Η ιστορία του χιούμορ
Δε γνωρίζουμε αν ο προϊστορικός άνθρωπος είχε χιούμορ, γιατί αυτό είναι συνδεδεμένο με τη γλώσσα και γλώσσα δεν υπήρχε. Το σίγουρο όμως είναι ότι γελούσε και θα γελούσε δυνατά σε μια προσπάθεια καλύτερης επικοινωνίας με τους άλλους. Την ίδια συμπεριφορά έχουν οι πίθηκοι και πολλά άλλα ζώα. Η ιστορία του χιούμορ χάνεται στο πέρασμα των αιώνων, οπότε θα περιοριστούμε στους ιστορικούς χρόνους και θα στηριχθούμε σε κείμενα που μαρτυρούν την ύπαρξή του.
Αρχαία Ελλάδα
Οι αρχαίοι Έλληνες απολάμβαναν την ευτράπελη όψη της ζωής και επιζητούσαν με κάθε τρόπο το γέλιο και τη δημόσια διασκέδαση γιατί διέθεταν ασφαλώς πολύ χιούμορ. Λάτρευαν τον Διόνυσο, τον θεό του κρασιού, του κεφιού και της χαράς, διασκέδαζαν ως εύθυμοι κωμαστές στα συμπόσια και για να προκαλούν το γέλιο μετείχαν ως μεταμφιεσμένοι (σάτυροι) στις γιορτές του (Διονύσια) με πειράγματα (σκώμματα), όπως έκαναν και οι γυναίκες της Αθήνας στην πομπή των Ελευσίνιων μυστηρίων, που έλεγαν στους θεατές διάφορα φαιδρολογήματα, ¨τα εξ αμάξης¨. Ο κυνικός φιλόσοφος Διογένης δίδασκε με αστεϊσμούς και λογοπαίγνια, κι έψαχνε όλη μέρα τη χαμένη ανθρωπιά με το φανάρι (Άνθρωπο ζητώ). Ο Αριστοφάνης στις κωμωδίες του δε διακωμωδούσε απλώς ανθρώπινους χαρακτήρες ή καταστάσεις της ζωής, αλλά σατίριζε κιόλας υπαρκτά πρόσωπα της εποχής του (Σωκράτης, Κλέων κα.) χωρίς να προκαλεί την αντίδρασή τους. Χιούμορ είχαν και οι Σπαρτιάτες, οι οποίοι εξάλλου φημίζονταν και για τις αποφθεγματικές τους απαντήσεις. Ενδεικτικά αναφέρουμε την περίπτωση ενός από τους 300, του Διηνέκη, που όταν κάποιος Τραχίνιος του είπε πως τα βέλη των Περσών θα είναι τόσα πολλά, που θα κρύψουνε τον ήλιο, εκείνος είπε «ωραία τότε θα πολεμήσουμε υπό σκιάν». Ακόμα και μαύρο χιούμορ δηλαδή μακάβριο, έκαναν οι αρχαίοι, όπως όταν μαθεύτηκε στην Αθήνα ο θάνατος του Μ. Αλεξάνδρου και ενώ κάποιοι πανηγύριζαν, ο ρήτορας Δημάδης τους είπε να μην το πιστέψουν αυτό, γιατί αν όντως είχε πεθάνει ο Αλέξανδρος, «τότε θα είχε μυρίσει η οικουμένη από τον νεκρό»!
Νεότερη ιστορία
Συνεχιστής της παράδοσης του Αριστοφάνη θα είναι ο Μένανδρος, με τη ¨Νέα κωμωδία¨ και αυτός με τη σειρά του θα επηρεάσει τους Ρωμαίους ποιητές Πλαύτο και Τερέντιο στη Δύση. Κατά τη σκοτεινή περίοδο του μεσαίωνα οι άνθρωποι, επηρεασμένοι κυρίως από το θρησκευτικό συντηρητισμό, γελούν λιγότερο. Γελωτοποιοί (σαλτιμπάγκοι) προσφέρουν γέλιο σε βασιλείς και αυλικούς, ενώ τα δημόσια θεάματα περιορίζονται σε μασκαράτες και αυτοσχέδιες θεατρικές παραστάσεις. Στη Γαλλία του 17ου αι. ο Λαφονταίν συνεχίζει την παράδοση του Αισώπου με μύθους για τα ζώα, που αντανακλούν ανθρώπινα χαρακτηριστικά και ο Μολιέρος δημιουργεί τους μοναδικούς κωμικούς χαρακτήρες του ¨Φιλάργυρου¨, του ¨κατά φαντασίαν ασθενή¨ κα. Οι Άγγλοι υπερηφανεύονται, και όχι άδικα, ότι αυτοί επινόησαν το φλεγματικό χιούμορ από την εποχή του Σαίξπηρ, τον 17ο αι, ενώ ο όρος παγιώθηκε τον 18οαι και κυρίως τον 19ο αι, τη βικτωριανή δηλαδή εποχή. Έτσι εξέφραζαν το ειρωνικό (σνομπ) πνεύμα ή τη σκωπτική τους διάθεση να αστειευτούν ψυχρά, να προκαλέσουν ευθυμία με την ευφυολογία ή τον κυνισμό τους. Κάθε στίχος του Σαίξπηρ είναι κι απόφθεγμα: ¨Από το σοβαρό στο γελοίο, η απόσταση είναι μικρή. Από το γελοίο όμως στο σοβαρό, η απόσταση είναι τεράστια¨. Ο Όσκαρ Ουάιλντ ήταν γνωστός για το χιούμορ αυτό και τους αφορισμούς του: ¨Κυνικός είναι αυτός που ξέρει την τιμή όλων των πραγμάτων, αλλά την αξία κανενός¨. Ο Τσώρτσιλ έλεγε ότι ¨ένα αστείο είναι κάτι πολύ σοβαρό¨ και ήξερε καλά την τέχνη του χιούμορ στην πολιτική.
Το χιούμορ είναι μια μορφή συναισθηματικής νοημοσύνης για τον άνθρωπο και αποκαλύπτει μια πτυχή του χαρακτήρα του, που τον κάνει ξεχωριστό και ιδιαίτερα αγαπητό στους άλλους. Ο άνθρωπος που έχει χιούμορ δε γίνεται ποτέ βαρετός, γιατί έχει πάντα έναν τρόπο να λέει κάτι έξυπνο κι αστείο ταυτόχρονα και να δημιουργεί ευχάριστο κλίμα στους άλλους. Έτσι δεν πλήττει κι ο ίδιος και νιώθει μια ικανοποίηση γιατί μπορεί ν’ αλλάζει, με τη διάθεση χαριτολογίας που έχει, την ψυχολογία τη δική του αλλά και των άλλων, ιδίως όταν υπάρχει κάποιας μορφής ψυχολογική πίεση στο χώρο εργασίας ή στο σπίτι. Μπορεί το χιούμορ να μην προκαλεί το γέλιο πάντα, αλλά να είναι ένα ευφυολόγημα ή ένας σαρκασμός, λεπτή ειρωνεία δηλαδή και να δείχνει τη σκωπτική ή περιπαικτική του διάθεση, πάντα στο πλαίσιο της συζήτησης και στα όρια της ευπρέπειας. Όποιος κάνει χιούμορ, δέχεται και καλοπροαίρετα το χιούμορ των άλλων, εφόσον έχει αίσθηση του χιούμορ γενικά. Πάντως έτσι περνάει ωραία η μέρα στη δουλειά ή στο σπίτι και οι άνθρωποι δυναμώνουν τη φιλία τους ή τις κοινωνικές τους σχέσεις γενικότερα, νιώθουν μεγαλύτερη οικειότητα μεταξύ τους και αποδίδουν περισσότερο.
Ο άνθρωπος επινόησε το χιούμορ σαν ελιξίριο χαράς, σαν αντίδοτο στη θλίψη και τη δυστυχία της ζωής. Η φύση του είναι πλασμένη να χαίρεται και να γελά, να ζει τη μοναδικότητα της κάθε στιγμής ξεχωριστά. Γι αυτό λοιπόν όταν χαμογελάμε ή όταν μας πιάνουν τα γέλια ή γελάμε και μέχρι δακρύων, δεν εκφράζουμε μια εσωτερική μας ανάγκη μόνο, αλλά υπηρετούμε παράλληλα κι έναν κοινωνικό σκοπό· κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη και μεταδίδουμε τη χαρά μας στους άλλους. Το γέλιο μας είναι μεταδοτικό…
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου