
Τέτοιες «ενοποιήσεις» δεν είναι ασυνήθιστες στη φυσική. Ο ηλεκτρισμός και ο μαγνητισμός ήταν τα δυο μέρη της περίφημης ενοποίησης του 19ου αιώνα σε μια δύναμη γνωστή ως ηλεκτρομαγνητισμός, μέσω των κομψών μαθηματικών εξισώσεων του Maxwell. Στην περίπτωση των λεπτοκουάρκ, τα υβριδικά αυτά σωμάτια θεωρούνται ότι έχουν τις ιδιότητες τόσο των λεπτονίων όσο και των κουάρκ, καθώς και τον ίδιο αριθμό γενεών. Αυτό δεν θα τα επέτρεπε μόνο να «χωρίζονται» σε δυο τύπους σωματίων, αλλά θα επέτρεπε επίσης τα λεπτόνια να αλλάζουν σε κουάρκ και το αντίστροφο. Πράγματι, ανωμαλίες που ανιχνεύθηκαν από το πείραμα LHCb καθώς και από τα Belle και Babar σε μετρήσεις των ιδιοτήτων των Β μεσονίων θα μπορούσαν επίσης να εξηγηθούν με την ύπαρξη αυτών των υποτιθέμενων σωματίων.
Σε πρόσφατη εργασία, χρησιμοποιώντας δεδομένα που συλλέχθηκαν το 2016 σε μια ενέργεια σύγκρουσης των 13 TeV, η συνεργασία CMS (Compact Muon Solenoid) στον LHC παρουσίασε τα αποτελέσματα ερευνών για την τρίτη γενιά λεπτοκουάρκ, όπου κάθε LQ3 που παρήχθη στις συγκρούσεις αρχικά μετασχηματίστηκε σε ένα ζεύγος ταυ-top.
Επειδή οι επιταχυντές σύγκρουσης παράγουν ταυτόχρονα σωμάτια και αντισωμάτια, η CMS ιδιαίτερα έψαξε για την παρουσία λεπτοκουάρκ και αντιλεπτοκουάρκ σε γεγονότα σύγκρισης που περιέχουν τα υπολείμματα top κουάρκ, αντι-top κουάρκ, ταυ λεπτονίου και ενός αντι-ταυ λεπτονίου. Παραπέρα, επειδή τα λεπτοκουάρκ δεν έχουν εμφανιστεί ποτέ πριν και οι ιδιότητές τους παραμένουν ένα μυστήριο, οι φυσικοί βασίζονται σε σύνθετους υπολογισμούς που βασίζονται σε γνωστές παραμέτρους για να ψάξουν για αυτά. Αυτές οι παράμετροι περιλαμβάνουν την ενέργεια των συγκρούσεων και τα αναμενόμενα επίπεδα υποβάθρου, που περιορίζονται από τις πιθανές τιμές για τη μάζα και το σπιν των υποθετικών σωματίων. Μέσω αυτών των υπολογισμών, οι επιστήμονες μπορούν να εκτιμήσουν πόσα λεπτοκουάρκ μπορεί να έχουν παραχθεί σε ένα ιδιαίτερο σύνολο δεδομένων συγκρούσεων μεταξύ πρωτονίων και πόσα μπορεί να έχουν μετασχηματιστεί στα τελικά προϊόντα που οι ανιχνευτές τους μπορούν να ψάξουν.
«Τα λεπτοκουάρκ έχουν γίνει μια από τις πιο προκλητικές ιδέες για την επέκταση των υπολογισμών μας, καθώς τα καθιστά πιθανά για την εξήγηση διάφορων παρατηρούμενων ανωμαλιών. Στο LHC κάνουμε κάθε προσπάθεια είτε για να αποδείξουμε είτε να αποκλείσουμε την ύπαρξή τους», αναφέρει στην ιστοσελίδα του CERN ο Roman Kogler, φυσικός στο CMS ο οποίος εργάζεται σε αυτή την έρευνα.
Μετά το ξεκαθάρισμα των γεγονότων σύγκρουσης ψάχνοντας για ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, η συνεργασία CMS δεν είδε υπέρβαση στα δεδομένα που θα μπορούσε να δείξει την ύπαρξη της τρίτης γενιάς λεπτοκουάρκ. Οι επιστήμονες έτσι μπόρεσαν να συμπεράνουν ότι τα όποια LQ3 που μετασχηματίζονται αποκλειστικά σε ζεύγος top-ταυ θα χρειάζεται να είναι τουλάχιστον μάζας 900 GeV ή περίπου πέντε φορές βαρύτερα από το top κουάρκ, το πιο μεγάλης μάζας σωμάτιο που έχει παρατηρηθεί.
Τα όρια που τέθηκαν από την CMS στη μάζα των τρίτης γενιάς λεπτοκουάρκ είναι τα στενότερα μέχρι τώρα. Η συνεργασία CMS έχει επίσης ερευνήσει για τρίτης γενιάς λεπτοκουάρκ που μετασχηματίζονται σε ταυ λεπτόνιο και bottom κουάρκ, συμπεραίνοντας ότι τέτοια λεπτοκουάρκ θα πρέπει να είναι μάζας τουλάχιστον 740 GeV. Ωστόσο είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι αυτό το αποτέλεσμα προέρχεται από την εξέταση μόνο ενός κλάσματος δεδομένων του LHC στα 13 TeV, από το 2016. Περαιτέρω έρευνες από CMS και ATLAS που λαμβάνει υπόψη δεδομένα από το 2017 καθώς και τον επερχόμενο γύρο του 2018 θα σιγουρέψει ότι το LHC μπορεί να συνεχίζει να ελέγχει τις θεωρίες σχετικά με τη θεμελιώδη φύση του σύμπαντός μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου