Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Εκδικητικότητα – Εκδίκηση : Μέρος της σκοτεινής και πρωτόγονης πλευράς της ανθρώπινης φύσης

Γενικά
Στην υπέροχη σύνθεση του Γιάννη Νικολάου -σε στίχους Γιώργου Κρητικού- με τον τίτλο «Ίχνος», που ερμηνεύει πολύ όμορφα η Λένα Αλκαίου, οι στίχοι του ρεφρέν έχουν ως εξής:
Άναψα τσιγάρο με τα ρούχα σου
ίχνος δε θα μείνει από σένανε
κι έριξα τη στάχτη μες στην κούπα σου
που ‘πινες τα χρόνια μου, έπινες και μένανε…
Αυτό ακριβώς ήθελε να κάνει και μία γυναίκα που παρακολουθούσα πριν από κάποιο διάστημα, της οποίας ο σύζυγος την απατούσε συστηματικά και απροκάλυπτα για αρκετά χρόνια, αδιαφορώντας κυριολεκτικά για τον ψυχικό πόνο που της προκαλούσε. Είχε, λοιπόν, η γυναίκα αυτή φαντασιώσεις στις οποίες έκαιγε ή κομμάτιαζε τα ρούχα του, κατέστρεφε κάθε τι δικό του αγαπημένο, και άλλα ανάλογα, τα οποία ήθελε να πραγματοποιήσει.
Σε μια άλλη και πολύ πιο ακραία περίπτωση, ένας πατέρας, που βρίσκονταν σε διάσταση με τη σύζυγό του και ο οποίος μπορούσε να συναντά την πολυαγαπημένη του 4χρονη κορούλα μόνο τις συγκεκριμένες ώρες και ημέρες που είχε ορίσει το δικαστήριο, έπνιξε το παιδί στη μπανιέρα του σπιτιού του ένα Σαββατοκύριακο που διανυκτέρευε μαζί του. Είχε, ομολογουμένως, «παθολογική» αδυναμία στην κορούλα του και δεν άντεχε το γεγονός να μπορεί να την έχει και να τη χαίρεται καθημερινά η πρώην σύζυγός του αλλά όχι και ο ίδιος. Ο απύθμενος και ανεξέλεγκτος φθόνος του τον οδήγησε στη δολοφονία του παιδιού που «λάτρευε» με το δικό του ιδιότυπο τρόπο, προκειμένου να εκδικηθεί την πρώην σύζυγό του που όχι μόνο τον εγκατέλειψε αλλά πήρε μαζί της και το παιδί τους. Δολοφονώντας το, κανείς τους δεν θα το είχε πια. Η έκβαση αυτή αποτελούσε τη δική του εκδοχή περί «δικαίου» και «αποκατάστασης» της αδικίας της οποίας, θεωρούσε, πως ήταν θύμα…

Λίγες είναι εκείνες οι ανθρώπινες συμπεριφορές που διαχρονικά έχουν προκαλέσει τόσο μεγάλη δυστυχία και τόσο τεράστιες καταστροφές στην ανθρωπότητα όσο αυτή της εκδικητικότητας ή της αντεκδίκησης. Η διαχρονικότητα, η ένταση και η συχνότητα της συμπεριφοράς αυτής δείχνουν με ανάγλυφο τρόπο πως αποτελεί ένα βαθιά ριζωμένο χαρακτηριστικό του ανθρώπινου ψυχισμού που ακόμα δεν έχει τιθασευτεί ή μετουσιωθεί ουσιαστικά και οριστικά σε κάτι ηπιότερο και δημιουργικότερο. Υπάρχουν πάρα πολλά άτομα, αλλά και ορισμένες χώρες, που τηρούν ακόμα την πρωτόγονη λογική και στάση του «οφθαλμός αντί οφθαλμού», των οποίων τις ολέθριες συνέπειες όλοι γνωρίζουμε…
Πολύ σωστά, θα συμπέραινε κάποιος πως οι πράξεις εκδίκησης ή αντεκδίκησης θα πρέπει να καταλαγιάζουν τα αρχικά και φοβερής έντασης καταστροφικά αισθήματα των εμπλεκομένων. Δυστυχώς, όμως, κάτι τέτοιο φαίνεται πως σπάνια συμβαίνει. Συνήθως, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο, δημιουργώντας, με τον τρόπο αυτό, έναν φαύλο κύκλο που πολύ δύσκολα σπάει. Κοιτάξτε, για παράδειγμα, το τι συμβαίνει με τις περίφημες «βεντέτες» -σε διάφορες χώρες, μεταξύ αυτών και η δική μας- που μπορεί να συντηρούνται ζωντανές ακόμα και γενιές μετά το αρχικό γεγονός που αποτέλεσε την αφορμή της δημιουργίας τους. Κοιτάξτε το τι έχει συμβεί -και, σε αρκετές περιπτώσεις, συνεχίζει ακόμα να συμβαίνει- σε διάφορες χώρες της Μ. Ανατολής, της Αφρικής και της Ασίας με τις μαζικές δολοφονίες και τις «εθνικές εκκαθαρίσεις» δεκάδων ή εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων. Πριν από λίγα μόνον χρόνια, ζήσαμε κάτι ανάλογο και στη γειτονική μας πρώην Γιουγκοσλαβία, όπου το μίσος, η αντεκδίκηση και ο αλληλοσπαραγμός ξεχείλιζαν σαν χείμαρρος ασυγκράτητος, έχοντας ως συνέπεια ατέλειωτες και απίστευτης αγριότητας ανθρώπινες, και όχι μόνο, τραγωδίες.
Παρά τον μεγάλο αριθμό διαφόρων φωτεινών προτύπων που διακήρυτταν την ειρηνική συνύπαρξη ανθρώπων και λαών, αλλά και την ειρηνική διευθέτηση και αποκατάσταση των όποιων κοινωνικών αδικιών ή αλλαγών, σχεδόν τίποτα δεν φαίνεται πως έχει αλλάξει στον πλανήτη. Από τον Ιησού της Καινής Διαθήκης -που διακήρυττε πως αν σε χτυπήσουν, στρέψε και το άλλο σου μάγουλο, αντί να ανταποδώσεις το χτύπημα- μέχρι τον Μαχάτμα Γκάντι που υποστήριζε με σθένος, μεταξύ άλλων, πως το «οφθαλμός αντί οφθαλμού» στο μόνο που μπορεί να οδηγήσει είναι στο να τυφλωθεί τελικά ο κόσμος όλος, η ανθρωπότητα φαίνεται πως δεν έχει διδαχθεί το παραμικρό. Αντίθετα, μοιάζει πως ισχυροποιείται ολοένα και περισσότερο ο νόμος του ισχυρού και η αρχή της εκδίκησης…

Τι θεωρείται ως εκδίκηση και ποιοι είναι οι τρόποι έκφρασής της;
Πολλοί είναι αυτοί που σίγουρα θα εκπλήσσονταν, αν άκουγαν πως είμαστε, στην καθημερινότητά μας, σε τέτοιο βαθμό εξοικειωμένοι στη σιωπηρή παρουσία μιας διάθεσης για εκδίκηση που σχεδόν δεν το αντιλαμβανόμαστε, όπως ακριβώς το ότι αναπνέουμε.
Ως πράξη, η εκδίκηση είναι μια διαδικασία ανάμεσα σε δύο άτομα (συζύγους, ερωτικούς συντρόφους, φίλους, συναδέλφους, συγγενείς κ.ά.) ή ομάδες ανθρώπων -που βασίζεται σε αισθήματα μίσους και φαντασιώσεις αντιποίνων- όπου η μία πλευρά προσπαθεί συνειδητά να πλήξει την άλλη, ως ανταπόδοση για κάποιο προηγούμενο πλήγμα που θεωρεί πως έχει υποστεί η ίδια από αυτήν. Η εκδίκηση, ως ενέργεια, θεωρείται από αυτούς που την επιλέγουν (μεμονωμένα άτομα, ομάδες ανθρώπων, έθνη, φυλές κ.τ.λ.) ως πράξη αποκατάστασης μιας ισορροπίας στη μεταξύ τους σχέση που έχει χαθεί ή «αποκατάστασης της δικαιοσύνης».
Όλοι οι άνθρωποι έχουν, τουλάχιστον κάποιες φορές στη ζωή τους, φαντασιώσεις εκδίκησης. Όταν κάποιος γίνεται αποδέκτης κάποιας ενέργειας που είναι ή που την εισπράττει/βιώνει ως κάτι το πολύ οδυνηρό, τότε δημιουργούνται σχεδόν αυτόματα εντός του αισθήματα και φαντασιώσεις εκδίκησης. Αυτό είναι -υπό ορισμένες προϋποθέσεις- όχι μόνο απόλυτα φυσιολογικό αλλά και απαραίτητο γιατί δίνει, αφενός, τη δυνατότητα εκφόρτισης -σε ένα φαντασιακό επίπεδο- των έντονων και απειλητικών αισθημάτων φθόνου, μίσους και οργής που έχουν δημιουργηθεί, και, αφετέρου, της διατήρησης μιας απόστασης ασφαλείας από το ενδεχόμενο εκδραμάτισής τους στην πράξη, δηλαδή στον κίνδυνο μετατροπή τους σε πράξεις αντεκδίκησης.
Οι πράξεις εκδίκησης ή αντεκδίκησης είναι πολύ λιγότερο συχνές από τις φαντασιώσεις εκδίκησης αλλά πολύ συχνότερες απ΄ό,τι συνήθως πιστεύουμε. Στην περίπτωση των πράξεων εκδίκησης, τα αισθήματα και οι φαντασιώσεις εκδίκησης κυριαρχούν σε σημείο που το άτομο να χάνει κάθε δυνατότητα επεξεργασίας και φιλτραρίσματός τους σε ένα ενδοψυχικό επίπεδο, εκτίμησης της κατάστασης πιο πολύπλευρα και εξεύρεσης μιας πιο δημιουργικής λύσης ή αποκατάστασης της ανισορροπίας που έχει δημιουργηθεί.
Ένας άλλος -αν και παθητικός τρόπος- εκδίκησης είναι το να διαδραματίζονται μπροστά σε κάποιον βίαιες πράξεις, που να ανταποκρίνονται στις φαντασιώσεις εκδίκησής του, χωρίς όμως να παρεμβαίνει, επικαλούμενος αργότερα, ως γνήσιος Πόντιος Πιλάτος, τη «δικαιολογία» πως δεν είχε καμία δυνατότητα παρέμβασης.
Στην καθημερινή πράξη, έχουμε αρκετές φορές την τάση να θεωρούμε την εκδίκηση ως πράξη ηθικά δικαιολογημένη και να «γλυκαίνουμε το χάπι» αποδίδοντάς της ονομασίες που να μην φαντάζουν τόσο σκληρές, όπως «γλυκιά εκδίκηση», «ανταπόδοση», «τον πλήρωσε με το ίδιο νόμισμα» κ.τ.λ. Η εκδίκηση είναι, όμως, δίκοπο μαχαίρι ή μπούμερανγκ που επιστρέφει σε αυτόν που το έχει εκτοξεύσει. Η βία γεννά βία και το κάθε θύμα της μπορεί εύκολα να μετατραπεί σε μελλοντικό θύτη με κίνδυνο τη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου ανατροφοδότησης της βίας και της καταστροφής.
Συνοπτικά, μπορούμε να πούμε πως οι πράξεις εκδίκησης αντιπροσωπεύουν -άλλοτε λιγότερο και άλλοτε περισσότερο- αρχέγονες πλευρές και δυνάμεις του ψυχισμού μας που, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να φαντάζουν κατανοητές, δεν είναι ποτέ ηθικά δικαιολογημένες.

Βοηθά η εκδίκηση στη βελτίωση της διάθεσής μας;
Η όποια ευχαρίστηση που δίνει η εκδίκηση είναι συνήθως πρόσκαιρη και όταν παρέρχεται μας φέρνει αντιμέτωπους με τη συνείδηση και τις ηθικές μας αρχές, δημιουργώντας επώδυνα αισθήματα και αμφισβητήσεις για την ορθότητα των πράξεών μας. Διάφορες έρευνες δείχνουν πως τα αισθήματα που έπονται μιας πράξης εκδίκησης είναι συχνά μετάνοια, ντροπή, ενοχή, θυμός και ανησυχία. Με άλλα λόγια, φαίνεται πως η επιλογή της εκδίκησης ως μέσο επίλυσης διαφόρων διαπροσωπικών συγκρούσεων οδηγεί συχνά σε μια αίσθηση μικρότερης ικανοποίησης από τη ζωή.
Πέραν αυτού, τα άτομα που επιθυμούν εκδίκηση κατακλύζονται συνήθως από τις φαντασιώσεις εκδίκησης που τα διακατέχουν, για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρις ότου τις πραγματοποιήσουν, πράγμα που «δηλητηριάζει» σε μεγάλο βαθμό και ποικιλοτρόπως την καθημερινότητά τους. Για παράδειγμα, ένα τέτοιο άτομο μπορεί να βιώνει τον περίγυρό του ως απειλητικότερο και να δυσκολεύεται να δημιουργήσει αρμονικές σχέσεις με άλλους. Επίσης, ορισμένα άτομα έχουν την τάση να βιώνουν την αδικία ή το όποιο πλήγμα έχουν υποστεί ως αδικία ή πλήγμα που αφορά ολόκληρη την ομάδα στην οποία ανήκει αυτός που τους έχει πλήξει, και να θέλουν να εκδικηθούν τον οποιονδήποτε ανήκει στην ομάδα αυτή (μετανάστες, «ρωσοπόντιοι», έγχρωμοι, κάποια συγκεκριμένη εθνότητα, ομοφυλόφιλοι, αθίγγανοι κ.ά.).

 Εκδικητικότητα
Μια ψυχοδυναμική ερμηνεία της ανάγκης για εκδίκηση
Στη διάρκεια των πρώτων χρόνων της ζωής μας και διαμέσου της ασφάλειας που παρέχει η στενή συναισθηματική μας σχέση με τους γονείς μας, μαθαίνουμε να αφομοιώνουμε και να διαχειριζόμαστε σταδιακά τόσο τις θετικές όσο και τις οδυνηρές εμπειρίες της ζωής μας. Μια ισορροπημένη γονική φροντίδα -κυρίως στα πρώτα τρία χρόνια της ζωής- που χαρακτηρίζεται από ευαισθησία και σεβασμό στις βιολογικές και ψυχοσυναισθηματικές ανάγκες του παιδιού, δημιουργεί τις προϋποθέσεις ώστε αυτό να αποκτήσει την ικανότητα να αγαπά και να σέβεται τον εαυτό του και τους άλλους, να νοιάζεται γι΄αυτούς και να αποκτήσει τη βάση για μια εσωτερική ηθική που να υπερβαίνει το ατομικό καλό και συμφέρον.
Επειδή, όμως, πρόκειται για πολύ λεπτές ισορροπίες, σε πολύ ευαίσθητη ηλικία, και επειδή κανένας γονιός δεν είναι τέλειος και αλάνθαστος, είναι αναπόφευκτες και κάποιες ματαιώσεις του παιδιού που το κάνουν να νιώθει εγκατάλειψη, απόρριψη, φόβο, δέος και ανάξιο αγάπης. Η ανημπόρια του παιδιού και η πλήρης εξάρτησή του από το γονιό κάνουν τις εμπειρίες αυτές να φαντάζουν τρομακτικές, δημιουργώντας αμετάκλητα εντός του έναν μη αφομοιωμένο με την υπόλοιπη προσωπικότητά του σκοτεινό συμβολικό χώρο, μια γωνιά δυνητικής βίας, σκληρότητας, μοναξιάς και απόγνωσης. Εάν τα θετικά βιώματα του παιδιού υπερέχουν των αρνητικών, τότε το παιδί αντέχει να κουβαλά εντός του και να ελέγχει αυτή τη «συναισθηματική φρίκη», μπορώντας ταυτόχρονα να εξελίξει και μια ικανότητα συναισθαντικότητας και έγνοιας για τους άλλους.
Κάτω, όμως, από συνθήκες έντονου συναισθηματικού στρες και ματαίωσης, οι άμυνές του μπορεί να καταρρεύσουν, να υπερβεί κάθε υφιστάμενο όριο και να γίνει ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας που, όμως, δολοφόνησε τη σύζυγο, το γείτονα ή τον αδελφό του, που βίασε κάποια άγνωστη, που κακοποίησε σεξουαλικά κάποιο μικρό παιδί, ίσως ακόμα και το δικό του.
Σε ορισμένες περιπτώσεις και κάτω από ένα έντονα φορτισμένο πολιτικό κλίμα και ισχυρές συλλογικές πιέσεις που πριμοδοτούν την αντεκδίκηση, μπορεί, επίσης, να απασφαλισθούν οι «βόμβες βυθού» που πολλοί από εμάς μπορεί να έχουμε, από τα πρώτα παιδικά μας χρόνια, καταποντίσει στον πυθμένα του ψυχισμού μας, με άκρως απρόβλεπτες συνέπειες.
Αν οι ματαιώσεις, η άσκηση σωματικής και συναισθηματικής βίας, εξευτελισμών και απόρριψης είναι έντονες στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας, τότε, αργότερα στη ζωή, οι εκδηλώσεις βίας, μίσους, ανάγκης ελέγχου κ.τ.λ. είναι πολύ εντονότερες, συχνότερες και πιο ανεξέλεγκτες. Η ανάγκη εκδραμάτισης/εκφόρτισής τους καθιστά τέτοια άτομα πολύ ευάλωτα όχι μόνο απέναντι στα υπάρχοντα κενά του ψυχισμού τους αλλά και απέναντι σε οργανώσεις που εκπροσωπούν και ενθαρρύνουν π.χ. εκδηλώσεις βίας, μίσους, ξενοφοβίας και δημιουργίας «αποδιοπομπαίων τράγων». Η τυφλή υπακοή σε έναν δυνατό και αυταρχικό αρχηγό δεν είναι παρά η εκπροσώπηση της εσωτερικής αμφιθυμικής σχέσης με το δικό του γονιό, ο οποίος αποτελεί ταυτόχρονα και απειλή αλλά και δυνατότητα προσωπικής απελευθέρωσης, ασφάλειας, επιβεβαίωσης ή αγάπης που ποτέ δεν εισπράχθηκε…
Αυτό το εσωτερικό παιχνίδι διαδραματίζεται σιωπηρά στην ψυχή καθενός μας και στις συνδιαλλαγές μας με τον περίγυρό σε όλη τη διάρκεια της ζωής. Τα όρια μεταξύ έγνοιας και αδιαφορίας για τους άλλους, μεταξύ της εκδήλωσης αγάπης και της εκδήλωσης σαδιστικής σκληρότητας είναι αρκετές φορές πολύ λεπτά και διαπερατά. Είναι σαν να έχουμε εντός μας μία πόρτα, που, αναλόγως με τις εξωτερικές συνθήκες και τα προσωπικά βιώματα που ο καθένας μας κουβαλά εντός του, ανοίγει είτε προς τη μεριά της καταστροφικότητας είτε προς την πλευρά της συναισθηματικής γενναιοδωρίας και ευαισθησίας. Γι΄αυτό και σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί να δείχνουμε απύθμενη ευαισθησία, ενώ σε κάποιες άλλες να ξυπνούν εντός μας -εντελώς απρόβλεπτα- πρωτόγονες εκδηλώσεις σκληρότητας, μίσους και αντιποίνων που να μας ξαφνιάσουν πολύ δυσάρεστα αργότερα.
Αυτό ακριβώς θεωρώ πως συνέβη και συμβαίνει, για παράδειγμα, στη διάρκεια της Μικρασιατικής καταστροφής, του πολέμου στη Βοσνία, στις μακρόχρονες και απίστευτης σκληρότητας διαμάχες μεταξύ διαφόρων λαών, φυλών και εθνοτήτων ή σε κάθε εμφύλιο πόλεμο, και μετέτρεψε/μετατρέπει ακόμα και τους μέχρι την προηγούμενη ημέρα αγαπημένους γείτονες και αδελφούς σε αδίστακτους και απίστευτης σκληρότητας δολοφόνους αυτών με τους οποίους συνυπήρχαν για αιώνες αγαπημένοι…

Επίλογος
Είναι προφανές, λοιπόν, πως η αποτροπή της δημιουργίας αυτομομφών και αισθημάτων αυτο-υποτίμησης στο παιδί αποτελεί επιτακτική ανάγκη, καθώς, όταν υπάρχουν, εύκολα μπορούν κάποια στιγμή να προβληθούν σε άλλους, συνοδευόμενα ενδεχομένως και από πράξεις εκδίκησης που στην ουσία, σε μια τέτοια περίπτωση, αποτελούν προσωπικά εσωτερικά φαντάσματα και όχι έναν αυθεντικό εξωτερικό «εχθρό» ή κίνδυνο.
Ας μη μειώνουμε, προσβάλουμε ή τιμωρούμε αυστηρά τα παιδιά μας ως γονείς, νηπιαγωγοί, δάσκαλοι ή καθηγητές. Αντ΄αυτού, ας καλύψουμε τις ανάγκες τους για ασφάλεια, επιβεβαίωση, αποδοχή και αγάπη, ας ενισχύσουμε τη συναισθαντικότητα και την έγνοια τους για τους άλλους, ας τα μάθουμε πως όλοι οι άνθρωποι έχουμε πάρα πολλά κοινά που μπορούμε να μοιραστούμε, παρόλο που μπορεί να είμαστε διαφορετικοί εντός ή/και εκτός μας. Αυτά αποτελούν τη μεγαλύτερη εγγύηση αποτροπής μιας εχθρικής στάσης απέναντι στη διαφορετικότητα, στην αδυναμία και στο άγνωστο.
Είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι ευάλωτες οικογένειες να έχουν τη στήριξη της κοινωνίας και ο κάθε λειτουργός που φροντίζει παιδικές ψυχές να διαθέτει την ανάλογη εκπαίδευση, γνώση και προσωπική ωριμότητα. Τα παιδιά ΔΕΝ υιοθετούν αυτά που τους ΛΕΝΕ οι ενήλικες, αλλά όσα αυτοί ΠΡΑΤΤΟΥΝ…
Όσον αφορά σε εμάς τους ενήλικες, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διαχωρίζουμε την εκδίκηση από τη δικαίωση. Το δεύτερο σημαίνει να κάνουμε κάτι καλό για τον εαυτό μας, να καταφέρουμε να ξεφύγουμε από τον δηλητηριώδη εναγκαλισμό της ανάγκης για εκδίκηση. Με τον τρόπο αυτό σπάμε, τον φαύλο κύκλο της που στην ουσία μόνο ψυχική φθορά προκαλεί. Ας πάρουμε ως παράδειγμα την περίπτωση της γυναίκας, που αναφέραμε στην αρχή, της οποίας ο σύζυγός την απατούσε ασύστολα. Αν, τελικά, κατέστρεφε τα προσωπικά του αντικείμενα, πέραν μιας παροδικής αίσθησης ανακούφισης και ικανοποίησης, τίποτα δεν θα άλλαζε στη ζωή της. Αντίθετα, τα πράγματα πιθανότατα θα χειροτέρευαν. Αν, όμως, έβρισκε τη δύναμη να πιστέψει στον εαυτό της και, αντί ενός ατέρμονα φαύλου κύκλου εκδίκησης και αντεκδίκησης, όπως συχνά συμβαίνει, να του πει πως αποχωρεί οριστικά και αμετάκλητα από τη σχέση τους και πως από εδώ και πέρα θα διαμορφώσει τη ζωή της με τον τρόπο που η ίδια επιθυμεί, τότε κάτι τέτοιο θα ήταν πραγματικά λυτρωτικό και επαναστατικό για την ίδια και τη ζωή της όλη…

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου