Οι Νύμφες κατά την Ελληνική Ιστορία ήταν γυναικείες ιδεατές μορφές θεϊκής καταγωγής, νεαρές στην ηλικία, που ζούσαν μέσα στην άγρια φύση, και τριγύριζαν στα βουνά, συνοδεύοντας την Άρτεμη και παίζοντας μαζί της. Ήταν όλες τους πανέμορφες, η Θεά Άρτεμη όμως ξεχώριζε με την θωριά της ανάμεσά τους. Τραγουδούσαν και χόρευαν μαζί με τον Πάνα στα λιβάδια και στις πλαγιές, συνήθως κοντά στις πηγές των οποίων και αποτελούσαν στην πραγματικότητα την αλληγορική εκπροσώπησή τους. Υμνούσαν με τις γλυκές φωνές τους, τους Ολύμπιους Θεούς και ιδιαίτερα τον πατέρα του Πάνα, τον Θεό Ερμή. Μαζί τους χόρευε και η Θεά Αφροδίτη, μαζί με τις Χάριτες, όπως λέγει ο Όμηρος, στο βουνό Ίδα, στην Τροία. Άλλοτε τον χορό τους τον οδηγεί ο ο Θεός Απόλλωνας. Οι Νύμφες κατατάσσονταν γενικά μεταξύ θεών και θνητών, ως ημίθεες. Δεν ήταν αθάνατες, ζούσαν όμως πάρα πολύ και τρέφονταν με αμβροσία.
Συγγένευαν με μεγάλους Θεούς, ενώ ο Ερμής θεωρούταν γιος Νύμφης, της Μαίας. Γενικά, επικρατούσε η αντίληψη πως ήταν κόρες του Δία. Άλλοι, πάλι, τις θεωρούσαν κόρες ποταμών, είτε του μεγαλύτερου ποταμού που υπήρχε, του Ωκεανού, είτε του Αχελώου, είτε κόρες των τοπικών ποταμών ενός τόπου. Έτσι, κάθε περιοχή είχε τα ποτάμια της και καθένα απ’ αυτά είχε τις Νύμφες του, δηλαδή τις πηγές της περιοχής αυτής. Λ.χ. ο ποταμός Πηνειός ήταν ο πατέρας των Νυμφών (των πηγών) της Θεσσαλίας και ο ποταμός Ξάνθος ήταν ο γεννήτορας των Νυμφών αντίστοιχα της Τροίας. Πολύ συχνά εκείνες έδιναν τα ονόματά τους στις κοντινές πόλεις, όπως έγινε με την Νύμφη Σπάρτη, που ήταν κόρη του ποταμού Ευρώτα. Υπήρχαν όμως και κάποιες Νύμφες, οι οποίες λέγονταν Μελίες και είχαν γεννηθεί από τις σταγόνες του αίματος του Ουρανού, κι έπεσαν στην Γη, όταν ο Κρόνος, ο γιος του, του έκοψε τα γεννητικά του όργανα.
Ωστόσο, αν και θεότητες έξω από την πόλη, οι Νύμφες δεν μοιράζονται την αγνότητα της Άρτεμης «οὔτε γάμος οὐδείς ἄνευ Νυμφών συντελεῖται» (σχόλιο στον Πίνδαρο, Πύθια, 4, 106). Εξάλλου, η κρήνη αποτελεί το σημείο συνάντησης αγοριών και κοριτσιών -όταν βγαίνουν από τον κλειστό χώρο του σπιτιού- κι ερωτικών περιπτύξεων. Συχνά ερωτεύονται θνητούς, κυρίως βοσκούς που βόσκουν στις όχθες των ποταμών, τους οποίους απαγάγουν και βιώνουν τον Ερωτα μαζί τους μέσα σε σπηλιές.
Η λέξη νύμφη έχει σχέση στα ελληνικά με την νύψη, αυτή που είναι καλυμμένη με πέπλο, κατά συνέπεια νεαρή κοπέλα σε ηλικία γάμου. Άλλοι μελετητές ανάγουν την λέξη (όπως τη, λατινική nubere και την γερμανική Knospe) σε ρίζα που εκφράζει την ιδέα του φουσκώματος, μια από τις σημασίες της λέξης νύμγη είναι «μπουμπούκι τριαντάφυλλου».
Οι Νύμφες ονομάζονταν και κουροτρόφοι, γιατί είχαν αναλάβει την ανατροφή Ηρώων και Θεών, Δίας, Ποσειδών, Διόνυσος διασώζονται και τρέφονται από τις Νύμφες, ενώ σε αυτές δίνει τον γιο της Αγχίση η Αφροδίτη από τον Αινεία. Παραδίδεται ότι Νύμφες ανέθρεψαν ακόμη την Ήρα και την Περσεφόνη μέσα σε μια σπηλιά, τον Ερμή και τον Πάνα. Εξάλλου, η πρώτη τη τάξη νύμφη, η Άρτεμη, φρόντιζε την ευτοκία των ζώων και τα νεογνά. Στην Φιγάλεια μάλιστα την λάτρευαν με το όνομα Ευρυνόμη· εκεί άνοιγαν το ιερό της μια φορά τον χρόνο, την ημέρα της γιορτής της, όπου υπήρχε και το άγαλμά της, που την παρίστανε μισή γυναίκα και μισή ψάρι.
Αντίστοιχα, οι Ιωνίδες ή Ιωνιάδες νύμφες της Ολυμπίας λατρεύονταν ως θεραπευτικές των ζώων, μία μάλιστα από αυτές έφερε το χαρακτηριστικό όνομα Ίασις, ενώ οι Επιμηλίδες νύμφες ήταν προστάτιδες των προβάτων και των κοπαδιών (μῆλα = πρόβατα).
Οι Νύμφες ανήκουν στον θίασο του Διόνυσου από τότε που τον έσωσαν -είναι δηλαδή Βάκχες και Μαινάδες- αλλά συνδέονται και με τον Απόλλωνα που προσδιορίζεται και με το επίθετο νυμφηγέτης. Εξάλλου, οι πιστοί των Νυμφών, που σε κατάσταση έκστασης παίρνουν τα βουνά και κρύβονται σε απόμακρες σπηλιές, ονομάζονται νυμφόληπτοι και φοιβόληπτοι. Τόσο λοιπόν από την πλευρά του Απόλλωνα όσο, περισσότερο, του Διόνυσου συνδέονται με καταστάσεις έκστασης και μανίας, μέσα από την οποία επιτυγχάνουν τον «γάμο» με τον Θεό που ακολουθούν.
Επίσης, οι Νύμφες μπορεί να είναι ακόλουθες μιας άλλης, ανώτερης στην τάξη Νύμφης όπως είναι η Καλυψώ ή η Κίρκη. Ο Οδυσσέας γνωρίζει και τις δύο, ενώ στο νησί του Ήλιου είχαν δει σε σπηλιά τα καθίσματα και τις πίστες όπου χόρευαν οι Νύμφες. Στην Ιθάκη οι Νύμφες λατρεύονταν με σεβασμό. Κοντά στο λιμάνι του Φόρκυνα υπήρχε ιερό σπήλαιο Νυμφών Ναϊάδων, με τεράστια πέτρινα αργαλειά για να υφαίνουν. Οι ντόπιοι τις τιμούσαν με εκατόμβες, και σε αυτές προσευχήθηκε ο Οδυσσέας όταν έφτασε στο νησί. Κοντά στην πόλη της Ιθάκης υπήρχε κρήνη με βωμό για τις Κρηναίες Νύμφες. Σε αυτές προσευχήθηκε ο Εύμαιος για την επιστροφή του Οδυσσέα και στο δείπνο στην στάνη του ξεχώρισε μια μερίδα για τις Νύμφες και τον Ερμή, τον γιο της Νύμφης Μαίας (ξ 434-438).
Η σχέση τους με την Φύση.
Ήταν πλάσματα του γλυκού νερού και βρίσκονταν στα ποτάμια, στις πηγές και μέσα στα βουνά από τα οποία πήγαζαν ποτάμια. Συνόδευαν πάντα το νερό, τονίζοντας έτσι την μεγάλη του σημασία για την ύπαρξη ζωής. Χωρίς αυτό ούτε βλάστηση, ούτε γονιμότητα υπάρχει. Μέσω λοιπόν της ζωογόνου δύναμης του νερού οι Νύμφες εξαπλώθηκαν στα βουνά και στα δάση και συνδέθηκαν με την βλάστηση. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο θεωρούνται οι κόρες του Ωκεανού και των ποταμών.
Οι Νύμφες είναι τριών ειδών: 1) Ναϊάδες, δηλαδή Νύμφες των ποταμών, των πηγών και των κρηνών, που είναι και οι πιο γνωστές. 2) Ορεστιάδες, που κατοικούσαν στις πηγές των βουνών. 3) Δρυάδες ή Αμαδρυάδες, δηλαδή Νύμφες των μοναχικών δέντρων και των λιβαδιών, που ταυτίζονταν με τις Μελίες. Οι Ναϊάδες κατοικούσαν μέσα σε σπηλιές, που βρίσκονταν κοντά σε νερό ή μέσα σ’ αυτό, κάτω από την επιφάνεια των ποταμών. Μέσα στις σπηλιές τους απολάμβαναν τις χαρές του έρωτα με τον Θεό Ερμή ή τους Σιληνούς. Ζούσαν όσο και οι πηγές, κοντά στις οποίες κατοικούσαν. Όταν στέρευαν εκείνες, οι Ναϊάδες έσβηναν. Το ίδιο συνέβαινε με τις Αμαδρυάδες, που το όνομά τους σημαίνει «δέντρο και γυναίκα ταυτόχρονα». Τα πεύκα, τα έλατα και οι δρύες άρχιζαν να μεγαλώνουν με το που άρχιζε η ζωή μιας Νύμφης. Ήταν δέντρα δυνατά και ζούσαν για πολλά χρόνια, ενώ οι θνητοί απαγορευόταν να τα αγγίξουν με τσεκούρι.
Ο λόγος ήταν ότι θεωρούνταν δέντρα ιερά και τα ιερά άλση που σχημάτιζαν ήταν χώροι αφιερωμένοι στους θεούς. Όταν ερχόταν η ώρα της Νύμφης να πεθάνει, μαραινόταν πρώτα το δέντρο της μέσα στη γη. Κάποτε μια Νύμφη, καθώς χόρευε με τις όμοιές της, χλόμιασε παρατηρώντας τη βελανιδιά της να κουνιέται πέρα δώθε. Άφησε το χορό γεμάτη ανησυχία. Πολύ γρήγορα χάλασε η φλούδα, έπεσαν τα κλαδιά και ταυτόχρονα η ψυχή της Νύμφης πέταξε, αποχαιρετώντας το φως του Ήλιου. Οι Νύμφες, όταν βρέχει, χαίρονται, γιατί τρέφονται τα δέντρα, ή κλαίνε, όταν οι βελανιδιές χάνουν τα φύλλα τους.
«Νύμφες, του μεγαλόκαρδου Ωκεανού κορίτσια,
που στα υγρά περάσματα, κάτω απ’ της γης τα βάθη
την κατοικία έχετε κι όλο στριφογυρνάτε
κρύβοντας τα περάσματα, εσείς αγνές παρθένες,
που χαίρεστε μες στις σπηλιές και είστε η χαρά τους
και στις πηγές ανήκετε, πλανιέστε στον αέρα…» (Ορφ. Ύμν. LI)
που στα υγρά περάσματα, κάτω απ’ της γης τα βάθη
την κατοικία έχετε κι όλο στριφογυρνάτε
κρύβοντας τα περάσματα, εσείς αγνές παρθένες,
που χαίρεστε μες στις σπηλιές και είστε η χαρά τους
και στις πηγές ανήκετε, πλανιέστε στον αέρα…» (Ορφ. Ύμν. LI)
τὸ δένδρον ἴσα τῷ θεῷ σέβειν. (Παυσ., Κορινθ., ΙΙ, 2, 7)
Ερωτικές περιπέτειες των Νυμφών.
Για τις Ναϊάδες, υπάρχουν πολλές ιστορίες, που αφορούν τις ερωτικές τους περιπέτειες. Έλεγαν ότι ο Ύλας, σύντροφος του Ηρακλή, πλησίασε σε μια πηγή, για να γεμίσει την υδρία του. Εκεί συνήθιζαν να μαζεύονται οι Νύμφες και χορεύοντας να τραγουδούν ύμνους στην Θεά Άρτεμη. Ο Ύλας είχε φτάσει ακριβώς την ώρα που οι Νύμφες άρχισαν να συγκεντρώνονται και μια απ’ αυτές, η Εφυδάτια, που κατοικούσε μέσα στην πηγή, σήκωσε το κεφάλι της και τον αντίκρισε. Θαμπώθηκε από την θεϊκή του ομορφιά και τον ερωτεύτηκε. Εκείνος, σκυμμένος είχε βουτήξει την υδρία του μέσα στο νερό, χωρίς να υποπτεύεται πως κάποιος τον παρακολουθεί με ερωτική προσοχή. Η Νύμφη άρπαξε την ευκαιρία τον αγκάλιασε απ’ τον λαιμό και τον τράβηξε μαζί της στον βυθό.
Ο Ηρακλής υποψιάστηκε τους Μυσούς για απαγωγή, απαίτησε ομήρους και διέταξε να ψάξουν για τον νεαρό άνδρα. Οι σύντροφοί του έψαξαν να τον βρουν και δεν μπορούσαν να εξηγήσουν την εξαφάνισή του. Σε ανάμνηση του οι κάτοικοι της Κίου (Προύσα) γιόρταζαν ετήσια γιορτή στην οποία αναζητούσαν τον Ύλα με ορειβασία κι έξοδο από τις πόλεις, ἐπὶ τὰς ἳλας, προς τα δάση. Οι ιερείς σε πομπή, φώναζαν το όνομά του. Το επεισόδιο της απαγωγής παριστάνεται σε τοιχογραφία από τα λουτρά του Γυμνασίου της Σαλαμίνας. (ρωμαϊκή περίοδος).
Πολύ γνωστές είναι οι ιστορίες των ερώτων των Νυμφών με βοσκούς, που έβοσκαν τα πρόβατά τους στις όχθες των ποταμών. Οι Νύμφες έφερναν στον κόσμο γιους θνητούς, σοφούς και γενναίους. Εξίσου ονομαστές ήταν οι ιστορίες για τους έρωτες του Θεού Απόλλωνα με Νύμφες και ιδιαίτερα η ιστορία της Δάφνης. Ο Θεός την πολιορκούσε με μεγάλη επιμονή, χωρίς επιτυχία. Μόλις του δόθηκε η κατάλληλη ευκαιρία, άρχισε να την κυνηγάει. Την στιγμή που ήταν έτοιμος να την αρπάξει, η Δάφνη παρακάλεσε απεγνωσμένα την μάνα της, την Γαία, να την βοηθήσει. Τότε άνοιξε η γη και κατάπιε την Δάφνη, ενώ στην θέση της φύτρωσε ένα φυτό που πήρε το όνομά της.
Συνηθισμένοι εραστές των Νυμφών είναι τα πλάσματα της φύσης, ο Παν, οι Σάτυροι, ο Πρίαπος κ.ά. ποτάμιοι Θεοί (Κηφισός) αλλά και Ολύμπιοι Θεοί, όπως ο Δίας, ο Διόνυσος, ο Απόλλων, ο Ερμής, από τους οποίους γεννούν γενναίους γιους, αλλά θνητούς, κυρίως μάντεις (Τειρεσίας, Τήνερος -από τον Απόλλωνα και την νύμφη Μελία), σοφούς (Επιμενίδης), γιατρούς (Ασκληπιός), γενάρχες (Αιακός· στην γενιά των Αιακιδών ανήκουν ονομαστοί ήρωες, όπως ο Πηλέας, ο Τελαμώνας, ο Αχιλλέας, ο Αίαντας, ο Νεοπτόλεμος), όμορφους νέους (Νάρκισσος, μητέρα η νύμφη Λειριόπη), Θεές και Βασιλοπούλες (Πασιφάη, κόρη του Ήλιου και της νύμφης Κρήτη).
Διάσημη επίσης ιστορία αφορά τον έρωτα της Σαλμακίδας για τον Ερμαφρόδιτο. Μια άλλη Νύμφη, η Ωκυρρόη, κόρη ενός ποταμού της Σάμου, επιχείρησε να φύγει με μια βάρκα από το νησί, για να γλιτώσει από τον Ερωτα του Θεού. Μάταια όμως, γιατί ο Απόλλωνας μεταμόρφωσε το βαρκάρη που την μετέφερε σε ψάρι και την βάρκα της σε βράχο.
Οι Νηρηίδες είναι οι Νύμφες των ήρεμων νερών της θάλασσας, οι Ναϊάδες ζουν στα νερά και τις πηγές, ενώ οι Ναϊάδες ενός ποταμού συχνά θεωρούνται κόρες του. Οι Ορεάδες ή Ορεστιάδες ζουν στα βουνά, οι Αλσηίδες στα δάση. Άλλες συνδέονται με ιδιαίτερους τόπους, όπως οι Αμαδρυάδες που γεννιούνται με το δέντρο που προστατεύουν και μοιράζονται την μοίρα του, θεωρείται μάλιστα ότι πεθαίνουν με το δέντρο. Αυτή, για παράδειγμα, είναι η περίπτωση της Νύμφης Σαγαρίτιδας που παίζει ρόλο στην παραλλαγή του μύθου του Άττη που αναφέρει ο Οβίδιος.
Ο Άττης παραβίασε την υπόσχεση που έδωσε στην Κυβέλη να παραμείνει αγνός και ενώθηκε με την Νύμφη Σαγαρίτιδα. Η Θεά προκάλεσε τον θάνατο της Νύμφης ξεριζώνοντας το δέντρο, με την ζωή του οποίου συνδεόταν η δική της ζωή. Ο Άττης παραφρόνησε κι ευνουχίστηκε. Άλλες πάλι φορές οι Αμαδρυάδες παρακαλούν ήρωες να σώσουν το δέντρο τους, ενώ κάποιες φορές τιμωρούν αυτόν που θα κόψει ένα δέντρο αγνοώντας τις παρακλήσεις τους. Αυτή είναι η περίπτωση της νύμφης ή βάκχης Αμβροσίας που της επιτέθηκε ο Λυκούργος με πέλεκυ, όταν εκείνη αρνήθηκε τις ερωτικές προτάσεις του. Η Γη την μεταμόρφωσε σε κλήμα που στραγγάλισε τον Λυκούργο. Το επεισόδιο παριστάνεται σε ψηφιδωτό στην Δήλο (166-100 π.κε.)
Oι Νύμφες ήταν τροφοί πολλών και σημαντικών Θεών και Ηρώων. Ήταν εκείνες που αναλάμβαναν την ανατροφή τους, όταν βρίσκονταν σε πολύ μικρή ηλικία. Τους θήλαζαν κι αποτελούσαν τις αντικαταστάτριες των μανάδων τους. Πρώτα πρώτα, ο ίδιος ο Θεός Δίας ανατράφηκε απ’ αυτές στην Κρήτη. Ακολουθούν οι Θεά Ηρα, η Περσεφόνη, ο Ερμής, ο Πάνας και ο Διόνυσος. Από τότε οι Νύμφες αποτελούν μέλη της Διονυσιακής παρέας, μαζί με τους Σατύρους. Ακόμη, η Θεά Αφροδίτη είχε εμπιστευθεί τον Αινεία, τον γιο της, στις Νύμφες του Τρωικού βουνού Ίδη.
Στις Ναϊάδες απέδιδαν ιδιότητες που έναναν τα νερά μιας πηγής ιαματικά, γι’ αυτό και συχνά πρόσφεραν οι θνητοί θυσίες προς τιμή τους. Οι πιο ονομαστές περιπτώσεις Ναϊάδων με παρόμοιες ικανότητες βρίσκονταν στην Πελοπόννησο και την Σικελία· εκεί, στις θερμές πηγές της Ιμέρας, πήγαινε ο Ηρακλής για ν’ ανανεωθεί η Δύναμή του.
Οι Ναϊάδες είχαν ιατρικές θεραπευτικές ικανότητες, κυρίως λόγω της σχέσης τους με τον Απόλλωνα, καθώς και το χάρισμα να προφητεύουν τα μελλούμενα. Για την ακρίβεια, ήξεραν να ερμηνεύουν την Θέληση της Ανώτερης Θεότητας. Η Ερατώ τις επιθυμίες του Θεού Πάνα ή η Δάφνη αυτές της Θεάς Γαίας. Στο σπήλαιο Σφραγίδιο του βουνού Κιθαιρώνας υπήρχε μαντείο των Νυμφών, ενώ πολλοί θνητοί, προικισμένοι με μαντικές ικανότητες, έλεγαν πως τις ικανότητές τους τις είχαν λάβει από κείνες. Επίσης, ήταν μητέρες πολλών σοφών θνητών, μάντεων και γιατρών, όπως η Χαρικλώ του Τειρεσία, η Φιλύρα του Χείρωνα και η Κορωνίδα, μάνα του Ασκληπιού.
Οι Νύμφες λατρεύονταν σ’ όλη την Ελλάδα, όπου δεν υπήρχαν φυσικά ναοί αφιερωμένοι σ’ αυτές και η λατρεία προς τιμή τους γίνονταν κοντά σε πηγές ή μέσα σε σπηλιές. Ο Οδυσσέας και οι κάτοικοι της Ιθάκης τις τιμούσαν με εκατόμβη, δηλαδή θυσία εκατό βοδιών. Συχνή ήταν και η ύπαρξη των βωμών τους μέσα σε ιερά άλλων Θεών. Όμως οι Νύμφες δεν είχαν δράση πάντοτε ευεργετική για τους θνητούς κι υπήρχαν φορές που προκαλούσαν μεγάλο κακό. Αν, για παράδειγμα, τύχαινε να δει κανείς μια Νύμφη την ώρα που έκανε το λουτρό της μέσα στην πηγή, έχανε τα λογικά του. Ήταν, όμως, ούτως ή άλλως ικανές να προκαλέσουν σύγχυση του νου στους θνητούς και να τους κάνουν τρελούς. Οι άνθρωποι που καταλαμβάνονταν από έκσταση κι ενθουσιασμό, έφευγαν από τα σπίτια τους και πήγαιναν στα βουνά, όπου κρύβονταν μέσα σε σπηλιές.
Οι απαρχές του συμβολισμού του δέντρου και η σύνδεσή του με τελετουργίες εντοπίζονται στο μεταβατικό στάδιο από την οικονομία του κυνηγιού στην οικονομία της γεωργίας, την περίοδο δηλαδή της συλλεκτικής οικονομίας και της τροφοσυλλογής από τα δέντρα και τα άγρια φυτά, οπότε η ανάπτυξη του δέντρου και η ωρίμανση των καρπών του συσχετίζεται με τις εναλλαγές των εποχών, και ταυτίζεται τελικά με το σύνολο της Φύσης και τον κύκλο της ζωής -γι’ αυτό και αργότερα το Ιερό Δέντρο πλαισιώνεται από κοσμογονικά σύμβολα (ήλιος, σελήνη) και τυποποιείται εικαστικά. Το μοτίβο του δέντρου εμφανίστηκε νωρίς στη Μινωική κεραμική και σε χρυσά σφραγιστικά δαχτυλίδια, άλλοτε ίσως για να τονίσουν τον αγροτικό χαρακτήρα της κοινωνίας των Μινωιτών (καμαραϊκά αγγεία), άλλοτε με τον ιδιαίτερο συμβολισμό του κύκλου της ζωής (μικρογλυφία).
Η Μεγάλη Θεά, της οποίας η ταύτιση με την Φύση υποβάλλεται στην Κρητομυκηναϊκή τέχνη με ποικίλους τρόπους, εμφανίζεται κάτω από το δέντρο να δέχεται προσφορές υποδεικνύοντας σκηνές υπαίθριας λατρείας, ή λατρευτής φέρνει σφάγιο στο Ιερό Δέντρο, μπροστά από το οποίο έχει τοποθετηθεί κινητός τραπεζιόσχημος βωμός· άλλοτε πάλι το δέντρο, στημένο σε βωμό, μεταφέρεται με πλοίο, ή πλαισιώνεται από δύο αντωπά ζώα. Η επίκληση της Θεότητας γίνεται με το άγγιγμα ή το σείσιμο των κλαδιών του δέντρου.
Η λατρεία της Φύσης διατηρήθηκε, ακόμη κι όταν η Μεγάλη Μητέρα Θεά παραγκωνίσθηκε από τον πολυθεϊσμό της Μυκηναϊκής εποχής που παγιώθηκε αργότερα στο Ολυμπιακό δωδεκάθεο. Στην ανεικονική τέχνη των Σκοτεινών Αιώνων επιβιώνει το μοτίβο του δέντρου, όπως και στον εικονογραφικό ρυθμό που ακολουθεί από το τέλος του 8ου αι. π.κ.ε. κατά την ανατολίζουσα περίοδο αλλά και στο Ολυμπιακό δωδεκάθεο με τον Θεό «δενδρίτη» και τον Διόνυσο, την Αθηνά και το Ιερό της δέντρο, την Ελιά. Ακόμη και στην Κρήτη, σε στατήρα από την Γόρτυνα του 4ου αι. π.κ.ε.
Οι μύθοι παραδίδουν ότι η Ευρώπη λατρεύτηκε με το όνομα Ελλωτίς ή Ελλωτία και στα Ελλώτια, γιορτή χαράς για την ανάσταση της Φύσης, έπλεκαν στεφάνια γύρω από τους μηρούς του αγάλματός της. Η σημασία του δέντρου διατηρήθηκε και σε μαντεία, όπως στην Δωδώνη με την δρυ ή στους Δελφούς και στα Δίδυμα της Μιλήτου με την δάφνη του Απόλλωνα, που εκφράζουν ένα παλαιότατο λατρευτικό στάδιο, του οποίου παρέμειναν φορείς.
Το συμπέρασμα ότι οι Νύμφες είναι συνυφασμένες με τον κύκλο της ζωής, δηλαδή και με την ζωή και με τον θάνατο, έρχονται να το στηρίξουν και άλλες παραστάσεις στα έργα των τεχνών που τις δείχνουν να διαφυλάττουν την ζωή βρεφών που κινδυνεύουν αλλά και να παρευρίσκονται σε τελετουργικά θανάτου.
Οι Νύμφες έχουν επιζήσει στην παράδοση μέχρι σήμερα· είναι οι γνωστές νεράιδες, που ζουν στα βουνά, στις νεραϊδοσπηλιές και τις νεραϊδόβρυσες. Θεωρείται πάντοτε επικίνδυνο να τις συναντήσει κανείς, αφού υπάρχουν ακόμη οι ιστορίες για τους «νεραϊδοπαρμένους», όπως ήταν ο Ύλας στην αρχαιότητα. Μόνο οι «αλαφροΐσκιωτοι» δηλαδή οι ψυχικοί, μπορούν να τις αντιλαμβάνονται και να τις βλέπουν να χορεύουν.
Οι Νύμφες λατρεύονταν ως στοιχεία των πηγών και των ποταμών, δηλαδή γενικότερα του νερού. Η σημασία του νερού ως δύναμη ζωής και γονιμότητας είναι μεγάλη και ζωτική σε μια μεσογειακή χώρα, όπως είναι η Ελλάδα. Το νερό είναι πηγή ζωής. Βοηθά την ανάπτυξη και αναζωογονεί κάθε ζωντανό οργανισμό. Οι Νύμφες είναι πνεύματα της βλάστησης και του Θεικού Ερωτα, γι’ αυτό συμβολίσουν γενικότερα την οργιαστική δύναμη της Φύσης. Οπως το νερό τρέφει τα πάντα, έτσι και οι Νύμφες είναι τροφοί των φυτών, των ζώων και των ανθρώπων.
Νύμφες και Θάνατος
Η σύνδεσή τους με τον κάτω κόσμο κι ότι είναι παλαιές χθόνιες θεότητες ενισχύεται κι από ορισμένα άλλα γεγονότα. Για παράδειγμα, την παρουσία της Στύγας στον κατάλογο των Ωκεανίδων, της Καλυψώς, για την οποία από παλιά είχε διατυπωθεί η άποψη ότι είναι θεότητα των νεκρών, της Πλουτώς, της Αδμήτης και της Κλυμένης, που θυμίζουν τον Πλούτωνα, η πρώτη, και επίθετα που αποδίδονται στον Άδη, η δεύτερη και η τρίτη. Το ίδιο και η Πέρση, μητέρα της Κίρκης, και η Ιδυία, γυναίκα του Αιήτη, έχουν στενές σχέσεις με τον κάτω κόσμο.
Η Παγίδα του Νερού.
Ιδεώδες των αρχαίων πόλεων υπήρξε η αυτάρκεια, υλική, ηθική, πνευματική, στρατιωτική, διοικητική, προϋπόθεση για την υλική αυτάρκεια ήταν η γεωγραφική θέση της πόλης που έπρεπε να της εξασφαλίζει άφθονα υλικά αγαθά και να την βοηθά στην εμπορική της ανάπτυξη. Αλλά η υλική αυτάρκεια προϋπέθετε την εξασφάλιση και την διαχείριση υδάτινων πόρων, που κάποιες φορές έφερναν σε σύγκρουση τους ενδιαφερόμενους. Οι αγώνες αυτοί είναι ανάμεσα σε Ήρωες και Θεούς ή εκπροσώπους των Θεών. Οι μύθοι που περιβάλλουν την ίδρυση των πόλεων των Θηβών και του Άργους έχουν τα τυπικά χαρακτηριστικά του ιδρυτικού μύθου -ένα ζώο υποδεικνύει τον τόπο εγκατάστασης, η πάλη του Ήρωα με το φίδι που φυλάει το νερό ή η αναζήτηση νερού από μια κοπέλα κ.λ.π Και στις δύο περιπτώσεις ένα από τα επεισόδια του μύθου αφορούν στην εξασφάλιση νερού για την πόλη. Αυτόχθονες θεωρούνται οι Αθηναίοι, οι Αρκάδες, οι Αιγινήτες. Η αυτοχθονία συνδέεται με την παράδοση της πελασγικής καταγωγής.
Σε ερυθρόμορφο κρατήρα του 540 π.κ.ε. παριστάνεται ο Κάδμος που πλησιάζει την Άρεια πηγή για να γεμίσει την υδρία, κρατώντας πέτρα με την οποία θα σκοτώσει το φίδι που την φύλαγε. Η πηγή δηλώνεται με την υδρόβια βλάστηση και τον καλαμιώνα. Η παρουσία του Άρη και της Αθηνάς συμπληρώνουν το πριν και το μετά του μύθου, το φίδι ήταν γεννημένο από τον Άρη, ενώ η Αθηνά συμβούλευσε τον Κάδμο να σπείρει τα δόντια του θηρίου, από τα οποία ξεπετάχτηκαν από την γη αρματωμένοι οι Σπαρτοί· πέντε επιβίωσαν από την μεταξύ τους σύγκρουση, τα ονόματα των οποίων φανερώνουν τη χθόνια καταγωγή τους. Όσο για την Αρμονία, κόρη της Αφροδίτης και του Άρη, αυτή είναι η σύζυγος του Κάδμου.
Η εξασφάλιση υδάτινων πόρων αποτελεί μια επικίνδυνη υπόθεση κι αντικείμενο αντιπαλοτήτων. Κόρες παγιδεύονται σε κρήνες, που ανάγονται σε σημείο ερωτικής συνάντησης, όπως στην περίπτωση των Νυμφών ή των νέων ανδρών με τις κοπέλες, αλλά και σημείο επικίνδυνο στο οποίο μπορεί κανείς να παγιδευτεί ή να πεθάνει. Το γεγονός ότι η κρήνη βρισκόταν εκτός οίκου, αποτελούσε το σημείο τομής μεταξύ φύσης και πολιτισμού, καθιστούσε την επίσκεψη σε αυτήν, επικίνδυνη υπόθεση. Επιπλέον, κόρες παγιδεύονται στις ακροποταμιές και στις παραλίες, είτε σε ένα ερωτικό παιγνίδι είτε σε ένα παιγνίδι θανάτου.
Εξίσου επικίνδυνες είναι οι κρήνες και για Ηρωες ή γι’ ανυποψίαστους κυνηγούς, όπως ο Ακταίωνας και ο Τειρεσίας, που θα τιμωρηθούν σκληρά, γιατί αναπάντεχα αντίκρισαν γυμνές Θεές που λούζονταν σε κρήνες ή τον εαυτό τους, όπως ο Νάρκισσος στα νερά του χειμάρρου Δονακώνα, οπότε και εγκλωβίστηκε στον αυτοθαυμασμό του ή στην αγάπη για την νεκρή αδελφή του. Και βέβαια το νερό μπορεί να αποτελεί παγίδα ακόμη και μέσα στα πλαίσια του ίδιου του οίκου και όχι μόνο σε εξωτερικούς χώρους. Ο Αγαμέμνονας παγιδεύτηκε από την Κλυταιμνήστρα και δολοφονήθηκε από τον Αίγισθο, όταν ο βασιλιάς, προκειμένου να ετοιμαστεί για το γεύμα που του είχε ετοιμάσει η βασίλισσα, κατευθύνθηκε προς το λουτρό. Την στιγμή που έβγαινε από το νερό, η Κλυταιμνήστρα τον σκέπασε με έναν χιτώνα χωρίς κανένα άνοιγμα. Εγκλωβισμένος σε αυτόν ο Αγαμέμνονας δολοφονήθηκε από τον Αίγισθο.
Αν ο Τρωίλος, νεότερος γιος του Πρίαμου και της Εκάβης, έφτανε τα είκοσι χρόνια, η Τροία δεν θα μπορούσε να κυριευθεί από κανέναν. Ο νέος σκοτώθηκε λίγο μετά την άφιξη των Ελλήνων από τον Αχιλλέα που τον παραμόνεψε στην πηγή, όπου πήγαινε να ποτίσει τα άλογά του και η Πολυξένη να γεμίσει την στάμνα της νερό. Παραλλαγή παραδίδει ότι ο Αχιλλέας είδε τον Τρωίλο στην πηγή και τον ερωτεύτηκε. Όταν αυτός αρνήθηκε τον έρωτά του και κατέφυγε στο ναό του Απόλλωνα, ο Αχιλλέας, θυμωμένος, τον σκότωσε με το δόρυ του στο εσωτερικό του ναού.
Το επεισόδιο, σε δύο διαδοχικές φάσεις, το βρίσκουμε σε μελανόμορφο αμφορέα και σε μελανόμορφη κύλικα, και τα δυο του 560 π.κ.ε. Στον πρώτο, η Πολυξένη έρχεται να γεμίσει την στάμνα της νερό από την κρήνη κι ο αδελφός της Τρωίλος να ποτίσει τ’ άλογά του. Πίσω από την κρήνη παραφυλάει πάνοπλος ο Αχιλλέας. Στο δεύτερο αγγείο ο χώρος οριοθετείται αριστερά από την κρήνη, δεξιά από την Πολυξένη που φεύγει τρέχοντας. Στο κέντρο ο πάνοπλος Αχιλλέας κυνηγάει τον έφιππο Τρωίλο. Η στάμνα είναι πεσμένη κάτω και το νερό χύνεται. Ένα πουλί πετά ορμητικά προς τον Αχιλλέα, ενώ ένας λαγός ή υποδηλώνει την ερημιά του τοπίου ή, το πιθανότερο, αποτελεί ερωτικό σύμβολο. Παρόμοια με την πρώτη παράσταση είναι και μια ετρουσκική τοιχογραφία από τον τάφο των Ταύρων στην Ταρκυνία, χωρίς όμως την παρουσία της Πολυξένης. (εικ. κατω: γύρω στο 540 π.κ.ε.).
Κοσμογονία, Γάμος, Θάνατος.
Εύκολα θύματα είναι και οι κοπέλες που, απομονωμένες σε λιβάδια, ακρογιαλιές και κρήνες έξω από την πόλη, όπου πήγαιναν να πάρουν νερό, μπλέκονται, αβοήθητες, σε ερωτικά παιγνίδια και, τελικά, απάγονται από μεγάλους γητευτές.
Στην ακρογιαλιά με τις φίλες της έπαιζε η Ναυσικά, όταν συνάντησε τον Οδυσσέα, η Ευρώπη που την άρπαξε ο Δίας παίρνοντας την μορφή ταύρου, η Αύγη που έπεσε θύμα από τον Ηρακλή σε μια κρήνη, η εγγονή του Μίνωα, Απημοσύνη που έπεσε στην αγκαλιά του Ερμή, όταν γλίστρησε πάνω στα φρεσκογδαρμένα δέρματα που έριξε μπροστά στα πόδια της ο Θεός, την ώρα που η κοπέλα γύριζε από την βρύση με το σταμνί στον ώμο, η Ωρείθυια που την άρπαξε ο Βορέας από τις ακροποταμιές του Ιλισού, η Κυρήνη που την άρπαξε από τις όχθες του Πηνειού ποταμού ο Απόλλωνας, οδηγώντας την στη Λιβύη, η Κορωνίδα, κόρη του Φλεγύα, βασιλιά των Λαπιθών, την οποία αποπλανά στις όχθες της λίμνης Βοίβη, κοντά στην πόλη Λακέρεια και με την οποία αποκτά τον Ασκληπιό, η Αίθρα, κόρη του βασιλιά της Τροιζήνας Πιτθέα και εγγονή του Πέλοπα, που ύστερα από όνειρο που είδε και στο οποίο η Θεά Αθηνά της έβαλε την επιθυμία να επισκεφθεί το γειτονικό νησί Σφαιρία και να προσφέρει θυσία στον ήρωα Σφαίρο, τον ηνίοχο του Πέλοπα, την οποία κάνει δική του ο Ποσειδώνας, η δρυάδα Ευρυδίκη, σύζυγος του Ορφέα, την οποία κυνήγησε στις όχθες του Πηνειού ο περίφημος κυνηγός Αρισταίος, γιος του Απόλλωνα και της Κυρήνης.
Η Νηρηίδα Θέτιδα, που πριν από τον γάμο της με τον Πηλέα παγιδεύτηκε στην σπηλιά όπου πήγαινε να κοιμηθεί τα μεσημέρια στο ακρωτήριο Σηπιάς, που ονομάστηκε έτσι γιατί η ένωσή τους ολοκληρώθηκε όταν η Θεά μεταμορφώθηκε σε σουπιά, αφού προηγουμένως, όσο ο Πηλέας την κυνηγούσε, είχε μεταλλαχθεί σε φωτιά, νερό, λιοντάρι, φίδι, η Ιπποθόη, κόρη του Μήστορα και εγγονή του Πέλοπα, που την άρπαξε ο Ποσειδώνας και ενώθηκε μαζί της στα νησιά Εχινάδες. Και όπως η Ωρείθυια ήταν μαζί με άλλες κοπέλες που έτρεξαν να ενημερώσουν τον πατέρα της Ερεχθέα των Αθηνών, έτσι και η Περσεφόνη ήταν μαζί με άλλες Νύμφες, όταν, την ώρα που μάζευαν λουλούδια στην πεδιάδα της Έννας στη Σικελία, την άρπαξε ο Άδης. Στην πολλή γνωστή παράσταση από τον βασιλικό τάφο της Βεργίνας (366 π.κ.ε.) η νύμφη Κυάνη απεικονίζεται έντρομη, πεσμένη στα γόνατα.
Παραλλαγή της αρπαγής της Περσεφόνης είναι και της Βασίλης, βασίλισσας του Κάτω Κόσμου, από τον Έχελο ή Εχέλαο (αυτός που κρατά λαούς), άλλο όνομα του Άδη. Το θέμα αποτυπώθηκε σε μαρμάρινο αναθηματικό ανάγλυφο από την περιοχή του Ν. Φαλήρου το ανάγλυφο ήταν τοποθετημένο σε ιερό αφιερωμένο στην λατρεία του Έχελου και της Βασίλης.
Η αρπαγή και ο γάμος με τον Άδη υποδηλώνει τον θάνατό των κοριτσιών. Ποια καλύτερη παρηγοριά για ένα γονιό, για μια μητέρα όπως η Δήμητρα, από το να αποδώσει τον θάνατο της κόρης στον έρωτα που ενέπνευσε στον Θεό; Εξάλλου, ο γάμος ήταν μια τόσο σπουδαία κοινωνική λειτουργία που το τελετουργικό του διατηρούνταν ακόμη και στην περίπτωση του θανάτου. Η Αντιγόνη θα «παντρευτεί τον Αχέροντα», ο «τάφος» της είναι και «νυφικός θάλαμος» και η πομπή που την οδηγεί προς αυτόν είναι νυφιάτικη αλλά και νεκρώσιμη.
Οι αρπαγές κοριτσιών από τον Άδη συνιστούν και ένα φαντασιακό θάνατο, καθώς οι κοπέλες βίωναν την μεταιχμιότητά τους προς τον γάμο με τρόπο που θυμίζει θάνατο. Η Ανδρομέδα περίμενε τον θάνατο από το τέρας που θα έβγαινε από την θάλασσα δεμένη και έχοντας μπροστα της αντικείμενα που θα μπορούσαν να είναι προσφορές είτε για τους νεκρούς είτε για την νύφη (πυξίδες, λουτροφόροι, κάτοπτρα). Η τραγωδία Ιππόλυτος του Ευριπίδη τελειώνει με τη θέσπιση λατρείας στην Τροιζήνα, στην διάρκεια της οποίας οι επίγαμες κοπέλες έκοβαν τα μαλλιά τους και θρηνούσαν τον Ιππόλυτο ή, άλλες φορές, τον Άδωνη, καθώς ο Ιππόλυτος εκφράζει στον μύθο την διηνεκή μεταιχμιότητά του, την προσκόλλησή του στην αγαμία, η οποία τιμωρήθηκε με θάνατο.
Με αυτούς τους τρόπους, με τον μύθο και την τελετουργία, ενσαρκωνόταν φαντασιακά ένας θάνατος συνδεδεμένος με το γαμήλιο μεταβατικό στάδιο και εκφραζόταν το συναίσθημα αγωνίας των κοριτσιών για τον επικείμενο θάνατο της παιδικότητας και την έλευση του νέου βιώματος της παντρεμένης γυναίκας. Η μεταιχμιότητα, νεκρική και γαμήλια, και η αντίσταση της νύφης, όπως αυτή εκδηλώνεται στις αρπαγές, οφείλει και πρέπει να είναι μόνο προσωρινή, όπως αυτό δηλώνεται και με την μοναδική εξαίρεση ατιμώρητης παρατεταμένης μεταιχμιότητας της Περσεφόνης. Η απόρριψη του γάμου από την πλευρά των κοριτσιών, όπως στην περίπτωση των Προιτίδων ή των Δαναΐδών, και η προσκόλληση στην πατρική οικογένεια, κάτι που αναιρεί την αναδημιουργία της ζωής μέσω του γάμου, επισείει τιμωρίες· η ίδια η πόλις «τιθασεύει» τα κορίτσια της για να παντρευτούν.
Στον ναό της Ἀρτέμιδος Καρυάτιδος στα ορεινά σύνορα της Λακωνίας με την Αρκαδία, δηλαδή σε μια περιφερειακή και οριακή, μεταιχμιακή τοποθεσία, οι κοπέλες της Σπάρτης εκτελούσαν χορούς στα πλαίσια μιας εφηβικής τελετουργίας, θανάτους της παιδικής αθωότητας και μυητικής στον ενήλικα βίο των ύπανδρων γυναικών. Γάμος και νεκρική τελετουργία διεισδύουν το ένα στο άλλο· ο κατά φαντασία θάνατος εισάγει τον θάνατο στην σφαίρα της ζωής, αλλά και την ζωή στη σφαίρα του θανάτου, εφόσον η τελετουργία υπερνικά τον θάνατο».
Στο Ιερό της Αρτέμιδος στη Βραυρώνα, ένα βαλτότοπο σε μια δασωμένη, απόμακρη περιοχή της Αττικής, κι αυτή περιφερειακή και μεταιχμιακή, τα κορίτσια, σύμφωνα με νόμο που είχαν ψηφίσει οι Αθηναίοι, προκειμένου να τους επιτραπεί να παντρευτούν, έπρεπε να συμμετάσχουν στην τελετουργία της αρκτείας. Παραβάλλονταν με θυσιαζόμενα ζώα και βίωναν μια περίοδο προσωρινής αγριότητας, ώστε να επιστρέψουν στην πόλη έτοιμες, «τιθασευμένες ή καθαρμένες από την αγριότητα», για να εισέλθουν στο πολιτισμένο καθεστώς του γάμου.
Κατά την προετοιμασία της, λοιπόν, για τον γάμο η κοπέλα παριστάνεται σαν ζώο που τιθασεύεται -«η Αφροδίτη έζεψε την φοραδίτσα Ιόλη από το σπιτικό του πατέρα της, άζευτη ως τα τότε παρθένα, που έτρεχε σαν Ναϊάδα και σαν μαινάδα…» (Ευρ., Ιππόλυτος 545-552) και θυσιάζεται. Την θέση της βέβαια παίρνει τελικά ένα πραγματικό ζώο, το οποίο θυσιάζεται κατά κανόνα στην Άρτεμη. Η θυσία της Ιφιγένειας στην τραγωδία του Ευριπίδη στηρίζεται ακριβώς σε αυτό το σχήμα· εξάλλου, η Ιφιγένεια κλήθηκε στην Αυλίδα με το πρόσχημα ενός γάμου με το πρωτοπαλλίκαρο των Αχαιών Αχιλλέα. Η αγωνιώδης αντίσταση της νύφης στην παρόμοια με θάνατο εμπειρία της μετάβασης και οι αρνητικές τάσεις ξεπερνιούνται με τον γάμο και καταπνίγονται σε αυτόν».
Αντίθετα, η παρατεταμένη γαμήλια μεταιχμιότητα της Ηλέκτρας, σε συνδυασμό με την αντίστοιχη παρατεταμένη μεταιχμιακή περίοδο του πένθους της για τον πατέρα της, ο θάνατος του οποίου παραμένει ανεκδίκητος, θα κάνει την Ηλέκτρα να αρνηθεί την πρόσκληση του Χορού να πάνε μαζί στη «θυσία» που θα τελέσουν οι Αργείοι «όλα τα κορίτσια όπου να ‘ναι θα πάνε στον ναό της Ήρας». Η γιορτή των Ηραίων αποτελούσε για τα κορίτσια της πόλης προπαρασκευή για τον γάμο τους· στην διάρκειά της θυσίαζαν άζευτα βόδια στην Θεά του γάμου και του γαμήλιου ζυγού.
Η Ηλέκτρα αποκλείεται από αυτή την συλλογική και προσωρινή μεταιχμιότητα πριν από τον γάμο λόγω της υπέρμετρης μεταιχμιότητάς της. Οι πάνδημες, όχι οικογενειακές, τελετουργίες και λατρείες, που τελούνταν σε τακτά χρονικά διαστήματα και μέσω των οποίων η πόλις αυτοαναπαράγεται και αυτοεπιβεβαιώνεται, στρεβλώνονται· μέσω της στρέβλωσης αυτής ο οίκος, η ηγεμονική οικογένεια, αυτοκαταστρέφεται.
Στην περίπτωση του Ερμή και της Απημοσύνης, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη τον έρωτα του Θεού και την ετοιμότητά του για ερωτική συνεύρεση, επομένως τον ρόλο του στην γονιμότητα και την καρποφορία – λατρεύεται άλλωστε και με τα επίθετα αγροτήρ, νόμιος, ἐπιμήλιος- όπως και του νερού που κουβαλά η Απημοσύνη, το πάθημα της οποίας παραπέμπει σε τελετουργίες για την επίκληση βροχής. Αντίστοιχη είναι και η περίπτωση της Ωρείθυιας που την άρπαξε ο Θεός του ανέμου Βορέας -οι άνεμοι έχουν καθαρτήριες ιδιότητες, ευεργετικές για τον κύκλο της ζωής.
Διαφορετική είναι η περίπτωση του Δία και της Ευρώπης. Πέρα από την γονιμοποιητική σημασία της αρπαγής, ο μύθος, παρακολουθώντας την πορεία της Ευρώπης πάνω στην ράχη του Δία-Ταύρου, μπορεί να αποτυπώνει την εξάπλωση της λατρείας μιας θεότητας από τόπο σε τόπο, κάτι που, σε πραγματικό επίπεδο, συντελείται με τις μετακινήσεις πληθυσμών. Και ακόμη, δεν αποκλείεται ν’ αποτελεί μύθο κοσμογονικό, που αποτυπώνει την ιδέα που είχαν οι άνθρωποι για την δημιουργία και την σχέση Ουρανού και Γης. παραπέμπει και σε μύθους κοσμογονικούς.
Η παράδοση θέλει τον Ωκεανό Αρχή των Πάντων. Από τα νερά του αναδύεται η Γη, όπως για παράδειγμα τα νησιά αλλά και το σύνολο της ξηράς. Η παρατήρηση αυτή αποτελεί το αρχέτυπο κάθε μύθου που θέλει Θεούς και Δαίμονες, θαλάσσιους ή ποτάμιους, να κουβαλούν στην ράχη τους πάνω από τα κύματα μια όμορφη κοπέλα. Μέσα στα πλαίσια αυτά μπορούμε να αναγνώσουμε και τον μύθο της αναδυομένης Αφροδίτης, όπως και της Ευρώπης πάνω στην ράχη του Δία, κρατώντας το δεξί του κέρατο με το ένα της χέρι και ένα καλάθι με λουλούδια στο άλλο. Σε τελευταία ανάλυση, όλες αυτές οι Θεότητες, Αφροδίτη, Ευρώπη, που στην Βοιωτία αποτελεί ένα επίθετο της Δήμητρας (Παυσ., 9.39.4-5), Διώνη, Δήμητρα, Περσεφόνη, Ήρα, αποτελούν διαφορετικές ονομασίες μιας Θεότητας που έχει διευρυμένες ιδιότητες, που είναι μια Μητέρα Θεά.
Με τον μύθο της αρπαγής της Αύγης, κόρης του βασιλιά της Αρκαδίας Αλέα οι Αρκάδες επιχείρησαν να συνδέσουν τον Ηρακλή με το μυθικό παρελθόν του τόπου τους και είναι συχνό το φαινόμενο της προσπάθειας μιας πόλης να συνδέσει το παρελθόν της με ένα Θεό ή έναν Ηρωα που τον καθιστά προπάτορα μέσω επιγαμίας. Ο αιτιολογικός μύθος, που ανιχνεύει και αφηγείται την ίδρυση της πόλης, εξυπηρετεί την ανάγκη της κοινότητας για μια συγκεκριμένη και διακριτή πολιτική ταυτότητα, χάρη στην οποία η κάθε πόλη έχει την προσωπικότητά της, είναι ηθικό πρόσωπο, μέλος με πλήρη δικαιώματα στην κοινωνία των πόλεων. Με αυτή την έννοια, ο μύθος γίνεται πολιτική ιδεολογία και οι μυθικοί τίτλοι της πόλης προκαλούν τον αντίπαλο, τον άλλο γενικά, να υποταχθεί με την θέλησή του, χρησιμεύουν δηλαδή στον καθορισμό των δυναμικών σχέσεων. Ενδεικτική ως προς αυτό είναι η αφήγηση του Ηρόδοτου για τον τρόπο με τον οποίο οι Θηβαίοι συνήψαν συμμαχία με τους Αιγινήτες λόγω της συγγένειας των ιδρυτριών των πόλεών τους: και οι δυο, Θήβη και Αίγινα, ήταν κόρες του Ασωπού.
ΚΑΘΑΡΜΟΣ
Η λέξη καθαρμός εμφανίζεται για πρώτη φορά ως τίτλος συγγράμματος του Εμπεδοκλή, και μάλιστα στον πληθυντικό αριθμό. Το διδακτικό αυτό ποίημα, (ο Διογένης Λαέρτιος παραδίδει ότι το ποίημα είχε έκταση περί τους 5.000 στίχους (VIII, 77), γραμμένους σε δακτυλικό εξάμετρο, από τους οποίους σώζονται λιγότερο από το ένα πέμπτο) κεντρικό θέμα του οποίου είναι η ανθρώπινη ψυχή, συνάπτεται με την πυθαγορική διδασκαλία σχετικά με την μετενσάρκωση της ψυχής σε συνεχώς νέες μορφές, με την σύνδεση ενοχής και τιμωρίας, με τις μακρές περιόδους κάθαρσης και εξαγνισμού και με τις βαθμίδες εξέλιξης προς κάτι ανώτερο (146 κ.ε.) Μέσα σε αυτά τα συμφραζόμενα εξηγούνται οι Εμπεδόκλειοι κανόνες καθαρμού και ζωής, όπως είναι λ.χ. η απαγόρευση της κρεοφαγίας. Οπωσδήποτε ο καθαρμός προϋποθέτει ένα μίασμα που, όπως έδειξε ο Parker, μπορεί να αποτελεί μεταφυσική έκφραση της κοινωνικής ρήξης, που προκαλεί, η διάπραξη ενός φόνου και ιδιαίτερα της ρήξης μεταξύ δύο γενών.
Πάντως, ως πρακτική τελετουργική, σε περιπτώσεις επαφής με το ιερό, σε μεταβατικές ή κρίσιμες καταστάσεις και για την κοινωνική επανένταξη, είναι παλαιότατη.
Καθαρμός λοιπόν επιβάλλεται πριν από τις σπονδές, τις θυσίες, την προσευχή, την μύηση, την προσωπική αφιέρωση, την χρησμοδότηση, τόσο σε αυτόν που δίνει χρησμό όσο και σε αυτόν που τον δέχεται. Επιβάλλεται δηλαδή πριν από την επαφή με το Ιερό, όπως λ.χ. ο Ευχίδας που, πριν να φέρει την νέα φωτιά από τον βωμό των Δελφών στις Πλαταιές, καθαρίστηκε στο σώμα, ραντίστηκε με αγιασμό και φόρεσε δάφνινο στεφάνι (Πλoύτ. Αριστ. 20, 4). Επιβάλλεται ακόμη μετά από λοιμό, φόνο (Απόλλων, Ορέστης, Οιδίπους, Δαναΐδες, Ηρακλής), που ήταν και η πιο δύσκολη περίπτωση, παραφροσύνη (Μελάμπους – Προιτίδες), σεξουαλική επαφή. Τέλος, επιβάλλεται πριν από τον γάμο και στον θάνατο.
Τα μέσα καθαρμού είναι το νερό, το θυμίαμα, η φωτιά, το αίμα, το χώμα (σε ορισμένα μυστήρια ο μυούμενος αλειφόταν με ένα μείγμα πηλού και πίτουρων), το κάνιστρο των δημητριακών με την παλινδρομική κίνηση πάνω από το κεφάλι του μυουμένου και τον αέρα που ξεσηκώνει, η σκίλλα, δηλαδή το κρεμμύδι που ξεφλουδίζεται, μέχρι που δεν μένει τίποτε, η εκδίωξη (του πιο άσχημου ή φτωχού, του ξένου, του βασιλιά, της πιο εκλεκτής παρθένου) ή η ρίψη στην θάλασσα.
Μεταγενέστερες παρατηρήσεις επισημαίνουν ότι τα μέσα αυτά συμπεριλαμβάνουν τα τέσσερα στοιχεία. Στις περισσότερες των περιπτώσεων ο καθαρμός με το νερό, κυρίως πόσιμο, σπανιότερα θαλασσινό, προηγείται κάθε άλλου μέσου, όταν δεν αποτελεί το μόνο μέσο ή αυτοδύναμη σκηνή μέσα σε ένα ευρύτερο τελετουργικό.
Στα Ομηρικά Επη συχνές είναι οι σκηνές καθαρμού πριν από την προσευχή, την σπονδή, την θυσία. Στην Ιλιάδα κυριαρχούν οι αναφορές που αφορούν στο λουτρό νεκρών και ακολουθούν οι αναφορές στον καθαρμό πριν την σπονδή, την προσευχή και την θυσία. Στην Οδύσσεια υπάρχει μία μόνο αναφορά σε πλύσιμο νεκρού, όταν ο Ερμής κατεβάζει τις ψυχές των μνηστήρων στον Άδη και ο Αγαμέμνων συνομιλεί με την ψυχή του Αχιλλέα, οπότε και του αναφέρει την μάχη που έδωσαν για να πάρουν το σώμα του που στη συνέχεια έπλυναν (Οδ. ω, 45). Κυριαρχούν οι αναφορές στην καθαριότητα, το λούσιμο και το πλύσιμο των χεριών πριν το φαγητό, ενώ στην Ιλιάδα το πλύσιμο είναι συνυφασμένο και με την σπονδή, την προσευχή, τον όρκο, την θυσία.
O Ησίοδος, από την πλευρά του, εφιστά την προσοχή να μην προσφέρει κανείς σπονδές στον Δία και στους άλλους Θεούς «με τα χέρια άνιφτα». Ο μεγάλος αριθμός των υδριοφόρων μορφών και των μικρών πήλινων υδριών στο μικρό ιερό της Δήμητρας στη ΒΑ περιοχή της αρχαίας Πέλλας είναι ενδεικτικός μιας τελετής εξαγνισμού των προσκυνητών, με την χρησιμοποίηση νερού που θα μεταφερόταν με υδρίες στην περιοχή του ιερού.
Αναγκαίος είναι ο καθαρμός των χεριών στο περιρραντήριο πριν από την είσοδο στον ναό και πριν από την θυσία, τόσο αυτού που την τελεί όσο και των συμμετεχόντων, και μάλιστα στην πρώτη της φάση (άρχεσθαι). Η περιφορά του κάνιστρου με τις προσφορές και του δοχείου με το νερό σηματοδοτεί την οριοθέτηση του ιερού στον τόπο της θυσίας αλλά και την συγκρότηση μιας κοινότητας που αποδέχεται συγκεκριμένους κανόνες με τον σχηματισμό ενός κύκλου που εγκλείει το ζώο και τους συμμετέχοντες. Οι πιστοί ρίχνουν στα χέρια τους νερό από το δοχείο, ενώ η εξαγνιστική δύναμη της φωτιάς συνδυάζεται με του νερού, καθώς ένα κούτσουρο από την φωτιά βυθίζεται στο νερό και με αυτό ραντίζεται το Ιερό, ο βωμός, οι συμμετέχοντες. Με το νερό του δοχείου ραντίζεται και το ζώο, η απότομη αντίδραση του οποίου εκλαμβάνεται ως συναίνεση για την θυσία. Κάποιες φορές ο εξαγνισμός του ζώου γινόταν σε ιδιαίτερη πηγή.
Οι Νύμφες, Ωκεανίδες, Νηρηίδες, Ποταμίδες, Ναϊάδες, λατρεύονταν σε Ιερά που ονομάζονταν Νυμφαία, που ειδικά τα θολωτά τμήματά τους, μιμούνταν σπηλιές.
Εύκολα μπορείς να δεις Νύμφη να λούζεται ή να χορεύει σε πηγή, αν μπορέσεις να γίνεις ένα με την Φύση. Είναι αόρατες για τα μιαρά ακάθαρτα μάτια των θνητών κι επικίνδυνες για τον μαζάνθρωπο των τσιμεντοπόλεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου