Όσο περισσότερο σκεφτόμαστε ένα πρόβλημα, όσο περισσότερο το ψάχνουμε, το αναλύουμε και το συζητάμε, τόσο πιο περίπλοκο γίνεται.
Είναι λοιπόν δυνατόν να κοιτάξουμε ένα πρόβλημα στο σύνολό του; Πώς γίνεται;
Γιατί αυτό, νομίζω, είναι η μεγαλύτερη δυσκολία μας. Τα προβλήματά μας -προσωπικά και συλλογικά- πολλαπλασιάζονται, υπάρχει άμεσος κίνδυνος για διάφορες ταραχές σε όλο τον κόσμο και υπάρχει και κάθε είδους αναστάτωση στις προσωπικές μας σχέσεις.
Πώς μπορούμε να τα κατανοήσουμε όλα αυτά ως ένα ενιαίο σύνολο; Προφανώς, αυτό θα γίνει μόνο όταν μπορέσουμε να τα δούμε ως σύνολο και όχι τμηματικά, διαιρεμένα.
Πότε είναι αυτό δυνατόν; Σίγουρα μόνο όταν η διαδικασία της σκέψης σταματήσει – της σκέψης που η πηγή βρίσκεται στο «εγώ», στον εαυτό, στο υπόβαθρο της παράδοσης, στη διαμόρφωση, στις προκαταλήψεις, στην ελπίδα και στην απελπισία.
Μπορούμε να κατανοήσουμε αυτό τον εαυτό, όχι αναλύοντάς τον, αλλά βλέποντάς τον έτσι όπως είναι, ως γεγονός και όχι σαν κάτι θεωρητικό, χωρίς να επιδιώκουμε να τον σβήσουμε για να επιτύχουμε κάποιο αποτέλεσμα, αλλά απλώς παρατηρώντας τη δράση του, τη δράση του «εγώ», διαρκώς στην πράξη;
Μπορούμε να τον κοιτάζουμε χωρίς να κάνουμε καμιά ψυχολογική κίνηση να τον διαλύσουμε ή να τον ενθαρρύνουμε; Αυτό είναι το πρόβλημα, έτσι δεν είναι; Αν στον καθένα μας πάψει να υπάρχει το κέντρο του «εγώ», με την επιθυμία του για δύναμη, για κοινωνική αναγνώριση, για εξουσία, για διάρκεια, για αυτοσυντήρηση, τότε σίγουρα θα μπει τέλος στα προβλήματά μας.
Ο εαυτός είναι ένα πρόβλημα που η σκέψη δεν μπορεί να το λύσει. Πρέπει να υπάρχει η επίγνωση, που δεν ανήκει στη σκέψη. Να έχεις, δηλαδή, επίγνωση της δράσης του «εγώ», χωρίς καμιά επίκριση ή δικαιολογία, να έχεις επίγνωση• αυτό είναι αρκετό.
Αν έχεις επίγνωση με σκοπό να βρεις πώς θα λύσεις το πρόβλημα, με σκοπό να το αλλάξεις, με σκοπό να πετύχεις ένα αποτέλεσμα, τότε είσαι ακόμα μέσα στο πεδίο του εαυτού, του «εγώ».
Όσο αποζητάμε ένα αποτέλεσμα, είτε με την ανάλυση, είτε με την επίγνωση, είτε με την αδιάκοπη εξέταση της κάθε σκέψης μας, είμαστε ακόμα μέσα στο πεδίο της σκέψης, που βρίσκεται μέσα στο πεδίο του «εγώ», του εαυτού, του «δικό μου», ή όπως αλλιώς θέλετε πείτε το.
Όσο ο νους βρίσκεται σε δράση, σίγουρα δεν μπορεί να υπάρχει αγάπη. Όταν υπάρξει αγάπη, δεν θα έχουμε κοινωνικά προβλήματα. Αλλά η αγάπη δεν είναι κάτι που μπορεί να αποκτηθεί.
Ο νους μπορεί να ζητά να την αποκτήσει, σαν μια καινούργια σκέψη, σαν μια νέα επινόηση, σαν ένα νέο τρόπο σκέψης αλλά δεν μπορεί να βρίσκεται μέσα στην κατάσταση της αγάπης όσο η σκέψη ζητά να αποκτήσει αγάπη.
Όσο ο νους επιδιώκει να είναι σε μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει απληστία, σίγουρα είναι ακόμη άπληστος – δεν είναι; Κατά τον ίδιο τρόπο, όσο ο νους θέλει, επιθυμεί και εξασκείται για να βρεθεί σε μια κατάσταση όπου υπάρχει αγάπη, σίγουρα απαρνιέται αυτή την κατάσταση, έτσι δεν είναι;
Βλέποντας αυτό το πρόβλημα, αυτό το πολύπλοκο πρόβλημα της ζωής, έχοντας επίγνωση της διαδικασίας της ίδιας μας της σκέψης και συνειδητοποιώντας ότι δεν οδηγεί πουθενά, όταν το συνειδητοποιήσουμε αυτό βαθιά, τότε ασφαλώς υπάρχει μια κατάσταση νοημοσύνης που δεν είναι ούτε ατομική ούτε συλλογική.
Τότε τα προβλήματα της σχέσης του ατόμου με την κοινωνία, του ατόμου με την κοινότητα, του ατόμου με την πραγματικότητα, παύουν. Γιατί τότε υπάρχει μόνο νοημοσύνη, που δεν είναι ούτε προσωπική ούτε απρόσωπη. Νιώθω πως μόνο αυτή η νοημοσύνη μπορεί να λύσει τα τεράστια προβλήματά μας.
Κι αυτό δεν μπορεί να έρθει ως αποτέλεσμα – προσπάθειας, εξάσκησης κ.λπ. Γεννιέται μόνο όταν κατανοήσουμε τη λειτουργία της σκέψης στο σύνολό της, όχι μόνο στο συνειδητό επίπεδο, αλλά και στα βαθύτερα, στα κρυφά επίπεδα της συνείδησης.
Για να κατανοήσουμε οποιοδήποτε απ’ αυτά τα προβλήματα, πρέπει να έχουμε έναν πολύ ήσυχο νου, έναν πολύ σιωπηλό νου, έτσι ώστε να μπορεί να κοιτάζει το κάθε πρόβλημα χωρίς να παρεμβάλλει ιδέες ή θεωρίες, χωρίς καμιά διάσπαση της προσοχής του. Αυτή είναι μια από τις δυσκολίες μας, γιατί η σκέψη έχει γίνει αιτία διάσπασης της προσοχής.
Όταν θέλω να κατανοήσω, να συνειδητοποιήσω κάτι, δεν είναι ανάγκη να σκεφτώ πάνω σ’ αυτό, απλώς το «κοπάζω». Από τη στιγμή που αρχίζω να σκέφτομαι, να έχω ιδέες και γνώμες γι’ αυτό που κοιτάζω, είμαι ήδη σε κατάσταση διασπασμένης προσοχής και κοιτάζω αλλού από εκεί όπου βρίσκεται αυτό που πρέπει να κατανοήσω.
Έτσι, η σκέψη -σε κάθε μορφή, ιδέα, άποψη, κρίση, σύγκριση- όταν έχεις ένα πρόβλημα, γίνεται αιτία διάσπασης της προσοχής που σ’ εμποδίζει να κοιτάξεις κι επομένως να κατανοήσεις και να λύσεις το πρόβλημα. Δυστυχώς, για τους περισσότερους από εμάς, η σκέψη έχει αποκτήσει μεγάλη σημασία.
Λέτε: «Γίνεται να υπάρχω, να ζω, χωρίς σκέψη; Πώς μπορώ να έχω έναν άδειο νου»; Και θεωρώντας ότι το να έχει κανείς έναν άδειο νου σημαίνει να βρίσκεται σε κατάσταση αποχαύνωσης, αποβλάκωσης, η ενστικτώδης αντίδρασή σας είναι να απορρίψετε την ιδέα αυτή.
Σίγουρα όμως ο νους που είναι πολύ ήσυχος, ο νους που δεν διασπάται η προσοχή του από την ίδια του τη σκέψη, ο νους που είναι ανοιχτός, μπορεί να κοιτάξει ένα πρόβλημα εντελώς άμεσα και πολύ απλά. Και η ικανότητα τού να κοιτάζουμε τα προβλήματά μας χωρίς καμιά διάσπαση της προσοχής είναι η μόνη λύση. Και γι’ αυτό είναι ανάγκη να υπάρχει ένας ήσυχος, γαλήνιος νους.
Ένας τέτοιος νους δεν είναι αποτέλεσμα, δεν είναι τελικό προϊόν εξάσκησης, διαλογισμού ή ελέγχου. Δεν έρχεται με καμιά μορφή πειθαρχίας, καταναγκασμού ή εξευγενισμού. Έρχεται χωρίς καμιά προσπάθεια του «εγώ», της σκέψης• έρχεται όταν κατανοήσω το σύνολο της διαδικασίας της σκέψης• όταν μπορώ να κοιτάξω ένα γεγονός χωρίς καμιά διάσπαση της προσοχής μου.
Σ’ αυτή την κατάσταση ησυχίας ενός νου που είναι πραγματικά ακίνητος υπάρχει αγάπη.
Και μόνο η αγάπη μπορεί να λύσει όλα τα ανθρώπινα προβλήματα.
Είναι λοιπόν δυνατόν να κοιτάξουμε ένα πρόβλημα στο σύνολό του; Πώς γίνεται;
Γιατί αυτό, νομίζω, είναι η μεγαλύτερη δυσκολία μας. Τα προβλήματά μας -προσωπικά και συλλογικά- πολλαπλασιάζονται, υπάρχει άμεσος κίνδυνος για διάφορες ταραχές σε όλο τον κόσμο και υπάρχει και κάθε είδους αναστάτωση στις προσωπικές μας σχέσεις.
Πώς μπορούμε να τα κατανοήσουμε όλα αυτά ως ένα ενιαίο σύνολο; Προφανώς, αυτό θα γίνει μόνο όταν μπορέσουμε να τα δούμε ως σύνολο και όχι τμηματικά, διαιρεμένα.
Πότε είναι αυτό δυνατόν; Σίγουρα μόνο όταν η διαδικασία της σκέψης σταματήσει – της σκέψης που η πηγή βρίσκεται στο «εγώ», στον εαυτό, στο υπόβαθρο της παράδοσης, στη διαμόρφωση, στις προκαταλήψεις, στην ελπίδα και στην απελπισία.
Μπορούμε να κατανοήσουμε αυτό τον εαυτό, όχι αναλύοντάς τον, αλλά βλέποντάς τον έτσι όπως είναι, ως γεγονός και όχι σαν κάτι θεωρητικό, χωρίς να επιδιώκουμε να τον σβήσουμε για να επιτύχουμε κάποιο αποτέλεσμα, αλλά απλώς παρατηρώντας τη δράση του, τη δράση του «εγώ», διαρκώς στην πράξη;
Μπορούμε να τον κοιτάζουμε χωρίς να κάνουμε καμιά ψυχολογική κίνηση να τον διαλύσουμε ή να τον ενθαρρύνουμε; Αυτό είναι το πρόβλημα, έτσι δεν είναι; Αν στον καθένα μας πάψει να υπάρχει το κέντρο του «εγώ», με την επιθυμία του για δύναμη, για κοινωνική αναγνώριση, για εξουσία, για διάρκεια, για αυτοσυντήρηση, τότε σίγουρα θα μπει τέλος στα προβλήματά μας.
Ο εαυτός είναι ένα πρόβλημα που η σκέψη δεν μπορεί να το λύσει. Πρέπει να υπάρχει η επίγνωση, που δεν ανήκει στη σκέψη. Να έχεις, δηλαδή, επίγνωση της δράσης του «εγώ», χωρίς καμιά επίκριση ή δικαιολογία, να έχεις επίγνωση• αυτό είναι αρκετό.
Αν έχεις επίγνωση με σκοπό να βρεις πώς θα λύσεις το πρόβλημα, με σκοπό να το αλλάξεις, με σκοπό να πετύχεις ένα αποτέλεσμα, τότε είσαι ακόμα μέσα στο πεδίο του εαυτού, του «εγώ».
Όσο αποζητάμε ένα αποτέλεσμα, είτε με την ανάλυση, είτε με την επίγνωση, είτε με την αδιάκοπη εξέταση της κάθε σκέψης μας, είμαστε ακόμα μέσα στο πεδίο της σκέψης, που βρίσκεται μέσα στο πεδίο του «εγώ», του εαυτού, του «δικό μου», ή όπως αλλιώς θέλετε πείτε το.
Όσο ο νους βρίσκεται σε δράση, σίγουρα δεν μπορεί να υπάρχει αγάπη. Όταν υπάρξει αγάπη, δεν θα έχουμε κοινωνικά προβλήματα. Αλλά η αγάπη δεν είναι κάτι που μπορεί να αποκτηθεί.
Ο νους μπορεί να ζητά να την αποκτήσει, σαν μια καινούργια σκέψη, σαν μια νέα επινόηση, σαν ένα νέο τρόπο σκέψης αλλά δεν μπορεί να βρίσκεται μέσα στην κατάσταση της αγάπης όσο η σκέψη ζητά να αποκτήσει αγάπη.
Όσο ο νους επιδιώκει να είναι σε μια κατάσταση όπου δεν υπάρχει απληστία, σίγουρα είναι ακόμη άπληστος – δεν είναι; Κατά τον ίδιο τρόπο, όσο ο νους θέλει, επιθυμεί και εξασκείται για να βρεθεί σε μια κατάσταση όπου υπάρχει αγάπη, σίγουρα απαρνιέται αυτή την κατάσταση, έτσι δεν είναι;
Βλέποντας αυτό το πρόβλημα, αυτό το πολύπλοκο πρόβλημα της ζωής, έχοντας επίγνωση της διαδικασίας της ίδιας μας της σκέψης και συνειδητοποιώντας ότι δεν οδηγεί πουθενά, όταν το συνειδητοποιήσουμε αυτό βαθιά, τότε ασφαλώς υπάρχει μια κατάσταση νοημοσύνης που δεν είναι ούτε ατομική ούτε συλλογική.
Τότε τα προβλήματα της σχέσης του ατόμου με την κοινωνία, του ατόμου με την κοινότητα, του ατόμου με την πραγματικότητα, παύουν. Γιατί τότε υπάρχει μόνο νοημοσύνη, που δεν είναι ούτε προσωπική ούτε απρόσωπη. Νιώθω πως μόνο αυτή η νοημοσύνη μπορεί να λύσει τα τεράστια προβλήματά μας.
Κι αυτό δεν μπορεί να έρθει ως αποτέλεσμα – προσπάθειας, εξάσκησης κ.λπ. Γεννιέται μόνο όταν κατανοήσουμε τη λειτουργία της σκέψης στο σύνολό της, όχι μόνο στο συνειδητό επίπεδο, αλλά και στα βαθύτερα, στα κρυφά επίπεδα της συνείδησης.
Για να κατανοήσουμε οποιοδήποτε απ’ αυτά τα προβλήματα, πρέπει να έχουμε έναν πολύ ήσυχο νου, έναν πολύ σιωπηλό νου, έτσι ώστε να μπορεί να κοιτάζει το κάθε πρόβλημα χωρίς να παρεμβάλλει ιδέες ή θεωρίες, χωρίς καμιά διάσπαση της προσοχής του. Αυτή είναι μια από τις δυσκολίες μας, γιατί η σκέψη έχει γίνει αιτία διάσπασης της προσοχής.
Όταν θέλω να κατανοήσω, να συνειδητοποιήσω κάτι, δεν είναι ανάγκη να σκεφτώ πάνω σ’ αυτό, απλώς το «κοπάζω». Από τη στιγμή που αρχίζω να σκέφτομαι, να έχω ιδέες και γνώμες γι’ αυτό που κοιτάζω, είμαι ήδη σε κατάσταση διασπασμένης προσοχής και κοιτάζω αλλού από εκεί όπου βρίσκεται αυτό που πρέπει να κατανοήσω.
Έτσι, η σκέψη -σε κάθε μορφή, ιδέα, άποψη, κρίση, σύγκριση- όταν έχεις ένα πρόβλημα, γίνεται αιτία διάσπασης της προσοχής που σ’ εμποδίζει να κοιτάξεις κι επομένως να κατανοήσεις και να λύσεις το πρόβλημα. Δυστυχώς, για τους περισσότερους από εμάς, η σκέψη έχει αποκτήσει μεγάλη σημασία.
Λέτε: «Γίνεται να υπάρχω, να ζω, χωρίς σκέψη; Πώς μπορώ να έχω έναν άδειο νου»; Και θεωρώντας ότι το να έχει κανείς έναν άδειο νου σημαίνει να βρίσκεται σε κατάσταση αποχαύνωσης, αποβλάκωσης, η ενστικτώδης αντίδρασή σας είναι να απορρίψετε την ιδέα αυτή.
Σίγουρα όμως ο νους που είναι πολύ ήσυχος, ο νους που δεν διασπάται η προσοχή του από την ίδια του τη σκέψη, ο νους που είναι ανοιχτός, μπορεί να κοιτάξει ένα πρόβλημα εντελώς άμεσα και πολύ απλά. Και η ικανότητα τού να κοιτάζουμε τα προβλήματά μας χωρίς καμιά διάσπαση της προσοχής είναι η μόνη λύση. Και γι’ αυτό είναι ανάγκη να υπάρχει ένας ήσυχος, γαλήνιος νους.
Ένας τέτοιος νους δεν είναι αποτέλεσμα, δεν είναι τελικό προϊόν εξάσκησης, διαλογισμού ή ελέγχου. Δεν έρχεται με καμιά μορφή πειθαρχίας, καταναγκασμού ή εξευγενισμού. Έρχεται χωρίς καμιά προσπάθεια του «εγώ», της σκέψης• έρχεται όταν κατανοήσω το σύνολο της διαδικασίας της σκέψης• όταν μπορώ να κοιτάξω ένα γεγονός χωρίς καμιά διάσπαση της προσοχής μου.
Σ’ αυτή την κατάσταση ησυχίας ενός νου που είναι πραγματικά ακίνητος υπάρχει αγάπη.
Και μόνο η αγάπη μπορεί να λύσει όλα τα ανθρώπινα προβλήματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου