Το Αρχαιολογικό Μουσείο Μυκηνών βρίσκεται εντός του αρχαιολογικού χώρου των Μυκηνών. Είναι διαμορφωμένο για να εξυπηρετεί τόσο τη διαφύλαξη του υλικού που προέρχεται από τις ανασκαφές στην ακρόπολη των Μυκηνών, στην άμεση περιοχή της και στον ευρύτερο περιβάλλοντα χώρο της, όσο και να λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος, για την ενημέρωση των επισκεπτών, συμπληρώνοντας την περιήγηση τους.
ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Η ιδέα της κατασκευής ενός μουσείου, ενταγμένου στον Αρχαιολογικό Χώρο Μυκηνών, οφείλεται στον αρχαιολόγο Γιώργο Μυλωνά, της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Οι εργασίες ανέγερσης του μουσειακού συγκροτήματος των Μυκηνών άρχισαν το 1985. Μία πρώτη φάση ολοκληρώθηκε έως το 1987, αφού προηγήθηκαν ανασκαφές. Οι εργασίες ανέγερσης του κτιρίου και διαμόρφωσης των εσωτερικών και εξωτερικών του χώρων περατώθηκαν το 1997. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε εκεί το ανασκαφικό υλικό που φυλασσόταν έως τότε σε μικρή αποθήκη στο χώρο. Εκεί μεταφέρθηκε επίσης, από το 1999 έως το 2002, το σύνολο του υλικού που στεγαζόταν στις αποθήκες ή τη μόνιμη έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Ναυπλίου και μέρος του υλικού που υπήρχε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Η επιλογή της θέσης του Μουσείου και η σύλληψη της κτιριακής του μορφής του προήλθαν από την ανάγκη να στεγαστεί το άφθονο υλικό των Μυκηνών και ταυτόχρονα να δημιουργηθεί έκθεση, ενημερωτικού και διδακτικού χαρακτήρα, στην οποία να παρουσιάζονται στο φυσικό τους τοπίο οι διαδοχικές περίοδοι χρήσης του χώρου και να προβάλλεται επί τόπου ο μυκηναϊκός πολιτισμός. Το Μουσείο εγκαινιάστηκε στις 31 Ιουλίου 2003 από τον τότε Υπουργό Πολιτισμού, κ. Ευάγγελο Βενιζέλο.
Το Σεπτέμβριο του 1999 η Ομάδα Εργασίας Μυκηνών, νυν Επιτροπή Μυκηνών, η οποία έγινε τότε αυτόνομη από την Ομάδα Εργασίας Συντήρησης και Στερέωσης Μνημείων Επιδαύρου (Ο.Ε.Σ.Μ.Ε.) ανέλαβε τις εργασίες για τη μόνιμη έκθεση του νέου μουσείου, με υπεύθυνη την κ. Ελισάβετ Σπαθάρη, Επίτιμη Διευθύντρια Αρχαιοτήτων, ενώ η οργάνωση και η λειτουργία του εντάχθηκαν στο Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για τα Μεγάλα Αρχαιολογικά Έργα (ΤΔΠΕΑΕ), με χρηματοδότηση από το Γ’ Κοινοτικοί Πακέτου Στήριξης (ΚΠΣ). Τον Απρίλιο του 2007, η Επιτροπή των Μυκηνών ανασυγκροτήθηκε και ανέλαβε το έργο για τη «Συντήρηση, στερέωση και ανάδειξη των Μνημείων Ακροπόλεως Μυκηνών και του ευρύτερου περιβάλλοντος χώρου». Η νέα αυτή Επιτροπή, τελεί τις εργασίες της υπό την προεδρία της κ. Ν. Σγουρίτσα και τη συμμετοχή των μελών Α. Νακάση, Α. Κόρκα, Ν. Μίνω, Ε. Παπάζογλου-Μανιουδάκη, Ε. Παλαιολόγου και Μ. Καρύδη-Βλασσοπούλου.
Η ΕΚΘΕΣΗ
Το εκθεσιακό υλικό προέρχεται από τις Μυκήνες και τις θέσεις που έχουν ερευνηθεί στην ευρύτερη περιοχή και αντιπροσωπεύει όλες τις περιόδους χρήσης του χώρου, από την αρχή της Εποχής του Χαλκού, γύρω στο 3000 π.Χ., έως και την ελληνιστική εποχή, τον 2ο αιώνα π.Χ. Το αποτελούν 2.500 εκθέματα, κυρίως πήλινα, αλλά και μετάλλινα, λίθινα, έργα μικροτεχνίας, χρυσοχοΐας, ελεφαντουργίας και τοιχογραφίες.
Στη πρώτη ενότητα παρουσιάζεται πρώτα η χρήση του χώρου συνοπτικά μέχρι το τέλος της Μυκηναϊκής εποχής, μέσω της εξέλιξης της κεραμικής. Ακολουθούν τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά συγκροτήματα της Ακρόπολης, η πύλη των Λεόντων, η Σιταποθήκη, τα τείχη, το ανακτορικό συγκρότημα, το Θρησκευτικό Κέντρο, στο οποίο γίνεται ιδιαίτερη μνεία, καθώς και τα 10 οικιακά μυκηναϊκά συγκροτήματα εκτός της Ακρόπολης.
Αίθουσα ΙΙ: Μεταθανάτια ζωή
Το υλικό της δεύτερης ενότητας προέρχεται από τον Ταφικό Κύκλο Β, του οποίου οι τάφοι παρουσιάζονται αναλυτικά σε προθήκες με ημικυκλική διάταξη, καθώς και από διάφορα νεκροταφεία θαλαμωτών τάφων της περιοχής, σε τοπογραφικές ενότητες.
Αντίγραφα των σημαντικότερων κτερισμάτων αντιπροσωπεύουν τον Ταφικό Κύκλο Α. Τα εκθέματα της ενότητας παρουσιάζονται κατά χρονολογική σειρά.
ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Το μουσείο στεγάζεται σ’ ένα σύγχρονο κτίριο, που αναγέρθηκε στους πρόποδες του λόφου των Μυκηνών και σε άμεση γειτνίαση με την ακρόπολη. Κτίστηκε με τρόπο που να εξασφαλίζει άμεση επικοινωνία με τα αρχαία κατάλοιπα, τμήματα των οποίων είναι ορατά από τα μεγάλα παράθυρά του και που ο επισκέπτης συναντάει στην πορεία του από την είσοδο του αρχαιολογικού χώρου, όπου βρίσκεται το εκδοτήριο. Είναι κτισμένο σε τρία επίπεδα και καλύπτει μία συνολική επιφάνεια 2.000 τ.μ. Μεγάλη έκταση του μουσείου είναι αφιερωμένη στη φύλαξη του αρχαιολογικού υλικού που προέρχεται από τις ανασκαφικές έρευνες που έγιναν στο παρελθόν και συνεχίζονται στις μέρες μας.
Ο εκθεσιακός χώρος καλύπτει περίπου το ένα τέταρτο της έκτασης του μουσείου. Διαμορφώθηκε στην ανατολική πτέρυγα του κτιρίου, σε δύο επίπεδα και περιλαμβάνει 3 αίθουσες. Η κεντρική του είσοδος βρίσκεται στη ΝΔ του πλευρά. Πριν φτάσει στο προαύλιο, όπου και η είσοδος της έκθεσης, ο επισκέπτης συναντά το «θολωτό τάφο των Λεόντων». Η είσοδος οδηγεί σ’ έναν ευρύχωρο προθάλαμο (165 τ.μ.), στο κέντρο του οποίου έχει τοποθετηθεί μία μακέτα της ακρόπολης, ενώ πίνακες με κείμενα και εποπτικό υλικό παρουσιάζουν τις συνδεδεμένες με τις Μυκήνες, απεικονίσεις του χώρου από περιηγητές των περασμένων αιώνων, καθώς και το ιστορικό των ανασκαφών. Η επίσκεψη αρχίζει από την αίθουσα που επικοινωνεί με τον προθάλαμο στη δεξιά του πλευρά. Οι άλλες δύο αίθουσες βρίσκονται σε χαμηλότερο επίπεδο και επικοινωνούν με την πρώτη με διπλό επικλινή διάδρομο. Μετά απ’ αυτές ο επισκέπτης επιστρέφει στον προθάλαμο από άλλο επικλινή διάδρομο.
Η έκθεση αναπτύσσεται σε 4 αυτοτελείς ενότητες, κυρίως σε μεγάλες περιμετρικές επιτοίχιες προθήκες. Οι δύο πρώτες αίθουσες του εκθεσιακού χώρου είναι αφιερωμένες, η πρώτη στη ζωή των Μυκηναίων και η δεύτερη σε κατώτερο επίπεδο, στα ταφικά τους έθιμα. Στην πρώτη αίθουσα, που είναι και η μεγαλύτερη (150 τ.μ.), παρουσιάζονται εκθέματα από την πρώτη χρήση του χώρου μέχρι το τέλος των προϊστορικών χρόνων, ανάλογα με τα κτιριακά συγκροτήματα, στα οποία βρέθηκαν.
Στη δεύτερη αίθουσα (115 τ.μ.) παρουσιάζεται το υλικό που προέρχεται από τάφους, αρχίζοντας από τους Ταφικούς Κύκλους Α και Β και συνεχίζοντας με τα εκθέματα από τα διάσπαρτα νεκροταφεία των θαλαμωτών τάφων στην ευρύτερη περιοχή των Μυκηνών.
Οι άλλες δύο ενότητες αποτελούν τα θέματα της τρίτης αίθουσας (115 τ.μ.) της έκθεσης. Η πρώτη αφορά στη χρήση του χώρου στις Μυκήνες κατά τους ιστορικούς χρόνους, ενώ η δεύτερη και τελευταία είναι αφιερωμένη στις δραστηριότητες των Μυκηναίων, στις οποίες οφείλεται η μοναδικότητα του μυκηναϊκού πολιτισμού.
Στις ευρύχωρες αποθήκες του μουσείου στεγάζεται επίσης υλικό που μεταφέρθηκε από το Μουσείο Ναυπλίου και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Εξειδικευμένα εργαστήρια, κεραμικών και μετάλλινων αντικειμένων επιτρέπουν τη συντήρησή του υλικού επί τόπου ενώ υπάρχουν χώροι γραφείων και βιβλιοθήκη για τη διευκόλυνση των μελετητών, που ενασχολούνται με αυτό.
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
Η ιδέα της κατασκευής ενός μουσείου, ενταγμένου στον Αρχαιολογικό Χώρο Μυκηνών, οφείλεται στον αρχαιολόγο Γιώργο Μυλωνά, της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Οι εργασίες ανέγερσης του μουσειακού συγκροτήματος των Μυκηνών άρχισαν το 1985. Μία πρώτη φάση ολοκληρώθηκε έως το 1987, αφού προηγήθηκαν ανασκαφές. Οι εργασίες ανέγερσης του κτιρίου και διαμόρφωσης των εσωτερικών και εξωτερικών του χώρων περατώθηκαν το 1997. Στη συνέχεια μεταφέρθηκε εκεί το ανασκαφικό υλικό που φυλασσόταν έως τότε σε μικρή αποθήκη στο χώρο. Εκεί μεταφέρθηκε επίσης, από το 1999 έως το 2002, το σύνολο του υλικού που στεγαζόταν στις αποθήκες ή τη μόνιμη έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Ναυπλίου και μέρος του υλικού που υπήρχε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Η επιλογή της θέσης του Μουσείου και η σύλληψη της κτιριακής του μορφής του προήλθαν από την ανάγκη να στεγαστεί το άφθονο υλικό των Μυκηνών και ταυτόχρονα να δημιουργηθεί έκθεση, ενημερωτικού και διδακτικού χαρακτήρα, στην οποία να παρουσιάζονται στο φυσικό τους τοπίο οι διαδοχικές περίοδοι χρήσης του χώρου και να προβάλλεται επί τόπου ο μυκηναϊκός πολιτισμός. Το Μουσείο εγκαινιάστηκε στις 31 Ιουλίου 2003 από τον τότε Υπουργό Πολιτισμού, κ. Ευάγγελο Βενιζέλο.
Το Σεπτέμβριο του 1999 η Ομάδα Εργασίας Μυκηνών, νυν Επιτροπή Μυκηνών, η οποία έγινε τότε αυτόνομη από την Ομάδα Εργασίας Συντήρησης και Στερέωσης Μνημείων Επιδαύρου (Ο.Ε.Σ.Μ.Ε.) ανέλαβε τις εργασίες για τη μόνιμη έκθεση του νέου μουσείου, με υπεύθυνη την κ. Ελισάβετ Σπαθάρη, Επίτιμη Διευθύντρια Αρχαιοτήτων, ενώ η οργάνωση και η λειτουργία του εντάχθηκαν στο Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για τα Μεγάλα Αρχαιολογικά Έργα (ΤΔΠΕΑΕ), με χρηματοδότηση από το Γ’ Κοινοτικοί Πακέτου Στήριξης (ΚΠΣ). Τον Απρίλιο του 2007, η Επιτροπή των Μυκηνών ανασυγκροτήθηκε και ανέλαβε το έργο για τη «Συντήρηση, στερέωση και ανάδειξη των Μνημείων Ακροπόλεως Μυκηνών και του ευρύτερου περιβάλλοντος χώρου». Η νέα αυτή Επιτροπή, τελεί τις εργασίες της υπό την προεδρία της κ. Ν. Σγουρίτσα και τη συμμετοχή των μελών Α. Νακάση, Α. Κόρκα, Ν. Μίνω, Ε. Παπάζογλου-Μανιουδάκη, Ε. Παλαιολόγου και Μ. Καρύδη-Βλασσοπούλου.
Η ΕΚΘΕΣΗ
Το εκθεσιακό υλικό προέρχεται από τις Μυκήνες και τις θέσεις που έχουν ερευνηθεί στην ευρύτερη περιοχή και αντιπροσωπεύει όλες τις περιόδους χρήσης του χώρου, από την αρχή της Εποχής του Χαλκού, γύρω στο 3000 π.Χ., έως και την ελληνιστική εποχή, τον 2ο αιώνα π.Χ. Το αποτελούν 2.500 εκθέματα, κυρίως πήλινα, αλλά και μετάλλινα, λίθινα, έργα μικροτεχνίας, χρυσοχοΐας, ελεφαντουργίας και τοιχογραφίες.
Το εκθεσιακό υλικό κατανέμεται σε 4 αυτοτελείς ενότητες, δομημένες θεματικά και χρονικά. Οι δύο πρώτες αφορούν στην Εποχή του Χαλκού, με θέματα τη ζωή των Μυκηναίων και τη μεταθανάτια τους ζωή, η τρίτη, στη χρήση του χώρου κατά τους ιστορικούς χρόνους και η τέταρτη, στον Μυκηναϊκό πολιτισμό.
Τα εκθέματα συνοδεύονται από ανάλογο εποπτικό υλικό, όπως πληροφοριακές πινακίδες, πινακίδες ταυτότητας των εκθεμάτων, χάρτες, σχέδια και αναπαραστάσεις. Το υλικό πλαισιώνει τα εκθέματα με τρόπο που ανταποκρίνεται στους σκοπούς της ενταγμένης στο φυσικό τοπίο των Μυκηνών έκθεσης, που είναι η ενημέρωση και η εκπαίδευση των επισκεπτών σχετικά με το χώρο και το Μυκηναϊκό πολιτισμό.
ΕΚΘΕΣΙΑΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ
Αίθουσα Ι: Η ζωή των ΜυκηναίωνΣτη πρώτη ενότητα παρουσιάζεται πρώτα η χρήση του χώρου συνοπτικά μέχρι το τέλος της Μυκηναϊκής εποχής, μέσω της εξέλιξης της κεραμικής. Ακολουθούν τα σημαντικότερα αρχιτεκτονικά συγκροτήματα της Ακρόπολης, η πύλη των Λεόντων, η Σιταποθήκη, τα τείχη, το ανακτορικό συγκρότημα, το Θρησκευτικό Κέντρο, στο οποίο γίνεται ιδιαίτερη μνεία, καθώς και τα 10 οικιακά μυκηναϊκά συγκροτήματα εκτός της Ακρόπολης.
Αίθουσα ΙΙ: Μεταθανάτια ζωή
Το υλικό της δεύτερης ενότητας προέρχεται από τον Ταφικό Κύκλο Β, του οποίου οι τάφοι παρουσιάζονται αναλυτικά σε προθήκες με ημικυκλική διάταξη, καθώς και από διάφορα νεκροταφεία θαλαμωτών τάφων της περιοχής, σε τοπογραφικές ενότητες.
Αντίγραφα των σημαντικότερων κτερισμάτων αντιπροσωπεύουν τον Ταφικό Κύκλο Α. Τα εκθέματα της ενότητας παρουσιάζονται κατά χρονολογική σειρά.
Αίθουσα ΙΙΙ: Χρήση του χώρου κατά τους ιστορικούς χρόνους
Το μισό της τρίτης αίθουσας είναι αφιερωμένο στην τρίτη ενότητα, με υλικό που προέρχεται από ταφικά κτερίσματα της υπομυκηναϊκής, γεωμετρικής, αρχαϊκής και ελληνιστικής εποχής, ιερά της αρχαϊκής και κλασικής εποχής, όπως το Αγαμεμνόνειον και το ιερό του Ενυαλίου, και από κτιριακά συγκροτήματα της ελληνιστικής εποχής. Σε ξεχωριστή προθήκη παρουσιάζεται η συλλογή νομισμάτων των Μυκηνών.
Αίθουσα ΙΙΙ: Μυκηναϊκός πολιτισμός
Ο υπόλοιπος χώρος είναι αφιερωμένος στη μοναδικότητα του Μυκηναϊκού πολιτισμού, με ενότητες που αφορούν στις βασικές δραστηριότητες των Μυκηναίων και στα επιτεύγματα του ανακτορικού συστήματος διακυβέρνησης, στη θρησκεία, το εμπόριο, τη διοίκηση, την τέχνη και την τεχνολογία.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου