Μόνο η εμφάνιση είναι ίδια. Η εμφάνιση του ποταμού και η δική σου επίσης.
Δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι…
…γιατί ο ποταμός δεν θα είναι ποτέ πια ο ίδιος ούτε κι εσύ. Γι’ αυτό κάθε στιγμή είναι μοναδική, ασύγκριτη! Δεν υπήρξε ποτέ πριν κι ούτε θα υπάρξει ποτέ πια. Είναι πανέμορφο αυτό! Η στιγμή δεν είναι επανάληψη. Είναι πάντα ολόδροση.
Αυτή τη δροσιά της στιγμής τη χάνεις, όταν ο νους σου επιμένει να προσκολλάται, να κατέχει, όταν επιζητάς τη μονιμότητα. Αν είχες έναν μόνιμο, αναλλοίωτο εαυτό, δεν θα ήταν ούτε καν σαν πέτρα, γιατί ακόμα κι οι πέτρες αλλάζουν. Ο εαυτός όμως δεν θα μπορούσε να είναι σαν λουλούδι. Αν όλα τα πράγματα είχαν έναν αναλλοίωτο εαυτό, ένα αναλλοίωτο υπόστρωμα, τότε όλη η ύπαρξη θα ήταν πλήξη, όχι γιορτή.
Γιορτή υπάρχει μόνο όταν κάθε στιγμή φέρνει μαζί της κάτι καινούργιο. Αν κάθε στιγμή φέρνει κάτι από το άγνωστο, αν κάθε στιγμή είναι εισβολή του άγνωστου μέσα στο γνωστό, τότε έχει ενδιαφέρον η ζωή∙ χωρίς προσδοκίες. Τότε η ζωή είναι μια διαρκής κίνηση στο άγνωστο. Τίποτα δεν μπορεί να σε κάνει να νιώσεις απογοήτευση, γιατί τίποτα δεν ελπίζεις ότι θα μένει το ίδιο για πάντα.
Γιατί υπάρχει τόση απογοήτευση στον κόσμο; Γιατί όλοι προσβλέπουν στη μονιμότητα. Αλλά η μονιμότητα δεν είναι στη φύση των πραγμάτων. Κι αυτό είναι το μόνο που δεν αλλάζει.
Πρέπει να απαλλαγείς από την ιδέα της μονιμότητας, να γίνεις ο ίδιος ρέουσα πραγματικότητα.
Να μην είσαι σαν τη σκληρή πέτρα, μα σαν το εύθραυστο λουλούδι. Το βράχμα των ινδουιστών είναι σκληρή πέτρα. Το απόλυτο του Χέγκελ και του Σανκάρα είναι σκληρή πέτρα. Αλλά η νιρβάνα του Βούδα, η κατανόηση του Ηράκλειτου, είναι σαν το εύθραυστο λουλούδι που αλλάζει. Ας το χαιρόμαστε όσο κρατά και ας μη ρωτάμε περισσότερα.
Είσαι ερωτευμένος; Γιόρτασε τον έρωτα όσο υπάρχει! Μην αρχίσεις να σκέφτεσαι τη μονιμότητα. Μόλις αρχίσεις να το κάνεις, το λουλούδι είναι νεκρό. Μην προετοιμάζεσαι για αν χαρείς τη στιγμή, γιατί η στιγμή δεν περιμένει. Φεύγει και δεν γυρνά με τίποτα. Δεν υπάρχει επιστροφή. Ο ποταμός κυλά και κάθε στιγμή σ’ αφήνει σε καινούργιες όχθες.
Αυτό είναι το πρόβλημα, το άγχος, η αγωνία του ανθρώπου: Ο νους επιμένει να σκέφτεται τις όχθες που δεν υπάρχουν πια και να τις προβάλλει στο μέλλον. Αν μπορούσε αυτή η επιθυμία να ικανοποιηθεί, τότε η ζωή θα γινόταν πανάσχημη.
Οι ινδουιστές και οι ζαϊνιστές έχουν την έννοια της μόκσα – η κατάσταση εκείνη της συνειδητότητας όπου τίποτα δεν μεταβάλλεται. Σκέψου, για μια στιγμή μόνο, τη φοβερή πλήξη των φωτισμένων, όσων έχουν – όπως πιστεύουν οι ινδουιστές και οι ζαϊνιστές – φτάσει στη μόκσα, στην τέλεια ακινησία, όπου τίποτα δεν συμβαίνει. Πιο πληκτική κατάσταση είναι αδύνατο να υπάρξει. Ο Θεός καθισμένος από τη μια, εσύ καθισμένος από την άλλη, χωρίς τίποτα να αλλάζει, ούτε καν τίποτα να λέγεται. Η στιγμή μοιάζει ολόκληρη αιωνιότητα. Για τον Ηράκλειτο, το Βούδα, το Λάο Τσου, η ψυχή της ύπαρξης είναι η αλλαγή, η αλλαγή που τα πάντα ομορφαίνει.
Την όμορφη γυναίκα θα την ήθελες να μείνει παντοτινά όμορφη, αλλά αν αυτό γινόταν, θα έπληττες. Και κάτι τέτοιο δεν είναι απίθανο! Ο άνθρωπος είναι τόσο ανόητος, που αργά ή γρήγορα, ίσως βρει κάποιο βιολογικό τέχνασμα, μια ένεση ορμονών στο σώμα, που θα κρατούν το άτομο στην ίδια ηλικία. Μπορείς όμως να αγαπάς ένα κορίτσι που μένει διαρκώς στην ηλικία των είκοσι χρόνων, ένα πλαστικό κορίτσι, μια νεκρή γυναίκα; Όχι αυτό δεν θα ήταν πια έρωτας, θα ήταν εφιάλτης, απ’ όπου θα πάσχιζες να ξεφύγεις.
Οι αλλαγές των εποχών είναι όμορφες. Μαζί τους αλλάζεις κι εσύ και ανανεώνεσαι κάθε στιγμή. Κάθε στιγμή μια καινούργια διάθεση, μια άλλη χροιά ύπαρξης, καινούργια μάτια, καινούργια όψη.
Ποιος λέει ότι η ηλικιωμένη γυναίκα είναι άσχημη; Άσχημη είναι η ηλικιωμένη γυναίκα μόνο όταν προσπαθεί να δείχνει νέα, με μπογιές και με κραγιόνια. Αλλά όταν η γυναίκα αποδέχεται τα γεράματα σαν κάτι φυσιολογικό, τότε το γερασμένο της πρόσωπο είναι ό,τι πιο όμορφο υπάρχει, ρυτιδωμένο από τις αλλαγές, μαλακωμένο από το χρόνο, έμπειρο, ώριμο πρόσωπο.
Ο γερασμένος άνθρωπος ομορφαίνει, όταν έχει ζήσει τη ζωή. Όταν δεν την έχει ζήσει, αναζητά να κρατηθεί στα περασμένα που δεν υπάρχουν πια. Η ασχήμια στον άνθρωπο είναι όταν προσπαθεί να δείχνει νέος, ενώ τα νιάτα έχουν περάσει. Ο γέρος άνθρωπος που ερωτεύεται είναι το ίδιο γελοίος με έναν νέο που δεν μπορεί να ερωτευτεί, που είναι εκτός εποχής, που δεν συμβαδίζει με τη ζωή.
Ο γέρος άνθρωπος πρέπει να ετοιμάζεται να φύγει, γιατί το καράβι θα ξεκινήσει σε λίγο για άγνωστες ακτές. Θα πρέπει να ετοιμάζεται για το ταξίδι, αντί να συμπεριφέρεται σαν έφηβος ή σαν παιδί. Ασχημότερο πράγμα από το να υποκρίνεσαι κάτι που έχει περάσει, από το να ζεις στο παρελθόν, δεν υπάρχει. Είναι τρέλα!
Καθετί είναι όμορφο στην ώρα του και όλα έχουν την ώρα τους. Ποτέ μη χάνεις το βήμα σου. Για μένα θρησκευτικότητα είναι το να μη χάνεις ποτέ το βήμα σου. Να είσαι σύμφωνος με την εποχή σου.
Στη νιότη σου να είσαι νέος, στα γεράματα σου να είσαι γέρος. Μην τα ανακατεύεις, γιατί αυτό το ανακάτεμα είναι ασχήμια. Μην κάνεις τίποτα. Απλώς ακολούθα τη φύση στο δρόμο της, γιατί ό,τι και να κάνεις θα είναι λάθος.
Στα ίδια ποτάμια μπαίνουμε και δεν μπαίνουμε.
Δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι.
Δεν μπορείς να ξαναγίνεις νέος στα γεράματα κι ούτε να γίνεις παιδί, όταν είσαι νέος. Όταν προσπαθείς, ενώ είσαι νέος, να ξαναγίνεις παιδί, σημαίνει ότι δεν έζησες, ότι έχασες την παιδική σου ηλικία.
Ακόμα και γέροι άνθρωποι επιθυμούν την παιδική τους ηλικία. Ψάχνουν ολόκληρη ζωή, γιατί έχασαν αυτό το πρώτο βήμα. Όταν ήταν παιδιά, θα πρέπει να σκέφτονταν πότε θα μεγαλώσουν, ν’ αποκτήσουν δύναμη, σαν τον μπαμπά, σαν τους άλλους μεγάλους. Κι έτσι έχασαν τα παιδικά τους χρόνια και τα ψάχνουν στα γεράματα τους. Και μιλούν και γράφουν ποιήματα, αχ, πόσο όμορφα ήταν τα παιδικά χρόνια, τί παράδεισος!
Είναι οι άνθρωποι που έχουν χάσει. Όταν χάσεις ένα παράδεισο, όλο γι’ αυτόν μιλάς. Όταν τον έχεις ζήσει, δεν μιλάς ποτέ γι’ αυτόν. Όταν έχεις χαρεί τον παράδεισο της παιδικότητας, τότε και τα νιάτα σου θα είναι όμορφα. Κι όταν έχεις χαρεί τη νιότη σου, τα γεράματα είναι το αποκορύφωμα, το Έβερεστ της ζωής, η κορυφή που τη στολίζουν τα άσπρα σου μαλλιά.
Κι όταν έχουν όλα περάσει, όλα αλλάξει, όταν έχεις γευτεί όλους τους ποταμούς κι έχεις γνωρίσει όλες τις ακτές, τότε μπορείς πια να αναπτυχθείς. Για πρώτη φορά παύει ο αναβρασμός. Μπορείς να είσαι ο εαυτός σου. Δεν έχεις πουθενά να πας, τίποτα να κάνεις. Μπορείς να αναπαυθείς!
Ο γέρος άνθρωπος που δεν μπορεί αναπαυθεί, δεν έχει ζήσει τη ζωή. Κι όταν δεν βρίσκει ανάπαυση πώς να πεθάνει; Αυτοί που δεν μπορούν να πεθάνουν, επιζητούν ένα μόνιμο εαυτό, έναν αναλλοίωτο Θεό. Ένα πράγμα ξέρε καλά: Θεός είναι μόνο η αλλαγή. Μόνο η αλλαγή είναι αμετάβλητη στον κόσμο. Μόνο η αλλαγή είναι αιώνια. Κι από την αλλαγή, μόνο η αλλαγή εξαιρείται.
Τα πάντα ρέουν και τίποτα δεν μένει.
Πρέπει να είσαι έτοιμος! Για μένα αυτό είναι διαλογισμός: η ετοιμότητα. Όταν κάτι φεύγει, πρέπει να είσαι έτοιμος να το αφήσεις να φύγει. Αδιαμαρτύρητα! Όταν κάτι φεύγει, φεύγει οριστικά!
Αγάπησες κι έρχεται η στιγμή του χωρισμού. Εδώ θα φανεί ο σωστός άνθρωπος. Αν διαμαρτυρηθείς, αν διστάσεις, αν θυμώσεις, αν αντιδράσεις βίαια, σημαίνει πως δεν αγάπησες πραγματικά. Όταν έχεις αγαπήσει πραγματικά, ο χωρισμός είναι όμορφος. Νιώθεις ευγνωμοσύνη που αγάπησες κι αγαπήθηκες. Τώρα ήρθε η στιγμή τού χωρισμού και μπορείς να πεις το αντίο μ’ όλη σου την καρδιά, αν έχεις αγαπήσει πραγματικά.
Όμως εσύ ποτέ δεν αγάπησες. Σκεφτόσουν την αγάπη, μα δεν αγάπησες. Τώρα που ήρθε η στιγμή τού χωρισμού, δεν μπορείς να πεις ένα όμορφο αντίο, γιατί τώρα αντιλαμβάνεσαι ότι έχασες το στόχο, έχασες την ευκαιρία, ποτέ δεν αγάπησες και τώρα ο άλλος φεύγει. Και θυμώνεις, γίνεσαι επιθετικός, γίνεσαι βίαιος. Η στιγμή του χωρισμού είναι αποκαλυπτική, γιατί είναι η αποκορύφωση. Μετά, σ’ όλη σου τη ζωή θα παραπονιέσαι για τον άλλο, που σου κατέστρεψε τη ζωή. Θα ζεις με μιαν ανοιχτή πληγή.
Η αγάπη πρέπει να σε μεταμορφώνει σε λουλούδι. Αλλά όπως γίνεται, όπως βλέπω να γίνεται παντού γύρω μου, σ’ όλο τον κόσμο, η αγάπη πληγώνει. Όταν είσαι με κάποιον, αγάπα τον, γιατί κανείς δεν ξέρει ποιο θα ‘ναι το επόμενο βήμα, γιατί ο χωρισμός έρχεται. Όταν αγαπάς πραγματικά, χωρίζεις όμορφα.
Αν αγαπήσεις τη ζωή, θα την αποχωριστείς όμορφα. Θα νιώσεις ευγνωμοσύνη. Τα τελευταία σου λόγια, καθώς αφήνεις τούτη την ακτή για να πας στην άλλη, θα είναι λόγια ευγνωμοσύνης, που η ζωή σού έδωσε τόσα πολλά, τόσες εμπειρίες, που η ζωή σ’ έκανε αυτό που είσαι.
Πέρασες δυστυχίες, αλλά και χαρές. Πέρασες πόνους, αλλά και ευτυχία. Όταν έχεις ζήσει και τα δύο, ξέρεις ότι ο πόνος υπάρχει για να σε κάνει ευτυχισμένο, ότι η νύχτα υπάρχει για να σου προσφέρει μια καινούργια μέρα. Είναι το γκεστάλτ.
Η μακαριότητα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον πόνο, γι’ αυτό υπάρχει ο πόνος. Θα νιώσεις ευγνωμοσύνη, όχι μόνο για τις ευτυχισμένες στιγμές, αλλά και για τις στιγμές του πόνου, γιατί χωρίς τις τελευταίες δεν θα υπήρχαν οι πρώτες. Θα ευγνωμονείς τη ζωή στο σύνολό της.
Ο άνθρωπος που διάβηκε τη ζωή και αναπτύχθηκε και γνώρισε τι είναι ζωή, καταλαβαίνει τι σημαίνουν τα λόγια του Ηράκλειτου: ο Θεός είναι χειμώνας και θέρος. Ο Θεός είναι ζωή και θάνατος. Ο Θεός είναι μέρα και νύχτα. Ο Θεός είναι πόνος και ευτυχία…Μαζί! Τότε δεν θα πεις ποτέ ότι ο πόνος είναι κακό. Όποιος το λέει αυτό, δεν έχει ωριμάσει. Τότε δεν λες, «θα ήθελα μόνο τις ευτυχισμένες στιγμές, όχι τον πόνο».
Αν το πεις αυτό, σημαίνει πως είσαι παιδί, ανώριμος. Ζητάς το αδύνατο! Ζητάς λόφους, ζητάς κορυφές, χωρίς τις κοιλάδες. Είσαι κουτός να το κάνεις, γιατί αυτό είναι αδύνατο, δεν είναι στη φύση των πραγμάτων. Όποιος το καταλαβαίνει αυτό, είναι ευτυχισμένος και με τα δύο. Υπάρχουν στιγμές που θέλεις να κατέβεις από την κορυφή στην κοιλάδα, για να αναπαυθείς.
Η κορυφή είναι καλή. Είναι ένταση, οργασμός. Μετά τον οργασμό όμως, νιώθει κανείς κουρασμένος και τότε υπάρχει η κοιλάδα. Αυτός που λέει, «προτιμώ τη χαρά από τον πόνο,» είναι ανώριμος, δεν έχει μάθει τι είναι πραγματικότητα.
Τα πάντα ρέουν και τίποτα δεν μένει.
Τα ψυχρά θερμαίνονται, το θερμό ψύχεται.
Το υγρό ξεραίνεται, το ξερό νοτίζει.
Η αρρώστια έκανε την υγεία πράγμα γλυκό και καλό.
Το κακό έκανε το καλό ευχάριστο.
Ο λιμός τον κορεσμό, ο κάματος την ανάπαυση.
Μην επιλέγεις! Όταν επιλέγεις, πέφτεις στην παγίδα. Μην εκδηλώνεις προτίμηση και άφηνε τη ζωή να κυλά στην ολότητά της. Το μισό είναι ανέφικτο. Ο παραλογισμός είναι ότι ο νους έχει προτιμήσεις, προσκολλήσεις. Θέλεις το μισό. Θέλεις να σ’ αγαπούν, δεν θέλεις να σε μισούν. Μα όποιος αγαπά, μισεί κιόλας. Το μίσος πάει με την αγάπη. Όποιος δεν μπορεί να μισήσει, δεν μπορεί και ν’ αγαπήσει. Αγάπη σημαίνει έλξη, μίσος σημαίνει απώθηση. Έλξη κι απώθηση είναι ρυθμός.
Η ζωή είναι ρυθμός. Είναι ένας φυγόκεντρος και κεντρομόλος ρυθμός. Όλα ενώνονται και χωρίζουν, ενώνονται και χωρίζουν.
Κάποτε, σε μια μουσουλμανική χώρα, ο βασιλιάς αγάπησε μια γυναίκα. Μα εκείνη αγαπούσε άλλον, ένα δούλο του βασιλιά. Ο νους του βασιλιά δεν μπορούσε να το χωρέσει. Δεν μπορούσε να χωνέψει ότι η γυναίκα αγνοούσε αυτόν, ένα βασιλιά, για το χατίρι ενός δούλου, ενός τιποτένιου, ενός σκουπιδιού, που ο βασιλιάς μπορούσε να ξεκάνει στη στιγμή! Μα έτσι είναι. Η ζωή είναι μυστήριο, δεν αναγνωρίζει μαθηματικούς κανόνες. Μπορεί να είσαι βασιλιάς, αλλά δεν μπορείς να εξαναγκάσεις να σ’ αγαπήσουν.
Η αγάπη μπορεί να κάνει το δούλο βασιλιά. Κανείς ποτέ δεν ξέρει! Ο βασιλιάς προσπάθησε πολλές φορές, να κερδίσει την αγάπη της γυναίκας, αλλά μάταια,- Ο θυμός το ήταν μεγάλος, αλλά ήταν πραγματικά ερωτευμένος μ’ αυτή τη γυναίκα και φοβόταν πως αν έβαζε να σκοτώσουν το δούλο, η γυναίκα θα πληγωνόταν πολύ και ίσως έφτανε μέχρι και στην αυτοκτονία.
Ρώτησε λοιπόν ένα σοφό. Ο σοφός θα πρέπει να ήταν σαν τον Ηράκλειτο· όλοι οι σοφοί είναι σαν το Ηράκλειτο. Ο σοφός τού είπε: “Αυτό που κάνεις είναι λάθος.” Γιατί ο βασιλιάς προσπαθούσε με κάθε τρόπο να κρατά τους δύο ερωτευμένους χωριστά. “Όσο τούς έχεις χωριστά, τόσο αυτοί θα θέλουν να είναι μαζί. Φέρε τους κοντά και γρήγορα το πρόβλημα σου θα λυθεί. Αλλά φέρε τους κοντά με τρόπο που να μην μπορούν να χωρίσουν.” “Πώς θα γίνει αυτό;” ρώτησε ο βασιλιάς. Ο σοφός είπε: “Να τους φέρεις μπροστά σου και να τους υποχρεώσεις να κάνουν έρωτα. Τότε δέσε τους όπως είναι και μην τους αφήσεις να χωρίσουν.”
Έτσι κι έγινε. Τους αλυσόδεσαν σε μια κολόνα, γυμνούς, να κάνουν έρωτα. Αλλά πόσο μπορεί κανείς ν’ αντέξει ν’ αγαπά αυτόν που είναι αλυσοδεμένος μαζί του; Γι’ αυτό, στο γάμο, η αγάπη σβήνει. Ύστερα από λίγα λεπτά, άρχισαν να μισούν ο ένας τον άλλο. Ύστερα από λίγες ώρες γέμισαν ακαθαρσίες, αφού ήταν αναγκασμένοι να κάνουν τις φυσικές τους ανάγκες κολλημένοι ο ένας πάνω στον άλλο κι αυτό τους έκανε να σιχαθούν ακόμα περισσότερο ο ένας τον άλλο. Έκλειναν τα μάτια τους, για να μην κοιτάζονται κι αυτός ο μαραθώνιος κράτησε είκοσι τέσσερις ώρες! Μετά τους ελευθέρωσαν.
Λένε πως δεν είδαν ο ένας τον άλλο ποτέ πια μετά απ’ αυτό.
Πρέπει να υπάρχει κάποιος ρυθμός στις ανθρώπινες σχέσεις, πότε οι άνθρωποι να είναι μαζί και πότε μόνοι τους. Όταν μπορούν οι άνθρωποι να σμίγουν και να χωρίζουν ελεύθερα, δημιουργείται η λαχτάρα και ο κορεσμός της. Όταν τρως είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, δεν υπάρχει ούτε πείνα ούτε χορτασμός. Αν θέλεις να χαρείς την τροφή που τρως, πρέπει να είσαι νηστικός. Αυτή είναι η κρυμμένη αρμονία των αντίθετων.
Η αρρώστια έκανε την υγεία πράγμα γλυκό και καλό.
Δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι…
…γιατί ο ποταμός δεν θα είναι ποτέ πια ο ίδιος ούτε κι εσύ. Γι’ αυτό κάθε στιγμή είναι μοναδική, ασύγκριτη! Δεν υπήρξε ποτέ πριν κι ούτε θα υπάρξει ποτέ πια. Είναι πανέμορφο αυτό! Η στιγμή δεν είναι επανάληψη. Είναι πάντα ολόδροση.
Αυτή τη δροσιά της στιγμής τη χάνεις, όταν ο νους σου επιμένει να προσκολλάται, να κατέχει, όταν επιζητάς τη μονιμότητα. Αν είχες έναν μόνιμο, αναλλοίωτο εαυτό, δεν θα ήταν ούτε καν σαν πέτρα, γιατί ακόμα κι οι πέτρες αλλάζουν. Ο εαυτός όμως δεν θα μπορούσε να είναι σαν λουλούδι. Αν όλα τα πράγματα είχαν έναν αναλλοίωτο εαυτό, ένα αναλλοίωτο υπόστρωμα, τότε όλη η ύπαρξη θα ήταν πλήξη, όχι γιορτή.
Γιορτή υπάρχει μόνο όταν κάθε στιγμή φέρνει μαζί της κάτι καινούργιο. Αν κάθε στιγμή φέρνει κάτι από το άγνωστο, αν κάθε στιγμή είναι εισβολή του άγνωστου μέσα στο γνωστό, τότε έχει ενδιαφέρον η ζωή∙ χωρίς προσδοκίες. Τότε η ζωή είναι μια διαρκής κίνηση στο άγνωστο. Τίποτα δεν μπορεί να σε κάνει να νιώσεις απογοήτευση, γιατί τίποτα δεν ελπίζεις ότι θα μένει το ίδιο για πάντα.
Γιατί υπάρχει τόση απογοήτευση στον κόσμο; Γιατί όλοι προσβλέπουν στη μονιμότητα. Αλλά η μονιμότητα δεν είναι στη φύση των πραγμάτων. Κι αυτό είναι το μόνο που δεν αλλάζει.
Πρέπει να απαλλαγείς από την ιδέα της μονιμότητας, να γίνεις ο ίδιος ρέουσα πραγματικότητα.
Να μην είσαι σαν τη σκληρή πέτρα, μα σαν το εύθραυστο λουλούδι. Το βράχμα των ινδουιστών είναι σκληρή πέτρα. Το απόλυτο του Χέγκελ και του Σανκάρα είναι σκληρή πέτρα. Αλλά η νιρβάνα του Βούδα, η κατανόηση του Ηράκλειτου, είναι σαν το εύθραυστο λουλούδι που αλλάζει. Ας το χαιρόμαστε όσο κρατά και ας μη ρωτάμε περισσότερα.
Είσαι ερωτευμένος; Γιόρτασε τον έρωτα όσο υπάρχει! Μην αρχίσεις να σκέφτεσαι τη μονιμότητα. Μόλις αρχίσεις να το κάνεις, το λουλούδι είναι νεκρό. Μην προετοιμάζεσαι για αν χαρείς τη στιγμή, γιατί η στιγμή δεν περιμένει. Φεύγει και δεν γυρνά με τίποτα. Δεν υπάρχει επιστροφή. Ο ποταμός κυλά και κάθε στιγμή σ’ αφήνει σε καινούργιες όχθες.
Αυτό είναι το πρόβλημα, το άγχος, η αγωνία του ανθρώπου: Ο νους επιμένει να σκέφτεται τις όχθες που δεν υπάρχουν πια και να τις προβάλλει στο μέλλον. Αν μπορούσε αυτή η επιθυμία να ικανοποιηθεί, τότε η ζωή θα γινόταν πανάσχημη.
Οι ινδουιστές και οι ζαϊνιστές έχουν την έννοια της μόκσα – η κατάσταση εκείνη της συνειδητότητας όπου τίποτα δεν μεταβάλλεται. Σκέψου, για μια στιγμή μόνο, τη φοβερή πλήξη των φωτισμένων, όσων έχουν – όπως πιστεύουν οι ινδουιστές και οι ζαϊνιστές – φτάσει στη μόκσα, στην τέλεια ακινησία, όπου τίποτα δεν συμβαίνει. Πιο πληκτική κατάσταση είναι αδύνατο να υπάρξει. Ο Θεός καθισμένος από τη μια, εσύ καθισμένος από την άλλη, χωρίς τίποτα να αλλάζει, ούτε καν τίποτα να λέγεται. Η στιγμή μοιάζει ολόκληρη αιωνιότητα. Για τον Ηράκλειτο, το Βούδα, το Λάο Τσου, η ψυχή της ύπαρξης είναι η αλλαγή, η αλλαγή που τα πάντα ομορφαίνει.
Την όμορφη γυναίκα θα την ήθελες να μείνει παντοτινά όμορφη, αλλά αν αυτό γινόταν, θα έπληττες. Και κάτι τέτοιο δεν είναι απίθανο! Ο άνθρωπος είναι τόσο ανόητος, που αργά ή γρήγορα, ίσως βρει κάποιο βιολογικό τέχνασμα, μια ένεση ορμονών στο σώμα, που θα κρατούν το άτομο στην ίδια ηλικία. Μπορείς όμως να αγαπάς ένα κορίτσι που μένει διαρκώς στην ηλικία των είκοσι χρόνων, ένα πλαστικό κορίτσι, μια νεκρή γυναίκα; Όχι αυτό δεν θα ήταν πια έρωτας, θα ήταν εφιάλτης, απ’ όπου θα πάσχιζες να ξεφύγεις.
Οι αλλαγές των εποχών είναι όμορφες. Μαζί τους αλλάζεις κι εσύ και ανανεώνεσαι κάθε στιγμή. Κάθε στιγμή μια καινούργια διάθεση, μια άλλη χροιά ύπαρξης, καινούργια μάτια, καινούργια όψη.
Ποιος λέει ότι η ηλικιωμένη γυναίκα είναι άσχημη; Άσχημη είναι η ηλικιωμένη γυναίκα μόνο όταν προσπαθεί να δείχνει νέα, με μπογιές και με κραγιόνια. Αλλά όταν η γυναίκα αποδέχεται τα γεράματα σαν κάτι φυσιολογικό, τότε το γερασμένο της πρόσωπο είναι ό,τι πιο όμορφο υπάρχει, ρυτιδωμένο από τις αλλαγές, μαλακωμένο από το χρόνο, έμπειρο, ώριμο πρόσωπο.
Ο γερασμένος άνθρωπος ομορφαίνει, όταν έχει ζήσει τη ζωή. Όταν δεν την έχει ζήσει, αναζητά να κρατηθεί στα περασμένα που δεν υπάρχουν πια. Η ασχήμια στον άνθρωπο είναι όταν προσπαθεί να δείχνει νέος, ενώ τα νιάτα έχουν περάσει. Ο γέρος άνθρωπος που ερωτεύεται είναι το ίδιο γελοίος με έναν νέο που δεν μπορεί να ερωτευτεί, που είναι εκτός εποχής, που δεν συμβαδίζει με τη ζωή.
Ο γέρος άνθρωπος πρέπει να ετοιμάζεται να φύγει, γιατί το καράβι θα ξεκινήσει σε λίγο για άγνωστες ακτές. Θα πρέπει να ετοιμάζεται για το ταξίδι, αντί να συμπεριφέρεται σαν έφηβος ή σαν παιδί. Ασχημότερο πράγμα από το να υποκρίνεσαι κάτι που έχει περάσει, από το να ζεις στο παρελθόν, δεν υπάρχει. Είναι τρέλα!
Καθετί είναι όμορφο στην ώρα του και όλα έχουν την ώρα τους. Ποτέ μη χάνεις το βήμα σου. Για μένα θρησκευτικότητα είναι το να μη χάνεις ποτέ το βήμα σου. Να είσαι σύμφωνος με την εποχή σου.
Στη νιότη σου να είσαι νέος, στα γεράματα σου να είσαι γέρος. Μην τα ανακατεύεις, γιατί αυτό το ανακάτεμα είναι ασχήμια. Μην κάνεις τίποτα. Απλώς ακολούθα τη φύση στο δρόμο της, γιατί ό,τι και να κάνεις θα είναι λάθος.
Στα ίδια ποτάμια μπαίνουμε και δεν μπαίνουμε.
Δεν μπορείς να μπεις δυο φορές στο ίδιο ποτάμι.
Δεν μπορείς να ξαναγίνεις νέος στα γεράματα κι ούτε να γίνεις παιδί, όταν είσαι νέος. Όταν προσπαθείς, ενώ είσαι νέος, να ξαναγίνεις παιδί, σημαίνει ότι δεν έζησες, ότι έχασες την παιδική σου ηλικία.
Ακόμα και γέροι άνθρωποι επιθυμούν την παιδική τους ηλικία. Ψάχνουν ολόκληρη ζωή, γιατί έχασαν αυτό το πρώτο βήμα. Όταν ήταν παιδιά, θα πρέπει να σκέφτονταν πότε θα μεγαλώσουν, ν’ αποκτήσουν δύναμη, σαν τον μπαμπά, σαν τους άλλους μεγάλους. Κι έτσι έχασαν τα παιδικά τους χρόνια και τα ψάχνουν στα γεράματα τους. Και μιλούν και γράφουν ποιήματα, αχ, πόσο όμορφα ήταν τα παιδικά χρόνια, τί παράδεισος!
Είναι οι άνθρωποι που έχουν χάσει. Όταν χάσεις ένα παράδεισο, όλο γι’ αυτόν μιλάς. Όταν τον έχεις ζήσει, δεν μιλάς ποτέ γι’ αυτόν. Όταν έχεις χαρεί τον παράδεισο της παιδικότητας, τότε και τα νιάτα σου θα είναι όμορφα. Κι όταν έχεις χαρεί τη νιότη σου, τα γεράματα είναι το αποκορύφωμα, το Έβερεστ της ζωής, η κορυφή που τη στολίζουν τα άσπρα σου μαλλιά.
Κι όταν έχουν όλα περάσει, όλα αλλάξει, όταν έχεις γευτεί όλους τους ποταμούς κι έχεις γνωρίσει όλες τις ακτές, τότε μπορείς πια να αναπτυχθείς. Για πρώτη φορά παύει ο αναβρασμός. Μπορείς να είσαι ο εαυτός σου. Δεν έχεις πουθενά να πας, τίποτα να κάνεις. Μπορείς να αναπαυθείς!
Ο γέρος άνθρωπος που δεν μπορεί αναπαυθεί, δεν έχει ζήσει τη ζωή. Κι όταν δεν βρίσκει ανάπαυση πώς να πεθάνει; Αυτοί που δεν μπορούν να πεθάνουν, επιζητούν ένα μόνιμο εαυτό, έναν αναλλοίωτο Θεό. Ένα πράγμα ξέρε καλά: Θεός είναι μόνο η αλλαγή. Μόνο η αλλαγή είναι αμετάβλητη στον κόσμο. Μόνο η αλλαγή είναι αιώνια. Κι από την αλλαγή, μόνο η αλλαγή εξαιρείται.
Τα πάντα ρέουν και τίποτα δεν μένει.
Πρέπει να είσαι έτοιμος! Για μένα αυτό είναι διαλογισμός: η ετοιμότητα. Όταν κάτι φεύγει, πρέπει να είσαι έτοιμος να το αφήσεις να φύγει. Αδιαμαρτύρητα! Όταν κάτι φεύγει, φεύγει οριστικά!
Αγάπησες κι έρχεται η στιγμή του χωρισμού. Εδώ θα φανεί ο σωστός άνθρωπος. Αν διαμαρτυρηθείς, αν διστάσεις, αν θυμώσεις, αν αντιδράσεις βίαια, σημαίνει πως δεν αγάπησες πραγματικά. Όταν έχεις αγαπήσει πραγματικά, ο χωρισμός είναι όμορφος. Νιώθεις ευγνωμοσύνη που αγάπησες κι αγαπήθηκες. Τώρα ήρθε η στιγμή τού χωρισμού και μπορείς να πεις το αντίο μ’ όλη σου την καρδιά, αν έχεις αγαπήσει πραγματικά.
Όμως εσύ ποτέ δεν αγάπησες. Σκεφτόσουν την αγάπη, μα δεν αγάπησες. Τώρα που ήρθε η στιγμή τού χωρισμού, δεν μπορείς να πεις ένα όμορφο αντίο, γιατί τώρα αντιλαμβάνεσαι ότι έχασες το στόχο, έχασες την ευκαιρία, ποτέ δεν αγάπησες και τώρα ο άλλος φεύγει. Και θυμώνεις, γίνεσαι επιθετικός, γίνεσαι βίαιος. Η στιγμή του χωρισμού είναι αποκαλυπτική, γιατί είναι η αποκορύφωση. Μετά, σ’ όλη σου τη ζωή θα παραπονιέσαι για τον άλλο, που σου κατέστρεψε τη ζωή. Θα ζεις με μιαν ανοιχτή πληγή.
Η αγάπη πρέπει να σε μεταμορφώνει σε λουλούδι. Αλλά όπως γίνεται, όπως βλέπω να γίνεται παντού γύρω μου, σ’ όλο τον κόσμο, η αγάπη πληγώνει. Όταν είσαι με κάποιον, αγάπα τον, γιατί κανείς δεν ξέρει ποιο θα ‘ναι το επόμενο βήμα, γιατί ο χωρισμός έρχεται. Όταν αγαπάς πραγματικά, χωρίζεις όμορφα.
Αν αγαπήσεις τη ζωή, θα την αποχωριστείς όμορφα. Θα νιώσεις ευγνωμοσύνη. Τα τελευταία σου λόγια, καθώς αφήνεις τούτη την ακτή για να πας στην άλλη, θα είναι λόγια ευγνωμοσύνης, που η ζωή σού έδωσε τόσα πολλά, τόσες εμπειρίες, που η ζωή σ’ έκανε αυτό που είσαι.
Πέρασες δυστυχίες, αλλά και χαρές. Πέρασες πόνους, αλλά και ευτυχία. Όταν έχεις ζήσει και τα δύο, ξέρεις ότι ο πόνος υπάρχει για να σε κάνει ευτυχισμένο, ότι η νύχτα υπάρχει για να σου προσφέρει μια καινούργια μέρα. Είναι το γκεστάλτ.
Η μακαριότητα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τον πόνο, γι’ αυτό υπάρχει ο πόνος. Θα νιώσεις ευγνωμοσύνη, όχι μόνο για τις ευτυχισμένες στιγμές, αλλά και για τις στιγμές του πόνου, γιατί χωρίς τις τελευταίες δεν θα υπήρχαν οι πρώτες. Θα ευγνωμονείς τη ζωή στο σύνολό της.
Ο άνθρωπος που διάβηκε τη ζωή και αναπτύχθηκε και γνώρισε τι είναι ζωή, καταλαβαίνει τι σημαίνουν τα λόγια του Ηράκλειτου: ο Θεός είναι χειμώνας και θέρος. Ο Θεός είναι ζωή και θάνατος. Ο Θεός είναι μέρα και νύχτα. Ο Θεός είναι πόνος και ευτυχία…Μαζί! Τότε δεν θα πεις ποτέ ότι ο πόνος είναι κακό. Όποιος το λέει αυτό, δεν έχει ωριμάσει. Τότε δεν λες, «θα ήθελα μόνο τις ευτυχισμένες στιγμές, όχι τον πόνο».
Αν το πεις αυτό, σημαίνει πως είσαι παιδί, ανώριμος. Ζητάς το αδύνατο! Ζητάς λόφους, ζητάς κορυφές, χωρίς τις κοιλάδες. Είσαι κουτός να το κάνεις, γιατί αυτό είναι αδύνατο, δεν είναι στη φύση των πραγμάτων. Όποιος το καταλαβαίνει αυτό, είναι ευτυχισμένος και με τα δύο. Υπάρχουν στιγμές που θέλεις να κατέβεις από την κορυφή στην κοιλάδα, για να αναπαυθείς.
Η κορυφή είναι καλή. Είναι ένταση, οργασμός. Μετά τον οργασμό όμως, νιώθει κανείς κουρασμένος και τότε υπάρχει η κοιλάδα. Αυτός που λέει, «προτιμώ τη χαρά από τον πόνο,» είναι ανώριμος, δεν έχει μάθει τι είναι πραγματικότητα.
Τα πάντα ρέουν και τίποτα δεν μένει.
Τα ψυχρά θερμαίνονται, το θερμό ψύχεται.
Το υγρό ξεραίνεται, το ξερό νοτίζει.
Η αρρώστια έκανε την υγεία πράγμα γλυκό και καλό.
Το κακό έκανε το καλό ευχάριστο.
Ο λιμός τον κορεσμό, ο κάματος την ανάπαυση.
Μην επιλέγεις! Όταν επιλέγεις, πέφτεις στην παγίδα. Μην εκδηλώνεις προτίμηση και άφηνε τη ζωή να κυλά στην ολότητά της. Το μισό είναι ανέφικτο. Ο παραλογισμός είναι ότι ο νους έχει προτιμήσεις, προσκολλήσεις. Θέλεις το μισό. Θέλεις να σ’ αγαπούν, δεν θέλεις να σε μισούν. Μα όποιος αγαπά, μισεί κιόλας. Το μίσος πάει με την αγάπη. Όποιος δεν μπορεί να μισήσει, δεν μπορεί και ν’ αγαπήσει. Αγάπη σημαίνει έλξη, μίσος σημαίνει απώθηση. Έλξη κι απώθηση είναι ρυθμός.
Η ζωή είναι ρυθμός. Είναι ένας φυγόκεντρος και κεντρομόλος ρυθμός. Όλα ενώνονται και χωρίζουν, ενώνονται και χωρίζουν.
Κάποτε, σε μια μουσουλμανική χώρα, ο βασιλιάς αγάπησε μια γυναίκα. Μα εκείνη αγαπούσε άλλον, ένα δούλο του βασιλιά. Ο νους του βασιλιά δεν μπορούσε να το χωρέσει. Δεν μπορούσε να χωνέψει ότι η γυναίκα αγνοούσε αυτόν, ένα βασιλιά, για το χατίρι ενός δούλου, ενός τιποτένιου, ενός σκουπιδιού, που ο βασιλιάς μπορούσε να ξεκάνει στη στιγμή! Μα έτσι είναι. Η ζωή είναι μυστήριο, δεν αναγνωρίζει μαθηματικούς κανόνες. Μπορεί να είσαι βασιλιάς, αλλά δεν μπορείς να εξαναγκάσεις να σ’ αγαπήσουν.
Η αγάπη μπορεί να κάνει το δούλο βασιλιά. Κανείς ποτέ δεν ξέρει! Ο βασιλιάς προσπάθησε πολλές φορές, να κερδίσει την αγάπη της γυναίκας, αλλά μάταια,- Ο θυμός το ήταν μεγάλος, αλλά ήταν πραγματικά ερωτευμένος μ’ αυτή τη γυναίκα και φοβόταν πως αν έβαζε να σκοτώσουν το δούλο, η γυναίκα θα πληγωνόταν πολύ και ίσως έφτανε μέχρι και στην αυτοκτονία.
Ρώτησε λοιπόν ένα σοφό. Ο σοφός θα πρέπει να ήταν σαν τον Ηράκλειτο· όλοι οι σοφοί είναι σαν το Ηράκλειτο. Ο σοφός τού είπε: “Αυτό που κάνεις είναι λάθος.” Γιατί ο βασιλιάς προσπαθούσε με κάθε τρόπο να κρατά τους δύο ερωτευμένους χωριστά. “Όσο τούς έχεις χωριστά, τόσο αυτοί θα θέλουν να είναι μαζί. Φέρε τους κοντά και γρήγορα το πρόβλημα σου θα λυθεί. Αλλά φέρε τους κοντά με τρόπο που να μην μπορούν να χωρίσουν.” “Πώς θα γίνει αυτό;” ρώτησε ο βασιλιάς. Ο σοφός είπε: “Να τους φέρεις μπροστά σου και να τους υποχρεώσεις να κάνουν έρωτα. Τότε δέσε τους όπως είναι και μην τους αφήσεις να χωρίσουν.”
Έτσι κι έγινε. Τους αλυσόδεσαν σε μια κολόνα, γυμνούς, να κάνουν έρωτα. Αλλά πόσο μπορεί κανείς ν’ αντέξει ν’ αγαπά αυτόν που είναι αλυσοδεμένος μαζί του; Γι’ αυτό, στο γάμο, η αγάπη σβήνει. Ύστερα από λίγα λεπτά, άρχισαν να μισούν ο ένας τον άλλο. Ύστερα από λίγες ώρες γέμισαν ακαθαρσίες, αφού ήταν αναγκασμένοι να κάνουν τις φυσικές τους ανάγκες κολλημένοι ο ένας πάνω στον άλλο κι αυτό τους έκανε να σιχαθούν ακόμα περισσότερο ο ένας τον άλλο. Έκλειναν τα μάτια τους, για να μην κοιτάζονται κι αυτός ο μαραθώνιος κράτησε είκοσι τέσσερις ώρες! Μετά τους ελευθέρωσαν.
Λένε πως δεν είδαν ο ένας τον άλλο ποτέ πια μετά απ’ αυτό.
Πρέπει να υπάρχει κάποιος ρυθμός στις ανθρώπινες σχέσεις, πότε οι άνθρωποι να είναι μαζί και πότε μόνοι τους. Όταν μπορούν οι άνθρωποι να σμίγουν και να χωρίζουν ελεύθερα, δημιουργείται η λαχτάρα και ο κορεσμός της. Όταν τρως είκοσι τέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο, δεν υπάρχει ούτε πείνα ούτε χορτασμός. Αν θέλεις να χαρείς την τροφή που τρως, πρέπει να είσαι νηστικός. Αυτή είναι η κρυμμένη αρμονία των αντίθετων.
Η αρρώστια έκανε την υγεία πράγμα γλυκό και καλό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου