Μια φορά και έναν καιρό, υπήρχε ένα πολύ μακρινό βασίλειο με έναν πολύ λυπημένο κυβερνήτη. Δεν καταλάβαινε τον λόγο της μελαγχολίας του μέχρι που ένας από τους σοφούς άντρες του τον βοήθησε να καταλάβει πως όλα είχαν να κάνουν με τον κύκλο του 99. Ήταν ένα μάθημα που δεν θα ξεχνούσε ποτέ.
Όλα ξεκίνησαν ένα πρωί, όταν ο βασιλιάς, πολύ καταθλιπτικός, είδε έναν από τους υπηρέτες του να μπαίνει στο δωμάτιο. Ο ταπεινός άντρας χαμογέλασε και άρχισε να σφυρίζει μια ευχάριστη μελωδία. Ο βασιλιάς συνειδητοποίησε πως ο υπηρέτης ήταν πάντα χαρούμενος και αναρωτήθηκε το γιατί. Πως μπορούσε ένας υπηρέτης να είναι τόσο χαρούμενος, όταν ο ίδιος, ο βασιλιάς, δεν μπορούσε να βρει την γαλήνη;
Αυτό αναστάτωσε τον βασιλιά. Δεν πίστεψε ούτε λέξη. Πως μπορούσε ένας άντρας με ένα σπίτι και μια ζωή πολύ πιο μέτρια από τα δικά του να είναι τόσο χαρούμενος; Ο βασιλιάς τον απείλησε ότι θα τον αποκεφαλίσει αν δεν του αποκάλυπτε το μυστικό της ευτυχίας του. Ο υπηρέτης ζήτησε συγγνώμη που πρόσβαλε τον βασιλιά αλλά δεν ήξερε τι να πει.
Η σοφία και ο κύκλος του 99
Τελικά, ο βασιλιάς είπε στον υπηρέτη να φύγει. Δεν μπορούσε να αντέξει το αδιάκοπο χαμόγελο του. Ούτε καν η απειλή του θανάτου δεν τον αναστάτωσε. Αφού έφυγε ο ταπεινός υπηρέτης, αμέσως κάλεσε τους σοφούς άντρες του παλατιού. Το μυστήριο έπρεπε να λυθεί.
Όταν μαζεύτηκαν όλοι οι σοφοί άντρες, διέταξε να του πουν γιατί ο υπηρέτης ήταν τόσο χαρούμενος με την μίζερη ζωή του, ενώ ο ίδιος δεν μπορούσε να σταματήσει να αισθάνεται τόσο στεναχωρημένος. Ένας από τους σοφούς άντρες σηκώθηκε και είπε: «Είναι απλό. Ο υπηρέτης είναι χαρούμενος επειδή δεν έχει μπει στον κύκλο του 99.» Αυτό κίνησε το ενδιαφέρον του βασιλιά. Τι στο καλό ήταν ο κύκλος του 99;
Ο σοφός άντρας του είπε ότι ήταν άχρηστο να εξηγήσει τον κύκλο του 99 με λόγια. Χρειαζόταν να τον δει με τα μάτια του. Το μόνο που χρειαζόταν ο βασιλιάς ήταν 99 νομίσματα από καθαρό χρυσό και θα του έδειχνε πως κάθε χαρούμενος άνθρωπος, αφού μπει στον κύκλο του 99, γίνεται καταθλιπτικός. Ο βασιλιάς αποδέχτηκε την πρόκληση.
Μπαίνοντας στον κύκλο του 99
Ο βασιλιάς διέταξε να φτιαχτούν 99 νομίσματα από καθαρό χρυσό, τον πιο πολύτιμο στο βασίλειο. Τα έβαλε σε μια τσάντα και τα πήγε στο σπίτι του υπηρέτη, συνοδευόμενος από τον σοφό άντρα. Άφησαν την τσάντα στην πόρτα με ένα σημείωμα: «Ένα δώρο για την πιστή και ανιδιοτελή υπηρεσία σου. Απόλαυσε το.» Τότε κρύφτηκαν, για να δουν τι θα συμβεί.
Ο υπηρέτης γύρισε σπίτι, είδε την τσάντα και έμεινε έκπληκτος. Κοίταξε γύρω του και μετά μπήκε στο σπίτι του γεμάτος περιέργεια. Ο βασιλιάς και ο σοφός τον παρακολουθούσαν απ’ έξω ακόμα κρυμμένοι. Ο ταπεινός άντρας πήρε τα νομίσματα και τα έριξε στο τραπέζι.
Δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Άρχισε να μετρά την νέα του περιουσία, βάζοντας τα νομίσματα σε στοίβες των 10. Όταν τελείωσε και την τελευταία, νόμιζε ότι κάτι ήταν λάθος. Η τελευταία στοίβα είχε 9 νομίσματα αντί για 10.
Η παγίδα του κύκλου του 99
Ο υπηρέτης νόμιζε ότι ένα νόμισμα θα είχε πέσει από το τραπέζι και το έψαξε παντού, αλλά δεν μπόρεσε να τον βρει. Τότε σκέφτηκε φωναχτά «Κάποιος είδε την τσάντα και έκλεψε ένα νόμισμα». Τότε αναρωτήθηκε πόσο θα του έπαιρνε να κερδίσει ένα νόμισμα. Έκανε κάποιους υπολογισμούς.
Δουλεύοντας κανονικά, θα χρειαζόταν 5 χρόνια. Αλλά αν δούλευε περισσότερο; Ίσως θα μπορούσε να το κερδίσει σε 2 χρόνια. Αν ζητούσε και από την γυναίκα του να βρει ακόμα μια δουλειά; Τότε ίσως να έφτανε στον στόχο του σε μόνο έναν χρόνο.
Από εκείνη την μέρα ο υπηρέτης έγινε πολύ καχύποπτος και δεν εμπιστευόταν κανέναν.
Υποπτευόταν πως κάποιος από το παλάτι είχε πάρει το νόμισμα, που σύμφωνα με τον ίδιο, έλειπε από την περιουσία του. Επίσης ανησυχούσε μήπως τον ξανά ληστέψουν.
Ο υπηρέτης ποτέ δεν σταμάτησε να κάνει σχέδια για το πώς να κερδίσει ακόμα ένα χρυσό νόμισμα. Είχε παγιδευτεί στον κύκλο του 99. Από τότε, ποτέ δεν σκεφτόταν τα πράγματα που είχε, μόνο αυτά που του έλειπαν. Τελικά ο σοφός είχε δίκιο.
Όλα ξεκίνησαν ένα πρωί, όταν ο βασιλιάς, πολύ καταθλιπτικός, είδε έναν από τους υπηρέτες του να μπαίνει στο δωμάτιο. Ο ταπεινός άντρας χαμογέλασε και άρχισε να σφυρίζει μια ευχάριστη μελωδία. Ο βασιλιάς συνειδητοποίησε πως ο υπηρέτης ήταν πάντα χαρούμενος και αναρωτήθηκε το γιατί. Πως μπορούσε ένας υπηρέτης να είναι τόσο χαρούμενος, όταν ο ίδιος, ο βασιλιάς, δεν μπορούσε να βρει την γαλήνη;
«Η πραγματική κοινωνική πρόοδος δεν έχει να κάνει με την αύξηση των αναγκών αλλά με την εθελοντική μείωση τους. Ωστόσο, αυτό απαιτεί ταπεινότητα.» -Mahatma GandhiΟ βασιλιάς ρώτησε τον άντρα, «Γιατί είσαι τόσο χαρούμενος;». Ο υπηρέτης δεν ήξερε πώς να απαντήσει. «Γιατί να μην είμαι;» απάντησε τελικά. «Ζω σε ένα παλάτι, σερβίροντας το πιο ισχυρό άτομο του βασιλείου… Τι άλλο θα μπορούσα να θέλω; Δεν βλέπω το γιατί δεν θα έπρεπε να είμαι χαρούμενος με την ζωή μου…»
Αυτό αναστάτωσε τον βασιλιά. Δεν πίστεψε ούτε λέξη. Πως μπορούσε ένας άντρας με ένα σπίτι και μια ζωή πολύ πιο μέτρια από τα δικά του να είναι τόσο χαρούμενος; Ο βασιλιάς τον απείλησε ότι θα τον αποκεφαλίσει αν δεν του αποκάλυπτε το μυστικό της ευτυχίας του. Ο υπηρέτης ζήτησε συγγνώμη που πρόσβαλε τον βασιλιά αλλά δεν ήξερε τι να πει.
Η σοφία και ο κύκλος του 99
Τελικά, ο βασιλιάς είπε στον υπηρέτη να φύγει. Δεν μπορούσε να αντέξει το αδιάκοπο χαμόγελο του. Ούτε καν η απειλή του θανάτου δεν τον αναστάτωσε. Αφού έφυγε ο ταπεινός υπηρέτης, αμέσως κάλεσε τους σοφούς άντρες του παλατιού. Το μυστήριο έπρεπε να λυθεί.
Όταν μαζεύτηκαν όλοι οι σοφοί άντρες, διέταξε να του πουν γιατί ο υπηρέτης ήταν τόσο χαρούμενος με την μίζερη ζωή του, ενώ ο ίδιος δεν μπορούσε να σταματήσει να αισθάνεται τόσο στεναχωρημένος. Ένας από τους σοφούς άντρες σηκώθηκε και είπε: «Είναι απλό. Ο υπηρέτης είναι χαρούμενος επειδή δεν έχει μπει στον κύκλο του 99.» Αυτό κίνησε το ενδιαφέρον του βασιλιά. Τι στο καλό ήταν ο κύκλος του 99;
Ο σοφός άντρας του είπε ότι ήταν άχρηστο να εξηγήσει τον κύκλο του 99 με λόγια. Χρειαζόταν να τον δει με τα μάτια του. Το μόνο που χρειαζόταν ο βασιλιάς ήταν 99 νομίσματα από καθαρό χρυσό και θα του έδειχνε πως κάθε χαρούμενος άνθρωπος, αφού μπει στον κύκλο του 99, γίνεται καταθλιπτικός. Ο βασιλιάς αποδέχτηκε την πρόκληση.
Μπαίνοντας στον κύκλο του 99
Ο βασιλιάς διέταξε να φτιαχτούν 99 νομίσματα από καθαρό χρυσό, τον πιο πολύτιμο στο βασίλειο. Τα έβαλε σε μια τσάντα και τα πήγε στο σπίτι του υπηρέτη, συνοδευόμενος από τον σοφό άντρα. Άφησαν την τσάντα στην πόρτα με ένα σημείωμα: «Ένα δώρο για την πιστή και ανιδιοτελή υπηρεσία σου. Απόλαυσε το.» Τότε κρύφτηκαν, για να δουν τι θα συμβεί.
Ο υπηρέτης γύρισε σπίτι, είδε την τσάντα και έμεινε έκπληκτος. Κοίταξε γύρω του και μετά μπήκε στο σπίτι του γεμάτος περιέργεια. Ο βασιλιάς και ο σοφός τον παρακολουθούσαν απ’ έξω ακόμα κρυμμένοι. Ο ταπεινός άντρας πήρε τα νομίσματα και τα έριξε στο τραπέζι.
Δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Άρχισε να μετρά την νέα του περιουσία, βάζοντας τα νομίσματα σε στοίβες των 10. Όταν τελείωσε και την τελευταία, νόμιζε ότι κάτι ήταν λάθος. Η τελευταία στοίβα είχε 9 νομίσματα αντί για 10.
Η παγίδα του κύκλου του 99
Ο υπηρέτης νόμιζε ότι ένα νόμισμα θα είχε πέσει από το τραπέζι και το έψαξε παντού, αλλά δεν μπόρεσε να τον βρει. Τότε σκέφτηκε φωναχτά «Κάποιος είδε την τσάντα και έκλεψε ένα νόμισμα». Τότε αναρωτήθηκε πόσο θα του έπαιρνε να κερδίσει ένα νόμισμα. Έκανε κάποιους υπολογισμούς.
Δουλεύοντας κανονικά, θα χρειαζόταν 5 χρόνια. Αλλά αν δούλευε περισσότερο; Ίσως θα μπορούσε να το κερδίσει σε 2 χρόνια. Αν ζητούσε και από την γυναίκα του να βρει ακόμα μια δουλειά; Τότε ίσως να έφτανε στον στόχο του σε μόνο έναν χρόνο.
Από εκείνη την μέρα ο υπηρέτης έγινε πολύ καχύποπτος και δεν εμπιστευόταν κανέναν.
Υποπτευόταν πως κάποιος από το παλάτι είχε πάρει το νόμισμα, που σύμφωνα με τον ίδιο, έλειπε από την περιουσία του. Επίσης ανησυχούσε μήπως τον ξανά ληστέψουν.
Ο υπηρέτης ποτέ δεν σταμάτησε να κάνει σχέδια για το πώς να κερδίσει ακόμα ένα χρυσό νόμισμα. Είχε παγιδευτεί στον κύκλο του 99. Από τότε, ποτέ δεν σκεφτόταν τα πράγματα που είχε, μόνο αυτά που του έλειπαν. Τελικά ο σοφός είχε δίκιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου