Η ζωή για τον περισσότερο κόσμο είναι ένας σκληρός αγώνας σε καθημερινή βάση. Ένας αγώνας για επιβίωση, για υποσκέλιση εμποδίων, μια δύσκολη προσπάθεια που οδηγεί σε επιτεύγματα και κατακτήσεις στόχων ή άλλες φορές στην αδικία και την απογοήτευση. Για κάποιους άλλους η ζωή είναι πιο απλή: μια όμορφη βόλτα με ένα ποδήλατο, ένας περίπατος στην εξοχή, μια βουτιά στα δροσερά γαλανά νερά της θάλασσας, μια όμορφη παρέα, το γλυκό χαμόγελο ενός παιδιού, το άγγιγμα ενός χνουδωτού μικρού ζώου. Για άλλους η ζωή είναι συνώνυμη με την απώλεια, τη δυστυχία την αρρώστια και τον πόνο.
Ναι, η ζωή τα περιέχει όλα αυτά αλλά αυτά δεν είναι η ζωή, είναι μονάχα σενάρια μέσα σε ένα ενεργειακό ποτάμι που ρέει ανάμεσά μας και διαμορφώνει ένα τοπίο. Η ζωή δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα απέραντο θέατρο στο οποίο στήνονται ποικίλα σκηνικά και ξετυλίγονται άπειρα σενάρια με αμέτρητους ηθοποιούς. Ο κάθε άνθρωπος παίζει το δικό του ρόλο ή καλύτερα τους ρόλους που επιλέγει να υποδυθεί συχνά εν αγνοία του ή ακόμη κι ως αντίδραση στο ρόλο ενός άλλου που βρίσκεται δίπλα του ή απέναντι του.
Ο άνθρωπος διαφέρει από τον επαγγελματία ηθοποιό επειδή ταυτίζεται με το ρόλο του σε σημείο που χάνει τον αληθινό εαυτό του ενώ ο δεύτερος γνωρίζει καλά ποιος είναι και τι κάνει πάνω στη σκηνή, μόλις ακουμπήσει το κουστούμι του στο βεστιάριο του θεάτρου θα αποποιηθεί το ρόλο που υποδύθηκε και θα γίνει και πάλι ο εαυτός του ή μήπως απ’ εκείνη τη στιγμή γίνει κι αυτός ένας ακόμη ταυτισμένος με την αδήριτη πραγματικότητα άνθρωπος; Κάπως έτσι.
Η ύπαρξη του ανθρώπου μέσα στη ροή των φαινομένων θα μπορούσε να είναι ένα ατέλειωτο παιγνίδι γνώσεων, παρατήρησης και χαράς, αν δεν επέτρεπε στη προσκόλληση να τον βυθίσει τόσο πολύ στην υλική πραγματικότητα. Αν δεν επέτρεπε σε εκατοντάδες ‘’πρέπει’’ να καθορίσουν τη συμπεριφορά του και σε χιλιάδες ‘’θέλω’’ να τον παρασύρουν με ορμή σε ανώφελους στόχους, αντεκδικήσεις, συγκρουόμενες επιθυμίες, πάθη και μίση.
Κάθε άνθρωπος όμως από τη παιδική ηλικία ακόμη αρχίζει και δομεί τη προσωπικότητά του πάνω σε πεποιθήσεις, σε δόγματα και σε αξίες που έχουν τη δύναμη να κατευθύνουν τα βήματα του μέσα στη ζωή. Επιθυμεί τον έλεγχο των καταστάσεων αλλά δεν γνωρίζει πως η τέχνη της ζωής βρίσκεται στη γνώση ότι όλα είναι εκτός ελέγχου και για να είμαστε περισσότερο ακριβείς, θα ήταν φρονιμότερο να θεωρούσε πως στη καθημερινότητα είναι όλα αναμενόμενα και τίποτε δεν ελέγχεται.
Το μόνο που μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος είναι η παρούσα στιγμή ενώ το μέλλον και το παρελθόν ζουν μόνο μέσα στη σκέψη και δε μπορούν να βιωθούν παρά μόνο με τη φαντασία. Ωστόσο αν κι η φαντασία είναι ένα πολύτιμο δημιουργικό εργαλείο δε χρησιμοποιείται με τον ορθό τρόπο αλλά καταντάει συνώνυμο της ανώφελης ονειροπόλησης που συχνά είναι φορτισμένη με ένα συναίσθημα χαρμολύπης.
Πώς θα μπορούσε ο άνθρωπος να ζήσει σαν να πρόκειται για μια κίνηση πάνω σε ένα συμπαντικό επιτραπέζιο παιγνίδι; Να μη τον νοιάζει τίποτε παρά μόνο να βιώσει μια πολύτιμη εμπειρία της στιγμής; Να ρουφήξει το νέκταρ από το παρόν και να βαδίσει στον επόμενο σταθμό γεμάτος από την απόλαυση που γεύτηκε;
Ένα πρώτο και βασικό μέλημα είναι να ξεφορτωθεί όλα όσα δεν του επιτρέπουν να γίνει ανάλαφρος όπως ένα μικρό παιδί.
Οι πεποιθήσεις έχουν τη δύναμη να παγιδεύουν τον άνθρωπο μέσα σε κόσμους που ανακυκλώνουν ρόλους προσκόλλησης. Ένα παιδί μόλις ενηλικιωθεί βαδίζει σύμφωνα με τους κανόνες των “πρέπει” μιας κοινωνίας ή των γονέων του. Ένας κανόνας δεν είναι απαραίτητα αρνητικός αλλά ένας ρόλος δεν είναι απαραίτητο να μπει σε ένα καλούπι κανόνων. Το παιδί γίνεται ενήλικος και χάνει την ανεμελιά του, πιάνεται στη μέγγενη των “πρέπει” και για να μπορέσει να επιβιώσει, προσπαθεί να ικανοποιήσει αυτά τα “πρέπει” αφήνοντας στην άκρη πολλά από τα “θέλω” του.
Έτσι ξεκινά και σπουδάζει, παίρνει ένα πτυχίο μαθαίνει μια ξένη γλώσσα και διαπιστώνει ότι όλοι κατέχουν τα ίδια τυπικά προσόντα, έτσι ο αγώνας για την εξεύρεση δουλειάς παραμένει δύσκολος και συνεχίζει την προσπάθεια απόκτησης προσόντων. Μαθαίνει και δεύτερη ξένη γλώσσα, παίρνει και δεύτερο πτυχίο αλλά διαπιστώνει ότι το επίπεδο των απαιτήσεων ανεβαίνει γενικά κι έτσι αντιλαμβάνεται ότι “πρέπει” να αποκτήσει κι ένα μεταπτυχιακό το οποίο σε λίγο θα είναι επίσης λίγο για να τον κάνει να ξεχωρίσει από το πλήθος των ανταγωνιστών. Μήπως χρειάζεται πλέον κι ένα διδακτορικό; Μετά σκέφτεται ότι ίσως είναι προτιμότερη η μετανάστευση για την αναζήτηση καλύτερης τύχης.
Ο αγώνας γίνεται αδιάκοπος και το επίπεδο των απαιτήσεων συνεχώς ανεβαίνει κι όλες οι επιλογές για μια διέξοδο καταλήγουν σε αδιέξοδο επειδή σπάνια ο άνθρωπος κυνηγάει τα όνειρα του ενώ συνήθως κυνηγάει χίμαιρες. Η επαγγελματική αποκατάσταση ένα από τα πιο δυνατά “πρέπει” των ανθρώπων κατάντησε μαραθώνιος αγώνας απόκτησης τίτλων κι εν ολίγοις πολλών ετών σκληρής προσπάθειας τις περισσότερες φορές για να ικανοποιήσει τα “θέλω” των άλλων παρά τα δικά του.
Μια απλή ζωή θα αρκούταν σε μια απλή εργασία με έναν απλό μισθό αλλά αυτή η επιλογή δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να αγοράσει όλα τα καταναλωτικά αγαθά που οι βιομηχανίες καθημερινά παράγουν. Η γνώση θα μπορούσε να είναι ελεύθερη και συνεχής δίχως τον καταναγκασμό απόκτησης τίτλων που θα την αποδείκνυε για να τη χρησιμοποιήσει σε μια συνέντευξη.
Ποιος διαμόρφωσε το σημερινό παιγνίδι στις κοινωνίες των ανθρώπων; Και γιατί οι παίκτες αποδέχθηκαν αυτούς τους κανόνες; Το πιο σημαντικό όμως από τις απαντήσεις αυτών των ερωτημάτων είναι ότι ακόμη κι έτσι οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται αυτό που κάνουν ως παιγνίδι αλλά ως συνθήκη ζωής. Όλη η ύπαρξη του ανθρώπου είναι συνυφασμένη με τον αδυσώπητο ρόλο που υποδύεται.
Γιατί δεν αρκεί στον άνθρωπο μια απλή εργασία για να αποκτήσει τα προς το ζην; Μια βόλτα στη θάλασσα, στο βουνό, στην ύπαιθρο; Να συζητήσει με φίλους να ασχοληθεί με έναν κήπο, να μυρίσει το ευωδιαστό άρωμα των λουλουδιών που φυτρώνουν μόνα τους στη φύση, να παίξει σαν παιδί με παιγνίδια που έφτιαξε με τα χέρια του;
Γιατί πασχίζει συνεχώς να αποκτήσει περισσότερα; Γιατί μάχεται με τους άλλους για υλικά αγαθά; Τι είναι αυτό που δεν του επιτρέπει να απολαύσει τη ζωή και βυθίζεται συνεχώς στην οδύνη; Η σύνδεση της ύπαρξης του με όλα τα εξωτερικά ερεθίσματα από το περιβάλλον του κι η ταύτιση της προσωπικής του αξίας μ’ αυτά.
Το βλέμμα του ανθρώπου είναι στραμμένο συνεχώς έξω από τον εαυτό του. Οι επιθυμίες του αναδύονται από, και προβάλλονται σε έναν υλικό κόσμο ενώ η κτήση τους ή μη διαμορφώνει τον εσωτερικό του κόσμο. Χαίρεται όταν όλα πάνε όπως επιθυμεί, όταν αποκτά όλα όσα επιθυμεί και λυπάται όταν όλα πάνε στραβά, απογοητεύεται όταν τα πράγματα που ποθεί δεν αποκτώνται, πενθεί ή οργίζεται όταν πράγματα ή άνθρωποι απομακρύνονται από κοντά του. Αυτός ο άνθρωπος είναι μια συνάρτηση των πραγμάτων που υπάρχουν γύρω του και δίχως αυτά είναι ένα μηδενικό.
Κι όμως δεν είναι ένα μηδενικό, ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα γίνει, αρκεί να κατανοήσει ότι ή υποκρίνεται αυτό που είναι ή έχει χάσει τον πραγματικό του εαυτό. Ο άνθρωπος πρέπει άμεσα να αφυπνιστεί και να υποδυθεί τον έναν και μοναδικό ρόλο που του ταιριάζει: αυτόν του αληθινού του εαυτού πετώντας τις ψεύτικες ταυτότητες και τις επίπλαστες ετικέτες που κόλλησε πάνω του για να αρέσει ή για να γίνει μέρος ενός συστήματος φοβούμενος ότι θα απορριφθεί.
Αυτό που λάμπει όμως δεν είναι πάντα χρυσός και δε χρειάζεται η εξωτερική λάμψη για να προσδώσει αξία στον αληθινό άνθρωπο. Αρκεί η αυτοεκτίμηση του κι η εμπιστοσύνη στον εαυτό.
Ναι, η ζωή τα περιέχει όλα αυτά αλλά αυτά δεν είναι η ζωή, είναι μονάχα σενάρια μέσα σε ένα ενεργειακό ποτάμι που ρέει ανάμεσά μας και διαμορφώνει ένα τοπίο. Η ζωή δεν είναι τίποτε περισσότερο από ένα απέραντο θέατρο στο οποίο στήνονται ποικίλα σκηνικά και ξετυλίγονται άπειρα σενάρια με αμέτρητους ηθοποιούς. Ο κάθε άνθρωπος παίζει το δικό του ρόλο ή καλύτερα τους ρόλους που επιλέγει να υποδυθεί συχνά εν αγνοία του ή ακόμη κι ως αντίδραση στο ρόλο ενός άλλου που βρίσκεται δίπλα του ή απέναντι του.
Ο άνθρωπος διαφέρει από τον επαγγελματία ηθοποιό επειδή ταυτίζεται με το ρόλο του σε σημείο που χάνει τον αληθινό εαυτό του ενώ ο δεύτερος γνωρίζει καλά ποιος είναι και τι κάνει πάνω στη σκηνή, μόλις ακουμπήσει το κουστούμι του στο βεστιάριο του θεάτρου θα αποποιηθεί το ρόλο που υποδύθηκε και θα γίνει και πάλι ο εαυτός του ή μήπως απ’ εκείνη τη στιγμή γίνει κι αυτός ένας ακόμη ταυτισμένος με την αδήριτη πραγματικότητα άνθρωπος; Κάπως έτσι.
Η ύπαρξη του ανθρώπου μέσα στη ροή των φαινομένων θα μπορούσε να είναι ένα ατέλειωτο παιγνίδι γνώσεων, παρατήρησης και χαράς, αν δεν επέτρεπε στη προσκόλληση να τον βυθίσει τόσο πολύ στην υλική πραγματικότητα. Αν δεν επέτρεπε σε εκατοντάδες ‘’πρέπει’’ να καθορίσουν τη συμπεριφορά του και σε χιλιάδες ‘’θέλω’’ να τον παρασύρουν με ορμή σε ανώφελους στόχους, αντεκδικήσεις, συγκρουόμενες επιθυμίες, πάθη και μίση.
Κάθε άνθρωπος όμως από τη παιδική ηλικία ακόμη αρχίζει και δομεί τη προσωπικότητά του πάνω σε πεποιθήσεις, σε δόγματα και σε αξίες που έχουν τη δύναμη να κατευθύνουν τα βήματα του μέσα στη ζωή. Επιθυμεί τον έλεγχο των καταστάσεων αλλά δεν γνωρίζει πως η τέχνη της ζωής βρίσκεται στη γνώση ότι όλα είναι εκτός ελέγχου και για να είμαστε περισσότερο ακριβείς, θα ήταν φρονιμότερο να θεωρούσε πως στη καθημερινότητα είναι όλα αναμενόμενα και τίποτε δεν ελέγχεται.
Το μόνο που μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος είναι η παρούσα στιγμή ενώ το μέλλον και το παρελθόν ζουν μόνο μέσα στη σκέψη και δε μπορούν να βιωθούν παρά μόνο με τη φαντασία. Ωστόσο αν κι η φαντασία είναι ένα πολύτιμο δημιουργικό εργαλείο δε χρησιμοποιείται με τον ορθό τρόπο αλλά καταντάει συνώνυμο της ανώφελης ονειροπόλησης που συχνά είναι φορτισμένη με ένα συναίσθημα χαρμολύπης.
Πώς θα μπορούσε ο άνθρωπος να ζήσει σαν να πρόκειται για μια κίνηση πάνω σε ένα συμπαντικό επιτραπέζιο παιγνίδι; Να μη τον νοιάζει τίποτε παρά μόνο να βιώσει μια πολύτιμη εμπειρία της στιγμής; Να ρουφήξει το νέκταρ από το παρόν και να βαδίσει στον επόμενο σταθμό γεμάτος από την απόλαυση που γεύτηκε;
Ένα πρώτο και βασικό μέλημα είναι να ξεφορτωθεί όλα όσα δεν του επιτρέπουν να γίνει ανάλαφρος όπως ένα μικρό παιδί.
Οι πεποιθήσεις έχουν τη δύναμη να παγιδεύουν τον άνθρωπο μέσα σε κόσμους που ανακυκλώνουν ρόλους προσκόλλησης. Ένα παιδί μόλις ενηλικιωθεί βαδίζει σύμφωνα με τους κανόνες των “πρέπει” μιας κοινωνίας ή των γονέων του. Ένας κανόνας δεν είναι απαραίτητα αρνητικός αλλά ένας ρόλος δεν είναι απαραίτητο να μπει σε ένα καλούπι κανόνων. Το παιδί γίνεται ενήλικος και χάνει την ανεμελιά του, πιάνεται στη μέγγενη των “πρέπει” και για να μπορέσει να επιβιώσει, προσπαθεί να ικανοποιήσει αυτά τα “πρέπει” αφήνοντας στην άκρη πολλά από τα “θέλω” του.
Έτσι ξεκινά και σπουδάζει, παίρνει ένα πτυχίο μαθαίνει μια ξένη γλώσσα και διαπιστώνει ότι όλοι κατέχουν τα ίδια τυπικά προσόντα, έτσι ο αγώνας για την εξεύρεση δουλειάς παραμένει δύσκολος και συνεχίζει την προσπάθεια απόκτησης προσόντων. Μαθαίνει και δεύτερη ξένη γλώσσα, παίρνει και δεύτερο πτυχίο αλλά διαπιστώνει ότι το επίπεδο των απαιτήσεων ανεβαίνει γενικά κι έτσι αντιλαμβάνεται ότι “πρέπει” να αποκτήσει κι ένα μεταπτυχιακό το οποίο σε λίγο θα είναι επίσης λίγο για να τον κάνει να ξεχωρίσει από το πλήθος των ανταγωνιστών. Μήπως χρειάζεται πλέον κι ένα διδακτορικό; Μετά σκέφτεται ότι ίσως είναι προτιμότερη η μετανάστευση για την αναζήτηση καλύτερης τύχης.
Ο αγώνας γίνεται αδιάκοπος και το επίπεδο των απαιτήσεων συνεχώς ανεβαίνει κι όλες οι επιλογές για μια διέξοδο καταλήγουν σε αδιέξοδο επειδή σπάνια ο άνθρωπος κυνηγάει τα όνειρα του ενώ συνήθως κυνηγάει χίμαιρες. Η επαγγελματική αποκατάσταση ένα από τα πιο δυνατά “πρέπει” των ανθρώπων κατάντησε μαραθώνιος αγώνας απόκτησης τίτλων κι εν ολίγοις πολλών ετών σκληρής προσπάθειας τις περισσότερες φορές για να ικανοποιήσει τα “θέλω” των άλλων παρά τα δικά του.
Μια απλή ζωή θα αρκούταν σε μια απλή εργασία με έναν απλό μισθό αλλά αυτή η επιλογή δεν επιτρέπει στον άνθρωπο να αγοράσει όλα τα καταναλωτικά αγαθά που οι βιομηχανίες καθημερινά παράγουν. Η γνώση θα μπορούσε να είναι ελεύθερη και συνεχής δίχως τον καταναγκασμό απόκτησης τίτλων που θα την αποδείκνυε για να τη χρησιμοποιήσει σε μια συνέντευξη.
Ποιος διαμόρφωσε το σημερινό παιγνίδι στις κοινωνίες των ανθρώπων; Και γιατί οι παίκτες αποδέχθηκαν αυτούς τους κανόνες; Το πιο σημαντικό όμως από τις απαντήσεις αυτών των ερωτημάτων είναι ότι ακόμη κι έτσι οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται αυτό που κάνουν ως παιγνίδι αλλά ως συνθήκη ζωής. Όλη η ύπαρξη του ανθρώπου είναι συνυφασμένη με τον αδυσώπητο ρόλο που υποδύεται.
Γιατί δεν αρκεί στον άνθρωπο μια απλή εργασία για να αποκτήσει τα προς το ζην; Μια βόλτα στη θάλασσα, στο βουνό, στην ύπαιθρο; Να συζητήσει με φίλους να ασχοληθεί με έναν κήπο, να μυρίσει το ευωδιαστό άρωμα των λουλουδιών που φυτρώνουν μόνα τους στη φύση, να παίξει σαν παιδί με παιγνίδια που έφτιαξε με τα χέρια του;
Γιατί πασχίζει συνεχώς να αποκτήσει περισσότερα; Γιατί μάχεται με τους άλλους για υλικά αγαθά; Τι είναι αυτό που δεν του επιτρέπει να απολαύσει τη ζωή και βυθίζεται συνεχώς στην οδύνη; Η σύνδεση της ύπαρξης του με όλα τα εξωτερικά ερεθίσματα από το περιβάλλον του κι η ταύτιση της προσωπικής του αξίας μ’ αυτά.
Το βλέμμα του ανθρώπου είναι στραμμένο συνεχώς έξω από τον εαυτό του. Οι επιθυμίες του αναδύονται από, και προβάλλονται σε έναν υλικό κόσμο ενώ η κτήση τους ή μη διαμορφώνει τον εσωτερικό του κόσμο. Χαίρεται όταν όλα πάνε όπως επιθυμεί, όταν αποκτά όλα όσα επιθυμεί και λυπάται όταν όλα πάνε στραβά, απογοητεύεται όταν τα πράγματα που ποθεί δεν αποκτώνται, πενθεί ή οργίζεται όταν πράγματα ή άνθρωποι απομακρύνονται από κοντά του. Αυτός ο άνθρωπος είναι μια συνάρτηση των πραγμάτων που υπάρχουν γύρω του και δίχως αυτά είναι ένα μηδενικό.
Κι όμως δεν είναι ένα μηδενικό, ποτέ δεν ήταν και ποτέ δεν θα γίνει, αρκεί να κατανοήσει ότι ή υποκρίνεται αυτό που είναι ή έχει χάσει τον πραγματικό του εαυτό. Ο άνθρωπος πρέπει άμεσα να αφυπνιστεί και να υποδυθεί τον έναν και μοναδικό ρόλο που του ταιριάζει: αυτόν του αληθινού του εαυτού πετώντας τις ψεύτικες ταυτότητες και τις επίπλαστες ετικέτες που κόλλησε πάνω του για να αρέσει ή για να γίνει μέρος ενός συστήματος φοβούμενος ότι θα απορριφθεί.
Αυτό που λάμπει όμως δεν είναι πάντα χρυσός και δε χρειάζεται η εξωτερική λάμψη για να προσδώσει αξία στον αληθινό άνθρωπο. Αρκεί η αυτοεκτίμηση του κι η εμπιστοσύνη στον εαυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου