Η εν-συνείδητη συνεργασία των δύο, εκπληρώνει τον απώτατο σκοπό της ύπαρξης, φέρνοντας του μεγαλύτερη ευτυχία. Οι σκέψεις και τα συναισθήματα, συμβάλλουν επίσης στο να διαγράφουμε πορείες, που φωτίζουν ακόμα και τις πιο σκοτεινές μας διαδρομές.
Κάθε περιπλάνηση όμως δεν είναι άσκοπη, στα ταξίδια που η ζωή μας καλεί να ακολουθήσουμε. Έτσι οδηγούμαστε στην αιώνια Αλήθεια, ακόμα και αν καλυπτόμαστε από το πέπλο του εφήμερου. Τότε είναι που φωταγωγούνται οι σκοτεινές διαδρομές, στις γειτονιές του δικού μας κόσμου.
Μέσα όμως από την υπαρξιακή σιγή, ξεπηδά πάντα ο οικουμενικός Λόγος, ως αναζήτηση δημιουργίας ευρύτερων σχέσεων. Δεν ξεδιπλώνεται μόνον από κάτι που βρίσκεται έξω μας και από τα χείλη των ανθρώπων, των ενεργειών και των προθέσεων τους, αλλά και από εκείνο το άγνωστο που κρύβεται μέσα μας. Δεν είναι μόνον ένας ήχος, ένα κείμενο ή μία ομολογία, αλλά και μία Δημιουργική Δύναμη, που ρέει στην σιωπή της.
Έτσι με εκείνο με το οποίο η ανθρώπινη ύπαρξη μιλάει ή σιωπά, είναι αυτό που θεμελιώνει εξ αρχής, μια νέα αφετηρία: ως Λόγο σχέση με την Αλήθεια επίσης, όπου η ίδια εκπροσωπεί. Τότε γίνεται η αφορμή για μία νέα σύνδεση μαζί Της.
Στη ζωή ταξιδεύουμε, μέσα από καλέσματα σχέσεων, με το αληθές της ουσίας της ύπαρξης: το κοινό μας Είναι. Μας μεταφέρει με κρυπτογραφημένη άγνωστη γλώσσα, εκείνο που μόνον ο καθένας προσωπικά διαθέτει το κλειδί της κατανόησης της.
Αυτή είναι η εσπευσμένη βοήθεια που μας επι-σκέπτεται στο εκάστοτε “τώρα”, να αποκρυπτογραφήσουμε: την ύπαρξη μας, ως την θεμελιώδη Σχέση μας με το Είναι. Η εμφάνιση και η απόκρυψη της σχέσης αυτής, που συν-τελείται στο “παρόν”, επιδιώκει να ενισχύσει τους δεσμούς μεταξύ μας -κατά περιοδικά διαστήματα- με σοφό και αναγκαίο τρόπο. Η επίδραση του Είναι επάνω μας δεν είναι τυχαία. Βασίζεται στην προϋπόθεση, του να βιώνουμε την ύπαρξη εντός μας, ως την αιώνια ομολογία της Αλήθειας Του.
Η εξελικτική πορεία του ανθρώπου, αποκτά βιωματική κατανόηση και είναι ανάλογη με τον τρόπο που ερμηνεύει ο καθένας, την αυθεντική σχέση του εαυτού, με το προσωπικά κατα-δικό του Είναι.
Αυτή είναι η πυξίδα που νοηματοδοτεί και δίνει κατεύθυνση στις όποιες πορείες. Η Σχέση μας με το αιώνιο Είναι, αποτελεί το απαραίτητο και αναγκαίο θεμέλιο του να υπάρχουμε αυθεντικά εντός Του.
Πως θα μπορούσε άλλωστε να περάσει απαρατήρητο το θαύμα ενός ονείρου, σε μιας ολάκερης ζωής την πορεία; Αν ανατρέξουμε νοητικά στο παρελθόν, οι διαδρομές μας ως οδοδείκτες, θα μας θυμίζουν τον ορίζοντα των ονείρων που διανύσαμε, ακόμα και μέσα από συμπληγάδες.
Συνάντηση σε μηδενική απόσταση
Μια συνάντηση για να είναι αυθεντική, θα πρέπει να προϋποθέτει το πλησίασμα και το μηδενισμό μιας απόστασης. Σε εκείνο το σημείο του μηδενός, φανερώνεται η δυνατότητα του υποκειμένου να συναντήσει το αντικείμενο του: το Είναι του, εντός του οποίου από κοινού τα δύο παρευρίσκονται.
Έτσι αυτό που Είναι, με αυτό που δεν Είναι ακόμα, συναντώνται στο μηδενικό σημείο: σε ένα συνεχές γίγνεσθαι, όπως μια άρρηκτα ενωτική, ερωτική σχέση.
Το Μηδέν γίνεται αυθεντικό βίωμα, όταν δεν μπορεί να εξηγηθεί, διότι δεν έχει αντικείμενο προς το οποίο να στραφεί πάρα μόνο προς τον εαυτό του: το δικό του Είναι, απ’ όπου όλα γεννιούνται και επιστρέφουν στην Ιθάκη τους. Έτσι το θαύμα ξεπήδα και μας επισκέπτεται, από απροσδιόριστη κατεύθυνση, -σε μηδενική απόσταση από τα εντός- ώστε να προσλαμβάνεται ως δικό μας περιεχόμενο.
Ο άνθρωπος ως έλλογο ον, δεν μπορεί να κατανοήσει το ακατανόητο Μηδέν και το καλεί θαύμα
Την Σοφία της επικαλείται, θέτοντας της συνεχώς τα δικά του αναπάντητα ερωτήματα, ώστε να γνωρίσει. Και αυτή μέσα από στη Σοφία της δεν του απαντά, αλλά του θέτει με τη σειρά της ερωτήματα, ώστε να ιχνεύσει ο ίδιος στο βάθος της ύπαρξης εντός του τις απαντήσεις. Έτσι γίνεται η Αλήθεια οικουμενική, όταν διευρυνόμενη διαπερνά μέσα από την ύπαρξη μας, ώστε να γίνει πλέον το υποκείμενο μιας βιωματικής βεβαιότητας.
Ανάλογα με το εσωτερικό βίωμα (μιας μηδενικής απόστασης) και την ανταπόκριση ενός εξωτερικού ερεθίσματος (την συνάντηση), ορίζονται οι συντεταγμένες πορείες. Είναι οι κατευθυντήριες ράγες που οδηγούν προς τον αυθεντικό εαυτό του ανθρώπινου Είναι, με πειστικό για αυτόν τρόπο: ως το εδώ-Του.
Σε εκείνο το μηδενικό “Τόπο” της συνάντησης, το Είναι και ο άνθρωπος ταυτίζονται. Έτσι καθρεφτίζει το ένα προς το άλλο, την αυθεντική κοινή τους Αλήθεια.
O “Τόπος” εντός του Είναι, ΔΕΝ αφορά χώρους ή χρονικούς ορίζοντες, αλλά καταστάσεις αυτοσυνειδησίας. Εντός του Είναι, δεν υπάρχουν αντικείμενα που δημιουργούν πόλωση. Τα πάντα βρίσκονται εντός Του, ως συμπληρωματικά και παρευρισκόμενα.
Στην αυθεντική του μορφή, ο άνθρωπος είναι το ίδιο του το Είναι, το οποίο εκφράζεται μέσα από την δική του ύπαρξη.
Κατά τον Heidegger: “Δεν έχουμε λοιπόν δύο αντι-κείμενους όρους, αλλά μέσα από τη διαφορά τους, κάτι ανοίγεται στον εαυτό του και ενώνεται μαζί του.” [2]
Οντολογία είναι επιστήμη που αναφέρεται στην περιγραφή και την Φιλοσοφική αναζήτηση περί του Είναι, καθώς και τον λόγο της Σχέσης μας με Αυτό. Έτσι οποιοδήποτε κοινωνικό ή ψυχολογικό πρόβλημα στην οντολογική του βάση -δηλ. την υπαρξιακή του θεμελίωση- γαληνεύει τον νου, αποσύροντας τους όποιους αποκλεισμούς. Θεμελιωτής της Οντολογίας θεωρείται ο προ-πλατωνικός μέγιστος φιλόσοφος Παρμενίδης, με την ασύλληπτη διατύπωση “Εν τω Παν“. Τουτέστιν: τα πάντα είναι ενωμένα -με αδιόρατους και μη νοητούς τρόπους για το άνθρωπο- και εκφράζουν τον ενιαίο χαρακτήρα του Είναι, με άρρηκτους υπαρξιακούς δεσμούς μεταξύ τους: καθότι όλα είναι περιεχόμενα Του.
Ο πρωταρχικός σκοπός κάθε υπάρχοντος είναι: να συμμετέχει με τον αυθεντικά δικό του τρόπο και να αναδεικνύει, τις δικές του δυνατότητες, ως προσφορά εκ του Είναι του. Τότε, η βαθιά ατομική εμπειρία, θα αποτελεί τμήμα της οικουμενικής Αλήθειας, όπως ο Carl Rogers διατύπωνε: ”Το βαθιά ατομικό είναι οικουμενικό”.
Η ανθρώπινη ύπαρξη, στο βάθος της ουσίας της, κρύβει το μυστικό θαυμαστό κόσμο όλου του Σύμπαντος [3]. Γι’ αυτό ερχόμαστε στην ζωή, ώστε να τον ανακαλύψουμε και να τον νοήσουμε –ιδίοις όμμασι- ως το κοινό μας σπίτι: το δικό μας Είναι.
Ο πρωταρχικό σκοπός κάθε ανθρώπου είναι: να συμμετέχει με αυθεντικό τρόπο, προς ένα γίγνεσθαι [4], όπου θα συναπαντάται με το Είναι του. Ο Δημόκριτος επίσης μας αναφέρει: “Στο βάθος (εντός μας) κρύβεται η Αλήθεια”, του Είναι. Ομοίως και ο Ηράκλειτος αποκαλύπτει “Δεν το λέω εγώ, αλλά είναι σοφό να πιστεύετε πως όλα είναι ένα”, ως περιεχόμενα του Είναι.
Η πραγματικότητα ορίζεται με σαφήνεια, όταν το υποκείμενο με το αντικείμενο ταυτίζονται, με την ίδια ουσία εκ της σχέσης τους με το Είναι τους: ως Εν-Είναι. Αυτή η Ιερή Τριάδα (υποκείμενου-αντικειμένου-και της Σχέσης των δυο), όταν γίνεται μοναδιαία διαλεκτική Σχέση, δημιουργεί άρρηκτα βιωματικά δεσμά. Η Σχέση αυτή τότε θα φέρει εντός της, το βαθιά χαραγμένο και ανεξίτηλο αποτύπωμα του Είναι, μέσω του οποίου ο άνθρωπος θα πορεύεται. Θα ολοκληρώνει έτσι και θα υλοποιεί σε κάθε του βήμα, την εκπλήρωση της αυθεντικής του πορείας.
Μέσα από την διαφορά των αντιθέτων, εδραιώνεται αρχετυπικά, η Αληθινή Σχέση μας με το Είναι. Είναι ένας διάλογος αέναος, που γεννά αντίρροπες κινήσεις του ενός προς το έτερον άλλο, αιτώντας παρακλητικά, να αληθεύει ως συνείδηση-στην σιωπή του. Η ανθρώπινη συνείδηση όμως, μόνο το όμοιο μιας κοινής ουσίας μπορεί να θεάται, ώστε να το αναγνωρίσει μέσα από την απόκριση του, ως το οικείο Είναι.
Το Είναι καθίσταται βίωμα, μόνο μέσα από την αναφορά του Ενός προς το έτερο άλλο -αν και αποτελούν στη ουσία τους ένα πράγμα.
Αυτό είναι το παράδοξο που καλείται να βιώσει ο άνθρωπος στη ζωή του: την εκ νέου κάθε στιγμή συνειδητή ανα-ζήτηση την Σχέση του με το Είναι. Γίνεται αυτό εφικτό όταν μηδενίζει την απόσταση, ταυτίζοντας τον εαυτό του μέσα από την κατανόηση της διαφορά τους. Η αυθεντική Σχέση μας με το Είναι, φανερώνεται στο κάθε φορά αιώνιο “Παρόν” με την απρόβλεπτη δυναμική και την αμεσότητα Της. Τότε βιώνεται αυθεντικά ή άρρηκτη σχέση μεταξύ τους-με την κατεδάφιση των διαχωρισμών. Στην Οντολογία αυτό καλείται οντολογική διαφορά και είναι η πιο δυσνόητη έννοια να κατανοήσουμε. Αυτό συμβαίνει γιατί, απαιτεί να εισχωρήσουμε στο βυθό της ουσίας της ύπαρξης, ώστε να βιωθεί η καθολική Αλήθεια του Είναι-παρακάμπτοντας τα νοητικά μας όρια.
Οι άνθρωποι ζούμε στην παραδοξότητα, διότι μέσα από την συνειδητοποίηση της αγνοίας, μας γνωστοποιεί η Ζωή της Αλήθεια της. Αυτό διακήρυττε ο Σωκράτης: “Η επίγνωση (δηλ. συνειδητοποίηση) της άγνοιας μας, οδηγεί στη γνώση”.
Ομοίως όμως και η συνειδητοποίηση ενός ελλείματος, οδηγεί στην κατάργηση του. Όπως και η αποδοχή της έλλειψης σθένους (δηλ. η ασθένεια), μας οδηγεί στην ίαση.
Όποιος βιώνει την έλλειψη της Αγάπης, η Ζωή με βεβαιότητα θα τον ανταμείψει. Θα οδηγήσει τα βήματα του στα μονοπάτια του αυθεντικού εαυτού εντός του Είναι του να ζήσει. Αρκεί ο άνθρωπος στρέψει την προσοχή και να ενσκήψει βαθιά μέσα του. Να αφουγκραστεί δεκτικά της σιωπής Του το κάλεσμα, με την ευγένεια των δικών του προθέσεων, χωρίς εξαναγκασμούς. Σε αυτήν την συνάντηση, στο χώρο του μηδενός την βιωματική κατάσταση, ενδέχεται να πειστεί ο ίδιος, για το δικαίωμα στην Αληθινή Σχέσης με το Είναι του. Όταν συμβεί αυτό, θα βιώνει την ευτυχία της συμμετοχής του: ως το Αληθώς Ζειν εντός του Είναι.
Ο άνθρωπος όταν αντιληφθεί ότι είναι δέσμιος στις προκαταλήψεις και τις ψευδαισθήσεις του, τότε ο ίδιος θα αναζητήσει με έντονο τρόπο, το βίωμα της αυθεντικής του αλλαγής. Τότε θα αναγνωρίσει, πως είναι αναπόσπαστο μέρος της Αλήθειας, στην όποια δικαιωματικά ανήκει - και που υπάρχει μόνο: ως εκ της ταυτωτικής Σχέσης του με το Είναι.
Μια Αληθινή Σχέση Ύπαρξης, δομεί την Αλήθειας της, με την εγγύηση του Είναι της: ως ισότιμη παρ-ουσία. Ο δε άνθρωπος καλείται βιωματικά να ερμηνεύσει -με αυθεντικό τρόπο- τις προθέσεις (αυτής της Σχέσης). Αν θέλει να ζήσει την χαρά της συμμέτοχης του στο Φως (του Είναι), σε όποια μονοπάτια και αν πορεύεται, να αναζητά συνεχώς να εδραιώνει προσωπικους δεσμούς του με Αυτό. Και αν το σκοτάδι τον περιβάλει, ας γνωρίζει, πως το κερί που φωτίζει τον δρόμο του, ο ίδιος το κρατά. Ομοίως, αν θέλει να διαπιστώσει το Θαύμα των θαυμάτων, ας εστιάσει στον φωτισμό εντός του. Άλλωστε η φλόγα της Αγάπης του Είναι, επειδή δεν κινδυνεύει να σβήσει από ξαφνικούς ανέμους και συμβάντα ποτέ, θα επαληθεύεται αιώνια με το φως και της δίκης μας ανθρώπινης παρουσίας: του δικού μας Είναι. Χωρίς αποκλεισμούς και προϋποθέσεις, θα Ανατέλλει εντός μας αιώνια, με το δανεισμό της λάμψης Του, το ανέσπερο Ερεβοκτόνο Φως.
Εν κατακλείδι, ποτέ να μην αποστρέφουμε την ματιά μας από το Φως του Είναι, του οποίου είμαστε αναπόσπαστο μέρος. Όλοι μαζί και ο καθένας ξεχωριστά, είμαστε εκπρόσωποι Του. Η έννοια του Φωτός είναι ιδέα. Προς εμάς τους ιδίους ιδιά-ζει, για αυτό και είναι στραμμένο επάνω μας: ώστε να καθρεφτιστούμε. Γίνεται δε πράξη, με την Ανατολή του Ήλιου και αποκρύβεται με την Δύση του. Και όπως Ήλιος έτσι και το Είναι, αιώνια θα φαίνει το αστείρευτο Φως Του εντός μας: με πειστικό τρόπο. Θα μας ζωογονεί καλώντας μας, το αιώνιο χωροχρονικό συνεχές Του να ζήσουμε. Ενώ θα επισκέπτεται τον ψυχισμό, την σκέψη και το σώμα, για όποιον από εμάς είναι πρόθυμα στραμμένος προς Αυτό, να το φιλοξενήσει: αν επιθυμεί να Ζήσει της παρ-ουσία Του Αληθινά.
Μέσα από την ενδυνάμωση αυτής της Σχέσης, διευρύνονται οι ορίζοντες μας, έτσι ώστε να εφάπτονται της Αγάπης [5] Του. Μόνο τότε εκπληρώνεται το έργο μας: όταν προσφέρεται ως δικό Του σε οποιοδήποτε το έχει ανάγκη. Στο Σύμπαντα διάκοσμο του οίκου μας, η όλο και λιγότερη αντίσταση από μέρους μας, καθίσταται εφικτή δυνατότητα (του Είναι), ώστε να βιώσουμε την χαρά της συμμέτοχης, στο θαυμαστό μυστήριο -αυτού που καλούμε Αιώνια Ζωής.
-------------------------------
[1] Φιλόσοφος δεν είναι αυτός που είναι σοφός, αλλά αυτός που αγαπάει τη Σοφία, έχοντας επίγνωση της άγνοιας του. Η επίγνωση του αυτή -της μηδενικής γνώσης- επιβεβαιώνει με φανερώσεις την άρρηκτη σχέση του με το Είναι. Έτσι, εδραιώνει τους δεσμούς της σχέσης του με το ίδιο(το Είναι): Εκστατικά. Μια σχέση καλείται εκ-στατική, όταν βρίσκεται έξω από τα όρια της ανθρώπινης σύλληψης και κατανόησης. Γι’ αυτό η σχέση του ανθρώπου με το Είναι του, είναι σχεδόν μεταφυσική-διότι υπερβαίνει φυσικούς νόμους, και διόδους κατανόησης.
[2] Τερέζα Πεντζοπούλου-Βαλαλά, “Heidegger-O φιλόσοφος του λόγου και της σιωπής”, Εκδ. Βανιάς, Θεσ/νικη 2001. (σ.50).
[3] Σύμπαν είναι αυτό που εμπεριέχει τα πάντα εντός Του: αισθητά και μη, νοητά και μη, αλλά και τα δυνάμενα.
[4] Το γίγνεσθαι ως γεγονός είναι το γενόμενο. Αυτό που γίγνενται. Το (γε) είναι εγκλιτικό μόριο που χρησιμεύει για να κινήσει της προσοχή. Όταν γεγνώμαι, φωνάζω δυνατά ώστε να γίνω ακουστός, όπως σε μια κυοφορία, και να δηλώσω την παρ-ουσία. Το γιγνόμενο είναι αυτό που έρχεται εις μια νέα κατάσταση υπάρξεως. Είναι το ερχόμενο προς το Είναι του, το λαμβάνων ύπαρξη Ον, ως φανέρωση.
-Είναι επίσης αυτό που συνεχώς αναγεννάται, εκ της δυνατότητα που του παρέχεται να γνωρίζει. Μέσα από την συνεχή επίγνωση της άγνοιας του, εκ του μηδενός, διαρκώς η γνώση, καθίσταται προσβάσημη. Όταν γνωρίζω έρχομαι σε νέα κατάσταση υπάρξεως. Έρχομαι εις το Είναι απ’ όπου λαμβάνω ύπαρξη ως βίωμα. Διατελω υπό την προστασία του, όταν πηγαίνω προς Αυτό.
[5] Η όποια προσπάθεια να αντισταθούμε στην Αγάπη του Είναι, της όποιας είμαστε όλοι αναπόδραστο μέρος, καθίσταται αδύνατη, μάταιη και κλονίζει το ψυχισμό μας. Τότε βιώνουμε τον αυτοαποκλεισμό, ενώ οδηγούμε οι ίδιοι ως δέσμιο τον εαυτό μας, στην απομόνωση της φυλακής, την εφιαλτική μοναξιά και τον μαρασμό, κρατώντας το κλειδί σφιχτά στο χέρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου