Η κατανόηση της συναισθηματικής κατάστασης του άλλου είναι βασική τόσο στην προσωπική όσο και στην επαγγελματική μας ζωή. Ωστόσο, ο καλύτερος τρόπος για να μάθουμε τι πραγματικά αισθάνεται αυτός που έχουμε απέναντί μας δεν είναι αυτός που μέχρι τώρα νομίζουμε. Αυτό αναδεικνύει νέα έρευνα της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρίας.
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα αυτή ο καλύτερος τρόπος για να «διαβάσουμε» καλύτερα τα συναισθήματα των άλλων με μεγαλύτερη ακρίβεια είναι όταν ακούμε και όχι όταν κοιτάζουμε τον άλλον.
Ο Michael Kraus, διδάκτορας από το Πανεπιστήμιο του Yale και συγγραφέας της μελέτης, αναφέρει: «Η έρευνά μας δείχνει ότι το να βασιζόμαστε σε ένα συνδυασμό ηχητικών σημάτων και πληροφοριών από το πρόσωπο του άλλου ή αποκλειστικά μέσω σημάτων από το πρόσωπο του άλλου, μπορεί να μην είναι η καλύτερη στρατηγική για την ακριβή αναγνώριση των συναισθημάτων ή προθέσεων των άλλων».
Στη μελέτη αυτή ο Kraus περιγράφει μια σειρά από πέντε πειράματα με περισσότερους από 1.800 συμμετέχοντες από τις ΗΠΑ. Σε κάθε πείραμα, είτε ζητήθηκε από κάθε συμμετέχοντα να αλληλοεπιδράσει με κάποιον άλλον είτε του παρουσιάστηκε μια αλληλεπίδραση μεταξύ δύο άλλων.
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι συμμετέχοντες μπορούσαν μόνο να ακούσουν και όχι να δουν. Σε κάποιες άλλες μπορούσαν να δουν αλλά όχι να ακούσουν, ενώ ορισμένοι συμμετέχοντες είχαν τη δυνατότητα και να δουν και να ακούσουν. Σε μια περίπτωση, μάλιστα, οι συμμετέχοντες άκουσαν μια φωνή από ηλεκτρονικό υπολογιστή, η οποία διάβαζε ένα κείμενο από μια αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπων – περίπτωση όπου δεν υπήρχε η συνηθισμένη συναισθηματική διακύμανση της ανθρώπινης επικοινωνίας.
Και στα πέντε πειράματα, τα άτομα που μόνο άκουγαν χωρίς να παρατηρούν είχαν τη δυνατότητα, κατά μέσο όρο, να προσδιορίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα συναισθήματα που εκφράζονταν από τους άλλους. Μία εξαίρεση υπήρχε, όταν τα υποκείμενα άκουσαν τις ηλεκτρονικές φωνές και κατέληξαν στη χειρότερη ακρίβεια.
Καθώς ένα μεγάλο μέρος της έρευνας για τη συναισθηματική αναγνώριση είχε εστιάσει στο ρόλο των πληροφοριών που δίνονται από το πρόσωπο, αυτά τα ευρήματα ανοίγουν ένα νέο πεδίο έρευνας, σύμφωνα με τον Kraus.
«Πολλά τεστ συναισθηματικής νοημοσύνης βασίζονται στην ακριβή αντίληψη των προσώπων», αναφέρει ο συγγραφέας της μελέτης. «Αυτό που βρήκαμε εδώ είναι ότι ενδεχομένως δίνουμε πολύ μεγάλη προσοχή στο πρόσωπο, ενώ η φωνή μπορεί να έχει πολύ περισσότερο περιεχόμενο που είναι απαραίτητο για να αντιληφθούμε ακριβέστερα την εσωτερική κατάσταση του άλλου. Τα ευρήματα δείχνουν ότι θα πρέπει να εστιάζουμε περισσότερο στη μελέτη της λεκτικής έκφρασης των συναισθημάτων».
Ο Kraus πιστεύει ότι υπάρχουν δύο πιθανοί λόγοι που μόνο η φωνή είναι ανώτερη από μια συνδυαστική επικοινωνία. Ο ένας είναι ότι έχουμε ασκηθεί περισσότερο στο να χρησιμοποιούμε τις εκφράσεις του προσώπου για να κρύβουμε τα συναισθήματα. Ο άλλος είναι ότι περισσότερες πληροφορίες δεν είναι πάντα καλύτερες για να υπάρχει ακρίβεια.
Μία συνέπεια αυτής της έρευνας είναι απλή, σύμφωνα με τον συγγραφέα. «Έχει σημασία να ακούμε», λέει. «Βασικά το να εξετάζουμε τι λένε οι άλλοι και τους τρόπους με τους οποίους το λένε μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη κατανόηση των άλλων στην εργασία και στις προσωπικές σχέσεις».
Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα αυτή ο καλύτερος τρόπος για να «διαβάσουμε» καλύτερα τα συναισθήματα των άλλων με μεγαλύτερη ακρίβεια είναι όταν ακούμε και όχι όταν κοιτάζουμε τον άλλον.
Ο Michael Kraus, διδάκτορας από το Πανεπιστήμιο του Yale και συγγραφέας της μελέτης, αναφέρει: «Η έρευνά μας δείχνει ότι το να βασιζόμαστε σε ένα συνδυασμό ηχητικών σημάτων και πληροφοριών από το πρόσωπο του άλλου ή αποκλειστικά μέσω σημάτων από το πρόσωπο του άλλου, μπορεί να μην είναι η καλύτερη στρατηγική για την ακριβή αναγνώριση των συναισθημάτων ή προθέσεων των άλλων».
Στη μελέτη αυτή ο Kraus περιγράφει μια σειρά από πέντε πειράματα με περισσότερους από 1.800 συμμετέχοντες από τις ΗΠΑ. Σε κάθε πείραμα, είτε ζητήθηκε από κάθε συμμετέχοντα να αλληλοεπιδράσει με κάποιον άλλον είτε του παρουσιάστηκε μια αλληλεπίδραση μεταξύ δύο άλλων.
Σε ορισμένες περιπτώσεις οι συμμετέχοντες μπορούσαν μόνο να ακούσουν και όχι να δουν. Σε κάποιες άλλες μπορούσαν να δουν αλλά όχι να ακούσουν, ενώ ορισμένοι συμμετέχοντες είχαν τη δυνατότητα και να δουν και να ακούσουν. Σε μια περίπτωση, μάλιστα, οι συμμετέχοντες άκουσαν μια φωνή από ηλεκτρονικό υπολογιστή, η οποία διάβαζε ένα κείμενο από μια αλληλεπίδραση μεταξύ ανθρώπων – περίπτωση όπου δεν υπήρχε η συνηθισμένη συναισθηματική διακύμανση της ανθρώπινης επικοινωνίας.
Και στα πέντε πειράματα, τα άτομα που μόνο άκουγαν χωρίς να παρατηρούν είχαν τη δυνατότητα, κατά μέσο όρο, να προσδιορίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τα συναισθήματα που εκφράζονταν από τους άλλους. Μία εξαίρεση υπήρχε, όταν τα υποκείμενα άκουσαν τις ηλεκτρονικές φωνές και κατέληξαν στη χειρότερη ακρίβεια.
Καθώς ένα μεγάλο μέρος της έρευνας για τη συναισθηματική αναγνώριση είχε εστιάσει στο ρόλο των πληροφοριών που δίνονται από το πρόσωπο, αυτά τα ευρήματα ανοίγουν ένα νέο πεδίο έρευνας, σύμφωνα με τον Kraus.
«Πολλά τεστ συναισθηματικής νοημοσύνης βασίζονται στην ακριβή αντίληψη των προσώπων», αναφέρει ο συγγραφέας της μελέτης. «Αυτό που βρήκαμε εδώ είναι ότι ενδεχομένως δίνουμε πολύ μεγάλη προσοχή στο πρόσωπο, ενώ η φωνή μπορεί να έχει πολύ περισσότερο περιεχόμενο που είναι απαραίτητο για να αντιληφθούμε ακριβέστερα την εσωτερική κατάσταση του άλλου. Τα ευρήματα δείχνουν ότι θα πρέπει να εστιάζουμε περισσότερο στη μελέτη της λεκτικής έκφρασης των συναισθημάτων».
Ο Kraus πιστεύει ότι υπάρχουν δύο πιθανοί λόγοι που μόνο η φωνή είναι ανώτερη από μια συνδυαστική επικοινωνία. Ο ένας είναι ότι έχουμε ασκηθεί περισσότερο στο να χρησιμοποιούμε τις εκφράσεις του προσώπου για να κρύβουμε τα συναισθήματα. Ο άλλος είναι ότι περισσότερες πληροφορίες δεν είναι πάντα καλύτερες για να υπάρχει ακρίβεια.
Μία συνέπεια αυτής της έρευνας είναι απλή, σύμφωνα με τον συγγραφέα. «Έχει σημασία να ακούμε», λέει. «Βασικά το να εξετάζουμε τι λένε οι άλλοι και τους τρόπους με τους οποίους το λένε μπορεί να οδηγήσει σε καλύτερη κατανόηση των άλλων στην εργασία και στις προσωπικές σχέσεις».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου