Όσο δεν βασανιζόμαστε από υπαρξιακά άγχη, δεν λιμοκτονούμε για να πληρώσουμε το νοίκι μας, και έχουμε τη δυνατότητα να αποκτήσουμε όσα έχουν πραγματική σημασία για μας, μπορούμε να ζούμε μια ευτυχισμένη ζωή και μάλιστα με στυλ -εκτός αν το όνειρό μας είναι να είμαστε πλούσιοι. Τότε η αντίφαση ανάμεσα στην κατάσταση που βρισκόμαστε και σε εκείνη που θα θέλαμε να βρεθούμε θα μετατραπεί σε μόνιμη πηγή δυσαρέσκειας. Γι’ αυτόν το λόγο, μία από τις πιο εγγυημένες συνταγές δυστυχίας είναι να παίζεις συστηματικά τυχερά παιχνίδια.
Η ευτυχία δεν εξαρτάται από το πόσους τραπεζικούς λογαριασμούς διαθέτεις. Ο πλούτος δεν την ευνοεί καν σε σημαντικό βαθμό. Πολλοί πλούσιοι άνθρωποι το γνωρίζουν και ποθούν μια «απλή ζωή». Όμως όσο κι αν πασχίζουν να απελευθερωθούν από το ενοχλητικό βάρος της υπερβολής, στο τέλος η λαχτάρα τους για την «απλή ζωή» μένει μονίμως ανεκπλήρωτη. Αντίθετα, εκείνος που φτωχαίνει δεν είναι αναγκασμένος να κοπιάσει για να ζήσει μια ζωή με στυλ, χωρίς υπερβολές. Πολύ απλά, η ίδια η κατάστασή του τον ωθεί σε αυτό. Αντίθετα, οι πλούσιοι παραμένουν για πάντα δέσμιοι των χρημάτων τους, είτε γαντζώνονται σφιχτά σ’ αυτά, είτε προσπαθούν να τους ξεφύγουν. Αληθινά φτωχοί είναι -όσο κι αν ο καπιταλισμός προσπάθησε να μας πείσει για το αντίθετο- οι πλούσιοι. Τους ζηλεύουν επειδή κερδίζουν πολλά χρήματα, ενώ αξίζουν κατά κύριο λόγο ένα πράγμα: τη συμπόνια.
Οι περισσότεροι πλούσιοι διακατέχονται, για παράδειγμα, από ένα μόνιμο φόβο ότι θα πέσουν θύματα άγριας ληστείας.
Η πίεση «να αντέξεις στον ανταγωνισμό» είναι μια μέθοδος που σε οδηγεί εγγυημένα στη δυστυχία. Είναι αδιάφορο σε ποιο επίπεδο εισοδημάτων παίζεται. Καλύτερο είναι για την ευτυχία μας εάν’ συμβιβαστούμε με το γεγονός ότι υπάρχουν διαφορές που μας κάνουν να δυστυχούμε μόνο εφόσον πασχίζουμε για πράγματα στα οποία δεν μπορούμε να αντεπεξέλθουμε.
Για τους πλούσιους υπάρχει πιθανότατα μόνο μία δυνατότητα να ζήσουν μια σχετικά ξέγνοιαστη ζωή. «Να κατέχετε σαν να μην κατέχετε τίποτα!» Όποιος ζει αποδεχόμενος τις δικές του συνθήκες απολαμβάνει μια σειρά από πλεονεκτήματα!
Αν παρατηρήσει κανείς προσεκτικά στην ιστορία ή τη λογοτεχνία τις μορφές που έγιναν διάσημες για την περιφρόνησή τους απέναντι σε καθετί υλικό, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι συνήθως πρόκειται για παιδιά εύπορων οικογενειών. Ο Αλέξιος, γόνος Ρωμαίων αριστοκρατών, που έζησε απαρατήρητος ως ζητιάνος τρώγοντας αποφάγια κάτω από τις σκάλες του πατρικού του, ή ο Φραγκίσκος της Ασίζης, γιος εμπόρου υφασμάτων, η σύζυγός του, η αγία Κλάρα, που απαρνήθηκε την αριστοκρατική της οικογένεια, ή ο Σιντάρτα, γιος βραχμάνων -είναι εκπληκτικό ότι όλοι αυτοί οι διάσημοι ασκητές που απαρνήθηκαν τα εγκόσμια κατάγονταν στην πλειονότητά τους από προνομιούχες και εύπορες οικογένειες.
Ένα εξαιρετικά χαρισματικό παράδειγμα είναι ο φιλόσοφος Λούντβιχ Βιττγκενστάιν. Στο έργο «Ο ανιψιός του Βιτγκενστάιν», ο Τόμας Μπέρνχαρντ παρουσιάζει τον ήρωά του να βρίζει το διάσημο θείο του: «Ένας πολυεκατομμυριούχος ως επαρχιακός δάσκαλος είναι μάλλον μια ανωμαλία, δεν νομίζεις;»
Ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν ήταν γόνος μίας από τις τρεις πλουσιότερες οικογένειες της Αυστρίας. Η δόξα και το χάρισμά του τρέφονταν από τη φήμη του ως επιδεικτικού αρνητή. Αποθέωνε τη λιτότητά του, γοήτευε με τον ασκητισμό. Αφού επέζησε ως στρατιώτης από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, απαρνήθηκε όλη την περιουσία των γονιών του υπέρ των αδελφών του. Ο Βιτγκενστάιν, αντί να διδάξει φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο, πήγε και έγινε δάσκαλος σε ένα χωριουδάκι κάπου στα βουνά -πολύ αργότερα έγινε ο σπουδαιότερος στοχαστής της εποχής του, που λατρεύτηκε από τους φοιτητές του περίπου σαν ημίθεος. Σε μια εποχή που οι συνάδελφοί του στο Κέμπριτζ κυκλοφορούσαν καμαρωτοί με τα ακαδημαϊκά τους πανωφόρια, ο Βιτγεκνστάιν φορούσε επιδεικτικά ατημέλητα ρούχα και ένα κουρελιασμένο σακάκι από τουίντ. Μια ολόκληρη γενιά φοιτητών φιλοσοφίας στο Κέμπριτζ αντέγραφε μέχρι και στις μικρότερες λεπτομέρειες το μεγάλο πρωτομάστορα. Προτιμούσαν στενά κρεβάτια, κουβαλούσαν μαζί τους λαχανικά σε μικρά δίχτυα «για να μπορούν να αναπνέουν», έτρωγαν λιτά, κατά προτίμηση αχνιστό σέλινο, και έπιναν ζεστό νερό. Όποτε ο Βιτγκενστάιν ήθελε να ξεκουραστεί από το ρόλο του ως επιδεικτικός ασκητής, αποσυρόταν στο αγρόκτημα της οικογένειας του στην Αυστρία.
Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς, οι συνήθειες ενός πατρικίου δύσκολα αποβάλλονται. Η λιτότητα του Βιτγκενστάιν ήταν, αν μιλήσει κανείς με ανθρώπους που πρόλαβαν να τον ζήσουν, μια πραγματικά ακραία υπόθεση. Εκτός από το κοφτερό μυαλό, θα πρέπει να τον χαρακτήριζε και μια ιδιαίτερη υπεροψία. Τα καμώματά του παρέμειναν, παρά την πολυδοξασμένη ολιγάρκειά του, τα καμώματα ενός μέλους της βιεννέζικης ανώτερης τάξης.
Πραγματικά φτωχοί είναι ουσιαστικά οι πλούσιοι. Κι αυτό επειδή το χρήμα είναι ένα ναρκωτικό που σε κρατάει μακριά από τη ζωή και δίνει σε κάποιον, για παράδειγμα, τη δυνατότητα να καλυφθεί πίσω από ένα μανδύα -είτε είναι τα ταξίδια, είτε τα καλοραμμένα ρούχα. Όποιος έχει πάρα πολλά χρήματα μπορεί να δραπετεύσει από τη ζωή του, να πετάξει με το τζετ του για το Σαν Τροπέ ή τη Νέα Υόρκη και να διανυκτερεύσει στο ακριβότερο ξενοδοχείο της πόλης, αλλά εκεί θα είναι πάλι εξίσου δυστυχισμένος όσο και οπουδήποτε αλλού. Αληθινή ευτυχία δεν υπάρχει χωρίς μια υγιή δόση ταπεινότητας και η εξοικείωση μαζί της είναι κάτι που συχνά δυσκολεύει τους πλούσιους ανθρώπους. Η ικανότητα να παραδέχεσαι τα ατομικά σου λάθη, η ικανότητα να εκτιμάς τους άλλους, και μάλιστα ανεξάρτητα από την κοινωνική τους θέση, λείπει από τους περισσότερους απ’ αυτούς -ένα αυθεντικό μειονέκτημα.
Ακόμα φτωχότεροι απ’ τους πλούσιους είναι πιθανότατα μόνο οι φτωχοί που θέλουν να είναι πλούσιοι.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου