμψαν σε δίκη για ασέβεια και αθεΐα, αλλά οι δικαστές της Ηλείας την αθώωσαν χάρη στη συνηγορία του Περικλή, ο οποίος την υπερασπίστηκε με δάκρυα. Ο Περικλής ποτέ δεν παντρεύτηκε την Ασπασία, γιατί πολύ απλά δεν μπορούσε. Το 451, στην προσπάθειά του να αποτρέψει τις αριστοκρατικές οικογένειες από το να συμμαχούν με άλλες πόλεις, είχε εισάγει ένα νόμο υπηκοότητας. Κατά συνέπεια, οι γιοι των μη Αθηναίων γυναικών δε θα μπορούσαν να γίνουν πλήρεις πολίτες. Ο Περικλής επομένως θα διακινδύνευε ολόκληρη την πολιτική του σταδιοδρομία, εάν παντρευόταν την Ασπασία. Έτσι η Ασπασία έζησε στο πλευρό του Περικλή ως σύντροφός του. Απέκτησε από τον Περικλή ένα γιο, τον Περικλή το νεότερο, έναν από τους στρατηγούς που νίκησαν στις Αργινούσες το 406 π.Χ. Οι δύο νόμιμοι γιοι του Περικλή είχαν πεθάνει, κι έτσι ο γιος της Ασπασίας έγινε ο νόμιμος κληρονόμος του. Έτσι η Ασπασία απόλαυσε πλέον σχεδόν όλα τα προνόμια μιας Αθηναίας ευγενούς γυναίκας. Αργότερα όμως, μετά το θάνατο του Περικλή, τα πράγματα δυσκόλεψαν για την Ασπασία και το γιο της. Η πόλη φάνηκε ψυχρή και στους δυο τους. Πολύ γρήγορα η Ασπασία βρήκε τον αντικαταστάτη του Περικλή.

Η προηγμένη τεχνική δημιουργίας μεταλλικών κραμάτων των αρχαίων Σπαρτιατών βάση της στρατιωτικής τους ισχύος

Με βάση δείγματα που λήφθηκαν από αρχαιολόγους, διατύπωσαν τη θεωρία ότι ο χάλυβας ήταν το μυστικό όπλο των Σπαρτιατών και ότι ήταν ο λόγος για τις στρατιωτικές επιτυχίες τους ενάντια στους εχθρούς που τότε χρησιμοποιούσαν μόνο μαλακό σίδηρο ή χάλκινα όπλα

Πιθανόν να ήταν η πιο τρομερή πολεμική μηχανή των αρχαίων χρόνων και όχι μόνο.

Ο σπαρτιάτικος Στρατός φημιζόταν εκτός από την απίστευτη πειθαρχία και εκπαίδευση και για την καινοτομία του. Για αιώνες είχε μετατρέψει το μεγαλύτερο ελάττωμά του – αριθμητική του σύσταση- σε δύναμη. Φορούσαν πάντα κόκκινο μανδύα, για να καλύπτουν το αίμα εάν πληγώνονταν και για να τρομάζουν τον αντίπαλο.

Στις μάχες οι πολεμιστές δεν φορούσαν σανδάλια, αλλά πήγαιναν ξυπόλητοι, ώστε να διατηρείται πιο σταθερή η φάλαγγα.

Αν και δεν υπήρχε νόμος που καταδίκαζε αυτούς που εγκατέλειπαν τη μάχη, αυτοί περιθωριοποιούνταν από την κοινωνία.

Όμως, ο οπλισμός τους δεν ήταν πολύ διαφορετικός από εκείνο που χρησιμοποιούσαν οι άλλοι αρχαίοι Έλληνες με τη μόνη διαφορά του χιτώνα και της ερυθρής χλαμύδας.

Όλες οι ασπίδες τους είχαν γραμμένο το γράμμα Λ (λάμδα), που αντιπροσώπευε την Λακεδαιμονία.

Άφηναν μακριά μαλλιά και χτενίζονταν πριν τις μάχες. Αρχικά φορούσαν κορινθιακό κράνος, περικνημίδες και μπρούτζινο θώρακα, αργότερα τα αντικατέστησαν με το λινοθώρακα ή με την πιο ελαφριά εξώμη.

Κύρια όπλα τους ήταν η ασπίδα, το μακρύ δόρυ, και το αινιγματικό σπαρτιάτικο ξίφος την Ξυάλη ἤ Ξυήλη. Οι πληροφορίες σχετικά με την Ξυάλη είναι συγκεχυμένες επειδή δεν έχουν βρεθεί αρχαιολογικά ευρήματα ή καλλιτεχνικές απεικονίσεις. Τι θα μπορούσε να ήταν αυτό το τόσο ξακουστό και τρομερό όπλο;

Πίσω στο 1961, ο Lyle Borst Αμερικανός πυρηνικός φυσικός και επιστημονικός συνεργάτης στο μεταλλουργικό εργαστήριο του Σικάγο, επισκέφθηκε τη Σπάρτη επηρεασμένος από την ανδρεία των αρχαίων Σπαρτιατών για να μελετήσει τα όπλα που χρησιμοποιήθηκαν στην αρχαία Ελλάδα.

Στο ταξίδι του στην Ελλάδα, ο Borst ανακάλυψε σύμφωνα με το «Πρότζεκτ του Μανχάταν» -Το Σχέδιο Μανχάταν ήταν ένα έργο έρευνας και ανάπτυξης των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και του Καναδά, που παρήγαγε τις πρώτες ατομικές βόμβες κατά τη διάρκεια του Β “Παγκοσμίου Πολέμου – ότι στη Σπάρτη παρήγαγαν χάλυβα σε μεγάλες ποσότητες ήδη από το 650 π.Χ.

Με βάση δείγματα που λήφθηκαν από αρχαιολόγους, διατύπωσαν τη θεωρία ότι ο χάλυβας ήταν το μυστικό όπλο των Σπαρτιατών και ότι ήταν ο λόγος για τις στρατιωτικές επιτυχίες τους ενάντια στους εχθρούς που τότε χρησιμοποιούσαν μόνο μαλακό σίδηρο ή χάλκινα όπλα.

Έχοντας ένα τέτοιο όπλο εκείνη τη στιγμή, ο Borst ανέφερε σε ένα άρθρο του 1961 στην The New York Times, ότι ήταν σχεδόν το στρατιωτικό ισοδύναμο με μια ατομική βόμβα.

Ωστόσο, αυτό επιστημονικά τεκμηριώνει για το πώς 300 άνδρες κατάφεραν να αποδεκατίσουν το στρατό των Περσών, Μήδων και άλλων Βαρβάρων οι οποίοι ανέρχονταν σε 50.000 οπλισμένους στρατιώτες. Ο Λεωνίδας, Βασιλιάς της Σπάρτης του 5ου αιώνα π.Χ. , οδήγησε μια μικρή δύναμη Ελλήνων, ως επί το πλείστον Σπαρτιατών τους περίφημους 300, αλλά και Θεσπιείς και τους Θηβαίους, έναντι του πολύ μεγαλύτερου περσικού στρατού του Ξέρξη, στο πέρασμα Στενό των Θερμοπυλών το 480 π.Χ. κατά τη διάρκεια των Περσικών πολέμων.

Ο Λεωνίδας και οι Σπαρτιάτες εκτός από περίφημη γενναιότητα που επέδειξαν στην μάχη και η οποία έμεινε χαραγμένη στην μνήμη όλων μας, χρησιμοποίησαν προηγμένη τεχνολογία μπροστά από την εποχή τους.

Η σπαρτιάτικη ασπίδα λέγεται ότι επίσης ήταν καθοριστική επειδή ήταν σχεδόν απόρθητη. Ηττήθηκαν μόνο λόγω των συντριπτικών πιθανοτήτων και επειδή ένας Έλληνας προδότης, ο Εφιάλτης, έδειξε στους Πέρσες ένα πέρασμα το οποίο τους οδήγησε να περικυκλώσουν τους Σπαρτιάτες, αλλά ήταν μια πύρρειος νίκη.

Το κλασικό ξίφος των αρχαίων Ελλήνων ήταν γενικά περίπου 50–60 εκατοστά, αν και οι Σπαρτιάτες, άρχισαν να χρησιμοποιούν ξίφη 30 εκατοστών κατά τους Ελληνο-Περσικούς πολέμους.

Σε μία αφήγηση ένας Αθηναίος ζήτησε από έναν Σπαρτιάτη γιατί το σπαθί του ήταν τόσο μικρό και μετά από μια σύντομη παύση, απάντησε, »Είναι αρκετά μεγάλο για να φτάσει την καρδιά σας». Ήταν ότι καλύτερο κατά την διάρκεια της μάχης όταν το δόρυ ήταν άχρηστο ή είχε σπάσει. Αποδείχθηκε ένα τρομερό όπλο στις μάχες όταν συγκρούονταν σχηματισμοί φαλάγγων σε μικρό χώρο όπου οι βαριές και μεγάλες ασπίδες κάλυπταν τους κενούς χώρους.

H Ξυάλη ήταν από χάλυβα (κοινώς ατσάλι) ένα κράμα σιδήρου–άνθρακα. Οι Σπαρτιάτες δεν ήταν οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν τον χάλυβα στον οπλισμό τους. Στην Βηθυνία, ακτές της Μικράς Ασίας ζούσε ο Λαός των Χαλύβων, τους οποίους ο Αισχύλος αποκαλεί στον Προμηθέα Δεσμώτη »χάλυβας σιδηροτέκτονας». Οι Χάλυβες είχαν καταφέρει να φτιάξουν τον αδάμαστο σίδηρο, ένα σίδηρο ειδικά επεξεργασμένο τον οποίο αρχικά τον πυράκτωναν και στη συνέχεια τον οδηγούσαν σε απότομη ψύξη με νερό.

Ο χάλυβας είναι το πιο διαδεδομένο κατασκευαστικό υλικό μετά το σκυρόδεμα και το ξύλο. Χρησιμοποιείται παντού: από την αεροναυπηγική και την αρχιτεκτονική μέχρι την κατασκευή χειρουργικών εργαλείων.

Ο σίδηρος από τον οποίο αποτελείται ο χάλυβας – αποτελεί τον πυρήνα της Γης -θεωρείται η βάση του πολιτισμού. Η Γη είμαστε τυχεροί γιατί μας δίνει τεράστιες ποσότητες σιδηρομεταλλεύματος.

Ο σίδηρος ήταν γνωστός από την προϊστορική εποχή, όμως, επειδή κάποια κράματα χαλκού τήκονται σε χαμηλότερη θερμοκρασία, ήταν τα πρώτα μέταλλα που χρησιμοποιήθηκαν στην ανθρώπινη ιστορία.

Ο καθαρός σίδηρος είναι μαλακός, μαλακότερος και από το αλουμίνιο, αλλά είναι αδύνατο να εξαχθεί κατά τη διεργασία της ερυθροπύρωσης. Το υλικό σκληραίνει σημαντικά κατά διάρκεια της διεργασίας, απορροφώντας διάφορες προσμίξεις, όπως ο άνθρακας.

Με συγκέντρωση άνθρακα μεταξύ 0,2% και 2,1% παράγεται χάλυβας που μπορεί να είναι μέχρι και 1.000 φορές σκληρότερος από τον καθαρό μεταλλικό σίδηρο. Τέτοιο χάλυβα χρησιμοποίησαν οι Σπαρτιάτες στα οπλιτικά τους ξίφη. Σίδηρο και άνθρακα από την πλούσια Ελληνική Γη.

Άγιοι καταστροφείς: Ο Όσιος Ιάκωβος ο ασκητής

Άγιοι της χριστιανοσύνης που φέρονται ως καταστροφείς του αρχαίου Ελληνικού πολιτισμού ή των αντιπάλων τους ή και δολοφόνοι!

Ένας από τους γνωστούς ισχυρισμούς των χριστιανών απολογητών είναι ότι: "Οι χριστιανοί δεν έκαναν καταστροφές, ο Ελληνικός πολιτισμός κατέπεσε από μόνος του και αν έγιναν κάποιες ελάχιστες καταστροφές από κάποιους φανατικούς· αυτό έγινε λόγω των διωγμών που υπέστησαν από τους εθνικούς". Θα δούμε αν ευσταθεί αυτός ο πολύ συχνός ισχυρισμός τους, με βάση τα δικά τους κείμενα που είναι τα συναξάρια των αγίων, από τα οποία θα δούμε αποσπάσματα καταστροφών, όπως και από την ιστορία, τι αναφέρει για όσους από αυτούς τους αγίους, έχουμε ιστορικά στοιχεία.

Τα Συναξάρια είναι οι βιογραφίες των αγίων του Χριστιανισμού, άσχετα αν περιλαμβάνουν πλήθος μυθικών και υπερφυσικών στοιχείων, ή πολλές από αυτές είναι δημιουργήματα μεταγενέστερης ανάγκης για ύπαρξη πληθώρας μαρτύρων

Τα σχετικά με καταστροφές αποσπάσματα που ακολουθούν, είναι κυρίως από την συλλογή του Άγιου Νικόδημου του Αγιορείτη. Ακολουθεί ο "σύνδεσμος 1" στο πρωτότυπο. Ο δεύτερος "σύνδεσμος 2", είναι ένα διαδομένο συναξάρι στο Διαδίκτυο, που έχει μεταφρασμένα τα κείμενα, και ίσως πληροφορίες και από άλλα συναξάρια, αλλά όπως θα διαπιστώσετε και αρκετά αλλοιωμένα. Όταν ο δεύτερος σύνδεσμος είναι σε παρένθεση, υπάρχει αλλοίωση που συνήθως σημειώνεται δίπλα του σε παρένθεση. Για τα ιστορικά πρόσωπα χρησιμοποιήθηκαν άλλες πηγές.

Ο Όσιος Ιάκωβος ο ασκητής (εορτάζει για την Εκκλησία στις 28 Ιανουαρίου).

"O δε Όσιος νικηθείς από την επιθυμίαν, φευ του πτώματος! διαφθείρει την κόρην. Έπειτα τι γίνεται; Φοβηθείς διά να μη φανερωθή η σιγχαμερά αύτη πράξίς του, φονεύει μεν την γυναίκα, φονεύει δε ομού και τον αδελφόν της. Τα δε νεκρά σώματα τούτων, ρίπτει αυτά εις τον ποταμόν, οπού εκεί κοντά έτρεχεν".
σύνδεσμος 1
σύνδεσμος 2

Η αλήθεια είναι ότι τα συναξάρια είναι σε απίστευτο βαθμό μυθολογήματα και εφόσον δεν μπορούμε να δεχτούμε ως αληθή τα εξόφθαλμα θαύματα που περιέχουν, άλλο τόσο και τις ιστορίες τους. Αυτά όμως μαζί και με τις πράξεις των ιστορικών αγίων, αλλά και ότι έχουμε δει ήδη για το πως επικράτησε ο Χριστιανισμός, δείχνουν την ιδεολογία των χριστιανών διαχρονικά στο πως έβλεπαν τις άλλες θρησκείες και το μίσος τους για τις θεωρήσεις των άλλων που δεν άντεχαν, κυρίως των αρχαίων Ελλήνων που τους θεωρούσαν "μιαρούς", και "διεφθαρμένους". Αντικατοπτρίζουν τελικά το ποιοι κατέστρεφαν τα αρχαία ιερά, επίσης αντικατοπτρίζει τον πραγματικό λόγο που έγιναν οι σχετικά λίγοι διωγμοί των χριστιανών: Έγιναν εξαιτίας της επιθετικής τους δράσης κατά της αρχαίας θρησκείας, αφού εκείνη την εποχή και μέχρι να επικρατήσουν, υπήρχε πραγματική ανεξιθρησκεία.

Βλέπετε, για τους χριστιανούς τότε δεν εθεωρείτο κακό να καταστρέψεις τον ναό μιας άλλης θρησκείας ή τα αγάλματα της, υπήρχαν άλλωστε και οι κανόνες του Δευτερονομίου που δεν φαίνεται κανείς στον Χριστιανισμό να τους θεωρεί ως άκυρους, το αντίθετο. Υπάρχουν επίσης και οι εντολές του ίδιου του Ιησού, που είπε: ότι όποιος δεν είναι μαζί του είναι εναντίον του, ότι θα φέρει διχόνοια και ότι όποιος είναι έξω από την διδασκαλία του, πρέπει να αποβληθεί και να ριφθεί στην φωτιά. Έτσι δεν μας κάνουν εντύπωση τα κατορθώματα και οι καταστροφές αγίων χριστιανών, αφού συμφωνούν και με την θεωρία του. Μια θεωρία που η σύγχρονη Εκκλησία θέλει να ξεχάσει ή να συμβολοποιήσει.

Η μελέτη αυτή μπήκε για να ξεκαθαρίσουμε άλλη μια φορά, ότι ο Χριστιανισμός στην ουσία του και συχνά με την πράξη του, δεν έχει καμιά σχέση με την αγάπη και την ειρήνη που δήθεν θέλει να μας πει, ειδικά στον τρόπο που εξαπλώθηκε. Ήταν φονταμενταλιστικός, δηλαδή επικροτούσε και εφάρμοσε την βία στους άλλους όπως κάνουν τώρα οι μουσουλμάνοι, το προβάλει αυτό σαν επίτευγμα στα κείμενα αλλά και σε εικόνες του. Έτσι εξαπλώθηκε και δυστυχώς δεν υπάρχει καμιά διασφάλιση ότι δεν μπορεί να ξαναγίνει κάποια στιγμή το ίδιο.

ΔΕΣ: Άγιοι καταστροφείς

Hegel: η Αριστερά, από τις αυταπάτες στις απάτες

Γκέοργκ Χέγκελ: 1770–1831

Πώς νοείται ο πολιτικός ωφελιμισμός της «αριστεράς»;
ή
Κάθε άνθρωπος και κάθε λαός είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του

§1

Ι. Ερμηνεύοντας τη Ενδότερη Λογική της σχέσης κυριαρχίας και δουλείας, κυρίου και δούλου, ο Χέγκελ τονίζει με μοναδική οξυδέρκεια πως χωρίς τη συνήθεια, χωρίς την πειθαρχία της υπηρεσίας, των υπηρεσιών του δούλου στον κύριο, και της αντίστοιχης υπακοής του δεν μπορεί επ’ ουδενί και ποτέ, με τις δικές του δυνάμεις, να ανυψωθεί πάνω από τη δουλική του κατάσταση και να γίνει ελεύθερη, καθολική αυτοσυνείδηση. Το ίδιο ισχύει και από την πλευρά της κυριαρχίας του κυρίου επί του δούλου[1]. Με άλλα λόγια: 

όσο ο κύριος «κατέχει» τον δούλο, όσο κυριαρχεί πάνω του, δεν είναι ούτε ο ίδιος καθολικά ελεύθερος ούτε μπορεί να γίνει με τον τρόπο της κυριαρχίας· επομένως ο μόνος δρόμος απελευθέρωσης τόσο του ίδιου από τη δική του μονοσήμαντη κυριαρχία και «ελευθερία», δηλ. από μια εντελώς τυπική «ελευθερία», και την ανύψωση του σε καθολική αυτοσυνείδηση, όσο και του δούλου από τη δική του υποτέλεια, από τη δική του εγωιστική ατομικότητα, είναι ο δρόμος της απελευθέρωσης του δούλου από την υποτέλειά του, αφού διέλθει πρώτα από την πειθαρχία της υπακοής.

ΙΙ. Γιατί να διέλθει μέσα από τον δρόμο της υποτέλειας; Επειδή ο τελευταίος θραύει την ως άνω εγωιστική δομή του ατόμου. Η εγωιστική ατομικότητα, τόσο σε επίπεδο ανθρώπινων ατόμων όσο και λαών, είναι ένας ανεπαρκής, ανεστραμμένος τύπος ελευθερίας και καμιά μορφή καθολικής ελευθερίας. Π.χ. αν κανείς κάνει ό,τι θέλει, τότε τα καπρίτσια του γίνονται ρυθμιστές κάθε τρόπου ζωής και δεν μπορεί το ανθρώπινο άτομο ή το σύνολο να απελευθερωθεί από τη δουλεία, όπου τον ρίχνουν αυτά τα καπρίτσια, δηλ. η νοο-τροπία. Αναφέρει πολύ παραστατικά ο Χέγκελ:

«Για να γίνουν ελεύθεροι οι λαοί, για να αποκτήσουν την ικανότητα της αυτοκυβέρνησης, πρέπει να περάσουν πρώτα από τη δοκιμασία της αυστηρής πειθαρχίας της υποταγής σε έναν κύριο. Έτσι, για παράδειγμα, ήταν αναγκαίο, αφότου ο Σόλων είχε δώσει στους Αθηναίους δημοκρατικούς, ελεύθερους νόμους, να αποκτήσει ο Πεισίστρατος μια εξουσία, με την οποία ανάγκασε τους Αθηναίους να υπακούσουν σε εκείνους τους νόμους. Μόνο όταν είχε ριζώσει αυτή η υπακοή, έγινε περιττή η κυριαρχία των Πεισιστρατιδών… Η δουλεία και η τυραννία είναι συνεπώς στην ιστορία των λαών ένα αναγκαίο στάδιο και επομένως κάτι σχετικά δικαιολογημένο. Όσοι παραμένουν δούλοι δεν υποφέρουν από απόλυτη αδικία· γιατί όποιος δεν έχει το θάρρος να διακινδυνεύσει τη ζωή του για να κερδίσει την ελευθερία του, αξίζει να είναι σκλάβος· κι αν απεναντίας ένας λαός δεν φαντάζεται απλώς ότι θέλει να είναι ελεύθερος, αλλά πραγματικά έχει την ενεργητική [έντονη] βούληση της ελευθερίας, καμιά δύναμη δεν θα μπορέσει να τον κρατήσει πίσω στη δουλεία: δηλ. απλώς να κυβερνιέται παθητικά»[2].

§2

Ι. Η ως άνω σύλληψη του Χέγκελ συνιστά την πεμπτουσία της πολιτικής του σκέψης σε σχέση με το Όλο της κοινωνίας και του κράτους, έτσι όπως εννοεί το τελευταίο υπό τη μορφή και τον χαρακτήρα της αρχαίας πολιτείας. Κατ’ αυτό το πνεύμα, η κοινωνία των πολιτών (bürgerliche Gesellschaft) συγκροτεί μια αντιφατική μορφή με δυο κυρίως στοιχεία αντιθετικής υφής: πρώτον την ιδιαιτερότητα των ατόμου. Ως μέλος αυτής της κοινωνίας το άτομο είναι ιδιώτης, με το νόημα ότι εντός της κοινωνίας υπάρχει ως ο ιδιαίτερος σκοπός του εαυτού του: είναι ατομικός ιδιοκτήτης, υπερασπίζεται την ιδιοκτησία του και ταυτίζεται πλήρως με τούτη. Δεύτερον, ως μέλος μιας τέτοιας πολιτικής κοινωνίας, δεν ενσαρκώνει απλώς τη μορφή του οικονομικού υποκειμένου, αλλά και εκείνη του πολιτικού υποκειμένου, δηλαδή του πολίτη του κράτους ως πολιτείας. Αυτή η έννοια του πολίτη παραπέμπει σε ένα είδος καθολικότητας, την οποία δεν μπορεί να εκφράσει η πιο πάνω κοινωνία παρά μόνο το κράτος/η πολιτεία.

ΙΙ. Αυτό-εδώ είναι το αντικειμενικό πνεύμα και το πολιτικό υποκείμενο ως μετέχον σε τούτη την πνευματική αντικειμενικότητα είναι η βάση και η εμπρόσωπη δύναμη που πραγματώνει την κοινωνική ηθική (Sittlichkeit), δηλ. την ηθική τάξη ή ζωή της πολιτείας. Η πραγμάτωση ετούτης της ηθικής τάξης συνιστά την ολοκλήρωση –ιστορικά και λογικά– εκείνης της διεργασίας, δυνάμει της οποίας η Ιδέα του κράτους/πολιτείας κατορθώνει εν τέλει να γίνει ενεργός πραγματικότητα: να ταυτιστεί εσωτερικά με τη συγκεκριμένη πραγματικότητα των ενεργών πολιτών. Η συνεκτική και όχι λιγότερο οργανική αρχή που δίνει καθορισμένο εκάστοτε περιεχόμενο σε τούτη την Ιδέα είναι η καθολική, η κοινή βούληση, που ως δρώσα βούληση θεσμίζεται σε κρατική εξουσία. Η εξουσία δεν είναι απροϋπόθετα καλή ή κακή.

Γίνεται καλή, δηλαδή λειτουργεί ως αποκάλυψη της ουσίας, όταν οι άνθρωποι που τη συγκροτούν συνέχονται από την Ιδέα της πολιτείας, δηλ. είναι ελεύθερα και καθολικά αυτοσυνείδητα όντα, και ανάγουν σε εσωτερικό τους χρησμό την πραγματοποίηση αυτής της Ιδέας. Γίνεται κακή, δηλαδή συγκάλυψη της ουσίας, άρα μηχανισμός βίας, όταν οι κυβερνώντες ιδιοποιούνται την κυριαρχία προς ίδιον όφελος και μετατρέπουν τον λαό σε όχλο. Για μια τέτοια εξαχρείωση του λαού είναι πρωτίστως ο ίδιος υπεύθυνος, όταν ανέχεται να τον κυβερνούν οι διάφορες συμμορίες και δη εκείνες της διπρόσωπης, της υποκριτικής και κυριολεκτικά ιμπεριαλιστικής «αριστεράς», που ως καθέκαστα άτομα συμπεριφέρονται/συμπεριφέρεται αποκλειστικά με τη μορφή του ιδιώτη ή των ιδιωτών [=συμφεροντολόγοι, διεφθαρμένοι, εκμεταλλευτές, απατεώνες κ.λπ.], ενώ ως πολιτικά πρόσωπα μεταμφιέζονται σε «πολίτες», που δήθεν «μάχονται» για το καλό της πολιτείας.

§3

Ενώ το συμφέρον ενός κράτους, όπως το κατανοεί ο Χέγκελ με τη μορφή της αρχαίας πολιτείας, είναι ένα όλο, ένα ενιαίο καθολικό συμφέρον για κυβερνώντες και κυβερνώμενους, η κατάχρηση της εξουσίας οδηγεί τυφλά τους κυβερνώντες να αυθαιρετούν με το να υπερασπίζονται, πάνω απ’ όλα, το δικό τους στενό συμφέρον και με το να κυνηγούν, με κάθε τρόπο και ευκαιρία, τα προνόμια. Το ποσοτικό κριτήριο εκμηδενίζει το ποιοτικό. Σχετικά και κριτικά γράφει ο μεγάλος διαλεκτικός φιλόσοφος:

«Η υπακοή στους νόμους γίνεται παραδεκτή ως αναγκαία, αλλά όταν απαιτείται από τις υπηρεσιακές αρχές, δηλαδή από [συγκεκριμένα] άτομα, εμφανίζεται ως αντίθετη στην ελευθερία· η αρμοδιότητα να δίνει κανείς εντολές, η διαφορά που προκαλεί αυτή η αρμοδιότητα –η διαφορά ανάμεσα στο να δίνει κανείς εντολές και στο να υπακούει εν γένει– είναι ασυμβίβαστη με την ισότητα· μια μάζα ανθρώπων μπορεί να αποδώσει στον εαυτό της τον τίτλο του λαού, και δικαίως, διότι ο λαός είναι αυτό το αόριστο πλήθος· αλλά οι αξιωματούχοι και οι δημόσιοι υπάλληλοι, εν γένει τα μέλη της οργανωμένης κρατικής εξουσίας, διαφέρουν από τον λαό και έτσι εμφανίζονται να έχουν άδικο ως προς το ότι απέρριψαν την ισότητα και αντιτάσσονται στον λαό, ο οποίος διαθέτει το απέραντο πλεονέκτημα να αναγνωρίζεται ως η κυρίαρχη βούληση. Αυτό είναι το άκρο των αντιφάσεων, στον κύκλο των οποίων περιστρέφεται ένα έθνος, όταν το έχουν κυριαρχήσει αυτές οι τυπικές κατηγορίες»[3].

Ως προκύπτει, οι ιδιώτες, τα ιδιωτικά στρώματα που μέσα από την εξαπατητική δύναμη των ιδεολογιών καταλαμβάνουν την εξουσία, επιδιώκουν πάντα με διάφορες φορμαλιστικές διαδικασίες να κρατούν τον λαό ανενεργό μέσα σε έναν κύκλο τυπικών ελευθεριών. Αυτές εδώ τις διασφαλίζουν, υποτίθεται, δια νόμων και στερεότυπων κανόνων και πειθαναγκάζουν την πλειοψηφία των αρχομένων να υπακούει· η κυβερνητική/άρχουσα πλευρά όμως, που είναι πάντοτε μειοψηφία, δεν αισθάνεται την υποχρέωση να υπακούει, καθότι καθίσταται πλέον ενεργούμενο της αλαζονείας της εξουσίας.

§4

Εξουσία όμως δεν είναι μόνο η κυβερνητική πλευρά, αλλά και η πλευρά της αντιπολίτευσης, που ως αντιπολίτευση, και μάλιστα «αριστερή», ρητορεύει με φωνασκίες και μεμψιμοιρίες, όταν όμως καταλαμβάνει την εξουσία προδίδει τον προηγούμενο εαυτό της και γίνεται πιο φίλαρχη και από την αστική διακυβέρνηση. Πολύ γλαφυρά μας μιλάει ο Χέγκελ, λίγο πριν τον ξαφνικό του θάνατο, για τέτοιες προδοσίες, μέσα από το ιστορικό παράδειγμα της Γαλλίας, ιδίως μετά την Ιουλιανή Επανάσταση του 1830:

«Εάν πάρουμε [το παράδειγμα] μιας αντιπολίτευσης με διαφορετικό ως τώρα χαρακτήρα στην ακραία του μορφή, όπως ο τελευταίος εμφανίζεται στη Γαλλία, τότε αυτός βρίσκει την πιο αποκαλυπτική του εκδοχή στην έκπληξη, που εκφράζεται <προσφάτως εκεί> στη Γαλλία μετά από κάθε αλλαγή κυβέρνησης, σχετικά με τούτο: τα άτομα, που από την αντιπολίτευση μεταπηδούν στην κυβέρνηση, ακολουθούν στη συνέχεια τις ίδιες σχεδόν αξιωματικές αρχές, όπως οι απελθόντες προκάτοχοί τους. Σε εφημερίδες της γαλλικής αντιπολίτευσης διαβάζει κανείς αφελείς μεμψιμοιρίες ότι τόσα πολλά εξαιρετικά άτομα, όταν αναλαμβάνουν κυβερνητικά αξιώματα, προδίδουν την Αριστερά, στην οποία προηγουμένως ανήκαν, και αλλάζουν πορεία· πράγμα που σημαίνει δηλαδή πως, ενώ προηγουμένως είχαν ρητά παραδεχτεί in abstracto ότι υπάρχει μια κυβέρνηση, τώρα έχουν μάθει τι σημαίνει στην πράξη το να κυβερνά κανείς και ότι αυτό περικλείει κάτι περισσότερο από τις αρχές μόνο»[4].

Εδώ, με την «αριστερά», συμβαίνει ό,τι εκάστοτε βιώνουν ως αρνητική εμπειρία οι χειραγωγούμενες «πλειοψηφίες» των λαών. Ως αντιπολίτευση, η «αριστερά» πλειοδοτεί σε γενικές και αφηρημένες διακηρύξεις περί ισότητας, ελευθερίας, λαϊκής κυριαρχίας κ.λπ.· αρχίζει όμως να αποκτά αίσθηση του τι είναι συγκεκριμένο, διαλεκτικά συγκεκριμένο, όταν έρχεται στην εξουσία. Και τότε αφήνει πίσω τις προηγούμενες αυταπάτες της και περνά στις απάτες, πολιτικές, ιδεολογικές κ.λπ., απέναντι στο λαό, γιατί η ίδια δεν επιθυμεί για τον εαυτό της τίποτε άλλο παρά να άρχει μόνο. Εάν όμως είχε ή έχει μάθει κι αυτή να άρχεται με τη σειρά της, όπως μας λέει ο Αριστοτέλης, τότε θα μπορούσε να κυβερνά με φρόνηση, τουτέστι θα έπαυε να κρύβεται πίσω από απατηλά «αριστερά» ευφυολογήματα. Από την προηγούμενη ή και την επόμενη ωστόσο στάση της ως αντιπολίτευση, με τις φωνασκίες, τις αφηρημένες, ανόητες, ανεδαφικές παραστάσεις περί δικαίου, ισοπολιτείας, ελευθερίας κ.λπ. δεν έχει μάθει να άρχεται, οπότε δεν ξέρει και να άρχει. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη:

«Ο πολίτης να μην άρχεται από καμιά εξουσία, ή, αν αυτό δεν είναι δυνατό, ο καθένας να άρχεται με τη σειρά του»[5].
----------------
[1] Βλ. και Φαινομενολογία του πνεύματος Ι, Εκδ. Δωδώνη, σσ. 344-345.
[2] W10, σ. 225.
[3] Γκέοργκ Χέγκελ: Φιλοσοφία και Πολιτική, Εκδόσεις Ηριδανός: Αθήνα 2014, σ. 172.
[4] Ό.π., σσ. 171-172.
[5] Αριστοτέλης: Πολιτικά 1317a.

ΠΛΑΤΩΝ: Πρωταγόρας (344b-345c)

Λέγει γὰρ μετὰ τοῦτο ὀλίγα διελθών, ὡς ἂν εἰ λέγοι λόγον, ὅτι γενέσθαι μὲν ἄνδρα ἀγαθὸν χαλεπὸν ἀλαθέως, οἷόν τε μέντοι ἐπί γε χρόνον τινά· γενόμενον δὲ διαμένειν [344c] ἐν ταύτῃ τῇ ἕξει καὶ εἶναι ἄνδρα ἀγαθόν, ὡς σὺ λέγεις, ὦ Πιττακέ, ἀδύνατον καὶ οὐκ ἀνθρώπειον, ἀλλὰ θεὸς ἂν μόνος τοῦτο ἔχοι τὸ γέρας,
ἄνδρα δ᾽ οὐκ ἔστι μὴ οὐ κακὸν ἔμμεναι,
ὃν [ἂν] ἀμήχανος συμφορὰ καθέλῃ.
τίνα οὖν ἀμήχανος συμφορὰ καθαιρεῖ ἐν πλοίου ἀρχῇ; δῆλον ὅτι οὐ τὸν ἰδιώτην· ὁ μὲν γὰρ ἰδιώτης ἀεὶ καθῄρηται. ὥσπερ οὖν οὐ τὸν κείμενόν τις ἂν καταβάλοι, ἀλλὰ τὸν μὲν ἑστῶτά ποτε καταβάλοι ἄν τις ὥστε κείμενον ποιῆσαι, τὸν δὲ κείμενον [344d] οὔ, οὕτω καὶ τὸν εὐμήχανον ὄντα ποτὲ ἀμήχανος ἂν συμφορὰ καθέλοι, τὸν δὲ ἀεὶ ἀμήχανον ὄντα οὔ, καὶ τὸν κυβερνήτην μέγας χειμὼν ἐπιπεσὼν ἀμήχανον ἂν ποιήσειεν, καὶ γεωργὸν χαλεπὴ ὥρα ἐπελθοῦσα ἀμήχανον ἂν θείη, καὶ ἰατρὸν ταὐτὰ ταῦτα. τῷ μὲν γὰρ ἐσθλῷ ἐγχωρεῖ κακῷ γενέσθαι, ὥσπερ καὶ παρ᾽ ἄλλου ποιητοῦ μαρτυρεῖται τοῦ εἰπόντος—
αὐτὰρ ἀνὴρ ἀγαθὸς τοτὲ μὲν κακός, ἄλλοτε δ᾽ ἐσθλός·
[344e] τῷ δὲ κακῷ οὐκ ἐγχωρεῖ γενέσθαι, ἀλλ᾽ ἀεὶ εἶναι ἀνάγκη. ὥστε τὸν μὲν εὐμήχανον καὶ σοφὸν καὶ ἀγαθὸν ἐπειδὰν ἀμήχανος συμφορὰ καθέλῃ, «οὐκ ἔστι μὴ οὐ κακὸν ἔμμεναι»· σὺ δὲ φῄς, ὦ Πιττακέ, «χαλεπὸν ἐσθλὸν ἔμμεναι»· τὸ δ᾽ ἐστὶ γενέσθαι μὲν χαλεπόν, δυνατὸν δέ, ἐσθλόν, ἔμμεναι δὲ ἀδύνατον·
πράξας μὲν γὰρ εὖ πᾶς ἀνὴρ ἀγαθός,
κακὸς δ᾽ εἰ κακῶς.
[345a] τίς οὖν εἰς γράμματα ἀγαθὴ πρᾶξίς ἐστιν, καὶ τίς ἄνδρα ἀγαθὸν ποιεῖ εἰς γράμματα; δῆλον ὅτι ἡ τούτων μάθησις. τίς δὲ εὐπραγία ἀγαθὸν ἰατρὸν ποιεῖ; δῆλον ὅτι ἡ τῶν καμνόντων τῆς θεραπείας μάθησις. «κακὸς δὲ κακῶς»· τίς οὖν ἂν κακὸς ἰατρὸς γένοιτο; δῆλον ὅτι ᾧ πρῶτον μὲν ὑπάρχει ἰατρῷ εἶναι, ἔπειτα ἀγαθῷ ἰατρῷ —οὗτος γὰρ ἂν καὶ κακὸς γένοιτο— ἡμεῖς δὲ οἱ ἰατρικῆς ἰδιῶται οὐκ ἄν ποτε γενοίμεθα κακῶς πράξαντες οὔτε ἰατροὶ οὔτε τέκτονες οὔτε [345b] ἄλλο οὐδὲν τῶν τοιούτων· ὅστις δὲ μὴ ἰατρὸς ἂν γένοιτο κακῶς πράξας, δῆλον ὅτι οὐδὲ κακὸς ἰατρός. οὕτω καὶ ὁ μὲν ἀγαθὸς ἀνὴρ γένοιτ᾽ ἄν ποτε καὶ κακὸς ἢ ὑπὸ χρόνου ἢ ὑπὸ πόνου ἢ ὑπὸ νόσου ἢ ὑπὸ ἄλλου τινὸς περιπτώματος —αὕτη γὰρ μόνη ἐστὶ κακὴ πρᾶξις, ἐπιστήμης στερηθῆναι— ὁ δὲ κακὸς ἀνὴρ οὐκ ἄν ποτε γένοιτο κακός —ἔστιν γὰρ ἀεί— ἀλλ᾽ εἰ μέλλει κακὸς γενέσθαι, δεῖ αὐτὸν πρότερον ἀγαθὸν γενέσθαι. ὥστε καὶ τοῦτο τοῦ ᾄσματος πρὸς τοῦτο τείνει, [345c] ὅτι εἶναι μὲν ἄνδρα ἀγαθὸν οὐχ οἷόν τε, διατελοῦντα ἀγαθόν, γενέσθαι δὲ ἀγαθὸν οἷόν τε, καὶ κακόν γε τὸν αὐτὸν τοῦτον· ἐπὶ πλεῖστον δὲ καὶ ἄριστοί εἰσιν οὓς ἂν οἱ θεοὶ φιλῶσιν.

***
γ) Η άποψη του Σιμωνίδη για τη σχετικότητα της αρετής.
Γιατί ύστερ᾽ από μερικούς στίχους (ας τους αποδώσουμε στο πεζό) λέει. «Είναι δύσκολο, ναι, ο άνθρωπος να γίνει ενάρετος αληθινά, είναι όμως δυνατό για ένα ορισμένο διάστημα· αλλά από την ώρα που έγινε, να κρατιέται κανείς [344c] σ᾽ αυτή την κατάσταση και να είναι ενάρετος —όπως λες εσύ, Πιττακέ— είναι αδύνατο και υπεράνθρωπο, γιατί
βραβείο τέτοιο μόνο θεός μπορεί να το κρατεί·
αδύνατο όμως άνθρωπος να μην είναι κακός,
αν συντυχιά αφεύγατη κάτω τον ρίξει».
Λοιπόν, ποιόν «συντυχιά αφεύγατη τον ρίχνει κάτω» από το αξίωμα του καπετάνιου; Όχι βέβαια τον επιβάτη, γιατί ο επιβάτης ποτέ δεν ήταν στο τιμόνι· όπως λοιπόν δεν μπορεί κανείς να ρίξει κάτω ένα ξαπλωμένο αλλά μόνο τον όρθιο μπορεί καμιά φορά να ρίξει κάτω, ώστε να τον κάνει να είναι ξαπλωμένος, τον ξαπλωμένο όμως όχι, [344d] έτσι και τον πολυμήχανο μπορεί καμιά φορά συντυχία αφεύγατη να τον ρίξει κάτω, τον άπραγο όμως όχι. Το ίδιο και τον καπετάνιο μια ξαφνική θύελλα με το ξέσπασμά της μπορεί να τον κάνει άπραγο, όπως και μια κακή χρονιά μπορεί με το διάβα της να κάνει άπραγο το γεωργό — κάτι ανάλογο μπορεί να συμβεί και σ᾽ ένα γιατρό. Γιατί υπάρχει περίπτωση ο καλός να γίνει κακός, καθώς κι άλλος ποιητής το βεβαιώνει με το στίχο του:
μα ο πὄχει αντρειά τώρα κιοτής, αύριο παλικάρι·
[344e] ενώ ο κακός δεν μπορεί να γίνει κακός· δεν μπορεί να γίνει κι αλλιώς, πάντα του είναι. Ώστε ο πολυμήχανος κι ο σοφός κι ο ενάρετος «αν συντυχιά αφεύγατη τον ρίξει κάτω» αδύνατο να μην είναι κακός. Εσύ όμως υποστηρίζεις, Πιττακέ, πως είναι δύσκολο να ᾽ναι κανείς καλός· στην πραγματικότητα, το να γίνει κανείς καλός είναι δύσκολο, αλλά δυνατό, ενώ το να είναι κανείς καλός είναι αδύνατο:
στην ευτυχία όλοι μας γινόμαστε καλοί,
κακοί στη δυστυχία.
[345a] Λοιπόν τί λέμε προκοπή στα γράμματα και τί είναι αυτό που εξασφαλίζει την προκοπή στα γράμματα; Ολοφάνερα η μάθησή τους. Πάλι, ποιά προκοπή κάνει καλόν ένα γιατρό; Ολοφάνερα το να έχει μάθει να θεραπεύει τους αρρώστους. «Κακός στη δυστυχία»· ποιός άνθρωπος λοιπόν μπορεί να βγει αποτυχημένος γιατρός; Ολοφάνερα εκείνος που πρώτα πρώτα είναι γιατρός και μάλιστα καλός γιατρός· γιατί αυτός θα μπορούσε να γίνει κι αποτυχημένος· εμείς οι άλλοι όμως, που δεν έχουμε ιδέα από ιατρική, σε περίπτωση αποτυχίας δε θα ήταν δυνατό να θεωρηθούμε ούτε γιατροί ούτε αρχιτέκτονες [345b] ούτε τίποτ᾽ άλλο παρόμοιο· κι εκείνος που στην αποτυχία του δεν μπορεί να θεωρηθεί γιατρός, ολοφάνερα αυτός δεν μπορεί να ονομαστεί και κακός γιατρός. Παρόμοια και ο ενάρετος άνθρωπος δεν αποκλείεται καμιά φορά να γίνει κακός — θες από το πέρασμα του καιρού, θες από κούραση, θες από αρρώστια ή από κάποιο άλλο συναπάντημα· γιατί η μόνη αληθινή συμφορά είναι αυτή: το να χάσει κανείς τις γνώσεις του. Αντίθετα, ο κακός δεν είναι δυνατό να γίνει κάποτε κακός· γιατί πάντα του είναι· λοιπόν, αν είναι να γίνει κακός, πρέπει προηγουμένως να γίνει ενάρετος. Έτσι και αυτοί οι στίχοι της ωδής αυτό θέλουν να πουν, [345c] δηλαδή ότι δεν είναι δυνατό ένας άνθρωπος να είναι ενάρετος, να μένει συνέχεια ενάρετος, είναι όμως δυνατό να γίνει ενάρετος και ξανά αυτός ο ίδιος να γίνει κακός·
ποιον αγαπάνε οι θεοί, αυτός ο πιο καλός
και για καιρό περίσσιο.