Κυριακή 19 Νοεμβρίου 2023

Δ. ΛΙΑΝΤΙΝΗΣ: Το απάνθρωπο του “ου μοιχεύσεις”

Το κεφάλαιο είναι πολύ μεγάλο, θάπρεπε να γίνει ειδική ανάλυση επάνω σ’ αυτό, γιατί κατεβάζει ολόκληρη την ψυχολογία κι ολόκληρη τη φιλοσοφική ανθρωπολογία κάτω, και θέτει μπροστά στα πόδια μας. Θα σας το πω πολύ συνεπτυγμένα όμως. Πολύ συνοπτικά. Και είναι και η ουσία, το κεντρικό σημείο της ελληνικής ηθικής. Δεν είναι αυτό που λένε, που ακούμε στην τρέχουσα να λένε, ότι μία ωραία γυναίκα δεν ανήκει, δεν μπορεί να ανήκει ποτέ σε ένα μόνο άντρα. Έτσι λέει ο κόσμος, η αρβύλα και τα λοιπά.

Μιά ωραία γυναίκα δεν μπορεί να ανήκει σε έναν άντρα. Το πιό ισχυρό αρσενικό, είναι προορισμένο από τη φύση να την κατακτά. Και κατά τούτο είναι δραματική αυτή η γυναίκα. Δε λέω τραγική φύση, αλλά είναι δραματική. Το πιό; Αν κάτι ασυνείδητα από τη φύση της τη φέρνει, να θέλει, ίσως πληρώνει τα λύτρα της στην ευδοκία, στην εύνοια που της έδωσε η φύση να την κάνει τόσο όμορφη. Πληρώνει τα λύτρα. Είναι προορισμένη δηλαδή να κατακτιέται από το πιό ισχυρό, όταν λέμε πιό ισχυρό εννοούμε πιό ωραίο, αλλά ωραίο, έχουμε πει κι άλλη φορά, είναι βασικά κατηγορία δύναμης και νόησης η ομορφιά, έ; Μην τα λέμε αυτά, τα έχουμε ξαναπεί. Να κατακτιέται από το πιό ισχυρό αρσενικό γι’ αυτό δε μπορεί να ανήκει σε έναν άντρα, που σημαίνει κάπου, μοιχαλίς ή άπιστη.

Αυτή η ερμηνεία, είναι μιά ερμηνεία που μπορεί να φτάσει μέχρι σ’ ένα σημείο, αλλά δεν είναι εκείνο το βαθύτερο που εκφράζει τους Έλληνες. Το βαθύτερο που εκφράζει τους Έλληνες…και γι’ αυτό θέλησαν να πλάσουν έτσι την Ελένη, δηλαδή μοιχαλίδα, είναι το γεγονός ότι την ανθρώπινη φύση μέσα στον ορίζοντα της ηθικής, έτσι; μέσα στην κατηγορία της ηθικής, την είδανε οι Έλληνες σαν μία φυσική απορροή, μέσα από τη φυσική πραγματικότητα. Εάν φύγουμε από την ηθική και πάμε στη φύση, εκεί δεν υπάρχει πίστη και απιστία ανάμεσα στα φύλλα, στο αρσενικό και στο θηλυκό. Δεν υπάρχει πίστη. Είναι άλλοι οι νόμοι που λειτουργούν. Και βέβαια το σωστό, το ακέραιο, το αληθινό, δεν είναι η παράσταση που σχηματίζουμε από την οποιαδήποτε ηθική μιάς εποχής ή ενός πολιτισμού και τα λοιπά, αλλά είναι η παράσταση που σχηματίζουμε από τη φυσική οδηγία.

Και η φυσική οδηγία, εν προκειμένω, όταν θέλουμε να φτάσουμε πιά σ’αυτά τα βάθη, σ’αυτούς τους μυχούς, σ’αυτό το βαθύτερο κοίτασμα της φυσικής πραγματικότητας, των φυσικών νόμων, μας λέει ότι είναι μέσα στους κανόνες του παιχνιδιού, να μην ανήκει αυτή η έννοια της κατοχής και της κτήσης που έχουμε, σε παντρεύτηκα, με παντρεύτηκες, είσαι κτήμα μου, είμαι κτήμα σου.

Η ιδιοκτησία είναι κλοπή, είπε ο Pouldot, τον περασμένο αιώνα. Λοιπόν. Κι’αυτό είναι που σκοτώνει τον έρωτα, γιατί τον περιορίζουμε, τον εγκλωβίζουμε και τα λοιπά.

Εν πάσει περιπτώσει, αυτές οι απόψεις πάνε κάπως κόντρα, έ; – Εναντιώνονται στις τρέχουσες ηθικές αντιλήψεις και μάλιστα σε μία αστική, μικροαστική ή μεσοαστική αντίληψη. Θα ιδούμε, από την άλλη πλευρά, για να κατανοήσουμε αυτό το πράγμα, ότι και μέσα στην ιστορία, ποτέ δεν εφαρμόστηκε ο νόμος της μονογαμίας, γι’αυτό σας έλεγα κάποτε, το ου μοιχεύσεις, η όγδοη εντολή του Μωσαϊκού Νόμου, είναι, ό,τι το πιό απάνθρωπο, επινόησε, καθιέρωσε και επέβαλλε η Ιστορία, στην Ηθική. Είναι μιά δαμόκλειος… είναι μιά σπάθα, που κατεβαίνει και κόβει κεφαλές.

Γι’ αυτό το μόνο νόημα που έχει αυτή η εντολή, έχουμε ξαναπεί, είναι σταθερά, μέσα στην Ιστορία, να παραβαίνεται. Γιατί παραγνωρίζει την ανθρώπινη φύση. Εκείνο που θα λέγαμε, στην έσχατη και πιό επιεική περίπτωση, για το γεγονός ότι θέλησαν οι Έλληνες την Ελένη* μοιχαλίδα, είναι ότι είδανε αυτό το βάθος της ανθρώπινης φύσης που δε σημαίνει ότι εισάγει την ερωτική αναρχία ή την ηθική αναρχία.

Και μέσα στην ιστορία ποτέ δεν εφαρμόστηκε ο νόμος της μονογαμίας.

Γι’ αυτό σας έλεγα κάποτε ότι το “ου μοιχεύσεις” είναι ό,τι το πιο απάνθρωπο καθιέρωσε και επέβαλε η ιστορία στην ηθική.

Είναι μια σπάθα που κατεβαίνει και κόβει κεφαλές. Γι’ αυτό το μόνο νόημα που έχει αυτή η εντολή, έχουμε ξαναπεί, είναι: σταθερά, μέσα στην ιστορία να παραβαίνεται.

Γιατί παραγνωρίζει την ανθρώπινη φύση.

Εκείνο που θα λέγαμε στην έσχατη και πιο επιεική περίπτωση, για το γεγονός ότι θέλησαν οι Έλληνες την Ελένη μοιχαλίδα, είναι ότι είδανε αυτό το βάθος της ανθρώπινης φύσης, που δεν σημαίνει ότι εισάγει την ερωτική αναρχία ή την ηθική αναρχία. Το πρόβλημα, αυτό που μας δόθηκε η ευκαιρία προχθές που μιλήσαμε για πλατωνικό έρωτα, το πρόβλημα είναι να ‘σαι πάντα ηθικά εγρήγορος και να αγωνίζεσαι. Κι αν πέσεις να μπορέσεις να ξανασηκωθείς.

Εκεί είναι η ομορφιά και η δραματικότητα, και αν θέλετε και το μεγαλείο. Ο πόνος και η οδύνη που έχει η ηθική, σαν ζωντανή ηθική που λειτουργεί, με αίμα και με οστά και όχι με σχηματοποιημένες λύσεις και συνταγές και εντολές και σχήματα, να δίνει αυτό τον περιορισμό, ο οποίος, εδώ θα συμφωνήσετε μαζί μου, από την άποψη της ιστορικής εξέλιξης και της ιστορικής πείρας η απιστία είναι μέσα στους κανόνες. Απόδειξη το γεγονός που έχουμε πει πολλές φορές ότι σήμερα στους τρεις ο ένας χωρίζει. Τι θα πει χωρίζει; Έχει προηγηθεί απιστία. Έχει προηγηθεί μοιχεία ας το πούμε.
Έχει προηγηθεί το γνήσιο αυτό κοίτασμα της Ελένης όπως θελήσανε οι Έλληνες.

Αλλά, για νά ‘χουμε κι ολοκληρωμένη την εικόνα πρέπει να πούμε και κάτι άλλο. Εάν ο Όμηρος μας έδωσε την Ελένη, μοιχαλίδα, μ’ αυτό το στίγμα, μ’ αυτή τη ρετσινιά, και στεκόμαστε κριτικά και με επιφυλάξεις απέναντί του, μην ξεχνάμε από την άλλη μεριά ότι ο Όμηρος μας έδωσε και το αντίθετο. Τον άλλο πόλο. Η Ελένη η άπιστη, αλλά μας έδωσε και την Πηνελόπη την πιστή.

Και δεν έχουμε σταθεί στην προσπάθεια να ερμηνεύσουμε και να κατανοήσουμε τι σημαίνει ”Πηνελόπη πιστή”;
---------------------
Τώρα που κλείσανε τα βλέφαρά σου απάνω στα τοπία μας
κι είμαστε-σα να πέρασε μέσα μας η ομίχλη-
μόνοι ολομόναχοι τριγυρισμένοι απ’τις νεκρές εικόνες σου
»
ΕΛΥΤΗΣ (από το ποίημα ΕΛΕΝΗ)

Η θρυλική Ωραία Ελένη των ομηρικών επών έχει εμπνεύσει πολλούς καλλιτέχνες και ποιητές.

Η ομορφότερη γυναίκα του αρχαίου κόσμου έχει ιδωθεί από τόσες πολλές οπτικές γωνίες όσες και τα ποιήματα που έχουν γραφτεί γι’ αυτήν και οι πίνακες που την έχουν απεικονίσει. Το περίφημο Ελένειο δίλημμα κατά το οποίο η Ελένη χαρακτηρίζεται ή ως η άπιστη μοιχαλίδα που προκάλεσε τον όλεθρο του τρωικού πολέμου ή ως το σύμβολο της αιώνιας ομορφιάς που για χάρη της αξίζουν όλες οι θυσίες, απασχόλησε ποιητές και ακαδημαϊκούς και έδωσε έναυσμα για πολλές αντιπαραθέσεις.

Η παρετυμολογία του ονόματος της μας αφήνει αμήχανους.

Ελένη: έλανδρος, ελεναύς, ελέπολις (καταστρέφει άνδρες, πλοία, πόλεις)

Ελένη: το καλάθι των θυσιαστικών προσφορών.

Ελένη: Ελάνη, η λαμπάδα εκ καλάμου (κάλαμος= σπονδυλική στήλη)

Ελένη: Σέλας –σελένη, το φως του νου.

Ωραίος –α-ον: η ορθή αντίληψη του χρόνου, αυτός που παράγεται την κατάλληλη εποχή, στην ώρα του, ο ώριμος.

Η επικρατέστερη εκδοχή του μύθου της γέννησης της αναφέρει:

Ο Δίας –αιθέρας- νους ερωτεύεται την Λήδα-λήθη-νύχτα τη γυναίκα του Τυνδάρεω. Μεταμορφώνεται τότε σε λευκό κύκνο κι έχοντας συνεργό την Αφροδίτη που μεταμορφωμένη σε αητό να τον καταδιώκει, ζητάει καταφύγιο στην αγκαλιά της Λήδας. Η Λήδα τον δέχεται και από την συνεύρεση τους θα γεννηθούν στον Ταΰγετο με την πυραμιδοειδή κορυφή δύο αυγά. Στο ένα αυγό θα εκκολαφθούν οι Διόσκουροι, ο θνητός Κάστωρ κι ο αθάνατος Πολυδεύκης (πολύ-δευκής= γλυκός) , τα δύο θρυλικά αγαπημένα αδέλφια , οι καταστερωμμένοι ήρωες του φωτός.

Από το άλλο αυγό θα προβάλλει απαστράπτουσα, άσπιλη και αμόλυντη η Ελένη, η εκλεκτή της Αφροδίτης, η φανέρωση του Θεϊκού κάλλους.

Κατά μία μεταφυσική θεώρηση οι Διόσκουροι και η Ελένη γεννήθηκαν από το Ορφικόν ωόν της αύρας μας. Ο μεν θνητός Κάστωρ εκπροσωπεί την προσωπικότητα, το «εγώ», με οριζόντια διεύθυνση και έδρα την βάση των ενστίκτων, τα γεννητικά όργανα . Ο δε αθάνατος Πολυδεύκης έχει έδρα την επίφυση στον εγκέφαλο και ψυχικό προσανατολισμό. Τα δύο αδέλφια είναι ένας διπλός αυξομειούμενος μυητικός φωτισμός. Κατά την αναγκαία τους σύγκρουση πεθαίνει –σβήνει οικειοθελώς το φως του Κάστωρα της καλλιεργημένης προσωπικότητας μπροστά στην μεγαλοσύνη των πολλών πνευματικών διαστάσεων που αναδύονται με το φως του Πολυδεύκη. Είναι οι δύο πόλοι, οι φύλακες, που βοηθούν στην ωρίμανση της Ελένης ώστε να αυτοαποκαλυφθεί ως λάμπουσα Διάνοια και να συζεύξει τον ορατό με τον αόρατο κόσμο, εναρμονίζοντας τα δύο αντιμαχόμενα μέρη.

Η Ωραία Ελένη-Διάνοια σαν σπίθα θ’ ανέβει ξεκινώντας από την βάση την κάλαμο της σπονδυλικής στήλης (το Προμηθεϊκό πυρ ήταν κρυμμένο σε κάλαμο) και ισορροπώντας στο καρδιακό κέντρο (κατ΄άλλους στον μετωπιαίο τρίτο οφθαλμό) θα συντονίσει την εγκεφαλική συχνότητα με την συχνότητα του αιθερικού πλέγματος-καλαθιού (Ελένη: αιθερικό καλάθι θυσιαστικών προσφορών), επιφέροντας την νοητική κάθαρση, την πνευματική διαύγεια και την ψυχοσωματική ίαση. Η Ελένη είναι το μεταβατικό στάδιο της ανθρώπινης διάνοιας προς την θεία ενόραση.

Η Ελένη ερωτεύεται τον Πάρη, τον βοσκό πρίγκηπα της Τροίας, που εκτρέφει βόδια στην Ίδη (το όρος των ιδεών). Ο Πάρης (το Παρόν, η αιώνια στιγμή) θ΄ αρπάξει την Διάνοια Ελένη και μαζί θα καταφύγουν στο Ίλιον (καρδιακό κέντρο). Οι Αχαιοί εκστρατεύουν εναντίον της Τροίας για να πάρουν πίσω την Ελένη, αν και κατά τον Ευριπίδη, ο Πάρης έκλεψε το είδωλο της Ελένης (μ΄ αυτό συμφωνεί και ο Σεφέρης). Η ίδια η Ελένη παρέμεινε στην Αίγυπτο με τον πνευματικό βασιλιά Πρωτέα, περιμένοντας υπομονετικά τον Μενέλαο (Μανού+λαός ο άνθρωπος που σκέπτεται, η αυθεντία του λαού, το φυλετικό πρότυπο).

Ο μυσταγωγός Όμηρος με την καταιγιστική δράση και ένταση των σκηνών των επών του, την πληθώρα των συμβάντων με την διαπλοκή θεών και ηρώων και την απαράμιλλη σκηνοθεσία του, καλύπτει με αλλεπάλληλα πέπλα τα απόκρυφα και μυστικά σημαινόμενα ως καλός μυθογράφος. Στα δίνει όλα στο πιάτο, αλλά απαιτείται από εμάς τους αμύητους, ως μια ελάχιστη συμμετοχή τιμής ένεκεν στον μεγάλο ποιητή, μια μικρή μετατόπιση του κέντρου βάρους, μια τρυφερή απόκλιση του βλέμματος προς τα αθέατα, για να αρχίσει αργά- αργά να υποχωρεί η πυκνή διαφάνεια των κειμένων και να αποκαλυφθεί ένα κρυφό δίκτυο νευρώνων και αγγείων ενός ζωντανού και πάλλοντος συμβολικού συστήματος, που μας ζητάει ακρόαση για να μας εμπιστευθεί ψιθυριστά τις εκμυστηρεύσεις του.

Από τις πολλές απόπειρες αποσυμβολισμού του μύθου διαλέγω στην παρούσα προσέγγιση αυτές με την ψυχολογική χροιά που λένε πως όλοι οι ήρωες της Ιλιάδας αποτελούν εκφάνσεις της δικής μας προσωπικότητας. Ο Αχιλλέας (γεννετήσια ένστικτα , λίμπιντο ) θα συγκρουστεί με τον σκυλομούρη Αγαμέμνονα (προσωπικότητα, εγώ) και θα τους συμφιλιώσει ο Οδυσσέας (συνείδηση). Ο πανούργος Οδυσσέας θα χρησιμοποιήσει δόλια μέσα (Δούρειος ίππος) για να εισέλθει στο Ίλιον (καρδιακό κέντρο) με συνέπεια να το βεβηλώσει και ν΄ακολουθήσει νέος κύκλος καθάρσεων (Οδύσσεια).

Η Ελένη απαιτεί θυσίες. Είναι έλανδρος, ελεναύς, ελέπολις, καταστρέφει για να μετουσιώσει, να μεταλλάξει πρώτα-πρώτα τον εγωικό εαυτό ώστε να επέλθει η επίγνωση της αληθινής ουσίας της ύπαρξης και να ακολουθήσει μια μακριά αλυσίδα αλλαγών στην συνειδητότητα και αντίληψη των πραγμάτων.

Αν ο Όμηρος στην εποχή του περιέγραφε με όλη την σφοδρότητα του Τρωικού πολέμου τον αγώνα για την επανάκτηση της Ωραίας Ελένης από τους Αχαιούς, εμείς στην εποχή μας πως πρέπει να παλέψουμε για την δική μας Ελένη;

Δεν ξέρω τι μας τρομάζει περισσότερο στους μεταμοντέρνους καιρούς που ζούμε: Η αδηφάγος βιαστική κατανάλωση ανθρώπων, πραγμάτων, πληροφοριών, «ιδεών» και γνώσεων ή η απειλή ότι μπορεί να μας τα στερήσουν. Έτσι και αλλιώς αυτή η κατανάλωση μας αφήνει πάντα πεινασμένους.

Δεν ξέρω γιατί το βλέμμα μας έγινε ανίκανο να μαγνητιστεί από το νόημα και την ουσία ενός κόσμου, που απολιθώθηκε επειδή ακριβώς τον κοιτάμε και δεν τον βλέπουμε, μόνο τον σκανάρουμε χωρίς επισημάνσεις και αναγωγές, δεν νιώθουμε την αύρα του και χάνουμε τους ιριδισμούς των σημασιών του.

Δεν ξέρω που κρύφτηκαν οι έννοιες της αγάπης, της ασφάλειας, της υγείας, της δικαιοσύνης, της ευτυχίας, της κοινωνικότητας, και στην θέση τους μας άφησαν τις προσομοιώσεις τους, τις νεκρές εικόνες τους.

Δεν ξέρω γιατί οι ερωτήσεις μας δεν έχουν έρωτα.

Δεν ξέρω γιατί ο χρόνος κυλάει ερήμην μας και μας καταπίνει.

Κι απ΄ την άλλη ζούμε την εποχή του μεταίχμιου, όπου κατά το κοινώς ρηθέν, το παλιό έφυγε και το καινούργιο δεν έχει γεννηθεί ακόμα, εμείς απλώς ζούμε τις ωδίνες του τοκετού.

Τη δική μας Ωραία Ελένη μας την άρπαξε το Παρόν που δεν βιώσαμε, η στιγμή που δεν ζήσαμε. Βασική προϋπόθεση για να την αναζητήσουμε και να την ανακτήσουμε είναι να συνειδητοποιήσουμε κάτι τόσο δύσκολο, όσο δύσκολο είναι συνήθως το προφανές!

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου