ΑΝΙΚΑΝΟΙ ΓΙΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
«Ως αποτέλεσμα χιλιάδων χρόνων κοινωνικής και εκπαιδευτικής στρέβλωσης οι μάζες των ανθρώπων έχουν καταστεί βιολογικά άκαμπτες και ανίκανες για ελευθερία. Δεν είναι πλέον ικανές να οργανωθούν σε μια ειρηνική συμβίωση»
«Ο τυπικός μηχανιστής φυσικός σκέφτεται σύμφωνα με τις αρχές της μηχανικής κατασκευής την οποία κυρίως υπηρετεί. Μια μηχανή πρέπει να είναι τέλεια. Συνεπώς και η σκέψη και η δράση του φυσικού πρέπει να είναι «τέλειες». Η τελειοθηρία είναι το ουσιώδες χαρακτηριστικό της μηχανιστικής σκέψης. Δεν επιτρέπει λάθη. Οι αβεβαιότητες και οι ρευστές καταστάσεις είναι ανεπιθύμητες. Υπάρχει μια νομοτελειακή αρμονία των φυσικών λειτουργιών που διαπερνά και διέπει όλο το είναι. Όμως αυτή η αρμονία και νομοτέλεια δεν έχουν καμία σχέση με τον μηχανικό ζουρλομανδύα που επέβαλε ο μηχανιστής άνθρωπος στον χαρακτήρα και στον πολιτισμό του».
Η μυστικιστική αντίληψη βρίσκεται στον αντίποδα της επιφανειακής και κατακερματισμένης θεώρησης του μηχανιστή. O μυστικιστής έχει διατηρήσει την επαφή του με το βάθος των εσωτερικών του διεργασιών και, ταυτόχρονα, με τη βαθύτερη ουσία των διεργασιών της φύσης. Ωστόσο, η επαφή του αυτή είναι ουσιωδώς διαστρεβλωμένη καθώς επιχειρεί να κατανοήσει την πραγματικότητα μέσω της βίωσης μιας «μυστικής» και άρρητης ένωσης με μια υπερβατική πραγματικότητα ή οντότητα, η οποία συνήθως ταυτίζεται με κάποιον θεό.
«Ο μυστικισμός σημαίνει, κυριολεκτικά, μια αλλαγή των αισθητηριακών εντυπώσεων σε κάτι μη πραγματικό και εκτός του παρόντος κόσμου» -Βιλχελμ Ράιχ
Πραγματικότητα είναι ότι συμφωνούμε ότι είναι Πραγματικό.
Ο ορισμός της λέξης «παραίσθηση» ορίζεται ως η αισθητηριακή αντίληψη που συνίσταται σε εσφαλμένη ερμηνεία του εξωτερικού ερεθίσματος που την προκαλεί, με αποτέλεσμα να αντιλαμβάνεται κάποιος τα πράγματα διαφορετικά από ό,τι είναι στην συμφωνημένη πραγματικότητα· μια τέτοια σφαλερή αντίληψη (ως μη σύμφωνη) πιθανό να οφείλεται σε ψυχικές ασθένειες, στο φόβο ή την υπερβολική ευαισθησία, ακόμα και σε διάφορες ουσίες ή φάρμακα, ακόμη και σε μια διαφορετική αντίληψη έξω από τα συμφωνημένα.
Η «ψευδαίσθηση» τώρα, λέγεται το φαινόμενο κατά το οποίο, χωρίς να υπάρχει εξωτερικό ερέθισμα, σχηματίζει στη συνείδησή μια μνημονική ή φανταστική παράσταση, μια εικόνα, με τόση σαφήνεια και ζωηρότητα, ώστε να την αντιλαμβένεται και να τη θεωρεί το υποκείμενο πραγματική. Η ψευδαίσθηση είναι η αντίληψη πράγματος ή γεγονότος το οποίο δεν υπάρχει ή δεν συμφωνούν οι άλλοι ότι υπάρχει. Αφού είναι γνωστό ότι υπάρχει μόνο ότι συμφωνούν οι πολλοί ότι υπάρχει.
Ο Γάλλος ψυχολόγος Λε Μπον χρησιμοποιεί τον όρο ομαδική παραίσθηση και παραμόρφωση, καθώς ασχολείται κυρίως με την ψυχολογία της μάζας. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, ο μηχανισμός αυτών των ομαδικών παραισθήσεων, τις οποίες συναντούμε τόσο συχνά, έχει σχέση με τον τρόπο που αντιλαμβάνονται τα πράγματα όσοι εντάσσονται, έστω για λίγο, σε μια μάζα ανθρώπων. Από τη στιγμή που βρίσκονται στη μάζα, γράφει, ο αδαής και ο σοφός γίνονται το ίδιο ανίκανοι για παρατήρηση, διάκριση και συμπεράσματα.
Τα παραδείγματα που χρησιμοποιεί ο Λε Μπον για να στηρίξει τους συλλογισμούς του φέρουν όλους τους κλασικούς χαρακτήρες της γνησιότητας, αφού πρόκειται για φαινόμενα που τα μαρτύρησαν πάρα πολλοί και διαφορετικοί άνθρωποι: χιλιάδες χριστιανοί στρατιώτες είδαν τον άγιο Γεώργιο να καλπάζει ξιφήρης πάνω στα τείχη της Ιερουσαλήμ· ολόκληρο το πλήρωμα, με σώας τας φρένας, μαζί με τον καπετάνιο του πλοίου «Η Όμορφη Όρνιθα» αντίκρυσαν ολοκάθαρα μια σχεδία με ναυαγούς να επιπλέει αβοήθητη στο ανοιχτό πέλαγος· οι γείτονες, ο κουνιάδος, ο δάσκαλος του σχολείου και η μητέρα κάνουν λάθος όταν καλούνται να αναγνωρίσουν το πτώμα ενός παιδιού που βρέθηκε νεκρό.
Αν τα προηγούμενα αφορούσαν αγράμματους ναύτες, εύπιστες μητέρες και παιδιά με τάση στο ψέμα, την μυθοπλασία και την υπερβολή, η περίπτωση των διακεκριμένων επιστημόνων που συγκέντρωσε ο ψυχολόγος Μ. Davy θέτει ερωτήματα άλλου τύπου. Το πείραμα εξελίχθηκε ως εξής:
«Ένας ευφυής ψυχολόγος, ο Μ. Davy, μας προσφέρει ένα αρκετά περίεργο παράδειγμα, που αναφέρεται στα Χρονικά των Φυσικών Επιστημών και που αξίζει να μνημονευθεί εδώ. Αφού συγκάλεσε μια σύνοδο διακεκριμένων παρατηρητών, μεταξύ των οποίων ήταν κι ένας από τους πρώτους επιστήμονες της Αγγλίας, ο Ουάλας, εκτέλεσε μπροστά τους, και αφού τους είχε αφήσει να εξετάσουν τα αντικείμενα και να θέσουν σφραγίδες όπου ήθελαν, όλα τα κλασικά φαινόμενα των πνευματιστών: υλοποίηση των πνευμάτων, γραφή πάνω σε πλάκες κλπ. Αφού στη συνέχεια εξασφάλισε από αυτούς τους επιφανείς παρατηρητές γραπτές αναφορές, που βεβαίωναν ότι τα φαινόμενα που παρατηρήθηκαν δεν μπορούσαν να εξασφαλιστούν παρά μόνο με υπερφυσικά μέσα, τους αποκάλυψε ότι αυτά ήταν το αποτέλεσμα πολύ απλών δόλων».
«Το πιο εντυπωσιακό της έρευνας του Davy», γράφει ο συγγραφέας της αναφοράς, «δεν είναι το θαυμαστό των τεχνασμάτων καθαυτών, αλλά η εξαιρετική αδυναμία των αναφορών που έκαναν γι’ αυτά οι μη μυημένοι μάρτυρες. Επομένως, συνεχίζει, οι μάρτυρες μπορούν να κάνουν πολλές και θετικές παρατηρήσεις που είναι τελείως εσφαλμένες, αλλά των οποίων το αποτέλεσμα είναι ότι, αν κάποιος δεχτεί τις περιγραφές τους ως ακριβείς, τα φαινόμενα που καταγράφουν δεν μπορούν να εξηγηθούν από το δόλο».
Η εξουσία του υπνωτιστή
Οι μέθοδοι που επινόησε ο Davy ήταν τόσο απλές, που εκπλησσόμαστε που βρήκε το θάρρος να τις χρησιμοποιήσει, γράφει ο Λε Μπον και συμπεραίνει ότι ο ψυχολόγος είχε τέτοια εξουσία πάνω στο πνεύμα της μάζας, που μπορούσε να την πείσει ότι έβλεπε αυτό που στην πραγματικότητα δεν έβλεπε. Ο Davy υπνωτίζει όχι θρησκόληπτους και δεισιδαίμονες χωρικούς αλλά δύσπιστους επιστήμονες, με ό,τι σημαίνει αυτό για την εποχή του:
«Αυτή είναι πάντα η εξουσία του υπνωτιστή πάνω στον υπνωτιζόμενο. Όταν όμως τη βλέπουμε να ασκείται πάνω σε ανώτερα πνεύματα που εκ των προτέρων είναι δύσπιστα, καταλαβαίνουμε με πόση ευκολία εξαπατώνται οι συνηθισμένες μάζες.»
Ένας αριθμός όντων, υπό ορισμένες συνθήκες αποτελούν μια μάζα. Η μάζα μπορεί να αποτελείται από εργάτες ναύτες, ψαράδες, κληρικούς, επιστήμονες ή οτιδήποτε άλλο. Ακόμα κι αν όλα τα άτομα είναι διακεκριμένοι σοφοί, εντός της μάζας, ενδύονται όλους τους χαρακτήρες των μαζών για τα θέματα πέρα από την ειδικότητα τους και πολλές φορές ακόμη και γι’ αυτά.
Η ικανότητα παρατήρησης και το κριτικό πνεύμα που ενδεχομένως διαθέτει καθένας από αυτούς χωριστά εξαφανίζονται μπροστά στη δύναμη της υποβολής και την ορμή της μάζας. Το σημείο εκκίνησης μιας τέτοιας διαδικασίας είναι η αυταπάτη. Ένας, τουλάχιστον, πρέπει πραγματικά να πιστέψει ότι αυτό που βλέπει συμβαίνει στην πραγματικότητα και να ΣΥΜΦΩΝΗΣΕΙ γι’ αυτήν την πραγματικότητα.
«Η πρώτη παραμόρφωση, που συλλαμβάνει ένας από αυτούς, αποτελεί τον πυρήνα της μεταδοτικής υποβολής. Προτού ο άγιος Γεώργιος εμφανιστεί πάνω στα τείχη της Ιερουσαλήμ σε όλους τους σταυροφόρους, δεν τον είδε βεβαίως παρά ένας από τους παριστάμενους. Με την υποβολή και τη μεταδοτικότητα το διάσημο θαύμα έγινε αμέσως αποδεκτό από όλους».
Η ανάκληση μιας εικόνας που παραλύει την κριτική ικανότητα. Κάποια ιδιαιτερότητα, μια ουλή ή μια λεπτομέρεια στην ενδυμασία, ένα σημάδι ή μια σύμπτωση είναι συχνά αρκετές, ώστε οι μάρτυρες να ανακαλέσουν στη μνήμη του την ιδέα ενός άλλου προσώπου:
«Στις παρόμοιες περιπτώσεις, το σημείο εκκίνησης μιας υποβολής είναι πάντα η αυταπάτη που προκαλείται σε ένα άτομο από μνήμες περισσότερο ή λιγότερο ασαφείς και κατόπιν έρχεται η μετάδοση, με τη βεβαίωση αυτής της πρωταρχικής αυταπάτης. Αν ο πρώτος παρατηρητής είναι πολύ ευαίσθητος, θα αρκέσει ότι το πτώμα, που νομίζει ότι αναγνωρίζει, παρουσιάζε -πέρα από κάθε πραγματική ομοιότητα- κάποια ιδιαιτερότητα, μια ουλή ή μια λεπτομέρεια στην ενδυμασία, ικανή να ανακαλέσει στη μνήμη του την ιδέα ενός άλλου προσώπου.
Αυτή η ιδέα που ανακαλείται, γίνεται λοιπόν ο πυρήνας ενός είδους αποκρυστάλλωσης, που κατακλύζει το πεδίο της νόησης και παραλύει κάθε κριτική ικανότητα. Αυτό λοιπόν που βλέπει ο παρατηρητής, δεν είναι πια το ίδιο το αντικείμενο, αλλά η εικόνα που ανακαλείται μέσα στο πνεύμα του. Έτσι εξηγούνται οι εσφαλμένες αναγνωρίσεις πτωμάτων παιδιών από την ίδια τους τη μητέρα, και παρόμοια είναι η επόμενη, ήδη παλιά υπόθεση, όπου και βλέπουμε να εκδηλώνονται ακριβώς οι δύο τάξεις υποβολής, των οποίων μόλις προσδιόρισα το μηχανισμό».
Ο Λε Μπον εξαρτά την πίστη σε θαύματα, ψευδαισθήσεις ή συμβάντα συνώνυμα από τη συμμετοχή ενός υποκειμένου στην όποια μάζα. Με μια απλή και νηφάλια επισκόπηση της ιστορίας των θρησκειών, πολιτικών, επιστημών, πολιτισμών κλπ μπορούμε να εντοπίσουμε πρακτικά άπειρες περιπτώσεις στις οποίες εκατομμύρια άνθρωποι υιοθέτησαν μια παρανοϊκή και παράλογα αφύσικη ερμηνεία του κόσμου, όντας σε κατάσταση μάζας, δεισιδαιμονίας και θρησκοληψίας. Ας δούμε ως παράδειγμα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα απόλυτα παράλογα και παρανοϊκά, τον Φασισμό (Ναζισμό) τον Κομμουνισμό, τις Αυτοκρατορίες, τις θρησκείες κάθε είδους κλπ κλπ. Σήμερα το ίδιο φαινόμενο απαντάται και στις τάξεις της μάζας των επιστημόνων.
Θαύματα κάνει κάθε θεός που σέβεται τον εαυτό του και ήταν απολύτως επόμενο οι μαζάνθρωποι, σε όλες τις εποχές, να συγκλονίζονται μπροστά στη θέα ενός ουρανοκατέβατου αγγέλου ή ακόμα και του Θεού αυτοπροσώπως. Θα ήταν λοιπόν επιπόλαιο να πούμε ότι όλοι όσοι ισχυρίζονται παρόμοια απλώς ψεύδονται ή πλανώνται, αν και διακεκριμένες περιπτώσεις οργανωμένης απάτης αποκαλύπτονται συνεχώς και η θαυματουργία παραμένει μια εξαιρετικά κερδοφόρα υπόθεση (κάστανα, ζώνες, παντόφλες και σώβρακα έχουν γίνει πλούσιες κι αστείρευτες πηγές εισοδήματος για του τσοπάνηδες του μαζάνθρωπου).
Το θαύμα προϋποθέτει την πίστη -οποιαδήποτε πίστη- και την συμφωνία – οποιαδήποτε συμφωνία- ειδάλλως το γεγονός μένει απλώς χωρίς ερμηνεία, ανεξήγητο. Μια υποτιθέμενη ορθολογική θέαση του κόσμου και της ιστορίας καθίσταται πρακτικά αδύνατη, καθώς θα σήμαινε ότι όλοι οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα με το ίδιο τρόπο, δηλαδή λογικά. Η έννοια ωστόσο της λογικής μπορεί να ισχύει μόνο για την περίπτωση της κοινής λογικής, της χρήσης δηλαδή ενός συστήματος συμβόλων που κάνει δυνατόν, καταρχήν, να επικοινωνούν μεταξύ τους υποκείμενα που έχουν συνείδηση της ύπαρξης τους. Από ‘κει και πέρα, οι άνθρωποι βλέπουν τον κόσμο με τα δικά τους μάτια, ειδικά δε οι μαζάνθρωποι με τα μάτια της μάζας που ανήκουν.
Ελάχιστοι μεταξύ ελαχίστων μπορούν να δουν τον κόσμο με τα ολοδικά τους μάτια κατόπιν ειδικών ασκήσεων και πειθαρχείας, αφού είναι γνωστό ότι «όλοι κοιτούν αλλά ελάχιστοι Βλέπουν».
Ο Λε Μπον εξαρτά την πίστη σε θαύματα, ψευδαισθήσεις ή συμβάντα ανεξήγητα με μια πρώτη ματιά από τη συμμετοχή ενός υποκειμένου στη μάζα.
Ο Μαζάνθρωπος
Η δημιουργία των παραδόσεων που κυκλοφορούν τόσο εύκολα ανάμεσα στις μάζες δεν είναι το αποτέλεσμα μόνο μιας πλήρους ευπιστίας, αλλά επίσης τεράστιων παραμορφώσεων, που υφίστανται τα γεγονότα στη φαντασία των συναθροισμένων ανθρώπων. Το πιο απλό γεγονός, όταν το βλέπει η μάζα, γίνεται μετά από λίγο ένα παραμορφωμένο γεγονός. Η μάζα σκέφτεται με εικόνες, και η εικόνα που ανακαλείται ανακαλεί η ίδια μια σειρά από άλλες δίχως κανένα λογικό δεσμό με την πρώτη, θα καταλάβουμε εύκολα αυτή την κατάσταση, αν σκεφτούμε τις παράδοξες ακολουθίες των ιδεών, στις οποίες μας οδηγεί ενίοτε η ανάκληση στη μνήμη κάποιου γεγονότος.
Ο λόγος αποδεικνύει την ασυναρτησία παρόμοιων εικόνων, όμως η μάζα δεν τη βλέπει και αυτό που η παραμορφωτική της φαντασία προσθέτει στο γεγονός, αυτή θα το μπερδέψει με το τελευταίο. Ανίκανη να διαχωρίσει το υποκειμενικό από το αντικειμενικό, δέχεται ως πραγματικές τις εικόνες που ανακαλούνται στο πνεύμα της, και που, πολύ συχνά, δεν έχουν παρά μια μακρινή συγγένεια με το γεγονός που παρατηρεί.
Οι παραμορφώσεις που μια μάζα προκαλεί σε ένα οποιοδήποτε γεγονός, του οποίου είναι μάρτυρας, θα έπρεπε, καθώς φαίνεται, να είναι αναρίθμητες και με διάφορες μορφές, μιας που οι άνθρωποι που τη συνθέτουν έχουν πολύ διαφορετικούς χαρακτήρες. Όμως δεν έχουν έτσι τα πράγματα. Εξαιτίας της μεταδοτικότητας, οι παραμορφώσεις είναι της ίδιας φύσης και μορφής για όλα τα άτομα της ομάδας. Η πρώτη παραμόρφωση, που συλλαμβάνει ένας από αυτούς, αποτελεί τον πυρήνα της μεταδοτικής υποβολής. Προτού ο Άγιος Γεώργιος εμφανιστεί πάνω στα τείχη της Ιερουσαλήμ σε όλους τους σταυροφόρους, δεν τον είδε βεβαίως παρά ένας από τους παριστάμενους. Με την υποβολή και τη μεταδοτικότητα το διάσημο θαύμα έγινε αμέσως αποδεκτό από όλους.
--------------
* Τα πρόσωπα που ήταν παρόντα στην πολιορκία του Παρισιού είδαν πολλά παραδείγματα αυτής της ευπιστίας των μαζών για πράγματα απολύτως απίθανα Ένα κερί αναμμένο στον τελευταίο όροφο ενός σπιτιού το θεωρούσαν πάραυτα ως ένα σινιάλο που γινόταν για τους πολιορκητές. Δύο δευτερόλεπτα σκέψης θα τους είχαν αποδείξει, εντούτοις, ότι ήταν απολύτως αδύνατο σε αυτούς να διακρίνουν από την πολύ μεγάλη απόσταση τη λάμψη αυτού του κεριού.
Τέτοιος είναι ο μηχανισμός αυτών των ομαδικών παραισθήσεων, των τόσο συχνών μέσα στην ιστορία, και οι οποίες μοιάζουν να έχουν όλους τους κλασικούς χαρακτήρες της γνησιότητας, αφού πρόκειται για φαινόμενα που τα μαρτύρησαν χιλιάδες ατόμων.
Η πνευματική υπεροχή των ατόμων από τα οποία αποτελείται η μάζα δεν αντιβαίνει σε αυτή την αρχή. Αυτή η υπεροχή είναι άνευ σημασίας. Από τη στιγμή που βρίσκονται στη μάζα ο αδαής και ο σοφός γίνονται το ίδιο ανίκανοι για παρατήρηση. Η θέση μπορεί να φανεί παράδοξη. Για να την αποδείξω θα έπρεπε να ξαναπιάσω έναν μεγάλο αριθμό ιστορικών γεγονότων, και, γι’ αυτό, δεν θα επαρκούσαν πολλοί τόμοι.
Εντούτοις, επειδή δεν θέλω να αφήσω τον αναγνώστη με την εντύπωση των αποφάνσεων χωρίς τεκμήρια, θα του δώσω κάποια παραδείγματα παρμένα στην τύχη, μεταξύ όλων αυτών που θα μπορούσε κανείς να παραθέσει. Το γεγονός που ακολουθεί είναι ένα από τα πιο τυπικά, γιατί είναι επιλεγμένο μεταξύ των ομαδικών παραισθήσεων που ενέσκηψαν σε μια μάζα, στην οποία υπήρχαν άτομα όλων των ειδών, αδαή όπως και πεπαιδευμένα Αναφέρεται παρεμπιπτόντως από τον υποπλοίαρχο Ζιλιέν Φελίξ, στο βιβλίο του για τα ρεύματα της θάλασσας.
Η φρεγάτα «Η Όμορφη Όρνιθα» περιπλανιόταν στη θάλασσα για να ξαναβρεί την κορβέτα «Το Λίκνο», από την οποία την είχε χωρίσει μια ορμητική καταιγίδα. Ήταν ημέρα και είχε λιακάδα. Ξαφνικά ο σκοπός ειδοποιεί για ένα πλοιάριο εγκαταλελειμμένο. Οι άντρες του πληρώματος στρέφουν το βλέμμα τους προς το προσδιορισμένο σημείο και όλοι, αξιωματικοί και ναύτες, διέκριναν καθαρά μια σχεδία φορτωμένη ανθρώπους, ρυμουλκούμενη από πλοιάρια πάνω στα οποία κυμάτιζαν σημαίες κινδύνου.
Ο ναύαρχος εξόπλισε ένα πλοιάριο για να σπεύσει σε βοήθεια των ναυαγών. Καθώς πλησίαζαν, οι ναύτες και οι αξιωματικοί που επέβαιναν σε αυτό έβλεπαν «μάζες ανθρώπων να παραδέρνουν, να τείνουν τα χέρια, και άκουγαν τον υπόκωφο και συγκεχυμένο θόρυβο ενός μεγάλου αριθμού φωνών». Όταν έφτασαν απέναντι από την υποτιθέμενη σχεδία, βρέθηκαν απλώς μπροστά σε κάποια κλαδιά δέντρων, καλυμμένα με φύλλα που είχαν αποσπαστεί από τη γειτονική ακτή. Μπροστά σε κάτι τόσο προφανές, η παραίσθηση εξαφανίζεται.
Αυτό το παράδειγμα αποκαλύπτει αρκετά καθαρά το μηχανισμό της ομαδικής παραίσθησης όπως τον έχουμε εξηγήσει. Από τη μια πλευρά μάζα σε κατάσταση γεμάτης προσδοκία ετοιμότητας, από την άλλη υποβολή που προκλήθηκε από το σκοπιωρό που έκανε σήμα για ένα πλοίο διαλυμένο στη θάλασσα, υποβολή που γίνεται δεκτή διαμέσου της μεταδοτικότητας από όλους τους παρόντες, αξιωματικούς ή ναύτες.
Μια μάζα, για να καταστραφεί η ικανότητά της να βλέπει σωστά, και τα πραγματικά γεγονότα να αντικατασταθούν από παραισθήσεις δίχως συγγένεια μαζί τους, δεν είναι ανάγκη να είναι πολυπληθής. Κάποια άτομα συγκεντρωμένα αποτελούν μια μάζα και, ακόμα και αν ήταν διακεκριμένοι σοφοί, ενδύονται όλους τους χαρακτήρες των μαζών για τα θέματα πέρα από την ειδικότητα τους. Η ικανότητα παρατήρησης και το κριτικό πνεύμα που διαθέτει καθένας από αυτούς εξαφανίζονται.
Ένας ευφυής ψυχολόγος, ο Μ. Davy, μας προσφέρει ένα αρκετά περίεργο παράδειγμα, που αναφέρεται στα Χρονικά των Φυσικών Επιστημών και που αξίζει να μνημονευθεί εδώ. Αφού συγκάλεσε μια σύνοδο διακεκριμένων παρατηρητών, μεταξύ των οποίων ήταν κι ένας από τους πρώτους επιστήμονες της Αγγλίας, ο Ουάλας, εκτέλεσε μπροστά τους, και αφού τους είχε αφήσει να εξετάσουν τα αντικείμενα και να θέσουν σφραγίδες όπου ήθελαν, όλα τα κλασικά φαινόμενα των πνευματιστών: υλοποίηση των πνευμάτων, γραφή πάνω σε πλάκες κλπ. Αφού στη συνέχεια εξασφάλισε από αυτούς τους επιφανείς παρατηρητές γραπτές αναφορές, που βεβαίωναν ότι τα φαινόμενα που παρατηρήθηκαν δεν μπορούσαν να εξασφαλιστούν παρά μόνο με υπερφυσικά μέσα, τους αποκάλυψε ότι αυτά ήταν το αποτέλεσμα πολύ απλών δόλων.
«Το πιο εντυπωσιακό της έρευνας του Davy», γράφει ο συγγραφέας της αναφοράς, «δεν είναι το θαυμαστό το των τεχνασμάτων καθαυτών, αλλά η εξαιρετική αδυναμία των αναφορών που έκαναν γι’ αυτά οι μη μυημένοι μάρτυρες. Επομένως, λέει, οι μάρτυρες μπορούν να κάνουν πολλές και θειικές παρατηρήσεις που είναι τελείως εσφαλμένες, αλλά των οποίων το αποτέλεσμα είναι ότι, αν κάποιος δεχτεί τις περιγραφές τους ως ακριβείς, τα φαινόμενα που καταγράφουν δεν μπορούν να εξηγηθούν από το δόλο».
Οι μέθοδοι που επινόησε ο Davy ήταν τόσο απλές, που εκπλησσόμαστε που βρήκε το θάρρος να τις χρησιμοποιήσει όμως είχε μια τέτοια εξουσία πάνω στο πνεύμα της μάζας, που μπορούσε να την πείσει ότι έβλεπε αυτό που αυτή δεν έβλεπε. Αυτή είναι πάντα η εξουσία του υπνωτιστή πάνω στον υπνωτιζόμενο. Όταν όμως τη βλέπουμε να ασκείται πάνω σε ανώτερα πνεύματα που έκτων προτέρων είναι δύσπιστα, καταλαβαίνουμε με πόση ευκολία εξαπατώνται οι συνηθισμένες μάζες.
Τα ανάλογα παραδείγματα είναι αναρίθμητα. Πριν από μερικά χρόνια, οι εφημερίδες αναδημοσίευσαν την ιστορία δύο μικρών κοριτσιών που ανασύρθηκαν πνιγμένα από το Σηκουάνα. Αυτά τα παιδιά αναγνωρίστηκαν καταρχήν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο από μια ντουζίνα μάρτυρες. Μπροστά στις τόσο σύμφωνες βεβαιωτικές μαρτυρίες, μέσα στο μυαλό του ανακριτή δεν είχε μείνει καμιά αμφιβολία. Έδωσε την άδεια να γίνει η κηδεία. Όμως, τη στιγμή που ήταν να προχωρήσουν στον ενταφιασμό, κατά τύχη ανακάλυψαν ότι τα υποτιθέμενα θύματα ήταν τελείως ζωντανά, και δεν είχαν άλλωστε παρά μια πολύ μακρινή ομοιότητα με τις μικρές πνιγμένες. Όπως σε πολλά παραδείγματα που αναφέρθηκαν νωρίτερα, η βεβαίωση του πρώτου μάρτυρα, του θύματος μιας αυταπάτης, άρκεσε για να υποβάλει όλους τους άλλους.
Στις παρόμοιες περιπτώσεις, το σημείο εκκίνησης μιας υποβολής είναι πάντα η αυταπάτη που προκαλείται σε ένα άτομο από μνήμες περισσότερο ή λιγότερο ασαφείς, και κατόπιν έρχεται η μετάδοση, με τη βεβαίωση αυτής της πρωταρχικής αυταπάτης. Αν ο πρώτος παρατηρητής είναι πολύ ευαίσθητος, θα αρκέσει ότι το πτώμα, που νομίζει ότι αναγνωρίζει, παρουσιάζε -πέρα από κάθε πραγματική ομοιότητα- κάποια ιδιαιτερότητα μια ουλή ή μια λεπτομέρεια στην ενδυμασία, ικανή να ανακαλέσει στη μνήμη του την ιδέα ενός άλλου προσώπου.
Αυτή η ιδέα που ανακαλείται, γίνεται λοιπόν ο πυρήνας ενός είδους αποκρυστάλλωσης, που κατακλύζει το πεδίο της νόησης και παραλύει κάθε κριτική ικανότητα. Αυτό λοιπόν που βλέπει ο παρατηρητής, δεν είναι πια το ίδιο το αντικείμενο, αλλά η εικόνα που ανακαλείται μέσα στο πνεύμα του. Έτσι εξηγούνται οι εσφαλμένες αναγνωρίσεις πτωμάτων παιδιών από την ίδια τους τη μητέρα, και παρόμοια είναι η επόμενη, ήδη παλιά υπόθεση, όπου και βλέπουμε να εκδηλώνονται ακριβώς οι δύο τάξεις υποβολής, των οποίων μόλις προσδιόρισα το μηχανισμό.
Το παιδί αναγνωρίστηκε από ένα άλλο παιδί – που έκανε λάθος. Ξετυλίχτηκε τότε η σειρά των ανακριβών αναγνωρίσεων. Και είδαμε ένα πράγμα πολύ παράδοξο. Την επομένη της ημέρας που ένας μαθητής το είχε αναγνωρίσει, μια γυναίκα ανέκραξε: «Αχ! θεέ μου, αυτό είναι το παιδί μου». Την πηγαίνουν κοντά στο πτώμα, αυτή εξετάζει τα τραύματα, διαπιστώνει μια ουλή στο μέτωπο. «Είναι», λέει, «ο φτωχός μου γιος, χαμένος από τον περασμένο Ιούλιο. Μου τον έκλεψαν και μου τον σκότωσαν!»
Η γυναίκα ήταν θυρωρός στην οδό Four και ονομαζόταν Chavandret. Κάλεσαν τον κουνιάδο της που, χωρίς δισταγμό, λέει: «Να ο μικρός Philibert». Πολλοί κάτοικοι της γειτονιάς αναγνώρισαν τον Philibert Chavandret στο παιδί, δίχως να υπολογίσουμε τον δάσκαλό του στο σχολείο, για τον οποίο το μετάλλιο ήταν μια ένδοξη.
Λοιπόν! Οι γείτονες, ο κουνιάδος, ο δάσκαλος του σχολείου και η μητέρα έκαναν λάθος. Έξι εβδομάδες αργότερα η ταυτότητα του παιδιού αποδείχτηκε. Επρόκειτο για ένα παιδί από το Μπορντό, δολοφονημένο στο Μπορντό και που, από τις υπηρεσίες ταχυδρομικών αμαξών, μεταφέρθηκε στο Παρίσι.
Ας σημειώσουμε ότι αυτές οι αναγνωρίσεις γίνονται γενικά από γυναίκες και παιδιά, δηλαδή ακριβώς από τις υπάρξεις τις πιο ευαίσθητες. Αυτές δείχνουν αυτό που μπορούν να αξίζουν για τη δικαιοσύνη τέτοιες μαρτυρίες. Κυρίως τις μαρτυρίες των παιδιών, ποτέ δεν θα έπρεπε να τις επικαλούνται. Οι δικαστές επαναλαμβάνουν ως έναν κοινό τόπο ότι σε αυτήν την ηλικία ο άνθρωπος δεν λέει ψέματα. Μια ψυχολογική καλλιέργεια λίγο λιγότερο συνοπτική θα τους μάθαινε ότι σε αυτή την ηλικία, αντίθετα, ο άνθρωπος ψεύδεται σχεδόν πάντα. Το ψέμα, χωρίς αμφιβολία, είναι αθώο, αλλά δεν είναι λιγότερο ψέμα. Προτιμότερο θα ήταν να παίζουν κορώνα-γράμματα την καταδίκη ενός κατηγορουμένου, από το να την αποφασίζουν, όπως κάνουν τόσες φορές, σύμφωνα με τη μαρτυρία ενός παιδιού.
Για να ξαναγυρίσουμε στις παρατηρήσεις που έγιναν από τις μάζες, θα συμπεράνουμε ότι οι ομαδικές παρατηρήσεις είναι οι πιο εσφαλμένες από όλες, και αντιπροσωπεύουν τις πιο πολλές φορές την απλή αυταπάτη ενός ατόμου, την οποία έχει, διαμέσου της μεταδοτικότητας, υποβάλει τους άλλους.
Αναρίθμητα γεγονότα αποδεικνύουν την πλήρη δυσπιστία που πρέπει να έχουμε για τη μαρτυρία των μαζών. Χιλιάδες ανθρώπων παρέστησαν στη διάσημη έφοδο του ιππικού της μάχης του Σεντάν, κι εντούτοις είναι αδύνατο, επειδή υπήρχαν οι πιο αντιφατικές οπτικές μαρτυρίες, να ξέρουμε από ποιον διατάχθηκε. Σε ένα πρόσφατο βιβλίο, ο άγγλος στρατηγός Wolseley απέδειξε ότι, μέχρι τώρα, τα πιο σοβαρά λάθη είχαν διαπραχθεί ως προς τα σημαντικότερα γεγονότα της μάχης του Βατερλό, γεγονότα που εντούτοις πιστοποιήθηκαν από εκατοντάδες μαρτύρων.
Όλα αυτά τα παραδείγματα δείχνουν, το επαναλαμβάνω, τι αξίζει η μαρτυρία των μαζών. Οι λογικές συμβάσεις ανάγουν την ομοφωνία πολλών μαρτύρων στην κατηγορία των αποδείξεων, των περισσότερο αποδεικτικών της ακρίβειας ενός γεγονότος. Όμως, αυτό που γνωρίζουμε για την ψυχολογία των μαζών, δείχνει πόσο αυταπατώνται πάνω σε αυτό το σημείο. Τα πιο αμφίβολα γεγονότα είναι σίγουρα αυτά που έχουν παρατηρηθεί από τον πιο μεγάλο αριθμό προσώπων. Να πούμε ότι ένα γεγονός διαπιστώθηκε ταυτόχρονα από χιλιάδες μαρτύρων είναι σαν να λέμε ότι το πραγματικό γεγονός είναι γενικά πολύ διαφορετικό από την υιοθετημένη αφήγηση.
Γνωρίζουμε, για μια έστω μάχη, πώς ακριβώς εκτυλίχθηκε; Αμφιβάλλω έντονα. Γνωρίζουμε ποιοι υπήρξαν οι νικητές και οι νικημένοι αλλά, όπως φαίνεται, τίποτα περισσότερο. Αυτό που ο Μ. d’Harcourt, πρωταγωνιστής και μάρτυρας, αναφέρει από τη μάχη του Σολφερίνο, μπορεί να εφαρμοστεί σε όλες τις μάχες: «Οι στρατηγοί (πληροφορημένοι φυσικά από εκατοντάδες μαρτυριών) διαβιβάζουν τις επίσημες αναφορές τους· οι αξιωματικοί που είναι επιφορτισμένοι να μεταφέρουν τις διαταγές μεταποιούν αυτά τα έγγραφα και συντάσσουν το οριστικό σχέδιο· ο αρχηγός του επιτελείου το αμφισβητεί και το διορθώνει με καινούργιες απώλειες. Το πηγαίνει στον στρατάρχη, αυτός φωνάζει: “Πλανάστε απολύτως!” και το αντικαθιστά με ένα καινούργιο σχέδιο. Δεν απομένει σχεδόν τίποτε από τα πρώτα πρακτικά». Ο Μ. d’ Harcourt αναφέρει αυτό το γεγονός ως μια απόδειξη της αδυναμίας στην οποία βρίσκεται κανείς να θεμελιώσει την αλήθεια πάνω στο πιο συναρπαστικό γεγονός, το καλύτερα παρατηρημένο.
Απορρέει καθαρά από αυτά που προηγήθηκαν ότι οφείλουμε να θεωρούμε τα βιβλία ιστορίας ως έργα καθαρής φαντασίας. Πρόκειται για παράδοξες αφηγήσεις γεγονότων άσχημα παρατηρημένων, που συνοδεύονται από ερμηνείες επινοημένες κατόπιν εορτής. Αν το παρελθόν δεν μας είχε κληροδοτήσει τα φιλολογικά, καλλιτεχνικά και μνημειακά του έργα, δεν θα γνωρίζαμε από αυτό τίποτε το πραγματικό. Γνωρίζουμε έστω και μια μόνο αλήθεια σχετικά με τη ζωή των μεγάλων ανθρώπων, που έπαιξαν τους μεγάλους και σημαντικούς ρόλους στην ανθρωπότητα, ανθρώπων όπως ο Ηράκλειτος, ο Θαλής, ο Τέσλα. Πολύ πιθανόν όχι. Κατά βάθος, άλλωστε, η αληθινή τους ζωή λίγο μας ενδιαφέρει. Οι υπάρξεις που εντυπωσίασαν τις μάζες υπήρξαν μυθικοί ήρωες και όχι πραγματικοί ήρωες.
Δυστυχώς οι παραδόσεις δεν έχουν, καθαυτές, καμιά σταθερότητα. Η φαντασία των μαζών τις μεταμορφώνει αδιάκοπα ανάλογα με τις εποχές, και κυρίως ανάλογα με τις φυλές. Υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον αιμοχαρή Ιεχωβά της Βίβλου και το Θεό της αγάπης κι ο Βούδας που λατρεύουν στην Κίνα δεν έχει πια κανένα κοινό χαρακτηριστικό με αυτόν που τιμούν στην Ινδία.
Επίσης, δεν είναι ανάγκη να έχουν περάσει οι αιώνες πάνω από τους ήρωες, για να μεταμορφωθεί ο μύθος τους από τη φαντασία των μαζών. Η μεταμόρφωση επιτελείται ενίοτε μέσα σε μερικά χρόνια. Στις μέρες μας, είδαμε το μύθο ενός από τους πιο μεγάλους ιστορικούς ήρωες να μεταβάλλεται πολλές φορές σε λιγότερο από πενήντα χρόνια. Υπό το καθεστώς των Βουρβόνων, ο Ναπολέων έγινε ένα είδος ειδυλλιακής προσωπικότητας, φιλάνθρωπος και φιλελεύθερος, φίλος των ταπεινών, οι οποίοι, κατά τα ρήματα των ποιητών, έπρεπε να διατηρούν την ανάμνηση του κάτω από την καλύβα για πολύ καιρό. Τριάντα χρόνια μετά, ο άκακος ήρωας είχε γίνει ο αιμοχαρής δεσπότης, σφετεριστής της εξουσίας, της ελευθερίας, που θυσίασε τρία εκατομμύρια αποκλειστικά στη φιλοδοξία του.
Επί του παρόντος, ο μύθος μεταβάλλεται ακόμη. Όταν κάποιες δεκάδες αιώνων θα έχουν περάσει από πάνω του, οι επιστήμονες του μέλλοντος, εν όψει αυτών των αντιφατικών αφηγήσεων, θα αμφιβάλουν ίσως για την ύπαρξη του ήρωα, όπως εμείς αμφιβάλλουμε ενίοτε για αυτήν του Βούδα, και δεν θα δουν σε αυτόν παρά κάποιον ηλιακό μύθο ή μια εξέλιξη του μύθου του Ηρακλή, θα παρηγορηθούν εύκολα γι’ αυτή την αβεβαιότητα, γιατί, μυημένοι από σήμερα στην ψυχολογία των μαζών, θα ξέρουν ότι η ιστορία δεν μπορεί να διαιωνίζεται πλέον από μύθους.
Le Bon Gustave – Ψυχολογία των μαζών