Ο λόγος που διατηρούμε με τόση αγάπη τις συναισθηματικές αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας είναι πως, για μια φευγαλέα στιγμή μας ξαναδίνουν ένα απεριόριστο μέλλον. Ένας πετεινός λαλεί στο χωριό με τις επικλινείς στέγες, που φαίνεται πέρα μακριά.
Περπατώ σ ένα λιβάδι σκεπασμένο με πάχνη. Ξαφνικά βλέπω το Μευρινιάκ και η καρδιά μου χάνει ένα χτύπο. Αυτή η μέρα που μόλις αρχίζει απλώνεται μπροστά μου ατέλειωτη μέχρι το μακρινό δειλινό. Το αύριο είναι παρά μια λέξη κενή. Μας χωρίζει η αιωνιότητα.
Κι ύστερα, ξαφνικά , η εικόνα αυτή δεν υπάρχει. Ξαναγύρισα στην εποχή που τα χρόνια περνάνε γρήγορα και συμφωνώ με τα λόγια του Ιονέσκο: «Έχω φτάσει στην ηλικία που η ώρα αξίζει μονάχα λίγα λεπτά και τα τέταρτα δεν έχουν πια καμιάν αξία».
Ο Ιονέσκο πιστεύει κι εκείνος πως ο καλύτερος τρόπος για να συλλάβεις ξανά την αίσθηση της διάρκειας του χρόνου που είχες στην παιδική ηλικία, είναι να ταξιδεύεις.
Κάθε μέρα από τότε, προσπαθώ να αγκυροβολήσω σε κάτι στερεό. Απεγνωσμένα προσπαθώ για άλλη μια φορά να ανακαλύψω ένα ακέραιο, αλώβητο κόσμο, που δεν τον εξουσιάζει ο χρόνος. Και πραγματικά, δυο μέρες ταξιδιού και η γνωριμία μιας καινούριας πόλης καταφέρνουν να επιβραδύνουν την ασταμάτητη ροή των γεγονότων. Δύο μέρες σ ένα καινούριο μέρος αξίζουν τριάντα σε οικείο περιβάλλον – τριάντα μέρες που τις έχει φθείρει, μικρύνει και καταστρέψει η συνήθεια. Η συνήθεια δίνει στο χρόνο ένα λούστρο- και γλιστράς επάνω του όπως σ' ένα καλογυαλισμένο παρκέ. Ένας κόσμος νέος, ένας κόσμος πάντα νέος, ένας αιώνιος κόσμος – αυτός είναι ο παράδεισος. Αλλά η σημερινή ταχύτητα δεν είναι μόνο διαβολική, είναι η ίδια η κόλαση, η επιτάχυνση της πτώσης. Υπήρχε το παρόν, υπήρχε και ο χρόνος. Τώρα δεν υπάρχει πια ούτε παρόν ούτε χρόνος. Η γεωμετρική πρόοδος της πτώσης μας έριξε μέσα στο κενό.
Σιμόν Ντε Μποβουάρ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου