Τετάρτη 14 Οκτωβρίου 2020

Spinoza: Δεισιδαιμονία, ο κακός νοικοκύρης του ανθρώπου

Μπαρούχ Σπινόζα: 1632–1677

Δεισιδαιμονία: Δύναμη εξουσιασμού των μαζών

§1

Στο έργο του Tractatus theolocico-politicus (1670) ο Σπινόζα επιχειρεί, μεταξύ των άλλων, να ερμηνεύσει τη δεισιδαιμονία ως εργαλείο στα χέρια της εξουσίας για την υποδούλωση του φρονήματος των μαζών. Ό,τι σχετικό πραγματεύεται στο εν λόγω έργο του ο φιλόσοφος απηχεί ένα σύνολο στοχασμών του, διάσπαρτων και στα άλλα κείμενά του. Πρόσφορο έδαφος για τη διάδοση της δεισιδαιμονίας αποτελεί, κατ’ αρχήν, η γενική κατάσταση του ανθρώπινου όχλου: είναι βυθισμένος στην άγνοια και ως εκ τούτου στην ψευδαίσθηση. Εξίσου ωστόσο καθοριστικό ρόλο στη διάδοση αυτή αναλαμβάνουν και τα πάθη, που συνδέονται με τα συναισθήματα της ψυχής και νοούνται ως η συναισθηματική πτυχή της γνώσης.

Όσο λείπει μια σαφής γνώση της πραγματικότητας, οι άνθρωποι καταδικάζονται μέσα στο έρεβος της ψευδαίσθησης, της αυταπάτης και της δεισιδαιμονίας: μπερδεύονται μέσα στους συλλογισμούς τους και δεν μπορούν να ακολουθήσουν κάποια τάξη –πόσο μάλλον να ατενίσουν την αιώνια τάξη– να αναζητήσουν κάποιες αρχές και εν τέλει να εναρμονιστούν με τον εαυτό τους. Η γνώση που μπορούν να διαθέτουν είναι συναισθηματική και αφηρημένη, με αποτέλεσμα να σχηματίζουν μόνο φαντασιακές εικόνες των γενικών αρχών, συγχρόνως δε να συμπεριφέρονται μόνιμα ως παραπαίοντες, ως θρασύδειλοι και ως υποτακτικοί. Στο ευρύτερο πεδίο του καθημερινού βίου, κατ’ επέκταση, τα πάντα κυριαρχούνται από τον φόβο και από την καθήλωση στο παραδοσιακά τυποποιημένο. Κάθε άνθρωπος, αν κοιτάξει γύρω του, βλέπει ένα αναρίθμητο πλήθος από δειλούς· κι αν κοιτάξει μέσα του, αντικρίζει έναν φοβισμένο εαυτό, έρμαιο της δεισιδαιμονίας και της ατολμίας. Οι χαρές που συναντά είναι σαθρές και σάπιες. Καθώς όμως τις βιώνει ως αυτοσκοπό και μάλιστα αβλαβή και άκακο, του αλυσοδένουν το πνεύμα του και τον οδηγούν στη θρηνώδη απο-γοήτευση.

§2

Ενώ ο άνθρωπος είναι προικισμένος με τη δυναμική του σώματος, του πνεύματος και της ψυχής [=του συναισθηματικού κόσμου] , οι περιστάσεις της πολιτείας, η γενική της κατάσταση: η νομική και όλη η εξωτερική της τάξη δεν του επιφυλάσσουν ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτής της εξωτερικής τάξης, η πολιτεία διατηρεί το απόλυτο δικαίωμα να ποδηγετεί τα θέματα της θρησκείας, βασικά της εξωτερικής θρησκείας, όπως λέει ο φιλόσοφος, και να επηρεάζει ουσιωδώς τις θρησκευτικές πρακτικές. Οι ηγεμόνες λοιπόν που έχουν τη δυνατότητα να διατάζουν ανακαλύπτουν στην πιο χαμηλή κλίμακα της θρησκείας τη δεισιδαιμονία και την θέτουν στην υπηρεσία χειραγώγησης των μαζών. Εφόσον οι μάζες στερούνται τη γνώση, άρα δεν έχουν καλλιεργημένη νόηση, και τη βούληση, άρα άγονται και φέρονται από τα πάθη, είναι ευάλωτες στη δεισιδαιμονία. Την αισθάνονται ως την πιο αυθόρμητη θρησκεία της «φυσικής» τους ύπαρξης· γι’ αυτό και εμφανίζονται σαν να είναι από τη φύση τους δεισιδαίμονες. Τούτο έχει ιδιαίτερη σημασία τόσο για τη δική τους συνθήκη ζωής όσο και για τη συμπεριφορά των ηγεμόνων. Ως προς τη δική τους συνθήκη ζωής, οι γνώμες της μάζας κινούνται στο επίπεδο της φαντασίας και συνήθως εξαρτώνται από την ως άνω «φυσική» τους ύπαρξη. 

Οι γνώμες αυτές λογίζονται ορθές και τις ωθούν στην ευσέβεια προς τον θεό. Από την άλλη πλευρά, η εξουσία παρουσιάζεται μπρος στη μάζα ως ερμηνευτής της θρησκείας και της εν λόγω ευσέβειας και προσδίδει στον εαυτό της έναν χαρακτήρα ιεροπρεπή, θεουργικό, δεισιδαίμονα, προσαρμοσμένο στις αντίστοιχες γνώμες των μαζών. Κατ’ αυτό τον τρόπο δεν χρειάζεται να καταφεύγει στη χρήση φυσικής βίας για την άσκηση της εξουσίας και τη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης, αλλά χρησιμοποιεί την πρόληψη και τη δεισιδαιμονία των μαζών, ήτοι τον προληπτικό φόβο και τρόμο για το άγνωστο και το υπερφυσικό. Με άλλα λόγια, η εξουσία χειραγωγεί τους ανθρώπους εξαπατώντας τους. Πώς τους εξαπατά; Με το να τους καλλιεργεί στο όνομα της θρησκείας ‒και δίπλα δίπλα της πολιτικής ιδεολογίας ως της ύψιστης θρησκείας του όχλου‒ το φόβο και να τους σπρώχνει στην εθελοδουλεία: να δίνουν την ψυχή και τη ζωή τους για τη νομιμότητα της εξουσίας του ηγεμόνα. Τέτοιους ηγεμόνες, φεουδαρχικής υφής, συναντάμε σήμερα κατά κόρον μέσα στον εσμό της φασιστικής αριστεράς κυρίως, όπου οι μόνες καθαρές τους ιδέες είναι μια ύψιστης θεολογικής υφής ψευδής ιδεολογία: όσο πιο αγράμματοι, απαίδευτοι, ανυπόληπτοι, ανίκανοι είναι ως ατομικές οντότητες, τόσο χλιδάτοι, φανατικοί λάτρεις της πολιτικής απάτης, ανενδοίαστοι τυχοδιώκτες αποδεικνύονται, όταν καταλαμβάνουν την εξουσία· κι όλα τούτα τα διοχετεύουν στις μάζες και δηλητηριάζουν τις συνειδήσεις τους ‒όσο βέβαια κι απ’ αυτές έχει μείνει κάτι όρθιο‒ με το προσωπείο της κοινωνικής δικαιοσύνης, της «δημοκρατικής ευαισθησίας», της αλληλεγγύης, της συμπόρευσης με τους πολλούς κ.λπ. Οι βλάκες της εξουσίας συμπεριφέρονται ως βλάκες απέναντι στους βλάκες υποτελείς. Πρώτος μίλησε, με βροντερή φωνή, για κάτι τέτοιο ο Ολύμπιος Δίας της φιλοσοφικής σκέψης, ο διαλεκτικός Ηράκλειτος:

«Ο βλάκας τρομάζει συνήθως μπροστά σε κάθε Λόγο» (Β87).

Ποιον τρομοκρατεί ο Λόγος; Τους βλάκες τόσο της εξουσίας, που προσπαθούν να επιβιώσουν στα κυβερνεία τους με τα όπλα της δεισιδαιμονίας και συνακόλουθα του φανατισμού, της θρασυδειλίας, της δογματικής ακαμψίας κ.ο.κ., όσο και εκείνης της μάζας από τους πολλούς, που διάγει τον βίο της με τον τρόμο και τον φόβο μπροστά την αλήθεια· μια αλήθεια που δεν γνώρισε ποτέ, καθώς κείτεται ακρωτηριασμένη ‒συναισθηματικά, διανοητικά, ψυχικά‒ στα κοινωνικο-πολιτικά σπήλαια της αισθητής πραγματικότητας, και εξαντλεί την ενέργειά της σε μια φοβισμένη επιβίωση, την ίδια στιγμή που ο ένας ή ο άλλος εσμός εξουσίας διαιωνίζει την κυριαρχία του.
-----------------------------
Παράρτημα 

Οι απόψεις του Σπινόζα για τις μεγάλες θρησκευτικές παραδόσεις

Όταν διαφορετικοί άνθρωποι συγκεντρώνονται σε ένα μέρος, ανταλλάσσονται ιδέες και προκύπτουν νέες προοπτικές. Η πόλη είναι σαν εγκέφαλος. Δημιουργεί και επεξεργάζεται νέες ιδέες.

Στο Άμστερνταμ του 17ου αιώνα, πολίτες του παλιού και νέου κόσμου συγχρωτίζονται όπως ποτέ άλλοτε. Γεννιέται μια πρωτοφανής ελευθερία σκέψης. Οι συνθήκες αυτές γεννούν μια χρυσή εποχή επιστήμης και τέχνης.

Στην Ιταλία, ο Τζορντάνο Μπρούνο υποστηρίζει την ύπαρξη άλλων κόσμων και για το λόγο αυτό καταδικάζεται.

Πενήντα χρόνια αργότερα στην Ολλανδία, ο αστρονόμος Κρίστιαν Χόιχενς που υποστήριζε το ίδιο, κερδίζει διακρίσεις.

Το φως είναι στο επίκεντρο της εποχής, ο διαφωτισμός της απελευθέρωσης της ανθρώπινης περιέργειας. Το φως της πρώτης ματιάς της Ευρώπης στις κάποτε άγνωστες πτυχές του πλανήτη. Το φως που διαχέεται στους πίνακες της εποχής και ιδιαίτερα στα έργα του Βερμέερ. Το φως ως αντικείμενο επιστημονικής μελέτης.

Οι έμποροι υφασμάτων χρησιμοποιούν φακό για να εξετάσουν την πυκνότητα των νημάτων.

Στο Άμστερνταμ όμως, ζουν κάποιοι άντρες, που το πάθος τους για το φως, τους εμπνέει να χρησιμοποιήσουν το φακό με νέο τρόπο. Στοχεύουν το φακό των υφασμάτων σε αντικείμενα που κανείς δεν είχε σκεφτεί να εξετάσει. Και ανοίγουν ένα παράθυρο. Φτιάχνουν ένα άνοιγμα για την εύρεση και εξερεύνηση νέων κόσμων.

Ο Άντον βαν Λέβενχουκ χρησιμοποίησε μονό φακό για να αποκαλύψει ολόκληρο μικρόκοσμο σε μία σταγόνα νερό.

Ο Κρίστιαν Χόιχενς χρησιμοποίησε δύο φακούς για να φέρει τα άστρα κοντά και να αποκαλυφθούν τα χαρακτηριστικά τους. Είδε πρώτος ότι οι δακτύλιοι του Κρόνου δεν άγγιζαν τον πλανήτη. Ήταν ο πρώτος που κατανόησε τι ήταν. Ανακάλυψε επίσης το μεγαλύτερο φεγγάρι του Κρόνου, τον Τιτάνα. Ο Χόιχενς, όπως ο Μπρούνο, θεωρούσε τα αστέρια ήλιους με το δικό τους πλανητικό σύστημα.

Γιατί όμως οι άλλοι κόσμοι και η ζωή σε αυτούς δεν αναφέρονταν στα ιερά κείμενα; Όσο κι αν προβλημάτισε η αντίθεση αυτή τους ηγέτες του διαφωτισμού, μόνο ένας άντρας τόλμησε να θέσει ανοιχτά το ζήτημα. Ένας ακόμα μάγος του φωτός.

Ο Μπαρούχ Σπινόζα ήταν μέλος της συναγωγής στο Άμστερνταμ καθ΄ όλη την εφηβεία του. Αλλά μετά άρχισε να μιλάει δημοσίως για μια νέα οπτική του Θεού.

Θεός του Σπινόζα ήταν οι φυσικοί νόμοι του Σύμπαντος, Αγία Γραφή του, το βιβλίο της Φύσης.

Ο Σπινόζα μικρός ήταν μελετηρό κι έξυπνο παιδί, που έλαβε έντονα παραδοσιακή εβραϊκή παιδεία.

Ο Σπινόζα παρακολούθησε το τοπικό εβραϊκό σχολείο κι ακολουθούσε όλες τις ιουδαϊκές θρησκευτικές τελετές και γιορτές.

Οι εβραίοι του Άμστερνταμ ήταν επιζώντες των διωγμών της Ισπανίας και Πορτογαλίας. Πολλοί βασανίστηκαν και δολοφονήθηκαν.

Το Άμστερνταμ είχε προσφέρει καταφύγιο στους εβραίους. Οι ριζοσπαστικές ιδέες όμως, απειλούσαν την ασφάλειά τους στην Ολλανδία. Αφόρισαν το νεαρό άντρα. Διέταξαν να εξοστρακιστεί για πάντα.

Στις 27 Ιουλίου 1656 η συνέλευση της Ταλμούδ Τορά του Άμστερνταμ εξέδωσε το παρακάτω χερέμ (αφορισμό) εναντίον του 23χρονου Σπινόζα:

Οι Αρχοντες της μα'αμάντ (συνέλευση γερόντων) γνωρίζοντας από καιρό τις κακές ιδέες και πράξεις του Μπαρούχ ντε Εσπινόζα, προσπάθησαν με διάφορα μέσα και υποσχέσεις να τον επαναφέρουν από τον κακό του δρόμο. Αλλά αφού απέτυχαν να τον κάνουν να διορθώσει την ασεβή του πορεία, αντίθετα, λαμβάνοντας καθημερινά όλο και σοβαρότερες πληροφορίες για τις βδελυρές αιρέσεις που εφάρμοζε και δίδασκε και για τις αποτρόπαιες πράξεις του και έχοντας για αυτό πολλούς αξιόπιστους μάρτυρες, πείστηκαν για την αλήθεια της υπόθεσης και, αφού όλα αυτά εξετάστηκαν, αποφάσισαν ότι ο αναφερόμενος Εσπινόζα πρέπει να αφορισθεί και να αποβληθεί από το λαό του Ισραήλ.

Με την απόφαση των αγγέλων και την εντολή των αγίων αφορίζουμε, αποβάλλουμε, καταριόμαστε και αναθεματίζουμε τον Βαρούχ ντε Εσπινόζα με τη συγκατάθεση του Θεού. Ευλογημένος να είναι Εκείνος και με τη συγκατάθεση όλης της Ιεράς Συνόδου, μπροστά σε αυτούς τους ιερούς Παπύρους, με τις 613 εντολές που είναι γραμμένες σ' αυτούς, με τον αφορισμό, με τον οποίο ο Ιησούς του Ναυή κατέλαβε την Ιεριχώ, με την κατάρα με την οποία ο Ελισαίος καταράστηκε τους νέους και με όλες τις κατάρες, που είναι γραμμένες στο Βιβλίο του Νόμου.

Καταραμένος να είναι τη μέρα και καταραμένος να είναι τη νύχτα,
καταραμένος να είναι όταν πλαγιάζει και καταραμένος να είναι
όταν σηκώνεται, καταραμένος να είναι όταν βγαίνει και καταραμένος να είναι όταν μπαίνει.

Ο Κύριος δεν θα τον λυπηθεί, o θυμός και η οργή του Κυρίου θα επιπέσει επ' αυτού και θα του φέρει όλες τις κατάρες, που είναι γραμμένες σε αυτό το βιβλίο, και ο Κύριος θα εξαλείψει το όνομά του κάτω από τον ουρανό και ο Κύριος θα τον απομακρύνει με τον τραυματισμό του από όλες τις φυλές του Ισραήλ με όλες τις κατάρες της διαθήκης, που είναι γραμμένες στο Βιβλίο του Νόμου.

Αλλά εσείς που προσκολλάσθε παρά τω Κυρίω τω Θεώ είσθε όλοι ζωντανοί την ημέρα εκείνη. Διατάζουμε κανείς να μην επικοινωνεί με αυτόν προφορικά ή γραπτά, να μην του δείχνει καμία εύνοια, να μη μένει μαζί του κάτω από την ίδια στέγη ή σε απόσταση τεσσάρων αρσίν από αυτόν και να μη διαβάζει οτιδήποτε γραμμένο από αυτόν.

Ο Αφορισμός του Σπινόζα, 1656.

Ο Σπινόζα δέχτηκε την τιμωρία του με αξιοπρέπεια, αλλά χωρίς ίχνος μετανοίας. Μετακόμισε στη Χάγη, όπου έγραψε ότι η Βίβλος δεν υπαγορεύτηκε από τον Θεό, αλλά γράφτηκε από ανθρώπους. Έγραψε: «Μην αναζητάτε το Θεό στα θαύματα. Τα θαύματα παραβιάζουν τους νόμους της φύσης. Κατανοούμε καλύτερα τον Θεό μελετώντας τους νόμους αυτούς». Κανείς δεν είχε εκφράσει ανοιχτά τέτοιες σκέψεις.

Γνώριζε ότι δοκίμαζε τα όρια της ελεύθερης σκέψης, ακόμα και στην Ολλανδία. Για εκείνον, η επίσημη θρησκεία ήταν περισσότερο πνευματικός καταναγκασμός. Θεωρούσε τις μεγάλες θρησκευτικές παραδόσεις, οργανωμένη δεισιδαιμονία. Κατά την άποψή του, η δεισιδαιμονία αυτή απειλούσε τους μελλοντικούς πολίτες μιας ορθολογικής κοινωνίας. Δεν θα μπορούσε να υπάρξει δημοκρατία χωρίς το διαχωρισμό κράτους-εκκλησίας.

Έγραψε βιβλίο που εισήγαγε τις ιδέες της αμερικανικής και άλλων επαναστάσεων. Τότε, όπως και τώρα, ορισμένοι ένιωθαν να απειλούνται από τις ιδέες του. Κάποιος, πιθανώς μέλος της πορτογαλικής εβραϊκής κοινότητας του Άμστερνταμ προσπάθησε να τον δολοφονήσει. Απέτυχε, αλλά του έσκισε την κάπα. Ο Σπινόζα από τότε φορούσε πάντα τη σκισμένη κάπα, σαν παράσημο ανδρείας και συνέχισε να γράφει για τις επαναστατικές του απόψεις.

Πέθανε στα 44. Πιθανώς υπαίτια ήταν η σκόνη γυαλιού που εισέπνεε όταν τρόχιζε φακούς τηλεσκοπίων.

Ο Σπινόζα ήταν πανθειστής με βάση τις σημερινές αντιλήψεις. Ήταν ο πρώτος που έκανε συστηματική κριτική της Βίβλου, μετά από αυτόν ακολούθησαν άλλοι που το προχώρησαν και το εξέλιξαν.

Διακόσια πενήντα χρόνια μετά, ένας άλλος άνδρας παθιασμένος με το φως επισκέφτηκε το ταπεινό του εργαστήριο, που διατηρήθηκε ως μνημείο της επιρροής της φιλοσοφίας του Σπινόζα. Ο άνθρωπος που είχε ανακαλύψει ένα νέο φυσικό νόμο, συχνά ερωτούνταν αν πιστεύει στο Θεό. Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν απαντούσε: «Πιστεύω στο Θεό του Σπινόζα, που αποκαλύπτεται στην αρμονία των πάντων».

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου