Α1. Η πολιτική των Μ. Δυνάμεων της Ευρώπης από το 1814
Το φθινόπωρο του 1814, οι Μ. Δυνάμεις της Ευρώπης, οι οποίες είχαν συνασπιστεί και νικήσει τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, συναντήθηκαν στην Βιέννη. Στόχος ήταν μία συμφωνία, η οποία θα εγγυόταν την σταθερότητα στην γηραιά ήπειρο. Η βασική αρχή, η οποία καθορίστηκε στο Συνέδριο της Βιέννης, ήταν η αρχή της «νομιμότητας». Η αρχή αυτή, η οποία υιοθετήθηκε από τον Αυστριακό καγκελάριο Metternich, ανέφερε ότι κάθε δυναστεία, η οποία βασίλευε στα κράτη της Ευρώπης πριν το 1789, έπρεπε αφενός να αποκατασταθεί στο θρόνο και, αφετέρου, να ανακτήσει τα εδάφη, τα οποία είχε χάσει μετά τους ναπολεόντειους πολέμους[1]. Αναλυτικά, σύμφωνα με το περιεχόμενο της αρχής αυτής, η Γαλλία θα είχε ως νέο ηγεμόνα τον βασιλιά Λουδοβίκο ΙΗ΄, αδελφό του εκτελεσθέντος Λουδοβίκου ΙΣΤ΄[2]. Ακόμη, αποφασίστηκε η επιστροφή των Βουρβόνων στα βασίλεια της Ισπανίας και των Δύο Σικελιών. Ωστόσο, παρά το ότι η Γαλλία αναγκάστηκε να καταβάλλει ένα υπέρογκο ποσό ως αποζημίωση, τα σύνορά της παρέμειναν ίδια με αυτά του 1789.
Τον Ιούνιο του 1815, τα στρατεύματα του Ναπολέοντα συντρίβονται από τους Ευρωπαίους συμμάχους στην περιοχή του Βατερλό, στο Βέλγιο. Λίγο μετά, οι Μ. Δυνάμεις της Ευρώπης συνήψαν συμμαχία, με την προοπτική ότι θα μπορούσαν να συνεργαστούν για την καταστολή οποιασδήποτε αναταραχής, η οποία θα επιχειρούσε ανατροπή νόμιμης κυβέρνησης ή αλλαγής συνόρων. Αρχικά, στην συμμαχία συμμετείχαν η Αγγλία, η Αυστρία, υπό τον Metternich, η Πρωσία και η Ρωσία, η οποία βρισκόταν κάτω από την εξουσία του τσάρου Αλέξανδρου Α΄. Λίγο αργότερα, με την προσχώρηση της Γαλλίας, η συμμαχία έγινε πενταπλή.
Λίγο αργότερα, ο τσάρος Αλέξανδρος έπεισε τους συμμάχους να τον ακολουθήσουν στην νέα διακήρυξη του συνασπισμού, ο οποίος μετονομάστηκε σε «Ιερή Συμμαχία». Η «Ιερή Συμμαχία» ήταν αφοσιωμένη στα ιδανικά της δικαιοσύνης, της χριστιανικής καλοσύνης και της ειρήνης. Για την ακρίβεια, η διακήρυξη της «Ιεράς Συμμαχίας», η οποία διατυπώθηκε για πρώτη φορά το 1821, είχε ως εξής: «Χρήσιμαι ή αναγκαίαι μεταβολαί εν τη νομοθεσία ή εν τη διοικήσει των επικρατειών πρέπον είναι να πηγάζωσιν εκ της ελευθέρας θελήσεως και της πλήρους πεποιθήσεως των θεόθεν την εξουσίαν εμπιστευομένων. Παν ό’τι παρεκτρέπεται της αρχής ταύτης φέρει εξ ανάγκης τους λαούς εις αταξίαν, εις κλονισμούς και εις δεινά βαρύτερα παρ’ όσα προτίθεται να θεραπεύση. Οι άνακτες αισθανόμενοι βαθέως την αναλλοίωτον ταύτην αλήθειαν, εν εδίστασαν να κηρύξωσι παρρησία, ότι σεβόμενοι τα δίκαια και την ανεξαρτησίαν όλων των νομίμων εξουσιών εθεώρησαν ως νομίμως μη υπάρχουσαν και μη συνάδουσαν προς τας αρχάς του δημοσίου δικαίου της Ευρώπης πάσαν λεγομένην μεταρρύθμισιν, ενεργουμένη δι’ αποστασίας και δι’ όπλων»[3].
Το αποτέλεσμα της δημιουργίας της «Ιερής Συμμαχίας» ήταν μία σύγχυση ως προς τον ιδεολογικό προσανατολισμό του Αλεξάνδρου. Για την ακρίβεια, το ερώτημα ήταν αν επρόκειτο για φιλελεύθερο ή συντηρητικό μονάρχη. Η απάντηση δόθηκε χάρη στην βίαιη καταστολή των εξεγέρσεων σε Ιταλία και Ισπανία το 1820 από τα στρατεύματα των Μ. Δυνάμεων, στα οποία περιλαμβάνονταν και τα ρωσικά[4]. Με βάση όσα προαναφέρθηκαν, εξάγεται το συμπέρασμα ότι η επανάσταση των Ελλήνων αποτελούσε επικίνδυνο παράγοντα για την τήρηση της τάξης και της νομιμότητας[5].
Το 1820, συγκλήθηκε στο Troppau ένα συνέδριο, στο οποίο έλαβαν μέρος όλα τα μέλη της «Ιερής Συμμαχίας». Λόγος σύγκλησης ήταν το γεγονός ότι οι εξεγερθέντες σε Νάπολη και Ισπανία είχαν ως αποτέλεσμα το να εξαναγκασθούν οι βασιλιάδες των χωρών αυτών στο να παραχωρήσουν Σύνταγμα, το οποίο θα βασιζόταν στο αντίστοιχο Γαλλικό του 1789. Στο Troppau, η Αυστρία, η Πρωσία και η Ρωσία αντέδρασαν στις απειλές αυτές κατά του απολυταρχισμού ενώ, συγχρόνως, υποσχέθηκαν να βοηθήσουν ή μία την άλλη για την καταστολή κάθε επανάστασης. Ωστόσο, η Γαλλία και η Μ. Βρετανία δεν ενστερνίστηκαν την απόφαση, όχι επειδή δεν συμφωνούσαν με τα καταπιεστικά μέτρα, αλλά στο ότι επιθυμούσαν να περιορίσουν την ελευθερία δράσης τους, δεσμευμένες με διεθνείς συνθήκες.
Η αρνητική στάση απέναντι στο ελληνικό ζήτημα εκφράστηκε στα συνέδρια του Laybach[6] και της Verona. Αρχικά, το συνέδριο του Laybach διήρκεσε από τον Ιανουάριο ως τον Μάϊο του 1821. Με άλλα λόγια, το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο διήρκεσε, συνέπεσε με την κήρυξη της Επανάστασης από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία και, την εξάπλωση του Αγώνα στη νότια Ελλάδα. Πρωταγωνιστικό ρόλο στο συνέδριο αυτό είχε ο Metternich. Ο Αυστριακός καγκελάριος τηρούσε εχθρική στάση απέναντι στον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων, διότι, κατά την άποψή του, ο σουλτάνος αντιπροσωπεύει την νομιμότητα και, η εξέγερση των Ελλήνων μπορεί να οδηγήσει την Ρωσία στο να επέμβει στα εσωτερικά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με το πρόσχημα ότι ο τσάρος θα υπερασπιστεί τα συμφέροντα των χριστιανών[7]. Ωστόσο, ο τσάρος Αλέξανδρος έμαθε για την Επανάσταση και, αφού αποδοκίμασε την κίνηση του Υψηλάντη, τον διέγραψε από τις τάξεις του ρωσικού στρατού[8].
Ένα άλλο συνέδριο, διεξήχθη στην Verona της Ιταλίας από τον Οκτώβριο ως τον Δεκέμβριο του 1822. Τα θέματα, τα οποία συζητήθηκαν στην ιταλική πόλη ήταν αφενός η εξέγερση των Ισπανών απέναντι στον βασιλιά Φερδινάνδο Ζ΄ και, αφετέρου, η ελληνική Επανάσταση[9].
Οι επαναστατημένοι Έλληνες είχαν πληροφορηθεί από τον Καποδίστρια για τα θέματα, τα οποία θα τίθεντο επί τάπητος στην Verona. Για το λόγο αυτό, οι Έλληνες απέστειλαν επιστολή, η οποία είχε την μορφή Διακήρυξης. Σαφέστερα, γινόταν λόγος για αγώνα «με τον εχθρόν του χριστεπώνυμου πληρώματος» και, τόνιζε ότι «όλαι αι δυνάμεις του Μωαμεθανισμού συντρέξασαι αγωνίζονται να εξολοθρεύσουν το Έθνος των Ελλήνων{…} διά να υποστηρίξουν την σιδηράν μάστιγα, η οποία εν διαστήματι τόσων αιώνων καταθλίβει το γένος των Ορθοδόξων Χριστιανών και, σήμερον σκοπεύει την εξόντωσιν αυτού». Και, κατέληγε στο ότι η Ελλάς ύψωνε την φωνή της «διά μέσου των νομίμων αυτής παραστατών, εξαιτουμένη συνδρομήν και αντίληψιν των Χριστιανικών Βασιλείων της Ευρώπης ή, τέλος, απαιτούσα, δικαίω τω λόγω, την ακριβή από μέρους αυτών ουδετερότητα εις τον παρόντα αυτής πόλεμον»[10].
Όμως, κατά την διάρκεια του Συνεδρίου, ο εθνικοαπελευθερωτικός Αγώνας του ελληνικού λαού καταδικάστηκε ως ασύνετη και εγκληματική ενέργεια. Ακόμη, οι αλλεπάλληλες ελληνικές αντιπροσωπείες δεν έγιναν δεκτές. Όπως τόνισε ο Ανδρέας Μεταξάς, ο οποίος συμμετείχε στις αντιπροσωπείες αυτές: «Οι ηγεμόνες μας εγκαταλείπουσι, εις ημάς μόνον έχομεν να ελπίζωμεν»[11].
Α2. Η εμφάνιση του φιλελληνισμού
Αν και οι διεθνείς συνθήκες δεν ήταν ευμενείς για την Επανάσταση του 1821, ο εθνικός απελευθερωτικός μας αγώνας είναι συνυφασμένος με την λέξη «φιλελληνισμός». Ο όρος «φιλελληνισμός» δηλώνει ένα ιδεολογικό και πνευματικό κίνημα, το οποίο ξεκίνησε- και αναπτύχθηκε-, κατά τον εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα της Ελλάδος (1821-1828), σε ευρωπαϊκές χώρες και στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, για την ηθική και υλική υποστήριξη του ελληνικού λαού[12]. Βέβαια, η λέξη «φιλελληνισμός» απαντά, για πρώτη φορά, το 1781. Ακριβέστερα, εντοπίζεται στο έργο του Ιώσηπου Μοισιόδακος, με τίτλο «Θεωρία της Γεωγραφίας».
Οι λαοί της δυτικής Ευρώπης αντιμετώπισαν τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων με συμπάθεια και ενθουσιασμό. Στα προαναφερθέντα στοιχεία πρέπει να προστεθεί και ο θαυμασμός προς τους μάχιμους Έλληνες, οι οποίοι αγωνίζονταν για την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. Ακόμη, παράγοντας ανάπτυξης του φιλελληνισμού υπήρξε το φιλελεύθερο πνεύμα, το οποίο είχε κυριαρχήσει στην Ευρώπη μετά την Γαλλική Επανάσταση. Επίσης, ήδη από την αυγή του 19ου αιώνα, είχαν εκδοθεί περιηγητικά και φιλολογικά έργα, τα οποία αναφέρονταν στην Ελλάδα. Επιπλέον, ο φιλελληνισμός συμπληρώθηκε αφενός από μία πλούσια φιλολογική παραγωγή και, αφετέρου, από τον Τύπο. Αναλυτικότερα, στα άρθρα πολλών ευρωπαϊκών εφημερίδων της εποχής, οι αγωνιστές του 1821 παρομοιάζονταν με τους ήρωες των Περσικών πολέμων. Ήδη από τους πρώτους μήνες του Αγώνα των Ελλήνων, κυκλοφόρησε ένα πλήθος από φυλλάδια και βιβλία. Σκοπός της κυκλοφορίας των βιβλίων ήταν να τονιστεί η σημασία της εξέγερσης και, παράλληλα, η ανάγκη για ενίσχυσή της. Συν τοις άλλοις, έκφανση του φιλελληνισμού αποτέλεσε η ίδρυση φιλελληνικών επιτροπών, οι οποίες έμειναν γνωστές με την ονομασία «κομιτάτα». Τα φιλελληνικά κομιτάτα ήταν επιφορτισμένα με την ενίσχυση των αγωνιζομένων με πολεμικό υλικό, τρόφιμα και φάρμακα.
Συν τοις άλλοις, ο φιλελληνισμός είναι πλήρως συνυφασμένος και με το θρησκευτικό καθήκον. Αναλυτικά, πρόκειται για έναν αγώνα χριστιανών κατά της ημισελήνου. Συνεπώς, η κάθοδος των φιλελλήνων μοιάζει με Σταυροφορία[13]. Ακόμη, ίσως πρόκειται για μία πολυεπίπεδη ανθρωπιστική παρέμβαση υπέρ ενός πολέμου.
Τέλος, θα ήταν παράλειψη αν δεν αναφέραμε ότι κίνητρο της φιλελληνικής δραστηριότητας κατά την Επανάσταση του 1821 ήταν το πνευματικό κίνημα, το οποίο έμεινε γνωστό με το όνομα «ρομαντισμός». Ο ρομαντισμός αποτελεί το κίνημα της απελευθερωμένης από την αυστηρότητα των νόμων ψυχικής ορμής, η οποία συνεπαίρνει τον άνθρωπο στον ηρωϊσμό και στις ανώτερες σφαίρες της πραγματικότητας. Περιέχει μέσα του τον πόθο της ελευθερίας, γίνεται φάρος για ανατροπή της τυραννίας και, την παράδοση της ψυχής στις συγκινήσεις[14]. Το κίνημα του ρομαντισμού είχε ως χαρακτηριστικότερους εκπροσώπους τον Byron στην Αγγλία και τον Chateaubriand στην Γαλλία.
Ο φιλελληνισμός δεν περιορίστηκε σε εκδηλώσεις, δημοσίευση άρθρων και βιβλίων ή εράνους, οι οποίοι διενεργούνταν από τα διάφορα κομιτάτα. Οι εκκλήσεις των Ελλήνων για βοήθεια των εξεγερθέντων συνάντησαν ευήκοα ώτα, διότι, πολλοί ξένοι αγωνίστηκαν στο πλευρό των Ελλήνων κατά των Οθωμανών. Μάλιστα, οι πρώτοι- χρονολογικά- εθελοντές έφτασαν στην Ελλάδα στα τέλη Μαΐου του 1821. Ανάμεσα στους εθελοντές υπήρχαν κατ’ επάγγελμα αξιωματικοί, φοιτητές και θαυμαστές της αρχαίας Ελλάδος. Στους προαναφερθέντες πρέπει να προστεθούν κυνηγημένοι από τα απολυταρχικά καθεστώτα αξιωματικοί και πολίτες, μετά την αποτυχία των κινημάτων του 1820. Στις πολεμικές επιχειρήσεις έλαβαν μέρος και γείτονες από τα Βαλκάνια, διότι ήταν και αυτοί υπόδουλοι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία[15].
Το πρώτο- χρονολογικά- κύμα εθελοντών φτάνει στην Ελλάδα τον Αύγουστο του 1821. Στις 19 Σεπτεμβρίου, έρχεται και δεύτερο ετερόκλητο πλήθος εθελοντών. Πολλοί από αυτούς ήταν τυχοδιώκτες, ξεπεσμένοι ιππότες ή πλανόδιοι, αλλά το γεγονός αυτό δεν μειώνει την ουσιαστική συμβολή του φιλελληνισμού στην επιτυχία της Επανάστασης του 1821[16].
Ολοκληρώνοντας, οι φιλέλληνες δεν συνέδραμαν μόνο στον απελευθερωτικό Αγώνα της περιόδου 1821-1828. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα υπήρξαν οι Ιταλοί Γαριβαλδινοί, οι οποίοι πολέμησαν στο πλευρό των Ελλήνων κατά τον ατυχή πόλεμο Ελλάδος και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το 1897.
Β. Η δράση του Πέτρου Ηπίτη
Η διάδοση του φιλελληνικού αισθήματος στην δυτική Ευρώπη οφείλεται στην δράση του Έλληνα Πέτρου Ηπίτη (1795-1861). Ο Ηπίτης γεννήθηκε στην Πάργα και, σπούδασε Ιατρική και Φιλοσοφία στην Βιέννη. Με την αποπεράτωση των σπουδών του, έγινε προσωπικός γιατρός του «γενικού επιτρόπου της Φιλικής Εταιρείας», Αλέξανδρου Υψηλάντη. Το 1818, ο Ηπίτης εγκαταστάθηκε στην Οδησσό, όπου και μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία[17]. Αργότερα, γύρω στο 1820, ο Ηπίτης ξεκίνησε ένα μεγάλο ταξίδι σε διάφορες πόλεις της δυτικής Ευρώπης.
Η επιλογή του Ηπίτη δεν έγινε τυχαία, διότι είχε γνωριστεί με σημαίνουσες προσωπικότητες. Χαρακτηριστικά παραδείγματα των επαφών του αποτελούσαν ο Γάλλος πρωθυπουργός Richelieu και ο Βρετανός έμπορος και φιλέλληνας John Bowring, γνωστός για τις ρηξικέλευθες αντιλήψεις του.
Το ταξίδι του Ηπίτη ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1821. Ο πρωταγωνιστής μας είχε στην κατοχή του έγγραφα, με τα οποία έπρεπε να ενημερώσει τους πολιτικούς και πνευματικούς ιθύνοντες και, εν συνεχεία, να τους επηρεάσει θετικά ως προς το ελληνικό ζήτημα. Στο πέρασμα του Ηπίτη από την Γερμανία, το Παρίσι, τις Κάτω Χώρες και το Λονδίνο τα διαβήματά του χαιρετίστηκαν ευμενώς. Αναλυτικότερα, οι συναντήσεις του με τον Richelieu και τον Αδαμάντιο Κοραή στο Παρίσι, με τον Guilford στο Λονδίνο και, με τους εμπόρους της Μ. Βρετανίας και του Άμστερνταμ δημιούργησαν θετικές ανταποκρίσεις. Τέλος, στην αποστολή του Ηπίτη ανήκε και η μέριμνά του να τυπωθούν και να κυκλοφορήσουν ξενόγλωσσα φυλλάδια με φιλελληνικό περιεχόμενο. Πολλοί φιλελληνικοί κύκλοι αποφάσισαν να συμβάλλουν θετικά στην προσπάθειά του.
Μετά τα ταξίδια του στην δυτική Ευρώπη, ο Ηπίτης γύρισε στην Οδησσό, όπου προσέφερε υλική βοήθεια στους εξεγερθέντες Έλληνες. Για την ακρίβεια, εξόπλισε, με δικά του χρήματα, ένα πολεμικό πλοίο, το οποίο έστειλε στην Ελλάδα[18].
Γ. Η φιλελληνική κίνηση και διπλωματία στην Αγγλία
Η φιλελληνική κίνηση δεν υπήρξε ίδια σε όλες τις χώρες. Επίσης, δεν εκδηλώθηκε με τον ίδιο τρόπο. Αναλυτικότερα, σε άλλες χώρες αναπτύχθηκε έντονα ενώ, σε άλλες, με μικρότερη ένταση. Μία από τις χώρες, στις οποίες παρατηρήθηκε ιδιαίτερη άνθηση του φιλελληνικού ρεύματος, υπήρξε, αναμφίβολα, η Αγγλία.
Ο βρετανικός φιλελληνισμός αναπτύχθηκε κάπως καθυστερημένα σε σχέση με άλλες χώρες και, ειδικότερα, στο περιθώριο των επίσημων κύκλων, οι οποίοι δεν ήταν ευνοϊκά διακείμενοι ως προς το επαναστατικό κίνημα, το οποίο είχε εκδηλωθεί στην νοτιοανατολική Ευρώπη. Ωστόσο, σύντομα η στάση των Βρετανών αλλάζει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτέλεσε το ποίημα του Shelley, το καλοκαίρι του 1821, υπό τον τίτλο «Ελλάς»[19]. Ταυτόχρονα, ο στρατηγός Church προβαίνει σε σειρά δηλώσεων, με τις οποίες εκφράζει τα φιλελληνικά του αισθήματα. Βέβαια, κινητήρια δύναμη του αγγλικού φιλελευθερισμού πρέπει να χαρακτηριστεί ο Τύπος. Αναλυτικότερα, η εφημερίδα “Morning Chronicle”, από τον Αύγουστο του 1821 προσανατολίζεται προς την ελληνική υπόθεση. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, ο ελληνιστής λόγιος Lampriere και ο φιλικός Δ. Σχινάς αρθρογραφούν συχνά στον ημερήσιο Τύπο, απαιτώντας οργάνωση επιτροπών, με τις οποίες θα συγκεντρώνονταν οι απαραίτητες εισφορές[20].
Η συμπάθεια των Άγγλων προς τον ελληνικό λαό αναπτύσσεται μόλις γίνονται γνωστές οι βαρβαρότητες των Οθωμανών στην Χίο, τον Απρίλιο του 1822. Συγκεκριμένα, εκπρόσωποι της αστικής τάξης, οι οποίοι κατάγονταν από την Χίο και δραστηριοποιούνταν στην Μ. Βρετανία, δημοσιεύουν ενημερωτικά φυλλάδια. Ακόμη, ο λόρδος Erskine γνωστοποιεί το ελληνικό ζήτημα με την «Επιστολή προς τον κόμητα του Liverpool». Επιπλέον, την άνοιξη του 1822, οι έμποροι του Εδιμβούργου, από κοινού με άλλες μορφές του αγγλικού φιλελληνισμού, συγκεντρώνουν συνεισφορές για την περίθαλψη των θυμάτων από τις οθωμανικές θηριωδίες. Βέβαια, οι πρωτοβουλίες για οικονομική συνδρομή της Αγγλίας στους εξεγερθέντες συνδέονταν με την πεποίθηση ότι η Ελλάδα θα εξυπηρετούσε αποτελεσματικά το βρετανικό εμπόριο στην Μεσόγειο και στην Εγγύς Ανατολή.
Στην αυγή του 1823, είχε ωριμάσει η σκέψη για την δημιουργία ενός φιλελληνικού σωματείου στο Λονδίνο. Ο σκοπός του σωματείου θα ήταν η εξάπλωση της αγγλικής επιρροής στον ελληνικό χώρο[21]. Ισχυρή ώθηση στον σχηματισμό του έδωσαν οι ενέργειες του Bowring, ο οποίος, με την βοήθεια επίλεκτων μελών της αγγλικής πολιτικής ζωής ίδρυσε την «Ελληνική Επιτροπή του Λονδίνου», το οποίο. Τα περισσότερα μέλη της Επιτροπής αυτής προέρχονταν από τον φιλελεύθερο και ριζοσπαστικό χώρο ή ανήκαν στην ομάδα των κοινωνικών φιλοσόφων της εποχής. Από καταβολής της, η Επιτροπή ανέπτυξε ιδιαίτερη δραστηριότητα. Για να εξετάσει την πραγματική κατάσταση, η οποία επικρατούσε στην Ελλάδα και, εν συνεχεία, τις δυνατότητες να συναφθεί δάνειο προς την Ελλάδα από την Βρετανία. Βασικοί στόχοι της Επιτροπής ήταν αφενός η βοήθεια στις διαπραγματεύσεις για το δάνειο και, αφετέρου, η ενίσχυση του Αγώνα των Ελλήνων.
Η ελληνική Επανάσταση θεωρήθηκε ως ενσάρκωση των βρετανικών σχεδίων μέσα από την εκπαίδευση και την πολιτική εξέλιξη. Για το λόγο αυτό, τα μέλη του κομιτάτου προέβησαν σε μία σειρά ενεργειών, όπως η αποστολή τυπογραφείων στην Ελλάδα, η προώθηση φιλελεύθερων και εκκοσμικευμένων αρχών στην υπό σύσταση πολιτεία και άλλες ενέργειες, όπως η αποστολή φυσικών προσώπων. Οι στόχοι αυτοί φάνηκαν από την δράση και τις επιδιώξεις του απεσταλμένου της Επιτροπής, συνταγματάρχη Leicester Stanhope[22]. Αρχικά, στο ζήτημα του Τύπου, ο Stanhope εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Μεσολόγγι, για να αναλάβει την έκδοση εφημερίδας. Για τον λόγο αυτό, ήλθε σε επαφή με τον Ελβετό φιλέλληνα Mayer[23].
Επίσης, η Ελληνική Επιτροπή του Λονδίνου διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και στο οικονομικό πεδίο. Συγκεκριμένα, κατά την διετία 1824-1825, η Αγγλία έδωσε δύο δάνεια στην Ελλάδα. Όμως, τα δάνεια αυτά περιείχαν επαχθείς όρους για το υπό διαμόρφωση κράτος.
Ενδιαφέρον δόθηκε και για την παιδεία. Για την ακρίβεια, τα μέλη της British and Foreign School Society και της London Missionary Society μερίμνησαν για την εκπαίδευση νεαρών Ελλήνων στην Αγγλία και την μετάφραση και έκδοση χρήσιμων βιβλίων. Την ίδια περίοδο, Βρετανοί ιεραπόστολοι εργάστηκαν για την διάδοση κατάλληλων εντύπων και, παράλληλα, την συγκρότηση εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στο υπό δημιουργία κράτος.
Στο τέλος του 1823, ο λόρδος Byron φτάνει στο Μεσολόγγι και, αρχίζει μία νέα περίοδος για τον φιλελληνισμό. Γύρω από τον Byron έφθασαν και άλλοι Άγγλοι φιλέλληνες, επηρεασμένοι από την δική του απόφαση. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ο Finlay, o Trelawny και ο ιατρός Milingen, ο οποίος, όμως, αυτομόλησε στο οθωμανικό στρατόπεδο λίγο αργότερα. Σύμφωνα με στατιστικές μελέτες για την εποχή, μετά την κάθοδο του Byron στον ελλαδικό χώρο, ο αριθμός των Βρετανών εθελοντών αναπτύχθηκε σημαντικά. Βέβαια, η αύξηση αυτή ενόχλησε την γαλλική κυβέρνηση. Ο θάνατος του Byron, στις 7 Απριλίου 1824, ανακίνησε το ενδιαφέρον της Δύσης για τον τιτάνιο αγώνα των Ελλήνων κατά των Οθωμανών.
Η σημαντικότερη έκφανση του αγγλικού φιλελληνισμού παρατηρήθηκε στο πολιτικό πεδίο. Πιο αναλυτικά, τον Αύγουστο του 1822 αυτοκτονεί ο Άγγλος υπουργός Εξωτερικών, Castlereagh, ο οποίος ήταν υποστηρικτής της σύμπραξης της Μ. Βρετανίας με τις άλλες δυνάμεις της Ιεράς Συμμαχίας. Την θέση του παίρνει ο Γεώργιος Canning[24]. Ο Canning δεν ήταν περισσότερο φιλελεύθερος σε σχέση με τον Castlereagh, αλλά λιγότερο τυπολάτρης στις αξίες της παλινόρθωσης του παλαιού καθεστώτος στην Ευρώπη. Για την ακρίβεια, πίστευε ότι τα συμφέροντα της Αγγλίας είναι αντίθετα με τα αντίστοιχα της Γαλλίας ενώ, συγχρόνως, δεν συνέπιπταν με αυτά της Αυστρίας. Στον αντίποδα, θεωρούσε ότι τα βρετανικά συμφέροντα στην ΝΑ Ευρώπη δεν ήταν πλήρως αντίθετα με την επιδίωξη της Ρωσίας, η οποία επιζητούσε να θέσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία υπό την κηδεμονία της.
Σαφέστερα, μία από τις πρώτες ενέργειες του Canning υπήρξε η αναγνώριση του αποκλεισμού οθωμανικών ακτών από Έλληνες εμπολέμους, στις 25 Μαρτίου του 1823[25]. Η αναγνώριση αυτή εκλαμβάνεται ως τμήμα της αναγνώρισης μίας αυτόνομης πολιτικής οντότητας, η οποία, ως τότε, είχε αγνοηθεί από το σύνολο των Μ. Δυνάμεων της Ευρώπης. Από την εποχή του Canning, ο περιφρονητικός χαρακτηρισμός «πειρατής», ο οποίος είχε υιοθετηθεί αρχικά, έπαψε να υπάρχει. Με άλλα λόγια, η θαλασσοκράτειρα της εποχής αναγνώριζε δικαιώματα, τα οποία διέθεταν οι στόλοι ανεξάρτητων κρατών.
Την άνοιξη του 1823, ο διοικητής της αγγλικής μοίρας του Αιγαίου πελάγους, λόρδος Hamilton, επικοινωνούσε με τους πολιτικούς, οι οποίοι συγκροτούσαν την «κυβέρνηση» της Ελλάδος. Ο Hamilton ενίσχυσε την ιδέα ότι οι Έλληνες μπορούσαν να ζητήσουν την επέμβαση της Μ. Βρετανίας, ώστε η τελευταία να σταματήσει τις εχθροπραξίες και, εν συνεχεία, να πραγματοποιηθεί η εγκαθίδρυση μίας μικρής έκτασης ηγεμονίας, η οποία, όμως, θα ήταν υποτελής στον σουλτάνο.
Γ1. Συνέπειες της αγγλικής μεταστροφής
Η μεταστροφή της Αγγλίας εδράζεται σε τρεις λόγους. Αρχικά, το υπό διαμόρφωση κράτος επρόκειτο να διεκδικήσει τα εδάφη, τα οποία απαιτεί, για ιστορικούς λόγους, αλλά και για την απελευθέρωση των ομοφύλων και των ομοθρήσκων του, οι οποίοι ζουν στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ακόμη, η δημιουργία του ευρωπαϊκού πολιτισμού οφείλεται- εν πολλοίς- στους προγόνους των Νεοελλήνων. Συμπερασματικά, όλες οι ευρωπαϊκές χώρες είχαν χρέος να υποστηρίξουν τους Έλληνες. Το τρίτο- και τελευταίο- αίτιο ήταν οικονομικής φύσεως. Η Αγγλία έστρεψε την πολιτική της προς την Βαλκανική, επιθυμώντας να εξασφαλίσει μερίδιο στο εμπόριο της Μεσογείου.
Η μεταστροφή της βρετανικής πολιτικής είχε ως αποτέλεσμα την απομόνωση της Αυστρίας απέναντι στο ελληνικό ζήτημα. Αντίθετα, στο θέμα επίλυσης του ελληνικού ζητήματος ξεκίνησαν να συμμετέχουν η Γαλλία και η Ρωσία. Ο λόγος ήταν ότι οι επιτυχίες των Ελλήνων έδιναν στους φιλελεύθερους της δυτικής Ευρώπης εικόνα ύπαρξης μίας de facto ελληνικής επικράτειας[26]. Αυτό σήμαινε ότι στην ανατολική Μεσόγειο άρχισε να δημιουργείται ο πυρήνας ενός νέου κράτους.
Ο Canning φοβόταν την σύμπραξη της Γαλλίας με την Ρωσία. Η μετατροπή του ενδεχομένου αυτού σε απτή πραγματικότητα θα διευκόλυνε την λύση του ζητήματος, αλλά θα εμπλέκονταν και οι τρεις Μ. Δυνάμεις. Ωστόσο, ο Canning, με την αρωγή Βρετανών φιλελλήνων κατόρθωσε να προβάλλει την Αγγλία ως μία δύναμη, χωρίς την συμμετοχή της οποίας δεν θα λυνόταν το ελληνικό ζήτημα. Βέβαια, τον Δεκέμβριο του 1824, ο Canning δήλωσε ότι η Αγγλία δεν θα επενέβαινε στον πόλεμο, εκτός και αν το ζητούσε κάποια από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές. Η διαβεβαίωση αυτή ενίσχυσε τις θεωρίες περί ανεξαρτησίας της Ελλάδος χάρη σε βρετανική επέμβαση. Τέλος, δημιουργήθηκε για πρώτη φορά ένα ρεύμα φίλα προσκείμενο προς την Μ. Βρετανία, το οποίο οδήγησε στον «πυρήνα» του αγγλικού κόμματος.
Η φιλελληνική κίνηση της Μ. Βρετανίας είχε ως αποτέλεσμα και την μεταστροφή της Ρωσίας ως προς το ελληνικό ζήτημα. Αναλυτικά, στις 4 Απριλίου 1826, η Μ. Βρετανία και η Ρωσία υπέγραψαν πρωτόκολλο στην Αγία Πετρούπολη, με το οποίο αποφασίστηκε η δημιουργία ενός μικρού ελληνικού κράτους, το οποίο θα ήταν φόρου υποτελές στον σουλτάνο. Ακολούθησε η επανάληψη διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του νέου τσάρου, Νικολάου Α΄, με την Υψηλή Πύλη. Συγκεκριμένα, στις 25 Οκτωβρίου υπεγράφη η συνθήκη του Άκερμαν, η οποία θα διευθετούσε τα μείζονα προβλήματα ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις[27]. Εκτός από την Ρωσία, μεταστροφή πολιτικής παρατηρήθηκε και από την γαλλική πλευρά. Ακριβέστερα, ο βασιλιάς Κάρολος Ι΄, ο οποίος ανέβηκε στον θρόνο το 1824, ήταν γνωστός για τον φιλελευθερισμό του. Ακόμη, οι ναυτικές δυνάμεις της Γαλλίας ήταν φίλα προσκείμενες προς τους Έλληνες και, ήθελαν να προλάβουν μία χαώδη κατάσταση.
Η θετική στάση της Γαλλίας μετέτρεψε το πρωτόκολλο της Πετρούπολης σε τριμερή συνθήκη, η οποία υπογράφηκε στο Λονδίνο, στις 6 Ιουλίου 1827[28]. Η Συνθήκη του Λονδίνου προέβλεπε ό’ τι είχε συμφωνηθεί μεταξύ Αγγλίας και Ρωσίας στην Αγία Πετρούπολη. Επίσης, περιλάμβανε και ένα νέο, συμπληρωματικό άρθρο. Το άρθρο αυτό ανέφερε ότι, αν οι αντιμαχόμενοι δεν σταματούσαν τις εχθροπραξίες, οι Μ. Δυνάμεις θα την επέβαλαν με την χρήση βίας.
Τα γεγονότα εξελίχθηκαν ταχύτατα. Στις 2 Απριλίου 1827, η Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας εξέλεξε ως κυβερνήτη της Ελλάδος τον Ιωάννη Καποδίστρια, με θητεία επταετούς διάρκειας[29]. Από την πλευρά της, η Οθωμανική Αυτοκρατορία αρνήθηκε τις αξιώσεις των Ευρωπαίων και, ακολούθησε η ναυμαχία του Ναβαρίνου, στις 20 Οκτωβρίου 1827.
Η ναυμαχία αυτή αποτελεί την κορύφωση του βρετανικού, αλλά και του ευρωπαϊκού φιλελληνισμού. Αναλυτικότερα, στην ναυμαχία συμμετείχαν οι στόλοι του Sir Edward Codrington, για την Μ. Βρετανία, του de Rigny για την Γαλλία και van Heiden, ενός εκπατρισμένου Ολλανδού, για την Ρωσία[30]. Οι προαναφερθέντες στόλοι κατατρόπωσαν τον ενωμένο στόλο των Οθωμανών και των Αιγυπτίων. Γύρω στις 6 το απόγευμα, η ναυμαχία είχε τελειώσει. Σαφέστερα, από τα 89 πλοία των Τουρκοαιγυπτίων, τα 60 είχαν βυθισθεί ενώ, τα άλλα είχαν ριχθεί στα αβαθή του κόλπου, έχοντας υποστεί σοβαρές ζημιές. Είναι δύσκολο να υπολογίσουμε τον αριθμό των νεκρών από την πλευρά του ενωμένου στόλου της Πύλης. Βέβαια, ορισμένοι μελετητές υποστηρίζουν ότι τα θύματα ανέρχονται σε 6000 άνδρες. Στον αντίποδα, οι σύμμαχοι δεν έχασαν κανένα πλοίο ενώ, οι απώλειές τους ανέρχονται σε 250 ή 650 άνδρες[31]. Ολοκληρώνοντας, αφενός οι τρεις ναύαρχοι στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και, αφετέρου, οι Ρώσοι αποδείχθηκαν- ως ναυτικοί- αντάξιοι των Βρετανών και των Γάλλων.
Συμπερασματικά, ο βρετανικός φιλελληνισμός και η περιφανής νίκη του συνασπισμού των Μ. Δυνάμεων στην ναυμαχία του Ναυαρίνου υπήρξαν δύο βασικοί παράγοντες, οι οποίοι οδήγησαν στην απελευθέρωση της Ελλάδος από τον οθωμανικό ζυγό.
-------------------------------
[1]) Βλ και Κολλιόπουλου, Ι. Σ. (2003) Νεότερη Ιστορία της Ευρώπης 1789-1945, Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[2]) Σημ: Ο νεαρός Λουδοβίκος ΙΖ΄, γιος του εκτελεσθέντος βασιλικού ζεύγους, είχε πεθάνει φρουρούμενος από τους Γάλλους επαναστάτες. Τα αίτια θανάτου του δεν είναι γνωστά.
[3]) Βλ και Hobsbawm, J. (1998) Η εποχή των επαναστάσεων 1789-1848, Αθήνα: ΜΙΕΤ
[4]) Βλ και Berstein, S. & Milza, P. (2002) Ιστορία της Ευρώπης, τ. 2: «Η ευρωπαϊκή συμφωνία και η Ευρώπη των Εθνών», σελ. 37, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
[5]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000), Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[6]) Σημ: Πρόκειται για την σημερινή Λιουμπλιάνα
[7]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
[8]) Βλ και Βιστωνίτη, Α. (2018) «Ο τσάρος, ο Υψηλάντης και το συνέδριο του Λάϊμπαχ» στο Βήμα της Κυριακής, αρ.φ. 17.528, 7-10-2018, σελ. 23.
[9]) Βλ και Burns, E.M. (1983) Ευρωπαϊκή ιστορία. Ο δυτικός πολιτισμός: Οι νεότεροι χρόνοι, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο
[10]) Βλ και Βασιλά, Α. (2022) «Η διπλωματική ιστορία της ελληνικής Επανάστασης: Το συνέδριο της Βερόνα», εφημ. Ποντίκι, αρ. φ. 2311, σελ. 21-22.
[11]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1980) Ιστορία του νέου ελληνισμού, τ. ΣΤ΄, σελ. 64, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
[12]) Βλ και Μπαμπινιώτη, Γ. (1999) Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
[13]) Βλ και Παναγιωτόπουλου, Β. (2002) «Ο φιλελληνισμός» στο Β. Παναγιωτόπουλος (επιμ.) Ιστορία του νέου ελληνισμού 1770-2000, τ. Β΄, σελ. 50, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
[14]) Βλ και Burns, E.M. (1983) Ευρωπαϊκή ιστορία. Ο δυτικός πολιτισμός: Οι νεότεροι χρόνοι, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο
[15]) Βλ και Δρούλια, Λ. (1978) «Φιλελληνισμός» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 314, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
[16]) Βλ και Σαραφοπούλου, Χ. (1993) «Φιλελληνισμός» εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς Britannica, τ. 59, σελ. 116, Αθήνα: Πάπυρος
[17]) Βλ και Γιαννακοπούλου, Δ. Αικ. (1993) «Ηπίτης, Πέτρος» εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς Britannica, τ. 18, σελ. 116, Αθήνα: Πάπυρος
[18]) Συντακτική ομάδα «Ηπίτης, Πέτρος» στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ήλιος, τ. 13 (1977), σελ. 47.
[19]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
[20]) Βλ και Δρούλια, Λ. (1978) «Φιλελληνισμός» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 317-318, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
[21]) Βλ και Τζουρμανά, Γ. (2014) Βρετανοί Ριζοσπάστες Μεταρρυθμιστές. Φιλικές εταιρείες και κομιτάτα στο Λονδίνο ( 1790-1823), Αθήνα: Καρδαμίτσα
[22]) Βλ και Rosen. F. (1996) Greek Nationalism and British liberalism, Derby. University of Derby, UK.
[23]) Bλ και Mastoridis, K. (1999) Casting the Greek newspaper, Thessaloniki: Hellenic Literary and Historical Archive
[24]) Βλ και Βερέμη, Θ. & Κολλιόπουλου, Ι.Σ. (2006) Ελλάς, η σύγχρονη συνέχεια, Αθήνα: Καστανιώτης
[25]) Βλ και Φωκά, Δ. (1959) «Φιλελληνισμός και διπλωματία» στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. Ι΄, σελ. 311.
[26]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000), Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[27]) Βλ και Woodhouse, C.M. (1996) Η ιστορία ενός λαού, Γέρακας Αττικής: Τουρίκη.
[28]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000), Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[29]) Βλ και Ιωάννου, Ε. (2016) Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, Αθήνα: Εστία
[30]) Βλ και Woodhouse, C.M. (1996) Η ιστορία ενός λαού, Γέρακας Αττικής: Τουρίκη.
[31]) Βλ και Παπαδόπουλου, Σ. (1978) «Η ναυμαχία του Ναυαρίνου» στην ΙΕΕ, τ. ΙΒ΄, σελ. 467-468, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
[1]) Βλ και Κολλιόπουλου, Ι. Σ. (2003) Νεότερη Ιστορία της Ευρώπης 1789-1945, Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[2]) Σημ: Ο νεαρός Λουδοβίκος ΙΖ΄, γιος του εκτελεσθέντος βασιλικού ζεύγους, είχε πεθάνει φρουρούμενος από τους Γάλλους επαναστάτες. Τα αίτια θανάτου του δεν είναι γνωστά.
[3]) Βλ και Hobsbawm, J. (1998) Η εποχή των επαναστάσεων 1789-1848, Αθήνα: ΜΙΕΤ
[4]) Βλ και Berstein, S. & Milza, P. (2002) Ιστορία της Ευρώπης, τ. 2: «Η ευρωπαϊκή συμφωνία και η Ευρώπη των Εθνών», σελ. 37, Αθήνα: Αλεξάνδρεια.
[5]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000), Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[6]) Σημ: Πρόκειται για την σημερινή Λιουμπλιάνα
[7]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
[8]) Βλ και Βιστωνίτη, Α. (2018) «Ο τσάρος, ο Υψηλάντης και το συνέδριο του Λάϊμπαχ» στο Βήμα της Κυριακής, αρ.φ. 17.528, 7-10-2018, σελ. 23.
[9]) Βλ και Burns, E.M. (1983) Ευρωπαϊκή ιστορία. Ο δυτικός πολιτισμός: Οι νεότεροι χρόνοι, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο
[10]) Βλ και Βασιλά, Α. (2022) «Η διπλωματική ιστορία της ελληνικής Επανάστασης: Το συνέδριο της Βερόνα», εφημ. Ποντίκι, αρ. φ. 2311, σελ. 21-22.
[11]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1980) Ιστορία του νέου ελληνισμού, τ. ΣΤ΄, σελ. 64, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
[12]) Βλ και Μπαμπινιώτη, Γ. (1999) Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
[13]) Βλ και Παναγιωτόπουλου, Β. (2002) «Ο φιλελληνισμός» στο Β. Παναγιωτόπουλος (επιμ.) Ιστορία του νέου ελληνισμού 1770-2000, τ. Β΄, σελ. 50, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
[14]) Βλ και Burns, E.M. (1983) Ευρωπαϊκή ιστορία. Ο δυτικός πολιτισμός: Οι νεότεροι χρόνοι, Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο
[15]) Βλ και Δρούλια, Λ. (1978) «Φιλελληνισμός» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 314, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
[16]) Βλ και Σαραφοπούλου, Χ. (1993) «Φιλελληνισμός» εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς Britannica, τ. 59, σελ. 116, Αθήνα: Πάπυρος
[17]) Βλ και Γιαννακοπούλου, Δ. Αικ. (1993) «Ηπίτης, Πέτρος» εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος- Λαρούς Britannica, τ. 18, σελ. 116, Αθήνα: Πάπυρος
[18]) Συντακτική ομάδα «Ηπίτης, Πέτρος» στο Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν Ήλιος, τ. 13 (1977), σελ. 47.
[19]) Βλ και Βακαλόπουλου, Α. (1988) Νέα ελληνική ιστορία 1204-1985, Θεσσαλονίκη: Βάνιας
[20]) Βλ και Δρούλια, Λ. (1978) «Φιλελληνισμός» στην Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. ΙΒ΄, σελ. 317-318, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών.
[21]) Βλ και Τζουρμανά, Γ. (2014) Βρετανοί Ριζοσπάστες Μεταρρυθμιστές. Φιλικές εταιρείες και κομιτάτα στο Λονδίνο ( 1790-1823), Αθήνα: Καρδαμίτσα
[22]) Βλ και Rosen. F. (1996) Greek Nationalism and British liberalism, Derby. University of Derby, UK.
[23]) Bλ και Mastoridis, K. (1999) Casting the Greek newspaper, Thessaloniki: Hellenic Literary and Historical Archive
[24]) Βλ και Βερέμη, Θ. & Κολλιόπουλου, Ι.Σ. (2006) Ελλάς, η σύγχρονη συνέχεια, Αθήνα: Καστανιώτης
[25]) Βλ και Φωκά, Δ. (1959) «Φιλελληνισμός και διπλωματία» στην Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, τ. Ι΄, σελ. 311.
[26]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000), Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[27]) Βλ και Woodhouse, C.M. (1996) Η ιστορία ενός λαού, Γέρακας Αττικής: Τουρίκη.
[28]) Βλ και Βακαλόπουλου, Κ. (2004) Ιστορία της Ελλάδος. Επίτομη- Συνθετική (1204-2000), Θεσσαλονίκη: Σταμούλης
[29]) Βλ και Ιωάννου, Ε. (2016) Ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας, Αθήνα: Εστία
[30]) Βλ και Woodhouse, C.M. (1996) Η ιστορία ενός λαού, Γέρακας Αττικής: Τουρίκη.
[31]) Βλ και Παπαδόπουλου, Σ. (1978) «Η ναυμαχία του Ναυαρίνου» στην ΙΕΕ, τ. ΙΒ΄, σελ. 467-468, Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών

Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου