Με τον όρο Φιλοσοφία της Ζωής εννοούμε απόψεις που αναφέρονται στο σκοπό και το περιεχόμενο που ο καθένας δίνει στη ζωή του, στους τρόπους δράσης που επιλέγει / προκρίνει, για να κατακτήσει το περιεχόμενο της ζωής, όπως το οραματίστηκε, και να προσεγγίσει το σκοπό της.
Πολλοί στοχαστές άφησαν διάσπαρτους μέσα στα έργα τους, σε διάφορες στιγμές της ζωής τους και κάτω από ποικίλες περιστάσεις, ποικίλους στοχασμούς, με ποικίλες σημασίες για το νόημα της ζωής. Και χρειάζεται μόχθος πολύς για να ανιχνεύσουμε τα σχετικά στοιχεία μέσα σε έργα ογκώδη. Από τα παραπάνω γίνεται φανερό πως η έννοια Φιλοσοφία της Ζωής είναι πολυσήμαντη και είναι δύσκολο να καταλήξουμε σε έναν καθολικά αποδεκτό ορισμό.
Αν ανατρέξουμε σε βιβλία που φέρουν τον τίτλο Φιλοσοφία της Ζωής ή Φιλοσοφία του Ανθρώπου και καταγράψουμε μερικά θέματά τους, όπως:
«Το νόημα της ζωής»
«Αναζήτηση της ευτυχίας»
«Το άτομο και η κοινωνία»
«Ανθρωπισμός», «Κοινωνικός Ανθρωπισμός»
«Το πρόβλημα της Ελευθερίας»,
βλέπουμε ποιο είναι το πεδίο της και διαπιστώνουμε ότι τα θέματά της σχετίζονται με τα γενικότερα πεδία της Φιλοσοφίας, που είναι γνωστά ως Ηθική, Γνωσιολογία, Μεταφυσική, Αισθητική.
Με αυτό το νόημα (του συσχετισμού της Φιλοσοφίας της Ζωής με όλους τους τομείς της Φιλοσοφίας) ανιχνεύουμε στοιχεία Φιλοσοφίας της Ζωής σε πολλούς στοχαστές από τα παλιά χρόνια, κυρίως ύστερα από την επισήμανση του θέματος ότι οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα μέσα στις περιστάσεις της ζωής να είναι ελεύθεροι ως άνθρωποι, ως πολίτες, ως άτομα στην ιδιωτική ζωή τους. Ενδεικτικά θυμίζω λόγους αποσπασματικούς που έχουμε από τους Σοφιστές:
(1) «Ελευθέρους αφήκε πάντας θεός, ουδένα δούλον η φύσις πεποίηκεν». (Αλκιδάμας)(=Ο Θεός όλους τους άφησε ελεύθερους, κανένα η φύση δεν έκανε δούλο).
(2) «Φύσει πάντα πάντες ομοίως πεφύκαμεν και βάρβαροι και Έλληνες» (=Από τη φύση έχουμε όλοι τα ίδια γνωρίσματα, και οι βάρβαροι και οι Έλληνες).
Ο Αριστοτέλης (384-322 π.Χ.) διατύπωσε σαφέστερα και ανέλυσε τη δυνατότητα προ-αίρεσης, επιλογής κάποιας πορείας που προκρίνει το άτομο έναντι κάποιας άλλης. Άρα, το άτομο ενεργεί στην περίπτωση αυτή συνειδητά, ελεύθερα, κατά συνέπεια υπεύθυνα.
Μετά τον Αριστοτέλη, σε χρόνους Ελληνιστικούς, οι Επικούρειοι και κυρίως οι Στωικοί προώθησαν την ανάλυση της ανθρώπινης δράσης και διατύπωσαν το πρόβλημα της Ελευθερίας του Ανθρώπου, ως θέμα Ηθικής (ήθους ) και προϋπόθεση της ευθύνης.
Έναν αιώνα και πλέον πριν από αυτές τις εννοιολογικές αναλύσεις ο Σωκράτης με το ήθος του και το λόγο του και ο Δημόκριτος με τον τρόπο της ζωής του και με ένα πλήθος κειμένων του διαμόρφωσαν μια Φιλοσοφία Ζωής, η οποία μπορεί να συνοψιστεί σε τρία βασικά αξιώματα:
· Για την επιβίωσή του ο άνθρωπος διαθέτει την αναγκαία φροντίδα.(σκέψη και χειρωνακτική εργασία).
· Για την ικανοποίηση της ψυχής του όμως διαθέτει όλο το υπόλοιπο της πνευματικής του δυνατότητας
- Για να γνωρίσει τον κόσμο (Γνωσιολογία),
- Για να απολαύσει την ομορφιά ( Αισθητική),
- Για να πραγματοποιήσει το καλό στη ζωή για τον εαυτό του και το συνάνθρωπό του (Ηθική),
- Για να στοχαστεί προβλήματα που εκτείνονται πέρα από τα φυσικά όρια της ύπαρξής του(Μεταφυσική)
· Μέσα από τις ποικίλες δραστηριότητές του ο άνθρωπος αναζητεί την ευδαιμονία του, τη χαρά, την ψυχική γαλήνη.
Συγκεκριμένα, ο Δημόκριτος διατυπώνει μια Φιλοσοφία της Ζωής σε μια σειρά από κείμενά του, που σώζονται αποσπασματικά για μας. Τα κύρια σημεία της θεωρίας του αναφέρονται σε προβλήματα συμπεριφοράς (ήθους, Ηθικής) και ευδαιμονίας του ανθρώπου (ευθυμίας), Αισθητικής απόλαυσης του ωραίου, Γνωσιολογίας (αναζήτησης της γνώσης, αλήθειας), ζητήματα πολιτικής ηθικής, πολιτικής επιλογής και αυτοελέγχου των πράξεων του ατόμου. Και, τέλος, προσεγγίζει θαρραλέα τα πιο μεγάλα προβλήματα Μεταφυσικής (προέλευση των θεών, απορία σχετικά με τη μετά θάνατο ύπαρξη) και παρουσίας της Τύχης στη ζωή του ανθρώπου.
Από τα σωζόμενα Αποσπάσματα του Δημόκριτου, που τα έχουν καταγράψει οι ειδικοί μελετητές, επιλέγουμε μερικά (από την πιο γνωστή έκδοση των H.Diels – W.Kranz, Die Fragmente der Vorsokratiker, κεφ. 68 που αναφέρεται στο Δημόκριτο), τα παραθέτουμε χωρίς την πρόθεση ούτε τη φιλοδοξία αξιολογικής κατάταξης και επιχειρούμε μια ελεύθερη απόδοση του αρχαίου κειμένου με στόχο την κατανόηση της σκέψης του Δημόκριτου, όσο αυτό είναι δυνατό, μέσα από κείμενα αποσπασματικά, τα οποία όμως συμβαίνει να είναι συνήθως αποφθεγματικά, δηλαδή είναι ακέραια νοήματα με συνοπτική και σαφή διατύπωση.
1) DK 68 B 189: «Άριστον ανθρώπω τον βίον διάγειν ως πλείστα ευθυμηθέντι και ελάχιστα ανιηθέντι, τούτο δ’ αν είη, ει τις μη επί τοις θνητοίς τας ηδονάς ποιοίτο».
(=Το πιο καλό για τον άνθρωπο είναι να περνά τη ζωή με ώρες ευθυμίας όσο μπορεί πιο πολλές και ώρες ανίας / θλίψης όσο μπορεί πιο λίγες. Και μπορεί αυτό να το επιτύχει, αν επιδιώκει χαρές που σχετίζονται όχι με τα φθαρτά και φθοροποιά της ζωής).
2) DK 68 B190: «Φαύλων έργων και τους λόγους παραιτητέον».
(=Για έργα φαύλα πρέπει να αποφεύγουμε ακόμη και συζήτηση να κάνουμε, ούτε καν σκέψη ή συζήτηση για τέτοια δράση).
3) DK 68 B 191: «Ανθρώπους ευθυμίη γίνεται μετριότητι τέρψιος και βίου σύμμετρη. Τα δε ελλείποντα και υπερβάλλοντα μεταπίπτειν φιλεί και μεγάλας κινήσιας εμποιείν τη ψυχή».
(=Ευθυμία οι άνθρωποι μπορούν να επιτυγχάνουν αν επιδιώκουν απολαύσεις με μέτρο και οργάνωση της ζωής μετρημένη. Όπου υπάρχει έλλειψη ή υπερβολή (στέρηση ή πλησμονή) μοιραία τελούνται μεταπτώσεις και προκαλούνται απότομες συγκινήσει στην ψυχή).
4) DK 68 B 207: «Ηδονήν ου πάσαν αλλά την επί τω καλώ αιρείσθαι χρεών».
(=Ανάγκη να μην επιδιώκουμε την οποιαδήποτε ηδονή αλλά να επιλέγουμε αυτήν που οδηγεί σε κάτι ωραίο).
5) DK 68 B 194: «Αι μεγάλαι τέρψεις από του θεάσθαι τα καλά των έργων γίγνονται»
(=Οι μεγάλες τέρψεις προέρχονται από τη θέα των ωραίων έργων).
6) DK 68 B 192: «Ράδιον εστί επαινείν α μη χρη και ψέγειν. Εκάτερον δε πονηρού τινός ήθους».
(= Εύκολο είναι να επαινεί κανείς ή να ψέγει αυτά που δεν πρέπει (που δεν αξίζουν έπαινο ή δεν τους πρέπει ψόγος). Αλλά και η μια και η άλλη ενέργεια πηγάζουν από ήθος κάπως πονηρό).
7) DK 68 B 3: «Τον ευθυμείσθαι μέλλοντα χρη μη πολλά πρήσσειν….μηδέ όσα αν πράσση υπέρ δύναμιν εαυτού και φύσιν αιρείσθαι».
(= Αυτός που επιδιώκει για το μέλλον ευδαιμονία είναι ανάγκη να αποφεύγει την πολυπραγμοσύνη….και όσα επιχειρεί να πράξει να τα επιλέγει έτσι που να μην είναι πέρα από τις δυνατότητες και τη φυσική αντοχή του, τη φυσική υπόστασή του).
8) DK 68 B 117: «Ετεή ουδέν ίσμεν. Εν βυθώ γαρ η αλήθεια».
(=Στ’ αλήθεια (ετεός= αληθινός, γνήσιος) τίποτε δε γνωρίζουμε, γιατί η αλήθεια είναι κρυμμένη στο βυθό της αισθητής πραγματικότητας).
9) DK 68 B 118: «Δημόκριτος έλεγε βούλεσθαι μάλλον μίαν ευρείν αιτιολογίαν ή την Περσών βασιλείαν εαυτού γενέσθαι» .
(=Ο Δημόκριτος έλεγε ότι προτιμούσε να βρει την αιτία ενός φαινομένου παρά να αποκτήσει τη βασιλεία των Περσών - δηλ.πλούτο απέραντο και δύναμη πολύ μεγάλη).
10) DK 68 B 119: «Άνθρωποι τύχης είδωλον επλάσαντο πρόφασιν ιδίης αβουλίης. Βαιά γαρ φρονήσει τύχη μάχεται, τα δε πλείστα εν βίω ευξύνετος οξυδερκείη κατιθύνει».
(=Οι άνθρωποι έπλασαν με τη φαντασία τους και θεωρούν υπαρκτή μορφή την Τύχη ως πρόφαση για τη δική τους αδυναμία (να προβλέψουν, να δράσουν σωστά). Και θεωρούν ή πιστεύουν ότι η Τύχη αντιμάχεται την αδύναμη φρόνηση τους, ενώ τα πιο πολλά ζητήματα στη ζωή τα ρυθμίζουν με οξυδέρκεια ( διορατικότητα ) όσοι έχουν σύνεση πολλή).
11). DK 68 B 244: «Φαύλον (έργον), καν μόνος ης, μήτε λέξης μήτε εργάση. Μάθε δε πολύ μάλλον των άλλων σεαυτόν αισχύνεσθαι».
(= Κίνηση φαύλη (ανήθικη), κι αν είσαι μόνος, μη σκεφτείς, μην πεις, μην επιχειρήσεις, αλλά μάθε πολύ περισσότερο να ντρέπεσαι τη δική σου συνείδηση (αυτοκριτική) παρά των άλλων την κριτική).
12. DK 68 B 251: «Η εν δημοκρατίη πενίη της παρά της δυνάσταις καλεομένης ευδαιμονίης τοσούτον εστίν αιρετωτέρη οκόσον ελευθερίη δουλείης».
(=Η φτώχια μέσα σε κοινωνία δημοκρατική είναι τόσο προτιμότερη σε σύγκριση προς την καλοπέραση κοντά σε δυνάστες όσο καλύτερη είναι η ελευθερία συγκρινόμενη με τη σκλαβιά).
13. DK 68 B 264: «… εαυτόν μάλιστα αιδείσθαι και τούτον νόμον τη ψυχή καθεστάναι, ώστε μηδέν ποιείν ανεπιτήδειον».
(=Καλύτερα είναι να ντρέπεται κανείς τη συνείδησή του και να εγκαθιστά τέτοιο το νόμο (αυτοελέγχου) στην ψυχή του, ώστε να μην επιχειρεί τίποτε άπρεπο).
14. DK 68 B 297: «Ένιοι θνητής φύσεως διάλυσιν ουκ ειδότες άνθρωποι, συνειδήσει δε της εν τω βίω κακοπραγμοσύνης, τον της βιοτής χρόνον εν ταραχαίς και φόβοις ταλαιπωρέουσι, ψεύδεα περί του μετά την τελευτήν μυθοπλαστέοντες χρόνου».
(= Μερικοί άνθρωποι, επειδή δε συνειδητοποιούν ότι η θνητή υπόστασή τους διαλύεται με το θάνατο, ενώ αντίθετα έχουν συνείδηση της όλης κακοπραγίας που προκαλούν με τις κακές πράξεις τους, ταλαιπωρούνται όσο ζουν με ταραχή ψυχική και αγωνία και πλάθουν μύθους ψευδείς για το χρόνο που εκτείνεται ύστερα από το θάνατό τους, (ότι λ.χ, κάποιος θεός θα τους τιμωρήσει για τις αδικίες τους….).
15) DK 68 B 30: «Των λογίων ανθρώπων ολίγοι ανατείναντες τας χείρας ενταύθα, ον νυν αέρα καλέομεν οι Έλληνες (είπαν): πάντα Ζευς μυθέεται και πάνθ’ ούτος οίδεν και διδοί και αφαιρέεται και βασιλεύς ούτος των πάντων».
(=Λίγοι από τους συνετούς ανθρώπους ύψωσαν τα χέρια τους προς ό,τι ονομάζουμε εμείς οι Έλληνες αέρα και είπαν: όλα ο Δίας τα σκέφτεται, όλα εκείνος τα γνωρίζει, εκείνος δίνει κι εκείνος αφαιρεί από τους ανθρώπους τα αγαθά, εκείνος είναι βασιλιάς των πάντων).
16) DK 68 B 125: «Δημόκριτος …εποίησεν τας αισθήσεις λεγούσας προς την διάνοιαν: τάλαινα φρην παρ’ ημέων τας πύστεις λαβούσα ημέας καταβάλλεις; Πτώμα τοι το κατάβλημα».
(= Ο Δημόκριτος προσωποποιώντας τις αισθήσεις- τις παρουσιάζει να αντιλέγουν προς τη διάνοια με τα ακόλουθα: «ταλαίπωρη νόηση (διάνοια), αφού πήρες από μας πληροφορίες για τον κόσμο γύρω σου, προσπαθείς ύστερα να αρνηθείς την προσφορά μας (τη συμβολή μας στη γνωσιακή διαδικασία); Αν νικήσεις σ’ αυτή την αντιδικία (ότι δε χρειάζεσαι τη συμβολή μας, τα μηνύματα που έρχονται από τις αισθήσεις), αυτή η νίκη θα είναι η καταστροφή σου, δε θα έχεις πια πληροφορίες»).
17) DK 68 B 155: « Έτι τύνοιν όρα τίνα τρόπον απήντησεν (Χρύσιππος) Δημοκρίτω διαπορούντι… «ει κώνος τέμνοιτο παρά την βάσιν (παράλληλα προς τη βάση) επιπέδω, τι χρη διανοείσθαι τας των τμημάτων επιφανείας, ίσας ή ανίσους γιγνομένας; Άνισοι μεν γαρ ούσαι τον κώνον ανώμαλον παρέξουσι πολλάς αποχαράξεις λαμβάνοντα βαθμοειδείς και τραχύτητας, ίσων δε ουσών ίσα τμήματα έσται και φανείται το του κυλίνδρου πεπονθώς ο κώνος εξ ίσων συγκείμενος και ουκ ανίσων κύκλων, όπερ εστίν ατοπώτατον».
(=Επιπλέον πρόσεξε με ποιο τρόπο απάντησε ο Χρύσιππος σε μια απορία του Δημόκριτου: «Αν ένας κώνος τμηθεί με επίπεδο παράλληλο προς τη βάση του, τι πρέπει να πούμε για τις δυο επιφάνειες που θα προκύψουν (τη βάση του μικρού κώνου και την άνω επιφάνεια του κόλουρου κώνου που θα προκύψει με την τομή) ότι είναι ίσες ή άνισες μεταξύ τους; Γιατί αν αυτές οι δυο επιφάνειες είναι άνισες, τότε θα δίνουν (θεωρητικά) την εντύπωση ότι η πλευρική επιφάνεια του κώνου είναι ανώμαλη, βαθμιδωτή στην περιφέρεια της τομής. Αν πάλι οι δυο επιφάνειες είναι ίσες, τότε όσες τέτοιες τομές κάνουμε θα δείχνουν ίσες περιφέρειες κύκλου, που θεωρητικά οδηγούν στο ότι ο κώνος είναι κύλινδρος. Αυτό όμως είναι λογικά απαράδεκτο εντελώς).
18) DK 68 B 174: «Ο μεν ουν εύθυμος εις έργα επιφερόμενος δίκαια και νόμιμα και ύπαρ και όναρ χαίρει τε και έρρωται και ανακηδής εστι. Ος δ’ αν και δίκης αλογή και τα χρη εόντα μη έρδη τούτω πάντα τα τοιαύτα ατερπείη, όταν τευ αναμνησθή, και δέδοικε και εαυτόν κακίζει».
(=Ο εύθυμος λοιπόν (=που στόχο του και βίωμά του έχει την ευθυμία) φέρεται σταθερά προς έργα δίκαια και νόμιμα και απολαμβάνει τη χαρά στον ξύπνο και τον ύπνο του και νιώθει δυνατός και αμέριμνος (με καθαρή συνείδηση). Αν όμως κάποιος παραβλέπει το δίκιο και δεν πράττει αυτά που πρέπει, γι’ αυτόν όλη η δράση του γίνεται πίκρα και, όταν πάλι ξαναθυμάται τα «έργα του», φόβο εισπράττει και κακίζει τον εαυτό του και τον περιφρονεί).
19) DK 68 B 176: «Η τύχη μεγαλόδωρος αλλ’ αβέβαιος, φύσις δε αυτάρκης. Διόπερ νικά τω ήσσονι και βεβαίω το μείζον της ελπίδος» .
(= Η τύχη είναι γενναιόδωρη, αλλά είναι αβέβαια τα δοσίματά της, ενώ η φυσική ικανότητα του ανθρώπου προσφέρει αρκετά για την ύπαρξή του. Γι’ αυτό νικά εκείνος που βασίζεται στις φυσικές δυνάμεις του για λίγα κέρδη και βέβαια σε αντιδιαστολή προς εκείνον που ελπίζει από την (αβέβαιη) Τύχη τα πολλά. (Η προσπάθεια μεταφραστικής απόδοσης αναμφισβήτητα φαίνεται παρακινδυνευμένη, αλλά είναι σύμφωνη με το πνεύμα περί Τύχης που βρίσκομε στο απόσπασμα του Δημόκριτου 119 - παραγρ. 10 σε τούτο το σύνολο των αποσπασμάτων).
20) DK 68 B 177: «Ούτε λόγος εσθλός φαύλην πράξιν αμαυρίσκει ούτε πράξις αγαθή λόγου βλασφημίη λυμαίνεται».
(= Ούτε ο λόγος ο επαινετικός ξεπλένει από τη μαυρίλα της πράξη κακή, ούτε η καλή πράξη μειώνεται από την κακολογία).
21) DK 68 B 33 «Διδαχή και φύσις παραπλήσιόν εστι· η γαρ διδαχή μεταρυσμοί τον άνθρωπον, μεταρυσμούσα* δε φυσιοποιεί».
(=Η διδασκαλία και οι φυσικές καταβολές του ανθρώπου είναι παράγοντες ισοδύναμοι στην οικοδόμηση της προσωπικότητας του ανθρώπου. Γιατί η διδασκαλία μεταρρυθμίζει ή αναδομεί τη φύση και με αυτή την αναδόμηση του δημιουργεί καινούργια φύση).
*Στη γλώσσα των ατομικών ρυσμός =άτομο, κατά συνέπεια το «μεταρυσμοί» σημαίνει «αναδόμηση ατόμων».
22) DK 68 B 216: «Σοφίη άθαμβος αξίη πάντων».
(Η σοφία που δε θαμπώνει έχει αξία μοναδική).
23) DK 68 B 217: «Μούνοι θεοφιλέες όσοις εχθρόν το αδικέειν».
(=Μόνοι αγαπητοί στους θεούς είναι όσοι εχθρεύονται την αδικία).
24) DK 68 B 219: «Χρημάτων όρεξις ην μη ορίζηται κόρω πενίης εσχάτης πολλόν χαλεπωτέρη. Μείζονες γαρ ορέξεις μείζονας ενδείας ποιούσιν».
(=Η βουλιμία για κέρδη οικονομικά, αν δεν περιορίζεται σε κάποια όρια χορτασμού, είναι χειρότερη και από την έσχατη πενία, γιατί όσο μεγαλώνει η βουλιμία του ανθρώπου τόσο πιο φτωχός νιώθει).
25) DK 68 B 247: «Ανδρί σοφώ πάσα γη βατή. Ψυχής γαρ αγαθής πατρίς ο σύμπας κόσμος».
(= Για τον άνθρωπο το συνετό και δίκαιο όλη η γη είναι βατή, προσβάσιμη. Γιατί της αγαθής ψυχής πατρίδα είναι ο κόσμος όλος).
26) DK 68 B 248: «Νόμος βούλεται μεν ευεργετείν βίον ανθρώπων, δύναται δε, όταν αυτοί βούλονται πάσχειν ευ. Τοις γαρ πειθομένοις την ιδίαν αρετήν ενδείκνυται» .
(=Ο νόμος - που εκφράζει τη βούληση του νομοθέτη για το καλό της κοινωνίας συνολικά- εγκλείει ως στόχο το να ευεργετεί τη ζωή των ανθρώπων δείχνοντας το δρόμο του δικαίου. Και μπορεί αυτό να επιτευχθεί, αν οι πολίτες επιθυμούν αυτή την ευεργεσία να τη δεχτούν. Γιατί γι’ αυτούς που πείθονται ο νόμος ενισχύει τη δική τους αρετή).
27) DK 68 B 292: «Άλογοι των ασυνέτων αι ελπίδες».
(= Παράλογες είναι οι ελπίδες των ανθρώπων που δεν έχουν σύνεση).
28) DK 68 B 285: «Γιγνώσκειν χρεών ανθρωπίνην βιοτήν αφαυρήν τε εούσαν και ολιγοχρόνιον…».
(=Είναι ανάγκη οι άνθρωποι να γνωρίζουν (και να το θυμούνται σταθερά) ότι η ζωή τους είναι σύντομη και με αδυναμίες πολλές (ώστε να ρυθμίζουν ανάλογα τους λογισμούς και τις πράξεις τους)).
Επίλογος
Αξιοσημείωτα νομίζω για την περίπτωση του Δημόκριτου τούτα:
.α΄. Ασχολήθηκε με όλα τα θέματα / πεδία όπου απλώνεται η πνευματική ζωή του ανθρώπου, όπως αυτά τα γνωρίζουμε με ορολογία μεταγενέστερη (Γνωσιολογία, Ηθική, Αισθητική, Μεταφυσική)
.β΄. Ιδιαίτερα ασχολείται με τα ζητήματα που συνθέτουν ήθος ζωής (εύθυμης, κατά την ορολογία του).
.γ΄. Φαίνεται ότι κάπου κάπως άγγιξε πρώτος εκείνος το Πρόβλημα Ελευθερίας της Συνείδησης (που αργότερα ο Αριστοτέλης το προσέγγισε ως προαίρεση και οι Στωικοί, Επικούρειοι το διαμόρφωσαν έτσι που το γνωρίζει και σήμερα ο φιλοσοφικός στοχασμός.
-----------------------------------
Ηθικά Νικομάχεια ΙΙΙ.2.1: «Διωρισμένων δε του τε εκουσίου και ακουσίου περί προαιρέσεως έπεται διελθείν· οικειότατον γαρ είναι τη αρετή και μάλλον τα ήθη κρίνειν των πράξεων». (=Αφού προσδιορίσαμε τι σημαίνει εκούσια και ακούσια πράξη, επόμενο είναι να διερευνήσουμε την έννοια της προαίρεσης, γιατί αυτή είναι η πιο κοντινή προς την έννοια της αρετής).
Ηθικά Νικομάχεια ΙΙΙ, 2.8 «Προαιρείται δ’ έκαστος όσα οίεται γενέσθαι δι’ εαυτού» («τα μεν γαρ εφ’ ημίν τα δε ουκ εφ’ ημίν»).(=Καθένας μπορεί να κάνει την επιλογή του (προαίρεση) ανάμεσα σε λύσεις που κρίνει ότι είναι στα όρια των δικών του δυνατοτήτων).
Ηθικά Νικομάχεια ΙΙΙ,2.9 : «όλως δ’ έοικεν η προαίρεσις περί τα εφ’ ημίν είναι».(=Γενικά φαίνεται ότι η προαίρεση αναφέρεται σε δυνατές λύσεις, που βρίσκονται μέσα στα όριά μας - όπου εμείς μπορούμε να δράσουμε).
Ηθικά Νικομάχεια ΙΙΙ,3.19: « η προαίρεσις αν είη βουλευτική όρεξις των εφ’ ημίν». (=Η προαίρεση μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι επιθυμία, που η πραγμάτωσή της είναι μέσα στις δυνατότητές μας).
Ηθικά Νικομάχεια IV,2.4 : «ούτε άνευ νου και διανοίας ούτε άνευ ηθικής έξεως η προαίρεσις».[= Η προαίρεση (ως νοητική πράξη επιλογής μιας από τις δυνατές για τον προαιρούμενο λύσεις) δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς νοητική προσπάθεια και ηθική τάση προς την πράξη, που το υπεύθυνο άτομο προαιρείται να πράξει].