Μεταξύ Αττικής και Βοιωτίας προς το μέρος του σημερινού Ωρωπού βρίσκεται το μαντείο-θεραπευτήριο του Αμφιαράου, κρυμμένο μέσα σε μία βαθιά ρεματιά χωρίς ορίζοντα, με πλούσια βλάστηση. Το θαυμάσιο τοπίο του ιερού περιβάλλεται με πεύκα, πικροδάφνες, πλατάνια και με ιαματική πηγή.
Η γεωμορφολογία του ιερού χώρου μας παραπέμπει στον αρχέγονο μύθο του ήρωα Αμφιαράου. Ο Αισχύλος στην τραγωδία του “Επτά επί Θήβας” μας εξιστορεί τα γεγονότα που έγιναν αίτια για την ίδρυση του ιερού. Ο Αμφιάραος ήταν γιος του Οικλέους και εγγονός του μάντη θεραπευτή Μελάμποδος.
Ο Αμφιάραος βασίλευσε στο Άργος μαζί με τον Άδραστο, του οποίου την αδελφή του Εριφύλη νυμφεύτηκε. Κάποτε ο Πολυνείκης, υιός του Οιδίποδος εκδιώχτηκε από τον αδελφό του Ετεοκλή, ήλθε στο Άργος και ζήτησε βοήθεια για να καταλάβει την Θήβα. Ο Αμφιάραος ως μάντης που ήταν, αρνήθηκε να πάει επειδή ήξερε πως όσοι θα έπαιρναν μέρος στην εκστρατεία αυτή θα εφονεύοντο, εκτός από τον Άδραστο. Ο Αμφιάραος συμβούλεψε την γυναίκα του Εριφύλη να μη φανερώσει που βρίσκεται ο ίδιος και να μη δεχθεί δώρο από τον Πολυνείκη. Όμως ο Πολυνείκης εξαπάτησε την Εριφύλη χαρίζοντας την το φημισμένο περιδέραιο της Αρμονίας, της γυναίκας του βασιλιά της Θήβας Κάδμου. Ο Αμφιάραος αναγκάστηκε να εκστρατεύσει με τους άλλους έξι αρχηγούς. Πριν φύγει όμως για τον πόλεμο παρότρυνε στα παιδιά του, τον Αμφίλοχο και τον Αλκμαίωνα, όταν ενηλικιωθούν να σκοτώσουν την μητέρα τους και να εκστρατεύσουν κατά των Θηβών. Όπως προέβλεψε ο Αμφιάραος φονεύθηκαν οι στρατηγοί εκτός του Αδράστου. Ο Αμφιάραος καθώς υποχωρούσε με το άρμα του προς την Αττική τη στιγμή που ο διώκτης του ο Περικλύμενος ετοιμαζόταν να τον σκοτώσει, ο Ζευς ρίχνει τον κεραυνό του, άνοιξε η γη και τον κατάπιε μαζί με το άρμα του και τον ηνίοχό του. Ο Αμφιάραος κατέβηκε στον Άδη άτρωτος και τέθριππος.
Δεν είχε παρέλθει όμως πολύς χρόνος και ο ήρωας αυτός αναδύθηκε από το χάσμα του εδάφους, από το οποίο ανέβλυζε νερό. Από την ιερή πηγή ξεκίνησε η λατρεία του Αμφιαράου. Σ’ αυτή τίποτε δεν θυσίαζαν, ούτε χρησιμοποιούσαν το νερό της για καθαρμούς. Όταν όμως ένας θεραπευθεί από την αρρώστια κατόπιν μαντείας που του δόθηκε, υπήρχε η συνήθεια να ρίχνει ασημένια ή χρυσά νομίσματα στην πηγή. Με την προσφορά ο θεραπευμένος εξέφραζε την επιθυμία του να αμείψει τον θεό για την ευεργεσία. Σήμερα όταν κάνουμε μία ευχή ρίχνουμε νομίσματα σε κρήνες. Το νερό της ιερής πηγής του Αμφιαράου αναβλύζει κατά καιρούς σε μία μακρόστενη δεξαμενή κοντά στον βωμό.
Από ήρωας ο Αμφιάραος τώρα έγινε θεός με την ειδικότητα του μάντη και του θεραπευτή. Στο μυθικό παρελθόν υπήρχαν περιπτώσεις ηρώων που τιμήθηκαν ως θεοί, όπως ο Τροφώνιος της Λεβαδιάς. Εκεί λοιπόν όπου εξεβράσθηκε ο Αμφιάραος, ιδρύθηκε μεγαλοπρεπής ναός με ονειρομαντείο και θεραπευτήριο φέροντας το όνομά του. Από τον Ηρόδοτο και τον Στράβωνα μαθαίνουμε ότι ο Αμφιάραος αρχικά λατρεύτηκε στην Θήβα. Το θηβαϊκό Αμφιάρειο έχασε την φήμη του από τον 5 π.Χ. αι. Κάποιος ευλαβής Ορώπιος πήρε χρησμό να ιδρύσει νέο ιερό στην τοποθεσία όπου θύμιζε την εξαφάνιση του ήρωα βαθιά στη γη. Ο μεγάλος βωμόςΣτα τέλη του 5ου π.Χ. αι. ιδρύθηκε το Αμφιάρειο του Ωρωπού. Δίπλα στην ιερή πηγή κτίστηκε επιβλητικός βωμός μνημειακής όψης (4,60 Χ 8,90 μ.). Του βωμού σώζεται μόνο το κάτω μέρος. Διακρίνονται και δύο βωμοί παλαιοτέρας εποχής. Στον υπερκείμενο χώρο του βωμού υπάρχουν ίχνη λαξευμένων εδωλίων τα οποία προοριζόταν για τους θεατές των θυσιών όπου γινόταν πάνω στον βωμό από τους ιερείς. Ο βωμός ήταν αφιερωμένος σε διάφορες θεότητες, ήρωες και συζύγους ηρώων, όπως στους Ηρακλή, Δία, Απόλλωνα, Ερμή, Αφροδίτη, Αθηνά, Πανάκεια, Ιασώ, Υγεία, Αμφίλοχο και τα παιδιά του, ενώ ο Αλκμαίων δεν τιμάται επειδή διέπραξε το σχετικό έγκλημα με την Εριφύλη. Τέλος υπάρχει αφιέρωση για τις Νύμφες, τον Πάνα καθώς και για τους ποταμούς Αχελώο και Κηφισό.
Η συστηματική ανασκαφή που άρχισε το 1884 από την Αρχαιολογική Εταιρεία με την εποπτεία του αρχαιοδίφη και εφόρου Βασιλείου Λεονάρδου, κράτησε ως το 1929 αποκαλύπτοντας πολλά μνημεία και επιγραφές και μας έδωσε σπουδαίες πληροφορίες σχετικά με την λατρεία του Αμφιαράου και την ακτινοβολία του στον αρχαίο κόσμο. Οι επιγραφές και τα ανάγλυφα που ανακαλύφθηκαν επιβεβαιώνουν την ακριβέστατη περιγραφή του Παυσανία για την λειτουργία του Αμφιαράειου.
Τα ερείπια του ναού του Αμφιάραου
Σε μικρή απόσταση δυτικά από τον μεγάλο βωμό βρίσκονται τα ερείπια του μεγάλου ναού του Αμφιαράου του 4 π.Χ. αι. Η θεμελίωση έχει διαστάσεις29 Χ 14 μ. Στην πλευρά της εισόδου υπήρχε πρόναος με έξι δωρικούς κίονες ανάμεσα σε παραστάδες. Πίσω από την κιονοστοιχία της πρόσοψης υπήρχε ο πρόδομος με μαρμάρινους πάγκους στους τοίχους για να αναπαύονται οι επισκέπτες και κατόπιν ο σηκός ο οποίος ήταν χωρισμένος σε τρία κλίτη, με δύο σειρές από ραβδωτούς ιωνικούς κίονες τοποθετημένους σ’ όλο το μήκος του σηκού. Στο κεντρικό κλίτος υπήρχε μαρμάρινο άγαλμα του Αμφιαράου που είχε τον τύπο του όρθιου Ασκληπιού.
Το άγαλμα σήμερα είναι ακρωτηριασμένο. Μπροστά από το άγαλμα βρισκόταν η μαρμάρινη τράπεζα προσφορών με την χρυσή φιάλη, όπου έκανε σπονδές ο ιερέας. Στο βάθος του σηκού υπήρχε το άδυτο για την φύλαξη λατρευτικών σκευών. Ο ναός ήταν κατασκευασμένος από ντόπιο ασβεστόλιθο. Στην αρχαιότητα ο ναός ήταν γεμάτος από αφιερώματα των πιστών, μικρά ομοιώματα μελών του ανθρώπινου σώματος που έχουν θεραπευτεί και νομίσματα κολλημένα με κερί όπως συμβαίνει και σήμερα στις εκκλησίες με τα τάματα. Σώζεται μόνο το βορειοδυτικό τμήμα του ναού γιατί το υπόλοιπο τμήμα του παρασύρθηκε από τον χείμαρρο Μαυροδήλεσι στα ύστερα Ρωμαϊκά χρόνια. Το ποτάμι παρέσυρε το ανάλημμα που συγκρατούσε τα χώματα πάνω στα οποία ήταν θεμελιωμένος ο ναός. Πριν χτιστεί ο μεγάλος ναός υπήρχε ένας μικρός βορειότερα ο οποίος συνυπήρχε με τον μεγάλο επί ένα τουλάχιστον αιώνα.
Από τα σημαντικότερα μνημεία του Αμφιαρείου θεωρείται η Μεγάλη Στοά που χρησίμευε για την εγκοίμηση των προσκυνητών. Όσοι έπασχαν από κάποια αρρώστια και ήθελαν να βρουν ίαση ή ήθελαν την συμβουλή του Θεού για να λύσουν κάποιο πρόβλημα, ελάμβαναν χρησμό κατά την εγκοίμηση πάνω στην προβιά του κριού που την θυσίαζαν αφού προηγουμένως είχαν κάνει αποχή από οινοποσία και μιας ημέρας νηστεία. Μέσα στον ύπνο ο προσκυνητής δεχόταν σε όνειρο την συμβουλή του Θεού ή ακόμα και θεραπευόταν. Τα όνειρα τα ερμήνευαν οι ιερείς.
Μεγάλη Στοά
Η Μεγάλη Στοά χτίστηκε γύρω στα 350 π.Χ. Είχε μήκος 110,15 μ. και πλάτος 10,78 μ. Στην πρόσοψη είχε 41 πώρινες δωρικές κίονες και στο εσωτερικό είχε 17 κίονες Ιωνικού ρυθμού, οι οποίοι χώριζαν το κτήριο στο μήκος σε δύο κλίτη. Στα δύο πέρατα της στοάς κατασκευάστηκαν ανά ένα δωμάτιο διαστάσεων περίπου 10 Χ 5,5 μέτρων για την εγκοίμηση των αρρώστων και των χρηστηριαζομένων.
Η στοά είναι το πιο χαρακτηριστικό κτήριο της αρχαίας Ελλάδος. Εκτός από την ονειρομαντεία, η στοά χρησίμευε για την διαμονή των επισκεπτών, για την ανάπαυση και την συζήτηση. Ας μη λησμονούμε ότι η στοά ήταν συνδεδεμένη με τις κοινωνικές και πνευματικές συνήθειες των Ελλήνων. Στοές υπήρχαν και στις αγορές. Ο Πλάτων συζητούσε στην στοά, ο δε φιλόσοφος Ζήνων και οι διάδοχοι του χρησιμοποιούσαν την Ποικίλη Στοά για την διδασκαλία τους (Στωϊκοί Φιλόσοφοι).
Απαραίτητο θεραπευτικό στοιχείο του Αμφιαράειου ήταν τα λουτρά, για σωματικό καθαρμό και ψυχική εξυγίανση. Οι εγκαταστάσεις των λουτρών αποτελούνταν από το ανδρείο και το γυναικείο λουτρό. Το δάπεδο των λουτρών ήταν στρωμένο με λίθινες πλάκες και χαραγμένο για να μη γλιστράνε οι λουόμενοι. Υπήρχε υπόκαυστο δηλαδή κάτω από το δάπεδο κυκλοφορούσε ζεστός ατμός που διοχετευόταν από πολλές τρύπες μέσα στους λουτήρες. Το σύστημα αυτό (θέρμες) πέρασε στους Ρωμαίους, στους Βυζαντινούς και αργότερα στους Οθωμανούς με τα λεγόμενα χαμάμ. Οι πάσχοντες πριν υποστούν θεραπεία, έπρεπε να κάνουν χρήση θερμού ή ψυχρού λουτρού, ανάλογα την περίσταση. Σήμερα από τα λουτρά σώζεται μία δεξαμενή και δύο μεγάλες λεκάνες.
Μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού το Αμφιαράειο καταστράφηκε. Μόνο ο χώρος των λουτρικών εγκαταστάσεων στα παλαιοχριστιανικά χρόνια ξαναχρησιμοποιήθηκε. Πάνω στα ερείπια των αρχαίων λουτρών χτίστηκε μία νέα λουτρική εγκατάσταση με επτά συνολικά δωμάτια σε σχήμα του γράμματος L. Δύο από τα δωμάτια είχαν χτιστούς πάγκους για να κάθονται εκείνοι που περίμεναν να λουστούν, άλλο δωμάτιο είχε δεξαμενή νερού, και δύο είχαν υπόκαυστα (θέρμες).
Λείψανα του θεάτρου
Κάθε μαντείο και θεραπευτήριο είχε κατά γενικό κανόνα και το θέατρο του για μουσικές και λογοτεχνικές εκδηλώσεις. Το θέατρο του Αμφιάρειου διαμορφώθηκε γύρω στα 190 π.Χ. και βρίσκεται ψηλότερα από τη Μεγάλη Στοά. Το κοίλον λαξεύτηκε στην πλαγιά του λόφου του οποίου σώζονται τα πώρινα εδώλια. Η στρογγυλή ορχήστρα έχει διάμετρο 12,36 μ. Στην ορχήστρα ο ιερεύς Νίκων τον 1ο αι. π.Χ. αφιέρωσε πέντε πλουσιοχτοισμένους μαρμάρινους θρόνους. Όλοι τους έχουν την επιγραφή “Νίκων Νίκωνος ιερεύς γενόμενος Αμφιαράωι”.
Απέναντι από την ορχήστρα υψώνεται η αναστηλωμένη κιονοστοιχία του προσκηνίου του θεάτρου με οκτώ δωρικές κολόνες. Ανάμεσα στους κίονες τοποθετούσαν πίνακες, οι οποίοι παρουσίαζαν ζωγραφισμένες τις παραστάσεις σχετικά με τα έργα που παίζονταν στο θέατρο. Πάνω από το προσκήνιο υπήρχε ένας εξώστης. Στα παλαιότερα χρόνια τα έργα παίζονταν στην ορχήστρα από τον χορό και τους ηθοποιούς. Από τον 2ο π.Χ. αι. ο χορός σχεδόν εξαφανίσθηκε, οι ηθοποιοί έπαιζαν τα έργα πάνω στον εξώστη της σκηνής.
Πολυτελής μαρμάρινος θρόνος του θεάτρου
Συνεχίζοντας την περιπλάνηση στον αρχαιολογικό χώρο του Αμφιαράειου δυτικά της Μεγάλης Στοάς υπάρχει μία σειρά από μνημειώδεις βάσεις αγαλμάτων. Τα αγάλματα όλα καταστράφηκαν, σώζονται μόνο οι βάσεις, τα βάθρα με χαραγμένες επιγραφές και μικρά γράμματα. Πρόκειται για αφιερώματα σημαντικών προσώπων και κατάλογοι νικητών αγώνων (Αμφιάρεια). Υπάρχουν επίσης στήλες με επιγραφές που αφορούσαν ψηφίσματα για την επισκευή του ιερού και τον Ιερό Νόμο που καθόριζε τον τρόπο διοίκησης του ιερού.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι οι Αθηναίοι τίμησαν τον Βρούτο, δολοφόνο του Ιουλίου Καίσαρος, με μία αφιερωματική επιγραφή που χάραξαν πάνω σ’ ένα βάθρο επί του οποίου είχε στηθεί έφιππος ανδριάντας. Μάλιστα οι Ωρώπιοι έσβησαν την επιγραφή του 3ου π.Χ. αι. και χάραξαν τη νέα επιγραφή του Βρούτου στο 42 π.Χ. Άλλο ένα δείγμα υποτελείας και παρακμής ήταν να σβήσουν την αναθηματική επιγραφή κάποιου σπουδαίου Έλληνα του 3ου π.Χ. αι. και να χαράξουν το όνομα του Γαϊου Σκριβωνίου Κουρίωνος συνεργάτη του καταστροφέα Σύλλα. Ο Σύλλας αν και είχε κατεδαφίσει πολλά ιερά της Ελλάδος έκανε δωρεές στον Ωρωπό και στο Αμφιάρειο για την άνθηση των αγώνων.
Οι Ωρώπιοι τιμούσαν τον Αμφιάραο κάθε πέμπτο χρόνο με μουσικούς, ποιητικούς, αθλητικούς και ιππικούς αγώνες (Μεγάλα Αμφιάρεια). Οι αγώνες ήταν πανελλήνιοι και έπαιρναν μέρος από όλη την Ελλάδα, Μικρά Ασία και την Κάτω Ιταλία. Οι αθλητικοί αγώνες διεξάγονταν στο στάδιο που πιθανότατα βρισκόταν μπροστά από την Μεγάλη Στοά. Ως ιππόδρομο χρησίμευαν την μικρή πεδιάδα βόρεια του Ιερού, το αυλοτόπι όπως ονομάζουν οι ντόπιοι σήμερα, γεμάτη με καλλιέργειες κι αμπέλια.
Στην αρχαιότητα για να περάσει κανείς στη δεξιά όχθη του ποταμού υπήρχε μία γέφυρα, η οποία καταστράφηκε. Στη μία άκρη της ήταν τα ανδρικά λουτρά, στην άλλη υπάρχει μία κλεψύδρα. Η Κλεψύδρα ήταν ένα μεγάλο υδραυλικό ωρολόϊ, υπόγειο κτίσμα με χτιστή τετράγωνη λεκάνη που λειτουργούσε ως εξής : Όταν γέμιζε η λεκάνη με νερό, επέπλεε ένα κομμάτι ξύλου. Στον πυθμένα της λεκάνης υπήρχε στενή τρύπα από την οποία άδειαζε με πολύ αργό ρυθμό το νερό από ένα κρούνο και προκαλούσε την πτώση της στάθμης του νερού παρασύροντας προς τον πυθμένα το κομμάτι του ξύλου με τον προσαρμοσμένο σ’ αυτό δείχτη, ο οποίος κατέβαινε κι’ αυτός σε αριθμημένη κλίμακα κι έδειχνε την ώρα πάνω στην κλίμακα. Παρόμοια κλεψύδρα υπήρχε και στην αρχαία αγορά της Αθήνας.
Στην δεξιά όχθη που ήταν κατοικήσιμη περιοχή υπήρχαν ξενώνες, αγορά, αγορανόμιο, κατώγια δηλαδή ξενοδοχεία, για όσους ήθελαν να μείνουν περισσότερο καιρό. Από τις επιγραφές πληροφορούμεθα ότι υπήρχαν καπηλεία, μαγαζιά που εξυπηρετούσαν τους ξένους. Υπήρχαν ακόμη και εργαστήρια για να επισκευάσει κανείς τα παπούτσια του. Ιδιαίτερη ζωντάνια αποκτούσε η δεξιά όχθη όταν τελούσαν τα Μεγάλα Αμφιάρεια. Ο τόπος γέμιζε με ετερόκλητο πλήθος, με σκηνές, πάγκους και παραπήγματα. Κάτι σαν τα σημερινά πανηγύρια της Τεγέας και του Μυστρά.
Το παρθένο δάσος που περιβάλλει τον ιερό χώρο, στο παρελθόν δοκιμάστηκε πολλές φορές από τις πυρκαγιές των νεοβαρβάρων εμπρηστών. Όμως το Αμφιάρειο ως εκ θαύματος έμεινε άθικτο. Ο φανατισμός των πρωτοχριστιανικών αιώνων κι οι βαρβαρικές επιδρομές αν και ερήμωσαν το Αμφιάρειο, εν τούτοις δεν μπόρεσαν να σβήσουν την ανάμνηση και τον μαγνητισμό του ιερού. Ως πότε όμως οι θεοί και οι νύμφες θα προστατεύουν τα δάση και τα διασωθέντα μνημεία της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Η γεωμορφολογία του ιερού χώρου μας παραπέμπει στον αρχέγονο μύθο του ήρωα Αμφιαράου. Ο Αισχύλος στην τραγωδία του “Επτά επί Θήβας” μας εξιστορεί τα γεγονότα που έγιναν αίτια για την ίδρυση του ιερού. Ο Αμφιάραος ήταν γιος του Οικλέους και εγγονός του μάντη θεραπευτή Μελάμποδος.
Ο Αμφιάραος βασίλευσε στο Άργος μαζί με τον Άδραστο, του οποίου την αδελφή του Εριφύλη νυμφεύτηκε. Κάποτε ο Πολυνείκης, υιός του Οιδίποδος εκδιώχτηκε από τον αδελφό του Ετεοκλή, ήλθε στο Άργος και ζήτησε βοήθεια για να καταλάβει την Θήβα. Ο Αμφιάραος ως μάντης που ήταν, αρνήθηκε να πάει επειδή ήξερε πως όσοι θα έπαιρναν μέρος στην εκστρατεία αυτή θα εφονεύοντο, εκτός από τον Άδραστο. Ο Αμφιάραος συμβούλεψε την γυναίκα του Εριφύλη να μη φανερώσει που βρίσκεται ο ίδιος και να μη δεχθεί δώρο από τον Πολυνείκη. Όμως ο Πολυνείκης εξαπάτησε την Εριφύλη χαρίζοντας την το φημισμένο περιδέραιο της Αρμονίας, της γυναίκας του βασιλιά της Θήβας Κάδμου. Ο Αμφιάραος αναγκάστηκε να εκστρατεύσει με τους άλλους έξι αρχηγούς. Πριν φύγει όμως για τον πόλεμο παρότρυνε στα παιδιά του, τον Αμφίλοχο και τον Αλκμαίωνα, όταν ενηλικιωθούν να σκοτώσουν την μητέρα τους και να εκστρατεύσουν κατά των Θηβών. Όπως προέβλεψε ο Αμφιάραος φονεύθηκαν οι στρατηγοί εκτός του Αδράστου. Ο Αμφιάραος καθώς υποχωρούσε με το άρμα του προς την Αττική τη στιγμή που ο διώκτης του ο Περικλύμενος ετοιμαζόταν να τον σκοτώσει, ο Ζευς ρίχνει τον κεραυνό του, άνοιξε η γη και τον κατάπιε μαζί με το άρμα του και τον ηνίοχό του. Ο Αμφιάραος κατέβηκε στον Άδη άτρωτος και τέθριππος.
Δεν είχε παρέλθει όμως πολύς χρόνος και ο ήρωας αυτός αναδύθηκε από το χάσμα του εδάφους, από το οποίο ανέβλυζε νερό. Από την ιερή πηγή ξεκίνησε η λατρεία του Αμφιαράου. Σ’ αυτή τίποτε δεν θυσίαζαν, ούτε χρησιμοποιούσαν το νερό της για καθαρμούς. Όταν όμως ένας θεραπευθεί από την αρρώστια κατόπιν μαντείας που του δόθηκε, υπήρχε η συνήθεια να ρίχνει ασημένια ή χρυσά νομίσματα στην πηγή. Με την προσφορά ο θεραπευμένος εξέφραζε την επιθυμία του να αμείψει τον θεό για την ευεργεσία. Σήμερα όταν κάνουμε μία ευχή ρίχνουμε νομίσματα σε κρήνες. Το νερό της ιερής πηγής του Αμφιαράου αναβλύζει κατά καιρούς σε μία μακρόστενη δεξαμενή κοντά στον βωμό.
Από ήρωας ο Αμφιάραος τώρα έγινε θεός με την ειδικότητα του μάντη και του θεραπευτή. Στο μυθικό παρελθόν υπήρχαν περιπτώσεις ηρώων που τιμήθηκαν ως θεοί, όπως ο Τροφώνιος της Λεβαδιάς. Εκεί λοιπόν όπου εξεβράσθηκε ο Αμφιάραος, ιδρύθηκε μεγαλοπρεπής ναός με ονειρομαντείο και θεραπευτήριο φέροντας το όνομά του. Από τον Ηρόδοτο και τον Στράβωνα μαθαίνουμε ότι ο Αμφιάραος αρχικά λατρεύτηκε στην Θήβα. Το θηβαϊκό Αμφιάρειο έχασε την φήμη του από τον 5 π.Χ. αι. Κάποιος ευλαβής Ορώπιος πήρε χρησμό να ιδρύσει νέο ιερό στην τοποθεσία όπου θύμιζε την εξαφάνιση του ήρωα βαθιά στη γη. Ο μεγάλος βωμόςΣτα τέλη του 5ου π.Χ. αι. ιδρύθηκε το Αμφιάρειο του Ωρωπού. Δίπλα στην ιερή πηγή κτίστηκε επιβλητικός βωμός μνημειακής όψης (4,60 Χ 8,90 μ.). Του βωμού σώζεται μόνο το κάτω μέρος. Διακρίνονται και δύο βωμοί παλαιοτέρας εποχής. Στον υπερκείμενο χώρο του βωμού υπάρχουν ίχνη λαξευμένων εδωλίων τα οποία προοριζόταν για τους θεατές των θυσιών όπου γινόταν πάνω στον βωμό από τους ιερείς. Ο βωμός ήταν αφιερωμένος σε διάφορες θεότητες, ήρωες και συζύγους ηρώων, όπως στους Ηρακλή, Δία, Απόλλωνα, Ερμή, Αφροδίτη, Αθηνά, Πανάκεια, Ιασώ, Υγεία, Αμφίλοχο και τα παιδιά του, ενώ ο Αλκμαίων δεν τιμάται επειδή διέπραξε το σχετικό έγκλημα με την Εριφύλη. Τέλος υπάρχει αφιέρωση για τις Νύμφες, τον Πάνα καθώς και για τους ποταμούς Αχελώο και Κηφισό.
Η συστηματική ανασκαφή που άρχισε το 1884 από την Αρχαιολογική Εταιρεία με την εποπτεία του αρχαιοδίφη και εφόρου Βασιλείου Λεονάρδου, κράτησε ως το 1929 αποκαλύπτοντας πολλά μνημεία και επιγραφές και μας έδωσε σπουδαίες πληροφορίες σχετικά με την λατρεία του Αμφιαράου και την ακτινοβολία του στον αρχαίο κόσμο. Οι επιγραφές και τα ανάγλυφα που ανακαλύφθηκαν επιβεβαιώνουν την ακριβέστατη περιγραφή του Παυσανία για την λειτουργία του Αμφιαράειου.
Τα ερείπια του ναού του Αμφιάραου
Σε μικρή απόσταση δυτικά από τον μεγάλο βωμό βρίσκονται τα ερείπια του μεγάλου ναού του Αμφιαράου του 4 π.Χ. αι. Η θεμελίωση έχει διαστάσεις29 Χ 14 μ. Στην πλευρά της εισόδου υπήρχε πρόναος με έξι δωρικούς κίονες ανάμεσα σε παραστάδες. Πίσω από την κιονοστοιχία της πρόσοψης υπήρχε ο πρόδομος με μαρμάρινους πάγκους στους τοίχους για να αναπαύονται οι επισκέπτες και κατόπιν ο σηκός ο οποίος ήταν χωρισμένος σε τρία κλίτη, με δύο σειρές από ραβδωτούς ιωνικούς κίονες τοποθετημένους σ’ όλο το μήκος του σηκού. Στο κεντρικό κλίτος υπήρχε μαρμάρινο άγαλμα του Αμφιαράου που είχε τον τύπο του όρθιου Ασκληπιού.
Το άγαλμα σήμερα είναι ακρωτηριασμένο. Μπροστά από το άγαλμα βρισκόταν η μαρμάρινη τράπεζα προσφορών με την χρυσή φιάλη, όπου έκανε σπονδές ο ιερέας. Στο βάθος του σηκού υπήρχε το άδυτο για την φύλαξη λατρευτικών σκευών. Ο ναός ήταν κατασκευασμένος από ντόπιο ασβεστόλιθο. Στην αρχαιότητα ο ναός ήταν γεμάτος από αφιερώματα των πιστών, μικρά ομοιώματα μελών του ανθρώπινου σώματος που έχουν θεραπευτεί και νομίσματα κολλημένα με κερί όπως συμβαίνει και σήμερα στις εκκλησίες με τα τάματα. Σώζεται μόνο το βορειοδυτικό τμήμα του ναού γιατί το υπόλοιπο τμήμα του παρασύρθηκε από τον χείμαρρο Μαυροδήλεσι στα ύστερα Ρωμαϊκά χρόνια. Το ποτάμι παρέσυρε το ανάλημμα που συγκρατούσε τα χώματα πάνω στα οποία ήταν θεμελιωμένος ο ναός. Πριν χτιστεί ο μεγάλος ναός υπήρχε ένας μικρός βορειότερα ο οποίος συνυπήρχε με τον μεγάλο επί ένα τουλάχιστον αιώνα.
Από τα σημαντικότερα μνημεία του Αμφιαρείου θεωρείται η Μεγάλη Στοά που χρησίμευε για την εγκοίμηση των προσκυνητών. Όσοι έπασχαν από κάποια αρρώστια και ήθελαν να βρουν ίαση ή ήθελαν την συμβουλή του Θεού για να λύσουν κάποιο πρόβλημα, ελάμβαναν χρησμό κατά την εγκοίμηση πάνω στην προβιά του κριού που την θυσίαζαν αφού προηγουμένως είχαν κάνει αποχή από οινοποσία και μιας ημέρας νηστεία. Μέσα στον ύπνο ο προσκυνητής δεχόταν σε όνειρο την συμβουλή του Θεού ή ακόμα και θεραπευόταν. Τα όνειρα τα ερμήνευαν οι ιερείς.
Μεγάλη Στοά
Η Μεγάλη Στοά χτίστηκε γύρω στα 350 π.Χ. Είχε μήκος 110,15 μ. και πλάτος 10,78 μ. Στην πρόσοψη είχε 41 πώρινες δωρικές κίονες και στο εσωτερικό είχε 17 κίονες Ιωνικού ρυθμού, οι οποίοι χώριζαν το κτήριο στο μήκος σε δύο κλίτη. Στα δύο πέρατα της στοάς κατασκευάστηκαν ανά ένα δωμάτιο διαστάσεων περίπου 10 Χ 5,5 μέτρων για την εγκοίμηση των αρρώστων και των χρηστηριαζομένων.
Η στοά είναι το πιο χαρακτηριστικό κτήριο της αρχαίας Ελλάδος. Εκτός από την ονειρομαντεία, η στοά χρησίμευε για την διαμονή των επισκεπτών, για την ανάπαυση και την συζήτηση. Ας μη λησμονούμε ότι η στοά ήταν συνδεδεμένη με τις κοινωνικές και πνευματικές συνήθειες των Ελλήνων. Στοές υπήρχαν και στις αγορές. Ο Πλάτων συζητούσε στην στοά, ο δε φιλόσοφος Ζήνων και οι διάδοχοι του χρησιμοποιούσαν την Ποικίλη Στοά για την διδασκαλία τους (Στωϊκοί Φιλόσοφοι).
Απαραίτητο θεραπευτικό στοιχείο του Αμφιαράειου ήταν τα λουτρά, για σωματικό καθαρμό και ψυχική εξυγίανση. Οι εγκαταστάσεις των λουτρών αποτελούνταν από το ανδρείο και το γυναικείο λουτρό. Το δάπεδο των λουτρών ήταν στρωμένο με λίθινες πλάκες και χαραγμένο για να μη γλιστράνε οι λουόμενοι. Υπήρχε υπόκαυστο δηλαδή κάτω από το δάπεδο κυκλοφορούσε ζεστός ατμός που διοχετευόταν από πολλές τρύπες μέσα στους λουτήρες. Το σύστημα αυτό (θέρμες) πέρασε στους Ρωμαίους, στους Βυζαντινούς και αργότερα στους Οθωμανούς με τα λεγόμενα χαμάμ. Οι πάσχοντες πριν υποστούν θεραπεία, έπρεπε να κάνουν χρήση θερμού ή ψυχρού λουτρού, ανάλογα την περίσταση. Σήμερα από τα λουτρά σώζεται μία δεξαμενή και δύο μεγάλες λεκάνες.
Μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού το Αμφιαράειο καταστράφηκε. Μόνο ο χώρος των λουτρικών εγκαταστάσεων στα παλαιοχριστιανικά χρόνια ξαναχρησιμοποιήθηκε. Πάνω στα ερείπια των αρχαίων λουτρών χτίστηκε μία νέα λουτρική εγκατάσταση με επτά συνολικά δωμάτια σε σχήμα του γράμματος L. Δύο από τα δωμάτια είχαν χτιστούς πάγκους για να κάθονται εκείνοι που περίμεναν να λουστούν, άλλο δωμάτιο είχε δεξαμενή νερού, και δύο είχαν υπόκαυστα (θέρμες).
Λείψανα του θεάτρου
Κάθε μαντείο και θεραπευτήριο είχε κατά γενικό κανόνα και το θέατρο του για μουσικές και λογοτεχνικές εκδηλώσεις. Το θέατρο του Αμφιάρειου διαμορφώθηκε γύρω στα 190 π.Χ. και βρίσκεται ψηλότερα από τη Μεγάλη Στοά. Το κοίλον λαξεύτηκε στην πλαγιά του λόφου του οποίου σώζονται τα πώρινα εδώλια. Η στρογγυλή ορχήστρα έχει διάμετρο 12,36 μ. Στην ορχήστρα ο ιερεύς Νίκων τον 1ο αι. π.Χ. αφιέρωσε πέντε πλουσιοχτοισμένους μαρμάρινους θρόνους. Όλοι τους έχουν την επιγραφή “Νίκων Νίκωνος ιερεύς γενόμενος Αμφιαράωι”.
Απέναντι από την ορχήστρα υψώνεται η αναστηλωμένη κιονοστοιχία του προσκηνίου του θεάτρου με οκτώ δωρικές κολόνες. Ανάμεσα στους κίονες τοποθετούσαν πίνακες, οι οποίοι παρουσίαζαν ζωγραφισμένες τις παραστάσεις σχετικά με τα έργα που παίζονταν στο θέατρο. Πάνω από το προσκήνιο υπήρχε ένας εξώστης. Στα παλαιότερα χρόνια τα έργα παίζονταν στην ορχήστρα από τον χορό και τους ηθοποιούς. Από τον 2ο π.Χ. αι. ο χορός σχεδόν εξαφανίσθηκε, οι ηθοποιοί έπαιζαν τα έργα πάνω στον εξώστη της σκηνής.
Πολυτελής μαρμάρινος θρόνος του θεάτρου
Συνεχίζοντας την περιπλάνηση στον αρχαιολογικό χώρο του Αμφιαράειου δυτικά της Μεγάλης Στοάς υπάρχει μία σειρά από μνημειώδεις βάσεις αγαλμάτων. Τα αγάλματα όλα καταστράφηκαν, σώζονται μόνο οι βάσεις, τα βάθρα με χαραγμένες επιγραφές και μικρά γράμματα. Πρόκειται για αφιερώματα σημαντικών προσώπων και κατάλογοι νικητών αγώνων (Αμφιάρεια). Υπάρχουν επίσης στήλες με επιγραφές που αφορούσαν ψηφίσματα για την επισκευή του ιερού και τον Ιερό Νόμο που καθόριζε τον τρόπο διοίκησης του ιερού.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι οι Αθηναίοι τίμησαν τον Βρούτο, δολοφόνο του Ιουλίου Καίσαρος, με μία αφιερωματική επιγραφή που χάραξαν πάνω σ’ ένα βάθρο επί του οποίου είχε στηθεί έφιππος ανδριάντας. Μάλιστα οι Ωρώπιοι έσβησαν την επιγραφή του 3ου π.Χ. αι. και χάραξαν τη νέα επιγραφή του Βρούτου στο 42 π.Χ. Άλλο ένα δείγμα υποτελείας και παρακμής ήταν να σβήσουν την αναθηματική επιγραφή κάποιου σπουδαίου Έλληνα του 3ου π.Χ. αι. και να χαράξουν το όνομα του Γαϊου Σκριβωνίου Κουρίωνος συνεργάτη του καταστροφέα Σύλλα. Ο Σύλλας αν και είχε κατεδαφίσει πολλά ιερά της Ελλάδος έκανε δωρεές στον Ωρωπό και στο Αμφιάρειο για την άνθηση των αγώνων.
Οι Ωρώπιοι τιμούσαν τον Αμφιάραο κάθε πέμπτο χρόνο με μουσικούς, ποιητικούς, αθλητικούς και ιππικούς αγώνες (Μεγάλα Αμφιάρεια). Οι αγώνες ήταν πανελλήνιοι και έπαιρναν μέρος από όλη την Ελλάδα, Μικρά Ασία και την Κάτω Ιταλία. Οι αθλητικοί αγώνες διεξάγονταν στο στάδιο που πιθανότατα βρισκόταν μπροστά από την Μεγάλη Στοά. Ως ιππόδρομο χρησίμευαν την μικρή πεδιάδα βόρεια του Ιερού, το αυλοτόπι όπως ονομάζουν οι ντόπιοι σήμερα, γεμάτη με καλλιέργειες κι αμπέλια.
Στην αρχαιότητα για να περάσει κανείς στη δεξιά όχθη του ποταμού υπήρχε μία γέφυρα, η οποία καταστράφηκε. Στη μία άκρη της ήταν τα ανδρικά λουτρά, στην άλλη υπάρχει μία κλεψύδρα. Η Κλεψύδρα ήταν ένα μεγάλο υδραυλικό ωρολόϊ, υπόγειο κτίσμα με χτιστή τετράγωνη λεκάνη που λειτουργούσε ως εξής : Όταν γέμιζε η λεκάνη με νερό, επέπλεε ένα κομμάτι ξύλου. Στον πυθμένα της λεκάνης υπήρχε στενή τρύπα από την οποία άδειαζε με πολύ αργό ρυθμό το νερό από ένα κρούνο και προκαλούσε την πτώση της στάθμης του νερού παρασύροντας προς τον πυθμένα το κομμάτι του ξύλου με τον προσαρμοσμένο σ’ αυτό δείχτη, ο οποίος κατέβαινε κι’ αυτός σε αριθμημένη κλίμακα κι έδειχνε την ώρα πάνω στην κλίμακα. Παρόμοια κλεψύδρα υπήρχε και στην αρχαία αγορά της Αθήνας.
Στην δεξιά όχθη που ήταν κατοικήσιμη περιοχή υπήρχαν ξενώνες, αγορά, αγορανόμιο, κατώγια δηλαδή ξενοδοχεία, για όσους ήθελαν να μείνουν περισσότερο καιρό. Από τις επιγραφές πληροφορούμεθα ότι υπήρχαν καπηλεία, μαγαζιά που εξυπηρετούσαν τους ξένους. Υπήρχαν ακόμη και εργαστήρια για να επισκευάσει κανείς τα παπούτσια του. Ιδιαίτερη ζωντάνια αποκτούσε η δεξιά όχθη όταν τελούσαν τα Μεγάλα Αμφιάρεια. Ο τόπος γέμιζε με ετερόκλητο πλήθος, με σκηνές, πάγκους και παραπήγματα. Κάτι σαν τα σημερινά πανηγύρια της Τεγέας και του Μυστρά.
Το παρθένο δάσος που περιβάλλει τον ιερό χώρο, στο παρελθόν δοκιμάστηκε πολλές φορές από τις πυρκαγιές των νεοβαρβάρων εμπρηστών. Όμως το Αμφιάρειο ως εκ θαύματος έμεινε άθικτο. Ο φανατισμός των πρωτοχριστιανικών αιώνων κι οι βαρβαρικές επιδρομές αν και ερήμωσαν το Αμφιάρειο, εν τούτοις δεν μπόρεσαν να σβήσουν την ανάμνηση και τον μαγνητισμό του ιερού. Ως πότε όμως οι θεοί και οι νύμφες θα προστατεύουν τα δάση και τα διασωθέντα μνημεία της πολιτισμικής μας κληρονομιάς.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου