Τρίτη 6 Ιουλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Ἠλέκτρα (516-555)

ΚΛΥΤΑΙΜΗΣΤΡΑ
ἀνειμένη μέν, ὡς ἔοικας, αὖ στρέφῃ.
οὐ γὰρ πάρεστ᾽ Αἴγισθος, ὅς σ᾽ ἐπεῖχ᾽ ἀεὶ
μή τοι θυραίαν γ᾽ οὖσαν αἰσχύνειν φίλους·
νῦν δ᾽ ὡς ἄπεστ᾽ ἐκεῖνος, οὐδὲν ἐντρέπῃ
520 ἐμοῦ γε· καίτοι πολλὰ πρὸς πολλούς με δὴ
ἐξεῖπας ὡς θρασεῖα καὶ πέρα δίκης
ἄρχω, καθυβρίζουσα καὶ σὲ καὶ τὰ σά.
ἐγὼ δ᾽ ὕβριν μὲν οὐκ ἔχω, κακῶς δέ σε
λέγω κακῶς κλύουσα πρὸς σέθεν θαμά.
525 πατὴρ γάρ, οὐδὲν ἄλλο, σοὶ πρόσχημ᾽ ἀεί,
ὡς ἐξ ἐμοῦ τέθνηκεν. ἐξ ἐμοῦ· καλῶς
ἔξοιδα· τῶνδ᾽ ἄρνησις οὐκ ἔνεστί μοι.
ἡ γὰρ Δίκη νιν εἷλεν, οὐκ ἐγὼ μόνη,
ᾗ χρῆν σ᾽ ἀρήγειν, εἰ φρονοῦσ᾽ ἐτύγχανες.
530 ἐπεὶ πατὴρ σὸς οὗτος, ὃν θρηνεῖς ἀεί,
τὴν σὴν ὅμαιμον μοῦνος Ἑλλήνων ἔτλη
θῦσαι θεοῖσιν, οὐκ ἴσον καμὼν ἐμοὶ
λύπης, ὅτ᾽ ἔσπειρ᾽, ὥσπερ ἡ τίκτουσ᾽ ἐγώ.
εἶεν· δίδαξον δή με ‹τοῦτο›, τοῦ χάριν
535 ἔθυσεν αὐτήν. πότερον Ἀργείων ἐρεῖς;
ἀλλ᾽ οὐ μετῆν αὐτοῖσι τήν γ᾽ ἐμὴν κτανεῖν.
ἀλλ᾽ ἀντ᾽ ἀδελφοῦ δῆτα Μενέλεω κτανὼν
τἄμ᾽ οὐκ ἔμελλε τῶνδέ μοι δώσειν δίκην;
πότερον ἐκείνῳ παῖδες οὐκ ἦσαν διπλοῖ,
540 οὓς τῆσδε μᾶλλον εἰκὸς ἦν θνῄσκειν, πατρὸς
καὶ μητρὸς ὄντας, ἧς ὁ πλοῦς ὅδ᾽ ἦν χάριν;
ἢ τῶν ἐμῶν Ἅιδης τιν᾽ ἵμερον τέκνων
ἢ τῶν ἐκείνης ἔσχε δαίσασθαι πλέον;
ἢ τῷ πανώλει πατρὶ τῶν μὲν ἐξ ἐμοῦ
545 παίδων πόθος παρεῖτο, Μενέλεω δ᾽ ἐνῆν;
οὐ ταῦτ᾽ ἀβούλου καὶ κακοῦ γνώμην πατρός;
δοκῶ μέν, εἰ καὶ σῆς δίχα γνώμης λέγω.
φαίη δ᾽ ἂν ἡ θανοῦσά γ᾽, εἰ φωνὴν λάβοι.
ἐγὼ μὲν οὖν οὐκ εἰμὶ τοῖς πεπραγμένοις
550 δύσθυμος· εἰ δὲ σοὶ δοκῶ φρονεῖν κακῶς,
γνώμην δικαίαν σχοῦσα τοὺς πέλας ψέγε.
ΗΛ. ἐρεῖς μὲν οὐχὶ νῦν γέ μ᾽ ὡς ἄρξασά τι
λυπηρὸν εἶτα σοῦ τάδ᾽ ἐξήκουσ᾽ ὕπο·
ἀλλ᾽ ἢν ἐφῇς μοι, τοῦ τεθνηκότος θ᾽ ὕπερ
555 λέξαιμ᾽ ἂν ὀρθῶς τῆς κασιγνήτης θ᾽ ὁμοῦ.

***
ΚΛΥΤΑΙΜΝΗΣΤΡΑ
Απολυμένη καθώς βλέπω πάλι
μας στρέφεσαι, γιατί δεν είναι δω
ο Αίγιστος, που σε συγκρατούσε πάντα
να μη ντροπιάζεις, κι έξω, τους δικούς σου.
Τώρα που εκείνος λείπει, δεν ψηφάς
520 καθόλου εμένα· μα όμως και δεν παύεις
να λες και ξαναλές πως σου είμαι τάχα
δεσποτική και πως σε δυναστεύω
έξω απ᾽ το δίκιο και πως δείχτω κάθε
για σε και τα δικά σου καταφρόνια·
μα εγώ δεν είμαι τέτοια, κι αν σε βρίζω,
το κάνω απλώς για ν᾽ απαντώ στις τόσες
συχνές βρισιές, που απ᾽ το στόμα σου ακούω.
Γιατί ο πατέρας σου, και τίποτ᾽ άλλο,
η αιώνια πρόφασή σου, πως νεκρός
από το χέρι μου έπεσε· και βέβαια,
αυτό είναι η αλήθεια, και δε λέω καθόλου
να τ᾽ αρνηθώ· μα η Δίκη ήταν κυρίως
που τον σκότωσε, κι όχι εγώ μονάχη.
Μα και συ θα ᾽ταν χρέος σου να πάρεις
το μέρος της, αν τυχόν κι είχες γνώση·
530 γιατί αυτός ο πατέρας, που δεν παύεις
συ να θρηνείς, μόνος μες στην Ελλάδα
το βάσταξε θυσία να την προσφέρει
την αδερφή σου στους θεούς, που εκείνος
όχι τους ίδιους τράβηξε τους πόνους
να τη σπείρει, με μέ σαν τη γεννούσα.
Μα έστω· μάθε μου καν, για χάρη τίνος
και για ποιούς τη θυσίασε; μην τάχα
για τους Αργείους μου πεις; και ποιό ειχαν
δικαίωμα αυτοί να σφάξουν το παιδί μου;
μ᾽ αν για τον αδερφό του το Μενέλαο
έσφαξε το δικό μου, δε χρωστούσε
να μου το πλέρωνε λοιπόν; μην τάχα
δεν είχ᾽ εκείνος δυο παιδιά, που θα ᾽ταν
540 πολύ πιο φυσικότερο, αντί εκείνη,
να πέθαιναν, αφού ήτανε πατέρα
και μητέρα, που χάρη της κι εκείνη
η εκστρατεία σηκώθηκε; ή μήπως
πιότερη να ᾽πιασε όρεξη τον Άδη
για τα παιδιά μου εμένα, να τα φάει,
παρά για κείνης; ή ο κοψόχρονός σου
πατέρας έχασε κάθε στοργή
για τα παιδιά, που είχε από με, και μόνο
για του Μενέλαου φρόντιζε; δεν είναι
άκαρδου αυτά κι αναίσθητου πατέρα;
Εγώ έτσι το θαρρώ, κι ας πάει να μου έχεις
ενάντια γνώμη εσύ· μα η πεθαμένη,
αν έπαιρνε φωνή, θα συμφωνούσε.
Εγώ λοιπόν δεν έχω στην ψυχή μου
κανένα βάρος για τα περασμένα·
550 και συ, αν νομίζεις πως δεν κρίνω ορθά,-
σκέψου πρώτα καλά πάνω στο δίκιο
κι έπειτα να κατηγορείς τους άλλους.
ΗΛΕ. Τώρα τουλάχιστο δε θα μπορέσεις
να λες πως πρώτη εγώ άρχισα τα λόγια,
για ν᾽ ακούσω, όσ᾽ άκουσα από σένα·
μ᾽ αν μου επιτρέπεις, θ᾽ άκουες ποιά ᾽ναι η αλήθεια
για το νεκρό και για την αδερφή μου.

Αρχαία Ελληνική Γραμματολογία: 5. Ελληνορωμαϊκή εποχή (31 π.Χ.-330 μ.Χ.)

5.5. Πεζογραφία


Ο κλάδος της πεζογραφίας είναι ο γονιμότερος της Ελληνορωμαϊκής εποχής, και καθώς όλοι λίγο πολύ οι συγγραφείς, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, εντάσσονται συνειδητά στον αττικισμό, σωστό είναι να ξεκινήσουμε με τους θεωρητικούς του κινήματος.

5.5.Α. Αττικισμός

Στο πλαίσιο του γενικότερου κλασικισμού της εποχής, οι φιλόλογοι και κριτικοί της λογοτεχνίας, από τη μια για να αντιδράσουν στις υπερβολές και τη χαλαρότητα του Ασιανισμού, από την άλλη για να ανοίξουν νέους δρόμους που θα οδηγούσαν την απροσανατόλιστη λογοτεχνία σε νέα ακμή, κήρυξαν ως ιδανικό και μέσο συγγραφικής επιτυχίας τη μίμηση των κλασικών προτύπων - πρώτα και πάνω απ᾽ όλα της γλώσσας τους. Όποιες όμως και αν ήταν οι προθέσεις τους, αποτελούσε «σημάδι αδυναμίας και στασιμότητας ότι αντιπρότειναν γλώσσα και ύφος, που αιώνες πριν είχαν εκφράσει σημαντικά νοήματα, αλλά που πια δε μπορούσαν να το κάνουν. Ο αττικισμός δεν αποτελούσε εξέλιξη που έδινε νέα ζωή σε παλιές φόρμες. Ουσία του φαινόταν να είναι η μουσειακή καλλιέργεια του ύφους» (Α. Λέσκι).

Αφετηρία για τον αττικισμό πιστεύουμε ότι αποτέλεσε ο Απολλόδωρος από την Πέργαμο (1ος π.Χ. αι.), δάσκαλος του Οκταβιανού Αυγούστου και συγγραφέας μιας, χαμένης για μας, Ρητορικής τέχνης, όπου ίσως για πρώτη φορά καθιερωνόταν ο κανόνας των δέκα ρητόρων, δηλαδή ο κατάλογος των δέκα πιο δόκιμων αττικών ρητόρων. Η γλώσσα και το ύφος τους αποτελούσαν «κανόνα» που οι νεότεροι συγγραφείς έπρεπε να τον τηρούν με αυστηρότητα.

Οπαδός, ίσως και μαθητής, του Απολλοδώρου ήταν ο Καικίλιος από την Καλή Ακτή της Σικελίας, που έζησε στα χρόνια του Αυγούστου. Αυστηρός αττικιστής, θαύμαζε τόσο την κανονικότητα του Λυσία ώστε να τον αξιολογεί υψηλότερα από τον Πλάτωνα. Τα πολλά ρητορικά, κριτικά, λεξικογραφικά κ.ά. του έργα έχουν χαθεί, αλλά πολλές απόψεις του είναι γνωστές από νεότερους συγγραφείς που τις μνημονεύουν και τις σχολιάζουν θετικά ή αρνητικά. Σημαντικότερος ανάμεσά τους ο Ανώνυμος, συγγραφέας του Περὶ ὕψους.

Τον αττικισμό υποστήριζε και ο Θεόδωρος από τα Γάδαρα της Συρίας (1ος π.Χ. αι.), δάσκαλος του αυτοκράτορα Τιβέριου· ωστόσο, όχι χωρίς λόγο, θεωρήθηκε εξαρχής αντίπαλος του Απολλόδωρου. Η διαφωνία τους αφορούσε την αυστηρή ή χαλαρή τήρηση των αττικών κανόνων: ο Απολλόδωρος ήταν άκαμπτος· ο Θεόδωρος ήταν ελαστικός και δεχόταν ότι η αττική γλώσσα, βάση και προϋπόθεση της επιτυχίας, μπορούσε κάπως να προσαρμόζεται στα νέα γλωσσικά δεδομένα. Έτσι, αν το καλοσκεφτούμε, η διαφωνία τους συνέχιζε την παλιά έριδα ανάμεσα στους γραμματικούς που αποδέχονταν την ανωμαλία και στους άλλους που επιμέναν στην αυστηρή εφαρμογή των κανόνων.

Μεγάλος θεωρητικός του αττικισμού ήταν και ο Διονύσιος από την Αλικαρνασσό, που εδίδαξε στη Ρώμη από το 30 ως το 52 μ.Χ. Από τα έργα του μας σώθηκαν αρκετά, άλλα αποσπασματικά, όπως το Περὶ μιμήσεως και το Περὶ ἀρχαίων ῥητόρων, άλλα ολόκληρα, όπως το Περὶ τοῦ Θουκυδίδου χαρακτῆρος και το σπουδαιότερο, Περὶ συνθέσεως ὀνομάτων, όπου δεν πραγματεύτηκε μόνο το πώς πρέπει κανείς να επιλέγει τις λέξεις του, αλλά και το πώς πρέπει να τις συνδυάζει μέσα στον λόγο για να πετύχει το καλύτερο αισθητικό (και ευφωνικό) αποτέλεσμα. Λιγότερο απόλυτος από τον Απολλόδωρο και τον Καικίλιο, ο Διονύσιος πρόβαλλε ως μεγάλο πρότυπο στη θέση του Λυσία τον Δημοσθένη. Θα τον συναντήσουμε πάλι ως ιστορικό.

Σε ένα του σύγγραμμα Περὶ ὕψους ο Καικίλιος είχε προσπαθήσει να ορίσει τις ιδιότητες του υψηλού[1] ύφους που χαρακτηρίζει τα μεγάλα έργα της λογοτεχνίας. Ένας για μας άγνωστος συγγραφέας, ο Ανώνυμος περί ύψους όπως τον ονομάζουμε, έκρινε ότι το «βιβλίο ήταν κατώτερο από τον στόχο του και τα σημαντικότερα τα άφηνε απέξω» και αποφάσισε να το αναιρέσει. Το δικό του έργο Περὶ ὕψους, που το μεγαλύτερο μέρος του έχει σωθεί, δημοσιεύτηκε γύρω στα 40 μ.Χ. και είναι ό,τι καλύτερο έχει να προσφέρει η αρχαιοελληνική φιλολογική σκέψη. Ο Ανώνυμος ήταν οπαδός του Θεόδωρου από τα Γάδαρα, προσέγγιζε τα θέματα με μετριοπάθεια και ανοιχτό μυαλό, πίστευε ότι είναι πολλοί οι παράγοντες που συμβάλλουν στη λογοτεχνική ποιότητα, και βέβαια γνώριζε ότι με το να ακολουθεί κανόνες κανείς δε γίνεται μεγάλος λογοτέχνης.

Το να αποφασίσει κάποιος να γράψει στην αττική διάλεκτο της Κλασικής εποχής είναι εύκολο· όμως στην πράξη το εγχείρημα παρουσίαζε δυσκολίες τόσες, που ήταν αδύνατο να ξεπεραστούν, αν ο συγγραφέας δεν είχε στη διάθεση του τα κατάλληλα βοηθήματα. Αυτήν ακριβώς την ανάγκη ήρθαν να ικανοποιήσουν οι λεξικογράφοι.

Οι λεξικογράφοι των ελληνορωμαϊκών χρόνων εκμεταλλεύτηκαν βέβαια τους αλεξανδρινούς προκατόχους τους. Ενώ όμως οι αλεξανδρινοί στόχο είχαν να διευκολύνουν την ανάγνωση και την κατανόηση των παλαιότερων συγγραφέων, οι λεξικογράφοι της εποχής του αττικισμού συγκέντρωναν, ερμήνευαν και σχολίαζαν το αττικό λεκτικό με στόχο να βοηθήσουν τους συγχρόνους τους να συγγράψουν οι ίδιοι, χωρίς παρεκκλίσεις και σφάλματα, στα αττικά. Οι τίτλοι των έργων τους είναι χαρακτηριστικοί:

Αίλιος Διονύσιος από την Αλικαρνασσό (1ος/2ος μ.Χ. αι.): Ἀττικὰ ὀνόματα.

Παυσανίας από τη Συρία (1ος/2ος μ.Χ. αι.): Ἀττικῶν ὀνομάτων συναγωγή.

Διαφορετικά εργάστηκε ο Διογενιανός από την Ηράκλεια του Πόντου (1ος/ 2ος μ.Χ. αι.), που προτίμησε να συνθέσει λεξικό ολόκληρης της ελληνικής γλώσσας: Παντοδαπὴ λέξις.

Αρποκρατίων από την Αλεξάνδρεια (2ος μ.Χ. αι.): Λέξεις τῶν δέκα ῥητόρων.

Φρύνιχος από τη Βιθυνία (2ος μ.Χ. αι.): Ἐκλογὴ ῥημάτων καὶ ὀνομάτων ἀττικῶν. Ήταν τόσο αυστηρός στον αττικισμό του, ώστε να κατηγορεί τον Μένανδρο ότι χρησιμοποίησε αδόκιμες λέξεις, και να επιβάλλει απαγορεύσεις: «αὐθέντης» μηδέποτε χρήσει ἐπὶ τοῦ «δεσπότης», «νηρὸν» ὕδωρ μὴ εἴπῃς ἀλλὰ «πρόσφατον», «ξύστραν» μὴ λέγε ἀλλὰ «στλεγγίδα» κλπ. Το άλλο του έργο, η Σοφιστικὴ προπαρασκευή, όπου συγκέντρωσε τις επιτρεπόμενες δόκιμες αττικές εκφράσεις, ήταν αφιερωμένο στον αυτοκράτορα Κόμμοδο.

Στον Κόμμοδο αφιέρωσε και ο ανταγωνιστής του Φρυνίχου, ο Ιούλιος Πολυδεύκης από τη Ναύκρατη της Αιγύπτου, το Ὀνομαστικόν του, λεξικό όπου οι λέξεις δεν είναι ταχτοποιημένες αλφαβητικά αλλά συγκεντρωμένες κατά νοηματικές ενότητες: όλα τα ἱππικά μαζί, όλα τα μαγείρου σκεύη μαζί, όλα τα ἐμπνεόμενα ὄργανα μαζί κλπ.

Μοίρης (2ος/3ος μ.Χ. αι.): Ἀττικιστής.

Τελευταίος στη σειρά, όχι λεξικογράφος αλλά ρήτορας, ο Ουλπιανός από την Τύρο (2ος/3ος μ.Χ. αι.), που το μόνο που τον ενδιέφερε για το κάθε τι ήταν αν μνημονεύεται ή όχι, αν κεῖται ἢ οὐ κεῖται, στα παλιά κείμενα - και οι σύγχρονοί του τον παρονόμασαν… Κειτούκειτο.

Για την τιμή των όπλων αναφέρουμε δύο συγγραφείς που αντιδράσαν στις υπερβολές του αττικισμού: τον σατιρικό Λουκιανό από τα Σαμόσατα, και τον ανώνυμο για μας λεξικογράφο που τον 2ο μ.Χ. αιώνα δημοσίευσε λεξικό με τον τίτλο Ἀντιαττικιστής, όπου καταξιώνονταν και πλήθος νεότερες λέξεις.
--------------------------
1.Η μεταφορική ταύτιση του ύψους με την «εξαιρετική ποιότητα», είναι και σήμερα συνηθισμένη: υψηλές σκέψεις, υψηλά ιδανικά· πρβ. το αγγλικό high standarts κ.ά.π.

Θάνατος μέσα στην Αγάπη

Να πεθαίνεις! Να πεθαίνεις!

Να πεθαίνεις μέσα στην αγάπη!
Αν πεθάνεις μέσα στην αγάπη
η ψυχή σου θα αναγεννηθεί.

Πέθανε! Πέθανε!
Μη σε τρομάζει ο θάνατος όσων γνωρίζεις.
Αν πεθάνεις στο πρόσκαιρο θα ζήσεις στο άχρονο.

Πέθανε! Πέθανε!
Σπάσε τις αλυσίδες που σε κρατούν δέσμιο
στον κόσμο της εξάρτησης.

Πέθανε! Πέθανε!
Αποχαιρέτα τον θνητό σου εαυτό
Αν θες να γίνεις αιώνιος.

Πέθανε! Πέθανε!
Βγες από το σύννεφο.
Αν ξεγλιστρήσεις από αυτό
θα γίνεις η λαμπρή σελήνη.

Πέθανε! Πέθανε!
Άφησε πίσω σου τη βοή και την αντάρα
των εγκόσμιων υποθέσεων.
Μέσα στη σιγή της αγάπης
θα ανακαλύψεις τη σπίθα της ζωής.

ΤΖΑΛΑΛΑΝΤΙΝ ΡΟΥΜΙ

Νέα θεωρία υποστηρίζει ότι η πραγματικότητα μπορεί να αποτελεί ένα παιχνίδι κβαντικών «καθρεφτών»

Φανταστείτε ότι κάθεστε και παίρνετε το αγαπημένο σας βιβλίο. Κοιτάζετε την εικόνα στο εξώφυλλο, περνάτε τα δάχτυλά σας από το λείο εξώφυλλο του βιβλίου και μυρίζετε τη γνώριμη μυρωδιά του καθώς ξεφυλλίζετε τις σελίδες. Για εσάς, το βιβλίο αποτελείται από μια σειρά αισθητηριακών ενδείξεων.

Όμως, θεωρείτε επίσης ότι το βιβλίο έχει τη δική του ανεξάρτητη ύπαρξη πέρα από αυτές τις ενδείξεις. Έτσι, όταν αφήνετε το βιβλίο στο τραπεζάκι του σαλονιού και μπαίνετε στην κουζίνα, ή όταν φεύγετε από το σπίτι σας για να πάτε στη δουλειά, περιμένετε ότι το βιβλίο εξακολουθεί να φαίνεται και να μυρίζει όπως ακριβώς όταν το κρατούσατε στα χέρια σας.

Η προσδοκία ότι τα αντικείμενα έχουν τη δική τους ανεξάρτητη ύπαρξη – ανεξάρτητη από εμάς και οποιαδήποτε άλλα αντικείμενα – είναι στην πραγματικότητα μια βαθιά ριζωμένη υπόθεση που κάνουμε για τον κόσμο. Αυτή η υπόθεση έχει την καταγωγή της στην επιστημονική επανάσταση του 17ου αιώνα και αποτελεί μέρος αυτού που αποκαλούμε μηχανιστική κοσμοθεωρία. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ο κόσμος είναι σαν ένα γιγαντιαίο καλοκουρδισμένο μηχάνημα, τα μέρη του οποίου διέπονται από καθορισμένους νόμους κίνησης.

Αυτή η θεώρηση του κόσμου είναι υπεύθυνη για μεγάλο μέρος της επιστημονικής μας προόδου από τον 17ο αιώνα και μετά. Αλλά όπως υποστηρίζει ο Ιταλός φυσικός Carlo Rovelli στο νέο του βιβλίο Helgoland, η κβαντική θεωρία – η φυσική θεωρία που περιγράφει το σύμπαν στις μικρότερες κλίμακες – δείχνει σχεδόν σίγουρα ότι αυτή η κοσμοθεωρία είναι λανθασμένη. Αντ’ αυτού, ο Rovelli υποστηρίζει ότι πρέπει να υιοθετήσουμε μια «σχεσιακή» κοσμοθεωρία.

Τι σημαίνει το «σχεσιακή»

Κατά τη διάρκεια της επιστημονικής επανάστασης, ο Άγγλος πρωτοπόρος της φυσικής Ισαάκ Νεύτων και ο Γερμανός ομόλογός του Γκότφριντ Λάιμπνιτς διαφώνησαν για τη φύση του χώρου και του χρόνου. Ο Νεύτωνας υποστήριξε ότι ο χώρος και ο χρόνος λειτουργούν ως «δοχείο» για το περιεχόμενο του σύμπαντος. Δηλαδή, αν μπορούσαμε να αφαιρέσουμε τα περιεχόμενα του σύμπαντος – όλους τους πλανήτες, τα αστέρια και τους γαλαξίες – θα μας έμενε ο κενός χώρος και χρόνος. Αυτή είναι η “απόλυτη” άποψη του χώρου και του χρόνου.

Ο Λάιμπνιτς, από την άλλη πλευρά, υποστήριξε ότι ο χώρος και ο χρόνος δεν είναι τίποτε άλλο παρά το άθροισμα των αποστάσεων και των διαρκειών μεταξύ όλων των αντικειμένων και των γεγονότων του κόσμου. Αν αφαιρέσουμε τα περιεχόμενα του σύμπαντος, θα αφαιρέσουμε και τον χώρο και τον χρόνο. Αυτή είναι η «σχεσιακή» θεώρηση του χώρου και του χρόνου: είναι μόνο οι χωρικές και χρονικές σχέσεις μεταξύ αντικειμένων και γεγονότων. Η σχεσιακή θεώρηση του χώρου και του χρόνου αποτέλεσε βασική έμπνευση για τον Αϊνστάιν όταν ανέπτυξε τη γενική σχετικότητα.

Ο Rovelli κάνει χρήση αυτής της ιδέας για την κατανόηση της κβαντομηχανικής. Υποστηρίζει ότι τα αντικείμενα της κβαντικής θεωρίας, όπως ένα φωτόνιο, ένα ηλεκτρόνιο ή ένα άλλο θεμελιώδες σωματίδιο, δεν είναι τίποτε άλλο από τις ιδιότητες που παρουσιάζουν όταν αλληλεπιδρούν με – σε σχέση με – άλλα αντικείμενα.

Αυτές οι ιδιότητες ενός κβαντικού αντικειμένου καθορίζονται μέσω του πειράματος και περιλαμβάνουν πράγματα όπως η θέση, η ορμή και η ενέργεια του αντικειμένου. Όλες μαζί συνθέτουν την κατάσταση ενός αντικειμένου. Σύμφωνα με τη σχεσιακή ερμηνεία του Rovelli, αυτές οι ιδιότητες είναι το μόνο που υπάρχει στο αντικείμενο: δεν υπάρχει καμία υποκείμενη ατομική ουσία που να «έχει» τις ιδιότητες.

Πώς μας βοηθούν αυτά τα στοιχεία να κατανοήσουμε την κβαντική θεωρία;

Σκεφτείτε τον γνωστό κβαντικό γρίφο της γάτας του Schrödinger. Βάζουμε μια γάτα σε ένα κουτί με κάποιο θανατηφόρο παράγοντα (όπως ένα φιαλίδιο με δηλητηριώδες αέριο) που ενεργοποιείται από μια κβαντική διαδικασία (όπως η διάσπαση ενός ραδιενεργού ατόμου), και κλείνουμε το καπάκι.

Η κβαντική διαδικασία είναι ένα τυχαίο γεγονός. Δεν υπάρχει τρόπος να το προβλέψουμε, αλλά μπορούμε να το περιγράψουμε με τρόπο που να μας λέει τις διαφορετικές πιθανότητες το άτομο να διασπαστεί ή όχι σε κάποια χρονική περίοδο. Επειδή η διάσπαση θα πυροδοτήσει το άνοιγμα του φιαλιδίου με το δηλητηριώδες αέριο και συνεπώς τον θάνατο της γάτας, η ζωή ή ο θάνατος της γάτας είναι επίσης ένα καθαρά τυχαίο γεγονός.

Σύμφωνα με την ορθόδοξη κβαντική θεωρία, η γάτα δεν είναι ούτε νεκρή ούτε ζωντανή μέχρι να ανοίξουμε το κουτί και να παρατηρήσουμε το σύστημα. Ο γρίφος παραμένει σχετικά με το πώς θα ήταν για τη γάτα, ακριβώς, να μην είναι ούτε νεκρή ούτε ζωντανή.

Σύμφωνα όμως με τη σχεσιακή ερμηνεία, η κατάσταση οποιουδήποτε συστήματος βρίσκεται πάντα σε σχέση με κάποιο άλλο σύστημα. Έτσι, η κβαντική διαδικασία στο κουτί μπορεί να έχει απροσδιόριστο αποτέλεσμα σε σχέση με εμάς, αλλά να έχει συγκεκριμένο αποτέλεσμα για τη γάτα.

Έτσι, είναι απολύτως λογικό η γάτα να μην είναι ούτε νεκρή ούτε ζωντανή για εμάς, και ταυτόχρονα να είναι η ίδια οριστικά νεκρή ή ζωντανή. Ένα γεγονός της υπόθεσης είναι πραγματικό για εμάς, και ένα γεγονός της υπόθεσης είναι πραγματικό για τη γάτα.

Όταν ανοίγουμε το κουτί, η κατάσταση της γάτας γίνεται οριστική για εμάς, αλλά η γάτα δεν ήταν ποτέ σε αόριστη κατάσταση για την ίδια. Στη σχεσιακή ερμηνεία δεν υπάρχει μια σφαιρική, αντικειμενική άποψη της πραγματικότητας.

Τι μας λέει αυτό για την πραγματικότητα

Ο Rovelli υποστηρίζει ότι, εφόσον ο κόσμος μας είναι τελικά κβαντικός, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας αυτά τα διδάγματα. Συγκεκριμένα, αντικείμενα όπως το αγαπημένο σας βιβλίο μπορεί να έχουν τις ιδιότητές τους μόνο σε σχέση με άλλα αντικείμενα, συμπεριλαμβανομένου και εσάς.

Ευτυχώς, αυτό περιλαμβάνει και όλα τα άλλα αντικείμενα, όπως το τραπεζάκι του καφέ σας. Έτσι, όταν πηγαίνετε στη δουλειά σας, το αγαπημένο σας βιβλίο συνεχίζει να εμφανίζεται όπως όταν το κρατούσατε στα χέρια σας. Ακόμα κι έτσι, πρόκειται για μια δραματική επανεξέταση της φύσης της πραγματικότητας.

Σύμφωνα με αυτή την άποψη, ο κόσμος είναι ένας περίπλοκος ιστός αλληλοσυσχετίσεων, έτσι ώστε τα αντικείμενα να μην έχουν πλέον τη δική τους ατομική ύπαρξη, ανεξάρτητη από άλλα αντικείμενα – σαν ένα ατελείωτο παιχνίδι κβαντικών καθρεφτών. Επιπλέον, μπορεί κάλλιστα να μην υπάρχει καμία ανεξάρτητη «μεταφυσική» ουσία που να συνιστά την πραγματικότητά μας και να διέπει αυτόν τον ιστό.

Όπως το θέτει ο Rovelli:

«Δεν είμαστε τίποτε άλλο παρά εικόνες εικόνων. Η πραγματικότητα, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού μας, δεν είναι παρά ένα λεπτό και εύθραυστο πέπλο, πέρα από το οποίο… δεν υπάρχει τίποτα».

Αριστοτέλης: Η ψυχή είναι πολυτιμότερη από την περιουσία και το σώμα

Συνήθως, οι περισσότεροι άνθρωποι νομίζουν ότι, όση και να έχουν αρετή, είναι αρκετή, ενώ για τον πλούτο, τα χρήματα, την ισχύ, τη δόξα, και όλα τα σχετικά, πιστεύουν πως, όσα και να έχουν, δε φθάνουν.

Ο Αριστοτέλης, σε όλους αυτούς, διαμηνύει να προσέξουν ότι δεν αποκτούν και δεν μπορούν να διαφυλάξουν τις αρετές με τα εξωτερικά αγαθά, αλλά, αντίθετα, εκείνα με αυτές. Την ευτυχισμένη ζωή, είτε υπάρχει στη χαρά, είτε στην αρετή, είτε και στα δυο, περισσότερο τη βρίσκουμε σ’ εκείνους που έχουν καλλιεργήσει στο έπακρο το ήθος τους και τη διάνοια, ενώ παραμένουν μετριοπαθείς και μετρημένοι όταν πρόκειται για την κτήση εξωτερικών αγαθών όχι, όμως, σ’ εκείνους που διαθέτουν αγαθά περισσότερα από τα χρήσιμα, ενώ, την ίδια στιγμή, υπολείπονται στο ήθος και τη διάνοια. Γιατί τα εξωτερικά αγαθά εξαντλούνται, και περισσότερο αποτελούν μέσο, όπως καθετί που χρησιμεύει σε κάτι άλλο’ η υπερεπάρκειά τους, όμως, αναγκαστικά, είτε βλάπτει είτε, τελικά, δεν ωφελεί καθόλου όσους τα διαθέτουν.

Τα αγαθά, τώρα, που αφορούν στην ψυχή, όσο κι αν αφθονούν, τόσο πιο πολύ είναι χρήσιμα’ εφόσον, βέβαια, πρέπει να ζητούμε και σ’ αυτά, όχι μόνο το ωραίο αλλά και το χρήσιμο. Αν επιπλέον, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η ψυχή είναι πολυτιμότερη από την περιουσία και το σώμα, θα πρέπει, για το καθένα, να εξασφαλίσουμε την καλύτερη εκδοχή, σύμφωνα με την ιεραρχία που εγκαθιστούμε ανάμεσά τους. Άλλωστε, από τη φύση, επιβάλλεται να επιλέγουμε τα εξωτερικά αγαθά προς όφελος της ψυχής, πράγμα που πρέπει να κάνουν όλοι όσοι σκέφτονται σωστά,’ και όχι να υποτάσσουμε την ψυχή στην αναζήτηση των εξωτερικών αγαθών.

Καθένας, τώρα, αξιώνεται την ευδαιμονία στο βαθμό που διαθέτει αρετή και φρόνηση, και φροντίζει να ενεργεί σύμφωνα με αυτές. Τον εσωστρεφή προσανατολισμό, και την εσωτερική διάσταση της ευδαιμονίας, ο Αριστοτέλης την κατοχυρώνει με την αναφορά στο θεό. Εκείνος είναι ευδαίμων και μακάριος όχι εξαιτίας των εξωτερικών αγαθών, αλλά χάρη στον εαυτό του και σε αυτό που είναι από τη φύση. Γι’ αυτό, αναγκαστικά, η ευδαιμονία διακρίνεται από την ευτυχία. Η δεύτερη αφορά στα αγαθά που δεν έχουν να κάνουν με την ψυχή’ γι’ αυτά αρμόδια είναι η τύχη. Δίκαιος και σώφρων, όμως, δεν είναι κανένας από τύχη. Το ίδιο, ακριβώς, ισχύει και για την πόλη που θέλει να ζει ευτυχισμένα. Είναι αδύνατο να ευτυχούν εκείνοι που δεν ενεργούν σωστά. Κανένα έργο, ανθρώπου ή πόλης, δεν είναι καλό, που δε συνοδεύεται ή δεν απορρέει από την αρετή και τη φρόνηση. Επομένως, άριστος βίος, τόσο μεμονωμένα, για τον κάθε άνθρωπο, όσο και γενικά, για τις πόλεις, είναι εκείνος που συνέχεται από αρετή σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι πράξεις που έχει να επιδείξει, να είναι πράξεις αρετής

Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η αρετή έχει να κάνει με τη χαρά, την αγάπη και το μίσος που κατευθύνονται σωστά, «ορθώς». Η εισαγωγή στο βίο της αρετής, είναι, πρώτα, έργο της παιδείας, και συγκεκριμένα της μουσικής, που περιλαμβάνει την ποίηση, την όρχηση και το μέλος, και αποστολή της είναι να διδάσκει και να εθίζει στην ορθή κρίση, αλλά και στη χαρά με τα ευγενή ήθη και τις ωραίες πράξεις. Οι ρυθμοί και οι μελωδίες εξομοιώνουν, διαμορφώνουν ομοιώματα ηθών όπως η οργή, η πραότητα, η ανδρεία και η σωφροσύνη, αλλά και τα αντίθετα σε αυτά. Στην πράξη, μάλιστα, η ψυχή υφίσταται μεταβολή, όταν ακούγονται παρόμοιοι ρυθμοί και μελωδίες. Έτσι, καθώς οι άνθρωποι συνηθίζουν να λυπούνται και να χαίρονται με τις εξομοιώσεις, φθάνουν, και σε πραγματικές συνθήκες, σε αληθινές περιστάσεις, να νιώθουν με τον ίδιο τρόπο.

Η κτητικότητα πάντα καταστρέφει ό,τι προσπαθεί να προστατεύσει

Ο απόλυτος έλεγχος πάνω σε ένα άλλο ανθρώπινο πλάσμα δεν είναι ούτε εφικτός ούτε επιθυμητός. Και είναι πάντα καταστροφικός. Ένας από τους μεγαλύτερους μύθους που αφορούν την αγάπη θέλει δυο ανθρώπους που αγαπιούνται αληθινά να είναι συνέχεια μαζί, να ακολουθούν το ίδιο μονοπάτι, να έχουν τους ίδιους στό­χους και τα ίδια ενδιαφέροντα, οι ζωές τους είναι αιώνια συνυφασμένες και η κάθε στιγμή του ενός μακριά από τον άλλο να μοιάζει με αιωνιότητα. Ακόμα κι αν αυτό ήταν δυνατό, εμένα μου φαίνεται τρομερά ανιαρό.

Είναι πολύ φυσικό να θέλουμε να μοιραζόμαστε πράγματα ή τη ζωή μας με το/τη σύντροφό μας, να θέλουμε να νιώθουμε δε­μένοι και προστατευμένοι. Αυτό γίνεται πρόβλημα μόνο όταν η αγάπη μετατρέπεται σε πλήρη και αποκλειστική απασχόληση. Όσοι επικεντρώνουν την αγάπη τους σε ένα μόνο πρόσωπο έχουν πρόβλημα σχέσεων γενικά.

Θα έπρεπε να είναι αvακoύφιση μάλλον παρά απειλή το να ανακαλύπτουμε πως εκείνοι που αγαπάμε έχουν την ικανότητα να αγαπούν κι άλλους ανθρώπους και να αγαπιούνται. Θα έπρεπε να είμαστε ευγνώμονες που έχουν ενδιαφέροντα πέρα από εμάς, που είναι αυτάρκεις και αυτοδύναμοι.

Είμαστε πραγματικά ικανοί να αγαπάμε πολλούς ανθρώπους ταυτόχρονα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μειώνεται εκείνο που έχουμε να δώσουμε. Στην πραγματικότητα, όσο περισσότερες εμπειρίες αγάπης έχουμε, είτε στο παρελθόν είτε στο παρόν, τόσο περισσότερα κομίζουμε στην προσωπική μας σχέση. Η αγάπη δεν ξεθωριάζει όταν μοιράζεται μάλλον γίνεται πιο φωτεινή και σίγουρα βελτιώνεται με την πείρα.

Το παράδοξο του να πληγώνουμε αυτούς που αγαπάμε.

Αποτελεί ένα από τα παράδοξα της αγάπης το ότι συχνά πληγώνουμε περισσότερο αυτούς που αγαπάμε περισσότερο. Επισημαίνουμε συνεχώς τα λάθη τους, επικρίνουμε τις αποφάσεις τους, αμφισβητούμε τα συμπεράσματά τους. Κάποιες φορές, βάζουμε σ’ εκείνους πιο υψηλά στάνταρ απ’ ό,τι στον εαυτό μας. Δεν είναι κακό να θέλουμε τα πρόσωπα που αγαπάμε να κάνουν το καλλίτερο που μπορούν, αλλά αυτό δε θα το πετύχουμε ποτέ με τις επικρίσεις και τα αρνητικά σχόλια.

Η κριτική είναι μια σύνθετη και δύσκολη τέχνη, που δεν πρέπει να γίνεται με ελαφριά καρδιά. Μπορεί να είναι εποικοδομητική, αλλά μπορεί να είναι και ισοπεδωτική.

Την επόμενη φορά που θα μπούμε στον πειρασμό να πούμε «Το πρόβλημα με σένα είναι ότι…» θα πρέπει ίσως να το ξανασκεφτούμε και να αναρωτηθούμε γιατί το κάνουμε!

Το σχόλιό μας θα έχει πραγματικά κάποιο θετικό αποτέλεσμα ή μήπως είναι καλύτερα να σωπάσουμε; Θα ωφελήσει αν μιλήσουμε ή θα μειώσουμε ένα ανθρώπινο πλάσμα ή μήπως θα χάσουμε ένα αγαπημένο μας πρόσωπο;

Η αγάπη ανάβει περισσότερες φωτιές απ’ όσες σβήνει το μίσος.

Παίρνουμε ό,τι δίνουμε και βρίσκουμε ό,τι προσδοκάμε

Είναι ατυχές, αλλά είναι αλήθεια ότι ζούμε σε έναν κόσμο που κατακλύζεται από ανθρώπους κυνικούς και σκεπτικιστές. Πρόκειται για μια κατηγορία ατόμων που δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να προβάλλουν την ανειλικρίνεια και την ανεντιμότητα που είναι σίγουροι ότι αποτελούν κοινό χαρακτηριστικό όλων των ανθρώπων. Είναι πεπεισμένοι ότι κάθε πράξη καλοσύνης και αγάπης υποκρύπτει κάποια υστεροβουλία.

Δυστυχώς, πολλοί από εμάς έχουμε αναπτύξει ένα σκληρό εξωτερικό κέλυφος. Όταν κάποιος μας προσφέρει ένα τριαντάφυλλο και αμέσως μετά μας ζητήσει να κάνουμε μια δωρεά, είναι βέβαιο ότι στο μέλλον θα αντιμετωπίζουμε με αρκετή επιφύλαξη κάθε τέτοια πράξη αβροφροσύνης. Από εκείνη τη φορά και μετά, κάθε λουλούδι που θα μας προσφέρεται θα συνιστά λόγο καχυποψίας.

Οι ερωτευμένοι που έχουν εμπιστευτεί τη σχέση τους και έχουν γίνει ευάλωτοι μπορεί ξαφνικά να ανακαλύψουν ότι εξαπατήθηκαν. Όταν μαζέψουν τα κομμάτια τους και κάποιος τους ξαναπροσφέρει αγάπη, είναι φυσικό να αντιμετωπίσουν τη νέα σχέση με σκεπτικισμό. Έχουν γίνει «υγιείς κυνικοί» – λιγότερο ανοιχτοί, λιγότερο εύπιστοι, λιγότερο ευάλωτοι. Εν ολίγοις, λιγότερο ικανοί να συντηρήσουν μια υγιή σχέση στο μέλλον.

Είναι πολύ ευκολότερο, μου φαίνεται, να γίνουμε κυνικοί παρά να ξεπεράσουμε την απογοήτευση και το ψυχικό τραύμα. Πρέπει ωστόσο να είμαστε πρόθυμοι να εμπιστευτούμε ξανά και να περιμένουμε κάτι καλύτερο απ΄ αυτό που μας δόθηκε στο παρελθόν.

Οι αληθινοί κυνικοί, που πιστεύουν ότι έχουν γίνει ειδικοί στο να «διαβάζουν» τους ανθρώπους, έχουν στην πραγματικότητα υποκύψει σε μια άλλη μορφή τύφλωσης. Εάν θέλουμε αγάπη, είναι καλύτερα να ψάχνουμε για το καλό στους ανθρώπους, έστω κι αν αυτό μας κάνει λίγο αιθεροβάμονες.

Δεν υπάρχει συνταγή ή μέθοδος. Μαθαίνεις να αγαπάς αγαπώντας.

Ευτυχία είναι να αφήνεσαι

“Η ευτυχία μου είμαι εγώ, όχι εσύ,
όχι μόνο γιατί εσύ μπορεί να είσαι περαστικός,
αλλά κι επειδή εσύ θες να είμαι αυτό που δεν είμαι.”

Ευτυχία; Τι είναι αυτό... στιγμές; μια ζωή;

Νομίζω ευτυχία είναι μονάχα και το γεγονός πως μου δίνεται η ευκαιρία να συλλογιστώ το νόημα αυτής της λέξης.

Η λέξη ευτυχία είναι σύνθετη από τις λέξεις ευ και τύχη, δηλαδή σημαίνει καλή τύχη, η οποία οδηγεί στην ευδαιμονία και στη μακαριότητα.

  • Ευτυχία είναι να κάθεσαι στη φωτιά με τους παππούδες σου και να ακούς παλιές ιστορίες.
  • Ευτυχία είναι ένα χαμόγελο.
  • Ευτυχία είναι μια αγκαλιά.
  • Ευτυχία είναι ένα απλό χάδι στα μαλλιά.
  • Ευτυχία είναι το βλέμμα σου, όταν με κοιτάς με τόσο καθαρά μάτια.
  • Ευτυχία είναι το μοίρασμα.
  • Ευτυχία είναι να μπορείς να δεις τα αστέρια, άλλοι δεν έχουν το δικαίωμα να σηκώσουν τα μάτια τους στον έναστρο ουρανό.
  • Ευτυχία είναι να ακούω τον ήχο της φωνής σου, απλά να μου λέει ένα καλημέρα.
  • Ευτυχία είναι το χασμουρητό ενός μωρού.
  • Ευτυχία είναι να είναι ελεύθερη η σκέψη να κεντήσει.
  • Ευτυχία είναι να απολαμβάνεις το γαλανό της θάλασσας.
  • Ευτυχία είναι να αφήνεσαι.
  • Ευτυχία είναι να μπορείς να μυρίσεις ένα λουλούδι, ακόμη και αν το έκοψες από το διπλανό σπίτι επειδή εσύ δεν φύτεψες τίποτα στον κήπο σου.
  • Ευτυχία είναι να μπορείς να ονειρεύεσαι.
  • Ευτυχία είναι να μπορείς να αγαπάς με όλο σου το είναι.
Τελικά περιλαμβάνει τόσα πολλά η λέξη ευτυχία, μπορώ να γράφω για ώρες... Σου εύχομαι να την έχεις, και να ξέρεις πραγματικά να την εκτιμάς.

HERMANN HESSE: Παντού τα ίδια! Παντού γύρευαν την “ελευθερία” και την “ευτυχία”, από φόβο και έλλειψη ευθύνης

Στεκόμουν σε μια γωνία του δρόμου κι άκουγα ν’ αντηχούν από τις ταβέρνες οι εύθυμες φωνές των νέων- είχαν κάτι το οργανωμένο και το ομαδικό. Παντού συντροφιές, παντού ενώσεις- προσπαθούσαν να ξεφύγουν από τη μοίρα και να βρουν καταφύγιο μέσα σε μιαν αγέλη!

Πίσω μου βάδιζαν δύο άντρες με αργό ρυθμό.

Άκουσα κάτι από τη συζήτηση. Ο ένας έλεγε:

“Δεν είναι το ίδιο πράγμα με τις συνάξεις των νέων στα χωριά των νέγρων; Όλα συμφωνούν, ακόμη και το τατουάζ. Κοιτάξτε λοιπόν, αυτή είναι η νέα Ευρώπη!”

Η φωνή χτυπούσε στα αυτιά μου μ’ έναν γνώριμο τόνο. Τους ακολούθησα και τους δύο στο στενό σοκάκι. Ο ένας ήταν Γιαπωνέζος, μικρόσωμος και κομψός- κάτω από το φως ενός φαναριού είδα το κίτρινο χαμογελαστό πρόσωπό του να αστράφτει.

Ο άλλος εξακολούθησε να μιλά.

“Και σε σας, στην Ιαπωνία, δεν είναι τα πράγματα καλύτερα. Οι άνθρωποι που δεν καταφεύγουν σε μιαν αγέλη, είναι σπάνιοι. Κι εδώ βρίσκονται μερικοί”.

Κάθε λέξη με διαπερνούσε μ’ ένα χαρούμενο και φοβισμένο σκίρτημα. Αναγνώρισα το συνομιλητή. Ήταν ο Ντέμιαν.

Στη νύχτα με το αεράκι και μέσα στα σκοτεινά σοκάκια τους ακολουθούσα, άκουγα τη συνομιλία τους και χαιρόμουν τη φωνή του Ντέμιαν. Είχε τον παλιό τόνο- την παλιά όμορφη σιγουριά και τη γαλήνη· είχε τη δύναμη να επιδρά πάνω μου. Όλα λοιπόν ήταν ωραία. Τον είχα ξαναβρεί.

Στο τέρμα ενός συνοικιακού δρόμου, ο Γιαπωνέζος τον χαιρέτησε και μπήκε σε μια πόρτα. Ο Ντέμιαν γύρισε πίσω- ήμουν ακίνητος στη μέση του δρόμου και τον περίμενα. Με καρδιοχτύπι τον είδα να με πλησιάζει, στητός και λυγερός· φορούσε καφέ πανωφόρι και είχε ένα λεπτό μπαστούνι περασμένο στο χέρι του. Προχωρούσε χωρίς ν’ αλλάξει βηματισμό- με πλησίασε, έβγαλε το καπέλο του, δείχνοντάς μου το παλιό φωτεινό του πρόσωπο με το αποφασιστικό στόμα και την ιδιότυπη αγιότητα στο μεγάλο μέτωπό του.

“Ντέμιαν!”, φώναξα.

Μου έδωσε το χέρι.

“Είσαι συ λοιπόν, Σίνκλερ; Σε περίμενα”.

Με πήρε από το μπράτσο και βαδίζαμε μαζί. Γαλήνη έβγαινε από μέσα του και με τύλιγε. Μιλήσαμε όπως πρώτα.

Μίλησε για το πνεύμα της Ευρώπης και για τα χαρακτηριστικά της εποχής μας. Παντού, είπε, επικρατεί το μαζικό πνεύμα της αγέλης· πουθενά ελευθερία και αγάπη. Όλες αυτές οι κοινότητες, από τους φοιτητικούς συλλόγους με τα εμβατήριά τους ως την οργάνωση των κρατών, είναι ομάδες που γίνονται από καταναγκασμό- πρόκειται για μια κοινότητα αγωνίας, φόβου, αμηχανίας. Μέσα στο εσωτερικό της βρίσκονται τα σπέρματα της φθοράς και της κατάρρευσης.

“Η κοινότητα” είπε ο Ντέμιαν, “είναι κάτι ωραίο. Αλλά αυτές οι κοινότητες, που κάθε τόσο ανθίζουν, είναι ψεύτικες. Μια νέα και αληθινή κοινότητα θα προέλθει από την αμοιβαία συνεννόηση των ατόμων, και μόνο αυτή θα ξαναπλάσει τον κόσμο. Αυτό που σήμερα περνά για κοινότητα, δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά αγέλη. Οι άνθρωποι ενώνονται γιατί ο ένας νιώθει φόβο μπροστά στον άλλο. Τα αφεντικά για τον εαυτό τους, οι εργάτες το ίδιο, οι μορφωμένοι το ίδιο! Και γιατί φοβούνται; Έχει κανείς φόβο, αν δε συμφωνεί με τον εαυτό του. Φοβούνται λοιπόν, γιατί δεν έχουν γνωρίσει τον εαυτό τους. Συγκεντρώνονται όλοι μαζί, γιατί τους τρομάζει το άγνωστο που έχουν μέσα τους! Νιώθουν όλοι πως οι παλιοί νόμοι δεν ισχύουν πια- ζουν με τα παλιά ήθη, αλλά ούτε οι θρησκείες ούτε η ηθική μπορούν να τους χρησιμέψουν. 

Περισσότερο από εκατό χρόνια η Ευρώπη σπουδάζει και χτίζει εργοστάσια! Ξέρουν καλά πόσα γραμμάρια μπαρούτι χρειάζεται για να σκοτώσουν έναν άνθρωπο, αλλά δεν ξέρουν πώς να προσευχηθούν και πώς να περάσουν μια πραγματικά, ευχάριστη ώρα. Πήγαινε να δεις σε μια ταβέρνα πώς διασκεδάζουν οι φοιτητές. Ή σε μια συγκέντρωση πλουσίων, όπου διασκεδάζουν! Παντού απελπισία! Αγαπητέ Σίνκλερ, από όλ’ αυτά δεν μπορεί να βγει τίποτε το καθαρό. Οι άνθρωποι αυτοί, που ενώνονται μεταξύ τους από φόβο, είναι γεμάτοι άγχος και κακία, κανείς δεν εμπιστεύεται τον άλλο. Γαντζώνονται από ιδεώδη που δεν υφίστανται πια, και λιθοβολούν οποιονδήποτε επιχειρεί να προσφέρει ένα καινούριο ιδεώδες.

Χαρούμενος μέσα στην ψυχρή νύχτα γύριζα σπίτι. Εδώ κι εκεί στους δρόμους της πόλης περιφέρονταν φοιτητές μεθυσμένοι, τρικλίζοντας και κάνοντας θόρυβο. Πολλές φορές αισθάνθηκα την αντίθεση ανάμεσα στον κωμικό τρόπο της χαρούμενης ζωής τους και της δικής μου μοναξιάς. Συχνά ένιωθα στέρηση κι άλλοτε διάθεση ειρωνείας.

Αλλά ποτέ δεν ένιωσα, όπως σήμερα, με γαλήνη και απόλυτη σιγουριά, πόσο ξένος και αταίριαστος ήταν αυτός ο κόσμος για μένα. Θυμόμουν μερικούς υπαλλήλους της πατρίδας μου, ηλικιωμένους, αξιοσέβαστους κυρίους, που νοσταλγούσαν τα φοιτητικά τους χρόνια με τις ελευθερίες και τις ασωτείες, σα να ‘ταν ο παράδεισος της ευτυχίας, όπως ακριβώς ποιητές και ρομαντικοί υμνούν τα παιδικά τους χρόνια. Παντού τα ίδια! Παντού γύρευαν την “ελευθερία” και την “ευτυχία”, από φόβο και έλλειψη ευθύνης- γιατί θα μπορούσαν να ακολουθήσουν το δρόμο που τους έδειχνε η ευθύνη τους. Μερικά χρόνια λοιπόν γλεντοκοπούν και ασωτεύουν κι έπειτα γίνονται σοβαροί, δημόσια πρόσωπα. Ναι, όλα ήταν σάπια, σάπια πέρα για πέρα, κι αυτές οι ανοησίες των φοιτητών χίλιες φορές χειρότερες από πολλές άλλες.

ΕΡΜΑΝ ΕΣΣΕ, ΝΤΕΜΙΑΝ

Όποιος θέλει να γίνει άνθρωπος πρέπει να είναι αντικομφορμιστής

Χρειάζεται να έχει κανείς μεγάλη αυτοπεποίθηση για να καθορίζει το τι θέλει να κάνει, συμβουλευόμενος μόνο τις εσωτερικές του προδιαθέσεις.

Όταν δεν διαθέτει κανείς αυτή την αυτοεκτίμηση, χρησιμοποιεί τα μοναδικά κριτήρια, που είναι προσιτά σε όλους: τη σύγκριση με τους άλλους – κάτι που χρησιμοποιείται από όλους, γιατί είναι πολύ αποτελεσματικό για τη συγκράτηση των ανθρώπων μέσα σε συγκεκριμένα πλαίσια.

Για να ξεφύγετε από την παγίδα της διαρκούς σύγκρισης, πρέπει να αναπτύξετε μια αρκετά ισχυρή πίστη στον εαυτό σας (που πρέπει ν’ αποφασίσετε να την εφαρμόζετε λεπτό προς λεπτό στη ζωή σας), εξοπλίζοντάς τον με μερικές βασικές στρατηγικές.

Πρώτα απ’ όλα, όμως, πρέπει να συνειδητοποιήσετε πως δεν είναι δυνατό να είναι κανείς σαν όλους τους άλλους και, ταυτόχρονα, αυτόνομος.

Ο Ραλφ Γουόλντο Έμερσον το κατάλαβε αυτό καλύτερα από όλους τους συγγραφείς, που έχω διαβάσει. Στο έργο του “Αυτοπεποίθηση” γράφει:
 
«Όποιος θέλει να γίνει άνθρωπος, πρέπει να είναι αντικομφορμιστής. Αυτός που θέλει να δρέψει αθάνατες δάφνες δεν πρέπει να εμποδίζεται από το όνομα του καλού, αλλά να εξερευνά το καλό. Τίποτε δεν είναι απόλυτα ιερό, παρά μόνο η ακεραιότητα του δικού σου πνεύματος».

Τα λόγια αυτά έχουν μεγάλη δύναμη, αλλά δεν ανταποκρίνονται βασικά στο δημόσιο αίσθημα. Ο αντικομφορμισμός δεν εγκρίνεται εξ’ ορισμού από την πλειοψηφία, που σαν πλειοψηφία, θέτει τα κριτήρια του κομφορμισμού.
 
Χωρίς να υποστηρίζουμε τον αντικομφορμισμό για τον αντικομφορμισμό, θεωρούμε σημαντικό να εξετάσει κανείς από κοντά τον εαυτό του και τις πολύ προσωπικές του επιδιώξεις. Έτσι θα καταλάβει πόσο είναι παράλογο να ζει τη ζωή του με βάση τη σύγκριση με τους άλλους, αν δεν θέλει οι άλλοι να κινούν τα νήματά του. Οι άνθρωποι, που θέλουν να είσαι όπως είναι εκείνοι, ή που θέλουν να σου ορίσουν πώς να είσαι, δεν θα πάψουν να σου θυμίζουν πώς ενεργούν οι άλλοι, για να σου δώσουν στέρεα παραδείγματα. Αντέδρασε στις υποδείξεις τους, καθώς και στη δική σου τάση να βρίσκεις τα πρότυπά σου έξω από τον εαυτό σου.

BERTRAND RUSSELL: Σε έναν τέτοιο κόσμο είναι η ευτυχία δυνατή;

Η ευτυχία είναι 2 ειδών, με όλο που υπάρχουν και ενδιάμεσες διαβαθμίσεις. Τα 2 βασικά είδη που εννοώ θα μπορούσαν να καθοριστούν ως η γνήσια και η ψεύτικη ευτυχία, ή ως η πνευματική και κτηνώδης, ή ως η ευτυχία του πνεύματος και η ευτυχία της σάρκας.

Ίσως ο απλούστερος τρόπος να περιγράψει κανείς τη διαφορά ανάμεσα στα 2 βασικά είδη ευτυχίας είναι να πει ότι το ένα είναι προσιτό για κάθε άνθρωπο και το άλλο για κείνους που ξέρουν να διαβάζουν και να γράφουν. 

Όσο περισσότερα είναι τα ενδιαφέροντα ενός ανθρώπου, τόσο περισσότερες δυνατότητες ευτυχίας έχει και τόσο λιγότερο βρίσκεται στο έλεος της μοίρας, αφού μπροστά του ανοίγεται πλήθος επιλογών. 

Η συντροφικότητα κι η συνεργασία είναι ουσιώδεις παράγοντες για την ευτυχία του μέσου ανθρώπου. Η πίστη σε κάτι είναι μία πηγή ευτυχίας για μεγάλο αριθμό ανθρώπων.

Το μυστικό της ευτυχίας είναι αυτό: πλάτυνε όσο μπορείς περισσότερο τα ενδιαφέροντά σου και κάνε τις αντιδράσεις σου προς τα πράγματα και τα πρόσωπα που σ’ ενδιαφέρουν όσο γίνεται φιλικές παρά εχθρικές.

Εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις, η ευτυχία δεν είναι κάτι που πέφτει μέσα στο στόμα μας σαν ώριμο φρούτο, χάρη στην απλή συνδρομή ευνοϊκών περιστάσεων. Γιατί σε έναν κόσμο τόσο πλούσιο σε δυστυχίες, αποφευκτές και αναπόφευκτες, σε αρρώστιες και ψυχολογικές συγκρούσεις, σε αγώνες, σε μιζέριες και σε κακή θέληση, ο άνδρας ή η γυναίκα που θέλει να είναι ευτυχισμένος, οφείλει να βρει τρόπους για να παλέψει ενάντια στις πολλαπλές αιτίες της δυστυχίας, στις οποίες κάθε άτομο είναι εκτεθειμένο. Σε μερικές σπάνιες περιπτώσεις δεν απαιτείται μεγάλη προσπάθεια. Ένας άνθρωπος προικισμένος με καλόβολο χαρακτήρα, που κληρονομεί μια μεγάλη περιουσία και έχει καλή υγεία και απλά γούστα, μπορεί να περάσει άνετα από την ζωή αναρωτώμενος γιατί οι άλλοι κάνουν τόσες ιστορίες. Αν μια όμορφη γυναίκα με ανεκτικό χαρακτήρα τύχει να παντρευτεί έναν πλούσιο σύζυγο που δε ζητά από αυτή τίποτε το εξαιρετικό, και αν, ύστερα από τον γάμο τους, η κυρία δεν φοβάται μήπως παχύνει, θα μπορέσει να χαρεί μια άνετη ζωή, με την προϋπόθεση πως θα σταθεί τυχερή με τα παιδιά της. Αλλά αυτές οι περιπτώσεις είναι εξαιρετικά σπάνιες. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν είναι πλούσιοι, οι περισσότεροι δεν γεννιούνται με καλόβολο χαρακτήρα. Πολλοί έχουν βίαια πάθη που τους κάνουν να βλέπουν σαν αληθινό μαρτύριο μια ζωή ήσυχη και τακτική. Η υγεία είναι μια ευλογία που κανείς άνθρωπος δεν είναι βέβαιος ότι θα διατηρηθεί. Και ο γάμος δεν είναι μια πηγή αυτόματης ευτυχίας. Για όλους αυτούς τους λόγους η ευτυχία για τους ανθρώπους είναι μια κατάκτηση μάλλον παρά ένα δώρο των Θεών, και σ αυτή την κατάκτηση η προσπάθεια, εσωτερική και εξωτερική, παίζει μεγάλο ρόλο.

Η πλειονότητα των ανθρώπων δεν είναι φτιαγμένη για να βρίσκει την ευτυχία στη φυλακή, και τα πάθη που μας κλείνουν στον εαυτό μας είναι η χειρότερη φυλακή. Ανάμεσα στα πιο κοινά πάθη είναι ο φόβος, ο φθόνος, το αίσθημα της ενοχής, ο οίκτος για τον εαυτό μας και ο αυτοθαυμασμός. Σ όλα αυτά τα πάθη οι επιθυμίες μας είναι συγκεντρωμένες στον εαυτό μας: δεν ενδιαφερόμαστε αληθινά για τον εξωτερικό κόσμο, παρά μόνο μας ανησυχεί η σκέψη μήπως μας θίξει ή δεν ικανοποιήσει το εγώ μας. Ο φόβος είναι ο κύριος υπεύθυνος για το ότι οι άνθρωποι αρνούνται τόσο πολύ να παραδεχθούν την πραγματικότητα και για το ότι φροντίζουν τόσο πολύ να τυλιχθούν μέσα στο ζεστό ρούχο του μύθου.

Ευτυχισμένος είναι εκείνος που δεν υποφέρει από καμιά από τις ελλείψεις ενότητας, που η προσωπικότητά του δεν είναι διχασμένη ούτε βρίσκεται σε σύγκρουση με τον κόσμο. Ένας τέτοιος άνθρωπος νιώθει πως είναι πολίτης του κόσμου και απολαμβάνει ελεύθερα το θέαμα που του προσφέρει και τις χαρές που του παρέχει, χωρίς να τον ταράζει η σκέψη του θανάτου, γιατί νιώθει πως πραγματικά δεν είναι κάτι το χωριστό από αυτούς που θα ‘ρθουν ύστερα από αυτόν. Και ακριβώς μέσα σ’ αυτή τη βαθιά και ενστικτώδη ένωση με το ρεύμα της ζωής θα βρούμε τις πιο μεγάλες χαρές.

BERTRAND RUSSELL, Η ΚΑΤΑΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ

Απαιτεί πολύ χρόνο η ανάπτυξη

ΑN ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΤΗ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ΣΑΝ ΚΑΤΙ ΑΦΥΣΙΚΟ, κάτι που δεν θα έπρεπε να μας συμβαίνει, τότε δεν είναι καθόλου παράξενο να ψάχνουμε να βρούμε κάποιον ο οποίος ευθύνεται για τη δυστυχία μας. Ο θύτης μπορεί να είναι το κράτος, το εκπαιδευτικό σύστημα, οι καταπιεστικοί γονείς, μια δυσλειτουργική οικογένεια, το άλλο φύλο ή ο άστοργος σύντροφός μας. Ο κίνδυνος όμως που προκύπτει από τη συνεχιζόμενη απόδοση της ευθύνης και τη διατήρηση της θέσης του θύματος είναι η διαιώνιση της δυστυχίας μας -μέσα από τα επίμονα συναισθήματα θυμού, απογοήτευσης και αποστροφής.

ΠΟΛΥ ΣΥΧΝΑ ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΚΑΛΟΥΜΕ οι ίδιοι τη δυστυχία μας, με το να αρνούμεθα να εγκαταλείψουμε το παρελθόν. Αν προσδιορίσουμε την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας με τα δεδομένα που είχε το παρουσιαστικό μας παλιότερα ή με τα δεδομένα αυτών που μπορούσαμε παλιά να κάνουμε και που δεν μπορούμε πια να κάνουμε τώρα, μπορούμε να στοιχηματίσουμε με βεβαιότητα ότι με αυτές τις αντιλήψεις δεν πρόκειται να γινόμαστε πιο ευτυχισμένοι καθώς θα μεγαλώνουμε.

Η ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΝΑ ΑΛΛΑΖΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ μπορεί να γίνει από τα πιο ισχυρά και αποτελεσματικά όπλα που έχουμε για να μας βοηθήσουν να ανταποκριθούμε στα προβλήματα της καθημερινής ζωής. Πρέπει να συνειδητοποιήσει κανείς ότι κάθε φαινόμενο, κάθε συμβάν, έχει διαφορετικές όψεις. Συμβαίνει συχνά όταν ανακύπτουν προβλήματα να περιορίζεται σημαντικά η θέασή μας. Όλη μας η προσοχή επικεντρώνεται στη στενοχώρια μας για το πρόβλημα και ίσως έχουμε την αίσθηση ότι είμαστε οι μόνοι που αντιμετωπίζουμε τέτοιες δυσκολίες. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ένα είδος αυτοαπορρόφησης, που κάνει το πρόβλημα να φαίνεται πολύ μεγάλο.

ΑΝ ΜΠΟΡΕΙΣ ΝΑ ΜΑΘΕΙΣ ΝΑ ΑΝΑΠΤΥΣΣΕΙΣ ΥΠΟΜΟΝΗ και ανεκτικότητα απέναντι στους εχθρούς σου, τότε όλα τα άλλα έρχονται πολύ πιο εύκολα -η συμπόνια σου απέναντι σε όλους τους άλλους αρχίζει να ρέει με φυσικότητα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ενδυνάμωση από εκείνη της υπομονής, ακριβώς όπως δεν υπάρχει χειρότερο βάσανο από το μίσος. Γι’ αυτό τον λόγο θα πρέπει να εντείνει κανείς τις προσπάθειές του όσο μπορεί, ώστε να μην τρέφει μίσος απέναντι στον εχθρό του, αλλά μάλλον να χρησιμοποιήσει την κάθε δυσκολία ως μια ευκαιρία για να αναπτύξει την άσκησή του στην υπομονή και την ανεκτικότητα. Στην πραγματικότητα, ο εχθρός είναι μια αναγκαία προϋπόθεση για την άσκηση της υπομονής.

ΣΕ ΚΑΙΡΟΥΣ ΑΝΑΚΟΥΦΙΣΗΣ, ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΠΡΙΝ ή μετά από άσχημες εμπειρίες δυστυχίας, μπορούμε να στοχαζόμαστε πάνω στη δυστυχία, προσπαθώντας να κατανοήσουμε το νόημά της. Και ο χρόνος και η προσπάθεια που καταβάλλουμε αναζητώντας το νόημα της δυστυχίας θα μας ανταμείψουν πλουσιοπάροχα όταν αρχίσει να μας χτυπάει το κακό.

ΜΕΤΑΤΡΕΠΟΥΜΕ ΤΟΝ ΠΟΝΟ ΣΕ ΔΥΣΤΥΧΙΑ ακριβώς μέσα στο πνεύμα μας. Για να περιορίσουμε τη δυστυχία του πόνου, χρειάζεται να κάνουμε μια κρίσιμη διάκριση ανάμεσα στον πόνο του πόνου και στον πόνο που δημιουργούμε με τις σκέψεις μας γύρω από τον πόνο. Φόβος, θυμός, ενοχή, μοναξιά και η αίσθηση ότι είμαστε αβοήθητοι, όλα αυτά είναι νοητικές και συγκινησιακές αντιδράσεις που μπορούν να εντατικοποιήσουν τον πόνο. 

ΑΠΑΙΤΕΙ ΠΟΛΥ ΧΡΟΝΟ Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ της κατάλληλης συμπεριφοράς και των συνηθειών εκείνων του νου που συμβάλλουν στην επίλυση των προβλημάτων μας. Απαιτεί επίσης πολύ χρόνο για να εγκαθιδρυθούν οι νέες εκείνες συνήθειες που θα προσφέρουν την ευτυχία. Δεν υπάρχει τρόπος να παραγνωρίσουμε αυτά τα απαραίτητα συστατικά, όπως η αποφασιστικότητα, η προσπάθεια και ο χρόνος. Αυτά είναι τα πραγματικά μυστικά για την κατάκτηση της ευτυχίας.

Τα σύγχρονα ζευγάρια δεν πεθαίνουν από εγωισμό ή από υπερβολική έγνοια για τα υλικά αγαθά·, πεθαίνουν από μοιραίο ηρωισμό, από υπερβολικές προσδοκίες

Να ποιο είναι το σημερινό όνειρο: όλα σε ένα· όλα ή τίποτα. Ένα και μοναδικό πλάσμα πρέπει να συμπυκνώσει το σύνολο των προσδοκιών μας: αν δεν τα καταφέρνει σ’ αυτή την αποστολή, το παραμερίζουμε και προχωρούμε παρακάτω. Η τρέλα είναι το να θέλουμε να τα συμφιλιώσουμε όλα – την καρδιά και τον ερωτισμό, την ανατροφή των παιδιών και την κοινωνική επιτυχία, το πάθος και τη διάρκεια. Τα σύγχρονα ζευγάρια δεν πεθαίνουν από εγωισμό ή από υπερβολική έγνοια για το χρήμα και τα υλικά αγαθά· πεθαίνουν από μοιραίο ηρωισμό, από υπερβολικές προσδοκίες.

Η μεγαλειώδης ιδέα του ζευγαριού και της ευτυχίας τούς γδέρνει όπως γδέρνει το συρματόπλεγμα τους φυλακισμένους. Οι γυναίκες είναι υποχρεωμένες να παίζουν τέλεια τον ρόλο της μαμάς, της πόρνης, της φίλης, της φλογερής ερωμένης· οι άνδρες είναι υποχρεωμένοι να παίζουν τέλεια το ρόλο του μπαμπά, του εραστή, του συζύγου και του κουβαλητή: αλίμονο σε όποιον δεν πληροί αυτές τις προϋποθέσεις!

Στις παραδοσιακές αιτίες της συζυγικής δυστυχίας – τη φθορά του χρόνου, την κούραση των σωμάτων – προσθέτουμε ένα σύγχρονο τοξικό συστατικό: την υπέρμετρη φιλοδοξία.

Το ζευγάρι ναυαγεί όπως το υπερφορτωμένο καράβι: πασχίζει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων, να διατηρήσει τη σφοδρότητα των αισθημάτων και να αντιμετωπίσει την καθημερινότητα.

Έλεος!

Τρελός πλατωνισμός: αγαπάμε τον έρωτα περισσότερο από τα ίδια τα άτομα· τον αναζητούμε μέσω διαφορετικών προσώπων που διαδέχονται το ένα το άλλο, αντί να συγκεντρωθούμε σε ένα και μοναδικό πρόσωπο και να το αγαπάμε περισσότερο από όλα. Κακολογούμε τις σημερινές μας σχέσεις στο όνομα μιας φανταστικής ένωσης, λες και κανένα πλάσμα δεν είναι άξιο να του μεταβιβάσουμε την ελευθερία μας. Ποτέ δεν νιώθουμε πληρότητα, ποτέ οι ελπίδες μας δεν ικανοποιούνται ολοκληρωτικά, πάντα πιστεύουμε ότι αξίζουμε κάτι καλύτερο. Υπάρχει μια τρομερή γαλλική παροιμία: “Ακόμα και η ωραιότερη γυναίκα στον κόσμο δίνει αυτό που έχει, δεν μπορεί να δώσει τίποτα περισσότερο”. Άσχετο αν αυτό που έχει είναι ήδη τόσο υπέροχο που θα έπρεπε να την ευχαριστούμε γονατιστοί που μας το προσφέρει.

Ο παραλογισμός έχει άσχημα αποτελέσματα: τα ζευγάρια έγιναν πιο εύθραυστα από τότε που η ζωή ανά δύο έγινε το πρότυπο της προσωπικής εξέλιξης και ευδαιμονίας. Θέλοντας να επιτύχουν σώνει και καλά, αγχώνονται, φοβούνται τον νόμο της εντροπίας, την ανία του “νεκρού χρόνου”.

Η παραμικρή μείωση της έντασης βιώνεται σαν φιάσκο, σαν απόρριψη.

Δίνοντας τόση σημασία στην ερωτική φρενίτιδα, βάζουμε τους συζύγους σε κίνδυνο: ο δεσμός τους λιώνει κυριολεκτικά μέσα στον πυρετό και τα όρια μεταξύ τους εξασθενούν. Η οικιακή σφαίρα γίνεται το διακύβευμα μιας τιτάνιας μάχης ανάμεσα στην έκσταση που αναζητείται και στην τετριμμένη καθημερινότητα που βιώνεται.

Ο έρωτας – πάθος είναι η αγάπη για το πάθος, δηλαδή για τα βάσανα, για τον πόλεμο, για την “κόψη του ξυραφιού”, για τον υπερθεματισμό, για τη διαρκή αντιπαράθεση. Μόλις ακούγεται η λέξη “πάθος” αναδύονται εικόνες θύελλας, δακρύων, κραυγών και βογκητών. Ωστόσο, αν θέλουμε να διαρκέσουμε ως ζευγάρι έχουμε ανάγκη από χαρά, κανονικότητα και ενθουσιασμό.

Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη “λατρείας” για να ζούμε πλάι πλάι: αρκεί να εκτιμάμε ο ένας τον άλλον, να μας αρέσουν παρόμοια πράγματα, να επιδιώκουμε το μέγιστο της δυνατής ευτυχίας και αρμονίας στη συμβίωσή μας. Πρέπει να πάψουμε να υποτάσσουμε την κοινή μας ζωή – αν θέλουμε να διαρκέσει – στην επιβεβλημένη “νόρμα” της αδιάλειπτης έξαψης.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να αγαπάμε κι είναι όλοι τους αποδεκτοί, παρότι έχουμε πάντα την τάση να κρίνουμε εκείνους που διαφέρουν από τον δικό μας.

Αυτή η κρίση δεν έχει πάντα ηθικό περιεχόμενο· γεννιέται από μια ανησυχία: κι αν έχω κάνει λάθος; Αν έχω πάρει το πράγμα στραβά;

Το κάθε ζευγάρι είναι ένα αίνιγμα για τα άλλα ζευγάρια, τόσο στις αποτυχίες όσο και στις επιτυχίες του.

Μερικά ζευγάρια είναι διαχυτικά και εξαντλούνται από την υπερβολικά στενή συμβιωτικότητα· άλλα είναι αταίριαστα και αντέχουν κουτσά στραβά για χρόνια και χρόνια· υπάρχουν κι εκείνα που οφείλουν τη διάρκειά τους στην αχαλίνωτη κοινωνική φιλοδοξία.

Υπάρχουν ζευγάρια ανοιχτά στον κόσμο και στους θαυμαστές τους, άλλα όπου οι σύζυγοι χοντραίνουν μαζί και τυλίγονται στη χαρά της αμοιβαίας πάχυνσης.

Αριστοτέλης: πρακτική φιλοσοφία

Ο Αριστοτέλης υποδιαιρεί τους τομείς στους οποίους ο άνθρωπος μπορεί γενικά να αποκτήσει γνώση σε θεωρητικό, πρακτικό και παραγωγικό κλάδο (Μετά τα Φυσικά 1025b 25 κ.ε.). Η διαφορά μεταξύ θεωρητικού κλάδου από τη μία και πρακτικού και ποιητικού από την άλλη έγκειται στο ότι ο πρώτος συνίσταται αποκλειστικά στη γνώση της πραγματικότητας, ενώ οι δύο άλλοι περιλαμβάνουν, εκτός από τη γνώση της μορφής του κόσμου, τη μεταπλαστική επενέργεια πάνω του. Ο παραγωγικός κλάδος επιτελεί αυτό το έργο ερευνώντας τους όρους υπό τους οποίους συγκεκριμένα προϊόντα υλοποιούνται επιτυχώς και κατευθύνοντας στη συνέχεια την παραγωγή αντίστοιχων προϊόντων. Και ο πρακτικός κλάδος αποσκοπεί στη μετάπλαση της πραγματικότητας αλλά μέσω μεταβολών που προκύπτουν από τις πράξεις και τις αποφάσεις μας. Σύμφωνα, όμως, με την αριστοτελική ορολογία οι πράξεις δεν στοχεύουν σε ένα αυτόνομο προϊόν που μπορεί να αποσπαστεί από την επιτέλεση της πράξης, όπως η ποιητική τέχνη στοχεύει στην ολοκληρωμένη τραγωδία και η υποδηματοποιία στο άνετο υπόδημα (Ηθικά Νικομάχεια 1140a 1 κ.ε.). Οι πράξεις επιδιώκουν μάλλον την επιτυχία, δηλαδή έναν στόχο που ενυπάρχει στην ίδια την επιτέλεσή τους. «Επιτυχία της πράξης» σημαίνει για τον Αριστοτέλη ότι αυτό που κάνουμε συντελεί σε μια καλή και ευτυχισμένη ζωή. Κατά συνέπεια το «πρακτικόν» τμήμα της φιλοσοφίας αφορά γενικά τις ανθρώπινες πράξεις και την ευδαιμονία.

Ο Αριστοτέλης πραγματεύεται την πρακτική φιλοσοφία σε αρκετά συγγράμματά του, από τα οποία τα σημαντικότερα είναι τα Ηθικά Νικομάχεια και τα Ηθικά Ευδήμεια. Η γνησιότητα ενός τρίτου ηθικού συγγράμματος με τίτλο Ηθικά Μεγάλα αμφισβητείται από την πλειονότητα των μελετητών. Στην πρακτική φιλοσοφία εντάσσονται επίσης τα Πολιτικά, όπου συζητείται η μορφή μιας πόλης και αναπτύσσεται διεξοδικά μια πολιτειακή θεωρία. Ακολουθούν η Αθηναίων Πολιτεία, ένα απόσπασμα μιας περιεκτικής συλλογής αρχαίων Ελληνικών πολιτευμάτων, και ο Οικονομικός ως τμήμα των Πολιτικών.

Η πρακτική φιλοσοφία, εκτός από την ηθική, περιλαμβάνει την πολιτική φιλοσοφία, καθώς και τη θεωρία της πράξης ως υποδιαίρεση της ηθικής. Σύγχυση προκαλεί το γεγονός ότι ο Αριστοτέλης επέλεξε τη λέξη πολιτική (=πολιτική επιστήμη) ως κοινό γενικό όρο για την ηθική και την πολιτική (Ηθικά Νικομάχεια 1094a 27, Ρητορική 1356a 27). Αυτή η λεκτική επιλογή οδηγεί εύκολα σε παρανοήσεις, όπως το προβάδισμα έναντι της ατομικής ηθικής. Στην πραγματικότητα, όμως, ο χαρακτηρισμός ανάγεται στην ιδέα ότι ο αληθινός πολιτικός είναι αυτός που μπορεί να κάνει τους ανθρώπους καλύτερους (πρβ. Πλάτων, Γοργίας 503b, 516e) και άρα πρέπει να διαθέτει ηθικές ικανότητες. Γι’ αυτό ο ευρύτερος όρος πολιτική, που καλύπτει το σύνολο της πρακτικής φιλοσοφίας, πρέπει να διακρίνεται αυστηρά από τη στενότερη έννοια της πολιτικής και πολιτειακής θεωρίας.

Η ωφέλεια της πρακτικής φιλοσοφίας είναι προφανής: αφορά την ευδαιμονία. Κάθε άνθρωπος προσπαθεί να πραγματώσει έναν αγαθό παρά έναν κακό βίο. Αυτόν το στόχο θα τον επιτύχει ασφαλέστερα, αν προηγουμένως γνωρίσει επακριβώς τη μορφή που οφείλει να έχει η ευδαιμονία. Μοιάζει, λέει ο Αριστοτέλης, με τον τοξοβόλο, που πρέπει να έχει μπροστά στα μάτια του τον στόχο, προκειμένου να τον πετύχει (Ηθικά Νικομάχεια 1094a 23 κ.ε.). Η πρακτική φιλοσοφία δεν ενδιαφέρεται μόνο για τη γνώση αλλά για την πράξη ή την επιτυχία της πράξης (Ηθικά Νικομάχεια 1095a 5 κ.ε.).

Εντούτοις εγείρεται μια ένσταση εναντίον του σχεδίου ενός φιλοσοφικού κλάδου προσανατολισμένου στη πράξη και την ευδαιμονία: Ο κλάδος αυτός οφείλει να επιλύσει το πρόβλημα ποια πράγματα θεωρούνται καλά, δίκαια κοκ. Αναφορικά, όμως, με αυτό το πρόβλημα οι γνώμες, ως γνωστόν, διίστανται. Πράγματα που κάποιος θεωρεί καλά και ωφέλιμα, ενδέχεται να αποβαίνουν βλαβερά για κάποιον άλλον. Θα μπορούσαμε να αντιτείνουμε ότι παρόμοια ερωτήματα βασίζονται σε μεταβλητές συμβάσεις και αποκλείεται η ύπαρξη μιας επιστήμης που να μελετά τέτοια πράγματα. Ο Αριστοτέλης εγείρει από μόνος του αυτή την ένσταση και την αποκρούει ως εξής:

Πρώτον, είναι απόλυτα σωστό ότι δεν μπορούμε να πραγματευτούμε τα ηθικά προβλήματα με την ακρίβεια, για παράδειγμα, των γεωμετρικών. Θα ήταν, εξάλλου, εντελώς αφύσικο να απαιτούμε από την ηθική έναν τόσο μεγάλο βαθμό ακρίβειας και ύστερα να την κατηγορούμε ως ανεπαρκή επειδή δεν την πέτυχε. Πρόκειται μάλλον για έναν τομέα όπου οι εξαιρέσεις είναι πάντοτε δυνατές. Για παράδειγμα, ο πλούτος κανονικά θεωρείται αγαθό· υπάρχουν όμως πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες ζημιώνεται κανείς από τον πλούτο του (Ηθικά Νικομάχεια 1094b 18 κ.ε.). Κατά συνέπεια, η πρακτική φιλοσοφία δεν στοχεύει σε καθολικές και αναγκαίες προτάσεις· από αυτήν μπορούμε να περιμένουμε μόνον αρχές οι οποίες αληθεύουν κατά κανόνα (ως επί το πολύ). Το γεγονός ότι η πρακτική φιλοσοφία σχετίζεται με αρχές που ισχύουν μόνο υπό κανονικές συνθήκες, αποτελεί ένα γνώρισμα που δεν αποκλείει τη δυνατότητα πραγματικής επιστημοσύνης (Μετά τα Φυσικά 1027a 20 κ.ε.). Οι κατά κανόνα ισχύουσες αρχές δεν εκφράζουν για τον Αριστοτέλη μόνο τη στατιστική πιθανότητα, αλλά συνδέονται στενά με τις αναγκαίες αρχές, μολονότι, σε αντίθεση με τις τελευταίες, ενέχουν την επιφύλαξη πιθανών εξαιρέσεων. Έτσι, ο τομέας που σχετίζεται με κατά κανόνα ισχύουσες αρχές, μπορεί αναμφίβολα να αποτελέσει αντικείμενο επιστημονικής θεώρησης (Αναλυτικά Ύστερα 87 b 20 κ.ε.).

Δεύτερον, η πρακτική φιλοσοφία αδυνατεί φυσικά να καθορίσει ποιο είναι το σωστό για το άτομο σε μια συγκεκριμένη κατάσταση· τέτοια ζητήματα αφορούν ένα ιδιαίτερο είδος αρετής, τη λεγόμενη πρακτική λογικότητα (φρόνησις). Η πρακτική φιλοσοφία μπορεί μόνο να τα σκιαγραφήσει (Ηθικά Νικομάχεια 1098a 20 κ.ε.). Η συμπλήρωση αυτού του αδρομερούς σκιαγραφήματος, λαμβανομένου υπόψη των συγκεκριμένων δεδομένων εναπόκειται στο ενεργούν πρόσωπο, όχι στον φιλόσοφο.

Τρίτον, το αντικείμενο της πρακτικής φιλοσοφίας δεν είναι δυνατόν να διδαχθεί, όπως τα γεωμετρικά θεωρήματα· η μετάδοση τέτοιου είδους σκέψεων προϋποθέτει μάλλον ότι ο άνθρωπος έχει ήδη θησαυρίσει πρακτική εμπειρία από την πραγματική ζωή (Ηθικά Νικομάχεια 1095a 3). Όποιος δεν έχει μάθει από παιδί τι σημαίνει καλή ή κακή πράξη, δεν μπορεί να το μάθει ούτε από μια ηθική διάλεξη. Αυτό σημαίνει ότι η πρακτική φιλοσοφία πρέπει να συνδέεται πάντοτε με μια υπαρκτή πράξη. Γενικά, η φιλοσοφική ηθική είναι χρήσιμη σε όποιον έχει συνηθίσει ήδη να οργανώνει τη ζωή του με βάση τα πορίσματα έλλογων συλλογισμών και στις πράξεις του να μην ακολουθεί τις επιθυμίες του και τις συναισθηματικές παρορμήσεις του.

ΑΡΡΙΑΝΟΣ - Ἀλεξάνδρου Ἀνάβασις (2.24.1-2.25.3)

[2.24.1] Οἱ δὲ ἐπὶ τῶν νεῶν, οἵ τε Φοίνικες κατὰ τὸν λιμένα τὸν πρὸς Αἰγύπτου, καθ᾽ ὅνπερ καὶ ἐφορμοῦντες ἐτύγχανον, βιασάμενοι καὶ τὰ κλεῖθρα διασπάσαντες ἔκοπτον τὰς ναῦς ἐν τῷ λιμένι, ταῖς μὲν μετεώροις ἐμβάλλοντες, τὰς δὲ ἐς τὴν γῆν ἐξωθοῦντες, καὶ οἱ Κύπριοι κατὰ τὸν ἄλλον λιμένα τὸν ἐκ Σιδῶνος φέροντα οὐδὲ κλεῖθρον τοῦτόν γε ἔχοντα εἰσπλεύσαντες εἷλον εὐθὺς ταύτῃ τὴν πόλιν. [2.24.2] τὸ δὲ πλῆθος τῶν Τυρίων τὸ μὲν τεῖχος, ὡς ἐχόμενον εἶδον, ἐκλείπουσιν, ἀθροισθέντες δὲ κατὰ τὸ Ἀγηνόριον καλούμενον ἐπέστρεψαν ταύτῃ ἐπὶ τοὺς Μακεδόνας. καὶ Ἀλέξανδρος ξὺν τοῖς ὑπασπισταῖς ἐπὶ τούτους χωρήσας τοὺς μὲν αὐτοῦ μαχομένους διέφθειρεν αὐτῶν, τοῖς δὲ φεύγουσιν ἐφείπετο. καὶ φόνος ἦν πολύς, τῶν τε ἀπὸ τοῦ λιμένος ἐχόντων ἤδη τὴν πόλιν καὶ τῆς Κοίνου τάξεως παρεληλυθυίας ἐς αὐτήν. [2.24.3] ὀργῇ γὰρ ἐχώρουν ἐπὶ πᾶν οἱ Μακεδόνες, τῆς τε πολιορκίας τῇ τριβῇ ἀχθόμενοι καὶ ὅτι λαβόντες τινὰς αὐτῶν οἱ Τύριοι πλέοντας ἐκ Σιδῶνος ἐπὶ τὸ τεῖχος ἀναβιβάσαντες, ὅπως ἄποπτον εἴη ἀπὸ τοῦ στρατοπέδου, σφάξαντες ἔρριψαν εἰς τὴν θάλασσαν. [2.24.4] ἀπέθανον δὲ τῶν μὲν Τυρίων ἐς ὀκτακισχιλίους, τῶν Μακεδόνων δὲ ἐν τῇ τότε προσβολῇ Ἄδμητός τε ὁ πρῶτος ἑλὼν τὸ τεῖχος, ἀνὴρ ἀγαθὸς γενόμενος, καὶ ξὺν αὐτῷ εἴκοσι τῶν ὑπασπιστῶν· ἐν δὲ τῇ πάσῃ πολιορκίᾳ μάλιστα ἐς τετρακοσίους.
[2.24.5] Τοῖς δὲ ἐς τὸ ἱερὸν τοῦ Ἡρακλέους καταφυγοῦσιν (ἦσαν δὲ αὐτῶν τε τῶν Τυρίων οἱ μάλιστα ἐν τέλει καὶ ὁ βασιλεὺς Ἀζέμιλκος καὶ Καρχηδονίων τινὲς θεωροὶ ἐς τιμὴν τοῦ Ἡρακλέους κατὰ δή τι[να] νόμιμον παλαιὸν εἰς τὴν μητρόπολιν ἀφικόμενοι) τούτοις ξύμπασιν ἄδειαν δίδωσιν Ἀλέξανδρος· τοὺς δὲ ἄλλους ἠνδραπόδισε, καὶ ἐπράθησαν Τυρίων τε καὶ τῶν ξένων ὅσοι ἐγκατελήφθησαν μάλιστα ἐς τρισμυρίους. [2.24.6] Ἀλέξανδρος δὲ τῷ Ἡρακλεῖ ἔθυσέ τε καὶ πομπὴν ἔστειλε ξὺν τῇ δυνάμει ὡπλισμένῃ· καὶ αἱ νῆες ξυνεπόμπευσαν τῷ Ἡρακλεῖ, καὶ ἀγῶνα γυμνικὸν ἐν τῷ ἱερῷ καὶ λαμπάδα ἐποίησε· καὶ τὴν μηχανήν, ᾗ τὸ τεῖχος κατεσείσθη, ἀνέθηκεν ἐς τὸν νεὼν καὶ τὴν ναῦν τὴν Τυρίαν τὴν ἱερὰν τοῦ Ἡρακλέους, ἥντινα ἐν τῷ ἐπίπλῳ ἔλαβε, καὶ ταύτην τῷ Ἡρακλεῖ ἀνέθηκεν καὶ ἐπίγραμμα ἐπ᾽ αὐτῇ, ἢ αὐτὸς ποιήσας ἢ ὅτου δὴ ἄλλου ποιήσαντος, οὐκ ἄξιον μνήμης τὸ ἐπίγραμμα· διὰ τοῦτο καὶ ἐγὼ αὐτὸ ἀναγράψαι ἀπηξίωσα. Τύρος μὲν δὴ οὕτως ἑάλω ἐπὶ ἄρχοντος Νικήτου Ἀθήνησι μηνὸς Ἑκατομβαιῶνος.
[2.25.1] Ἔτι δὲ ἐν τῇ πολιορκίᾳ τῆς Τύρου ξυνεχομένου Ἀλεξάνδρου ἀφίκοντο παρὰ Δαρείου πρέσβεις ὡς αὐτὸν ἀπαγγέλλοντες μύρια μὲν τάλαντα ὑπὲρ τῆς μητρός τε καὶ τῆς γυναικὸς καὶ τῶν παίδων δοῦναι ἐθέλειν Ἀλεξάνδρῳ Δαρεῖον· τὴν δὲ χώραν πᾶσαν τὴν ἐντὸς Εὐφράτου ποταμοῦ ἔστε ἐπὶ θάλασσαν τὴν Ἑλληνικὴν Ἀλεξάνδρου εἶναι· γήμαντα δὲ τὴν Δαρείου παῖδα Ἀλέξανδρον φίλον τε εἶναι Δαρείῳ καὶ ξύμμαχον. [2.25.2] καὶ τούτων ἐν τῷ ξυλλόγῳ τῶν ἑταίρων ἀπαγγελθέντων Παρμενίωνα μὲν λέγουσιν Ἀλεξάνδρῳ εἰπεῖν ὅτι αὐτὸς ἂν Ἀλέξανδρος ὢν ἐπὶ τούτοις ἠγάπησεν καταλύσας τὸν πόλεμον μηκέτι τὸ πρόσω κινδυνεύειν· Ἀλέξανδρον δὲ Παρμενίωνι ἀποκρίνασθαι ὅτι καὶ αὐτὸς ἂν, εἴπερ Παρμενίων ἦν, οὕτως ἔπραξεν, ἐπεὶ δὲ Ἀλέξανδρός ἐστιν, ἀποκρινεῖσθαι Δαρείῳ ἅπερ δὴ καὶ ἀπεκρίνατο. [2.25.3] ἔφη γὰρ οὔτε χρημάτων δεῖσθαι παρὰ Δαρείου οὔτε τῆς χώρας λαβεῖν ἀντὶ τῆς πάσης τὸ μέρος· εἶναι γὰρ τά τε χρήματα καὶ τὴν χώραν αὑτοῦ πᾶσαν· γῆμαί τε εἰ ἐθέλοι τὴν Δαρείου παῖδα, γῆμαι ἂν καὶ οὐ διδόντος Δαρείου· ἐκέλευέ τε αὐτὸν ἥκειν, εἴ τι εὑρέσθαι ἐθέλοι φιλάνθρωπον παρ᾽ αὑτοῦ. ταῦτα ὡς ἤκουσε Δαρεῖος, τὰς μὲν ξυμβάσεις ἀπέγνω τὰς πρὸς Ἀλέξανδρον, ἐν παρασκευῇ δὲ τοῦ πολέμου αὖθις ἦν.

***
[2.24.1] Από τις ναυτικές δυνάμεις του Αλεξάνδρου οι Φοίνικες, που έτυχε να είναι αγκυροβολημένοι στο λιμάνι που βλέπει προς την Αίγυπτο, παραβίασαν την είσοδό του κόβοντας τα κλείθρα του και άρχισαν να καταστρέφουν τα πλοία που ήταν μέσα σε αυτό· άλλα από αυτά τα εμβόλιζαν στ᾽ ανοιχτά και άλλα τα έσπρωχναν προς τη στεριά. Στο άλλο λιμάνι της Τύρου που οδηγεί προς τη Σιδώνα και που δεν είχε μάλιστα ούτε κλείθρα έπλευσαν μέσα οι Κύπριοι και αμέσως κυρίευσαν από εκεί την πόλη. [2.24.2] Οι περισσότεροι Τύριοι, μόλις κατάλαβαν ότι κυριεύτηκε το τείχος τους, το εγκατέλειψαν και συγκεντρώθηκαν στο λεγόμενο Αγηνόριο, όπου και αντιστάθηκαν στους Μακεδόνες. Ο Αλέξανδρος με τους υπασπιστές του προχώρησε εναντίον τους, σκότωσε όσους ακόμα πολεμούσαν εκεί και καταδίωξε όσους τράπηκαν σε φυγή. [2.24.3] Έγινε μεγάλη σφαγή, επειδή και αυτοί που ήρθαν από το λιμάνι κατείχαν πια σταθερά την Τύρο και το τάγμα του Κοίνου είχε περάσει μέσα στην πόλη. Με οργή οι Μακεδόνες ορμούσαν εναντίον όλων στενοχωρημένοι και από την μακρά παράταση της πολιορκίας, αλλά και γιατί οι Τύριοι, αφού συνέλαβαν μερικούς συμπολεμιστές τους που έρχονταν με τα πλοία τους από τη Σιδώνα, τους ανέβασαν στο τείχος, για να τους βλέπουν από το στρατόπεδο, τους έσφαξαν και τους πέταξαν στη θάλασσα. [2.24.4] Από τους Τυρίους σκοτώθηκαν ως οκτώ χιλιάδες, ενώ από τους Μακεδόνες κατά την έφοδο εκείνη σκοτώθηκε ο Άδμητος, που πρώτος κυρίεψε το τείχος και αναδείχθηκε γενναίος άνδρας, και μαζί του είκοσι υπασπιστές· σε όλη την πολιορκία έπεσαν τετρακόσιοι περίπου Μακεδόνες.
[2.24.5] Όλους τους Τυρίους που είχαν καταφύγει στο ιερό του Ηρακλή (ανάμεσά τους ήταν άρχοντες της Τύρου και ο βασιλιάς Αζέμιλκος καθώς και μερικοί Καρχηδόνιοι θεωροί, που είχαν έρθει στη μητρόπολη της Καρχηδόνας για να τιμήσουν τον Ηρακλή σύμφωνα με κάποια παλιά συνήθεια), ο Αλέξανδρος τους συγχώρεσε. Τους υπόλοιπους όμως Τυρίους τους πούλησε δούλους· και πουλήθηκαν τότε δούλοι τριάντα περίπου χιλιάδες Τύριοι, καθώς και ξένοι που αιχμαλωτίστηκαν. Ο Αλέξανδρος πρόσφερε θυσία στον Ηρακλή [2.24.6] και τέλεσε πομπή με όλους τους στρατιώτες τους οπλισμένους· στην πομπή αυτή, που έγινε προς τιμή του Ηρακλή, πήραν μέρος και τα πλοία του· τέλεσε ακόμη γυμνικό αγώνα στο ιερό του θεού καθώς και λαμπαδηφορία· στον ναό αφιέρωσε και τη μηχανή, με την οποία καταρρίφθηκε το τείχος, και το ιερό πλοίο των Τυρίων το αφιερωμένο στον Ηρακλή, που το κυρίεψε κατά την επίθεση, το αφιέρωσε επίσης σε αυτόν· πάνω στο πλοίο, χαράχτηκε επίγραμμα, το οποίο ή ο ίδιος συνέθεσε ή κάποιος άλλος· επειδή όμως δεν αξίζει να μνημονευθεί, γι᾽ αυτό και εγώ δεν έκρινα άξιο να το αναγράψω. Έτσι λοιπόν κυριεύτηκε η Τύρος, όταν επώνυμος άρχων στην Αθήνα ήταν ο Νικήτης, κατά τον μήνα Εκατομβαιώνα.
[2.25.1] Ενώ ο Αλέξανδρος ήταν ακόμη απασχολημένος με την πολιορκία της Τύρου, έφθασαν πρέσβεις από τον Δαρείο, για να του αναγγείλουν ότι ο βασιλιάς τους ήταν πρόθυμος να του δώσει δέκα χιλιάδες τάλαντα για την απελευθέρωση της μητέρας, της γυναίκας και των παιδιών του· ότι του παραχωρεί όλη τη χώρα του που βρίσκεται ανάμεσα στον Ευφράτη και την ελληνική θάλασσα και ότι θα τον αναγνωρίσει ως φίλο και σύμμαχο, αν παντρευτεί την κόρη του. [2.25.2] Όταν ανακοίνωσε αυτά στο συμβούλιο των εταίρων, ο Παρμενίων είπε, λένε, στον Αλέξανδρο ότι, αν ήταν αυτός Αλέξανδρος, θα δεχόταν με τους όρους αυτούς να τερματίσει τον πόλεμο χωρίς να διακινδυνεύει πια στο μέλλον. Ο Αλέξανδρος αποκρίθηκε στον Παρμενίωνα, όπως λένε, ότι και αυτός θα έκανε το ίδιο, αν ήταν Παρμενίων· επειδή όμως είναι Αλέξανδρος, θα αποκριθεί στον Δαρείο όπως ακριβώς και αποκρίθηκε. [2.25.3] Είπε δηλαδή ότι δεν έχει ανάγκη ούτε να πάρει χρήματα από τον Δαρείο ούτε να δεχθεί μέρος της χώρας του αντί για ολόκληρη· γιατί και τα χρήματα και η χώρα ολόκληρη είναι δικά του· κι αν ήθελε να παντρευτεί την κόρη του, μπορούσε να την παντρευτεί και χωρίς τη συγκατάθεση του πατέρα της· αν πάλι ήθελε ο Δαρείος να τύχει φιλικής συμπεριφοράς από μέρους του Αλεξάνδρου, του υπέδειξε να παρουσιαστεί ο ίδιος μπροστά του. Όταν τα πληροφορήθηκε αυτά ο Δαρείος, έχασε κάθε ελπίδα για συνθηκολόγηση με τον Αλέξανδρο και άρχισε πάλι να προετοιμάζεται για πόλεμο.