Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2025

Διάλογος ανάμεσα στον ΕΠΙΚΟΥΡΟ και τον ΝΙΤΣΕ

Πώς θα σας φαινόταν ένας διάλογος ανάμεσα στον ΕΠΙΚΟΥΡΟ και τον ΝΙΤΣΕ...

Σκηνή:

Ένας κήπος. Ο Επίκουρος κάθεται γαλήνια κάτω από τον ίσκιο ενός δέντρου, ενώ ο Νίτσε περπατά ανήσυχα μπροστά του.

Επίκουρος: Καλώς ήρθες, φίλε μου. Σε βλέπω ταραγμένο. Τι σε απασχολεί;

Νίτσε: Η ίδια η ζωή, Επίκουρε. Και οι άνθρωποι γύρω μας Όλοι μιλούν για ευτυχία, για ηδονή, για αλήθεια. Μα εγώ βλέπω πως οι περισσότεροι άνθρωποι κρύβονται πίσω από ψευδαισθήσεις και ψεύτικες παρηγοριές. Τι είναι, λοιπόν, η ζωή; Μια σκιά, μια μάχη, ή ένα έργο τέχνης;

Επίκουρος: Η ζωή, παιδί μου, είναι απλή. Ο σκοπός της είναι η αταραξία. Να ζούμε χωρίς φόβους, χωρίς κενές επιθυμίες, απολαμβάνοντας τα μικρά και αναγκαία. Να τρώμε ψωμί και ελιές με φίλους. Να απολαμβάνουμε τον ήλιο και το χαμόγελο, να μη φοβόμαστε κανένα Θεό, να διώχνουμε την αγωνία και τις έγνοιες, έχοντας την γνώση ότι το καλό εύκολα αποκτιέται και ότι το κακό εύκολα υπομένεται. Αυτό είναι αρκετό.

Νίτσε: (γελώντας ειρωνικά) Αρκετό για σένα ίσως. Μα εμένα μου φαίνεται σαν μια παραίτηση. Δε γεννηθήκαμε για να ζούμε σαν ευτυχισμένοι κηπουροί σε έναν μικρό κήπο! Ο άνθρωπος πρέπει να ξεπεράσει τον εαυτό του, να δημιουργήσει αξίες, να γίνει υπεράνθρωπος. Ο σκοπός της ζωής είναι η θέληση για δύναμη, η δημιουργία, η υπέρβαση!

Επίκουρος: Μα ποια δύναμη; Ποια υπέρβαση; Αν κυνηγάς διαρκώς το απεριόριστο, Θα αναβάλλεις την ευτυχία απεριόριστα για αργότερα. Θα γεμίσεις μόνο πόνο. Η ηδονή δεν βρίσκεται στο ατελείωτο, αλλά στο αρκετό. Το αρκετο εμείς το ορίζουμε. Η φύση μας ζητά λίγα. Τα υπόλοιπα είναι επινόηση της ματαιοδοξίας και της κενοδοξίας. Όταν τα αρκετά φαίνονται λίγα, όσα και να αποκτήσεις ποτέ δε θα είναι αρκετά.

Νίτσε: Και εγώ σου λέω πως αυτό το «αρκετό» είναι φυλακή. Αν ο άνθρωπος περιοριστεί μόνο στις αναγκαίες απολαύσεις, αρνείται την ίδια του τη δημιουργική φλόγα. Η ζωή δεν είναι να αναζητάς ησυχία, είναι να αντέχεις την τραγωδία. Να λες «ναι» σε όλο το βάρος και την έκταση της... και να την μετατρέπεις σε ποίηση.

Αυτός που είσαι... να γίνεσαι!

Ακόμη και μέσα στην τραγωδία.

Ο ήλιος στο μεταξύ έχει σχεδόν δύσει. Ο αέρας δροσίζει. Ένα αγιόκλιμα του κήπου μοσχοβολά.

Νίτσε: Και τι έχεις να πεις, Επίκουρε, για τον θάνατο; ξέρω ότι τον έχεις μελετήσει πολύ.

Επίκουρος: Ο θάνατος, φίλε μου, είναι ένα τίποτα για εμάς. Όσο υπάρχουμε, αυτός δεν είναι παρών∙ κι όταν εκείνος έρθει, εμείς δεν θα υπάρχουμε.

Γι' αυτό δεν υπάρχει λόγος να τον φοβόμαστε. Ο φόβος του θανάτου δηλητηριάζει τη ζωή, γι’ αυτό διώχνω το φόβο με το λογική. Ό,τι αποσυντίθεται παύει να αισθάνεται. Αυτό είναι ο θάνατος: η παύση των αισθήσεων. Και είναι μια επιστροφή σε αυτό ακριβώς που ήσουν πριν γεννηθείς. Έχεις πρόβλημα με αυτό που ήσουν πριν γεννηθείς; Το γνωρίζουμε δηλαδή όλοι μας ήδη το τίποτα και όπως δεν μας βαραίνει η ανυπαρξία πριν τη γέννηση, έτσι δεν πρέπει να μας σκιάζει ούτε η σιωπή μετά από αυτήν.

Νίτσε: (με ένταση) Μα ο θάνατος δεν είναι απλώς μια απουσία! Είναι το τέλος του μεγάλου έργου. Δεν μπορείς να τον εξαλείψεις με τη λογική σου. Αντί να τον αρνείσαι, πρέπει να τον κοιτάξεις κατάματα. Να πεις «ναι» σε αυτόν. Όσους τους άγγιξε ο Θάνατος, βρήκαν το θάρρος να δημιουργήσουν αθάνατα έργα.

Επίκουρος: Συμφωνώ. Για να δημιουργήσεις τέχνη θα πρέπει να σε αγγίξει ο έρωτας ή ο Θάνατος, - που είναι το ίδιο-. Το θέμα είναι άλλο. Γιατί να βασανίζεσαι; Το «ναι» όπως το λες εσύ στον θάνατο δεν είναι παρά μια πνευματική υπερβολή. Η ζωή έχει αρκετό βάρος από μόνη της. Ο θάνατος δε χρειάζεται να γίνει μέρος της χαράς.

Νίτσε: (με ένταση) Εδώ πάλι κάνεις λάθος. Αν η ζωή δεν μπορεί να ειπωθεί σαν ένα μεγάλο «ναι», ακόμη και μπροστά στον θάνατο, τότε δεν έχει βρει το νόημά της. Η αιώνια επιστροφή που φαντάστηκα είναι το πιο σκληρό μέτρο: θα ήθελες να ξαναζήσεις την ίδια ζωή ξανά και ξανά; Αν ναι, τότε έχεις νικήσει.

Επίκουρος: Εγώ δε χρειάζομαι την αιώνια επιστροφή για να είμαι γαλήνιος. Αρκεί να ξέρω πως όταν φύγω, θα έχω ζήσει με απλότητα σύνεση και ελευθερία,.. Δεν χρειάζομαι την αθανασία.

Νίτσε: Και εγώ λέω πως ο σκοπός της ζωής δε βρίσκεται στη γαλήνη, αλλά στην ένταση! Στο να ζήσεις τόσο δυνατά, που η ζωή σου να αξίζει να επαναληφθεί.

Στο μεταξύ η νύχτα έχει πέσει για τα καλά. Στον ουρανό φαίνονται τα πρώτα αστέρια. Τα τζιτζικια τραγουδούν σα μεθυσμένα...

Επίκουρος: Βλέπεις παιδί μου, η γαλήνη αυτή της νύχτας είναι ο αληθινός σκοπός. Η φύση μάς δείχνει πως όλα αρκούν, πως τίποτα περισσότερο δεν χρειάζεται. Ο θάνατος είναι το φυσικό τέλος, και η ζωή όμορφη όταν είναι απλή.

Νίτσε: εγώ, Επίκουρε, όταν κοιτάζω τα άστρα δεν νιώθω γαλήνη, αλλά κάλεσμα. Κάθε αστέρι μου φωνάζει: «Γίνε περισσότερος! Δημιούργησε, υπερέβαλε, ξεπέρασε τον εαυτό σου!» Ο θάνατος δεν είναι το τέλος μιας αγωνίας, αλλά η σφραγίδα του έργου μας.

Επίκουρος: Μα αυτό είναι βάσανο. Να ζητάς πάντα το «περισσότερο», και δε θα χορτάσεις ποτέ. Εγώ βρήκα την ελευθερία στο «αρκετό» και στην αυτάρκεια.

Νίτσε: Και εγώ βρίσκω τη δική μου ελευθερία στην υπερβολή. Γιατί ο άνθρωπος που λέει «αρκετά» αρνείται την ίδια του τη δύναμη.

(Οι δύο φιλοσοφοι σιωπούν. Κοιτάζουν στον έναστρο ουρανό. Ο Νίτσε περπατά μπρος πίσω σαν να μην μπορεί να σταματήσει.

Ο Επίκουρος κόβει ένα σύκο στα δύο και του δίνει το μισό.

Ο Νίτσε χαμογελάει για πρώτη φορά.

Ξαφνικά ο Νίτσε έχει ένα βλέμμα σαν να ξυπνησε από όνειρο, σαν σε μια στιγμή παραφροσύνης σαν να αγκαλιάζει ένα βασανισμενο άλογο για να το προστατεύσει, ο Νίτσε αγκαλιάζει τον Επίκουρο).

Συγχώραμε με δάσκαλε. Εσύ πολέμησες πρώτος, του είπε, τη διαφθορά των ψυχών από τις έννοιες της ενοχής, της τιμωρίας και της αθανασίας.

Πολέμησες τις υποχθόνιες λατρείες που ήταν σχεδόν μια λανθάνουσα μορφή του Χριστιανισμού.

Η απόρριψη της αθανασίας, ήταν τότε πραγματική σωτηρία!

Μπορεί να χάσαμε τον πόλεμο. Μπορεί. Μπορεί ο άνθρωπος να έμεινε ίδιος. Ένας ανόητος πίθηκος. Πιο ανόητος, πιο σκληρός, πιο βίαιος από κάθε πίθηκο. Εσύ όμως κέρδισες την πιο σημαντικη μάχη. Για 1000 χρόνια κάθε έντιμο πνεύμα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ήταν Επικούρειο! Παντού θα το διαλαλώ...

Η σοφία δεν προχώρησε ούτε ένα βήμα μετά από εσένα Επίκουρε. Κατά κανόνα βρίσκεται χιλιάδες βήματα πίσω σου !

Κοίταξε τον Επίκουρο...

Δεν ήθελε να του πει ότι έκαψαν όλα τα βιβλία του...σκέφτηκε να το πει... όμως δεν μπόρεσε να το ξεστομίσει. το έκρυψε...

Ο Επίκουρος κοιτώντας τον στα μάτια δάκρυσε... σαν να γνώριζε.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου