Οι άνθρωποι έχουν όνειρα και σκοπούς για τη ζωή. Οραματίζονται φαντασίες και γεμίζουν συνεχώς την ύπαρξή τους με νοήματα που τους τροφοδοτούν με την απαιτούμενη ενέργεια για να συνεχίσουν να σηκώνονται από το κρεβάτι τους κάθε μουντό πρωινό.
Προσηλώνονται σε ιδανικά και εφευρίσκουν κίνητρα που υπερβαίνουν τα επίγεια όρια σε μία ασύμβατη προσπάθειά τους να κερδίσουν την άνιση μάχη με την ανηλεή φθορά του χρόνου.
Οι άνθρωποι μοιάζουν με τις φυσαλίδες που πλέουν στο γαλάζιο του ουρανού, παρασυρμένες από τη δροσερή θέλησή τους για ζωή.
Ωστόσο, γεμίζουν τις αιθέριες φούσκες τους με περιττά πάθη και νοσηρές επιθυμίες, με βαρίδια που φέρουν τη χαρακτηριστική αρτηριοσκλήρωση μίας τρομοκρατημένης ψυχοσύνθεσης, μόνο και μόνο επειδή στην πραγματικότητα φοβούνται τις υψηλές πτήσεις προς την πλέρια ελευθερία.
Οι ανθρώπινες φυσαλίδες ονειρεύονται να φτάσουν ψηλότερα από τον καθένα, έχουν όμως βραχεία διάρκεια παρουσίας στα επίγεια δεινά και είναι καταδικασμένες να σκάσουν ανά πάσα στιγμή με την παραμικρή διαταραχή του αγέρα, επιβεβαιώνοντας ξανά και ξανά το εφήμερο του είναι τους.
Το μοναδικό αποτύπωμα που αφήνουν πίσω τους είναι ένας ισχνός αχός που μόλις και μετά βίας φτάνει στην επόμενη γενιά των νεότερων, μα εξίσου θνητών με τις ίδιες, φυσαλίδων.
Η ελεγεία αυτή είναι απολογητική και κρύβει θλίψη για ανεκπλήρωτους έρωτες που δε βιώθηκαν και για λανθασμένες διαδρομές που πάρθηκαν, ωστόσο δε καταφέρνει να συνταράξει τη ζωή που εξακολουθεί να κυλάει απρόσκοπτη στους δικούς της ξεχωριστούς και «μεταφυσικούς» ρυθμούς.
Οι φυσαλίδες φτάνουν στο απόγειό τους κάθε φορά που ανυψώνονται από το έδαφος, ανεμπόδιστες από τα δεσμά της αριβιστικής επιθυμίας για οικονομική καταξίωση και της ασίγαστης, μυστικιστικής δίψας για υστεροφημία.
Τα ζωτικά «καύσιμα», άλλωστε, που διαρκούν πιότερο, είναι αυτά του συντροφικού χαμογέλιου και της απελευθερωμένης ερωτοαγάπης.
Προσηλώνονται σε ιδανικά και εφευρίσκουν κίνητρα που υπερβαίνουν τα επίγεια όρια σε μία ασύμβατη προσπάθειά τους να κερδίσουν την άνιση μάχη με την ανηλεή φθορά του χρόνου.
Οι άνθρωποι μοιάζουν με τις φυσαλίδες που πλέουν στο γαλάζιο του ουρανού, παρασυρμένες από τη δροσερή θέλησή τους για ζωή.
Ωστόσο, γεμίζουν τις αιθέριες φούσκες τους με περιττά πάθη και νοσηρές επιθυμίες, με βαρίδια που φέρουν τη χαρακτηριστική αρτηριοσκλήρωση μίας τρομοκρατημένης ψυχοσύνθεσης, μόνο και μόνο επειδή στην πραγματικότητα φοβούνται τις υψηλές πτήσεις προς την πλέρια ελευθερία.
Οι ανθρώπινες φυσαλίδες ονειρεύονται να φτάσουν ψηλότερα από τον καθένα, έχουν όμως βραχεία διάρκεια παρουσίας στα επίγεια δεινά και είναι καταδικασμένες να σκάσουν ανά πάσα στιγμή με την παραμικρή διαταραχή του αγέρα, επιβεβαιώνοντας ξανά και ξανά το εφήμερο του είναι τους.
Το μοναδικό αποτύπωμα που αφήνουν πίσω τους είναι ένας ισχνός αχός που μόλις και μετά βίας φτάνει στην επόμενη γενιά των νεότερων, μα εξίσου θνητών με τις ίδιες, φυσαλίδων.
Η ελεγεία αυτή είναι απολογητική και κρύβει θλίψη για ανεκπλήρωτους έρωτες που δε βιώθηκαν και για λανθασμένες διαδρομές που πάρθηκαν, ωστόσο δε καταφέρνει να συνταράξει τη ζωή που εξακολουθεί να κυλάει απρόσκοπτη στους δικούς της ξεχωριστούς και «μεταφυσικούς» ρυθμούς.
Οι φυσαλίδες φτάνουν στο απόγειό τους κάθε φορά που ανυψώνονται από το έδαφος, ανεμπόδιστες από τα δεσμά της αριβιστικής επιθυμίας για οικονομική καταξίωση και της ασίγαστης, μυστικιστικής δίψας για υστεροφημία.
Τα ζωτικά «καύσιμα», άλλωστε, που διαρκούν πιότερο, είναι αυτά του συντροφικού χαμογέλιου και της απελευθερωμένης ερωτοαγάπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου