Εκφραστείτε με πάθος!
Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που έμαθα από τις εμπειρίες μου είναι ότι η συναισθηματική ανεντιμότητα μπορεί να οδηγήσει σε τρομερά οδυνηρές καταστάσεις. Θα ζήσουμε τέτοιες στιγμές, αν αδυνατούμε να παραδεχτούμε τα συναισθήματά μας. Είναι η συνειδητή μας απόπειρα ν’ αρνηθούμε κάποιο συναίσθημα
Το κάνουμε από φόβο μερικές φορές. Από φόβο επειδή, κατά κάποιο τρόπο, αισθανόμαστε διαφορετικά. Ακόμη πιο συχνά, όμως, το κάνουμε όταν είμαστε συγχυσμένοι και αβέβαιοι όσο αφορά τον ίδιο μας τον εαυτό ή τη συναισθηματική μας εμπειρία. Νομίζω ότι δεν υπάρχει πιο αποτελεσματικός καταλύτης όσο αφορά τη συναισθηματική ανεντιμότητα από την ενσυνείδητη αντίδρασή μας σε ό,τι μας έχουν πει για το ορθό ή το λάθος όσων αισθανόμαστε.
Πού μαθαίνουμε ότι είναι καλό να νιώθουμε ή πως είναι καλό αυτό που νιώθουμε; Υποθέτω πως ελάχιστες οικογένειες συζητούν ανοιχτοί και με ειλικρίνεια τη συναισθηματική πλευρά της ζωής. Δεν εννοώ ό,τι συμβαίνει στη ζωή, αλλά αυτό που νιώθουμε σε σχέση με ό,τι συμβαίνει. Όταν είμαστε παιδιά, μας μαθαίνουν τα πάντα για καθετί σχεδόν, εκτός από τα πραγματικά συναισθήματά μας. Μαθαίνουμε σίγουρα τι δεν πρέπει να νιώθουμε και γιατί δεν πρέπει να το νιώθουμε.
Όταν, ωστόσο, αποφασίσουμε να ρισκάρουμε και ν’ αφήσουμε ελεύθερα τα συναισθήματά μας, διατρέχουμε τον κίνδυνο να εκ- φράσουμε ό,τι νιώθουμε. Εννιά στις δέκα φορές που το κάνουμε αυτό, είναι βέβαιο ότι εξοργίζουμε κάποιον. Έτσι αρχίζει να δημιουργείται η σύγχυση. Ελάχιστοι γνωρίζουμε τη διαφορά ανάμεσα στην αναγνώριση και την έκφραση των συναισθημάτων μας.
Οι ενήλικοι, ενώ πιστεύουν ότι οι ίδιοι είναι ελεύθεροι να νιώσουν και να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, για κάποιον ανεξήγητο λόγο θεωρούν ότι αυτό δεν ισχύει και για τα παιδιά. Από πολύ νωρίς, τα παιδιά δέχονται το εξής σχεδόν υποσυνείδητο μήνυμα: «Ό,τι αισθάνομαι πρέπει να συμπίπτει με ό,τι νομίζουν οι άλλοι ότι πρέπει να αισθάνομαι ή με ό,τι επιθυμούν να νιώθω». Τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την αλήθεια, τίποτα δε μας μπλέκει σε πιο πολλά προβλήματα από αυτό το είδος των συναισθημάτων. Αντιδρώντας στα μηνύματα της παιδικής ηλικίας, χάνουμε δύο πολύ σημαντικά μαθήματα: (1) πώς να προσδιορίσουμε τι νιώθουμε και (2) πώς να εκφράσουμε σωστά ό,τι νιώθουμε. Για να σπάσουμε το φράγμα των δηλητηριωδών συναισθημάτων που ξεχύνονται γενικά στις σχέσεις, πρέπει να καταφέρουμε να προσδιορίσουμε τι νιώθουμε και να επιτρέψουμε στον εαυτό μας τη συναισθηματική ελευθερία.
Είναι ό,τι ονομάζουμε αναγνώριση. Από τη στιγμή που θα το πετύχουμε, θα μπορούμε να διαλέξουμε ή ν’ αποφασίσουμε τι -αν υπάρχει κάτι- μας αρέσει να κάνουμε για ό,τι νιώθουμε. Ο τρόπος με τον οποίο αντιδράμε ονομάζεται έκφραση. Η σύγχυση που βασανίζει τους περισσοτέρους από μας οφείλεται στ’ ότι δεν έχουμε ανακαλύψει το σωστό τρόπο έκφρασης όσων νιώθουμε. Οι γονείς και οι κηδεμόνες μας προσπαθούσαν να ελέγξουν τους... ανάρμοστους τρόπους έκφρασής μας και, κάνοντάς το αυτό, μας έμαθαν να καταπιέζουμε ασυνείδητα κάθε συναίσθημα. Όποιο κίνδυνο κι αν εγκυμονούν το συναίσθημα και η έκφραση, είναι οι μόνοι σίγουροι τρόποι για να διαφυλάξουμε τη συναισθηματική υγεία μας. Είναι, επίσης, τα θεμέλια της συναισθηματικής υγείας, που παίζουν ζωτικό ρόλο στην ανάπτυξη ικανοποιητικών σχέσεων με διάρκεια.
Ως αποτέλεσμα των εμπειριών της παιδικής ηλικίας μας, αρνούμαστε μερικές φορές αυτό που νιώθουμε ή και το γεγονός ότι νιώθουμε. Πώς εκτονώνουμε την οργή μας; Την οργή, που δεν είναι παρά η καλυμμένη πλευρά του ανέκφραστου πάθους και που αποτελεί πιθανότατα τη μεγαλύτερη άρνηση του συναισθηματικού ρεπερτορίου μας; Το σωστό, βέβαια, είναι να μην οργιζόμαστε, αλλά αν μας σπρώξουν στην οργή οι ανθρώπινες αδυναμίες μας, είναι καλύτερο να μην την εκδηλώσουμε! Όταν νιώθουμε κάτι και προσπαθούμε να μην το εκδηλώσουμε, οι άλλοι μπορεί να οργιστούν μαζί μας. Μπορεί να μας μιλήσουν απότομα ή και να μας βρίσουν. Στο μεσοδιάστημα, όταν δεν είμαστε σίγουροι για το τι αισθανόμαστε, συγχυζόμαστε ακόμη περισσότερο και κανείς δεν καταλαβαίνει γιατί νιώθουμε ετσι. Πώς θα διακρίνουμε ποια από τα γουργουρητά του στομαχιού μας οφείλονται σε δυσπεψία και ποια σε φόβο; Το φόβο που μας κάνει να διπλωθούμε στα δύο από πόνο; Παρόμοια ενόχληση φέρνει και η ασιτία! Αμφότερα τα αίτια προκαλούν δυσθυμία, αδυναμία και κακοδιαθεσία. Ένα κομμάτι πίτσα θα γιάτρευε ίσως τη μία από αυτές τις ενοχλήσεις. Πώς ξέρετε, όμως, τη θεραπεία για το φόβο, αν πρόκειται πράγματι για φόβο; Άλλο ν’ αναρωτιέσαι όταν είσαι μεγάλος κι άλλο να αναρωτιέσαι για παρόμοια πράγματα όταν είσαι άμαθο παιδί. Στο μεσοδιάστημα, οι περισσότεροι ενήλικοι κουβαλούν μαζί τους τις απορίες που τους βασάνιζαν όταν ήταν παιδιά.
Στις σχέσεις…
Έκφραση σημαίνει να έχει κάποιος την πνευματική ωριμότητα και το θάρρος ν’ αφήσει κάποιον άλλο να πληροφορηθεί την αλήθεια. Πρόκειται για δύο στοιχεία που μας θυμίζουν ότι η αγάπη δε μας στερεί την ικανότητα να παίρνουμε αποφάσεις ή να επιλέγουμε.
Αν και καμία εμπειρία στη ζωή δεν αφυπνίζει περισσότερα συναισθήματα απ’ ό,τι οι σχέσεις, πολύ συχνά, ενώ είμαστε δεσμευμένοι, δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νιώσει. Μη βιαστείτε να πείτε «σε αγαπώ». Μη σπεύσετε να κάνετε πολλές ερωτήσεις.
Θυμηθείτε τι συνέβη πριν, την πρώτη ή την τελευταία φορά που υποκριθήκατε.
Οι συμπεριφορές που βασίζονται στα πρότυπα που μας έχουν διδάξει οι άλλοι μας κάνουν συχνά να ξεχνάμε τη διαφορά ανάμεσα στην παραδοχή και την έκφραση των συναισθημάτων μας. Παραδοχή σημαίνει, επίσης, να εμπλεκόμαστε αυθόρμητα, χωρίς προϋποθέσεις, σε κάποια συναισθηματική εμπειρία. Είναι ό,τι αποκαλοΰμε αποστασιοποίηση, που σημαίνει ότι επιτρέπουμε στον εαυτό μας να ζήσει μια εμπειρία, χωρίς την προσδοκία να πάνε όλα όπως θέλουμε εμείς. Στην προσπάθειά μας να ορίσουμε τη συναισθηματική καταλληλότητα, θυμόμαστε ότι την τελευταία φορά που εκφράσαμε τις ανησυχίες, τις υποψίες ή τις αγωνίες μας, οι άλλοι μας επέκριναν ή είπαν ότι δεν έπρεπε να αισθανθούμε έτσι. Ως αντίδραση σε αυτό, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως το ίδιο το συναίσθημα είναι ανάρμοστο και όχι η έκφρασή του. Δεν υπάρχουν όμως ανάρμοστα συναισθήματα.
Υπάρχει άλλη μία πλευρά των ανομολόγητων συναισθημάτων που πρέπει ν’ αναφερθεί εδώ, η οποία μπορεί ν αποδοθεί με τον όρο «έμμονη σκέψη». Το θέμα θίγουν πρώτοι οι καλοπροαίρετοι φίλοι μας. «Μην το πολυσκέφτεσαι», μας λένε, εννοώντας ότι δεν πρέπει να μας απασχολούν πολύ αρνητικά συναισθήματα ή οδυνηρές εμπειρίες. Ποτέ δε μας λένε, βέβαια, να μην ασχοληθούμε με θετικά πράγματα. Το να ασχοληθούμε με κάτι αρνητικό επομένως, δεν είναι ευχάριστη εμπειρία για τον ψυχισμό μας. Όταν ακούμε την παρότρυνση «μην το πολυσκέφτεσαι», το ερμηνεύουμε ως «μην αισθάνεσαι», «μην παραδέχεσαι». Και όμως είναι πολύ σημαντικό να εξερευνούμε τον εαυτό μας και να ξέρουμε τι είναι αυτό που νιώθουμε και γιατί.
Ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα που έμαθα από τις εμπειρίες μου είναι ότι η συναισθηματική ανεντιμότητα μπορεί να οδηγήσει σε τρομερά οδυνηρές καταστάσεις. Θα ζήσουμε τέτοιες στιγμές, αν αδυνατούμε να παραδεχτούμε τα συναισθήματά μας. Είναι η συνειδητή μας απόπειρα ν’ αρνηθούμε κάποιο συναίσθημα
Το κάνουμε από φόβο μερικές φορές. Από φόβο επειδή, κατά κάποιο τρόπο, αισθανόμαστε διαφορετικά. Ακόμη πιο συχνά, όμως, το κάνουμε όταν είμαστε συγχυσμένοι και αβέβαιοι όσο αφορά τον ίδιο μας τον εαυτό ή τη συναισθηματική μας εμπειρία. Νομίζω ότι δεν υπάρχει πιο αποτελεσματικός καταλύτης όσο αφορά τη συναισθηματική ανεντιμότητα από την ενσυνείδητη αντίδρασή μας σε ό,τι μας έχουν πει για το ορθό ή το λάθος όσων αισθανόμαστε.
Πού μαθαίνουμε ότι είναι καλό να νιώθουμε ή πως είναι καλό αυτό που νιώθουμε; Υποθέτω πως ελάχιστες οικογένειες συζητούν ανοιχτοί και με ειλικρίνεια τη συναισθηματική πλευρά της ζωής. Δεν εννοώ ό,τι συμβαίνει στη ζωή, αλλά αυτό που νιώθουμε σε σχέση με ό,τι συμβαίνει. Όταν είμαστε παιδιά, μας μαθαίνουν τα πάντα για καθετί σχεδόν, εκτός από τα πραγματικά συναισθήματά μας. Μαθαίνουμε σίγουρα τι δεν πρέπει να νιώθουμε και γιατί δεν πρέπει να το νιώθουμε.
Όταν, ωστόσο, αποφασίσουμε να ρισκάρουμε και ν’ αφήσουμε ελεύθερα τα συναισθήματά μας, διατρέχουμε τον κίνδυνο να εκ- φράσουμε ό,τι νιώθουμε. Εννιά στις δέκα φορές που το κάνουμε αυτό, είναι βέβαιο ότι εξοργίζουμε κάποιον. Έτσι αρχίζει να δημιουργείται η σύγχυση. Ελάχιστοι γνωρίζουμε τη διαφορά ανάμεσα στην αναγνώριση και την έκφραση των συναισθημάτων μας.
Οι ενήλικοι, ενώ πιστεύουν ότι οι ίδιοι είναι ελεύθεροι να νιώσουν και να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, για κάποιον ανεξήγητο λόγο θεωρούν ότι αυτό δεν ισχύει και για τα παιδιά. Από πολύ νωρίς, τα παιδιά δέχονται το εξής σχεδόν υποσυνείδητο μήνυμα: «Ό,τι αισθάνομαι πρέπει να συμπίπτει με ό,τι νομίζουν οι άλλοι ότι πρέπει να αισθάνομαι ή με ό,τι επιθυμούν να νιώθω». Τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την αλήθεια, τίποτα δε μας μπλέκει σε πιο πολλά προβλήματα από αυτό το είδος των συναισθημάτων. Αντιδρώντας στα μηνύματα της παιδικής ηλικίας, χάνουμε δύο πολύ σημαντικά μαθήματα: (1) πώς να προσδιορίσουμε τι νιώθουμε και (2) πώς να εκφράσουμε σωστά ό,τι νιώθουμε. Για να σπάσουμε το φράγμα των δηλητηριωδών συναισθημάτων που ξεχύνονται γενικά στις σχέσεις, πρέπει να καταφέρουμε να προσδιορίσουμε τι νιώθουμε και να επιτρέψουμε στον εαυτό μας τη συναισθηματική ελευθερία.
Είναι ό,τι ονομάζουμε αναγνώριση. Από τη στιγμή που θα το πετύχουμε, θα μπορούμε να διαλέξουμε ή ν’ αποφασίσουμε τι -αν υπάρχει κάτι- μας αρέσει να κάνουμε για ό,τι νιώθουμε. Ο τρόπος με τον οποίο αντιδράμε ονομάζεται έκφραση. Η σύγχυση που βασανίζει τους περισσοτέρους από μας οφείλεται στ’ ότι δεν έχουμε ανακαλύψει το σωστό τρόπο έκφρασης όσων νιώθουμε. Οι γονείς και οι κηδεμόνες μας προσπαθούσαν να ελέγξουν τους... ανάρμοστους τρόπους έκφρασής μας και, κάνοντάς το αυτό, μας έμαθαν να καταπιέζουμε ασυνείδητα κάθε συναίσθημα. Όποιο κίνδυνο κι αν εγκυμονούν το συναίσθημα και η έκφραση, είναι οι μόνοι σίγουροι τρόποι για να διαφυλάξουμε τη συναισθηματική υγεία μας. Είναι, επίσης, τα θεμέλια της συναισθηματικής υγείας, που παίζουν ζωτικό ρόλο στην ανάπτυξη ικανοποιητικών σχέσεων με διάρκεια.
Ως αποτέλεσμα των εμπειριών της παιδικής ηλικίας μας, αρνούμαστε μερικές φορές αυτό που νιώθουμε ή και το γεγονός ότι νιώθουμε. Πώς εκτονώνουμε την οργή μας; Την οργή, που δεν είναι παρά η καλυμμένη πλευρά του ανέκφραστου πάθους και που αποτελεί πιθανότατα τη μεγαλύτερη άρνηση του συναισθηματικού ρεπερτορίου μας; Το σωστό, βέβαια, είναι να μην οργιζόμαστε, αλλά αν μας σπρώξουν στην οργή οι ανθρώπινες αδυναμίες μας, είναι καλύτερο να μην την εκδηλώσουμε! Όταν νιώθουμε κάτι και προσπαθούμε να μην το εκδηλώσουμε, οι άλλοι μπορεί να οργιστούν μαζί μας. Μπορεί να μας μιλήσουν απότομα ή και να μας βρίσουν. Στο μεσοδιάστημα, όταν δεν είμαστε σίγουροι για το τι αισθανόμαστε, συγχυζόμαστε ακόμη περισσότερο και κανείς δεν καταλαβαίνει γιατί νιώθουμε ετσι. Πώς θα διακρίνουμε ποια από τα γουργουρητά του στομαχιού μας οφείλονται σε δυσπεψία και ποια σε φόβο; Το φόβο που μας κάνει να διπλωθούμε στα δύο από πόνο; Παρόμοια ενόχληση φέρνει και η ασιτία! Αμφότερα τα αίτια προκαλούν δυσθυμία, αδυναμία και κακοδιαθεσία. Ένα κομμάτι πίτσα θα γιάτρευε ίσως τη μία από αυτές τις ενοχλήσεις. Πώς ξέρετε, όμως, τη θεραπεία για το φόβο, αν πρόκειται πράγματι για φόβο; Άλλο ν’ αναρωτιέσαι όταν είσαι μεγάλος κι άλλο να αναρωτιέσαι για παρόμοια πράγματα όταν είσαι άμαθο παιδί. Στο μεσοδιάστημα, οι περισσότεροι ενήλικοι κουβαλούν μαζί τους τις απορίες που τους βασάνιζαν όταν ήταν παιδιά.
Στις σχέσεις…
Έκφραση σημαίνει να έχει κάποιος την πνευματική ωριμότητα και το θάρρος ν’ αφήσει κάποιον άλλο να πληροφορηθεί την αλήθεια. Πρόκειται για δύο στοιχεία που μας θυμίζουν ότι η αγάπη δε μας στερεί την ικανότητα να παίρνουμε αποφάσεις ή να επιλέγουμε.
Αν και καμία εμπειρία στη ζωή δεν αφυπνίζει περισσότερα συναισθήματα απ’ ό,τι οι σχέσεις, πολύ συχνά, ενώ είμαστε δεσμευμένοι, δεν επιτρέπουμε στον εαυτό μας να νιώσει. Μη βιαστείτε να πείτε «σε αγαπώ». Μη σπεύσετε να κάνετε πολλές ερωτήσεις.
Θυμηθείτε τι συνέβη πριν, την πρώτη ή την τελευταία φορά που υποκριθήκατε.
Οι συμπεριφορές που βασίζονται στα πρότυπα που μας έχουν διδάξει οι άλλοι μας κάνουν συχνά να ξεχνάμε τη διαφορά ανάμεσα στην παραδοχή και την έκφραση των συναισθημάτων μας. Παραδοχή σημαίνει, επίσης, να εμπλεκόμαστε αυθόρμητα, χωρίς προϋποθέσεις, σε κάποια συναισθηματική εμπειρία. Είναι ό,τι αποκαλοΰμε αποστασιοποίηση, που σημαίνει ότι επιτρέπουμε στον εαυτό μας να ζήσει μια εμπειρία, χωρίς την προσδοκία να πάνε όλα όπως θέλουμε εμείς. Στην προσπάθειά μας να ορίσουμε τη συναισθηματική καταλληλότητα, θυμόμαστε ότι την τελευταία φορά που εκφράσαμε τις ανησυχίες, τις υποψίες ή τις αγωνίες μας, οι άλλοι μας επέκριναν ή είπαν ότι δεν έπρεπε να αισθανθούμε έτσι. Ως αντίδραση σε αυτό, οδηγούμαστε στο συμπέρασμα πως το ίδιο το συναίσθημα είναι ανάρμοστο και όχι η έκφρασή του. Δεν υπάρχουν όμως ανάρμοστα συναισθήματα.
Υπάρχει άλλη μία πλευρά των ανομολόγητων συναισθημάτων που πρέπει ν’ αναφερθεί εδώ, η οποία μπορεί ν αποδοθεί με τον όρο «έμμονη σκέψη». Το θέμα θίγουν πρώτοι οι καλοπροαίρετοι φίλοι μας. «Μην το πολυσκέφτεσαι», μας λένε, εννοώντας ότι δεν πρέπει να μας απασχολούν πολύ αρνητικά συναισθήματα ή οδυνηρές εμπειρίες. Ποτέ δε μας λένε, βέβαια, να μην ασχοληθούμε με θετικά πράγματα. Το να ασχοληθούμε με κάτι αρνητικό επομένως, δεν είναι ευχάριστη εμπειρία για τον ψυχισμό μας. Όταν ακούμε την παρότρυνση «μην το πολυσκέφτεσαι», το ερμηνεύουμε ως «μην αισθάνεσαι», «μην παραδέχεσαι». Και όμως είναι πολύ σημαντικό να εξερευνούμε τον εαυτό μας και να ξέρουμε τι είναι αυτό που νιώθουμε και γιατί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου