Είχα γνωρίσει κάποτε έναν υπερήλικα παλαιογράφο.
Οι παλαιογράφοι είναι φιλόλογοι που ειδικεύονται στη μελέτη παλαιών κειμένων. Καθένας γνωρίζει καλύτερα κάποια εποχή. Άλλος τη βυζαντινή, άλλοι την ελληνιστική, άλλοι τα κείμενα της κλασικής αρχαιότητας. Είναι από εκείνους τους τύπους που παρουσιάζουν ο Ουμπέρτο Έκο και ο Νταν Μπράουν στα μυθιστορήματα τους, εκείνους που βλέπουν ένα παλίμψηστο και μπορούν να πουν πότε ακριβώς γράφτηκε και σε ποια περιοχή.
Ο παλαιογράφος Ανίκητος, έτσι ήταν το όνομα του (!), μου είχε αναφέρει πόσα αρχαία κείμενα σώζονται ολόκληρα. Είναι πραγματικά πολύ λίγα. Για τους περισσότερους αρχαίους φιλοσόφους έχουμε μόνο αναφορές σε κείμενα άλλων (όπως στους πλατωνικούς διαλόγους) ή θραύσματα – σπαράγματα (fragments).
– Και ποια είναι τα κείμενα που διασώθηκαν; τον ρώτησα.
– Τα ποια σημαντικά.
– Με ποιανού κριτήριο;
– Με το κριτήριο εκείνων που τα αντέγραψαν, επειδή πίστευαν ότι άξιζε να το κάνουν.
– Με το κριτήριο των συγκαιρινών τους, δηλαδή.
– Και των μετέπειτα. Όπως των Αράβων.
– Ίσως τότε να υπήρξαν κάποιοι φιλόσοφοι και κάποια κείμενα, που να φαίνονταν πιο αληθή και πλήρη, τώρα, σήμερα, αν τα βρίσκαμε αυτούσια.
– Ίσως. Τότε θα αποφασίζαμε εμείς αν είναι καλύτερα ή όχι.
Το πόσο αξιόπιστο είναι το κριτήριο των αρχαίων φαίνεται απ’ την ανυπαρξία σοφιστικών κειμένων.
Ακόμα και σήμερα η λέξη «σοφιστεία» παραπέμπει σε κάτι αρνητικό.
Όμως οι σοφιστές ήταν οι πρώτοι που μίλησαν για την ισότητα όλων των ανθρώπων και των φύλων, όταν ο Φιλόσοφος (με Φ κεφαλαίο) Αριστοτέλης προσπαθούσε να δικαιολογήσει τη δουλοκτησία.
Οι σοφιστές ήταν οι πρώτοι άνθρωποι στον πλανήτη (απ’ όσους ξέρουμε) που αντιλήφθηκαν ότι όλες οι Υπερβατικές και Υπέρτατες αξίες δεν υπάρχουν κάπου στο πλατωνικό ιδεατό κόσμο, αλλά είναι δημιουργήματα του νου και συγκεκριμένα των λέξεων που χρησιμοποιούμε (2500 χρόνια πριν το «ανακαλύψει» ξανά ο Βιτγκενστάιν).
Ήταν οι πρώτοι που μίλησαν για τον αγνωστικισμό και την αδυναμία του ανθρώπινου νου να κατανοήσει την ύπαρξη ή τη μη-ύπαρξη κάποιου θεού. (Σε αντίθεση με τον Σωκράτη, ο Πρωταγόρας, όταν κατηγορήθηκε για αθεΐα, το ‘σκασε πριν δικαστεί.)
Ήταν οι πρώτοι που τόλμησαν να μιλήσουν για το σχετικό της ηθικής («πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος»), πολύ πριν ο Νίτσε γράψει το «Πέρα απ’ το καλό και το κακό».
Παρά τις καινοτομίες του στοχασμού τους, γνωρίζουμε γι’ αυτούς από «κάτοπτρα», κείμενα άλλων συγγραφέων, όπως του Πλάτωνα και του Διογένη Λαέρτιου.
Ή -μήπως- γνωρίζουμε γι’ αυτούς από «κάτοπτρα», ακριβώς εξαιτίας της καινοτομίας του στοχασμού τους;
Σε μια Αθήνα, ισχυρή και κραταιή, που βασιζόταν στη δουλοκτησία και στην πίστη (στους θεούς ή στους νόμους), τι αντίκτυπο θα είχαν ιδέες περί ισότητας, αγνωστικισμού, σχετικότητας της ηθικής;
Το γνωρίζουμε. Οι Σοφιστές ήταν (και έμειναν ακόμα στη γλώσσα μας) ως πονηρά πνεύματα, που νοιάζονταν μόνο για το χρήμα και προσπαθούσαν να διαστρεβλώνουν την Αλήθεια (αυτό το κεφαλαίο πρώτο γράμμα που αλλάζει τόσο πολύ το νόημα μιας λέξης). Ενώ τα κείμενα των στωικών, που πίστευαν στη Λογική, στο Δίκαιο και στην Ειμαρμένη, τ’ αγάπησαν και οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες.
Κι ο Επίκουρος, που έζησε όταν η Αθήνα ήταν υπόδουλη πλέον στους Μακεδόνες, προσπαθούσε να δώσει φιλοσοφική χροιά στην «αναγκαστική» υποταγή (αφού δεν μπορείς ν’ αποφύγεις τον βιασμό, απόλαυσέ τον).
Άφοβον ο θεός, (Ο θεός δεν είναι για φόβο,
ανύποπτον ο θάνατος• ο θάνατος δεν προκαλεί ανησυχία
και ταγαθόν μεν εύκτητον, και το καλό εύκολα αποκτιέται,
το δε δεινόν ευεκκαρτέρητον. το δε κακό αντέχεται.)
Φιλόδημος, Προς σοφιστάς
(κι αυτοί με τους σοφιστές τα είχαν βάλει)
Οι χριστιανοί αργότερα, καθώς και οι Άραβες φιλόσοφοι, θεώρησαν αγίους προ Χριστού και προ Μωάμεθ, τους δύο μεγάλους Έλληνες, τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα (σε κάποιο μοναστήρι στο Άγιο Όρος υπάρχει και τοιχογραφία με τους π.Χ. χριστιανούς).
Γιατί σίγουρα θα τους ήταν πολύ δύσκολο να αποδεχτούν τη σκέψη του Ξενοφάνη:«Αλλ’ αν είχαν χέρια τα βόδια και τα άλογα και τα λιοντάρια και μπορούσαν να ζωγραφίσουν με τα χέρια αυτά και να κάνουν έργα, όπως οι άνθρωποι, τότε τ’ άλογα με άλογα και τα βόδια με βόδια όμοιες θα ζωγράφιζαν τις μορφές των θεών και θα τους έκαναν τέτοια σώματα, όπως είναι τα δικά τους».
Το κοινωνικό σύνολο, αλλά κυρίως η εκάστοτε εξουσία, οικονομική ή πολιτική, επιλέγει ποια κείμενα, ποιες ιδέες είναι κατάλληλες να διασωθούν και να αναπαραχτούν. Ειδικά εκείνες τις εποχές, πριν καν την τυπογραφία, όπου οι αντιγραφείς ήταν υπάλληλοι ή δούλοι (κρατικοί ή θεοκρατικοί ή και τα δύο).
Σωστές ιδέες, σωστά κείμενα, Άξια, ήταν εκείνα που εξυπηρετούσαν την κοινωνική δομή.
Με την εφεύρεση του Γουτεμβέργιου (εφαρμογή μάλλον), η γνώση έφυγε απ’ τα χέρια της εξουσίας, και το τυπωμένο De Revolutionibus του Κοπέρνικου άλλαξε την ιδέα μας για τον κόσμο, αφού διέλυσε (παρά τις αντιρρήσεις της Εκκλησίας) το Γεωκεντρικό Μοντέλο (και έκανε την λέξη revolution συνώνυμη της επανάστασης).
Αυτό έγινε το 1543.
Μόλις η Εκκλησία, η Εξουσία κάθε είδους, κατάλαβε τη δύναμη του νέου μέσου, προσπάθησε να το χειριστεί. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε ολοκληρωτικό καθεστώς απαγορεύει ή καίει βιβλία.
Ο μεγαλύτερος εχθρός είναι πάντα οι ριζοσπαστικές ιδέες.
Κάποιες φορές από απλή προκατάληψη. Ο Δαρβίνος είχε στο συρτάρι του τη μελέτη του Μέντελ για την κληρονομικότητα. Αντί γι’ αυτή, που θα τον βοηθούσε να καταλάβει τον μηχανισμό, έτσι όπως τον γνωρίζουμε εμείς που χρησιμοποιούμε τον όρο DNA κάθε μέρα, προτίμησε τη θεωρία της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών, του Λαμάρκ, για να καλύψει τα κενά της δικής του θεωρίας.
Ο «καλύτερος δυνατός κόσμος» χτίζεται πάνω στις ιδέες που τον βολεύουν -ή αναπροσαρμόζει τις ιδέες έτσι ώστε να τον βολέψουν.
Η κατάκτηση της «Νέας Γης» και η γενοκτονία που συντελέστηκε εκεί, ο ιμπεριαλισμός και η αποικιοκρατία, είχαν ως βάση τη φιλοσοφία της ανωτερότητας των «λευκών», της ανωτερότητας του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ο Λεβιστρός, που διέψευσε όλα αυτά τα ψευδοεπιστημονικά δόγματα, εμφανίστηκε μόλις στον 20ο αιώνα.
Κάποιοι ηλίθιοι πρωτοπόροι, όπως ο Τέσλα, που ψάχνουν τον τρόπο για ελεύθερη ενέργεια είναι καταδικασμένοι να πεθάνουν αποτυχημένοι. Γιατί η ελεύθερη ενέργεια δεν πληρώνεται.
Ο «καλύτερος δυνατός κόσμος» είναι ψευδεπίγραφος και παράλογος, αφού έχει προκύψει από χιλιάδες χρόνια επιλογής των «κατάλληλων» ιδεών -από αυτούς που κατείχαν την εξουσία.
Είναι ολοφάνερα καταστροφικός (αυτοκαταστροφικός), αλλά ο μισός ανθρώπινος πληθυσμός είναι πολύ απασχολημένος να δουλεύει για να καταναλώνει. Κι ο άλλος μισός να δουλεύει για να επιβιώνει.
Όποιες ιδέες δεν ταιριάζουν με το κυριαρχικό μοντέλο απορρίπτονται και οι φορείς τους είτε χλευάζονται είτε αγνοούνται είτε καταστέλλονται.
Όμως υπάρχουν στιγμές μοναδικότητας όπου ολόκληρος ο κόσμος δεν μπορεί ν’ αναχαιτίσει μια ιδέα.
Το έκανε ο Κοπέρνικος, με τη βοήθεια της τυπογραφίας. Το ξεκίνησαν οι Ασάνζ και οι Σνόουντεν, με τη βοήθεια του διαδικτύου.
Η εξουσία χτίζει τοίχους, αλλά κάποιοι άνθρωποι πάντα θα δημιουργούν ρωγμές.
Κι ας μένουν μόνο τα σπαράγματα, αυτά μπορούν να οδηγήσουν στην κατάρρευση του υπάρχοντος μοντέλου, του «καλύτερου δυνατού κόσμου».
«Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος».
Οι παλαιογράφοι είναι φιλόλογοι που ειδικεύονται στη μελέτη παλαιών κειμένων. Καθένας γνωρίζει καλύτερα κάποια εποχή. Άλλος τη βυζαντινή, άλλοι την ελληνιστική, άλλοι τα κείμενα της κλασικής αρχαιότητας. Είναι από εκείνους τους τύπους που παρουσιάζουν ο Ουμπέρτο Έκο και ο Νταν Μπράουν στα μυθιστορήματα τους, εκείνους που βλέπουν ένα παλίμψηστο και μπορούν να πουν πότε ακριβώς γράφτηκε και σε ποια περιοχή.
Ο παλαιογράφος Ανίκητος, έτσι ήταν το όνομα του (!), μου είχε αναφέρει πόσα αρχαία κείμενα σώζονται ολόκληρα. Είναι πραγματικά πολύ λίγα. Για τους περισσότερους αρχαίους φιλοσόφους έχουμε μόνο αναφορές σε κείμενα άλλων (όπως στους πλατωνικούς διαλόγους) ή θραύσματα – σπαράγματα (fragments).
– Και ποια είναι τα κείμενα που διασώθηκαν; τον ρώτησα.
– Τα ποια σημαντικά.
– Με ποιανού κριτήριο;
– Με το κριτήριο εκείνων που τα αντέγραψαν, επειδή πίστευαν ότι άξιζε να το κάνουν.
– Με το κριτήριο των συγκαιρινών τους, δηλαδή.
– Και των μετέπειτα. Όπως των Αράβων.
– Ίσως τότε να υπήρξαν κάποιοι φιλόσοφοι και κάποια κείμενα, που να φαίνονταν πιο αληθή και πλήρη, τώρα, σήμερα, αν τα βρίσκαμε αυτούσια.
– Ίσως. Τότε θα αποφασίζαμε εμείς αν είναι καλύτερα ή όχι.
Το πόσο αξιόπιστο είναι το κριτήριο των αρχαίων φαίνεται απ’ την ανυπαρξία σοφιστικών κειμένων.
Ακόμα και σήμερα η λέξη «σοφιστεία» παραπέμπει σε κάτι αρνητικό.
Όμως οι σοφιστές ήταν οι πρώτοι που μίλησαν για την ισότητα όλων των ανθρώπων και των φύλων, όταν ο Φιλόσοφος (με Φ κεφαλαίο) Αριστοτέλης προσπαθούσε να δικαιολογήσει τη δουλοκτησία.
Οι σοφιστές ήταν οι πρώτοι άνθρωποι στον πλανήτη (απ’ όσους ξέρουμε) που αντιλήφθηκαν ότι όλες οι Υπερβατικές και Υπέρτατες αξίες δεν υπάρχουν κάπου στο πλατωνικό ιδεατό κόσμο, αλλά είναι δημιουργήματα του νου και συγκεκριμένα των λέξεων που χρησιμοποιούμε (2500 χρόνια πριν το «ανακαλύψει» ξανά ο Βιτγκενστάιν).
Ήταν οι πρώτοι που μίλησαν για τον αγνωστικισμό και την αδυναμία του ανθρώπινου νου να κατανοήσει την ύπαρξη ή τη μη-ύπαρξη κάποιου θεού. (Σε αντίθεση με τον Σωκράτη, ο Πρωταγόρας, όταν κατηγορήθηκε για αθεΐα, το ‘σκασε πριν δικαστεί.)
Ήταν οι πρώτοι που τόλμησαν να μιλήσουν για το σχετικό της ηθικής («πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος»), πολύ πριν ο Νίτσε γράψει το «Πέρα απ’ το καλό και το κακό».
Παρά τις καινοτομίες του στοχασμού τους, γνωρίζουμε γι’ αυτούς από «κάτοπτρα», κείμενα άλλων συγγραφέων, όπως του Πλάτωνα και του Διογένη Λαέρτιου.
Ή -μήπως- γνωρίζουμε γι’ αυτούς από «κάτοπτρα», ακριβώς εξαιτίας της καινοτομίας του στοχασμού τους;
Σε μια Αθήνα, ισχυρή και κραταιή, που βασιζόταν στη δουλοκτησία και στην πίστη (στους θεούς ή στους νόμους), τι αντίκτυπο θα είχαν ιδέες περί ισότητας, αγνωστικισμού, σχετικότητας της ηθικής;
Το γνωρίζουμε. Οι Σοφιστές ήταν (και έμειναν ακόμα στη γλώσσα μας) ως πονηρά πνεύματα, που νοιάζονταν μόνο για το χρήμα και προσπαθούσαν να διαστρεβλώνουν την Αλήθεια (αυτό το κεφαλαίο πρώτο γράμμα που αλλάζει τόσο πολύ το νόημα μιας λέξης). Ενώ τα κείμενα των στωικών, που πίστευαν στη Λογική, στο Δίκαιο και στην Ειμαρμένη, τ’ αγάπησαν και οι Ρωμαίοι Αυτοκράτορες.
Κι ο Επίκουρος, που έζησε όταν η Αθήνα ήταν υπόδουλη πλέον στους Μακεδόνες, προσπαθούσε να δώσει φιλοσοφική χροιά στην «αναγκαστική» υποταγή (αφού δεν μπορείς ν’ αποφύγεις τον βιασμό, απόλαυσέ τον).
Άφοβον ο θεός, (Ο θεός δεν είναι για φόβο,
ανύποπτον ο θάνατος• ο θάνατος δεν προκαλεί ανησυχία
και ταγαθόν μεν εύκτητον, και το καλό εύκολα αποκτιέται,
το δε δεινόν ευεκκαρτέρητον. το δε κακό αντέχεται.)
Φιλόδημος, Προς σοφιστάς
(κι αυτοί με τους σοφιστές τα είχαν βάλει)
Οι χριστιανοί αργότερα, καθώς και οι Άραβες φιλόσοφοι, θεώρησαν αγίους προ Χριστού και προ Μωάμεθ, τους δύο μεγάλους Έλληνες, τον Αριστοτέλη και τον Πλάτωνα (σε κάποιο μοναστήρι στο Άγιο Όρος υπάρχει και τοιχογραφία με τους π.Χ. χριστιανούς).
Γιατί σίγουρα θα τους ήταν πολύ δύσκολο να αποδεχτούν τη σκέψη του Ξενοφάνη:«Αλλ’ αν είχαν χέρια τα βόδια και τα άλογα και τα λιοντάρια και μπορούσαν να ζωγραφίσουν με τα χέρια αυτά και να κάνουν έργα, όπως οι άνθρωποι, τότε τ’ άλογα με άλογα και τα βόδια με βόδια όμοιες θα ζωγράφιζαν τις μορφές των θεών και θα τους έκαναν τέτοια σώματα, όπως είναι τα δικά τους».
Το κοινωνικό σύνολο, αλλά κυρίως η εκάστοτε εξουσία, οικονομική ή πολιτική, επιλέγει ποια κείμενα, ποιες ιδέες είναι κατάλληλες να διασωθούν και να αναπαραχτούν. Ειδικά εκείνες τις εποχές, πριν καν την τυπογραφία, όπου οι αντιγραφείς ήταν υπάλληλοι ή δούλοι (κρατικοί ή θεοκρατικοί ή και τα δύο).
Σωστές ιδέες, σωστά κείμενα, Άξια, ήταν εκείνα που εξυπηρετούσαν την κοινωνική δομή.
Με την εφεύρεση του Γουτεμβέργιου (εφαρμογή μάλλον), η γνώση έφυγε απ’ τα χέρια της εξουσίας, και το τυπωμένο De Revolutionibus του Κοπέρνικου άλλαξε την ιδέα μας για τον κόσμο, αφού διέλυσε (παρά τις αντιρρήσεις της Εκκλησίας) το Γεωκεντρικό Μοντέλο (και έκανε την λέξη revolution συνώνυμη της επανάστασης).
Αυτό έγινε το 1543.
Μόλις η Εκκλησία, η Εξουσία κάθε είδους, κατάλαβε τη δύναμη του νέου μέσου, προσπάθησε να το χειριστεί. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε ολοκληρωτικό καθεστώς απαγορεύει ή καίει βιβλία.
Ο μεγαλύτερος εχθρός είναι πάντα οι ριζοσπαστικές ιδέες.
Κάποιες φορές από απλή προκατάληψη. Ο Δαρβίνος είχε στο συρτάρι του τη μελέτη του Μέντελ για την κληρονομικότητα. Αντί γι’ αυτή, που θα τον βοηθούσε να καταλάβει τον μηχανισμό, έτσι όπως τον γνωρίζουμε εμείς που χρησιμοποιούμε τον όρο DNA κάθε μέρα, προτίμησε τη θεωρία της κληρονομικότητας των επίκτητων χαρακτηριστικών, του Λαμάρκ, για να καλύψει τα κενά της δικής του θεωρίας.
Ο «καλύτερος δυνατός κόσμος» χτίζεται πάνω στις ιδέες που τον βολεύουν -ή αναπροσαρμόζει τις ιδέες έτσι ώστε να τον βολέψουν.
Η κατάκτηση της «Νέας Γης» και η γενοκτονία που συντελέστηκε εκεί, ο ιμπεριαλισμός και η αποικιοκρατία, είχαν ως βάση τη φιλοσοφία της ανωτερότητας των «λευκών», της ανωτερότητας του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ο Λεβιστρός, που διέψευσε όλα αυτά τα ψευδοεπιστημονικά δόγματα, εμφανίστηκε μόλις στον 20ο αιώνα.
Κάποιοι ηλίθιοι πρωτοπόροι, όπως ο Τέσλα, που ψάχνουν τον τρόπο για ελεύθερη ενέργεια είναι καταδικασμένοι να πεθάνουν αποτυχημένοι. Γιατί η ελεύθερη ενέργεια δεν πληρώνεται.
Ο «καλύτερος δυνατός κόσμος» είναι ψευδεπίγραφος και παράλογος, αφού έχει προκύψει από χιλιάδες χρόνια επιλογής των «κατάλληλων» ιδεών -από αυτούς που κατείχαν την εξουσία.
Είναι ολοφάνερα καταστροφικός (αυτοκαταστροφικός), αλλά ο μισός ανθρώπινος πληθυσμός είναι πολύ απασχολημένος να δουλεύει για να καταναλώνει. Κι ο άλλος μισός να δουλεύει για να επιβιώνει.
Όποιες ιδέες δεν ταιριάζουν με το κυριαρχικό μοντέλο απορρίπτονται και οι φορείς τους είτε χλευάζονται είτε αγνοούνται είτε καταστέλλονται.
Όμως υπάρχουν στιγμές μοναδικότητας όπου ολόκληρος ο κόσμος δεν μπορεί ν’ αναχαιτίσει μια ιδέα.
Το έκανε ο Κοπέρνικος, με τη βοήθεια της τυπογραφίας. Το ξεκίνησαν οι Ασάνζ και οι Σνόουντεν, με τη βοήθεια του διαδικτύου.
Η εξουσία χτίζει τοίχους, αλλά κάποιοι άνθρωποι πάντα θα δημιουργούν ρωγμές.
Κι ας μένουν μόνο τα σπαράγματα, αυτά μπορούν να οδηγήσουν στην κατάρρευση του υπάρχοντος μοντέλου, του «καλύτερου δυνατού κόσμου».
«Πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου