Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΠΛΑΤΩΝ, ΘΕΑΙΤΗΤΟΣ

ΠΛ Θεαιτ 176a–177a

Γιατί πρέπει να αποφεύγουμε το κακό και την αδικία

Συγκρίνοντας τους φιλοσόφους με όσους συχνάζουν στα δικαστήρια (βλ. και ΠΛ Θεαιτ 172a–174a), ο Σωκράτης περιέγραψε τους πρώτους ως αληθινά ελεύθερους ανθρώπους, που, ενώ χλευάζονται για την αδεξιότητά τους στις καθημερινές πρακτικές δραστηριότητες, υπερέχουν σε σχέση με τους δεύτερους στη γνώση του ανθρώπου και την εξέταση της φύσεως της αλήθειας. Και συνεχίζει:


ΣΩ. Ἀλλ’ οὔτ’ ἀπολέσθαι τὰ κακὰ δυνατόν, ὦ Θεόδωρε
―ὑπεναντίον γάρ τι τῷ ἀγαθῷ ἀεὶ εἶναι ἀνάγκη― οὔτ’ ἐν
θεοῖς αὐτὰ ἱδρῦσθαι, τὴν δὲ θνητὴν φύσιν καὶ τόνδε τὸν
τόπον περιπολεῖ ἐξ ἀνάγκης. διὸ καὶ πειρᾶσθαι χρὴ ἐνθένδε
[176b] ἐκεῖσε φεύγειν ὅτι τάχιστα. φυγὴ δὲ ὁμοίωσις θεῷ κατὰ
τὸ δυνατόν· ὁμοίωσις δὲ δίκαιον καὶ ὅσιον μετὰ φρονήσεως
γενέσθαι. ἀλλὰ γάρ, ὦ ἄριστε, οὐ πάνυ τι ῥᾴδιον πεῖσαι
ὡς ἄρα οὐχ ὧν ἕνεκα οἱ πολλοί φασι δεῖν πονηρίαν μὲν
φεύγειν, ἀρετὴν δὲ διώκειν, τούτων χάριν τὸ μὲν ἐπιτη-
δευτέον, τὸ δ’ οὔ, ἵνα δὴ μὴ κακὸς καὶ ἵνα ἀγαθὸς δοκῇ
εἶναι· ταῦτα μὲν γάρ ἐστιν ὁ λεγόμενος γραῶν ὕθλος, ὡς
ἐμοὶ φαίνεται· τὸ δὲ ἀληθὲς ὧδε λέγωμεν. θεὸς οὐδαμῇ
[176c] οὐδαμῶς ἄδικος, ἀλλ’ ὡς οἷόν τε δικαιότατος, καὶ οὐκ ἔστιν
αὐτῷ ὁμοιότερον οὐδὲν ἢ ὃς ἂν ἡμῶν αὖ γένηται ὅτι δικαιό-
τατος. περὶ τοῦτο καὶ ἡ ὡς ἀληθῶς δεινότης ἀνδρὸς καὶ
οὐδενία τε καὶ ἀνανδρία. ἡ μὲν γὰρ τούτου γνῶσις σοφία
καὶ ἀρετὴ ἀληθινή, ἡ δὲ ἄγνοια ἀμαθία καὶ κακία ἐναργής·
αἱ δ’ ἄλλαι δεινότητές τε δοκοῦσαι καὶ σοφίαι ἐν μὲν
πολιτικαῖς δυναστείαις γιγνόμεναι φορτικαί, ἐν δὲ τέχναις
[176d] βάναυσοι. τῷ οὖν ἀδικοῦντι καὶ ἀνόσια λέγοντι ἢ πράττοντι
μακρῷ ἄριστ’ ἔχει τὸ μὴ συγχωρεῖν δεινῷ ὑπὸ πανουργίας
εἶναι· ἀγάλλονται γὰρ τῷ ὀνείδει καὶ οἴονται ἀκούειν ὅτι
οὐ λῆροί εἰσι, γῆς ἄλλως ἄχθη, ἀλλ’ ἄνδρες οἵους δεῖ
ἐν πόλει τοὺς σωθησομένους. λεκτέον οὖν τἀληθές, ὅτι
τοσούτῳ μᾶλλόν εἰσιν οἷοι οὐκ οἴονται, ὅτι οὐχὶ οἴονται·
ἀγνοοῦσι γὰρ ζημίαν ἀδικίας, ὃ δεῖ ἥκιστα ἀγνοεῖν. οὐ γάρ
ἐστιν ἣν δοκοῦσιν, πληγαί τε καὶ θάνατοι, ὧν ἐνίοτε πάσχουσιν
[176e] οὐδὲν ἀδικοῦντες, ἀλλὰ ἣν ἀδύνατον ἐκφυγεῖν.

ΘΕΟ. Τίνα δὴ λέγεις;

ΣΩ. Παραδειγμάτων, ὦ φίλε, ἐν τῷ ὄντι ἑστώτων, τοῦ
μὲν θείου εὐδαιμονεστάτου, τοῦ δὲ ἀθέου ἀθλιωτάτου, οὐχ
ὁρῶντες ὅτι οὕτως ἔχει, ὑπὸ ἠλιθιότητός τε καὶ τῆς ἐσχάτης
[177a] ἀνοίας λανθάνουσι τῷ μὲν ὁμοιούμενοι διὰ τὰς ἀδίκους
πράξεις, τῷ δὲ ἀνομοιούμενοι. οὗ δὴ τίνουσι δίκην ζῶντες
τὸν εἰκότα βίον ᾧ ὁμοιοῦνται· ἐὰν δ’ εἴπωμεν ὅτι, ἂν μὴ
ἀπαλλαγῶσι τῆς δεινότητος, καὶ τελευτήσαντας αὐτοὺς
ἐκεῖνος μὲν ὁ τῶν κακῶν καθαρὸς τόπος οὐ δέξεται, ἐνθάδε
δὲ τὴν αὑτοῖς ὁμοιότητα τῆς διαγωγῆς ἀεὶ ἕξουσι, κακοὶ
κακοῖς συνόντες, ταῦτα δὴ καὶ παντάπασιν ὡς δεινοὶ καὶ
πανοῦργοι ἀνοήτων τινῶν ἀκούσονται.

ΘΕΟ. Καὶ μάλα δή, ὦ Σώκρατες.

***
ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Ούτε να χαθούν τα κακά είναι δυνατόν, Θεόδωρε, γιατί είναι ανάγκη να υπάρχη κάτι αντίθετο στο καλό, ούτε πάλι γίνεται να έχουν τον τόπο τους στους θεούς, αλλά περιτριγυρίζουν κατ' ανάγκη τη θνητή φύση κι αυτόν εδώ τον τόπο. Γι' αυτό και πρέπει να προσπαθή κανείς να φεύγη απ' εδώ, όσο μπορεί πιο γρήγορα, προς τα εκεί. Και η φυγή αυτή σημαίνει ομοίωση με το θεό, όσο τούτο γίνεται. Ομοίωση πάλι θα ειπή, να γίνης δίκαιος και όσιος με φρόνηση και με γνώση. Όμως δεν είναι εύκολο, καλέ μου, να πείσης τον άλλον πως δεν πρέπει για την αιτία που νομίζουν οι πολλοί ν' αποφεύγη την κακία και να επιδιώκη την αρετή. Αυτοί λένε πως πρέπει κανείς το ένα να το κάνη και το άλλο να το αποφεύγη, για να μην τον έχη ο κόσμος για κακόν αλλά για καλόν άνθρωπο. Αυτά για μένα είναι, όπως λέει ο λόγος, φλυαρία για γραΐδια. Αντίθετα η αλήθεια είναι αυτή εδώ: ο θεός δεν είναι με κανένα τρόπο άδικος, αλλά τόσο δίκαιος όσο γίνεται, και τίποτα δεν είναι πιο όμοιο μ' αυτόν παρά όποιος από μας γίνει όσο μπορεί πιο δίκαιος. Εδώ έγκειται το αληθινό μεγαλείο του ανθρώπου, αλλά και η μηδαμινότητα και η ανανδρία του. Η γνώση αυτού του πράγματος είναι σοφία και αρετή αληθινή, η άγνοιά του πάλι αμάθεια και κακία ολοφάνερη. Όλα τα άλλα όμως που περνούν για σπουδαία πράγματα και για σοφίες, όταν τα βρίσκωμε σ' εκείνους που έχουν πολιτική εξουσία είναι φορτικά, όταν πάλι στους τεχνίτες είναι βάναυσα. Αυτόν λοιπόν που είναι άδικος και λέει ή κάνει ανόσια καλύτερα να μην τον αφήνωμε να μεγαλώση με την πανουργία του. Γιατί οι άνθρωποι αυτού του είδους χαίρονται για την πανουργία τους και νομίζουν πως εμείς λέμε ότι αυτοί δεν είναι για πέταμα, αυτοί που είναι το άχθος της γης, αλλά είναι άνδρες όπως πρέπει να είναι για να ανεβούν ψηλά μέσα στην πόλη. Πρέπει λοιπόν να ειπούμε την αλήθεια: είναι τόσο πιο πολύ ό,τι δεν πιστεύουν πως είναι, όσο πιο πολύ δεν το πιστεύουν· γιατί δεν ξέρουν ποια τιμωρία υπάρχει για την αδικία, πράγμα που πιο πολύ απ' όλα θα έπρεπε να το ξέρουν. Γιατί η τιμωρία δεν είναι όπως την νομίζουν, πληγές και θάνατοι, πράγματα πού πολλές φορές τα αποφεύγουν αν και είναι άδικοι, αλλά είναι κάτι που δεν μπορούν να το ξεφύγουν.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Τι εννοείς ;

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: Αν και ορθώνονται, φίλε μου, μέσα στον κόσμο δύο παραδείγματα, το ένα θειο και απόλυτα ευδαιμονισμένο, το άλλο άθεο και απόλυτα άθλιο, δεν βλέπουν ότι είναι έτσι, και από ηλιθιότητα και έσχατη ανοησία δεν καταλαβαίνουν ότι με τις άδικες πράξεις τους γίνονται όμοιοι με το ένα, ανόμοιοι όμως με το άλλο. Γι' αυτό τιμωρούνται να κάνουν ζωή όμοια με το παράδειγμα που ακολουθούν. Κι αν τους πούμε πως αν δεν απαλλαχθούν από την πανουργία τους και πεθάνουν, τότε ο τόπος εκείνος που είναι καθαρός από κακά δεν θα τους δεχθή, αλλά θα έχουν πάντα τη ζωή που ταιριάζει στη διαγωγή τους, όντας κακοί ανάμεσα σε κακούς, αυτά δα είναι που σαν φοβεροί και πανούργοι άνθρωποι θα τα πάρουν για λόγια κάποιων ανόητων.

ΘΕΟΔΩΡΟΣ: Ασφαλώς, Σωκράτη μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου