ΤΡ. ἥσυχος ἥσυχος, ἠρέμα, κάνθων·
μή μοι σοβαρὸς χώρει λίαν
εὐθὺς ἀπ᾽ ἀρχῆς, ῥώμῃ πίσυνος,
85 πρὶν ἂν ἰδίῃς καὶ διαλύσῃς
ἄρθρων ἶνας πτερύγων ῥύμῃ.
καὶ μὴ πνεῖ μοι κακόν, ἀντιβολῶ σ᾽·
εἰ δὲ ποήσεις τοῦτο, κατ᾽ οἴκους
αὐτοῦ μεῖνον τοὺς ἡμετέρους.
90 ΟΙ. Β’ ὦ δέσποτ᾽ ἄναξ, ὡς παραπαίεις.
ΤΡ. σίγα σίγα.
ΟΙ. Β’ ποῖ δῆτ᾽ ἄλλως μετεωροκοπεῖς;
ΤΡ. ὑπὲρ Ἑλλήνων πάντων πέτομαι
τόλμημα νέον παλαμησάμενος.
95 ΟΙ. Β’ τί πέτει; τί μάτην οὐχ ὑγιαίνεις;
ΤΡ. εὐφημεῖν χρὴ καὶ μὴ φλαῦρον
μηδὲν γρύζειν, ἀλλ᾽ ὀλολύζειν·
τοῖς τ᾽ ἀνθρώποισι φράσον σιγᾶν,
τούς τε κοπρῶνας καὶ τὰς λαύρας
100 καιναῖς πλίνθοισιν ἀποικοδομεῖν
καὶ τοὺς πρωκτοὺς ἐπικλείειν.
ΟΙ. Β’ οὐκ ἔσθ᾽ ὅπως σιγήσομ᾽, ἢν μή μοι φράσῃς
ὅποι πέτεσθαι διανοεῖ. ΤΡ. τί δ᾽ ἄλλο γ᾽ ἢ
ὡς τὸν Δί᾽ εἰς τὸν οὐρανόν; ΟΙ. Β’ τίνα νοῦν ἔχων;
105 ΤΡ. ἐρησόμενος ἐκεῖνον Ἑλλήνων πέρι
ἁπαξαπάντων ὅ τι ποεῖν βουλεύεται.
ΟΙ. Β’ ἐὰν δὲ μή σοι καταγορεύῃ; ΤΡ. γράψομαι
Μήδοισιν αὐτὸν προδιδόναι τὴν Ἑλλάδα.
ΟΙ. Β’ μὰ τὸν Διόνυσον οὐδέποτε ζῶντος γ᾽ ἐμοῦ—
110Τ Ρ. οὐκ ἔστι παρὰ ταῦτ᾽ ἄλλ᾽. ΟΙ. Β’ ἰοὺ ἰοὺ ἰού·
ὦ παιδί᾽, ὁ πατὴρ ἀπολιπὼν ἀπέρχεται
ὑμᾶς ἐρήμους εἰς τὸν οὐρανὸν λάθρᾳ.
ἀλλ᾽ ἀντιβολεῖτε τὸν πατέρ᾽, ὦ κακοδαίμονα.
***
Εμφανίζεται ο Τρυγαίος, καβάλα στο τεράστιο σκαθάρι.
ΤΡΥ. Σιγανά, μαλακά, σκαθαράλογο εσύ·
από θάρρος στην τόση σου δύναμη, αχ, μην
παίρνεις φόρα απ᾽ την πρώτη στιγμή,
ώσπου πρώτα να ιδρώσεις κι η ορμή των φτερών
ν᾽ απαλύνει τα μέλη σου. Μη, να χαρείς,
ξεφυσάς και βρομάς· αν το κάνεις αυτό,
τότε κάλλιο να μείνεις στο σπίτι.
90 ΔΕΥ. Αχ αφέντη, τί τρέλα είν᾽ αυτή;
ΤΡΥ. Σώπα εσύ.
ΔΕΥ. Κοπανίζεις αέρα στο βρόντο· γιατί;
ΤΡΥ. Για να κάμω στους Έλληνες όλους καλό,
βρήκα σχέδιο καινούριο, πολύ τολμηρό, και πετώ.
ΔΕΥ. Τί πετάς; Παλαβιά δίχως λόγο κι αυτή!
ΤΡΥ. Σιωπή κράτα ιερή·
απ᾽ το στόμα σου λέξη κακή να μη βγει·
ναι, ιερό ν᾽ ακουστεί αλαλητό·
πες στον κόσμο: σιωπή·
με καινούρια να κλείσουνε τούβλα να πεις
100 αποπάτους και βόθρους· κι αυτοί οι πισινοί
να κλειστούνε με τάπες.
ΔΕΥ. Αν δεν μου πεις πού θέλεις να πετάξεις,
δε θα σωπάσω. ΤΡΥ. Μα στο Δία, παιδί μου,
στον ουρανό· πού αλλού; ΔΕΥ. Ποιός ο σκοπός σου;
ΤΡΥ. Να τον ρωτήσω τι έχει μες στο νου του
για τους Έλληνες, για όλη την Ελλάδα.
ΔΕΥ. Κι αν δεν πει; ΤΡΥ. Τότε μήνυση του κάνω,
πως για Μήδους προδίνει την Ελλάδα.
ΔΕΥ. Ποτέ σου, μα το Διόνυσο, όσο ζω…
110 ΤΡΥ. Το ᾽πα και δεν αλλάζει. ΔΕΥ. Εε! Για ακούστε.
Παιδιά! Ο μπαμπάς σας έρμα σας αφήνει·
φεύγει κρυφά, στον ουρανό ανεβαίνει·
θερμοπαρακαλέστε τον να μείνει.
μή μοι σοβαρὸς χώρει λίαν
εὐθὺς ἀπ᾽ ἀρχῆς, ῥώμῃ πίσυνος,
85 πρὶν ἂν ἰδίῃς καὶ διαλύσῃς
ἄρθρων ἶνας πτερύγων ῥύμῃ.
καὶ μὴ πνεῖ μοι κακόν, ἀντιβολῶ σ᾽·
εἰ δὲ ποήσεις τοῦτο, κατ᾽ οἴκους
αὐτοῦ μεῖνον τοὺς ἡμετέρους.
90 ΟΙ. Β’ ὦ δέσποτ᾽ ἄναξ, ὡς παραπαίεις.
ΤΡ. σίγα σίγα.
ΟΙ. Β’ ποῖ δῆτ᾽ ἄλλως μετεωροκοπεῖς;
ΤΡ. ὑπὲρ Ἑλλήνων πάντων πέτομαι
τόλμημα νέον παλαμησάμενος.
95 ΟΙ. Β’ τί πέτει; τί μάτην οὐχ ὑγιαίνεις;
ΤΡ. εὐφημεῖν χρὴ καὶ μὴ φλαῦρον
μηδὲν γρύζειν, ἀλλ᾽ ὀλολύζειν·
τοῖς τ᾽ ἀνθρώποισι φράσον σιγᾶν,
τούς τε κοπρῶνας καὶ τὰς λαύρας
100 καιναῖς πλίνθοισιν ἀποικοδομεῖν
καὶ τοὺς πρωκτοὺς ἐπικλείειν.
ΟΙ. Β’ οὐκ ἔσθ᾽ ὅπως σιγήσομ᾽, ἢν μή μοι φράσῃς
ὅποι πέτεσθαι διανοεῖ. ΤΡ. τί δ᾽ ἄλλο γ᾽ ἢ
ὡς τὸν Δί᾽ εἰς τὸν οὐρανόν; ΟΙ. Β’ τίνα νοῦν ἔχων;
105 ΤΡ. ἐρησόμενος ἐκεῖνον Ἑλλήνων πέρι
ἁπαξαπάντων ὅ τι ποεῖν βουλεύεται.
ΟΙ. Β’ ἐὰν δὲ μή σοι καταγορεύῃ; ΤΡ. γράψομαι
Μήδοισιν αὐτὸν προδιδόναι τὴν Ἑλλάδα.
ΟΙ. Β’ μὰ τὸν Διόνυσον οὐδέποτε ζῶντος γ᾽ ἐμοῦ—
110Τ Ρ. οὐκ ἔστι παρὰ ταῦτ᾽ ἄλλ᾽. ΟΙ. Β’ ἰοὺ ἰοὺ ἰού·
ὦ παιδί᾽, ὁ πατὴρ ἀπολιπὼν ἀπέρχεται
ὑμᾶς ἐρήμους εἰς τὸν οὐρανὸν λάθρᾳ.
ἀλλ᾽ ἀντιβολεῖτε τὸν πατέρ᾽, ὦ κακοδαίμονα.
***
Εμφανίζεται ο Τρυγαίος, καβάλα στο τεράστιο σκαθάρι.
ΤΡΥ. Σιγανά, μαλακά, σκαθαράλογο εσύ·
από θάρρος στην τόση σου δύναμη, αχ, μην
παίρνεις φόρα απ᾽ την πρώτη στιγμή,
ώσπου πρώτα να ιδρώσεις κι η ορμή των φτερών
ν᾽ απαλύνει τα μέλη σου. Μη, να χαρείς,
ξεφυσάς και βρομάς· αν το κάνεις αυτό,
τότε κάλλιο να μείνεις στο σπίτι.
90 ΔΕΥ. Αχ αφέντη, τί τρέλα είν᾽ αυτή;
ΤΡΥ. Σώπα εσύ.
ΔΕΥ. Κοπανίζεις αέρα στο βρόντο· γιατί;
ΤΡΥ. Για να κάμω στους Έλληνες όλους καλό,
βρήκα σχέδιο καινούριο, πολύ τολμηρό, και πετώ.
ΔΕΥ. Τί πετάς; Παλαβιά δίχως λόγο κι αυτή!
ΤΡΥ. Σιωπή κράτα ιερή·
απ᾽ το στόμα σου λέξη κακή να μη βγει·
ναι, ιερό ν᾽ ακουστεί αλαλητό·
πες στον κόσμο: σιωπή·
με καινούρια να κλείσουνε τούβλα να πεις
100 αποπάτους και βόθρους· κι αυτοί οι πισινοί
να κλειστούνε με τάπες.
ΔΕΥ. Αν δεν μου πεις πού θέλεις να πετάξεις,
δε θα σωπάσω. ΤΡΥ. Μα στο Δία, παιδί μου,
στον ουρανό· πού αλλού; ΔΕΥ. Ποιός ο σκοπός σου;
ΤΡΥ. Να τον ρωτήσω τι έχει μες στο νου του
για τους Έλληνες, για όλη την Ελλάδα.
ΔΕΥ. Κι αν δεν πει; ΤΡΥ. Τότε μήνυση του κάνω,
πως για Μήδους προδίνει την Ελλάδα.
ΔΕΥ. Ποτέ σου, μα το Διόνυσο, όσο ζω…
110 ΤΡΥ. Το ᾽πα και δεν αλλάζει. ΔΕΥ. Εε! Για ακούστε.
Παιδιά! Ο μπαμπάς σας έρμα σας αφήνει·
φεύγει κρυφά, στον ουρανό ανεβαίνει·
θερμοπαρακαλέστε τον να μείνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου