Μονόλογος μπροστά σε καθρέφτη. Να σωπαίνεις. Να κρύβεις την αλήθεια, δεν πειράζει να λες, να προσπερνάς.
Να συγχωρείς, να δίνεις ευκαιρίες, να αγκαλιάζεις σφιχτά το άδικο, τόσο που να το πνίγεις μέσα σου.
Κι όταν μιλάς, να λες είμαι καλά.
Ντρέπεσαι να κοιτάξεις το είδωλό σου, εσύ που ψέμα δεν αντέχεις και όμως το πουλάς με το κιλό στον ταλαίπωρο εαυτό σου.
Τη μέρα οι λιγοστές σου αντοχές ντυμένες πάνω σου μια τρύπια πανοπλία και αρχίζεις ξανά.
Το βράδυ κατάκοπη η ψυχή σου ρέει από τις τρύπες και ποτίζει τη γη ματαιότητα.
Κι όπως έχει απλωθεί εκεί στα χαμηλά, πασχίζει να σηκώσει κεφάλι, να δει ουρανό.
Πολεμιστή της δεκάρας, με το ξεχαρβαλωμένο «εγώ», ο ουρανός δεν είναι για όλους.
Έτσι όπως έσκυψαν τα θηρία επάνω σου, δεν έμεινε ούτε χαραμάδα για να κρυφοκοιτάξεις.
Την ανοχή σου την περνάς για θρίαμβο, στέκεσαι όρθιος και δέχεσαι χτυπήματα. Πέφτεις, σηκώνεσαι, δεν σκούζεις καν.
Αντέχεις να υπομένεις κι αυτό το ονομάζεις νίκη.
Τέτοιοι είναι οι αγώνες σου, εις βάρος σου πάντα.
Παθητικοί, σχεδόν αστείοι, δίχως ουσία.
Αντί για σπαθί βγάζεις κάτι χάρτινα μαχαιράκια κι αυτά, όχι για να κόψεις, μα για να φοβερίσεις τάχα πως έχεις άμυνες, να μην πλησιάζουν.
Μονόλογος μπροστά σε καθρέφτη.
Μίλα. Πες, δεν είμαι καλά. Πειράζει, αυτή είναι η αλήθεια.
Δεν μπορώ να προσπεράσω το άδικο, και δεν θα πνιγεί προτού με πνίξει.
Δεν θέλω να προσπαθήσω. Κάθε προσπάθεια στερεί το οξυγόνο μου.
Θέλω να αναπνεύσω κι εσείς αποπνέετε εκμετάλλευση και δυσωδία, κάντε στην άκρη.
Αρνούμαι να καταπιώ τα φαρμάκια σας, δεν θα ψάξω τρόπους να σας συγχωρήσω.
Ψάξτε τρόπους εσείς να λάβετε άφεση.
Τα στραβά μάτια λυπάμαι, δεν θα τα κάνω, μόνο μπροστά κοιτώ και πορεύομαι.
Πάλι ψέματα είπα, όχι, δεν λυπάμαι.
Οι ευκαιρίες δεν φυτρώνουν για να μπορούν να σκορπίζονται αλόγιστα.
Μια-δυο και είναι πέραν του δέοντος αρκετές.
Στην τρίτη καίγεσαι, καίγεστε, καιγόμαστε και ο πιο καμένος τα παίρνει όλα. Στάχτες, σημάδια, τύψεις και δρόμους αγύριστους.
Τώρα είμαι καλά.
Σπαθί δεν χρειάζομαι, έχω μια καρδιά καθαρή και δυο χέρια που υψώνονται ανοιχτά και τρυπάνε το ταβάνι.
Το είδωλό μου πανηγυρίζει και το κοιτάζω δίχως ντροπή.
Μονόλογος μπροστά σε καθρέφτη.
Μίλα. Αλλιώς, για σένα δεν έχει ουρανό.
Να συγχωρείς, να δίνεις ευκαιρίες, να αγκαλιάζεις σφιχτά το άδικο, τόσο που να το πνίγεις μέσα σου.
Κι όταν μιλάς, να λες είμαι καλά.
Ντρέπεσαι να κοιτάξεις το είδωλό σου, εσύ που ψέμα δεν αντέχεις και όμως το πουλάς με το κιλό στον ταλαίπωρο εαυτό σου.
Τη μέρα οι λιγοστές σου αντοχές ντυμένες πάνω σου μια τρύπια πανοπλία και αρχίζεις ξανά.
Το βράδυ κατάκοπη η ψυχή σου ρέει από τις τρύπες και ποτίζει τη γη ματαιότητα.
Κι όπως έχει απλωθεί εκεί στα χαμηλά, πασχίζει να σηκώσει κεφάλι, να δει ουρανό.
Πολεμιστή της δεκάρας, με το ξεχαρβαλωμένο «εγώ», ο ουρανός δεν είναι για όλους.
Έτσι όπως έσκυψαν τα θηρία επάνω σου, δεν έμεινε ούτε χαραμάδα για να κρυφοκοιτάξεις.
Την ανοχή σου την περνάς για θρίαμβο, στέκεσαι όρθιος και δέχεσαι χτυπήματα. Πέφτεις, σηκώνεσαι, δεν σκούζεις καν.
Αντέχεις να υπομένεις κι αυτό το ονομάζεις νίκη.
Τέτοιοι είναι οι αγώνες σου, εις βάρος σου πάντα.
Παθητικοί, σχεδόν αστείοι, δίχως ουσία.
Αντί για σπαθί βγάζεις κάτι χάρτινα μαχαιράκια κι αυτά, όχι για να κόψεις, μα για να φοβερίσεις τάχα πως έχεις άμυνες, να μην πλησιάζουν.
Μονόλογος μπροστά σε καθρέφτη.
Μίλα. Πες, δεν είμαι καλά. Πειράζει, αυτή είναι η αλήθεια.
Δεν μπορώ να προσπεράσω το άδικο, και δεν θα πνιγεί προτού με πνίξει.
Δεν θέλω να προσπαθήσω. Κάθε προσπάθεια στερεί το οξυγόνο μου.
Θέλω να αναπνεύσω κι εσείς αποπνέετε εκμετάλλευση και δυσωδία, κάντε στην άκρη.
Αρνούμαι να καταπιώ τα φαρμάκια σας, δεν θα ψάξω τρόπους να σας συγχωρήσω.
Ψάξτε τρόπους εσείς να λάβετε άφεση.
Τα στραβά μάτια λυπάμαι, δεν θα τα κάνω, μόνο μπροστά κοιτώ και πορεύομαι.
Πάλι ψέματα είπα, όχι, δεν λυπάμαι.
Οι ευκαιρίες δεν φυτρώνουν για να μπορούν να σκορπίζονται αλόγιστα.
Μια-δυο και είναι πέραν του δέοντος αρκετές.
Στην τρίτη καίγεσαι, καίγεστε, καιγόμαστε και ο πιο καμένος τα παίρνει όλα. Στάχτες, σημάδια, τύψεις και δρόμους αγύριστους.
Τώρα είμαι καλά.
Σπαθί δεν χρειάζομαι, έχω μια καρδιά καθαρή και δυο χέρια που υψώνονται ανοιχτά και τρυπάνε το ταβάνι.
Το είδωλό μου πανηγυρίζει και το κοιτάζω δίχως ντροπή.
Μονόλογος μπροστά σε καθρέφτη.
Μίλα. Αλλιώς, για σένα δεν έχει ουρανό.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου