Το έργο του Μάρκου Αυρηλίου Τὰ εἰς ἑαυτὸν γράφτηκε μετά το 172 μ.Χ. και ενώ ο συγγραφέας κατείχε ήδη το αυτοκρατορικό αξίωμα (161-180 μ.Χ.). Είναι γραμμένο στην Ελληνική -τη γλώσσα των μορφωμένων Ρωμαίων- και παραδίδεται διαιρεμένο σε δώδεκα βιβλία (η διαίρεση δεν ανταποκρίνεται σε εσωτερικά κριτήρια και επομένως δεν πρέπει να οφείλεται στον ίδιο τον συγγραφέα). Εκτός από το πρώτο βιβλίο, το οποίο, αν και γράφτηκε τελευταίο, προτάχθηκε εκ των υστέρων ως εισαγωγή και αναφέρεται στις οφειλές του Αυρηλίου σε συγγενείς και δασκάλους, τα υπόλοιπα έχουν τη μορφή σκόρπιων στοχασμών σε αφοριστικό ύφος, παραινέσεων εἰς ἑαυτόν χωρίς καμιά συστηματική κατάταξη.
Ως προς το περιεχόμενο το έργο εντάσσεται στην παράδοση της στωικής φιλοσοφίας με ιδιαίτερα έκδηλη την επίδραση του Επικτήτου (55-120 μ.Χ). Ο Μάρκος Αυρήλιος στο αγωνιώδες ερώτημα της εποχής, πώς μπορεί κανείς να κατακτήσει την ευδαιμονία, απαντά ως γνήσιος στωικός: η απαλλαγή από τα πάθη και τα έντονα συναισθήματα (ηδονή, πόνος), η απάθεια έναντι του εξωτερικού κόσμου, η αδιαφορία για τα υλικά αγαθά συντείνουν στην κατάκτηση της εσωτερικής γαλήνης. Ένα αίσθημα που ενισχύεται από την πεποίθηση ότι η ζωή του ανθρώπου διέπεται εν τέλει από την ίδια αρμονία που διέπει τον κόσμο ως ολότητα, και η οποία οφείλεται στην ύπαρξη του Λόγου. Από το έργο του δεν απουσιάζουν οι έννοιες της παροδικότητας του χρόνου, του εφήμερου της ζωής, της πλήρους αβεβαιότητας, μόνο που δεν σχετίζονται με μια απαισιόδοξη θεώρηση του κόσμου. Αντίθετα, αποτελούν την παραδοχή από την οποία εκκινεί κανείς για να αναζητήσει μέσω της φιλοσοφίας την ευδαιμονία.
Τὰ εἰς ἑαυτὸν
Της ανθρώπινης ζωής η διάρκεια όσο μια στιγμή, η ουσία της ρευστή, η αίσθησή της θολή, το σώμα -από τη σύστασή του- έτοιμο να σαπίσει, και η ψυχή ένας στρόβιλος, η τύχη άδηλη, η δόξα αβέβαιη. Με δυο λόγια, όλα στο σώμα σαν ένα ποτάμι, όλα της ψυχής σαν όνειρο και σαν άχνη, η ζωή ένας πόλεμος κι ένας ξενιτεμός, η υστεροφημία λησμονιά. Ποιο είναι αυτό που μπορεί να μας δείξει τον δρόμο; Ένα και μόνο: η φιλοσοφία! Κι αυτό σημαίνει να φυλάμε τον θεό μέσα μας καθαρό κι αλώβητο, νικητή πάνω στις ηδονές και τους πόνους, να μην κάνουμε τίποτε στα τυφλά, τίποτε ψεύτικα και προσποιητά, να μην εξαρτιόμαστε από το τι θα πράξει ή τι δεν θα πράξει ο άλλος. Κι ακόμη, να αποδεχόμαστε όσα συμβαίνουν κι όσα μας λαχαίνουν σαν κάτι που έρχεται κάπου από κει απ᾽ όπου έχουμε έλθει και εμείς· και πάνω απ᾽ όλα, να περιμένουμε τον θάνατο με γαλήνια διάθεση, θεωρώντας πως δεν είναι τίποτε άλλο παρά η διάλυση των συστατικών στοιχείων από τα οποία είναι συγκροτημένο κάθε ζωντανό πλάσμα.
Πέταξε τα όλα, κράτησε μόνο τούτα τα λίγα· και να θυμάσαι ακόμη ότι καθένας ζει μόνο το παρόν -τούτο το ακαριαίο· τα άλλα ή τα έχει ζήσει πια ή είναι στη σφαίρα του άδηλου. Μικρή λοιπόν η ζωή του καθενός, μικρή και η γωνίτσα της γης όπου την ζει· μικρή ακόμη και η διαρκέστερη υστεροφημία: στηρίζεται κι αυτή σε ανθρωπάκια που διαδέχονται το ένα το άλλο και που αύριο κιόλας θα πεθάνουν και δεν γνωρίζουν ούτε τον εαυτό τους, πολύ περισσότερο εκείνον που έχει πεθάνει από καιρό.
Κενοσπουδία για πομπές, δράματα πάνω στη σκηνή, κοπάδια και συναγελάσματα, λογχίσματα σε κορμιά, κοκκαλάκια σε σκυλάκια, μπουκιές σε δεξαμενές ψαριών, ταλαιπωρίες φορτωμένων μυρμηγκιών, ποντικάκια που τρέχουν φοβισμένα, νευρόσπαστα που χειρονομούν. Πρέπει λοιπόν να στέκεσαι [απέναντι σε] αυτά με ευμένεια και χωρίς αλαζονεία, να προσέχεις όμως πως ο καθένας αξίζει τόσο, όσο τα πράγματα που τον απασχολούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου