Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2025

Ο φιλελληνισμός σε Ελβετία και Γερμανία

Α. Φιλελληνικά κομιτάτα

Αν και οι διεθνείς συνθήκες δεν ήταν ευμενείς για την Επανάσταση του 1821, ο εθνικός απελευθερωτικός μας αγώνας είναι συνυφασμένος με την λέξη «φιλελληνισμός». Ο όρος «φιλελληνισμός» δηλώνει ένα ιδεολογικό και πνευματικό κίνημα, το οποίο ξεκίνησε- και αναπτύχθηκε-, κατά τον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα της Ελλάδος (1821-1828), σε ευρωπαϊκές χώρες και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, για την ηθική και υλική υποστήριξη του ελληνικού λαού[1]. Βέβαια, η λέξη «φιλελληνισμός» απαντά, για πρώτη φορά, το 1781. Ακριβέστερα, εντοπίζεται στο έργο του Ιώσηπου Μοισιόδακος, με τίτλο «Θεωρία της Γεωγραφίας».

Ο φιλελληνισμός είναι πλήρως συνυφασμένος και με το θρησκευτικό καθήκον. Αναλυτικά, πρόκειται για έναν αγώνα χριστιανών κατά της ημισελήνου. Με άλλα λόγια, η κάθοδος των φιλελλήνων μοιάζει με μεσαιωνική Σταυροφορία. Ο γνωστότερος χαρακτηρισμός του φιλελληνισμού αποδίδεται από τον Γερμανό Bartholdy. Σαφέστερα, διαβάζουμε: «Ο φιλελληνισμός είχε γίνει μία δύναμη. Ισοπέδωσε τις μέγιστες πολιτικές αντιθέσεις και, ένωσε τα εχθρικά πολιτικά κόμματα σ’ έναν κοινό ενθουσιασμό. Επέδρασε, όπως συνήθως ενεργούν μόνο τα θρησκευτικά κινήματα: γκρέμισε τους μεσότοιχους των κοινωνικών τάξεων και εθνικών συνειδήσεων. Με τους αριστοκράτες πήγαν οι πληβείοι, χέρι με χέρι, αρμονικά, ως προς αυτό το ζήτημα, με τους ριζοσπάστες οι συντηρητικοί. Παντού ονειρεύονταν την ματωβαμμένη ορφανή του ευρωπαϊκού πολιτισμού[2]. Αλλά ο ενθουσιασμός τότε μόνο θα είχε σημασία, όταν θα υψωνόταν πάνω από το λόγο, για να γίνει πράξη. Μάταιες ήταν οι απαγορεύσεις της αστυνομίας και των κυβερνήσεων, μάταια νουθετούσε η στοχαστική φρόνηση μερικών «γέρων», μάταια ακόμη κουνούσε αποδοκιμαστικά το ολύμπιο κεφάλι του ένας Goethe. Είχε πια ξυπνήσει ο πόθος για μία μεγάλη, παγκόσμια επιχείρηση. Σταυροφορικές ιδέες κυκλοφορούσαν σε όλο τον κόσμο».

Στα πλαίσια αυτά σχηματίζονται, ήδη από το καλοκαίρι του 1821, οι πρώτες επιτροπές, οι οποίες διέθεταν φιλελληνικό χαρακτήρα. Οι επιτροπές αυτές έμειναν γνωστές στην ιστορία με τον όρο «κομιτάτα». Τα κομιτάτα απαρτίζονταν από ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών, απόστρατους αξιωματικούς των ναπολεόντειων πολέμων, θαυμαστές της αρχαίας Ελλάδος και, γενικότερα, ανθρώπους με δημοκρατικά και φιλελεύθερα ιδανικά[3]. Στόχος των κομιτάτων υπήρξε η ηθική, πολιτική και οικονομική στήριξη στους αγωνιζόμενους Έλληνες. Με άλλα λόγια, το κύριο μέλημά τους ήταν η οργάνωση και προώθηση πολεμοφοδίων και τροφίμων.

Σύντομα, η δράση των κομιτάτων επεκτάθηκε και στο πεδίο της μάχης. Ο λόγος έγκειται στο γεγονός ότι, παρά τις αντιδράσεις των συντηρητικών κύκλων, ένας απελευθερωτικός πόλεμος κατά ενός αλλόθρησκου και αλλόφυλου δυνάστη θεωρείται δίκαιος και ιερός, διότι αποβλέπει στην επικράτηση του αισθήματος της δικαιοσύνης[4]. Από το καλοκαίρι του 1821 ως τα τέλη του Αγώνα, περίπου 1800 φιλέλληνες πολέμησαν στο πλευρό των αγωνιζομένων Ελλήνων. Από αυτούς, έπεσαν στο πεδίο της μάχης ή πέθαναν περίπου 300.

Ολοκληρώνοντας, η ευρεία διάδοση του φιλελληνικού ρεύματος στην δυτική Ευρώπη οφείλεται- κατ’ αποκλειστικότητα- στους Έλληνες της διασποράς Οι Έλληνες της διασποράς συναποτελούνται από μόνιμους κατοίκους των παροικιών, οι οποίοι ανήκαν στην αστική τάξη, λογίους και φοιτητές στα πανεπιστήμια του εξωτερικού[5]. Χάρη στις διαπροσωπικές σχέσεις και επαφές των, η διάδοση του φιλελληνικού κινήματος υπήρξε αποτελεσματική. Τέλος, χαρακτηριστικά παραδείγματα «απανταχού» Ελλήνων, οι οποίοι προκαλούσαν αισθήματα αλληλεγγύης προς τους δοκιμαζομένους υπήρξαν ο Αδαμάντιος Κοραής, και οι έμποροι των Κάτω Χωρών.

Β. Η «Γερμανική Λεγεώνα», ο Θείρσιος και ο Θεοχάρης Κεφαλάς

Β1. Το σχέδιο του Θείρσιου

Οι πρώτες- από χρονολογική άποψη- χώρες, οι οποίες ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των εξεγερθέντων Ελλήνων υπήρξαν η Γερμανία και η Ελβετία. Ήδη από το καλοκαίρι του 1821, ιδρύθηκαν κομιτάτα σε περιοχές των δύο χωρών[6]. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα συνεργασίας μεταξύ κομιτάτων στις δύο αυτές χώρες αποτελεί η δημιουργία της Γερμανικής Λεγεώνας.

Η γέννηση της Γερμανικής Λεγεώνας οφείλεται στον πανεπιστημιακό Friedrich Wilhelm Thiersch, γνωστό και ως «Θείρσιο». Ο τύπος «Θείρσιος» οφείλεται στο ότι ο Thiersch θεωρούσε την Ελλάδα πραγματική του πατρίδα, μητέρα της σκέψης και των ιδανικών του. Για το λόγο αυτό, προέβη σε εξελληνισμό του ονόματός του.

Αρχικά, το σχέδιο του Θείρσιου ανέφερε ότι η λεγεώνα θα δημιουργείτο με τη χρηματοδότηση από φιλελληνικά κομιτάτα. Για τον στόχο αυτό, ήρθε σε επαφή με Έλληνες της διασποράς, αλλά και ορισμένους πατριώτες, όπως για παράδειγμα τον Θεοχάρη Κεφαλά. Ανάμεσα στους ένθερμους υποστηρικτές του σχεδίου του Θείρσιου, ήταν ο μονάρχης της Βαυαρίας, Λουδοβίκος Α΄. Ωστόσο, η αυστριακή αστυνομία έλαβε γνώση της κίνησης και, το εγχείρημα ναυάγησε[7]. Αρχικός στόχος ήταν η αποστολή γερμανικού στρατιωτικού σώματος, με έναν στρατηγό, ο οποίος θα εκτελούσε διαταγές της- προσωρινής- ελληνικής κυβέρνησης. Τέλος, ο Θείρσιος ανέφερε για πρώτη φορά την ύπαρξη λεγεώνας σε άρθρο του, τον Σεπτέμβριο του 1821.

Η δράση του Θείρσιου έγινε αντιληπτή από τις αυστριακές αρχές. Συνεπώς, βρέθηκε στο στόχαστρο του Metternich. Εκτός από τον Metternich, ο Θείρσιος, ως εμπνευστής της Λεγεώνας, στοχοποιήθηκε και από την πρωσική κυβέρνηση. Σε γενικές γραμμές, το εγχείρημά του αποκηρύχθηκε από τους συντηρητικούς κύκλους της εποχής του.

Β2. Θεοχάρης Κεφαλάς και Λεγεώνα

Αν ο Θείρσιος ήταν ο ιθύνων νους της Γερμανικής Λεγεώνας, ο Θεοχάρης Κεφαλάς, από κοινού με τον Πρώσο αξιωματικό, von Dittmar, ήταν η ψυχή του εγχειρήματος. Ο Θεοχάρης Κεφαλάς καταγόταν από την περιοχή του Ολύμπου και ανήκε στον πολιτικό οργανισμό της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, με επικεφαλής τον Θεόδωρο Νέγρη[8]. Στις 23 Νοεμβρίου 1821, ο Νέγρης στέλνει τον Κεφαλά στην Ευρώπη αφενός για σύναψη δανείου και, αφετέρου, για στρατολογία εθελοντών. Τον Ιούλιο του 1822, ο Κεφαλάς απευθύνθηκε, με επιστολή του από την Ζυρίχη, «προς τους φίλους της Ελλάδος» και, χάρη στην βοήθεια των φιλελληνικών κομιτάτων της κεντρικής Ευρώπης, οργάνωσε την Γερμανική Λεγεώνα. Επρόκειτο για ένα σώμα 120 ανδρών από την Γερμανία και την Ελβετία[9]. Επίσης, ο Κεφαλάς πέτυχε, δρώντας σε Ζυρίχη και Μασσαλία, την σύναψη ενός δανείου, συνολικού ύψους 102.000 φλορινιών. Μεγάλο μέρος του δανείου θα χρησίμευε για την αγορά οπλισμού, αλλά, δεν έφτασε ποτέ στην Ελλάδα.

Τον Νοέμβριο του 1822, η Γερμανική Λεγεώνα, με αρχηγό τον Κεφαλά, ξεκινά για την Ελλάδα από την Μασσαλία[10]. Ο von Dittmar συνόδευε το σύνολο των ανδρών, αλλά χωρίς να διαθέτει κάποια επίσημη ιδιότητα. Ωστόσο, το εγχείρημα της Γερμανικής Λεγεώνας δεν στέφθηκε από επιτυχία. Αναλυτικά, με συζητήσεις στην Ύδρα, ο Κεφαλάς επιχειρούσε να πείσει την ελληνική κυβέρνηση ως προς την ανάληψη της διοίκησης και του ανεφοδιασμού, πράγμα για το οποίο είχε εγγυηθεί στα φιλελληνικά κομιτάτα. Ακόμη, στις 28 Δεκεμβρίου 1822, ο von Dittmar, με επιστολή του προς την Διοίκηση του προσωρινού πολιτεύματος, απαιτούσε την μετάβαση των εθελοντών στο Μεσολόγγι. Ο Πρώσος αξιωματικός θεώρησε ότι στο Μεσολόγγι θα έβρισκαν τα μέλη της Λεγεώνας υλικό ανεφοδιασμού, το οποίο θα έστελναν τα κομιτάτα. Βέβαια, η κατάσταση των μελών της Λεγεώνας παρέμενε απελπιστική.

Με την έλευση του 1823, η κατάσταση είχε επιδεινωθεί περισσότερο. Έτσι, τα μέλη της Λεγεώνας έστειλαν έναν αντιπρόσωπό τους στην Γερμανία, τον αξιωματικό Kolbe, ο οποίος θα συζητούσε τα έξοδα της επιστροφής τους. Ο Kolbe ξαναγύρισε στην Ελλάδα, αλλά συνόδευε τον Άγγλο αξιωματικό Stanhope, ο οποίος όδευε προς το Μεσολόγγι. Το τέλος της Γερμανικής Λεγεώνας είχε φτάσει. Οι ελάχιστοι επιζήσαντες από το υπό εξέταση σώμα κατέληξαν στο σώμα πυροβολικού, το οποίο είχε συγκροτήσει στο Μεσολόγγι ο λόρδος Byron[11]. Η προσχώρηση μελών της Λεγεώνας στο σώμα του Byron περιγράφεται σε ημερολόγιο της εποχής, το οποίο ήταν γραμμένο από τον εθελοντή Treiber. Σαφέστερα, διαβάζουμε: «Ήλθε ο Rosner από το Μεσολόγγι, με την είδηση πως ο Kolbe έφθασε από την Γερμανία, φέρνοντας χρηματικά βοηθήματα για τους Γερμανούς και μία πρόσκληση προς όλους τους Γερμανούς να καταταγούν στο σώμα πυροβολικού, που συγκρότησε ο λόρδος Μπάϋρον. Όλοι οι Γερμανοί, εκτός από τον Scholinus, αποφασίσαμε να πάμε στο Μεσολόγγι».

Ολοκληρώνοντας, δεν γνωρίζουμε αν δόθηκαν στην κυβέρνηση μέρος των χρημάτων, τα οποία είχε εξασφαλίσει ο Κεφαλάς. Όμως, τα χρήματα αυτά αναγνωρίστηκαν ως εθνικά χρέη τον Οκτώβριο του 1823. Την ίδια εποχή και, παρά την αποτυχία της Γερμανικής Λεγεώνας, ο Κεφαλάς προήχθη σε στρατηγό, για τις υπηρεσίες του προς τους εξεγερθέντες συμπατριώτες του. Ωστόσο, ο Κεφάλας αρρώστησε και, λίγο αργότερα, πέθανε.

Γ. Φιλελληνισμός στην κεντρική Ευρώπη

Γ1. Ελβετία

Η Ελβετία υπήρξε από τις πρώτες- χρονολογικά- χώρες, στις οποίες αναπτύχθηκε το κίνημα του φιλελληνισμού. Βέβαια, υπήρξαν και κάποια αίτια, τα οποία προσέλκυσαν το ενδιαφέρον των Ελβετών για τα ελληνικά πράγματα. Εν πρώτοις, οι Ελβετοί θεώρησαν ότι οι χριστιανοί πρέπει να εκφράσουν την αλληλεγγύη. Το δεύτερο αίτιο ήταν συνυφασμένο με την αντίληψη ότι μόνο ο Ελβετός πολίτης έχει την δυνατότητα να αισθανθεί ελεύθερος σε μία ανεξάρτητη χώρα. Ακόμη, αίτιο αποτελούσε η πεποίθηση ότι ο ευρωπαϊκός πολιτισμός οικοδομήθηκε χάρη στην προσφορά της Ελλάδος. Ολοκληρώνοντας, το τέταρτο- και βασικότερο- αίτιο ήταν μία πιθανή εμπορική συνεργασία μεταξύ της Ελβετίας και της ελεύθερης Ελλάδος[12].

Στις 15 Σεπτεμβρίου 1821 ιδρύεται το πρώτο κομιτάτο στην Βέρνη ενώ, στις 11 Νοεμβρίου του ιδίου έτους οργανώνεται ένα δεύτερο φιλελληνικό κέντρο, με έδρα την Ζυρίχη. Ακόμη, φιλελληνικά κομιτάτα ιδρύθηκαν και σε άλλα καντόνια. Επίσης, μία άλλη πόλη, στην οποία ιδρύθηκε φιλελληνικό κομιτάτο, υπήρξε η Γενεύη. Ο αρχικός σκοπός όλων των προαναφερθέντων κομιτάτων ήταν η φιλοξενία στρατιωτικών, οι οποίοι προέρχονταν από την Γερμανία. Οι Γερμανοί στρατιωτικοί πήγαιναν στην Ελλάδα από τα λιμάνια της Μασσαλίας ή του Livorno, στην Ιταλία.

Υπολογίζεται ότι, κατά το ημερολογιακό έτος 1822, είχαν ήδη σταλεί από την Ελβετία στην αγωνιζόμενη Ελλάδα 440 στρατιώτες και αξιωματικοί. Η συντριπτική τους πλειοψηφία διακρίθηκε στα πεδία των μαχών. Μετά το τέλος του Αγώνα, ορισμένοι γύρισαν στις πατρίδες τους. Αντίθετα, άλλοι εγκαταστάθηκαν για πάντα στην Ελλάδα.

Στα τέλη του 1822, το φιλελληνικό κέντρο της Ζυρίχης αναγνωρίζεται ως η κεντρική επιτροπή όλης της χώρας. Πρόεδρος της επιτροπής Ζυρίχης ορίστηκε ο καθηγητής του πανεπιστημίου, J. Bremi. Από το 1825, η δράση της επιτροπής Ζυρίχης θα επισκιαστεί από την αντίστοιχη επιτροπή της Γενεύης. Κεντρικό πρόσωπο στην φιλελληνική επιτροπή της Γενεύης είναι ο μεγάλος φιλέλληνας, Jean- Gabriel Eynard.

Ο Eynard είχε λάβει ιδιαίτερη πρόνοια για τις επισιτιστικές ανάγκες των αγωνιζομένων, ιδιαίτερα των πολιορκημένων του Μεσολογγίου. Για το σκοπό αυτό, διοργάνωσε αποστολές από τα ιταλικά λιμάνια, το 1826[13]. Το συνολικό ποσό, το οποίο διατέθηκε από τον Eynard και τον φιλελληνικό του κύκλο ξεπερνούσε τα 2.000.000 φράγκα. Κλείνοντας, στον Eynard πρέπει να αποδοθεί η ορθή διαχείριση των δανείων από την Μ. Βρετανία, κατά την διετία 1824-1825.

Ένας ακόμη σπουδαίος φιλέλληνας, ο οποίος προερχόταν από την Ελβετία, ήταν ο Ιωάννης- Ιάκωβος Mayer. Ο Mayer κατέβηκε στο Μεσολόγγι ήδη από το πρώτο έτος του Αγώνα. Αρχικά, εντάχθηκε στον κύκλο του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου, ο οποίος εκπροσωπούσε την διοίκηση. Βαθμιαία, ωστόσο, οι σχέσεις των δύο ανδρών οδηγήθηκαν στην ρήξη. Ο Mayer δημοσίευε λίβελους κατά του Μαυροκορδάτου μέσω της εφημερίδας «Ελληνικά χρονικά», την οποία εξέδιδε μαζί με τον Βρετανό αξιωματικό, Stanhope[14]. Σαφέστερα, διαβάζουμε: «Ο Μάγερ, συντάκτης των «Χρονικών» κηρύττων τον εαυτόν του δημοκρατικώτατον εκλαμπρότατον ή πρίγκηπα, τον Μαυροκορδάτον ποτές δεν τον ωνόμαζεν, παρά απλώς «ο κ. Μαυροκορδάτος» και πάντοτε ήτον ένας των αντιπολιτευομένων του κου Μαυροκορδάτου»[15]. Το τέλος της ζωής του Mayer συνέπεσε με την ηρωϊκή Έξοδο του Μεσολογγίου, τον Απρίλιο του 1826.

Στην περίπτωση του Mayer και των «Ελληνικών χρονικών», οι παρεμβάσεις και η λογοκρισία, η οποία επεβλήθη από τον Μαυροκορδάτο, αντικατοπτρίζουν τις πολιτικές διαιρέσεις της εποχής και, παράλληλα, είναι συνυφασμένα με τους βασικούς ιδεολογικούς πόλους, οι οποίοι επιθυμούν διαφορετική εξέλιξη στον Αγώνα κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τέλος, υπάρχει μία άποψη, η οποία παρουσιάζει την έκδοση εφημερίδων εν μέσω του Αγώνα σαν αποτέλεσμα των εκσυγχρονιστών, ανάμεσα στους οποίους ανήκουν και οι φιλέλληνες[16]. Όμως, η άποψη αυτή δεν επιβεβαιώνεται.

Εκκλήσεις και άρθρα, τα οποία δημοσιεύονται στον ημερήσιο Τύπο, προκαλούν την συγκέντρωση τροφίμων, πολεμοφοδίων και μισθοφόρων, με στόχο να βοηθήσουν τους δοκιμαζόμενους Έλληνες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί μία έκκληση, η οποία δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 1822 στην Γενεύη. Επρόκειτο για βοήθεια προς Έλληνες πρόσφυγες από την Μολδαβία και την Βλαχία, οι οποίοι επιθυμούσαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Τον Μάϊο του 1823, οι Έλληνες πρόσφυγες θα υπογράψουν ευχαριστήρια επιστολή, σε αρχαΐζουσα γλώσσα, προς τα φιλελληνικά κομιτάτα. Υπεύθυνος για την σύνταξη στην αρχαϊκή γλώσσα ήταν ο Έλληνας ποιητής Ανδρέας Κάλβος, ο οποίος είχε εκδιωχθεί από την Ιταλία, λόγω της συμμετοχής του στο κίνημα των καρμπονάρων, το 1820[17].

Ο Κάλβος κατέφυγε- αρχικά- στην Ζυρίχη και, εν συνεχεία, στην Γενεύη, όπου υπήρχε φιλελληνικό ρεύμα. Το φιλελληνικό ρεύμα οδήγησε τον Κάλβο στην σύνθεση του έργου του «Λύρα», μία συλλογή με 10 ωδές. Τέλος, ο Κάλβος συναντήθηκε με τον Καποδίστρια, ο οποίος του έδωσε συστατική επιστολή προς τον αρχηγό των καρμπονάρων της Ελβετίας, La Harpe[18].

Γ2. Γερμανία

Γ2.1. Ο φιλελληνισμός στην Γερμανία (1821-1823)

Στις αρχές του 19ου αιώνα, η Γερμανία εμφανίστηκε ως ένα νέο κράτος, στο οποίο κυριαρχούσε- όπως και σε άλλες περιοχές της Ευρώπης- ο φιλελευθερισμός. Κατά συνέπεια, είχε δημιουργηθεί ένα πρόσφορο κλίμα, για να δεχθεί τον τιτάνιο απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων κατά των Οθωμανών. Επιπλέον, ο απελευθερωτικός αγώνας μας διέθετε και θρησκευτικό χαρακτήρα. Συνεπώς, οι φιλόθρησκοι Γερμανοί εντυπωσιάστηκαν και, αποφάσισαν να βοηθήσουν τον αγωνιζόμενο λαό μας.

Η Γερμανία υπήρξε μία ακόμη χώρα, στην οποία ιδρύθηκαν φιλελληνικά κομιτάτα. Συγκεκριμένα, το πρώτο- χρονολογικά- κομιτάτο ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1821 από τον A. Schott. Έδρα του ήταν η Στουτγάρδη. Σύντομα, άρχισαν να ιδρύονται και άλλα κομιτάτα, σε διάφορες περιοχές της Γερμανίας[19]. Η δράση των επιτροπών αυτών είναι ανάλογη με την αυστηρότητα της εξουσίας. Συγκεκριμένα, όπου η εξουσία ήταν αυστηρή, η δράση δεν ήταν έντονη. Αντίθετα, η πυκνή δραστηριότητα μίας φιλελληνικής κίνησης σήμαινε πιο διαλλακτική ηγεσία. Ολοκληρώνοντας, η Στουτγάρδη για το νότο και η Δαρμστάδη για τον βορρά εξελίσσονται- σταδιακά- σε προπύργια του γερμανικού φιλελληνισμού.

Στην Γερμανία, οι άνθρωποι των γραμμάτων πρωτοστάτησαν στην φιλελληνική κίνηση. Ο πρώτος- χρονολογικά- πανεπιστημιακός υπήρξε ο καθηγητής Φιλοσοφίας, Wilhelm Krug. Πιο αναλυτικά, το Πάσχα του 1821, ο Krug υπεράσπισε τα ελληνικά δίκαια και, πήρε θετική θέση στο θέμα της Επανάστασης, η οποία είχε ξεσπάσει στην Ελλάδα. Σαφέστερα, στο φυλλάδιο του Krug, υπό τον τίτλο “Griechenlands Wiedergeburt”, αναφέρεται ότι οι Έλληνες δεν είναι στασιαστές, διότι ποτέ δεν υποτάχθηκαν στους Οθωμανούς με συνθήκη[20]. Άρα, οι χριστιανικές δυνάμεις πρέπει να βοηθήσουν. Συγκεκριμένα, αναφέρει: «Η κυριαρχία των Τούρκων δε μπορεί να θεωρηθεί με κανέναν τρόπο νόμιμη, είναι απλά παράνομη … τίποτα δε μπορεί να θεμελιώσει νομικά την επικράτηση ενός λαού έναντι ενός άλλου».

Ακόμη, την 1η Αυγούστου 1821, ο Krug, μέσω προκήρυξης, μιλά στους φοιτητές του για την ανάγκη ως προς το να συγκροτηθούν φιλελληνικές επιτροπές, η οποίες θα βοηθούσαν τον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα του ελληνικού λαού. Τον επόμενο μήνα, ο Krug δημοσιεύει τα «Τελευταία λόγια για το ελληνικό ζήτημα», επιχειρηματολογώντας υπέρ της ελληνικής Επανάστασης. Τέλος, ο Krug δημοσίευσε μία φιλελληνική προκήρυξη και το 1822. Όμως, οι δημοσιεύσεις του Krug προκάλεσαν λογοκρισία και, ο ίδιος ήλθε αντιμέτωπος με την αυστηρότητα της πρωσικής κυβέρνησης[21]. Παρά την λογοκρισία και την δίωξή του από τους Πρώσους, οι ιδέες του διαδόθηκαν ευρύτατα.

Συνοψίζοντας, ο Krug δεν ήταν ούτε ρηξικέλευθο πνεύμα, ούτε πολέμιος της «Ιερής Συμμαχίας». Οι φιλελληνικές του θέσεις επηρεάζονταν από την πίστη του στον Χριστιανισμό. Με άλλα λόγια, ο Krug διακήρυττε ότι οι Έλληνες όφειλαν να ανακτήσουν την χαμένη πατρίδα τους, την συνέχεια της αρχαίας Ελλάδος. Στην πατρίδα αυτή θα κατοικούσε ένας χριστιανικός λαός[22].

Ένας άλλος σπουδαίος φιλέλληνας της Γερμανίας υπήρξε, όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, ήταν ο Θείρσιος. Αρχικά, ο Θείρσιος πρόβαλε τα φιλελληνικά του αισθήματα ταυτόχρονα με τον Krug και, ειδικότερα, με την προκήρυξή του «Η σωτηρία της Ελλάδος, η υπόθεση της υπόχρεης Ευρώπης». Με το κείμενο αυτό προπαγάνδιζε θέσεις υπέρ των εξεγερθέντων Ελλήνων, στηριζόμενος σε ένα επιχείρημα χρέους απέναντι στην Ελλάδα. Αναλυτικότερα, η Ευρώπη όφειλε- εν πολλοίς- την ύπαρξή της στα επιτεύγματα των Ελλήνων. Για το λόγο αυτό, η στήριξη προς τους αγωνιζόμενους Έλληνες αποτελούσε επιτακτική ανάγκη[23].

Ακόμη, μέσω της αρθρογραφίας του στην εφημερίδα “Augsburger Allgemeine Zeitung” ο Θείρσιος επιχειρούσε να διαφωτίσει τον γερμανικό λαό ως προς τα ελληνικά πράγματα και, παράλληλα, να υπεραμύνεται των ελληνικών θέσεων. Η υπεράσπιση των ελληνικών θέσεων εκ μέρους του Θείρσιου ερχόταν σε αντιδιαστολή με αναφορές στο κίνημα των καρμπονάρων. Φυσικά, είχε έρθει σε επαφή με Έλληνες της διασποράς, ώστε να γνωρίζει την πορεία του εθνικοαπελευθερωτικού Αγώνα[24].

Όμως, οι εκδηλώσεις φιλελληνισμού έγιναν αντιληπτές από την Αυστρία και την Πρωσία και, όπως ήταν φυσικό, υπήρξε αντίδραση. Πιο αναλυτικά, στα τέλη του 1821, η αυστριακή κυβέρνηση, από κοινού με την πρωσική, επέβαλε στις κυβερνήσεις των γερμανικών κρατιδίων τον περιορισμό των φιλελληνικών εκδηλώσεων και, ιδίως, από τους κύκλους των πανεπιστημιακών.

Εκτός από τον Τύπο και τους καθηγητές των πανεπιστημίων, φιλελληνικά αισθήματα παρατηρούνται και στην λογοτεχνική παραγωγή της εποχής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα «Τραγούδια των Ελλήνων», έργο του W. Miller[25]. Με το έργο αυτό, ο Miller όχι μόνο εξυμνεί τα κατορθώματα των Ελλήνων αγωνιστών, αλλά, ταυτόχρονα, κατορθώνει να συγκινήσει τους συμπατριώτες του. Ακόμη, φιλελληνικές εκφάνσεις στην λογοτεχνική παραγωγή της εποχής παρατηρούνται και στα ποιήματα «Υπερίων» και «Αρχιπέλαγος» του H. Holderin. Στα ποιήματα αυτά, εκτός από τον θαυμασμό του για τον αγώνα των Ελλήνων κατά του οθωμανικού δυνάστη, εντοπίζονται- έμμεσα- και αναφορές στα πολιτιστικά επιτεύγματα των αρχαίων Ελλήνων[26]. Ένας τρίτος ποιητής, ο οποίος εμφορείται από φιλελληνικά αισθήματα είναι ο Schiller, με το χαρακτηριστικό ποίημά του “Die Antiken zu Paris”.

Χάρη στην ποίηση και την έντονη δραστηριότητα των πνευματικών ταγών, ο φιλελληνισμός λαμβάνει μεγάλες διαστάσεις σε όλες τις γερμανόφωνες περιοχές, πλην της Αυστρίας. Στην Στουτγάρδη, τη Φρανκφούρτη, την Χαϊδελβέργη και το Αμβούργο, όπως και σε πολλές άλλες πόλεις, οι φιλελληνικοί σύνδεσμοι συλλέγουν χρήματα, τρόφιμα και πολεμικό υλικό για τους Έλληνες αγωνιστές ενώ, οι περισσότεροι από τους εθελοντές, οι οποίοι κατέβηκαν να πολεμήσουν στο πλευρό των Ελλήνων κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν Γερμανοί.

Για τις παραπάνω ενέργειες, η προσωρινή κυβέρνηση της επαναστατημένης Ελλάδος, όπως είχε διαμορφωθεί από τις αρχαιρεσίες των Εθνοσυνελεύσεων σε Επίδαυρο και Άστρος, αποφάσισε να εκφράσει την ευγνωμοσύνη της προς τους πρωτεργάτες της φιλελληνικής κίνησης σε Γερμανία και Ελβετία. Αναλυτικά, στις 15 Ιουνίου 1823, το Βουλευτικό εγκρίνει την πρόταση του Εκτελεστικού, η οποία ανέφερε ότι ήταν υποχρεωτικό να πολιτογραφηθούν ως Έλληνες τα επιφανή μέλη των κομιτάτων στις χώρες αυτές.

Ανάμεσα στα μέλη του ελβετικού φιλελληνισμού, περίοπτη θέση κατείχαν ο καθηγητής J. Bremi, και ο Eynard. Επίσης, από την Γερμανία ανακηρύχθηκαν- τιμής ένεκεν- Έλληνες πολίτες ο ηγέτης του φιλελληνικού κομιτάτου Στουτγάρδης, A. Schott και ο Βίντερος (Winter), ο οποίος προερχόταν από το κομιτάτο της Χαϊδελβέργης.

Όμως, το σύνολο των φιλελλήνων, όταν έρχεται στην Ελλάδα, περνά από απογοητεύσεις. Ως αίτια της απογοήτευσης πολλών φιλελλήνων πρέπει να εκληφθούν αφενός η πρωτόγονη κατάσταση της χώρας και, αφετέρου, ο διαφορετικός τρόπος ζωής, τον οποίον είχαν υιοθετήσει οι εξεγερθέντες Έλληνες. Επίσης, αίτιο ήταν η έλλειψη αποτελεσματικότητας των φιλελληνικών αποστολών. Επιπλέον, όσοι κατόρθωσαν να επιζήσουν από τα πεδία των μαχών, παρουσίαζαν ένα οικτρό θέαμα. Όλα τα προαναφερθέντα αίτια οδήγησαν πολλούς φιλέλληνες πολεμιστές στο να γυρίσουν πίσω, στις πατρίδες τους[27].

Ειδικότερα, η αποτυχία της Γερμανικής Λεγεώνας είχε ως αποτέλεσμα την οριστική παύση αποστολής εθελοντών από τα γερμανικά και ελβετικά κομιτάτα. Ωστόσο, το φιλελληνικό κίνημα στην Γερμανία άρχισε να αναπτύσσεται πάλι, όταν έγινε γνωστή σε όλη την Ευρώπη η Έξοδος του Μεσολογγίου.

Γ2.2. Ο φιλελληνισμός στην Γερμανία (1825-1828)

Το έτος 1825 αποτελεί ορόσημο για το φιλελληνικό κίνημα στην Γερμανία. Σαφέστερα, ο ηγεμόνας της Βαυαρίας, Λουδοβίκος Α΄, καθιστά το Μόναχο το κέντρο του φιλελληνισμού[28]. Ο Λουδοβίκος, εμπνευσμένος από την αρχαία Ελλάδα, ευνοεί την φιλελληνική κίνηση και, παράλληλα, επιχειρεί να επηρεάσει και τους άλλους ηγεμόνες της Γερμανίας υπέρ των αγωνιζομένων Ελλήνων. Επίσης, ο Θείρσιος επιχείρησε να θέσει τα σχέδιά του προς εφαρμογή, διότι είχε συνειδητοποιήσει ότι υπήρχε ισχυρό φιλελληνικό ρεύμα[29]. Η φιλοδοξία του εκπληρώθηκε, διότι ιδρύθηκε μία φιλελληνική επιτροπή, η οποία ανέπτυξε έντονη δράση.

Τα αποτελέσματα μπορούν να χαρακτηριστούν ως θετικά. Εν πρώτοις, ο Λουδοβίκος διέθεσε τεράστια ποσά για τον Αγώνα των Ελλήνων. Ακόμη, χάρη σε ενέργειες του Θείρσιου, Έλληνες νέοι έφθαναν στο Μόναχο, για να σπουδάσουν στην στρατιωτική σχολή της πόλης. Επιπλέον, το 1826, το κομιτάτο του Μονάχου έστειλε αντιπροσωπεία στην Ελλάδα Βαυαρούς, με επικεφαλής τον αντισυνταγματάρχη von Heideck. Στόχος ήταν η οργάνωση ενός τακτικού στρατού και η ανάληψη πολεμικών δράσεων, αν και η διοίκηση έπρεπε να είναι ελληνική[30]. Ολοκληρώνοντας, μέχρι το τέλος του 1827, το φιλελληνικό κομιτάτο του Μονάχου είχε συγκεντρώσει το ποσό των 150.000 φράγκων, ποσό μεγάλο για τα δεδομένα της εποχής[31]. Το ποσό αυτό προερχόταν από τον βασιλικό οίκο του Μονάχου, αξιωματούχους και, εκπροσώπους της αστικής τάξης.

Εκτός από το Μόναχο, εκδηλώσεις φιλελληνισμού παρατηρήθηκαν και στην περιοχή της Σαξονίας. Βασικό αίτιο υπήρξε η Έξοδος του Μεσολογγίου, τον Απρίλιο του 1826, η οποία αναζοπύρωσε το φιλελληνικό κίνημα στην Δύση[32]. Αναλυτικά, η έναρξη του φιλελληνικού ρεύματος στην Σαξονία σημειώθηκε με την «Παράκληση και προτροπή για την υποστήριξη των χρηζόντων βοήθεια Χριστιανών στο Λεβάντε», η οποία δημοσιεύθηκε στις 29 Μαΐου 1826 στον Τύπο της περιοχής.

Στις 10 Ιουνίου 1826, ακτιβιστές του πρώϊμου φιλελληνισμού, με επικεφαλής τον καθηγητή Krug, ιδρύουν ένα φιλελληνικό κομιτάτο στην Λειψία. Στόχος του ήταν η δημιουργία ενός ταμείου, για την οικονομική στήριξη Ελλήνων φοιτητών στο πανεπιστήμιο της πόλης. Ακόμη, στην Δρέσδη, κέντρο του φιλελληνισμού στην Σαξονία, ιδρύθηκε το «Κομιτάτο για την υποστήριξη των χρηζόντων βοήθεια Ελλήνων», το οποίο οργάνωσε γρήγορα εράνους και, συγκέντρωσε σεβαστά ποσά. Όμως, ο βασιλικός οίκος της Σαξονίας, όπως και πολλοί ανώτεροι αξιωματικοί, δεν συμμετείχαν ενεργά στην φιλελληνική κίνηση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο κόμης von Einsiedel, ο οποίος δεσμεύθηκε να πληρώνει ως ετήσια συνδρομή δύο τάλαρα, ποσό το οποίο θεωρήθηκε πλήρως ντροπιαστικό. Το αποτέλεσμα υπήρξε ότι, μέχρι το 1828 στην Σαξονία είχαν συγκεντρωθεί περισσότερα χρήματα σε σχέση με περιοχές όπως για παράδειγμα το Ανόβερο ή η Έσση, αλλά λιγότερα σε σχέση με την Βαυαρία[33].
ΔΕΣΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1821
-----------------------------
[1]) Βλ και Μπαμπινιώτη, Γ. (1999) Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.

[2]) Σημ: Πρόκειται για την Ελλάδα

[3]) Βλ και Σταματελάτου, Μ. (1983) «Φιλελληνισμός» στην Μεγάλη Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 33, σελ. 591, Αθήνα: Ακάδημος

[4]) Βλ και Φραγκουδάκη, Α. (1988) Γλώσσα και ιδεολογία, Αθήνα: Οδυσσέας

[5]) Βλ και Θαλασσινού, Δ. (2011) «Ο φιλελληνισμός και η ελληνική Επανάσταση» στο περιοδικό Historical Quest, τ. 23, σελ. 11.

[6]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (1978) Η αποστολή του Θεοχάρη Κεφαλά στην Ελβετία και την Γερμανία και η συμβολή του στην ίδρυση της Γερμανικής Λεγεώνας, Θεσσαλονίκη: Φίλιππος

[7]) Βλ και λήμμα σύνταξης (1977) «Θείρσιος» στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ήλιος, τ. 15, σελ. 55, Αθήνα: εκδ. Ι. Δ. Πασσά

[8]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000), Θεσσαλονίκη: Σταμούλης

[9]) Βλ και Σφυρόερα, Β. (1993) «Κεφαλάς, Θεοχάρης» εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς Britannica, τ. 24, σελ. 116-117, Αθήνα: Πάπυρος

[10]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (1978) Η αποστολή του Θεοχάρη Κεφαλά στην Ελβετία και την Γερμανία και η συμβολή του στην ίδρυση της Γερμανικής Λεγεώνας, Θεσσαλονίκη: Φίλιππος

[11]) Βλ και Σφυρόερα, Β. (1993) «Κεφαλάς, Θεοχάρης» εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς Britannica, τ. 24, σελ. 117, Αθήνα: Πάπυρος

[12]) Βλ και Herring, G. (2022) Ο αγώνας των Ελλήνων για ανεξαρτησία και ο φιλελληνισμός, Ηράκλειο Κρήτης: ΠΕΚ.

[13]) Βλ και Woodhouse, C.M. The philellenes, Derby. University of Keele.

[14]) Βλ και Σκαμνάκη, Α. (2020) Πολιτική εξουσία και ΜΜΕ στην σύγχρονη Ελλάδα, Θεσσαλονίκη: Ζυγός

[15]) Βλ και Κασομούλη, Ν. (1937) Ενθυμήματα Στρατιωτικά της επαναστάσεως των Ελλήνων, τ. Γ΄, σελ. 45, 48, Αθήνα: Πάγκειος Επιτροπή

[16]) Βλ και Σκαμνάκη, Α. (2020) Πολιτική εξουσία και ΜΜΕ στην σύγχρονη Ελλάδα, Θεσσαλονίκη: Ζυγός

[17]) Βλ και λήμμα σύνταξης (1996) «Κάλβος, Ανδρέας» στην εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή, τ. 15, σελ. 264, Αθήνα: Τεγόπουλος- Μανιατέας

[18]) Βλ και Λουκάτου, Σ. (1977) «Οι προσφορές του Ιωάννη Καποδίστρια στην ανάπτυξη του δυτικοευρωπαϊκού φιλελληνισμού», στο Δελτίον Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας, τομ.14, σελ. 216.

[19]) Βλ και Πρασσά, Α. (1998) Ο φιλελληνισμός και η επανάσταση του 1821, Αθήνα: ΜΙΕΤ.

[20]) Βλ και Δρούλια, Λ. (1978) «Φιλελληνισμός» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 313, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών

[21]) Βλ και Konstantinou, Ε. (2012) Griechenlandbegeisterung und Philhellenismus, Munchen: Verlag

[22]) Βλ και Papoulia, B. (1991) “Die griechische Wiedergeburt in der Sicht der politischen Romantik”, en: Hänsel, B. Die Entwicklung Griechenlands & die deutsch-griechischen Bezierhungen , p. 71, Munchen: Verlag

[23]) Βλ και λήμμα σύνταξης (1996) «Θείρσιος» στην εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή, τ. 13 σελ. 282, Αθήνα: Τεγόπουλος- Μανιατέας

[24]) Βλ και Παππά, Ι. (2019) Friedrich Thiersch: Ο βίος και το έργο ενός κορυφαίου και αδικημένου Φιλέλληνα, Αθήνα: Καρδαμίτσας

[25]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας

[26]) Βλ και Πασχαλίδη, Δ. (2024) Ο Γερμανικός φιλελληνισμός μέσα από τα έργα των Winckelmann, Hölderlin και Schiller (Διδακτορική Διατριβή), Θεσσαλονίκη: ΑΠΘ.

[27]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1980) Ιστορία του νέου ελληνισμού, τ. ΣΤ΄, σελ. 144, Θεσσαλονίκη: Βάνιας

[28]) Βλ και Konstantinou, Ε. (2012) Griechenlandbegeisterung und Philhellenismus, Munchen: Verlag

[29]) Βλ και Παππά, Ι. (2019) Friedrich Thiersch: Ο βίος και το έργο ενός κορυφαίου και αδικημένου Φιλέλληνα, Αθήνα: Καρδαμίτσας

[30]) Βλ και Σπηλιοπούλου, Ι. (2003) Το ταξίδι του Ειρηναίου Θειρσίου στην Ελλάδα (1831-1832) µέσα από την αλληλογραφία του µε τη γυναίκα του ως πηγή µαρτυρίας για τις ιδεολογικές διενέξεις αναφορικά µε τις ρίζες του ελληνικού πολιτισµού , Αθήνα: ΕΕΝΣ

[31]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1980) Ιστορία του νέου ελληνισμού, τ. ΣΤ΄, σελ. 122-123, Θεσσαλονίκη: Βάνιας

[32]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας

[33]) Βλ και Καρολίδη, Π. (1933) Ο φιλελληνισμός εν Γερμανία, Αθήναι: Π. Δρανδάκης

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου